ΠΟΛΗ
Ενιαία, κατοικημένη περιοχή, μεγαλύτερη σε μέγεθος, πληθυσμό ή σπουδαιότητα από κωμόπολη ή χωριό. Η εβραϊκή λέξη ‛ιρ, που μεταφράζεται «πόλη», εμφανίζεται σχεδόν 1.100 φορές στις Γραφές. Μερικές φορές η λέξη κιργιάχ (πόλη) χρησιμοποιείται ως συνώνυμο ή σε παραλληλισμό—παραδείγματος χάρη: «Έπειτα από αυτό, θα αποκληθείς Πόλη [‛ιρ] Δικαιοσύνης, Πιστή Πόλη [κιργιάχ]» ή «Πώς έγινε και δεν εγκαταλείφθηκε η πόλη [‛ιρ] του αίνου, η πόλη [κιργιάθ] της αγαλλίασης;»—Ησ 1:26· Ιερ 49:25.
Οι «οικισμοί» (εβρ., χατσερίμ), οι «εξαρτώμενες κωμοπόλεις» (εβρ., μπανόθ) και τα «χωριά» (εβρ., κεφαρίμ), που επίσης αναφέρονται στις Εβραϊκές Γραφές, διαχωρίζονταν από τις «πόλεις» κατά το ότι δεν αποτελούσαν περιτειχισμένες κοινότητες αλλά συσχετίζονταν με την ύπαιθρο. (1Σα 6:18) Αν αυτές οι κοινότητες βρίσκονταν στα προάστια ή στα περίχωρα οχυρωμένης πόλης, χαρακτηρίζονταν «εξαρτώμενες κωμοπόλεις», κατά κυριολεξία «κόρες» της περιτειχισμένης πόλης. (Αρ 21:25· βλέπε ΕΞΑΡΤΩΜΕΝΕΣ ΚΩΜΟΠΟΛΕΙΣ.) Ο Νόμος του Μωυσή επίσης έκανε νομική διάκριση ανάμεσα στις περιτειχισμένες πόλεις και στους ατείχιστους οικισμούς και χωριά. Αν κάποιος που ζούσε σε ατείχιστο οικισμό πουλούσε το σπίτι του, διατηρούσε για πάντα το δικαίωμα να το ξαναγοράσει, αλλά αν δεν ήταν σε θέση να το κάνει αυτό, το σπίτι τού επιστρεφόταν στη διάρκεια του Ιωβηλαίου έτους. Όταν, από την άλλη μεριά, πουλιόταν ένα σπίτι σε περιτειχισμένη πόλη, αυτός που το πουλούσε έπρεπε να το εξαγοράσει μέσα στο επόμενο έτος, διαφορετικά το ακίνητο έμενε οριστικά στον αγοραστή, εκτός αν επρόκειτο για Λευιτική πόλη. (Λευ 25:29-34) Ο ίδιος διαχωρισμός ακολουθείται και στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, όπου η λέξη πόλις υποδηλώνει συνήθως περιτειχισμένη «πόλη» ενώ η λέξη κώμη αναφέρεται συνήθως σε ατείχιστο «χωριό». Στο εδάφιο Μάρκος 1:38 το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο περιέχει τη λέξη κωμόπολις η οποία αποτελείται από τις λέξεις κώμη και πόλις. Ο Ιωάννης αποκάλεσε τη Βηθλεέμ «το χωριό όπου ήταν ο Δαβίδ», και ο Λουκάς (γνωρίζοντας ότι ο Ροβοάμ είχε οχυρώσει αυτό το χωριό) τη χαρακτήρισε πόλη.—Ιωα 7:42· Λου 2:4· 2Χρ 11:5, 6.
Ο πρώτος που έχτισε ποτέ πόλη ήταν ο Κάιν, ο οποίος της έδωσε το όνομα του γιου του, του Ενώχ. (Γε 4:17) Αν υπήρξαν άλλες προκατακλυσμιαίες πόλεις, τα ονόματά τους χάθηκαν μαζί με τις ίδιες στον Κατακλυσμό το 2370 Π.Κ.Χ. Μετά τον Κατακλυσμό, οι πόλεις Βαβέλ, Ερέχ, Ακκάδ και Καλνέ στη γη Σεναάρ αποτέλεσαν τον αρχικό πυρήνα του βασιλείου του Νεβρώδ. Αργότερα, ο Νεβρώδ επέκτεινε το βασίλειό του χτίζοντας τη Νινευή, τη Ρεχωβώθ-Ιρ, τη Χαλάχ και τη Ρεσέν (οι οποίες περιγράφονται συλλογικά ως «η μεγάλη πόλη») προς τα Β, στην Πεδιάδα της Μεσοποταμίας. (Γε 10:10-12) Από την άλλη μεριά, οι πατριάρχες Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ δεν έχτισαν πόλεις αλλά έζησαν ως πάροικοι σε σκηνές, ακόμη και όταν βρέθηκαν σε πόλεις και χωριά της Χαναάν και της Αιγύπτου. (Εβρ 11:9) Ωστόσο, πολύ αργότερα οι κατάσκοποι που μπήκαν στη Χαναάν ανέφεραν ότι υπήρχαν πολλές ισχυρά οχυρωμένες πόλεις σε εκείνη τη γη.—Αρ 13:28· Δευ 9:1.
