ΤΡΟΦΗ
Οι λέξεις του πρωτότυπου εβραϊκού και ελληνικού κειμένου που αποδίδονται «τροφή» έχουν διάφορες κυριολεκτικές σημασίες, όπως «κάτι φαγώσιμο», «ψωμί» και «κρέας ή σάρκα».
Αφού ο Θεός δημιούργησε τον Αδάμ και την Εύα, είπε: «Σας έδωσα όλη τη βλάστηση που κάνει σπόρο, η οποία είναι στην επιφάνεια ολόκληρης της γης, και κάθε δέντρο με καρπό δέντρου ο οποίος κάνει σπόρο. Σε εσάς ας χρησιμεύει ως τροφή». Επίσης είπε ότι σε όλη τη ζωική κτίση είχε δώσει «όλη τη χλωρή βλάστηση για τροφή». Επιπλέον, στον Αδάμ είπε: «Από κάθε δέντρο του κήπου μπορείς να τρως μέχρι να χορτάσεις», προσθέτοντας την απαγόρευση που αφορούσε ένα δέντρο, το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού.—Γε 1:29, 30· 2:16, 17.
Από τότε και μέχρι τον Κατακλυσμό, η Αγία Γραφή δεν παρέχει κανένα στοιχείο που να δείχνει ότι ο άνθρωπος περιλάμβανε το κρέας των ζώων στη διατροφή του. Είναι αλήθεια ότι υπήρχε η διάκριση μεταξύ καθαρών και ακάθαρτων ζώων, αλλά αυτή αφορούσε προφανώς τα ζώα που χρησιμοποιούνταν για θυσίες.—Γε 7:2.
Όταν ο Νώε έλαβε την εντολή να βάλει τα ζώα μέσα στην κιβωτό, ο Ιεχωβά τού είπε: «Εσύ πάρε κάθε είδους τροφή που τρώγεται και συγκέντρωσέ την και αυτή θα χρησιμεύσει ως τροφή για εσένα και για αυτά», κάτι που φαίνεται και πάλι να αναφέρεται σε τροφή από το φυτικό βασίλειο για τους ανθρώπους και για τα ζώα τα οποία θα έμπαιναν στην κιβωτό. (Γε 6:21) Μετά τον Κατακλυσμό, ο Ιεχωβά επέτρεψε στον άνθρωπο να προσθέσει το κρέας στη διατροφή του, λέγοντας: «Κάθε κινούμενο ζώο που είναι ζωντανό μπορεί να χρησιμεύει ως τροφή για εσάς. Όπως έκανα και με τη χλωρή βλάστηση, σας τα δίνω όλα. Αλλά κρέας με την ψυχή του—το αίμα του—δεν πρέπει να φάτε».—Γε 9:3, 4.
Δημητριακά. Τα δημητριακά αποτελούσαν τη βασική τροφή των ανθρώπων στις Βιβλικές χώρες, όπως προκύπτει από το γεγονός ότι τόσο στο πρωτότυπο εβραϊκό όσο και στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο το ρήμα «γευματίζω» αποδίδει την κυριολεκτική έκφραση «τρώω ψωμί». (Γε 43:31, 32· Ματ 15:2· Λου 14:1) Το κριθάρι και το σιτάρι ήταν τα κύρια δημητριακά. Άλλα δημητριακά που αναφέρονται είναι το κεχρί και το αγριοσίταρο. (Κρ 7:13· Ησ 28:25· Ιεζ 4:9· Ιωα 6:9, 13) Από το κοινό αλεύρι έφτιαχναν, εκτός από ψωμί, και ένα είδος χυλού. Συχνά έτρωγαν τα σιτηρά ψημένα, είτε παίρνοντας ένα δεμάτι στάχυα και κρατώντας το πάνω από τη φωτιά είτε ψήνοντάς τα σε ταψάκι. (Ρθ 2:14· 2Σα 17:28) Το ψωμί το έφτιαχναν συνήθως από χοντροαλεσμένα σιτηρά. Ωστόσο, για μερικά ψωμιά και πίτες χρησιμοποιούσαν λεπτότερο αλεύρι. (Γε 18:6· Εξ 29:2) Μια μέθοδος ψησίματος ήταν να απλώνουν το ζυμάρι πάνω σε πυρωμένες πέτρες ή πάνω σε μια επίπεδη επιφάνεια από πέτρες στην οποία προηγουμένως είχαν ανάψει φωτιά. Πολλές φορές πρόσθεταν μαγιά ή προζύμι, ενώ κάποια ψωμιά τα έψηναν άζυμα. (Λευ 7:13· 1Βα 19:6) Επίσης, χρησιμοποιούσαν φούρνους που είχαν στο εσωτερικό μια πέτρα πάνω στην οποία άπλωναν τα κομμάτια του ζυμαριού για να γίνουν επίπεδα. Οι πίτες παρασκευάζονταν ενίοτε σε ταψάκι, σε ταψί ή σε βαθύ τηγάνι. Ως μαγειρικό λίπος χρησιμοποιούσαν το λάδι, πιθανότατα το ελαιόλαδο.—Λευ 2:4, 5, 7· 1Χρ 9:31· βλέπε ΑΡΤΟΠΟΙΙΑ, ΑΡΤΟΠΟΙΟΣ.
