ΟΝΟΜΑ
Λέξη ή φράση που αποτελεί χαρακτηριστικό προσδιορισμό προσώπου, τόπου, ζώου, φυτού ή άλλου αντικειμένου. Η λέξη «όνομα» μπορεί να δηλώνει την υπόληψη ενός ατόμου ή το άτομο αυτό καθαυτό.
«Κάθε οικογένεια στον ουρανό και στη γη οφείλει το όνομά της» στον Ιεχωβά Θεό. (Εφ 3:14, 15) Αυτός έφερε σε ύπαρξη την πρώτη ανθρώπινη οικογένεια και επέτρεψε στον Αδάμ και στην Εύα να αποκτήσουν παιδιά. Επομένως, κάθε γένος στη γη οφείλει το όνομά του σε αυτόν. Αυτός είναι επίσης ο Πατέρας της ουράνιας οικογένειάς του. Και ακριβώς όπως καλεί όλα τα αναρίθμητα άστρα με το όνομά τους (Ψλ 147:4), έτσι αναμφίβολα έδωσε ονόματα και στους αγγέλους.—Κρ 13:18.
Ενδιαφέρον παράδειγμα για το πώς ονομάστηκε κάτι εντελώς νέο αποτελεί το θαυματουργικά χορηγούμενο μάννα. Όταν οι Ισραηλίτες το πρωτοείδαν, είπαν έκπληκτοι: «Τι είναι αυτό;» (μαν χου’;) (Εξ 16:15) Προφανώς γι’ αυτό και το ονόμασαν «μάννα», που κατά πάσα πιθανότητα σημαίνει «Τι είναι αυτό;»—Εξ 16:31.
Οι απόψεις των λογίων διαφέρουν όσον αφορά την προέλευση ορισμένων ονομάτων, τις ρίζες τους και τη σημασία τους. Για αυτούς τους λόγους, οι έννοιες που δίνονται για τα Βιβλικά ονόματα διαφέρουν από το ένα εγκυκλοπαιδικό έργο στο άλλο. Σε αυτό το σύγγραμμα, η ύψιστη αυθεντία για τον καθορισμό της σημασίας των ονομάτων είναι η ίδια η Αγία Γραφή. Ένα παράδειγμα είναι η σημασία του ονόματος Βαβέλ. Στο εδάφιο Γένεση 11:9, ο Μωυσής έγραψε: «Γι’ αυτό, το όνομά της κλήθηκε Βαβέλ· επειδή εκεί ο Ιεχωβά είχε συγχύσει τη γλώσσα όλης της γης». Ο Μωυσής συνδέει εδώ το όνομα «Βαβέλ» με τη ρίζα μπαλάλ (συγχέω), υποδεικνύοντας έτσι ότι «Βαβέλ» σημαίνει «Σύγχυση».
Τα Βιβλικά ονόματα αποτελούνται κατά περίπτωση από απλά στοιχεία, φράσεις ή προτάσεις. Όσα είναι πολυσύλλαβα έχουν συνήθως συντετμημένες μορφές. Για τα ονόματα που η Αγία Γραφή δεν δηλώνει συγκεκριμένα την προέλευσή τους, έγινε προσπάθεια να καθοριστεί η ρίζα ή τα συνθετικά τους με τη χρήση έγκυρων σύγχρονων λεξικών. Το λεξικό που χρησιμοποιήθηκε για να καθοριστούν οι ρίζες των εβραϊκών και των αραμαϊκών ονομάτων έχει τον τίτλο Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης ([Lexicon in Veteris Testamenti Libros] των Λ. Κέλερ και Β. Μπαουμγκάρτνερ, Λέιντεν, 1958). Χρησιμοποιήθηκε επίσης η εν μέρει ολοκληρωμένη αναθεώρησή του. Για τα ελληνικά ονόματα, το κυριότερο βοήθημα υπήρξε η ένατη έκδοση του Ελληνοαγγλικού Λεξικού ([A Greek-English Lexicon] των Χ. Τζ. Λίντελ και Ρ. Σκοτ, αναθεώρηση Χ. Σ. Τζόουνς, Οξφόρδη, 1968). Στη συνέχεια, χρησιμοποιήθηκαν οι αποδόσεις της Μετάφρασης Νέου Κόσμου για να προσδοθούν σημασίες στις ρίζες αυτές. Για παράδειγμα, το όνομα Ελνάθαν αποτελείται από τις ρίζες ’Ελ (Θεός) και ναθάν (δίνω), άρα σημαίνει «Ο Θεός Έχει Δώσει».—Παράβαλε Γε 28:4, όπου η λέξη ναθάν αποδίδεται με το ρήμα «δίνω».
Ονόματα Ζώων και Φυτών. Ο Ιεχωβά Θεός έδωσε στον πρώτο άνθρωπο, τον Αδάμ, το προνόμιο να ονομάσει τα κατώτερα πλάσματα. (Γε 2:19) Τα ονόματα που τους έδωσε εκείνος ήταν αναμφισβήτητα περιγραφικά. Αυτό υποδηλώνεται από τα εβραϊκά ονόματα ορισμένων ζώων, ακόμη δε και φυτών. Μια εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «γαϊδούρι» (χαμώρ) προέρχεται προφανώς από κάποια ρίζα που σημαίνει «κοκκινίζω» και παραπέμπει στο σύνηθες χρώμα του ζώου. Η εβραϊκή ονομασία του τρυγονιού (τωρ ή τορ) φαίνεται ότι αποτελεί λέξη ηχομιμητική της λυπητερής κραυγής «τουρ-ρ-ρ τουρ-ρ-ρ» που βγάζει αυτό το πουλί. Η φράση «αυτό που ξυπνάει» προσδιορίζει την αμυγδαλιά, προφανώς επειδή η αμυγδαλιά είναι ένα από τα πρώτα δέντρα που βγάζουν λουλούδια.
