Θα Έλθη Ειρήνη Κάποτε στη Γη;
Ο κόσμος φέρεται από τη μια κρίσι στην άλλη. Θα υπάρξη ποτέ απελευθέρωσις από την αρπάγη του φόβου;
ΕΙΡΗΝΗ ήταν αυτό που ήθελε η κόρη, αλλά ήταν φοβισμένη. Παρατηρούσε την απαισία φορά των παγκοσμίων γεγονότων κι ευρίσκετο σε απορία για την ίδια την ύπαρξί της. Γράφοντας στον εκδότη μιας μεγάλης εφημερίδος, είπε:
Είμαι ένα από τα δεκαεξάχρονα κορίτσια, που κάθηνται και παρατηρούν τον κόσμο τους να διολισθαίνη στο κενό του θανάτου.
Κάθε μέρα ακροώμαι, ελπίζοντας ότι δεν θ’ ακούσω τον ισχυρό κρότο των ποδιών των ανθρώπων που θα κινούνται προς το τέλος ενός κόσμου, ενός κόσμου που μόλις έχω αρχίσει να εγγίζω και να ακούω και να βλέπω.
Γνωρίζω ότι, όταν θα έλθη ο καιρός, δεν θα υπάρξη διαφυγή, είτε από τη βόμβα με την ευσπλαγχνική ταχύτητα, είτε από την παρατεινομένη αγωνία της ανηλεούς ραδιενεργείας.
Περιμένω για το σημείο που θα μου πη ότι μια μέρα θα μπορώ να αναπνέω και να βλέπω χωρίς η πυκνή ομίχλη του φόβου να γεμίζη τον λάρυγγά μου και να κεντρίζη τα μάτια μου.
Περιμένω να μου πουν οι άνθρωποι που κρατούν τα πεπρωμένα του κόσμου μου ότι έχω το δικαίωμα να μεγαλώσω, να νυμφευθώ και ν’ αποκτήσω παιδιά που δεν θα ζήσουν σ’ έναν τέτοιο τόπο, που δεν θα φοβούνται να χάσουν κι αυτόν ακόμη τον εφιαλτικό κόσμο πριν τον γνωρίσουν.—Τάιμς Νέας Υόρκης, 18 Σεπτεμβρίου 1961.
Η επιστολή της κόρης αυτής εγράφη στο 1961. Μήπως η επιθυμία της για ειρήνη έχει φθάσει πλησιέστερα στην πραγματοποίησι, μέσα στο χρόνο που διέρρευσε από το έτος εκείνο; Είναι μήπως η ελευθερία από φόβο πλησιέστερα στο να γίνη μια πραγματικότης;
Στο έτος 1965, στην ίδια σελίδα της ιδίας εφημερίδος, όπου το άρθρο αυτής της κόρης ενεφανίσθη προ ετών, ένα κύριο άρθρο μάς λέγει τα ακόλουθα:
Είναι μια τρομακτική αλλ’ αναπόφευκτη σκέψις ότι ο κόσμος έχει παρασυρθή σε διχασμό και έχει περισσότερο τεμαχισθή από τον Απρίλιο του 1963, οπότε ο Πάπας Ιωάννης έκαμε την αξιοσημείωτη έκκλησί του για ‘μια κοινότητα λαών βασισμένη στην αλήθεια, τη δικαιοσύνη, την αγάπη και την ελευθερία’. Αυτός είναι ένας καιρός που θα μπορούσε να θέση σε δοκιμασία ακόμη και το θαυμάσιο δώρο της αισιοδοξίας του και την πίστι του στο ανθρώπινο γένος.
