ΠΑΡΟΥΣΙΑ
Η λέξη παρουσία του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι σύνθετη, αποτελούμενη από την πρόθεση παρά (δίπλα· παραπλεύρως) και το ουσιαστικό οὐσία (ύπαρξη· παράγωγο του ρήματος εἰμί, που σημαίνει «είμαι· υπάρχω»). Συνεπώς, η λέξη παρουσία σημαίνει κατά κυριολεξία «το να είναι κάποιος δίπλα», δηλαδή να παρευρίσκεται, να είναι παρών. Χρησιμοποιείται 24 φορές στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, συχνά αναφερόμενη στην παρουσία του Χριστού σε συνάρτηση με τη Μεσσιανική του Βασιλεία.—Ματ 24:3· βλέπε ΜΝΚ με Υποσημειώσεις, παράρτημα 5Β· Οι Χριστιανικές Γραφές—Απόδοση από τη Μετάφραση Νέου Κόσμου, παράρτημα, σ. 416, 417.
Πολλές μεταφράσεις δεν χρησιμοποιούν παντού την ίδια απόδοση για τη λέξη παρουσία. Παρότι σε μερικά εδάφια τη διατηρούν αυτούσια, συχνότερα την αποδίδουν «έλευση», εξού και η έκφραση «δεύτερη έλευση» που χρησιμοποιείται αναφορικά με τον Χριστό Ιησού. (Βλέπε και λατινική Βουλγάτα, όπου η λέξη παρουσία του εδ. Ματ 24:3 αποδίδεται με τη λέξη adventus [«έλευση» ή «ερχομός»].) Αν και η παρουσία του Ιησού υποδηλώνει εκ των πραγμάτων την άφιξή του στο μέρος όπου είναι παρών, η μετάφραση της λέξης παρουσία ως «έλευση» δίνει όλη την έμφαση στην άφιξη και επισκιάζει τη συνακόλουθη παρουσία που έπεται της άφιξης. Οι λεξικογράφοι, μολονότι θεωρούν αποδεκτή και τη λέξη «άφιξη» ως απόδοση της εν λόγω λέξης, γενικά αναγνωρίζουν ότι η κύρια έννοια που μεταδίδει η λέξη είναι αυτή της παρουσίας ενός ατόμου.
Το Ερμηνευτικό Λεξικό των Λέξεων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, του Βάιν ([Vine’s Expository Dictionary of Old and New Testament Words] 1981, Τόμ. 1, σ. 208, 209), αναφέρει: «Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ . . . υποδηλώνει και άφιξη αλλά και επακόλουθη παρουσία. Για παράδειγμα, σε μια επιστολή γραμμένη σε πάπυρο [στην ελληνική] κάποια κυρία αναφέρει πόσο αναγκαία ήταν η παρουσία της κάπου, προκειμένου να φροντίσει για ζητήματα που αφορούσαν την περιουσία της εκεί. . . . Όταν χρησιμοποιείται για την επιστροφή του Χριστού κατά την Αρπαγή της Εκκλησίας, σημαίνει, όχι απλώς τη στιγμιαία έλευσή Του για τους αγίους Του, αλλά την παρουσία Του κοντά τους από εκείνη τη στιγμή μέχρι την αποκάλυψη και φανέρωσή Του στον κόσμο». Το Μέγα Λεξικόν Όλης της Ελληνικής Γλώσσης, του Δημητράκου (Τόμ. 11, σ. 5567), δείχνει ότι η λέξη παρουσία χρησιμοποιείται ενίοτε σε μη Βιβλικά συγγράμματα «επί επισκέψεως βασιλέων ή άλλων επισήμων προσώπων».
