Η Αγάπη Οικοδομεί την Κοινωνία Νέου Κόσμου
1, 2. (α) Γιατί οι Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά μπορούν κατάλληλα να ορισθούν ως κοινωνία Νέου Κόσμου; (β) Ποια γεγονότα και εδάφια δείχνουν ότι η αγάπη είναι εκείνη που οικοδομεί την Κοινωνία Νέου Κόσμου;
ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ μάρτυρες του Ιεχωβά είναι γνωστοί ως κοινωνία Νέου Κόσμου επειδή γνωστοποιούν τον νέο κόσμο του Θεού και συμπεριφέρονται ως κατάλληλοι πρέσβεις του νέου κόσμου. Υποκινούνται από την αρχή της αγάπης, η οποία είναι αρχή του Νέου Κόσμου, αγάπης για τον Ιεχωβά και για τον πλησίον των. Αυτό είναι τόσο προφανώς αληθινό, ώστε κατ’ επανάληψιν ο δημόσιος τύπος το εσχολίασε όταν ανέφερε για τις συνελεύσεις της Θριαμβευούσης Βασιλείας που έγιναν στη Βόρειο Αμερική και στην Ευρώπη κατά το 1955.
2 Αυτό γίνεται ακριβώς όπως έπρεπε να γίνεται διότι ο Ηγέτης των Ιησούς Χριστός έδωσε τη μεγαλύτερη έμφασι στην αγάπη, αναφέροντας μάλιστα ότι από αυτήν θα μπορούσαν ν’ αναγνωρισθούν οι αληθινοί του ακόλουθοι. «Εντολήν καινήν σας δίδω, Να αγαπάτε αλλήλους· καθώς εγώ σας ηγάπησα, και σεις να αγαπάτε αλλήλους. Εκ τούτου θέλουσι γνωρίσει πάντες ότι είσθε μαθηταί μου, εάν έχητε αγάπην προς αλλήλους.» Η αγάπη είναι ο «σύνδεσμος της τελειότητος» που συνδέει, τα μέλη της κοινωνίας του Νέου Κόσμου, κάνοντάς τα ισχυρά, ικανά να παρουσιάζουν ένα ενιαίο μέτωπο εναντίον ολοκλήρου του κόσμου και να νικούν την διπλής αιχμής επίθεσι του Σατανά, την επίθεσι του διωγμού και του υλισμού. «Καλήτεροι οι δύο υπέρ τον ένα», και «το τριπλούν σχοινίον δεν κόπτεται ταχέως». Ό,τι επιτελεί η αγάπη οικοδομώντας τον οικογενειακό κύκλο, το επιτελεί επίσης με την κοινωνία του Νέου Κόσμου και για τους ίδιους λόγους.—Ιωάν. 13:34, 35· Κολ. 3:14· Εκκλησ. 4:9, 12.
Η ΑΓΑΠΗ ΟΙΚΟΔΟΜΕΙ ΣΤΙΣ ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ
3, 4. Πώς θεωρεί η αγάπη τη συγκέντρωσι με τον λαόν του Θεού, και τι κάνει, επομένως, προς τον σκοπόν αυτόν;
3 Η αγάπη οικοδομεί την κοινωνία Νέου Κόσμου επειδή μας ελκύει στις διάφορες συναθροίσεις και συνελεύσεις των αφιερωμένων Χριστιανών όπου λαμβάνομε αυξημένο φως επάνω στον λόγον του Θεού, πνευματική δύναμι και ενθάρρυνσι για να εξακολουθήσωμε να υπηρετούμε τον Ιεχωβά. Όχι μόνο αυτό, αλλά η αγάπη μάς κάνει να θεωρούμε όλες αυτές τις συναθροίσεις ως ευκαιρίες να οικοδομήσωμε τους άλλους. Η αγάπη μάς κάνει να θέλωμε να πάμε ενωρίς και να υποδεχθούμε μ’ ένα θερμό καλωσόρισμα τους αδελφούς μας και τον καλής θελήσεως ξένον. Η αγάπη μάς κάνε, να ενδιαφερώμεθα πολύ για ότι λέγεται από το βήμα, διότι με το να δίνωμε μεγάλη προσοχή οικοδομούμε τον ομιλητή. Η αγάπη θα μας κάμη επίσης να θέλωμε να χρονοτριβήσωμε μετά το τέλος της συναθροίσεως για να ανταλλάξωμε πείρες και να δώσωμε ένα βοηθητικό και ενθαρρυντικό λόγο ή χειρονομία σ’ έναν που μπορεί να καταθλίβεται. Και ενεργώντας έτσι κι εμείς επίσης οικοδομούμεθα, διότι ποτέ δεν αστοχεί το «όστις ποτίζει, θέλει ποτισθή και αυτός».—Παροιμ. 11:25.
