Επιδιώκοντας τον Σκοπό μου στη Ζωή
Αφήγησις της Ντόρις Μονρόε
ΠΕΡΑΣΑΝ δύο σταθμοί στην πνευματική μου ανάπτυξι ώσπου να εκλέξω τελικά το έργον σκαπανέως ως στάδιον της ζωής μου. Ο πρώτος σταθμός ήταν το να μετάσχω στο να φέρω την αλήθεια σε μια πρώην συμμαθήτρια της αδελφής μου. Αυτή, αν και είχε εναντίωσι από το σπίτι της, άρχισε να έρχεται στις συναθροίσεις μαζί μας. Βοηθώντας την εποικοδομούσαμε πραγματικά τη δική μας πίστι.
Ο δεύτερος σταθμός: Περίπου στον ίδιο καιρό είχαν σταλή ειδικοί σκαπανείς στο προάστιό μας, κοντά στο Σικάγο. Εγίνοντο συναθροίσεις σ’ ένα σπίτι και άρχισε εσπερινό έργο βιβλιαρίου. Τι συγκίνησι είχαμε να πάρωμε στην υπηρεσία τον πρώτο μας ευαγγελιζόμενο! Παρά την τότε πολύ περιωρισμένη μας εκπαίδευσι, αυτή συνέχισε, σε λίγο εβαπτίσθη και τώρα έγινε πνευματική μας αδελφή. Αυτή ήταν η αρχή μιας στενής φιλίας που είχε ως αποτέλεσμα να συμμερισθούμε δέκα χρόνια έργου σκαπανέως, αποφοίτησι από τη σχολή Γαλαάδ και υπηρεσία σε μια ξένη χώρα.
Όταν ανεχώρησαν οι ειδικοί σκαπανείς, άρχισα την πρώτη μου συμμελέτη με μια μικρόσωμη ηλικιωμένη γυναίκα. Αυτή είχε τελειώσει μόνο τη δευτέρα τάξι. Δύσκολα εμάθαινε, αλλά σε λίγο ήρχετο στις συναθροίσεις· κατόπιν ένα βράδυ, όταν συναθροισθήκαμε για έργον περιοδικού στους δρόμους, ήλθε κι εκείνη, διότι είχε ακούσει την ανακοίνωσι και ήταν πρόθυμη να λάβη μέρος.
Οι συχνές επιστολές της Εταιρίας που καλούσαν για σκαπανείς, εφαίνοντο να απευθύνωνται σ’ εμάς. Αν και υπήρχαν εμπόδια στον δρόμο μας, αυτά εφαίνοντο να χάνωνται όταν εσκεπτόμεθα τι προνόμια υπηρεσίας εχρησιμοποιούσαμε· έτσι, το θέρος του έτους 1943 τρεις από μας απεφασίσαμε να κάμωμε έργον σκαπανέως, αρχίζοντας από 1ης Ιανουαρίου 1944. Το πρώτο εκείνο έτος επέρασε. Εκείνο το θέρος ήμεθα ευτυχείς που παρακολουθήσαμε την πρώτη μας συνέλευσι ως σκαπανείς στο Μπώφφαλο. Τον Δεκέμβριο ήλθε η επιστολή της Εταιρίας που μας καλούσε να γίνωμε ειδικοί σκαπανείς. Δεχθήκαμε, και τελικά ήλθε ο διορισμός μας· επρόκειτο ν’ αντικαταστήσωμε ένα ζεύγος που εκαλείτο στη σχολή Γαλαάδ από την Ουάσιγκτον (Αϊόουα). Μετά την παραμονή μας στο Σικάγο, η πόλις αυτή της πολιτείας Αϊόουα, με πληθυσμό 5.000 κατοίκων μας φάνηκε τρομερά μικρή· η αντίθεσις ήταν συντριπτική. Αυτό έγινε τον Μάρτιο του 1945. Είχαμε φθάσει με μια ραγδαία βροχή, δεν είχαμε ονόματα ατόμων καλής θελήσεως και κανένα μέρος να μείνωμε εκτός από ξενοδοχείο. Αλλ’ η επόμενη μέρα ήταν ηλιόλουστη και πριν βραδιάση βρήκαμε έναν τόπο κατοικίας. Έτσι επί τέλους ήμεθα έτοιμοι ν’ αρχίσωμε τον πρώτο ειδικό διορισμό μας.