Τοπωνύμια και Τοπογραφικά Χαρακτηριστικά. Μερικές φορές κάποιος έδινε σε έναν τόπο το δικό του όνομα ή το όνομα του παιδιού του ή το όνομα ενός προγόνου του. Ο δολοφόνος Κάιν έχτισε μια πόλη και της έδωσε το όνομα του γιου του, του Ενώχ. (Γε 4:17) Ο Νοβά έδωσε στην κατακτημένη πόλη Κενάθ το δικό του όνομα. (Αρ 32:42) Οι Δανίτες, αφού κατέλαβαν τη Λεσέμ, την ονόμασαν Δαν—κατά το όνομα του προπάτορά τους.—Ιη 19:47· βλέπε επίσης Δευ 3:14.
Όπως τα θυσιαστήρια (Εξ 17:14-16), τα πηγάδια (Γε 26:19-22) και οι πηγές (Κρ 15:19) έπαιρναν πολλές φορές το όνομά τους με αφορμή γεγονότα που είχαν συμβεί εκεί, το ίδιο συνέβαινε και με διάφορους τόπους. Σχετικά παραδείγματα είναι τα ονόματα Βαβέλ (Γε 11:9), Ιεχωβά-ιρέ (Γε 22:13, 14), Βηρ-σαβεέ (Γε 26:28-33), Βαιθήλ (Γε 28:10-19), Γαλεέδ (Γε 31:44-47), Σοκχώθ (Γε 33:17), Αβέλ-μισραΐμ (Γε 50:11), Μασσάχ, Μεριβά (Εξ 17:7), Ταβερά (Αρ 11:3), Κιβρώθ-αττααβά (Αρ 11:34), Ορμά (Αρ 21:3), Γάλγαλα (Ιη 5:9), Κοιλάδα Αχώρ (Ιη 7:26) και Βάαλ-φερασίμ (2Σα 5:20).
Σε κάποιες περιπτώσεις τα γεωφυσικά χαρακτηριστικά αποτέλεσαν τη βάση για τα ονόματα τοποθεσιών, βουνών και ποταμών. Οι πόλεις Γααβά και Γαβαά (και τα δύο σημαίνουν «Λόφος») αναμφίβολα ονομάστηκαν έτσι επειδή ήταν χτισμένες πάνω σε λόφους. Ο Λίβανος (λέξη που σημαίνει «Λευκό [Βουνό]») ίσως πήρε το όνομά του από το ανοιχτό χρώμα των ασβεστολιθικών απόκρημνων βράχων και κορυφών του ή από το γεγονός ότι μεγάλο μέρος του έτους οι ανώτερες πλαγιές του καλύπτονται από χιόνι. Επειδή οι κωμοπόλεις και οι πόλεις βρίσκονταν κοντά σε πηγάδια, πηγές και υδάτινα ρεύματα, το όνομα που έπαιρναν είχε πολλές φορές ως πρόθημα τη λέξη «εν» (πηγή), «βηρ» (πηγάδι) ή «αβέλ» (υδάτινο ρεύμα).
Άλλα ονόματα παράγονταν από χαρακτηριστικά όπως το μέγεθος, τα επαγγέλματα και τα προϊόντα. Σχετικά παραδείγματα είναι τα ονόματα Βηθλεέμ (που σημαίνει «Οίκος Ψωμιού»), Βηθσαϊδά (Οίκος του Κυνηγού (ή, του Ψαρά)), Γαθ (Πατητήρι) και Βοσόρ (Απρόσιτος Τόπος).
Επίσης, κάποιες τοποθεσίες είχαν ονόματα ζώων και φυτών, πολλά δε από αυτά τα ονόματα εμφανίζονται με σύνθετη μορφή. Μερικές τέτοιες τοποθεσίες ήταν η Αιαλών (όνομα που σημαίνει «Τόπος του Ελαφιού»), η Εν-γαδί (Πηγή του Μικρού Κατσικιού), η Εν-εγλαΐμ (Πηγή των Δύο Μοσχαριών), η Ακραββίμ (Σκορπιοί), η Βάαλ-θάμαρ (Ιδιοκτήτης [Κύριος] του Φοινικόδεντρου) και η Εν-θαπφουά (Πηγή της Μηλιάς).
Οι λέξεις «βαιθ» (που σημαίνει «οίκος»), «βάαλ» (ιδιοκτήτης· κύριος) και «κιριάθ» (πόλη) σχημάτιζαν συχνά το αρχικό τμήμα σύνθετων ονομάτων.
Ονόματα Προσώπων. Στις αρχές της Βιβλικής ιστορίας, τα ονόματα δίνονταν στα παιδιά κατά τη γέννησή τους. Μεταγενέστερα, όμως, τα αγόρια των Εβραίων έπαιρναν το όνομά τους κατά την περιτομή την όγδοη ημέρα. (Λου 1:59· 2:21) Συνήθως το όνομα στο βρέφος το έδινε είτε ο πατέρας είτε η μητέρα. (Γε 4:25· 5:29· 16:15· 19:37, 38· 29:32) Αξιοσημείωτη εξαίρεση, ωστόσο, αποτέλεσε ο γιος που γέννησε στον Βοόζ η Ρουθ. Οι γειτόνισσες της πεθεράς της Ρουθ, της Ναομί, ονόμασαν το αγόρι Ωβήδ (που σημαίνει «Υπηρέτης· Κάποιος που Υπηρετεί»). (Ρθ 4:13-17) Υπήρξαν επίσης περιπτώσεις στις οποίες οι γονείς έλαβαν θεϊκή κατεύθυνση σχετικά με το όνομα που έπρεπε να δώσουν στο παιδί τους. Μεταξύ αυτών που έλαβαν το όνομά τους με αυτόν τον τρόπο ήταν ο Ισμαήλ (Ο Θεός Ακούει) (Γε 16:11), ο Ισαάκ (Γέλιο) (Γε 17:19), ο Σολομών (από μια ρίζα που σημαίνει «ειρήνη») (1Χρ 22:9) και ο Ιωάννης (ελληνική απόδοση του Ιεχωανάν, που σημαίνει «Ο Ιεχωβά Έχει Δείξει Εύνοια (Χάρη)· Ο Ιεχωβά Στάθηκε Φιλεύσπλαχνος») (Λου 1:13).
