Το Όνομα του Ιεχωβά Πύργος Οχυρός
«Το όνομα του Ιεχωβά είναι πύργος οχυρός· ο δίκαιος καταφεύγων εις αυτόν, είναι εν ασφαλεία.»—Παροιμίαι 18:10, AS.
1. Γιατί πρέπει να έχωμε ακριβή γνώσι του ονόματος του Ιεχωβά; και πώς μίλησε ο Βασιλεύς Δαβίδ για τον Ιεχωβά;
ΑΣΦΑΛΕΙΑ, υπεράσπισις και ειρήνη είναι δυνατά μέσω ακριβούς γνώσεως του ονόματος του Ιεχωβά. Αυτή είναι μια από τις μεγάλες αλήθειες των Γραφών, και είναι τόσο σπουδαία ώστε η ζωή μας εξαρτάται απ’ αυτήν. Επί χιλιάδες χρόνια ο λαός του Ιεχωβά είχε εμπιστοσύνη στο όνομά του και είναι αναγκαίο τώρα να το κατανοήση αυτό η σημερινή γενεά. Ο Δαβίδ ήταν ένας που επωφελήθηκε πληρέστατα από την ασφάλεια που παρέχεται από το όνομα του Θεού, Ιεχωβά, και ένα από τα άσματα που συνέθεσε εκφράζει αύτη την αλήθεια με όχι αβέβαιο τρόπο. Έγραψε: «Ο Ιεχωβά είναι πέτρα μου, και φρούριόν μου, και ελευθερωτής μου· ο Θεός είναι ο βράχος μου· επ’ αυτόν θέλω ελπίζει· η ασπίς μου, και το κέρας της σωτηρίας μου, ο υψηλός πύργος μου, και η καταφυγή μου, . . . Θέλω επικαλεσθή τον αξιύμνητον Ιεχωβά.» (2 Σαμουήλ 22:1-4, AS) Στα εδάφια που ακολουθούν, εκδηλώνοντας αγαλλίασι και ευγνωμοσύνη, εκφράζεται με πολλές δυνατές λεκτικές εικόνες που μπορεί να φαίνωνται υπερβολικές, αλλά πράγματι μόνο ασθενώς εκφράζουν όλα όσα ο Ιεχωβά έκαμε και θα κάμη για κείνους που θέτουν την εμπιστοσύνη τους σ’ αυτόν.
2. Χρειαζόμεθα έναν «οχυρόν πύργον» σήμερα, και γιατί; Τι είναι ανάγκη να γνωρίζωμε πρώτα;
2 Στους παλαιούς χρόνους εκτίζετο ένας οχυρός πύργος για υπεράσπισι και ασφάλεια. Σήμερα δεν χρειαζόμεθα ένα οχυρό πύργο από πλίνθους, πέτρα ή τσιμέντο, διότι οι εχθροί μας δεν μας πολεμούν με τόξο και βέλος, ούτε με οβίδες ή άλλα εκρηκτικά μέσα. Ο πόλεμός μας είναι πολύ διαφορετικός, αλλά έχομε ανάγκη ασφαλείας. «Διότι αν και περιπατώμεν εν σαρκί, δεν πολεμούμεν όμως κατά σάρκα· διότι τα όπλα του πολέμου ημών δεν είναι σαρκικά, αλλά δυνατά συν Θεώ προς καθαίρεσιν οχυρωμάτων.» Η άμυνά μας δεν είναι σε υλικά πράγματα και οι εχθροί μας δεν είναι κυρίως σάρκα και αίμα. «Το λοιπόν, . . . ενδυναμούσθε εν Κυρίω, και εν τω κράτει της ισχύος αυτού· ενδύθητε την πανοπλίαν του Θεού, δια να δυνηθήτε να σταθήτε εναντίον εις τας μεθοδείας του διαβόλου· διότι δεν είναι η πάλη ημών εναντίον εις αίμα και σάρκα, αλλ’ εναντίον εις τας αρχάς, εναντίον εις τας εξουσίας, εναντίον εις τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου, εναντίον εις τα πνεύματα της πονηρίας εν τοις επουρανίοις.» (2 Κορινθίους 10:3, 4· Εφεσίους 6:10-12) Ενώ οι πιστοί των παλαιών χρόνων είχαν πέτρινους πύργους μεγάλης ασφαλείας, όμως η πραγματική των εμπιστοσύνη ήταν στο όνομα του Θεού, και όπως ακριβώς αυτοί έθεταν την εμπιστοσύνη τους σ’ αυτό, έτσι κι εμείς σήμερα. Πώς, λοιπόν, μπορούμε να ‘καταφύγωμε σ’ αυτό και να είμεθα εν ασφαλεία’; Πρέπει πρώτα να γνωρίζωμε τι σημαίνει το «όνομα».
