ΔΙΑΝΟΙΑ, ΝΟΥΣ
Λειτουργία του εγκεφάλου με την οποία συλλέγουμε πληροφορίες, κάνουμε λογικές σκέψεις και καταλήγουμε σε συμπεράσματα. Οι αποδόσεις «διάνοια» και «νους» αντιστοιχούν σε διάφορες συναφείς λέξεις του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου που εκφράζουν χαρακτηριστικά της διάνοιας όπως η ικανότητα σκέψης, η διανοητική ικανότητα, η αντίληψη, η νοημοσύνη, η λογική, η σκέψη, η πρόθεση, η μνήμη, η διανοητική κατάσταση ή άποψη, η γνώμη, καθώς επίσης η διανοητική τάση, η διανοητική διάθεση ή οι διανοητικές δυνάμεις. Μολονότι σε διάφορες μεταφράσεις εμφανίζονται μερικές φορές οι λέξεις «διάνοια» και «νους», στις ίδιες περιπτώσεις άλλες μεταφράσεις χρησιμοποιούν τους παραπάνω περιγραφικούς και συγκεκριμένους όρους. Στο πρωτότυπο εβραϊκό κείμενο, οι λέξεις που αποδίδονται «θυμάμαι» και «σκέφτομαι» μπορούν να μεταφραστούν σε ορισμένα σημεία με την έκφραση «έχω στο νου μου». Στις Εβραϊκές Γραφές, η λέξη «διάνοια» ή σχετικές αποδόσεις εμφανίζονται σε μερικές μεταφράσεις ως απόδοση των εβραϊκών λέξεων που κατά κυριολεξία σημαίνουν «καρδιά», «ψυχή» και «πνεύμα».—Παράβαλε Δευ 4:39, υποσ.· 2Βα 9:15, Ro, ΒΑΜ, ΛΧ· Ιεζ 20:32, JB, ΛΧ· βλέπε ΚΑΡΔΙΑ.
«Να Ανανεώνεστε στη Δύναμη που Ενεργοποιεί το Νου Σας». Ο νους του ατελούς ανθρώπου κλίνει από τη φύση του προς τις εσφαλμένες σκέψεις. Η Γραφή αποκαλεί αυτή την τάση “σαρκική διανοητική διάθεση”. (Κολ 2:18 [νοῦς τῆς σαρκός, Κείμενο]) Στους Χριστιανούς υπενθυμίζεται ότι πρωτύτερα ήταν εχθροί του Θεού επειδή ο νους τους ήταν στα έργα τα πονηρά.—Κολ 1:21.
Ο νους που διαθέτει ο «φυσικός» (ψυχικός, Κείμενο) άνθρωπος, σε αντιδιαστολή με το νου που διαθέτει ο «πνευματικός», κλίνει προς τα υλικά πράγματα. Η δύναμη που ενεργοποιεί το νου του έχει σχηματιστεί μέσα του εν μέρει από όσα έχει κληρονομήσει και εν μέρει από όσα έχει διδαχτεί και ζήσει. Όταν τίθεται ενώπιόν του κάποιο ζήτημα, αυτή η δύναμη ωθεί το νου του, ή αλλιώς τον κάνει να κλίνει, προς μια υλική ή σαρκική κατεύθυνση. Γι’ αυτό, οι Χριστιανοί λαβαίνουν την εντολή να “ανανεώνονται στη δύναμη [τῷ πνεύματι, Κείμενο] που ενεργοποιεί το νου τους”. (Εφ 4:23) Μέσω μελέτης του θεϊκού Λόγου της αλήθειας και μέσω της επενέργειας του πνεύματος του Θεού, αυτή η ενεργοποιούσα δύναμη είναι δυνατόν να αλλάξει, έτσι ώστε η κυρίαρχη διανοητική στάση του ατόμου να κλίνει προς τη σωστή κατεύθυνση. Τότε, όταν τεθεί ενώπιον του ατόμου κάποιο ζήτημα, αυτή η δύναμη θα κάνει το νου του να κλίνει προς τη σωστή πνευματική πορεία. (1Κο 2:13-15) Ένα τέτοιο άτομο αποκτάει «το νου του Χριστού», ο οποίος σε κάθε περίπτωση ενεργοποιούνταν από την κατάλληλη δύναμη, καθώς η διανοητική του τάση ήταν πάντοτε προς τα πνευματικά πράγματα.—1Κο 2:16· Ρω 15:5.