4 Και η αγάπη θα ζητή να οικοδομήση τους άλλους με το να λαμβάνωμε ενεργό μέρος στις συναθροίσεις αυτές καθώς παρέχεται η ευκαιρία. Δεν είναι μόνο ζήτημα του να ‘μην αφίνωμεν το να συνερχώμεθα ομού, καθώς είναι, συνήθεια εις τινας,’ αλλά επίσης του να «κρατώμεν την ομολογίαν της ελπίδος ασάλευτον», του να «φροντίζωμεν περί αλλήλων, παρακινούντες εις αγάπην και καλά έργα», και να ‘προτρέπωμεν αλλήλους· και τοσούτω μάλλον, όσον βλέπομεν πλησιάζουσαν την ημέραν’. Καθώς έγραψε ο Παύλος στους Ρωμαίους: «Επιποθώ να σας ίδω, δια να σας μεταδώσω χάρισμα τι πνευματικόν προς στήριξιν υμών· τούτο δε είναι, το να συμπαρηγορηθώ μεταξύ σας δια της κοινής πίστεως υμών τε και εμού.»—Εβρ. 10:23-25· Ρωμ. 1:11, 12.
5. Για να οικοδομούμε αλλήλους αποτελεσματικά στις συναθροίσεις, τι πρέπει να κάνωμε από πριν;
5 Η αγάπη για τους αδελφούς μας θα μας παρακινήση επίσης να προπαρασκευάζωμε τα μαθήματά μας, έτσι ώστε να μπορούμε να οικοδομήσωμε τους αδελφούς μας. Ιδιαίτερα θα προπαρασκευαζώμεθα όταν μας ανατίθενται μέρη του προγράμματος που εκτελούνται από του βήματος, αφήνοντας έτσι να γίνεται φανερή η πρόοδός μας σε όλους προς οικοδομήν των, καθώς ακριβώς διατασσόμεθα: «Πάντα ας γίνωνται προς οικοδομήν . . . δια να μανθάνωσι πάντες, και πάντες να παρηγορώνται.» Όσο παράδοξο και αν φαίνεται, είναι εύκολο οι υπηρέται στην εκκλησία να παραμελούν τα προνόμιά των προς την κατεύθυνσι αυτή. Απορροφώνται τόσο στην προπαρασκευή για τις ιδιαίτερές των συναθροίσεις ή μέρη του προγράμματος που τους ανατίθενται προσωπικώς, ώστε παραμελούν από καιρό σε καιρό την προπαρασκευή για συναθροίσεις που οδηγούνται από άλλους και όπου επίσης θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην οικοδομή των υπολοίπων. Κάθε διάκονος, λοιπόν, σε κάθε συνάθροισι ας προσέχη τη συμβουλή του Παύλου: «Αληθεύοντες εις την αγάπην, να αυξήσωμεν εις αυτόν κατά πάντα, όστις είναι η κεφαλή, ο Χριστός· εξ ου παν το σώμα συναρμολογούμενον και συνδεόμενον δια πάσης συναφείας των συνεργούντων μελών, κατά την ανάλογον ενέργειαν ενός εκάστου μέρους, κάμνει την αύξησιν του σώματος, προς οικοδομήν εαυτού, εν αγάπη.»—1 Κορ. 14:26, 31· Εφεσ. 4:15, 16.
Η ΑΓΑΠΗ ΣΥΜΜΕΤΕΧΕΙ ΣΤΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ
6, 7. (α) Ποια παραδείγματα δείχνουν την υποχρέωσι συμμετοχής στην εκπαίδευσι άλλων; (β) Γιατί οι υπηρέται έχουν ειδικές υποχρεώσεις από αυτή την άποψι, και πώς πρέπει να τις εκπληρώσουν;
6 Η αγάπη οικοδομεί περαιτέρω την κοινωνία του Νέου Κόσμου επειδή μας κάνει να λαμβάνωμε μέρος στο διακονικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα, είτε βοηθώντας είτε βοηθούμενοι. Άσχετα με το ποια μπορεί να είναι τα καθήκοντά του, κανείς ώριμος διάκονος δεν είναι τόσο πολύ απασχολημένος, ώστε να μη συμμετέχη σ’ αυτό το πρόγραμμα. Ασφαλώς, κανείς από μας δεν έχει να κάμη περισσότερα από όσα είχε να κάμη ο Ιησούς Χριστός και όμως αυτός είχε καιρό να εκπαιδεύη άλλους. Καθώς «διήρχετο αυτός πάσαν πόλιν και κώμην, κηρύττων και ευαγγελιζόμενος την βασιλείαν του Θεού . . . οι δώδεκα ήσαν μετ’ αυτού». Και τι πολλά καθήκοντα είχε ο Παύλος! Εν τούτοις, εξεπαίδευε και άλλους. Ναι, «οφείλομεν δε ημείς οι δυνατοί να βαστάζωμεν τα ασθενήματα των αδυνάτων, και να μη αρέσκωμεν εις εαυτούς· αλλ’ έκαστος ημών ας αρέσκη εις τον πλησίον δια το καλόν προς οικοδομήν. Επειδή και ο Χριστός δεν ήρεσεν εις εαυτόν.» Παρεμπιπτόντως, σημειώστε και εδώ πάλι ότι η αγάπη δεν είναι αισθηματισμός. Ο αισθηματισμός αρκείται στο ν’ αρέση απλώς στον πλησίον ενός ατόμου, ίσως ευαρεστώντας τον στις αδυναμίες του. Αλλά η αγάπη αρέσει στον πλησίον της «δια το καλόν προς οικοδομήν».—Λουκ. 8:1· Ρωμ. 15:13.
