Διορισμός των Ικανών Διακόνων
1. Πώς υπετυπώθη στην περίπτωσι του Ιερεμία ο διορισμός των ικανών διακόνων του Ιεχωβά;
Ο ΠΑΥΛΟΣ λέγει: «Η ικανότης ημών είναι εκ του Θεού· όστις και έκαμεν ημάς ικανούς να ήμεθα διάκονοι της καινής διαθήκης.» (2 Κορ. 3:5, 6) Αυτό σημαίνει ότι ο Θεός πρέπει να είναι εκείνος που διορίζει ή προσδιορίζει ένα άτομο να είναι διάκονός του. Το γεγονός αυτό υπετυπώθη στην περίπτωσι του Ιερεμία, ο οποίος ήταν διάκονος της παλαιάς διαθήκης του νόμου του Ισραήλ. Ο Ιερεμίας, επειδή ήταν από την ιερατική οικογένεια του Ααρών, ήταν αυτοδικαίως στη γραμμή για να είναι ιερεύς στο ναό της Ιερουσαλήμ. Αλλά για να είναι κάτι περισσότερο από ιερεύς, δηλαδή, προφήτης που θα επροφήτευε σχετικά με όλα τα έθνη της γης, ο Ιερεμίας εχρειάζετο κάτι περισσότερο από το να γεννηθή ως υιός του Χελκία του ιερέως. Κανείς άνθρωπος δεν μπορούσε να τον κάμη τέτοιον προφήτην. Ο Θεός, επομένως, ο οποίος εμπνέει τις προφητείες, ήταν Εκείνος που έπρεπε να τον διορίση ή προσδιορίση ως προφήτην, να τον καταστήση ικανόν. Ο Ιερεμίας τονίζει τον διορισμό ή προσδιορισμό του από τον Θεό, όταν λέγη: «Λόγος του Ιεχωβά έγεινε προς εμέ, λέγων, Πριν σε μορφώσω εν τη κοιλία σε εγνώρισα· και πριν εξέλθης εκ της μήτρας σε ηγίασα· προφήτην εις τα έθνη σε κατέστησα. . . . θέλεις υπάγει προς πάντας, προς τους οποίους θέλω σε εξαποστείλει· και πάντα όσα σε προστάξω, θέλεις ειπεί. . . . Και εξέτεινεν ο Ιεχωβά την χείρα αυτού, και ήγγισε το στόμα μου· και είπεν ο Ιεχωβά προς εμέ, Ιδού, έθεσα τους λόγους μου εν τω στόματί σου. Ιδέ, σε κατέστησα σήμερον επί τα έθνη.»—Ιερεμ. 1:4-10, ΜΝ.
2. Γιατί ο Ιησούς εχρειάζετο το ίδιο είδος διορισμού;
2 Ακόμη και ο Ιησούς ο τέκτων ο από Ναζαρέτ έπρεπε να έχη αυτόν τον διορισμό από τον Ιεχωβά Θεό. Ως άνθρωπος ο Ιησούς δεν ήταν από ιερατική οικογένεια του Ισραήλ. Ως μέλος της βασιλικής φυλής του Ιούδα ήταν κληρονόμος του επιγείου θρόνου του Δαβίδ, αλλά όχι ενός ουρανίου θρόνου και βασιλείας. Για να είναι ένας αρχιερεύς όμοιος με τον βασιλικόν ιερέα Μελχισεδέκ, ο Ιησούς έπρεπε να διορισθή από τον Ιεχωβά, ο δε Ιεχωβά είχε ορκισθή προφητικώς ότι ο Ιησούς θα ήταν ένας τέτοιος βασιλικός ιερεύς. Για να είναι ένας ουράνιος βασιλεύς καθήμενος στον θρόνον του Ιεχωβά στα δεξιά του, ο Ιησούς έπρεπε να χρισθή με κάτι περισσότερο από το χριστήριον έλαιον στα χέρια ενός ανθρωπίνου προφήτου ή ιερέως. Έπρεπε να χρισθή και έτσι να διορισθή ή προσδιορισθή με το άγιο πνεύμα από τον Ιεχωβά Θεό. Καθώς γράφει ο Παύλος: «Ο Χριστός δεν εδόξασεν εαυτόν δια να γείνη αρχιερεύς, αλλ’ ο λαλήσας προς αυτόν, “Υιός μου είσαι συ, εγώ σήμερον σε εγέννησα.” Καθώς και αλλαχού λέγει, “Συ είσαι ιερεύς εις τον αιώνα κατά την τάξιν Μελχισεδέκ”.»—Εβρ. 5:5, 6.
3. Πώς κατέδειξε ο Ιησούς ότι ο διορισμός του δεν ήταν από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, αλλ’ από τον Ιεχωβά;
3 Ο Ιησούς έλαβε τον αναγκαίο διορισμό από τον Θεό. Όταν ο Ιωάννης, ο υιός του ιερέως Ζαχαρία, εβάπτισε τον Ιησούν στον Ιορδάνη Ποταμό, δεν διώρισε τον Ιησούν να είναι ιερεύς ή βασιλεύς. Δεν μπορούσε να το κάμη αυτό. Ο Ιωάννης δεν εγνώριζε γιατί εβάπτιζε τον Ιησούν. Δεν κατανοούσε τότε ότι εβάπτιζε τον Ιησούν απλώς για να συμβολίση το ότι ο Ιησούς είχε αφιερωθή να πράξη το θέλημα του Θεού για το οποίο είχε έλθει στον κόσμο. Το εν ύδατι βάπτισμα εσυμβόλιζε την αφιέρωσι του Ιησού για μια αλλαγή πορείας στη ζωή. Αφού ο Ιησούς εβαπτίσθη και εβγήκε από το νερό, τότε για πρώτη φορά ο ουράνιος Πατήρ του Ιεχωβά Θεός τον διώρισε ή προσδιώρισε, αναγνωρίζοντας με ακουστό τρόπο τον αφιερωμένον Ιησούν ως πνευματικό του Υιό και χρίοντας τον με το άγιό του πνεύμα. (Ματθ. 3:13-17) Λίγο αργότερα, για να δείξη ότι ο Ιεχωβά ήταν εκείνος που τον διώρισε και όχι ο ιερατικός Ιωάννης ο Βαπτιστής, ο Ιησούς επήγε στη συναγωγή της Ναζαρέτ και ανέγνωσε στον λαό την προφητεία του Ησαΐα: «Πνεύμα Ιεχωβά είναι επ’ εμέ, επειδή με έχρισε δια να ευαγγελίζωμαι εις τους πτωχούς, με απέστειλε δια να κηρύξω.» Κατόπιν ο Ιησούς είπε στο εκκλησίασμα: «Σήμερον επληρώθη η γραφή αύτη εις τα ώτα υμών.»—Λουκ. 4:16-21, ΜΝΚ· 3:21-23.
4. Ποια εδάφια δείχνουν τον διορισμό του Παύλου από τον Ιεχωβά;
4 Είχε και ο Παύλος επίσης αυτόν τον διορισμό ή προσδιορισμό από τον Θεό; Αυτός είπε: «Εις το οποίον ετάχθην εγώ κήρυξ και απόστολος . . . διδάσκαλος των εθνών εις την πίστιν και εις την αλήθειαν.» (1 Τιμ. 2:7) ‘Τεταγμένος’ ή διωρισμένος από ποιον; Ο Παύλος απαντά με τα λόγια του προς τους Γαλάτας: «Παύλος, απόστολος ουχί από ανθρώπων, ουδέ δι’ ανθρώπου, αλλά δια Ιησού Χριστού, και Θεού Πατρός. . . . Ότε δε ηυδόκησεν ο Θεός, ο προσδιορίσας με εκ κοιλίας μητρός μου, και καλέσας δια της χάριτος αυτού, να αποκαλύψη τον Υιόν αυτού εν εμοί, δια να κηρύττω αυτόν μεταξύ των εθνών, ευθύς δεν συνεβουλεύθην σάρκα και αίμα· ουδέ ανέβην εις Ιεροσόλυμα προς τους προ εμού αποστόλους.» (Γαλ. 1:1, 15-17) Ο Παύλος εβαπτίσθη, ίσως από τον Ανανία ο οποίος του είπε να βαπτισθή. Κατόπιν ο Παύλος ‘επλήσθη πνεύματος αγίου’ εις απόδειξιν του ότι είχε διορισθή ή προσδιορισθή από τον Ιεχωβά μέσω του Χριστού, ο οποίος τον είχε εκλέξει ως σκεύος για να φέρη το όνομά του.—Πράξ. 9:15-18.
