‘Εις Πάντα τα Έθνη το Ευαγγέλιον Πρέπει να Κηρυχθή Πρώτον’
«Ενώπιον ηγεμόνων και βασιλέων θέλετε σταθή ένεκεν εμού, προς μαρτυρίαν εις αυτούς. Και πρέπει πρώτον να κηρυχθή το ευαγγέλιον εις πάντα τα έθνη.»—Μάρκ. 13:9, 10.
1. Χωρίς το κήρυγμα του «ευαγγελίου,» σε ποια κατάστασι θα είχαν αφεθή οι άνθρωποι των εθνών, και γιατί;
ΚΑΝΕΝΑ έθνος αυτού του εικοστού αιώνος δεν μπόρεσε να εμποδίση την διακήρυξι του «ευαγγελίου» μέσα στα όριά του. Εν όψει του απειλουμένου καταστρεπτικού τέλους όλων των εθνών του κόσμου το ευαγγέλιον έπρεπε να κηρυχθή σε όλα τα έθνη προτού έλθη το τέλος των. Το ευαγγέλιον υπήρξε μια παρηγορία που είχαν μεγάλη ανάγκη άνθρωποι όλων των φυλών και εθνικοτήτων. Αποτυχία της κηρύξεως του ευαγγελίου θα είχε αφήσει όλους τους ανθρώπους χωρίς ελπίδα ανάμεσα στη στενοχωρία αυτού του κόσμου, η οποία πλησιάζει τώρα στο καταστρεπτικό της αποκορύφωμα. Ο αλάνθαστος προφήτης, ο οποίος προείπε το κήρυγμα πρώτον του ευαγγελίου σ’ όλα τα έθνη, πρέπει να έχη προείδει την ανάγκη του να κηρυχθή ένα τέτοιο ευαγγέλιον σ’ αυτόν τον πιο βίαιον αιώνα όλης της ανθρωπίνης ιστορίας.
2. Γιατί τ’ αγαθά νέα που έδωσε εκείνος ο οποίος ελάλησε την προφητεία επέζησαν ως τώρα;
2 Αυτός ο ίδιος ο οποίος ελάλησε την δοκιμασμένη τώρα από τον χρόνο προφητεία έδωσε το ευαγγέλιον ή αγαθά νέα που έπρεπε να κηρυχθούν. Εγνώριζε ποια θα ήταν τα μόνα αγαθά νέα που θ’ άξιζαν να εξαγγελθούν στον κρίσιμο καιρό που υπέδειξε ότι θα ήρχετο ύστερ’ από δεκαεννέα αιώνες στο μέλλον. Η πραγματική εκπλήρωσις της προφητείας του αποδεικνύει ότι δεν ήταν ένας συνήθης άνθρωπος. Δεν ήταν ένας εκδότης και ιδιοκτήτης εφημερίδος. Δεν ήταν εκδότης κάποιας ημερησίας εφημερίδος με την πιο μεγάλη κυκλοφορία από οποιαδήποτε από τις μεγάλες μητροπολιτικές εφημερίδες. Το γεγονός είναι ότι ποτέ του δεν έγραψε ένα βιβλίο, βιβλιάριο, τεύχος ή φυλλάδιο. Ούτε καν έγραψε ένα κεφάλαιο του βιβλίου, που είναι, το πιο ευρέως διαδομένο και μεταφρασμένο μέχρι σήμερα βιβλίο στη γη, της Ιεράς Βίβλου. Εν τούτοις τ’ αγαθά νέα που έδωσε πριν από τόσο καιρό επέζησαν και εξαγγέλλονται σήμερα σε όλα τα έθνη. Φαίνεται σχεδόν απίστευτο, κι εν τούτοις είναι πράγματι πιστευτό, διότι αυτός ο εξαιρετικός άνθρωπος ήταν ο Ιησούς Χριστός, τον οποίον οι στενότεροι ακόλουθοί του απέδειξαν πέραν από κάθε αμφιβολία ότι ήταν «ο υιός του Θεού.»
3. Επάνω στο Όρος των Ελαιών, ποια ερώτησι είχαν να υποβάλουν στον Ιησούν ο Πέτρος, ο Ανδρέας, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης;
3 Κάποτε ωμίλησε για μια πόλι η οποία εμφανίζεται πολύ στις παγκόσμιες ειδήσεις ιδιαιτέρως από τον Ιούνιο του έτους 1967—την Ιερουσαλήμ. Ανατολικώς της Ιερουσαλήμ το όρος από το οποίο είπε την προφητεία του για το «ευαγγέλιον» υπάρχει ακόμη—το Όρος των Ελαιών. Ο ένδοξος ναός που είχε οικοδομήσει ο Βασιλεύς Ηρώδης ο Μέγας δεν υπάρχει πια εκεί στην Ιερουσαλήμ, αλλά η απουσία του ως αυτή την εποχή δεν είναι παρά μια περαιτέρω επιβεβαίωσις της ακριβείας της προφητείας του. Τέσσερες από τους στενοτέρους του ακολούθους, δηλαδή, οι απόστολοι Πέτρος και Ανδρέας, Ιάκωβος και Ιωάννης, ήσαν μαζί του στο Όρος των Ελαιών, απολαμβάνοντας την ωραία θέα της πόλεως Ιερουσαλήμ και του ναού της που εφαίνοντο από μακριά. Αν τον είχατε ακούσει να λέγη αυτά που εκείνοι τον άκουσαν να λέγη ενωρίτερα την ημέρα εκείνη, και σεις, επίσης, θα είχατε να του υποβάλετε κάποια ερώτησι.
4, 5. (α) Σε ποια εντυπωσιακά πράγματα επέσυρε την προσοχή του Ιησού ένας από τους αποστόλους; (β) Γιατί η απάντησις του Ιησού σ’ αυτόν τον απόστολο που έκαμε την παρατήρησι ήταν χωρίς αμφιβολία εκπληκτική;
4 Διεθνείς ταξιδιώται σε περιοδείες των εξακολουθούν να συρρέουν στον τόπο όπου υπήρχε ο ναός εκείνος ως το έτος 70 μ.Χ. Αλλά το έτος 33 μ.Χ. ενωρίς την άνοιξι ο Ιησούς Χριστός και οι απόστολοί του είχαν επισκεφθή τον δαπανηρό εκείνο ναό που οικοδόμησε ο Βασιλεύς Ηρώδης της Ιερουσαλήμ. Καθώς τον εγκατέλειπαν, ένας από τους αποστόλους είπε στον Ιησού: «Διδάσκαλε, ιδέ, οποίοι, λίθοι και οποίαι οικοδομαί!»
