ΑΛΗΘΕΙΑ
Ο εβραϊκός όρος ’εμέθ, που συχνά αποδίδεται «αλήθεια», μπορεί να σημαίνει αυτό που είναι σταθερό, αξιόπιστο, αναλλοίωτο, πιστό, αληθινό ή κάτι που είναι αποδεδειγμένο γεγονός. (Εξ 18:21· 34:6· Δευ 13:14· 17:4· 22:20· Ιη 2:12· 2Χρ 18:15· 31:20· Νε 7:2· 9:33· Εσθ 9:30· Ψλ 15:2· Εκ 12:10· Ιερ 9:5) Η λέξη ἀλήθεια του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αντιδιαστέλλεται με το ψεύδος ή την αδικία και υποδηλώνει κάτι που συμφωνεί με τα γεγονότα ή με το δίκαιο και το σωστό. (Μαρ 5:33· 12:32· Λου 4:25· Ιωα 3:21· Ρω 2:8· 1Κο 13:6· Φλπ 1:18· 2Θε 2:10, 12· 1Ιω 1:6, 8· 2:4, 21) Αρκετές άλλες εκφράσεις των πρωτότυπων γλωσσών μπορούν επίσης να αποδοθούν «αλήθεια», ανάλογα με τα συμφραζόμενα.
Ιεχωβά, ο Θεός της Αλήθειας. Ο Ιεχωβά είναι “ο Θεός της αλήθειας”. (Ψλ 31:5) Είναι πιστός σε όλες του τις ενέργειες. Οι υποσχέσεις του είναι βέβαιες, επειδή δεν μπορεί να πει ψέματα. (Αρ 23:19· 1Σα 15:29· Ψλ 89:35· Τιτ 1:2· Εβρ 6:17, 18) Κρίνει σύμφωνα με την αλήθεια, δηλαδή σύμφωνα με την πραγματικότητα, και όχι με βάση την εξωτερική εμφάνιση. (Ρω 2:2· παράβαλε Ιωα 7:24.) Οτιδήποτε εκπορεύεται από αυτόν είναι αγνό και άψογο. Οι δικαστικές αποφάσεις του, ο νόμος του, οι εντολές του και ο λόγος του είναι αλήθεια. (Νε 9:13· Ψλ 19:9· 119:142, 151, 160) Είναι πάντοτε δίκαια και σωστά, και αντιβαίνουν σε κάθε αδικία και σφάλμα.
Η μαρτυρία της δημιουργίας. Τα δημιουργικά έργα πιστοποιούν το γεγονός της ύπαρξης του Θεού. Σύμφωνα με τον Παύλο, όμως, ακόμη και μερικοί από εκείνους που «γνώρισαν τον Θεό» έχουν καταπνίξει αυτή την αλήθεια. Αντί να υπηρετήσουν τον Θεό σε αρμονία με την αλήθεια που σχετίζεται με την αιώνια δύναμη και τη Θειότητά του, έφτιαξαν είδωλα και τα λάτρεψαν. Εφόσον δεν είναι αληθινοί θεοί, τα είδωλα αποτελούν αναλήθεια, ψεύδος, φενάκη. (Ιερ 10:14) Ως εκ τούτου, αυτά τα άτομα, αν και είχαν την αλήθεια του Θεού, την αντάλλαξαν «με το ψέμα και έδειξαν ευλάβεια και απέδωσαν ιερή υπηρεσία στη δημιουργία μάλλον παρά σε Εκείνον που δημιούργησε». Η στροφή τους προς το ψεύδος της ειδωλολατρίας τούς οδήγησε σε κάθε είδους εξαχρειωτικές συνήθειες.—Ρω 1:18-31.
