ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ
Κάποιος που υπηρετεί στο στρατό. Στις Εβραϊκές Γραφές, συχνά οι στρατιώτες προσδιορίζονται επακριβώς ανάλογα με την ειδικότητά τους: ιππείς (Εξ 14:9), δρομείς (1Σα 22:17), σφενδονιστές (2Βα 3:25), άντρες που χειρίζονταν το κοντάρι και την ασπίδα (2Χρ 25:5), καθώς και τοξοβόλοι ή τοξότες (2Χρ 35:23· Ιωβ 16:13· Ησ 21:17). Η λέξη στρατιώτης του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου χρησιμοποιείται αυτούσια και σήμερα.—Βλέπε ΣΤΡΑΤΟΣ.
Όταν η περιοχή της Ιουδαίας βρισκόταν υπό ρωμαϊκή κυριαρχία, ήταν συνηθισμένο να βλέπει κανείς στρατιώτες εκεί. Το γεγονός ότι ένας αξιωματικός στην Καπερναούμ μπορούσε να πει: «Διότι . . . έχω στρατιώτες στη δικαιοδοσία μου» υποδηλώνει ότι εκεί έδρευαν στρατιώτες οι οποίοι βρίσκονταν υπό τις διαταγές του. (Ματ 8:5-9) Ρωμαϊκά στρατεύματα έδρευαν στο Φρούριο Αντωνία στην Ιερουσαλήμ, από το οποίο έλεγχαν τους Ιουδαίους. Την τελευταία φορά που επισκέφτηκε ο Παύλος την Ιερουσαλήμ, ο διοικητής αυτών των στρατευμάτων τον έσωσε από έναν όχλο, και την επόμενη ημέρα τον έσωσε από τους Φαρισαίους και τους Σαδδουκαίους που είχαν προκαλέσει σάλο. (Πρ 21:30-35· 22:23, 24· 23:10) Όταν αποκαλύφτηκε μια πλεκτάνη κατά της ζωής του Παύλου, ο διοικητής παρείχε συνοδεία 70 ιππέων, 200 στρατιωτών και 200 λογχοφόρων οι οποίοι οδήγησαν τον Παύλο μέχρι την Αντιπατρίδα, ενώ οι ιππείς συνέχισαν μαζί του μέχρι την Καισάρεια.—Πρ 23:12-33.
Ιουδαίοι Στρατιώτες. Υπήρχαν επίσης Ιουδαίοι στρατιώτες, ανάμεσα στους οποίους ήταν εκείνοι που πλησίασαν τον Ιωάννη τον Βαφτιστή και τον ρώτησαν: «Εμείς τι να κάνουμε;» Πιθανόν αυτοί να είχαν κάποιου είδους αστυνομική υπηρεσία, ειδικότερα σε σχέση με τους δασμούς ή την είσπραξη των φόρων.—Λου 3:12-14.
Εκτέλεση και Ταφή του Ιησού. Για την εκτέλεση του Ιησού χρησιμοποιήθηκαν Ρωμαίοι στρατιώτες, εφόσον τον παρέδωσαν στον Ρωμαίο κυβερνήτη με την κατηγορία του στασιασμού κατά της Ρώμης. Αυτοί οι στρατιώτες τον υπέβαλαν σε μεγάλους εξευτελισμούς, χλευάζοντάς τον, φτύνοντάς τον και χτυπώντας τον προτού τον πάρουν για να τον κρεμάσουν στο ξύλο. (Ματ 27:27-36· Ιωα 18:3, 12· 19:32-34) Μοίρασαν μεταξύ τους τα εξωτερικά του ενδύματα και έριξαν κλήρο για το εσωτερικό του ένδυμα. Προφανώς, το απόσπασμα που κρέμασε τον Ιησού στο ξύλο αποτελούνταν από τέσσερις στρατιώτες. (Ιωα 19:23, 24) Ο αξιωματικός που επέβλεπε την εκτέλεση, παρατηρώντας τα φαινόμενα που έλαβαν χώρα και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες πέθανε ο Ιησούς, είπε: «Σίγουρα αυτός ο άνθρωπος ήταν Γιος του Θεού». (Μαρ 15:33-39) Ρωμαίοι στρατιώτες τοποθετήθηκαν επίσης ως φρουροί στο μνήμα του Ιησού. (Ματ 27:62-66) Αν αυτοί οι φρουροί ήταν μέλη της Ιουδαϊκής αστυνομίας του ναού, οι Ιουδαίοι δεν θα ήταν αναγκασμένοι να ζητήσουν την άδεια του Πιλάτου για αυτό το θέμα. Επιπλέον, οι πρωθιερείς υποσχέθηκαν να τακτοποιήσουν το ζήτημα με τον κυβερνήτη, αν αυτός μάθαινε ότι είχε εξαφανιστεί το σώμα του Ιησού.—Ματ 28:14.