5 Θα έλεγε κανείς ότι μια τέτοια θαυμασία οικοδομή, τόσο ισχυρή, θα παρέμενε επί μερικές χιλιάδες χρόνια, όπως ο ναός της Αθηνάς, ο Παρθενών, επάνω στην κορυφή της ακροπόλεως των Αθηνών, ή όπως ο ναός του Καρνάκ στις Θήβες της αρχαίας Αιγύπτου. Αλλά, χωρίς αμφιβολία προς έκπληξιν του αποστόλου ο οποίος έκαμε την παρατήρησι, ο Ιησούς Χριστός απήντησε: «Βλέπεις ταύτας τας μεγάλας οικοδομάς; δεν θέλει αφεθή λίθος επί λίθον, όστις να μη κατακρημνισθή.» Ο ιστορικός Ιωάννης Μάρκος κατέγραψε αυτή την αξιοσημείωτη προφητεία του Ιησού Χριστού, όταν ήταν στη Ρώμη, λίγα χρόνια προτού εκπληρωθή η προφητεία μέσω των Ρωμαϊκών λεγεωνών το έτος 70 μ.Χ. (Μάρκ. 13:1, 2) Αυτή η καταστροφή του πολυτίμου ναού των λατρείας εσήμαινε ασφαλώς μια αλλαγή πραγμάτων για τους Ιουδαίους.
6. (α) Σύμφωνα με τον Ιωάννη Μάρκο, ποια ερώτησι έκαμαν στον Ιησού οι τέσσερες απόστολοι; (β) Τι θα έκανε την προφητική απάντησι του Ιησού απλώς ζήτημα αρχαίας ιστορίας για μας σήμερα;
6 Τι σημαντική αλλαγή πραγμάτων εσήμανε για το Ιουδαϊκό έθνος η καταστροφή του ναού του Βασιλέως Σολομώντος στον ίδιο εκείνο τόπο το έτος 607 π.Χ.! Επειδή ενεθυμούντο αυτό, οι απόστολοι Πέτρος, Ανδρέας, Ιάκωβος και Ιωάννης απευθύνθησαν με ερωτηματικό τρόπο στον Ιησού Χριστό καθώς εκάθητο στο γειτονικό Όρος των Ελαιών απ’ όπου έβλεπαν τον ναό που ακτινοβολούσε. Αλλά πες μας, Ιωάννη Μάρκο, ποια ερώτησι του έκαμαν. Τα εδάφια Μάρκος 13:3, 4 αναφέρουν αυτή την ερώτησι: «Ειπέ προς ημάς, πότε θέλουσι γείνει ταύτα, και τι το σημείον όταν ταύτα πάντα μέλλωσι να συντελεσθώσιν;» Αν ο Ιησούς Χριστός περιώριζε την περιγραφή του για το «σημείον» ώστε να έχη εφαρμογή μόνο στην καταστροφή της πόλεως της Ιερουσαλήμ της εποχής του, θα ήταν, στην εκπλήρωσί της, απλώς ζήτημα αρχαίας ιστορίας, χιλίων εννεακοσίων σχεδόν ετών παλαιάς και όχι πολύ μεγάλου ενδιαφέροντος για μας που ζούμε τώρα σ’ αυτούς τους ταραχώδεις καιρούς.
7. (α) Ο Ιησούς επεξέτεινε την ακτίνα της προφητικής του απαντήσεως για να περιλάβη τι που ενδιαφέρει εμάς σήμερα; (β) Τι θα εσήμαινε αυτή η καταστροφή για το παρόν σύστημα πραγμάτων;
7 Εν τούτοις, ο Ιησούς σαφώς επεξέτεινε την ακτίνα της προφητικής του απαντήσεως πέραν από την καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 70 μ.Χ., δηλαδή, ως το σημείο που προεσκιάζετο από αυτή την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του ναού της, ώστε να μας ενδιαφέρη πολύ ζωτικά σήμερα. Αλλά τι, λοιπόν, προεσκιάζετο; Πρέπει να είναι σαφές, διότι μια σκιά μάς δίνει πάντοτε την σκιαγραφία της ουσίας η οποία στέκει στην οδό της ακτίνος του φωτός. Τότε, λοιπόν, μήπως εννοούμε ότι η καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του θρησκευτικού της ναού σκιαγραφούσε σαν μια προσκίασι μια καταστροφή που θα επήρχετο επάνω στην οργάνωσι και το οικοδόμημα κάποιου θρησκευτικού συστήματος που ισχυρίζεται τώρα ότι είναι του Θεού της Ιερουσαλήμ; Ναι, και οι παγκόσμιες εξελίξεις δείχνουν ότι πρόκειται να συμβή στην εποχή μας. Οι λαοί του «Χριστιανικού κόσμου» έχουν λόγους να πιστεύουν ότι δική τους είναι η θρησκευτική οργάνωσις και το οικοδόμημα που είναι σημειωμένα για καταστροφή. Αλλά, τρομοκρατημένος, πιθανόν να φέρετε την αντίρρησι: ‘Η καταστροφή του Χριστιανικού κόσμου δεν θα εσήμαινε τίποτε ολιγώτερον από το τέλος του κόσμου!’ Ναι, έχετε δίκαιο, αν με την έκφρασι «το τέλος του κόσμου» εννοείτε το «τέλος του συστήματος πραγμάτων.»—Ματθ. 24:3, ΚΕΜ και ΜΝΚ.
8. Μήπως οι λέξεις του Ιησού, «Δεν είναι έτι το τέλος,» αποτελούν λόγο για να μη ενδιαφερώμεθα τώρα;
8 Τότε, λοιπόν, πραγματικά πρόκειται για κάτι που πρέπει να ενδιαφέρη εμάς σήμερα, εφόσον περιλαμβανόμεθα σ’ αυτό. Και πράγματι έχομε ανάγκη των αγαθών νέων για τα οποία μίλησε ο Ιησούς. Ας προσέξωμε, λοιπόν, την προφητεία του. Σήμερα εκατομμύρια ανθρώπων αμφιβάλλουν και γι’ αυτή ακόμη την ιστορική ύπαρξι του Ιησού Χριστού, ότι πραγματικά έζησε και πέθανε στην Ιερουσαλήμ, και αυτά τα άτομα επομένως δεν αισθάνονται την ανάγκη της προειδοποιήσεως του Ιησού εναντίον των ψευδοχρίστων. (Μάρκ. 13:5, 6) Αλλ’ αν είναι αρκετά ηλικιωμένοι ώστε να έχουν ζήσει χρόνια πριν από το 1914, ίσως να σκέπτωνται ότι το επόμενο μέρος της προειδοποιήσεως του Ιησού ήταν πολύ επίκαιρο: «Όταν δε ακούσητε πολέμους και φήμας πολέμων, μη ταράττεσθε· διότι πρέπει να γείνωσι ταύτα· αλλά δεν είναι έτι το τέλος.» (Μάρκ. 13:7) Ναι, αλλά από τις λέξεις «δεν είναι έτι» ας μη βγάλωμε το συμπέρασμα ότι το «τέλος» δεν θα έλθη ποτέ, ούτε η καταστροφή του «Χριστιανικού κόσμου» όπως προεσκιάσθη από την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του ιερού ναού της.
