ΣΠΙΤΙ, ΟΙΚΟΣ
Η λέξη μπάγιθ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και οι λέξεις οἶκος ή οἰκία του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, οι οποίες ως επί το πλείστον αποδίδονται «σπίτι· οίκος· κατοικία», μπορεί να σημαίνουν, ανάλογα με τη χρήση τους στη Γραφή: (1) σπιτικό ή το σύνολο των απογόνων κάποιου (Γε 12:1· 17:13, 23· Αβδ 17, 18· Μιχ 1:5), (2) κατοικία (Γε 19:2-4), (3) φυλακή ή, μεταφορικά, χώρα υποδούλωσης (Γε 40:3, 14· Εξ 13:3), (4) κατοικία ζώων και πουλιών (Ιωβ 39:6· Ψλ 104:17), (5) ιστό αράχνης (Ιωβ 8:14), (6) βασιλική κατοικία ή ανάκτορο (2Σα 5:11· 7:2), (7) ιερατική γραμμή (1Σα 2:35), (8) βασιλική δυναστεία (1Σα 25:28· 2Σα 7:11), (9) τη σκηνή της μαρτυρίας ή το ναό του Ιεχωβά, είτε κυριολεκτικά είτε παραβολικά (Εξ 23:19· 34:26· 1Βα 6:1· 1Πε 2:5), (10) τον τόπο κατοικίας του Ιεχωβά, δηλαδή τον ίδιο τον ουρανό (Ιωα 14:2), (11) το αγιαστήριο κάποιου ψεύτικου θεού (Κρ 9:27· 1Σα 5:2· 1Βα 16:32· 2Βα 5:18), (12) το φθαρτό φυσικό σώμα των ανθρώπων (Εκ 12:3· 2Κο 5:1-4), (13) το άφθαρτο πνευματικό σώμα (2Κο 5:1), (14) τον κοινό τάφο (Ιωβ 17:13· Εκ 12:5), (15) συντεχνία εργατών (1Χρ 4:21) και (16) αρχειοφυλάκιο, κτίριο όπου φυλάσσονται τα επίσημα αρχεία του κράτους (Εσδ 6:1).
Ένας τύπος της εβραϊκής λέξης για το σπίτι (μπάγιθ) αποτελεί συχνά συνθετικό κύριων ονομάτων, όπως στα τοπωνύμια Βαιθήλ (που σημαίνει «Οίκος του Θεού») και Βηθλεέμ (που σημαίνει «Οίκος Ψωμιού»).
Οικοδομικά Υλικά, Κατασκευαστικές Μέθοδοι. Στην αρχαιότητα, όπως και σήμερα, υπήρχαν διάφοροι τύποι κατοικιών. Οι κατασκευαστικές μέθοδοι ποίκιλλαν ανάλογα με τη χρονική περίοδο, τις οικονομικές δυνατότητες του οικοδομούντος και τα διαθέσιμα υλικά. Οι οικοδόμοι της Βαβέλ, για παράδειγμα, χρησιμοποίησαν πλίθους αντί για πέτρες, και «η άσφαλτος τους χρησίμευσε ως κονίαμα».—Γε 11:3.
Πολλοί Ισραηλίτες κατοίκησαν στα σπίτια των εκδιωγμένων Χαναναίων και πιθανώς συνέχισαν να ακολουθούν παρόμοιες κατασκευαστικές μεθόδους για αρκετά χρόνια. (Δευ 6:10, 11) Φαίνεται ότι προτιμούσαν τα πέτρινα σπίτια (Ησ 9:10· Αμ 5:11), επειδή παρείχαν μεγαλύτερη σταθερότητα και ασφάλεια από τα πλινθόκτιστα σε περίπτωση που κάποιος επιχειρούσε να τα παραβιάσει. Οι διαρρήκτες μπορούσαν να εισβάλουν εύκολα μέσα σε ένα σπίτι από ωμόπλινθους σκάβοντας απλώς μια τρύπα στον τοίχο. (Παράβαλε Ιωβ 24:16.) Ωστόσο, στους κάμπους, όπου υπήρχαν λίγοι μόνο ασβεστόλιθοι και ψαμμίτες καλής ποιότητας, οι τοίχοι των κατοικιών χτίζονταν με ωμόπλινθους ή, μερικές φορές, με οπτόπλινθους. Χρησιμοποιούνταν επίσης δοκάρια και δοκοί από συκομουριά, από άρκευθο και, κυρίως στα καλύτερα σπίτια, από κέδρο.—Ασμ 1:17· Ησ 9:10.