ΤΟ ΟΝΟΜΑ
3. Εξηγήστε μερικές από τις σημασίες του ονόματος. Μας βοηθούν οι ορισμοί αυτοί; Πώς;
3 Ιεχωβά είναι το όνομα του Δημιουργού που ο ίδιος έδωσε στον εαυτό του και εμφαίνει προσωπικότητα. Υπάρχει ένας μόνο Ιεχωβά. Ποτέ δεν διαβάζομε για ‘Ιεχωβά του Ισραήλ’ ή για ‘ζώντα Ιεχωβά’, διότι ο Ιεχωβά ζη. Το όνομα δεν επιτρέπει περιορισμούς. Οι πιο ξεχωριστές ιδιότητες του ονόματος είναι η αυθυπαρξία, το αναλλοίωτον και η αιωνιότης. Αυτός απεκάλυψε τον εαυτό του στον Μωυσή. «Και είπεν ο Θεός προς τον Μωυσήν, ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ Ο,ΤΙ ΕΙΜΑΙ: . . . Ιεχωβά, ο Θεός των πατέρων σας, . . . τούτο είναι το όνομά μου εις τον αιώνα, και τούτο το μνημόσυνόν μου εις γενεάς γενεών.» (Έξοδος 3:14, 15, AS) Το όνομα «ΕΙΜΑΙ» είναι από την ίδια Εβραϊκή ριζική λέξι με το Ιεχωβά. Άλλες αποδόσεις της πλήρους φράσεως είναι «Εγώ είμαι διότι είμαι»· «Εγώ είμαι ο Ων»· «Εγώ θα είμαι ό,τι θα είμαι». Κάθε ζωντανό πλάσμα, ορατό ή αόρατο είναι ή υπάρχει λόγω κάποιας προμηθείας που έκαμε ο Ιεχωβά, αλλά ‘Αυτός είναι διότι είναι’. Μ’ αύτη την έννοια κανείς άλλος δεν είναι. Οι ορισμοί αυτοί σαφώς δείχνουν την ιδέα ανεξάρτητης υπάρξεως, ανεξελέγκτου θελήματος και ενεργείας. Πάντοτε υπάρχει και είναι ο ίδιος πάντοτε, ποτέ δεν παύει να υπάρχη, δεν μπορεί να αλλοιωθή, και είναι αιώνιος.
4. Πώς η κατανόησις του ονόματός του μας καθιστά ικανούς να έχωμε εμπιστοσύνη σ’ Αυτόν;
4 Απείρως διαφορετικό είναι το όνομα από τα ονόματα των ειδωλολατρικών θεών, διότι αυτά στηρίζονται αποκλειστικά σε αφηγήσεις του παρελθόντος που απήλαυαν εκτιμήσεως, όχι στο μέλλον· ενώ το όνομα Ιεχωβά μαρτυρεί για περασμένες πράξεις, τωρινά έργα, και μελλοντικούς σκοπούς. Ο Θεός μας Ιεχωβά είναι ό,τι ακριβώς είναι και αποφασίζει μέσα του, η δε εκδήλωσις των έργων του δεν αποφασίζεται από κάτι έξω από τον εαυτό του. Έχει απόλυτη ελευθερία και απόλυτη ανεξαρτησία και είναι απολύτως αναλλοίωτος. Τα έργα του και οι πράξεις του είναι ουσιωδώς σε συμφωνία με τον εαυτό του. Αυτό συνεπάγεται αμετάβλητη πιστότητα. «Ιεχωβά ο Θεός σου, αυτός είναι ο Θεός, ο Θεός ο πιστός, ο φυλάττων την διαθήκην και το έλεος προς τους αγαπώντας αυτόν.» (Δευτερονόμιον 7:9, AS) «Διότι εγώ είμαι ο Ιεχωβά· δεν αλλοιούμαι.» (Μαλαχίας 3:6, AS· επίσης Ησαΐας 44:6) Δεν μπορεί να λεχθή για τον Ιεχωβά ότι υπήρξε ή ότι πρόκειται να γίνη, διότι ποτέ δεν άρχισε, και δεν μπορεί ν’ αρχίση να υπάρχη. Αυτός πάντοτε είναι ένα αναντίρρητο είναι. Όταν άρχισε η δημιουργία υπήρχε ήδη. Ο Ιεχωβά αποκαλύπτει τον εαυτό του με τις πράξεις του και τις εντολές του· το όνομά του είναι μια αποκάλυψις, ένα μνημόσυνον, μια εγγύησις. Αυτός είναι ο Γινόμενος: «Θα γίνω οτιδήποτε ευαρεστούμαι.»—Εισαγωγή της Εμφατικής Βίβλου του Ρόδερχαμ.
5. Θα υπάρχη πάντοτε ο Ιεχωβά, και πώς το ξέρομε αυτό;
5 Ο Ιεχωβά είπε στον Μωυσή, «Ιδέτε τώρα ότι εγώ, εγώ είμαι, και δεν είναι Θεός πλην εμού· Εγώ θανατόνω, και ζωοποιώ· εγώ πληγόνω και ιατρεύω· Και δεν υπάρχει ο ελευθερών εκ της χειρός μου. Διότι εγώ υψόνω εις τον ουρανόν την χείρα μου, και λέγω, Ζω εγώ εις τον αιώνα.» (Δευτερονόμιον 32:39, 40) Για τον Αβραάμ είναι γραμμένο, «Και εφύτευσεν ο Αβραάμ δρυμόν εν Βηρ-σαβεέ· και επεκαλέσθη εκεί το όνομα του Ιεχωβά, του αιωνίου Θεού.» (Γένεσις 21:33, AS) Αυτό είναι ένα από τα πρώτα εδάφια των Γραφών στα οποία απαντάται μια ιδιότης του Θεού, και δείχνει κατά άμεσο τρόπο αιώνια διάρκεια. Αυτός που ζη για πάντα, συνεχίζοντας χωρίς διακοπή, χωρίς ποτέ να εξαντλήται, ατελείωτης, ακατάπαυτης, αμέτρητης διαρκείας. Οι μορφές και οι όψεις των δημιουργημένων πραγμάτων μπορεί ν’ αλλάσσουν, αλλά οι προθέσεις και οι σκοποί του Ιεχωβά είναι μόνιμοι, δεν αλλάσσουν ποτέ, δεν μπορούν να ματαιωθούν.
