Κεφάλαιο 1
Γιατί να Έχει Μάρτυρες ο Ιεχωβά;
ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ είναι παγκόσμια γνωστοί για την εμμονή τους να μιλούν στους ανθρώπους παντού για τον Ιεχωβά Θεό και για τη Βασιλεία του. Επίσης έχουν τη φήμη ότι είναι λαός που μένει σταθερός στα πιστεύω του παρά την κάθε είδους εναντίωση, ακόμα και το θάνατο.
«Τα κυριότερα θύματα θρησκευτικού διωγμού στις Ηνωμένες Πολιτείες, στον εικοστό αιώνα, ήταν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά», λέει το βιβλίο Το Δικαστήριο και το Σύνταγμα (The Court and the Constitution) του Άρτσιμπαλντ Κοξ (1987). «Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά . . . ταλαιπωρούνται και διώκονται από διάφορες κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο», δηλώνει ο Τόνι Χότζεζ. «Στη ναζιστική Γερμανία τούς μάζευαν και τους έστελναν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Στη διάρκεια του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου, η Εταιρία [Σκοπιά] τέθηκε υπό απαγόρευση στην Αυστραλία και στον Καναδά. . . . Τώρα [στη δεκαετία του 1970] οι Μάρτυρες του Ιεχωβά υφίστανται ταλαιπωρίες στην Αφρική».—Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στην Αφρική (Jehovah’s Witnesses in Africa), Έκδοση 1985.
Γιατί γίνεται αυτός ο διωγμός; Ποιος είναι ο αντικειμενικός σκοπός του κηρύγματος; Έχουν πράγματι λάβει την αποστολή τους από τον Θεό οι Μάρτυρες του Ιεχωβά; Σε τελική ανάλυση, γιατί να έχει μάρτυρες ο Ιεχωβά—και μάλιστα μάρτυρες που είναι ατελείς άνθρωποι; Οι απαντήσεις έχουν να κάνουν με ζητήματα τα οποία εκδικάζονται σε μια παγκόσμια δικαστική υπόθεση—την ασυγκρίτως πιο αποφασιστική υπόθεση που πρόκειται να εξεταστεί ποτέ. Πρέπει να διερευνήσουμε αυτά τα ζητήματα προκειμένου να κατανοήσουμε γιατί ο Ιεχωβά έχει μάρτυρες και γιατί αυτοί οι μάρτυρες είναι διατεθειμένοι να υπομείνουν ακόμα και την πιο σφοδρή εναντίωση.
Αμφισβητείται η Κυριαρχία του Ιεχωβά
Αυτά τα ζωτικά ζητήματα περιλαμβάνουν το κατά πόσο η κυριαρχία, δηλαδή η υπέρτατη διακυβέρνηση, ανήκει δικαιωματικά στον Ιεχωβά Θεό. Αυτός είναι ο Παγκόσμιος Κυρίαρχος επειδή είναι ο Δημιουργός, ο Θεός και ο Παντοδύναμος. (Γέν. 17:1· Έξοδ. 6:3· Αποκ. 4:11) Ως εκ τούτου, δικαιωματικά έχει εξουσία πάνω σε όλα όσα βρίσκονται στον ουρανό και στη γη. (1 Χρον. 29:12, υποσημείωση στη ΜΝΚ) Εντούτοις, πάντα ασκεί την κυριαρχία του με αγάπη. (Παράβαλε Ιερεμίας 9:24). Ποια ανταπόδοση ζητάει, λοιπόν, από τα νοήμονα πλάσματά του; Να τον αγαπούν και να δείχνουν εκτίμηση για την κυριαρχία του. (Ψαλμ. 84:10) Και όμως, πριν από χιλιάδες χρόνια, η δικαιωματική κυριαρχία του Ιεχωβά τέθηκε υπό αμφισβήτηση. Πώς; Από ποιον; Η Γένεσις, το πρώτο βιβλίο της Αγίας Γραφής, ρίχνει φως σε αυτό το θέμα.
Αναφέρει ότι ο Θεός δημιούργησε το πρώτο ανθρώπινο ζευγάρι, τον Αδάμ και την Εύα, και τους πρόσφερε μια ωραία παραδεισιακή κατοικία. Επίσης, τους έδωσε την ακόλουθη εντολή: «Από παντός δένδρου του παραδείσου ελευθέρως θέλεις τρώγει, από δε του ξύλου [δέντρου, ΜΝΚ] της γνώσεως του καλού και του κακού δεν θέλεις φάγει απ’ αυτού· διότι καθ’ ην ημέραν φάγης απ’ αυτού, θέλεις εξάπαντος αποθάνει». (Γέν. 2:16, 17) Τι ήταν ‘το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού’, και τι θα σήμαινε το να φάει κάποιος από τον καρπό του;
Επρόκειτο για ένα κατά γράμμα δέντρο, αλλά ο Θεός το χρησιμοποίησε για κάποιο συμβολικό σκοπό. Εφόσον το αποκάλεσε ‘το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού’ και εφόσον έδωσε στο πρώτο ανθρώπινο ζευγάρι την εντολή να μη φάνε από αυτό, το δέντρο συμβόλιζε κατάλληλα το δικαίωμα που έχει ο Θεός να αποφασίζει για τους ανθρώπους τι είναι ‘καλό’ (ευάρεστο στον Θεό) και τι είναι ‘κακό’ (δυσάρεστο στον Θεό). Άρα, η παρουσία αυτού του δέντρου έθετε υπό δοκιμή το σεβασμό του ανθρώπου για την κυριαρχία του Θεού. Δυστυχώς, το πρώτο ανθρώπινο ζευγάρι παρήκουσε τον Θεό και έφαγε από τον απαγορευμένο καρπό. Απέτυχαν σε αυτή την απλή αλλά σημαντικότατη δοκιμή υπακοής και εκτίμησης.—Γέν. 3:1-6.
