ΚΕΣΙΛ, ΑΣΤΕΡΙΣΜΟΣ
(Κεσίλ) [εβρ., κεσίλ, «άφρονας»].
Μολονότι αυτή η λέξη χρησιμοποιείται πολλές φορές με τη βασική της έννοια, την έννοια «άφρονας» (παράβαλε Ψλ 49:10· 92:6· Παρ 1:22), τα συμφραζόμενα σε τέσσερις περικοπές (Ιωβ 9:9· 38:31· Αμ 5:8 και Ησ 13:10 [εδώ στον πληθυντικό]) υποδηλώνουν ότι χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει ένα αστρικό σώμα ή σύμπλεγμα.
Αυτός ο όρος θεωρείται γενικά ότι εφαρμόζεται στον Ωρίωνα, έναν πολύ επιβλητικό αστερισμό που φέρει το όνομα κάποιου μυθικού κυνηγού και περιλαμβάνει τα γιγαντιαία άστρα Μπετελγκέζ και Ρίγκελ. Η λατινική Βουλγάτα αποδίδει τη λέξη κεσίλ ως «Ωρίων» στα εδάφια Ιώβ 9:9 και Αμώς 5:8. Οι περισσότερες μεταφράσεις μιμούνται τη λατινική Βουλγάτα θεωρώντας ότι ο όρος κεσίλ αναφέρεται στον Ωρίωνα. Τα αρχαία Ταργκούμ και οι συριακές μεταφράσεις έχουν την απόδοση «γίγαντας», ισοδύναμη της αραβικής ονομασίας του αστερισμού του Ωρίωνα, η οποία είναι γκαμπάρ και σημαίνει «δυνατός» (η αντίστοιχη εβραϊκή λέξη είναι γκιμπώρ).
Ο όρος χρησιμοποιείται στο εδάφιο Αμώς 5:8 στα πλαίσια του ελέγχου που δίνεται στον Ισραήλ επειδή δεν αναζητάει τον αληθινό Θεό, τον Ιεχωβά, τον Δημιουργό των ουράνιων αστερισμών. Στα εδάφια Ησαΐας 13:9, 10, όπου χρησιμοποιείται ο πληθυντικός κεσιλαιχέμ (οι αστερισμοί Κεσίλ που βρίσκονται σε αυτούς), περιγράφεται «η ημέρα του Ιεχωβά», στην οποία οι υπερήφανοι και υπερόπτες τύραννοι θα υποβιβαστούν και τα ουράνια σώματα θα πάψουν να δίνουν το φως τους.