Ερωτήσεις από Αναγνώστες
◼ Μήπως η ύλη σχετικά με την απόκτηση της επιδοκιμασίας του Θεού σημαίνει ότι οι Χριστιανοί μπορούν να μιλάνε σε κάποιον που θεωρούνταν προηγουμένως «επιδοκιμασμένος σύντροφος», αλλά τον οποίο χρειάστηκε αργότερα να αποφεύγουν λόγω αδικοπραγίας;
Ναι, αυτό σημαίνει. Η Σκοπιά της 15ης Νοεμβρίου 1988 έδειξε γιατί είναι Γραφικό να τροποποιήσουμε την άποψή μας για ένα αβάφτιστο άτομο που συμμετέχει στη δημόσια διακονία με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Στο παρελθόν, ένα τέτοιο άτομο ονομαζόταν «επιδοκιμασμένος σύντροφος». Μετά, αν αυτό το άτομο παραβίαζε αμετανόητα τους νόμους του Θεού, η εκκλησία προειδοποιούνταν και τότε τα μέλη της απέφευγαν να κάνουν συναναστροφή μαζί του και να του μιλάνε.
Όπως έδειξε η πρόσφατη ύλη, η Αγία Γραφή απαιτεί να γίνεται τέτοια ενέργεια διαπαιδαγώγησης στην περίπτωση των βαφτισμένων ατόμων που διαπράττουν αδικοπραγία αμετανόητα. (1 Κορινθίους 5:11-13· 2 Ιωάννου 9-11) Ωστόσο, ένα αβάφτιστο άτομο που διαπράττει αδικοπραγία δεν είναι το ίδιο υπόλογο μ’ ένα άτομο που είναι βαφτισμένο. (Λουκάς 12:48) Αυτός δεν έχει βαφτιστεί ακόμη κι έτσι δεν έχει γίνει επιδοκιμασμένος στα μάτια του Θεού· γι’ αυτό δεν είναι κατάλληλο να γίνει αποκοπή στην περίπτωσή του. Βασικά, αυτός είναι τώρα ένα κοσμικό άτομο και μπορεί να έχει την ανάλογη μεταχείριση.
Τι θα γίνει λοιπόν με κάποιον που ονομαζόταν στο παρελθόν «επιδοκιμασμένος σύντροφος», αλλά δεν έχει πια τα προσόντα για τη δημόσια διακονία λόγω της εσφαλμένης πορείας του; Αφού δεν είναι αποκομμένος, θα πρέπει να τον μεταχειριζόμαστε με τρόπο που αρμόζει σ’ ένα άτομο του κόσμου, γιατί τέτοιο άτομο είναι.a Φυσικά, η Σκοπιά της 15ης Νοεμβρίου συμβούλευσε στη σελίδα 19 ότι οι όσιοι Χριστιανοί πρέπει να δίνουν την κατάλληλη προσοχή. Αυτοί καταλαβαίνουν ότι το αβάφτιστο άτομο μπορεί κάλλιστα να έχει συμμετάσχει σε αδικοπραγία παρά το γεγονός ότι είχε γνώση των απαιτήσεων του Θεού. Οι ώριμοι Χριστιανοί πρέπει να είναι προσεκτικοί σχετικά με την κοινωνική συναναστροφή μ’ ένα τέτοιο άτομο. Αν ανακύψουν ερωτήματα σχετικά με το πόση επαφή μπορεί να είχε κανείς μ’ αυτό το άτομο, τα περισσότερα απ’ αυτά μπορούν να απαντηθούν αν ακολουθηθούν οι θεϊκές συμβουλές. Μπορούμε να συλλογιστούμε συμβουλές όπως αυτές που βρίσκονται στα εδάφια 1 Κορινθίους 15:33 και Παροιμίαι 13:20, και να ρωτήσουμε τον εαυτό μας: ‘Τι συναναστροφή θα μπορούσα κατάλληλα να κάνω μ’ ένα άτομο του κόσμου που δεν ζει σύμφωνα με τους Χριστιανικούς κανόνες;’ Αν οι πρεσβύτεροι διακρίνουν ότι ένα κοσμικό άτομο αυτού του είδους αποτελεί κατά κάποιον τρόπο απειλή, μπορούν να δώσουν προειδοποιητική συμβουλή ιδιαιτέρως σ’ εκείνα τα μέλη της εκκλησίας που φαίνεται να κινδυνεύουν.
Με τον καιρό, ένα αβάφτιστο άτομο που ήταν κάποτε «επιδοκιμασμένος σύντροφος» μπορεί να δώσει λογικές αποδείξεις μετάνοιας και μπορεί να επιθυμεί να κάνει πάλι Γραφική μελέτη. (Πράξεις 26:20) Μπορεί να μιλήσει στους πρεσβυτέρους της εκκλησίας, στην οποία παρακολουθεί τώρα, κι αυτοί, αν το κρίνουν σκόπιμο, θα διευθετήσουν να κάνει Γραφική μελέτη. Αυτό θα ισχύει επίσης αν στο μέλλον κάποιος παύει να έχει τα προσόντα να είναι αβάφτιστος ευαγγελιζόμενος και αργότερα δείχνει μετάνοια. Συνήθως, αυτός πρέπει να μιλήσει στους δυο πρεσβυτέρους που ασχολήθηκαν με την αδικοπραγία του ή με τους δυο άλλους που εξέλεξε το πρεσβυτέριο για να επανεξετάσουν το ζήτημα, αν το είχε ζητήσει αυτό ο ίδιος.