Οι αρχαιολόγοι έχουν ανασκάψει τα ερείπια διαφόρων τύπων κατοικιών της αρχαίας Παλαιστίνης. Στην αυλή τους υπήρχε συνήθως φούρνος και ενίοτε πηγάδι ή στέρνα. (2Σα 17:18) Τα ερείπια των σπιτιών που έχουν βρεθεί υποδηλώνουν ότι το μέγεθός τους ποίκιλλε σημαντικά. Κάποιο σπίτι είχε διαστάσεις μόλις 5 επί 5 μ. περίπου, ενώ κάποιο άλλο είχε διαστάσεις 32 επί 30 μ. Συνήθως, τα δωμάτια ήταν τετράγωνα με πλευρά από 3,5 ως 4,5 μ. περίπου.
Μερικά σπίτια χτίζονταν πάνω σε πλατιά τείχη πόλεων. (Ιη 2:15) Ωστόσο, οι άνθρωποι προτιμούσαν να χτίζουν στο βράχο (Ματ 7:24), άρχιζαν δε γενικά την πλινθοδομή μόνο αφού τοποθετούσαν πρώτα δύο ή τρεις σειρές πέτρες. Σε περίπτωση που δεν μπορούσαν να χτίσουν το σπίτι στο βράχο, έβαζαν συνήθως γερά θεμέλια των οποίων το υπόγειο βάθος ήταν αντίστοιχο με το ύψος του υπέργειου πέτρινου τοίχου. Ορισμένα θεμέλια κατασκευάζονταν με μεγάλες απελέκητες πέτρες, ενώ τα διάκενα καλύπτονταν με μικρές πέτρες. Άλλα θεμέλια κατασκευάζονταν με πελεκημένες πέτρες. Ένα πλινθόκτιστο σπίτι, τα ερείπια του οποίου ανέσκαψαν οι αρχαιολόγοι, είχε λιθοδομή ύψους λίγο πάνω από μισό μέτρο, ενώ κάποιου άλλου έφτανε γύρω στο 1 μ. Οι τοίχοι ορισμένων σπιτιών είχαν πάχος περίπου 1 μ. Πολλές φορές άσπριζαν τους εξωτερικούς τοίχους με κάποιου είδους ασβεστοκονίαμα (Ιεζ 13:11, 15), και ενίοτε έβαζαν βότσαλα στην πρόσοψη των πλίθινων τοίχων από την πλευρά του δρόμου για να προστατέψουν την επιφάνειά τους.
Οι δομικοί λίθοι ευθυγραμμίζονταν και συνδέονταν σταθερά με τις ακρογωνιαίες πέτρες, οι οποίες λειαίνονταν και συναρμολογούνταν με επιμέλεια. (Παράβαλε Ψλ 118:22· Ησ 28:16.) Ρόλο κονιάματος έπαιζε συνήθως ένα μείγμα πηλού και άχυρου. Ενίοτε αυτό το μείγμα περιείχε ασβέστη, στάχτη, κονιορτοποιημένα θραύσματα αγγείων, κοπανισμένα όστρακα ή ασβεστόλιθο. Χρησιμοποιούνταν ως συγκολλητικό υλικό για τους πλίθους ή τις πέτρες, αλλά και ως σοβάς για τους εσωτερικούς τοίχους. (Λευ 14:41, 42) Ωστόσο, σε κάποιες περιπτώσεις οι πέτρες ήταν κομμένες με τόση ακρίβεια ώστε δεν υπήρχε ανάγκη για κονίαμα.
Δάπεδα. Τα δάπεδα, περιλαμβανομένων και των αυλών, αποτελούνταν από πατημένο χώμα ή ήταν στρωμένα με πέτρες, πλίθους ή ασβεστοκονίαμα. Ένα κοίλωμα στο δάπεδο χρησίμευε συνήθως ως εστία φωτιάς, ενώ τα καλύτερα σπίτια θερμαίνονταν με μαγκάλια. (Ιερ 36:22, 23) Ο καπνός έφευγε από κάποιο άνοιγμα στη στέγη. (Ωσ 13:3) Τα δωμάτια των ανακτορικών κατοικιών μπορεί να είχαν ξύλινα πατώματα, όπως ο ναός.—1Βα 6:15.