Η απλή γνώση ή οι νοητικές ικανότητες δεν αρκούν για να αποκτήσει κάποιος την εύνοια του Θεού. Αυτά τα πράγματα από μόνα τους δεν ανακαινίζουν το νου προσανατολίζοντάς τον προς την κατεύθυνση του θελήματος του Θεού. (Ρω 12:2) Ο Ιεχωβά λέει: «Θα αφανίσω τη σοφία των σοφών, και τη νοημοσύνη των διανοουμένων θα την παραμερίσω». (1Κο 1:19) Απαιτείται η βοήθεια του πνεύματος του Θεού για να αποκτήσει κανείς αληθινή κατανόηση (Παρ 4:5-7· 1Κο 2:11), σοφία και φρόνηση.—Εφ 1:8, 9.
Ο “Νόμος της Διάνοιας”. Ο απόστολος Παύλος αποκαλεί εκείνο που διέπει τη λειτουργία αυτής της ανανεωμένης διάνοιας νόμο της διάνοιας. Αυτός ο νόμος διευθύνει τη νέα διάνοια σύμφωνα με το «νόμο του Θεού», και η νέα διάνοια βρίσκει ευχαρίστηση σε αυτόν το νόμο. Εντούτοις, “ο νόμος της αμαρτίας” που επενεργεί στην ξεπεσμένη σάρκα πολεμάει ενάντια στο «νόμο της διάνοιας», έτσι ώστε ο Χριστιανός νιώθει μέσα του συνεχώς μια εσωτερική σύγκρουση. Μπορεί ο Χριστιανός να νικήσει; Ναι, χάρη «στον Θεό μέσω του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας!» Η παρ’ αξία καλοσύνη του Θεού παρέχει, με βάση τη λυτρωτική θυσία του Χριστού, συγχώρηση για τις αμαρτίες της σάρκας και, επιπλέον, τη βοήθεια του αγίου πνεύματος. Ο Χριστιανός βρίσκεται σε διαφορετική κατάσταση από το μη Χριστιανό, όπως το συνοψίζει ο Παύλος: «Άρα λοιπόν, με τη διάνοιά μου εγώ είμαι δούλος του νόμου του Θεού, αλλά με τη σάρκα μου δούλος του νόμου της αμαρτίας».—Ρω 7:21-25· Γα 5:16, 17.
Πώς κερδίζει τη μάχη η διάνοια; Ο απόστολος Παύλος αποσαφηνίζει περαιτέρω το ζήτημα, λέγοντας: «Εκείνοι που είναι σε συμφωνία με τη σάρκα φρονούν τα πράγματα της σάρκας, αλλά εκείνοι που είναι σε συμφωνία με το πνεύμα τα πράγματα του πνεύματος. Διότι το φρόνημα της σάρκας σημαίνει θάνατο, αλλά το φρόνημα του πνεύματος σημαίνει ζωή και ειρήνη· επειδή το φρόνημα της σάρκας σημαίνει έχθρα με τον Θεό, γιατί [η ξεπεσμένη, ατελής σάρκα] δεν υποτάσσεται στο νόμο του Θεού, μάλιστα ούτε και μπορεί. . . . Αν δε το πνεύμα εκείνου που ήγειρε τον Ιησού από τους νεκρούς κατοικεί μέσα σας, εκείνος που ήγειρε τον Χριστό Ιησού από τους νεκρούς θα ζωοποιήσει και τα δικά σας θνητά σώματα μέσω του πνεύματός του που διαμένει μέσα σας».—Ρω 8:5-11.