Δια μέσου της ιστορίας διάφορα στοιχεία ελειτούργησαν κατά διαφόρους καιρούς για να προμηθεύσουν μια άγκυρα, ένα κατασκεύασμα, μια πηγή ενότητος των κοινωνιών. Υπήρχαν οικογενειακοί δεσμοί, μεγάλες μοναρχίες, μεγάλες αυτοκρατορίες, οι μεγάλες θρησκείες του κόσμου και, στην εποχή μας, οι πολιτικές ιδεολογίες. Σήμερα κανένας απ’ αυτούς τους παράγοντας δεν φαίνεται αρκετά ικανός να κρατήση υπό έλεγχο τις κοινωνίες ή να ενώση έθνη και λαούς με ειρήνη.
Αυτή είναι μια εποχή που έχασε τη θέσι της, που περιπλανάται σε μια έρημο εκβάλλοντας κραυγές με μανία και χτυπώντας χωρίς στόχο στη διάρκεια των πόνων της.—Τάιμς Νέας Υόρκης, 18 Φεβρουαρίου 1965.
Έτσι τα έθνη και τα άτομα γίνονται πιο ανταγωνιστικά, ο δε κόσμος παρασύρεται ολοένα πλησιέστερα προς ένα καταστρεπτικό πυρηνικό πόλεμο. Οι τρομερές συνέπειες ενός τέτοιου πολέμου απεσαφηνίσθησαν εσχάτως από τον Υπουργό Αμύνης των Ηνωμένων Πολιτειών. Αυτός υπελόγισε ότι σε περίπτωσι Σοβιετικής επιθέσεως με πυραύλους εναντίον των πόλεων των Ηνωμένων Πολιτειών, ο αριθμός των θανάτων θα ανήρχετο σε 149 εκατομμύρια ανθρώπους. Εξ άλλου ένα ανταποδοτικό χτύπημα εναντίον της Σοβιετικής Ενώσεως, είπε, θα είχε μια συγκομιδή από 100 περίπου εκατομμύρια ανθρώπινες υπάρξεις και θα κατέστρεφε το 80 τοις εκατόν, όπως υπολογίζεται, του βιομηχανικού δυναμικού της χώρας αυτής!
Ούτε αυτό αποτελεί ολόκληρη την απειλή κατά της ειρήνης σήμερα. Και άλλες χώρες, περιλαμβανομένης της Κομμουνιστικής Κίνας, κατέχουν τώρα πυρηνικά όπλα. Επιπρόσθετα, μέσα σε μια ή δυο δεκαετίες πολλά από τα μικρότερα κράτη θα μπορούσαν εύκολα ν’ αποκτήσουν ατομικές δυνατότητες. Χωρίς κεντρικό έλεγχο, μικρότερα εθνικά ζητήματα θα μπορούσαν ν’ ανυψωθούν σ’ ένα παγκόσμιο πυρηνικό ολοκαύτωμα.
Αληθινά ο κόσμος φαίνεται να καθίσταται έξαλλος! Όχι μόνο η ειρήνη είναι μακριά περισσότερο από άλλοτε, αλλά φαίνεται ότι είναι εξ ολοκλήρου έξω από την πραγματικότητα το να περιμένη ένας να έλθη αυτή, όταν έχη υπ’ όψι του τις ευρυνόμενες διαφορές μεταξύ των εθνών, των συγκροτημάτων των εθνών, των κοινωνιών και των φυλετικών ομάδων.
ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ;
Η ιστορία του ανθρωπίνου γένους δεν υπήρξε ειρηνική. Αντιθέτως, είναι γεμάτη από συγκρούσεις και αιματοχυσίες. Κατ’ επανάληψιν, τα έθνη υψώθησαν σε δύναμι, εξηγέρθησαν εναντίον των γειτόνων των και εβύθισαν μέρος της οικουμένης στο σκοτάδι, και στον πόνο. Καθ’ όσον η επιστήμη συνεισέφερε θανατηφόρα όπλα καταστροφής, η στενοχωρία ενετάθη και η σχετική περιοχή επεξετάθη μέχρις ότου έγινε παγκόσμιος. Σήμερα η απειλή κατά της ειρήνης έφθασε σε νέα έντασι. Η ίδια η επιβίωσις ολοκλήρου της ανθρωπίνης οικογενείας διακυβεύεται!
