Μαλαχίας
2 «Και τώρα, ιερείς, αυτή η εντολή είναι για εσάς.+ 2 Αν δεν ακούσετε και δεν βάλετε στην καρδιά σας το να δοξάσετε το όνομά μου», λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, «θα στείλω πάνω σας την κατάρα+ και θα μετατρέψω τις ευλογίες σας σε κατάρες.+ Ναι, έχω μετατρέψει τις ευλογίες σε κατάρες, επειδή δεν το βάζετε αυτό στην καρδιά σας».
3 «Ορίστε! Εγώ θα καταστρέψω* τον σπαρμένο σπόρο σας εξαιτίας σας+ και θα σκορπίσω κοπριά πάνω στα πρόσωπά σας, την κοπριά των γιορτών σας· και θα σας μεταφέρουν σε αυτήν.* 4 Τότε θα καταλάβετε ότι εγώ σας έδωσα αυτή την εντολή, ώστε να συνεχιστεί η διαθήκη που έκανα με τον Λευί»,+ λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων.
5 «Η διαθήκη μου μαζί του ήταν διαθήκη ζωής και ειρήνης, πράγματα που του έδινα ώστε να με φοβάται.* Και όντως με φοβόταν, ένιωθε δέος για το όνομά μου. 6 Ο νόμος* της αλήθειας ήταν στο στόμα του,+ και αδικία δεν υπήρχε στα χείλη του. Περπατούσε μαζί μου με ειρήνη και ευθύτητα,+ και επανέφερε πολλούς από την εσφαλμένη πορεία. 7 Διότι τα χείλη του ιερέα πρέπει να περιφρουρούν τη γνώση, και οι άνθρωποι πρέπει να ζητούν τον νόμο* από το στόμα του,+ επειδή αυτός είναι ο αγγελιοφόρος του Ιεχωβά των στρατευμάτων.
8 »Εσείς όμως παρεκκλίνατε από την οδό. Κάνατε πολλούς να προσκόψουν σε σχέση με τον νόμο.*+ Καταστρέψατε τη διαθήκη του Λευί»,+ λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων. 9 «Γι’ αυτό, θα σας κάνω αξιοκαταφρόνητους και θα σας ρίξω χαμηλά ενώπιον όλου του λαού, επειδή δεν τηρούσατε τις οδούς μου, αλλά εφαρμόζατε τον νόμο μεροληπτικά».+
10 «Δεν έχουμε όλοι τον ίδιο πατέρα;+ Δεν μας δημιούργησε ο ίδιος Θεός; Γιατί λοιπόν φερόμαστε με δολιότητα ο ένας στον άλλον,+ βεβηλώνοντας τη διαθήκη των προπατόρων μας; 11 Ο Ιούδας φέρθηκε με δολιότητα, και κάτι απεχθές διαπράχθηκε στον Ισραήλ και στην Ιερουσαλήμ· διότι ο Ιούδας βεβήλωσε την αγιότητα* του Ιεχωβά,+ την οποία Εκείνος αγαπάει, και πήρε ως σύζυγο την κόρη ενός ξένου θεού.+ 12 Ο Ιεχωβά θα εξαλείψει από τις σκηνές του Ιακώβ οποιονδήποτε το κάνει αυτό, όποιος και αν είναι,* ακόμη και αν προσφέρει δώρο στον Ιεχωβά των στρατευμάτων».+
13 «Κάνετε δε και κάτι άλλο,* με αποτέλεσμα να καλύπτεται το θυσιαστήριο του Ιεχωβά με δάκρυα, κλάματα και αναστεναγμούς, και έτσι εκείνος δεν δίνει πια προσοχή στα δώρα που προσφέρετε ούτε βλέπει ευνοϊκά οτιδήποτε έρχεται από το χέρι σας.+ 14 Και λέτε: “Για ποιον λόγο;” Επειδή ο Ιεχωβά υπήρξε μάρτυρας ανάμεσα σε εσένα και στη σύζυγο της νεότητάς σου, στην οποία φέρθηκες με δολιότητα, παρότι είναι σύντροφός σου και σύζυγός σου με βάση μια διαθήκη.*+ 15 Αλλά υπήρχε κάποιος που δεν το έκανε αυτό, διότι είχε ό,τι απέμενε από το πνεύμα. Και τι επιζητούσε εκείνος; Τους απογόνους* του Θεού. Γι’ αυτό, να φυλάγεστε όσον αφορά το πνεύμα σας, και μη φέρεστε με δολιότητα στη σύζυγο της νεότητάς σας. 16 Διότι εγώ μισώ* το διαζύγιο»,+ λέει ο Ιεχωβά, ο Θεός του Ισραήλ, «και εκείνον που σκεπάζει το ρούχο του με βία»,* λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων. «Να φυλάγεστε όσον αφορά το πνεύμα σας, και δεν πρέπει να φέρεστε με δολιότητα.+
17 »Κουράσατε τον Ιεχωβά με τα λόγια σας.+ Αλλά ρωτάτε: “Πώς τον κουράσαμε;” Λέγοντας: “Όποιος κάνει το κακό είναι καλός στα μάτια του Ιεχωβά, και εκείνος ευαρεστείται με αυτόν”+ ή λέγοντας: “Πού είναι ο Θεός της δικαιοσύνης;”»