-
ΗρώδηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
εκτελούσε θεραπείες και εξέβαλλε δαίμονες, ταράχτηκε, φοβούμενος ότι ο Ιησούς ήταν στην πραγματικότητα ο Ιωάννης ο οποίος είχε εγερθεί από τους νεκρούς. Από τότε επιθυμούσε διακαώς να δει τον Ιησού, προφανώς όχι για να ακούσει το κήρυγμά του, αλλά επειδή δεν ήταν σίγουρος αν το συμπέρασμά του ήταν σωστό.—Ματ 14:1, 2· Μαρ 6:14-16· Λου 9:7-9.
Πιθανώς κάποια φορά που ο Ιησούς περνούσε μέσα από την Περαία καθ’ οδόν προς την Ιερουσαλήμ, οι Φαρισαίοι τού είπαν: «Βγες και φύγε από εδώ, επειδή ο Ηρώδης θέλει να σε σκοτώσει». Αυτή τη φήμη μπορεί να τη διέδωσε ο ίδιος ο Ηρώδης, ελπίζοντας ότι έτσι θα έκανε τον Ιησού να φοβηθεί και να φύγει από την περιοχή του, διότι ο Ηρώδης ίσως φοβόταν να τολμήσει ξανά να σηκώσει το χέρι του για να σκοτώσει κάποιον προφήτη του Θεού. Αναφερόμενος προφανώς στην πανουργία του Ηρώδη, ο Ιησούς απαντώντας αποκάλεσε τον Ηρώδη “αυτή η αλεπού”.—Λου 13:31-33.
«Το Προζύμι του Ηρώδη». Στη διάρκεια της βασιλείας του Ηρώδη Αντίπα, ο Ιησούς προειδοποίησε τους ακολούθους του: «Να έχετε τα μάτια σας ανοιχτά, να προσέχετε από το προζύμι των Φαρισαίων και το προζύμι του Ηρώδη». (Μαρ 8:15) Και οι δύο αυτές αιρέσεις, οι Φαρισαίοι και οι Ηρωδιανοί, δηλαδή οι οπαδοί της παράταξης του Ηρώδη, εναντιώνονταν στον Ιησού Χριστό και στις διδασκαλίες του, και παρότι είχαν έχθρα μεταξύ τους, είδαν τον Χριστό σαν κοινό εχθρό και ενώθηκαν εναντίον του. Οι Ηρωδιανοί ήταν περισσότερο πολιτικοποιημένοι παρά θρησκευόμενοι, και λέγεται ότι ισχυρίζονταν μεν πως ακολουθούσαν το Νόμο αλλά πίστευαν ότι ήταν θεμιτό για τους Ιουδαίους να αποδέχονται έναν αλλοεθνή άρχοντα (δεδομένου ότι οι Ηρωδίδες δεν ήταν πραγματικοί Ιουδαίοι αλλά Ιδουμαίοι). Οι Ηρωδιανοί ήταν πολύ εθνικιστές και δεν υποστήριζαν ούτε τη θεοκρατική διακυβέρνηση υπό Ιουδαίους βασιλιάδες ούτε τη ρωμαϊκή διακυβέρνηση, αλλά επιθυμούσαν να αποκατασταθεί το βασίλειο του έθνους είτε από τον έναν είτε από τον άλλον γιο του Ηρώδη.
Ένα παράδειγμα που αποκαλύπτει το εθνικιστικό τους “προζύμι” ήταν η παραπλανητική ερώτηση που έκαναν στον Ιησού μαζί με τους Φαρισαίους, σε μια απόπειρά τους να τον παγιδέψουν: «Είναι νόμιμο να πληρώνει κανείς κεφαλικό φόρο στον Καίσαρα ή όχι; Να πληρώνουμε ή να μην πληρώνουμε;» (Μαρ 12:13-15) Ο Ιησούς τούς αποκάλεσε «υποκριτές» και έδειξε ότι φυλαγόταν από το «προζύμι» τους, διότι η απάντησή του τους αφόπλισε και χάλασε το σχέδιό τους, που ήταν είτε να τον κατηγορήσουν για στασιασμό είτε να ξεσηκώσουν το λαό εναντίον του.—Ματ 22:15-22.
