Ανταπόκρισις στη Θεία Απαίτησι της Υπακοής
«Ακούσατε [Υπακούσατε εις, ΜΝΚ] την φωνήν μου, και θέλω είσθαι Θεός σας, και σεις θέλετε είσθαι λαός μου· και περιπατείτε εν πάσαις ταις οδοίς, τας οποίας διώρισα εις εσάς, διά να ευημερήτε.»—Ιερεμ. 7:23.
1. (α) Ποια κατάστασις σχετικά με την υπακοή υπάρχει σήμερα; (β) Με ποιο αποτέλεσμα;
ΌΠΩΣ ένα σπάνιο κόσμημα, η υπακοή είναι δύσκολο να βρεθή σ’ αυτόν τον κόσμο του εικοστού αιώνος. Οι κυβερνήσεις έχουν δοκιμάσει πολλούς τρόπους για να προβάλλουν στους υπηκόους των αυτή την επιθυμητή ιδιότητα. Οι παράγοντες που επιβάλλουν τον νόμο διαπιστώνουν ότι ο φόβος και η δύναμις δεν παράγουν ευπειθείς πολίτας. Οι θρησκευτικές οργανώσεις συναντούν πολλή ανυπακοή μέσα στα ποίμνιά των. Άσχετα με τη γεωγραφική θέσι, την οικονομική κατάστασι, ή την κοινωνική θέσι, το σπίτι αποδεικνύεται ότι είναι ένας τόπος όπου υπάρχουν τεταμένες σχέσεις, όπου η έντασις φθάνει σε σημείο διαρρήξεως, όπου οι νέοι χλευάζουν τους πιο ηλικιωμένους, και όπου η αγάπη βραδέως σβήνει ως κάτι δευτερεύον. Στο βάθος αυτής της σοβαρής καταστάσεως βρίσκεται το ζήτημα της υπακοής. Η υποταγή στους συζύγους έκαμε γυναίκες να στενοχωρούνται, διότι αυτό εσήμαινε ότι έπρεπε να είναι ευπειθείς στους συζύγους των. Η υπακοή στον Θεό έχει τεθή κατά μέρος με τις ανθρωποποίητες θεωρίες, πολύ περισσότερο επειδή η πλειονότης του ανθρωπίνου γένους δεν γνωρίζουν τι απαιτεί ο Θεός απ’ αυτούς.
2, 3. Ποιο ήταν το αποτέλεσμα στον απειθή άνθρωπο από την αρχή έως τώρα, και που βρισκόμαστε τώρα;
2 Η ανυπακοή δεν είναι κάτι νέο. Υπάρχει εδώ στη γη σχεδόν από τον καιρό που υπάρχει άνθρωπος. Μπορούμε να διαβάσωμε την σαφή περιγραφή σχετικά με την έναρξί της στο εδάφιο Ρωμαίους 5:19: «Διά της παρακοής του ενός ανθρώπου οι πολλοί κατεστάθησαν αμαρτωλοί.» Από τον καιρό της ανυπακοής του Αδάμ μέσα σ’ όλο το ρεύμα του χρόνου η ανυπακοή υπήρξε σε άνοδο μεταξύ του ανθρωπίνου γένους σε τέτοιο βαθμό ώστε οι ευπειθείς άνθρωποι του Θεού να ξεχωρίζουν ως διαφορετικοί και άξιοι παρατηρήσεως. Η Βίβλος αναφέρει μερικούς απ’ αυτούς στο ενδέκατο κεφάλαιο της προς Εβραίους επιστολής. Για ένα απ’ αυτούς, τον Αβραάμ, το όγδοο εδάφιο λέγει: «Διά πίστεως υπήκουσεν ο Αβραάμ, ότε εκαλείτο.» Ένας άλλος εξέχων ευπειθής άνθρωπος, ο Ιησούς, είπε ότι θα ήρχετο καιρός οπότε, «επειδή θέλει πληθυνθή η ανομία, η αγάπη των πολλών θέλει ψυχρανθή.» (Ματθ. 24:12) Φαίνεται ότι έχομε προχωρήσει πολύ σ’ αυτό τον καιρό.
