ΑΓΑΠΗ
Αίσθημα ένθερμης προσωπικής προσκόλλησης ή βαθιάς στοργής, όπως αυτό που νιώθει κανείς για έναν φίλο, γονέα ή παιδί και ούτω καθεξής· ένθερμη συμπάθεια για κάποιον άλλον· επίσης, η φιλάγαθη στοργή που νιώθει ο Θεός για τα πλάσματά του ή η ευλαβική στοργή που οφείλουν αυτά στον Θεό· επίσης, η γεμάτη καλοσύνη στοργή που εκδηλώνουν κατάλληλα τα πλάσματα του Θεού μεταξύ τους· η δυνατή ή γεμάτη πάθος στοργή για ένα άτομο του αντίθετου φύλου η οποία αποτελεί το συναισθηματικό κίνητρο για τη γαμήλια ένωση. Ένα από τα συνώνυμα της αγάπης είναι η λέξη «αφοσίωση».
Εκτός από αυτές τις έννοιες, οι Γραφές κάνουν επίσης λόγο για την αγάπη που καθοδηγείται από αρχές, όπως είναι η αγάπη για τη δικαιοσύνη ή ακόμη και η αγάπη κάποιου για τους εχθρούς του, για τους οποίους ίσως αυτός να μη νιώθει στοργή. Αυτή η πτυχή, ή έκφραση, της αγάπης σημαίνει ανιδιοτελή αφοσίωση στη δικαιοσύνη και ειλικρινές ενδιαφέρον για τη διαρκή ευημερία των άλλων, καθώς και ενεργή εκδήλωση αυτού του ενδιαφέροντος για το καλό τους.
Το ρήμα ’αχέβ ή ’αχάβ («αγαπώ») και το ουσιαστικό ’αχαβάχ («αγάπη») είναι ως επί το πλείστον οι λέξεις του εβραϊκού κειμένου που χρησιμοποιούνται για να υποδηλώσουν την αγάπη με τις παραπάνω σημασίες, τα δε συμφραζόμενα είναι εκείνα που καθορίζουν τη σημασία και το βαθμό που εννοούνται.
Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές χρησιμοποιούνται κυρίως τύποι των λέξεων ἀγάπη, φιλία και δύο λέξεις που παράγονται από τη λέξη στοργή (η λέξη ἔρως, η αγάπη ανάμεσα στον άντρα και στη γυναίκα, δεν χρησιμοποιείται). Η λέξη ἀγάπη εμφανίζεται πιο συχνά από τις άλλες.
Σχετικά με το ουσιαστικό ἀγάπη και το ρήμα ἀγαπάω, Το Ερμηνευτικό Λεξικό των Λέξεων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, του Βάιν (Vine’s Expository Dictionary of Old and New Testament Words), αναφέρει: «Η αγάπη μπορεί να αναγνωριστεί μόνο από τις πράξεις τις οποίες υποκινεί. Η αγάπη του Θεού φαίνεται από το γεγονός ότι πρόσφερε ως δώρο τον Γιο Του, 1 Ιωάν. 4:9, 10. Προφανώς, όμως, δεν επρόκειτο για αγάπη που θέλει να ευχαριστεί ούτε για απλή εκδήλωση στοργής, δηλαδή δεν υποκινήθηκε από κάποια ιδιαίτερη αρετή των αντικειμένων της, Ρωμ. 5:8. Επρόκειτο για έκφραση του Θεϊκού θελήματος μέσω εκούσιας επιλογής, η οποία έγινε χωρίς προσδιορίσιμη αιτία, εκτός από αυτήν που ενυπάρχει στην ίδια τη φύση του Θεού, παράβαλε Δευτ. 7:7, 8».—1981, Τόμ. 3, σ. 21.
Αναφορικά με το ρήμα φιλέω, ο Βάιν σχολιάζει: «Πρέπει να διαχωρίζεται από το ρήμα ἀγαπάω ως προς το εξής: το ρήμα φιλέω εκφράζει εντονότερα τρυφερή στοργή. . . . Εξάλλου, το να αγαπάει κάποιος (ὁ φιλῶν, Κείμενο) τη ζωή, έχοντας υπέρμετρη επιθυμία να τη διατηρήσει και ξεχνώντας τον πραγματικό σκοπό της ζωής, επισύρει τον έλεγχο του Κυρίου, Ιωάν. 12:25. Αντίθετα, το να αγαπάει (ἀγαπᾷν, Κείμενο) τη ζωή με τον τρόπο τον οποίο περιγράφει η λέξη στο εδάφιο 1 Πέτρ. 3:10 σημαίνει να λαβαίνει υπόψη του τα πραγματικά συμφέροντα της ζωής. Εδώ η χρήση της λέξης φιλέω θα ήταν εντελώς ακατάλληλη».—Τόμ. 3, σ. 21, 22.
Το Αναλυτικό Ταμείο της Αγίας Γραφής (Exhaustive Concordance of the Bible), του Τζέιμς Στρονγκ, στο τμήμα του ελληνικού λεξικού (1890, σ. 75, 76), κάνει το εξής σχόλιο κάτω από το λήμμα φιλέω: «Είμαι φίλος (συμπαθώ [ένα άτομο ή κάποιο αντικείμενο]), δηλαδή νιώθω στοργή (κάτι που υποδηλώνει προσωπική προσκόλληση, ως ζήτημα συναισθήματος, ενώ το ρήμα [ἀγαπάω] είναι πιο ευρύ και εμπερικλείει ιδίως την κρίση και την εκούσια συναίνεση της θέλησης, ως ζήτημα αρχής, καθήκοντος και ευπρέπειας . . . )».—Βλέπε ΣΤΟΡΓΗ.
Επομένως, η λέξη ἀγάπη του πρωτότυπου κειμένου έχει την έννοια της αγάπης η οποία καθοδηγείται, ή διέπεται, από αρχές. Μπορεί να περιλαμβάνει ή να μην περιλαμβάνει στοργή και συμπάθεια. Το γεγονός ότι η ἀγάπη μπορεί να περιλαμβάνει στοργή και θερμά αισθήματα γίνεται φανερό από πολλά αποσπάσματα. Στο εδάφιο Ιωάννης 3:35 ο Ιησούς είπε: «Ο Πατέρας αγαπάει [ἀγαπᾷ, Κείμενο] τον Γιο». Στο εδάφιο Ιωάννης 5:20 είπε: «Ο Πατέρας νιώθει στοργή για [φιλεῖ, Κείμενο] τον Γιο». Ασφαλώς, η αγάπη του Θεού για τον Ιησού Χριστό συνοδεύεται από μεγάλη στοργή. Επίσης, ο Ιησούς εξήγησε: «Εκείνος που με αγαπάει [ἀγαπῶν, Κείμενο] θα αγαπηθεί [ἀγαπηθήσεται, Κείμενο] από τον Πατέρα μου, και εγώ θα τον αγαπήσω». (Ιωα 14:21) Αυτή η αγάπη του Πατέρα και του Γιου συνοδεύεται από τρυφερή στοργή για τέτοια άτομα που εκδηλώνουν αγάπη. Οι λάτρεις του Ιεχωβά πρέπει να αγαπούν Αυτόν και τον Γιο του, καθώς και ο ένας τον άλλον, με τον ίδιο τρόπο.—Ιωα 21:15-17.