Περιπαίζει τον Ιησού. Την τελευταία ημέρα της επίγειας ζωής του Ιησού, όταν τον οδήγησαν ενώπιον του Πόντιου Πιλάτου και ο Πιλάτος άκουσε ότι ο Ιησούς ήταν Γαλιλαίος, τον έστειλε στον Ηρώδη Αντίπα, τον περιφερειακό διοικητή (τετράρχη) της Γαλιλαίας (ο οποίος βρισκόταν τότε στην Ιερουσαλήμ), και αυτό διότι ο Πιλάτος είχε αντιμετωπίσει προβλήματα με τους Γαλιλαίους. (Λου 13:1· 23:1-7) Βλέποντας τον Ιησού, ο Ηρώδης χάρηκε, όχι επειδή νοιαζόταν για το καλό του Ιησού ή επειδή ήθελε όντως να μπει στον κόπο να ανακαλύψει αν ήταν αληθινές ή όχι οι κατηγορίες των ιερέων και των γραμματέων εναντίον του, αλλά επειδή ήθελε να δει τον Ιησού να εκτελεί κάποιο σημείο. Ο Ιησούς αρνήθηκε να κάνει κάτι τέτοιο και παρέμεινε σιωπηλός όταν ο Ηρώδης τον ανέκρινε «με πολλά λόγια». Ο Ιησούς γνώριζε πως το γεγονός ότι τον ανάγκασαν να εμφανιστεί ενώπιον του Ηρώδη δεν αποτελούσε παρά μορφή γελοιοποίησης. Ο Ηρώδης, απογοητευμένος από τον Ιησού, τον διέσυρε και τον περιέπαιξε, ντύνοντάς τον με λαμπρό ένδυμα, και τον έστειλε πίσω στον Πιλάτο, ο οποίος ήταν η ανώτερη αρχή όσον αφορά τη Ρώμη. Ο Πιλάτος και ο Ηρώδης ήταν προηγουμένως εχθροί, πιθανώς επειδή ο Ηρώδης είχε εκτοξεύσει κάποιες κατηγορίες εναντίον του Πιλάτου. Αλλά η κίνηση αυτή του Πιλάτου άρεσε στον Ηρώδη και έτσι έγιναν φίλοι.—Λου 23:8-12.
Μετά την απελευθέρωση του Πέτρου και του Ιωάννη από τη φυλακή, λίγο μετά την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ., οι μαθητές προσευχόμενοι στον Θεό είπαν: «Ο Ηρώδης [Αντίπας] και ο Πόντιος Πιλάτος μαζί με εθνικούς και με λαούς του Ισραήλ συγκεντρώθηκαν σε αυτή την πόλη εναντίον του αγίου υπηρέτη σου του Ιησού . . . Και τώρα, Ιεχωβά, δώσε προσοχή στις απειλές τους και αξίωσε τους δούλους σου να εξακολουθήσουν να αναγγέλλουν το λόγο σου με κάθε τόλμη».—Πρ 4:23, 27-29.
Στο εδάφιο Πράξεις 13:1, αναφέρεται ότι ένας Χριστιανός ονόματι Μαναήν είχε σπουδάσει με τον Ηρώδη τον περιφερειακό διοικητή. Εφόσον ο Αντίπας ανατράφηκε δίπλα σε κάποιον ιδιώτη στη Ρώμη, η δήλωση της Αγίας Γραφής ίσως υποδηλώνει ότι ο Μαναήν σπούδασε στη Ρώμη.
Εκτοπίζεται στην Ευρωπαϊκή Γαλατία. Όταν ο Αγρίππας Α΄ διορίστηκε βασιλιάς της τετραρχίας του Φιλίππου από τον Γάιο Καίσαρα (Καλιγούλα), η σύζυγος του Αντίπα η Ηρωδιάδα μέμφθηκε το σύζυγό της λέγοντας ότι δεν έλαβε βασιλικό αξίωμα εξαιτίας της νωθρότητάς του και μόνο. Κατά τους ισχυρισμούς της, εφόσον ο Αντίπας ήταν ήδη τετράρχης, ενώ αντιθέτως ο Αγρίππας δεν είχε προηγουμένως κανένα αξίωμα, ο Αντίπας έπρεπε να πάει στη Ρώμη και να ζητήσει από τον Καίσαρα βασιλικό αξίωμα. Τελικά αυτός ενέδωσε στην επίμονη πίεση της συζύγου του. Ο Καλιγούλας, όμως, εξοργίστηκε από το φιλόδοξο αίτημα του Αντίπα και, αποδεχόμενος διάφορες κατηγορίες που είχε υποβάλει ο Αγρίππας, τον εκτόπισε στη Γαλατία (στη γαλλική πόλη Λυών). Τελικά πέθανε στην Ισπανία. Η Ηρωδιάδα, παρότι θα μπορούσε να αποφύγει την τιμωρία επειδή ήταν αδελφή του Αγρίππα, παρέμεινε κοντά στο σύζυγό της, πιθανότατα από υπερηφάνεια. Η τετραρχία του Αντίπα και, αφότου εξορίστηκε, τα χρήματά του καθώς και η περιουσία της Ηρωδιάδας περιήλθαν στον Αγρίππα Α΄. Η Ηρωδιάδα, λοιπόν, ήταν υπεύθυνη για δύο μεγάλες συμφορές του Αντίπα: την παρ’ ολίγον ήττα του από τον Βασιλιά Αρέτα και τον εκτοπισμό του.
3. Ηρώδης Αγρίππας Α΄. Εγγονός του Ηρώδη του Μεγάλου. Ήταν γιος του Αριστόβουλου, ενός γιου του Ηρώδη του Μεγάλου και της Μαριάμνης Α΄, εγγονής του Αρχιερέα Υρκανού Β΄. Ο Αριστόβουλος θανατώθηκε από τον Ηρώδη τον Μέγα. Ο Αγρίππας ήταν ο τελευταίος από τους Ηρωδίδες που έγινε βασιλιάς όλης της Παλαιστίνης όπως ο παππούς του.
