Κεφάλαιο Έντεκα
Αποκαλύπτεται ο Χρόνος Έλευσης του Μεσσία
1. Εφόσον ο Ιεχωβά είναι ο Μεγάλος Χρονομέτρης, για ποιο πράγμα μπορούμε να είμαστε βέβαιοι;
Ο ΙΕΧΩΒΑ είναι ο Μεγάλος Χρονομέτρης. Υπό τον έλεγχό του βρίσκονται όλοι οι χρόνοι και οι καιροί που σχετίζονται με το έργο του. (Πράξεις 1:7) Όλα τα γεγονότα τα οποία έχει καθορίσει να λάβουν χώρα σε αυτούς τους χρόνους και τους καιρούς είναι βέβαιο ότι θα συμβούν. Δεν πρόκειται να μείνουν απραγματοποίητα.
2, 3. Σε ποια προφητεία έστρεψε την προσοχή του ο Δανιήλ, και ποια αυτοκρατορία κυβερνούσε τη Βαβυλώνα εκείνον τον καιρό;
2 Ως επιμελής σπουδαστής των Γραφών, ο προφήτης Δανιήλ είχε πίστη στην ικανότητα που κατέχει ο Ιεχωβά να προγραμματίζει γεγονότα και να τα πραγματοποιεί. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον Δανιήλ παρουσίαζαν οι προφητείες οι οποίες αφορούσαν την ερήμωση της Ιερουσαλήμ. Ο Ιερεμίας είχε καταγράψει την αποκάλυψη που του είχε δώσει ο Θεός σχετικά με το πόσο καιρό θα παρέμενε ερημωμένη η άγια πόλη, και ο Δανιήλ εξέτασε αυτή την προφητεία προσεκτικά. Ο ίδιος έγραψε: «Το πρώτο έτος του Δαρείου, του γιου του Ασσουήρη από το σπέρμα των Μήδων, ο οποίος είχε γίνει βασιλιάς του βασιλείου των Χαλδαίων, το πρώτο έτος της βασιλείας του, εγώ ο Δανιήλ διέκρινα από τα βιβλία τον αριθμό των χρόνων σχετικά με τα οποία είχε έρθει ο λόγος του Ιεχωβά στον Ιερεμία τον προφήτη για τη συμπλήρωση των ερημώσεων της Ιερουσαλήμ, δηλαδή εβδομήντα χρόνια».—Δανιήλ 9:1, 2· Ιερεμίας 25:11.
3 Ο Δαρείος ο Μήδος κυβερνούσε τότε “στο βασίλειο των Χαλδαίων”. Η προηγούμενη πρόβλεψη που είχε κάνει ο Δανιήλ όταν ερμήνευσε τη γραφή στον τοίχο είχε εκπληρωθεί ταχύτατα. Η Βαβυλωνιακή Αυτοκρατορία δεν υπήρχε πια. Είχε “δοθεί στους Μήδους και στους Πέρσες” το 539 Π.Κ.Χ.—Δανιήλ 5:24-28, 30, 31.
Ο ΔΑΝΙΗΛ ΠΑΡΑΚΑΛΕΙ ΤΑΠΕΙΝΑ ΤΟΝ ΙΕΧΩΒΑ
4. (α) Τι απαιτούνταν για να χορηγηθεί η απελευθέρωση από τον Θεό; (β) Πώς πλησίασε ο Δανιήλ τον Ιεχωβά;
4 Ο Δανιήλ κατανόησε ότι η 70χρονη ερήμωση της Ιερουσαλήμ πλησίαζε στο τέλος της. Τι θα έκανε κατόπιν; Ο ίδιος μας λέει: «Τότε προσήλωσα το πρόσωπό μου στον Ιεχωβά, τον αληθινό Θεό, για να τον εκζητήσω με προσευχή και με ικεσίες, με νηστεία και σάκο και στάχτη. Και άρχισα να προσεύχομαι στον Ιεχωβά τον Θεό μου και να εξομολογούμαι». (Δανιήλ 9:3, 4) Απαιτούνταν κατάλληλη κατάσταση καρδιάς για να χορηγηθεί η γεμάτη έλεος απελευθέρωση από τον Θεό. (Λευιτικό 26:31-46· 1 Βασιλέων 8:46-53) Απαιτούνταν πίστη, ταπεινό πνεύμα και πλήρης μετάνοια για τις αμαρτίες που είχαν προκαλέσει την εξορία και τη δουλεία. Εκπροσωπώντας, λοιπόν, τον αμαρτωλό λαό του, ο Δανιήλ πλησίασε τον Θεό. Πώς; Νηστεύοντας, πενθώντας και φορώντας σάκο, ο οποίος αποτελούσε σύμβολο μετάνοιας και ειλικρινούς καρδιάς.
5. Γιατί μπορούσε ο Δανιήλ να νιώθει πεπεισμένος ότι οι Ιουδαίοι θα αποκαθίσταντο στην πατρίδα τους;
5 Η προφητεία του Ιερεμία είχε δώσει ελπίδα στον Δανιήλ, διότι έδειχνε ότι οι Ιουδαίοι επρόκειτο σύντομα να αποκατασταθούν στην πατρίδα τους, τον Ιούδα. (Ιερεμίας 25:12· 29:10) Αναμφίβολα, ο Δανιήλ ένιωθε πεπεισμένος ότι θα ερχόταν ανακούφιση για τους υποδουλωμένους Ιουδαίους, επειδή ένας άντρας ονόματι Κύρος ήταν ήδη βασιλιάς της Περσίας. Δεν είχε προφητεύσει ο Ησαΐας ότι ο Κύρος θα έπαιζε βασικό ρόλο στο να απελευθερωθούν οι Ιουδαίοι για να ανοικοδομήσουν την Ιερουσαλήμ και το ναό; (Ησαΐας 44:28–45:3) Αλλά ο Δανιήλ δεν είχε ιδέα για το πώς θα συνέβαινε αυτό. Εξακολούθησε, λοιπόν, να κάνει δεήσεις στον Ιεχωβά.
