Μήπως η Ειλικρινής Πίστις Μεταβάλλει το Εσφαλμένο σε Ορθό;
Είναι η ειλικρίνεια αρκετή να καλύψη εσφαλμένη πίστι; Τι λέγει η Αγία Γραφή;
ΕΝΑ μικρό παιδί δεν γνωρίζει, σε πολλές περιπτώσεις, τη διαφορά μεταξύ του εσφαλμένου και του ορθού. Μπορεί να πάρη ένα φιαλίδιο από το ντουλάπι των φαρμάκων και να καταναλώση το περιεχόμενό του, νομίζοντας πώς είναι γλύκισμα. Αλλά πιθανόν να είναι δηλητήριο. Το παίδι νομίζει ότι παίρνει αυτό που επιθυμεί, αλλά κάνει λάθος, με τραγικές συνέπειες.
Υπάρχουν άτομα σε ιδρύματα ψυχοπαθών, που πιστεύουν κάθε είδους φαντασιώδη πράγματα που δεν είναι αληθινά. Απατούν τον εαυτό τους μέχρι του σημείου να πιστεύουν ειλικρινά τις προσφιλείς σκέψεις των. Μερικοί μάλιστα εφαντάσθηκαν τον εαυτό τους ότι είναι ένας μεγάλος άρχων του κόσμου, όπως ο Ναπολέων. Μήπως, όμως, το να το πιστεύουν αυτό, το κάνει να είναι πράγματι έτσι; Όχι, αυτό δεν μεταβάλλει σε ορθό εκείνο που είναι εσφαλμένο.
ΕΙΤΕ ΟΡΘΟ ΕΙΤΕ ΕΣΦΑΛΜΕΝΟ
Δεν είναι μόνο τα παιδιά ή οι διανοητικώς ανισόρροποι που πιστεύουν ειλικρινά εκείνο που δεν είναι αληθινό. Ειδικώς στον τομέα της θρησκείας εκατομμύρια κοινών ανθρώπων πιστεύουν με ειλικρίνεια διάφορα πράγματα που δεν είναι σύμφωνα με τα γεγονότα.
Η αλήθεια δεν αφήνει περιθώριο για όλες τις διάφορες αποχρώσεις θρησκευτικών διδασκαλιών στον κόσμο. Λόγου χάριν, είτε αν υπάρχη ζωή μετά θάνατον, είτε όχι. Είτε αν η γη θα διαμένη για πάντα ή όχι. Είτε αν ο Θεός θα θέση τέρμα στην πονηρία, είτε όχι. Σχετικά μ’ αυτές και με πολλές άλλες δοξασίες, υπάρχει η ορθή και η εσφαλμένη άποψις. Δεν μπορούν να υπάρχουν δύο γραμμές αληθείας, όταν η μία συγκρούεται με την άλλη. Η μία ή η άλλη είναι αληθινή, αλλ’ όχι και οι δύο. Είναι όπως ένα άτομο ή ζη ή είναι νεκρό. Είναι ή το ένα ή το άλλο, αλλά δεν μπορεί και τα δύο. Όταν μια δοξασία δεν είναι ορθή αλλά εσφαλμένη, δεν μπορεί τότε να είναι συγχρόνως ορθή. Η πιο ειλικρινής πίστις σ’ αυτήν και εφαρμογή της, δεν θα την μετατρέψουν από εσφαλμένη σε ορθή. Ούτε θα γίνη αποδεκτή από τον Θεό ως αλήθεια, εφόσον αυτός δεν ευαρεστείται στο ψεύδος.
Σε μερικές χώρες ωρισμένα ζώα θεωρούνται ιερά και δεν είναι δυνατόν να τα φάγουν άνθρωποι, μολονότι πολλοί στις ίδιες αυτές χώρες πεθαίνουν από υποσιτισμό κάθε χρόνο. Η δοξασία αυτή μπορεί να είναι ειλικρινής, αλλά μήπως αυτό την κάνει ορθή ή αποδεκτή από τον Θεό; Πώς μπορούμε να το ξέρωμε; Πηγαίνοντας στον γραπτό αγωγό επικοινωνίας του Θεού με το ανθρώπινο γένος, την Αγία Γραφή, που μας λέγει : «Λέγοντες ότι είναι σοφοί εμωράνθησαν. Και ήλλαξαν την δόξαν του αφθάρτου Θεού εις ομοίωμα εικόνος φθαρτού ανθρώπου, και πετεινών και τετραπόδων και ερπετών. Δια τούτο και παρέδωκεν αυτούς ο Θεός δια των επιθυμιών των καρδιών αυτών εις ακαθαρσίαν, ώστε να ατιμάζωνται τα σώματα αυτών μεταξύ αυτών. Οίτινες μετήλλαξαν την αλήθειαν του Θεού εις το ψεύδος, και εσεβάσθησαν και ελάτρευσαν την κτίσιν μάλλον παρά τον κτίσαντα.» (Ρωμ. 1:22-25) Απ’ αυτό γίνεται σαφές ότι ο Θεός δεν επιδοκιμάζει καθόλου εκείνους, που ενασχολούνται στη λατρεία εκείνων που αυτός έχει δημιουργήσει, λόγου χάριν των ζώων, ακόμη και όταν η δοξασία τους και η εκδήλωσίς της μπορή να είναι ειλικρινείς.