6. Τι αποκαλύπτει το γεγονός ότι ο Ιεχωβά είναι Ένας; Πώς μας επηρεάζη αυτό;
6 Ο Ιεχωβά είναι Ένας. Είναι γραμμένο: «Τώρα γνωρίζω, ότι ο Ιεχωβά είναι μέγας υπέρ πάντας τους θεούς.» «Ιδού, Ιεχωβά του Θεού σου είναι ο ουρανός, και ο ουρανός των ουρανών· η γη, και πάντα τα εν αυτή.» «Άκουε, Ισραήλ· Ιεχωβά ο Θεός ημών είναι είς Ιεχωβά.» (Έξοδος 18:11 και Δευτερονόμιον 10:14· 6:4, AS) Είναι ο Μόνος, Απόλυτος, Ανεξάρτητος, Αιώνιος. Για τούτο η εντολή είναι, «Θέλεις αγαπά Ιεχωβά τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου, και εξ όλης της ψυχής σου, και εξ όλης της δυνάμεώς σου.» (Δευτερονόμιον 6:5, AS) Ο Ιεχωβά είναι Ένας, και όλοι οι άλλοι θεοί είναι μηδέν. Μπορούμε να φθάσωμε να γνωρίσωμε τον μεγάλον Ύψιστον, τον Ιεχωβά, μόνο διαβάζοντας και κατανοώντας τον άγιο λόγο του, και τότε θα ιδούμε πώς αυτός διακηρύττει την παγκοσμιότητά του και ενδοξότητα σε αγιότητα. Τίποτε που δημιουργήθηκε δεν είναι άγιο αφ’ εαυτού του, διότι η φυσική καθαρότης ή ακαθαρσία δεν συμπίπτει με την αγιότητα ή την έλλειψι αγιότητος. Η αγιότης του πλάσματος αναφέρεται στο να πράττη το θέλημα του Θεού και είναι η κατάστασις στην οποία το πλάσμα είναι δεσμευμένο ενώπιον του Ιεχωβά με θεία διάταξι. Εκείνοι, επομένως, που φθάνουν να γνωρίσουν τον Ιεχωβά και να είναι συνδεδεμένοι με τον Άγιον πρέπει αμέσως να καθαρισθούν, διότι όλοι οι κανονισμοί της διαθήκης βασίζονται στην αρχή, «Θέλετε είσθαι άγιοι, διότι άγιος είμαι εγώ.» Γι’ αυτό το λόγο ο Παύλος επίσης νουθετεί: «Έχοντες, λοιπόν, αγαπητοί, ταύτας τας επαγγελίας, ας καθαρίσωμεν εαυτούς από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος, εκπληρούντες αγιωσύνην εν φόβω Θεού.»—Λευιτικόν 11:44· 2 Κορινθίους 7:1· 1 Πέτρου 1:16.
7. Τι συνεπάγεται το ότι ο Ιεχωβά είναι ο «Βράχος»; Πώς αυτό μας ενισχύει;
7 Αυτός είναι ο Βράχος: «Θέλω εξυμνήσει το όνομα του Ιεχωβά· απόδοτε μεγαλωσύνην εις τον Θεόν ημών. Αυτός είναι ο Βράχος, τα έργα αυτού είναι τέλεια· διότι πάσαι αι οδοί αυτού είναι κρίσις· Θεός πιστός, και δεν υπάρχει αδικία εν αυτώ· δίκαιος και ευθύς είναι αυτός.» «Γενού εις εμέ ισχυρός βράχος· οίκος καταφυγής, δια να με σώσης. Διότι πέτρα μου και φρούριόν μου είσαι.» «Αυτός βεβαίως είναι πέτρα μου, και σωτηρία μου· προπύργιόν μου· δεν θέλω σαλευθή πολύ.» «Αυτοί εφορμώσι κατά της ψυχής του δικαίου, και αίμα αθώον καταδικάζουσιν. Αλλ’ ο Ιεχωβά είναι εις εμέ καταφύγιον· και ο Θεός μου, το φρούριον της ελπίδος μου.» Αυτός είναι η αόρατη βάσις πεποιθήσεως, ο τελείως άμεμπτος, διότι είναι ο Μόνος αληθινός και δίκαιος. «Η δικαιοσύνη σου είναι ως τα υψηλά όρη· αι κρίσεις σου άβυσσος μεγάλη· ω Ιεχωβά.» Ο Ιεχωβά και ο Βασιλεύς του, Χριστός Ιησούς, πάντοτε πράττουν εκείνο που είναι δίκαιο και προσαρμόζεται και ανταποκρίνεται πλήρως στους σκοπούς του και στις ενέργειές του. Ο Αβραάμ είπε, «Μη γένοιτο ποτέ εις σε! ο κρίνων πάσαν την γην δεν θέλει κάμει κρίσιν;» Ο Ιεχωβά είναι ο Μέγας Βράχος της Αιωνιότητος.—Δευτερονόμιον 32:3, 4· Ψαλμός 31:2, 3· 36:6· 62:2· 94ος 21, 22· Γένεσις 18:25, AS.
8. Εξηγήστε τους πέντε τίτλους που αναφέρονται εδώ.
8 Πρέπει επίσης να γνωρίζωμε τον Ιεχωβά με τον τίτλο του Θεός, που σημαίνει ο δημιουργός του ουρανού και της γης, κάθε αγαθού, και ο δοτήρ ζωής στους ευπειθείς. Ως ο Παντοδύναμος, έχει απεριόριστη δύναμι, και κανείς δεν μπορεί να του προβάλη αντίστασι. Αποκαλύπτει τον εαυτό του ως τον Ύψιστον, δείχνοντας καθαρά ότι είναι υπεράνω όλων, ο μέγας Υπέρτατος, η Υψίστη Εξουσία. Επίσης ως «Κύριος των δυνάμεων» φανερώνεται ότι είναι αρχηγός όλων των ουρανίων στρατιών, οι οποίες πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για την καταστροφή των πονηρών στον μέγιστο πόλεμο όλων των καιρών. Ως Πατήρ αποκαλύπτει τον εαυτό του ως την Πηγή της ζωής, και τον αγαθόν Προμηθευτήν όλων όσοι θα ζήσουν για πάντα.