Γιατί γίνονται όλα αυτά; Γιατί η γη έχει κατ’ επανάληψιν διαποτισθή με αίμα, αθώο κατά μεγάλο ποσοστό; Θα έλθη ποτέ ολοκληρωτική ειρήνη στη γη; Υπάρχουν μήπως αληθινές και ικανοποιητικές απαντήσεις σ’ αυτά τα ερωτήματα; Μάλιστα, υπάρχουν. Αλλ’ αυτές οι απαντήσεις δεν μπορούν να βρεθούν στις ιστορίες ή φιλοσοφίες των ανθρώπων. Αν μπορούσαν να βρεθούν, τότε τα πολλά φάρμακα, που επροτάθησαν κι εδοκιμάσθησαν για τις ασθένειες του κόσμου, θα έπρεπε να έχουν φέρει αποτέλεσμα μέχρι τώρα. Αλλά δεν έφεραν. Έχουν αποτύχει όλα.
Οι απαντήσεις πρέπει να προέλθουν από Έναν που όχι μόνο βλέπει την κτηνωδία ανθρώπου εναντίον ανθρώπου, αλλά γνωρίζει γιατί συμβαίνει αυτό, τι επιφυλάσσει το μέλλον, και ποιο είναι το έσχατο φάρμακο. Αυτός ο Ένας μπορεί να είναι μόνον ο Δημιουργός του ανθρώπου, ο Ιεχωβά Θεός. Όπως ο εφευρέτης μιας μηχανής είναι στην καλύτερη θέσι να πη τι θα συμβή, αν δεν χρησιμοποιήται με ορθό τρόπο και τι να κάνωμε, όταν δεν λειτουργή κανονικά, έτσι και ο Πρωτουργός ή Δημιουργός του ανθρώπου, ο Θεός. Έχοντας πλάσει τον άνθρωπο, γνωρίζει τι πρέπει να κάμη το πλάσμα αυτό για να φέρεται κατάλληλα μέσα στην ανθρωπίνη κοινωνία. Γνωρίζει γιατί η ανθρωπίνη κοινωνία καταρρέει, και γιατί χειροτερεύει βαθμιαίως. Μπορεί να μας πη γιατί η ειρήνη είναι μακριά από το ανθρώπινο γένος που στενάζει. Περισσότερο απ’ αυτό, μπορεί να μας πη τι επιφυλάσσει το μέλλον και ποιο είναι το φάρμακο. Ναι, ο Παντοδύναμος Θεός, ο Ιεχωβά, μπορεί ν’ απαντήση στην ερώτησι, Θα έλθη κάποτε ειρήνη επάνω στη γη;
ΓΙΑΤΙ ΕΞΗΦΑΝΙΣΘΗ Η ΕΙΡΗΝΗ;
Η αρχή της ανθρωπίνης οικογενείας δεν μπορούσε να είναι καλύτερη. Δημιουργημένοι τέλειοι, ο άνδρας και η γυναίκα ετοποθετήθησαν σ’ έναν παράδεισο ολοκληρωτικής ειρήνης· τους εδόθη να κάμουν ένα ευχάριστο έργο και επρόκειτο ν’ αρχίσουν την επέκτασι αυτών των επιθυμητών συνθηκών σε όλο το μήκος και πλάτος της γης. Η ίδια η γη θα παρήγε αφθόνως για το ανθρώπινο γένος, ακόμη δε και τα ζώα θα ήσαν ειρηνικά. Το ζήτημα συνωψίζετο ως εξής: «Και είδεν ο Θεός πάντα όσα εποίησε· και ιδού, ήσαν καλά λίαν.»—Γεν. 1:31.
