Του Θεού το Πνεύμα και ο Λόγος—Θείες Προμήθειες για Ζωή
«Το πνεύμα είναι εκείνο το οποίον ζωοποιεί, η σαρξ δεν ωφελεί ουδέν· οι λόγοι τους οποίους εγώ λαλώ προς εσάς, πνεύμα είναι και ζωή είναι.»—Ιωάν. 6:63.
1. Τι καθιστά επικίνδυνον τον αέρα και τις προμήθειες τροφίμων του ανθρώπου, που κάνουν με αυξανόμενο ρυθμό δύσκολα να ζη στη γη;
ΑΝ ΕΙΧΑΤΕ αφυπνισθή και διεπιστώνατε ότι αναπνέετε θανατηφόρα αέρια, δεν θ’ αγωνιζόσαστε για να εξέλθετε στον καθαρό αέρα; Αν μαθαίνατε ότι το διαιτολόγιό σας περιείχε δηλητηριώδεις ουσίες, οι οποίες εξησθένιζαν το σώμα σας τόσο πολύ ώστε σύντομα θα πεθαίνατε, δεν θα το αλλάζατε μ’ ένα διαιτολόγιο που θα χορηγούσε θρεπτικότητα και υγεία στο σώμα; Εν τούτοις, παρά το ενδιαφέρον μας να εξουδετερώνουμε τους αμέσους κινδύνους, καθίσταται με αυξανόμενο ρυθμό δύσκολο για μας να ζήσωμε οπωσδήποτε στη γη λόγω της μολύνσεως του αέρος που αναπνέομε, της τροφής που τρώμε και του νερού που πίνομε. Βροχή από ραδιενεργό σκόνι από τις ατομικές εκρήξεις και τις επιβλαβείς καπνιές και χημικές ουσίες μολύνει τον αέρα, καθώς και τις προμήθειες τροφής και νερού. Ο τρόπος αυξήσεως και επεξεργασίας της τροφής τις αφήνουν συχνά απογυμνωμένες από απόψεως θρεπτικότητος και μολυσμένες με δηλητήρια και προσθήκες. Αποχετεύσεις και άλλα απορρίμματα διοχετεύονται μέσα σε ρεύματα και λίμνες που προμηθεύουν πόσιμο νερό, μεταδίδοντας έτσι ασθένεια και θάνατο σε πολλούς οι οποίοι το πίνουν. Σ’ αυτόν τον κίνδυνο προστίθεται και η κρίσιμη έλλειψις τροφίμων και ποσίμου νερού σε πολλά μέρη του κόσμου.
2. (α) Ποιος «αήρ» είναι πιο θανατηφόρος από τον φυσικόν αέρα ο οποίος έχει μολυνθή, και από πού προέρχεται; (β) Αντιπαραβάλετε τ’ αποτελέσματα εκείνων οι οποίοι καθοδηγούνται από το «πνεύμα του κόσμου» κι εκείνων οι οποίοι καθοδηγούνται, από το πνεύμα του Θεού.
2 Εγνωρίζατε, όμως, ότι υπάρχει ένας άλλος «αέρας» που αναπνέεται σήμερα πιο θανατηφόρος, αλλά και ύπουλος, από τον κατά γράμμα αέρα, ο οποίος καθίσταται ολοένα περισσότερο μολυσμένος; ή ότι η μεγάλη πλειονότης του ανθρωπίνου γένους καταναλίσκει ένα σταθερό διαιτολόγιο «τροφής» και «ποτού,» το οποίο την οδηγεί γοργά στον τάφο; Ομιλώντας από πνευματική άποψι, ο «αέρας» ή η κοσμική ατμόσφαιρα που οι περισσότεροι άνθρωποι αναπνέουν σήμερα είναι το «πνεύμα του κόσμου,» το οποίον εκρίθη ακάθαρτο από τον Ιεχωβά. (1 Κορ. 2:12· Αποκάλ. 16:17-21) Υπάρχει αυτή η κοινή τάσις της διανοίας, η οποία εμποτίζει τόσο ολόκληρη την κοινωνία ώστε κάνει τους ανθρώπους να σκέπτωνται, να ομιλούν και να λαμβάνουν ωρισμένες στάσεις και απόψεις, και ν’ ακολουθούν ένα μάλλον καλώς καθωρισμένο πρότυπο διαγωγής το οποίον ανθίσταται στην επίδρασι του πνεύματος του Θεού και στην παιδεία του Λόγου του, της Αγίας Γραφής. Αυτό δεν είναι περίεργο, εφόσον ‘ο κόσμος όλος κείται στην εξουσία του πονηρού,’ του Σατανά ή Διαβόλου, ο οποίος περιγράφεται ως ο «θεός του κόσμου τούτου [αυτού του συστήματος πραγμάτων, ΜΝΚ],» και ως ‘ο άρχων της εξουσίας του αέρος, το πνεύμα το οποίον ενεργεί τη σήμερον εις τους υιούς της απείθειας.’ (1 Ιωάν. 5:19, ΜΝΚ· 2 Κορ. 4:4· Εφεσ. 2:2) Αν δεν αφυπνισθούμε από τα θανατηφόρα αποτελέσματα αυτού του πνεύματος το οποίον προέρχεται από τον Διάβολο και τροφοδοτεί τις ιδιοτελείς επιθυμίες της σαρκός, θ’ απολεσθούμε. Οφείλομε, μάλλον, να ζητήσωμε να κατευθυνώμεθα από το άγιο πνεύμα του Θεού, κι έτσι να κινούμεθα για να περιπατήσουμε στην αγνή και δικαία οδό που οδηγεί στη ζωή. «Διότι οι ζώντες κατά την σάρκα, τα της σαρκός φρονούσιν· οι δε κατά το πνεύμα, τα του πνεύματος. Επειδή το φρόνημα της σαρκός είναι θάνατος· το δε φρόνημα του πνεύματος, ζωή και ειρήνη.»—Ρωμ. 8:5, 6.