5, 6. Ποιο μέρος εξετέλεσε ο Πέτρος, αν εξετέλεσε, στον διορισμό του Κορνηλίου, των συγγενών του και των στενών φίλων του;
5 Ακόμη και οι πρώτοι απερίτμητοι Εθνικοί προσήλυτοι είχαν αυτόν τον διορισμό ή προσδιορισμό από τον Θεό να είναι διάκονοι της νέας του διαθήκης. Αν ο διορισμός των δεν ήταν από τον Θεό, οι εξ Ιουδαίων Χριστιανοί θα ήσαν απροετοίμαστοι και απρόθυμοι να τους αναγνωρίσουν τότε ως διορισμένους Χριστιανούς διακόνους. Προτού ο απόστολος Πέτρος τελειώση το κήρυγμα στον Ιταλό Κορνήλιο και σε πολλούς από τους συγγενείς του και τους στενούς φίλους του, οι απερίτμητοι αυτοί μη-Ιουδαίοι επίστεψαν και εδέχθησαν το έλεος του Θεού μέσω του Χριστού και ο Θεός τούς διώρισε ή προσδιώρισε ως διακονικούς μάρτυράς του. Η Βιβλική ιστορία λέγει: «Ενώ έτι ελάλει ο Πέτρος τους λόγους τούτους, επήλθε το Πνεύμα το Άγιον επί πάντας τους ακούοντας τον λόγον. Και εξεπλάγησαν οι εκ περιτομής πιστοί, όσοι ήλθον μετά του Πέτρου, ότι η δωρεά του Αγίου Πνεύματος εξεχύθη και επί τα έθνη. Διότι ήκουον αυτούς λαλούντας γλώσσας, και μεγαλύνοντας τον Θεόν. Τότε απεκρίθη ο Πέτρος, Μήπως δύναται τις να εμποδίση το ύδωρ, ώστε να βαπτισθώσιν ούτοι, οίτινες έλαβον το Πνεύμα το Άγιον καθώς και ημείς; Και προσέταξεν αυτούς να βαπτισθώσιν εις το όνομα του Κυρίου.» Αργότερα, στην Ιερουσαλήμ, ο Πέτρος εξήγησε στους ομοίους του εξ Ιουδαίων Χριστιανούς: «Και ενώ ήρχισα να λαλώ, το Πνεύμα το Άγιον επήλθεν επ’ αυτούς, καθώς και εφ’ ημάς κατ’ αρχάς. . . . Εάν λοιπόν ο Θεός έδωκεν αυτούς την ίσην δωρεάν ως και εις ημάς, διότι επίστευσαν εις τον Κύριον Ιησούν Χριστόν, εγώ τις ήμην ώστε να δυνηθώ να εμποδίσω τον Θεόν;»—Πράξ. 10:44-48· 11:15-17.
6 Έτσι ο Πέτρος τούς εβάπτισε, όχι για να τους διορίση (ο Θεός το είχε ήδη κάμει αυτό), αλλά για να συμβολίσουν την πίστι των και την αφιέρωσί των που ο Θεός είχε ήδη δεχθή με θαυματουργική απόδειξι.
7, 8. Ως προς το σημερινό υπόλοιπο των κεχρισμένων μαρτύρων, ποια απόδειξι έχομε του ότι είναι διωρισμένοι από τον Θεό;
7 Τι θα πούμε για τους αφιερωμένους μάρτυρας του Ιεχωβά σήμερα; Και αυτοί επίσης βασίζονται σ’ αυτόν τον προσδιορισμό ή διορισμό από τον Θεό για να είναι ικανοί διάκονοί του από αυτή την πάρα πολύ αναγκαία άποψι. Σήμερα επάνω στη γη υπάρχει μόνο ένα υπόλοιπο εκείνων τους οποίους ο Ιεχωβά Θεός εξέλεγε στη διάρκεια των περασμένων δεκαεννέα αιώνων και τους προσδιώριζε ή διώριζε να είναι οι κεχρισμένοι διάκονοι της νέας διαθήκης του. Αυτοί είναι το υπόλοιπο ή οι «λοιποί» του σπέρματος της ομοίας με γυναίκα οργανώσεως του Θεού. (Αποκάλ. 12:17) Σ’ αυτούς λέγει: «Σεις είσθε μάρτυρές μου, λέγει ο Ιεχωβά, και ο δούλος μου, τον οποίον εξέλεξα.» (Ησ. 43:10, ΑΣ) Ως όμιλος αυτό το υπόλοιπο τώρα αποτελεί ένα σώμα δούλου. Αποτελεί εκείνο που ο Ιησούς στην προφητεία του ωνόμασε «πιστόν και φρόνιμον δούλον», τον οποίον «κατέστησεν επί των υπηρετών αυτού, δια να δίδη εις αυτούς την τροφήν εν καιρώ». Από ποιον έλαβε το υπόλοιπο τον διορισμό του σ’ αυτό το υπούργημα; Όχι από ανθρώπους, αλλ’ από τον Κύριό του, τον ανάσσοντα Βασιλέα Ιησούν Χριστόν. Αφότου αυτός ήλθε στη βασιλεία του το 1914 και αφότου ήλθε στο ναό το 1918 για την κρίσι πρώτα του «οίκου του Θεού», ευρήκε αυτό το υπόλοιπο των αφιερωμένων, κεχρισμένων Χριστιανών να πράττη εκείνο που είχε διορισθή να πράττη. Έκαμε, λοιπόν, σ’ αυτό ό,τι υπεσχέθη: «Αληθώς σας λέγω, ότι θέλει καταστήσει αυτόν επί πάντων των υπαρχόντων αυτού.»—Ματθ. 24:45-47.
8 Ποια απόδειξι έχομε ότι διωρίσθησαν από τον Θεό μέσω του αοράτου, δοξασμένου Χριστού του και ότι κατέστησαν ικανοί; Η απόδειξις είναι ότι δίδουν την πνευματικήν «τροφήν εν καιρώ». Ο Ιεχωβά δεν επροφήτευσε γι’ αυτούς τα ακόλουθα: «Ιδού, έρχονται ημέραι, λέγει Ιεχωβά ο Θεός, και θέλω εξαποστείλει πείναν επί την γην· ουχί πείναν άρτου, ουδέ δίψαν ύδατος, αλλ’ ακροάσεως των λόγων του Ιεχωβά.» (Αμώς 8:11, ΑΣ) Τα επροφήτευσε αυτά για τον κλήρον του «Χριστιανικού κόσμου» και τις εκκλησίες των. Αυτοί απορρίπτουν την τροφή που διακονείται με τα χέρια και τα στόματα της τάξεως του «δούλου» και έτσι υποφέρουν πείνα πνευματικώς. Όλο αυτό γίνεται επειδή δεν αναγνωρίζουν τον μη συνήθη τρόπο διορισμού ή προσδιορισμού της τάξεως του «πιστού και φρονίμου δούλου». Αλλά υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες άλλων που έχουν συναίσθησι της πνευματικής των ανάγκης και οι οποίοι ανακαλύπτουν από πού πρέπει να λάβουν την πνευματική των τροφή και οι οποίοι την δέχονται από τα χέρια του κεχρισμένου υπολοίπου των μαρτύρων του Ιεχωβά. Αυτοί είναι οι ειλικρινείς, ταπεινοί, όμοιοι με πρόβατα άνθρωποι, τους οποίους ο Καλός Ποιμήν του Ιεχωβά, ο Ιησούς Χριστός, φέρνει στην ποίμνη για να είναι τα «άλλα πρόβατά» του και τους καθιστά «μίαν ποίμνην» με το κεχρισμένο υπόλοιπο.—Ιωάν. 10:16.