Ασφαλώς, τα μη Βιβλικά ελληνικά συγγράμματα είναι κατατοπιστικά ως προς την έννοια αυτής της λέξης του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου. Εντούτοις, ακόμη πιο καθοριστικό είναι το πώς χρησιμοποιείται η λέξη στην ίδια την Αγία Γραφή. Παραδείγματος χάρη, στο εδάφιο Φιλιππησίους 2:12 ο Παύλος λέει για τους Φιλιππήσιους Χριστιανούς: «Έχετε υπακούσει πάντοτε, όχι μόνο στη διάρκεια της παρουσίας μου, αλλά τώρα πολύ πιο πρόθυμα στη διάρκεια της απουσίας μου». Παρόμοια, στα εδάφια 2 Κορινθίους 10:10, 11, αφού ο Παύλος αναφέρεται σε εκείνους που λένε πως «οι επιστολές του είναι βαρυσήμαντες και δυνατές, αλλά η προσωπική του παρουσία είναι αδύναμη και ο λόγος του αξιοκαταφρόνητος», προσθέτει: «Ένας τέτοιος άνθρωπος ας λάβει αυτό υπόψη του, ότι όπως είμαστε με τα λόγια μας στις επιστολές όταν είμαστε απόντες, τέτοιοι θα είμαστε και στην πράξη όταν θα είμαστε παρόντες». (Παράβαλε επίσης Φλπ 1:24-27.) Έτσι λοιπόν, η αντίθεση αφορά την παρουσία και την απουσία, όχι την άφιξη (ή έλευση) και την αναχώρηση.
Με αυτά υπόψη, η Εμφατική Βίβλος του Τζ. Μπ. Ρόδερχαμ δηλώνει στο παράρτημά της (σ. 271) ότι σε εκείνη την έκδοση χρησιμοποιείται με συνέπεια παντού η λέξη παρουσία, ενώ η λέξη έλευση, ως αντίστοιχο αυτής της λέξης, έχει απορριφθεί. Και συνεχίζει: «Η έννοια της “παρουσίας” [καταδεικνύεται] τόσο ξεκάθαρα μέσα από την αντίθεση με τη λέξη “απουσία” . . . ώστε εγείρεται εύλογα το ερώτημα:—Γιατί να μην αποδίδεται πάντοτε έτσι;»
Το ότι η παρουσία του Ιησού δεν είναι απλώς στιγμιαία έλευση η οποία ακολουθείται από γρήγορη αναχώρηση, αλλά απεναντίας καλύπτει περίοδο χρόνου, υποδεικνύεται επίσης από τα λόγια του ίδιου στα εδάφια Ματθαίος 24:37-39 και Λουκάς 17:26-30. Εκεί «οι ημέρες του Νώε» παραλληλίζονται με την «παρουσία του Γιου του ανθρώπου» («ημέρες του Γιου του ανθρώπου», στην αφήγηση του Λουκά). Επομένως, ο Ιησούς δεν περιορίζει τον παραλληλισμό μόνο στην έλευση του Κατακλυσμού ως του τελικού αποκορυφώματος των ημερών του Νώε, παρότι δείχνει ότι η δική του «παρουσία», ή αλλιώς οι «ημέρες» του, θα έχει παρόμοιο αποκορύφωμα. Εφόσον οι «ημέρες του Νώε» στην πραγματικότητα κάλυπταν μια περίοδο ετών, έχουμε βάσιμους λόγους να πιστεύουμε πως η προειπωμένη «παρουσία [ή οι «ημέρες»] του Γιου του ανθρώπου» θα κάλυπτε παρόμοια μια περίοδο μερικών ετών και θα αποκορυφωνόταν με την καταστροφή όσων δεν θα έδιναν προσοχή στην ευκαιρία που θα τους παρουσιαζόταν να επιζητήσουν την απελευθέρωση.
Η Φύση της «Παρουσίας» του Χριστού. Η παρουσία κάποιου μπορεί ασφαλώς να είναι ορατή, και σε έξι περιπτώσεις όπου εμφανίζεται αυτή η λέξη αναφέρεται στην ορατή παρουσία κάποιου ανθρώπου, όπως του Στεφανά, του Φορτουνάτου, του Αχαϊκού, του Τίτου και του Παύλου. (1Κο 16:17· 2Κο 7:6, 7· 10:10· Φλπ 1:26· 2:12) Το ότι η παρουσία κάποιου μπορεί επίσης να είναι αόρατη υπονοείται από τη δήλωση του Παύλου πως ήταν «παρών κατά το πνεύμα», αν και απών κατά το σώμα. (1Κο 5:3) Παρόμοια, ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος, ο οποίος έγραψε στην ελληνική, αναφέρεται στην παρουσία του Θεού στο Όρος Σινά, η οποία ήταν αόρατη και έγινε φανερή από τις βροντές και τις αστραπές.—Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Γ΄, 80 (ν, 2).
