ΜΙΣΟΣ
Στις Γραφές η λέξη «μίσος» έχει αρκετές νοηματικές αποχρώσεις. Ενδέχεται να υποδηλώνει έντονη εχθρότητα και παρατεταμένη κακόβουλη διάθεση συνοδευόμενη συνήθως από μοχθηρία. Τέτοιου είδους μίσος μπορεί να γίνει αυτοκαταστροφικό συναίσθημα και να επιζητεί να βλάψει το αντικείμενό του. Η λέξη «μίσος» ενδέχεται επίσης να υποδηλώνει την ισχυρή αντιπάθεια που μπορεί να νιώθει κάποιος, μη έχοντας όμως την πρόθεση να βλάψει το αντικείμενο του μίσους του, αλλά προσπαθώντας να το αποφύγει επειδή το σιχαίνεται. Η Αγία Γραφή χρησιμοποιεί επίσης τη λέξη «μισώ» με την έννοια «αγαπώ λιγότερο». (Γε 29:31, 33· Δευ 21:15, 16) Για παράδειγμα, ο Ιησούς Χριστός είπε: «Αν κανείς έρχεται σε εμένα και δεν μισεί τον πατέρα και τη μητέρα και τη γυναίκα και τα παιδιά και τους αδελφούς και τις αδελφές του, ναι, ακόμη και την ίδια του την ψυχή, δεν μπορεί να είναι μαθητής μου». (Λου 14:26) Προφανώς ο Ιησούς δεν εννοούσε ότι οι ακόλουθοί του έπρεπε να εχθρεύονται ή να σιχαίνονται τις οικογένειές τους και τον εαυτό τους, εφόσον κάτι τέτοιο δεν θα συμφωνούσε με τις υπόλοιπες Γραφές.—Παράβαλε Μαρ 12:29-31· Εφ 5:28, 29, 33.
Ο νόμος του Θεού προς τον Ισραήλ δήλωνε: «Δεν πρέπει να μισείς τον αδελφό σου μέσα στην καρδιά σου». (Λευ 19:17) Μια από τις προϋποθέσεις που έπρεπε να πληροί όποιος παρουσιαζόταν ως ακούσιος ανθρωποκτόνος και ζητούσε να βρει ασφάλεια στις πόλεις του καταφυγίου ήταν να μη μισούσε προηγουμένως το θύμα.—Δευ 19:4, 11-13.
Πρέπει να Μισούμε τους Εχθρούς Μας; Η συμβουλή του Ιησού, σύμφωνα με την οποία πρέπει να αγαπάμε τους εχθρούς μας, εναρμονίζεται πλήρως με το πνεύμα των Εβραϊκών Γραφών. (Ματ 5:44) Ο πιστός Ιώβ αναγνώρισε ότι κάθε χαιρεκακία για τη συμφορά κάποιου που είχε μεγάλο μίσος για αυτόν θα ήταν εσφαλμένη. (Ιωβ 31:29) Ο Μωσαϊκός Νόμος επιφόρτιζε τους Ισραηλίτες με την ευθύνη να προστρέχουν σε βοήθεια άλλων Ισραηλιτών τους οποίους ίσως θεωρούσαν εχθρούς τους. (Εξ 23:4, 5) Οι υπηρέτες του Θεού, αντί να χαίρονται με τη συμφορά κάποιου εχθρού, λαβαίνουν την εντολή: «Αν πεινάει αυτός που σε μισεί, δίνε του να φάει ψωμί· και αν διψάει, δίνε του να πιει νερό».—Παρ 24:17, 18· 25:21.
Η ιδέα του μίσους για τους εχθρούς ήταν ένα από τα πράγματα που πρόσθεσαν στο νόμο του Θεού οι Ιουδαίοι δάσκαλοι της παράδοσης. Επειδή ο Νόμος κατηύθυνε τους Ισραηλίτες να αγαπούν τους πλησίον τους (Λευ 19:18), αυτοί οι δάσκαλοι συμπέραναν ότι υπονοούσε πως έπρεπε να μισούν τους εχθρούς τους. Οι λέξεις «φίλος» και «πλησίον» κατέληξαν να θεωρούνται εφαρμόσιμες αποκλειστικά στους Ιουδαίους, ενώ όλοι οι άλλοι εκλαμβάνονταν φυσιολογικά ως εχθροί. Υπό το πρίσμα του παραδοσιακού τρόπου με τον οποίο αντιλαμβάνονταν τη λέξη «πλησίον» και λαβαίνοντας υπόψη την παράδοση η οποία προήγε την εχθρότητα προς τους Εθνικούς, γίνεται εύκολα αντιληπτό γιατί πρόσθεσαν αυθαίρετα τις λέξεις «και να μισείς τον εχθρό σου» στη δήλωση του νόμου του Θεού.—Ματ 5:43.
Αντίθετα, ο Χριστιανός έχει την υποχρέωση να αγαπάει τους εχθρούς του, δηλαδή εκείνους που καθιστούν τους εαυτούς τους προσωπικούς εχθρούς. Αυτή η ἀγάπη δεν είναι συναισθηματισμός βασισμένος σε απλή προσωπική προσκόλληση, όπως πιστεύεται συνήθως, αλλά ηθική ή κοινωνική αγάπη βασισμένη στην εκούσια συναίνεση της βούλησης επειδή πρόκειται για ζήτημα αρχής, καθήκοντος και ευπρέπειας, αγάπη η οποία επιζητεί ειλικρινά το καλό του άλλου σύμφωνα με ό,τι είναι σωστό. Η ἀγάπη ξεπερνάει τις προσωπικές εχθρότητες και δεν τις αφήνει ποτέ να γίνουν αιτία για να εγκαταλείψει κάποιος τις σωστές αρχές και να ανταποδώσει τα ίσα. Ο υπηρέτης του Θεού μάλιστα προσεύχεται για αυτούς που εναντιώνονται στη Χριστιανική του πορεία και τον διώκουν ενεργώντας από άγνοια, ώστε να ανοιχτούν τα μάτια τους και να δουν την αλήθεια σχετικά με τον Θεό και τους σκοπούς Του.—Ματ 5:44.