Ιδίως τα ονόματα που δίνονταν υπό θεϊκή κατεύθυνση είχαν συνήθως προφητική σημασία. Το όνομα του γιου του Ησαΐα, του Μαχέρ-σαλάλ-χας-βαζ (που σημαίνει «Βιαστείτε, Λάφυρα! Έσπευσε για τη Λεηλασία· ή, Πηγαίνοντας Βιαστικά προς τα Λάφυρα, Έσπευσε για τη Λεηλασία»), έδειχνε ότι ο βασιλιάς της Ασσυρίας θα καθυπέτασσε τη Δαμασκό και τη Σαμάρεια. (Ησ 8:3, 4) Το όνομα του γιου του Ωσηέ, του Ιεζραέλ (Ο Θεός θα Σπείρει), υποδείκνυε μελλοντική απόδοση λογαριασμού από μέρους του οίκου του Ιηού. (Ωσ 1:4) Τα ονόματα των δύο άλλων παιδιών που γέννησε η σύζυγος του Ωσηέ, Λο-ρουχαμά (Μη Ελεημένη) και Λο-αμμί (Όχι Λαός Μου), έδειχναν ότι ο Ιεχωβά είχε απορρίψει τον Ισραήλ. (Ωσ 1:6-10) Στην περίπτωση του Γιου του Θεού, το όνομα Ιησούς (Ο Ιεχωβά Είναι Σωτηρία) ήταν προφητικό του ρόλου που θα έπαιζε εκείνος ως διορισμένος από τον Ιεχωβά Σωτήρας, ή αλλιώς ως μέσο σωτηρίας.—Ματ 1:21· Λου 2:30.
Το όνομα που δινόταν σε ένα παιδί απηχούσε συχνά τις περιστάσεις της γέννησής του ή τα αισθήματα του πατέρα ή της μητέρας. (Γε 29:32–30:13, 17-20, 22-24· 35:18· 41:51, 52· Εξ 2:22· 1Σα 1:20· 4:20-22) Η Εύα ονόμασε τον πρωτότοκό της Κάιν (που σημαίνει «Κάτι που Ήρθε σε Ύπαρξη»), διότι, όπως είπε: «Έφερα σε ύπαρξη έναν άνθρωπο με τη βοήθεια του Ιεχωβά». (Γε 4:1) Η ίδια, θεωρώντας το γιο που γέννησε μετά τη δολοφονία του Άβελ αντικαταστάτη εκείνου, τον ονόμασε Σηθ (Ορισμένος· Τοποθετημένος). (Γε 4:25) Ο Ισαάκ έδωσε στο νεότερο δίδυμο γιο του το όνομα Ιακώβ (Αυτός που Πιάνει τη Φτέρνα· Αυτός που Υποσκελίζει) διότι κατά τη γέννηση αυτό το αγόρι κρατιόταν από τη φτέρνα του Ησαύ, του αδελφού του.—Γε 25:26· παράβαλε την περίπτωση του Φαρές στα εδ. Γε 38:28, 29.
Ορισμένες φορές η όψη ενός βρέφους κατά τη γέννησή του αποτελούσε την αφορμή για το όνομά του. Ο πρωτότοκος γιος του Ισαάκ ονομάστηκε Ησαύ (που σημαίνει «Δασύτριχος») επειδή ήταν ασυνήθιστα δασύτριχος κατά τη γέννησή του.—Γε 25:25.
Τα ονόματα που δίνονταν στα παιδιά συνδυάζονταν πολλές φορές με τη λέξη Ελ (που σημαίνει «Θεός») ή με μια σύντμηση του θεϊκού ονόματος Ιεχωβά. Τέτοια ονόματα μπορεί να εξέφραζαν την ελπίδα των γονέων, να αντανακλούσαν την ευγνωμοσύνη τους για το ότι ευλογήθηκαν με απογόνους ή να έδειχναν εκτίμηση για τον Θεό. Σχετικά παραδείγματα είναι τα ονόματα Ιεδεΐας (πιθανώς, Είθε να Ευφρανθεί ο Ιεχωβά), Ελνάθαν (Ο Θεός Έχει Δώσει), Ιεβερεχίας (Ο Ιεχωβά Ευλογεί), Ιωνάθαν (Ο Ιεχωβά Έχει Δώσει), Ιεχωζαβάδ (πιθανότατα, Ο Ιεχωβά Έχει Προικίσει), Ελδάδ (πιθανώς, Ο Θεός Έχει Αγαπήσει), Αβδιήλ (Υπηρέτης του Θεού), Δανιήλ (Κριτής μου Είναι ο Θεός), Ιωσεδέκ (πιθανότατα, Ο Ιεχωβά Κηρύττει Δίκαιο) και Φελατίας (Ο Ιεχωβά Έχει Προμηθεύσει Διαφυγή).