Η «Σημασία» του Πνεύματος. Στα εδάφια Ρωμαίους 8:26, 27, ο Παύλος δείχνει πως, όταν οι υπηρέτες του Θεού προσεύχονται, ίσως να μη γνωρίζουν πάντοτε για ποια ακριβώς πράγματα πρέπει να προσευχηθούν όπως έχουν ανάγκη. Ωστόσο, ο Θεός γνωρίζει ότι επιθυμούν να γίνει το θέλημά του. Γνωρίζει επίσης τις ανάγκες των υπηρετών του. Στο παρελθόν, ο Θεός φρόντισε να καταγραφούν στο Λόγο του πολλές θεόπνευστες προσευχές που εκφράζουν το θέλημα ή το φρόνημά του για αυτούς. Ως εκ τούτου, δέχεται αυτές τις θεόπνευστες προσευχές ως αυτά που θα ήθελε να ζητήσει ο λαός του και για τα οποία θα ήθελε να προσευχηθεί, και κατά συνέπεια ανταποκρίνεται σε αυτές. Ο Θεός γνωρίζει τα άτομα που έχουν δίκαιη καρδιά και γνωρίζει επίσης τη σημασία των όσων φρόντισε ο ίδιος να πει το πνεύμα του μέσω των συγγραφέων της Αγίας Γραφής. Γνωρίζει ποια «είναι η σημασία [φρόνημα, Κείμενο] του πνεύματος» όταν το πνεύμα «συνηγορεί», ή αλλιώς μεσολαβεί, για αυτούς κατ’ αυτόν τον τρόπο.
Πώς Αγαπάμε με τη Διάνοια. Ο Ιεχωβά προείπε τη σύναψη μιας νέας διαθήκης υπό την οποία το άγιο πνεύμα θα επενεργούσε έτσι ώστε να γραφτούν οι νόμοι του στις διάνοιες και στις καρδιές του λαού του. (Εβρ 8:10· 10:16) Με αυτόν τον τρόπο, εκείνοι είναι σε θέση να εκπληρώνουν αυτό στο οποίο κρεμόταν όλος ο Νόμος και οι Προφήτες, δηλαδή “το να αγαπάει κανείς τον Ιεχωβά τον Θεό του με όλη του την καρδιά και με όλη του την ψυχή και με όλη του τη διάνοια, και τον πλησίον του όπως τον εαυτό του”. (Ματ 22:37-40· Λου 10:27, 28) Πρέπει να αγαπάει κανείς τον Θεό με όλη του την καρδιά (τις επιθυμίες, τα αισθήματα και τα συναισθήματα του εσωτερικού ανθρώπου), με όλη του την ψυχή (τη ζωή και ολόκληρη την ύπαρξή του) και με όλη του τη διάνοια (τις διανοητικές του ικανότητες). Αυτή η τελευταία φράση σημαίνει πως οι υπηρέτες του Θεού δεν πρέπει να αγαπούν μόνο με τα αισθήματα, τα συναισθήματα και τη δύναμή τους, αλλά επίσης πρέπει να καταβάλλουν έντονη διανοητική προσπάθεια ώστε να αποκτούν γνώση για τον Θεό και τον Χριστό (Ιωα 17:3), να κατανοούν (Μαρ 12:33· Εφ 3:18), να υπηρετούν τον Θεό και τους σκοπούς του και να συμμετέχουν στη διακήρυξη των καλών νέων. Τους δίνεται η συμβουλή να “κρατούν το νου τους προσηλωμένο σε αυτά που βρίσκονται πάνω” (Κολ 3:2), να “περιζώσουν τη διάνοιά τους για δραστηριότητα” και να “διατηρούν πλήρως τη διανοητική τους διαύγεια”. (1Πε 1:13) Ο απόστολος Πέτρος διέκρινε ότι ήταν σημαντικό να “αφυπνίσει τις καθαρές τους ικανότητες σκέψης” ώστε να έχουν κατά νου τα όσα έμαθαν. (2Πε 3:1, 2) Πρέπει να “έχουν διαρκώς στο νου την παρουσία της ημέρας του Ιεχωβά”.—2Πε 3:11, 12.
