ΚΑΛΟΣΥΝΗ
Η ιδιότητα ή η κατάσταση του να δείχνει κανείς ενεργά το ενδιαφέρον του για την ευημερία των άλλων· φιλάγαθη και ωφέλιμη πράξη ή ευεργεσία. Η κύρια λέξη στο πρωτότυπο κείμενο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών η οποία αποδίδεται «καλοσύνη» είναι η λέξη χρηστότης. Ο Ιεχωβά Θεός πρωτοστατεί και θέτει το εξοχότερο παράδειγμα στην εκδήλωση καλοσύνης με πάμπολλους τρόπους προς τους άλλους, ακόμη και προς τους αχάριστους και πονηρούς, παρακινώντας τους να μετανοήσουν. (Λου 6:35· Ρω 2:4· 11:22· Τιτ 3:4, 5) Οι Χριστιανοί με τη σειρά τους, έχοντας πάνω τους τον καλό ζυγό του Χριστού (Ματ 11:30), προτρέπονται να ντυθούν την καλοσύνη (Κολ 3:12· Εφ 4:32) και να καλλιεργήσουν τον καρπό του πνεύματος του Θεού, στον οποίο περιλαμβάνεται η καλοσύνη. (Γα 5:22) Με αυτόν τον τρόπο συνιστούν τους εαυτούς τους ως διακόνους του Θεού. (2Κο 6:4-6) «Η αγάπη . . . δείχνει καλοσύνη».—1Κο 13:4.
Η «καλοσύνη» (ἐπιεικία, Κείμενο· αλλιώς, λογικότητα, υποχωρητικότητα) αποτελεί εξέχον χαρακτηριστικό του Χριστού Ιησού. (2Κο 10:1, υποσ.) Οι κάτοικοι της Μάλτας συμπεριφέρθηκαν στον Παύλο με ασυνήθιστη «ανθρώπινη καλοσύνη (φιλανθρωπία, Κείμενο)».—Πρ 28:2, υποσ.
Η Στοργική Καλοσύνη του Θεού. Όπως στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, έτσι και στις Εβραϊκές Γραφές γίνεται συχνή μνεία της καλοσύνης. Η εβραϊκή λέξη χάσεδ, όταν χρησιμοποιείται σε σχέση με την καλοσύνη, συναντάται 245 φορές. Το συγγενικό ρήμα χασάδ σημαίνει «ενεργώ με οσιότητα (ή στοργική καλοσύνη)» και εμπεριέχει πολύ περισσότερα πράγματα από το τρυφερό ενδιαφέρον ή την καλοσύνη που πηγάζει από αγάπη, αν και περιλαμβάνει τέτοια χαρακτηριστικά. (Ψλ 18:25, υποσ.) Η λέξη χάσεδ περιγράφει την καλοσύνη η οποία προσκολλάται με αγάπη σε κάτι ωσότου ο σκοπός της σχετικά με αυτό πραγματοποιηθεί. Σύμφωνα με το Θεολογικό Λεξικό της Παλαιάς Διαθήκης (Theologisches Wörterbuch zum Alten Testament), η λέξη χάσεδ εκφράζει «ενεργητικότητα, κοινωνικότητα και διάρκεια. . . . Υποδηλώνει πάντοτε, όχι μόνο την ανθρώπινη στάση, αλλά και τις ενέργειες που προκύπτουν από αυτή τη στάση. Πρόκειται για ενέργειες οι οποίες διατηρούν και προάγουν τη ζωή, για παρέμβαση που γίνεται υπέρ κάποιου ο οποίος υποφέρει εξαιτίας συμφοράς ή θλίψης. Αποτελεί εκδήλωση φιλίας ή ευλάβειας. Επιδιώκει το καλό και όχι το κακό». (Επιμέλεια Γκ. Γ. Μπότερβεκ και Χ. Ρίνγκρεν, 1982, Τόμ. 3, στ. 56) Γι’ αυτό, η λέξη χάσεδ αποδίδεται με ευρύτερη έννοια ως «στοργική καλοσύνη», ή, λόγω της πιστότητας, της αλληλεγγύης και της αποδεδειγμένης οσιότητας που σχετίζονται με αυτήν, μια εναλλακτική απόδοση θα μπορούσε να είναι «όσια αγάπη». Στον πληθυντικό αριθμό μπορεί να αποδοθεί ως «εκδηλώσεις στοργικής καλοσύνης», «πράξεις όσιας αγάπης», «πλήρης στοργική καλοσύνη» ή «πλήρης όσια αγάπη».—Ψλ 25:6, υποσ.· Ησ 55:3, υποσ.