«ΣΗΜΕΙΟΝ» ΠΟΥ ΠΡΟΗΓΕΙΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΤΕΛΟΣ
9, 10. (α) Πώς έκαμε ο Ιησούς ένα διαχωριστικό σημείο στην προφητεία του; (β) Τι επρόκειτο να είναι αι «αρχαί ωδίνων,» και τι υπενθυμίζει η έκφρασις «αρχαί»;
9 Τι πρέπει, λοιπόν, ν’ αναμένωμε προτού έλθη αυτό το τρομερό «τέλος,» και ποιο είναι το «σημείον» που προηγείται από αυτό; Προσέξτε, τώρα, τι λέγει κατόπιν ο Ιησούς, αφού έκαμε ένα διαχωριστικό σημείο στην προφητεία του με το ν’ αναφέρη «το τέλος.» Παρατηρήστε αν μπορήτε ν’ αναγνωρίσετε και να εντοπίσετε μέσα στο ρεύμα του χρόνου την εκπλήρωσι των όσων λέγει τώρα ο Ιησούς:
10 «Διότι θέλει εγερθή έθνος, επί έθνος, και βασιλεία επί βασιλείαν και θέλουσι γείνει σεισμοί κατά τόπους, και θέλουσι γείνει πείναι. Ταύτα είναι αρχαί ωδίνων.» (Μάρκ. 13:8, ΜΝΚ) Μία ‘αρχή’ προϋποθέτει επίσης ένα τέλος, και αυταί αι «αρχαί ωδίνων» πρέπει επομένως να προηγούνται λίγο από το «τέλος,» και να συνοδεύωνται από αυτό που προεσκίαζε η τρομερή καταστροφή της αρχαίας Ιερουσαλήμ και του ναού της. Εφόσον είναι έτσι, μήπως το ανθρώπινο γένος είχε κάποιες ωδίνες όπως εκείνες που περιέγραψε ο Ιησούς και υπέδειξε ως την ‘αρχή,’ η οποία προηγείται από το «τέλος»; Ας απαντήσωμε εντίμως.
11. (α) Τι αναγνωρίζει ένα έντιμο άτομο ότι είναι «αρχαί ωδίνων»; (β) Ποιος, λοιπόν, είναι ένας κατάλληλος καιρός γι’ αγαθά νέα όπως αυτά που μπορούσε να δώση ο Ιησούς Χριστός; Γιατί;
11 Ένα έντιμο άτομο θ’ απάντηση Ναι, το ανθρώπινο γένος είχε τέτοιες «ωδίνες.» Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, που άρχισε το 1914, ήταν μεγαλύτερος από όλους μαζί τους πολέμους της προηγουμένης ανθρωπίνης ιστορίας. Και υπήρξαν, επίσης, σοβαρές πείνες, με εκατομμύρια θανάτων, που ήλθαν στη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και ύστερ’ απ’ αυτόν. Ναι συνέβησαν, επίσης, αξιοσημείωτοι σεισμοί κατά τόπους. Και δεν πρέπει να παραβλέψωμε ότι υπήρξαν επιδημίες, όπως η Ισπανική γρίππη το 1918 ύστερ’ από το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, αυτή δε η γρίππη και μόνο επέφερε τον θάνατο σε είκοσι εκατομμύρια θύματα. Ο προσωπικός φίλος του Ιωάννου Μάρκου, ο ιατρός Λουκάς, αναφέρει λοιμό στην ιστορική του αφήγησι της προφητείας του Ιησού σχετικά με την ιδία περίοδο. Εκατομμύρια ηλικιωμένα άτομα από μας ενθυμούμεθα πολύ καλά αυτά τα πράγματα, διότι εζήσαμε μέσ’ από αυτά τα επικίνδυνα γεγονότα. (Λουκ. 21:10, 11) Να μιλήσωμε για «ωδίνες»! Οι ωδίνες που άρχισαν μ’ αυτά τα γεγονότα τα οποία συνώδευσαν και ακολούθησαν τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο δεν έπαυσαν ως αυτή την εποχή, ούτε καν ελαττώθηκαν. Ώστε τι κατάλληλος καιρός είναι αυτός για αγαθά νέα όπως αυτά που μπορούσε να μας δώση ο Ιησούς Χριστός!
12. Σύμφωνα με όσα είπε κατόπιν ο Ιησούς, τι επρόκειτο ν’ αντιμετωπίσουν οι πιστοί του ακόλουθοι;
12 Εν τούτοις, σύμφωνα μ’ όσα είπε κατόπιν ο Ιησούς στην προφητεία του, οι πιστοί του ακόλουθοι δεν επρόκειτο να έχουν μια εύκολη, άνετη ζωή ακόμη και από τις ημέρες των αποστόλων κι εμπρός. Είπε τα εξής: «Σεις δε προσέχετε εις εαυτούς· διότι θέλουσι σας παραδώσει εις συνέδρια, και εις συναγωγάς θέλετε δαρθή, και ενώπιον ηγεμόνων και βασιλέων θέλετε σταθή ένεκεν εμού, προς μαρτυρίαν εις αυτούς. Και πρέπει πρώτον να κηρυχθή το ευαγγέλιον εις πάντα τα έθνη. Όταν δε σας φέρωσι δια να σας παραδώσωσι, μη προμεριμνάτε τι θέλετε λαλήσει, μηδέ μελετάτε· αλλ’ ό,τι δοθή εις εσάς εν εκείνη τη ώρα, τούτο λαλείτε· διότι δεν είσθε σεις οι λαλούντες, αλλά το πνεύμα το άγιον. Θέλει δε παραδώσει αδελφός αδελφόν εις θάνατον, και πατήρ τέκνον· και θέλουσιν επαναστή τέκνα επί γονείς, και θέλουσι θανατώσει αυτούς. Και θέλετε είσθαι μισούμενοι υπό πάντων δια το όνομά μου· ο δε υπομείνας έως τέλους, ούτος θέλει σωθή.»—Μάρκ. 13:9-13.
13. (α) Άσχετα με τι, πρέπει να κηρυχθή το «ευαγγέλιον»; (β) Χωρίς ποιο κύριο πρόσωπο δεν είναι δυνατόν να υπάρξη πράγματι «ευαγγέλιον» σήμερα;
13 Παρ’ όλον αυτόν τον θρησκευτικό διωγμό εναντίον των αληθινών αποστολικών Χριστιανών ανάμεσα σ’ ένα διεθνή πόλεμο, λιμούς, σεισμούς και λοιμούς, το «ευαγγέλιον» πρέπει να κηρυχθή πρώτον σε όλα τα έθνη. Είναι προφανές ότι το κήρυγμα του ευαγγελίου δεν ήταν για ν’ αποκτήσουν οι δραστήριοι αληθείς Χριστιανοί γενική εύνοια από τα έθνη και τους ανθρώπους. Αλλά είναι καιρός να ερωτήσωμε, Τι ακριβώς είναι το «ευαγγέλιον»; Άνθρωποι στον ειδωλολατρικό κόσμο, τον Ιουδαϊκό, τον Ισλαμικό και στον «Χριστιανικό κόσμο» προσπάθησαν να παραβλέψουν το κύριο πρόσωπο και να το αγνοήσουν ως την τελευταία ελπίδα του ανθρώπου, αλλά δεν μπορεί πράγματι, να υπάρξη αληθινό «ευαγγέλιον» σήμερα χωρίς να περιλαμβάνεται σ’ αυτό ο Ιησούς Χριστός. Γι’ αυτό ο ιστορικός Ιωάννης Μάρκος αρχίζει, την αφήγησι της ζωής σχετικά με αυτόν λέγοντας: «Αρχή του ευαγγελίου του Ιησού Χριστού.»—Μάρκ. 1:1.