Ο Σκοπός της Οικοδόμησής Τους. Οι άνθρωποι άρχισαν να χτίζουν πόλεις για διάφορους λόγους: για προστασία ή για βιοτεχνικούς, εμπορικούς και θρησκευτικούς σκοπούς. Κρίνοντας από τον αριθμό και το μέγεθος των ναών που έχουν ανασκάψει οι αρχαιολόγοι, η θρησκεία ήταν αναμφίβολα ένα από τα κύρια κίνητρα πίσω από την οικοδόμηση πολλών αρχαίων πόλεων. Η πόλη της Βαβέλ με το θρησκευτικό της πύργο είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. «Εμπρός!» είπαν ο ένας στον άλλον οι οικοδόμοι της. «Ας χτίσουμε μια πόλη, καθώς και έναν πύργο με την κορυφή του στους ουρανούς, και ας κάνουμε ξακουστό όνομα για τον εαυτό μας, μη τυχόν και διασκορπιστούμε σε όλη την επιφάνεια της γης». (Γε 11:4-9) Ο κίνδυνος της υποδούλωσης σε πολεμοχαρείς κατακτητές ήταν άλλος ένας επιτακτικός λόγος που έκανε τους φοβισμένους ανθρώπους να συγκεντρωθούν σε πόλεις. Όλες αυτές τις πόλεις τις περιέκλειαν και τις περιτείχιζαν, ενώ σφράγιζαν τις πύλες τη νύχτα, καθώς και όταν υπήρχε κίνδυνος.—Ιη 2:5· 2Χρ 26:6.
Οι κάτοικοι των πόλεων ασχολούνταν συνήθως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία, δραστηριότητες οι οποίες λάβαιναν χώρα έξω από τα τείχη της πόλης. Παρ’ όλα αυτά, ο μέσος γεωργός κατοικούσε στην πόλη παρά στο αγρόκτημά του. Άλλοι ήταν τεχνίτες. Οι πόλεις χρησίμευαν ως αποθηκευτικοί χώροι, κέντρα εμπορίου και αγορές για τη διανομή αγαθών. Πόλεις όπως η Τύρος, η Σιδώνα και η Ιόππη εξελίχθηκαν κατά κύριο λόγο σε κέντρα ναυτιλίας και ανταλλακτικού εμπορίου, εκεί όπου οι θαλάσσιες οδοί διασταυρώνονταν με τις χερσαίες οδούς των καραβανιών.—Ιεζ 27.
Πολλές πόλεις ξεκίνησαν ως απλά χωριά, εξελίχθηκαν σε κωμοπόλεις ή πόλεις και μερικές φορές έγιναν μεγάλες πόλεις-κράτη που έλεγχαν τη ζωή εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων. Αυτή η ανάπτυξη οδήγησε στη συγκέντρωση της εξουσίας—κυβερνητικής και δικαστικής—στα χέρια λίγων πολιτικών και στρατιωτικών ηγετών, ενώ πολύ συχνά η ανώτερη εξουσία που ρύθμιζε τον αστικό τρόπο ζωής ανήκε σε μια ιεραρχία δεσποτικών ιερέων. Η αντίθεση, λοιπόν, ήταν έντονη όταν άρχισαν να εμφανίζονται στο παγκόσμιο προσκήνιο οι πόλεις των Ισραηλιτών, και αυτό επειδή η διακυβέρνησή τους ήταν στα χέρια θεοκρατικά διορισμένων διοικητών οι οποίοι είχαν το καθήκον να επιβάλλουν θεόδοτους συνταγματικούς νόμους. Ο Ιεχωβά ήταν ο Βασιλιάς, ο Νομοθέτης και ο Κριτής εκείνου του έθνους, και όταν οι ορατοί εκπρόσωποί του εκτελούσαν πιστά τα καθήκοντά τους, ο λαός χαιρόταν.—Ησ 33:22· Εσδ 7:25, 26· Παρ 29:2.