Σε άλλες χώρες λατρεύονται εικόνες, ή είδωλα. Τροφές και ποτά τοποθετούνται μπροστά σ’ αυτές τις εικόνες ως προσφορές. Κι εδώ, επίσης, σ’ αυτές τις ίδιες χώρες, πολλοί άνθρωποι πεινούν ενώ οι τροφές αυτές και τα ποτά αποσυντίθενται μπροστά σ’ αυτά τα άψυχα αντικείμενα. Μήπως ο Θεός εξεδηλώθη σχετικά μ’ αυτό το είδος της λατρείας; Μάλιστα. Προ πολλού χρόνου διεκήρυξε: «Μη κάμης εις σεαυτόν είδωλον, μηδέ ομοίωμα τινός, όσα είναι εν τω ουρανώ άνω, ή όσα εν τη γη κάτω, ή όσα εν τοις ύδασιν υποκάτω της γης· μη προσκύνησης αυτά, μηδέ λατρεύσης αυτά· διότι εγώ Ιεχωβά ο Θεός σου είμαι Θεός απαιτών αποκλειστικήν αφοσίωσιν.»—Έξοδ. 20:4, 5, ΜΝΚ.
Το πώς ο Θεός θεωρεί αυτά τα είδωλα κι εκείνους, που τα λατρεύουν, μας λέγει ο ίδιος στον Ψαλμό 115:4-8: «Τα είδωλα αυτών είναι αργύριον και χρυσίον, έργα χειρών ανθρώπων· στόμα έχουσι, και δεν λαλούσιν· οφθαλμούς έχουσι, και δεν βλέπουσιν· ώτα έχουσι, και δεν ακούουσι· μυκτήρας έχουσι, και δεν οσφραίνονται· χείρας έχουσι, και δεν ψηλαφώσι· πόδας έχουσι, και δεν περιπατούσιν· ουδέ ομιλούσι δια του λάρυγγος αυτών. Όμοιοι αυτών ας γείνωσιν οι ποιούντες αυτά, πας ο ελπίζων επ’ αυτά.» Πάλι η άποψις του Θεού είναι σαφής. Τα είδωλα είναι ανίκανα να βοηθήσουν τον άνθρωπο. Εκείνοι που τα κατασκευάζουν κι εμπιστεύονται σ’ αυτά παρομοιάζονται με τα χωρίς ζωή είδωλα τα ίδια. Μολονότι αυτή η μορφή της λατρείας μπορεί να είναι πολύ ειλικρινής, δεν είναι σε αρμονία με το σαφώς εκπεφρασμένο θέλημα του Θεού.
ΟΙ «ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΑΙ» ΜΟΝΟΝ;
Αναμφιβόλως σας έχει δοθή η ευκαιρία να χαρακτηρίσετε τις συνήθειες αυτές ως προερχόμενες από τις λεγόμενες «ειδωλολατρικές» χώρες. Πολλοί νομίζουν ότι τέτοια λατρεία ουδέποτε θα ησκείτο στους «πιο φωτισμένους» Δυτικούς πολιτισμούς. Αλλά, ας αναλύσωμε μια μόνον δοξασία, που είναι εξέχουσα στις χώρες του «Χριστιανικού κόσμου» για να δούμε αν έχη έτσι το πράγμα.