3. Ποια είναι η πνευματική δίαιτα των μαζών του ανθρωπίνου γένους, και ποιο υπήρξε το αποτέλεσμα;
3 Είναι μήπως η πνευματική δίαιτα της οποίας γίνεται προμήθεια για τις διάνοιες των μαζών καλυτέρα από τον «αέρα» που αναπνέουν; Οι στεναγμοί ενός ασθενούς κόσμου, ο οποίος είναι ετοιμοθάνατος, δίνουν την ανησυχητική απάντησι. Οι ολοένα αυξανόμενες βία, απληστία, ανηθικότης και βλασφημία κατά του Θεού σ’ αυτόν τον κόσμο είναι τα τρομερά αποτελέσματα. Απέρριψαν την αγνή τροφή του Λόγου του Θεού, η οποία θα έφερνε πνευματική υγεία και θα έδινε οδηγίες για την οδό προς την αιώνια ζωή, κι εστράφησαν προς την φιλοσοφία, τις θεωρίες, τους κώδικας ηθικής, τα σχέδια, τις ιδεολογίες και, ναι, ακόμη στις διαιρετικές επιδράσεις των θρησκευτικών αιρέσεων αυτού του παλαιού συστήματος. Όπως ακριβώς η σωματική τροφή και το νερό, τα οποία είναι μολυσμένα, καθιστούν το σώμα άρρωστο κι επισπεύδουν τον θάνατο, έτσι και η διατροφή με αυτήν την δίαιτα έκαμε τις μάζες του ανθρωπίνου γένους τόσο άρρωστες ώστε ο Θεός να τις θεωρή νεκρές μολονότι ζουν. (Εφεσ. 2:1· 1 Τιμ. 5:6) «Δύο κακά έπραξεν ο λαός μου· εμέ εγκατέλιπον την πηγήν των ζώντων υδάτων, και έσκαψαν εις εαυτούς λάκκους, λάκκους συντετριμμένους, οίτινες δεν δύνανται να κρατήσωσιν ύδωρ.» «Εγκατέλιπον τον Ιεχωβά, κατεφρόνησαν τον Άγιον του Ισραήλ, εστράφησαν εις τα οπίσω. Δια τι παιδευόμενοι θέλετε επιπροσθέτει στασιασμόν; όλη η κεφαλή είναι άρρωστος, και όλη η καρδία κεχαυνωμένη· από ίχνους ποδός μέχρι κεφαλής δεν υπάρχει εν αυτώ ακεραιότης.»—Ιερεμ. 2:13· Ησ. 1:4-6, ΜΝΚ.
4. Σε αντίθεσι προς τη σοφία αυτού του κόσμου, τι είδους τροφή χρειάζεται ο άνθρωπος για τη διάνοιά του;
4 Αν πρόκειται ο άνθρωπος να λάβη ορθές αποφάσεις που θα τον οδηγήσουν στη ζωή, έχει ανάγκη από στερεά τροφή βασισμένη στην αλήθεια με την οποία να τρέφη την διάνοιά του, όχι από κοσμική σοφία. Ο Ιησούς έθεσε την έμφασι στην ορθή θέσι όταν επειράζετο από τον Διάβολο: «Είναι γεγραμμένον, ‘Με άρτον μόνον δεν θέλει ζήσει ο άνθρωπος, αλλά με πάντα λόγον εξερχόμενον δια στόματος Ιεχωβά’.» (Ματθ. 4:4, ΜΝΚ) Η διάνοια του ανθρώπου έχει ανάγκη από θεία σοφία για να σκέπτεται ορθά. Πρέπει να υπάρχη μια βάσις αληθείας επάνω στην οποία να οικοδομήση. Σε προσευχή στον Θεό, ο Ιησούς είπε: «Ο λόγος ο ιδικός σου είναι αλήθεια.» (Ιωάν. 17:17) Μόνο με την προσεκτική μελέτη της Γραφής, του βιβλίου της αληθείας, μπορούμε να εκτιμήσωμε την μόνη οδό για αιώνια ζωή, δηλαδή, μέσω της θυσίας του Ιησού Χριστού. «Είπε προς αυτούς ο Ιησούς, Εγώ είμαι ο άρτος της ζωής· όστις έρχεται προς εμέ, δεν θέλει πεινάσει· και όστις πιστεύει εις εμέ, δεν θέλει διψήσει πώποτε.»—Ιωάν. 6:35· Ιάκ. 3:13-18.