Δεν καταρτίσαμε εκκλησία, ούτε και βρήκαμε πολύ ενδιαφέρον. Ειδικοί σκαπανείς είχαν εργασθή εκεί προηγουμένως με μικρή επιτυχία, Αλλά, μέσα σε δυο μήνες προτού το ζεύγος πάη στη σχολή Γαλαάδ, επεσκέφθη μια γυναίκα που πήρε ένα βιβλιάριο. Αυτή είχε έλθει στην αλήθεια και τώρα μας συνώδευε από πόρτα σε πόρτα κι εμελετούσε τη Σκοπιά μαζί μας τις Κυριακές. Αν και δεν είχαμε εκκλησία, προσπαθήσαμε να τηρήσωμε το πρόγραμμα μιας εκκλησίας και αυξήθηκε η εκτίμησίς μας στον ζωτικό ρόλο που παίζει αυτή στη ζωή ενός Χριστιανού.
Τον Αύγουστο του 1945, επήγαμε σ’ ένα μεγαλύτερο τομέα, στην Οττούμουα της πολιτείας Αϊόουα. Σ’ αυτή την πόλι των 40.000 κατοίκων είχαμε την ευχαρίστησι να συνταυτισθούμε πάλι με μια εκκλησία. Μετά ένα μήνα αφότου επήγαμε εκεί, η αδελφή της Ουάσιγκτον μας έγραψε ότι ένα από τα άτομα καλής θελήσεως που είχε αφεθή στη φροντίδα της ήταν τώρα στην αλήθεια. Δυσκολευθήκαμε να το πιστέψωμε, αλλά μετά από λίγες εβδομάδες ήλθαν και οι δύο να περάσουν μαζί μας τη μέρα τους στην υπηρεσία, στην Οττούμουα.
Τώρα επλησίαζαν οι μέρες μας για τη σχολή Γαλαάδ—την ογδόη σειρά σπουδαστών, που θα άρχιζε μετά τη συνέλευσι του Κλήβελαντ του 1946, την οποίαν παρακολουθήσαμε. Πόσο συγκινητικό ήταν το να είμεθα από την πρώτη αυτή διεθνή σειρά σπουδαστών—το ν’ ακούσωμε πολλά για τις Ινδίες, την Αφρική, τη Φιλλανδία, την Ιρλανδία και άλλες χώρες! Ένα βράδυ που ελέγοντο πείρες, ένας Φιλλανδός αδελφός είπε την πείρα ενός αδελφού, ο οποίος αντιμετώπισε πραγματικά ένα εκτελεστικό απόσπασμα σ’ ένα στρατόπεδο φυλακίσεως. Κατόπιν έδειξε τον αδελφόν αυτόν, ο οποίος ήταν ένας από τους σπουδαστάς μας. Μια άλλη μεγαλειώδης στιγμή ήταν το βράδυ που οι ξένοι αδελφοί έλαβαν τόπους διορισμού στις Νήσους Φίτζι, στην Κίνα, στην Αφρική, στις Φιλιππίνες Νήσους, στη Μάλτα—για ν’ αναφέρωμε λίγους μόνο τόπους στους οποίους θα επήγαιναν σε λίγο. Ο καθένας μίλησε αμέσως· οι αίθουσες αντηχούσαν από γέλια. Κι εμείς οι υπόλοιποι επιθυμούσαμε να λάβωμε τόπους διορισμού. Τέλος ήλθε η μέρα της αποφοιτήσεως, και όλοι ανεχώρησαν, διερωτώμενοι πότε θα συναντηθούμε πάλι.
Τώρα η τριάδα μας ηυξήθη· τέσσερες από μας ωρίσθησαν να εργασθούν με μια από τις εκκλησίες της πόλεως Νέας Υόρκης. Πέρασαν μήνες, με ιδιαίτερο χαρακτηριστικό ένα ταξίδι προς το άλλο μέρος της (Αμερικανικής) ηπείρου τον Αύγουστο, για τη συνέλευσι του Λος Άντζελες. Μόλις είχαμε αναλάβει έργον στη Νέα Υόρκη οπότε μας εκάλεσαν στη Φιλαδέλφεια για προσυνελευσιακά καθήκοντα επί δύο μήνες. Ενώ ήμεθα εκεί, ελάβαμε και τον διορισμό μας στο εξωτερικό. Με συγκίνησι ανοίξαμε τον φάκελλο, ενώ η μία μας παρατηρούσε ότι θα μας έστελναν πιθανώς στη Χιλή—ήταν πραγματικά πολύ μακριά. Ωρισμένως, ήταν η Χιλή!