14. Τι είπε ο Ιησούς για να δείξη την αχώριστη σχέσι του με το «ευαγγέλιον»;
14 Ο ίδιος ο Ιησούς ανεγνώρισε την αχώριστη σχέσι του με το «ευαγγέλιον» λέγοντας; «Όστις απολέση την ζωήν αυτού ένεκεν εμού και του ευαγγελίου, ούτος θέλει σώσει αυτήν.» «Δεν είναι ουδείς όστις, αφήσας οικίαν, ή αδελφούς, ή αδελφάς, ή πατέρα, ή μητέρα, ή γυναίκα, ή τέκνα, ή αγρούς, ένεκεν εμού και του ευαγγελίου, δεν θέλει λάβει εκατονταπλασίονα τώρα εν τω καιρώ τούτω, . . . και εν τω ερχομένω αιώνι [συστήματι πραγμάτων, ΜΝΚ] ζωήν αιώνιον.» «Όπου αν κηρυχθή το ευαγγέλιον τούτο εις όλον τον κόσμον, και εκείνο το οποίον έπραξεν αυτή [εις εμέ], θέλει λαληθή εις μνημόσυνον αυτής.»—Μάρκ. 8:35· 10:28-30· 14:9.
15. Σύμφωνα με τον Ιωάννη Μάρκο, τι έκαμε ο ίδιος ο Ιησούς σχετικά με το «ευαγγέλιον»;
15 Ορθώς, λοιπόν, ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός εκήρυττε το «ευαγγέλιον,» διότι κανείς δεν μπορούσε να το κηρύξη καλύτερα από αυτόν. (Ιωάν. 7:46) Για να το επιβεβαιώση αυτό, ο Ιωάννης Μάρκος αναφέρει: «Αφού δε παρεδόθη ο Ιωάννης [ο Βαπτιστής], ήλθεν ο Ιησούς εις την Γαλιλαίαν, κηρύττων το ευαγγέλιον της βασιλείας του Θεού, και λέγων, Ότι επληρώθη ο καιρός και επλησίασεν η βασιλεία του Θεού· μετανοείτε, και πιστεύετε εις το ευαγγέλιον.»—Μάρκ. 1:14, 15.
16. Τι ήταν το ευαγγέλιον την εποχή εκείνη, και γιατί ήταν ευαγγέλιον, ή αγαθά νέα;
16 Το ευαγγέλιον, ή «αγαθά νέα,» την εποχή εκείνη αφορούσε την βασιλεία του Θεού, και ειδικά το ότι είχε πλησιάσει. Η βασιλεία του Θεού είναι κάτι καλό, πράγματι, το πιο καλό πράγμα και το μόνο για όλο το ανθρώπινο γένος, και τα νέα ότι αυτή επλησίασε θα ήσαν αγαθά νέα της πιο ζωτικής σπουδαιότητας. Είχε πλησιάσει πριν από δεκαεννέα αιώνες με το ότι ο Ιησούς Χριστός, τον οποίον ο Θεός είχε χρίσει για να είναι ο Μεσσιανικός βασιλεύς στην ουρανία κυβέρνησι, είχε έλθει στη γη ως άνθρωπος για να πεθάνη μαρτυρικό θάνατο επειδή εκήρυττε και εδίδασκε αυτή τη βασιλεία του Θεού και ταυτοχρόνως να πεθάνη ως μία απολυτρωτική θυσία για όλο το αμαρτωλό ανθρώπινο γένος. (Ιωάν. 18:36, 37· Ματθ. 20:28) Αλλά τι είδους κυβέρνησις θα είναι—αυτή η βασιλεία του Θεού με τον Ιησού Χριστό τον Υιόν του ως Βασιλέα επάνω στο ανθρώπινο γένος;
«Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ»
17, 18. (α) Πώς ο Ιησούς συνέδεσε την βασιλεία του ευαγγελίου με την βασιλεία του προελέχθη από τον Δανιήλ; (β) Σύμφωνα με τον Δανιήλ, μαζί με τι έπρεπε να έλθη η βασιλεία του Θεού, όπως προελέχθη, επίσης, από τον Ιησού;
17 Αυτή η βασιλεία πρέπει να είναι εκείνη, την οποία προείπε ο προφήτης Δανιήλ στη Βαβυλώνα τον έβδομο και έκτο αιώνα πριν από την Κοινή μας Χρονολογία, διότι ο Ιησούς Χριστός συνέδεσε την δική του προφητεία προς τους τέσσερες αποστόλους με την προφητεία του Δανιήλ, καθώς επροχώρησε να πη: «Όταν δε ίδητε το βδέλυγμα της ερημώσεως, . . . ιστάμενον όπου δεν πρέπει, (ο αναγινώσκων ας εννοή,) τότε οι εν τη Ιουδαία ας φεύγωσιν εις τα όρη . . . Προσεύχεσθε δε δια να μη γείνη η φυγή υμών εν χειμώνι. Διότι, αι ημέραι εκείναι θέλουσιν είσθαι θλίψις τοιαύτη, οποία δεν έγεινεν απ’ αρχής της κτίσεως την οποίαν έκτισεν ο Θεός, έως του νυν, ουδέ θέλει γείνει. Και εάν ο Ιεχωβά δεν ήθελε συντέμει τας ημέρας εκείνας, δεν ήθελε σωθή ουδεμία σαρξ· αλλά δια τους εκλεκτούς, τους οποίους εξέλεξε, συνέτεμε τας ημέρας.»—Μάρκ. 13:14-20, ΜΝΚ.
18 Το «βδέλυγμα της ερημώσεως» είναι εκείνο που προελέχθη στα εδάφια Δανιήλ 11:31 και 12:11 (Βλέπε Ματθαίος 24:15· Λουκάς 21:20, 21.) Αφού προλέγει την εγκαθίδρυσι αυτού του ‘βδελύγματος της ερημώσεως,’ ο προφήτης Δανιήλ προλέγει, επίσης, την έναρξι αυτής της άνευ προηγουμένου ‘θλίψεως’ ή ‘καιρού θλίψεως’ που προείπε ο Ιησούς Χριστός στους αποστόλους του. (Δαν. 12:1) Έτσι η βασιλεία του Θεού, που είπε ο Ιησούς ότι έπρεπε να κηρυχθή ως ευαγγέλιον, πρέπει να είναι η ιδία βασιλεία του Θεού, για την οποία ο ίδιος ο Δανιήλ είχε προφητεύσει προηγουμένως. Ο Δανιήλ προείπε ότι πρέπει να έλθη μαζί μ’ ένα άνευ προηγουμένου καιρό θλίψεως για τα έθνη του κόσμου. Τι άλλο μπορούσε να εννοή ο Δανιήλ όταν μιλούσε για τους τελευταίους πολιτικούς άρχοντας αυτού του πονηρού κόσμου και έλεγε τα εξής;
19, 20. (α) Πώς ο Δανιήλ προείπε θλίψι για τα έθνη στο δεύτερο κεφάλαιο; (β) Στο έβδομο κεφάλαιο;
19 «Και εν ταις ημέραις των βασιλέων εκείνων, θέλει αναστήσει ο Θεός του ουρανού βασιλείαν, ήτις εις τον αιώνα δεν θέλει φθαρή· και η βασιλεία αύτη δεν θέλει περάσει εις άλλον λαόν· θέλει κατασυντρίψει και συντελέσει πάσας ταύτας τας βασιλείας, αυτή δε θέλει διαμένει εις τους αιώνας.»—Δαν. 2:44.