ΔΙΑΚΟΝΟΙ ΥΠΟ ΤΗΝ ΝΕΑ ΔΙΑΘΗΚΗ
9, 10. Μολονότι τα «άλλα πρόβατα» δεν μπορούν να είναι «διάκονοι της καινής διαθήκης», γιατί και αυτά επίσης είναι μεταξύ των σημερινών κατάλληλα διορισμένων διακόνων;
9 Αφού τα «άλλα πρόβατα» πρέπει ν’ ακολουθήσουν τον Καλόν Ποιμένα του Ιεχωβά, πρέπει επίσης να είναι ‘πιστοί και αληθινοί μάρτυρες’ όπως ακριβώς ήταν κι αυτός· πρέπει επίσης να είναι ικανοί διάκονοι του Ιεχωβά Θεού. Φυσικά, δεν μπορούν να είναι «διάκονοι της καινής διαθήκης» με την έννοια που ήταν ο απόστολος Παύλος, ο οποίος ήταν στη νέα διαθήκη ως μέλος του ‘αγίου έθνους’ του πνευματικού Ισραήλ και ο οποίος, συνεπώς, ήταν ιερατικός διάκονος, μέλος του ‘βασιλείου ιερατεύματος’ με ουράνια κλήσι. Αλλά πρέπει να θυμηθούμε ότι ο πνευματικός Ισραήλ υπετυπώθη ή προεσκιάσθη από τον φυσικόν Ισραήλ του αρχαίου καιρού. Ως μέλη του εκλεκτού αυτού έθνους, οι φυσικοί Ισραηλίτες ήσαν στην παλαιά διαθήκη του νόμου με τον Ιεχωβά τον Θεόν των. Ανάμεσα, όμως, στους φυσικούς Ισραηλίτες υπήρχαν πολλοί μη Ισραηλίτες που ήσαν προσωρινοί κάτοικοι ή ξένοι παρεπίδημοι και οι οποίοι υπηρετούσαν κατά διαφόρους τρόπους στον Ισραήλ, μερικοί δε απ’ αυτούς ήσαν ακόμη και δούλοι στο ναό. Και αυτοί επίσης ελάτρευαν τον Ιεχωβά ως Θεόν των, ο δε νόμος του τους επροστάτευε και παρείχε γι’ αυτούς πολλές ευλογίες και προνόμια. Αυτοί ήσαν «ο ξένος σου, ο εντός των πυλών σου», που δεν έπρεπε να εργάζονται στην ημέρα του σαββάτου του Ισραήλ. (Έξοδ. 20:8-10) Αυτοί δεν έπρεπε να φέρουν όνειδος στο όνομα του Ιεχωβά, αλλ’ έπρεπε να τον αινούν μαζί με τους φυσικούς Ισραηλίτες. Έπρεπε να δείχνουν πόσο ευλογημένοι ήσαν απ’ αυτόν μέσω του φυσικού του σπέρματος του Αβραάμ.
10 Το ίδιο συμβαίνει και με τα «άλλα πρόβατα», που είναι ο σημερινός «ξένος ο εντός των πυλών» των πνευματικών Ισραηλιτών. Αυτοί δεν είναι πνευματικοί Ισραηλίτες στη νέα διαθήκη, αλλά ζουν κάτω από τις ευλογίες και τις προμήθειες αυτής της νέας διαθήκης και πρέπει να εναρμονίζουν τη ζωή τους μ’ αυτήν. Πρέπει να είναι μια κοινωνία Νέου Κόσμου μαζί με το υπόλοιπο του πνευματικού Ισραήλ. Υπάγονται στον ένα γενικόν νόμον τού να είναι μάρτυρες του Ιεχωβά και να κηρύττουν τα νέα της Βασιλείας για μαρτυρία σε όλα τα έθνη, προτού τερματισθή τελείως το εγκόσμιο αυτό σύστημα πραγμάτων. (Ματθ. 24:14) Για να το πράξουν αυτό, πρέπει και αυτοί επίσης να είναι ικανοί, τούτο δε απαιτεί απ’ αυτούς, πρώτ’ απ’ όλα, να έχουν διορισμό από τον Θεό. Κάνοντας το αναγκαίο βήμα που οδηγεί σ’ αυτό, έχουν με προθυμία και αγάπη αφιερωθή στον Θεό μέσω του Υιού του Ιησού Χριστού, και αυτή την πλήρη παράδοσι του εαυτού των σ’ αυτόν την έχουν συμβολίσει, όπως έκαμε και ο Ιησούς, με το εν ύδατι βάπτισμα. Λόγω της κατάλληλης αφιερώσεώς των ο Θεός τούς δέχεται στη «μία ποίμνη» του Καλού του Ποιμένος Ιησού Χριστού, όχι για να είναι μέλη του πνευματικού Ισραήλ ή του βασιλικού ιερατείου με ουράνια κληρονομία ούτε για να είναι ιερατικοί διάκονοι της νέας διαθήκης, αλλά για να είναι μάρτυρες του Ιεχωβά και ικανοί διάκονοι υπό την νέαν διαθήκην. Τους διορίζει ή προσδιορίζει ως επίγειους διακόνους του, για να υπηρετούν μαζί με το κεχρισμένο υπόλοιπο του πνευματικού Ισραήλ. Όλοι αυτοί έχουν αυτόν τον διορισμό ή προσδιορισμό δυνάμει της αποδοχής της αφιερώσεώς των από τον Ιεχωβά μέσω του Ιησού Χριστού του Μεσίτου της νέας διαθήκης. Όλοι, λοιπόν, είναι διωρισμένοι διάκονοί του, είτε άρρενες είτε θήλεις κατά σάρκα.
11. Από Γραφική άποψι, πώς επηρεάζονται οι διάκονοι τους οποίους διορίζει, ο Ιεχωβά από τους κανόνας διορισμού των εγκοσμίων εθνών;
11 Επάνω σ’ αυτή τη βάσι μόνο θα ήταν κατάλληλο να τους αναγνωρίσουν ως Γραφικώς διωρισμένους διακόνους όλα τα έθνη που ισχυρίζονται ότι εκτιμούν τους Χριστιανούς διακόνους. Τα έθνη είναι ισχυρογνώμονα και δικτατορικά όταν θέτουν τους δικούς των κανόνας και απαιτήσεις, και βάσει αυτών διακηρύττουν ποιος είναι ένας πραγματικός διωρισμένος διάκονος που αναγνωρίζεται από τον Θεό. Όταν τα έθνη απαιτούν μια γραπτή εξουσιοδότησι από κάποιον άνθρωπο, όμιλο ανθρώπων ή θρησκευτική οργάνωσι, ή το να εκτελεσθή κάποια ανθρωποποίητη τελετουργία προτού αναγνωρίσουν ως διακόνους του Θεού τους αφιερωμένους αυτούς άνδρες και γυναίκες, αυτό είναι Γραφικώς άτοπον. Τις Γραφές δεν τις έγραψαν οι μη θεόπνευστοι νομοθέται του κόσμου τούτου, αλλ’ ο Θεός κατηύθυνε τη συγγραφή των Γραφών αυτών με την υποκινούσα δύναμι του πνεύματός του, οι δε αληθείς διάκονοί του έχουν τη μαρτυρία των θεοπνεύστων Γραφών του όσον αφορά τον διορισμό των απ’ αυτών επειδή έχουν αφιερωθή σ’ αυτόν. Η απόδειξις του τι πρέπει να είναι οι διωρισμένοι διάκονοί του, πρέπει να ληφθή από τον γραπτόν Λόγον του Θεού ο οποίος κάνει τον διορισμό και όχι από ανθρωποποιήτους νόμους και την νομική των εξήγησι από δικαστάς.