9. Τι έκαμε και είπε ο Ιεχωβά απαντώντας στην παράκλησι του Μωυσέως να δη τη δόξα του; Αναφέρατε μερικές από τις ιδιότητες που αναγράφονται. Πώς μας βοηθεί αυτό;
9 Ο Μωυσής δεήθηκε στον Ιεχωβά να δη τη δόξα του, και ο Θεός απαντώντας είπε, «Εγώ θέλω κάμει να περάση έμπροσθέν σου όλη η αγαθότης μου, και θέλω κηρύξει το όνομα του Ιεχωβά έμπροσθέν σου.» Κατόπιν ο Θεός το έκαμε αυτό, όπως αναγράφεται: «Και κατέβη ο Ιεχωβά εν νεφέλη, και εστάθη μετ’ αυτού εκεί, και εκήρυξε το όνομα του Ιεχωβά. . . . Ιεχωβά, Ιεχωβά ο Θεός, οικτίρμων και ελεήμων, μακρόθυμος, και πολυέλεος, και αληθινός, φυλάττων έλεος εις χιλιάδας, συγχωρών ανομίαν και παράβασιν και αμαρτίαν, και ουδόλως αθωόνων τον ένοχον· ανταποδίδων την ανομίαν των πατέρων επί τα τέκνα, και επί τα τέκνα των τέκνων, έως τρίτης και τετάρτης γενεάς» (Έξοδος 33:19· Έξοδος 34:5-7, AS) Έτσι πολλές θαυμαστές σημασίες περιλαμβάνονται στο όνομα Ιεχωβά: αυθύπαρκτος, κραταιός, ελεήμων, αγαθός πέρα από κάθε νόησι, μακρόθυμος, ισχυρός, πλουσιοπάροχος, αληθινός, διαφυλάττων και συγχωρών, δίκαιος, διεκδικητής, και άλλα. Αυτός είναι ο Ιεχωβά, εκείνος στον οποίον μπορούμε να πάμε σε κάθε καιρό ανάγκης, για όλες τις περιστάσεις και τις συνθήκες, και να έχωμε σ’ αυτόν τελεία εμπιστοσύνη και ασφάλεια, ο Ιεχωβά που πρέπει να τον γνωρίζωμε, να τον φοβούμεθα και να τον λατρεύωμε.
ΠΩΣ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΠΡΟΜΗΘΕΥΕΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑ
10. Πώς γνωρίζομε ότι ο Παύλος και ο Κύριος Ιησούς είχαν εμπιστοσύνη στο όνομα του Πατρός; Εξηγήστε.
10 Η προηγούμενη πληροφορία έχει δείξει καθαρά ότι ο Ιεχωβά είναι ικανός να εκτελή όλους τους σκοπούς του. Δεχθήτε το, λοιπόν, αυτό ως γεγονός και κάμετε πρόοδο με βεβαιότητα, έχοντας την ίδια πεποίθησι με τον Παύλο, ο οποίος έλεγε: «Πιστός είναι εκείνος όστις σας καλεί, όστις και θέλει εκτελέσει.» «Πιστός όμως είναι ο Κύριος, όστις θέλει σας στηρίξει και φυλάξει από του πονηρού.» «Ας κρατώμεν την ομολογίαν της ελπίδος ασάλευτον· διότι πιστός ο υποσχεθείς.» (1 Θεσσαλονικείς 5:24· 2 Θεσσαλονικείς 3:3· Εβραίους 10:23) Ποτέ δεν θ’ απογοητεύση εκείνους που θέτουν την εμπιστοσύνη τους σ’ αυτόν. «Ευλογητός ο Ιεχωβά, διότι εθαυμάστωσε το έλεος αυτού προς εμέ, εν πόλει οχυρά. Αγαπήσατε τον Ιεχωβά, πάντες οι όσιοι αυτού· ο Ιεχωβά φυλάττει τους πιστούς, . . . Ανδρίζεσθε, και ας κραταιωθή η καρδία σας, πάντες οι ελπίζοντες επί τον Ιεχωβά.» (Ψαλμός 31:21, 23, 24, AS) Ο Αρχηγός μας πάντοτε εμπιστευόταν τελείως στον Ιεχωβά. Εγνώριζε το όνομα του Πατρός, και για τη μεγάλη του δοκιμασία όταν ήταν μπροστά στον Πιλάτο, αναγράφονται τα ακόλουθα: «Λέγει λοιπόν προς αυτόν ο Πιλάτος, Προς εμέ δεν λαλείς; δεν εξεύρεις ότι εξουσίαν έχω να σε σταυρώσω, και εξουσίαν έχω να σε απολύσω; Απεκρίθη ο Ιησούς, Δεν είχες ουδεμίαν εξουσίαν κατ’ εμού, εάν δεν σοι ήτο δεδομένον άνωθεν.» Η εμπιστοσύνη επίσης ήταν πλήρης όταν είπε στον Πέτρο στον κήπο της Γεθσημανή: «Επίστρεψον την μάχαιράν σου εις τον τόπον αυτής· διότι πάντες όσοι πιάσωσι μάχαιραν, δια μαχαίρας θέλουσιν απολεσθή· ή νομίζεις ότι δεν δύναμαι ήδη να παρακαλέσω τον Πατέρα μου, και θέλει στήσει πλησίον μου περισσοτέρους παρά δώδεκα λεγεώνας αγγέλων;» Ακόμη και οι βασανισταί του και σκληροί φονείς του επιστοποίησαν την εμπιστοσύνη του, διότι όταν εκρέμονταν στο ξύλο είπαν υβριστικώς πολλά πράγματα, όπως λόγου χάριν: «Πέποιθεν επί τον Θεόν· ας σώση τώρα αυτόν, εάν θέλη αυτόν· επειδή είπεν, Ότι Θεού Υιός είμαι.» (Ιωάννης 19:10, 11· Ματθαίος 26:52, 53· 27:43) Είχε προφητευθή ότι θα εμπιστευόταν έτσι. «Ήλπισεν επί τον Ιεχωβά· ας ελευθερώση αυτόν· ας σώση αυτόν, επειδή θέλει αυτόν.» (Ψαλμός 22:8, AS) Ο Ιησούς Χριστός εμπιστεύθηκε, γνωρίζοντας το όνομα του Πατρός του, και σημειώστε τα θαυμαστά αποτελέσματα: «Κατά την ενέργειαν του κράτους της ισχύος αυτού· την οποίαν ενήργησεν εν τω Χριστώ, αναστήσας αυτόν εκ νεκρών· και εκάθισεν εκ δεξιών αυτού εν τοις επουρανίοις, υπεράνω πάσης αρχής και εξουσίας, και δυνάμεως και κυριότητος, και παντός ονόματος ονομαζομένου, ου μόνον εν τω αιώνι τούτω, αλλά και εν τω μέλλοντι.»—Εφεσίους 1:19-21.