20 «Είδον εν οράμασι νυκτός, και ιδού, ως Υιός ανθρώπου ήρχετο μετά των νεφελών του ουρανού, και έφθασεν έως του Παλαιού των ημερών, και εισήγαγον αυτόν ενώπιον αυτού. Και εις αυτόν εδόθη η εξουσία, και η δόξα, και η βασιλεία, δια να λατρεύωσιν αυτόν πάντες οι λαοί, τα έθνη, και αι γλώσσαι· η εξουσία αυτού είναι εξουσία αιώνιος, ήτις δεν θέλει παρέλθει, και η βασιλεία αυτού, ήτις δεν θέλει φθαρή. . . . Το θηρίον το τέταρτον θέλει είσθαι η τετάρτη βασιλεία επί της γης, ήτις θέλει διαφέρει από πασών των βασιλειών, και θέλει καταφάγει πάσαν την γην, και θέλει καταπατήσει αυτήν, και κατασυντρίψει αυτήν. . . . Κριτήριον όμως θέλει καθίσει, και θέλει αφαιρεθη η εξουσία αυτού, δια να φθαρή και να αφανισθή έως τέλους. Και η βασιλεία, και η εξουσία, και η μεγαλωσύνη των βασιλειών τών υποκάτω παντός του ουρανού, θέλει δοθή εις τον λαόν των αγίων του Υψίστου, του οποίου η βασιλεία είναι βασιλεία αιώνιος, και πάσαι αι εξουσίαι θέλουσι λατρεύσει και υπακούσει εις αυτόν.»—Δαν. 7:13, 14, 23-27.
21. (α) Μήπως οι Χριστιανοί έβλεπαν τη βασιλεία του Θεού εγκαθιδρυμένη εκεί στην Μέση Ανατολή το 70 μ.Χ.; (β) Πώς η Παλαιά Ιερουσαλήμ έφθασε στην εποχή μας;
21 Αυτή είναι η βασιλεία του Θεού, της οποίας η εγκαθίδρυσις σημαίνει τα πιο καλά νέα που εξηγγέλθησαν ποτέ στο ανθρώπινο γένος. Αλλ’ αυτή η ουρανία βασιλεία δεν είχε εγκαθιδρυθή το έτος 70 της Κοινής μας Χρονολογίας. Το έτος εκείνο είχε εκπληρωθή η προφητεία του Ιησού σχετικά με την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του ναού της χωρίς να παραμείνη λίθος επί λίθον δίχως να κατεδαφισθή. Οι Ιουδαίοι Χριστιανοί δεν είχαν συλληφθή μέσα σ’ εκείνη την καταστροφή, διότι είχαν ακολουθήσει την συμβουλή του Ιησού και είχαν διαφύγει στα όρη έξω από την Ιουδαία και την Ιερουσαλήμ. Εξακολούθησαν να κηρύττουν αλλού την έλευσι της βασιλείας του Θεού, διότι εγνώριζαν ότι δεν είχε έλθει τότε με την καταστροφή της Ιερουσαλήμ. Αντί της εγκαθιδρύσεως της Μεσσιανικής βασιλείας του Θεού εκεί στην Ιερουσαλήμ εις χείρας του ενδοξασμένου Μεσαίου, του Ιησού Χριστού, οι Ρωμαίοι κατακτηταί ίδρυσαν μια ειδωλολατρική πόλι εξήντα ένα χρόνια αργότερα (131 μ.Χ.) Της έδωσαν το νομικό καθεστώς μιας Ρωμαϊκής αποικίας και την ωνόμασαν Αιλία Καπιτωλίνα. Εκείνη η πόλις, με μερικές αλλαγές, παρέμεινε ως την εποχή μας.
22. (α) Συμφωνούσε η καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 70 μ.Χ. με την προφητεία του Ιησού για την θλίψι; (β) Μπροστά σε ποια πρόσφατη θλίψι εκμηδενίζεται η καταστροφή της Ιερουσαλήμ;
22 Εκείνη η καταστροφή της Ιερουσαλήμ και η ερήμωσις της επαρχίας της Ιουδαίας, όπως προελέχθη από τον Ιησού Χριστό και όπως την περιγράφει ο Ιουδαίος ιστορικός Φλάβιος Ιώσηπος, ήταν μια τρομακτική υπόθεσις. Αλλά δεν συμφωνούσε με την περιγραφή του Ιησού ότι «αι ημέραι εκείναι θέλουσιν είσθαι θλίψις τοιαύτη, η οποία δεν έγεινεν απ’ αρχής της κτίσεως την οποίαν έκτισεν ο Θεός, έως του νυν, ουδέ θέλει γείνει. Και εάν ο Ιεχωβά δεν ήθελε συντέμει τας ημέρας εκείνας, δεν ήθελε σωθή ουδεμία σαρξ.» (Μάρκ. 13:19, 20, ΜΝΚ) Σε συμπαραβολή με την τρομερή καταστροφή που έγινε στη Μέση Ανατολή το έτος 70 μ.Χ., τι μπορούμε να πούμε για τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο που έγινε στα έτη 1914-1918 μ.Χ.; Τι μπορούμε να πούμε για τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο των ετών 1939-1945, ο οποίος έφθασε στο ζενίθ του με την έκρηξι δύο ατομικών βομβών, των πρώτων που εχρησιμοποιήθησαν σε πόλεμο; Τι μπορεί να λεχθή για τις δυνατότητες θλίψεως, καταστροφής και φρίκης ενός άλλου παγκοσμίου πολέμου, με πυρηνικές βόμβες, οι οποίες μεταφέρονται στον στόχο των με μακράς ακτίνος βλήματα, συνοδευόμενου από τον μεγαλύτερο λιμό του κόσμου και από επιδημίες που εξαπλώνονται με επιστημονικώς κατασκευασμένους εξαπλωτάς νοσογόνων μικροβίων και με την ατμόσφαιρα δηλητηριασμένου με ραδιολογικά μηχανήματα; Μπροστά σ’ αυτές τις συμφορές, η καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 70 μ.Χ. εκμηδενίζεται.