Απεπλεύσαμε από τη Νέα Υόρκη, και μετά δεκαεπτά μέρες εφθάσαμε στο Βαλπαραίζο, τον πρώτο τόπο διορισμού μας. Η ασυνήθιστη αυτή πόλις, η δεύτερη της Χιλής σε μέγεθος, είναι κτισμένη επάνω σε σαράντα λόφους, ο καθείς των οποίων έχει την ονομασία του. Όταν εφθάσαμε, υπήρχε εκεί μια εκκλησία, πολύ μικρή. Συχνά, μόνον ένα ακόμη άτομο παρευρίσκετο εκτός από τους ιεραποστόλους. Το πρώτο έτος, το μεγάλο μας πρόβλημα ήταν η γλώσσα. Όταν παρουσιάζαμε τη συνοπτικά παρασκευασμένη μαρτυρία και σταματούσαμε, ο οικοδεσπότης άρχιζε να μιλή μ’ ένα ρυθμό ταχύτητος που εφαίνετο πολύ υπερβολικός, χρησιμοποιώντας λέξεις που εφαίνοντο μακρές έως μίλια. Αλλά λίγο-λίγο αρχίσαμε να συλλαμβάνωμε τις λέξεις και να τις χρησιμοποιούμε κι εμείς. Όλοι είχαν μια θαυμαστή υπομονή μ’ εμάς. Συνήθιζα να θαυμάζω το πώς αυτοί συγκρατούσαν τα γέλια τους για μερικά από τα αστεία μας λάθη· ωστόσο, με μια ευθύτητα ήθελαν να μας διορθώνουν. Μετά από λίγους μήνες γελούσαν μ’ εμάς καθώς μας έλεγαν ότι δύσκολα καταλάβαιναν κάτι που ελέγαμε την πρώτη φορά. Μερικοί από εκείνους που είχαμε επισκεφθή το πρώτο εκείνο έτος είναι τώρα ευαγγελιζόμενοι.
Η επίσκεψις του Αδελφού Νορρ στη Χιλή, τον Μάρτιο του 1949, και η τότε θαυμασία συνέλευσις του Σαντιάγκο, με ανώτατον αριθμό 450 παρόντων, είναι ευχάριστες αναμνήσεις. Μετά πέντε έτη όταν ήλθε πάλι ο Αδελφός Νορρ, ο αριθμός των ακροατών υπερέβαινε τους χιλίους. Όταν ήλθαμε στη Χιλή, ο μέσος όρος ευαγγελιζομένων ήταν 200. Αυτό το έτος ξεπεράσαμε τους 1.200. Κάποτε η πρόοδος φαίνεται βραδεία, όταν θεωρήται από μέρα σε μέρα, αλλ’ όταν παρατηρούμε πίσω στη διάρκεια των ετών, τ’ αποτελέσματα μας εμπνέουν.
Τον Ιανουάριο του 1950, διωρισθήκαμε στην πρωτεύουσα της Χιλής, στο Σαντιάγκο. Μετά έξη μήνες δεκαέξη από μας ήμεθα στο δρόμο προς τη συνέλευσι του Σταδίου Γιάγκη. Συγκινημένοι υπέρμετρα που ήμεθα εκεί κι ελάβαμε νέα μέσα για να τα χρησιμοποιήσωμε στην υπηρεσία, όταν επεστρέψαμε ξαναρχίσαμε το έργον μας. Τα επόμενα τρία χρόνια η εκκλησία μας ηύξανε συνεχώς. Ήταν ενθαρρυντικό να βλέπωμε πόσοι από τους ευαγγελιζομένους εγίνοντο ώριμοι. Αλλ’ υπήρχαν και απογοητεύσεις, διότι οι σπουδασταί παρέμεναν λίγον καιρό, και κατόπιν απεμακρύνοντο. Εδώ για πολλούς η αγάπη της αληθείας δεν είναι αρκετά ισχυρή για να κάμη μια μεταβολή στην ατομική τους ζωή. Τα ηθικά επίπεδα δεν είναι πολύ υψηλά και μια έμφυτη τάσις είναι να λαμβάνεται μια άνετη πορεία στη ζωή. Παρά τούτο, όμως, υπάρχουν και άλλοι που κάνουν την αλήθεια να γίνη το πρώτο τους πράγμα στη ζωή. Το να έχη κανείς μερίδα στην υποβοήθησι τέτοιων ατόμων είναι ένα ευτυχισμένο προνόμιο.