Τίποτε δεν επρόκειτο να διαταράξη την ειρήνη αυτή, αν το κλειδί της ανθρωπίνης συμπεριφοράς, η διάνοια, θα λειτουργούσε όπως έπρεπε. Αυτό θα συνέβαινε εφ’ όσον ο άνθρωπος θα εγέμιζε τη διάνοιά του με υγιείς σκέψεις προσέχοντας στη φωνή του Δημιουργού του και παραμένοντας μέσα στα όρια που του είχαν παραχωρηθή. Ποια όρια; Προφανώς, τα όρια της υπακοής στους νόμους του Θεού. Εφ’ όσον ο άνθρωπος θα υπήκουε στις δίκαιες απαιτήσεις του Θεού, θα ήταν ευτυχής. Αν τις παρεβίαζε, δεν θα ήταν. Μπορούμε αυτό να το παρομοιάσωμε με τους νόμους, που διατηρούν την ειρήνη σήμερα. Ένα άτομο δεν μπορεί να παραβιάση τον νόμο χωρίς να υποβληθή σε ποινή από μέρους των πολιτικών εξουσιών. Αυτό συντελεί στο όφελος όλης της κοινωνίας. Οι νόμοι του Θεού είναι οι ίδιοι. Απεργάζονται καλό χάριν των νομοταγών ανθρώπων. Εν τούτοις, αν ο άνθρωπος εστασίαζε εναντίον του θείου νόμου, ‘εξάπαντος ήθελε αποθάνει’, όπως του ελέχθη.—Γεν. 2:17.
Το θλιβερό υπόμνημα, που διεφυλάχθη για μας στη μόνη αξιόπιστη ιστορία των αρχαίων εκείνων χρόνων, η Αγία Γραφή, δείχνει ότι ο Αδάμ και η Εύα, ο πατέρας και η μητέρα ολοκλήρου της ανθρωπίνης οικογενείας, υπερέβησαν τα όρια που είχαν τεθή γι’ αυτούς. Επεθύμησαν εκείνο, που δεν είχαν το δικαίωμα να επιθυμήσουν. Επόθησαν πλήρη ανεξαρτησία από τον Θεό και από τους νόμους του, εκδηλώνοντας τούτο με το να παραβιάσουν τον νόμο. Ως αποτέλεσμα, η ποινή εξετελέσθη—θα απέθνησκαν στην ωρισμένη πορεία του χρόνου. Δεν θα διετηρούντο πια τα σώματα των σε τελειότητα, αλλά θα άρχιζαν να εκφυλίζωνται, μέχρις ότου θα τους υπερνικούσε ο θάνατος. Και οι διάνοιές των, επίσης, θα εξεφυλίζοντο. Μη οδηγούμενοι από τον Θεό και τις οδούς του, θα ήρχοντο σε σύγκρουσι με άλλους, με το βασίλειο των ζώων, και ακόμη με τα ίδια τα σώματά των. Απορρίπτοντας τον Θεό, έκαμαν έναρξι της καταβυθίσεως του ανθρώπου τόσο βέβαια όσο και ένας λίθος που κινείται προς τα κάτω, όταν ριφθή από μια υψηλή θέσι.—Γέν. 3:17-19.
Όχι μόνον ο εκφυλισμός και ο θάνατος εισήλθαν τώρα στην ανθρώπινη οικογένεια, αλλ’ επίσης εισεχώρησε και η διατάραξις της ειρήνης. Άνθρωποι άρχισαν ν’ ανταγωνίζωνται ανθρώπους. Μίσος και υποψία, βία και έκχυσις αίματος κατέκλυσαν την ανθρώπινη κοινωνία, έως ότου, ύστερ’ από 1.600 και πλέον έτη, η κατάστασις ήταν όπως την περιγράφει η Γραφή: «Διεφθάρη δε η γη ενώπιον του Θεού, και ενεπλήσθη η γη αδικίας. Και’ είδεν ο Θεός την γην, και ιδού, ήτο διεφθαρμένη· διότι πάσα σαρξ είχε διαφθείρει την οδόν αυτής επί της γης.»—Γέν. 6:11, 12.