Οι λέξεις «αβ» (που σημαίνει «πατέρας»), «αχ» (αδελφός), «αμ» (λαός), «μπαθ» (κόρη· ελληνική απόδοση «βηθ») και «μπεν» (γιος· ελληνική απόδοση «βεν») ήταν συνθετικά ονομάτων όπως τα ονόματα Αβιδά (Ο Πατέρας (με) Έχει Γνωρίσει), Αβιά (Πατέρας μου Είναι ο Ιεχωβά), Αχιέζερ (Ο Αδελφός μου Είναι Βοηθός), Αμμιούδ (Ο Λαός μου Είναι Αξιοπρέπεια), Αμμιναδάβ (Ο Λαός μου Είναι Πρόθυμος (Ευγενής· Γενναιόδωρος)), Βηθ-σαβεέ (Κόρη της Αφθονίας· πιθανώς, Κόρη [Γεννημένη] την Έβδομη [Ημέρα]) και Βεν-χανάν (Γιος Εκείνου που Δείχνει Εύνοια (Χάρη)· Γιος του Φιλεύσπλαχνου). Οι λέξεις «μέλεχ» (βασιλιάς), «αδών» (κύριος) και «βάαλ» (ιδιοκτήτης· κύριος) συνδυάζονταν επίσης με άλλες λέξεις για να σχηματίσουν σύνθετα ονόματα όπως Αβιμέλεχ (Ο Πατέρας μου Είναι Βασιλιάς), Αδωνίας (Ο Ιεχωβά Είναι Κύριος) και Βάαλ-θάμαρ (Ιδιοκτήτης (Κύριος) του Φοινικόδεντρου).
Οι ονομασίες ζώων και φυτών αποτελούσαν άλλη μια πηγή ονομάτων για τους ανθρώπους. Μερικά από αυτά τα ονόματα είναι Δεββώρα (που σημαίνει «Μέλισσα»), Δορκάς ή Ταβιθά (Γαζέλα), Ιωνάς (Περιστέρι), Ραχήλ (Προβατίνα), Σαφάν (Ύρακας των Βράχων) και Θάμαρ (Φοινικόδεντρο).
Όπως υποδηλώνεται από την επανάληψη ορισμένων ονομάτων στους γενεαλογικούς καταλόγους, έγινε προφανώς συνήθεια να δίνουν στα παιδιά το όνομα κάποιου συγγενή. (Βλέπε 1Χρ 6:9-14, 34-36.) Αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο συγγενείς και γνωστοί αντιτέθηκαν στην επιθυμία της Ελισάβετ να ονομάσει το νεογέννητο γιο της Ιωάννη.—Λου 1:57-61· βλέπε ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΑ (Επανάληψη ονομάτων).
Τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. δεν ήταν ασυνήθιστο για τους Ιουδαίους, ειδικά για όσους ζούσαν εκτός Ισραήλ ή σε πόλεις με μεικτό πληθυσμό Ιουδαίων και Εθνικών, να έχουν εβραϊκό ή αραμαϊκό όνομα παράλληλα με ένα λατινικό ή ελληνικό. Ίσως γι’ αυτό η Δορκάς αποκαλούνταν επίσης Ταβιθά και ο απόστολος Παύλος ονομαζόταν επίσης Σαύλος.
Σε κάποιες περιπτώσεις τα ονόματα θεωρήθηκαν αντανάκλαση της προσωπικότητας του ατόμου ή των χαρακτηριστικών του τάσεων. Ο Ησαύ είπε για τον αδελφό του: «Δεν είναι αυτός ο λόγος που το όνομά του καλείται Ιακώβ [Αυτός που Πιάνει τη Φτέρνα· Αυτός που Υποσκελίζει], εφόσον επρόκειτο να με υποσκελίσει αυτές τις δύο φορές; Τα πρωτοτόκιά μου τα πήρε ήδη, και ορίστε! αυτή τη φορά πήρε την ευλογία μου!» (Γε 27:36) Η Αβιγαία έκανε το εξής σχόλιο αναφορικά με το σύζυγό της: «Όπως είναι το όνομά του έτσι είναι και αυτός. Νάβαλ [Ασύνετος] είναι το όνομά του και έλλειψη σύνεσης τον διακρίνει». (1Σα 25:25) Μη θεωρώντας πλέον το όνομά της κατάλληλο λόγω των συμφορών που την είχαν βρει, η Ναομί είπε: «Μη με φωνάζετε Ναομί [Η Τερπνότητά Μου]. Να με φωνάζετε Μαρά [Πικραμένη], γιατί ο Παντοδύναμος με πίκρανε πολύ».—Ρθ 1:20.
Μετονομασίες ή νέα ονόματα. Μερικές φορές και για συγκεκριμένο σκοπό, το όνομα κάποιου άλλαζε ή του δινόταν ένα επιπρόσθετο όνομα. Η Ραχήλ, ενώ πέθαινε, ονόμασε το νεογέννητο γιο της Βεν-ονί (που σημαίνει «Γιος του Πένθους Μου»), αλλά ο θλιμμένος σύζυγός της, ο Ιακώβ, επέλεξε να τον ονομάσει Βενιαμίν (Γιος του Δεξιού Χεριού). (Γε 35:16-18) Ο Ιεχωβά μετονόμασε τον Άβραμ σε Αβραάμ (Πατέρας Πλήθους) και τη Σαραΐ (πιθανώς, Φιλόνικη) σε Σάρρα (Αρχόντισσα), δίνοντάς τους νέα ονόματα που ήταν και τα δύο προφητικά. (Γε 17:5, 6, 15, 16) Λόγω της εμμονής που εκδήλωσε ο Ιακώβ παλεύοντας με έναν άγγελο, του ειπώθηκε: «Το όνομά σου δεν θα καλείται πια Ιακώβ αλλά Ισραήλ [Εκείνος που Αναμετριέται (Εμμένει στην Αναμέτρησή Του) με τον Θεό· ή, Ο Θεός Αναμετριέται], γιατί αναμετρήθηκες με τον Θεό και τους ανθρώπους και στο τέλος υπερίσχυσες». (Γε 32:28) Αυτή η μετονομασία αποτελούσε εχέγγυο της ευλογίας του Θεού και επιβεβαιώθηκε αργότερα. (Γε 35:10) Προφανώς, λοιπόν, όταν οι Γραφές μιλούν προφητικά για «νέο όνομα», αναφέρονται σε όνομα που θα αντιπροσωπεύει κατάλληλα τον κάτοχό του.—Ησ 62:2· 65:15· Απ 3:12.