Στο Στάδιο Γιάγκη το 1953—επήγαμε με ναυλωμένο αεροπλάνο. Για όλους τους Χιλιανούς συνέδρους ένα εξέχον σημείον της συνελεύσεως ήταν η απονομή πτυχίου εκεί στον πρώτον ιεραπόστολο της Χιλής. Τον είχε πλησιάσει ένας από τους ιεραποστόλους στη διάρκεια των πρώτων μηνών ενταύθα. Ήμεθα ευτυχείς, επίσης, που ωμιλήσαμε πάλι στο Στάδιο Γιάγκη με τους συσπουδαστάς μας που υπηρετούν σε διάφορα μέρη του κόσμου, και ακούσαμε για το έργον τους· και ήταν εντελώς προφανές ότι ο καθείς θεωρούσε τον τόπο διορισμού του ως τον καλύτερο. Συνεφωνήσαμε όλοι στο ότι δεν ηθέλαμε να πάμε πίσω στον πρώτο μας διορισμό ως σκαπανέων.
Όταν επέστρεψα στη Χιλή, έκαμα μια επανεπίσκεψι σε μια συνδρομήτρια της Σκοπιάς. Μου είπε ότι έδινε τα περιοδικά σε μια ενδιαφερομένη φίλη της. Όταν επεσκέφθηκα αυτή τη φίλη της, διεπίστωσα ότι είχε απορροφήσει πολλή αλήθεια. Αρχίσαμε να μελετούμε και ύστερ’ από λίγους μήνες αυτή με συνώδευσε στην υπηρεσία κι εβαπτίσθη στην επόμενη συνέλευσι. Μια άλλη σπουδάστρια που είχε αρχίσει να πηγαίνη μαζί μου από θύρα σε θύρα, με παρεκάλεσε να τη συνοδεύσω στο σπίτι μιας φίλης, στην οποία αυτή είχε δώσει μαρτυρία. Διεθέσαμε μια σύνθεσι τριών μεγάλων βιβλίων και μια Γραφή κι εκάμαμε μια συνδρομή Σκοπιάς στην πρώτη επίσκεψι, τη δε επόμενη εβδομάδα αρχίσαμε μια συμμελέτη. Τώρα είναι έτοιμη να πάη μαζί μας στην υπηρεσία.
Η υπηρεσία της Βασιλείας αποτελεί τη μόνη αξιόλογη δράσι, που παρέχει τη μεγαλύτερη ευτυχία και παρηγορία, όχι μόνο στους άλλους αλλά και σ’ εμάς. Προσφάτως αυτό έντονα κατενοήθη από μένα όταν η αδελφή μου, με την οποία είχα συμμερισθή δέκα έτη έργου σκαπανέως, εφονεύθη ξαφνικά, μόλις λίγους μήνες αφού πήγε στην Αφρική για να νυμφευθή έναν άλλον ιεραπόστολο και να συνεχίση εκεί την ολοχρόνια υπηρεσία. Αληθινά, τίποτα δεν ήταν τόσο ενισχυτικό μέσον για μένα όσο το να συμπληρώσω τις μέρες μου στην υπηρεσία, επιδιώκοντας τον σκοπό μου στη ζωή, φέρνοντας το παρηγορητικό άγγελμα του αρχομένου ενδόξου νέου κόσμου στα πρόβατα. Στρέφοντας πίσω στα δώδεκα χρόνια της υπηρεσίας μου ως σκαπανέως διαπιστώνω ότι αυτά υπήρξαν, πραγματικά, τα πιο πλούσια χρόνια της ζωής μου. Με χαρά αποβλέπω στα προνόμια των επομένων δώδεκα ετών, καθώς και των πέραν αναριθμήτων ετών.