Παράθυρα. Ορθογώνια ανοίγματα στους τοίχους χρησίμευαν ως παράθυρα. Μερικά τουλάχιστον από αυτά ήταν τόσο μεγάλα ώστε χωρούσε να περάσει από μέσα άνθρωπος. (Ιη 2:15· 1Σα 19:12· Πρ 20:9) Κυρίως τα παράθυρα που έβλεπαν στο δρόμο είχαν δικτυωτά.—Κρ 5:28· Παρ 7:6.
Πόρτες. Οι πόρτες ήταν συνήθως ξύλινες και στρέφονταν σε στρόφιγγες (Παρ 26:14) οι οποίες ήταν στερεωμένες σε ξύλινες ή πέτρινες υποδοχές στο ανώφλι και στο κατώφλι. Δύο όρθια ξύλα χρησίμευαν ως παραστάτες. (Εξ 12:22, 23) Μολονότι ορισμένα σπίτια είχαν δύο εισόδους, συνήθως υπήρχε μόνο μία αυλόπορτα, και από την αυλή υπήρχε πρόσβαση σε όλα τα δωμάτια του σπιτιού.
Εσωτερική διακόσμηση και επίπλωση. Στις πολυτελείς κατοικίες οι τοίχοι των δωματίων ήταν επενδυμένοι με κέδρο ή άλλα ακριβά ξύλα και επαλειμμένοι με κιννάβαρι. (Ιερ 22:14· Αγγ 1:4) “Στις κατοικίες από ελεφαντόδοντο” που διέθεταν κάποιοι πλούσιοι υπήρχαν προφανώς δωμάτια όπου η ξύλινη επένδυση είχε ενθέματα ελεφαντόδοντου. (1Βα 22:39· Αμ 3:15) Εκτός από τα διάφορα μαγειρικά σκεύη, δοχεία, καλάθια και την υπόλοιπη οικοσκευή, η επίπλωση των σπιτιών μπορεί να περιλάμβανε κρεβάτια ή ντιβάνια, καρέκλες, υποπόδια, τραπέζια και λυχνοστάτες. (Παράβαλε 2Σα 4:11· 2Βα 4:10· Ψλ 41:3· Ματ 5:15.) Τα έπιπλα στα σπίτια ορισμένων πλουσίων ήταν διακοσμημένα με ένθετο ελεφαντόδοντο, χρυσάφι και ασήμι.—Παράβαλε Εσθ 1:6· Αμ 3:12· 6:4.
Οροφές και ανώγεια. Οι περισσότερες οροφές ήταν επίπεδες, ο δε Νόμος απαιτούσε να έχουν τα σπίτια των Ισραηλιτών στηθαίο στις ταράτσες τους προς αποφυγή ατυχημάτων. (Δευ 22:8) Όταν έδιναν στην οροφή ελαφριά κλίση, αυτή επέτρεπε να αποστραγγίζονται τα νερά της βροχής. Η οροφή στηριζόταν σε γερά ξύλινα δοκάρια τα οποία έφταναν από τοίχο σε τοίχο. Κάθετα σε αυτά τα δοκάρια τοποθετούσαν μικρότερες ξύλινες δοκούς τις οποίες σκέπαζαν με κλαδιά, καλάμια και τα παρόμοια. Ύστερα, τοποθετούσαν μια στρώση από χώμα, πάχους αρκετών εκατοστών, την οποία κάλυπταν με παχύ επίχρισμα από πηλό ή πηλό και ασβέστη. Σε μια τέτοια χωμάτινη στέγη μπορούσε εύκολα να σκάψει κάποιος άνοιγμα, όπως έκαναν οι άντρες που προσπαθούσαν να φέρουν εκεί όπου ήταν ο Ιησούς έναν παράλυτο για να γιατρευτεί. (Μαρ 2:4) Σε πολλές περιπτώσεις τα δοκάρια της οροφής στηρίζονταν από μια σειρά ξύλινων πασσάλων τοποθετημένων σε πέτρινες βάσεις. Σε τέτοιες στέγες μπορούσε να βλαστήσει χορτάρι (Ψλ 129:6), ενώ δύσκολα αποτρέπονταν οι διαρροές. (Παρ 19:13· 27:15· Εκ 10:18) Πιθανότατα προτού αρχίσει η εποχή των βροχών, οι οροφές επισκευάζονταν και εξομαλύνονταν με κύλινδρο ώστε να αποστραγγίζεται καλύτερα το νερό.