11. Μήπως το να έχωμε εμπιστοσύνη στο όνομα του Ιεχωβά σημαίνει ότι θα είμεθα απηλλαγμένοι από διωγμό ή σωματική βλάβη; Ποια ήταν η μαρτυρία του Παύλου, και πώς αυτός ήταν ασφαλής;
11 Πώς, λοιπόν, ενεργεί η προστατευτική ιδιότης του ονόματος, αφού βλέπομε ότι οι πιστοί δούλοι του Ιεχωβά έπρεπε να υπομείνουν τόσο μεγάλο διωγμό και σωματικά παθήματα; Ο Παύλος λέγει: «Κατά πάντα θλιβόμενοι, αλλ’ ουχί στενοχωρούμενοι· απορούμενοι, αλλ’ ουχί απελπιζόμενοι· διωκόμενοι, αλλ’ ουχί εγκαταλειπόμενοι· καταβαλλόμενοι, αλλ’ ουχί απολλύμενοι· πάντοτε την νέκρωσιν του Κυρίου Ιησού περιφέροντες εν τω σώματι, δια να φανερωθή εν τω σώματι ημών και η ζωή του Ιησού.» «Εν παντί συνιστώντες εαυτούς ως υπηρέται Θεού, εν υπομονή πολλή, εν θλίψεσιν, εν ανάγκαις, εν στενοχωρίαις, εν ραβδισμοίς, εν φυλακαίς.» (2 Κορινθίους 4:8-10· 2 Κορινθίους 6:4, 5) Αλλ’ ο Παύλος ήταν ασφαλής. Είχε μια ευθεία, πιστή διαγωγή απέναντι του Ιεχωβά, και του Κυρίου Ιησού, και όλων των ανθρώπων, και είχε επίσης μια ζωντανή πίστι στις επαγγελίες του Ιεχωβά. Ήταν πιστός και αξιόπιστος στη διακονία που του ήταν εμπιστευμένη, και είχε μεγάλη αγάπη για τον Κύριον και τους αδελφούς. Ήταν υπομονητικός κάτω από τα παθήματα και μειλίχιος ανάμεσα στις κακοποιήσεις και τις προκλήσεις. Διατηρούσε μια σταθερή στάσι απέναντι στις δυνάμεις της οργανώσεως του Διαβόλου, αόρατης και ορατής.
12. Εξηγήστε την ασφάλεια του Παύλου, και γιατί αυτός είχε εμπιστοσύνη;
12 Επομένως, καλά είπε, «Τον αγώνα τον καλόν ηγωνίσθην, τον δρόμον ετελείωσα, την πίστιν διετήρησα· του λοιπού μένει εις εμέ ο της δικαιοσύνης στέφανος, τον οποίον ο Κύριος θέλει μοι αποδώσει εν εκείνη τη ημέρα, ο δίκαιος κριτής.» (2 Τιμόθεον 4:7, 8) Αντίκρυζε την επιδοκιμασία του Θεού, και αισθανόταν τον εαυτό του τελείως ασφαλή. «Δια την οποίαν αιτίαν και πάσχω ταύτα· πλην δεν επαισχύνομαι· διότι εξεύρω εις τίνα επίστευσα, και είμαι πεπεισμένος ότι είναι δυνατός να φυλάξη την παρακαταθήκην μου μέχρις εκείνης της ημέρας.» (2 Τιμόθεον 1:12) Ο Παύλος δεν ήταν ασφαλής από σαρκική βλάβη, αλλά είχε πεποίθησι στον Θεό, στον οποίον είχε εμπιστευθή τα πάντα, «διότι ελπίζομεν εις τον ζώντα Θεόν, όστις είναι ο Σωτήρ πάντων ανθρώπων, μάλιστα των πιστών.» (1 Τιμόθεον 4:10) «Δεν παύομαι . . . μνημονεύων υμάς εν ταις προσευχαίς μου· δια να σας δώση ο Θεός του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ο Πατήρ της δόξης, πνεύμα σοφίας και αποκαλύψεως εις επίγνωσιν αυτού· ώστε να φωτισθώσιν οι οφθαλμοί του νοός σας, εις το να γνωρίσητε ποία είναι η ελπίς της προσκλήσεως αυτού, και τις ο πλούτος της δόξης της κληρονομίας αυτού εις τους αγίους.» (Εφεσίους 1:16-18) Εγνώριζε ότι όλοι όσοι ενεπιστεύοντο και ήσαν πιστοί θα εσώζοντο για να κληρονομήσουν τις μεγάλες αυτές επαγγελίες. Ο Παύλος εγνώριζε ποιο όνομα αντιπροσώπευε, και μπορούσε να εξασκήση εμπιστοσύνη σε όλες τις πείρες του.
