ΑΠΡΟΣΩΠΟΛΗΨΙΑ
Απουσία προκατάληψης ή μεροληψίας· αντικειμενικότητα. Η απροσωποληψία δεν επιτρέπει στη θέση, στην ευφράδεια, στον πλούτο, στη δωροδοκία ή, από την άλλη πλευρά, στο συναισθηματισμό για τον φτωχό ή οποιονδήποτε άλλον που βρίσκεται σε μειονεκτική θέση να επηρεάσει την κρίση ή τις ενέργειες κάποιου υπέρ του συγκεκριμένου ατόμου. Η απροσωποληψία εξασφαλίζει αντικειμενική και δίκαιη μεταχείριση για όλους, σύμφωνα με ό,τι αξίζει και χρειάζεται ο καθένας.—Παρ 3:27.
Η εβραϊκή έκφραση νασά’ πανίμ, που αποδίδεται «συμπεριφέρομαι με προσωποληψία», σημαίνει κατά κυριολεξία «υψώνω το πρόσωπο». (Λευ 19:15) Ένας τρόπος χαιρετισμού που χρησιμοποιούνταν στην Ανατολή ήταν το να υποκλιθεί κάποιος ταπεινά με το πρόσωπό του στραμμένο προς το έδαφος. Ως σημείο αποδοχής και αναγνώρισης, ο αποδέκτης του χαιρετισμού ύψωνε, ή αλλιώς ανασήκωνε, το πρόσωπο του υποκλινόμενου. (Παράβαλε Γε 32:20, όπου η φράση «δέχομαι με καλό τρόπο» αποδίδει την εβραϊκή έκφραση που σημαίνει κατά κυριολεξία «υψώνω το πρόσωπο».) Η συγκεκριμένη έκφραση κατέληξε να χρησιμοποιείται απαξιωτικά υπονοώντας τη μεροληπτική μεταχείριση λόγω διαφθοράς. Η εβραϊκή φράση ναχάρ πανίμ (που αποδίδεται «προσωποληπτώ», αλλά σημαίνει κατά κυριολεξία «αναγνωρίζω το πρόσωπο») είχε παρόμοια χρήση. (Δευ 1:17· 16:19) Η ελληνική έκφραση λαμβάνω πρόσωπον («δείχνω προσωποληψία») ακολουθεί το πρότυπο της εβραϊκής. (Λου 20:21, Κείμενο) Οι λέξεις προσωπολημψία, προσωπολημπτέω και προσωπολήμπτης του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου διατηρούνται ουσιαστικά στη ΜΝΚ ή αποδίδονται με τη φράση «(δείχνω) μεροληψία».—Ρω 2:11· Ιακ 2:1, 9· Πρ 10:34.
Ο Ιεχωβά Είναι Απροσωπόληπτος. Ο Ιεχωβά λέει ότι «δεν φέρεται σε κανέναν με προσωποληψία ούτε δέχεται να δωροδοκηθεί». (Δευ 10:17· 2Χρ 19:7) Ο απόστολος Πέτρος είπε, όταν ο Θεός τον έστειλε να διακηρύξει τα καλά νέα στον απερίτμητο Εθνικό Κορνήλιο: «Πραγματικά αντιλαμβάνομαι ότι ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης, αλλά σε κάθε έθνος όποιος τον φοβάται και εργάζεται δικαιοσύνη είναι ευπρόσδεκτος σε αυτόν».—Πρ 10:34, 35· Ρω 2:10, 11.
Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τις αποφάσεις και τις ενέργειες του Ιεχωβά, ο οποίος είναι ο Δημιουργός και το Υπέρτατο Ον. Αυτός μπορεί να ενεργήσει όπως ευαρεστείται προς τα δημιουργήματά του και δεν οφείλει σε κανέναν τίποτα. (Ρω 9:20-24· 11:33-36· Ιωβ 40:2) Πολιτεύεται με άτομα ή ομάδες, ακόμη και με έθνη, σύμφωνα με το σκοπό του και το δικό του προσδιορισμένο καιρό. (Πρ 17:26, 31) Εντούτοις, ο Θεός είναι απροσωπόληπτος. Ανταμείβει κάθε άτομο, όχι ανάλογα με την εξωτερική του εμφάνιση ή τα υπάρχοντά του, αλλά ανάλογα με το τι είναι και το τι κάνει. (1Σα 16:7· Ψλ 62:12· Παρ 24:12) Ο Γιος του ο Ιησούς Χριστός ακολουθεί την ίδια πορεία απροσωποληψίας.—Ματ 16:27.