Στις ταράτσες λάβαιναν χώρα αρκετές δραστηριότητες τόσο σε καιρό ειρήνης όσο και σε καιρό συμφοράς. (Ησ 22:1· Ιερ 48:38) Από εκεί μπορούσαν να γίνουν αναγγελίες ή να κοινοποιηθούν άμεσα συγκεκριμένες ενέργειες. (2Σα 16:22· Ματ 10:27) Στις ταράτσες ξέραιναν το λινάρι (Ιη 2:6), συζητούσαν (1Σα 9:25), περπατούσαν στη βραδινή δροσιά (2Σα 11:2), ενασχολούνταν με την αληθινή ή την ψεύτικη λατρεία (Ιερ 19:13· Σοφ 1:5· Πρ 10:9), ακόμη δε και κοιμούνταν (1Σα 9:26). Κατά τη Γιορτή της Συγκομιδής έστηναν σκηνές στις ταράτσες και στις αυλές των σπιτιών.—Νε 8:16.
Πολλές φορές έχτιζαν στην ταράτσα ένα ανώγειο. Ήταν ένα ευχάριστο, δροσερό δωμάτιο που χρησιμοποιούνταν συχνά ως ξενώνας. (Κρ 3:20· 1Βα 17:19· 2Βα 1:2· 4:10) Φυσικά, ορισμένα σπίτια ήταν διώροφα και είχαν κανονικό πάνω όροφο. Σε ένα μεγάλο ανώγειο—είτε στην ταράτσα είτε στον πάνω όροφο—γιόρτασε ο Ιησούς το τελευταίο Πάσχα με τους μαθητές του και θέσπισε τον αναμνηστικό εορτασμό του Δείπνου του Κυρίου. (Λου 22:11, 12, 19, 20) Επίσης, την ημέρα της Πεντηκοστής του 33 Κ.Χ., περίπου 120 μαθητές βρίσκονταν προφανώς στο ανώγειο ενός σπιτιού στην Ιερουσαλήμ όταν εκχύθηκε πάνω τους το πνεύμα του Θεού.—Πρ 1:13-15· 2:1-4.
Εξωτερικά κλιμακοστάσια ή—στα φτωχότερα σπίτια—φορητές σκάλες οδηγούσαν συνήθως από την αυλή στην οροφή. Συνεπώς, αν χρειαζόταν, ήταν δυνατόν να κατεβεί κάποιος από την ταράτσα χωρίς να περάσει μέσα από το σπίτι. Επειδή πολλά σπίτια ήταν χτισμένα το ένα κοντά στο άλλο, συχνά μπορούσε κανείς να περάσει με τα πόδια από τη μια ταράτσα στην άλλη. Ίσως αυτά τα στοιχεία διαφωτίζουν κάπως τη συμβουλή του Ιησού στα εδάφια Ματθαίος 24:17 και Μάρκος 13:15. Στις καλύτερες κατοικίες υπήρχε εσωτερική σκάλα που οδηγούσε στον πάνω όροφο.
Ο Νόμος Προστάτευε τα Δικαιώματα Ιδιοκτησίας. Σκοπός του Ιεχωβά ήταν να έχει ο υπάκουος λαός του τη χαρά να ζουν στα δικά τους σπίτια. (Παράβαλε Ησ 65:21.) Το να περιέλθει το σπίτι που έχτισε κάποιος στην κατοχή ενός άλλου αποτελούσε συμφορά που θα έπληττε τους ανυπάκουους. (Δευ 28:30· Θρ 5:2) Μάλιστα όταν ένας άντρας δεν είχε εγκαινιάσει ακόμη το καινούριο του σπίτι, απαλλασσόταν από τη στρατιωτική υπηρεσία.—Δευ 20:5, 6.