Το ότι η ιδέα της αόρατης παρουσίας έχει Γραφική βάση προκύπτει επίσης από τα όσα είπε ο Ιεχωβά Θεός στον Μωυσή σχετικά με την κιβωτό της διαθήκης που βρισκόταν στα Άγια των Αγίων της σκηνής της μαρτυρίας: «Και θα παρουσιάζομαι εκεί σε εσένα και θα μιλώ μαζί σου πάνω από το κάλυμμα». (Εξ 25:22) Η παρουσία του Θεού δεν ήταν ορατή, εφόσον οι Γραφές λένε ξεκάθαρα ότι «κανένας άνθρωπος δεν έχει δει ποτέ τον Θεό»—ούτε ο Μωυσής ούτε ο αρχιερέας που έμπαινε στα Άγια των Αγίων. (Ιωα 1:18· Εξ 33:20) Όταν ο Βασιλιάς Σολομών εγκαινίασε το ναό στην Ιερουσαλήμ, το σύννεφο της “δόξας του Ιεχωβά” γέμισε τον οίκο. Ο Σολομών είπε για τον Ιεχωβά ότι “θα κατοικούσε στο ναό”. Εντούτοις, ο ίδιος ο Σολομών δήλωσε: «Αλλά θα κατοικήσει πράγματι ο Θεός στη γη; Ορίστε! Οι ουρανοί, ναι, ο ουρανός των ουρανών, δεν μπορούν να σε χωρέσουν· πόσο λιγότερο, λοιπόν, αυτός ο οίκος που έχτισα!» Ωστόσο, τα μάτια του Θεού θα ήταν συνεχώς ανοιγμένα προς εκείνον τον οίκο, τις δε προσευχές που θα γίνονταν εκεί θα τις άκουγε «στον τόπο της κατοίκησής [του], στους ουρανούς».—1Βα 8:10-13, 27-30· παράβαλε Πρ 7:45-50.
Αυτές οι περικοπές καταδεικνύουν ότι ο Θεός έχει τη δύναμη να “είναι παρών” στη γη με πνευματικό (και συνεπώς, αόρατο) τρόπο ενώ εξακολουθεί να παραμένει στον ουρανό. Σε μερικές περιπτώσεις η παρουσία του μπορεί να έλαβε χώρα μέσω κάποιου αγγελικού εκπροσώπου ο οποίος ενεργούσε και μιλούσε εκ μέρους του Θεού, λέγοντας μάλιστα: «Εγώ είμαι ο Θεός του πατέρα σου», όπως έκανε ο άγγελος που μίλησε στον Μωυσή από τη φλεγόμενη βάτο. (Εξ 3:2-8· παράβαλε Εξ 23:20· 32:34.) Παρόμοια, ο Ιεχωβά είπε στον Μωυσή ότι “ερχόταν” σε αυτόν στο Όρος Σινά και ότι θα “κατέβαινε” εκεί (Εξ 19:9, 11, 18, 20), αλλά τα αποστολικά συγγράμματα δείχνουν πως στην πραγματικότητα ο Θεός ήταν παρών εκεί μέσω των αγγέλων του και μέσω αυτών παρέδωσε στον Μωυσή τη διαθήκη του.—Γα 3:19· Εβρ 2:2· βλέπε ΠΡΟΣΩΠΟ.
Εφόσον στον αναστημένο Γιο του Ιεχωβά, τον Ιησού Χριστό, έχει παραχωρηθεί «όλη η εξουσία στον ουρανό και στη γη», και εφόσον αυτός είναι «η ακριβής απεικόνιση της ίδιας . . . της οντότητας» του Θεού, έπεται ότι και ο Ιησούς επίσης πρέπει να έχει τη δυνατότητα να είναι αόρατα παρών με παρόμοιο τρόπο. (Ματ 28:18· Εβρ 1:2, 3) Σε σχέση με αυτό μπορούμε να επισημάνουμε πως, ακόμη και όταν ήταν στη γη, ο Ιησούς Χριστός ήταν σε θέση να θεραπεύσει διάφορα άτομα από μακριά, σαν να ήταν προσωπικά παρών εκεί.—Ματ 8:5-13· Ιωα 4:46-53.