Αντίθεση με την αμαρτωλότητα του ανθρώπου. Οι εξαχρειωτικές συνήθειες των μη Ιουδαίων και η ανυπακοή των Ιουδαίων στο νόμο του Θεού δεν έβλαψαν με κανέναν τρόπο τον Δημιουργό προσωπικά. Απεναντίας, έκαναν πιο έντονη την αντίθεση με τη φιλαλήθεια, την αγιότητα και τη δικαιοσύνη του, αναδεικνύοντάς τες προς δόξα του. Το γεγονός, όμως, ότι η αδικοπραγία του ανθρώπου αναδεικνύει με ακόμη πιο έντονο τρόπο τη δικαιοσύνη του Θεού σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί βάσιμο λόγο για να ισχυριστούμε πως ο Θεός είναι άδικος όταν εκτελεί δυσμενή κρίση ενάντια σε όσους αδικοπραγούν. Εφόσον είμαστε δημιουργήματα του Θεού, κανείς δεν έχει το δικαίωμα να βλάπτει τον εαυτό του με το να αμαρτάνει.
Τα παραπάνω συνθέτουν την επιχειρηματολογία που χρησιμοποίησε ο Παύλος στην επιστολή του προς τους Ρωμαίους, όπου λέει: «Αν η αδικία μας κάνει να προεξέχει η δικαιοσύνη του Θεού, τι θα πούμε; Μήπως είναι άδικος ο Θεός όταν αφήνει να ξεσπάσει η οργή του; (Μιλώ ως άνθρωπος.) Ποτέ να μη συμβεί αυτό! Αλλιώς, πώς θα κρίνει ο Θεός τον κόσμο; Εντούτοις, αν λόγω του ψέματός μου [παράβαλε Ψλ 62:9] η αλήθεια του Θεού έχει γίνει πιο εξέχουσα για τη δόξα του, γιατί και εγώ εξακολουθώ να κρίνομαι ως αμαρτωλός; Και γιατί να μην πούμε, όπως κατηγορούμαστε ψεύτικα και όπως δηλώνουν μερικοί ότι λέμε: “Ας κάνουμε τα κακά πράγματα για να έρθουν τα καλά πράγματα”; Η κρίση εναντίον αυτών των ανθρώπων είναι σε αρμονία με τη δικαιοσύνη». (Ρω 3:5-8) Ο Θεός έχει ελευθερώσει το λαό του, όχι για να ακολουθούν μια αμαρτωλή πορεία, αλλά για να ζουν μια ζωή δικαιοσύνης, ώστε να Τον δοξάζουν. Ο απόστολος λέει παρακάτω στην επιστολή του: «Ούτε να παρουσιάζετε τα μέλη σας στην αμαρτία ως όπλα αδικίας, αλλά παρουσιάστε τους εαυτούς σας στον Θεό ως ζωντανούς από τους νεκρούς, καθώς και τα μέλη σας στον Θεό ως όπλα δικαιοσύνης».—Ρω 6:12, 13.
Ποια είναι η σημασία της δήλωσης ότι ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός είναι «η αλήθεια»;
Όπως ο Πατέρας του ο Ιεχωβά, έτσι και ο Ιησούς Χριστός είναι «πλήρης παρ’ αξία καλοσύνης και αλήθειας». (Ιωα 1:14· Εφ 4:21) Ενόσω ήταν στη γη, πάντοτε έλεγε την αλήθεια όπως την είχε λάβει από τον Πατέρα του. (Ιωα 8:40, 45, 46) «Αυτός δεν διέπραξε αμαρτία ούτε βρέθηκε απάτη στο στόμα του». (1Πε 2:22) Ο Ιησούς παρουσίαζε τα πράγματα όπως ακριβώς ήταν. Εκτός του ότι ήταν “πλήρης αλήθειας”, ο Ιησούς ήταν ο ίδιος «η αλήθεια», και η αλήθεια ήρθε μέσω αυτού. Μάλιστα δήλωσε: «Εγώ είμαι η οδός και η αλήθεια και η ζωή». (Ιωα 14:6) Ο δε απόστολος Ιωάννης έγραψε: «Ο Νόμος δόθηκε μέσω του Μωυσή, η παρ’ αξία καλοσύνη και η αλήθεια έγιναν πραγματικότητα μέσω του Ιησού Χριστού».—Ιωα 1:17.