Επιλογή Τοποθεσίας. Η επιλογή της τοποθεσίας μιας πόλης εξαρτόταν από αρκετούς παράγοντες. Εφόσον η άμυνα ήταν γενικά ζήτημα πρωταρχικής σημασίας, οι αρχαίες πόλεις χτίζονταν συνήθως σε υψώματα. Παρότι με αυτόν τον τρόπο οι πόλεις ήταν ορατές από παντού, ήταν δυσπρόσιτες. (Ματ 5:14) Οι παράκτιες και οι παρόχθιες πόλεις αποτελούσαν εξαίρεση. Εκτός από τους υπάρχοντες φυσικούς φραγμούς, συχνά έχτιζαν ογκώδη τείχη ή κάποιο συγκρότημα τειχών και πύργων, ενώ σε μερικές περιπτώσεις έφτιαχναν τάφρους γύρω από την πόλη. (2Βα 9:17· Νε 3:1–4:23· 6:1-15· Δα 9:25) Καθώς οι πόλεις μεγάλωναν, μερικές φορές ήταν απαραίτητο να γίνει επέκταση των τειχών ώστε να περικλείεται ευρύτερη περιοχή. Οι είσοδοι των τειχών ασφαλίζονταν με ισχυρές πύλες, ανθεκτικές σε παρατεταμένη πολιορκία. (Βλέπε ΟΧΥΡΩΜΑΤΙΚΑ ΕΡΓΑ· ΠΥΛΗ· ΤΟΙΧΟΙ, ΤΕΙΧΗ.) Έξω και πέρα από τα τείχη βρίσκονταν οι αγροί, τα βοσκοτόπια και τα περίχωρα τα οποία ήταν συνήθως απροστάτευτα κατά τη διάρκεια επίθεσης.—Αρ 35:1-8· Ιη 21:41, 42.
Μια καλή παροχή νερού σε κοντινή απόσταση ήταν απολύτως ουσιώδης και δεν έπρεπε να παραβλέπεται κατά την επιλογή της τοποθεσίας μιας πόλης. Γι’ αυτόν το λόγο, το ιδεώδες ήταν να έχουν οι πόλεις πηγές ή πηγάδια μέσα από τα τείχη τους. Σε ορισμένες περιπτώσεις, παραδείγματος χάρη στη Μεγιδδώ, στη Γαβαών και στην Ιερουσαλήμ, υπήρχαν υπόγειες σήραγγες νερού και αγωγοί, μέσω των οποίων το νερό μεταφερόταν από τις εξωτερικές πηγές στην εσωτερική πλευρά των τειχών. (2Σα 5:8· 2Βα 20:20· 2Χρ 32:30) Συχνά κατασκεύαζαν δεξαμενές και στέρνες προκειμένου να συλλέγουν και να αποταμιεύουν το νερό στη διάρκεια της περιόδου των βροχών για μελλοντική χρήση. Μερικές φορές το έδαφος ήταν διάτρητο από στέρνες, καθώς κάθε σπιτικό προσπαθούσε να έχει δικό του απόθεμα νερού.—2Χρ 26:10.
Εφόσον οι στόχοι και οι σκοποί που εξυπηρετούνταν με την οικοδόμηση των αρχαίων πόλεων ήταν κοινοί, υπήρχαν μεγάλες ομοιότητες στο σχεδιασμό και στη ρυμοτομία τους. Επιπλέον, οι αιώνες που μεσολάβησαν επέφεραν μικρές μόνο αλλαγές, οπότε ορισμένες πόλεις σήμερα είναι σχεδόν όπως ήταν πριν από δύο ή τρεις χιλιετίες. Μπαίνοντας από τις πύλες, βρισκόταν κανείς σε έναν μεγάλο ανοιχτό χώρο, την αγορά της πόλης, την πλατεία, όπου λάβαιναν χώρα κάθε είδους αγοραπωλησίες. Εκεί επίσης συντάσσονταν τα συμβόλαια και σφραγίζονταν ενώπιον μαρτύρων. (Γε 23:10-18· 2Βα 7:1· Να 2:4) Αυτή ήταν η αγορά όπου έφταναν και κατόπιν διαδίδονταν τα νέα (Νε 8:1, 3· Ιερ 17:19), όπου οι πρεσβύτεροι εκδίκαζαν υποθέσεις (Ρθ 4:1-10) και όπου μπορούσε να διανυκτερεύσει ο ταξιδιώτης αν τυχόν δεν του πρόσφερε κανείς φιλοξενία. (Κρ 19:15-21) Μερικές φορές η πόλη διέθετε και άλλα καταλύματα για τον επισκέπτη.—Ιη 2:1· Κρ 16:1· Λου 2:4-7· 10:35· βλέπε ΠΑΝΔΟΧΕΙΟ.