7 Φυσικά, οι διωρισμένοι υπηρέται της εκκλησίας, επειδή έχουν μεγαλύτερα χαρίσματα και αντιστοίχως μεγαλύτερες ευκαιρίες να οικοδομούν τους αδελφούς των, απαιτείται να δίδουν περισσότερα: «Εις πάντα δε εις τον οποίον εδόθη πολύ, πολύ θέλει ζητηθή παρ’ αυτού· και εις όντινα ενεπιστεύθη πολύ, περισσότερον θέλουσιν απαιτήσει παρ’ αυτού.» Αυτή είναι ακριβώς η αιτία, για την οποίαν ο Ιεχωβά έκαμε προμήθεια ειδικών υπηρετών στην εκκλησία, όπως δείχνει ο Παύλος: «Και αυτός έδωκεν άλλους μεν αποστόλους, άλλους δε προφήτας, άλλους δε ευαγγελιστάς, άλλους δε ποιμένας και διδασκάλους, προς την τελειοποίησιν των αγίων, δια το έργον της διακονίας, δια την οικοδομήν του σώματος του Χριστού [καθώς και των άλλων προβάτων]· εωσού καταντήσωμεν πάντες εις την ενότητα της πίστεως και της επιγνώσεως του Υιού του Θεού, εις άνδρα τέλειον, εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού.» Και πώς πρέπει να γίνεται αυτή η εκπαίδευσις για διακονικόν έργον; Με χαρά, με προθυμία, με ανιδιοτέλεια και με ταπεινοφροσύνη, όπως ακριβώς δείχνει ο Πέτρος: «Ποιμάνατε το μεταξύ σας ποίμνιον του Θεού, επισκοπούντες μη αναγκαστικώς, αλλ’ εκουσίως· μηδέ αισχροκερδώς, αλλά προθύμως· μηδέ ως κατακυριεύοντες την κληρονομίαν του Θεού, αλλά τύποι γινόμενοι του ποιμνίου.»—Λουκ. 12:48· Εφεσ. 4:11-13· 1 Πέτρ. 5:2, 3.
8. Χάριν τίνος πρέπει να δέχωνται βοήθεια εκείνοι που χρειάζονται;
8 Εξ άλλου, αν είσθε μεταξύ εκείνων που έχουν έλλειψι ικανότητος να δίδουν αποτελεσματικές ομιλίες στις θύρες ή σε επανεπισκέψεις, η αγάπη για τον Ιεχωβά, για τους ανθρώπους καλής θελήσεως και για τον αδελφό σας, θα σας κάμη πρόθυμον να δεχθήτε την προσφερόμενη βοήθειά του, η οποία έτσι σας οικοδομεί. Μόνο υπερηφάνεια θα σας έκανε να απορρίψετε αυτή τη βοήθεια και ο καιρός αυτός δεν είναι καιρός για υπερηφάνεια, διότι διακυβεύεται η αιωνία τύχη των ανθρώπων καλής θελήσεως, και το ποια θα είναι η τύχη αυτή μπορεί σε ωρισμένες περιπτώσεις να εξαρτάται από το πόσο αποτελεσματικά ‘κηρύττομε τον λόγον’. Αν χρειάζεται ταπεινοφροσύνη για να δεχθούμε την προσφερόμενη βοήθεια, θυμηθήτε ότι χρειάζεται επίσης ταπεινοφροσύνη για να δώσωμε βοήθεια στους άλλους. Η αγάπη, λοιπόν, για τον Ιεχωβά, για τον «ξένον» και του ενός προς τον άλλον, ας κάμη κάθε διάκονον στην κοινωνία του Νέου Κόσμου, είτε να παρέχη βοήθεια στους άλλους είτε να δέχεται προσφορές βοηθείας, με χαρά δε ας υποτασσώμεθα όλοι εις αλλήλους.—1 Πέτρ. 5:5.
ΤΑ ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΟΣ ΝΑ ΟΙΚΟΔΟΜΗ
9, 10. (α) Ποια προνόμια έχουν οι αδελφές να οικοδομούν τους άλλους, και πώς μπορούν να τα χρησιμοποιούν όσο το δυνατόν αποτελεσματικώτερα; (β) Για ποια πράγματα ορίζει μια αμοιβή η Γραφική θέσις της γυναικός, όπως διευκρινίσθη σε ποιες περιπτώσεις;
9 Ενώ οι Χριστιανές γυναίκες δεν έχουν όλες τις ποικίλες ευκαιρίες να οικοδομούν τους αδελφούς των, που έχουν οι Χριστιανοί άνδρες, η αγάπη και η ουράνια σοφία θα τις κάμουν να εκτιμούν τα προνόμια που έχουν και να τα χρησιμοποιούν όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερα. Με πλήρη προπαρασκευή, οι αδελφές στην εκκλησία θα μπορούν να εκλέγουν τα λόγια των καλά, να κάνουν ζωηρές ‘δημόσιες ομολογίες’ με εμπιστοσύνη, και να εκφράζωνται έτσι όσο το δυνατόν περισσότερες απ’ αυτές, για την αμοιβαία οικοδομή όλων των παρόντων. Τούτο περιλαμβάνει τη σχολή θεοκρατικής διακονίας, στην οποία θα μπορούσε να υπάρξη πολύ περισσότερη συμμετοχή του ακροατηρίου, με το να λαμβάνουν μέρος οι αδελφές συχνότερα από ό,τι συνήθως συμβαίνει. Επιπρόσθετα, με το να γίνωνται έμπειρες στη διακονία του αγρού, θα μπορούν να κάνουν ενδιαφέρουσες επιδείξεις, δείχνοντας πώς να παρουσιάζη κανείς αποτελεσματικά το άγγελμα της Βασιλείας στις θύρες και πώς να υπερνικά τις αντιρρήσεις, θα έχουν δε και ενδιαφέρουσες πείρες να αφηγηθούν. Μ’ αυτούς τους τρόπους μπορούν να έχουν ζωτικό μέρος στην οικοδομή των αδελφών των, μολονότι δεν έχουν το προνόμιο να λέγουν στους αδελφούς των τι πρέπει να κάμουν. Και μήπως δεν έχουν όλες οι ώριμες αδελφές το προνόμιο να εκπαιδεύουν άλλες αδελφές; Βέβαια και το έχουν!
10 Αυτή η ίδια αρχή εφαρμόζεται και από άλλες απόψεις. Οι αδελφές μπορούν πολύ να συμβάλουν στην οικοδομή των αδελφών των με το να είναι απλώς θεοκρατικές, με το να δείχνουν ‘ευσέβειαν μετά αυταρκείας’. Αυτές, με το να κάνουν ταπεινά και με ειλικρίνεια εκείνο που κηρύττεται από το βήμα, διευκρινίζουν και υπογραμμίζουν την αξία του κηρύγματος αυτού. Ασφαλώς πολύ κοντά στις καρδιές μας είναι το να φέρωμε τιμή στο όνομα του Ιεχωβά και να οικοδομούμε τους αδελφούς μας, ο δε Γραφικώς περιωρισμένος ρόλος της γυναικός δεν της αρνείται τα πράγματα αυτά, αλλ’ απλώς ορίζει μια αμοιβή για την υπομονή της, τη λεπτότητα και τη σοφία. Έτσι παρατηρούμε ότι η Δεβόρρα, μολονότι ήταν κεχρισμένη προφήτισσα, δεν διέταξε απότομα τον Βαράκ, αλλά εχρησιμοποίησε τη μορφή της ερωτήσεως για να τον ειδοποιήση όσον αφορά τις οδηγίες του Ιεχωβά: «Δεν προσέταξεν Ιεχωβά ο Θεός του Ισραήλ;» Και πάλι: «Δεν εξήλθεν ο Ιεχωβά έμπροσθέν σου;» Ωσάν απλώς να του το υπενθύμιζε. Ένας ωραίος τρόπος προσεγγίσεως για τις αδελφές σήμερα! Και σημειώστε επίσης ότι η επιθυμία της Βασιλίσσης Εσθήρ να σώση τον λαό της δεν θα μπορούσε να είναι πιο επιτυχής αν αυτή θα είχε τη δυνατότητα να διάταξη τον σύζυγο της Βασιλέα Ασσουήρην. Αναμφισβήτητα οι αδελφές μπορούν να κάμουν πολλά για να συμβάλουν στην οικοδομή της κοινωνίας του Νέου Κόσμου, χωρίς να υπερβαίνουν τα όρια της θεοκρατικής σχετικής ελευθερίας των· πραγματικά, δεν μπορούν να συμβάλουν στην οικοδομή εκτός αν παραμένουν μέσα στα όρια αυτά.—1 Τιμ. 6:6· Κριτ. 4:6, 14.