Αυτή η φαινομενικά μηδαμινή πράξη αποτελούσε στασιασμό κατά της κυριαρχίας του Ιεχωβά. Γιατί; Η κατανόηση του τρόπου με τον οποίο είμαστε φτιαγμένοι εμείς οι άνθρωποι είναι το κλειδί για την κατανόηση της σημασίας αυτού που έκαναν ο Αδάμ και η Εύα. Όταν ο Ιεχωβά δημιούργησε το πρώτο ανθρώπινο ζευγάρι, τους έδωσε ένα αξιόλογο δώρο—την ελεύθερη βούληση. Ως συμπλήρωμα αυτού του δώρου, ο Ιεχωβά τούς έδωσε διανοητικές ικανότητες οι οποίες περιελάμβαναν τις δυνάμεις αντίληψης, τη λογική και την κρίση. (Εβρ. 5:14) Αυτοί δεν ήταν σαν ρομπότ, τα οποία δεν έχουν μυαλό· ούτε σαν ζώα, που ενεργούν κυρίως με βάση το ένστικτο. Ωστόσο, η ελευθερία τους ήταν σχετική, υποκείμενη στην εξουσία των νόμων του Θεού. (Παράβαλε Ιερεμίας 10:23, 24). Ο Αδάμ και η Εύα επέλεξαν να φάνε από τον απαγορευμένο καρπό. Με αυτή την ενέργεια έκαναν κατάχρηση της ελευθερίας τους. Τι τους οδήγησε σε αυτή την πορεία;
Η Αγία Γραφή εξηγεί ότι ένα πνευματικό πλάσμα του Θεού είχε ακολουθήσει εσκεμμένα μια πορεία εναντίωσης και αντίστασης στον Θεό. Στην Εδέμ αυτό το πλάσμα, το οποίο αργότερα έγινε γνωστό ως Σατανάς, μίλησε μέσω ενός φιδιού και απομάκρυνε την Εύα και, μέσω εκείνης, τον Αδάμ από την υποταγή στην κυριαρχία του Θεού. (Αποκ. 12:9) Τρώγοντας από το δέντρο, ο Αδάμ και η Εύα έθεσαν τη δική τους κρίση υπεράνω της κρίσης του Θεού, δείχνοντας έτσι ότι ήθελαν να κρίνουν μόνοι τους τι είναι καλό και τι είναι κακό.—Γέν. 3:22.
Έτσι το ζήτημα που εγέρθηκε ήταν το εξής: Έχει ο Ιεχωβά το δικαίωμα να κυβερνάει το ανθρώπινο γένος, και ασκεί την κυριαρχία Του έχοντας υπόψη το μεγαλύτερο όφελος των υπηκόων Του; Το ζήτημα αυτό το υπονοούσαν σαφώς τα λόγια που είπε το Φίδι στην Εύα: «Τω όντι είπεν ο Θεός, Μη φάγητε από παντός δένδρου του παραδείσου;» Το υπονοούμενο ήταν ότι ο Θεός κατακρατούσε κάτι καλό από τη γυναίκα και το σύζυγό της.—Γέν. 3:1.