Ένας ειρηνικός κόσμος μετεστράφη γρήγορα σ’ έναν ταραχώδη κόσμο. Κανένας άνθρωπος, όμως, του κόσμου αυτού δεν θα μπορούσε ν’ αποδώση μομφή στον Θεό. Αυτός ο κόσμος προέκυψε όταν ο άνθρωπος επεζήτησε να γίνη ανεξάρτητος από τον Θεό. Κι εφόσον ο Θεός έκαμε τον άνθρωπον ελεύθερο ηθικό παράγοντα, θα επέτρεπε στον άνθρωπο το πείραμα αυτό προσωρινώς. Παρατηρήστε τ’ αποτελέσματα! Μήπως θα ελέγατε ότι η ανθρώπινη πείρα επί 6.000 και πλέον έτη υπήρξε ειρηνική, ευτυχής, επιτυχής; Ασφαλώς όχι! Πόνος, αθλιότης, λύπη, δάκρυα και θάνατος υπήρξε ο κλήρος του ανθρώπου δια μέσου των αιώνων, μέχρις ότου σήμερα σκεπτόμενοι άνθρωποι βρίσκονται σε απορία όσον αφορά την ίδια την επιβίωσι της ανθρωπότητας ως συνόλου!
ΘΑ ΕΛΘΗ ΠΑΛΙ Η ΕΙΡΗΝΗ;
Ο Θεός ανέχθηκε τη στασιαστική πορεία του ανθρώπου, αλλά μόνο για μια προσωρινή περίοδο. Ως φιλάγαθος Θεός, δεν μπορούσε να επιτρέψη να τυγχάνουν επ’ άπειρον κακής μεταχειρίσεως η γη του και τα πλάσματα του επάνω σ’ αυτή. Αυτός είναι ο λόγος, για τον οποίον η πονηρία δεν θα συνεχισθή επί πολύ. Ο Θεός, μέσω των προφητών του και του γραπτού του Λόγου, έχει επανειλημμένως προειδοποιήσει ότι η παρακοή των ανθρώπων και των εθνών θα έφθανε σ’ ένα τέλος.—2 Θεσ. 1:8· Εβρ 5:9.
Η άφρων καταβύθισις των εθνών μέσα στην πυρηνική εκμηδένισι θα ανακοπή από τον Θεό. Αυτός υπεσχέθη: «Οι πονηρευόμενοι θέλουσιν εξολοθρευθή . . . Διότι έτι μικρόν, και ο ασεβής δεν θέλει υπάρχει· και θέλεις ζητήσει τον τόπον αυτού, και δεν θέλει ευρεθή· οι πραείς όμως θέλουσι κληρονομήσει την γην και θέλουσι κατατρυφά εν πολλή ειρήνη.»—Ψαλμ. 37:9-11.