Τα λόγια του Ιωάννη δεν σημαίνουν ότι ο Νόμος που δόθηκε μέσω του Μωυσή ήταν λανθασμένος. Και αυτός επίσης ήταν αλήθεια, σύμφωνος με τα πρότυπα αγιότητας, δικαιοσύνης και αγαθότητας του Θεού. (Ψλ 119:151· Ρω 7:10-12) Ωστόσο, ο Νόμος χρησίμευσε ως παιδαγωγός που οδήγησε στον Χριστό (Γα 3:23-25) και είχε σκιά, δηλαδή αποτελούσε προφητική εικόνα, μεγαλύτερων πραγματικοτήτων. (Εβρ 8:4, 5· 10:1-5) Προμηθεύοντας τέτοια σκιά, ο Νόμος, αν και αληθινός, δεν ήταν η πλήρης αλήθεια και γι’ αυτό έπρεπε να παραχωρήσει τη θέση του στις πραγματικότητες που προσκίαζε. Ο απόστολος Παύλος τονίζει αυτό το σημείο στην επιστολή του προς τους Κολοσσαείς: «Κανείς, λοιπόν, ας μη σας κρίνει για φαγητό και ποτό ή σχετικά με γιορτή ή με τήρηση της νέας σελήνης ή με σάββατο· διότι εκείνα τα πράγματα είναι σκιά των μελλοντικών πραγμάτων, αλλά η πραγματικότητα ανήκει στον Χριστό». (Κολ 2:16, 17) Κατά συνέπεια, “η αλήθεια έγινε πραγματικότητα μέσω του Ιησού” με την έννοια ότι εκείνος κατέστησε αληθινά όσα είχαν προσκιαστεί από το Νόμο. Εφόσον ο Ιησούς δεν ήταν σκιά αλλά η πραγματικότητα, αυτός ήταν «η αλήθεια». Επιπρόσθετα, ο Ιησούς έγινε “διάκονος για χάρη της φιλαλήθειας του Θεού” με την έννοια ότι εκπλήρωσε τις υποσχέσεις του Θεού προς τους προπάτορες των Ιουδαίων, διακονώντας τους περιτμημένους Ιουδαίους και τους προσήλυτους.—Ρω 15:8· βλέπε ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ («Μαρτυρία για την Αλήθεια»).
Παρόμοια, η αναφορά του αποστόλου Παύλου στην “αλήθεια που βρίσκεται στο Νόμο” δεν υπονοεί ότι υπήρχε κάποιο ψέμα σε αυτόν (Ρω 2:20), αλλά δείχνει ότι ο Νόμος δεν ήταν η πλήρης αλήθεια.
«Το Πνεύμα της Αλήθειας». Το πνεύμα που εκπορεύεται από τον Ιεχωβά Θεό είναι αγνό και άγιο. Είναι «το πνεύμα της αλήθειας». (Ιωα 14:17· 15:26) Ο Ιησούς Χριστός είπε στους μαθητές του: «Έχω πολλά ακόμη να σας πω, αλλά δεν μπορείτε να τα αντέξετε προς το παρόν. Ωστόσο, όταν έρθει εκείνος, το πνεύμα της αλήθειας, θα σας οδηγήσει σε όλη την αλήθεια, γιατί δεν θα μιλήσει από δική του παρόρμηση, αλλά θα πει αυτά που ακούει και θα διακηρύξει σε εσάς τα πράγματα που πρόκειται να έρθουν».—Ιωα 16:12, 13.