5. Τι θα μας βοηθήση να κάμωμε η στερεά τροφή του Λόγου του Θεού;
5 Ο Παύλος έγραψε στους Εβραίους Χριστιανούς, οι οποίοι ήσαν βραδείς στην κατανόησι των βαθυτέρων πραγμάτων σχετικά με τον Ιησούν ως τον Μεσσίαν: «Περί του οποίου πολλά έχομεν να είπωμεν, και δυσερμήνευτα· διότι εγείνετε νωθροί τας ακοάς. Των τελείων [ωρίμων, ΜΝΚ] όμως είναι η στερεά τροφή, οίτινες δια την έξιν έχουσι τα αισθητήρια γεγυμνασμένα εις το να διακρίνωσι το καλόν και το κακόν.» (Εβρ. 5:11, 14) Ο ίδιος προειδοποίησε ακόμη: «Βλέπετε μη σας εξαπατήση τις δια της φιλοσοφίας και της ματαίας απάτης, κατά την παράδοσιν των ανθρώπων, κατά τα στοιχεία του κόσμου, και ουχί κατά Χριστόν.»—Κολ. 2:8· Ψαλμ. 119:104, 105.
6. Επειδή ο Θεός θέλει να ζήση ο άνθρωπος, ποιες προμήθειες έχει κάμει γι’ αυτόν;
6 Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι, αν θέλωμε ζωή στο νέο σύστημα πραγμάτων του Θεού, οφείλομε να παύσωμε ν’ αναπνέωμε το «πνεύμα του κόσμου» και ν’ αφήσωμε στο εξής το άγιο πνεύμα του Θεού να γίνη η κινητήριος δύναμις στη ζωή μας. Πρέπει να παύσωμε να τρεφώμεθα με τα σκύβαλα της κοσμικής γνώσεως και να παύσωμε να πίνωμε μολυσμένα νερά των ανθρωποποιήτων ιδεών, και στο εξής να τρεφώμεθα με την πνευματική τροφή και πόσι της γνώσεως και αληθείας του Λόγου του Θεού. Η εκλογή είναι πράγματι για ζωή ή για θάνατο. Οφείλομε να δεχθούμε τις προμήθειες του Θεού για ζωή ή άλλως θα την χάσωμε. Αν πραγματικά θέλωμε ζωή, Αυτός θα μας βοηθήση να την λάβωμε, διότι δεν είναι θέλημά του να χαθή κανείς. Οι θείες προμήθειες του πνεύματος και του Λόγου του είναι δύο ισχυρές εγγυήσεις γι’ αυτό.—2 Πέτρ. 3:9· Ιεζ. 33:11· Ιωάν. 7:37-39.
7. (α) Μήπως ο Θεός μάς δίνει με θαυματουργικό τρόπο κατανόησι του Λόγου του; (β) Πώς πρέπει να βλέπωμε τη λειτουργία του πνεύματος του Θεού επάνω στους προφήτας και τους Βιβλικούς συγγραφείς;
7 Το ερώτημα εγείρεται τώρα, Πώς μπορούμε να λαμβάνωμε τα πιο μεγάλα οφέλη από αυτές τις θείες προμήθειες για ζωή; Ο Ιεχωβά δεν διανοίγει θαυματουργικά τις διάνοιές μας για να εγχύση μέσα κατανόησι. Δεν έχει ποτέ ενεργήσει μ’ αυτό τον τρόπο. Οφείλομε να ερευνούμε για γνώσι και κατανόησι όπως αν επρόκειτο για κρυμμένους θησαυρούς. (Παροιμ. 2:1-9) Αν οι καρδιές μας είναι δίκαιες και θέλωμε πραγματικά να υπηρετήσωμε τον Θεό, αυτός θα μας δώση κατανόησι, αλλά όχι αναγκαστικώς. Η λατρεία πρέπει να είναι τελείως εκουσία, από την καρδιά. Μολονότι αυτός έδωσε έμπνευσι στους Βιβλικούς συγγραφείς και άλλους, εν τούτοις αυτοί ώφειλαν να χρησιμοποιούν τη νοημοσύνη των για να μαθαίνουν το θέλημα του Θεού και να λάβουν μόνοι των απόφασι να τον υπηρετήσουν. Συχνά δεν εννοούσαν πλήρως αυτό που ελάμβαναν με έμπνευσι. (Δαν. 12:8, 9· 1 Πέτρ. 1:10-12) Αυτός δεν μας καταλαμβάνει όπως κάνουν οι δαίμονες όταν έχουν κάτω από τον έλεγχό τους την διάνοια ενός ατόμου που είναι εκτεθειμένο σ’ αυτούς. Δεν λαμβάνομε το «άγιον πνεύμα,» με ορατές εκδηλώσεις, όπως στις ημέρες των αποστόλων. Όταν οι απόστολοι κι εκείνοι οι οποίοι ήσαν στενά συνταυτισμένοι μαζί τους πέθαναν, δεν εγίνοντο πια δυναμικά έργα ή θαύματα με την βοήθεια του αγίου πνεύματος του Θεού.—1 Κορ. 13:8-13· 2 Πέτρ. 1:19-21.