Τα Πρώτα Χρόνια της Ζωής Του. Ο Αγρίππας εξασφάλισε τη θέση που είχε ως «Ηρώδης ο βασιλιάς» μέσω αρκετών ελιγμών και μέσω της βοήθειας των φίλων του στη Ρώμη. (Πρ 12:1) Σπούδασε στη Ρώμη μαζί με το γιο του Αυτοκράτορα Τιβέριου, τον Δρούσο, και με τον ανιψιό του, τον Κλαύδιο, και εξελίχθηκε σε γνωστή φυσιογνωμία των επιφανών κύκλων της Ρώμης. Ήταν εξαιρετικά σπάταλος και επιπόλαιος. Λόγω του ότι ήταν καταχρεωμένος—χρωστούσε χρήματα ακόμη και στο Δημόσιο Ταμείο της Ρώμης—εγκατέλειψε τη Ρώμη και κατέφυγε στην Ιδουμαία. Τελικά, με τη βοήθεια της αδελφής του της Ηρωδιάδας και της συζύγου του της Κύπρου (κόρης ενός ανιψιού του Ηρώδη του Μεγάλου, η σύζυγος του οποίου ήταν κόρη του Ηρώδη), εγκαταστάθηκε για λίγο στην Τιβεριάδα. Επειδή, όμως, ήρθε σε σύγκρουση με τον Αντίπα αναγκάστηκε να φύγει. Τελικά επέστρεψε στη Ρώμη όπου απολάμβανε την εύνοια του Τιβέριου Καίσαρα.
Ωστόσο, μια αστόχαστη παρατήρηση του Αγρίππα προκάλεσε τη δυσμένεια του Αυτοκράτορα Τιβέριου. Σε μια στιγμή απροσεξίας εξέφρασε στον Γάιο (Καλιγούλα), με τον οποίο είχε αναπτύξει φιλία, την ευχή να τον δει σύντομα αυτοκράτορα. Αυτό το σχόλιό του που το άκουσε ένας υπηρέτης του έφτασε στα αφτιά του Τιβέριου, ο οποίος έριξε τον Αγρίππα στη φυλακή. Η ζωή του απειλούνταν άμεσα για κάποιους μήνες, αλλά λίγους μήνες αργότερα ο Τιβέριος πέθανε και έγινε αυτοκράτορας ο Καλιγούλας. Αυτός αποφυλάκισε τον Αγρίππα και τον εξύψωσε, καθιστώντας τον βασιλιά στην επικράτεια του εκλιπόντος θείου του, του Φιλίππου.
Ευνοούμενος Ρωμαίων Αυτοκρατόρων. Η Ηρωδιάδα, φθονώντας τον αδελφό της που έλαβε το βασιλικό αξίωμα, έπεισε το σύζυγό της Ηρώδη Αντίπα, ο οποίος ήταν απλώς τετράρχης, να προσφύγει στο νέο αυτοκράτορα της Ρώμης με το αίτημα να στεφθεί και αυτός βασιλιάς. Αλλά ο Αγρίππας υπερφαλάγγισε τον Αντίπα. Κατηγόρησε στον Γάιο (Καλιγούλα) τον Αντίπα ότι είχε συμμαχήσει με τον Σηιανό—ο οποίος είχε συνωμοτήσει εναντίον του Τιβέριου—και με τους Πάρθους, κατηγορίες που ο Αντίπας δεν μπορούσε να αρνηθεί. Αυτό οδήγησε στον εκτοπισμό του Αντίπα. Τα εδάφη του Αντίπα, η Γαλιλαία και η Περαία, προστέθηκαν στο βασίλειο του Αγρίππα. Σε μια περικοπή ο Ιώσηπος λέει ότι ο Καλιγούλας έδωσε αυτές τις κτήσεις στον Αγρίππα ενώ σε δύο άλλες λέει ότι αυτό το έκανε ο Κλαύδιος. Το πιθανότερο είναι ότι ο Καλιγούλας το υποσχέθηκε και ο Κλαύδιος το επικύρωσε.
Όταν δολοφονήθηκε ο Καλιγούλας, γεγονός που οι μελετητές τοποθετούν στο 41 Κ.Χ., ο Αγρίππας βρισκόταν στη Ρώμη. Έτσι λοιπόν, του δόθηκε η ευκαιρία να μεσολαβήσει ώστε να γίνουν διαπραγματεύσεις ανάμεσα στη Σύγκλητο και στο φίλο του, τον νέο αυτοκράτορα Κλαύδιο. Σε εκδήλωση της ευγνωμοσύνης του, ο Κλαύδιος του παραχώρησε την περιοχή της Ιουδαίας και της Σαμάρειας, καθώς και το βασίλειο του Λυσανία. Ο Αγρίππας έγινε τώρα κυβερνήτης της ίδιας περίπου επικράτειας που είχε και ο παππούς του, ο Ηρώδης ο Μέγας. Σε εκείνη την περίοδο ο Αγρίππας ζήτησε και έλαβε από τον Κλαύδιο το βασίλειο της Χαλκίδας για τον αδελφό του τον Ηρώδη. (Ο εν λόγω Ηρώδης μνημονεύεται στην ιστορία μόνο ως βασιλιάς της Χαλκίδας, μιας μικρής περιοχής στη δυτική πλευρά της οροσειράς του Αντιλιβάνου.)