Ενίοτε δίνονταν νέα ονόματα σε άτομα που ανέρχονταν σε υψηλές κυβερνητικές θέσεις ή σε εκείνους στους οποίους παραχωρούνταν ειδικά προνόμια. Εφόσον τέτοια ονόματα δίνονταν από ανωτέρους, η μετονομασία μπορεί επίσης να δήλωνε ότι ο κάτοχος του νέου ονόματος υπόκειτο σε εκείνον που του το έδινε. Αφού ο Ιωσήφ έγινε ο διαχειριστής τροφίμων της Αιγύπτου, αποκαλούνταν Ζαφνάθ-πανεάχ. (Γε 41:44, 45) Όταν ο Φαραώ Νεχαώ κατέστησε τον Ελιακείμ υποτελή βασιλιά του Ιούδα, τον μετονόμασε σε Ιωακείμ. (2Βα 23:34) Παρόμοια, ο Ναβουχοδονόσορ, κάνοντας τον Ματτανία υποτελή του, τον μετονόμασε σε Σεδεκία. (2Βα 24:17) Ο Δανιήλ και οι τρεις Εβραίοι σύντροφοί του, ο Ανανίας, ο Μισαήλ και ο Αζαρίας, έλαβαν βαβυλωνιακά ονόματα αφότου επιλέχθηκαν για ειδική εκπαίδευση στη Βαβυλώνα.—Δα 1:3-7.
Κάποιο μεταγενέστερο γεγονός στη ζωή ενός ατόμου αποτελούσε μερικές φορές την αφορμή για να του δοθεί νέο όνομα. Ο Ησαύ, για παράδειγμα, πήρε το όνομα Εδώμ (που σημαίνει «Κόκκινος») από τις κόκκινες βρασμένες φακές για τις οποίες πούλησε τα πρωτοτόκιά του.—Γε 25:30-34.
Ονόματα Αγγέλων. Η Γραφή αναφέρει τα προσωπικά ονόματα μόνο δύο αγγέλων, του Γαβριήλ (που σημαίνει «Ο Ακμαίος του Θεού») και του Μιχαήλ (Ποιος Είναι Όμοιος με τον Θεό;). Οι άγγελοι δεν αποκάλυψαν κάποιες φορές το όνομά τους στα άτομα στα οποία εμφανίστηκαν, ίσως για να μην τους αποδοθεί ακατάλληλη τιμή ή ευλάβεια.—Γε 32:29· Κρ 13:17, 18.
Τι περιλαμβάνεται στο να γνωρίζουμε το όνομα του Θεού;
Η υλική δημιουργία πιστοποιεί την ύπαρξη του Θεού, αλλά δεν αποκαλύπτει το όνομά του. (Ψλ 19:1· Ρω 1:20) Το να γνωρίζει ένα άτομο το όνομα του Θεού σημαίνει περισσότερα από το να το γνωρίζει απλώς ως λέξη. (2Χρ 6:33) Στην πραγματικότητα σημαίνει να γνωρίζει το Πρόσωπο—τους σκοπούς, τις ενέργειες και τις ιδιότητές του όπως αποκαλύπτονται στο Λόγο του. (Παράβαλε 1Βα 8:41-43· 9:3, 7· Νε 9:10.) Αυτό καταδεικνύεται από την περίπτωση του Μωυσή, ανθρώπου τον οποίο ο Ιεχωβά “γνώριζε ονομαστικά”, δηλαδή στενά. (Εξ 33:12) Ο Μωυσής είχε το προνόμιο να δει μια φανέρωση της δόξας του Ιεχωβά και να ακούσει να “διακηρύττεται το όνομα του Ιεχωβά”. (Εξ 34:5) Εκείνη η διακήρυξη δεν ήταν απλώς μια επανάληψη του ονόματος Ιεχωβά, αλλά μια δήλωση αναφορικά με τις ιδιότητες και τις ενέργειες του Θεού. «Ιεχωβά, Ιεχωβά, Θεός ελεήμων και φιλεύσπλαχνος, που είναι μακρόθυμος και αφθονεί σε στοργική καλοσύνη και αλήθεια, που διατηρεί στοργική καλοσύνη για χιλιάδες, που συγχωρεί σφάλμα και παράβαση και αμαρτία, αλλά δεν πρόκειται να δώσει απαλλαγή από την τιμωρία, ο οποίος επιφέρει τιμωρία για το σφάλμα των πατέρων στους γιους και στους εγγονούς, στην τρίτη γενιά και στην τέταρτη γενιά». (Εξ 34:6, 7) Παρόμοια, ο ύμνος του Μωυσή, που περιέχει τα λόγια «διότι θα διακηρύξω το όνομα του Ιεχωβά», εξιστορεί την πολιτεία του Θεού με τον Ισραήλ και περιγράφει την προσωπικότητά του.—Δευ 32:3-44.