Ο Πρώτος Εθνικός Χριστιανός. Περίπου τριάμισι χρόνια αργότερα, ένας Ρωμαίος στρατιώτης—ένας εκατόνταρχος—έστειλε δύο από τους οικιακούς του υπηρέτες και «έναν ευλαβή στρατιώτη» να προσκαλέσουν τον Πέτρο στην Καισάρεια. Ενώ ο Πέτρος κήρυττε, ο Κορνήλιος και το σπιτικό του, περιλαμβανομένου αναμφίβολα και “του ευλαβούς στρατιώτη” ο οποίος τον υπηρετούσε, έλαβαν το άγιο πνεύμα και έγιναν τα πρώτα μέλη της Χριστιανικής εκκλησίας που πάρθηκαν ανάμεσα από τους Εθνικούς.—Πρ 10:1, 7, 44-48.
Η Απελευθέρωση του Πέτρου. Αργότερα, ο απόστολος Πέτρος συνελήφθη με εντολή του Ηρώδη Αγρίππα Α΄ και φυλακίστηκε, φρουρούμενος από τέσσερις βάρδιες των τεσσάρων στρατιωτών η καθεμιά. Σε κάθε βάρδια, δύο στρατιώτες φρουρούσαν την πόρτα της φυλακής και δύο φρουρούσαν προσωπικά τον Πέτρο, έχοντάς τον ανάμεσά τους αλυσοδεμένο με αυτούς. Τη νύχτα εμφανίστηκε ένας άγγελος ο οποίος ελευθέρωσε τον Πέτρο από τις αλυσίδες του και τον έβγαλε από τη φυλακή. Αυτό προκάλεσε ταραχή μεταξύ των στρατιωτών, και ο Ηρώδης, αφού εξέτασε τους φρουρούς που ήταν υπεύθυνοι, διέταξε να τους «πάρουν για τιμωρία», πιθανώς προκειμένου να θανατωθούν σύμφωνα με το ρωμαϊκό έθιμο.—Πρ 12:4-10, 18, 19.
Εκδήλωση Καλοσύνης στον Παύλο. Όταν ο απόστολος Παύλος μεταφέρθηκε με πλοίο στη Ρώμη επειδή επικαλέστηκε τον Καίσαρα, την επιτήρησή του ανέλαβε ένα απόσπασμα στρατιωτών το οποίο βρισκόταν υπό τις διαταγές ενός αξιωματικού ονόματι Ιούλιου από τη μονάδα του Αυγούστου. Αυτός ο άντρας συμπεριφέρθηκε στον Παύλο με καλοσύνη και του επέτρεψε να πάει στους φίλους του για να τον φροντίσουν. Στην αρχή προφανώς δεν αναγνώριζε ότι ο Παύλος είχε την κατεύθυνση του Θεού, γι’ αυτό και έδωσε μεγαλύτερη σημασία στον ιδιοκτήτη του πλοίου και στον κυβερνήτη. Αλλά ύστερα από μια σφοδρή θύελλα που παρέσερνε το πλοίο εδώ και εκεί και το κλυδώνιζε βίαια επί ημέρες, και όταν ο Παύλος αφηγήθηκε ένα όραμα στο οποίο του είχε αποκαλυφτεί ότι οι ζωές όλων των επιβατών ήταν εξασφαλισμένες, ο αξιωματικός και οι άντρες του τον άκουσαν. Όταν το πλοίο άρχισε να διαλύεται κοντά στη Μάλτα, οι στρατιώτες ετοιμάστηκαν να σκοτώσουν όλους τους φυλακισμένους, αλλά ο αξιωματικός Ιούλιος, θέλοντας να διατηρήσει σώο τον Παύλο, τους απέτρεψε. (Πρ 27:1, 3, 9-11, 20-26, 30, 31, 39-44) Στη Ρώμη, επιτράπηκε στον Παύλο να μείνει σε δικό του νοικιασμένο σπίτι με έναν στρατιώτη που τον φρουρούσε.—Πρ 28:16, 30.