Ορισμένες πόλεις χτίζονταν για να εξυπηρετήσουν ειδικούς σκοπούς, όπως για παράδειγμα η Πιθώμ και η Ρααμσής, που χτίστηκαν από τους υπόδουλους Ισραηλίτες ως τόποι αποθήκευσης για τον Φαραώ (Εξ 1:11), καθώς και οι πόλεις αποθήκευσης του Σολομώντα, οι πόλεις των αρμάτων και οι πόλεις για τους ιππείς του (1Βα 9:17-19), όπως επίσης οι πόλεις αποθήκευσης του Ιωσαφάτ. (2Χρ 17:12) Σαράντα οχτώ πόλεις είχαν ξεχωριστεί για τους Λευίτες—13 προορίζονταν για τους ιερείς και 6 ήταν πόλεις καταφυγίου για τον ακούσιο ανθρωποκτόνο.—Αρ 35:6-8· Ιη 21:19, 41, 42· βλέπε ΙΕΡΑΤΙΚΕΣ ΠΟΛΕΙΣ· ΠΟΛΕΙΣ ΑΡΜΑΤΩΝ· ΠΟΛΕΙΣ ΚΑΤΑΦΥΓΙΟΥ.
Το μέγεθος πολλών αρχαίων πόλεων μπορεί να υπολογιστεί με βάση ό,τι έχει απομείνει από τα τείχη τους, αλλά δεν μπορεί να γίνει κανένας θετικός υπολογισμός του πληθυσμού τους. Σχετικά με τη Νινευή, μας λέγεται ότι ήταν μεγαλούπολη: “Η Νινευή, η μεγάλη πόλη, στην οποία υπάρχουν περισσότεροι από εκατόν είκοσι χιλιάδες άνθρωποι που δεν ξέρουν καθόλου τη διαφορά ανάμεσα στο δεξί τους χέρι και στο αριστερό”.—Ιων 4:11· 3:3.
Τα ονόματα των πόλεων που αναφέρονται στην Αγία Γραφή είχαν συνήθως νόημα και σκοπό—πολλά ονόματα μαρτυρούσαν την τοποθεσία της πόλης, το χαρακτήρα της, την καταγωγή των κατοίκων, ακόμη και κάποιο προφητικό νόημα. (Γε 11:9· 21:31· Κρ 18:29) Μερικές φορές για να ξεχωρίσουν μια πόλη από κάποια ομώνυμή της, διευκρίνιζαν σε ποια φυλή ανήκε η συγκεκριμένη τοποθεσία, όπως στην περίπτωση της «Βηθλεέμ του Ιούδα», επειδή υπήρχε και η Βηθλεέμ του Ζαβουλών. (Κρ 17:7· Ιη 19:10, 15) Οι παρεμβαλλόμενες πόλεις ανήκαν σε φυλή της οποίας η περιοχή βρισκόταν μέσα στα όρια άλλης φυλής.—Ιη 16:9· βλέπε ΠΑΡΕΜΒΑΛΛΟΜΕΝΕΣ ΠΟΛΕΙΣ.
Μεταφορική Χρήση. Στις Εβραϊκές Γραφές, οι πόλεις χρησιμοποιούνται μεταφορικά. (Παρ 21:22· Ιερ 1:18) Ο Ιησούς αναφέρθηκε σε πόλεις στις παραβολές του (Ματ 12:25· Λου 19:17, 19), και το ίδιο έκανε και ο Παύλος μιλώντας συμβολικά. (Εβρ 11:10, 16· 12:22· 13:14) Στην Αποκάλυψη οι πόλεις χρησιμοποιούνται με συμβολική έννοια για διάφορα πράγματα: “η άγια πόλη” που καταπατείται από τα έθνη (Απ 11:2), “η μεγάλη πόλη” η οποία αποκαλείται με πνευματική έννοια Σόδομα και Αίγυπτος (Απ 11:8), η «μεγάλη πόλη, Βαβυλώνα» (Απ 18:10-21· 17:18) και “η άγια πόλη, η Νέα Ιερουσαλήμ, που κατεβαίνει από τον ουρανό, από τον Θεό, και είναι ετοιμασμένη σαν νύφη στολισμένη για το σύζυγό της”.—Απ 21:2-27· 22:14, 19· 3:12.
Βλέπε επίσης ΑΡΧΟΝΤΕΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ· ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ.