Ας μη Λησμονούμε το Όνομα Του Θεού
Ποιο είναι το όνομα του Θεού; Γιατί είναι ζωτικό να τιμούμε το όνομά του τώρα;
ΟΤΙ ο Θεός έχει όνομα δεν μπορεί να υπάρξη αμφιβολία. Δεν είναι ένας ανώνυμος Θεός. Μολονότι το όνομά του μνημονεύεται πάνω από 6.800 φορές στις Εβραϊκές Γραφές, εκπληκτικό είναι πόσο λίγα άτομα το γνωρίζουν. Η μεγίστη πλειονότης του ανθρωπίνου γένους καλεί τον Δημιουργό με τον τίτλο του «Θεός,» και πιστεύει πως αυτό είναι το όνομά του. Το περιοδικό ο Επισκέπτης του Κόρπους Κρίστι λέγει: «Υπό αυστηρή έννοια, οι Χριστιανοί δεν έχουν όνομα για τον Δημιουργό, διότι η λέξις ‘θεός,’ Ελληνική κυριολεκτικά προσδιορίζει κάθε ον ή αντικείμενον που θεωρείται ως υπερφυσικόν, όπως λ.χ. ειδωλολατρικοί θεοί, ο θεός του πολέμου, κλπ. Εν τούτοις, το όνομα Θεός είναι γενικά παραδεδεγμένο μεταξύ Χριστιανών ως το όνομα της Θεότητος.»
Ένα άλλο χτυπητό γεγονός είναι η απουσία του θείου ονόματος όχι μόνο στα υπάρχοντα Ελληνικά χειρόγραφα των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών, αλλά και στις πολλές αρχαίες και σύγχρονες Βιβλικές μεταφράσεις. Ταυτοχρόνως, είναι αδύνατον να διαβάση κανείς οποιοδήποτε τμήμα από τη Γραφή χωρίς να διαπιστώση ότι ο Θεός έχει ένα όνομα που πρέπει να «αγιάζεται,» κα «αινήται,» να «εξυμνήται,» να «δοξάζεται,» και ότι το όνομά του δεν πρέπει να λαμβάνεται επί ματαίω. Γιατί, λοιπόν, υπάρχει τόση παρανόησις σχετικά με το όνομα του Θεού;
Ο Θεός ο ίδιος έδωσε το όνομά του και απεκάλυψε την ορθή προφορά του στον προφήτη του Μωυσή. Όταν ο Μωυσής εστάλη από τον Θεό για ν’ απελευθερώση τα τέκνα του Ισραήλ από τη δουλεία στην Αίγυπτο, ο Μωυσής είπε στον Θεό: «Ιδού, όταν εγώ υπάγω προς τους υιούς Ισραήλ, και είπω προς αυτούς, Ο Θεός των πατέρων σας με απέστειλε προς εσάς, και εκείνοι μ’ ερωτήσωσι, Τι είναι το όνομα αυτού; τι θέλω ειπεί προς αυτούς; Και είπεν ο Θεός προς τον Μωυσήν . . . Ούτω θέλεις ειπεί προς τους υιούς Ισραήλ· Ιεχωβά ο Θεός των πατέρων σας, ο Θεός του Αβραάμ, ο Θεός του Ισαάκ, και ο Θεός του Ιακώβ, με απέστειλε προς εσάς· τούτο θέλει είσθαι το όνομά μου εις τον αιώνα, και τούτο το μνημόσυνόν μου εις γενεάς γενεών.» (Έξοδ. 3:13-15, ΜΝΚ) Έχομε, λοιπόν, τα λόγια του ιδίου του Δημιουργού περί το ότι το όνομά του είναι Ιεχωβά.