Ο στασιασμός στην Εδέμ ήγειρε και ένα άλλο ζήτημα: Μπορούν οι άνθρωποι να μείνουν πιστοί στον Θεό κάτω από δοκιμασία; Αυτό το συναφές ζήτημα φάνηκε καθαρά έπειτα από 24 αιώνες σε σχέση με τον πιστό Ιώβ. Ο Σατανάς, η «φωνή» πίσω από το φίδι, προκάλεσε τον Ιεχωβά καταπρόσωπο, λέγοντας: «Μήπως δωρεάν φοβείται ο Ιώβ τον Θεόν;» Ο Σατανάς διατύπωσε την εξής κατηγορία: «Δεν περιέφραξας κυκλόθεν αυτόν και την οικίαν αυτού και πάντα όσα έχει; Τα έργα των χειρών αυτού ευλόγησας, και τα κτήνη αυτού επληθύνθησαν επί της γης». Έτσι ο Σατανάς υπαινίχθηκε ότι η ευθύτητα του Ιώβ είχε κίνητρο την ιδιοτέλεια. Στη συνέχεια διατύπωσε την κατηγορία: «Δέρμα υπέρ δέρματος, και πάντα όσα έχει ο άνθρωπος θέλει δώσει υπέρ της ζωής αυτού». Εφόσον, όπως είχε παρατηρήσει ο Ιεχωβά, ‘δεν υπήρχε όμοιος του Ιώβ στη γη’, ο Σατανάς ισχυριζόταν στην πραγματικότητα ότι μπορούσε να στρέψει οποιονδήποτε δούλο του Θεού μακριά από Εκείνον. (Ιώβ 1:8-11· 2:4) Συνεπώς, αμφισβητήθηκε έμμεσα η ακεραιότητα και η οσιότητα όλων των δούλων του Θεού στην κυριαρχία Του.
Εφόσον εγέρθηκαν αυτά τα ζητήματα έπρεπε να τακτοποιηθούν. Η πάροδος του χρόνου—περίπου 6.000 χρόνια μέχρι σήμερα—και η οικτρή αποτυχία των ανθρώπινων κυβερνήσεων δείχνουν καθαρά ότι οι άνθρωποι χρειάζονται την κυριαρχία του Θεού. Τη θέλουν όμως; Υπάρχουν άνθρωποι που θα αναγνωρίσουν έμπρακτα και με όλη τους την καρδιά τη δίκαιη κυριαρχία του Ιεχωβά; Ναι! Ο Ιεχωβά έχει τους μάρτυρές του! Αλλά, προτού εξετάσουμε τη μαρτυρία που δίνουν αυτοί, ας αναλύσουμε πρώτα τι περιλαμβάνεται στο να είναι κανείς μάρτυρας.
Τι Σημαίνει να Είναι Κανείς Μάρτυρας
Οι αντίστοιχες λέξεις των πρωτότυπων γλωσσών παρέχουν ενόραση ως προς το τι σημαίνει να είναι κανείς μάρτυρας για τον Ιεχωβά. Στις Εβραϊκές Γραφές, το ουσιαστικό που αποδίδεται «μάρτυρας» (εδ) προέρχεται από ένα ρήμα (ουδ) το οποίο σημαίνει «επιστρέφω» ή «επαναλαμβάνω, κάνω ξανά». Σχετικά με το ουσιαστικό (εδ), το Θεολογικό Εγχειρίδιο της Παλαιάς Διαθήκης (Theological Wordbook of the Old Testament) λέει: «Μάρτυρας είναι κάποιος ο οποίος με την επανάληψη επιβεβαιώνει εμφατικά τη μαρτυρία του. Αυτή η λέξη [εδ] είναι συνηθισμένη στη γλώσσα των δικαστηρίων». Το Πλήρες Ετυμολογικό Λεξικό της Εβραϊκής Γλώσσας για Αναγνώστες της Αγγλικής (A Comprehensive Etymological Dictionary of the Hebrew Language for Readers of English) προσθέτει: «Προφανώς το αρχικό νόημα [του ρήματος ουδ] ήταν ‘αυτός είπε επανειλημμένα και δυναμικά’».
Το ουσιαστικό μάρτυς και το ρήμα μαρτυρέω που χρησιμοποιήθηκαν στο Κείμενο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών είχαν και αυτά νομική χροιά, αν και με τον καιρό απέκτησαν ευρύτερη έννοια. Σύμφωνα με το Θεολογικό Λεξικό της Καινής Διαθήκης (Theological Dictionary of the New Testament), «η λέξη μάρτυς [χρησιμοποιείται] τόσο με την έννοια εκείνου που δίνει μαρτυρία σχετικά με εξακριβώσιμα γεγονότα όσο και με την έννοια εκείνου που δίνει μαρτυρία σχετικά με αλήθειες, λόγου χάρη τη γνωστοποίηση και ομολογία πεποιθήσεων». Συνεπώς, ο μάρτυρας αφηγείται γεγονότα τα οποία γνωρίζει άμεσα ο ίδιος ή διακηρύττει απόψεις ή αλήθειες για τις οποίες είναι πεπεισμένος.a
Η πιστή πορεία των Χριστιανών του πρώτου αιώνα διεύρυνε ακόμα περισσότερο την έννοια της λέξης μάρτυς. Πολλοί από αυτούς τους πρώτους Χριστιανούς έδιναν μαρτυρία κάτω από διωγμό και αντιμετωπίζοντας το θάνατο. (Πράξ. 22:20· Αποκ. 2:13) Ως αποτέλεσμα, περίπου το δεύτερο αιώνα Κ.Χ., η λέξη μάρτυς απέκτησε την έννοια που εφαρμόζεται σε άτομα πρόθυμα να «επισφραγίσουν τη σοβαρότητα της μαρτυρίας ή της ομολογίας τους με το θάνατο». Αυτοί δεν αποκαλέστηκαν μάρτυρες επειδή πέθαναν· πέθαναν επειδή ήταν όσιοι μάρτυρες.
Ποιοι ήταν, λοιπόν, οι πρώτοι μάρτυρες του Ιεχωβά; Ποιοι ήταν πρόθυμοι να διακηρύξουν «επανειλημμένα και δυναμικά»—με τα λόγια τους και με τον τρόπο της ζωής τους—ότι ο Ιεχωβά είναι ο δικαιωματικός, ο επάξιος Κυρίαρχος; Ποιοι ήταν πρόθυμοι να διακρατήσουν ακεραιότητα στον Θεό, ακόμα και μέχρι θανάτου;
Οι Πρώτοι Μάρτυρες του Ιεχωβά
Ο απόστολος Παύλος λέει: «Έχουμε ένα τόσο μεγάλο σύννεφο μαρτύρων που μας περιβάλλει». (Εβρ. 12:1) Αυτό το «σύννεφο» μαρτύρων άρχισε να σχηματίζεται λίγο μετά το στασιασμό κατά της κυριαρχίας του Θεού ο οποίος συνέβη στην Εδέμ.
Στο εδάφιο Εβραίους 11:4, ο Παύλος δείχνει ότι ο Άβελ ήταν ο πρώτος μάρτυρας του Ιεχωβά, λέγοντας: «Μέσω πίστης ο Άβελ πρόσφερε στον Θεό μια θυσία μεγαλύτερης αξίας παρά ο Κάιν, διαμέσου της οποίας πίστης δόθηκε μαρτυρία σχετικά με εκείνον ότι ήταν δίκαιος, καθώς ο Θεός μαρτυρούσε σχετικά με τα δώρα του· και διαμέσου αυτής εκείνος, αν και πέθανε, ακόμη μιλάει». Με ποιον τρόπο ενήργησε ως μάρτυρας για τον Ιεχωβά ο Άβελ; Η απάντηση έγκειται στο γιατί η θυσία του Άβελ ήταν «μεγαλύτερης αξίας» από του Κάιν.
Με απλά λόγια, ο Άβελ έκανε την κατάλληλη προσφορά η οποία είχε το κατάλληλο κίνητρο και συνοδευόταν από τα κατάλληλα έργα. Ως δώρο, πρόσφερε μια αιματηρή θυσία η οποία αντιπροσώπευε τη ζωή των πρωτοτόκων του ποιμνίου του—ενώ ο Κάιν πρόσφερε άψυχα προϊόντα. (Γέν. 4:3, 4) Πίσω από τη θυσία του Κάιν δεν υπήρχε το κίνητρο της πίστης το οποίο έκανε αποδεκτή τη θυσία του Άβελ. Ο Κάιν έπρεπε να αλλάξει τον τρόπο λατρείας του. Αντί για αυτό, όμως, εκείνος εκδήλωσε την κακή διάθεση της καρδιάς του απορρίπτοντας τη συμβουλή και την προειδοποίηση του Θεού και δολοφονώντας τον πιστό Άβελ.—Γέν. 4:6-8· 1 Ιωάν. 3:11, 12.
Ο Άβελ εκδήλωσε την πίστη που δεν είχαν οι γονείς του. Μέσω της πιστής του πορείας, γνωστοποίησε την πεποίθησή του ότι η κυριαρχία του Ιεχωβά είναι δίκαιη και επάξια. Στο διάστημα του ενός περίπου αιώνα που έζησε, ο Άβελ έδειξε ότι ο άνθρωπος μπορεί να είναι πιστός στον Θεό μέχρι του σημείου να επισφραγίσει τη μαρτυρία του με το θάνατό του. Και το αίμα του Άβελ εξακολουθεί να «μιλάει», επειδή το θεόπνευστο υπόμνημα του μαρτυρικού του θανάτου διατηρήθηκε στην Αγία Γραφή για τις μέλλουσες γενιές!
Περίπου πέντε αιώνες έπειτα από το θάνατο του Άβελ, ο Ενώχ άρχισε να ‘περιπατεί μετά του Θεού’, επιδιώκοντας μια πορεία που εναρμονιζόταν με τους κανόνες του Ιεχωβά σχετικά με το καλό και το κακό. (Γέν. 5:24) Μέχρι τότε, η απόρριψη της κυριαρχίας του Θεού είχε οδηγήσει σε αύξηση των ασεβών πράξεων στο ανθρώπινο γένος. Ο Ενώχ ήταν πεπεισμένος ότι ο Υπέρτατος Κυρίαρχος θα ενεργούσε κατά των ασεβών ανθρώπων, και το πνεύμα του Θεού τον υποκίνησε να διακηρύξει τη μελλοντική τους καταστροφή. (Ιούδα 14, 15) Ο Ενώχ παρέμεινε πιστός μάρτυρας ακόμα και μέχρι το θάνατο, εφόσον ο Ιεχωβά ‘τον μετέθεσε’, προφανώς για να τον γλιτώσει από βίαιο θάνατο στα χέρια των εχθρών του. (Εβρ. 11:5) Έτσι, το όνομα του Ενώχ μπορούσε να προστεθεί στον αυξανόμενο κατάλογο του ‘μεγάλου σύννεφου μαρτύρων’ των προχριστιανικών χρόνων.