13. Ποια πείρα επήλθε στον Ισραήλ από μέρους του Αμαλήκ, η οποία εδίδαξε εμπιστοσύνη στο όνομα του Ιεχωβά;
13 Μερικές φορές είναι σύμφωνο με το θέλημα του Θεού να προστατευθούν οι δούλοι του από σωματική βλάβη, και μερικές φορές την επιτρέπει να έλθη, αλλά πάντοτε, αν κατανοούμε όλα όσα αντιπροσωπεύει το όνομα, αυτό θα είναι «πύργος οχυρός» και μπορούμε να προσφύγωμε σ’ αυτό για ασφάλεια. Αν εμπιστευώμεθα, τότε τα τελικά αποτελέσματα είναι πάντα καλά. Ο Μωυσής εγνώριζε το όνομα του Ιεχωβά και προσέφυγε σ’ αυτό για υπεράσπισι. Μόλις είχαν θαυματουργικά διαφύγει τις στρατιές του Φαραώ τα πολλά πλήθη του Ισραήλ, όταν οι Αμαληκίτες τούς επετέθησαν χωρίς να προκληθούν. Αυτό έγινε μ’ ένα πάρα πολύ προδοτικό και άνανδρο τρόπο, διότι επήλθαν εναντίον τους από το πίσω μέρος του στρατοπέδου, για να χτυπήσουν τους αδυνάτους κι εκείνους που ήσαν λιπόψυχοι και κουρασμένοι. (Δευτερονόμιον 25:17, 18) Τότε ο Μωυσής απεφάσισε να πολεμήση τον Αμαλήκ, ο δε Ιησούς του Ναυή ωδηγούσε το στράτευμα ενώ ο Μωυσής, ο Ααρών και ο Ωρ επήγαν στην κορυφή ενός βουνού. Εκεί ο Μωυσής, ο μέγας μεσίτης, ύψωσε το χέρι του με τη ράβδο, ως σαφή ένδειξι ότι εξηρτάτο από τον Ιεχωβά για τη νίκη. Εφ’ όσον ο Μωυσής κρατούσε επάνω τα χέρια του, ο Ισραήλ υπερίσχυε, αλλ’ όταν έπεφταν τα χέρια του, υπερίσχυε ο Αμαλήκ. Για τούτο του εδόθηκε κατάλληλη βοήθεια ώστε τα χέρια του εκρατούντο επάνω ώσπου έδυσε ο ήλιος, και τότε πλέον ο Ιησούς είχε κερδίσει τη νίκη. Τότε «είπεν ο Ιεχωβά προς τον Μωυσήν, Γράψον τούτο εν βιβλίω προς μνημόσυνον, και παράδος εις τα ώτα του Ιησού· . . . Και ωκοδόμησεν εκεί ο Μωυσής θυσιαστήριον, και εκάλεσε το όνομα αυτού Ιεχωβά Νισσί». Δηλαδή, «ο Ιεχωβά είναι η σημαία μου.» (Έξοδος 17:14-16, AS, περιθώριον) Ο Ιεχωβά ήταν εκείνος που είχε πολεμήσει για τον Ισραήλ και η δόξα ωφείλετο σ’ αυτόν. Δεν στήθηκε εκεί κάποια στήλη για τον Ιησούν του Ναυή, αλλά ένα θυσιαστήριο για τον Ιεχωβά, διότι υπήρξε η υπεράσπισις και ο οχυρός πύργος του Ισραήλ. Ο Μωυσής εγνώρισε το έλεος και τη στοργική αγαθότητα του Αιωνίου.
14. Δείξτε πως η μάχη μεταξύ Δαβίδ και Γολιάθ φανερώνει καθαρά ασφάλεια στο όνομα του Ιεχωβά.
14 Υπάρχει η συγκινητική σύγκρουσις του Δαβίδ με τον Γολιάθ. Οι Φιλισταίοι είχαν προκαλέσει τον Ισραήλ και τον Θεό του Ιεχωβά, και έκαναν να παρελαύνη στο πεδίον της μάχης ο γίγας των Γολιάθ επί σαράντα ημέρες, περιμένοντας ν’ αντιμετωπίσουν οι φοβισμένοι Ισραηλίτες την αλαζονική του πρόκλησι. Ο Δαβίδ ήλθε επί σκηνής, και είδε αμέσως τον απερίτμητον Φιλισταίον να προκαλή τα στρατεύματα του ζώντος Θεού. Εδέχθη την πρόκλησι, και καθώς συναντήθηκαν για θανάσιμη πάλη, ο Γολιάθ κατηράσθη τον Δαβίδ στον θεόν του και είπε: «Κύων είμαι εγώ, ώστε έρχεσαι προς εμέ με ράβδους;» Τότε ο μεγάλος αυτός όγκος σαρκός, ωπλισμένος μέχρις οδόντων, εβρυχήθη απειλώντας τον νεαρό Δαβίδ με τρόπο που θα μπορούσε να εμβάλη φόβο στην καρδιά οποιουδήποτε ανθρώπου. Αλλ’ ο Δαβίδ προχώρησε στη μάχη θαρραλέα, άφοβα, με πλήρη εμπιστοσύνη ότι θα νικούσε. Μην αμφιβάλλοντας ούτε διστάζοντας ποτέ, απαντά σ’ αυτόν τον ογκώδη θρασύδειλον Φιλισταίο με τα εξής λόγια: «Συ έρχεσαι εναντίον μου με ρομφαίαν, και δόρυ, και ασπίδα· εγώ δε έρχομαι εναντίον σου εν τω ονόματι του Ιεχωβά των δυνάμεων, του Θεού των στρατευμάτων του Ισραήλ, τα οποία συ εξουθένησας· την ημέραν ταύτην θέλει σε παραδώσει ο Ιεχωβά εις την χείρα μου· και θέλω σε πατάξει, και αφαιρέσει από σου την κεφαλήν σου . . . διότι του Ιεχωβά είναι η μάχη, και αυτός θέλει σας παραδώσει εις την χείρα ημών.» (1 Σαμουήλ 17:43-47, AS) Ο Δαβίδ έθεσε όλη την εμπιστοσύνη του στο όνομα του Ιεχωβά και βασίσθηκε εντελώς επάνω σ’ αυτό για την επιτυχία. Για κείνους που παρατηρούσαν, θα φαινόταν πως ο Δαβίδ έρριχνε τον εαυτό του στο στόμα της καταστροφής, αλλ’ ο Δαβίδ ήξερε σε ποιον είχε εμπιστοσύνη και ότι ο Ιεχωβά θα ήταν τόσο ισχυρός όσο και το όνομά του. Είχε εμπιστοσύνη στον «οχυρόν πύργον» και ήταν ασφαλής. Εκεί ο Δαβίδ στεκόταν (χωρίς ρομφαία ή ασπίδα ή πανοπλία) μπροστά στον γίγαντα πολεμιστήν και όλες τις δυνάμεις των Φιλισταίων, αλλά ήταν ασφαλής και ακλόνητος στο όνομα του Ιεχωβά. «Έρχομαι εναντίον σου εν τω ονόματι του Ιεχωβά» ήταν η υπεράσπισίς του. Ο παντοδύναμος Θεός των προθέσεων δεν τον εγκατέλειψε.