6. Τι αναγνώρισε ο Δανιήλ στην προσευχή του;
6 Ο Δανιήλ έστρεψε την προσοχή στο έλεος και στη στοργική καλοσύνη του Θεού. Με ταπεινοφροσύνη, αναγνώρισε ότι οι Ιουδαίοι είχαν αμαρτήσει στασιάζοντας, παρεκκλίνοντας από τις εντολές του Ιεχωβά και αγνοώντας τους προφήτες του. Ο Θεός ορθά τους είχε “διασπείρει εξαιτίας της απιστίας τους”. Ο Δανιήλ προσευχήθηκε: «Ιεχωβά, σε εμάς ανήκει η ντροπή του προσώπου, στους βασιλιάδες μας, στους άρχοντές μας και στους προπάτορές μας, επειδή αμαρτήσαμε εναντίον σου. Στον Ιεχωβά τον Θεό μας ανήκουν τα ελέη και οι πράξεις συγχώρησης, γιατί στασιάσαμε εναντίον του. Και δεν υπακούσαμε στη φωνή του Ιεχωβά του Θεού μας ώστε να περπατήσουμε σύμφωνα με τους νόμους του, τους οποίους έθεσε ενώπιόν μας με το χέρι των υπηρετών του των προφητών. Και όλοι εκείνοι που είναι από τον Ισραήλ παρέβηκαν το νόμο σου και υπήρξε παρέκκλιση με το να μην υπακούσουν στη φωνή σου, και έτσι εξέχυσες πάνω μας την κατάρα και τον όρκο που είναι γραμμένα στο νόμο του Μωυσή, του υπηρέτη του αληθινού Θεού, γιατί αμαρτήσαμε εναντίον Του».—Δανιήλ 9:5-11· Έξοδος 19:5-8· 24:3, 7, 8.
7. Γιατί μπορεί να λεχθεί ότι ο Ιεχωβά ενήργησε ορθά όταν επέτρεψε να αιχμαλωτιστούν οι Ιουδαίοι;
7 Ο Θεός είχε προειδοποιήσει τους Ισραηλίτες για τις συνέπειες που θα υφίσταντο αν έδειχναν ανυπακοή προς αυτόν και περιφρόνηση για τη διαθήκη που είχε κάνει μαζί τους. (Λευιτικό 26:31-33· Δευτερονόμιο 28:15· 31:17) Ο Δανιήλ αναγνωρίζει την ορθότητα των ενεργειών του Θεού, λέγοντας: «Εκτέλεσε τους λόγους του τους οποίους είχε πει εναντίον μας και εναντίον των κριτών μας που μας έκριναν, φέρνοντας πάνω μας μεγάλη συμφορά, τέτοια που δεν έγινε κάτω από ολόκληρο τον ουρανό όπως έγινε στην Ιερουσαλήμ. Όπως είναι γραμμένο στο νόμο του Μωυσή, όλη αυτή η συμφορά ήρθε πάνω μας, και εμείς δεν απαλύναμε το πρόσωπο του Ιεχωβά του Θεού μας επιστρέφοντας από την εσφαλμένη πορεία μας και εκδηλώνοντας ενόραση στη φιλαλήθειά σου. Και ο Ιεχωβά έμεινε άγρυπνος ως προς τη συμφορά και τελικά την έφερε πάνω μας, γιατί ο Ιεχωβά ο Θεός μας είναι δίκαιος σε όλα τα έργα του τα οποία έχει κάνει· και εμείς δεν υπακούσαμε στη φωνή του».—Δανιήλ 9:12-14.
8. Σε τι βασίζει ο Δανιήλ την έκκλησή του προς τον Ιεχωβά;
8 Ο Δανιήλ δεν προσπαθεί να δικαιολογήσει τις πράξεις του λαού του. Την εξορία τους την άξιζαν, όπως εξομολογείται πρόθυμα: «Αμαρτήσαμε, ενεργήσαμε με πονηρία». (Δανιήλ 9:15) Ούτε τον απασχολεί απλώς και μόνο η ανακούφιση από τα παθήματα. Όχι, βασίζει την έκκλησή του στο ζήτημα της δόξας και της τιμής του ίδιου του Ιεχωβά. Συγχωρώντας τους Ιουδαίους και αποκαθιστώντας τους στην πατρίδα τους, ο Θεός θα εκπλήρωνε την υπόσχεση που είχε δώσει μέσω του Ιερεμία και θα αγίαζε το όνομά Του. Ο Δανιήλ εκλιπαρεί: «Ιεχωβά, σύμφωνα με όλες τις δικές σου πράξεις δικαιοσύνης, σε παρακαλώ, ας απομακρυνθεί ο θυμός σου και η οργή σου από την πόλη σου την Ιερουσαλήμ, το άγιο βουνό σου· διότι, εξαιτίας των αμαρτιών μας και εξαιτίας των σφαλμάτων των προπατόρων μας, η Ιερουσαλήμ και ο λαός σου είναι αντικείμενο ονειδισμού σε όλους όσους είναι γύρω μας».—Δανιήλ 9:16.
9. (α) Με ποιες ικεσίες τελειώνει την προσευχή του ο Δανιήλ; (β) Τι στενοχωρεί τον Δανιήλ, αλλά πώς δείχνει σεβασμό για το όνομα του Θεού;
9 Προσευχόμενος ένθερμα, ο Δανιήλ συνεχίζει: «Τώρα . . . άκουσε, Θεέ μας, την προσευχή του υπηρέτη σου και τις ικεσίες του, και κάνε να λάμψει το πρόσωπό σου πάνω στο αγιαστήριό σου το ερημωμένο, για χάρη του Ιεχωβά. Κλίνε το αφτί σου, Θεέ μου, και άκουσε. Άνοιξε τα μάτια σου και δες τις συνθήκες της ερήμωσής μας και την πόλη που έχει κληθεί με το όνομά σου· διότι δεν εναποθέτουμε εμείς τις ικεσίες μας μπροστά σου σύμφωνα με τις δίκαιες πράξεις μας, αλλά σύμφωνα με τα πολλά ελέη σου. Ιεχωβά, άκουσε. Ιεχωβά, συγχώρησε. Ιεχωβά, δώσε προσοχή και ενέργησε. Μην καθυστερήσεις, για χάρη δική σου, Θεέ μου, γιατί το δικό σου όνομα έχει κληθεί πάνω στην πόλη σου και πάνω στο λαό σου». (Δανιήλ 9:17-19) Αν ο Θεός δεν χορηγούσε συγχώρηση και άφηνε το λαό του στην εξορία, επιτρέποντας στην άγια πόλη του, την Ιερουσαλήμ, να κείτεται ερημωμένη επ’ αόριστον, θα τον θεωρούσαν άραγε τα έθνη Παγκόσμιο Κυρίαρχο; Δεν θα ήταν δυνατόν να συμπεράνουν ότι ο Ιεχωβά ήταν ανίσχυρος μπροστά στην κραταιότητα των βαβυλωνιακών θεών; Ναι, το όνομα του Ιεχωβά θα ονειδιζόταν και αυτό στενοχωρεί τον Δανιήλ. Από τις 19 περιπτώσεις που εμφανίζεται το θεϊκό όνομα Ιεχωβά στο βιβλίο του Δανιήλ, οι 18 περιλαμβάνονται σε αυτή την προσευχή!