Στις ανθρώπινες υποθέσεις εξακολούθησε να κυριαρχεί πνεύμα ασέβειας. Στη διάρκεια της ζωής του Νώε, ο οποίος γεννήθηκε 70 περίπου χρόνια μετά το θάνατο του Ενώχ, αγγελικοί γιοι του Θεού ήρθαν στη γη, προφανώς με το να υλοποιηθούν και να πάρουν ανθρώπινη μορφή, και είχαν σχέσεις με ελκυστικές γυναίκες. Τα παιδιά που έκαναν αυτοί έγιναν γνωστοί ως Νεφιλείμ· ήταν γίγαντες ανάμεσα στους ανθρώπους. (Γέν. 6:1-4, ΜΝΚ) Ποιο ήταν το αποτέλεσμα αυτής της αφύσικης ένωσης πνευματικών πλασμάτων με ανθρώπινα πλάσματα και της υβριδικής φυλής που προήλθε από αυτή την ένωση; Το θεόπνευστο υπόμνημα δίνει την απάντηση: ‘Και είδεν ο Ιεχωβά ότι επληθύνετο η κακία του ανθρώπου επί της γης, και πάντες οι σκοποί των διαλογισμών της καρδίας αυτού ήσαν μόνον κακία πάσας τας ημέρας. Και είδεν ο Θεός την γην, και ιδού, ήτο διεφθαρμένη· διότι πάσα σαρξ είχε διαφθείρει την οδόν αυτής επί της γης’. (Γέν. 6:5, 12) Πόσο λυπηρό ήταν το γεγονός ότι η γη, το υποπόδιο του Θεού, ήταν ‘γεμάτη από βία’.—Γέν. 6:13, ΜΝΚ· Ησ. 66:1.
Αντίθετα, «ο Νώε ήτο άνθρωπος δίκαιος, τέλειος μεταξύ των συγχρόνων αυτού». (Γέν. 6:9) Εκδήλωσε την υποταγή του στην κυριαρχία του Θεού κάνοντας ‘κατά πάντα όσα προσέταξεν ο Θεός’. (Γέν. 6:22) Ενεργώντας με πίστη, «κατασκεύασε μια κιβωτό για τη σωτηρία του σπιτικού του». (Εβρ. 11:7) Αλλά ο Νώε δεν υπήρξε μόνο κατασκευαστής· ως ‘κήρυκας δικαιοσύνης’ έδωσε προειδοποίηση για την επερχόμενη καταστροφή. (2 Πέτρ. 2:5) Ωστόσο, παρά τη θαρραλέα επίδοση μαρτυρίας από μέρους του Νώε, τα μέλη εκείνης της πονηρής γενιάς «δεν έδωσαν προσοχή μέχρι που ήρθε ο κατακλυσμός και τους σάρωσε όλους».—Ματθ. 24:37-39.
Ύστερα από τις μέρες του Νώε, ο Ιεχωβά είχε μάρτυρες μεταξύ των πατριαρχών που έζησαν στην εποχή την μετά τον Κατακλυσμό. Ο Αβραάμ, ο Ισαάκ, ο Ιακώβ και ο Ιωσήφ αναφέρονται μεταξύ των πρώτων μελών του σύννεφου μαρτύρων της προχριστιανικής περιόδου. (Εβρ. 11:8-22· 12:1) Αυτοί κατέδειξαν ότι υποστήριζαν την κυριαρχία του Ιεχωβά, και το κατέδειξαν αυτό με το να διακρατήσουν ακεραιότητα. (Γέν. 18:18, 19) Με αυτόν τον τρόπο συνέβαλαν στον αγιασμό του ονόματος του Ιεχωβά. Αντί να επιζητήσουν την ασφάλεια σε κάποιο επίγειο βασίλειο, εκείνοι «διακήρυξαν δημόσια ότι ήταν ξένοι και προσωρινοί κάτοικοι στη χώρα», και με πίστη ‘περίμεναν την πόλη που έχει πραγματικά θεμέλια, της οποίας οικοδόμος και κατασκευαστής είναι ο Θεός’. (Εβρ. 11:10, 13) Αποδέχτηκαν τον Ιεχωβά ως τον Κυβερνήτη τους, στηρίζοντας ακράδαντα την ελπίδα τους στην υποσχεμένη ουράνια Βασιλεία η οποία αποτελεί έκφραση της δικαιωματικής κυριαρχίας του.