Ο Παύλος, μιλώντας για τα θαυματουργικά χαρίσματα του πνεύματος όπως αυτά ασκούνταν στην πρώτη Χριστιανική εκκλησία, τόνισε την ανάγκη χρήσης του νου. Είπε ότι, αν προσευχόταν σε γλώσσα την οποία δεν μπορούσε να μεταφράσει, ο νους του θα ήταν άκαρπος. Επίσης, αν έψαλλε αίνους με τον ίδιο τρόπο, πώς θα βοηθούσε κάτι τέτοιο τον ακροατή που δεν καταλάβαινε τη γλώσσα; Κατά συνέπεια, είπε ότι προτιμούσε να πει πέντε λόγια με το νου του, ώστε να διδάξει άλλους, παρά δέκα χιλιάδες λόγια σε κάποια γλώσσα. Κατόπιν, παρότρυνε τους αδελφούς του να γίνουν πλήρως αναπτυγμένοι όσον αφορά τις δυνάμεις κατανόησης.—1Κο 14:13-20.
Οι υπηρέτες του Ιεχωβά λαβαίνουν την εντολή να είναι «κατάλληλα ενωμένοι με τον ίδιο νου και με τον ίδιο τρόπο σκέψης». (1Κο 1:10· Φλπ 2:2· 1Πε 3:8) Αυτό σημαίνει, βέβαια, να είναι ενωμένοι όσον αφορά τα συμφέροντα της αγνής λατρείας—τα σπουδαία πράγματα—όχι όσον αφορά τις προσωπικές προτιμήσεις ή ζητήματα μικρής σημασίας τα οποία θα επιλυθούν με την επίτευξη της ωριμότητας. (Ρω 14:2-6, 17) Πρέπει να εκδηλώνουν «το ίδιο φρόνημα σε σχέση με τον Κύριο» (Φλπ 4:2), να μη φιλονικούν, αλλά να “σκέφτονται το ίδιο”.—2Κο 13:11.
Οι Χριστιανοί πρέπει να αγωνίζονται να γνωρίσουν τον Θεό καλύτερα, στο βαθμό στον οποίο αυτός αποκαλύπτει το νου του σε σχέση με διάφορα ζητήματα. (Ρω 11:33, 34· 16:25, 26) Επίσης, πρέπει να έχουν τη διανοητική στάση υπακοής και ταπεινοφροσύνης που είχε ο Ιησούς Χριστός, διότι έτσι θα έχουν «το νου του Χριστού». (1Κο 2:15, 16) Ο Πέτρος συμβουλεύει: “Εφόσον ο Χριστός υπέφερε στη σάρκα, οπλιστείτε και εσείς με την ίδια διανοητική διάθεση”.—1Πε 4:1.
Νωθρότητα ή Διαφθορά του Νου. Οι Ισραηλίτες στο Όρος Σινά, των οποίων οι καρδιές δεν ήταν πλήρως στραμμένες προς τον Ιεχωβά, είχαν νωθρή αντίληψη, το ίδιο και εκείνοι που συνέχιζαν να ακολουθούν το Νόμο αφότου τον κατάργησε ο Θεός μέσω του Ιησού. (2Κο 3:13, 14) Αυτοί δεν διέκριναν ότι ο Ιησούς ήταν εκείνος τον οποίο υποδείκνυε ο Νόμος. (Κολ 2:17) Όσο για εκείνους που δεν επιδοκίμασαν το να έχουν ακριβή γνώση για τον Θεό αλλά λάτρευαν δημιουργήματα, «ο Θεός τούς παρέδωσε σε μια αποδοκιμασμένη διανοητική κατάσταση». Αυτοί είναι στο σκοτάδι διανοητικά, κάνοντας κάθε είδους μάταια και ανάρμοστα πράγματα. (Ρω 1:28· Εφ 4:17, 18) Άνθρωποι διεφθαρμένοι στο νου αντιστάθηκαν στην αλήθεια ακόμη και στην εποχή του Μωυσή, και αργότερα τέτοιοι άνθρωποι πολέμησαν την αληθινή Χριστιανοσύνη, μερικοί μάλιστα ισχυριζόμενοι ότι ήταν Χριστιανοί, αν και προσπαθούσαν να διαιρέσουν και να αναστατώσουν τις εκκλησίες. (2Τι 3:8· Φλπ 3:18, 19· 1Τι 6:4, 5) Εφόσον έχουν μολυσμένο νου και συνείδηση, τίποτα δεν είναι καθαρό σε αυτούς. Γι’ αυτό, λένε ανώφελα πράγματα επιχειρώντας να απατήσουν το νου των αληθινών Χριστιανών με το να προσπαθούν να τους υποδουλώσουν σε ιδέες ανθρώπων. (Τιτ 1:10-16) Γι’ αυτόν το λόγο, είναι ζωτικό για όλους τους Χριστιανούς, και ιδιαίτερα για εκείνους που κατέχουν υπεύθυνες θέσεις, να είναι σώφρονες, δηλαδή να έχουν υγιή νου.—Ρω 12:3· 1Τι 3:2· Τιτ 2:6· 1Πε 4:7.