Το πνεύμα του Θεού επρόκειτο να τους διδάξει ό,τι ήταν απαραίτητο να γνωρίζουν για να φέρουν σε πέρας το έργο τους, θυμίζοντάς τους και κάνοντάς τους να κατανοήσουν πράγματα που είχαν ακούσει προηγουμένως από τον Ιησού αλλά δεν είχαν καταλάβει. (Ιωα 14:26) Το πνεύμα του Θεού θα τους διακήρυττε επίσης “τα πράγματα που επρόκειτο να έρθουν”. Αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει τη διασαφήνιση της σημασίας του θανάτου και της ανάστασης του Ιησού, καθώς αυτά τα γεγονότα ήταν ακόμη μελλοντικά και ήταν από τα πράγματα που οι μαθητές του δεν κατανοούσαν. (Ματ 16:21-23· Λου 24:6-8, 19-27· Ιωα 2:19-22· 12:14-16· 20:9) Μεταγενέστερα, βέβαια, το πνεύμα του Θεού ικάνωσε επίσης τους ακολούθους του Χριστού να προλέγουν μελλοντικά γεγονότα. (Πρ 11:28· 20:29, 30· 21:11· 1Τι 4:1-3) Εφόσον το άγιο πνεύμα του Θεού είναι «το πνεύμα της αλήθειας», δεν θα μπορούσε ποτέ να είναι πηγή πλάνης, αλλά θα προστάτευε τους ακολούθους του Χριστού από δογματικά ψεύδη. (Παράβαλε 1Ιω 2:27· 4:1-6.) Αυτό θα έδινε μαρτυρία για την αλήθεια σχετικά με τον Ιησού Χριστό. Από την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ. και μετά, το πνεύμα του Θεού έδωσε μαρτυρία, βοηθώντας τους μαθητές του Ιησού να κατανοήσουν τις προφητείες που αποδείκνυαν ξεκάθαρα ότι ο Ιησούς ήταν ο Γιος του Θεού. Με βάση αυτές τις προφητείες, εκείνοι έδωσαν μαρτυρία σε άλλους. (Ιωα 15:26, 27· παράβαλε Πρ 2:14-36· Ρω 1:1-4.) Παρ’ όλα αυτά, ακόμη και πριν από την Πεντηκοστή, «το πνεύμα της αλήθειας» έδινε μαρτυρία για το γεγονός ότι ο Ιησούς είναι ο Γιος του Θεού (1Ιω 5:5-8), διότι μέσω αυτού του πνεύματος χρίστηκε ο Ιησούς και μπόρεσε να εκτελέσει δυναμικά έργα.—Ιωα 1:32-34· 10:37, 38· Πρ 10:38· βλέπε ΠΝΕΥΜΑ.
Ο Λόγος του Θεού Είναι Αλήθεια. Ο Λόγος του Θεού παρουσιάζει τα πράγματα όπως ακριβώς είναι, αποκαλύπτοντας τις ιδιότητες, τους σκοπούς και τις εντολές του Ιεχωβά, καθώς επίσης την πραγματική κατάσταση των ανθρώπινων υποθέσεων. Ο Λόγος της αλήθειας του Θεού δείχνει τι απαιτείται για να αγιαστεί κάποιος, να ξεχωριστεί ώστε να χρησιμοποιηθεί από τον Ιεχωβά στην υπηρεσία του, και κατόπιν να παραμείνει σε κατάσταση αγιασμού. Γι’ αυτό, ο Ιησούς μπορούσε να πει στην προσευχή του σχετικά με τους ακολούθους του: «Αγίασέ τους μέσω της αλήθειας· ο λόγος σου είναι αλήθεια». (Ιωα 17:17· παράβαλε Ιακ 1:18.) Η υπακοή τους στην αποκαλυμμένη αλήθεια του Λόγου του Θεού είχε ως αποτέλεσμα να αγιαστούν, η δε αλήθεια ήταν το μέσο με το οποίο εξάγνισαν τις ψυχές τους. (1Πε 1:22) Ως εκ τούτου ξεχώριζαν, μη αποτελώντας «μέρος του κόσμου» ο οποίος δεν προσκολλούνταν στην αλήθεια του Θεού.—Ιωα 17:16.