Επιζητεί την Εύνοια των Ιουδαίων, Διώκει τους Χριστιανούς. Ο Αγρίππας επιζητούσε την εύνοια των Ιουδαίων ισχυριζόμενος πως ήταν αφοσιωμένος οπαδός του Ιουδαϊσμού. Ο Καλιγούλας, ισχυριζόμενος ότι ήταν θεός, είχε αποφασίσει να στήσει ένα άγαλμά του στο ναό της Ιερουσαλήμ, αλλά ο Αγρίππας επιδέξια τον έπεισε να μην το κάνει. Ο Αγρίππας αργότερα άρχισε την ανέγερση τείχους γύρω από τα βόρεια προάστια της Ιερουσαλήμ. Ο Κλαύδιος το εξέλαβε αυτό ως πιθανή οχύρωση της πόλης εναντίον ενδεχόμενης ρωμαϊκής επίθεσης στο μέλλον. Κατά συνέπεια, διέταξε τον Αγρίππα να σταματήσει. Ο Αγρίππας διέψευσε τον ισχυρισμό του ότι ήταν λάτρης του Θεού προωθώντας και διευθετώντας μονομαχίες και άλλα ειδωλολατρικά θεάματα που παρουσιάζονταν σε θέατρα.
Οι Ιουδαίοι τον αποδέχονταν λόγω της ασμοναϊκής καταγωγής του από την πλευρά της γιαγιάς του της Μαριάμνης. Ενώ προάσπιζε τα συμφέροντα των Ιουδαίων υπό το ρωμαϊκό ζυγό, δημιούργησε παράλληλα άσχημο υπόμνημα διωγμού των Χριστιανών, οι οποίοι γενικά μισούνταν από τους άπιστους Ιουδαίους. «Σκότωσε τον Ιάκωβο, τον αδελφό του Ιωάννη, με σπαθί». (Πρ 12:1, 2) Βλέποντας ότι αυτό άρεσε στους Ιουδαίους, συνέλαβε και φυλάκισε τον Πέτρο. Η αγγελική παρέμβαση που οδήγησε σε απελευθέρωση του Πέτρου προκάλεσε μεγάλη ταραχή μεταξύ των στρατιωτών του Αγρίππα και κατέληξε σε τιμωρία των φρουρών του Πέτρου.—Πρ 12:3-19.
Εκτελείται από τον Άγγελο του Θεού. Η διακυβέρνηση του Αγρίππα τερματίστηκε απότομα. Στην Καισάρεια, σε μια γιορτή προς τιμήν του Καίσαρα, ο Αγρίππας φορώντας ένα μεγαλοπρεπές βασιλικό ένδυμα άρχισε να βγάζει λόγο σε ένα συναγμένο πλήθος από την Τύρο και τη Σιδώνα, οι οποίοι ζητούσαν ειρήνευση μαζί του. Το πλήθος που άκουγε αποκρίθηκε φωνάζοντας: «Φωνή θεού και όχι ανθρώπου!» Η Αγία Γραφή αναφέρει την άμεση εκτέλεσή του ως καταδικαστέου υποκριτή: «Ευθύς, ο άγγελος του Ιεχωβά τον πάταξε, επειδή δεν έδωσε τη δόξα στον Θεό· και τον έφαγαν τα σκουλήκια και εξέπνευσε».—Πρ 12:20-23.
Οι χρονολόγοι τοποθετούν το θάνατο του Βασιλιά Ηρώδη Αγρίππα Α΄ στο 44 Κ.Χ., όταν ήταν 54 ετών και αφού είχε βασιλέψει τρία χρόνια σε όλη την Ιουδαία. Άφησε πίσω έναν γιο, τον Ηρώδη Αγρίππα Β΄, και τις κόρες του Βερνίκη (Πρ 25:13), Δρουσίλλα (σύζυγο του Κυβερνήτη Φήλικα) και Μαριάμνη Γ΄.—Πρ 24:24.
4. Ηρώδης Αγρίππας Β΄. Δισέγγονος του Ηρώδη του Μεγάλου. Ήταν γιος του Ηρώδη Αγρίππα Α΄ και της συζύγου του της Κύπρου. Σύμφωνα με τους ιστορικούς, ήταν ο τελευταίος από τους ηγεμόνες της γραμμής των Ηρωδιδών. Ο Αγρίππας είχε τρεις αδελφές, τη Βερνίκη, τη Δρουσίλλα και τη Μαριάμνη Γ΄. (Πρ 25:13· 24:24) Ανατράφηκε στον αυτοκρατορικό οίκο στη Ρώμη. Όταν ήταν 17 μόνο χρονών ο πατέρας του πέθανε, και οι σύμβουλοι του Αυτοκράτορα Κλαύδιου τον θεώρησαν πολύ νέο για να αναλάβει τη διακυβέρνηση της επικράτειας του πατέρα του. Ως εκ τούτου, ο Κλαύδιος διόρισε κυβερνήτες σε εκείνα τα εδάφη αντ’ αυτού. Αφού έμεινε στη Ρώμη λίγο καιρό, του δόθηκε η βασιλεία της Χαλκίδας, μιας μικρής ηγεμονίας στη δυτική πλευρά της οροσειράς του Αντιλιβάνου, μετά το θάνατο του θείου του (του Ηρώδη, βασιλιά της Χαλκίδας).