12, 13. Ποια κατάλληλη απάντησις πρέπει να δοθή σ’ εκείνους από τον παρόντα κόσμον που παρεμβαίνουν στον σχηματισμό και τη λειτουργία μιας κοινωνίας διακόνων, όπως των μαρτύρων του Ιεχωβά, και γιατί;
12 Ο Θεός, ο Παγκόσμιος Κυρίαρχος, έχει το δικαίωμα ν’ αποφασίζη πώς θα σχηματισθή και θα λειτουργήση η ορατή οργάνωσις του λαού του και ποιοι θα είναι οι διάκονοί του σ’ αυτήν και υπό ποιους όρους. Ακόμη και οι θρησκευτικές αποχρώσεις του «Χριστιανισμού» αναγνωρίζουν αυτό το δικαίωμα στις οργανώσεις των ιδικών των δογμάτων. Το προπερασμένο έτος ο ανώτατος διοικητικός αξιωματούχος της Πρεσβυτεριανής εκκλησίας στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, όταν μιλούσε σε 400 αντιπροσώπους της Παγκοσμίου Πρεσβυτεριανής Ενώσεως στο Πρίνσετον της Νέας Ιερσέης, περιέλαβε μεταξύ των βασικών θρησκευτικών ελευθεριών την ‘ελευθερία του καθορισμού της εσωτερικής διακυβερνήσεως και συνθηκών ενός εκκλησιαστικού σώματος.’ Κατόπιν είπε: «Όταν, σύμφωνα με τη μελετημένη και με προσευχή κρίσι μιας εκκλησίας, η ελευθερία της εκπληρώσεως αυτών των ευθυνών ουσιωδώς περιορίζεται από το κράτος ή την κοινωνία, είναι καθήκον της εκκλησίας να πη ‘όχι’ στο κράτος και ‘όχι’ στην κοινωνία.» (Τάιμς της Νέας Υόρκης, 29 Ιουλίου 1954) Οι μάρτυρες του Ιεχωβά θεοκρατικώς εμμένουν στους κανόνας και τους διορισμούς Του ως προς το πώς η οργάνωσις της Νέας του Διαθήκης πρέπει να συγκροτηθή και να λειτουργήση. Λέγουν «όχι» σ’ εκείνους από τον παρόντα κόσμον που παρεμβαίνουν.
13 Δεν χρειάζονται θρησκευτικούς ανθρώπους που να θέσουν τα χέρια επάνω τους για να χειροτονηθούν. Η χειροτονία των είναι από τον Θεό και είναι αποτέλεσμα της αφιερώσεως της αιωνίας των υπάρξεως σ’ αυτόν μέσω του Χριστού. Δεν χειροτονούνται από τα χέρια εκείνου που τους βαπτίζει στο νερό για συμβολισμό της αφιερώσεώς των. Αλλά, εφόσον το εν ύδατι βάπτισμά των έχει σχέσι προς τον διορισμό των ή τη χειροτονία των από τον Θεό, μπορούν, για αρχειακούς σκοπούς, να υποβάλουν τη χρονολογία του βαπτίσματός των ως τον κατά προσέγγισιν καιρό της χειροτονίας των, για να ικανοποιήσουν τον νόμον της χώρας όπου ζητείται χρονολογία χειροτονίας. Εκείνο που οι μάρτυρες του Ιεχωβά χρειάζονται επάνω τους για να τους καταστήση ικανούς, είναι το χέρι του Θεού, το χέρι Εκείνου ο οποίος ήγγισε το στόμα του Ιερεμία και είπε: «Ιδού, έθεσα τους λόγους μου εν τω στόματί σου.» (Ιερεμ. 1:9) Χρειάζονται το χέρι Εκείνου που έφερε τον Έσδρα τον ιερέα ασφαλώς στην Ιερουσαλήμ, «την επ’ αυτόν αγαθήν χείρα του Θεού αυτού»· το ίδιο χέρι για το οποίο ο Νεεμίας, ο οικοδόμος των τειχών της Ιερουσαλήμ, λέγει: «Και εχάρισεν ο βασιλεύς εις εμέ πάντα, κατά την επ’ εμέ αγαθήν χείρα του Θεού μου.» (Έσδρας 7:6, 9, 28· Νεεμ. 2:8, 18) Ο ψαλμωδός λέγει: «Ας ήναι η χειρ σου επί τον άνδρα της δεξιάς σου· επί τον υιόν του ανθρώπου, τον οποίον έκαμες δυνατόν εις σεαυτόν.» (Ψαλμ. 80:17) Το χέρι του Ιεχωβά είναι το πρώτο που πρέπει να είναι επάνω μας για να μας χειροτονήση ή διορίση ως ικανούς διακόνους. Χωρίς πρώτα το χέρι του επάνω μας, η επίθεσις ανθρωπίνων χειρών σ’ εμάς κατόπιν δεν έχει καμμιά δύναμι, αλλά είναι απλός τύπος.
14. Από ποιες ουσιώδεις απόψεις οι πνευματικοί Ισραηλίτες και οι αφιερωμένοι σύντροφοί των διαφέρουν από τον κλήρον του «Χριστιανισμού»;
14 Το χέρι του Ιεχωβά είναι εκείνο που θέτει χωριστά το κεχρισμένο του υπόλοιπο του πνευματικού Ισραήλ και τους αφιερωμένους συντρόφους του, που τους ξεχωρίζει. Όπως είπε προφητικά ο Βασιλεύς Σολομών στον Θεό κατά την εγκαινίασι του ναού στην Ιερουσαλήμ: «Συ εξεχώρισας αυτούς από πάντων των λαών της γης, δια να ήναι κληρονομία σου, καθώς ελάλησας δια χειρός Μωυσέως του δούλου σου, ότε εξήγαγες τους πατέρας ημών εξ Αιγύπτου, Δέσποτα Ιεχωβά.» (1 Βασ. 8:53, ΜΝΚ) Ότι όλοι τους έχουν τεθή κατά μέρος, είναι ξεχωρισμένοι από τον κόσμον αυτόν για να κηρύξουν τα αγαθά νέα της βασιλείας του Θεού, ο απόστολος Παύλος το έδειξε στον πρόλογο της επιστολής του: «Παύλος, δούλος Ιησού Χριστού, προσκεκλημένος απόστολος, κεχωρισμένος δια το ευαγγέλιον του Θεού, (το οποίον προϋπεσχέθη δια των προφητών αυτού εν ταις αγίαις γραφαίς,) περί του Υιού αυτού.» (Ρωμ. 1:1, 2) Επειδή έχουν έτσι ξεχωρισθή, είναι υποχρεωμένοι να ασκούν την αγνή, αμόλυντη μορφή λατρείας, την καθαρή θρησκεία, η οποία περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, το «να φυλάττη [τις] εαυτόν αμόλυντον από του κόσμου.» (Ιάκ. 1:27) Για τούτο δεν είναι όμοιοι με τους «κανονικούς διακόνους» ή κληρικούς του «Χριστιανισμού», οι οποίοι ισχυρίζονται ότι έχουν ξεχωρισθή και στους οποίους ο νόμος δίδει ξεχωριστή θέσι, και όμως αναμιγνύονται στην πολιτική και στις συγκρούσεις των εθνών και μολύνονται εντελώς με τον παρόντα κόσμον.