Ορισμένες διατάξεις του νόμου του Θεού προς τον Ισραήλ προστάτευαν τα δικαιώματα ιδιοκτησίας. Ο Νόμος καταδίκαζε το να εποφθαλμιά κανείς τα αγαθά του άλλου, περιλαμβανομένου του σπιτιού του (Εξ 20:17), ο δε Ιεχωβά μέσω των προφητών του κατέκρινε την παράνομη αρπαγή σπιτιών. (Μιχ 2:2· παράβαλε Νε 5:1-5, 11.) Ο πιστωτής δεν μπορούσε να εισβάλει στο σπίτι του χρεώστη του για να πάρει ενέχυρο. (Δευ 24:10, 11) Ο Ισραηλίτης που αγίαζε το σπίτι του για τον Ιεχωβά μπορούσε να το ξαναγοράσει καταβάλλοντας στο αγιαστήριο το 120 τοις εκατό της υπολογισμένης αξίας του. (Λευ 27:14, 15) Επιπλέον, όσοι αναγκάζονταν να πουλήσουν τα σπίτια τους διατηρούσαν το δικαίωμα εξαγοράς, τουλάχιστον για κάποιο διάστημα. Τα σπίτια στα ατείχιστα χωριά μπορούσαν να ξαναγοραστούν από τους αρχικούς ιδιοκτήτες τους και έπρεπε να τους επιστραφούν κατά το Ιωβηλαίο έτος. Αλλά τα σπίτια στις περιτειχισμένες πόλεις γίνονταν μόνιμη ιδιοκτησία του αγοραστή αν δεν ξαναγοράζονταν μέσα στην καθορισμένη περίοδο του ενός έτους κατά την οποία ίσχυε το δικαίωμα εξαγοράς. Το δικαίωμα εξαγοράς ίσχυε επ’ άπειρον για τα σπίτια στις περιτειχισμένες Λευιτικές πόλεις. Αν δεν ξαναγοράζονταν νωρίτερα, όλα τα σπίτια που ανήκαν προηγουμένως σε Λευίτες έπρεπε να επιστρέφονται στους αρχικούς ιδιοκτήτες τους κατά το Ιωβηλαίο έτος.—Λευ 25:29-33.
Χώρος Πνευματικής Διδασκαλίας. Από αρχαιοτάτων χρόνων, το σπίτι αποτελούσε κέντρο διδασκαλίας της αγνής λατρείας. Ο νόμος του Θεού προς τον Ισραήλ πρόσταζε συγκεκριμένα τους πατέρες να διδάσκουν τους γιους τους όταν κάθονταν στο σπίτι, καθώς και σε άλλες περιστάσεις. (Δευ 6:6, 7· 11:19) Επίσης, ο νόμος του Θεού έπρεπε να γράφεται, προφανώς με μεταφορική έννοια, πάνω στους παραστάτες των σπιτιών τους (Δευ 6:9· 11:20), και η κατοικία έπρεπε να διατηρείται καθαρή από όλα τα συναφή με την ειδωλολατρία αντικείμενα. (Δευ 7:26) Επειδή τα σπίτια χρησιμοποιούνταν για αυτόν τον ιερό σκοπό, όσα μολύνονταν με “κακοήθη λέπρα” έπρεπε να κατεδαφίζονται. (Βλέπε ΛΕΠΡΑ.) Ο νόμος για τα σπίτια που είχαν πληγεί από λέπρα πρέπει να υπενθύμιζε στους Ισραηλίτες ότι μπορούσαν να κατοικούν μόνο σε σπίτια που ήταν καθαρά από την άποψη του Θεού.—Λευ 14:33-57.
Όταν ιδρύθηκε η Χριστιανοσύνη, το κήρυγμα και η διδασκαλία από σπίτι σε σπίτι αποτέλεσαν εξέχον χαρακτηριστικό της αληθινής λατρείας. (Πρ 20:20) Οι ακόλουθοι του Ιησού επωφελούνταν από τη φιλοξενία που τους πρόσφεραν οι “άξιοι”, ή “φίλοι της ειρήνης”, και έμεναν στα σπίτια τέτοιων ατόμων μέχρι να ολοκληρώσουν τη διακονία τους σε μια συγκεκριμένη πόλη. (Ματ 10:11· Λου 10:6, 7· βλέπε ΚΗΡΥΓΜΑ, ΚΗΡΥΚΑΣ [«Από Σπίτι σε Σπίτι»].) Πολλές φορές, όμιλοι ή εκκλησίες Χριστιανών συναθροίζονταν τακτικά σε σπίτια για να εξετάσουν το Λόγο του Θεού. (Ρω 16:5· 1Κο 16:19· Κολ 4:15· Φλμ 2) Ωστόσο, όποιοι παρέκκλιναν από τη διδασκαλία του Χριστού δεν ήταν ευπρόσδεκτοι σε ιδιωτικά σπίτια.—2Ιω 10.