Συμβολική Χρήση. Υπερασπιζόμενος την αποστολική του ιδιότητα στην επιστολή του προς την εκκλησία της Κορίνθου, ο Παύλος έγραψε: «Ποιος υπηρετεί ποτέ ως στρατιώτης με δική του δαπάνη;» (1Κο 9:7) Μολονότι ο Παύλος δεν είχε δεχτεί υλική βοήθεια από τους Κορινθίους, σε αυτή την περίπτωση υποστήριξε ότι, ως στρατιώτης στην υπηρεσία του Κυρίου, του Χριστού, είχε σίγουρα την εξουσία να το κάνει αυτό. Ο Παύλος θεωρούσε επίσης στρατιώτες του Χριστού εκείνους που συνεργάζονταν μαζί του στο κήρυγμα των καλών νέων, και τους αποκαλούσε “συστρατιώτες”.—Φλπ 2:25· Φλμ 2.
Στον Τιμόθεο, τον οποίο είχε επιφορτίσει με βαριά ευθύνη, ο απόστολος Παύλος έγραψε: «Ως καλός στρατιώτης του Χριστού Ιησού να συμμετάσχεις στην κακοπάθηση. Κανείς ο οποίος υπηρετεί ως στρατιώτης δεν αναμειγνύεται στις εμπορικές υποθέσεις της ζωής, για να κερδίσει την επιδοκιμασία εκείνου που τον στρατολόγησε». (2Τι 2:3, 4) Ο καλός στρατιώτης ξέρει ότι τον περιμένουν κακουχίες και έχει επίγνωση του ότι πρέπει να είναι έτοιμος να προσφέρει υπηρεσία ανά πάσα στιγμή και να υπομείνει κάτω από τις πιο δύσκολες συνθήκες. Όσον καιρό πολεμάει, δεν ζητάει την άνεσή του και ό,τι τον ευχαριστεί. Ο χρόνος του και η ενεργητικότητά του είναι στη διάθεση του ανωτέρου του. Επιπλέον, ο στρατιώτης αφήνει την επιχείρηση, το αγρόκτημα, την τέχνη ή το επάγγελμά του προκειμένου να υπηρετήσει. Δεν αναμειγνύεται σε άλλα πράγματα που θα μπορούσαν να αποσπάσουν την προσοχή του και την ενεργητικότητά του από την πλέον σημαντική μάχη στην οποία έχει εμπλακεί. Διαφορετικά, είναι πιθανό να χάσει τη ζωή του είτε ο ίδιος είτε τα άτομα που εξαρτώνται από αυτόν. Σύμφωνα με τους ιστορικούς, οι Ρωμαίοι στρατιώτες δεν επιτρεπόταν να ασκούν καμία τέχνη και απαγορευόταν να είναι παιδαγωγοί ή επιστάτες περιουσίας για να μην αποσπώνται από τον αντικειμενικό τους στόχο. Ακόμη και κάτω από το Μωσαϊκό Νόμο, ο νεόνυμφος άντρας ή ο άντρας που είχε σπίτι το οποίο δεν είχε εγκαινιάσει ή αμπέλι από το οποίο δεν είχε πάρει καρπό απαλλασσόταν από τη στρατιωτική υπηρεσία. Επίσης, αν κάποιος φοβόταν, σίγουρα δεν θα ήταν καλός στρατιώτης και θα κλόνιζε το ηθικό των συστρατιωτών του. Επομένως, ένας τέτοιος άντρας απαλλασσόταν υπό το Νόμο. (Δευ 20:5-8) Έτσι λοιπόν, οι Χριστιανοί—Ιουδαίοι και Εθνικοί—μπορούσαν να συλλάβουν εύκολα την εφαρμογή του παραδείγματος του Παύλου.
Στην επιστολή προς τους Εφεσίους, ο Παύλος υπογράμμισε με σαφήνεια ότι ο Χριστιανός στρατιώτης δεν διεξάγει μάχη ενάντια σε αίμα και σάρκα αλλά ενάντια «στις πονηρές πνευματικές δυνάμεις στους ουράνιους τόπους». Επομένως, την πανοπλία που είναι απαραίτητη για αυτή τη μάχη δεν θα μπορούσε να την προμηθευτεί κανείς από κοσμικές πηγές, αλλά από τον Ιεχωβά Θεό, ο οποίος φέρνει τη νίκη υπό τον Διοικητή του στρατεύματός του, τον Ιησού Χριστό.—Εφ 6:11-17.