Άρα λοιπόν, η ἀγάπη, αν και ξεχωρίζει λόγω του σεβασμού προς τις αρχές, δεν χαρακτηρίζεται από έλλειψη αισθημάτων, αλλιώς δεν θα διέφερε από την ψυχρή δικαιοσύνη. Ωστόσο, δεν κυριαρχείται από τα αισθήματα ή από συναισθηματισμό—δεν αγνοεί ποτέ τις αρχές. Ενεργώντας ορθά, οι Χριστιανοί δείχνουν ἀγάπη σε άλλους για τους οποίους μπορεί να μη νιώθουν στοργή ή συμπάθεια, και το κάνουν αυτό για την ευημερία των εν λόγω ατόμων. (Γα 6:10) Ωστόσο, αν και μπορεί να μη νιώθουν στοργή, νιώθουν όμως συμπόνια και ειλικρινές ενδιαφέρον για αυτούς τους συνανθρώπους τους, στο βαθμό και με τον τρόπο που επιτρέπουν και υπαγορεύουν οι δίκαιες αρχές.
Παρ’ όλα αυτά, ενώ η ἀγάπη διέπεται από αρχές, υπάρχουν καλές και κακές αρχές. Θα μπορούσε κάποιος να εκδηλώσει εσφαλμένο είδος ἀγάπης, καθοδηγούμενος από κακές αρχές. Για παράδειγμα, ο Ιησούς είπε: «Αν αγαπάτε εκείνους που σας αγαπούν, ποιος έπαινος σας ανήκει; Διότι και οι αμαρτωλοί αγαπούν εκείνους που τους αγαπούν. Και αν κάνετε καλό σε εκείνους που σας κάνουν καλό, ποιος έπαινος σας ανήκει άραγε; Και οι αμαρτωλοί κάνουν το ίδιο. Επίσης, αν δανείζετε χωρίς τόκο σε εκείνους από τους οποίους ελπίζετε να λάβετε, ποιος έπαινος σας ανήκει; Και οι αμαρτωλοί δανείζουν χωρίς τόκο σε αμαρτωλούς για να πάρουν πίσω τα ίσα». (Λου 6:32-34) Η αρχή βάσει της οποίας ενεργούν τέτοιου είδους άτομα είναι: “Αν μου κάνεις εσύ καλό, θα σου κάνω και εγώ καλό”.
Ο απόστολος Παύλος είπε για κάποιον με τον οποίο είχε συνεργαστεί: «Ο Δημάς με εγκατέλειψε επειδή αγάπησε το παρόν σύστημα πραγμάτων». (2Τι 4:10) Ο Δημάς προφανώς αγάπησε τον κόσμο βάσει της αρχής ότι αυτή η αγάπη θα του απέφερε υλικά οφέλη. Ο Ιησούς λέει: «Οι άνθρωποι αγάπησαν το σκοτάδι μάλλον παρά το φως, γιατί τα έργα τους ήταν πονηρά. Διότι εκείνος που πράττει απαίσια πράγματα μισεί το φως και δεν έρχεται στο φως, για να μην ελεγχθούν τα έργα του». (Ιωα 3:19, 20) Επειδή είναι γεγονός, ή δεδομένη αρχή, ότι το σκοτάδι βοηθάει στη συγκάλυψη των πονηρών τους πράξεων, αυτοί το αγαπούν.
Ο Ιησούς έδωσε την εξής εντολή: «Να αγαπάτε τους εχθρούς σας». (Ματ 5:44) Ο ίδιος ο Θεός εδραίωσε αυτή την αρχή, όπως δηλώνει ο απόστολος Παύλος: «Ο Θεός συστήνει τη δική του αγάπη σε εμάς με το ότι, ενώ ήμασταν ακόμη αμαρτωλοί, ο Χριστός πέθανε για εμάς. . . . Διότι αν, όταν ήμασταν εχθροί, συμφιλιωθήκαμε με τον Θεό μέσω του θανάτου του Γιου του, πολύ περισσότερο, τώρα που έχουμε συμφιλιωθεί, θα σωθούμε μέσω της ζωής του». (Ρω 5:8-10) Εξέχον παράδειγμα τέτοιας αγάπης είναι η πολιτεία του Θεού με τον Σαύλο από την Ταρσό, τον μετέπειτα απόστολο Παύλο. (Πρ 9:1-16· 1Τι 1:15) Άρα, η αγάπη προς τους εχθρούς μας πρέπει να διέπεται από την αρχή που εδραίωσε ο Θεός και πρέπει να εκδηλώνεται με υπακοή στις εντολές του, ανεξάρτητα από το αν αυτή η αγάπη συνοδεύεται ή όχι από θερμά αισθήματα ή στοργή.
Ο Θεός. Ο απόστολος Ιωάννης γράφει: «Ο Θεός είναι αγάπη». (1Ιω 4:8) Αυτός είναι η ίδια η προσωποποίηση της αγάπης, που είναι η κυρίαρχη ιδιότητά του. Ωστόσο, δεν ισχύει το αντίστροφο, ότι δηλαδή “η αγάπη (η αφηρημένη ιδιότητα) είναι Θεός”. Αυτός αποκαλύπτει τον εαυτό του στην Αγία Γραφή ως Πρόσωπο και μιλάει μεταφορικά για τα «μάτια» του, τα «χέρια» του, την «καρδιά» του, την «ψυχή» του και ούτω καθεξής. Έχει και άλλες ιδιότητες, μεταξύ των οποίων είναι η δικαιοσύνη, η δύναμη και η σοφία. (Δευ 32:4· Ιωβ 36:22· Απ 7:12) Επιπλέον, έχει την ικανότητα να μισεί, μια ιδιότητα εντελώς αντίθετη από την αγάπη. Η αγάπη του για τη δικαιοσύνη απαιτεί από αυτόν να μισεί την πονηρία. (Δευ 12:31· Παρ 6:16) Η αγάπη εμπεριέχει το αίσθημα και την εκδήλωση ένθερμης προσωπικής στοργής, την οποία μόνο ένα πρόσωπο μπορεί να νιώσει ή η οποία μπορεί να εκδηλωθεί προς ένα πρόσωπο. Ασφαλώς ο Γιος του Θεού, ο Ιησούς Χριστός, δεν είναι μια αφηρημένη ιδιότητα. Αυτός είπε ότι βρισκόταν με τον Πατέρα του, εργαζόταν μαζί του, τον ευαρεστούσε και τον άκουγε, και επίσης μίλησε για αγγέλους οι οποίοι βλέπουν το πρόσωπο του Πατέρα του, πράγματα τα οποία είναι αδύνατον να αφορούν μια αφηρημένη ιδιότητα.—Ματ 10:32· 18:10· Ιωα 5:17· 6:46· 8:28, 29, 40· 17:5.
Αποδείξεις της αγάπης του. Είναι άφθονες οι αποδείξεις για το γεγονός ότι ο Ιεχωβά, ο Δημιουργός και ο Θεός του σύμπαντος, είναι αγάπη. Αυτές τις αποδείξεις μπορεί να τις δει κανείς στην ίδια τη φυσική δημιουργία. Με τι αξιοθαύμαστη επιμέλεια πλάστηκε αυτή για την υγεία, την ευχαρίστηση και την ευημερία του ανθρώπου! Ο άνθρωπος δεν έχει δημιουργηθεί απλώς για να υπάρχει, αλλά για να απολαμβάνει το φαγητό, να ευφραίνεται παρατηρώντας τα χρώματα και τις ομορφιές της δημιουργίας, να απολαμβάνει τα ζώα και τη συντροφιά των συνανθρώπων του και να βρίσκει ευχαρίστηση στις αμέτρητες άλλες χαρές της ζωής. (Ψλ 139:14, 17, 18) Αλλά ο Ιεχωβά έχει δείξει ακόμη περισσότερο την αγάπη του φτιάχνοντας τον άνθρωπο κατά την εικόνα και την ομοίωσή του (Γε 1:26, 27), με την ικανότητα να αγαπάει και να έχει πνευματικότητα, και επίσης αποκαλύπτοντας τον εαυτό του στους ανθρώπους μέσω του Λόγου του και του αγίου του πνεύματος.—1Κο 2:12, 13.