15. Ποια πείρα είχε ο Ιωσαφάτ με τον Αχαάβ, η οποία διδάσκει την ανάγκη να φροντίσωμε να μάθωμε πρώτα το θέλημα του Ιεχωβά;
15 Ένας άλλος δούλος που εμπιστεύθηκε στο όνομα του Ιεχωβά ήταν ο Ιωσαφάτ. «Υψώθη η καρδία αυτού εις τας οδούς του Ιεχωβά.» (2 Χρονικών 17:6, AS) Ποτέ δεν κινήθηκε εναντίον του εχθρού χωρίς την επιδοκιμασία του Ιεχωβά. Σε μια περίπτωσι ο Αχαάβ, ο βασιλεύς του Ισραήλ, εζήτησε από τον Ιωσαφάτ να ενωθή μαζί του στη μάχη εναντίον των Συρίων, κατά των οποίων πολεμούσε επί τρία χρόνια. Η θυγατέρα του Αχαάβ είχε νυμφευθή τον γυιό του Ιωσαφάτ, κι έτσι υπήρχε οικογενειακή συγγένεια, κατά πνεύμα δε ενώθηκε ο βασιλεύς του Ιούδα με τον Αχαάβ, αλλά είπε τα εξής: «Ερώτησον πρώτον, παρακαλώ, τον λόγον του Ιεχωβά.» Ο Αχαάβ, λοιπόν, έφερε 400 περίπου από τους προφήτες του και αυτοί είπαν στον βασιλέα να πάη να πολεμήση, διότι θα εχαρίζετο νίκη. Αλλ’ ο Ιωσαφάτ δεν ήταν ικανοποιημένος. «Δεν είναι ενταύθα έτι προφήτης του Ιεχωβά, δια να ερωτήσωμεν δι’ αυτού;» Ο Αχαάβ απήντησε, «Είναι έτι άνθρωπος τις, δια του οποίου δυνάμεθα να ερωτήσωμεν τον Ιεχωβά· πλην εγώ μισώ αυτόν· διότι δεν προφητεύει καλόν περί εμού, αλλά πάντοτε κακόν· είναι ο Μιχαΐας ο υιός του Ιεμλά.» Ο Μιχαΐας φέρθηκε εκεί, πιθανώς από τη φυλακή, για να μεταδώση το άγγελμά του, και αυτό το έπραξε άφοβα εις πείσμα των απειλών που έκαναν οι αγγελιαφόροι του βασιλέως. «Ζη ο Ιεχωβά, ό,τι μοι είπη ο Θεός μου, τούτο θέλω λαλήσει.» Το άγγελμα ήταν ευνοϊκό για τον Ιωσαφάτ, αλλ’ εναντίον του Αχαάβ. (2 Βασιλέων 8:18· 2 Χρονικών 18:1-34, AS) Εκείνοι που προχωρούν με εμπιστοσύνη στο όνομα του Ιεχωβά, πρέπει να γνωρίζουν ότι πράττουν το θέλημά του και όχι το δικό τους, όπως συνέβαινε στην περίπτωσι του Ιωσαφάτ. Αυτός εγνώριζε το όνομά του. Ο Ιεχωβά είναι πάνσοφος και αληθινός στις υποσχέσεις του.