Κατάλληλα, Η Σκοπιά εξήγησε ότι τα πράγματα είναι κάπως διαφορετικά στην περίπτωση των γονέων που φροντίζουν για ανήλικα παιδιά τα οποία μένουν στο σπίτι—νομικά εξαρτόμενους ανήλικους για τους οποίους οι γονείς είναι υπεύθυνοι να παρέχουν υλική υποστήριξη. (Εφεσίους 6:1-4) Οι Γραφές εναποθέτουν στους γονείς την υποχρέωση να διδάσκουν και να καθοδηγούν τα παιδιά τους. Έτσι οι γονείς (ή ο πιστός γονέας) μπορεί να προτιμήσει να κάνει μια ιδιωτική Γραφική μελέτη με τον ανήλικο που έσφαλε ή να τον περιλάβει στο πρόγραμμα που έχει η οικογένεια για Γραφική μελέτη και συζήτηση.
Μολονότι η πρόσφατη ύλη της Σκοπιάς απαιτεί να τροποποιήσουμε τον τρόπο σκέψης και τις σχέσεις μας, αυτό γίνεται σε αρμονία με τις Γραφές που είναι ωφέλιμες ‘για διαπαιδαγώγηση με δικαιοσύνη’.—2 Τιμόθεον 3:16, 17, ΜΝΚ.
◼ Έχοντας υπόψη το εδάφιο Τίτον 1:6, μήπως πρέπει να είναι βαφτισμένα όλα τα παιδιά ενός άντρα, προκειμένου αυτός να έχει τα προσόντα να γίνει πρεσβύτερος στην εκκλησία;
Στο πρώτο κεφάλαιο της προς Τίτον επιστολής, ο απόστολος Παύλος περιέγραψε τα προσόντα που πρέπει να έχουν οι άντρες οι οποίοι υπηρετούν ως πρεσβύτεροι εκκλησίας. Ένα απ’ αυτά ήταν ότι ο αδελφός πρέπει να είναι «ανέγκλητος [απαλλαγμένος από κατηγορία, ΜΝΚ], . . . έχων τέκνα πιστά».
Αυτό δεν θα μπορούσε να σημαίνει ότι τα παιδιά ενός πρεσβυτέρου πρέπει να είναι όλα βαφτισμένα, γιατί μερικά μπορεί να είναι βρέφη. Λογικά λοιπόν, το εδάφιο Τίτον 1:6 πρέπει να σημαίνει ότι τα ανήλικα παιδιά ενός άντρα θα πρέπει να είναι βαφτισμένα ή θα πρέπει να μαθαίνουν τη Βιβλική αλήθεια, να τη δέχονται και να την εφαρμόζουν, και να προχωρούν προς το βάφτισμα, όσον καιρό βρίσκονται κάτω από την επίβλεψη της οικογένειας. (1 Κορινθίους 7:14) Ο πρεσβύτερος θα πρέπει να προσπαθεί να μαθητεύσει τα παιδιά του, κι εκείνα δεν πρέπει να ‘κατηγορούνται ως άσωτα ή ανυπότακτα’.b
Μπορούμε να το κατανοήσουμε αυτό καλύτερα, αν παρατηρήσουμε πώς χρησιμοποιεί η Αγία Γραφή τη λέξη ‘πιστός’. Φυσικά, ένα άτομο θα μπορούσε να έχει πίστη ή να πιστεύει σε πολλά πράγματα. (Πράξεις 26:27, 28· 2 Θεσσαλονικείς 2:3, 11· Ιακώβου 2:19) Αλλά διαπιστώνουμε ότι η λέξη «πιστεύω» συνδέεται συνήθως με την αποδοχή της Χριστιανοσύνης και το βάφτισμα. (Πράξεις 8:13· 18:8· παράβαλε 19:1-5.) Ιδιαίτερα το βάφτισμα φανερώνει ότι ένα άτομο είναι πιστό.—Πράξεις 2:41, 44· 4:4, 32.
Μερικά μικρά παιδιά ενός πρεσβυτέρου μπορεί να μην είναι ακόμη έτοιμα για βάφτισμα, από σωματική, συναισθηματική ή πνευματική άποψη. Ωστόσο, το εδάφιο Τίτον 1:6 τα περιγράφει ως «τέκνα πιστά», αν αυτά προοδεύουν προς το βάφτισμα ανάλογα με την ηλικία και την κατάστασή τους.
[Υποσημειώσεις]
a Αν κάποιος που βρίσκεται σ’ αυτή την κατάσταση δεν γνωρίζει για την τροποποιημένη αυτή άποψη, θα ήταν ένδειξη καλοσύνης να τον παραπέμψουμε σ’ αυτά τα άρθρα της Σκοπιάς.
b Βλέπε επίσης τη Σκοπιά 15 Μαΐου 1972, σελίδες 317, 318.