ΕΙΔΙΚΟΙ ΔΙΟΡΙΣΜΟΙ
15. Στις πρώτες Χριστιανικές εκκλησίες πώς ησκείτο η εξουσία της ενεργείας διορισμών;
15 Όλο το έθνος του πνευματικού Ισραήλ και οι αφιερωμένοι σύντροφοί του είναι ξεχωρισμένοι και έχουν μια θέσι χωριστή από αυτόν τον κόσμο. Είναι όλοι μια κοινωνία Νέου Κόσμου ικανών διακόνων. Έχουν όμως ωρισμένα μέλη μεταξύ των ειδικά ξεχωρισμένα σε διάφορες υπεύθυνες υπηρεσίες, στις οποίες είναι διωρισμένα ή προσδιωρισμένα. Παραδείγματος χάριν, στον πρώτον αιώνα υπήρχαν Χριστιανοί προφήται και διδάσκαλοι στην εκκλησία της Αντιοχείας της Συρίας, όλοι δε αυτοί διακονούσαν στις υπεύθυνες αυτές θέσεις. Το θείο υπόμνημα κατόπιν λέγει: «Και ενώ υπηρέτουν εις τον Ιεχωβά και ενήστευον, είπε το πνεύμα το άγιον, Χωρήσατε εις εμέ τον Βαρνάβαν και τον Σαύλον δια το έργον εις το οποίον προσεκάλεσα αυτούς. Τότε αφού ενήστευσαν και προσευχήθησαν, και επέθεσαν τας χείρας επ’ αυτούς, απέστειλαν.» (Πράξ. 13:1-3, ΜΝΚ) Αυτή η επίθεσις των χειρών της εκκλησίας μέσω των αντιπροσώπων της ήταν μια μορφή χειροτονίας ή διορισμού σε ειδική υπηρεσία. Αργότερα, στην πορεία της δράσεως των σ’ αυτή την ειδική υπηρεσία, ο Παύλος και ο Βαρνάβας έκαμαν διορισμούς πρεσβυτέρων, σε πρόσφατα σχηματισμένες εκκλησίες, σε υπεύθυνες θέσεις υπηρεσίας: «Και αφού εχειροτόνησαν εις αυτούς πρεσβυτέρους κατά πάσαν εκκλησίαν, προσευχηθέντες με νηστείας, αφιέρωσαν αυτούς εις τον Ιεχωβά, εις τον οποίον είχον πιστεύσει.» (Πράξ. 14:23, ΜΝΚ) Ο απόστολος Παύλος, όταν ανέθεσε στον νεαρό Τιμόθεο την εξουσία να κάνη διορισμούς, είπε: «Μηδείς ας μη καταφρονή την νεότητά σου. . . . Μη επίθετε χείρας ταχέως εις μηδένα, μηδέ γίνου κοινωνός αλλότριων αμαρτιών· φύλαττε σεαυτόν καθαρόν.»—1 Τιμ. 4:12· 5:22.
16. Γιατί οι σημερινοί θεοκρατικώς διωρισμένοι ειδικοί υπηρέται μέσα στην κοινωνία του Νέου Κόσμου, δεν αποτελούν τάξιν κλήρου;
16 Οι διορισμοί, λοιπόν, των ειδικών υπηρετών μέσα στην κοινωνία του Νέου Κόσμου πρέπει να γίνονται, όχι δημοκρατικά, αλλά θεοκρατικά, από το κυβερνών σώμα ή από εκείνους που ενεργούν ως αντιπρόσωποι του κυβερνώντος σώματος σε άλλες χώρες. Εν τούτοις, ο διορισμός αυτών των ειδικών διακονικών υπηρετών ή εποπτών (επισκόπων) μέσα στην εκκλησία, δεν σημαίνει ότι δημιουργείται μια χωριστή τάξις κλήρου, και ότι όλοι οι υπόλοιποι της εκκλησίας δεν είναι διάκονοι που κατέστησαν ικανοί από τον Θεό. Όλοι μας διατηρούμε την από Θεού ικανότητά μας εφ’ όσον μελετούμε και πιστά υπηρετούμε τον Ιεχωβά ως μάρτυρές του.
17. Στις αρχαίες ημέρες τι πραγματικά προέκυπτε «δια της επιθέσεως των χειρών των αποστόλων» και γιατί η ενέργεια αυτή δεν είναι κατάλληλη σήμερα;
17 Η αρχαία επίθεσις των χειρών υπευθύνων υπηρετών της εκκλησίας είχε τη δύναμι της χειροτονίας ή διορισμού. Η τελετουργία αυτή είχε κάποιο πραγματικό αποτέλεσμα στις αρχικές εκείνες ημέρες, οπότε ‘δια της επιθέσεως των χειρών των αποστόλων εδίδετο το πνεύμα το άγιον’. Εκείνοι που επέθεσαν τα χέρια επάνω στον Παύλο και στον Βαρνάβα δεν μετέδωσαν το πνεύμα, αλλά τους ελέχθη από το πνεύμα να τους ξεχωρίσουν για ένα ειδικό έργο. Σήμερα το πνεύμα δεν μας ομιλεί ακουστά ούτε οι απόστολοι είναι σωματικώς παρόντες μαζί μας για να επιθέσουν τα χέρια επάνω μας και να μεταδώσουν τα θαυματουργικά χαρίσματα του πνεύματος, ούτε υπάρχει κανένας καθ’ ομολογίαν Χριστιανός επάνω στη γη σήμερα που να μπορή ν’ αποδείξη Γραφικώς ότι αυτός είναι έστω και αποστολικός διάδοχος με τέτοια εξουσία. Τα θαυματουργικά εκείνα χαρίσματα του πνεύματος έχουν παρέλθει καθώς και οι αποστολικοί αγωγοί. Γι’ αυτό ακριβώς ο Παύλος κατέταξε την ‘επίθεσιν των χειρών’ ως μέρος της ‘αρχικής διδασκαλίας του Χριστού’. (Εβρ. 6:1, 2· Πράξ. 8:18 και 1 Κορ. 13:8-11) Ο τοπικισμός της κατά γράμμα επιθέσεως χειρών επάνω σ’ ένα άτομο κατά τον διορισμό του δεν έχει ειδική δύναμι σήμερα.
18. Πώς μπορεί να δηλωθή κατάλληλα ένας έγκυρος διορισμός στον διοριζόμενο;
18 Εκείνο που ενδιαφέρει είναι ο σαφής διορισμός ο ίδιος από το εξουσιοδοτημένο κυβερνών σώμα. Ο διορισμός αυτός μπορεί να γίνη προφορικώς ή με επιστολή, μάλιστα μια επίσημη επιστολή διορισμού. Εκείνο που ενδιαφέρει εδώ είναι το να προέρχεται ο διορισμός από το ανεγνωρισμένο κυβερνών σώμα, και έτσι η υπογραφή της επιστολής ή του εντύπου του διορισμού πρέπει να δείχνη ότι αυτή προέρχεται από ένα τέτοιο αυθεντικό σώμα. Το να είναι η υπογραφή γραμμένη με το χέρι ή με σφραγίδα δεν αλλοιώνει το ζήτημα ούτε εξασθενίζει ή ακυρώνει τον διορισμό. Αν η σφραγίδα είναι του κυβερνώντος σώματος και η αποτύπωσις έγινε από εκείνον που έχει την εξουσία να χρησιμοποίη την σφραγίδα αυτή, τότε ο διορισμός είναι αυθεντικός και είναι δεσμευτικός.
19, 20. Ποια αρχαία παραδείγματα τέτοιας συνηθείας περιγράφονται στη Βίβλο;
19 Αυτό είναι αληθινό μολονότι η σφράγισις μιας επιστολής ή εντύπου διορισμού μπορεί να μην είναι τόσο τελετουργική ή θεαματικώς επιβλητική όσο μια κατά γράμμα τυπική επίθεσις ανθρωπίνων χειρών επάνω στο κεφάλι ενός διοριζομένου προσώπου. Η σφράγισις μιας επισήμου επιστολής είναι καλή Βιβλική συνήθεια.