Κατάλληλο Μίσος. Εντούτοις, κάποιες φορές και υπό ορισμένες συνθήκες, το μίσος είναι κατάλληλο. «Υπάρχει . . . καιρός να αγαπάει κανείς και καιρός να μισεί». (Εκ 3:1, 8) Ακόμη και για τον Ιεχωβά αναφέρεται ότι μίσησε τον Ησαύ. (Μαλ 1:2, 3) Αλλά αυτό δεν μπορεί να αποδοθεί σε αυθαιρεσία από μέρους του Θεού. Ο Ησαύ αποδείχτηκε ανάξιος της αγάπης του Ιεχωβά καταφρονώντας τα πρωτοτόκιά του και πουλώντας αυτά καθώς και τις συνακόλουθες θεϊκές υποσχέσεις και ευλογίες. Επιπλέον, σκόπευε να σκοτώσει τον αδελφό του τον Ιακώβ. (Γε 25:32-34· 27:41-43· Εβρ 12:14-16) Ο Θεός μισεί επίσης τα επηρμένα μάτια, την ψεύτικη γλώσσα, τα χέρια που χύνουν αθώο αίμα, την καρδιά που μηχανεύεται βλαβερά σχέδια, τα πόδια που βιάζονται να τρέξουν στο κακό, τον ψευδομάρτυρα, οποιονδήποτε σπέρνει φιλονικίες ανάμεσα σε αδελφούς—στην ουσία όποιον και ό,τι αντιτίθεται πλήρως στον Ιεχωβά και στους δίκαιους νόμους του.—Παρ 6:16-19· Δευ 16:22· Ησ 61:8· Ζαχ 8:17· Μαλ 2:16.
Τι είδους μίσος πρέπει να καλλιεργούν οι υπηρέτες του Θεού;
Από αληθινή οσιότητα προς τον Ιεχωβά, οι υπηρέτες του μισούν ό,τι και όποιον μισεί Εκείνος. (2Χρ 19:2) «Μήπως δεν μισώ εκείνους που έχουν μεγάλο μίσος για εσένα, Ιεχωβά, και μήπως δεν σιχαίνομαι εκείνους που κάνουν ανταρσία εναντίον σου; Με απόλυτο μίσος τούς μισώ. Έγιναν για εμένα πραγματικοί εχθροί». (Ψλ 139:21, 22) Αυτό το μίσος, όμως, δεν επιζητεί να βλάψει τους άλλους και δεν είναι συνώνυμο της κακεντρέχειας ή της μοχθηρίας. Αντίθετα, εκφράζεται με απόλυτη αποστροφή για ό,τι είναι πονηρό, αποφεύγοντας το κακό και εκείνους που έχουν μεγάλο μίσος για τον Ιεχωβά. (Ρω 12:9, 17, 19) Οι Χριστιανοί δικαίως μισούν όσους είναι δηλωμένοι εχθροί του Θεού, όπως τον Διάβολο και τους δαίμονές του, καθώς επίσης τους ανθρώπους που έχουν ταχθεί εναντίον του Ιεχωβά εσκεμμένα και ενσυνείδητα.
Μολονότι οι Χριστιανοί δεν αγαπούν αυτούς που μετατρέπουν την παρ’ αξία καλοσύνη του Θεού σε δικαιολογία για έκλυτη διαγωγή, δεν μισούν τα άτομα που εμπλέκονται σε αδικοπραγία αλλά είναι άξια ελέους. Αντί να μισούν αυτόν που διέπραξε την αδικοπραγία αλλά μετανόησε, μισούν την πονηρή πράξη, μάλιστα, «ακόμη και το εσωτερικό ένδυμα που έχει κηλιδωθεί από τη σάρκα».—Ιου 4, 23.
Αποφυγή του Ακατάλληλου Μίσους. Άνθρωποι οι οποίοι προηγουμένως μισούσαν ο ένας τον άλλον παύουν να αλληλομισούνται όταν γίνονται Χριστιανοί. (Τιτ 3:3) Αυτός που μισεί τον αδελφό του εξακολουθεί να περπατάει στο σκοτάδι, και οποιοσδήποτε ισχυρισμός του ότι αγαπάει τον Θεό θα ήταν στην ουσία ψέμα. Το μίσος για τον αδελφό ισοδυναμεί με φόνο.—1Ιω 2:9, 11· 4:20· 3:15.
Εξαιτίας συναισθηματισμού μπορεί κάποιος να χάσει την ισορροπημένη άποψη που είχε για την αγάπη και το μίσος, όπως συνέβη προφανώς με τον Δαβίδ σε σχέση με το γιο του, τον Αβεσσαλώμ. (2Σα 18:33· 19:1-6) Γι’ αυτόν το λόγο, επίσης, «όποιος διστάζει να χρησιμοποιήσει το ραβδί του μισεί το γιο του, αλλά όποιος τον αγαπάει επιδιώκει να τον διαπαιδαγωγεί».—Παρ 13:24.
Όταν κάποιος σέβεται την ιδιωτική ζωή των άλλων και εκδηλώνει στοργικά περίσκεψη, μπορεί να αποφύγει να γίνει αντικείμενο μίσους χωρίς λόγο. Εξού και η συμβουλή: «Βάζε σπάνια το πόδι σου στο σπίτι του συνανθρώπου σου, για να μη σε βαρεθεί και σε μισήσει».—Παρ 25:17.