8. (α) Μολονότι δεν γίνονται πια ισχυρά έργα από το άγιο πνεύμα, ποιες λειτουργίες εξακολούθησαν ως την εποχή μας; (β) Πώς το πνεύμα του Θεού μάς βοηθεί να κατανοήσωμε «τα υπό του Θεού χαρισθέντα εις ημάς»;
8 Μήπως, όμως, αυτό σημαίνει ότι το άγιον πνεύμα δεν ενεργεί πια προς όφελός μας; Όχι, τα μεγάλα έργα ήσαν απλώς μια λειτουργία του πνεύματος. Ο Παύλος δείχνει ότι υπάρχουν «διαιρέσεις χαρισμάτων, το πνεύμα όμως [είναι] το αυτό.» (1 Κορ. 12:4-6) Ο Ιησούς είπε: «Το πνεύμα είναι εκείνο το οποίον ζωοποιεί, η σαρξ δεν ωφελεί ουδέν· οι λόγοι τους οποίους εγώ λαλώ προς εσάς, πνεύμα είναι και ζωή είναι.» «Όταν όμως έλθη ο Παράκλητος, τον οποίον εγώ θέλω πέμψει προς εσάς παρά του Πατρός, το πνεύμα της αληθείας, το οποίον εκπορεύεται παρά του Πατρός, εκείνος θέλει μαρτυρήσει περί εμού. Αλλά και σεις μαρτυρείτε, διότι απ’ αρχής μετ’ εμού είσθε.» (Ιωάν. 6:63· 15:26, 27) Από την Πεντηκοστή του 33 μ.Χ. το άγιο πνεύμα του Ιεχωβά εξακολούθησε να είναι ένας «παράκλητος,» ένας ‘που υπενθυμίζει,’ ένας ‘διδάσκαλος’ κι ένας ‘που δίνει μαρτυρίαν.’ (Ιωάν. 16:7-16· 14:25, 26· Μάρκ. 13:11) Αφού ενέπνευσε τον τελευταίο Βιβλικό συγγραφέα, τον Ιωάννη, να τερματίση τον Βιβλικό κανόνα, εξεπλήρωσε αυτούς τους ρόλους πρωτίστως βοηθώντας τους αληθινούς δούλους του Ιεχωβά να λαμβάνουν μια προοδευτική κατανόησι του Λόγου του Θεού και να διαδώσουν τ’ αγαθά νέα σ’ όλον τον κόσμο ως μαρτυρία. Δεν υπήρχε ανάγκη προσθέτων αποκαλύψεων αλλά κατανοήσεως αυτών που είχαν ήδη γραφή. Ο Παύλος το έθεσε ως εξής: «Εις ημάς δε ο Θεός απεκάλυψεν αυτά δια του πνεύματος αυτού· επειδή το πνεύμα ερευνά τα πάντα, και τα βάθη του Θεού. Αλλ’ ημείς δεν ελάβομεν το πνεύμα του κόσμου, αλλά το πνεύμα το εκ του Θεού, δια να γνωρίσωμεν τα υπό του Θεού χαρισθέντα εις ημάς. Τα οποία και λαλούμεν, ουχί με διδακτούς λόγους ανθρωπίνης σοφίας, αλλά με διδακτούς του πνεύματος του αγίου, συγκρίνοντες τα πνευματικά προς τα πνευματικά.»—1 Κορ. 2:10, 12, 13.
9. Πώς μπορούμε ν’ αποκτήσωμε το «υπόδειγμα των υγιαινόντων λόγων» στη διάνοιά μας;
9 Αυτή η ενέργεια, λοιπόν, απαιτεί μια αλλαγή στον τρόπο σκέψεως. Οφείλομε να παύσωμε ν’ αναπνέωμε το πνεύμα αυτού του κόσμου και να εργαζώμεθα για ένα νέο πνεύμα ή δύναμη μέσα μας που θα είναι σε αρμονία με το πνεύμα και τον Λόγο του Θεού. Το πνεύμα του Θεού ενήργησε πάντοτε σε αρμονία με τον Λόγο του. Δεν μπορεί να βρίσκεται σε αντίθεσι μ’ αυτόν. Δεν θα μας δώση κάποια αντίθετη κατεύθυνσι ή νέα κατεύθυνσι αν την έχη ήδη εκεί στον Λόγο του για να την μάθωμε, αλλά θα μας βοηθήση να κατανοήσωμε αυτό που είναι γραμμένο. Οφείλομε ν’ αποκτήσουμε κατανόησι πνευματικών πραγμάτων με το να λαμβάνωμε τα πνευματικά λόγια που βρίσκονται μέσα στη Γραφή με σαφή τρόπο στη διάνοια. Οφείλομε να θέτωμε συναρμολογημένα μαζί τα σχετιζόμενα μέρη για ν’ αποκτούμε πνευματική κατανόησι. Ο Παύλος έγραψε στον Τιμόθεο: «Κράτει το υπόδειγμα των υγιαινόντων λόγων, τους οποίους ήκουσας παρ’ εμού, μετά πίστεως και αγάπης της εν Χριστώ Ιησού. Την καλήν παρακαταθήκην φύλαξον δια του πνεύματος του αγίου του ενοικούντος εν ημίν.»—2 Τιμ. 1:13, 14· Εφεσ. 3:14-19.