Ο ΓΑΒΡΙΗΛ ΕΡΧΕΤΑΙ ΤΑΧΥΤΑΤΑ
10. (α) Ποιος στάλθηκε στον Δανιήλ, και γιατί; (β) Γιατί αποκάλεσε ο Δανιήλ τον Γαβριήλ “άντρα”;
10 Ενώ ο Δανιήλ προσεύχεται ακόμη, εμφανίζεται ο άγγελος Γαβριήλ. Αυτός λέει: «Δανιήλ, ήρθα τώρα για να σε κάνω να αποκτήσεις ενόραση με κατανόηση. Στην αρχή των ικεσιών σου εξήλθε λόγος, και εγώ ήρθα να μεταφέρω αγγελία, επειδή εσύ είσαι άτομο πολύ επιθυμητό. Δώσε, λοιπόν, προσοχή στο ζήτημα και απόκτησε κατανόηση σχετικά με αυτό που βλέπεις». Αλλά γιατί τον αποκαλεί ο Δανιήλ «ο άντρας Γαβριήλ»; (Δανιήλ 9:20-23) Ας λάβουμε υπόψη μας πως, όταν ο Δανιήλ ζητούσε να κατανοήσει το προηγούμενο όραμά του στο οποίο είχε δει τον τράγο και το κριάρι, εμφανίστηκε μπροστά του «κάποιος που ήταν στην εμφάνιση σαν ακμαίος άντρας». Ήταν ο άγγελος Γαβριήλ, που είχε σταλεί για να δώσει στον Δανιήλ ενόραση. (Δανιήλ 8:15-17) Παρόμοια, μετά την προσευχή του Δανιήλ, αυτός ο άγγελος ήρθε κοντά του με ανθρώπινη μορφή και του μίλησε όπως μιλάει άνθρωπος προς άνθρωπο.
11, 12. (α) Μολονότι δεν υπήρχε ναός ή θυσιαστήριο του Ιεχωβά στη Βαβυλώνα, πώς έδειχναν οι θεοφοβούμενοι Ιουδαίοι ότι λάβαιναν υπόψη τους τις προσφορές που απαιτούσε ο Νόμος; (β) Γιατί αποκλήθηκε ο Δανιήλ «άτομο πολύ επιθυμητό»;
11 Ο Γαβριήλ φτάνει «την ώρα της βραδινής προσφοράς των δώρων». Το θυσιαστήριο του Ιεχωβά είχε καταστραφεί μαζί με το ναό της Ιερουσαλήμ, και οι Ιουδαίοι ήταν αιχμάλωτοι των ειδωλολατρών Βαβυλωνίων. Γι’ αυτό, οι Ιουδαίοι στη Βαβυλώνα δεν πρόσφεραν θυσίες στον Θεό. Εντούτοις, όποτε έπρεπε να γίνονται προσφορές, όπως όριζε ο Μωσαϊκός Νόμος, οι θεοφοβούμενοι Ιουδαίοι που βρίσκονταν στη Βαβυλώνα ήταν κατάλληλο να αινούν τον Ιεχωβά και να δέονται σε αυτόν. Εφόσον ο Δανιήλ ήταν άνθρωπος με βαθιά αφοσίωση στον Θεό, αποκλήθηκε «άτομο πολύ επιθυμητό». Ο Ιεχωβά, ο οποίος “ακούει προσευχή”, ευαρεστούνταν σε αυτόν, και ο Γαβριήλ στάλθηκε ταχύτατα για να απαντήσει στη γεμάτη πίστη προσευχή που έκανε ο Δανιήλ.—Ψαλμός 65:2.
12 Ακόμη και όταν η προσευχή στον Ιεχωβά έθετε σε κίνδυνο τη ζωή του, ο Δανιήλ εξακολουθούσε να προσεύχεται στον Θεό τρεις φορές την ημέρα. (Δανιήλ 6:10, 11) Δεν είναι άξιο απορίας που ο Ιεχωβά τον θεωρούσε τόσο επιθυμητό! Εκτός από την προσευχή, το γεγονός ότι ο Δανιήλ έκανε στοχασμούς γύρω από το Λόγο του Θεού τον κατέστησε ικανό να διακρίνει το θέλημα του Ιεχωβά. Ο Δανιήλ ενέμενε στην προσευχή και γνώριζε πώς να πλησιάζει τον Ιεχωβά κατάλληλα ώστε να λαβαίνουν απάντηση οι προσευχές του. Τόνιζε τη δικαιοσύνη του Θεού. (Δανιήλ 9:7, 14, 16) Και μολονότι οι εχθροί του δεν μπορούσαν να του βρουν κανένα ψεγάδι, ο Δανιήλ γνώριζε ότι ήταν αμαρτωλός στα μάτια του Θεού και εξομολογούνταν πρόθυμα την αμαρτία του.—Δανιήλ 6:4· Ρωμαίους 3:23.
«ΕΒΔΟΜΗΝΤΑ ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ» ΓΙΑ ΝΑ ΕΞΑΛΕΙΦΘΕΙ Η ΑΜΑΡΤΙΑ
13, 14. (α) Ποιες σπουδαίες πληροφορίες αποκάλυψε ο Γαβριήλ στον Δανιήλ; (β) Πόση διάρκεια έχουν οι «εβδομήντα εβδομάδες», και πώς το γνωρίζουμε αυτό;
13 Τι απάντηση λαβαίνει ο Δανιήλ, ο οποίος εγκαρτερεί στην προσευχή! Ο Ιεχωβά, όχι μόνο τον διαβεβαιώνει ότι οι Ιουδαίοι θα αποκατασταθούν στην πατρίδα τους, αλλά του δίνει και ενόραση σχετικά με κάτι που είναι πολύ πιο σπουδαίο—την εμφάνιση του προειπωμένου Μεσσία. (Γένεση 22:17, 18· Ησαΐας 9:6, 7) Ο Γαβριήλ λέει στον Δανιήλ: «Εβδομήντα εβδομάδες έχουν καθοριστεί για το λαό σου και για την άγια πόλη σου, προκειμένου να τερματιστεί η παράβαση και να εξαλειφθεί η αμαρτία και να γίνει εξιλέωση για το σφάλμα και να εισαχθεί δικαιοσύνη που θα παραμένει στους αιώνες και να μπει σφραγίδα σε όραμα και προφήτη και να χριστούν τα Άγια των Αγίων. Και πρέπει να γνωρίσεις και να αποκτήσεις την ενόραση ότι, από τότε που θα βγει ο λόγος να αποκατασταθεί και να ανοικοδομηθεί η Ιερουσαλήμ ως τον Μεσσία τον Ηγέτη, θα είναι εφτά εβδομάδες και εξήντα δύο εβδομάδες. Αυτή θα επιστρέψει και μάλιστα θα ανοικοδομηθεί, με πλατεία και τάφρο, αλλά σε καιρούς στενοχώριας».—Δανιήλ 9:24, 25.