20 Όταν η βασίλισσα Ιεζάβελ ήθελε να απευθύνη οδηγίες στους πρεσβυτέρους της Ιεζραέλ, τι έκαμε; Μήπως παρεκάλεσε τον Βασιλέα Αχαάβ να υπογράψη επιστολές οδηγιών; Προσέξτε: «Έγραψεν επιστολάς εν ονόματι του Αχαάβ, και εσφράγισε δια της σφραγίδος αυτού, και απέστειλε τας επιστολάς προς τους πρεσβυτέρους, και προς τους άρχοντας, τους όντας εν τη πόλει αυτού, τους κατοικούντας μετά του Ναβουθαί.» Οι πρεσβύτεροι και οι άρχοντες ανεγνώρισαν τη σφραγίδα που είχε τεθή και εξετέλεσαν τις διαταγές που φαινομενικώς προήρχοντο από τον βασιλέα. (1 Βασ. 21:8-11) Την αξία και τη δύναμι μιας αυθεντικής σφραγίδος την έδειξε ο βασιλεύς Ασσουήρης όταν είπε στην Εσθήρ την βασίλισσά του και στον Μαροδοχαίο τον πρωθυπουργό του: «Σεις λοιπόν γράψατε υπέρ των Ιουδαίων, όπως φαίνεται εις εσάς καλόν, εν ονόματι του βασιλέως, και σφραγίσατε με το βασιλικόν δακτυλίδιον· διότι το γράμμα το γεγραμμένον εν ονόματι του βασιλέως, και εσφραγισμένον με το βασιλικόν δακτυλίδιον, είναι αμετάτρεπτον.» Ο Πρωθυπουργός Μαροδοχαίος ενήργησε σύμφωνα μ’ αυτό: «Έγραψεν εν ονόματι του βασιλέως Ασσουήρου, και εσφράγισεν αυτό με το βασιλικόν δακτυλίδιον, και εξαπέστειλε τα γράμματα δια ταχυδρόμων.» Βλέποντας αυτή την ομοιόμορφη σφραγίδα, οι διοικηταί όλων των επαρχιών της Περσίας καθώς επίσης και οι Ιουδαίοι ανεγνώρισαν τη δεσμευτική δύναμι των εγγράφων αυτών και ενήργησαν σύμφωνα με τις οδηγίες των.—Εσθήρ 8:8, 10.
21. Γιατί δεν στερείται αξίας η μέθοδος που χρησιμοποιεί η Εταιρία Σκοπιά για να δείξη τους διορισμούς υπηρετών για τις εκκλησίες των μαρτύρων του Ιεχωβά;
21 Ας μην υποτιμά, λοιπόν, κανείς τη δύναμι μιας κατάλληλα σφραγισμένης επιστολής· η σφραγίδα δίνει σ’ αυτήν βαρύτητα και κύρος. Σημειωτέον, ότι μια στερεότυπη επιστολή με τέτοια αληθινή, επίσημη σφραγίδα, μπορεί να διορίση περισσοτέρους από έναν υπηρέτην μιας εκκλησίας, αλλά τα καθήκοντα που ανατίθενται σ’ ένα διοριζόμενο άτομο καθορίζουν τον βαθμό της ευθύνης του διοριζομένου αυτού ατόμου, αν, δηλαδή, έχη περισσότερη ευθύνη από άλλους υπηρέτας, Το ότι λέγει, ενδεχομένως, η επιστολή και κάτι άλλο ή το ότι διορίζει η ίδια επιστολή και κάποιον άλλον σε διαφορετική υπηρεσία, δεν επηρεάζει καθόλου την ειδική θέσι του υπηρέτου αυτού. Σφραγισμένες, λοιπόν, επιστολές διορισμού (στερεότυπες επιστολές σε πολλές περιπτώσεις) χρησιμοποιούνται από την Βιβλική και Φυλλαδική Εταιρία Σκοπιά και τα πολλά της τμήματα σήμερα ως ένας κατάλληλος τρόπος ενεργείας διορισμών υπηρετών για περισσότερες από 14.000 εκκλησίες μαρτύρων του Ιεχωβά σε όλη τη γη. Σε όλες αυτές τις εκκλησίες, τα μέλη αναγνωρίζουν τη σφραγίδα και δέχονται τον διορισμό. Ποιος, λοιπόν, έχει δικαίωμα να αμφισβητήση τη δύναμι της χειροτονίας διορισμού; Μπορείτε να είσθε βέβαιοι ότι επάνω σε όλους αυτούς τους ειδικούς υπηρέτας που τίθενται σε υπηρεσία με τις σφραγισμένες αυτές επιστολές διορισμού, το κυβερνών σώμα της Εταιρίας τηρεί τας χείρας του, όχι κατά γράμμα, αλλά για να τους υποστηρίζη, να τους ενισχύη και να τους διατηρή ή να τους απομακρύνη για τα γενικά συμφέροντα του έργου.
ΕΓΓΕΓΡΑΜΜΕΝΗ ΣΥΣΤΑΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ
22-24. Πώς περιέγραψε ο Παύλος τις συστατικές επιστολές που έφερε;
22 Ο απόστολος Παύλος ο ίδιος ήγειρε το ζήτημα της ικανότητος. Είπε: «Και προς ταύτα τις είναι ικανός; Διότι ημείς, καθώς οι πολλοί, δεν καπηλεύομεν τον λόγον του Θεού, αλλ’ ως από ειλικρινείας, αλλ’ ως από Θεού [όχι από ανθρώπων], . . . λαλούμεν.» (2 Κορ. 2:16, 17) Αλλά είχε ο Παύλος ή περιέφερε μαζί του μια σφραγισμένη επιστολή διορισμού ή συστάσεως από το κυβερνών σώμα της Ιερουσαλήμ ή από εκείνους που είχαν επιθέσει τα χέρια των επάνω του και επάνω στον Βαρνάβα στην Αντιόχεια; Μπορούσε να δείξη μια τέτοια επιστολή στις συναγωγές που επεσκέπτετο για κήρυγμα ή στις εκκλησίες που ίδρυε ή στον Κυβερνήτην Φήλικα ή στον Κυβερνήτην Φήστον ή στον βασιλέα Αγρίππαν ή στον Αυτοκράτορα Νέρωνα όταν τελικά εμφανίσθηκε μπροστά του για δίκη στη Ρώμη; Δεν υπάρχει τίποτε που να δείχνη ότι είχε μια τέτοια επιστολή! Ο Παύλος δεν είχε ανάγκη τέτοιας επιστολής. Είχε κάτι καλύτερο από μια επιστολή συντεταγμένη από άνθρωπο, υπογεγραμμένη από άνθρωπο επάνω σε πλάκες γραφής ή χαρτί. Είχε μάρτυρας στη Δαμασκό για να πιστοποιήσουν ότι είχε βαπτισθή στο νερό για να συμβολίση την αφιέρωσί του ή την πίστι του στον Ιεχωβά μέσω του Ιησού Χριστού. Ήταν επίσης «πλήρης πνεύματος αγίου» και είχε τα θαυματουργικά χαρίσματα του πνεύματος αυτού. Επί πλέον, είχε την εξουσία να επιθέτη χείρας στους βαπτισμένους πιστούς και να μεταδίδη σ’ αυτούς τα χαρίσματα του πνεύματος. Από τούτο εγνώριζε ότι η ικανότης του προήρχετο από τον Θεό. Ποια ανάγκη, λοιπόν, είχε μιας σφραγισμένης επιστολής από οποιονδήποτε επάνω στη γη; Η πιο εύγλωττη απόδειξις της ικανότητος ενός ατόμου για υπηρεσία ή διακονία είναι το προϊόν του έργου του, εκείνο που έχει επιτελέσει. Ο Παύλος είχε αυτή την απόδειξι, και αυτή εχρησίμευε ως μια πολύ επιβλητική συστατική επιστολή που απεδείκνυε τον διορισμό του.
23 Στη Χριστιανική εκκλησία που είχε ιδρύσει στην Κόρινθο είπε: «Αρχίζομεν πάλιν να συνιστώμεν εαυτούς; ή μήπως έχομεν χρείαν, καθώς τινές, συστατικών επιστολών προς εσάς, ή συστατικών από σας; Σεις είσθε η επιστολή ημών, εγγεγραμμένη εν ταις καρδίαις ημών, γινωσκομένη και αναγινωσκομένη υπό πάντων ανθρώπων· και φανερόνεσθε ότι είσθε επιστολή Χριστού, γενομένη δια της διακονίας ημών, εγγεγραμμένη ουχί με μελάνην, αλλά με το Πνεύμα του Θεού του ζώντος, ουχί εις πλάκας λιθίνας, αλλ’ εις πλάκας σαρκίνας της καρδίας.» (2 Κορ. 3:1-3) Αργότερα, ο νεοδίδακτος Απολλώς έλαβε μια τέτοια συστατική επιστολή από τους Χριστιανούς αδελφούς της Εφέσου προς την εκκλησία της Κορίνθου, αλλ’ ο Παύλος δεν είχε ανάγκη μιας τέτοιας κατά γράμμα συστατικής επιστολής. (Πράξ. 18:24-28, 1-11) Εκείνοι ακριβώς οι μαθηταί, τους οποίους είχε κάμει με το εντατικό κήρυγμα και τη διδακτική του δραστηριότητα στην Κόρινθο επί ενάμισυ έτος, ήσαν οι ίδιοι μια γεμάτη δύναμι επιστολή.