10. Με ποιον τρόπο το πνεύμα του Θεού εργάζεται μέσω του Λόγου του;
10 Οι σελίδες της Γραφής καθ’ εαυτές είναι απλώς χάρτης με μελάνη επάνω τους, είτε με πολυτελές είτε με απλό δέσιμο. Εν τούτοις, όταν ένας αρχίζη να μελετά αυτά τα θεόπνευστα λόγια με καλή καρδιά, παράγεται μια ισχυρή δύναμις ώστε μπορεί πραγματικά να λεχθή ότι το πνεύμα του Θεού απορροφάται από τον αναγνώστη ο οποίος κάνει διάκρισι. Αυτή είναι πραγματικά μια από τις εξέχουσες λειτουργίες του αγίου πνεύματος, λόγω της δυνάμεως που έχει τεθή μέσα στον Λόγο του Θεού από το άγιο πνεύμα. Παράγει αποτελέσματα όταν αρχίζη να επενεργή στην ζωή μας. «Διότι ο λόγος του Θεού είναι ζων, και ενεργός, και κοπτερώτερος υπέρ πάσαν δίστομον μάχαιραν, και διέρχεται μέχρι διαιρέσεως ψυχής τε και πνεύματος, αρμών τε και μυελών, και διερευνά τους διαλογισμούς και τας εννοίας της καρδίας.» (Εβρ. 4:12) Ο Λόγος του Θεού είναι τόσο διαπεραστικός! Εισχωρεί ως τα ελατήρια με τα οποία ενεργούμε. Κάνει διάκρισι μεταξύ εκείνου που φαινόμεθα ότι είμεθα ως ένα ζων πλάσμα, η ψυχή, και εκείνου που πραγματικά είμεθα στην καρδιά, στη στάσι, στο πνεύμα. Αν το αφήσωμε να ενεργήση στη ζωή μας, θ’ αντιδράση στις εσφαλμένες ιδέες, τα ακάθαρτα ελατήρια και τις ιδιοτελείς επιθυμίες. Μπορεί να δημιουργήση μέσα μας μια ισχυρή δύναμι, η οποία θα μας κινή προς την δικαιοσύνη.—Ιερεμ. 17:9, 10.
ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΓΙΑ ΕΝΑ ΝΕΟ ΠΝΕΥΜΑ
11. Πώς προώριζε ο Θεός να χρησιμοποιή ο άνθρωπος τη διάνοιά του;
11 Όταν ο Ιεχωβά έκαμε τον άνθρωπο, του έδωσε την θαυμαστή ικανότητα μιας λογικευομένης διανοίας. Τι καλό δώρο ήταν αυτό! Οι διάνοιες του Αδάμ και της Εύας δεν ήσαν έντυπα κυκλώματα που μπορούσαν να παράγουν μόνο προκαθωρισμένες σκέψεις ή αποτελέσματα σ’ ένα δεδομένο κίνητρο. Ούτε ήσαν «ρομπότ» διευθυνόμενα από τον ουρανό σε κάθε κίνησί των. Μάλλον, ο Ιεχωβά επρόκειτο να τους διδάξη προοδευτικώς όσα είχαν ανάγκη να γνωρίζουν για να λαμβάνουν ορθές αποφάσεις στη ζωή. Δεν επρόκειτο να μάθουν το ορθό και το εσφαλμένο από την εμπειρική μέθοδο (ή μέθοδο δοκιμής και πλάνης). Πληροφορίες θα ελαμβάνοντο μέσω των αισθήσεων και θα συνεδέοντο μαζί σε πρότυπα γνώσεως. Αυτό θα μπορούσε να τίθεται σε χρήσι την ίδια στιγμή ή ν’ αποθηκεύεται στη μνήμη για μελλοντική χρήσι. Στον ωρισμένο καιρό ο άνθρωπος θα είχε στην διανοητική του αποθήκη μια απέραντη συσσώρευσι μαθήσεως από τον Δημιουργό του, την οποία θα μπορούσε να χρησιμοποιή ως σοφία για να εκπληρώνη τον σκοπό του Θεού γι’ αυτόν με κατανόησι.—Παροιμ. 3:1-7.
12. (α) Τι εδημιούργησε ο Ιεχωβά μέσα στις διάνοιες και τις καρδιές των ανθρώπων για να τους κάμη να έχουν ένα κίνητρο; (β) Πώς διαφέρει, ο άνθρωπος από τα κατώτερα ζώα όσον αφορά τις δυνατότητες αυτής της διανοητικής δυνάμεως;
12 Ο τρόπος λειτουργίας της διανοίας είναι πολύ περίπλοκος, αλλά γνωρίζομε ότι από την στιγμή που γεννάται ένας υπάρχει παρούσα εκεί μια διανοητική δύναμις η οποία τον υποκινεί να ενεργή. Η Γραφή ομιλεί γι’ αυτή την τάσι της διανοίας ή κινητήριο δύναμι ως το πνεύμα (ρούαχ, στην Εβραϊκή) του ανθρώπου. (Παροιμ. 25:28· 1 Κορ. 2:11) Πηγάζει από τις επιθυμίες, τις ανάγκες, τις φιλοδοξίες και άλλα κίνητρα του ανθρώπου τόσο εντός όσο και εκτός του σώματος, και λαμβάνει έντασι δυνάμεως μέσω καλλιεργείας των. Τα κατώτερα ζώα έχουν, επίσης, πνεύμα· αλλά, σε αντίθεσι, αυτή η διανοητική δύναμις τα οδηγεί να ενεργούν σύμφωνα με το ένστικτο, που λίγο διαφέρει από τον τρόπο με τον οποίο ενεργούσαν οι πρόγονοί των επί αιώνες στο παρελθόν. Στον άνθρωπο, η δύναμις αυτής της τάσεως να καταγίνεται σε περισσότερες από μια κατευθύνσεις σύμφωνα με μια λογικευμένη πορεία δίνει σ’ αυτόν την ικανότητα εκλογής, κι έτσι ο άνθρωπος είναι ένας ελεύθερος ηθικός παράγων. Ωστόσο, η ελευθερία που έχει ο άνθρωπος είναι περιωρισμένη. Έχει όρια. Κατ’ ανάγκην πρέπει να συμβαίνη έτσι για το δικό του συμφέρον, εφόσον υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορεί να εκλέξη να κάμη τα οποία είναι επιβλαβή. Ο Δημιουργός του ανθρώπου, γνωρίζοντας τι είναι καλό γι’ αυτόν, διανοητικώς και σωματικώς, έχει θέσει λογικά όρια τα οποία δεν είναι φορτικά.—1 Ιωάν. 5:3· 1 Πέτρ. 2:16.