14 Αυτά ήταν πράγματι καλά νέα! Όχι μόνο θα ανοικοδομούνταν η Ιερουσαλήμ και θα αποκαθίστατο η λατρεία σε έναν καινούριο ναό, αλλά επίσης, “ο Μεσσίας ο Ηγέτης” θα εμφανιζόταν σε ένα καθορισμένο χρονικό σημείο. Αυτό θα συνέβαινε μέσα σε «εβδομήντα εβδομάδες». Εφόσον ο Γαβριήλ δεν αναφέρει ημέρες, δεν πρόκειται για εβδομάδες που θα αποτελούνταν από εφτά ημέρες η καθεμιά, περίοδος που θα ισοδυναμούσε με 490 ημέρες—μόνο ένα έτος και τέσσερις μήνες. Η προειπωμένη ανοικοδόμηση της Ιερουσαλήμ «με πλατεία και τάφρο» απαίτησε πολύ περισσότερο χρόνο από αυτόν. Αυτές οι εβδομάδες είναι εβδομάδες ετών. Η άποψη ότι κάθε εβδομάδα έχει διάρκεια εφτά έτη υποστηρίζεται από αρκετές σύγχρονες μεταφράσεις. Παραδείγματος χάρη, η μετάφραση Τανάκ—Οι Άγιες Γραφές (Tanakh—The Holy Scriptures), που είναι έκδοση της Ιουδαϊκής Εκδοτικής Εταιρίας, χρησιμοποιεί σε μια υποσημείωση του εδαφίου Δανιήλ 9:24 την απόδοση «εβδομήντα εβδομάδες ετών». Η Μια Αμερικανική Μετάφραση (An American Translation) λέει: «Εβδομήντα εβδομάδες ετών είναι προορισμένες για το λαό σου και για την άγια πόλη σου». Παρόμοιες αποδόσεις εμφανίζονται, επίσης, στις μεταφράσεις του Μόφατ και του Ρόδερχαμ, καθώς και στην Αγία Γραφή, Ν. Λούβαρι-Α. Χαστούπη και στην Αγία Γραφή, Έκδοση Ελληνικής Βιβλικής Εταιρίας 1997.
15. Σε ποιες τρεις περιόδους διαιρούνται οι «εβδομήντα εβδομάδες», και πότε θα άρχιζαν;
15 Σύμφωνα με τα λόγια του αγγέλου, οι «εβδομήντα εβδομάδες» θα διαιρούνταν σε τρεις περιόδους: (1) «εφτά εβδομάδες», (2) «εξήντα δύο εβδομάδες» και (3) μία εβδομάδα. Αυτές οι περίοδοι θα ισοδυναμούσαν με 49 χρόνια, 434 χρόνια και 7 χρόνια—συνολικά 490 χρόνια. Είναι ενδιαφέρουσα η απόδοση που χρησιμοποιεί Η Αναθεωρημένη Αγγλική Βίβλος (The Revised English Bible): «Εβδομήντα επί εφτά χρόνια έχουν οριστεί για το λαό σου και για την άγια πόλη σου». Αφού θα παρέμεναν εξόριστοι και θα υπέφεραν στη Βαβυλώνα επί 70 χρόνια, οι Ιουδαίοι επρόκειτο να απολαύσουν ειδική εύνοια από τον Θεό επί 490 χρόνια, δηλαδή 70 χρόνια πολλαπλασιαζόμενα επί 7. Το σημείο έναρξης αυτής της περιόδου θα ήταν “τότε που θα έβγαινε ο λόγος να αποκατασταθεί και να ανοικοδομηθεί η Ιερουσαλήμ”. Πότε θα γινόταν αυτό;
ΟΙ «ΕΒΔΟΜΗΝΤΑ ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ» ΑΡΧΙΖΟΥΝ
16. Όπως δείχνει το διάταγμα που εξέδωσε ο Κύρος, για ποιο σκοπό αποκατέστησε τους Ιουδαίους στην πατρίδα τους;
16 Αξίζει να προσέξουμε τρία σημαντικά συμβάντα σχετικά με την έναρξη των “εβδομήντα εβδομάδων”. Το πρώτο έλαβε χώρα το 537 Π.Κ.Χ., όταν ο Κύρος εξέδωσε το διάταγμά του με βάση το οποίο αποκαταστάθηκαν οι Ιουδαίοι στην πατρίδα τους. Αυτό το διάταγμα έχει ως εξής: «Αυτό είπε ο Κύρος, ο βασιλιάς της Περσίας: “Όλα τα βασίλεια της γης μού έδωσε ο Ιεχωβά, ο Θεός των ουρανών, και ο ίδιος με διόρισε να του χτίσω οίκο στην Ιερουσαλήμ, η οποία βρίσκεται στον Ιούδα. Όποιος από εσάς είναι από όλο το λαό του, είθε ο Θεός του να είναι μαζί του. Ας ανεβεί, λοιπόν, στην Ιερουσαλήμ, η οποία βρίσκεται στον Ιούδα, και ας ανοικοδομήσει τον οίκο του Ιεχωβά, του Θεού του Ισραήλ—αυτός είναι ο αληθινός Θεός—ο οποίος βρισκόταν στην Ιερουσαλήμ. Και οποιονδήποτε απομένει σε όποιον τόπο κατοικεί ως πάροικος, ας τον βοηθήσουν οι άντρες του τόπου του με ασήμι και με χρυσάφι και με αγαθά και με κατοικίδια ζώα, καθώς και με την εθελοντική προσφορά για τον οίκο του αληθινού Θεού, ο οποίος βρισκόταν στην Ιερουσαλήμ”». (Έσδρας 1:2-4) Σαφώς, ο συγκεκριμένος σκοπός αυτού του διατάγματος ήταν να ανοικοδομηθεί ο ναός—“ο οίκος του Ιεχωβά”—στην προηγούμενη τοποθεσία του.
17. Σύμφωνα με την επιστολή που είχε δοθεί στον Έσδρα, ποιος ήταν ο λόγος του ταξιδιού του στην Ιερουσαλήμ;
17 Το δεύτερο συμβάν έλαβε χώρα το έβδομο έτος της διακυβέρνησης του Πέρση Βασιλιά Αρταξέρξη (Αρταξέρξη του Μακρόχειρα, γιου του Ξέρξη Α΄). Εκείνον τον καιρό, ο Έσδρας ο αντιγραφέας έκανε ένα τετράμηνο ταξίδι από τη Βαβυλώνα στην Ιερουσαλήμ. Μετέφερε μια ειδική επιστολή από το βασιλιά, αλλά αυτή δεν έδινε εξουσιοδότηση να ανοικοδομηθεί η Ιερουσαλήμ. Απεναντίας, η αποστολή του Έσδρα περιοριζόταν μόνο στο «να δοθεί ωραιότητα στον οίκο του Ιεχωβά». Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η επιστολή αναφερόταν σε χρυσάφι και ασήμι, σε ιερά σκεύη και σε συνεισφορές σιταριού, κρασιού, λαδιού και αλατιού, οι οποίες θα υποστήριζαν τη λατρεία στο ναό, καθώς και στη φοροαπαλλαγή των ατόμων που θα υπηρετούσαν εκεί.—Έσδρας 7:6-27.
18. Ποια νέα ανησύχησαν τον Νεεμία, και πώς πληροφορήθηκε για αυτά ο Βασιλιάς Αρταξέρξης;
18 Το τρίτο συμβάν έλαβε χώρα 13 χρόνια αργότερα, το 20ό έτος του Πέρση Βασιλιά Αρταξέρξη. Ο Νεεμίας υπηρετούσε τότε ως οινοχόος του «στα Σούσα, το κάστρο». Το υπόλοιπο που είχε επιστρέψει από τη Βαβυλώνα είχε ανοικοδομήσει ως έναν βαθμό την Ιερουσαλήμ. Αλλά η κατάσταση δεν ήταν απόλυτα ικανοποιητική. Ο Νεεμίας έμαθε ότι “το τείχος της Ιερουσαλήμ ήταν γκρεμισμένο και οι πύλες της είχαν καεί με φωτιά”. Αυτό τον ανησύχησε πολύ και τον έκανε σκυθρωπό γεμίζοντας με θλίψη την καρδιά του. Όταν ρωτήθηκε για τη λύπη του, ο Νεεμίας απάντησε: «Είθε να ζει ο βασιλιάς στον αιώνα! Γιατί να μην είναι σκυθρωπό το πρόσωπό μου όταν η πόλη, ο οίκος όπου βρίσκονται οι τάφοι των προπατόρων μου, είναι ερημωμένη, και οι πύλες της έχουν καταφαγωθεί με φωτιά;»—Νεεμίας 1:1-3· 2:1-3.
19. (α) Όταν ρωτήθηκε από τον Βασιλιά Αρταξέρξη, τι έκανε πρώτα ο Νεεμίας; (β) Τι ζήτησε ο Νεεμίας, και πώς αναγνώρισε το ρόλο που έπαιξε ο Θεός σε αυτή την υπόθεση;
19 Η αφήγηση σχετικά με τον Νεεμία λέει στη συνέχεια: «Ο δε βασιλιάς μού είπε: “Τι ζητάς να εξασφαλίσεις;” Αμέσως εγώ προσευχήθηκα στον Θεό των ουρανών. Έπειτα είπα στο βασιλιά: “Αν φαίνεται καλό στο βασιλιά και αν ο υπηρέτης σου φαίνεται καλός μπροστά σου, να με στείλεις στον Ιούδα, στην πόλη όπου βρίσκονται οι τάφοι των προπατόρων μου, για να την ανοικοδομήσω”». Ο Αρταξέρξης είδε ευνοϊκά αυτή την πρόταση και, μάλιστα, ενήργησε όπως του ζήτησε στη συνέχεια ο Νεεμίας: «Αν φαίνεται καλό στο βασιλιά, ας μου δοθούν επιστολές για εκείνους που είναι κυβερνήτες πέρα από τον Ποταμό [Ευφράτη], ώστε να με αφήσουν να περάσω μέχρι να φτάσω στον Ιούδα· επίσης, μια επιστολή για τον Ασάφ, το φύλακα του πάρκου του βασιλιά, ώστε να μου δώσει δέντρα για να φτιάξω με ξύλα τις πύλες του Κάστρου του οίκου, καθώς και για το τείχος της πόλης και για το σπίτι στο οποίο θα μπω». Ο Νεεμίας αναγνώρισε το ρόλο που έπαιξε ο Ιεχωβά σε όλη αυτή την υπόθεση, λέγοντας: «Και ο βασιλιάς μού . . . έδωσε [τις επιστολές], σύμφωνα με το αγαθό χέρι του Θεού μου, το οποίο ήταν πάνω μου».—Νεεμίας 2:4-8.
20. (α) Πότε εφαρμόστηκε ο λόγος που είχε βγει «να αποκατασταθεί και να ανοικοδομηθεί η Ιερουσαλήμ»; (β) Πότε άρχισαν οι «εβδομήντα εβδομάδες», και πότε ολοκληρώθηκαν; (γ) Ποιες αποδείξεις υποστηρίζουν την ακρίβεια των χρονολογιών που σημείωσαν την έναρξη και το τέλος των “εβδομήντα εβδομάδων”;
20 Μολονότι η άδεια δόθηκε το μήνα Νισάν, στις αρχές του 20ού έτους της βασιλείας του Αρταξέρξη, ουσιαστικά “ο λόγος που είχε βγει να αποκατασταθεί και να ανοικοδομηθεί η Ιερουσαλήμ” εφαρμόστηκε μήνες αργότερα. Αυτό έλαβε χώρα όταν ο Νεεμίας έφτασε στην Ιερουσαλήμ και άρχισε το έργο του όσον αφορά την αποκατάσταση. Το ταξίδι του Έσδρα είχε διαρκέσει τέσσερις μήνες, αλλά τα Σούσα ήταν 300 και πλέον χιλιόμετρα ανατολικά της Βαβυλώνας και συνεπώς ακόμη πιο μακριά από την Ιερουσαλήμ. Άρα, το πιθανότερο είναι ότι ο Νεεμίας έφτασε στην Ιερουσαλήμ προς τα τέλη του 20ού έτους του Αρταξέρξη, δηλαδή το 455 Π.Κ.Χ. Τότε άρχισαν οι προειπωμένες «εβδομήντα εβδομάδες», δηλαδή τα 490 χρόνια. Θα ολοκληρώνονταν δε στα τέλη του 36 Κ.Χ.—Βλέπε «Πότε Άρχισε η Βασιλεία του Αρταξέρξη;», στη σελίδα 197.