3 Έτσι επί έξη χιλιάδες περίπου χρόνια η ανυπακοή έχει αυξήσει και ανεπτύχθη σε τέτοιο σημείο ώστε να μπορή να παραβληθή με το μολυσμένο νερό ή τον αέρα της γης. Απρόσεκτοι άνθρωποι συνεχώς ρίχνουν ανεπιθύμητα απορρίμματα μέσα στο νερό και στον αέρα που προμηθεύονται, κι εν τούτοις παραπονούνται για την κακή ποιότητα αυτών των ουσιωδών στοιχείων που συντηρούν τη ζωή. Από τον αρχικό στασιασμό του ώς αυτή την εποχή ο άνθρωπος έχει παραμελήσει την καθαρή λατρεία και συνετέλεσε στην ανυπακοή τόσο λόγω των κληρονομημένων αμαρτωλών τάσεων όσο και μέσω της εκουσίας επιθυμίας του ν’ ακολουθή τον ιδικό του ανεξάρτητο τρόπο.
4. (α) Δώστε τον ορισμό της υπακοής. (6) Πώς ο φόβος αναμιγνύεται στην υπακοή μας προς τον Θεό;
4 Το λεξικό δίνει τον εξής ορισμό για την υπακοή: «Πράξις ή γεγονός του υπακούειν, ή κατάστασις του να είναι ένας ευπειθής.» Το να υπακούη ένας σημαίνει «να κυβερνάται ή να ελέγχεται από κάποιον ή κάτι ν’ ακολουθή την καθοδήγησι, τη λειτουργία, τούτου, κλπ. · όπως, να υπακούη στη λογική· να υπακούη στο νόμο της βαρύτητος.» Η Βίβλος το θέτει μ’ ένα δικό της τρόπο: «Ας ακούσωμεν το τέλος της όλης υποθέσεως· Φοβού τον Θεόν, και φύλαττε τας εντολάς αυτού, επειδή τούτο είναι το παν του ανθρώπου.» (Εκκλησ. 12:13) Μερικοί έχουν αντιρρήσεις σ’ αυτό το ζήτημα της υπακοής στον Θεό από φόβο. Εν τούτοις υπακούομε στους νόμους που αφορούν την βαρύτητα, και κάθε μέρα της συντόμου ζωής μας έχομε ένα πλήρη φόβου σεβασμό γι’ αυτή τη δύναμι. Το πράττομε ως μέρος της ζωής μας, την δεχόμεθα, και σπανίως ακούτε κάποιον να παραπονήται· εν τούτοις ο νόμος αυτός είναι άκαμπτος και απαιτητικός. Αν κατανοούμε τις απαιτήσεις του Θεού τόσο καλά όσο εννοούμε τη λειτουργία του νόμου της βαρύτητος, τότε θα διεπιστώναμε ότι ο Ψαλμός 112:1 (ΜΝΚ) περιγράφει τη στάσι μας όταν λέγη: «Μακάριος ο άνθρωπος ο φοβούμενος τον Ιεχωβά· εις τας εντολάς του οποίου ηδύνεται σφόδρα.»
5. Πώς ο Κριτής Σαμουήλ ετόνισε την υπακοή;
5 Ο Ιεχωβά Θεός απαιτεί από το λαό του υπακοή. Αυτός διέταξε τον Κριτή Σαμουήλ να πη στον απειθή Βασιλέα Σαούλ: «Η υποταγή είναι καλητέρα παρά την θυσίαν· η υπακοή, παρά το πάχος των κριών· διότι η απείθεια είναι καθώς το αμάρτημα της μαγείας· και το πείσμα, καθώς η ασέβεια και η ειδωλολατρεία [η χρήσις των τεραφείμ, ΜΝΚ] · επειδή συ απέρριψας τον λόγον του Ιεχωβά, διά τούτο και αυτός απέρριψε σε από του να ήσαι βασιλεύς.» (1 Σαμ. 15:22, 23, ΜΝΚ) Απητείτο από τους Ισραηλίτας να είναι ευπειθείς. (Δευτ. 10:12, 13) Ο Ιησούς ήταν ευπειθής. (Εβρ. 5:8) Οι απόστολοι υπήκουαν. (Πράξ. 5:29) Χιλιάδες πιστών δούλων του Θεού παρέμειναν ευπειθείς στον Θεό κάτω από κάθε είδους συνθήκες.