Δεν προσωπολήπτησε υπέρ του Ισραήλ. Μερικοί έχουν υποστηρίξει ότι ο Ιεχωβά πολιτεύτηκε με προσωποληψία χρησιμοποιώντας και ευνοώντας τον Ισραήλ ως το λαό του στους αρχαίους καιρούς. Ωστόσο, μια έντιμη εξέταση της πολιτείας του με τον Ισραήλ αποκαλύπτει ότι μια τέτοια κατηγορία είναι εσφαλμένη. Ο Ιεχωβά εξέλεξε τον Ισραήλ και πολιτεύτηκε μαζί του, όχι επειδή ήταν σπουδαίος και πολυπληθής λαός, αλλά από αγάπη και εκτίμηση για την πίστη και την οσιότητα του φίλου του τού Αβραάμ, του προπάτορά τους. (Ιακ 2:23) Επίσης, ήταν μακρόθυμος προς αυτούς επειδή είχε θέσει το όνομά του πάνω τους. (Δευ 7:7-11· Ιεζ 36:22· Δευ 29:13· Ψλ 105:8-10) Όσο ήταν υπάκουος ο Ισραήλ, ευλογούνταν περισσότερο από τα έθνη που δεν είχαν το Νόμο. Όταν ο Ισραήλ ήταν ανυπάκουος, ο Θεός ήταν υπομονετικός και ελεήμων, αλλά παρ’ όλα αυτά τους τιμωρούσε. Και παρότι η θέση τους ήταν ευνοημένη, είχαν βαρύτερη ευθύνη ενώπιον του Θεού επειδή έφεραν το όνομά του και επειδή υπόκειντο στο Νόμο, διότι ο Νόμος προέβλεπε κατάρες για όποιον τον παραβίαζε. Είναι γραμμένο: «Καταραμένος είναι όποιος δεν θέτει σε ισχύ τα λόγια αυτού του νόμου εκτελώντας τα». (Δευ 27:26) Παραβιάζοντας το Νόμο, οι Ιουδαίοι επέσυραν στον εαυτό τους αυτή την κατάρα, η οποία προστέθηκε στην καταδίκη τους ως απογόνων του αμαρτωλού Αδάμ. (Ρω 5:12) Για να απολυτρώσει, λοιπόν, τους Ιουδαίους από αυτή την ειδική ανεπάρκεια, ο Χριστός, όχι μόνο έπρεπε να πεθάνει, αλλά έπρεπε μάλιστα να πεθάνει πάνω σε ξύλο βασανισμού, όπως επιχειρηματολογεί ο απόστολος Παύλος στα εδάφια Γαλάτες 3:10-13.
Άρα, ο Θεός δεν εκδήλωσε προσωποληψία υπέρ του Ισραήλ. Ο Θεός χρησιμοποιούσε τον Ισραήλ έχοντας υπόψη την ευλογία όλων των εθνών. (Γα 3:14) Με αυτόν τον τρόπο, ο Θεός στην πραγματικότητα εργαζόταν με σκοπό την ωφέλεια ανθρώπων από όλα τα έθνη στον ορισμένο του καιρό. Σε αρμονία με αυτό, ο Παύλος παρατηρεί: «Μήπως ο Θεός είναι των Ιουδαίων μόνο; Δεν είναι και των εθνικών; Ναι, και των εθνικών, αν αληθινά ο Θεός είναι ένας, ο οποίος θα ανακηρύξει περιτμημένους ανθρώπους δίκαιους ως αποτέλεσμα πίστης και απερίτμητους ανθρώπους δίκαιους μέσω της πίστης τους». (Ρω 3:29, 30) Πέραν τούτου, στην αρχαία Ιουδαϊκή κοινοπολιτεία, άνθρωποι από άλλα έθνη μπορούσαν να έρθουν κάτω από την εύνοια και την ευλογία του Θεού λατρεύοντας τον Ιεχωβά, τον Θεό του Ισραήλ, και τηρώντας το νόμο του, όπως έκαναν οι Γαβαωνίτες, οι Νεθινίμ (που σημαίνει «Δοσμένοι») και πολλοί πάροικοι.—Ιη 9:3, 27· 1Βα 8:41-43· Εσδ 8:20· Αρ 9:14.
Παρότι ήταν υπομονετικός και ελεήμων και δεχόταν πίσω επανειλημμένα τους Ισραηλίτες όταν μετανοούσαν, ο Ιεχωβά τελικά τους απέρριψε από το να είναι ο λαός που έφερε το όνομά του. (Λου 13:35· Ρω 11:20-22) Εδώ εφαρμόζεται η δήλωση του αποστόλου Παύλου: “Θα αποδώσει στον καθένα σύμφωνα με τα έργα του: . . . οργή και θυμό, θλίψη και στενοχώριες, στην ψυχή κάθε ανθρώπου που εργάζεται το κακό, του Ιουδαίου πρώτα καθώς και του Έλληνα· αλλά δόξα και τιμή και ειρήνη για τον καθένα που εργάζεται το καλό, για τον Ιουδαίο πρώτα καθώς και για τον Έλληνα. Διότι δεν υπάρχει προσωποληψία στον Θεό”.—Ρω 2:6-11.
Άρα λοιπόν, ενώ μια επιφανειακή, κοντόφθαλμη θεώρηση της πολιτείας του Θεού μπορεί εκ πρώτης όψεως να φανερώνει προσωποληψία, η σοβαρότερη, διεισδυτική θεώρηση φέρνει στο φως θαυμαστή απροσωποληψία και δικαιοσύνη που ξεπερνούν κατά πολύ την ανθρώπινη αντίληψη. Με πόση επιδεξιότητα επεξεργάστηκε ο Θεός τα ζητήματα έτσι ώστε να έχει όλη η ανθρωπότητα την ευκαιρία να λάβει την εύνοιά του καθώς και ζωή!—Ησ 55:8-11· Ρω 11:33.
Δεν προσωπολήπτησε υπέρ του Δαβίδ. Όπως είπε ο Ιεχωβά στον Μωυσή, ο ίδιος είναι Θεός που δεν πρόκειται να δώσει απαλλαγή από την τιμωρία για την αδικοπραγία. (Εξ 34:6, 7· Κολ 3:25) Ακόμη και στην περίπτωση του αγαπητού του υπηρέτη, του Δαβίδ, με τον οποίο ο Ιεχωβά είχε κάνει διαθήκη για βασιλεία, ο Θεός δεν έκανε εξαίρεση. Τιμώρησε τον Δαβίδ αυστηρά για τις αμαρτίες του. Μετά την αμαρτία του Δαβίδ εναντίον του Θεού στην υπόθεση της Βηθ-σαβεέ και του συζύγου της του Ουρία, ο Ιεχωβά τού είπε: «Εγώ εγείρω εναντίον σου συμφορά μέσα από τον ίδιο σου τον οίκο· και θα πάρω τις συζύγους σου μπροστά στα μάτια σου και θα τις δώσω σε έναν συνάνθρωπό σου, και εκείνος θα πλαγιάσει με τις συζύγους σου μπροστά στα μάτια αυτού του ήλιου. Εσύ μεν ενήργησες στα κρυφά, αλλά εγώ θα το κάνω αυτό μπροστά σε όλο τον Ισραήλ και μπροστά στον ήλιο».—2Σα 12:11, 12.
Το Βιβλικό υπόμνημα αποκαλύπτει ότι ο Δαβίδ υπέφερε πράγματι πολλά βάσανα από την ίδια του την οικογένεια. (2Σα κεφ. 13-18· 1Βα 1) Αν και ο Θεός δεν τον θανάτωσε, σεβόμενος τη διαθήκη για βασιλεία που είχε κάνει μαζί του (2Σα 7:11-16), ο Δαβίδ πέρασε πολύ μεγάλες στενοχώριες. Όπως είχε πει ένας προγενέστερος υπηρέτης του Θεού, ο Ελιού: «Υπάρχει Κάποιος που δεν έχει δείξει προσωποληψία για να ευνοήσει άρχοντες». (Ιωβ 34:19) Ωστόσο, βασιζόμενος στη μελλοντική θυσία του Ιησού Χριστού, ο Θεός μπορούσε να συγχωρήσει τον μετανοημένο Δαβίδ και παράλληλα να διατηρήσει τη δικαιοσύνη Του. (Ρω 3:25, 26) Μέσω της θυσίας του Γιου του, ο Θεός διαθέτει μια δίκαιη και απροσωπόληπτη βάση, στην οποία στηριζόμενος μπορεί να αντιστρέψει το θάνατο του Ουρία και άλλων, ώστε τελικά να μην υποφέρει κανείς άδικα.—Πρ 17:31.
Συμβουλές σε Κριτές. Ο Ιεχωβά έδωσε ισχυρές συμβουλές στους κριτές του Ισραήλ σχετικά με την απροσωποληψία. Οι κριτές ήταν κάτω από την αυστηρή εντολή: «Δεν πρέπει να προσωποληπτείτε στην κρίση». (Δευ 1:17· 16:19· Παρ 18:5· 24:23) Δεν έπρεπε να δείχνουν προσωποληψία υπέρ του φτωχού απλώς λόγω της φτώχειας του, από συναισθηματισμό ή από προκατάληψη κατά των πλουσίων. Ούτε έπρεπε να ευνοούν τον πλούσιο λόγω του πλούτου του, ίσως ικανοποιώντας τον για να έχουν την εύνοια ή το δώρο του, ή από φόβο για τη δύναμη ή την επιρροή του. (Λευ 19:15) Ο Θεός τελικά καταδίκασε το άπιστο Λευιτικό ιερατείο του Ισραήλ επειδή παρέβαιναν το νόμο του και, όπως τόνισε ιδιαίτερα, επειδή εκδήλωναν προσωποληψία, εφόσον αυτοί εκτελούσαν καθήκοντα κριτή στον τόπο.—Μαλ 2:8, 9.
Στη Χριστιανική Εκκλησία. Στη Χριστιανική εκκλησία η απροσωποληψία αποτελεί νόμο, ενώ η μεροληψία αμαρτία. (Ιακ 2:9) Όσοι είναι ένοχοι πράξεων μεροληψίας γίνονται «κριτές που βγάζουν πονηρές αποφάσεις». (Ιακ 2:1-4) Τέτοια άτομα δεν έχουν τη σοφία που κατεβαίνει από πάνω, η οποία είναι απαλλαγμένη από μεροληπτικές διακρίσεις. (Ιακ 3:17) Όσοι έχουν υπεύθυνες θέσεις στην εκκλησία είναι κάτω από τη σοβαρή υποχρέωση με την οποία επιφόρτισε ο απόστολος Παύλος τον Τιμόθεο, έναν επίσκοπο: «Σου παραγγέλλω επίσημα ενώπιον του Θεού και του Χριστού Ιησού και των εκλεγμένων αγγέλων να τηρήσεις αυτά τα πράγματα χωρίς να προδικάζεις, μη κάνοντας τίποτα με προκατειλημμένη διάθεση». Αυτό θα έπρεπε να εφαρμόζεται ειδικά στις περιπτώσεις χειρισμού δικαστικών υποθέσεων στην εκκλησία.—1Τι 5:19-21.
«Θαυμάζουν προσωπικότητες για το δικό τους όφελος». Η παραβίαση της αρχής της απροσωποληψίας μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την αυστηρότερη καταδίκη. Ο ετεροθαλής αδελφός του Ιησού, ο Ιούδας, περιγράφει κάποιους ανθρώπους που είναι «γογγυστές, που παραπονιούνται για την κατάστασή τους στη ζωή, που περπατούν σύμφωνα με τις επιθυμίες τους, και το στόμα τους λέει παραφουσκωμένα πράγματα, ενώ θαυμάζουν προσωπικότητες για το δικό τους όφελος». (Ιου 16) Για τους εν λόγω ανθρώπους λέγεται ότι «αυτοί είναι που δημιουργούν διαιρέσεις, ζωώδεις άνθρωποι, που δεν έχουν πνευματικότητα». (Ιου 19) Τέτοια άτομα μπορεί να παρασύρουν άλλους λέγοντας φουσκωμένα λόγια και θαυμάζοντας προσωπικότητες, όπως κάνουν αυτοί που περιγράφει ο Παύλος οι οποίοι «εισχωρούν ύπουλα σε σπιτικά και σέρνουν σαν αιχμάλωτές τους αδύναμες γυναίκες καταφορτωμένες με αμαρτίες, που οδηγούνται από διάφορες επιθυμίες». (2Τι 3:6) Αυτούς τους περιμένει καταστροφή.—Ιου 12, 13.
«Άξιοι διπλής τιμής»—Πώς; Έχοντας κατά νου τα παραπάνω, πώς μπορούν τα μέλη της Χριστιανικής εκκλησίας να θεωρούν τους πρεσβυτέρους που προΐστανται με καλό τρόπο “άξιους διπλής τιμής, ειδικά εκείνους που εργάζονται σκληρά στην ομιλία και στη διδασκαλία”; (1Τι 5:17) Αυτό πρέπει να συμβαίνει, όχι λόγω της προσωπικότητας αυτών των αντρών ή των ικανοτήτων τους, αλλά επειδή είναι επιμελείς και εργάζονται σκληρά για να φέρουν σε πέρας τις επιπλέον ευθύνες που τους έχουν ανατεθεί. Πρέπει να υπάρχει σεβασμός για τις διευθετήσεις και τους διορισμούς που κάνει ο Θεός. Αυτοί οι άντρες πρέπει να βρίσκουν ιδιαίτερη συνεργασία και υποστήριξη όσον αφορά την επιτέλεση του έργου της εκκλησίας του Θεού. (Εβρ 13:7, 17) Ο Ιάκωβος, ο ετεροθαλής αδελφός του Ιησού, δείχνει ότι οι δάσκαλοι στην εκκλησία είναι κάτω από βαριά ευθύνη προς τον Θεό και ότι θα λάβουν βαρύτερη κρίση. (Ιακ 3:1) Επομένως, τους αξίζει να τους ακούν οι άλλοι, να τους υπακούν και να τους τιμούν. Για παρόμοιο λόγο, η σύζυγος πρέπει να τιμάει και να σέβεται το σύζυγό της, ο οποίος έχει κατασταθεί από τον Θεό υπεύθυνος για το σπιτικό και κρίνεται ανάλογα από Αυτόν. (Εφ 5:21-24, 33) Τέτοιου είδους σεβασμός για τους άντρες που έχουν τοποθετηθεί σε υπεύθυνες θέσεις μέσω της διευθέτησης του Θεού δεν αποτελεί προσωποληψία.
Σεβασμός για τους άρχοντες. Στους Χριστιανούς λέγεται επίσης να σέβονται τους άρχοντες των ανθρώπινων κυβερνήσεων. Αυτό πρέπει να συμβαίνει, όχι λόγω των προσωπικών ιδιοτήτων αυτών των ανθρώπων, μερικοί από τους οποίους μπορεί να είναι διεφθαρμένοι, ούτε επειδή αυτοί μπορεί να είναι σε θέση να κάνουν ειδικές χάρες. Οι Χριστιανοί σέβονται τους άρχοντες επειδή το προστάζει ο Θεός και επειδή το αξίωμά τους αντιπροσωπεύει μια θέση ευθύνης. Ο απόστολος Παύλος λέει: «Κάθε ψυχή ας υποτάσσεται στις ανώτερες εξουσίες, γιατί δεν υπάρχει εξουσία παρά μόνο από τον Θεό· οι υπάρχουσες εξουσίες βρίσκονται τοποθετημένες στις σχετικές τους θέσεις από τον Θεό. Συνεπώς, αυτός που εναντιώνεται στην εξουσία έχει ταχθεί εναντίον της διευθέτησης του Θεού». (Ρω 13:1, 2) Αν αυτοί οι άνθρωποι καταχρώνται την εξουσία τους, θα λογοδοτήσουν στον Θεό. Η τιμή ή ο σεβασμός που αρμόζει στο αξίωμα αποδίδεται από τον Χριστιανό στον κάτοχο του αξιώματος σύμφωνα με τον κανόνα: «Να αποδίδετε σε όλους αυτά που τους οφείλονται, σε εκείνον που ζητάει το φόρο, το φόρο· σε εκείνον που ζητάει τα τέλη, τα τέλη· σε εκείνον που ζητάει το φόβο, το φόβο· σε εκείνον που ζητάει την τιμή, την τιμή». (Ρω 13:7) Η τιμή που αποδίδει ο Χριστιανός από αυτή την άποψη—τιμή μεγαλύτερη εκείνης προς τους κοινούς πολίτες—δεν αποτελεί εκδήλωση προσωποληψίας.