ΑΛΛΟΙ ΤΡΟΠΟΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΟΠΟΙΟΥΣ Η ΑΓΑΠΗ ΟΙΚΟΔΟΜΕΙ
11. Όσον αφορά τα αδικήματα, ποιες υποχρεώσεις έχομε;
11 Η αγάπη, επίσης, οικοδομεί τους αδελφούς μας επειδή μας κάνει συγχωρητικούς, ελεήμονας και μακρόθυμους. Αν στερούμεθα αγάπης, εύκολα θιγόμεθα, είμεθα ταχείς στο να τιμωρήσωμε τον πταίστην, πράγμα, ωστόσο, που μπορεί μόνο να τον κάμη πιο αδύνατον και τόσο να τον αποθαρρύνη, ώστε τελικά να χάση την αιώνια ζωή. Αλλά, με το να συγχωρούμε στοργικά τον αδελφό μας, τον ενισχύομε, τον οικοδομούμε, τον βοηθούμε να υπερνικήση την αδυναμία του, και αυτός γίνεται με τούτο «ως οχυρά πόλις· μένει σταθερός ως μοχλός φρουρίου». Άσχετα με το τι ένας αδελφός μπορεί να κάμη σ’ εμάς, δεν πρέπει να έχωμε μνησικακία εναντίον του. Αν δεν μπορούμε να διαγράψωμε το αδίκημα, να το «υπερπηδήσωμε», πρέπει να πάμε στο άτομο αυτό σύμφωνα με την εντολή του Ιησού που αναγράφεται στο Ματθαίος 18:15-17. Ούτε μπορούμε να διαγράψωμε μια υπόθεσι όταν γίνεται φανερό ότι εβλάψαμε έναν άλλον, απλώς επειδή δεν κρατούμε δυσαρέσκεια. Όχι, πρέπει ταπεινά να πάμε στον αδικημένο αδελφό και να προσπαθήσωμε να τον κερδίσωμε πάλι. (Ματθ. 5:23, 24) Ας ενδυθούμε, λοιπόν, «σπλάγχνα οικτιρμών, χρηστότητα, ταπεινοφροσύνην, πραότητα, μακροθυμίαν· υποφέροντες αλλήλους, και συγχωρούντες εις αλλήλους, εάν τις έχη παράπονον κατά τινος· καθώς και ο Ιεχωβά συνεχώρησεν» ημάς, έτσι ας κάνωμε κι εμείς. Και στην περίπτωσι αυτή πάλι οικοδομούμε τον εαυτό μας, αφού οι ελεήμονες «θέλουσιν ελεηθή».—Παροιμ. 18:19, ΜΑΜ· Κολ. 3:12, 13, ΜΝΚ· Ματθ. 5:7.
12. Για να μην κάμη άλλους να προσκόψουν, ποια Γραφική υποχρέωσι θυμάται η αγάπη;
12 Η αγάπη περαιτέρω οικοδομεί την κοινωνία του Νέου Κόσμου επειδή ενδιαφέρεται περισσότερο για το καλό των άλλων παρά για τα δικά της «δικαιώματα». Η αγάπη είναι στοχαστική και διακριτική ώστε να μην κάμη άλλους να προσκόψουν· επιδιώκει «τα προς την ειρήνην, και τα προς την οικοδομήν αλλήλων». Δεν διασπά το έργον του Θεού χάριν κάποιας προσωπικής προτιμήσεως. Σχετικά με τούτο ακριβώς ο Παύλος έγραψε: «Η αγάπη οικοδομεί.» Ναι, «πάντα είναι εις την εξουσίαν μου, αλλά πάντα δεν οικοδομούσι. Μηδείς ας μη ζητή το εαυτού συμφέρον αλλ’ έκαστος τα του άλλου.» Με το να ‘βαστάζωμε έτσι τα βάρη αλλήλων, εκπληρώνομε τον νόμο του Χριστού’, οικοδομώντας ο ένας τον άλλον.—Ρωμ. 14:19, 20· 1 Κορ. 8:1· 10:23, 24· Γαλ. 6:2.
13. Πώς μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα υλικά μέσα «προς οικοδομήν»;
13 Μπορούμε, επίσης, να οικοδομούμε τους αδελφούς μας δείχνοντας αγάπη με υλικούς τρόπους, «εις τας χρείας των αγίων μεταδίδοντες· την φιλοξενίαν ακολουθούντες». Όπως τόσο καλά το τονίζει ο αγαπητός απόστολος Ιωάννης: «Όστις όμως έχη τον βίον του κόσμου, και θεωρή τον αδελφόν αυτού ότι έχει χρείαν, και κλείση τα σπλάγχνα αυτού απ’ αυτού, πώς η αγάπη του Θεού μένει εν αυτώ; Τεκνία μου, μη αγαπώμεν με λόγον, μηδέ με γλώσσαν [μόνον], αλλά με έργον και αλήθεια.» Και αφού η διατήρησις μιας Αιθούσης Βασιλείας, ως τοπικού κέντρου της κοινωνίας Νέου Κόσμου, καθώς και η παγκόσμια δράσις διακηρύξεως των αγαθών νέων σε 162 χώρες, απαιτούν δαπάνες, η αγάπη επίσης οικοδομεί με το να κάνωμε χρηματικές συνεισφορές και έτσι να τιμούμε τον Ιεχωβά με τα υπάρχοντά μας.—Ρωμ. 12:13· 1 Ιωάν. 3:17, 18· Παροιμ. 3:9.