13. Περιγράψτε τον τρόπο λειτουργίας της θελήσεως ενός σε συσχετισμό με το «πνεύμα» του.
13 Στενά συνδεδεμένη με αυτή την κινητήριο δύναμι είναι η θέλησις του ατόμου, η οποία είναι η ιδιότης της συνειδητής και προμελετημένης ενεργείας. Αποκαλύπτει σταθερή και επίμονη πρόθεσι και σκοπό. Ο τρόπος, με τον οποίον λαμβάνει ένας γνώσεις και τις συσχετίζει έτσι ώστε να επιτυγχάνη κατανόησι, έχει μεγάλη σχέσι με την θέλησι. Υπάρχουν κινητήριες διανοητικές δυνάμεις πίσω από τις πράξεις μας, και ο έλεγχος που ασκεί η θέλησίς μας επάνω σ’ αυτές τις δυνάμεις καθορίζει το αν θα κάνωμε αυτό το πράγμα ή κάτι άλλο. Αυτό το ονομάζομε δύναμι της θελήσεως. Μπορούμε να ενισχύσωμε την θέλησί μας με την ανάγκη να πράττωμε το ορθό όπως καθορίζεται από τον Θεό και από τις συνέπειες της διαπράξεως του εσφαλμένου, με το να ενεργούμε δε έτσι η κινητήριος δύναμίς μας θα μας κατευθύνη στην κατάλληλη οδό. «Εάν η σοφία εισέλθη εις την καρδίαν σου, και η γνώσις ηδύνη την ψυχήν σου, ορθή βουλή θέλει σε φυλάττει, σύνεσις θέλει σε διατηρεί· δια να σε ελευθερόνη από της οδού της πονηράς.»—Παροιμ. 2:10-12· Δαν. 11:3· 1 Κορ. 7:37.
14. (α) Λόγω της αμαρτίας, ποια είναι η φύσις της τάσεως της διανοίας του ανθρώπου; (β) Πώς μπορούμε να έχωμε ένα νέο πνεύμα που να θέτη σε κίνησι τη διάνοιά μας;
14 Οι πρώτοι μας γονείς δεν εξακολούθησαν να λαμβάνουν ορθή γνώσι και να ενισχύουν την θέλησί των για να εκπληρώσουν τον σκοπό του Ιεχωβά γι’ αυτούς. Άφησαν να γίνουν γόνιμες εσφαλμένες επιθυμίες ώστε να τους ωθήσουν σε μια πορεία αυτοδιαθέσεως. (Ιάκ. 1:14, 15· 2 Κορ. 11:3) Αμάρτησαν, και λόγω κληρονομικότητος έχομε τις ίδιες τάσεις. «Ο λογισμός της καρδίας του ανθρώπου είναι κακός εκ νηπιότητος αυτού.» (Γέν. 8:21) Ο Δαβίδ ωμολόγησε: «Ιδού, συνελήφθην εν ανομία, και εν αμαρτία με εγέννησεν η μήτηρ μου.» Αντιμετωπίζοντας την αθλιότητα της αμαρτωλής του πορείας, προσηύχετο με συντριβή: «Καρδίαν καθαράν κτίσον εν εμοί, Θεέ· και πνεύμα ευθές ανανέωσον εντός μου. Μη με απορρίψης από του προσώπου σου· και το πνεύμα το άγιόν σου μη αφαίρεσης απ’ εμού.» (Ψαλμ. 51:5, 10, 11) Οφείλομε να μελετούμε τον Λόγο του Θεού επιμελώς και να λαμβάνουμε στα σοβαρά την συμβουλή του να έχουμε αυτό το νέο πνεύμα. Οφείλομε ν’ ανταποκρινώμεθα στην καθοδήγησι του αγίου πνεύματος του Θεού. Αν αφεθούμε στην δική μας κρίσι, θα πέφτωμε συχνά και θα οδηγούμεθα σ’ εσφαλμένες οδούς, παρά τις ειλικρινείς μας προθέσεις. Γι’ αυτό, ο απόστολος συμβουλεύει: «Απεκδυθήτε τον παλαιόν άνθρωπον τον κατά την προτέραν διαγωγήν, τον φθειρόμενον κατά τας απατηλάς επιθυμίας· και να ανανεόνησθε εις το πνεύμα του νοός σας, και να ενδυθήτε τον νέον άνθρωπον, τον κτισθέντα κατά Θεόν εν δικαιοσύνη και οσιότητι της αληθείας.»—Εφεσ. 4:22-24.
