ΧΕΒΡΩΝ
(Χεβρών).
1. Εγγονός του Λευί και γιος του Καάθ· προπάτορας των “γιων του Χεβρών”, ή αλλιώς Χεβρωνιτών.—Εξ 6:16, 18· Αρ 3:19, 27· 26:58· 1Χρ 6:2, 18· 15:4, 9· 23:12, 19· 26:30-32.
2. Γιος του Μαρησάχ και πατέρας του Κορέ, του Θαπφουά, του Ρεκέμ και του Σεμά· απόγονος του Χάλεβ από τη φυλή του Ιούδα.—1Χρ 2:42, 43.
3. [Τόπος Συνεργασίας]. Αρχαία πόλη στην ορεινή περιοχή του Ιούδα η οποία χτίστηκε εφτά χρόνια πριν από τη Ζόαν της Αιγύπτου. (Αρ 13:22) Η Χεβρών βρίσκεται περίπου 30 χλμ. ΝΝΔ της Ιερουσαλήμ, σε υψόμετρο 900 και πλέον μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Ξεχωρίζει ως μια από τις αρχαιότερες τοποθεσίες της Μέσης Ανατολής που εξακολουθούν να κατοικούνται. Το αρχαίο όνομα της Χεβρών, «Κιριάθ-αρβά» (Πόλη του Αρβά), φαίνεται ότι έλκει την προέλευσή του από τον Αρβά, τον Ανακίμ ιδρυτή της. (Γε 23:2· Ιη 14:15) Η πόλη και οι γειτονικοί της λόφοι φημίζονται από παλιά για τα αμπέλια τους, τα ρόδια, τα σύκα, τις ελιές, τα βερίκοκα, τα μήλα και τους ξηρούς καρπούς τους. Η Χεβρών, η οποία είναι ευνοημένη με πολυάριθμες πηγές και πηγάδια, περιβάλλεται από χιλιόμετρα πρασίνου.
Οι πατριάρχες Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ έμειναν για ένα διάστημα ως πάροικοι στη Χεβρών. (Γε 13:18· 35:27· 37:13, 14) Η Σάρρα πέθανε εκεί και θάφτηκε σε μια σπηλιά στην κοντινή Μαχπελάχ. Αυτή η σπηλιά, την οποία αγόρασε ο Αβραάμ μαζί με τη γύρω έκταση από τον Εφρών τον Χετταίο, έγινε ο οικογενειακός τάφος τους, και εκεί θάφτηκε επίσης ο Αβραάμ, ο Ισαάκ, η Ρεβέκκα, η Λεία και ο Ιακώβ.—Γε 23:2-20· 49:29-33· 50:13.
Τον καιρό που ο Μωυσής έστειλε τους 12 κατασκόπους στην Υποσχεμένη Γη, κατοικούσαν στη Χεβρών οι γιγαντόσωμοι απόγονοι του Ανάκ. (Αρ 13:22, 28, 33) Περίπου 40 χρόνια αργότερα, ο Ωάμ, ο βασιλιάς της Χεβρών, ενώθηκε μαζί με άλλους τέσσερις βασιλιάδες σε μια επίθεση κατά της Γαβαών, μιας πόλης που είχε κάνει ειρήνη με τον Ιησού του Ναυή. Οι Ισραηλίτες ανταποκρίθηκαν στην έκκληση της Γαβαών για συμπαράσταση και, με τη βοήθεια του Ιεχωβά, νίκησαν τα στρατεύματα των πέντε βασιλιάδων που είχαν επιτεθεί στη Γαβαών. Έπειτα, εκείνοι οι πέντε βασιλιάδες, που είχαν κρυφτεί σε μια σπηλιά, εκτελέστηκαν και τα νεκρά σώματά τους έμειναν κρεμασμένα πάνω σε ξύλα μέχρι το βράδυ.—Ιη 10:1-27.