Όσπρια και Λαχανικά. Στη διατροφή περιλαμβάνονταν τα φασόλια και οι φακές, που τα μαγείρευαν βραστά, όπως όταν ο Ιακώβ έφτιαξε βρασμένες φακές για τις οποίες ο Ησαύ πούλησε τα πρωτοτόκιά του. (Γε 25:34) Μερικές φορές έβαζαν στα μαγειρευτά φαγητά κρέας ή λάδι. Μπορούσαν να φτιάξουν αλεύρι από φασόλια ή από ένα μείγμα αποτελούμενο από κόκκους σιτηρών, φασόλια και φακές. (Ιεζ 4:9) Τα αγγούρια—μιας ποικιλίας πιο εύγευστης από τα αγγούρια της Δύσης—αποτελούσαν δροσιστική τροφή. Όταν το νερό ήταν λιγοστό ή κακής ποιότητας, αυτά μπορούσαν να καταναλωθούν ως υποκατάστατο. Τα έτρωγαν ωμά, με ή χωρίς αλάτι, και μερικές φορές τα μαγείρευαν γεμιστά. Οι Ισραηλίτες αναπόλησαν με λαχτάρα τα αγγούρια, τα καρπούζια, τα πράσα, τα κρεμμύδια και τα σκόρδα που έτρωγαν στην Αίγυπτο. (Αρ 11:4, 5) Αυτές οι τροφές παράγονταν και στην Παλαιστίνη.
Ο Ιώβ αναφέρει τη “νερομολόχα”, το χυμό της οποίας χαρακτηρίζει άνοστο. (Ιωβ 6:6) Επίσης λέει ότι εκείνοι που βρίσκονταν σε κατάσταση ένδειας έτρωγαν το αλατόχορτο και τις ρίζες των σπάρτων.—Ιωβ 30:4.
Το Μισνά (Πεζαχίμ 2:6) αναφέρει ότι τα πικρά χόρτα που χρησιμοποιούνταν το Πάσχα ήταν αντίδια και ραδίκια.—Εξ 12:8.
Καρποί και Φρούτα. Η ελιά ήταν μια από τις σπουδαιότερες τροφές στην Παλαιστίνη. Μπορεί να περάσουν δέκα ή περισσότερα χρόνια μέχρι να αρχίσει το ελαιόδεντρο να παράγει καλές σοδειές, αλλά η μακροζωία του το κάνει πολύ παραγωγικό. Οι καρποί του μπορεί να τρώγονταν όπως και σήμερα, μουσκεμένοι στην άλμη. Από τις ελιές έβγαινε επίσης λάδι που χρησιμοποιούνταν για τα μαγειρευτά φαγητά και για τα λαδόψωμα. Η Αγία Γραφή μιλάει για «φαγητά που έχουν άφθονο λάδι».—Ησ 25:6.
Τα σύκα ήταν άλλο ένα σημαντικό είδος διατροφής. (Δευ 8:8) Όταν έβρισκαν στη συκιά πρώιμα σύκα, συνήθως τα κατανάλωναν αμέσως. (Ησ 28:4) Τα όψιμα σύκα τα ξέραιναν στον ήλιο και τα πίεζαν σε φόρμες, φτιάχνοντας συκόπιτες. (1Σα 25:18· 1Χρ 12:40) Όταν αυτές χρησιμοποιούνταν ως κατάπλασμα, είχαν θεραπευτικές ιδιότητες. (Ησ 38:21) Εκτός από την κοινή συκιά, εδώδιμα σύκα παρήγε και η συκομουριά. (1Χρ 27:28· Αμ 7:14) Άλλοι καρποί και φρούτα ήταν οι χουρμάδες, τα ρόδια και τα μήλα.—Ασμ 5:11· Ιωλ 1:12· Αγγ 2:19· βλέπε ΜΗΛΙΑ, ΜΗΛΟ.
Ανάμεσα στους ξηρούς καρπούς που τρώγονταν στην Παλαιστίνη, η Αγία Γραφή αναφέρει τα αμύγδαλα και τα φιστίκια.—Γε 43:11· Ιερ 1:11.
Τα σταφύλια είναι από τις πιο άφθονες τροφές στην Παλαιστίνη. Όταν οι Ισραηλίτες κατασκόπευσαν τη γη Χαναάν, πήραν από εκεί ένα μεγάλο τσαμπί σταφύλια, το οποίο μετέφεραν στους ώμους τους με ένα ραβδί δύο άντρες. (Αρ 13:23) Τα σταφύλια τρώγονταν στη φυσική τους κατάσταση καθώς επίσης ξερά (Αρ 6:3), αλλά έφτιαχναν από αυτά και σταφιδόπιτες. (1Σα 25:18· 1Χρ 12:40) Όπως και σήμερα, τα τρυφερά κληματόφυλλα τα έτρωγαν αναμφίβολα ως φρέσκα λαχανικά, ενώ τα πιο παλιά και σκληρά τα έδιναν στα γιδοπρόβατα.
Τα χαρούπια χρησίμευαν συνήθως ως ζωοτροφή, μολονότι μπορεί να τα έτρωγαν και οι άνθρωποι σε καιρούς ανάγκης. Ο πεινασμένος άσωτος γιος στην παραβολή του Ιησού εξέφρασε την επιθυμία να τραφεί με χαρούπια.—Λου 15:16· βλέπε ΧΑΡΟΥΠΙ.
Μυρωδικά και Μέλι. Τα μυρωδικά που χρησιμοποιούσαν κατ’ εξοχήν για την καρύκευση των τροφών ήταν ο δυόσμος, ο άνηθος, το κύμινο, το πήγανο και τα φύλλα σιναπιού. (Ματ 23:23· 13:31· Λου 11:42) Το αλάτι ήταν το κυριότερο καρύκευμα, το οποίο δρούσε επίσης ως συντηρητικό. Με αυτή την έννοια, μια «διαθήκη αλατιού» ήταν βέβαιη διαθήκη, η οποία δεν έπρεπε να παραβιαστεί. (Αρ 18:19· 2Χρ 13:5) Επιπρόσθετα, το Μισνά (Σαμπάτ 6:5) αναφέρει το πιπέρι. Η κάππαρη χρησιμοποιούνταν ως ορεκτικό.—Εκ 12:5.
Το μέλι θεωρούνταν εκλεκτή τροφή που έκανε τα μάτια να λάμπουν από ενέργεια. (1Σα 14:27-29· Ψλ 19:10· Παρ 16:24) Το μάννα είχε γεύση παρόμοια με αυτήν που είχαν οι λεπτές πίτες με μέλι. (Εξ 16:31) Ο Ιωάννης ο Βαφτιστής έτρωγε μέλι και ακρίδες.—Ματ 3:4.
Κρέας. Μετά τον Κατακλυσμό ο Θεός είπε στον Νώε ότι, εκτός από τη βλάστηση, μπορούσε να χρησιμοποιεί ως τροφή κάθε κινούμενο ζώο που ήταν ζωντανό. (Γε 9:3, 4) Ωστόσο, υπό το Νόμο, οι Ισραηλίτες επιτρεπόταν να τρώνε μόνο όσα ζώα προσδιορίζονταν ως καθαρά. Αυτά κατονομάζονται στο 11ο κεφάλαιο του Λευιτικού και στο 14ο κεφάλαιο του Δευτερονομίου. Ο κοινός λαός συνήθως δεν έτρωγε πολύ κρέας. Αλλά πότε πότε έσφαζαν ένα κατσίκι ή ένα αρνί ως θυσία συμμετοχής ή προς τιμήν ενός φιλοξενούμενου. (Λευ 3:6, 7, 12· 2Σα 12:4· Λου 15:29, 30) Οι πιο εύποροι έσφαζαν βόδια ή μοσχάρια. (Γε 18:7· Παρ 15:17· Λου 15:23) Καταναλώνονταν επίσης θηράματα όπως ελάφια, γαζέλες, ζαρκάδια, αίγαγροι, αντιλόπες, άγριοι ταύροι και αγριόγιδα, των οποίων το κρέας το έψηναν ή το έβραζαν. (Γε 25:28· Δευ 12:15· 14:4, 5) Η βρώση του αίματος απαγορευόταν αυστηρά, όπως και η βρώση του πάχους.—Λευ 7:25-27.
Έτρωγαν επίσης πτηνά. Οι Ισραηλίτες έλαβαν με θαυματουργικό τρόπο ορτύκια στην έρημο. (Αρ 11:31-33) Τα περιστέρια, τα τρυγόνια, οι πέρδικες και τα σπουργίτια συγκαταλέγονταν στα καθαρά πτηνά. (1Σα 26:20· Ματ 10:29) Και τα αβγά επίσης αποτελούσαν είδος διατροφής.—Ησ 10:14· Λου 11:11, 12.
Μεταξύ των εδώδιμων εντόμων ήταν οι ακρίδες που, μαζί με το μέλι, αποτελούσαν την τροφή του Ιωάννη του Βαφτιστή. (Ματ 3:4) Σήμερα μερικοί Άραβες τρώνε ακρίδες. Αφού αφαιρέσουν το κεφάλι, τα σκέλη και τα φτερά, τις αλευρώνουν και τις τηγανίζουν σε λάδι ή βούτυρο.
Τα ψάρια τα προμηθεύονταν από τη Μεσόγειο και από τη Θάλασσα της Γαλιλαίας. Μερικοί απόστολοι του Ιησού Χριστού ήταν ψαράδες, ο δε Ιησούς, τουλάχιστον σε μία περίπτωση, μετά την ανάστασή του, ετοίμασε μερικά ψάρια στην ανθρακιά για τους μαθητές του. (Ιωα 21:9) Τα ψάρια επίσης τα ξέραιναν, καθιστώντας τα εύχρηστη τροφή για τους ταξιδιώτες. Τα ψάρια στα δύο θαύματα του Ιησού κατά τα οποία εκείνος έθρεψε μεγάλα πλήθη ήταν κατά πάσα πιθανότητα αποξηραμένα. (Ματ 15:34· Μαρ 6:38) Μία από τις πύλες της Ιερουσαλήμ ονομαζόταν Πύλη των Ψαριών, πράγμα που πιθανότατα υπονοεί ότι σε εκείνο το σημείο ή κάπου εκεί κοντά υπήρχε ψαραγορά. (Νε 3:3) Στις ημέρες του Νεεμία, οι Τύριοι εμπορεύονταν ψάρια στην Ιερουσαλήμ.—Νε 13:16.
Γαλακτοκομικά Προϊόντα και Ποτά. Επίσης σημαντικές τροφές ήταν το γάλα και τα προϊόντα του, που παρασκευάζονταν από αγελαδινό, κατσικίσιο ή πρόβειο γάλα. (1Σα 17:18) Το γάλα το φύλαγαν συνήθως σε ασκιά. (Κρ 4:19) Ξίνιζε γρήγορα. Η εβραϊκή λέξη χεμ’άχ, που μεταφράζεται «βούτυρο», μπορεί επίσης να σημαίνει «πηγμένο γάλα». Το τυρί ήταν επίσης πολύ γνωστό είδος. Μάλιστα η κοιλάδα κατά μήκος της δυτικής πλευράς της Ιερουσαλήμ ονομαζόταν Κοιλάδα των Τυροποιών από αρχαιοτάτων χρόνων.—Κρ 5:25· 2Σα 17:29· Ιωβ 10:10· βλέπε ΤΥΡΙ.
Η παρασκευή κρασιού ήταν μία από τις κύριες χρήσεις των σταφυλιών. Το κρασί το έπιναν μερικές φορές μυρωμένο και αναμειγμένο. (Παρ 9:2, 5· Ασμ 8:2· Ησ 5:22) Ο τρύγος γινόταν το φθινόπωρο. Στο ζεστό κλίμα ο μούστος δεν αργούσε να υποστεί ζύμωση. Αρκετοί μήνες μεσολαβούσαν ανάμεσα στον τρύγο και στο Πάσχα. Επικράτησε το έθιμο να πίνουν οι οικογένειες στη διάρκεια του Πάσχα αρκετά ποτήρια κρασί, το οποίο μέχρι τότε είχε υποστεί ζύμωση. Έτσι λοιπόν, όταν ο Ιησούς γιόρτασε το Πάσχα του 33 Κ.Χ., ήπιε πραγματικό κόκκινο κρασί, το οποίο πρόσφερε και στους μαθητές του θεσπίζοντας το Δείπνο του Κυρίου. (Μαρ 14:23-25) Επίσης, το κρασί που έκανε διαθέσιμο ο Ιησούς σε ένα γαμήλιο συμπόσιο είχε υποστεί ζύμωση. (Ιωα 2:9, 10) Το κρασί είχε και ιατρικές εφαρμογές. (1Τι 5:23) Χρησιμοποιούσαν επίσης ξίδι που έβγαινε από κρασί, σκέτο ή αναμειγμένο με μυρωδικά ή με χυμούς φρούτων. (Αρ 6:3· Ρθ 2:14) Ένα άλλο ποτό ήταν η σταρένια μπίρα, ενώ παρασκεύαζαν και κάποιο δροσιστικό ποτό από χυμό ροδιού.—Ασμ 8:2· Ησ 1:22· Ωσ 4:18.
Μάννα. Το μάννα ήταν η βασική τροφή των Ισραηλιτών στην έρημο. Στα εδάφια Αριθμοί 11:7, 8 λέγεται ότι ήταν σαν σπόρος κορίανδρου και ότι είχε την όψη του βδέλλιου. Το μάννα το άλεθαν σε χειρόμυλους ή το κοπάνιζαν σε γουδί και το έβραζαν ή έφτιαχναν από αυτό πίτες, των οποίων η γεύση θύμιζε γλυκιά πίτα με λάδι. Χαρακτηρίζεται ως «το ψωμί των δυνατών».—Ψλ 78:24, 25· βλέπε ΜΑΝΝΑ.
Συνεστίαση. Στους Βιβλικούς χρόνους το να τρώνε κάποιοι άνθρωποι μαζί υποδήλωνε συντροφικότητα. (Γε 31:54· 2Σα 9:7, 10, 11, 13· βλέπε ΓΕΥΜΑ.) Η άρνηση ενός ατόμου να φάει με κάποιον άλλον ήταν ένδειξη θυμού ή άλλου αρνητικού αισθήματος ή στάσης. (1Σα 20:34· Πρ 11:2, 3· Γα 2:11, 12) Η τροφή χρησιμοποιούνταν συχνά ως δώρο για να κερδίσει κάποιος ή να εξασφαλίσει την εύνοια ενός άλλου, επειδή, δεχόμενος το δώρο, ο αποδέκτης θεωρούνταν υποχρεωμένος να διατηρήσει ειρηνικές σχέσεις.—Γε 33:8-16· 1Σα 9:6-8· 25:18, 19· 1Βα 14:1-3.
Η Χριστιανική Άποψη. Οι Χριστιανοί δεν υπόκεινται στον περιορισμό του Νόμου αναφορικά με τις καθαρές και τις ακάθαρτες τροφές. Αυτό που απαιτείται είναι να απέχουν από αίμα και από πνιχτά, δηλαδή κρέατα από τα οποία το αίμα δεν έχει στραγγιστεί κανονικά. (Πρ 15:19, 20, 28, 29) Αλλά πέρα από αυτή τη Γραφική εντολή, οι Χριστιανοί δεν πρέπει να ανάγουν σε μείζον θέμα την κατανάλωση ορισμένων τροφών ή την αποχή από αυτές ούτε να προσπαθούν να επιβάλλουν στη συνείδηση κάποιου άλλου τη δική τους συνείδηση όσον αφορά τη βρώση τροφής. Προειδοποιούνται, ωστόσο, να μην τρώνε τροφή ως κάτι που έχει προσφερθεί σε είδωλα και να μη σκανδαλίζουν τους άλλους επιμένοντας να ασκούν τη Χριστιανική τους ελευθερία στο θέμα της βρώσης τροφής. (1Κο 8· 10:23-33) Οι Χριστιανοί δεν πρέπει να βάζουν το θέμα της τροφής ή του τρόπου χρήσης της πάνω από τη Βασιλεία και τα πνευματικά της συμφέροντα.—Ρω 14:17· Εβρ 13:9.
Πνευματική Τροφή. Ο Ιησούς έβρισκε ευχαρίστηση στο να κάνει το θέλημα του Πατέρα του και το χαρακτήρισε τροφή για τον εαυτό του. (Ιωα 4:32, 34) Προείπε ότι θα διόριζε “τον πιστό και φρόνιμο δούλο” για να δίνει (πνευματική) τροφή στον κατάλληλο καιρό στους μαθητές του. (Ματ 24:44-47· βλέπε ΠΙΣΤΟΣ ΚΑΙ ΦΡΟΝΙΜΟΣ ΔΟΥΛΟΣ.) Ακριβώς όπως είχε πει ο Μωυσής στους Ισραηλίτες, δηλαδή ότι «ο άνθρωπος δεν ζει μόνο με ψωμί, αλλά με κάθε έκφραση από το στόμα του Ιεχωβά ζει ο άνθρωπος» (Δευ 8:3), έτσι και ο Ιησούς παρότρυνε τους ακολούθους του να επιζητούν, όχι την υλική τροφή, αλλά την τροφή που παραμένει για ζωή αιώνια. (Ιωα 6:26, 27· παράβαλε Αββ 3:17, 18.) Τους είπε να μην ανησυχούν για την τροφή και το ποτό, επειδή «η ψυχή αξίζει περισσότερο από την τροφή».—Ματ 6:25· Λου 12:22, 23.
Ο απόστολος Παύλος χαρακτήρισε τα στοιχειώδη πράγματα της Χριστιανικής διδασκαλίας ως «γάλα» και τη βαθύτερη γνώση ως «στερεή τροφή». (Εβρ 5:12-14· 6:1, 2· 1Κο 3:1-3) Ο Πέτρος, επίσης, ανέφερε ότι η πνευματική αύξηση τροφοδοτείται με το «ανόθευτο γάλα του λόγου». (1Πε 2:2) Ο Ιησούς αποκάλεσε τον εαυτό του «το ψωμί της ζωής», ανώτερο από το μάννα το οποίο παρασχέθηκε στην έρημο, και τόνισε ότι είχε τόση ποσότητα ώστε αυτός που το έτρωγε δεν θα πεινούσε ποτέ. (Ιωα 6:32-35) Συντάραξε μερικούς ακολούθους του που δεν είχαν πνευματικό φρόνημα όταν παρομοίασε τη σάρκα και το αίμα του με τροφή και ποτό (τα οποία αυτοί θα μπορούσαν να “φάνε” μέσω πίστης στη λυτρωτική του θυσία) για την απόκτηση αιώνιας ζωής.—Ιωα 6:54-60.
Ο Ιεχωβά υπόσχεται ότι θα έρθει καιρός κατά τον οποίο θα προμηθεύει άφθονη πνευματική και υλική τροφή για τον πιστό λαό του σε όλη τη γη, χωρίς καμιά απειλή πείνας.—Ψλ 72:16· 85:12· Ησ 25:6· βλέπε ΜΑΓΕΙΡΙΚΗ, ΜΑΓΕΙΡΙΚΑ ΣΚΕΥΗ· ΠΕΙΝΑ· επίσης, τα λήμματα για τα διάφορα είδη τροφής.