15. Για να εξακολουθήσουμε να έχωμε μια καλή καρδιά και ορθό πνεύμα, τι χρειάζεται;
15 Αν ένας προσεύχεται, μελετά και εργάζεται για να έχη ένα ορθό πνεύμα και είναι αποφασισμένος να το έχη, ο Θεός είναι πιστός στο ότι Αυτός θα βοηθήση αυτό το άτομο να έχη ορθό πνεύμα. Ο Ιησούς ετόνισε την ανάγκη να προσευχώμεθα να ενισχύση το πνεύμα του Θεού το δικό μας πνεύμα: «Αγρυπνείτε και προσεύχεσθε, δια να μη εισέλθητε εις πειρασμόν· το μεν πνεύμα πρόθυμον, η δε σαρξ ασθενής.» (Ματθ. 26:41) Πρέπει να δοθή στο πνεύμα μας μια ώθησις ή να έχη τόσο ισχυρή κλίσι προς την ορθή κατεύθυνσι ώστε ν’ αντιδρά σε κάθε σαρκική επιθυμία να λάβη την εσφαλμένη οδό ή ν’ ακολουθήση την πορεία της ελαχίστης αντιστάσεως. Τότε δεν θα ενδώσωμε στον πειρασμό ούτε θα ‘δίδωμεν τόπον εις τον διάβολον.’ (Εφεσ. 4:27) Με τη διάνοιά μας άγρυπνη, ζωντανή, ανυπόμονη να κάνη το θέλημα του Θεού, θα μπορούμε ν’ αναγκάζουμε την σάρκα να υπακούη παρά τους περιορισμούς και τις ατέλειές της.—1 Κορ. 9:26, 27· Ρωμ. 6:12-14.
16. (α) Τι εξακολουθεί να εργάζεται σε αντίθεσι με τις ανανεωμένες διάνοιές μας; (β) Τι χρειάζεται για να υπερνικήσωμε τις αδυναμίες της σαρκός;
16 Έτσι, ο Θεός δεν θα εκτελέση ένα θαύμα στην περίπτωσί μας για να εξαλείψη από τα σώματά μας την ατέλεια και την τάσι προς αμαρτίαν. Εξακολουθεί να παραμένη αυτή, και έχομε βαθιά συναίσθησι αυτού του γεγονότος κάθε μέρα, μολονότι επιδιδόμεθα επιμελώς σε μια ευσεβή πορεία. «Ευρίσκω λοιπόν τον νόμον τούτον, ότι, ενώ εγώ θέλω να πράττω το καλόν, πάρεστιν εις εμέ το κακόν. Διότι ηδύνομαι μεν εις τον νόμον του Θεού κατά τον εσωτερικόν άνθρωπον· βλέπω όμως εν τοις μέλεσί μου άλλον νόμον αντιμαχόμενον εις τον νόμον του νοός μου, και αιχμαλωτίζοντά με εις τον νόμον της αμαρτίας τον όντα εν τοις μέλεσί μου. . . . Άρα λοιπόν αυτός εγώ με τον νουν μεν δουλεύω εις τον νόμον του Θεού· με την σάρκα δε εις τον νόμον της αμαρτίας.» (Ρωμ. 3:21-25) Θα ήμεθα ανίκανοι να υπερνικήσωμε τις επιθυμίες της σαρκός με τις δικές μας δυνάμεις. Γι’ αυτό ο Θεός μάς χορηγεί τη βοήθεια που έχομε ανάγκη επί πλέον και υπεράνω από εκείνο που εμείς οι ίδιοι μπορούμε να κάνωμε για ν’ ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις, «δια να ήναι η υπερβολή της δυνάμεως του Θεού, και ουχί εξ ημών.» (2 Κορ. 4:8) Αυτός μας δίνει το πνεύμα του, όχι για να γίνη ένα θαύμα και να εξαφανισθή το πρόβλημα, αλλά για να μας δώση κατανόησι του πώς να το αντιμετωπίσωμε, να υπομείνωμε σ’ αυτό και να διδαχθούμε από αυτό, ν’ αποδείξωμε ακεραιότητα με αυτό. «Διότι δεν έδωκεν εις ημάς ο Θεός πνεύμα δειλίας, αλλά δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού.»—2 Τιμ. 1:7· Λουκ. 11:13.
17. (α) Καθώς υφιστάμεθα διάφορες δοκιμασίες, τίνος πράγματος δεν πρέπει να χάσωμε την όρασι; (β) Γιατί κατά καιρούς είμεθα πλήρως υποκείμενοι στη δοκιμή;
17 Δεν πρέπει να νομίζωμε ότι οι δοκιμασίες μας είναι πάντοτε ειδικές και περιλαμβάνουν το μεγάλο ζήτημα της παγκοσμίου κυριαρχίας, όπως συνέβαινε με την δοκιμασία του Ιώβ, κι ωστόσο δεν πρέπει ποτέ να μεταβούμε στο άλλο άκρο και να νομίζωμε ότι δεν συμβάλλομε στη διεκδίκησι του ονόματος του Ιεχωβά με την πορεία μας της πιστότητος κάτω από δοκιμή. Ο Διάβολος και οι δαίμονές του θα ενεργούσαν χωρίς κανένα έλεος για να καταστρέψουν τους δούλους του Θεού, αν ο Θεός δεν επρομήθευε την αναγκαία προστασία καθώς και το κλίμα μέσα στο οποίο θα μπορούσαν να εκτρέφωνται πίστις, ελπίς και αγάπη και ν’ αναπτύσσεται ακεραιότης. Ο Διάβολος θέτει πάντοτε σε αμφισβήτησι την ακεραιότητα και την ευθύτητα των δούλων του Θεού και συχνά ενεργεί με τρόπο που να πειραζώμεθα και υβριζώμεθα, ν’ απειλούμεθα ή άλλως να είμεθα αναμεμιγμένοι σ’ αυτά. Μερικά ζητήματα αντιμετωπίζονται πολύ απότομα, και πολλές φορές μπορεί να φαίνεται ότι είναι ζήτημα μιας πολύ ταχείας αποφάσεως το αν το άτομο θα διακρατήση ακεραιότητα και πιστότητα κάτω από δοκιμή. Αν ο Ιεχωβά έκανε μια θαυματουργική απελευθέρωσι αδιακρίτως, τότε θα υπήρχε μια βάσις για να ονειδίση ο Διάβολος τον Ιεχωβά, ότι δεν αφήνει να διατρέξη το ζήτημα την πλήρη πορεία του: ‘Ο Ιεχωβά τον βοήθησε ακριβώς στο κρίσιμο σημείο· αν Αυτός δεν τον απελευθέρωνε ακριβώς τότε, ασφαλώς θ’ απετύγχανε στην δοκιμή στην οποία τον υπέβαλε τότε.’ Έτσι τ’ αποτελέσματα δεν θα ήσαν αποφασιστικά όσον αφορά το ζήτημα.—Παροιμ. 27:11· Αποκάλ. 7:1-4, 9-17.