6. Ποια ερωτήματα εγείρονται σχετικά με την υπακοή;
6 Από που πηγάζει η υπακοή; Συμβαίνει μ’ ένα Χριστιανό ό,τι συμβαίνει και μ’ ένα μικρό παιδί, το οποίο κάνει διάφορα πράγματα επειδή κάποιος ανώτερος του λέγει να τα κάμη; Είναι η υπακοή μια στάσις που μόνο οι Χριστιανοί τηρούν; Εφόσον όλοι οι άνθρωποι έχουν γεννηθή στην αμαρτία, μπορεί ένα άτομο να εκδηλώνη πράγματι υπακοή σ’ αυτή την παρούσα ‘άνομη’ γενεά; (Ματθ. 24:12) Ο Λόγος του Θεού μάς δίνει την απάντησι με συμβουλή η οποία παράγει πολύ θάρρος.
7. (α) Εξηγήστε το ζήτημα που συζητεί ο Παύλος στα εδάφια Ρωμαίους 2:8-11. (β) Από που μάς λέγει το εδάφιο Ρωμαίους 6:17 ότι προέρχεται η ευσεβής υπακοή;
7 Ανοίξτε το πέμπτο και έκτο κεφάλαιο της προς Ρωμαίους επιστολής. Εκεί ο απόστολος Παύλος τονίζει το ζήτημα της υπακοής. Είναι η υπακοή στο Νόμο που είχε δοθή στους Ισραηλίτας και τηρηθή από πολλούς επί πολύν καιρό, ή είναι η χάρις του Θεού, που έγινε διαθέσιμη μέσω της προμηθείας η οποία βοηθεί το ανθρώπινο γένος να γίνη ευπειθές στον Θεό, δηλαδή, η διευθέτησις της θυσίας που εγκαθίδρυσε ο Ιεχωβά μέσω του Χριστού Ιησού; Σήμερα ο καθένας οφείλει ν’ αποφασίση αν θέλη να υπακούη στον Θεό ή να συμβαδίζη με το απειθές, άνομο πλήθος αυτού του παρόντος συστήματος πραγμάτων. Δεν πρόκειται απλώς για ζήτημα εκλογής μεταξύ της παλαιάς διαθήκης του Νόμου του Θεού και της νέας Του διαθήκης, αλλά ζήτημα υπακοής στην αλήθεια του Θεού. Παρατηρήστε την σαφή περιγραφή τούτου στα εδάφια Ρωμαίους 2:8-11: «Εις δε τους φιλονείκους, και απειθούντας μεν εις την αλήθειαν, πειθομένους δε εις την αδικίαν, θέλει είσθαι θυμός και οργή, θλίψις και στενοχωρία επί πάσαν ψυχήν ανθρώπου του εργαζομένου το κακόν, Ιουδαίου τε πρώτον και Έλληνος· δόξα δε και τιμή και ειρήνη εις πάντα τον εργαζόμενον το αγαθόν, Ιουδαίον τε πρώτον και Έλληνα. Επειδή δεν είναι προσωποληψία παρά τω Θεώ.» Αλλά τι είναι εκείνο που κάνει ένα άτομο να είναι ευπειθές στον Ιεχωβά και να το πράττη αυτό εκουσίως; Το εδάφιο Ρωμαίους 6:17 μας δίνει το ξεκίνημα για την κατανόησι: «Χάρις όμως εις τον Θεόν, διότι υπήρχετε δούλοι της αμαρτίας, πλην υπηκούσατε εκ καρδίας εις τον τύπον της διδαχής εις τον οποίον παρεδόθητε.»
ΥΠΑΚΟΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ
8. Γιατί η υπακοή στον Θεό δεν είναι μια πορεία που πρέπει ένα άτομο να φοβάται;
8 Ώστε η υπακοή πηγάζει από την καρδιά. Ο Χριστιανός δεν την βλέπει κάτω από το φως του εξαναγκασμού του για προσκόλλησι σε κανόνας ή διατάγματα. Ο Ψαλμός 112:1 (ΜΝΚ) τονίζει: «Μακάριος ο άνθρωπος ο φοβούμενος τον Ιεχωβά· εις τας εντολάς αυτού ηδύνεται σφόδρα.» Επί πλέον, ο Ψαλμός 119:33, 34 (ΜΝΚ) αποκαλύπτει τα εξής: «Δίδαξόν με, Ιεχωβά, την οδόν των διαταγμάτων σου, και θέλω φυλάττει αυτήν μέχρι τέλους. Συνέτισόν με, και θέλω φυλάττει τον νόμον σου, ναι, θέλω φυλάττει αυτόν εν όλη καρδία.» Αν γεμίζωμε την καρδιά με τη σοφία που είναι τώρα διαθέσιμη στον Λόγο του Ιεχωβά και συνεχίζωμε να την λαμβάνωμε ως τροφή, τότε πρέπει να προκύψη ανάπτυξις. Αυτή η γνώσις γεμίζει το ορθό είδος καρδιάς μ’ εκτίμησι και καταλήγει σε εκούσια υπακοή.
9. (α) Περιγράψτε μερικούς από τους φυσικούς νόμους που παρατηρούμε σε λειτουργία. (6) Τι σημαίνουν για μάς;
9 Στον τομέα της χημείας ωρισμένοι νόμοι λειτουργούν μ’ ένα ισορροπημένο και αξιόπιστο τρόπο για να παράγουν αλλαγές, και το ανθρώπινο γένος τους εκτιμά αυτούς. Το οξυγόνο παράγει σκουριά επάνω στον σίδηρο και προκαλεί τη φθορά του δένδρου που έχει πέσει. Είναι επίσης σπουδαίο για την αναπνοή. Η φυτική ζωή εκπέμπει οξυγόνο, το οποίο εισπνέουν άνθρωποι και ζώα. Λαμβάνουν το οξυγόνο των από τον αέρα· τα ψάρια εισπνέουν οξυγόνο που έχει απορροφήσει το νερό από τον αέρα ή που έχουν απελευθερώσει τα πράσινα φυτά που φύονται μέσα στο νερό. Το οξυγόνο που εισπνέεται το παραλαμβάνει η αιμογλοβίνη του αίματος και το μεταφέρει σ’ όλο το σώμα. Οι ιστοί οξειδούνται βραδέως και παράγεται θερμότης, η οποία διατηρεί το σώμα θερμό. Αυτές οι λειτουργίες υπάρχουν αφότου τις έχει θέσει σ’ ενέργεια ο Ιεχωβά, αλλά απαιτείται έρευνα για να βρεθούν και για να εξοικειωθούμε με την επίδρασι που έχουν επάνω μας προτού μπορέσωμε να έχωμε πλήρη συνεργασία μ’ αυτές. Η πλήρης χρήσις αυτών των πραγμάτων στη ζωή μας παράγει μεγαλύτερη ικανοποίησι κι ευτυχία. Αυτοί οι κανόνες δεν μεταβάλλονται για να ταιριάζουν στον άνθρωπο. Χωρίς καμμιά αμφιβολία αυτός είναι πάρα πολύ οκνηρός ή πείσμων για να συμμορφωθή. Μάλλον ο άνθρωπος αλλάζει για να προσαρμοσθή στις καθωρισμένες αρχές λειτουργίας της δημιουργίας. Υπακοή σ’ αυτούς τους κανόνας λειτουργίας που έχουν τεθή σημαίνει στην πραγματικότητα ζωή τόσο για τον λήπτη όσο και για τον δοτήρα. Η υπακοή, λοιπόν, δεν μπορεί να είναι κακή, αλλά σημαίνει καλό γι’ αυτούς που αναγνωρίζουν την σκόπιμη λειτουργία των.