“Ο ΜΕΣΣΙΑΣ Ο ΗΓΕΤΗΣ” ΕΜΦΑΝΙΖΕΤΑΙ
21. (α) Τι θα επιτελούνταν μέσα στις πρώτες «εφτά εβδομάδες», και μάλιστα παρά το γεγονός ότι θα επικρατούσαν ποιες περιστάσεις; (β) Ποιο έτος θα εμφανιζόταν ο Μεσσίας, και τι λέει το Ευαγγέλιο του Λουκά ότι συνέβη τότε;
21 Πόσα χρόνια πέρασαν προτού ανοικοδομηθεί η Ιερουσαλήμ; Η αποκατάσταση της πόλης επρόκειτο να επιτελεστεί «σε καιρούς στενοχώριας» εξαιτίας των δυσκολιών που θα υπήρχαν ανάμεσα στους ίδιους τους Ιουδαίους και της εναντίωσης από τους Σαμαρείτες και άλλους. Από ό,τι φαίνεται, το έργο ολοκληρώθηκε στον απαραίτητο βαθμό περίπου το 406 Π.Κ.Χ.—μέσα στις «εφτά εβδομάδες», δηλαδή σε 49 χρόνια. (Δανιήλ 9:25) Επρόκειτο δε να ακολουθήσουν 62 εβδομάδες, δηλαδή 434 χρόνια. Αφού θα περνούσε αυτή η χρονική περίοδος, θα εμφανιζόταν ο από πολλού υποσχεμένος Μεσσίας. Υπολογίζοντας 483 χρόνια (49 συν 434) από το 455 Π.Κ.Χ., φτάνουμε στο 29 Κ.Χ. Τι συνέβη τότε; Ο Ευαγγελιστής Λουκάς μάς λέει: «Το δέκατο πέμπτο έτος της βασιλείας του Τιβέριου Καίσαρα, όταν κυβερνήτης της Ιουδαίας ήταν ο Πόντιος Πιλάτος, και περιφερειακός διοικητής της Γαλιλαίας ήταν ο Ηρώδης, . . . δόθηκε η διακήρυξη του Θεού στον Ιωάννη, το γιο του Ζαχαρία, στην έρημο. Αυτός, λοιπόν, ήρθε σε όλη την περιοχή γύρω από τον Ιορδάνη κηρύττοντας βάφτισμα που συμβόλιζε μετάνοια για συγχώρηση αμαρτιών». Εκείνον τον καιρό, «ο λαός βρισκόταν σε αναμονή» για τον Μεσσία.—Λουκάς 3:1-3, 15.
22. Πότε και με ποιο μέσο έγινε ο Ιησούς ο προειπωμένος Μεσσίας;
22 Ο Ιωάννης δεν ήταν ο υποσχεμένος Μεσσίας. Αλλά αναφορικά με τα γεγονότα των οποίων έγινε μάρτυρας κατά το βάφτισμα του Ιησού από τη Ναζαρέτ, το φθινόπωρο του 29 Κ.Χ., ο Ιωάννης είπε: «Είδα το πνεύμα να κατεβαίνει σαν περιστέρι από τον ουρανό, και έμεινε πάνω του. Και εγώ ο ίδιος δεν τον γνώριζα, αλλά Αυτός που με έστειλε να βαφτίζω σε νερό, εκείνος μου είπε: “Πάνω σε όποιον δεις να κατεβαίνει και να μένει το πνεύμα, αυτός είναι που βαφτίζει σε άγιο πνεύμα”. Και εγώ το είδα, και έδωσα μαρτυρία ότι αυτός είναι ο Γιος του Θεού». (Ιωάννης 1:32-34) Κατά το βάφτισμά του, ο Ιησούς έγινε ο Χρισμένος—ο Μεσσίας, δηλαδή ο Χριστός. Σύντομα έπειτα από αυτό, ο Αντρέας, που ήταν μαθητής του Ιωάννη, συνάντησε τον χρισμένο Ιησού και είπε κατόπιν στον Σίμωνα Πέτρο: «Βρήκαμε τον Μεσσία». (Ιωάννης 1:41) Συνεπώς, “ο Μεσσίας ο Ηγέτης” εμφανίστηκε ακριβώς στον καθορισμένο χρόνο—στο τέλος των 69 εβδομάδων!
ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΗΣ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ
23. Γιατί έπρεπε να πεθάνει “ο Μεσσίας ο Ηγέτης”, και πότε θα συνέβαινε αυτό;
23 Τι θα επιτελούνταν στη διάρκεια της 70ής εβδομάδας; Ο Γαβριήλ είπε ότι η περίοδος των “εβδομήντα εβδομάδων” είχε καθοριστεί «προκειμένου να τερματιστεί η παράβαση και να εξαλειφθεί η αμαρτία και να γίνει εξιλέωση για το σφάλμα και να εισαχθεί δικαιοσύνη που θα παραμένει στους αιώνες και να μπει σφραγίδα σε όραμα και προφήτη και να χριστούν τα Άγια των Αγίων». Για να επιτελεστεί αυτό, “ο Μεσσίας ο Ηγέτης” έπρεπε να πεθάνει. Πότε; Ο Γαβριήλ είπε: «Μετά τις εξήντα δύο εβδομάδες, ο Μεσσίας θα εκκοπεί, χωρίς τίποτα για τον εαυτό του. . . . Και αυτός θα διατηρήσει τη διαθήκη σε ισχύ για τους πολλούς επί μία εβδομάδα· και στο μισό της εβδομάδας θα κάνει να πάψει η θυσία και η προσφορά δώρων». (Δανιήλ 9:26α, 27α) Το κρίσιμο χρονικό σημείο ήταν «στο μισό της εβδομάδας», δηλαδή το μέσο της τελευταίας εβδομάδας ετών.
24, 25. (α) Όπως είχε προφητευτεί, πότε πέθανε ο Χριστός, και τι τερμάτισε ο θάνατος και η ανάστασή του; (β) Τι κατέστησε δυνατόν ο θάνατος του Ιησού;
24 Η δημόσια διακονία του Ιησού Χριστού άρχισε στα τέλη του 29 Κ.Χ. και διήρκεσε τριάμισι χρόνια. Όπως είχε προφητευτεί, στις αρχές του 33 Κ.Χ. έλαβε χώρα η “εκκοπή” του Χριστού όταν αυτός πέθανε πάνω σε ξύλο βασανισμού, δίνοντας την ανθρώπινη ζωή του ως λύτρο για τους ανθρώπους. (Ησαΐας 53:8· Ματθαίος 20:28) Η ανάγκη για τις θυσίες ζώων και τις προσφορές δώρων που όριζε ο Νόμος έπαψε να υφίσταται όταν ο αναστημένος Ιησούς παρουσίασε την αξία της θυσιασμένης ανθρώπινης ζωής του στον Θεό στους ουρανούς. Μολονότι οι Ιουδαίοι ιερείς εξακολούθησαν να κάνουν προσφορές μέχρι την καταστροφή του ναού της Ιερουσαλήμ το 70 Κ.Χ., αυτές οι θυσίες δεν γίνονταν πια αποδεκτές από τον Θεό. Είχαν αντικατασταθεί από μια καλύτερη θυσία, μια θυσία που δεν θα χρειαζόταν να επαναληφθεί ποτέ. Ο απόστολος Παύλος έγραψε: «[Ο Χριστός] πρόσφερε μία θυσία για αμαρτίες παντοτινά . . . Διότι με μία θυσιαστική προσφορά έχει τελειοποιήσει παντοτινά εκείνους που αγιάζονται».—Εβραίους 10:12, 14.