Όταν ο Ιησούς Χριστός βρισκόταν στη γη, “φανέρωσε το όνομα του Πατέρα του” στους μαθητές του. (Ιωα 17:6, 26) Μολονότι οι μαθητές γνώριζαν ήδη αυτό το όνομα και ήταν εξοικειωμένοι με τις ενέργειες του Θεού όπως έχουν καταγραφεί στις Εβραϊκές Γραφές, γνώρισαν τον Ιεχωβά με πολύ καλύτερο και πιο μεγαλειώδη τρόπο μέσω Εκείνου ο οποίος βρίσκεται «στον κόλπο του Πατέρα». (Ιωα 1:18) Ο Χριστός Ιησούς εκπροσωπούσε τέλεια τον Πατέρα, κάνοντας τα έργα του Πατέρα του και μιλώντας, όχι από προσωπική του επινόηση, αλλά λέγοντας τα λόγια του Πατέρα του. (Ιωα 10:37, 38· 12:50· 14:10, 11, 24) Να γιατί μπορούσε να πει: «Αυτός που έχει δει εμένα έχει δει και τον Πατέρα».—Ιωα 14:9.
Αυτό δείχνει καθαρά ότι οι μόνοι που γνωρίζουν αληθινά το όνομα του Θεού είναι οι υπάκουοι υπηρέτες του. (Παράβαλε 1Ιω 4:8· 5:2, 3.) Άρα, η διαβεβαίωση του Ιεχωβά στο εδάφιο Ψαλμός 91:14 εφαρμόζεται σε αυτά τα άτομα: «Θα τον προστατέψω επειδή γνώρισε το όνομά μου». Το όνομα αυτό καθαυτό δεν είναι μαγικό φυλαχτό, αλλά Εκείνος τον οποίο προσδιορίζει μπορεί να προστατέψει το λαό του, που του είναι αφοσιωμένος. Συνεπώς, το όνομα του Θεού εκπροσωπεί τον ίδιο. Γι’ αυτό η παροιμία λέει: «Το όνομα του Ιεχωβά είναι ισχυρός πύργος. Μέσα σε αυτόν σπεύδει ο δίκαιος και λαβαίνει προστασία». (Παρ 18:10) Αυτό κάνουν όσοι ρίχνουν στον Ιεχωβά το βάρος που σηκώνουν. (Ψλ 55:22) Παρόμοια, όταν κάποιος αγαπάει (Ψλ 5:11), εξυμνεί (Ψλ 7:17), επικαλείται αυτό το όνομα (Γε 12:8), του αποδίδει ευχαριστίες (1Χρ 16:35), ορκίζεται σε αυτό (Δευ 6:13), το θυμάται (Ψλ 119:55), το φοβάται (Ψλ 61:5), το αναζητάει (Ψλ 83:16), εμπιστεύεται σε αυτό (Ψλ 33:21), το εξυψώνει (Ψλ 34:3) και ελπίζει σε αυτό (Ψλ 52:9), κάνει αυτά τα πράγματα για τον ίδιο τον Ιεχωβά. Όταν κάποιος εξυβρίζει το όνομα του Θεού βλασφημεί τον Θεό.—Λευ 24:11, 15, 16.
Ο Ιεχωβά είναι ζηλότυπος για το όνομά του, μη ανεχόμενος ανταγωνισμό ή απιστία σε ζητήματα λατρείας. (Εξ 34:14· Ιεζ 5:13) Οι Ισραηλίτες είχαν την εντολή να μην αναφέρουν καν τα ονόματα άλλων θεών. (Εξ 23:13) Δεδομένου ότι στις Γραφές εμφανίζονται τα ονόματα κάποιων ψεύτικων θεών, προφανώς αυτό που εννοείται εδώ είναι ότι δεν έπρεπε να αναφέρουν τα ονόματα ψεύτικων θεών λατρευτικά.
Το ότι ο Ισραήλ, ως λαός που έφερε το όνομα του Θεού, απέτυχε να ζήσει σύμφωνα με τις δίκαιες εντολές του αποτέλεσε βεβήλωση ή μόλυνση του ονόματος του Θεού. (Ιεζ 43:8· Αμ 2:7) Εφόσον η απιστία των Ισραηλιτών επέφερε την τιμωρία τους από τον Θεό, αυτό έδωσε επίσης την ευκαιρία σε άλλα έθνη να μιλούν χωρίς σεβασμό για το όνομά του. (Παράβαλε Ψλ 74:10, 18· Ησ 52:5.) Καθώς αυτά τα έθνη δεν αναγνώρισαν ότι η τιμωρία προερχόταν από τον Ιεχωβά, θεώρησαν εσφαλμένα ότι οι συμφορές βρήκαν τον Ισραήλ επειδή ο Ιεχωβά ήταν ανίκανος να προστατέψει το λαό του. Προκειμένου να απαλλάξει το όνομά του από αυτό το όνειδος, ο Ιεχωβά ενήργησε για χάρη του ονόματός του και αποκατέστησε ένα υπόλοιπο των Ισραηλιτών στη γη τους.—Ιεζ 36:22-24.
Φανερώνοντας τον εαυτό του με ξεχωριστούς τρόπους, ο Ιεχωβά έκανε να θυμούνται το όνομά του. Στα μέρη στα οποία συνέβη αυτό, ανεγέρθηκαν θυσιαστήρια.—Εξ 20:24· παράβαλε 2Σα 24:16-18· βλέπε ΙΕΧΩΒΑ.
Το Όνομα του Γιου του Θεού. Λόγω του ότι ο Ιησούς Χριστός παρέμεινε πιστός μέχρι θανάτου, ανταμείφθηκε από τον Πατέρα του, λαβαίνοντας ανώτερη θέση και «το όνομα που είναι πάνω από κάθε άλλο όνομα». (Φλπ 2:5-11) Όλοι όσοι επιθυμούν ζωή πρέπει να αναγνωρίσουν τι εκπροσωπεί αυτό το όνομα (Πρ 4:12), όπως τη θέση που κατέχει ο Ιησούς ως Κριτής (Ιωα 5:22), Βασιλιάς (Απ 19:16), Αρχιερέας (Εβρ 6:20), Λυτρωτής (Ματ 20:28) και Πρώτιστος Παράγοντας σωτηρίας.—Εβρ 2:10· βλέπε ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ.