14. Επίσης, με το να μην κάνη ποια πράγματα, οικοδομεί η αγάπη;
14 Λόγω εκείνου που δεν κάνει, η αγάπη επίσης οικοδομεί. Η αγάπη δεν καταστρέφει την ενότητα της οργανώσεως με φθονερό συναγωνισμό: «Η αγάπη δεν φθονεί· η αγάπη δεν αυθαδιάζει, δεν επαίρεται.» Ούτε εμβάλλει σε αμηχανία τους άλλους η αγάπη, ούτε τους δελεάζει να πράξουν το κακό με απρεπή διαγωγή, «δεν ασχημονεί». Ούτε χάνει την ηρεμία της, δεν εξάπτεται. Η αγάπη «δεν παροξύνεται». Ούτε υποκλίνεται η αγάπη στο ψεύδος, δεν βλέπει με μοχθηρή ικανοποίησι τις αδικίες, «δεν χαίρει εις την αδικίαν, συγχαίρει δε εις την αλήθειαν». Ναι, για να οικοδομούμε τους άλλους, δεν οφείλομε μόνο ν’ αγαπούμε και να πράττωμε εκείνο που είναι ορθόν, αλλά και να μισούμε και ν’ αποφεύγωμε εκείνο που είναι άδικο.—1 Κορ. 13:4-6.
Η ΑΓΑΠΗ ΟΙΚΟΔΟΜΕΙ ΤΟΝ «ΞΕΝΟΝ»
15. Σε ποια δράσι θα μας κάμη να ενασχοληθούμε η αγάπη για τον ξένον, σε ποιο βαθμό και κάτω από ποιες περιστάσεις;
15 Όπως ακριβώς η αγάπη οικοδομεί τον οικογενειακό κύκλο και την κοινωνία Νέου Κόσμου, οικοδομεί επίσης και τον καλής θελήσεως «ξένον». Η αγάπη μάς κάνει να εκτιμούμε την πείνα του και τη δίψα του για δικαιοσύνη και μας ωθεί να κάμωμε κάτι σχετικά με τούτο, να θηρεύσωμε και να αλιεύσωμε γι’ αυτόν με το να πηγαίνωμε τακτικά από σπίτι σε σπίτι και να παίρνωμε τη θέσι μας στις γωνίες των δρόμων, προσφέροντας το άγγελμα της Βασιλείας, και να το κάμωμε αυτό και με καλό και με κακό καιρό. Θα μας κάμη να κηρύττωμε, και «ευκαίρως», και όταν το έργο απαγορεύεται, «ακαίρως», και θα μας κάμη αγρύπνους στο να δίνωμε συμπτωματική μαρτυρία οποτεδήποτε παρέχεται η ευκαιρία (όχι ‘άκαιρο’ για τους άλλους κήρυγμα), στο σπίτι, στο μέρος της κοσμικής εργασίας ενός άτομου, όταν ψωνίζωμε ή ταξιδεύωμε. Και η αγάπη θα μας κάμη να εγκαρτερούμε ‘από πρωί έως εσπέρας’, ποτέ μην αποκάμνοντας να πράττωμεν το καλόν.—2 Τιμ. 4:2, Κείμενον· Εκκλησ. 11:6· 2 Θεσ. 3:13.
16. Ποιος είναι ο τελικός μας σκοπός όταν κηρύττωμε στους άλλους;
16 Εν τούτοις, αν θα θέλαμε να οικοδομήσωμε τον «ξένον», δεν πρέπει ποτέ να λησμονούμε τον τελικό μας σκοπό. Ενώ οι ώρες και η διάθεσις εντύπων είναι σπουδαία πράγματα, αυτά είναι μόνο διάφορα μέσα για τον τελικό μας σκοπό, ο οποίος είναι να βοηθήσωμε τον ξένον να γίνη μέλος της κοινωνίας του Νέου Κόσμου, να συμμετάσχη στη δικαίωσι του ονόματος του Ιεχωβά και ν’ αποκτήση ζωή στον νέο κόσμο. Πρέπει να έχωμε πραγματικό ενδιαφέρον και να φροντίζωμε γι’ αυτούς, όπως ακριβώς είχε και ο Ιησούς: «Ιδών, δε τους όχλους εσπλαγχνίσθη δι’ αυτούς, διότι ήσαν εκλελυμένοι και εσκορπισμένοι ως πρόβατα μη έχοντα ποιμένα.» Μπορεί να είμεθα πάντοτε πολύ ικανοί στον χειρισμό της «μαχαίρας του πνεύματος» και στο να εξαγοράζωμε ευκαιρίες «εγκαίρως, ακαίρως», αλλ’ αν δεν έχωμε την τρυφερή εκείνη στοργή, που είχε ο Ιησούς, για τα άτομα, τα οποία διακονούμε, και δεν το δείχνω με αυτό με τα λόγια μας και με τις πράξεις μας, οι καλής θελήσεως ξένοι δεν θα οικοδομηθούν.—Ματθ. 9:36· 23:37· Ιωάν. 11:35.