25 Μολονότι η αμαρτία και ο θάνατος συνέχισαν να ταλαιπωρούν τους ανθρώπους, η εκκοπή του Ιησού με το θάνατο καθώς και η ανάστασή του σε ουράνια ζωή εκπλήρωσαν προφητείες. “Τερμάτισαν την παράβαση, εξάλειψαν την αμαρτία, έκαναν εξιλέωση για το σφάλμα και εισήγαγαν δικαιοσύνη”. Ο Θεός είχε καταργήσει τη διαθήκη του Νόμου, η οποία είχε εκθέσει και καταδικάσει τους Ιουδαίους ως αμαρτωλούς. (Ρωμαίους 5:12, 19, 20· Γαλάτες 3:13, 19· Εφεσίους 2:15· Κολοσσαείς 2:13, 14) Τώρα οι αμαρτίες των μετανοημένων παραβατών θα μπορούσαν να ακυρωθούν και οι επακόλουθες τιμωρίες θα μπορούσαν να αρθούν. Μέσω της εξιλαστήριας θυσίας του Μεσσία έγινε δυνατόν να συμφιλιωθούν με τον Θεό τα άτομα που ασκούσαν πίστη. Αυτά τα άτομα θα μπορούσαν να αναμένουν να λάβουν το δώρο που δίνει ο Θεός, δηλαδή «αιώνια ζωή μέσω του Χριστού Ιησού».—Ρωμαίους 3:21-26· 6:22, 23· 1 Ιωάννη 2:1, 2.
26. (α) Μολονότι είχε καταργηθεί η διαθήκη του Νόμου, ποια διαθήκη “διατηρήθηκε σε ισχύ επί μία εβδομάδα”; (β) Τι έλαβε χώρα στο τέλος της 70ής εβδομάδας;
26 Άρα, ο Ιεχωβά κατάργησε τη διαθήκη του Νόμου μέσω του θανάτου του Χριστού το 33 Κ.Χ. Πώς μπορούσε, λοιπόν, να λεχθεί ότι ο Μεσσίας «θα διατηρήσει τη διαθήκη σε ισχύ για τους πολλούς επί μία εβδομάδα»; Επειδή διατήρησε σε ισχύ την Αβραμιαία διαθήκη. Μέχρι να τελειώσει η 70ή εβδομάδα, ο Θεός πρόσφερε τις ευλογίες αυτής της διαθήκης στους Εβραίους απογόνους του Αβραάμ. Αλλά στο τέλος των “εβδομήντα εβδομάδων” ετών, το 36 Κ.Χ., ο απόστολος Πέτρος κήρυξε στον ευλαβή Ιταλό Κορνήλιο, στο σπιτικό του και σε άλλους Εθνικούς. Και από εκείνη την ημέρα, τα καλά νέα άρχισαν να διακηρύττονται στους ανθρώπους των εθνών.—Πράξεις 3:25, 26· 10:1-48· Γαλάτες 3:8, 9, 14.
27. Ποια «Άγια των Αγίων» χρίστηκαν, και πώς;
27 Η προφητεία προείπε, επίσης, ότι θα χρίονταν «τα Άγια των Αγίων». Αυτό δεν σημαίνει ότι θα χρίονταν τα Άγια των Αγίων, δηλαδή το εσώτατο τμήμα, του ναού στην Ιερουσαλήμ. Η έκφραση «Άγια των Αγίων» εδώ αναφέρεται στο ουράνιο αγιαστήριο του Θεού. Εκεί, ο Ιησούς παρουσίασε την αξία της ανθρώπινης θυσίας του στον Πατέρα του. Το βάφτισμα του Ιησού το 29 Κ.Χ. είχε χρίσει, ή αλλιώς ξεχωρίσει, εκείνη την ουράνια, πνευματική πραγματικότητα η οποία συμβολιζόταν από τα Άγια των Αγίων της επίγειας σκηνής και του μεταγενέστερου ναού.—Εβραίους 9:11, 12.
Η ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ ΕΠΙΚΥΡΩΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΕΟ
28. Τι σήμαινε το γεγονός ότι θα “έμπαινε σφραγίδα σε όραμα και προφήτη”;
28 Η Μεσσιανική προφητεία την οποία είπε ο άγγελος Γαβριήλ ανέφερε, επίσης, ότι θα “έμπαινε σφραγίδα σε όραμα και προφήτη”. Αυτό σήμαινε ότι όλα όσα προειπώθηκαν για τον Μεσσία—όλα όσα επιτέλεσε μέσω της θυσίας του, της ανάστασής του και της εμφάνισής του στον ουρανό, καθώς και τα άλλα πράγματα που θα συνέβαιναν στη διάρκεια της 70ής εβδομάδας—θα σφραγίζονταν με τη σφραγίδα της θεϊκής έγκρισης, θα αποδεικνύονταν αληθινά και θα ήταν αξιόπιστα. Το όραμα θα σφραγιζόταν, θα περιοριζόταν στον Μεσσία. Η εκπλήρωσή του θα γινόταν σε εκείνον και στο έργο του Θεού που θα επιτελούνταν μέσω εκείνου. Μόνο σε σχέση με τον προειπωμένο Μεσσία θα μπορούσαμε να βρούμε την ορθή ερμηνεία του οράματος. Τίποτα άλλο δεν θα αποσφράγιζε τη σημασία του.
29. Τι επρόκειτο να συμβεί στην ανοικοδομημένη Ιερουσαλήμ, και για ποιο λόγο;
29 Ο Γαβριήλ είχε προφητεύσει προηγουμένως ότι η Ιερουσαλήμ θα ανοικοδομούνταν. Τώρα προλέγει την καταστροφή εκείνης της ανοικοδομημένης πόλης και του ναού της, λέγοντας: «Την πόλη και τον άγιο τόπο θα τα καταστρέψει ο λαός ενός ηγέτη που θα έρθει. Και το τέλος του θα είναι από πλημμύρα. Και μέχρι το τέλος θα υπάρχει πόλεμος· αυτό που έχει αποφασιστεί είναι ερημώσεις. . . . Και πάνω στη φτερούγα αηδιαστικών πραγμάτων θα είναι αυτός που προκαλεί ερήμωση· και μέχρις εξόντωσης, το πράγμα που έχει αποφασιστεί θα εκχέεται επίσης πάνω σε αυτό που κείτεται έρημο». (Δανιήλ 9:26β, 27β) Μολονότι αυτή η ερήμωση θα λάβαινε χώρα μετά τις «εβδομήντα εβδομάδες», θα αποτελούσε άμεσο αποτέλεσμα γεγονότων που θα συνέβαιναν την τελευταία «εβδομάδα», όταν οι Ιουδαίοι απέρριψαν τον Χριστό και προκάλεσαν τη θανάτωσή του.—Ματθαίος 23:37, 38.