Είναι, επίσης, σαφές ότι οι προφήται του Θεού εγνώριζαν το όνομα Ιεχωβά και ότι εκήρυτταν γι’ αυτό το όνομα. Ήσαν μάρτυρες του Ιεχωβά, όπως λέγει το χωρίον Ησαΐας 43:10-12 (ΜΝΚ). Στο Ησαΐας 42:8 ο Δημιουργός λέγει: «Εγώ είμαι ο Ιεχωβά· τούτο είναι το όνομά μου.» Τι θα μπορούσε ίσως να είναι σαφέστερο απ’ αυτό; Γιατί, λοιπόν, υπάρχει τόσο πολλή άγνοια σχετικά με το όνομα του Ιεχωβά;
Ο Δρ Καρλάυλ Άνταμς λέγει τα εξής στην εφημερίδα Σάνταιη Τάιμς–Γιούνιον της πόλεως Άλμπανυ, Νέας Υόρκης: «Οι αρχαίοι λαοί—Εβραίοι και λοιποί—απέδιδαν τεράστια σημασία στα ονόματα. Ένα ιδιαίτερο άτομο συχνά είναι και ‘πρωτεύον’ και ‘δευτερεύον’ όνομα. Το πρωτεύον όνομα συχνά εφυλάσσετο σαν μυστικό, διότι το ν’ αποκαλυφθή εσήμαινε το να παραχωρήση κανείς κάτι από την προσωπική του ταυτότητα ή κι από την προσωπική του εξουσία. Τα ονόματα των φυλάρχων ετηρούντο μυστικά από μέλη της φυλής—εχρησιμοποιούντο μόνον όταν εχρειάζετο ν’ ασκήσουν κάποια μαγική δύναμι εναντίον ενός εχθρού. Οι ειδωλολάτραι έκαναν το ίδιο με τα μυστικά ονόματα των φυλετικών των θεών. Έτσι, στις ημέρες του διωγμού, οι Ιουδαίοι κάτω από τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία εφύλατταν το Άγιον Όνομα.»
Αφού εγράφησαν οι Εβραϊκές Γραφές, οι δεισιδαίμονες Ιουδαίοι θεωρούσαν το όνομα Ιεχωβά πολύ άγιον ακόμη και να προφερθή. Απέφευγαν να το προφέρουν, από φόβο μήπως παραβούν την Τρίτη Εντολή. (Έξοδ. 20:7) Πρώτα ο κοινός λαός, που εθεωρούντο ανάξιοι να μνημονεύουν το όνομα, εγκατέλειψαν το να το προφέρουν. Οι ιερείς, όμως, εξακολουθούσαν να το χρησιμοποιούν στην υπηρεσία του ναού. Το θείον όνομα εξεφωνείτο δέκα φορές την ημέρα του εξιλασμού και σε προσευχές μετά τις καθημερινές θυσίες στον ναό. Εν καιρώ δε κι αυτές οι λίγες περιπτώσεις εξηλείφθησαν και ο λαός και οι ιερείς εγκατέλειψαν εντελώς το να προφέρουν το όνομα.
Ο ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΣΕ ΤΟ ΟΝΟΜΑ
Υπάρχει σημαντικός λόγος για να πιστευθή ότι ο Ιησούς και οι μαθηταί του χρησιμοποιούσαν το όνομα του Θεού στη διακονία των. Στις Εβραϊκές Γραφές, τις οποίες ο Ιησούς εγνώριζε κι εχρησιμοποιούσε, το όνομα του Θεού παριστάνετο με τα τέσσερα σύμφωνά του הוהי (ΓΧΒΧ), που εκαλούντο το τετραγράμματον. Πρόσφατα ευρήματα λειψάνων ενός παπυρικού κυλίνδρου της Ελληνικής Μεταφράσεως των Εβδομήκοντα (Ο΄), που περιείχαν το δεύτερο ήμισυ του βιβλίου του Δευτερονομίου, παρουσιάζουν το τετραγράμματον με Αραμαϊκούς χαρακτήρες. Η ανακάλυψις αυτή αποδεικνύει ότι στην εποχή του Ιησού τα αντίτυπα της Μεταφράσεως των Εβδομήκοντα περιείχαν το θείον όνομα εκεί όπου περιείχετο στο Εβραϊκό πρωτότυπο. Όταν, λοιπόν, ο Ιησούς ανέγνωσε από τον κύλινδρο του προφήτου Ησαΐα, όπως λέγει η αφήγησις του Λουκά ότι έκαμε, μήπως θ’ απέφυγε να προφέρη το όνομα του Θεού εξαιτίας φόβου μήπως το βεβηλώση ή εξαιτίας κάποιας δεισιδαιμονίας ή παραδόσεως σχετικής με αυτό; Δεν μπορούμε καθόλου να φαντασθούμε ότι συνέβη αυτό. Ο Ματθαίος λέγει: «Εδίδασκεν αυτούς ως έχων εξουσίαν, και ουχί ως οι γραμματείς.»—Ματθ. 7:29.