Είναι επίσης σαφές ότι ο Ιεχωβά Θεός έχει θέσει αγγέλους υπό τις διαταγές του δοξασμένου Γιου του. (1Πε 3:22) Διάφορα εδάφια που συνδέονται με την παρουσία του Ιησού τον περιγράφουν συχνά είτε να “συνοδεύεται” από αγγελικές στρατιές είτε να τις “αποστέλλει”. (Ματ 13:37-41, 47-49· 16:27· 24:31· Μαρ 8:38· 2Θε 1:7) Αυτό όμως δεν σημαίνει πως η προειπωμένη παρουσία του με βασιλική εξουσία και δόξα συνίσταται αποκλειστικά και μόνο στη χρήση αγγέλων ως αγγελιοφόρων ή εκπροσώπων σε επίγειες αποστολές, διότι κάτι τέτοιο γινόταν και τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. αναφορικά με τους αποστόλους και άλλους. (Πρ 5:19· 8:26· 10:3, 7, 22· 12:7-11, 23· 27:23) Οι παραβολές του Ιησού σε συνδυασμό με άλλα εδάφια δείχνουν ότι η παρουσία του μοιάζει με αυτήν ενός κυρίου που επιστρέφει στο σπιτικό του και με την παρουσία κάποιου που γίνεται βασιλιάς και επιστρέφει για να αναλάβει τον έλεγχο της επικράτειάς του, καθώς και ότι η παρουσία του Ιησού σημαίνει προσωπική επιθεώρηση και κρίση, ακολουθούμενη από την ενεργή έκφραση ή εκτέλεση αυτής της κρίσης και την ανταμοιβή όσων βρέθηκαν επιδοκιμασμένοι. (Ματ 24:43-51· 25:14-45· Λου 19:11-27· παράβαλε Ματ 19:28, 29.) Εφόσον η βασιλεία του Ιησού περιλαμβάνει ολόκληρη τη γη, η παρουσία του είναι παγγήινη (παράβαλε Ματ 24:23-27, 30), τα δε θεόπνευστα λόγια του Παύλου στα εδάφια 1 Κορινθίους 15:24-28 και οι αναφορές που κάνει η Αποκάλυψη στη βασιλεία του Χριστού (5:8-10· 7:17· 19:11-16· 20:1-6· 21:1-4, 9, 10, 22-27) αφήνουν να εννοηθεί ότι η παρουσία του Χριστού είναι ο καιρός κατά τον οποίο αυτός θα στρέψει την αμέριστη προσοχή του σε ολόκληρη τη γη και στον πληθυσμό της, χρησιμοποιώντας την πλήρη ισχύ της βασιλικής του εξουσίας ώστε να εκπληρώσει το θέλημα του Πατέρα του για τη γη και τους κατοίκους της.—Παράβαλε Ματ 6:9, 10.
Μερικοί, με έρεισμα κάποια εδάφια όπου αναφέρεται για τον Ιησού ότι θα τον δουν «να έρχεται μέσα σε σύννεφα με μεγάλη δύναμη και δόξα» (Μαρ 13:26· Απ 1:7), συμπεραίνουν ότι η παρουσία του πρέπει να είναι ορατή. Εντούτοις, όπως καταδεικνύεται στο λήμμα ΣΥΝΝΕΦΟ (Αλληγορική Χρήση), η χρήση σύννεφων στα πλαίσια άλλων θεϊκών φανερώσεων υποδηλώνει κάτι το αόρατο και όχι κάτι ορατό. Παρόμοια, μπορεί κάποιος να «βλέπει» με την έννοια της συμβολικής όρασης, δηλαδή των όσων αντιλαμβάνεται με τη διάνοια και την καρδιά. (Ησ 44:18· Ιερ 5:21· Ιεζ 12:2, 3· Ματ 13:13-16· Εφ 1:17, 18) Το να αρνείται κανείς κάτι τέτοιο είναι σαν να αρνείται πως το αντίθετο της όρασης, δηλαδή η τυφλότητα, μπορεί να χρησιμοποιηθεί με συμβολική ή πνευματική έννοια αντί της κυριολεκτικής. Ο Ιησούς, όμως, χρησιμοποίησε σαφώς τόσο την όραση όσο και την τυφλότητα με τέτοια συμβολική ή πνευματική έννοια. (Ιωα 9:39-41· Απ 3:14-18· παράβαλε επίσης 2Κο 4:4· 2Πε 1:9.) Ο Ιώβ, στον οποίο μίλησε ο Ιεχωβά «μέσα από την ανεμοθύελλα» (που πιθανότατα συνοδευόταν από σύννεφα), είπε κατόπιν: «Από λόγια άλλων έχω ακούσει για εσένα, αλλά τώρα σε βλέπουν τα ίδια μου τα μάτια». (Ιωβ 38:1· 42:5) Και εδώ επίσης πρέπει να εννοούνται τα όσα αντιλαμβανόταν ο Ιώβ με τη διάνοια και την καρδιά του και όχι με τα κατά γράμμα μάτια του, δεδομένης της σαφούς Γραφικής διδασκαλίας ότι «κανένας άνθρωπος δεν έχει δει ποτέ τον Θεό».—Ιωα 1:18· 5:37· 6:46· 1Ιω 4:12.