24 Οι μαθηταί εκείνοι ήσαν επιστολή του Παύλου γραμμένη επάνω στην καρδιά του επειδή ήσαν πάντοτε αντικείμενον της στοργής του και τους έγραφε επιστολές επειδή εφρόντιζε γι’ αυτούς. Συγχρόνως τους είχε διδάξει και εκπαιδεύσει να είναι κηρύττοντες μάρτυρες του Ιεχωβά και του Χριστού, και έτσι οι Κορίνθιοι εκείνοι Χριστιανοί ήσαν επιστολή του Παύλου εκτεθειμένη δημοσία, «γινωσκομένη και αναγινωσκομένη υπό πάντων ανθρώπων». Ήσαν επιστολή που δεν προήρχετο από άνθρωπο, ούτε ακόμη από το κυβερνών σώμα της Ιερουσαλήμ.
25, 26. Ποια πρόσθετη Γραφική μαρτυρία δείχνει πώς παρήχθησαν οι συστατικές επιστολές του Παύλου;
25 ‘Εφανερώνοντο ότι ήσαν επιστολή Χριστού’, ο δε Ιησούς Χριστός, ο οποίος είχε εκλέξει τον Παύλο να είναι ειδικό σκεύος για να φέρη το όνομά του στα μη-Ιουδαϊκά έθνη, εχρησιμοποίησε τον Παύλο τον ίδιο ως διάκονόν του για να γράψη την επιστολή. Ο Παύλος δεν θα μπορούσε να έχη γράψει αυτή την ανθρώπινη επιστολή μόνος του, επειδή, όπως ο Ιησούς είπε στους μαθητάς του, «χωρίς εμού δεν δύνασθε να κάμητε ουδέν». (Ιωάν. 15:5) Εχρησιμοποίησε τον Παύλο μ’ ένα πολύ πιο επίμοχθο τρόπο παρά με το να τον έχη απλώς να κάθεται κάτω με μια κατά γράμμα πέννα και μελάνη και να γράφη μια επιστολή στο χαρτί συνιστώντας τον εαυτό του με γραπτά λόγια μάλλον παρά με επίπονα έργα. Εκτός του ότι ο Παύλος ειργάζετο τις ημέρες της εβδομάδος ως σκηνοποιός μαζί με τον Ακύλα και την Πρίσκιλλα, ο Ιησούς τον εχρησιμοποίησε επίσης για να γράψη αυτή την ανθρώπινη συστατική επιστολή με το να τον κατευθύνη να μιλή στην Ιουδαϊκή συναγωγή κάθε σάββατο, για να πείθη Ιουδαίους και Έλληνας. Σε εύθετον καιρό, ο Παύλος «ήτο εντόνως απησχολημένος με τον λόγον [του Θεού], διαμαρτυρόμενος εις τους Ιουδαίους ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός», παραμένοντας εκεί συνεχώς επί ενάμισυ έτος και «διδάσκων μεταξύ αυτών τον λόγον του Θεού».
26 Όταν ο Παύλος τελικά ανεχώρησε από την Κόρινθο, άφησε πίσω τον καρπόν των κόπων του. Ποιος ήταν αυτός ο καρπός; Μια Χριστιανική εκκλησία που περιελάμβανε τον Κρίσπον τον πρώην αρχισυνάγωγον και όλη την οικογένειά του, που ο ίδιος ο Παύλος τούς εβάπτισε. Η εκκλησία αυτή ήταν μια συστατική επιστολή «εγγεγραμμένη ουχί με μελάνην, αλλά με το Πνεύμα του Θεού του ζώντος», επειδή είχε γίνει με το πνεύμα του Θεού που ενεργούσε μέσω του Παύλου, ο οποίος είχε έλθει σ’ αυτούς «με απόδειξιν Πνεύματος και δυνάμεως· δια να ήναι η πίστις [των] ουχί δια της σοφίας των ανθρώπων, αλλά δια της δυνάμεως του Θεού.» Το πνεύμα του Θεού στον Παύλο παρήγαγε ή έγραψε τα ευανάγνωστα λόγια αυτής της επιστολής-εκκλησίας. Η επιστολή ήταν γραμμένη όχι σε ψυχρές λίθινες πλάκες, αλλά σε θερμές, τρυφερές ‘πλάκες σάρκινες της καρδίας’. Οι καρδιές εκείνες ήταν κάτι για να το διαβάση κανείς, επειδή μιλούσαν για αγάπη πρώτα στον Θεό, μιλούσαν για πεποίθησι, για πίστι που εξασκείται για δικαιοσύνη, και εξεχείλιζαν έτσι ώστε να κινούν τα στόματα των Κορινθίων να κάνουν δημοσία ομολογία για σωτηρία. (Πράξ. 18:1-11, ΜΝΚ· 1 Κορ. 2:4, 5· 2 Κορ. 3:1-3· Ματθ. 22:37, 38· Ρωμ. 10:10) Για να παραγάγη οποιοσδήποτε μια τέτοια ζωντανή, εύγλωττη επιστολή συστατική εκείνου που την έγραψε, απητείτο βεβαιότατα να έχη την ικανότητα από τον Παντοδύναμο Θεό.
27. Ποια σημερινά πραγματικά γεγονότα επιβεβαιώνουν τη γνησιότητα της διακονικής υποστάσεως των μαρτύρων του Ιεχωβά;
27 Τι θα πούμε για σήμερα; Αν εξαιρέσωμε τις επιστολές διορισμών που αποστέλλονται στις εκκλησίες ή που φέρουν μαζί τους ειδικώς διωρισμένοι υπηρέται της ορατής οργανώσεως του Θεού, οι μάρτυρες του Ιεχωβά δεν φέρουν επιστολές διορισμού ή συστατικές για ν’ αποδείξουν ότι αυτοί, ως αφιερωμένοι άνδρες και γυναίκες, είναι Γραφικώς χειροτονημένοι διάκονοι του Θεού που υπηρετούν εν σχέσει με τη νέα διαθήκη του δια του Μεσίτου Ιησού Χριστού. Η κοινωνία Νέου Κόσμου των μαρτύρων του Ιεχωβά που χρησιμοποιεί τη Βιβλική και Φυλλαδική Εταιρία Σκοπιά ως υπηρέτην της δεν έχει ανάγκη από τέτοιες επιστολές διορισμού ή χειροτονίας, από τέτοιες συστατικές επιστολές, όπως δεν είχε ανάγκη και ο Παύλος. Ο «Χριστιανικός κόσμος» δεν αναγνωρίζει τη Βιβλική και Φυλλαδική Εταιρία Σκοπιά ως όργανον στα χέρια του Θεού. Αλλά η «Σύγχρονη Ιστορία των Μαρτύρων του Ιεχωβά», που δημοσιεύεται τώρα στις στήλες του περιοδικού Η Σκοπιά, δίνει μια αυθεντική, αποδεδειγμένη ιστορική έκθεσι του πώς ο Ύψιστος Θεός και ο Υιός του Ιησούς Χριστός έχουν χρησιμοποιήσει την Εταιρία, ναι, και έχουν χρησιμοποιήσει το επίσημο περιοδικό που αυτή εκδίδει, από τον καιρό που και τα δύο αυτά έλαβαν αρχή. Σήμερα το Βιβλικό αυτό περιοδικό εκτυπώνεται σε αριθμό 2.350.000 τουλάχιστον αντιτύπων το κάθε τεύχος, σε σαράντα δύο γλώσσες, η δε εκδοτική Εταιρία έχει εβδομήντα πέντε τμήματα εξαπλωμένα σε όλη τη γη. Το γεγονός αυτό είναι μια ανεξάλειπτη επιστολή ‘γινωσκομένη και αναγινωσκομένη από όλους τους ανθρώπους’ και συνιστά σε κάθε αγαθή συνείδησι τα δύο αυτά μέσα ως χρησιμοποιούμενα από τον Θεό για την εκπλήρωσι του ενδόξου σκοπού του σ’ αυτόν τον κρισιμώτατον καιρόν της αβεβαιότητος, της αμφιβολίας και του φόβου.