Η στοργική καλοσύνη είναι μια πολύτιμη ιδιότητα του Ιεχωβά Θεού, μια ιδιότητα στην οποία αυτός βρίσκει ευχαρίστηση και η οποία είναι φανερή σε όλη του την πολιτεία με τους υπηρέτες του. (Ψλ 36:7· 62:12· Μιχ 7:18) Αν δεν αλήθευε κάτι τέτοιο, αυτοί θα είχαν αφανιστεί προ πολλού. (Θρ 3:22) Γι’ αυτό και μπορούσε ο Μωυσής να κάνει έκκληση υπέρ του στασιαστικού Ισραήλ στηριζόμενος τόσο στο μεγάλο όνομα του Ιεχωβά όσο και στο γεγονός ότι Αυτός είναι Θεός στοργικής καλοσύνης.—Αρ 14:13-19.
Οι Γραφές δείχνουν ότι η στοργική καλοσύνη, ή αλλιώς η όσια αγάπη, του Ιεχωβά εκδηλώνεται με ποικίλους τρόπους και υπό διάφορες περιστάσεις—σε πράξεις απελευθέρωσης και διατήρησης στη ζωή (Ψλ 6:4· 119:88, 159), ως μέσο διαφύλαξης και προστασίας (Ψλ 40:11· 61:7· 143:12) και ως παράγοντας που φέρνει ανακούφιση από προβλήματα (Ρθ 1:8· 2:20· Ψλ 31:16, 21). Λόγω αυτής της ιδιότητας κάποιος μπορεί να ανανήψει από την αμαρτία (Ψλ 25:7), να στηριχτεί και να ενισχυθεί. (Ψλ 94:18· 117:2) Μέσω αυτής λαβαίνουν βοήθεια οι εκλεγμένοι του Θεού. (Ψλ 44:26) Η στοργική καλοσύνη του Θεού μεγαλύνθηκε στην περίπτωση του Λωτ (Γε 19:18-22), του Αβραάμ (Μιχ 7:20) και του Ιωσήφ (Γε 39:21). Επίσης η σπουδαιότητά της αναγνωρίστηκε στην επιλογή συζύγου για τον Ισαάκ.—Γε 24:12-14, 27.
Αφότου εμφανίστηκε το έθνος του Ισραήλ και έπειτα, η στοργική καλοσύνη του Ιεχωβά σε σχέση με τη διαθήκη του εξακολούθησε να μεγαλύνεται. (Εξ 15:13· Δευ 7:12) Αυτό συνέβη στην περίπτωση του Δαβίδ (2Σα 7:15· 1Βα 3:6· Ψλ 18:50), καθώς επίσης του Έσδρα και των συντρόφων του (Εσδ 7:28· 9:9) και παρόμοια στην περίπτωση “χιλιάδων” άλλων (Εξ 34:7· Ιερ 32:18). Υποστηρίζοντας τη διαθήκη για βασιλεία που είχε συνάψει με τον Δαβίδ, ο Ιεχωβά συνέχισε να εκφράζει τη στοργική του καλοσύνη ακόμη και μετά το θάνατο του Ιησού, εφόσον ανέστησε αυτόν τον “όσιο” εκπληρώνοντας την προφητεία: «Θα σας δώσω τις εκδηλώσεις στοργικής καλοσύνης προς τον Δαβίδ οι οποίες είναι πιστές».—Ψλ 16:10· Πρ 13:34· Ησ 55:3.