Προτού περάσει πολύς καιρός, ο Κλαύδιος τον διόρισε βασιλιά στις τετραρχίες που άλλοτε ανήκαν στον Φίλιππο και στον Λυσανία. (Λου 3:1) Επίσης, του ανατέθηκε η επίβλεψη του ναού της Ιερουσαλήμ και του εκχωρήθηκε η εξουσία να διορίζει τους Ιουδαίους αρχιερείς. Η επικράτειά του διευρύνθηκε περαιτέρω από το διάδοχο του Κλαύδιου τον Νέρωνα, ο οποίος του παραχώρησε την Τιβεριάδα και τις Ταριχείες στη Γαλιλαία, καθώς και την Ιουλιάδα στην Περαία μαζί με τις εξαρτώμενες κωμοπόλεις της.
Αργότερα, ο Αγρίππας καταπιάστηκε με την κατασκευή μιας προσθήκης στο ανάκτορο που είχαν χτίσει οι Ασμοναίοι βασιλιάδες στην Ιερουσαλήμ. Επειδή από την προσθήκη αυτή θα μπορούσε τώρα να βλέπει τι γινόταν στην αυλή του ναού, οι Ιουδαίοι έχτισαν έναν τοίχο ο οποίος έκλεινε τη θέα τόσο σε αυτόν όσο και στους Ρωμαίους φρουρούς που βρίσκονταν ψηλά σε κάποιο φυλάκιο. Αυτό δυσαρέστησε τον Ηρώδη και τον Φήστο, αλλά κατόπιν προσφυγής των Ιουδαίων στον Νέρωνα, ο αυτοκράτορας επέτρεψε να παραμείνει ο τοίχος. Ο Αγρίππας εξωράισε επίσης την Καισάρεια του Φιλίππου (και άλλαξε το όνομά της σε Νερωνιάδα προς τιμήν του Νέρωνα). Ακολουθώντας το παράδειγμα του πατέρα του, έχτισε ένα θέατρο στη Βηρυτό της Φοινίκης και διέθετε τεράστια ποσά για τα θεάματα που παρουσιάζονταν εκεί.
Κυκλοφορούσαν έντονες φήμες ότι ο Αγρίππας διατηρούσε αιμομεικτική σχέση με την αδελφή του τη Βερνίκη πριν από το γάμο της με το βασιλιά της Κιλικίας. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, του Φ. Ιώσηπου, Κ΄ 145, 146 [vii, 3]) Ο Ιώσηπος δεν αναφέρει πουθενά αν ο Αγρίππας ήταν παντρεμένος ή όχι.
Όταν έγινε σαφές ότι η εξέγερση των Ιουδαίων εναντίον του ρωμαϊκού ζυγού (66-70 Κ.Χ.) θα σήμαινε μόνο εθνική καταστροφή, ο Αγρίππας προσπάθησε να τους πείσει να ακολουθήσουν πιο μετριοπαθή γραμμή. Βλέποντας ότι οι εκκλήσεις του ήταν μάταιες, εγκατέλειψε τους Ιουδαίους και τάχθηκε με το ρωμαϊκό στρατό—μάλιστα τραυματίστηκε στη μάχη από σφεντόνα.
Η Υπεράσπιση του Παύλου Ενώπιον του Αγρίππα. Οι Γραφές μνημονεύουν πρώτη φορά τον Βασιλιά Ηρώδη Αγρίππα Β΄ και την αδελφή του Βερνίκη στα πλαίσια της εθιμοτυπικής επίσκεψής τους στον Κυβερνήτη Φήστο, γύρω στο 58 Κ.Χ. (Πρ 25:13) Ο Φήστος ήταν ο διάδοχος του Κυβερνήτη Φήλικα. Στη διάρκεια της θητείας του Φήλικα οι Ιουδαίοι είχαν απαγγείλει κατηγορίες εναντίον του αποστόλου Παύλου, αλλά ο Φήλιξ, αποχωρώντας από το αξίωμά του, άφησε τον Παύλο δέσμιο θέλοντας να κερδίσει την εύνοια των Ιουδαίων. (Πρ 24:27) Παρεμπιπτόντως, ο Φήλιξ ήταν γαμπρός του Αγρίππα, εφόσον είχε παντρευτεί την αδελφή του, τη Δρουσίλλα. (Πρ 24:24) Ενώ ο Παύλος περίμενε περαιτέρω εξελίξεις σε σχέση με την επίκλησή του προς τον Καίσαρα (Πρ 25:8-12), ο Βασιλιάς Αγρίππας εξέφρασε στον Κυβερνήτη Φήστο την επιθυμία να ακούσει τον Παύλο. (Πρ 25:22) Ο Παύλος χάρηκε που επρόκειτο να υπερασπιστεί τον εαυτό του ενώπιον του Αγρίππα, τον οποίο αποκάλεσε “ειδικό σε όλα τα έθιμα καθώς και στις διαφωνίες μεταξύ των Ιουδαίων”. (Πρ 26:1-3) Τα ισχυρά επιχειρήματα του Παύλου υποκίνησαν τον Αγρίππα να πει: «Ακόμη λίγο και θα με πείσεις να γίνω Χριστιανός». Τότε ο Παύλος αποκρίθηκε: «Θα ευχόμουν στον Θεό, είτε χρειάζεται ακόμη λίγο είτε πολύ, όχι μόνο εσύ, αλλά και όλοι όσοι με ακούν σήμερα να γίνουν όπως είμαι και εγώ, με εξαίρεση αυτά τα δεσμά». (Πρ 26:4-29) Ο Αγρίππας και ο Φήστος έκριναν ότι ο Παύλος ήταν αθώος αλλά, εφόσον είχε επικαλεστεί τον Καίσαρα, έπρεπε να σταλεί στη Ρώμη για να δικαστεί.—Πρ 26:30-32.