17. Με ποιον τρόπο θα μας κάμη να κηρύττωμε η αγάπη;
17 Η αγάπη θα κάμη τις παρουσιάσεις μας στις θύρες και στις επανεπισκέψεις ειλικρινείς, φιλικές και θερμές. Αν δεν εύρωμε τον καλής θελήσεως ξένον στο σπίτι κατά την πρώτη και δεύτερη προσπάθειά μας να τον επανεπισκεφθούμε, η αγάπη θα μας κάμη να δοκιμάσωμε μια τρίτη και ακόμη μια τέταρτη φορά. Θυμηθήτε, η αγάπη δεν αποθαρρύνεται, εγκαρτερεί. Λαμβάνοντας στοργικό ενδιαφέρον για τον ξένο, θα έχωμε μεγαλύτερη πιθανότητα ν’ αρχίσωμε μια οικιακή Γραφική μελέτη μαζί του.
18. Πού οφείλεται η διαφορά μεταξύ του αριθμού εκείνων με τους οποίους διεξήχθησαν Γραφικές μελέτες και του αριθμού εκείνων που εβαπτίσθησαν κατά το 1955;
18 Διεξάγομε, λοιπόν, τακτικά μια Γραφική μελέτη με τον καλής θελήσεως ξένον. Μήπως αυτό σημαίνει ότι είμεθα βέβαιοι πώς θα επιτύχωμε τον τελικό μας σκοπό μαζί του; Όχι, καθόλου! Το Βιβλίο του Έτους 1956 της Εταιρίας δείχνει ότι κάθε μήνα, στη διάρκεια του υπηρεσιακού έτους 1955, διεξήγοντο 337.456 οικιακές Γραφικές μελέτες. Εν τούτοις, μόνο το ένα πέμπτον του αριθμού αυτού εσυμβόλισαν την αφιέρωσί των με το να βαπτισθούν. Εφόσον δεν διεξάγομε τις μελέτες αυτές επί ένα μέσον όρον πέντε ετών, έπεται ότι πολλές απ’ αυτές διεκόπησαν. Γιατί; Η παραβολή του Ιησού για τον σπορέα και τον σπόρο του μας λέγει: Μερικά από τα «πτηνά» ή όργανα του Σατανά απέσπασαν μέρος του σπόρου· οι άκανθες του κόσμου τούτου, οι μέριμνές του, οι απατηλές του ηδονές και πλούτη, απέπνιξαν περισσότερον ακόμη σπόρο· και ο καυστικός ήλιος του διωγμού εξήρανε το υπόλοιπο. Για να αντιδράσωμε σ’ αυτούς τους καταστρεπτικούς παράγοντας, πρέπει να εξακολουθήσωμε να εκδηλώνωμε γνήσιο ενδιαφέρον για την ευημερία του «ξένου», πρέπει να επιμείνωμε να δείχνωμε αγάπη.—Λουκ. 8:4-15.
Η ΑΓΑΠΗ, ΠΟΥ ΕΓΚΑΡΤΕΡΕΙ, ΟΙΚΟΔΟΜΕΙ
19, 20. (α) Με ποιον εποικοδομητικό τρόπο θα μας παρακινήση η αγάπη να διεξάγωμε τις Γραφικές μας μελέτες; (β) Πώς διευκρινίζει τα προηγούμενα η πείρα του Παύλου με τους Θεσσαλονικείς;
19 Όταν διεξάγωμε, λοιπόν, τις οικιακές Γραφικές μας μελέτες, ποτέ ας μη γινώμεθα μηχανικοί, κάνοντάς τες «κοφτές και ξηρές», έτσι που να μην προσέχωμε καν αν ο ξένος μπαίνη στο νόημά τους ή όχι. Αν δεν μπη πραγματικά στο νόημα της μελέτης, δεν μπορεί να οικοδομηθή ο ξένος. Θυμηθήτε, στην παραβολή του σπορέως, εκείνοι που φέρουν καρπό, πρώτ’ απ’ όλα ‘νοούσι’. Και όπως ακριβώς ο σπόρος χρειάζεται τακτικά ήλιο και βροχή, έτσι ας είμεθα τακτικοί, ακριβείς και αξιόπιστοι, δίδοντας το ορθό παράδειγμα. Η τυχαία ενέργεια δεν δείχνει πολλή αγάπη· δεν θα καλλιεργήση εκτίμησι στον καλής θελήσεως ξένον. Δεν μπορούμε να το διαφύγωμε αυτό, πρέπει να δείξωμε στον ξένον αγάπη, πρέπει να γίνωμε σ’ αυτόν «ως σκέπη από του ανέμου, και ως καταφύγιον από της τρικυμίας· ως ποταμοί ύδατος εν ξηρά γη, ως σκιά μεγάλου βράχου εν γη διψώση», αν πρόκειται αυτός να γίνη αρκετά δυνατός για ν’ αντισταθή στη θρησκευτική εναντίωσι, ν’ αψηφήση τον πειρασμόν του κόσμου και να υπομείνη κάτω από την πίεσι που έρχεται επάνω του λόγω της συναναστροφής του με την κοινωνία του Νέου Κόσμου.—Ματθ. 13:19-23· Ησ. 32:1, 2.