Αυτή η στοργική καλοσύνη του Ιεχωβά είναι που ελκύει τους ανθρώπους προς αυτόν. (Ιερ 31:3) Την εμπιστεύονται (Ψλ 13:5· 52:8), ελπίζουν σε αυτήν (Ψλ 33:18, 22), προσεύχονται για αυτήν (Ψλ 51:1· 85:7· 90:14· 109:26· 119:41) και παρηγορούνται από αυτήν (Ψλ 119:76). Επίσης αποδίδουν ευχαριστίες στον Ιεχωβά για τη στοργική του καλοσύνη (Ψλ 107:8, 15, 21, 31), τον ευλογούν και τον αινούν για αυτήν (Ψλ 66:20· 115:1· 138:2) και μιλούν σε άλλους για αυτήν (Ψλ 92:2). Όπως και ο Δαβίδ, δεν πρέπει ποτέ να προσπαθήσουν να την κρύψουν (Ψλ 40:10), επειδή είναι αγαθή (Ψλ 69:16· 109:21) και αποτελεί σημαντική πηγή χαράς. (Ψλ 31:7) Ασφαλώς, αυτή η θεϊκή στοργική καλοσύνη είναι σαν έναν δρόμο στον οποίο είναι ευχάριστο να περπατάει κανείς.—Ψλ 25:10.
Σε άλλα Γραφικά εδάφια δίνεται έμφαση στην εξαιρετική αφθονία της στοργικής καλοσύνης του Θεού (Ψλ 5:7· 69:13· Ιων 4:2), στη μεγαλοσύνη της (Αρ 14:19) και στη μονιμότητά της (1Βα 8:23). Είναι τόσο υψηλή όσο οι ουρανοί (Ψλ 36:5· 57:10· 103:11· 108:4), γεμίζει τη γη (Ψλ 33:5· 119:64), παρέχεται δε μέχρι σε χίλιες γενιές (Δευ 7:9) και «στον αιώνα» (1Χρ 16:34, 41· Ψλ 89:2· Ησ 54:8, 10· Ιερ 33:11). Στον 136ο Ψαλμό, και τα 26 εδάφια επαναλαμβάνουν τη φράση “η στοργική καλοσύνη του Ιεχωβά παραμένει στον αιώνα”.
Συχνά αυτό το θαυμάσιο χαρακτηριστικό του Ιεχωβά, η στοργική του καλοσύνη, σχετίζεται με άλλες υπέροχες ιδιότητές του—το έλεος, τη φιλευσπλαχνία, την αλήθεια, τη συγχωρητικότητα, τη δικαιοσύνη, την ειρήνη και την κρίση του Θεού.—Εξ 34:6· Νε 9:17· Ψλ 85:10· 89:14· Ιερ 9:24.
Η Στοργική Καλοσύνη των Ανθρώπων. Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι όσοι επιθυμούν να έχουν την επιδοκιμασία του Θεού πρέπει να “αγαπούν τη στοργική καλοσύνη” και “να δείχνουν ο ένας στον άλλον στοργική καλοσύνη και ελέη”. (Μιχ 6:8· Ζαχ 7:9) Όπως λέει η παροιμία: «Αυτό που είναι επιθυμητό στο χωματένιο άνθρωπο είναι η στοργική του καλοσύνη», η οποία του αποφέρει πλούσιες ανταμοιβές. (Παρ 19:22· 11:17) Ο Θεός θυμόταν τη στοργική καλοσύνη που είχε δείξει ο Ισραήλ στη νεότητά του και ευαρεστούνταν με αυτήν. (Ιερ 2:2) Όταν όμως αυτή έγινε «σαν τα πρωινά σύννεφα και σαν τη δροσιά που χάνεται νωρίς», ο Ιεχωβά δεν ευαρεστούνταν πλέον επειδή, όπως λέει ο ίδιος, «στη στοργική καλοσύνη βρήκα ευχαρίστηση και όχι σε θυσία». (Ωσ 6:4, 6) Επειδή ο Ισραήλ δεν είχε στοργική καλοσύνη, δέχτηκε έλεγχο, ο οποίος έλεγχος αποτελούσε στην ουσία ένδειξη στοργικής καλοσύνης από μέρους του Θεού. (Ωσ 4:1· Ψλ 141:5) Του δόθηκε επίσης η συμβουλή να επιστρέψει στον Θεό ασκώντας στοργική καλοσύνη και δικαιοσύνη. (Ωσ 12:6) Τέτοιου είδους χαρακτηριστικά πρέπει να εκδηλώνονται σε κάθε περίπτωση αν κάποιος θέλει να βρει εύνοια ενώπιον Θεού και ανθρώπου.—Ιωβ 6:14· Παρ 3:3, 4.