Στοιχεία που αντικρούουν την άποψη ότι η παρουσία του Ιησού θα ήταν ορατή (με την έννοια της εμφάνισης του Ιησού με σωματική μορφή αντιληπτή στα ανθρώπινα μάτια) υπάρχουν στη δήλωση του ίδιου του Ιησού πως με το θάνατό του θα θυσίαζε τη σάρκα του για χάρη της ζωής του κόσμου (Ιωα 6:51) και στη δήλωση του αποστόλου Παύλου για τον αναστημένο Ιησού ότι «κατοικεί σε απρόσιτο φως, [όπου] κανείς από τους ανθρώπους δεν [τον] έχει δει ούτε μπορεί να [τον] δει». (1Τι 6:14-16) Γι’ αυτό και ο Ιησούς μπορούσε να πει στους μαθητές του: «Λίγο ακόμη και ο κόσμος δεν θα με βλέπει πια». Είναι αλήθεια ότι οι μαθητές του θα τον έβλεπαν, όχι μόνο επειδή θα εμφανιζόταν σε αυτούς μετά την ανάστασή του, αλλά και επειδή στον κατάλληλο καιρό αυτοί θα ανασταίνονταν για να τον συναντήσουν στους ουρανούς και “να βλέπουν τη δόξα την οποία του είχε δώσει ο Πατέρας του”. (Ιωα 14:19· 17:24) Αλλά ο κόσμος γενικά δεν θα τον έβλεπε επειδή ο Ιησούς, αφότου αναστήθηκε ως πνευματικό πλάσμα (1Πε 3:18), περιόρισε τις εμφανίσεις του μόνο μεταξύ των μαθητών του. Επίσης, την ανάληψή του στον ουρανό την είδαν μόνο εκείνοι, όχι ο κόσμος, και οι άγγελοι που ήταν παρόντες διαβεβαίωσαν τους μαθητές ότι η επάνοδος του Ιησού θα γινόταν με «τον ίδιο τρόπο» (όχι «μορφή»)—άρα όχι σε δημόσια θέα—και θα τη διέκριναν μόνο οι πιστοί ακόλουθοί του.—Πρ 1:1-11.
Η κακή κατάσταση της καρδιάς, σε συνδυασμό με τις εσφαλμένες προσδοκίες για την παρουσία του Χριστού, αναμφίβολα συμβάλλει στη στάση των χλευαστών. Είχε προειπωθεί ότι «στις τελευταίες ημέρες» κάποιοι θα ενέπαιζαν, λέγοντας: «Πού είναι αυτή η υποσχεμένη παρουσία του; Διότι από την ημέρα που οι προπάτορές μας κοιμήθηκαν τον ύπνο του θανάτου, τα πάντα παραμένουν ακριβώς όπως ήταν από την αρχή της δημιουργίας».—2Πε 3:2-4· παράβαλε 1:16.
