Η Ζωή και η Διακονία του Ιησού
Η Προδοσία και η Σύλληψη
ΕΙΝΑΙ πολύ περασμένα μεσάνυχτα, καθώς ο Ιούδας οδηγεί ένα μεγάλο πλήθος από στρατιώτες, αρχιερείς, Φαρισαίους και άλλους στον κήπο της Γεθσημανή. Οι ιερείς έχουν συμφωνήσει να πληρώσουν στον Ιούδα 30 ασημένια νομίσματα για να προδώσει τον Ιησού.
Νωρίτερα, όταν ο Ιούδας διώχτηκε από το Πασχαλινό δείπνο, πήγε προφανώς κατευθείαν στους αρχιερείς. Αυτοί συγκέντρωσαν αμέσως τους δικούς τους αξιωματούχους, καθώς και μια ομάδα στρατιωτών. Ίσως ο Ιούδας τούς είχε οδηγήσει πρώτα στο μέρος που ο Ιησούς και οι απόστολοί του είχαν γιορτάσει το Πάσχα. Όταν ανακάλυψαν ότι έχουν φύγει, το μεγάλο πλήθος, με όπλα, λαμπάδες και λυχνάρια, ακολούθησε τον Ιούδα έξω από την Ιερουσαλήμ διαμέσου της Κοιλάδας των Κέδρων.
Καθώς ο Ιούδας οδηγεί την πομπή πάνω στο Όρος των Ελαιών νιώθει σίγουρος ότι ξέρει πού να βρει τον Ιησού. Την προηγούμενη εβδομάδα, καθώς ο Ιησούς και οι απόστολοι πηγαινοέρχονταν μεταξύ Βηθανίας και Ιερουσαλήμ, σταματούσαν συχνά στον κήπο της Γεθσημανή για να ξεκουραστούν και να κουβεντιάσουν. Αλλά, τώρα, πίσω από τα ελαιόδεντρα όπου το σκοτάδι πιθανώς θα έκρυβε τον Ιησού, πώς θα τον αναγνώριζαν οι στρατιώτες; Μπορεί να μην τον είχαν ξαναδεί ποτέ πριν. Ο Ιούδας τούς δίνει ένα σημάδι, λέγοντας: ‘Όποιον θα φιλήσω, εκείνος είναι· συλλάβετέ τον και πάρτε τον μακριά με ασφάλεια’.
Ο Ιούδας οδηγεί το μεγάλο πλήθος μέσα στον κήπο, βλέπει τον Ιησού με τους αποστόλους του και πηγαίνει κατευθείαν προς αυτόν. ‘Χαίρε, Διδάσκαλε!’ του λέει και τον φιλάει πολύ τρυφερά.
‘Φίλε, για ποιο σκοπό ήρθες;’ ανταπαντάει ο Ιησούς. Μετά, απαντώντας ο ίδιος στην ερώτησή του, λέει: ‘Ιούδα, με φιλί προδίδεις τον Γιο του ανθρώπου;’ Αλλά, αρκετά με τον προδότη του! Ο Ιησούς κάνει ένα βήμα μπροστά βγαίνοντας έτσι στο φως που ρίχνουν οι αναμμένες λαμπάδες και τα λυχνάρια και ρωτάει: ‘Ποιον γυρεύετε;’
‘Τον Ιησού τον Ναζωραίο’, έρχεται η απάντηση.
‘Εγώ είμαι αυτός’, αποκρίνεται ο Ιησούς, καθώς στέκεται θαρραλέα μπροστά τους. Έκπληκτοι από το θάρρος του, και μην ξέροντας τι να περιμένουν, οι άντρες οπισθοχωρούν και πέφτουν στο έδαφος.
‘Σας είπα, εγώ είμαι αυτός’, συνεχίζει ήρεμα ο Ιησούς. ‘Αν λοιπόν ζητάτε εμένα, αφήστε αυτούς εδώ να φύγουν’. Λίγο πριν, στο ανώγειο, ο Ιησούς είχε πει στον Πατέρα του σε προσευχή ότι είχε κρατήσει τους πιστούς του αποστόλους και κανένας από αυτούς δεν είχε χαθεί ‘εκτός από το γιο της καταστροφής’. Έτσι, για να εκπληρωθούν τα λόγια του, ζητάει να αφήσουν τους ακολούθους του να φύγουν.
Καθώς οι στρατιώτες ξαναβρίσκουν την ψυχραιμία τους, σηκώνονται και αρχίζουν να δένουν τον Ιησού, οι απόστολοι αντιλαμβάνονται τι πρόκειται να συμβεί. ‘Κύριε, να χτυπήσουμε με τη μάχαιρα;’ ρωτάνε. Πριν απαντήσει ο Ιησούς, ο Πέτρος, χρησιμοποιώντας μια από τις δυο μάχαιρες που είχαν φέρει οι απόστολοι, επιτίθεται στον Μάλχο, ο οποίος είναι δούλος του αρχιερέα. Το χτύπημα του Πέτρου αστοχεί και δεν βρίσκει το κεφάλι του δούλου, αλλά κόβει το δεξί του αφτί.
‘Φτάνει ως εδώ’, επεμβαίνει και λέει ο Ιησούς. Αγγίζει το αφτί και θεραπεύει το τραύμα. Μετά διδάσκει ένα σημαντικό μάθημα με το να διατάξει τον Πέτρο: ‘Επίστρεψε τη μάχαιρα στη θέση της, γιατί όσοι πιάνουν τη μάχαιρα θα πεθάνουν από τη μάχαιρα. Ή νομίζετε ότι δεν μπορώ να παρακαλέσω τον Πατέρα μου να μου δώσει αυτή τη στιγμή περισσότερες από δώδεκα λεγεώνες αγγέλων;’
Ο Ιησούς είναι πρόθυμος να συλληφθεί. Και εξηγεί: ‘Πώς θα εκπληρωθούν οι Γραφές που λένε ότι έτσι πρέπει να γίνει;’ Και προσθέτει: ‘Το ποτήρι που μου έχει δώσει ο Πατέρας δεν πρέπει οπωσδήποτε να το πιω;’ Ο Ιησούς είναι σε απόλυτη συμφωνία με το θέλημα που έχει ο Θεός γι’ αυτόν!
Μετά, ο Ιησούς απευθύνεται στο πλήθος. ‘Βγήκατε για να με συλλάβετε με μάχαιρες και ρόπαλα, όπως θα βγαίνατε εναντίον κάποιου ληστή;’ τους ρωτάει. ‘Κάθε μέρα συνήθιζα να κάθομαι στο ναό και να διδάσκω, και όμως δεν με συλλάβατε. Αλλά όλ’ αυτά συνέβησαν για να εκπληρωθούν τα γραμμένα από τους προφήτες’.
Τότε, η ομάδα των στρατιωτών, ο στρατιωτικός διοικητής και οι αξιωματούχοι των Ιουδαίων συλλαμβάνουν τον Ιησού και τον δένουν. Βλέποντάς το αυτό, οι απόστολοι εγκαταλείπουν τον Ιησού και τρέπονται σε φυγή. Όμως, ένας νεαρός—πιθανώς είναι ο μαθητής Μάρκος—παραμένει ανάμεσα στο πλήθος. Ίσως ήταν στο σπίτι που ο Ιησούς γιόρτασε το Πάσχα και μετά ακολούθησε το πλήθος από εκεί. Τώρα, όμως, τον αναγνώρισαν και προσπαθούν να τον συλλάβουν. Αλλά αφήνει πίσω του το λινό ρούχο του και το σκάει, ελαφρά ντυμένος. Ματθαίος 26:47-56· Μάρκος 14:43-52· Λουκάς 22:47-53· Ιωάννης 17:12· 18:3-12.
◆ Γιατί ο Ιούδας νιώθει σίγουρος ότι θα βρει τον Ιησού στον κήπο της Γεθσημανή;
◆ Πώς δείχνει ο Ιησούς ενδιαφέρον για τους αποστόλους του;
◆ Τι δράση αναλαμβάνει ο Πέτρος σε υπεράσπιση του Ιησού, αλλά τι του λέει ο Ιησούς;
◆ Πώς φανερώνει ο Ιησούς ότι είναι σε απόλυτη συμφωνία με το θέλημα που έχει ο Θεός γι’ αυτόν;
◆ Όταν οι απόστολοι εγκαταλείπουν τον Ιησού, ποιος παραμένει, και τι του συμβαίνει;