10. Τι προηγείται λογικώς από την πορεία υπακοής στον Θεό, και πού μπορεί να βρεθή η απαιτουμένη απόδειξις;
10 Φαίνεται σαφώς ότι η υπακοή στον Θεό απαιτεί έρευνα που αποδεικνύει χωρίς αμφιβολία ότι ο Θεός υπάρχει κι ενδιαφέρεται γι’ αυτούς που επιθυμούν να τον υπηρετούν. Λεπτομερής εξέτασις της ορατής δημιουργίας που μάς περιβάλλει το επιβεβαιώνει γρήγορα αυτό το γεγονός. Μόνο ένα εξαιρετικά νοήμον άτομο με ποικιλία ιδιοτήτων θα μπορούσε να παραγάγη τ’ αμέτρητα είδη που εκτίθενται στα ράφια της γνώσεως της γης. Η Βιβλική προφητεία, ιστορία γραμμένη από πριν, αποδεικνύει επίσης την ύπαρξι του Θεού. Περισσοτέρα απόδειξις απ’ όση πραγματικά χρειάζεται βρίσκεται παντού στη δημιουργία για να βεβαιώση την ύπαρξι Θεού.—Ησ. 45:18· Ρωμ. 1:20· Ψαλμ. 19:1-4· Ησ. 40:26.
11. Ποια ευθύνη έχει το άτομο σχετικά με τη Βίβλο;
11 Εφόσον η Βίβλος είναι ο λόγος του Ιεχωβά, αποτελεί ευθύνη ενός ατόμου ν’ αποδείξη ότι αυτή είναι η αυθεντική εμπνευσμένη επικοινωνία του Θεού. Παρά την αστήρικτη φλυαρία ότι η Γραφή αντιφάσκει, αυτή εξακολουθεί να είναι ενοποιημένη και παρουσιάζει μια σαφή εικόνα των σκοπών του Θεού και των όσων αυτός αναμένει από τον άνθρωπο. Η συνεχής σύγκρισις της Γραφής μας με τις ανακαλύψεις χειρογράφων, χαρακτηριστικών των Βιβλικών χωρών, αρχαιολογικών ευρημάτων, και χειροτεχνημάτων που έρχονται στο φως, πιστοποιεί κατά πάντα την αληθινότητα των Βιβλικών αφηγήσεων. (Βλέπε βιβλίον «Όλη η Γραφή Είναι Θεόπνευστος και Ωφέλιμος,» σελ. 331, στην Αγγλική).
12, 13. Πώς ο Έσδρας τονίζει την υπακοή στον Θεό; Περιγράψτε την έκβασι;
12 Υπάρχουν στη Βίβλο παραδείγματα υπακοής στις επιθυμίες του Ιεχωβά. Το βιβλίο του Έσδρα τονίζει την υπακοή περισσότερο από μια φορά στο υπόμνημά του το σχετικό με την επιστροφή των εξορίστων στην Ιερουσαλήμ για να οικοδομήσουν και πάλι το ναό και να επισκευάσουν την πόλι. Για τον Έσδρα, το έβδομο κεφάλαιο, εδάφιο δέκατο (ΜΝΚ), λέγει: «Επειδή ο Έσδρας είχεν ετοιμάσει την καρδίαν αυτού εις το να εκζητή τον νόμον του Ιεχωβά, και να εκτελή, και να διδάσκη εις τον Ισραήλ διατάγματα και κρίσεις.» Αυτός ήταν ένας άνθρωπος, ο οποίος ηρνείτο να εξαρτάται από την ανθρωπίνη σοφία ή δύναμι αλλά, αντιθέτως, υπήκουε πιστά στον λόγο του Ιεχωβά, αποβλέποντας σ’ αυτόν για προστασία. Ο Έσδρας είπε, όταν ήταν έτοιμος ν’ αρχίση το μακρύ ταξίδι ώς την Ιερουσαλήμ : «Ησχύνθην να ζητήσω παρά του βασιλέως δύναμιν και ιππείς, διά να βοηθήσωσιν ημάς εναντίον του εχθρού καθ’ οδόν· επειδή είχομεν ειπεί προς τον βασιλέα, λέγοντες ‘Η χειρ του Θεού ημών είναι προς αγαθόν επί πάντας τους ζητουντας αυτόν· το δε κράτος αυτού και η οργή αυτού επί πάντας τους εγκαταλείποντας αυτόν.’»—Έσδρας 8:22.