23. Πώς έδειξε ο Ιησούς ότι η διακυβέρνησις όλης της γης από τα Έθνη δεν επρόκειτο να λήξη τα 70 μ.Χ. με οποιαδήποτε εγκαθίδρυσι της βασιλείας του Θεού τότε;
23 Όχι, πράγματι, δεν επρόκειτο να λήξη το 70 μ.Χ. η διακυβέρνησις της γης από τα Έθνη (μη Ιουδαϊκά) με την εγκαθίδρυσι της Μεσσιανικής βασιλείας του Θεού στους ουρανούς. Ο Ιησούς Χριστός ο ίδιος το είπε. Στην ίδια την προφητεία του προς τους αποστόλους του, όπως αναφέρεται από τον ιστορικόν Ιατρό Λουκά με μερικές λεπτομέρειες, που δεν δίδονται από τον Ιωάννη Μάρκο, προείπε την καταστροφή της επιγείου Ιερουσαλήμ και είπε: «Θέλει είσθαι μεγάλη στενοχωρία επί της γης, και οργή κατά του λαού τούτου. Και θέλουσι πέσει εν στόματι μαχαίρας, και θέλουσι φερθή αιχμάλωτοι, εις πάντα τα έθνη· και η Ιερουσαλήμ θέλει είσθαι πατουμένη υπό εθνών, εωσού εκπληρωθώσιν οι καιροί των εθνών.»—Λουκ. 21:23, 24.
24. Πότε άρχισαν οι Καιροί των Εθνών, και πότε επρόκειτο να λήξουν;
24 Οι Καιροί των Εθνών, ή «οι προσδιωρισμένοι καιροί των εθνών,» οι οποίοι άρχισαν το 607 π.Χ. με την πρώτη καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του ναού της από τους Βαβυλωνίους, επρόκειτο να συνεχίσουν και ύστερ’ από τη δευτέρα καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του ναού της το 70 μ.Χ. Έως πότε; Η προφητεία του Δανιήλ έρχεται και πάλι σε βοήθειά μας, και το τέταρτο κεφάλαιό της δείχνει ότι αυτοί οι προσδιορισμένοι καιροί της διακυβερνήσεως του κόσμου από τα Έθνη χωρίς διακοπή από την Μεσσιανική βασιλεία του Θεού επρόκειτο να διανύσουν ένα σύνολο από 2.520 έτη, ή ως το 1914 μ.Χ.
ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ ΤΟ ΟΠΟΙΟΝ ΕΠΡΟΚΕΙΤΟ ΝΑ ΚΗΡΥΧΘΗ—ΠΟΤΕ;
25. Στο φως των όσων έγραψε ο Παύλος από τη Ρώμη στους Κολοσσαείς, τι μπορούμε να πούμε για την συμπλήρωσι του έργου κηρύγματος ως το 70 μ.Χ.;
25 Σημειώστε εδώ παρακαλούμε, ένα εξέχον γεγονός προς υποστήριξιν τούτου: Το κήρυγμα του ευαγγελίου σχετικά με την βασιλεία του Θεού «πρώτον» και «εις πάντα τα έθνη» δεν είχε συμπληρωθή ως το έτος 70 μ.Χ. Πράγματι, το κήρυγμα είχε διαδοθή σ’ όλη την επικράτεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ο απόστολος Παύλος το μετέφερε στη Ρώμη, Ιταλίας, μολονότι εκρατείτο εκεί ως αιχμάλωτος επί έτη. (Πράξ. 28:16-31) Και από το κτίριο της φυλακής του στη Ρώμη έγραψε στη Χριστιανική εκκλησία στις Κολοσσές και είπε: «Προηκούσατε εν τω λόγω της αληθείας του ευαγγελίου, το οποίον ήλθεν εις εσάς, καθώς και εις όλον τον κόσμον και καρποφορεί, καθώς και εις εσάς . . . εάν επιμένητε εις την πίστιν, . . . μη μετακινούμενοι από της ελπίδος του ευαγγελίου το οποίον ηκούσατε, του κηρυχθέντος εις πάσαν την κτίσιν την υπό τον ουρανόν.» (Κολ. 1:5, 6, 23) Ο απόστολος Πέτρος έφθασε ως την Βαβυλώνα στην Μεσοποταμία, η οποία ευρίσκετο τότε έξω από την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. (1 Πέτρ. 5:13) Αυτό έγινε αρκετά χρόνια προτού η Ιουδαία και η Ιερουσαλήμ ερημωθούν το έτος 70 μ.Χ.
26. (α) Στην όρασι που εδόθη στην Αποκάλυψι στον απόστολο Ιωάννη, πώς κατεδείχθη ότι το έργο του κηρύγματος δεν είχε όλο επιτελεσθή το 70 μ.Χ.; (β) Τι εκηρύσσετο σχετικά με τη βασιλεία του Θεού από την εποχή του Αυτοκράτορος Κωνσταντίνου κι έπειτα;
26 Κι εν τούτοις, παρ’ όλη αυτή τη διάδοσι του «ευαγγελίου» ακόμη και πριν από το 70 μ.Χ., ο απόστολος Ιωάννης σε μια όρασί του που είχε είκοσι έξη ίσως χρόνια ύστερ’ από την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του ναού της του ελέχθη: «Πρέπει πάλιν να προφητεύσης περί λαών και εθνών και γλωσσών και βασιλέων πολλών.» (Αποκάλ. 10:11) Περιγράφοντας όλη την όρασι, ο απόστολος Ιωάννης ομιλεί για την ‘μεγάλην θλίψιν’ ως μελλοντικήν ακόμη, καθώς και για την καταστροφή της Βαβυλώνος της Μεγάλης και για τη μάχη του ‘πολέμου της ημέρας εκείνης της μεγάλης του Θεού του Παντοκράτορος’ στον τόπο που καλείται Αρμαγεδδών ως μελλοντικά ακόμη από την εποχή του. (Αποκάλ. 16:13 έως 19:21) Με κανένα τρόπο, επομένως, η προφητεία του Ιησού όσον αφορά το κήρυγμα του «ευαγγελίου» πρώτον σε όλα τα έθνη δεν εξεπληρώθη τον πρώτο αιώνα μ.Χ. Έτσι έπρεπε να προχωρήση το κήρυγμα της βασιλείας του Θεού. Από την εποχή του Ρωμαίου Αυτοκράτορος Κωνσταντίνου, τον τέταρτο αιώνα, εγίνετο κήρυγμα της βασιλείας του Θεού ως εγκαθιδρυμένης διότι ο αυτοκράτωρ έκαμε τη συμβιβασθείσα μορφή της Χριστιανοσύνης της εποχής του την θρησκεία του Κράτους. Η βασιλεία του Χριστού επί μία χιλιετηρίδα ενομίζετο ότι είχε αρχίσει και ότι ευρίσκετο σε πρόοδο.