Ο Θεός ανέχθηκε τον πειραματισμό του ανθρώπου σχετικά με την ανεξαρτητοποίησί του απ’ Αυτόν επί αρκετά μακρό χρονικό διάστημα ώστε να μην μπορή κανείς να κατηγορήση τον Θεό ότι δεν έδωσε την ευκαιρία στους ανθρώπους να εφαρμόσουν τις δικές τους λύσεις. Τους εδόθη τέτοια ευκαιρία. Με άθλιο τρόπο απέτυχαν. Εξ άλλου, όπως δείχνει καθαρά η Βιβλική προφητεία, είναι τώρα καιρός να παρέμβη ο Θεός, να συντρίψη την πονηρία και ν’ αναλάβη τον πλήρη έλεγχο των ανθρωπίνων υποθέσεων. Ο Ιησούς Χριστός ο ίδιος, όπως έκαμε και ο απόστολος Παύλος, προείπε ότι η θλίψις των εθνών, που είναι τόσο έκδηλη σήμερα, θα ήταν μια απόδειξις ότι είμεθα πράγματι στις ‘έσχατες ημέρες’ αυτού του κόσμου. (Ματθ. 24:3-14· 2 Τιμ. 3:1-5) Ως εκ τούτου, η οργή του Θεού εναντίον του χαώδους κόσμου θα ξεσπάση σύντομα, όπως και η εύνοιά του θα επεκταθή σ’ εκείνους που τον αγαπούν. Καθώς είναι γραμμένο όσον αφορά τις ημέρες μας: «Και ήλθεν η οργή σου, και ο καιρός των νεκρών, δια να κριθώσι, και να δώσης τον μισθόν εις τους δούλους σου τους προφήτας, και εις τους αγίους και εις τους φοβουμένους το όνομά σου, τους μικρούς και τους μεγάλους, και να διαφθείρης τους διαφθείροντας την γην.»—Αποκάλ. 11:18.
Η ΕΙΡΗΝΗ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΝΑ ΕΠΑΝΕΛΘΗ
Το τέλος αυτού του παρόντος πονηρού συστήματος πραγμάτων σημαίνει ότι η ειρήνη, την οποία ο Θεός είχε αρχικώς στους σκοπούς του για τη γη, θα επανέλθη σ’ αυτή. Δεν θα είναι πια ένας τόπος γεμάτος από μίσος και βία. Επίσης, το δικαίωμα του Θεού να κυβερνά θα εδραιωθή οριστικώς. Το ζήτημα αυτό θα τακτοποιηθή για πάντα και ουδέποτε πάλι θα παραχωρηθή στους ανθρώπους πλήρης ανεξαρτησία για να διαφθείρουν την ειρήνη με τους πειραματισμούς των και τις ιδέες των που επιφέρουν διαίρεσι.
Εκείνοι, που θα επιζήσουν του τέλους αυτού του κόσμου, θα ευλογηθούν με ειρήνη, διότι ο ψαλμωδός είπε για τον Θεό: «Καταπαύει τους πολέμους έως των περάτων της γης· συντρίβει τόξον, και κατακόπτει λόγχην· καίει άμαξας εν πυρί.» (Ψαλμ. 46:9) «Εις την αύξησιν . . . της ειρήνης δεν θέλει είσθαι τέλος.»—Ησ. 9:7.
Ούτε και οι άνθρωποι θα ζουν εβδομήντα μόνον χρόνια, απλώς για να αποκόπτωνται με θάνατο. Στη νέα τάξι του Θεού, η θεραπευτική Του δύναμις θα στραφή προς το ανθρώπινο γένος. Αυτό θα ανυψωθή βαθμιαίως σε ανθρώπινη τελειότητα, και γι’ αυτό ο Ιησούς μπορούσε να μιλήση για τον καιρό εκείνον ως την ‘παλιγγενεσίαν’. (Ματθ. 19:28) Ακόμη και πολλοί από τους νεκρούς θα ευεργετηθούν, διότι εκείνοι τους οποίους ο Θεός εκλέγει θα εξέλθουν στην ανάστασι.—Ιωάν. 5:28, 29.