Επίσης, ο Χριστός Ιησούς ως «Βασιλιάς βασιλιάδων και Κύριος κυρίων» πρόκειται να ηγηθεί των ουράνιων στρατιών για να πολεμήσει με δικαιοσύνη. Ως εκτελεστής της εκδίκησης του Θεού, θα επιδείξει δυνάμεις και ιδιότητες τελείως άγνωστες σε όσους πολεμούν εναντίον του. Εύλογα, λοιπόν, «έχει όνομα γραμμένο το οποίο κανείς δεν γνωρίζει παρά μόνο ο ίδιος».—Απ 19:11-16.
Διάφορες Χρήσεις της Λέξης «Όνομα». Κάποιο συγκεκριμένο όνομα μπορεί να “κληθεί πάνω” σε άτομο, πόλη ή κτίριο. Όταν ο Ιακώβ υιοθέτησε τους γιους του Ιωσήφ, δήλωσε: «Ας κληθεί το όνομά μου πάνω τους και το όνομα των πατέρων μου, του Αβραάμ και του Ισαάκ». (Γε 48:16· βλέπε επίσης Ησ 4:1· 44:5.) Το ότι το όνομα του Ιεχωβά καλούνταν πάνω στους Ισραηλίτες υποδήλωνε ότι αυτοί ήταν λαός του. (Δευ 28:10· 2Χρ 7:14· Ησ 43:7· 63:19· Δα 9:19) Ο Ιεχωβά έθεσε επίσης το όνομά του στην Ιερουσαλήμ και στο ναό, ορίζοντας έτσι ότι αυτά θα ήταν το ενδεδειγμένο κέντρο της λατρείας του. (2Βα 21:4, 7) Ο Ιωάβ επέλεξε να μην ολοκληρώσει την κατάληψη της Ραββά για να μην κληθεί το όνομά του πάνω της, δηλαδή για να μην αποδοθεί σε αυτόν η κατάληψή της.—2Σα 12:28.
Όταν κάποιος πέθαινε χωρίς να αφήσει άρρενες απογόνους, το όνομά του, τρόπον τινά, “αφαιρούνταν”. (Αρ 27:4· 2Σα 18:18) Γι’ αυτό, ο θεσμός του ανδραδελφικού γάμου τον οποίο προέβλεπε ο Μωσαϊκός Νόμος αποτελούσε μέσο για να διατηρηθεί το όνομα του νεκρού. (Δευ 25:5, 6) Από την άλλη πλευρά, η καταστροφή ενός έθνους, ενός λαού ή μιας οικογένειας σήμαινε την εξάλειψη του ονόματός τους.—Δευ 7:24· 9:14· Ιη 7:9· 1Σα 24:21· Ψλ 9:5.
Το να μιλάει ή να ενεργεί κανείς «στο όνομα» ενός άλλου δήλωνε ότι ήταν εκπρόσωπός του. (Εξ 5:23· Δευ 10:8· 18:5, 7, 19-22· 1Σα 17:45· Εσθ 3:12· 8:8, 10) Παρόμοια, δεχόμενος κάποιον στο όνομα ενός άλλου θα έδειχνε ότι αναγνώριζε εκείνο το άτομο. Επομένως, το να “δεχτεί κάποιος προφήτη στο όνομα προφήτη” θα σήμαινε ότι τον δεχόταν επειδή ήταν προφήτης. (Ματ 10:41, KJ, ΒΑΜ, ΜΝΚ) Και το να βαφτίζει «στο όνομα του Πατέρα και του Γιου και του αγίου πνεύματος» θα σήμαινε ότι βάφτιζε αναγνωρίζοντας τον Πατέρα, τον Γιο και το άγιο πνεύμα.—Ματ 28:19.
Υπόληψη ή Φήμη. Η λέξη «όνομα» χρησιμοποιείται πολλές φορές στη Γραφή για να δηλώσει την υπόληψη ή τη φήμη. (1Χρ 14:17, υποσ.) Το να βγάλει κανείς κακό όνομα σε κάποιον σήμαινε ότι διατύπωνε ψεύτικη κατηγορία εναντίον του, αμαυρώνοντας την υπόληψή του. (Δευ 22:19) Το να “απορριφθεί ως πονηρό” το όνομα κάποιου σήμαινε ότι αυτός έχανε την υπόληψή του. (Λου 6:22) Οι άνθρωποι άρχισαν μετά τον Κατακλυσμό να χτίζουν έναν πύργο και μια πόλη προκειμένου να κάνουν «ξακουστό όνομα» για τον εαυτό τους, περιφρονώντας τον Ιεχωβά. (Γε 11:3, 4) Από την άλλη πλευρά, ο Ιεχωβά υποσχέθηκε να μεγαλύνει το όνομα του Άβραμ αν εκείνος έφευγε από τη χώρα του και τους συγγενείς του και πήγαινε σε άλλον τόπο. (Γε 12:1, 2) Απόδειξη της εκπλήρωσης εκείνης της υπόσχεσης αποτελεί το γεγονός ότι μέχρι σήμερα λίγα ονόματα των αρχαίων καιρών έχουν μεγαλυνθεί τόσο πολύ όσο του Αβραάμ, ιδιαίτερα ως παραδείγματα εξαιρετικής πίστης. Εκατομμύρια άνθρωποι εξακολουθούν να ισχυρίζονται ότι είναι κληρονόμοι της Αβραμιαίας ευλογίας λόγω σαρκικής καταγωγής. Παρόμοια, ο Ιεχωβά μεγάλυνε το όνομα του Δαβίδ ευλογώντας τον και χαρίζοντάς του νίκες επί των εχθρών του Ισραήλ.—1Σα 18:30· 2Σα 7:9.