Σαφώς, οι άνθρωποι θα αντιληφθούν τι θα λάβει χώρα κατά «την αποκάλυψη» του Ιησού Χριστού «με τους δυνατούς αγγέλους του μέσα σε φλόγες φωτιάς, καθώς αυτός φέρνει εκδίκηση πάνω σε εκείνους οι οποίοι δεν γνωρίζουν τον Θεό και σε εκείνους οι οποίοι δεν υπακούν στα καλά νέα σχετικά με τον Κύριό μας Ιησού». (2Θε 1:7-9) Αυτό, όμως, εξακολουθεί να επιτρέπει την ύπαρξη μιας αόρατης παρουσίας την οποία δεν αντιλαμβάνονται παρά μόνο οι πιστοί, πριν από την εν λόγω αποκάλυψη. Ας θυμηθούμε ότι ο Ιησούς, όταν παραλληλίζει την παρουσία του με τις «ημέρες του Νώε», δηλώνει πως την εποχή του Νώε οι άνθρωποι «δεν έδωσαν προσοχή» μέχρι που ήρθε πάνω τους η υδάτινη καταστροφή, και ότι «έτσι θα είναι η παρουσία του Γιου του ανθρώπου».—Ματ 24:37-39.
Γεγονότα που χαρακτηρίζουν την παρουσία του. Ο Ιησούς είχε υποσχεθεί ότι θα ήταν με τους ακολούθους του στις συναθροίσεις τους (Ματ 18:20), και επίσης τους διαβεβαίωσε πως θα ήταν “μαζί τους” στο έργο μαθήτευσης «όλες τις ημέρες μέχρι την τελική περίοδο του συστήματος πραγμάτων». (Ματ 28:19, 20) Η παρουσία του εδαφίου Ματθαίος 24:3 και άλλων συναφών εδαφίων πρέπει βεβαίως να σημαίνει κάτι πέρα από αυτό. Αφορά σαφώς μια ειδική παρουσία η οποία περιλαμβάνει και επηρεάζει όλους τους κατοίκους της γης και είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την έκφραση της πλήρους εξουσίας του Ιησού ως Βασιλιά χρισμένου από τον Θεό.
Κάποια από τα γεγονότα που χαρακτηρίζουν την παρουσία του Ιησού με βασιλική εξουσία είναι τα εξής: Η ανάσταση των ακολούθων του που έχουν πεθάνει και οι οποίοι είναι συγκληρονόμοι με αυτόν στην ουράνια Βασιλεία (1Κο 15:23· Ρω 8:17)· το ότι ο Ιησούς συγκεντρώνει και συνενώνει με τον εαυτό του άλλους ακολούθους του που ζουν στον καιρό της παρουσίας του (Ματ 24:31· 2Θε 2:1)· το ότι “εκμηδενίζει” τον αποστατικό “άνθρωπο της ανομίας”, κάτι που πραγματοποιείται «με τη φανέρωση [ἐπιφανείᾳ, Κείμενο] της παρουσίας» του (2Θε 2:3-8· βλέπε ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΗΣ ΑΝΟΜΙΑΣ)· η καταστροφή όλων όσων δεν δίνουν προσοχή στην ευκαιρία για απελευθέρωση (Ματ 24:37-39) και, οπωσδήποτε, η εγκαθίδρυση της Χιλιετούς Βασιλείας του (Απ 20:1-6). Βλέπε επίσης το λήμμα ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ για πληροφορίες ως προς το πώς οι παρατηρητές του εν λόγω οράματος, στο οποίο ο Χριστός εμφανίστηκε με τη δόξα της Βασιλείας, μπόρεσαν να γνωστοποιήσουν σε άλλους «τη δύναμη και παρουσία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού».—2Πε 1:16-18.