Στη συνέχεια της εκστρατείας του Ισραήλ στη νότια Χαναάν, οι κάτοικοι της Χεβρών, περιλαμβανομένου του βασιλιά τους (προφανώς διαδόχου του Ωάμ), αφιερώθηκαν στην καταστροφή. (Ιη 10:36, 37) Ωστόσο, παρότι οι Ισραηλίτες υπό τον Ιησού του Ναυή συνέτριψαν τη δύναμη των Χαναναίων, φαίνεται ότι δεν εγκατέστησαν αμέσως φρουρές για να διατηρήσουν τις κτήσεις τους. Προφανώς όσο ο Ισραήλ πολεμούσε αλλού, οι Ανακίμ επανεγκαταστάθηκαν στη Χεβρών, πράγμα που αργότερα κατέστησε αναγκαία την ανακατάληψη της πόλης από τον Χάλεβ (ή από τους γιους του Ιούδα υπό την ηγεσία του Χάλεβ). (Ιη 11:21-23· 14:12-15· 15:13, 14· Κρ 1:10) Η Χεβρών, που αρχικά είχε παραχωρηθεί στον Χάλεβ της φυλής του Ιούδα, στη συνέχεια χαρακτηρίστηκε ιερή ως πόλη καταφυγίου. Υπήρξε επίσης ιερατική πόλη. Ωστόσο, “ο αγρός της πόλης [της Χεβρών]” και οι οικισμοί της ήταν κληρονομική ιδιοκτησία του Χάλεβ.—Ιη 14:13, 14· 20:7· 21:9-13.
Στη Χεβρών, περίπου τέσσερις αιώνες αργότερα, οι άντρες του Ιούδα έχρισαν βασιλιά τον Δαβίδ. Ο Δαβίδ κυβέρνησε από εκεί εφτάμισι χρόνια, και στο μεταξύ έγινε πατέρας έξι γιων, του Αμνών, του Χιλεάβ (Δανιήλ), του Αβεσσαλώμ, του Αδωνία, του Σεφατία και του Ιθραάμ. (2Σα 2:1-4, 11· 3:2-5· 1Χρ 3:1-4) Νωρίτερα, οι κάτοικοι της Χεβρών είχαν προφανώς βοηθήσει τον Δαβίδ, ενόσω αυτός είχε τεθεί εκτός νόμου από τον Βασιλιά Σαούλ. (1Σα 30:26, 31) Προς το τέλος της περιόδου κατά την οποία ο Δαβίδ βασίλευε από τη Χεβρών, προσχώρησε στην παράταξη του Δαβίδ ο Αβενήρ, ο κύριος υποστηρικτής του αντίπαλου βασιλιά, του Ις-βοσθέ, γιου του Σαούλ. (2Σα 2:8, 9) Όταν ο Ιωάβ, επιστρέφοντας από μια επιδρομή, έμαθε ότι ο Δαβίδ είχε αποστείλει τον Αβενήρ με ειρήνη, έστειλε αγγελιοφόρους με την οδηγία να φέρουν πίσω τον Αβενήρ και τότε τον σκότωσε ο ίδιος στη Χεβρών, όπου στη συνέχεια θάφτηκε ο Αβενήρ. (2Σα 3:12-27, 32) Αργότερα, ο Ρηχάβ και ο Βαανάχ δολοφόνησαν τον Ις-βοσθέ και, αναμένοντας ανταμοιβή για την πράξη τους, έφεραν το κεφάλι του στον Δαβίδ στη Χεβρών, αλλά εκείνος φρόντισε να θανατωθούν για την αχρεία πράξη τους. (2Σα 4:5-12) Έπειτα ο Δαβίδ χρίστηκε βασιλιάς όλου του Ισραήλ και μετέφερε την πρωτεύουσά του από τη Χεβρών στην Ιερουσαλήμ.—2Σα 5:1-9.
Μερικά χρόνια αργότερα, ο γιος του Δαβίδ ο Αβεσσαλώμ επέστρεψε στη Χεβρών, όπου ξεκίνησε την αποτυχημένη του προσπάθεια σφετερισμού της βασιλείας του πατέρα του. (2Σα 15:7-10) Πιθανότατα λόγω της ιστορικής σημασίας που είχε η Χεβρών ως η πάλαι ποτέ πρωτεύουσα του Ιούδα, αλλά και λόγω του ότι ήταν η γενέτειρά του, ο Αβεσσαλώμ διάλεξε αυτή την πόλη για να ξεκινήσει την προσπάθειά του να αναρριχηθεί στο θρόνο. Αργότερα, ο εγγονός του Δαβίδ, ο Βασιλιάς Ροβοάμ, ανοικοδόμησε τη Χεβρών. (2Χρ 11:5-10) Μετά την ερήμωση του Ιούδα από τους Βαβυλωνίους και την επιστροφή των Ιουδαίων εξορίστων, μερικοί από τους επαναπατρισμένους Ιουδαίους εγκαταστάθηκαν στη Χεβρών (Κιριάθ-αρβά).—Νε 11:25.
[Εικόνα στη σελίδα 1257]
Σύγχρονη άποψη ενός δρόμου της Χεβρών—μιας από τις αρχαίες πόλεις καταφυγίου στον Ισραήλ