27. (α) Το κήρυγμα από τους αποστολικούς χρόνους ως το 1914 μ.Χ. από ποια άποψι εχειρίσθη τη βασιλεία του Θεού; (β) Επίσης, απεδείκνυε εκείνο το κήρυγμα της βασιλείας του Θεού επί ένα τόσο μακρύ χρονικό διάστημα ότι αυτή είχε έλθει;
27 Αλλά, τότε, τι μπορεί να λεχθή γι’ αυτό το κήρυγμα της βασιλείας του Θεού ακόμη και από τις ημέρες των αποστόλων ως το τέλος των Καιρών των Εθνών το έτος 1914; Μήπως αυτό αποτελούσε την εκπλήρωσι των λόγων του Ιησού: «Πρέπει πρώτον να κηρυχθή το ευαγγέλιον εις πάντα τα έθνη»; (Μάρκ. 13:10) Αυτή η ιδέα υπήρχε ως τις αρχές αυτού του εικοστού αιώνος.a Αλλά σημειώστε τούτο; Όλο αυτό το κήρυγμα της βασιλείας του Θεού είχε γίνει πριν από το τέλος των Καιρών των Εθνών το 1914 και εξήγγειλλε την βασιλεία του Θεού ως μέλλουσα να έλθη, με παγκόσμιο μεταστροφή, όσο το δυνατόν περισσοτέρων θρησκευόμενων από τον τρόπο σκέψεως του «Χριστιανικού κόσμου.» Αλλά μπορούσε αυτό το εκτεταμένο κήρυγμα, που επεξετάθη επί δεκαεννέα σχεδόν αιώνες, να είναι αυτό καθ’ εαυτό κάποια απόδειξις ή ενδειξις ότι η βασιλεία του Θεού είχε έλθει; Όχι! Είναι γεγονός ότι, ο Ιησούς, στην προφητεία του που προέλεγε το κήρυγμα της Βασιλείας, είπε: «Αληθώς σας λέγω, ότι δεν θέλει παρέλθει η γενεά αυτή, εωσού γείνωσι πάντα ταύτα. Ο ουρανός και η γη θέλουσι παρέλθει· οι δε λόγοι μου δεν θέλουσι παρέλθει.» Αλλά τι μπορεί να λεχθή για την έκφρασι «η γενεά αυτή»;—Μάρκ. 13:30, 31.
28. Μήπως η εκφρασις «η γενεά αυτή» όπως εφαρμόζεται στη Χριστιανική εκκλησία χαρακτηρίζει ένα επείγοντα καιρό; (β) Τι σημαίνει γενεά;
28 Μ’ αυτή την έκφρασι ο Ιησούς δεν ανεφέρετο σ’ ολόκληρη την εκκλησία των πιστών μαθητών του, από την ημέρα της Πεντηκοστής του 33 μ.Χ. ως την ενδόξασί στον ουρανό του τελευταίου μέρους της εκκλησίας του Χριστού. Πράγματι, ο απόστολος Πέτρος έγραψε στη Χριστιανική εκκλησία και είπε: «Σεις όμως είσθε γένος εκλεκτόν.» (1 Πέτρ. 2:9) Αλλ’ έτσι αυτό το γένος ή γενεά θα ήταν τώρα ένα γένος ή γενεά ηλικίας χιλίων εννεακοσίων και πλέον ετών. Το μήκος ζωής αυτής της γενεάς δεν θα ήταν ένα βραχύ χρονικό διάστημα, κι έτσι δεν θα περιωρίζετο σ’ ένα περιωρισμένο χρόνο τρομερά επείγοντα. Εν τούτοις, η έκφρασις «η γενεά αύτη» εχρησιμοποιήθη από τον Ιησού για να σημειώση μια πολύ περιορισμένη περίοδο χρόνου, το μήκος της ζωής των μελών μιας γενεάς ανθρώπων που θα ζούσαν στη διάρκεια του χρόνου που θα συνέβαιναν ωρισμένα γεγονότα που θα άφηναν εποχή. Σύμφωνα με τον Ψαλμό 90:10, αυτό το μήκος ζωής θα μπορούσε να είναι εβδομήντα ή ακόμη ογδόντα έτη.
29. Τι πρέπει να γίνη με επείγοντα τρόπο στη διάρκεια της ‘γενεάς ταύτης’;
29 Μέσα σ’ αυτή την συγκριτικώς σύντομη χρονική περίοδο πρέπει να συσσωρευθούν όλα εκείνα που επροφήτευσε ο Ιησούς σ’ απάντησι στην παράκλησι για ένα «σημείον όταν ταύτα πάντα μέλλωσι να συντελεσθώσιν.» (Μάρκ. 13:4) Επειδή αποτελεί ένα μέρος του ‘σημείου,’ το κήρυγμα του «ευαγγελίου» πρώτον σε όλα τα έθνη πρέπει να είναι ένα ειδικό κήρυγμα που φθάνει σ’ ένα τέλος στη διάρκεια του μήκους της ‘γενεάς ταύτης.’ Πρέπει, επομένως, να είναι ένα έργο επείγον, γεγονός το οποίον αποτελεί μια αιτία γιατί πρέπει να γίνη «πρώτον.»
30. (α) Πότε έπρεπε ν’ αρχίση το κήρυγμα του εδαφίου Μάρκος 13:10; (β) Επρόκειτο, άρα γε, για την ιδία βασιλεία, για την οποία εκήρυτταν ο Ιησούς και οι απόστολοί του;
30 Για να είναι μέρος του ‘σημείου’ που εζητήθη στο εδάφιο Μάρκος 13:4, αυτό το ιδιαίτερο κήρυγμα του «ευαγγελίου» πρώτον σε όλα τα έθνη έπρεπε να έλθη ύστερ’ από το τέλος των Καιρών των Εθνών στην αρχή του φθινοπώρου του 1914. Πρέπει να συμβή ύστερ’ από την ‘αρχή ωδίνων’ που άρχισαν το έτος εκείνο. Πόσο σοβαρή ανάγκη είχαν τότε οι πτωχοί λαοί όλων των εθνών από αυτά τα αγαθά νέα κάτω από τέτοιες περιπτώσεις! Αυτά τα νέα θα ήσαν «αγαθά νέα» όσον αφορά την ίδια βασιλεία του Θεού που εκήρυτταν ο Ιησούς και οι απόστολοί του τότε τον πρώτο αιώνα μ.Χ. Υπάρχει ανάγκη αυτής της βασιλείας τώρα, από το 1914, περισσότερο από ποτέ άλλοτε προηγουμένως, διότι υπάρχει μόνο η μία και μόνη βασιλεία του Θεού για τη διαρκή ειρήνη, ασφάλεια, ευτυχία και σωτηρία του κόσμου του ανθρωπίνου γένους. Αλλά σ’ αυτό το κήρυγμα πολύ περισσότερα πρέπει να προστεθούν τώρα σε σύγκρισι με τ’ «αγαθά νέα» που εκήρυτταν ο Ιησούς και οι μαθηταί του πριν από δεκαεννέα αιώνες. Τα αγαθά νέα της εποχής μας θα ήσαν πλουσιώτερα. Πώς αυτό;
31. Γιατί επρόκειτο να είναι πλουσιώτερο το «ευαγγέλιον» που προελέχθη στο εδάφιο Μάρκος 13:10;
31 Σκεφθήτε όλες τις εκπληρώσεις προφητείας που έγιναν στην εποχή μας. Επί δεκαετηρίδες πριν από το 1914, οι σπουδασταί της Γραφής, οι οποίοι ήσαν συνδεδεμένοι με το περιοδικό Η Σκοπιά και την Βιβλική και Φυλλαδική Εταιρεία Σκοπιά, απέβλεπαν στην έλευσι της Μεσσιανικής βασιλείας του Θεού με πλήρη δύναμι, το 1914. Γιατί; Διότι οι Καιροί των Εθνών, «οι προσδιωρισμένοι καιροί των εθνών,» επρόκειτο να λήξουν το φθινόπωρο του έτους εκείνου, όπως καθορίζεται από τον χρονολογικό πίνακα της Γραφής. Όπως ακριβώς η έναρξις των Καιρών των Εθνών το φθινόπωρο του έτους 607 π.Χ. εσημείωσε την ανατροπή της τυπικής, μικρογραφικής βασιλείας του Θεού στην βασιλική γραμμή του Βασιλέως Δαβίδ μεταξύ των φυσικών Ιουδαίων ή Ισραηλιτών, έτσι και το αντίστροφο ή αντίθετο θα ελάμβανε χώρα στο τέλος των Καιρών των Εθνών 2.520 χρόνια μετά το 1914. Τι; Η αποκατάστασις, η εκ νέου εγκαθίδρυσις της Μεσσιανικής βασιλείας του Θεού εις χείρας του Μονίμου Κληρονόμου στον θρόνο του Βασιλέως Δαβίδ.