Η αγάπη του Ιεχωβά για το ανθρώπινο γένος είναι σαν την αγάπη που τρέφει ένας Πατέρας για τα παιδιά του. (Ματ 5:45) Δεν τους στερεί τίποτα που είναι για το καλό τους, ανεξάρτητα από το τίμημα που συνεπάγεται κάτι τέτοιο για αυτόν. Η αγάπη του ξεπερνάει οτιδήποτε μπορούμε να νιώσουμε ή να εκφράσουμε. (Εφ 2:4-7· Ησ 55:8· Ρω 11:33) Τη μεγαλύτερη εκδήλωση της αγάπης του—το πιο στοργικό πράγμα που μπορεί να κάνει ένας γονέας—την επιφύλαξε για το ανθρώπινο γένος. Το έκανε αυτό δίνοντας τη ζωή του ίδιου του πιστού, μονογενούς Γιου του. (Ιωα 3:16) Όπως γράφει ο απόστολος Ιωάννης: «Όσο για εμάς, εμείς αγαπάμε επειδή εκείνος πρώτος μας αγάπησε». (1Ιω 4:19) Αυτός είναι, επομένως, η Πηγή της αγάπης. Ένας άλλος απόστολος, ο Παύλος, γράφει: «Διότι μετά δυσκολίας θα πεθάνει κανείς για έναν δίκαιο· για τον αγαθό ίσως και να τολμάει κανείς να πεθάνει. Αλλά ο Θεός συστήνει τη δική του αγάπη σε εμάς με το ότι, ενώ ήμασταν ακόμη αμαρτωλοί, ο Χριστός πέθανε για εμάς».—Ρω 5:7, 8· 1Ιω 4:10.
Η αιώνια αγάπη του Θεού. Η αγάπη του Ιεχωβά για τους πιστούς υπηρέτες του είναι αιώνια. Δεν χάνεται ούτε ελαττώνεται, άσχετα με τις περιστάσεις στις οποίες μπορεί να βρίσκονται αυτοί—ευνοϊκές ή δυσμενείς—ή τις δυσκολίες τις οποίες μπορεί να αντιμετωπίζουν—μεγάλες ή μικρές. Ο απόστολος Παύλος δήλωσε με θέρμη: «Διότι είμαι πεπεισμένος ότι ούτε θάνατος ούτε ζωή ούτε άγγελοι ούτε κυβερνήσεις ούτε παρόντα πράγματα ούτε μελλοντικά πράγματα ούτε δυνάμεις ούτε ύψος ούτε βάθος ούτε καμιά άλλη δημιουργία θα μπορέσει να μας χωρίσει από την αγάπη του Θεού, η οποία είναι στον Χριστό Ιησού, τον Κύριό μας».—Ρω 8:38, 39.
Η κυριαρχία του Θεού βασίζεται στην αγάπη. Ο Ιεχωβά αγάλλεται με το γεγονός ότι η κυριαρχία του και η υποστήριξη που αυτή λαβαίνει από τα πλάσματά του βασίζονται πρωταρχικά στην αγάπη. Επιθυμεί μόνο όσους αγαπούν την κυριαρχία του λόγω των θαυμάσιων ιδιοτήτων του και επειδή αυτή είναι δίκαιη, όσους προτιμούν τη δική του κυριαρχία από οποιαδήποτε άλλη. (1Κο 2:9) Αυτοί επιλέγουν να υπηρετούν υπό την κυριαρχία του αντί να επιδιώκουν ανεξαρτησία, διότι γνωρίζουν τόσο τον ίδιο όσο και την αγάπη, τη δικαιοσύνη και τη σοφία του, ιδιότητες που, όπως αντιλαμβάνονται, υπερέχουν πολύ από τις δικές τους. (Ψλ 84:10, 11) Ο Διάβολος απέτυχε σε αυτό το σημείο, επειδή επιδίωξε εγωιστικά την ανεξαρτησία του, όπως άλλωστε έκαναν ο Αδάμ και η Εύα. Στην πραγματικότητα, ο Διάβολος αμφισβήτησε τον τρόπο διακυβέρνησης του Θεού, λέγοντας ουσιαστικά ότι ήταν άστοργος και άδικος (Γε 3:1-5), και ότι τα πλάσματα του Θεού δεν Τον υπηρετούσαν από αγάπη αλλά από ιδιοτέλεια.—Ιωβ 1:8-12· 2:3-5.
Ο Ιεχωβά Θεός επέτρεψε στον Διάβολο να ζήσει και να υποβάλει τους υπηρέτες του, ακόμη και τον μονογενή του Γιο, σε δοκιμή μέχρι θανάτου. Ο Θεός προείπε ότι ο Ιησούς Χριστός θα έμενε πιστός. (Ησ 53) Πώς μπορούσε να το πει αυτό με τόση σιγουριά για τον Γιο του; Λόγω της αγάπης. Ο Ιεχωβά γνώριζε τον Γιο του και γνώριζε την αγάπη που έτρεφε ο Γιος του για Αυτόν και για τη δικαιοσύνη. (Εβρ 1:9) Γνώριζε τον Γιο του άριστα και με κάθε λεπτομέρεια. (Ματ 11:27) Είχε πλήρη εμπιστοσύνη και πεποίθηση στην πιστότητα του Γιου. Εκτός αυτού, η «αγάπη . . . είναι τέλειος δεσμός ενότητας». (Κολ 3:14) Πρόκειται για τον πιο ισχυρό δεσμό στο σύμπαν, την τέλεια αγάπη που δένει άρρηκτα τον Γιο με τον Πατέρα. Για παρόμοιους λόγους, ο Θεός μπορούσε να εμπιστευτεί την οργάνωση των υπηρετών του, γνωρίζοντας ότι η αγάπη θα κρατούσε τους περισσότερους από αυτούς ακλόνητα προσκολλημένους σε εκείνον υπό δοκιμή και ότι η οργάνωση των πλασμάτων του ποτέ δεν θα αποσκιρτούσε ως σύνολο.—Ψλ 110:3.