28. Από το 1919, πώς τα μέλη του κεχρισμένου υπολοίπου έδωσαν ασφαλή απόδειξι της θέσεώς των ως ικανών διακόνων;
28 Ο «Χριστιανικός κόσμος» και οι κατ’ όνομα Χριστιανικές κυβερνήσεις του αρνούνται ν’ αναγνωρίσουν τη Γραφική χειροτονία των αφιερωμένων μαρτύρων του Ιεχωβά. Συνεπώς δεν τους δίνουν τη θέσι και την εκτίμησι χειροτονημένων θρησκευτικών διακόνων. Αντί να εκτιμώνται ως ικανοί διάκονοι, οι μάρτυρες του Ιεχωβά έχουν το διακριτικόν ότι εκπληρώνουν την προφητεία του Ιησού: «Θέλετε είσθαι μισούμενοι υπό πάντων των εθνών δια το όνομά μου.» (Ματθ. 24:9) Καμμιά χάρτινη επιστολή που σεις μάρτυρες θα μπορούσατε να τους δείξετε, δεν θα μετέβαλλε τη στάσι του κόσμου απέναντι σας. Αλλά έχετε μια επιστολή, και σεις οι ίδιοι έχετε χρησιμοποιηθή για να την γράψετε, η επιστολή δε αυτή μιλεί πιο αυθεντικά από οποιαδήποτε χειρόγραφη ή δακτυλογραφημένη ή τυπωμένη επιστολή, σφραγισμένη και επικυρωμένη, στο να δείχνη τη θεία σας χειροτονία ή διορισμό. Είναι μια ζωντανή επιστολή, της οποίας τα περιεχόμενα είναι εξαπλωμένα σε όλη τη γη, σε περισσότερες από 160 χώρες και επικράτειες, για να διαβάζωνται σε 100 γλώσσες και πλέον. Από το 1919, παρά το παγκόσμιο μίσος, το κεχρισμένο υπόλοιπο των ικανών διακόνων της νέας διαθήκης έχει κηρύξει το ευαγγέλιον της Βασιλείας σε όλα τα έθνη. Μ’ αυτό τον τρόπο έγραψαν με το πνεύμα του Θεού επάνω σε σάρκινες πλάκες, επάνω σε καρδιές, και σήμερα ο «πολύς όχλος» των άλλων προβάτων συναγμένων στη «μία ποίμνη» του Καλού Ποιμένος Ιησού, αποτελεί απόδειξιν ότι αυτοί ήσαν χειροτονημένοι από τον Θεό. Είναι μια ανθρώπινη συστατική επιστολή η οποία πιστοποιεί ότι αυτοί αποτελούν την τάξι του «πιστού και φρονίμου δούλου» του Θεού.
29. Ποιοι άλλοι, ιδιαίτερα από το 1931, απεδείχθησαν αναντιρρήτως χειροτονημένοι διάκονοι υπό την νέα διαθήκη του Θεού;
29 Ιδιαίτερα από το 1931 ο «πολύς όχλος» των άλλων προβάτων συνεταυτίσθη και εκήρυττε μαζί με το κεχρισμένο υπόλοιπο. Δεν μπορούν να διαφύγουν την ιστορία. Και αυτοί επίσης έγραψαν ιστορία υπηρετώντας νομοταγώς μαζί με το υπόλοιπο ως μάρτυρες του Ιεχωβά, υποφέροντας μαζί τους, πεθαίνοντας μαζί τους, κρατώντας Χριστιανική ακεραιότητα μαζί τους έως τώρα. Η χειροτονία των, η ικανότης των ως διακόνων του Θεού ημφισβητήθη επίσης σε όλο αυτό το διάστημα και απερρίφθη από τον «Χριστιανικό κόσμο». Αλλά τι πιστοποιεί σήμερα η φωνή της τετελεσμένης ιστορίας; Είναι αυτοί σταλμένοι από τον Θεό, επαρκώς χειροτονημένοι διάκονοι υπό την νέα διαθήκη του Θεού; Μήπως αυτοί έχουν κάποια αδιαφιλονίκητη συστατική επιστολή που κατασιωπά κάθε αμφισβήτησι ως παράλογη και κάθε κατηγορία ως προκατειλημμένη και ψευδή; Δεν έχουν επιστολή γραμμένη με μελάνη επάνω σε χαρτί ή χαραγμένη επάνω σε λίθινες πλάκες, αλλά έχουν τη ζωντανή επιστολή που είναι γραμμένη μέσω του πνεύματος του Θεού επάνω σε προβατοειδείς ανθρώπους. Είναι μια συστατική επιστολή γραμμένη επάνω σε ‘σάρκινες πλάκες της καρδιάς’ άλλων πιστών ανδρών και γυναικών οι οποίοι από το 1931 έχουν αυξήσει από πολύ ολιγωτέρους των εκατόν χιλιάδων σε 550.000 και πλέον τώρα μάρτυρας του Ιεχωβά στην κοινωνία του Νέου Κόσμου.
30. Τι πρέπει να κάμωμε και θα κάμωμε για να εκπληρώσωμε εντελώς τη Θεόδοτη διακονία μας;
30 Ας καταστρέψουν ή εξαλείψουν αυτή τη ζωντανή, γεμάτη πνεύμα επιστολή οι ουρανοί και η γη του Διαβόλου, αν μπορούν! Τα καταστρεπτικά κατακλυσμιαία ύδατα του πολέμου του Αρμαγεδδώνος θα εξαλείψουν τους διαβολικούς εκείνους ουρανούς και γη και την κηλιδωμένη με αίμα ιστορία των, αλλά ποτέ δεν θα εξαλείψουν τα περιεχόμενα της ζωντανής αυτής επιστολής που είναι γραμμένη από όλους τους μάρτυρας του Ιεχωβά με το πνεύμα Του. Όλοι όσοι θα επιζήσουν του Αρμαγεδδώνος θα είναι η συστατική μας επιστολή ενώπιον όλου του σύμπαντος! Η συστατική αυτή επιστολή θα αναγνωσθή ακόμη και από τους νεκρούς όταν θ’ αναστηθούν μετά τον Αρμαγεδδώνα. Τα περιεχόμενα της επιστολής αυτής θα γίνουν ακόμη μακρότερα καθώς θα γίνεται αναγραφή επάνω σε περισσότερες ανθρώπινες καρδιές ως στον Αρμαγεδδώνα. Όταν τα θρησκευτικά συστήματα του κόσμου θα καταστραφούν μέσα στον πόλεμον αυτόν, η επιστολή θα επιζήση και θα εξαπλωθή κατόπιν επάνω στο πρόσωπο της καθαρισμένης γης ως μια ζωντανή μαρτυρία της δυνάμεως και του πνεύματος του Ιεχωβά που ενεργεί τώρα στους ικανούς διακόνους του. Εξακολουθήστε, λοιπόν, να γράφετε αυτή την επιστολή της «Κοινωνίας του Νέου Κόσμου» με το να εκπληρώνετε εντελώς τη διακονία σας, κηρύττοντας τούτο το ευαγγέλιον της θριαμβευούσης βασιλείας για μαρτυρία σε όλα τα έθνη ώσπου να τελειώση ο κόσμος αυτός!