32. Ποιος είναι ο Μόνιμος Κληρονόμος στη βασιλική γραμμή του Δαβίδ, και πώς μπορούσε αυτός να είναι ο ίδιος σήμερα;
32 Ποιος είναι ο Μόνιμος Κληρονόμος στην βασιλική γραμμή του Δαβίδ; Και τα είκοσι επτά βιβλία των θεοπνεύστων Χριστιανικών Αγίων Γραφών (που εγράφησαν στην Ελληνική) επευφημούν τον Ιησού Χριστό ως τον Μόνιμο Κληρονόμο του Βασιλέως Δαβίδ. (Ματθ. 1:1-16· Ρωμ. 1:1-3· Αποκάλ. 5:5· 22:16) Μολονότι εθυσίασε το τέλειο σάρκινο σώμα του ως αντίλυτρο για το θνήσκον ανθρώπινο γένος πριν από δεκαεννέα αιώνες, εν τούτοις εξακολούθησε να διατηρή το δικαίωμά του στον θρόνο του Βασιλέως Δαβίδ, όταν ο Παντοκράτωρ Θεός τον ανέστησε εκ νεκρών ως ένα αθάνατο πνευματικό πρόσωπο σε ουράνια δόξα και τον εκάλεσε να επανέλθη στον ουρανό. (Ψαλμ. 110:1, 2· Πράξ. 2:34-36) Τώρα είναι ένα αόρατο πνευματικό πρόσωπο, πάρα πολύ ένδοξο για να μπορούν να το ιδούν ανθρώπινα μάτια με άμεσο τρόπο.—1 Τιμ. 6:14-16.
33. Από πού πρέπει να κυβερνήση, και με ποια στάδια;
33 Επομένως η απ’ αυτόν διακυβέρνησις του ανθρωπίνου γένους πρέπει να γίνεται αοράτως, και όχι επάνω σ’ ένα ορατό υλικό θρόνο στην Παλαιά Ιερουσαλήμ στη Μέση Ανατολή, στον τόπο όπου είχαν την έδρα των οι αρχαίοι βασιλείς της βασιλικής γραμμής του Δαβίδ. Εκείνοι οι επίγειοι βασιλείς εκάθηντο εκεί επάνω σ’ αυτό που εκαλείτο ‘θρόνος του Ιεχωβά.’ (1 Χρον. 29:23, ΜΝΚ) Αλλά ο Ιησούς Χριστός τώρα κάθεται πράγματι στον αληθινό θρόνο του Ιεχωβά, στα δεξιά του Ιεχωβά, και απ’ εκεί στον ουρανό βασιλεύει τώρα ανάμεσα στους εχθρούς του και θα βασιλεύση επί χίλια έτη ύστερ’ από τον πόλεμο του Αρμαγεδδώνος και το δέσιμο του Σατανά και των δαιμόνων του. (Εβρ. 1:1-4· 10:12, 13· Αποκάλ. 3:21, 7· 5:5) Είναι πιο ισχυρός από όλους τους προηγουμένους βασιλείς της γραμμής του Βασιλέως Δαβίδ.
34. (α) Γιατί, το 1914, δεν παρέστη ανάγκη να εκδίωξη τους εχθρούς έξω από την Παλαιά Ιερουσαλήμ στη Μέση Ανατολή; (β) Γιατί η καταπάτησις, για την οποία ομιλεί το εδάφιο Λουκάς 21:24 έχει τώρα λήξει;
34 Με αυτά υπ’ όψιν, δεν ήταν ανάγκη για τον Ιησού Χριστό και τους ουρανίους αγγέλους του να εκδιώξουν τους μη Χριστιανούς Τούρκους από την Ιερουσαλήμ και την Παλαιστίνη όταν έληξαν οι Καιροί των Εθνών το 1914 και να εγκαταστήσουν ένα θρόνο στην επίγεια Ιερουσαλήμ για ν’ αρχίση να βασιλεύη ως ο Μεσσιανικός Βασιλεύς εν μέσω των εχθρών του. Τώρα βασιλεύει «εις πόλιν Θεού ζώντος, την επουράνιον Ιερουσαλήμ,» επί του ουρανίου Όρους Σιών. (Εβρ. 12:22, 23) Η βασιλεία της βασιλικής γραμμής του Δαβίδ δεν είναι πια σε μια κατάστασι ανατροπής· δεν καταπατείται πια από τα Έθνη, διότι η τοποθεσία της βασιλείας του έχει μεταφερθή από την επίγειον Ιερουσαλήμ στην «επουράνιον Ιερουσαλήμ.» (Ιεζ. 21:25-27· Λουκ. 21:24) Ποτέ πάλι δεν θα καταπατήσουν οι παγκόσμιες δυνάμεις των Εθνών αυτή την Δαβιδική βασιλεία, διότι ποτέ δεν θα μπορέσουν να καταπατήσουν την «επουράνιον Ιερουσαλήμ.» Αυτή η κατάστασις απεδείχθη αληθινή από την εποχή που έληξαν οι Καιροί των Εθνών το 1914, οπότε εγεννήθη η ουράνια βασιλεία.—Αποκάλ. 12:1-5.
[Υποσημειώσεις]
a Βλέπε το βιβλίον Η Μάχη του Αρμαγεδώνος, εκδόσεως της Εταιρίας Σκοπιά το 1897, σελίδες 147, 515, 516.