Το 16ο αιώνα Π.Κ.Χ. οι απόγονοι του Αβραάμ ήταν δούλοι και χρειάζονταν απελευθέρωση από τη δουλεία της Αιγύπτου. Τότε ο Μωυσής και ο αδελφός του Ααρών έπαιξαν βασικό ρόλο σε μια ‘μάχη μεταξύ θεών’. Παρουσιάστηκαν μπροστά στον Φαραώ και του μεταβίβασαν το τελεσίγραφο του Ιεχωβά: «Εξαπόστειλον τον λαόν μου». Αλλά ο υπερήφανος Φαραώ σκλήρυνε την καρδιά του· δεν ήθελε να χάσει ένα μεγάλο έθνος υπόδουλων εργατών. ‘Τις είναι ο Ιεχωβά’, αποκρίθηκε, ‘εις του οποίου την φωνήν θέλω υπακούσει, ώστε να εξαποστείλω τον Ισραήλ; Δεν γνωρίζω τον Ιεχωβά και ουδέ τον Ισραήλ θέλω εξαποστείλει’. (Έξοδ. 5:1, 2) Με αυτή την περιφρονητική απάντηση, ο Φαραώ, για τον οποίο ορισμένοι πίστευαν ότι ήταν ένας ζωντανός θεός, αρνήθηκε να αναγνωρίσει τη Θεϊκή υπόσταση του Ιεχωβά.
Εφόσον εγέρθηκε ζήτημα θεϊκής υπόστασης, ο Ιεχωβά προχώρησε τώρα να αποδείξει ότι αυτός είναι ο αληθινός Θεός. Ο Φαραώ, μέσω των ιερέων του που ασκούσαν μαγεία, κάλεσε τη συνδυασμένη δύναμη των θεών της Αιγύπτου για να αντιταχθεί αλαζονικά στη δύναμη του Ιεχωβά. Ο Ιεχωβά, όμως, έστειλε δέκα πληγές, την καθεμιά από τις οποίες ανάγγελλαν ο Μωυσής και ο Ααρών, προκειμένου να δείξει καθαρά την εξουσία που έχει πάνω στα στοιχεία και στα πλάσματα της γης, καθώς και την υπεροχή του έναντι των θεών της Αιγύπτου. (Έξοδ. 9:13-16· 12:12) Μετά τη δέκατη πληγή, ο Ιεχωβά έβγαλε τον Ισραήλ από την Αίγυπτο με ‘χέρι κραταιό’.—Έξοδ. 13:9.
Χρειάστηκε μεγάλο κουράγιο και μεγάλη πίστη από μέρους του Μωυσή, ο οποίος ήταν «πραύς σφόδρα υπέρ πάντας τους ανθρώπους», για να παρουσιαστεί μπροστά στον Φαραώ, όχι μία, αλλά πολλές φορές. (Αριθ. 12:3) Όμως ο Μωυσής δεν νόθευσε ποτέ το άγγελμα που τον διέταξε ο Ιεχωβά να μεταβιβάσει στον Φαραώ. Ούτε καν η απειλή θανάτου δεν κατάφερε να κατασιγάσει τη μαρτυρία του! (Έξοδ. 10:28, 29· Εβρ. 11:27) Ο Μωυσής υπήρξε μάρτυρας με την πραγματική έννοια της λέξης· έδωσε μαρτυρία «επανειλημμένα και δυναμικά» περί της Θεϊκής υπόστασης του Ιεχωβά.
Μετά την απελευθέρωση εκείνη από την Αίγυπτο το 1513 Π.Κ.Χ., ο Μωυσής έγραψε το βιβλίο Γένεσις. Έτσι άρχισε μια νέα εποχή—η εποχή της συγγραφής της Αγίας Γραφής. Εφόσον ο Μωυσής ήταν προφανώς εκείνος ο οποίος έγραψε το βιβλίο Ιώβ, είχε διακρίνει κάπως το ζήτημα που είχε εγερθεί ανάμεσα στον Θεό και στον Σατανά. Αλλά, καθώς συνεχιζόταν η συγγραφή της Αγίας Γραφής, τα ζητήματα που αφορούσαν την κυριαρχία του Θεού και την ακεραιότητα του ανθρώπου θα καταγράφονταν με σαφήνεια· συνεπώς, όλοι όσοι ενδιαφέρονταν μπορούσαν να αποκτήσουν πλήρη γνώση των σημαντικών ζητημάτων που περιλαμβάνονται. Στο μεταξύ, το 1513 Π.Κ.Χ., ο Ιεχωβά έθεσε τις βάσεις για τη δημιουργία ενός έθνους μαρτύρων.
Ένα Έθνος Μαρτύρων
Τον τρίτο μήνα μετά την έξοδο των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο, ο Ιεχωβά τούς έφερε σε μια αποκλειστική σχέση διαθήκης με τον ίδιο, κάνοντάς τους ‘ειδική ιδιοκτησία’ του. (Έξοδ. 19:5, 6, ΜΝΚ) Μέσω του Μωυσή, πολιτευόταν τώρα με αυτούς ως έθνος δίνοντάς τους μια θεοκρατική διακυβέρνηση βασισμένη στη διαθήκη του Νόμου, η οποία θα ήταν το εθνικό τους σύνταγμα. (Ησ. 33:22) Αυτοί αποτελούσαν τον εκλεγμένο λαό του Ιεχωβά και ήταν οργανωμένοι έτσι ώστε να τον αντιπροσωπεύουν ως Υπέρτατο Κυρίαρχό τους.
Εντούτοις, στους αιώνες που ακολούθησαν, το έθνος δεν αναγνώριζε πάντοτε την κυριαρχία του Ιεχωβά. Μετά την εγκατάστασή τους στη Γη της Επαγγελίας, μερικές φορές ο Ισραήλ παρασυρόταν και λάτρευε τους δαιμονικούς θεούς των εθνών. Επειδή δεν υπάκουαν στον Ιεχωβά ως τον δικαιωματικό Κυρίαρχο, εκείνος επέτρεπε να λεηλατούνται, και έτσι φαινόταν ότι οι θεοί των εθνών ήταν πιο δυνατοί από τον Ιεχωβά. (Ησ. 42:18-25) Αλλά τον όγδοο αιώνα Π.Κ.Χ. ο Ιεχωβά προκάλεσε ανοιχτά τους θεούς των εθνών, προκειμένου να διαλύσει αυτή την εσφαλμένη εντύπωση και να δώσει οριστική απάντηση στο ερώτημα: Ποιος είναι ο αληθινός Θεός;
Μέσω του προφήτη Ησαΐα, ο Ιεχωβά απηύθυνε την πρόκληση: ‘Ποιος από όλους αυτούς [τους θεούς των εθνών] μπορεί να το πει αυτό [αυτή την προφητεία με ακρίβεια]; Ή μπορούν να μας κάνουν να ακούσουμε ακόμα και τα πρώτα πράγματα [δηλαδή πράγματα εκ των προτέρων]; Ας παρουσιάσουν [σαν θεοί που είναι] τους μάρτυρές τους, για να ανακηρυχτούν δίκαιοι ή ας ακούσουν [οι άνθρωποι των εθνών] και ας πουν: «Αυτή είναι η αλήθεια!»’ (Ησ. 43:9, ΜΝΚ) Ναι, ας φέρουν οι θεοί των εθνών μάρτυρες που θα μπορούν να πιστοποιήσουν την προφητεία των θεών τους λέγοντας: ‘Αυτή είναι η αλήθεια!’ Αλλά κανένας από αυτούς τους θεούς δεν μπόρεσε να φέρει αληθινούς μάρτυρες που να πιστοποιήσουν τη θεϊκή τους υπόσταση!
Ο Ιεχωβά έδειξε με σαφήνεια στον Ισραήλ την ευθύνη που είχαν στο να δοθεί οριστική απάντηση στο ερώτημα: Ποιος είναι ο αληθινός Θεός; Είπε: ‘Σεις είσθε μάρτυρές μου, . . . και ο δούλος μου, τον οποίον εξέλεξα, δια να μάθητε και να πιστεύσητε εις εμέ και να εννοήσητε ότι εγώ αυτός είμαι· προ εμού άλλος Θεός δεν υπήρξεν ουδέ θέλει υπάρχει μετ’ εμέ. Εγώ, εγώ είμαι ο Ιεχωβά· και εκτός εμού σωτήρ δεν υπάρχει. Εγώ ανήγγειλα και έσωσα και έδειξα· και δεν εστάθη εις εσάς ξένος θεός· σεις δε είσθε μάρτυρές μου, . . . και εγώ ο Θεός’.—Ησ. 43:10-12.
Άρα λοιπόν, ο λαός του Ιεχωβά, ο Ισραήλ, αποτελούσε ένα έθνος μαρτύρων. Αυτοί μπορούσαν να βεβαιώνουν με έμφαση ότι η κυριαρχία του Ιεχωβά είναι δικαιωματική και επάξια. Με βάση τις παρελθούσες εμπειρίες τους, μπορούσαν να διακηρύττουν με πεποίθηση ότι ο Ιεχωβά είναι ο Μεγάλος Απελευθερωτής του λαού του και ο Θεός των αληθινών προφητειών.