Αφού ο Ιησούς δεν ήταν ούτε δειλός ούτε δεισιδαίμων, ούτε απέδιδε πολλή σημασία στην ανθρώπινη παράδοσι, πιθανώτατα επρόφερε το θείον όνομα σ’ επήκοον όλων. Ο Ιησούς, προσευχόμενος στον Πατέρα του τον Ιεχωβά, είπε: «Εφανέρωσα το όνομά σου εις τους ανθρώπους τους οποίους μοι έδωκας εκ του κόσμου. . . . Και εφανέρωσα εις αυτούς το όνομά σου, και θέλω φανερώσει.» Το Ιουδαϊκό Ταλμούδ εμμέσως ομολογεί ότι ο Ιησούς εχρησιμοποίησε το θείον όνομα όταν βεβαιώνη ότι τα θαύματά του εγίνοντο με το να προφέρη το όνομα του Θεού.—Ιωάν. 17:6, 26· Ματθ. 15:1-9.
Δεν έχομε λόγο ν’ αμφιβάλλωμε για το ότι οι μαθηταί του Ιησού, στη διδασκαλία των και στο κήρυγμά των, ακολουθούσαν πιστά το παράδειγμά του, πράγμα που σημαίνει ότι κι εκείνοι, επίσης, χρησιμοποιούσαν το όνομα του Θεού. Όταν έγραφαν τα βιβλία των, που τώρα αποτελούν τις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, παρέθεσαν εκατοντάδες περικοπές από τις θεόπνευστες Εβραϊκές Γραφές, πολλές δε απ’ αυτές τις περικοπές περιελάμβαναν το θείον όνομα. Ως πιστοί συγγραφείς θα ήσαν υποχρεωμένοι να εμπεριλάβουν το τετραγράμματον στα συγγράμματά των, όταν παρέθεταν από την Εβραϊκή αφήγησι. Όταν αυτές οι επιστολές ανεγινώσκοντο στις Χριστιανικές εκκλησίες, ο αναγνώστης αναμφιβόλως επρόφερε το θείον όνομα.