30. Όπως δείχνουν τα ιστορικά αρχεία, πώς εκπληρώθηκε το διάταγμα του Μεγάλου Χρονομέτρη;
30 Τα ιστορικά αρχεία δείχνουν ότι το 66 Κ.Χ. οι ρωμαϊκές λεγεώνες, υπό την αρχηγία του κυβερνήτη της Συρίας Κέστιου Γάλλου, περικύκλωσαν την Ιερουσαλήμ. Παρά την αντίσταση των Ιουδαίων, οι ρωμαϊκές δυνάμεις, οι οποίες έφεραν τα ειδωλολατρικά τους εμβλήματα, δηλαδή λάβαρα, διείσδυσαν στην πόλη και άρχισαν να υποσκάπτουν το τείχος του ναού στα βόρεια. Το ότι στέκονταν εκεί τους καθιστούσε «αηδιαστικό πράγμα» το οποίο θα μπορούσε να προκαλέσει πλήρη ερήμωση. (Ματθαίος 24:15, 16) Το 70 Κ.Χ. οι Ρωμαίοι με αρχηγό τον στρατηγό Τίτο ήρθαν σαν «πλημμύρα» και ερήμωσαν την πόλη και το ναό της. Τίποτα δεν μπόρεσε να τους σταματήσει, διότι αυτό είχε διαταχθεί—“είχε αποφασιστεί”—από τον Θεό. Ο Μεγάλος Χρονομέτρης, ο Ιεχωβά, εκπλήρωσε και πάλι το λόγο του!
ΤΙ ΔΙΑΚΡΙΝΑΤΕ;
• Όταν πλησίαζαν στο τέλος τους τα 70 χρόνια ερήμωσης της Ιερουσαλήμ, ποιες ικεσίες έκανε ο Δανιήλ στον Ιεχωβά;
• Πόση διάρκεια είχαν οι «εβδομήντα εβδομάδες», πότε άρχισαν και πότε ολοκληρώθηκαν;
• Πότε εμφανίστηκε “ο Μεσσίας ο Ηγέτης”, και ποιο ήταν το κρίσιμο χρονικό σημείο κατά το οποίο έλαβε χώρα η “εκκοπή” του;
• Ποια διαθήκη διατηρήθηκε «σε ισχύ για τους πολλούς επί μία εβδομάδα»;
• Τι έλαβε χώρα μετά τις «εβδομήντα εβδομάδες»;
[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 197]
Πότε Άρχισε η Βασιλεία του Αρταξέρξη;
ΟΙ ΑΠΟΨΕΙΣ των ιστορικών διίστανται όσον αφορά το έτος έναρξης της διακυβέρνησης του Πέρση Βασιλιά Αρταξέρξη. Μερικοί υποστηρίζουν ότι ανέβηκε στο θρόνο το 465 Π.Κ.Χ. επειδή ο πατέρας του, ο Ξέρξης, άρχισε να κυβερνάει το 486 Π.Κ.Χ. και πέθανε το 21ο έτος της βασιλείας του. Εντούτοις, υπάρχουν αποδείξεις που υποστηρίζουν ότι ο Αρταξέρξης ανέβηκε στο θρόνο το 475 Π.Κ.Χ. και ξεκίνησε το πρώτο έτος της βασιλείας του το 474 Π.Κ.Χ.
Οι ανασκαφές στην αρχαία περσική πρωτεύουσα Περσέπολη έφεραν στο φως επιγραφές και γλυπτά που δείχνουν ότι για ένα διάστημα ο Ξέρξης υπήρξε συμβασιλιάς με τον πατέρα του τον Δαρείο Α΄. Αν αυτό το διάστημα ήταν 10 χρόνια και ο Ξέρξης βασίλεψε μόνος του 11 χρόνια μετά το θάνατο του Δαρείου το 486 Π.Κ.Χ., τότε το πρώτο έτος της βασιλείας του Αρταξέρξη θα ήταν το 474 Π.Κ.Χ.
Ένας άλλος αποδεικτικός συλλογισμός έχει να κάνει με τον Αθηναίο στρατηγό Θεμιστοκλή, ο οποίος νίκησε τις δυνάμεις του Ξέρξη το 480 Π.Κ.Χ. Αργότερα, αυτός έπεσε στη δυσμένεια των Ελλήνων και κατηγορήθηκε για προδοσία. Ο Θεμιστοκλής τράπηκε σε φυγή και ζήτησε προστασία στην περσική αυλή, όπου έγινε ευπρόσδεκτος. Σύμφωνα με τον ιστορικό Θουκυδίδη, αυτό συνέβη όταν ο Αρταξέρξης «είχε ανέλθει προσφάτως εις τον θρόνον». Ο ιστορικός Διόδωρος ο Σικελιώτης αναφέρει ότι ο Θεμιστοκλής πέθανε το 471 Π.Κ.Χ. Εφόσον ο Θεμιστοκλής ζήτησε να του παραχωρηθεί ένα έτος για να μάθει την περσική γλώσσα προτού παρουσιαστεί ενώπιον του Βασιλιά Αρταξέρξη, πρέπει να έφτασε στη Μικρά Ασία το αργότερο το 473 Π.Κ.Χ. Με αυτή τη χρονολογία συμφωνεί το έργο του Ιερώνυμου Χρονικό του Ευσεβίου. Εφόσον ο Αρταξέρξης «είχε ανέλθει προσφάτως εις τον θρόνον» όταν ο Θεμιστοκλής έφτασε στην Ασία το 473 Π.Κ.Χ., ο Γερμανός λόγιος Ερνστ Χένγκστενμπεργκ δήλωσε στο έργο του Χριστολογία της Παλαιάς Διαθήκης (Christologie des Alten Testaments) ότι η βασιλεία του Αρταξέρξη άρχισε το 474 Π.Κ.Χ., άποψη με την οποία συμφωνούν και άλλες πηγές. Ο ίδιος πρόσθεσε: «Το εικοστό έτος του Αρταξέρξη είναι το έτος 455 προ Χριστού».
[Εικόνα]
Προτομή του Θεμιστοκλή
[Διάγραμμα/Εικόνες στη σελίδα 188, 189]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
«ΕΒΔΟΜΗΝΤΑ ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ»
455 Π.Κ.Χ. 406 Π.Κ.Χ. 29 Κ.Χ. 33 Κ.Χ. 36 Κ.Χ.
«Ο λόγος να Η Ιερουσαλήμ Ο Μεσσίας Ο Μεσσίας Τελειώνουν οι
αποκατασταθεί ανοικοδομείται εμφανίζεται εκκόπτεται «εβδομήντα
. . .η Ιερουσαλήμ» εβδομάδες»
7 εβδομάδες 62 εβδομάδες 1 εβδομάδα
49 χρόνια 434 χρόνια 7 χρόνια
[Ολοσέλιδη εικόνα στη σελίδα 180]
[Ολοσέλιδη εικόνα στη σελίδα 193]