Όταν κάποιος γεννιέται, δεν έχει δημιουργήσει καμιά υπόληψη, και το όνομά του είναι απλώς μια ετικέτα. Να γιατί το εδάφιο Εκκλησιαστής 7:1 λέει: «Το όνομα είναι καλύτερο από το καλό λάδι και η ημέρα του θανάτου από την ημέρα της γέννησης». Το «όνομα» ενός ανθρώπου αποκτάει πραγματική σημασία, όχι κατά τη γέννησή του, αλλά καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του, με την έννοια ότι καταλήγει να τον προσδιορίζει είτε ως δίκαιο είτε ως πονηρό. (Παρ 22:1) Χάρη στην πιστότητα που εκδήλωσε ο Ιησούς μέχρι θανάτου, το όνομά του έγινε το μοναδικό όνομα που «έχει δοθεί μεταξύ των ανθρώπων, μέσω του οποίου πρέπει να σωθούμε», και αυτός «έχει κληρονομήσει ένα όνομα εξοχότερο» από των αγγέλων. (Πρ 4:12· Εβρ 1:3, 4) Αντίθετα, ο Σολομών, για τον οποίο εκφράστηκε η ελπίδα ότι το όνομά του θα γινόταν “λαμπρότερο” από του Δαβίδ, πέθανε με όνομα ατόμου που είχε παρεκκλίνει από την αληθινή λατρεία. (1Βα 1:47· 11:6, 9-11) «Το όνομα των πονηρών θα σαπίσει», δηλαδή θα γίνει αποκρουστική δυσωδία. (Παρ 10:7) Γι’ αυτόν το λόγο, το καλό όνομα «είναι προτιμότερο από τα άφθονα πλούτη».—Παρ 22:1.
Ονόματα Γραμμένα στο «Βιβλίο της Ζωής». Φαίνεται ότι ο Ιεχωβά Θεός γράφει, με μεταφορική έννοια, ονόματα στο βιβλίο της ζωής «από τη θεμελίωση του κόσμου». (Απ 17:8) Εφόσον ο Χριστός Ιησούς ανέφερε ότι ο Άβελ έζησε κατά «τη θεμελίωση του κόσμου», έπεται ότι με την έκφραση αυτή εννοείται ο κόσμος της λυτρώσιμης ανθρωπότητας, ο οποίος ήρθε σε ύπαρξη αφού ο Αδάμ και η Εύα απέκτησαν παιδιά. (Λου 11:48-51) Το όνομα του Άβελ είναι προφανώς το πρώτο που έχει καταγραφεί σε αυτόν το συμβολικό ρόλο.
Τα ονόματα, ωστόσο, που εμφανίζονται στο ρόλο της ζωής δεν είναι ονόματα ατόμων τα οποία έχουν προκαθοριστεί να αποκτήσουν την επιδοκιμασία του Θεού και ζωή. Αυτό καταδεικνύεται από το ότι οι Γραφές μιλούν για “εξάλειψη” ονομάτων από «το βιβλίο της ζωής». Άρα λοιπόν, φαίνεται πως το όνομα κάποιου γράφεται στο «βιβλίο της ζωής» μόνο όταν αυτός γίνεται υπηρέτης του Ιεχωβά, και διατηρείται σε αυτό το βιβλίο μόνο αν παραμείνει πιστός.—Απ 3:5· 17:8· παράβαλε Εξ 32:32, 33· Λου 10:20· Φλπ 4:3· βλέπε επίσης ΖΩΗ.
Ονόματα Καταχωρισμένα στο Ρόλο του Αρνιού. Παρόμοια, τα ονόματα όσων λατρεύουν το συμβολικό θηρίο δεν έχουν καταχωριστεί στο ρόλο του Αρνιού. (Απ 13:8) Αυτό το θηρίο έχει λάβει την εξουσία, τη δύναμη και το θρόνο του από το δράκοντα, τον Σατανά τον Διάβολο. Άρα, όσοι λατρεύουν το θηρίο είναι μέρος του “σπέρματος του φιδιού”. (Απ 13:2· παράβαλε Ιωα 8:44· Απ 12:9.) Ακόμη και προτού ο Αδάμ και η Εύα αποκτήσουν παιδιά, ο Ιεχωβά Θεός έδειξε ότι θα υπήρχε έχθρα ανάμεσα στο “σπέρμα της γυναίκας” και στο “σπέρμα του φιδιού”. (Γε 3:15) Συνεπώς, από τη θεμελίωση του κόσμου είχε ήδη καθοριστεί ότι στο ρόλο του Αρνιού δεν θα γραφόταν το όνομα κανενός λάτρη του θηρίου. Μόνο άτομα ιερά από την άποψη του Θεού θα είχαν αυτό το προνόμιο.—Απ 21:27.
Δεδομένου ότι αυτός ο ρόλος ανήκει στο Αρνί, τα αναγραφόμενα ονόματα πρέπει λογικά να είναι τα ονόματα των ατόμων που του έχουν δοθεί από τον Θεό. (Απ 13:8· Ιωα 17:9, 24) Επομένως, είναι αξιοσημείωτο ότι το βιβλίο της Αποκάλυψης, την επόμενη φορά που μνημονεύει το Αρνί, το παρουσιάζει να στέκεται στο Όρος Σιών μαζί με 144.000 άτομα αγορασμένα ανάμεσα από την ανθρωπότητα.—Απ 14:1-5.