Ερωτήσεις από Αναγνώστες
◼ Όταν ο Ιησούς ήταν στον πάσσαλο, φώναξε: «Θεέ μου, Θεέ μου, δια τι με εγκατέλιπες;» Μήπως έδειξε έλλειψη πίστης, πιστεύοντας ότι ο Θεός τον είχε εγκαταλείψει;
Μερικοί, διαβάζοντας αυτά τα λόγια στο εδάφιο Ματθαίος 27:46 ή στο εδάφιο Μάρκος 15:34, έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι, όταν ο Ιησούς αντιμετώπιζε έναν οδυνηρό θάνατο, κλονίστηκε η εμπιστοσύνη του στον Θεό. Άλλοι έχουν πει ότι αυτό ήταν απλώς η ανθρώπινη αντίδραση του Ιησού, μια δικαιολογημένη κραυγή απελπισίας ενός ανθρώπου με σάρκα και οστά που βρισκόταν σε επιθανάτια αγωνία. Υπάρχει, όμως, σοβαρός λόγος να δούμε πέρα από τέτοιες ανθρώπινες αξιολογήσεις που βασίζονται σε επιφανειακά φαινόμενα. Αν και κανένας μας σήμερα δεν μπορεί να ξέρει με βεβαιότητα όλα όσα έκαναν τον Ιησού να φωνάξει εκείνα τα λόγια, μπορούμε, όμως, να λάβουμε υπόψη μας δυο πιθανά κίνητρα.
Ο Ιησούς ήξερε πολύ καλά ότι έπρεπε «να υπάγη εις Ιεροσόλυμα . . . και να θανατωθή, και την τρίτην ημέραν να αναστηθή». (Ματθαίος 16:21) Όταν ήταν στον ουρανό ο Γιος του Θεού είχε παρατηρήσει ανθρώπους, που ήταν μάλιστα ατελείς, να δοκιμάζουν μαρτυρικό θάνατο ενώ διατηρούσαν την ακεραιότητά τους. (Εβραίους 11:36-38) Έτσι, δεν υπάρχει κανένας λόγος να πιστέψουμε ότι τον Ιησού—έναν τέλειο άνθρωπο—θα τον καταλάμβανε φόβος γι’ αυτά που αντιμετώπιζε· ούτε θα μπορούσε το γεγονός ότι πέθαινε σε έναν πάσσαλο να του δώσει την εντύπωση ότι ο Πατέρας του τον είχε απορρίψει. Ο Ιησούς ήξερε εκ των προτέρων «με ποίον θάνατον έμελλε να αποθάνη», δηλαδή θάνατο με προσήλωση σε έναν πάσσαλο. (Ιωάννης 12:32, 33) Ήταν επίσης βέβαιος ότι την τρίτη μέρα θα ανασταινόταν. Τότε λοιπόν, πώς μπορούσε ο Ιησούς να λέει ότι ο Θεός τον είχε εγκαταλείψει;
Πρώτα-πρώτα, μπορεί να το εννοούσε με την περιορισμένη έννοια ότι ο Ιεχωβά είχε αποσύρει την προστασία από τον Γιο του έτσι ώστε η ακεραιότητα του Ιησού να δοκιμαστεί στον ανώτατο βαθμό, με έναν οδυνηρό και επονείδιστο θάνατο. Αλλά το γεγονός ότι ο Θεός παράδωσε τον Ιησού στην οργή των εχθρών του που κατευθύνονταν από τον Σατανά, δεν έδειχνε ότι τον είχε εγκαταλείψει εντελώς. Ο Ιεχωβά συνέχισε να δείχνει στοργή στον Ιησού, όπως αποδείχτηκε την τρίτη μέρα όταν ανάστησε τον Γιο του, πράγμα που ο Ιησούς ήξερε ότι θα συνέβαινε.—Πράξεις 2:31-36· 10:40· 17:31.
Με τα παραπάνω συνδέεται και η δεύτερη πιθανή αιτία για τα λόγια που είπε ο Ιησούς όταν ήταν στον πάσσαλο, ότι δηλαδή χρησιμοποιώντας τα λόγια αυτά μπορούσε να εκπληρώσει ένα προφητικό σημείο για τον Μεσσία. Λίγες ώρες νωρίτερα, ο Ιησούς είχε πει στους απόστολους ότι τα πράγματα θα έρχονταν «καθώς είναι γεγραμμένον περί αυτού». (Ματθαίος 26:24· Μάρκος 14:21) Ναι, ήθελε να φέρει σε πέρας τα πράγματα που ήταν γραμμένα, περιλαμβανομένων και αυτών που βρίσκονται στον Ψαλμό 22. Αυτό μπορείτε να το διαπιστώσετε και μόνοι σας παραβάλλοντας τα εδάφια Ψαλμός 22:7, 8—Ματθαίος 27:39, 43· Ψαλμός 22:15—Ιωάννης 19:28, 29· Ψαλμός 22:16—Μάρκος 15:25 και Ιωάννης 20:27· Ψαλμός 22:18—Ματθαίος 27:35. Ο Ψαλμός 22, ο οποίος μας δίνει τόσα πολλά προφητικά σημεία για τις δοκιμασίες του Μεσσία, αρχίζει: «Θεέ μου, Θεέ μου, δια τι με εγκατέλιπες;» Άρα λοιπόν, όταν ο Ιησούς φώναζε εκείνα τα λόγια, πρόσθετε στο υπόμνημα των προφητειών που εκπλήρωνε.—Λουκάς 24:44.
Ο ψαλμωδός δεν πίστευε ότι ο Θεός του τον είχε έτσι απλά απορρίψει ή ότι τον είχε αφήσει, γιατί ο Δαβίδ προχώρησε και είπε ότι θα ‘διηγείται το όνομα του Θεού στους αδελφούς του’, και παρακίνησε και άλλους να αινέσουν τον Ιεχωβά. (Ψαλμός 22:22, 23) Παρόμοια, ο Ιησούς, ο οποίος ήξερε καλά τον Ψαλμό 22, είχε επίσης λόγους να πιστεύει ότι ο Πατέρας του δεν είχε πάψει να τον επιδοκιμάζει και να τον αγαπά, παρ’ όλο που ο Θεός επέτρεψε να υποστεί τη δοκιμασία του θανάτου στον πάσσαλο.