Επίδοση Μαρτυρίας Σχετικά με τον Μεσσία
Παρά την άφθονη μαρτυρία εκείνου του ‘σύννεφου’ μαρτύρων της προχριστιανικής περιόδου, από την πλευρά του Θεού τα ζητήματα δεν είχαν τακτοποιηθεί πλήρως. Γιατί; Επειδή στον προσδιορισμένο καιρό του Θεού, αφότου θα έχει καταδειχτεί ξεκάθαρα ότι οι άνθρωποι χρειάζονται τη διακυβέρνηση του Ιεχωβά και ότι δεν μπορούν να κυβερνήσουν μόνοι τους με επιτυχία, ο Ιεχωβά πρέπει να εκτελέσει κρίση πάνω σε όλους όσους αρνούνται να σεβαστούν τη δικαιωματική του εξουσία. Επιπλέον, τα ζητήματα που εγέρθηκαν ξεπερνούν κατά πολύ τα ανθρώπινα πλαίσια. Εφόσον κάποιος άγγελος είχε στασιάσει στην Εδέμ, το θέμα της ακεραιότητας στην κυριαρχία του Θεού εκτεινόταν και περιελάμβανε και τα ουράνια πλάσματα του Θεού. Γι’ αυτό, ο σκοπός του Ιεχωβά ήταν να έρθει ένας πνευματικός γιος του στη γη, όπου ο Σατανάς θα είχε κάθε ευκαιρία να τον θέσει σε δοκιμασία. Σε αυτόν τον πνευματικό γιο θα δινόταν η ευκαιρία να απαντήσει οριστικά και με τέλειο τρόπο στο ερώτημα: Θα μείνει κάποιος πιστός στον Θεό, όποιες δοκιμασίες και αν αντιμετωπίσει; Αυτός ο γιος του Θεού, αφού θα είχε έτσι αποδείξει την οσιότητά του, θα λάβαινε εξουσία ως το πρόσωπο που δικαίωσε τον Ιεχωβά στον ύψιστο βαθμό, και θα ήταν εκείνος που θα κατέστρεφε τον πονηρό και θα επιτελούσε πλήρως τον αρχικό σκοπό που είχε ο Θεός για τη γη.
Αλλά πώς θα μπορούσε να καταδειχτεί ποιος θα ήταν αυτός; Στην Εδέμ, ο Ιεχωβά είχε δώσει υπόσχεση για κάποιο ‘σπέρμα’ το οποίο θα συνέτριβε το κεφάλι του όμοιου με φίδι Αντιδίκου και θα δικαίωνε την κυριαρχία του Θεού. (Γέν. 3:15) Μέσω των Εβραίων προφητών, ο Ιεχωβά προμήθευσε πολλές λεπτομέρειες σχετικά με το Μεσσιανικό ‘σπέρμα’—τη γενεαλογική του γραμμή και τις δραστηριότητές του, μάλιστα ακόμα και τον καιρό κατά τον οποίο θα εμφανιζόταν.—Γέν. 12:1-3· 22:15-18· 49:10· 2 Σαμ. 7:12-16· Ησ. 7:14· Δαν. 9:24-27· Μιχ. 5:2.
Στα μέσα του πέμπτου αιώνα Π.Κ.Χ., με την ολοκλήρωση των Εβραϊκών Γραφών, οι προφητείες είχαν ήδη καταγραφεί και ανέμεναν τον ερχομό του Μεσσία για να τις εκπληρώσει. Η μαρτυρία αυτού του μάρτυρα—του μεγαλύτερου ουσιαστικά μάρτυρα του Θεού—θα εξεταστεί στο επόμενο κεφάλαιο.
[Υποσημείωση]
a Για παράδειγμα, μερικοί Χριστιανοί του πρώτου αιώνα μπορούσαν να δίνουν μαρτυρία για ιστορικά γεγονότα σχετικά με τον Ιησού—τα οποία αφορούσαν τη ζωή, το θάνατο και την ανάστασή του—επειδή τα είχαν ζήσει οι ίδιοι. (Πράξ. 1:21, 22· 10:40, 41) Ωστόσο, άνθρωποι οι οποίοι πίστεψαν αργότερα στον Ιησού μπορούσαν να δίνουν μαρτυρία διακηρύττοντας σε άλλους τη σημασία της ζωής, του θανάτου και της ανάστασής του.—Πράξ. 22:15.
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 11]
Οι άνθρωποι μπορούν να επιλέξουν να ωφεληθούν από την κυριαρχία του Ιεχωβά. Πρώτα, όμως, πρέπει να ακούσουν για αυτήν
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 13]
Ο Άβελ ήταν ο πρώτος μάρτυρας του Ιεχωβά
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 14]
Ο Ενώχ έδωσε μαρτυρία για την κρίση του Θεού κατά των ασεβών
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 17]
Ο Ιεχωβά έδειξε με σαφήνεια σε ένα ολόκληρο έθνος την ευθύνη που είχαν ως μάρτυρές του
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 18]
«Σεις είσθε μάρτυρές μου, . . . και εγώ ο Θεός»
[Εικόνα στη σελίδα 10]
Τα γεγονότα στην Εδέμ ήγειραν σημαντικά ζητήματα: Είναι δίκαιη η κυριαρχία του Ιεχωβά; Θα είναι τα πλάσματά του πιστά σε εκείνον;
[Εικόνα στη σελίδα 15]
Ο Νώε ήταν κήρυκας δικαιοσύνης προτού καταστρέψει ο Θεός τον κόσμο με κατακλυσμό
[Εικόνα στη σελίδα 16, 17]
Ο Μωυσής και ο Ααρών έδωσαν δυναμική μαρτυρία στον Φαραώ σχετικά με τη Θεϊκή υπόσταση του Ιεχωβά