18. Τι μπορούμε ν’ αναμένωμε ως ανακούφισι από τον Ιεχωβά;
18 Εξ άλλου, αν η δοκιμή ή δοκιμασία υπερβή εκείνο που είναι λογικό, υπερβαίνη το σημείον που θ’ απεδείκνυε ότι περιλαμβάνει κάτι που έχει σχέσι με το ζήτημα, τότε θα υπήρχε δικαιολογία να επέμβη φιλάγαθα ο Ιεχωβά στην εικόνα για να φέρη ανακούφισι, με κάποια ενέργεια, είτε μέσω των αγίων αγγέλων του οι οποίοι είναι δημόσιοι υπηρέται προς όφελος των αγίων στη γη ή με άλλον τρόπο. Το άτομο είναι πιθανόν να μη αντιλαμβάνεται αυτή την ειδική βοήθεια, αλλά θα αισθανθή την ανακούφισι. Ο Ιεχωβά μπορεί να κάμη να σταματήση το ζήτημα, δίνοντας διέξοδο, αν η δοκιμή έχη εξυπηρετήσει τον σκοπό της, ή μπορεί να επιτρέψη να φθάση στο έσχατο όριό της, σε μερικές περιπτώσεις, αν η πιστότης μέχρι θανάτου είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίον μπορεί να τακτοποιηθή το ζήτημα. «Ώστε ο νομίζων ότι ίσταται, ας βλέπη μη πέση. Πειρασμός δεν σας κατέλαβεν ειμή ανθρώπινος· πιστός όμως είναι ο Θεός, όστις δεν θέλει σας αφήσει να πειρασθήτε υπέρ την δύναμίν σας, αλλά μετά του πειρασμού θέλει κάμει και την έκβασιν, ώστε να δύνασθε να υποφέρητε.»—1 Κορ. 10:12, 13· 2 Κορ. 4:7-12.
19. Εφόσον ο Ιεχωβά «σταθμίζει τα πνεύματα,» τι πρέπει να είμεθα προσεκτικοί να κάνωμε;
19 Πόσο παρηγορητικοί είναι οι λόγοι του Παύλου: «Δια τούτο δεν αποκάμνομεν αλλ’ εάν και ο εξωτερικός ημών άνθρωπος φθείρεται, ο εσωτερικός όμως ανανεούται καθ’ εκάστην ημέραν.» (2 Κορ. 4:16) Αυτόν τον ‘εσωτερικόν άνθρωπον’ θέλομε να εξακολουθούμε ν’ ανανεώνωμε και να διαφυλάξωμε. Καθώς υπομένομε, ενθυμούμεθα ότι ο Ιεχωβά «σταθμίζει τα πνεύματα.» (Παροιμ. 16:2) Αυτός προσέχει να ιδή αν εμείς αφήνωμε το πνεύμα αυτού του κόσμου και την σοφία του ν’ αποτελούν κινητήριο δύναμι για μας, ή αν παραμένουμε κοντά στον Λόγο του και ανταποκρινώμεθα στο πνεύμα του. «Μη λυπείτε το πνεύμα το άγιον του Θεού . . . νοείτε τι είναι το θέλημα του Ιεχωβά. . . . Πληρούσθε δια του πνεύματος.»—Εφεσ. 4:30· 5:17, 18· Γαλ. 5:16-26.
20. Για ποιον σκοπό μας έχει δώσει ο Ιεχωβά το πνεύμα του και τον Λόγο του; Τι θα δείξη το επόμενο άρθρο;
20 Αν πρόκειται να εισέλθωμε στη νέα τάξι πραγμάτων του Θεού για το ανθρώπινο γένος, πρέπει να επωφεληθούμε από όλες τις προμήθειες που έχει κάμει ο Ιεχωβά για ζωή. Σ’ αυτό το άρθρο είδαμε πώς το πνεύμα του και ο Λόγος του είναι απαραίτητα βοηθήματα χωρίς τα οποία δεν μπορούμε να κάμωμε. Υπάρχει και μια τρίτη προμήθεια, η οποία είναι, επίσης, απαραίτητη, και στο επόμενο άρθρο θα ιδούμε πώς και αυτή, ομοίως, είναι μια στοργική προμήθεια από τον Ιεχωβά στον λαό του στην αναζήτησί τους για ζωή.