«Περπατούν στην αλήθεια». Όσοι επιθυμούν να αποκτήσουν την επιδοκιμασία του Θεού πρέπει να περπατούν στην αλήθεια του και να τον υπηρετούν με αλήθεια. (Ιη 24:14· 1Σα 12:24· Ψλ 25:4, 5· 26:3-6· 43:3· 86:11· Ησ 38:3) Αυτό συνεπάγεται από μέρους τους συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του Θεού και απόδοση υπηρεσίας προς αυτόν με πιστότητα και ειλικρίνεια. Ο Ιησούς Χριστός είπε σε μια Σαμαρείτισσα: «Έρχεται η ώρα, και ήδη είναι, που οι αληθινοί λάτρεις θα λατρεύουν τον Πατέρα με πνεύμα και αλήθεια, γιατί ο Πατέρας τέτοιους ανθρώπους αναζητάει για να τον λατρεύουν. Ο Θεός είναι Πνεύμα, και εκείνοι που τον λατρεύουν πρέπει να λατρεύουν με πνεύμα και αλήθεια». (Ιωα 4:23, 24) Τέτοιου είδους λατρεία δεν μπορεί να βασίζεται στη φαντασία, αλλά πρέπει να ανταποκρίνεται στην αληθινή κατάσταση των πραγμάτων και να είναι συνεπής προς όσα έχει αποκαλύψει ο Θεός στο Λόγο του σχετικά με τον εαυτό του και τους σκοπούς του.
Η Χριστιανοσύνη είναι “η οδός της αλήθειας” (2Πε 2:2), και αυτοί που βοηθούν άλλους στην προώθηση των συμφερόντων της Χριστιανοσύνης γίνονται “συνεργάτες στην αλήθεια”. (3Ιω 8) Οι Χριστιανικές διδασκαλίες ως σύνολο, οι οποίες αργότερα έγιναν μέρος του γραπτού Λόγου του Θεού, είναι “η αλήθεια”, ή αλλιώς “η αλήθεια των καλών νέων”. Η προσκόλληση σε αυτή την αλήθεια, το να “περπατάει” κάποιος σε αυτήν, είναι ζωτικής σημασίας για τη σωτηρία του. (Ρω 2:8· 2Κο 4:2· Εφ 1:13· 1Τι 2:4· 2Τι 4:4· Τιτ 1:1, 14· Εβρ 10:26· 2Ιω 1-4· 3Ιω 3, 4) Στην περίπτωση εκείνων που διάγουν σωστά, η αλήθεια—η συμμόρφωση των οδών τους με το Λόγο του Θεού και τα αποτελέσματα της πορείας τους—πιστοποιεί το γεγονός ότι αυτοί είναι παραδείγματα άξια προς μίμηση. (3Ιω 11, 12) Από την άλλη μεριά, ένα άτομο που εγκαταλείπει τις βασικές διδασκαλίες της Χριστιανοσύνης, είτε δείχνοντας ακατάλληλη διαγωγή είτε υποστηρίζοντας ψευδή δόγματα, δεν “περπατάει” πλέον στην αλήθεια. Αυτό ίσχυε στην περίπτωση όσων επέμεναν ότι η περιτομή ήταν απαραίτητη για τη σωτηρία. Η διδασκαλία τους ήταν αντίθετη με τη Χριστιανική αλήθεια, και αυτοί που την αποδέχτηκαν έπαψαν να υπακούν στην αλήθεια ή να περπατούν σε αυτήν. (Γα 2:3-5· 5:2-7) Παρόμοια, όταν ο απόστολος Πέτρος, με τις ενέργειές του, έκανε έναν ακατάλληλο διαχωρισμό ανάμεσα στους Ιουδαίους και στους μη Ιουδαίους, ο απόστολος Παύλος τον διόρθωσε γιατί δεν “βάδιζε” σε αρμονία με «την αλήθεια των καλών νέων».—Γα 2:14.