20 Ο απόστολος Παύλος εξεδήλωσε την αγάπη αυτή για κείνους στους οποίους είχε φέρει την αλήθεια. Τους ενεθυμείτο στις προσευχές του, και όταν δεν μπορούσε να τους επισκεφθή, τους έγραφε ενθαρρυντικές επιστολές. (Μνημονεύετε στις προσευχές σας εκείνους με τους οποίους συμμελετάτε;) Παρατηρήστε, παραδείγματος χάριν, πώς έδειξε αγάπη σ’ εκείνους που ενδιαφέροντο για την αλήθεια στη Θεσσαλονίκη: «Εστάθημεν γλυκείς εν τω μέσω υμών· καθώς η τροφός περιθάλπει τα εαυτής τέκνα· ούτως έχοντες ένθερμον αγάπην προς εσάς, ευχαριστούμεθα να μεταδώσωμεν ουχί μόνον το ευαγγέλιον του Θεού, αλλά και τας ψυχάς ημών, επειδή εστάθητε αγαπητοί εις ημάς.» Μόλις αυτοί οι Θεσσαλονικείς είχαν δεχθή την αλήθεια και είχαν λάβει τη στάσι τους υπέρ αυτής, εξέσπασε βίαιος διωγμός και ο Παύλος χρειάσθηκε να τους αφήση. Ανησυχούσε τόσο για την πνευματική τους ευεξία ώστε, όταν δεν μπορούσε πια να το υποφέρη, έστειλε τον Τιμόθεο (που ήταν πολύτιμος συμπαραστάτης του Παύλου) για να μάθη ποια ήταν η πρόοδός των. Ο Παύλος εχάρη να μάθη ότι, καθώς τους είχε οικοδομήσει με αγάπη, όπως μια τροφός μητέρα περιθάλπει το τέκνο της, και καθώς τους είχε ‘προτρέψει ως πατήρ τα εαυτού τέκνα’, μπορούσαν να σταθούν τόσο στερεά, ώστε η πίστις των έγινε αξιοσημείωτη. Ιδού το παράδειγμα! Για να οικοδομηθούν οι καλής θελήσεως ξένοι έτσι ώστε να γίνουν ώριμοι διάκονοι της κοινωνίας του Νέου Κόσμου, δεν πρέπει μόνο να τους τρέφωμε με τις αλήθειες της Βασιλείας, αλλά πρέπει να τους μεταδίδωμε επίσης και τις ψυχές μας, την αγάπη μας.—1 Θεσ. 2:7, 8, 11.
21. Ποιους, λοιπόν, οικοδομεί η αγάπη; και γιατί;
21 Αληθινά η αγάπη οικοδομεί τα μέλη του θεοκρατικού οικογενειακού κύκλου, εκείνους που ανήκουν στην κοινωνία του Νέου Κόσμου και τους καλής θελήσεως ξένους. Η αγάπη οικοδομεί επειδή ο Θεός είναι αγάπη, επειδή η αγάπη τηρεί τις εντολές του Θεού, και επειδή όλοι εμείς έχομε ανάγκη να δίνωμε και να λαμβάνωμε αγάπη. Η αγάπη οικοδομεί επειδή η αγάπη ακούει και βλέπει τις καλές ιδιότητες των άλλων, τις ανάγκες των, και τις ευκαιρίες της να ικανοποιή αυτές τις ανάγκες· οικοδομεί επειδή ενεργεί και δίδει, με ανιδιοτέλεια και γενναιοδωρία, και επειδή είναι ήπια, θερμή και τρυφερή. Και η αγάπη οικοδομεί επειδή δεν αποθαρρύνεται, εγκαρτερεί, μακροθυμεί, ανέχεται, ελπίζει και υπομένει τα πάντα. Ναι, η αγάπη οικοδομεί επειδή «η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει».