ΚΙΛΙΚΙΑ
(Κιλικία).
Μια σχετικά μικρή και στενή περιοχή της νοτιοανατολικής Μικράς Ασίας. Στα Ν απλωνόταν η Μεσόγειος, στα Δ βρισκόταν η Παμφυλία, στα Β η οροσειρά του Ταύρου τη χώριζε από τη Λυκαονία και την Καππαδοκία, και στα Α η οροσειρά του Αμανού (τώρα Νουρ), η οποία αποτελεί μια νότια διακλάδωση της οροσειράς του Ταύρου, τη χώριζε από τη Συρία. Αυτά ήταν τα σύνορά της, τουλάχιστον για μια μεγάλη περίοδο της αρχαίας ιστορίας της.
Κατά βάση η περιοχή διαιρούνταν σε δύο τμήματα λόγω της μορφολογίας της: το δυτικό, το οποίο λεγόταν Τραχεία Κιλικία, και το ανατολικό, το οποίο λεγόταν Πεδιάς (Πεδινή Κιλικία). Η Τραχεία Κιλικία ήταν ένα αφιλόξενο υψίπεδο στα όρη του Ταύρου, γεμάτο δάση. Η τραχιά ακτογραμμή της, την οποία διέκοπταν βραχώδη ακρωτήρια, πρόσφερε πολυάριθμα υπήνεμα λιμάνια και κολπίσκους. Από την αρχαιότητα, ήταν άντρο ληστών και πειρατών οι οποίοι λυμαίνονταν τα πλοία που παρέπλεαν τις ακτές. Η Πεδινή Κιλικία περιλάμβανε τη μεγάλη παράκτια πεδιάδα, μια εξαιρετικά εύφορη περιοχή με άφθονα νερά. Κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους, σε αυτή την πεδιάδα υπήρχαν διάσπαρτες ημιαυτόνομες πόλεις, η κυριότερη από τις οποίες ήταν η Ταρσός, η γενέτειρα του Σαύλου (Παύλου).—Πρ 21:39· 22:3· 23:34.
Η Κιλικία, εκτός από σιτάρι, λινάρι και φρούτα, παρήγε ένα ύφασμα από τρίχες κατσικιών το οποίο κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους ήταν γνωστό ως κιλίκιο. Το χρησιμοποιούσαν στην κατασκευή σκηνών, πράγμα που μπορεί να εξηγεί εν μέρει το γεγονός ότι ο Παύλος έμαθε την τέχνη της σκηνοποιίας από μικρός.
Η Κιλικία κατείχε στρατηγική θέση, τόσο από στρατιωτική όσο και από εμπορική άποψη. Η κύρια εμπορική οδός που ερχόταν από τη Συρία περνούσε από τις Συριακές Πύλες, ένα ορεινό πέρασμα μέσα από την οροσειρά του Αμανού (τώρα Νουρ), περίπου 30 χλμ. Β της Αντιόχειας, κατόπιν διέσχιζε την Κιλικία μέχρι την Ταρσό και ανέβαινε τα όρη του Ταύρου προς τις Κιλίκιες Πύλες—τα στενά, δηλαδή τις απόκρημνες διαβάσεις, που οδηγούν στην κεντρική και στη δυτική Μικρά Ασία.
Στην αρχική περίοδο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η επαρχία είχε χωριστεί σε δύο τμήματα, και ένα μέρος του δυτικού τμήματος είχε παραχωρηθεί στην εξουσία τοπικών δυναστειών ενώ το υπόλοιπο προφανώς το διοικούσαν γειτονικά υποτελή βασίλεια. Η επανένωση του ανατολικού και του δυτικού τμήματος της Κιλικίας σε ενιαία επαρχία δεν έγινε παρά αργότερα, την εποχή του Βεσπασιανού (72 Κ.Χ.). Επομένως, κατά τους πρώτους αποστολικούς χρόνους υπήρχε ιδιαίτερα στενή σχέση ανάμεσα στην Κιλικία και στη Συρία, σχέση που φαίνεται να αντικατοπτρίζεται στα εδάφια Πράξεις 15:23, 41 και Γαλάτες 1:21, όπου σύμφωνα με μερικούς ερευνητές η λέξη «Κιλικία» αναφέρεται στην Πεδινή Κιλικία. Από την άλλη μεριά, στο εδάφιο Πράξεις 27:5 όπου λέγεται ότι ο Παύλος διέσχισε «το πέλαγος κατά μήκος της Κιλικίας και της Παμφυλίας» καθώς πήγαινε στη Ρώμη για να δικαστεί, η «Κιλικία» περιλαμβάνει προφανώς ολόκληρη την περιοχή της ανατολικής και της δυτικής Κιλικίας.
Ιουδαίοι από την Κιλικία ήταν μεταξύ εκείνων που λογομάχησαν με τον Στέφανο πριν από το θάνατό του. (Πρ 6:9) Γύρω στο 49 Κ.Χ. υπήρχαν ήδη εκκλησίες στην Κιλικία στις οποίες έστειλε επιστολή η Χριστιανική σύνοδος της Ιερουσαλήμ. (Πρ 15:23) Η διαδρομή που ακολούθησε ο Παύλος στη διάρκεια της δεύτερης και της τρίτης ιεραποστολικής περιοδείας του θα πρέπει κανονικά να τον οδήγησε μέσα από την Κιλικία και τις Κιλίκιες Πύλες.