ΑΠΩΛΕΙΑ ΤΗΣ ΑΚΡΙΒΟΥΣ ΠΡΟΦΟΡΑΣ
Μετά τον θάνατο των αποστόλων, οι καθ’ ομολογίαν Χριστιανοί εγκατέλειψαν την προφορά του ονόματος. Οι αντιγραφείς μάλιστα αφήρεσαν από το κείμενον το θείον όνομα σε τετραγράμματη μορφή. Αυτοί ή δεν κατανοούσαν ή δεν εκτιμούσαν το θείον όνομα ή ανέπτυξαν κάποια αποστροφή σ’ αυτό. Ο ιστορικός Ιώσηπος εδήλωσε ότι η θρησκεία τού απηγόρευε να γνωστοποιήση την προφορά ταυ. Οι δεισιδαίμονες επίστευαν ότι εκείνος που θα επρόφερε το θείον όνομα με τα ίδια του γράμματα δεν θα είχε μέρος στον μέλλοντα κόσμο. Ο Φίλων χαρακτηρίζει το όνομα ως «ανέκφραστον,» για να εκφωνήται μόνον απ’ εκείνους των οποίων τ’ αυτιά και η γλώσσα εκαθαρίσθησαν με σοφία για να το ακούουν και να το εκφέρουν σ’ έναν άγιο τόπο. Εκείνοι, που χρησιμοποιούσαν το όνομα άκαιρα, κατεδικάζοντο σε θάνατο, λέγει. Εκείνοι, λοιπόν, που ήσαν εντεταλμένοι ν’ αναγινώσκουν τις Γραφές, επρόσεχαν να μην προφέρουν το θείον όνομα. Οποτεδήποτε συναντούσαν το τετραγράμματον, ΓΧΒΧ, επιμελώς το υποκαθιστούσαν με τις Εβραϊκές λέξεις Αδονάϊ, που σημαίνει Κύριος, και Ελοχείμ, που σημαίνει Θεός. Για να θυμηθούν να κάμουν αυτή την υποκατάστασι, ετίθεντο τα φωνήεντα της λέξεως Αδονάϊ κάτω από τα σύμφωνα του τετραγραμμάτου.
Η Εβραϊκή, όπως κι οι άλλες Σημιτικές γλώσσες, δεν έχει φωνήεντα γράμματα, αλλά και στους πρώτους ακόμη χρόνους εχρησιμοποιούντο φωνήεντα σημεία. Αυτά τα φωνήεντα, κατά τον Άνταμς, «δείχνονται με ‘στίγματα’ ή μικρά σύμβολα—συνήθως κοκκίδες, που μοιάζουν με μικρές τελείες. Όταν, λοιπόν, οι λόγιοι των πρώτων νεοτέρων χρόνων άρχισαν να μεταφράζουν τη Γραφή στην Αγγλική γλώσσα, επενόησαν ό,τι άλλοτε ήταν εσφαλμένη ερμηνεία των φωνηέντων.» Η μορφή του ονόματος Ιεχωβά ανεφάνη όταν οι πρώτοι μεταφρασταί έλαβαν τα φωνήεντα της λέξεως Αδονάϊ και τα παρενέβαλαν μεταξύ των συμφώνων ΓΧΒΧ, και τότε μετέβαλαν το αρχικό «α» σε «ε» για να υποβοηθήσουν την προφορά του ονόματος. Πρόσφατες ανακαλύψεις παρουσιάζουν αυτή τη μορφή του ονόματος ως χρονολογουμένην από το έτος 1270 μ.Χ. στο βιβλίο Πύτζιο Φίντεϊ του Ραυμόνδου Μαρτίνι. Έτσι, η μορφή του ονόματος Ιεχωβά είναι μακράς χρήσεως.
Παρά ταύτα, είναι σχεδόν βέβαιον ότι το όνομα του Θεού αρχικά επροφέρετο «Γιαχβέ» (στη λέξι «Ιεχωβά» το γράμμα «Γ» παρίσταται με το «Ι»). Η Βρεττανική Εγκυκλοπαιδεία λέγει: «Τώρα είναι γενικά παραδεδεγμένο ότι Ιαχβέ (Γιαχβέ) είναι η ορθή προφορά.» Η Παγκόσμια Ιουδαϊκή Εγκυκλοπαιδεία λέγει: «Γιαχβέ είναι η πιο πιθανή μεταγραμμάτισις του αρχαίου Εβραϊκού ονόματος του Θεού.» Ο Βιβλικός μεταφραστής Ι . Β . Ρόδερχαμ είπε: «Η ορθή προφορά φαίνεται να ήταν Γιαχβέ.» Η Καθολική Εγκυκλοπαιδεία αναφέρει: «Ιεχωβά, το κύριον όνομα του Θεού στην Παλαιά Διαθήκη. . . . Παρεμβάλλοντας τα φωνήεντα του Ιαβέ [της Σαμαρειτικής προφοράς] στο πρωτότυπο Εβραϊκό συμφωνικό κείμενο, έχομε τη μορφή Ιαχβέ (Γιαχβέ), η οποία γενικά έχει γίνει παραδεκτή από τους νεωτέρους λογίους ως η ορθή προφορά του θείου ονόματος.» Η Επιτροπή της Βιβλικής Μεταφράσεως Νέου Κόσμου εδήλωσε: «Μολονότι διατιθέμεθα να θεωρήσωμε την προφορά «Γιαχ-βε ως την πιο ορθή, διετηρήσαμε τη μορφή ‘Ιεχωβά’ λόγω της εξοικειώσεως του λαού με αυτή από τον 14ον αιώνα. Άλλως τε, αυτή διατηρεί, εξίσου με τις άλλες μορφές, τα τέσσερα γράμματα του τετραγραμμάτου «ΓΧΒΧ».
ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΛΗΣΜΟΝΟΥΜΕΝΟ
Η πρώτη Αγγλική μετάφρασις όλων των Εβραϊκών Γραφών, που έγινε απ’ ευθείας από το Εβραϊκόν κείμενον, φαίνεται να είναι η δημοφιλής Μετάφρασις Βασιλέως Ιακώβου, που εξεδόθη στο έτος 1611. Το όνομα Ιεχωβά απαντάται σ’ αύτή μόνο τέσσερες φορές. Γι’ αυτόν τον λόγον το όνομα Ιεχωβά έχει επισκοτισθή επί πολλούς αιώνες. Προσφάτως οι μεταφρασταί της Αναθεωρημένης Στερεότυπης Μεταφράσεως αφήρεσαν εντελώς το όνομα από το κείμενον.
Από τον τέταρτον αιώνα ο τρισυπόστατος θεός ή το τριαδικό δόγμα περί θεότητος κατέκτησε έδαφος. Αυτή η μυθική ή φανταστική θεότης είναι εκείνη, την οποίαν ο κλήρος του «Χριστιανικού κόσμου» αποκαλεί «θεόν» και «κύριον.» Ο Ιεχωβά θεωρείται καταφρονητικά ως ο φυλετικός θεός των Ιουδαίων. Το όνομά Του ονειδίζεται και δυσφημείται. Οι άνθρωποι κάνουν ό,τι μπορούν για να το λησμονήσουν. Αλλ’ ο Ιεχωβά, πιστός στην υπόσχεσί του στις Πράξεις 15:14, έχει στη γη σήμερα ένα λαό για το όνομά Του, δηλαδή τους μάρτυρας του Ιεχωβά, οι οποίοι είναι αφιερωμένοι ακριβώς για τον σκοπό τού να καταστήσουν γνωστό το όνομα και τον σκοπό του Ιεχωβά σε όλη τη γη. Αυτός δε ο ίδιος θα υπερασπίση το όνομά του στον «πόλεμον τις ημέρας εκείνης της μεγάλης του Θεού του Παντοκράτορος», οπότε θα καταστρέψη όλους όσοι αρνούνται να τιμήσουν το όνομά του. Ο ίδιος ο λόγος του Ιεχωβά μάς βεβαιώνει ότι το όνομά του δεν θα λησμονηθή, διότι αυτός λέγει: «Η γη θέλει είσθαι πλήρης της γνώσεως του Ιεχωβά, καθώς τα ύδατα σκεπάζουσι την θάλασσαν.» Τότε κανείς δεν θα λέγη: «Γνωρίσατε τον Ιεχωβά!» διότι «πάντες αυτοί θέλουσι με γνωρίζει, από μικρού αυτών έως μεγάλου αυτών,» είναι η υπόσχεσις του Ιεχωβά.—Ησ. 11:9, ΜΝΚ· Ιερεμ. 31:34, ΜΝΚ· Έξοδ. 9:16.