Οι περισσότερες από τις θρησκείες του Δυτικού κόσμου ειλικρινά πιστεύουν ότι μετά θάνατον οι πονηροί θα βασανίζωνται για πάντα σ’ ένα πύρινο άδη. Γίνεται πιστευτό ότι πραγματικοί σωματικοί πόνοι απιστεύτως δυνατοί θα είναι η μερίδα εκείνων που μεταβαίνουν σε μια τέτοια θέσι. Όμως, τι γνώμη θα είχατε για έναν πατέρα, που θα έβαζε το χέρι του παιδιού του σε μια δυνατή φωτιά και θα προξενούσε σοβαρά εγκαύματα; Θα συμφωνούσατε ότι ένας πατέρας θα έπρεπε να είναι παράλογος και σκληρός για να το κάμη αυτό. Ή, αν ένα άτομο έπαιρνε ένα ζώο, ένα σκύλο λόγου χάριν, και το έψηνε σιγά-σιγά επάνω από πυρακτωμένα κάρβουνα ενώ θα ήταν ακόμη ζωντανό, αυτό θα εθεωρείτο ως μια αποτροπαία, παράλογη και φρικτά απεχθής πράξις.
Και όμως, μας ζητούν να πιστεύωμε ότι ο Θεός, που είναι Αγάπη, θα κάμη κάτι πολύ χειρότερο στα ανθρώπινα πλάσματα!
Μήπως αυτή η δοξασία είναι σύμφωνη με τα γεγονότα; Η άποψις του Θεού απέναντι μιας τέτοιας δοξασίας μπορεί να γίνη αντιληπτή, όταν κάτι παρομοίας φύσεως διεπράχθη στο έθνος του αρχαίου Ισραήλ. Εκείνο τον καιρό οι Ισραηλίται πράγματι διαπερνούσαν τα παιδιά τους δια πυρός σε θυσίες παιδιών προς τον ψευδή θεό Μολόχ. Σημειώστε τι ο Παντοδύναμος Θεός είπε για τη συνήθεια αυτή: «Ωκοδόμησαν τους υψηλούς τόπους του Βάαλ, τους εν τη φαράγγι του υιού του Εννόμ, δια να διαβιβάσωσι τους υιούς αυτών και τας θυγατέρας αυτών δια του πυρός εις τον Μολόχ· το οποίον δεν προσέταξα εις αυτούς, ουδέ ανέβη επί την καρδίαν μου, να πράξωσι το βδέλυγμα τούτο.» (Ιερεμ. 32:35) Όχι, ο Θεός ούτε καν διενοήθη να κάμη ένα τέτοιο πράγμα. Πώς, λοιπόν, μπορεί να κατηγορηθή για το ότι κάνει κάτι χειρότερο, όπως είναι ο βασανισμός ανθρώπων σε πυρά άδου στην αιωνιότητα;
Η μοίρα των εκουσίως πονηρών είναι σαφής: «Ο Ιεχωβά φυλάττει πάντας τους αγαπώντας αυτόν· θέλει δε εξολοθρεύσει πάντας τους ασεβείς.» (Ψαλμ. 145:20, ΜΝΚ) Εκμηδένισις, όχι αιώνιος βασανισμός, είναι η μοίρα εκείνων που είναι εκουσίως πονηροί.
Εκείνοι, που πιστεύουν και διδάσκουν ένα πύρινο άδη βασανισμού, δυσφημούν τον Θεό. Διδάσκουν ως προερχομένην από τον Θεό μια διδασκαλία που αυτός απορρίπτει ως ψευδή. Αυτή είναι, επίσης, υπεύθυνη για την απομάκρυνσι πολλών ορθοφρονούντων ανθρώπων από τον Θεό, καθόσον αισθάνονται ότι δεν μπορούν να έχουν πίστι σ’ έναν Θεό, που θα έκανε στ’ ανθρώπινα πλάσματα ό,τι εμείς δεν θα εκάναμε σ’ ένα βουβό σκύλο.
Αν ο Θεός δέχεται ειλικρινή, μολονότι εσφαλμένη, λατρεία, τότε γιατί η συνήθεια της προσφοράς της θυσίας παιδιών στον Μολόχ εξηφανίσθη από την παγκόσμια σκηνή; Οι Ισραηλίται δεν ευλογήθηκαν γι’ αυτή την εσφαλμένη λατρεία. Η ειλικρίνειά τους δεν έγινε δεκτή. Ο Μολόχ δεν ήταν ο αληθής και ζων Θεός. Η πίστις και η υπηρεσία σ’ αυτόν τον ψευδή θεό απερρίφθη βιαίως από τον Θεό.
Επίσης, θα μπορούσε να έλθη σαν κάτι συγκλονιστικό σε πολλούς μέσα στον «Χριστιανικό κόσμο», που πιστεύουν τη διδασκαλία των αιωνίων βασάνων, το να μάθουν ότι σε πολλές ειδωλολατρικές χώρες προάγεται η απαράλλακτη αυτή διδασκαλία! Ένας άδης φλεγομένου πυρός για τους πονηρούς είναι μια από τις κύριες διδασκαλίες και δοξασίες εκατομμυρίων ατόμων που ζουν σε ειδωλολατρικές χώρες!
Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑ
Αυτή η σύντομη ανάλυσις ολίγων μόνον δοξασιών των «ειδωλολατρικών» και των «Χριστιανικών» θρησκειών θα πρέπει να δείξη στο σκεπτόμενο άτομο ότι η ειλικρίνεια με την οποία πιστεύει σε μια δοξασία δεν μεταβάλλει ό,τι είναι εσφαλμένο σε ορθό. Δεν το κάνει ευπρόσδεκτο στον Θεό. Αυτός δεν μπορεί να συγχωρήση ό,τι είναι εσφαλμένο. Δεν δύναται να ευλογήση ό,τι είναι ψεύδος. Είναι Θεός αληθείας. «Είναι αδύνατον να ψευσθή ο Θεός», λέγει το Εβραίους 6:18· έτσι, είναι βέβαιον ότι ο Θεός δεν θα επιδοκιμάση ψεύδη, ακόμη και αν διδαχθούν ειλικρινώς εν ονόματί του.
Ο Θεός, είναι αλήθεια, μας θέλει να δείχνωμε ειλικρίνεια στη λατρεία. Αλλ’ εκείνο που θέλει είναι ειλικρίνεια στην αληθινή λατρεία, όχι ειλικρίνεια στην ψευδή λατρεία. Ο Θεός, για να βοηθήση εκείνους, που είναι πραγματικά ειλικρινείς στην επιθυμία τους να λατρεύουν εν αληθεία, έχει προμηθεύσει έναν αλάθητο οδηγό, τον Λόγον του, την Αγία Γραφή. Με την αποκάλυψι των βουλών του, τα ανθρώπινα πλάσματα μπορούν να εξακριβώσουν ποιος είναι αυτός, ποιοι είναι οι σκοποί του, και τι είναι η επίγνωσις της αληθείας. Όπως ο Ιησούς Χριστός είπε σε μια προσευχή προς τον ουράνιο Πατέρα του: «Ο λόγος ο ιδικός σου είναι αλήθεια.» (Ιωάν. 17:17) Εκείνοι που θέλουν να ζήσουν στη δικαία νέα τάξι του Θεού, όπου ο άνθρωπος θα ζη εν μέσω παραδεισιακών συνθηκών με τελεία υγεία και ευτυχία για πάντα, έχουν ανάγκη να μελετήσουν τον Λόγο του Θεού για να καταλήξουν σε απόφασι ποια είναι η αλήθεια. Ο Ιησούς, επίσης, εδήλωσε: «Αύτη . . . είναι η αιώνιος ζωή, το να γνωρίζωσι σε τον μόνον αληθινόν Θεόν, και τον οποίον απέστειλας Ιησούν Χριστόν.»—Ιωάν. 17:3.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είσθε ειλικρινής σ’ εκείνα που πιστεύετε. Αλλά να ενθυμήσθε, ότι η ειλικρίνεια, αυτή καθ’ εαυτήν, δεν θα μεταβάλη μια εσφαλμένη δοξασία σε ορθή ούτε θα την κάμη ευπρόσδεκτη στον Θεό. Ο Θεός θέλει να χρησιμοποιήσετε τον γραπτό του Λόγο για να διαπιστώσετε τι είναι ορθό. Με τον τρόπο αυτόν σας δοκιμάζει για να δη αν είσθε άξιος των ευλογιών του. Αν είσθε απαθής, εμπιστευόμενος σε άλλους να κάμουν για σας κάθε σκέψι όσον αφορά τη θρησκεία, τότε δεν μπορείτε ν’ αναμένετε την εύνοια του Θεού.
Όχι, μη γίνεσθε σαν το μικρό παιδί, τρώγοντας προς βλάβην σας εκείνο που δεν γνωρίζετε, διότι «υπάρχει οδός ήτις φαίνεται ορθή εις τον άνθρωπον, αλλά τα τέλη αυτής είναι οδοί θανάτου.» (Παροιμ. 16:25) Αντί να εκλέξης μια τέτοια πορεία, προτιμότερον «έλπιζε επί τον Ιεχωβά εξ όλης σου της καρδίας, και μη επιστηρίζεσαι εις την σύνεσίν σου· εν πάσαις ταις οδοίς σου αυτόν γνώριζε, και αυτός θέλει διευθύνει τα διαβήματά σου.»—Παροιμ. 3:5, 6, ΜΝΚ.