13 Και, ο Ιεχωβά πράγματι επροστάτευσε τον Έσδρα και τον μικρό του όμιλο που μετέφερε ένα πλούσιο θησαυρό πίσω στην Ιερουσαλήμ. «Η χειρ του Θεού ημών ήτο εφ’ ημάς, και ηλευθέρωσεν ημάς εκ χειρός εχθρού, και ενεδρεύοντος εν τη οδώ.» (Έσδρας 8:31) Κατά την άφιξί του στην Ιερουσαλήμ ο Έσδρας παρέδωσε τον χρυσό, τον άργυρο και τα σκεύη του ναού στον ιερέα εκεί και τους νόμους του βασιλέως στους σατράπας του.
14, 15. Τι μαθαίνομε από τον τρόπο που χειρίσθηκε ο Έσδρας τα ζητήματα στην Ιερουσαλήμ στην επιστροφή του εκεί;
14 Ο Έσδρας πληροφορήθηκε κατόπιν ότι εκείνοι οι εξόριστοι, μαζί με τους ηγέτας, οι οποίοι είχαν επιστρέψει προηγουμένως και ζούσαν τώρα στην Ιερουσαλήμ εξήντα εννέα περίπου χρόνια, δεν είχαν υπακούσει στις εντολές του Ιεχωβά. Είχαν τελέσει γάμους με πρόσωπα σε πέντε από τα επτά έθνη που τους είχε διατάξει ο Ιεχωβά ν’ αποφύγουν. (Δευτ. 7:1-4· Έσδρας 9:1, 2) Ο Έσδρας με πολύ συντετριμμένο πνεύμα λέγει: «Θεέ μου, αισχύνομαι, και ερυθριώ να υψώσω το πρόσωπόν μου προς σε, Θεέ μου· διότι αι ανομίαι ημών ηυξήνθησαν υπεράνω της κεφαλής, και αι παραβάσεις ημών εμεγαλύνθησαν έως των ουρανών.»—Έσδρας 9:6.
15 Αυτός ο ίδιος ταπεινός άνθρωπος είχε ελπίσει ότι θα ήρχοντο οι ευλογίες του Ιεχωβά τώρα που τα πράγματα πήγαιναν τόσο καλά, όπως είπε: «Και τώρα ως εν μια στιγμή έγεινεν έλεος παρά Ιεχωβά του Θεού ημών, ώστε να διασωθή εις ημάς υπόλοιπον, και να δοθή εις ημάς στερέωσις εν τω αγίω αυτού τόπω, διά να φωτίζη ο Θεός ημών τους οφθαλμούς ημών, και να δώση εις ημάς μικράν αναψυχήν εν τη δουλεία ημών. Αλλά τώρα, Θεέ ημών, τι θέλομεν ειπεί μετά ταύτα; διότι εγκατελίπομεν τα προστάγματά σου.» (Έσδρας 9:8, 10, ΜΝΚ) Ο Έσδρας ενήργησε αμέσως και προέβη στο να εκκαθαρίση το ζήτημα, θέτοντας αυτό το ζήτημα πρώτο στη ζωή του έως ότου συμπληρωθή η υπακοή στον νόμο του Θεού.