Οι συνθήκες που συνοδεύουν την παρουσία του. Το βιβλίο της Αποκάλυψης παρουσιάζει με συμβολικές εκφράσεις πολλές πληροφορίες γύρω από την παρουσία, τη φανέρωση και την αποκάλυψη του Χριστού. Η συμβολική εικόνα του εστεμμένου ιππέα του λευκού αλόγου, η οποία περιγράφεται στα εδάφια Αποκάλυψη 6:1, 2, αντιστοιχεί με εκείνη του ιππέα των εδαφίων Αποκάλυψη 19:11-16, ο οποίος είναι «Βασιλιάς βασιλιάδων και Κύριος κυρίων», ο Χριστός Ιησούς. Το 6ο κεφάλαιο της Αποκάλυψης δείχνει πως, όταν ο Χριστός προελαύνει έφιππος ως νικηφόρος Βασιλιάς, δεν απομακρύνει αμέσως την πονηρία από τη γη, αλλά αντίθετα η προέλασή του συνοδεύεται από πόλεμο που αφαιρεί «την ειρήνη από τη γη», καθώς και από ανεπάρκεια τροφίμων και θανατηφόρα πληγή. (Απ 6:3-8) Αυτή η περικοπή, με τη σειρά της, έχει όμοια στοιχεία με την προφητεία του Χριστού που είναι καταγραμμένη στο 24ο κεφάλαιο του Ματθαίου, στο 13ο κεφάλαιο του Μάρκου και στο 21ο κεφάλαιο του Λουκά. Επομένως, φαίνεται ότι η προφητεία του Ιησού που περιέχεται στις αφηγήσεις των Ευαγγελίων, η οποία αφορά σαφώς την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του ναού της (το 70 Κ.Χ.), εφαρμόζεται επίσης στον καιρό της παρουσίας του Χριστού, δίνοντάς μας έτσι ένα «σημείο» που μας επιτρέπει να καθορίσουμε πότε είναι παρών ο Ιησούς και κυβερνάει από τον ουρανό ως Μεσσιανικός Βασιλιάς.—Ματ 24:3, 32, 33· Λου 21:29-31.
Άλλα εδάφια που αναφέρονται στην παρουσία του Χριστού ενθαρρύνουν γενικά την εκδήλωση πιστότητας και υπομονής μέχρι να έρθει αυτός ο καιρός και για όσο διάστημα θα διαρκέσει.—1Θε 2:19· 3:12, 13· 5:23· Ιακ 5:7, 8· 1Ιω 2:28.
Η Παρουσία της Ημέρας του Ιεχωβά. Στη δεύτερη επιστολή του, ο Πέτρος προτρέπει τους αδελφούς του να “προσμένουν και να έχουν διαρκώς στο νου την παρουσία της ημέρας του Ιεχωβά”, δείχνοντάς το αυτό με τον τρόπο της ζωής τους. (2Πε 3:11, 12) Πρέπει να φροντίζουν να έχουν διαρκώς στο νου τους την ημέρα της κρίσης του Ιεχωβά, αντιλαμβανόμενοι ότι αυτή πλησιάζει. Εκείνη την «ημέρα του Ιεχωβά», οι κυβερνητικοί «ουρανοί» αυτού του πονηρού κόσμου θα καταστραφούν σαν από φωτιά και τα «στοιχεία» του θα χάσουν τη συνοχή τους και θα λιώσουν εξαιτίας της έντονης θερμότητας. Το παρόν σύστημα που βρίσκεται υπό τον έλεγχο του Σατανά θα τερματιστεί.
Εφόσον ο Ιεχωβά Θεός ενεργεί μέσω του Γιου του και διορισμένου του Βασιλιά, του Χριστού Ιησού (Ιωα 3:35· παράβαλε 1Κο 15:23, 24), έπεται ότι υπάρχει σχέση μεταξύ αυτής της υποσχεμένης «παρουσίας» του Ιεχωβά και της «παρουσίας» του Χριστού Ιησού. Λογικά, εκείνοι που χλευάζουν την εξαγγελία για τη μία θα χλευάζουν και την εξαγγελία για την άλλη. Και σε αυτή την περίπτωση, η στάση των ανθρώπων πριν από τον Κατακλυσμό χρησιμοποιείται ως αντίστοιχο παράδειγμα.—2Πε 3:5-7· παράβαλε Ματ 24:37-39.
Η Παρουσία του Ανόμου. Στα εδάφια 2 Θεσσαλονικείς 2:9-12, ο απόστολος Παύλος περιγράφει την «παρουσία του ανόμου» λέγοντας ότι είναι «σύμφωνα με τον τρόπο ενέργειας του Σατανά, με κάθε δυναμικό έργο καθώς και με ψεύτικα σημεία και θαυμαστά προμηνύματα και με κάθε άδικη απάτη». Και αυτή η περικοπή καταδεικνύει ότι η λέξη παρουσία σημαίνει κάτι περισσότερο από στιγμιαία έλευση, ή άφιξη, διότι απαιτείται κάποια χρονική περίοδος για να λάβουν χώρα όλα αυτά τα έργα, τα σημεία, τα θαυμαστά προμηνύματα και η εν λόγω απάτη.