16. Πώς κατέδειξε ο Ιεχωβά την προστασία του στον Ιωσαφάτ και στον Ιούδα από τις στρατιές του Μωάβ, Αμμών και των από του όρους Σηείρ;
16 Αργότερα ο Ιωσαφάτ πολιορκείται από τις συνενωμένες δυνάμεις του Μωάβ, Αμμών και των από του όρους Σηείρ, δηλαδή από ένα τεράστιο πλήθος. Τι θα έκανε ο καλός βασιλεύς; Αμέσως προσφεύγει στον «οχυρόν πύργον» Ιεχωβά. «Και εφοβήθη ο Ιωσαφάτ, και εδόθη εις το να εκζητή τον Ιεχωβά, και εκήρυξε νηστείαν δια παντός του Ιούδα.» (2 Χρονικών 20:1-4, AS) Προσέξτε την προσευχή που αναπέμπει εξυψώνοντας τον Ιεχωβά, στη σύνθεσί της και στην έκφρασί της, μια από τις πιο αξιοσημείωτες που ανεγράφησαν ποτέ στις Εβραϊκές Γραφές. Ο Ιεχωβά αναγνωρίζεται ως υπέρτατος με ακαταμάχητη δύναμι που εκτείνεται πάνω από κάθε πλάσμα στον ουρανό και στη γη, ως ο παγκόσμιος Κυρίαρχος. Επειδή ήσαν σε σχέσι διαθήκης μ’ Αυτόν, έπρεπε να απευθυνθούν στον Ιεχωβά όταν βρίσκονταν σε κίνδυνο. Κάνει έκκλησι στη δικαιοσύνη Του και την χρησιμοποιεί στο πλήρες για να υπομνήση ότι δεν τους είχε επιτραπή να εισβάλουν στη χώρα των εχθρών των και τώρα αυτοί είχαν επιτεθή κατά του Ιούδα, και τελικά λέγει: «Και δεν εξεύρομεν τι να κάμωμεν· αλλ’ επί σε είναι οι οφθαλμοί ημών.» (2 Χρονικών 20:12) Δεν είχαν δική τους δύναμι και συνεπώς εξηρτώντο εντελώς από τον Ιεχωβά. Ο βασιλεύς αυτός εγνώριζε το όνομα του Ιεχωβά και ότι ήταν οχυρός πύργος, και ήταν ασφαλής σ’ αυτό. Ο Ιεχωβά κατέστρεψε τις ωργανωμένες δυνάμεις του Μωάβ, Αμμών και των από του όρους Σηείρ μ’ ένα χτύπημα, κάνοντας αυτούς τους πονηρούς αντιπάλους του λαού του Θεού να γίνουν όργανα καταστροφής ο ένας στον άλλον. Ο Ιωσαφάτ, ένας δούλος του Θεού, κατέφυγε στο όνομα του Ιεχωβά και ήταν ασφαλής.
17, 18. (α) Μήπως πιστότης στον Θεό σημαίνει ότι ο εχθρός ποτέ δεν θα επιτεθή, και τι δείχνει το θείο υπόμνημα; (β) Πώς ανεγράφη πεποίθησις και εμπιστοσύνη στο όνομα του Ιεχωβά;
17 Κατόπιν υπήρξε καιρός που ο αλαζονικός Ασσύριος μονάρχης εσκόπευε να καταστρέψη την Ιερουσαλήμ. Ο Εζεκίας ήταν βασιλεύς. Το θείο υπόμνημα λέγει: «Έπραξε το καλόν και ευθές και αληθινόν, ενώπιον Ιεχωβά του Θεού αυτού. Και εις παν έργον το οποίον ήρχισεν εις την υπηρεσίαν του οίκου του Θεού, και εις τον νόμον, και εις τα προστάγματα, εκζητών τον Θεόν αυτού, έκαμνεν αυτό εξ όλης της καρδίας αυτού, και ευωδούτο. Μετά τα πράγματα ταύτα, και την αλήθειαν ταύτην, ήλθε Σενναχειρείμ ο βασιλεύς της Ασσυρίας, και εισήλθεν εις τον Ιούδαν, και εστρατοπέδευσεν εναντίον των οχυρών πόλεων, και είπε να υποτάξη αυτάς εις εαυτόν.» (2 Χρονικών 31:20, 21· 32:1, AS) Ο Εζεκίας ετοιμάσθηκε όσο καλύτερα μπορούσε για ν’ αντισταθή στον τρομερό εχθρό, η εμπιστοσύνη του όμως ήταν στο όνομα του Ιεχωβά. Μίλησε στους άρχοντας, λέγοντας, «Ενδυναμούσθε και ανδρίζεσθε, μη φοβηθήτε, μηδέ πτοηθήτε, από προσώπου του βασιλέως της Ασσυρίας, και από προσώπου παντός του πλήθους του μετ’ αυτού· διότι πλειότεροι είναι μεθ’ ημών παρά μετ’ αυτού· μετ’ αυτού είναι βραχίονες σάρκινοι· μεθ’ ημών δε είναι Ιεχωβά ο Θεός ημών, δια να βοηθή ημάς, και να μάχηται τας μάχας ημών.» (2 Χρονικών 32:7, 8, AS) Η γεμάτη πίστι και πεποίθησι εμπιστοσύνη του Εζεκία τον είχε υψώσει πάνω από τον εχθρό. Ο Ασσύριος επροκάλεσε τον Ιεχωβά, λέγοντας: «Και μη σας κάμνη ο Εζεκίας να θαρρήτε επί τον Ιεχωβά, λέγων, Ο Ιεχωβά βεβαίως θέλει μας λυτρώσει.»—2 Βασιλέων 18:30, AS.
18 Ο Ασσύριος μονάρχης μέσω του στρατηγού του παρέβαλε τον Ιεχωβά με τους θεούς των εθνών που είχε κατακτήσει, και έστειλε μια αλαζονική επιστολή στον Εζεκία, στην οποία μετεχειρίζετο ασέβεια, ψεύδος και βλασφημία. Όταν ο Εζεκίας έλαβε την επιστολή, επήγε στον οίκον του Ιεχωβά και την ξετύλιξε μπροστά στον Κύριο και προσευχήθηκε: «Ιεχωβά Θεέ ημών, σώσον ημάς, δέομαι, εκ της χειρός αυτού· δια να γνωρίσωσι πάντα τα βασίλεια της γης, ότι συ είσαι Ιεχωβά ο Θεός, ο μόνος.» (2 Βασιλέων 19:19, AS) Ο Ιεχωβά αποδείχθηκε υπεράσπισις και οχυρός πύργος προστατεύοντας τον λαό του και εξολοθρεύοντας 185.000 στρατιώτες των Ασσυρίων, και εκδιώκοντας τον μέγαν Σενναχειρείμ πίσω στη χώρα του και στην καταδίκη του. Έτσι, «ο Ιεχωβά φυλάττει πάντας τους αγαπώντας αυτόν· θέλει δε εξολοθρεύσει πάντας τους ασεβείς.»—Ψαλμός 145:20, AS.