Μετά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 70 Κ.Χ., ο Ηρώδης Αγρίππας και η αδελφή του Βερνίκη πήγαν να ζήσουν στη Ρώμη, όπου ο Αγρίππας έλαβε το αξίωμα του πραίτορα. Πέθανε άτεκνος γύρω στο 100 Κ.Χ.
5. Ηρώδης Φίλιππος. Γιος του Ηρώδη του Μεγάλου και της Μαριάμνης Β΄, της κόρης του Αρχιερέα Σίμωνα. Ο Φίλιππος ήταν ο πρώτος σύζυγος της Ηρωδιάδας, η οποία τον διαζεύχθηκε για να παντρευτεί τον ετεροθαλή αδελφό του, τον Ηρώδη Αντίπα. Στην Αγία Γραφή αναφέρεται παρενθετικά, στα εδάφια Ματθαίος 14:3, Μάρκος 6:17, 18 και Λουκάς 3:19.
Το όνομα Ηρώδης Φίλιππος χρησιμοποιείται για να τον ξεχωρίζει από τον Φίλιππο τον τετράρχη, ο οποίος σύμφωνα με τον Ιώσηπο ήταν και αυτός γιος του Ηρώδη του Μεγάλου από άλλη σύζυγό του, την Κλεοπάτρα από την Ιερουσαλήμ.
Ο Φίλιππος ήταν προφανώς ο αναμενόμενος διάδοχος του θρόνου του πατέρα του, δεδομένου ότι ήταν ο αμέσως μεγαλύτερος έπειτα από τους τρεις ετεροθαλείς αδελφούς του Αντίπατρο, Αλέξανδρο και Αριστόβουλο τους οποίους εκτέλεσε ο πατέρας τους. Μια από τις πρώτες διαθήκες του Ηρώδη τον όριζε ως τον επόμενο διάδοχο μετά τον Αντίπατρο. Αλλά παραβλέφθηκε στην τελευταία διαθήκη του Ηρώδη, σύμφωνα με την οποία η βασιλεία θα δινόταν στον Αρχέλαο. Ο Ιώσηπος εξιστορεί ότι ο Ηρώδης διέγραψε το όνομα του Φιλίππου από τη διαθήκη του επειδή η Μαριάμνη Β΄, η μητέρα του Φιλίππου, γνώριζε για τη συνωμοσία του Αντίπατρου εναντίον του Ηρώδη αλλά δεν την αποκάλυψε.
Ο Φίλιππος είχε μια κόρη, τη Σαλώμη, από την Ηρωδιάδα. Προφανώς αυτή ήταν που χόρεψε μπροστά στον Ηρώδη Αντίπα και με την καθοδήγηση της μητέρας της ζήτησε το κεφάλι του Ιωάννη του Βαφτιστή.—Ματ 14:1-13· Μαρ 6:17-29.
6. Φίλιππος ο τετράρχης. Γιος του Ηρώδη του Μεγάλου και μιας συζύγου του ονόματι Κλεοπάτρα από την Ιερουσαλήμ. Μεγάλωσε στη Ρώμη. Παντρεύτηκε τη Σαλώμη, την κόρη του Ηρώδη Φιλίππου και της Ηρωδιάδας. Όταν πέθανε ο πατέρας του, ο Αύγουστος Καίσαρας διαίρεσε το βασίλειο, δίνοντας στον Φίλιππο την τετραρχία της Ιτουραίας, της Τραχωνίτιδας και άλλων κοντινών περιοχών, που απέδιδαν ετησίως έσοδα 100 ταλάντων. (Η Ιτουραία πιθανώς προστέθηκε αργότερα, και γι’ αυτό δεν την αναφέρει ο Ιώσηπος.) Κυβέρνησε 30 και πλέον χρόνια. Ο Ιώσηπος λέει: «Κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του, κράτησε διαλλακτική και ήρεμη στάση. Πράγματι, πέρασε όλο του τον καιρό στην περιοχή που ήταν υποτελής σε αυτόν». Ο Ιώσηπος στη συνέχεια αναφέρει ότι ο Φίλιππος εκδίκαζε δικαστικές υποθέσεις οπουδήποτε και αν βρισκόταν χωρίς καθυστέρηση. Πέθανε στην Ιουλιάδα και θάφτηκε με μεγάλες τιμές. Επειδή δεν άφησε γιους, ο Αυτοκράτορας Τιβέριος προσάρτησε την τετραρχία του στην επαρχία της Συρίας.—Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΗ΄, 106-108 (iv, 6).
Το όνομα του Φιλίππου μνημονεύεται μία φορά στην Αγία Γραφή, με αφορμή τη χρονολόγηση της διακονίας του Ιωάννη του Βαφτιστή. (Λου 3:1) Αυτό το εδάφιο, σε συνδυασμό με ιστορικές πληροφορίες γύρω από τη διακυβέρνηση του Αυγούστου και του Τιβέριου, δείχνει ότι η διακονία του Ιωάννη άρχισε το 29 Κ.Χ.
-
-
ΗρωδιάδαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΗΡΩΔΙΑΔΑ
(Ηρωδιάδα).
Η σύζυγος του Ηρώδη Αντίπα, η οποία, μέσω της κόρης της, της Σαλώμης, ζήτησε και έλαβε το κεφάλι του Ιωάννη του Βαφτιστή το 32 Κ.Χ. (Μαρ 6:22-28) Ο πατέρας της, ο Αριστόβουλος, γιος του Ηρώδη του Μεγάλου από τη δεύτερη σύζυγό του, τη Μαριάμνη Α΄, και η μητέρα της ήταν πρώτα ξαδέλφια. Ο αδελφός της ήταν ο Ηρώδης Αγρίππας Α΄, ο οποίος σκότωσε τον απόστολο Ιάκωβο, τον αδελφό του Ιωάννη.—Πρ 12:1, 2.
Η Ηρωδιάδα παντρεύτηκε πρώτα το θείο της, ετεροθαλή αδελφό του πατέρα της, έναν άλλον γιο του Ηρώδη του Μεγάλου (από την τρίτη σύζυγό του, τη Μαριάμνη Β΄), ο οποίος γιος αποκαλείται συνήθως Ηρώδης Φίλιππος για να ξεχωρίζει από τον Φίλιππο τον περιφερειακό διοικητή της Ιτουραίας και της Τραχωνίτιδας. (Λου 3:1) Αυτός ο θείος και σύζυγος της Ηρωδιάδας, ο Ηρώδης Φίλιππος, έγινε πατέρας της Σαλώμης, η οποία ήταν προφανώς το μόνο της παιδί. Ωστόσο, η Ηρωδιάδα πήρε διαζύγιο από αυτόν και παντρεύτηκε τον ετεροθαλή αδελφό του, τον Ηρώδη Αντίπα, ο οποίος ήταν επίσης γιος του παππού της, του Ηρώδη του Μεγάλου, από την τέταρτη σύζυγό του, τη Μαλθάκη. Ο Ηρώδης Αντίπας, που ήταν τότε περιφερειακός διοικητής (τετραάρχης, Κείμενο), και τον οποίο ο Ιησούς Χριστός αποκάλεσε “αυτή η αλεπού” (Λου 13:31, 32), πήρε και αυτός διαζύγιο από την πρώτη σύζυγό του, που ήταν κόρη του Ναβαταίου βασιλιά Αρέτα της Αραβίας, προκειμένου να παντρευτεί την Ηρωδιάδα.
Δικαιολογημένα, λοιπόν, καταδίκασε ο Ιωάννης ο Βαφτιστής το γάμο της Ηρωδιάδας με τον Ηρώδη Αντίπα, εφόσον ήταν και παράνομος και ανήθικος σύμφωνα με τον Ιουδαϊκό νόμο, και γι’ αυτόν το λόγο, τον έριξαν στη φυλακή και αργότερα τον αποκεφάλισαν. Εκφράζοντας μια τέτοια άφοβη και δίκαιη καταδίκη, ο Ιωάννης ήγειρε το σφοδρό μίσος της Ηρωδιάδας, η οποία με την πρώτη ευκαιρία πέτυχε τη θανάτωση του προφήτη.—Ματ 14:1-11· Μαρ 6:16-28· Λου 3:19, 20· 9:9.
Ο αδελφός της Ηρωδιάδας, ο Ηρώδης Αγρίππας Α΄, επέστρεψε από τη Ρώμη το 38 Κ.Χ., έχοντας διοριστεί βασιλιάς. Αυτό προκάλεσε έντονη δυσφορία στην Ηρωδιάδα, διότι ο σύζυγός της, αν και ήταν γιος βασιλιά, παρέμενε απλός περιφερειακός διοικητής. Δεν έπαψε, λοιπόν, να πιέζει το σύζυγό της μέχρι που πήγε και αυτός στη Ρώμη με την ελπίδα να στεφθεί βασιλιάς με βασιλική επικράτεια. Ο Φλάβιος Ιώσηπος λέει ότι ο Αγρίππας, ο αδελφός της Ηρωδιάδας, έστειλε κρυφά επιστολές στον Αυτοκράτορα Καλιγούλα κατηγορώντας τον Αντίπα ότι συνωμότησε με τους Πάρθους. Κατά συνέπεια, ο Αντίπας εκτοπίστηκε στην ευρωπαϊκή Γαλατία όπου τον ακολούθησε η Ηρωδιάδα.—Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΗ΄, 240-256 (vii, 1, 2)· Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Β΄, 181-183 (ix, 6).
-
-
Ηρωδιανοί (Οπαδοί της Παράταξης του Ηρώδη)Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΗΡΩΔΙΑΝΟΙ (ΟΠΑΔΟΙ ΤΗΣ ΠΑΡΑΤΑΞΗΣ ΤΟΥ ΗΡΩΔΗ)
Αυτοί ήταν προφανώς Ιουδαίοι υπέρμαχοι ή οπαδοί της δυναστείας των Ηρωδιδών, η οποία λάβαινε την εξουσία της από τη Ρώμη. Κατά τη διάρκεια της επίγειας διακονίας του Ιησού Χριστού, ηγέτης αυτής της δυναστείας ήταν ο Ηρώδης Αντίπας.
Η ιστορία δεν κάνει καμιά μνεία για τους Ηρωδιανούς, και οι Γραφές αναφέρονται ελάχιστες φορές σε αυτούς. (Ματ 22:16· Μαρ 3:6· 12:13) Ωστόσο, υπάρχουν ισχυρές αντιρρήσεις στις απόψεις ορισμένων για τους Ηρωδιανούς, ότι δηλαδή ήταν άτομα από το υπηρετικό προσωπικό του οίκου του Ηρώδη, ότι ήταν στρατιώτες του ή ότι ήταν αυλικοί του.
Από πολιτική άποψη, οι Ηρωδιανοί βρίσκονταν στη μέση: Από τη μια πλευρά τούς εναντιώνονταν οι Φαρισαίοι και οι Ιουδαίοι ζηλωτές οι οποίοι υποστήριζαν την ίδρυση ενός Ιουδαϊκού βασιλείου εντελώς ανεξάρτητου από το ρωμαϊκό έλεγχο, και από την άλλη τούς εναντιώνονταν εκείνοι που υποστήριζαν την πλήρη απορρόφηση της Ιουδαίας από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Μερικοί Σαδδουκαίοι, οι οποίοι θεωρούνταν άτομα με ελεύθερη σκέψη και μετριοπαθείς του Ιουδαϊσμού, πιθανώς να ανήκαν στην ηρωδιανή σχολή. Αυτό το τελευταίο συμπέρασμα εξάγεται από τα όσα αναφέρουν ο Ματθαίος και ο Μάρκος σχετικά με τη δήλωση του Ιησού για το προζύμι. Σύμφωνα με το εδάφιο Ματθαίος 16:6, ο Ιησούς είπε: «Να προσέχετε από το προζύμι των Φαρισαίων και των Σαδδουκαίων», ενώ το εδάφιο Μάρκος 8:15 λέει: «Να προσέχετε από το προζύμι των Φαρισαίων και το προζύμι του Ηρώδη». Η επανάληψη της λέξης «προζύμι» τόνιζε ότι υπήρχε διαφορά ανάμεσα στις διεφθαρμένες διδασκαλίες των δύο παρατάξεων. Αντί της λέξης Ἡρῴδου, στο εδάφιο Μάρκος 8:15 (Κείμενο), μερικά χειρόγραφα περιέχουν τη φράση τῶν Ἡρῳδιανῶν, συγκεκριμένα ο πάπυρος Τσέστερ Μπίτι Αρ. 1 (P45), ο Κώδικας της Ουάσινγκτον I και ο Κώδικας Κοριδήθου.—Το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτή (The Interpreter’s Dictionary of the Bible), επιμέλεια Τζ. Ά. Μπάτρικ, 1962, Τόμ. 2, σ. 594· Η Βίβλος μας και τα Αρχαία Χειρόγραφα (Our Bible and the Ancient Manuscripts), του Σερ Φρέντερικ Κένιον, 1958, σ. 215, 216.
Ένα πράγμα είναι σίγουρο: οι οπαδοί της παράταξης του Ηρώδη και οι Φαρισαίοι, αν και εμφανώς αντίθετοι μεταξύ τους στις πολιτικές και στις Ιουδαϊστικές απόψεις τους, ήταν απόλυτα ενωμένοι στη βίαιη εναντίωσή τους προς τον Ιησού. Σε δύο τουλάχιστον περιπτώσεις αυτές οι αντίθετες παρατάξεις συσκέφθηκαν για να αποφασίσουν ποιος ήταν ο καλύτερος τρόπος να εξοντώσουν τον κοινό τους αντίπαλο. Το πρώτο καταγραμμένο περιστατικό ήταν λίγο μετά το Πάσχα του 31 Κ.Χ., κατά τη διάρκεια της μεγάλης διακονίας του Ιησού στη Γαλιλαία. Μόλις είδαν τον Ιησού να αποκαθιστά το ξεραμένο χέρι κάποιου ανθρώπου το Σάββατο, «οι Φαρισαίοι βγήκαν έξω και άρχισαν αμέσως να συνεννοούνται με τους οπαδούς της παράταξης του Ηρώδη εναντίον του, για να τον θανατώσουν».—Μαρ 3:1-6· Ματ 12:9-14.
Η δεύτερη καταγραμμένη περίπτωση ήταν σχεδόν δύο χρόνια αργότερα, τρεις μόνο ημέρες πριν θανατωθεί ο Ιησούς, όταν κάποιοι μαθητές των Φαρισαίων και ορισμένοι οπαδοί της παράταξης του Ηρώδη ένωσαν τις δυνάμεις τους για να υποβάλουν τον Ιησού σε δοκιμή όσον αφορά το ζήτημα της φορολογίας. Αυτοί οι άνθρωποι είχαν πληρωθεί κρυφά προκειμένου «να προσποιηθούν ότι είναι δίκαιοι για να τον πιάσουν από τα λόγια, ώστε να τον παραδώσουν στην κυβέρνηση και στην εξουσία του κυβερνήτη». (Λου 20:20) Προλόγισαν την άμεση ερώτησή τους για τους φόρους με λόγια κολακείας τα οποία είχαν στόχο να αποπροσανατολίσουν τον
-