Στην Αγία Γραφή υπάρχουν πολυάριθμες περιπτώσεις ατόμων που έδειξαν στοργική καλοσύνη προς τους άλλους. Η Σάρρα, για παράδειγμα, έδειξε τέτοιου είδους όσια αγάπη στο σύζυγό της όταν βρέθηκαν σε εχθρικό έδαφος, όπου τον προστάτεψε λέγοντας ότι είναι αδελφός της. (Γε 20:13) Ο Ιακώβ ζήτησε από τον Ιωσήφ να εκδηλώσει προς αυτόν την ίδια ιδιότητα βάζοντάς τον να υποσχεθεί πως δεν θα τον έθαβε στην Αίγυπτο. (Γε 47:29· 50:12, 13) Η Ραάβ παρακάλεσε τους Ισραηλίτες να της δείξουν στοργική καλοσύνη αφήνοντας ζωντανά τα μέλη του σπιτικού της, εφόσον και εκείνη είχε συμπεριφερθεί παρόμοια στους Ισραηλίτες κατασκόπους. (Ιη 2:12, 13) Ο Βοόζ επαίνεσε τη Ρουθ επειδή εκδήλωσε αυτή την ιδιότητα (Ρθ 3:10), ο δε Ιωνάθαν ζήτησε από τον Δαβίδ να την εκδηλώσει σε αυτόν και στο σπιτικό του.—1Σα 20:14, 15· 2Σα 9:3-7.
Τα κίνητρα και οι περιστάσεις που ωθούν τους ανθρώπους να δείχνουν καλοσύνη, ή στοργική καλοσύνη, ποικίλλουν πολύ. Οι συμπτωματικές πράξεις καλοσύνης μπορεί να δείχνουν εθιμοτυπική φιλοξενία ή καλόκαρδη διάθεση, ωστόσο δεν αποτελούν κατ’ ανάγκην ενδείξεις ευσέβειας. (Παράβαλε Πρ 27:1, 3· 28:1, 2.) Στην περίπτωση ενός ανθρώπου από την πόλη Βαιθήλ, η στοργική καλοσύνη που του δείχτηκε ήταν στην πραγματικότητα ανταμοιβή για κάποια χάρη που είχε κάνει αυτός. (Κρ 1:22-25) Άλλες φορές, άτομα που ίσως βρίσκονταν σε άσχημη κατάσταση ζήτησαν πράξεις στοργικής καλοσύνης από κάποιους τους οποίους είχαν ευεργετήσει στο παρελθόν. (Γε 40:12-15) Αλλά μερικές φορές οι άνθρωποι δεν ανταπέδιδαν τέτοια χρέη στοργικής καλοσύνης. (Γε 40:23· Κρ 8:35) Όπως δείχνει η παροιμία, πολλοί άνθρωποι θα διαλαλούν τη στοργική τους καλοσύνη, αλλά λίγοι είναι πιστοί ώστε να την κάνουν πράξη. (Παρ 20:6) Τόσο ο Σαούλ όσο και ο Δαβίδ θυμήθηκαν τη στοργική καλοσύνη που είχαν δείξει άλλα άτομα (1Σα 15:6, 7· 2Σα 2:5, 6), και φαίνεται ότι οι βασιλιάδες του Ισραήλ είχαν αποκτήσει κάποια φήμη για το γεγονός ότι εκδήλωναν στοργική καλοσύνη (1Βα 20:31), ίσως σε σύγκριση με τους ειδωλολάτρες ηγεμόνες. Ωστόσο, σε μια περίπτωση η στοργική καλοσύνη που επέδειξε ο Δαβίδ δεν έγινε δεκτή επειδή παρερμηνεύτηκαν τα κίνητρά του.—2Σα 10:2-4.
Ο νόμος, όπως αναφέρει ο Παύλος, δεν τέθηκε για τους δίκαιους ανθρώπους αλλά για τους κακούς, από τους οποίους, μεταξύ άλλων, λείπει η στοργική καλοσύνη. (1Τι 1:9) Το πρωτότυπο κείμενο χρησιμοποιεί τη λέξη ἀνόσιος, που εδώ αποδίδεται “άνθρωποι από τους οποίους λείπει η στοργική καλοσύνη” ενώ στο εδάφιο 2 Τιμόθεο 3:2 αποδίδεται «χωρίς οσιότητα».