«Στύλος και Στήριγμα της Αλήθειας». Η Χριστιανική εκκλησία αποτελεί “στύλο και στήριγμα της αλήθειας”, διατηρώντας, προασπίζοντας και υποστηρίζοντας την αγνότητα της αλήθειας. (1Τι 3:15) Γι’ αυτό, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να μπορούν να χειρίζονται το “λόγο της αλήθειας” ορθά εκείνοι στους οποίους έχει ανατεθεί η επίβλεψη της εκκλησίας. Η κατάλληλη χρήση του Λόγου του Θεού τούς ικανώνει να καταπολεμούν τις ψεύτικες διδασκαλίες στην εκκλησία, διδάσκοντας «εκείνους που δεν έχουν ευνοϊκή διάθεση· μήπως ο Θεός τούς δώσει μετάνοια που οδηγεί σε ακριβή γνώση της αλήθειας». (2Τι 2:15-18, 25· παράβαλε 2Τι 3:6-8· Ιακ 5:13-20.) Δεν έχουν όλοι τα προσόντα για να παράσχουν τέτοιου είδους εκπαίδευση ή διδασκαλία στην εκκλησία. Όσοι διακατέχονται από πικρή ζήλια και είναι φιλόνικοι δεν έχουν κανέναν λόγο να κομπάζουν ότι διαθέτουν τα προσόντα να διδάσκουν. Ο ισχυρισμός τους θα ήταν ψευδής. Όπως έγραψε ο μαθητής Ιάκωβος: «Ποιος ανάμεσά σας είναι σοφός και έχει κατανόηση; Ας δείξει από την καλή του διαγωγή τα έργα του με πραότητα που χαρακτηρίζει τη σοφία. Αλλά αν έχετε πικρή ζήλια και φιλόνικη διάθεση στην καρδιά σας, μην κομπάζετε και λέτε ψέματα εναντίον της αλήθειας».—Ιακ 3:13, 14.
Για να είναι η Χριστιανική εκκλησία «στύλος και στήριγμα της αλήθειας», τα μέλη της πρέπει να κάνουν έκδηλη την αλήθεια στη ζωή τους με την καλή τους διαγωγή. (Εφ 5:9) Πρέπει να δείχνουν ορθή διαγωγή με συνέπεια, χωρίς παρεκκλίσεις, σαν να είναι “περιζωσμένοι με αλήθεια”. (Εφ 6:14) Εκτός από το ότι πρέπει να διατηρούν την αγνότητά τους σε προσωπικό επίπεδο, οι Χριστιανοί πρέπει επίσης να ενδιαφέρονται για την αγνότητα της εκκλησίας. Όταν τόνισε πόσο αναγκαίο είναι να διατηρείται η Χριστιανική εκκλησία αμόλυντη από τα άνομα άτομα, ο απόστολος Παύλος έγραψε: «Πετάξτε το παλιό προζύμι για να είστε νέο ζυμάρι, καθώς είστε χωρίς ζύμωση. Διότι πράγματι ο Χριστός, το πάσχα μας, έχει θυσιαστεί. Συνεπώς, ας τηρούμε τη γιορτή, όχι με παλιό προζύμι ούτε με προζύμι κακίας και πονηρίας, αλλά με άζυμους άρτους ειλικρίνειας και αλήθειας». (1Κο 5:7, 8) Εφόσον ο Ιησούς Χριστός θυσιάστηκε μόνο μία φορά (παράβαλε Εβρ 9:25-28), όντας ο ίδιος η πραγματικότητα την οποία προεικόνιζε το αρνί του Πάσχα, ολόκληρη η πορεία της ζωής του Χριστιανού, που μπορεί να παραβληθεί με τη Γιορτή των Άζυμων Άρτων, πρέπει να είναι απαλλαγμένη από καθετί βλαβερό και πονηρό. Ο Χριστιανός πρέπει να είναι πρόθυμος να απομακρύνει οτιδήποτε αμαρτωλό, προκειμένου να περιφρουρήσει τόσο την προσωπική του αγνότητα όσο και την αγνότητα της εκκλησίας, “τηρώντας έτσι τη γιορτή με άζυμους άρτους ειλικρίνειας και αλήθειας”.