Ο Ιησούς Χριστός. Εφόσον επί αμέτρητους αιώνες ο Ιησούς συναναστρεφόταν πολύ στενά με τον Πατέρα του, την Πηγή της αγάπης, και Τον γνώριζε άριστα και με κάθε λεπτομέρεια, μπορούσε να πει: «Αυτός που έχει δει εμένα έχει δει και τον Πατέρα». (Ιωα 14:9· Ματ 11:27) Επομένως, η αγάπη του Ιησού είναι πλήρης, τέλεια. (Εφ 3:19) Ο ίδιος είπε στους μαθητές του: «Κανείς δεν έχει αγάπη μεγαλύτερη από αυτήν, από το να παραδώσει την ψυχή του για χάρη των φίλων του». (Ιωα 15:13) Προηγουμένως τους είχε πει: «Σας δίνω μια καινούρια εντολή, να αγαπάτε ο ένας τον άλλον· όπως εγώ σας αγάπησα, να αγαπάτε και εσείς ο ένας τον άλλον». (Ιωα 13:34) Αυτή η εντολή ήταν καινούρια με την έννοια ότι ο Νόμος, κάτω από τον οποίο βρίσκονταν ο Ιησούς και οι μαθητές του εκείνον τον καιρό, έδινε την εξής εντολή: «Πρέπει να αγαπάς το συνάνθρωπό σου [ή τον πλησίον σου] όπως τον εαυτό σου». (Λευ 19:18· Ματ 22:39) Απαιτούσε μεν να αγαπάει κανείς τους άλλους όπως τον εαυτό του, αλλά δεν απαιτούσε αυτοθυσιαστική αγάπη η οποία θα μπορούσε να ωθήσει ένα άτομο να δώσει και την ίδια του τη ζωή για χάρη κάποιου άλλου. Η ζωή και ο θάνατος του Ιησού αποτέλεσαν υπόδειγμα του είδους της αγάπης την οποία απαιτούσε αυτή η καινούρια εντολή. Εκτός από το να κάνει το καλό όποτε δίνεται η ευκαιρία, ο ακόλουθος του Χριστού πρέπει να παίρνει την πρωτοβουλία, υπό την κατεύθυνση του Χριστού, για να βοηθάει τους άλλους πνευματικά ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο. Πρέπει να αναλαμβάνει δράση για το καλό τους. Το κήρυγμα και η διδασκαλία των καλών νέων στους άλλους, μερικοί από τους οποίους ίσως είναι εχθροί, είναι μια από τις μεγαλύτερες εκδηλώσεις αγάπης, διότι μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να αποκτήσουν αυτοί αιώνια ζωή. Ο Χριστιανός πρέπει “να μεταδίδει, όχι μόνο τα καλά νέα του Θεού, αλλά και την ίδια του την ψυχή” για να βοηθάει εκείνους οι οποίοι δέχονται τα καλά νέα και να συνεργάζεται με αυτούς. (1Θε 2:8) Πρέπει μάλιστα να είναι έτοιμος να παραδώσει την ψυχή του (τη ζωή του) για χάρη τους.—1Ιω 3:16.
Πώς Αποκτάει Κάποιος Αγάπη. Μέσω του αγίου πνεύματος, ο πρώτος άντρας και η πρώτη γυναίκα δημιουργήθηκαν έχοντας σε κάποιον βαθμό αυτό το κυρίαρχο χαρακτηριστικό του Θεού, δηλαδή την αγάπη, καθώς και τη δυνατότητα να επεκτείνουν, να μεγεθύνουν και να εμπλουτίσουν αυτή την αγάπη. Η αγάπη είναι καρπός του πνεύματος του Θεού. (Γα 5:22) Η θεοσεβής αγάπη δεν είναι μια ιδιότητα που την έχει κάποιος χωρίς να γνωρίζει το γιατί, όπως συμβαίνει με ορισμένες σωματικές ή διανοητικές ικανότητες, λόγου χάρη τη σωματική ομορφιά, το μουσικό ταλέντο ή παρόμοιες κληρονομημένες ιδιότητες. Η θεοσεβής αγάπη δεν μπορεί να υπάρχει μέσα σε ένα άτομο χωρίς τη γνώση και την υπηρεσία του Θεού ή χωρίς στοχασμό και εκτίμηση. Μόνο αν κάποιος καλλιεργεί την αγάπη μπορεί να γίνει μιμητής του Θεού, που είναι η Πηγή της αγάπης. (Ψλ 77:11· Εφ 5:1, 2· Ρω 12:2) Ο Αδάμ δεν καλλιέργησε αγάπη για τον Θεό, δεν προόδευσε μέχρι του σημείου να τελειοποιήσει την αγάπη. Αυτό φαίνεται από το ότι δεν βρισκόταν σε ενότητα με τον Θεό, δεν συνδεόταν μαζί Του με αυτόν τον τέλειο δεσμό ενότητας. Ο Αδάμ, ωστόσο, αν και ήταν ατελής και αμαρτωλός, μεταβίβασε στους απογόνους του, «κατά την εικόνα του», την ικανότητα και τη δυνατότητα να αγαπούν. (Γε 5:3) Γενικά, το ανθρώπινο γένος εκδηλώνει αγάπη, αλλά συχνά πρόκειται για παροδηγημένη, υποβαθμισμένη και διαστρεβλωμένη αγάπη.
Η αγάπη μπορεί να είναι παροδηγημένη. Για τους λόγους αυτούς, είναι φανερό ότι κάποιος μπορεί να έχει αληθινή αγάπη, η οποία να κατευθύνεται σωστά, μόνο αν επιζητεί και ακολουθεί το πνεύμα του Θεού και τη γνώση που πηγάζει από το Λόγο Του. Για παράδειγμα, ένας γονέας νιώθει στοργή για το παιδί του. Αλλά θα μπορούσε να αφήσει αυτή την αγάπη να υποβαθμιστεί ή θα μπορούσε ο ίδιος να παροδηγηθεί λόγω συναισθηματισμού, δίνοντας στο παιδί του τα πάντα χωρίς να του αρνείται τίποτα. Ίσως να μην ασκεί τη γονική του εξουσία παρέχοντας διαπαιδαγώγηση και ενίοτε πραγματική τιμωρία. (Παρ 22:15) Τέτοια υποτιθέμενη αγάπη μπορεί στην ουσία να είναι θέμα οικογενειακής υπερηφάνειας, που ισοδυναμεί με ιδιοτέλεια. Η Αγία Γραφή λέει ότι ένα τέτοιο άτομο δεν εκδηλώνει αγάπη αλλά μίσος, επειδή δεν ακολουθεί την πορεία που θα σώσει τη ζωή του παιδιού του.—Παρ 13:24· 23:13, 14.
Αυτή δεν είναι η αγάπη που προέρχεται από τον Θεό. Η θεοσεβής αγάπη ωθεί κάποιον να κάνει ό,τι είναι καλό και ωφέλιμο για το άλλο άτομο. «Η αγάπη εποικοδομεί». (1Κο 8:1) Η αγάπη δεν είναι συναισθηματισμός. Είναι σταθερή και ισχυρή, κατευθύνεται από θεϊκή σοφία και προσκολλάται πρώτα από όλα σε ό,τι είναι αγνό και σωστό. (Ιακ 3:17) Ο Θεός το κατέδειξε αυτό στην περίπτωση του Ισραήλ, τον οποίο τιμωρούσε αυστηρά όταν δεν υπάκουε, για το δικό τους αιώνιο καλό. (Δευ 8:5· Παρ 3:12· Εβρ 12:6) Ο απόστολος Παύλος λέει στους Χριστιανούς: «Με σκοπό τη διαπαιδαγώγηση υπομένετε. Ο Θεός φέρεται σε εσάς σαν σε γιους. Διότι ποιος γιος είναι αυτός τον οποίο δεν διαπαιδαγωγεί ο πατέρας του; . . . Επιπλέον, είχαμε τους πατέρες της σάρκας μας για να μας διαπαιδαγωγούν, και τους δείχναμε σεβασμό. Δεν θα πρέπει να υποταχθούμε πολύ περισσότερο στον Πατέρα της πνευματικής μας ζωής και να ζήσουμε; Διότι εκείνοι επί λίγες ημέρες μας διαπαιδαγωγούσαν σύμφωνα με ό,τι φαινόταν σε εκείνους καλό, αλλά αυτός μας διαπαιδαγωγεί για δικό μας όφελος ώστε να μετάσχουμε στην αγιότητά του. Είναι αλήθεια ότι καμιά διαπαιδαγώγηση δεν φαίνεται προς το παρόν να φέρνει χαρά, αλλά λύπη· ύστερα όμως, σε εκείνους που έχουν γυμναστεί από αυτήν αποφέρει ειρηνικό καρπό, δηλαδή δικαιοσύνη».—Εβρ 12:7-11.
Η γνώση δίνει στην αγάπη τη σωστή κατεύθυνση. Η αγάπη πρέπει να κατευθύνεται πρώτα στον Θεό, πάνω από κάθε άλλον. Αλλιώς θα πάρει εσφαλμένη κατεύθυνση και θα οδηγήσει ακόμη και στη λατρεία κάποιου πλάσματος ή πράγματος. Το να γνωρίζει κανείς τους σκοπούς του Θεού είναι ζωτικής σημασίας, επειδή τότε ξέρει τι είναι καλύτερο για τη δική του ευημερία καθώς και των άλλων, και επίσης θα γνωρίζει πώς να εκδηλώσει αγάπη με τον κατάλληλο τρόπο. Η αγάπη μας για τον Θεό πρέπει να προσφέρεται με “όλη μας την καρδιά, τη διάνοια, την ψυχή και τη δύναμη”. (Ματ 22:36-38· Μαρ 12:29, 30) Δεν πρέπει να συνίσταται απλώς και μόνο σε εξωτερικές εκδηλώσεις, αλλά πρέπει να αντικατοπτρίζει ολόκληρο τον εσωτερικό άνθρωπο. Η αγάπη περιλαμβάνει αισθήματα. (1Πε 1:22) Αλλά αν η διάνοια δεν είναι καταρτισμένη ώστε να γνωρίζει τι είναι η αληθινή αγάπη και πώς ενεργεί, τότε η αγάπη μπορεί να εκδηλωθεί προς εσφαλμένη κατεύθυνση. (Ιερ 10:23· 17:9· παράβαλε Φλπ 1:9.) Η διάνοια πρέπει να γνωρίζει τον Θεό και τις ιδιότητές του, τους σκοπούς του, καθώς και πώς Αυτός εκδηλώνει αγάπη. (1Ιω 4:7) Σε αρμονία με αυτό, και εφόσον η αγάπη είναι η πιο σημαντική ιδιότητα, όταν κάποιος αφιερώνεται στον Θεό, αφιερώνεται στον ίδιο τον Ιεχωβά ως πρόσωπο (στον οποίο η αγάπη είναι η κυρίαρχη ιδιότητα) και όχι σε κάποιο έργο ή σκοπό. Στη συνέχεια, πρέπει να εκδηλώνει την αγάπη με την ψυχή του, με κάθε ίνα της υπόστασής του, και πρέπει να επιστρατεύει όλη του τη δύναμη σε αυτή την προσπάθεια.
Η αγάπη μπορεί να διευρυνθεί. Η αληθινή αγάπη, η οποία αποτελεί καρπό του πνεύματος του Θεού, μπορεί να διευρυνθεί. (2Κο 6:11-13) Δεν είναι φειδωλή, περιορισμένη ή προδιαγεγραμμένη. Πρέπει να προσφέρεται για να είναι πλήρης. Ο άνθρωπος πρέπει πρώτα να αγαπάει τον Θεό (Δευ 6:5), τον Γιο του (Εφ 6:24), και κατόπιν ολόκληρη τη Χριστιανική αδελφότητα σε όλο τον κόσμο (1Πε 2:17· 1Ιω 2:10· 4:20, 21). Πρέπει να αγαπάει τη σύζυγό του και εκείνη το σύζυγό της. (Παρ 5:18, 19· Εκ 9:9· Εφ 5:25, 28, 33) Πρέπει να εκδηλώνει αγάπη και στα παιδιά του. (Τιτ 2:4) Οφείλει να αγαπάει όλους τους ανθρώπους, ακόμη και τους εχθρούς του, και να κάνει Χριστιανικά έργα για αυτούς. (Ματ 5:44· Λου 6:32-36) Σχολιάζοντας τους καρπούς του πνεύματος, πρώτος από τους οποίους είναι η αγάπη, η Αγία Γραφή αναφέρει: «Εναντίον τέτοιων πραγμάτων δεν υπάρχει νόμος». (Γα 5:22, 23) Αυτή η αγάπη δεν έχει κάποιον νόμο που να την περιορίζει. Μπορεί κανείς να την εκδηλώνει οποτεδήποτε, οπουδήποτε και σε οποιονδήποτε βαθμό, προς όποιους την οφείλει. Στην πραγματικότητα, το μόνο χρέος που πρέπει να οφείλουν οι Χριστιανοί ο ένας στον άλλον είναι η αγάπη. (Ρω 13:8) Αυτή η αγάπη του ενός προς τον άλλον αποτελεί διακριτικό γνώρισμα των αληθινών Χριστιανών.—Ιωα 13:35.
Πώς Ενεργεί η Θεοσεβής Αγάπη. Η αγάπη, έτσι όπως «ο Θεός είναι αγάπη», είναι τόσο υπέροχη ώστε είναι δύσκολο να οριστεί. Πιο εύκολο είναι να πει κανείς πώς ενεργεί αυτή. Στην ακόλουθη εξέταση αυτής της θαυμάσιας ιδιότητας, θα αναλυθεί ο τρόπος με τον οποίο εφαρμόζεται στους Χριστιανούς. Ο απόστολος Παύλος, γράφοντας για αυτό το ζήτημα, πρώτα τονίζει πόσο σημαντική είναι η αγάπη για έναν Χριστιανό πιστό και κατόπιν εξηγεί λεπτομερώς πώς ενεργεί αυτή με ανιδιοτέλεια: «Η αγάπη είναι μακρόθυμη και δείχνει καλοσύνη. Η αγάπη δεν ζηλεύει, δεν κομπάζει, δεν φουσκώνει από υπερηφάνεια, δεν συμπεριφέρεται άπρεπα, δεν ζητάει τα δικά της συμφέροντα, δεν εξάπτεται. Δεν κρατάει λογαριασμό για το κακό. Δεν χαίρεται για την αδικία, αλλά χαίρεται με την αλήθεια. Ανέχεται τα πάντα, πιστεύει τα πάντα, ελπίζει τα πάντα, υπομένει τα πάντα».—1Κο 13:4-7.
«Η αγάπη είναι μακρόθυμη και δείχνει καλοσύνη». Ανέχεται τις δυσμενείς συνθήκες και τις άδικες ενέργειες των άλλων και το κάνει αυτό σκόπιμα, για να απεργαστεί την ενδεχόμενη σωτηρία όσων ενεργούν άδικα ή άλλων εμπλεκόμενων ατόμων, καθώς και για να δικαιώσει τελικά την κυριαρχία του Ιεχωβά. (2Πε 3:15) Η αγάπη δείχνει καλοσύνη, ανεξάρτητα από τις προκλήσεις που δέχεται. Η εκδήλωση σκληρότητας ή τραχύτητας από μέρους ενός Χριστιανού προς τους άλλους δεν αποφέρει κανένα όφελος. Ωστόσο, η αγάπη έχει τη δύναμη να είναι σταθερή και να ενεργεί με ευθυκρισία για χάρη της δικαιοσύνης. Εκείνοι που έχουν την εξουσία μπορεί να διαπαιδαγωγούν αυτούς που αδικοπραγούν, αλλά ακόμη και τότε πρέπει να φέρονται με καλοσύνη. Η έλλειψη καλοσύνης δεν θα ωφελούσε ούτε το άτομο που δίνει τη συμβουλή χωρίς καλοσύνη ούτε εκείνον που διαπράττει την αδικία, ο οποίος μάλιστα θα μπορούσε να απομακρυνθεί ακόμη περισσότερο από τη μετάνοια και τα δίκαια έργα.—Ρω 2:4· Εφ 4:32· Τιτ 3:4, 5.
«Η αγάπη δεν ζηλεύει». Δεν νιώθει φθόνο για τα καλά πράγματα που συμβαίνουν στους άλλους. Χαίρεται όταν βλέπει έναν συνάνθρωπο να λαβαίνει κάποια θέση μεγαλύτερης ευθύνης. Δεν μνησικακεί ακόμη και όταν αποδέκτες των καλών πραγμάτων είναι οι εχθροί. Είναι γενναιόδωρη. Ο Θεός κάνει τη βροχή του να πέφτει σε δικαίους και αδίκους. (Ματ 5:45) Οι υπηρέτες του Θεού που έχουν αγάπη είναι ικανοποιημένοι με την κατάστασή τους (1Τι 6:6-8) και με τη θέση τους, χωρίς να εκτρέπονται από αυτήν ή να επιδιώκουν ιδιοτελώς τη θέση που κατέχει κάποιος άλλος. Ο Σατανάς ο Διάβολος, υποκινούμενος από ιδιοτέλεια και φθόνο, εκτράπηκε από τη θέση του, και μάλιστα θέλησε να του αποδοθεί λατρεία από τον Ιησού Χριστό.—Λου 4:5-8.
Η αγάπη «δεν κομπάζει, δεν φουσκώνει από υπερηφάνεια». Δεν επιζητεί επευφημίες και θαυμασμό από άλλα πλάσματα. (Ψλ 75:4-7· Ιου 16) Ο άνθρωπος που έχει αγάπη δεν θα μειώνει τους άλλους για να φαίνεται αυτός πιο σπουδαίος. Αντίθετα, θα εξυψώνει τον Θεό και με ειλικρίνεια θα ενθαρρύνει και θα εποικοδομεί τους άλλους. (Ρω 1:8· Κολ 1:3-5· 1Θε 1:2, 3) Θα χαίρεται όταν βλέπει κάποιον άλλον Χριστιανό να προοδεύει. Επίσης, δεν θα καυχιέται για τα πράγματα που πρόκειται να κάνει. (Παρ 27:1· Λου 12:19, 20· Ιακ 4:13-16) Θα αντιλαμβάνεται πως ό,τι επιτελεί οφείλεται στη δύναμη που δίνει ο Ιεχωβά. (Ψλ 34:2· 44:8) Ο Ιεχωβά είπε στον Ισραήλ: «Εκείνος που καυχιέται ας καυχιέται για το εξής πράγμα: για το ότι έχει ενόραση και έχει γνώση για εμένα, ότι εγώ είμαι ο Ιεχωβά, Αυτός που εκδηλώνει στοργική καλοσύνη, κρίση και δικαιοσύνη στη γη· διότι σε αυτά βρίσκω ευχαρίστηση».—Ιερ 9:24· 1Κο 1:31.
Η αγάπη «δεν συμπεριφέρεται άπρεπα». Δεν έχει κακούς τρόπους. Δεν εμπλέκεται σε απρεπή συμπεριφορά, όπως είναι τα σεξουαλικά αδικήματα ή η σκανδαλώδης διαγωγή. Δεν είναι αγενής, χυδαία, απότομη, προσβλητική, άξεστη ή αναιδής σε κανέναν. Το άτομο που έχει αγάπη θα αποφεύγει οτιδήποτε στην εμφάνισή του ή στις πράξεις του το οποίο ενοχλεί τους Χριστιανούς αδελφούς του. Ο Παύλος έδωσε την εξής οδηγία στην εκκλησία της Κορίνθου: «Τα πάντα ας γίνονται με ευπρέπεια και με διευθέτηση». (1Κο 14:40) Η αγάπη θα υποκινεί επίσης κάποιον να φέρεται τίμια ενώπιον εκείνων που δεν είναι Χριστιανοί πιστοί.—Ρω 13:13· 1Θε 4:12· 1Τι 3:7.
Η αγάπη «δεν ζητάει τα δικά της συμφέροντα». Ακολουθεί την αρχή: «Ο καθένας ας επιζητεί, όχι το δικό του συμφέρον, αλλά του άλλου». (1Κο 10:24) Εδώ έρχεται στο προσκήνιο το ενδιαφέρον για την αιώνια ευημερία των άλλων. Αυτό το ειλικρινές ενδιαφέρον για τους άλλους είναι ένας από τους ισχυρότερους υποκινητικούς παράγοντες για την αγάπη, καθώς και ένας από αυτούς που φέρνουν τα πιο θετικά και ωφέλιμα αποτελέσματα. Το άτομο που έχει αγάπη δεν απαιτεί να γίνεται το καθετί με το δικό του τρόπο. Ο Παύλος είπε: «Στους αδύναμους έγινα αδύναμος, για να κερδίσω τους αδύναμους. Έγινα τα πάντα σε ανθρώπους κάθε είδους, για να σώσω με κάθε τρόπο μερικούς. Κάνω δε τα πάντα για χάρη των καλών νέων, για να γίνω συμμέτοχος σε αυτά μαζί με άλλους». (1Κο 9:22, 23) Ούτε απαιτεί η αγάπη τα «δικαιώματά» της, αλλά ενδιαφέρεται περισσότερο για την πνευματική ευημερία του άλλου ατόμου.—Ρω 14:13, 15.
Η αγάπη «δεν εξάπτεται». Δεν ζητάει αφορμή ή δικαιολογία για να εξαφθεί. Δεν ωθείται σε ξεσπάσματα θυμού, τα οποία αποτελούν έργο της σάρκας. (Γα 5:19, 20) Το άτομο που έχει αγάπη δεν προσβάλλεται εύκολα από αυτά που λένε ή κάνουν οι άλλοι. Δεν φοβάται μήπως θιχτεί η προσωπική του «αξιοπρέπεια».
Η αγάπη «δεν κρατάει λογαριασμό για το κακό» (οὐ λογίζεται τὸ κακόν, Κείμενο). Δεν θεωρεί ότι έχει υποστεί βλάβη την οποία πρέπει να κρατήσει γραμμένη στα “κατάστιχα”, σαν να λέγαμε, ως λογαριασμό που χρειάζεται να τακτοποιηθεί ή να ξεπληρωθεί στον κατάλληλο καιρό, ενώ στο μεταξύ διακόπτει κάθε σχέση ανάμεσα σε εκείνον που υπέστη τη βλάβη και σε εκείνον που την προκάλεσε. Αυτό θα φανέρωνε εκδικητικό πνεύμα, το οποίο καταδικάζεται στην Αγία Γραφή. (Λευ 19:18· Ρω 12:19) Η αγάπη δεν αποδίδει κακά ελατήρια στους άλλους αλλά έχει την τάση να αναγνωρίζει ελαφρυντικά και να δίνει στους άλλους το ευεργέτημα της αμφιβολίας.—Ρω 14:1, 5.
Η αγάπη «δεν χαίρεται για την αδικία, αλλά χαίρεται με την αλήθεια». Η αγάπη χαίρεται με την αλήθεια έστω και αν αυτή ανατρέπει προηγούμενες πεποιθήσεις ή παλιότερες δηλώσεις. Προσκολλάται στο Λόγο της αλήθειας του Θεού. Πάντοτε συντάσσεται με το σωστό και δεν βρίσκει ευχαρίστηση σε σφάλματα, ψέματα ή οποιαδήποτε μορφή αδικίας, όποιο και αν είναι το θύμα, ακόμη και εχθρός. Ωστόσο, αν κάτι είναι εσφαλμένο ή παραπλανητικό, η αγάπη δεν φοβάται να το εκθέσει για χάρη της αλήθειας και των άλλων. (Γα 2:11-14) Επίσης, προτιμάει να υπομείνει την αδικία παρά να διαπράξει κάποια άλλη για να την αντισταθμίσει. (Ρω 12:17, 20) Αν όμως ένα άλλο άτομο λάβει κατάλληλη διόρθωση από κάποιον αρμόδιο, αυτός που διαθέτει αγάπη δεν θα λειτουργήσει συναισθηματικά παίρνοντας το μέρος του ατόμου που διαπαιδαγωγήθηκε και κατακρίνοντας τη διόρθωση ή εκείνον που ήταν αρμόδιος να την παράσχει. Μια τέτοια ενέργεια δεν θα αποτελούσε εκδήλωση αγάπης για το εν λόγω άτομο. Ίσως να κέρδιζε την εύνοιά του, αλλά θα το έβλαπτε μάλλον παρά θα το βοηθούσε.
Η αγάπη «ανέχεται τα πάντα». Είναι πρόθυμη να υπομένει, να υποφέρει για χάρη της δικαιοσύνης. Κατά λέξη το πρωτότυπο κείμενο λέει: πάντα στέγει, δηλαδή «όλα τα καλύπτει». Αυτός που έχει αγάπη δεν θα βιαστεί να εκθέσει στους άλλους εκείνον που έσφαλε εναντίον του. Αν το αδίκημα δεν είναι πολύ σοβαρό, θα το παραβλέψει. Ειδάλλως, όταν είναι εφικτή η πορεία που συστήνει ο Ιησούς στα εδάφια Ματθαίος 18:15-17, θα την ακολουθήσει. Σε τέτοιες περιπτώσεις, αν το άλλο άτομο ζητήσει συγχώρηση αφού του επισημανθεί το σφάλμα κατ’ ιδίαν και επανορθώσει τη βλάβη, τότε εκείνος που έχει αγάπη θα δείξει ότι η συγχώρησή του είναι αληθινή, ότι έχει καλύψει πλήρως το ζήτημα, όπως κάνει και ο Θεός.—Παρ 10:12· 17:9· 1Πε 4:7, 8.
Η αγάπη «πιστεύει τα πάντα». Η αγάπη πιστεύει αυτά που έχει πει ο Θεός στο Λόγο της αλήθειας του, ακόμη και αν τα φαινόμενα συγκλίνουν προς το αντίθετο και ο άπιστος κόσμος χλευάζει. Αυτή η αγάπη, ειδικά όταν στρέφεται στον Θεό, αποτελεί αναγνώριση της φιλαλήθειάς του, με βάση το υπόμνημα της πιστότητας και της αξιοπιστίας του, όπως ακριβώς γνωρίζουμε και αγαπάμε έναν αληθινό, πιστό φίλο και δεν αμφιβάλλουμε όταν μας λέει κάτι για το οποίο μπορεί να μην έχουμε αποδείξεις. (Ιη 23:14) Η αγάπη πιστεύει όλα όσα λέει ο Θεός, αν και μπορεί να μην είναι σε θέση να τα καταλάβει πλήρως, και είναι πρόθυμη να περιμένει υπομονετικά ωσότου το ζήτημα εξηγηθεί πληρέστερα ή ωσότου κατανοηθεί με σαφήνεια. (1Κο 13:9-12· 1Πε 1:10-13) Η αγάπη έχει επίσης εμπιστοσύνη στον τρόπο με τον οποίο κατευθύνει ο Θεός τη Χριστιανική εκκλησία και τους διορισμένους υπηρέτες του και υποστηρίζει τις αποφάσεις τους οι οποίες βασίζονται στο Λόγο του Θεού. (1Τι 5:17· Εβρ 13:17) Ωστόσο, η αγάπη δεν είναι αφελής, διότι ακολουθεί τη συμβουλή του Λόγου του Θεού να “δοκιμάζει τις εμπνευσμένες εκφράσεις για να δει αν προέρχονται από τον Θεό”, δοκιμάζει δε τα πάντα με γνώμονα την Αγία Γραφή. (1Ιω 4:1· Πρ 17:11, 12) Η αγάπη κάνει κάποιον να έχει εμπιστοσύνη στους πιστούς Χριστιανούς αδελφούς του. Ο Χριστιανός δεν είναι καχύποπτος ή δύσπιστος απέναντί τους, εκτός αν υπάρχει αδιάσειστη απόδειξη ότι έχουν σφάλει.—2Κο 2:3· Γα 5:10· Φλμ 21.
Η αγάπη «ελπίζει τα πάντα». Ελπίζει όλα όσα έχει υποσχεθεί ο Ιεχωβά. (Ρω 12:12· Εβρ 3:6) Εξακολουθεί να εργάζεται, περιμένοντας υπομονετικά τον Ιεχωβά να παραγάγει καρποφορία, να φέρει την αύξηση. (1Κο 3:7) Αυτός που έχει αγάπη θα ελπίζει το καλύτερο για τους Χριστιανούς αδελφούς του σε οποιεσδήποτε περιστάσεις και αν βρίσκονται αυτοί, ακόμη και αν κάποιοι είναι αδύναμοι στην πίστη. Θα συνειδητοποιεί πως, αν ο Ιεχωβά είναι υπομονετικός με τέτοια αδύναμα άτομα, και ο ίδιος πρέπει να υιοθετήσει παρόμοια στάση. (2Πε 3:15) Συνεχίζει μάλιστα να στηρίζει όσους βοηθάει να γνωρίσουν την αλήθεια, ελπίζοντας και περιμένοντας να υποκινηθούν από το πνεύμα του Θεού ώστε να τον υπηρετήσουν.
Η αγάπη «υπομένει τα πάντα». Απαιτείται αγάπη για να διατηρήσει ο Χριστιανός την ακεραιότητά του στον Ιεχωβά Θεό. Παρά τα όσα κάνει ο Διάβολος για να δοκιμάσει τη γνησιότητα της αφοσίωσης και της πιστότητας του Χριστιανού προς τον Θεό, η αγάπη θα υπομείνει με τέτοιον τρόπο ώστε ο Χριστιανός να παραμείνει όσιος στον Θεό.—Ρω 5:3-5· Ματ 10:22.
«Η αγάπη ποτέ δεν χάνεται». Ποτέ δεν θα τερματιστεί ούτε θα πάψει να υπάρχει. Καινούριες γνώσεις και νέα κατανόηση μπορεί να διορθώσουν αυτά που πιστεύαμε κάποτε. Η ελπίδα αλλάζει καθώς τα πράγματα για τα οποία ελπίζαμε εκπληρώνονται και θέτουμε την ελπίδα μας σε νέα πράγματα. Αλλά η αγάπη παραμένει πάντοτε πλήρης και εξακολουθεί να γίνεται ολοένα και πιο ισχυρή.—1Κο 13:8-13.