«Ο θεός αυτού του συστήματος πραγμάτων», ο Διάβολος, είναι αυτός που έχει τυφλώσει τις διάνοιες των απίστων για να μη φωτιστούν από τα καλά νέα σχετικά με τον Χριστό. (2Κο 4:4) Υπάρχει, λοιπόν, ο κίνδυνος να παραπλανήσει αυτός ο πρώτιστος εχθρός του Θεού τους Χριστιανούς με την πανουργία του και να διαφθείρει τις διάνοιές τους, κάνοντάς τες να φύγουν «από την ειλικρίνεια και την αγνότητα που οφείλονται στον Χριστό». (2Κο 11:3) Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να εκδηλώνουν οι Χριστιανοί ενότητα φρονήματος και λογικότητα, εξακολουθώντας να προσεύχονται, ώστε η ειρήνη του Θεού «η οποία υπερέχει από κάθε σκέψη» να περιφρουρήσει τις διανοητικές τους δυνάμεις μέσω του Χριστού Ιησού.—Φλπ 4:2, 5-7.
Θεραπεία της Διάνοιας και Διάνοιξή Της. Ο Ιησούς επανέφερε στα λογικά του έναν δαιμονισμένο άνθρωπο, δείχνοντας ότι είχε τη δύναμη να το κάνει αυτό ακόμη και σε όσους είχαν παραφρονήσει εξαιτίας των δαιμόνων.—Μαρ 5:15· Λου 8:35.
Επιπλέον, μπορεί να ανοίξει τις διάνοιες όσων έχουν πίστη ώστε να συλλάβουν το νόημα των Γραφών. (Λου 24:45) Εκείνοι που είναι συνεσταλμένοι ή αισθάνονται διανοητικά κατώτεροι μπορούν να παρηγορηθούν από τα λόγια του αποστόλου Ιωάννη: “Γνωρίζουμε ότι ο Γιος του Θεού έχει έρθει και μας έχει δώσει διανοητική ικανότητα ώστε να αποκτούμε τη γνώση για τον αληθινό [τον Ιεχωβά Θεό]”.—1Ιω 5:20.
Ο Παύλος έδειξε στην εκκλησία της Κορίνθου ότι ήταν σώφρων, παρ’ όλο που εκείνοι νόμιζαν ότι “είχε χάσει το μυαλό του” (ή αλλιώς “ήταν εκτός εαυτού”) όταν καυχήθηκε για τα διαπιστευτήριά του ως αποστόλου, κάτι που φυσιολογικά δεν θα έκανε ένας Χριστιανός. Εξηγεί ότι αναγκάστηκε να το κάνει αυτό για να τους φέρει πίσω στον Θεό, για να τους φυλάξει ώστε να μην απομακρυνθούν. Αυτό συνέβη επειδή απέβλεπαν σε ψευδαποστόλους οι οποίοι τους έστρεφαν προς εσφαλμένη κατεύθυνση.—2Κο 5:13· 11:16-21· 12:11, 12, 19-21· 13:10.