Η Παρ’ Αξία Καλοσύνη. Η λέξη χάρις του πρωτότυπου κειμένου εμφανίζεται 150 και πλέον φορές στις Ελληνικές Γραφές και αποδίδεται με διάφορους τρόπους, ανάλογα με τα συμφραζόμενα. Σε κάθε περίπτωση διατηρείται η κεντρική ιδέα της λέξης—αυτό που είναι ευάρεστο (1Πε 2:19, 20) και ελκυστικό. (Λου 4:22) Κατ’ επέκταση, σε μερικές περιπτώσεις η λέξη αναφέρεται στη δωρεά που προσφέρεται με καλοσύνη ή στον καλοσυνάτο τρόπο με τον οποίο γίνεται μια προσφορά. (1Κο 16:3· 2Κο 8:4, 6, 19) Άλλες φορές σχετίζεται με τον έπαινο, την ευγνωμοσύνη ή τις ευχαριστίες που πρέπει να εκφράζονται για κάποια ιδιαίτερη πράξη καλοσύνης.—Λου 6:32-34· Ρω 6:17· 1Κο 10:30· 15:57· 2Κο 2:14· 8:16· 9:15· 1Τι 1:12· 2Τι 1:3.
Από την άλλη πλευρά, ο λόγιος Ρ. Σ. Τρεντς, στο σύγγραμμα Συνώνυμα της Καινής Διαθήκης (Synonyms of the New Testament), αναφέρει ότι η λέξη χάρις υπονοεί «ευεργεσία που παρέχεται ανεπιφύλακτα, χωρίς αξιώσεις ή προσδοκία ανταλλάγματος—οπότε υπήρχε το κατάλληλο υπόβαθρο για να λάβει η λέξη τη νέα της έμφαση [η οποία της προσδίδεται στα Χριστιανικά συγγράμματα] . . . , να δηλώσει την καθ’ όλα ανεπιφύλακτη στοργική καλοσύνη του Θεού προς τους ανθρώπους. Γι’ αυτό και ο Αριστοτέλης, στον ορισμό που δίνει [για τη λέξη χάρις], θέτει όλο το βάρος σε τούτο ακριβώς το σημείο, δηλαδή ότι αυτή χορηγείται ανεπιφύλακτα, χωρίς προσδοκία ανταλλάγματος και με μόνο κίνητρο τη γενναιοδωρία και τη μεγαλοψυχία εκείνου που την εκδηλώνει». (Λονδίνο, 1961, σ. 158) Ο Τζόζεφ Χ. Θάγιερ αναφέρει στο λεξικό του: «Η λέξη χάρις ενέχει την ιδέα της καλοσύνης η οποία παρέχει σε κάποιον αυτό που δεν του αξίζει . . . οι συγγραφείς της Κ. Δ. χρησιμοποιούν τη λέξη χάρις κυρίως για αυτή την καλοσύνη με την οποία ο Θεός παρέχει ευεργεσίες ακόμη και σε εκείνους που δεν τις αξίζουν, ενώ επίσης χορηγεί στους αμαρτωλούς τη συγχώρηση των παραβάσεών τους και τους καλεί να δεχτούν την αιώνια σωτηρία μέσω του Χριστού». (Ελληνοαγγλικό Λεξικό της Καινής Διαθήκης [A Greek-English Lexicon of the New Testament], 1889, σ. 666) Η λέξη χάρις συνδέεται στενά με μια άλλη λέξη του πρωτότυπου κειμένου, τη λέξη χάρισμα, για την οποία το Λεξικό της Καινής Διαθήκης ([New Testament Wordbook] 1956, σ. 29) του Γουίλιαμ Μπάρκλεϊ λέει: «Όλη η βασική ιδέα την οποία μεταδίδει η λέξη χάρισμα είναι αυτή ενός πράγματος που δωρίζεται ανεπιφύλακτα και παρ’ αξία, που χορηγείται σε κάποιον ο οποίος δεν εργάστηκε για αυτό και δεν το αξίζει».—Παράβαλε 2Κο 1:11, Κείμενο.
Όταν η λέξη χάρις χρησιμοποιείται με την παραπάνω έννοια, αναφορικά με την καλοσύνη που παρέχεται σε κάποιον ο οποίος δεν την αξίζει, όπως συμβαίνει με την καλοσύνη που δείχνει ο Ιεχωβά, η έκφραση «παρ’ αξία καλοσύνη» αποτελεί πολύ κατάλληλη απόδοση της λέξης του κειμένου.—Πρ 15:40· 18:27· 1Πε 4:10· 5:10, 12.
Ο εργάτης δικαιούται να λάβει αυτό για το οποίο εργάστηκε, την αμοιβή του. Αναμένει το μισθό του ως δικαίωμά του, ως χρέος που του οφείλεται, και η πληρωμή που εισπράττει δεν αποτελεί δώρο ή ειδική παρ’ αξία καλοσύνη. (Ρω 4:4) Αλλά για αμαρτωλούς καταδικασμένους σε θάνατο (και όλοι μας έχουμε γεννηθεί ως τέτοιοι αμαρτωλοί), το να ελευθερωθούν από αυτή την καταδίκη και να ανακηρυχτούν δίκαιοι είναι πραγματικά καλοσύνη την οποία σε καμία περίπτωση δεν αξίζουν. (Ρω 3:23, 24· 5:17) Αν κάποιος ισχυριστεί πως εκείνοι που γεννήθηκαν υπό τη διευθέτηση της διαθήκης του Νόμου υπόκειντο σε καταδίκη στο θάνατο η οποία ήταν βαρύτερη, επειδή αυτή η διαθήκη τούς εξέθετε ως αμαρτωλούς, τότε πρέπει να θυμηθεί ότι εκδηλώθηκε μεγαλύτερη παρ’ αξία καλοσύνη στους Ιουδαίους εφόσον η σωτηρία προσφέρθηκε πρώτα σε εκείνους.—Ρω 5:20, 21· 1:16.
Αυτή η ειδική εκδήλωση παρ’ αξία καλοσύνης από τον Θεό προς την ανθρωπότητα γενικά ήταν η απελευθέρωση με λύτρο από την καταδίκη διαμέσου του αίματος του αγαπητού Γιου του Ιεχωβά, του Χριστού Ιησού. (Εφ 1:7· 2:4-7) Μέσω αυτής της παρ’ αξία καλοσύνης, ο Θεός φέρνει σωτηρία σε κάθε είδους ανθρώπους (Τιτ 2:11), κάτι για το οποίο είχαν μιλήσει οι προφήτες. (1Πε 1:10) Επομένως, είναι βάσιμο το σκεπτικό και η επιχειρηματολογία του Παύλου: «Αν, λοιπόν, είναι μέσω παρ’ αξία καλοσύνης, δεν οφείλεται πια σε έργα· αλλιώς, η παρ’ αξία καλοσύνη δεν είναι πια παρ’ αξία καλοσύνη».—Ρω 11:6.
Ο Παύλος ανέφερε την παρ’ αξία καλοσύνη του Θεού περισσότερο από κάθε άλλον συγγραφέα—90 και πλέον φορές στις 14 επιστολές του. Αναφέρει την παρ’ αξία καλοσύνη του Θεού ή του Ιησού στον εναρκτήριο χαιρετισμό όλων των επιστολών του, με εξαίρεση την επιστολή προς τους Εβραίους, ενώ μιλάει και πάλι για αυτήν στα τελικά σχόλια όλων ανεξαιρέτως των επιστολών. Και άλλοι Βιβλικοί συγγραφείς κάνουν παρόμοιες αναφορές στην αρχή και στο τέλος των συγγραμμάτων τους.—1Πε 1:2· 2Πε 1:2· 3:18· 2Ιω 3· Απ 1:4· 22:21.
Ο Παύλος είχε κάθε λόγο να τονίζει την παρ’ αξία καλοσύνη του Ιεχωβά, διότι ο ίδιος ήταν προηγουμένως «βλάσφημος και διώκτης και θρασύς». «Παρ’ όλα αυτά», εξηγεί, «μου δείχτηκε έλεος, επειδή είχα άγνοια και ενήργησα με απιστία. Αλλά η παρ’ αξία καλοσύνη του Κυρίου μας υπήρξε εξαιρετικά άφθονη μαζί με πίστη και αγάπη που σχετίζεται με τον Χριστό Ιησού». (1Τι 1:13, 14· 1Κο 15:10) Ο Παύλος δεν περιφρόνησε αυτή την παρ’ αξία καλοσύνη, όπως έχουν κάνει ανόητα μερικοί (Ιου 4), αλλά τη δέχτηκε με χαρά και με ευχαριστίες, παρότρυνε δε και άλλους που τη δέχονται “να μην τους διαφύγει ο σκοπός της”.—Πρ 20:24· Γα 2:21· 2Κο 6:1.