«Καιρός να Αγαπάει Κανείς». Οι μόνοι που αποκλείονται από την αγάπη είναι εκείνοι τους οποίους ο Ιεχωβά υποδεικνύει ως ανάξιους ή οι οποίοι έχουν χαράξει μια πορεία κακίας. Η αγάπη εκτείνεται σε όλους τους ανθρώπους μέχρι να δείξουν ότι μισούν τον Θεό. Τότε τερματίζεται η εκδήλωση αγάπης προς αυτούς. Τόσο ο Ιεχωβά Θεός όσο και ο Ιησούς Χριστός αγαπούν τη δικαιοσύνη και μισούν την ανομία. (Ψλ 45:7· Εβρ 1:9) Όσοι τρέφουν μεγάλο μίσος για τον αληθινό Θεό δεν είναι άτομα στα οποία πρέπει κανείς να δείχνει αγάπη. Πραγματικά, το να συνεχίζει κάποιος να εκδηλώνει αγάπη σε τέτοιου είδους άτομα δεν ωφελεί καθόλου, διότι όσοι μισούν τον Θεό δεν πρόκειται να ανταποκριθούν στην αγάπη του Θεού. (Ψλ 139:21, 22· Ησ 26:10) Άρα λοιπόν, ορθά τους μισεί ο Θεός και έχει ορίσει έναν καιρό για να αναλάβει δράση εναντίον τους.—Ψλ 21:8, 9· Εκ 3:1, 8.
Πράγματα που Δεν Πρέπει να Αγαπάει Κάποιος. Ο απόστολος Ιωάννης γράφει: «Μην αγαπάτε ούτε τον κόσμο ούτε τα πράγματα που είναι μέσα στον κόσμο. Αν κανείς αγαπάει τον κόσμο, η αγάπη του Πατέρα δεν είναι σε αυτόν· επειδή το καθετί στον κόσμο—η επιθυμία της σάρκας και η επιθυμία των ματιών και η αλαζονική επίδειξη των μέσων διαβίωσης κάποιου—δεν προέρχεται από τον Πατέρα αλλά προέρχεται από τον κόσμο». (1Ιω 2:15, 16) Παρακάτω, ο ίδιος αναφέρει πως «ολόκληρος ο κόσμος βρίσκεται στην εξουσία του πονηρού». (1Ιω 5:19) Ως εκ τούτου, εκείνοι που αγαπούν τον Θεό μισούν κάθε πονηρή οδό.—Ψλ 101:3· 119:104, 128· Παρ 8:13· 13:5.
Ενώ η Αγία Γραφή δείχνει ότι οι σύζυγοι πρέπει να αγαπούν ο ένας τον άλλον και ότι αυτή η αγάπη περιλαμβάνει τις γαμήλιες σχέσεις (Παρ 5:18, 19· 1Κο 7:3-5), τονίζει πόσο εσφαλμένος είναι ο σαρκικός, κοσμικός τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι εκδηλώνουν σεξουαλική αγάπη για άτομα που δεν είναι γαμήλιοι σύντροφοί τους. (Παρ 7:18, 19, 21-23) Ένα άλλο κοσμικό πράγμα είναι ο υλισμός, η «φιλαργυρία» (κατά κυριολεξία, «αγάπη για το ασήμι»), που είναι ρίζα κάθε είδους κακών πραγμάτων.—1Τι 6:10· Εβρ 13:5.
Ο Ιησούς Χριστός προειδοποίησε να μην επιζητεί κανείς δόξα από ανθρώπους. Με καυστικό τρόπο κατέκρινε τους υποκριτές θρησκευτικούς ηγέτες των Ιουδαίων, στους οποίους άρεσε να προσεύχονται όρθιοι στις συναγωγές και στις γωνιές των πλατιών δρόμων για να τους βλέπουν οι άνθρωποι και οι οποίοι αγαπούσαν τις εξέχουσες θέσεις στα δείπνα και τα μπροστινά καθίσματα στις συναγωγές. Έδειξε ότι αυτοί είχαν ήδη λάβει στο πλήρες την ανταμοιβή τους, αυτήν που αγαπούσαν και επιθυμούσαν, δηλαδή τιμή και δόξα από ανθρώπους, γι’ αυτό και δεν είχαν να περιμένουν καμιά ανταμοιβή από τον Θεό. (Ματ 6:5· 23:2, 5-7· Λου 11:43) Το υπόμνημα αναφέρει: «Πολλοί ακόμη και από τους άρχοντες έθεσαν πράγματι πίστη [στον Ιησού], αλλά εξαιτίας των Φαρισαίων δεν τον ομολογούσαν, για να μην αποβληθούν από τη συναγωγή· διότι αγάπησαν τη δόξα των ανθρώπων πιο πολύ και από τη δόξα του Θεού».—Ιωα 12:42, 43· 5:44.
Μιλώντας στους μαθητές του, ο Ιησούς είπε: «Αυτός που τρέφει ιδιαίτερη συμπάθεια για [ὁ φιλῶν, Κείμενο] την ψυχή του την καταστρέφει, αλλά αυτός που μισεί την ψυχή του σε αυτόν τον κόσμο θα τη διαφυλάξει για αιώνια ζωή». (Ιωα 12:23-25) Όποιος προτιμάει να προστατέψει τη ζωή του τώρα αντί να είναι διατεθειμένος να θυσιάσει τη ζωή του ως ακόλουθος του Χριστού θα χάσει την αιώνια ζωή, αλλά όποιος θεωρεί τη ζωή σε αυτόν τον κόσμο δευτερεύουσας σημασίας και αγαπάει τον Ιεχωβά και τον Χριστό, καθώς και τη δικαιοσύνη τους, πάνω από οτιδήποτε άλλο, θα λάβει αιώνια ζωή.
Ο Θεός μισεί τους ψεύτες, επειδή δεν έχουν αγάπη για την αλήθεια. Μέσω οράματος είπε στον απόστολο Ιωάννη: «Έξω [από την άγια πόλη, τη Νέα Ιερουσαλήμ] είναι οι σκύλοι και εκείνοι που ασκούν πνευματισμό και οι πόρνοι και οι φονιάδες και οι ειδωλολάτρες και ο καθένας που του αρέσει [φιλῶν, Κείμενο] το ψέμα και εμμένει σε αυτό».—Απ 22:15· 2Θε 2:10-12.
Η Αγάπη Κάποιου Μπορεί να Ψυχρανθεί. Ο Ιησούς Χριστός, μιλώντας στους μαθητές του για πράγματα που θα ήταν μελλοντικά, έδειξε ότι η αγάπη πολλών που θα ισχυρίζονταν ότι πιστεύουν στον Θεό θα ψυχραινόταν. (Ματ 24:3, 12) Ο απόστολος Παύλος είπε ότι, ως γνώρισμα των κρίσιμων καιρών που θα έρχονταν, οι άνθρωποι θα γίνονταν «φιλάργυροι». (2Τι 3:1, 2) Επομένως, είναι φανερό ότι μπορεί κάποιος να παραβλέψει τις σωστές αρχές και ότι το ορθό είδος αγάπης που έτρεφε κάποτε μπορεί να σβήσει. Αυτό τονίζει πόσο σημαντικό είναι να εκδηλώνει και να αναπτύσσει κάποιος συνεχώς την αγάπη, κάνοντας στοχασμούς γύρω από το Λόγο του Θεού και διαπλάθοντας τη ζωή του σύμφωνα με τις δικές Του αρχές.—Εφ 4:15, 22-24.
Όσον αφορά τη λέξη ἀγάπες του εδαφίου Ιούδα 12, βλέπε ΣΥΜΠΟΣΙΑ ΑΓΑΠΗΣ.