Με αποκαταστημένη την τελειότητα της διανοίας και του σώματος, οι ασθένειες και ο θάνατος, που οφείλονται στον Αδάμ, θα είναι πράγματα του παρελθόντος. Γι’ αυτό, ο ψαλμωδός μπορούσε να πη: «Οι δίκαιοι θέλουσι κληρονομήσει την γην, και επ’ αυτής θέλουσι κατοικεί εις τον αιώνα.» (Ψαλμ. 37:29) Προσθέτοντας σ’ αυτή τη μεγαλειώδη εικόνα των πραγμάτων που πρόκειται να έλθουν, ο απόστολος Ιωάννης εδήλωσε κάτω από έμπνευσι: «Και αυτός ο Θεός θέλει είσθαι μετ’ αυτών Θεός αυτών. Και θέλει εξαλείψει ο Θεός παν δάκρυον από των οφθαλμών αυτών, και ο θάνατος δεν θέλει υπάρχει πλέον· ούτε πένθος, ούτε κραυγή, ούτε πόνος δεν θέλουσιν υπάρχει πλέον· διότι τα πρώτα παρήλθον.» (Αποκάλ. 21:3, 4) Όλο τούτο σημαίνει ότι οι ειρηνικές συνθήκες περί των οποίων έχει δοθή υπόσχεσις για κείνον τον καιρό θα διαιωνισθούν, εφόσον όλα τα πράγματα και όλα τα άτομα που διαταράσσουν την ειρήνη θα εξαλειφθούν.
Μήπως αυτό φαίνεται υπερβολικά καλό, για να είναι αληθινό; Ο ίδιος ο Θεός διασκορπίζει την αμφιβολία λέγοντας: «Γράψον· διότι ούτοι οι λόγοι είναι αληθινοί και πιστοί.» (Αποκάλ. 21:5) Μ’ εμπιστοσύνη, λοιπόν, μπορείτε ν’ αποβλέπετε στην εκπλήρωσι της υποσχέσεως του Θεού για ειρήνη σε μια δικαία νέα τάξι.
Θ’ ΑΠΟΛΑΥΣΕΤΕ ΕΚΕΙΝΗ ΤΗΝ ΕΙΡΗΝΗ;
Ασφαλώς, θα υπάρξη εκεί ειρήνη. Σεις, όμως, θα είσθε εκεί; Θα είσθε ζωντανός, για ν’ απολαύσετε την πραγματοποίησί της; Αν θέλετε να συμμερισθήτε τις ευλογίες ενός αποκαταστημένου παραδείσου, τότε θα θελήσετε να μάθετε τι σκοπεύει ο Θεός και ποιες είναι οι απαιτήσεις του, διότι μόνον εκείνοι, που κάνουν ό,τι θέλει ο Θεός, θα ευλογηθούν απ’ αυτόν με ειρήνη.
Για να μάθετε για τον Θεό, πρέπει να πάτε στον τόπο όπου αυτός αποκαλύπτει τον εαυτό του. Ο τόπος αυτός είναι ο Λόγος του, η Αγία Γραφή. Διαβάστε ό,τι αυτή λέγει για τις υποχρεώσεις σας προς τον Δημιουργό σας. Μάθετε τα πράγματα που πρέπει να κάμετε για να επιζήσετε από το τέλος αυτού του πονηρού συστήματος πραγμάτων. Κατόπιν, κάμετέ τα. Επίσης, βρήτε τον λαό του Θεού, που κάνει το ίδιο, και συνταυτισθήτε μαζί του. Θα σας βοηθήση να μάθετε την υπακοή προς τον Θεό που ο προπάτωρ σας Αδάμ ελησμόνησε.
Μαθαίνοντας να επιστηρίζεσθε στον Θεό και κάνοντας το θέλημά του, θα μπορέσετε να παρασκευασθήτε για τον προσεχή καιρό της ειρήνης, που τώρα είναι τόσο κοντά. Μολονότι δε ζήτε σ’ έναν κόσμο που αποσυντίθεται, θα γίνετε ικανοί ν’ αντιμετωπίσετε το μέλλον μ’ εμπιστοσύνη, ευτυχείς με τη γνώσι ότι δυνατόν να συμμετάσχετε στην πραγματοποίησι των υποσχέσεων του Θεού διότι εκτελείτε το θέλημά του, αφού «ο κόσμος παρέρχεται, και η επιθυμία αυτού· όστις όμως πράττει το θέλημα του Θεού, μένει εις τον αιώνα.»—1 Ιωάν. 2:17.