16. (α) Περιγράψτε την άποψι του Ιησού περί υπακοής. (β) Πώς οι απόστολοι ανταπεκρίθησαν στη διδασκαλία του Ιησού σχετικά μ’ αυτήν;
16 Ο Ιησούς Χριστός ήταν ένας πάρα πολύ πράος και ταπεινός την καρδίαν άνθρωπος. (Ματθ. 11:29) Συνεχώς ενεθάρρυνε σε υπακοή. Αυτό το έπραττε τόσο με λόγια όσο και με έργα. Πράγματι τα εδάφια Εβραίους 5:8, 9 λέγουν: «Καίτοι ων υιός, έμαθε την υπακοήν αφ’ όσων έπαθε. Και γενόμενος τέλειος κατεστάθη αίτιος σωτηρίας αιωνίου εις πάντας τους υπακούοντας εις αυτόν.» Ύστερ’ από μερικά χρόνια ο Παύλος εξηγεί πόσο δραστήριοι ήσαν οι απόστολοι στο να διδάσκουν υπακοή: «Επειδή καθαιρούμεν λογισμούς, και παν ύψωμα επαιρόμενον εναντίον της γνώσεως του Θεού, και αιχμαλωτίζομεν παν νόημα εις την υπακοήν του Χριστού· και είμεθα έτοιμοι να εκδικήσωμεν πάσαν παρακοήν, όταν γείνη πλήρης η υπακοή σας.»—2 Κορ. 10:5, 6.
17. Πρέπει να θεωρούμε ως φορτίο την υπακοή στον Θεό;
17 Μήπως επρόκειτο να είναι αυτό δύσκολο; Μήπως μοιάζει με το να εκτίη ένα άτομο ποινή φυλακίσεως όταν αποφασίση να υπηρετή τον Θεό; Αυτό μπορεί να συμβαίνη στον άνθρωπο με τους πολλούς κανόνας και διατάγματα. Με την τάσι του ανθρώπου να κάνη κανόνας για το κάθε τι, μαζί με τα ηυξημένα σύγχρονα μέσα αναλύσεως των πρακτικών, πολλοί έχουν απομακρυνθή από τις σαφείς, απλές διδασκαλίες του Λόγου του Θεού και της υπακοής από την καρδιά. (Ψαλμ. 119:11, 12· Ρωμ. 6:17) Τα εδάφια 1 Ιωάννου 5:2-4 τονίζουν τον τρόπο, κι εν τούτοις αναγνωρίζουν τα προβλήματα και δίνουν λύσι, λέγοντας: «Εκ τούτου γνωρίζομεν ότι αγαπώμεν τα τέκνα του Θεού, όταν τον Θεόν αγαπώμεν, και τας εντολάς αυτού φυλάττωμεν. Διότι αύτη είναι η αγάπη του Θεού, το να φυλάττωμεν τας εντολάς αυτού· και αι εντολαί αυτού βαρείαι δεν είναι. Διότι παν ό,τι εγεννήθη εκ του Θεού, νικά τον κόσμον, και αύτη είναι η νίκη η νικήσασα τον κόσμον, η πίστις ημών.»
18, 19. Ποιο είναι το πιο σπουδαίο πράγμα στη ζωή μας, και ποιες εσφαλμένες αντιλήψεις μπορούσαν να εισχωρήσουν;
18 Το μεγάλο, λοιπόν, πράγμα στη ζωή μας, εφόσον υπηρετούμε τον Θεόν μας Ιεχωβά, είναι αυτή η στοργική αφοσίωσις, στην οικοδόμησι και διατήρησι πίστεως για πάντα. Δεν υπηρετούμε επειδή αυτό το παλαιό σύστημα έχει λίγο καιρό ζωής, ή διότι μάς παρατηρεί κάποιο άλλο ατελές αμαρτωλό πλάσμα. (Τίτον 3:3-6) Αν είμεθα ευπειθείς στον Θεό επειδή τον αγαπούμε, τότε θ’ αντλούμε αναψυχή από τη συνεργασία μας μαζί με τους Χριστιανούς αδελφούς μας και θα τους απολαμβάνωμε στο πλήρες.
19 Στοχασθήτε λίγο: «Αν υπηρετήτε βιαστικά τον Θεό επειδή είδατε ξαφνικά την ώρα στο ρολόι σας, τι θα κάμετε, όταν το παλαιό αυτό σύστημα θα έχη παρέλθει και θα έχωμε μπροστά μας χιλιάδες χρόνια; Αν τηρήτε τις εντολές του Θεού επειδή κάποιο ανθρώπινο πλάσμα σάς ωθεί να πηγαίνετε στις συναθροίσεις, ή να μελετάτε, ή να κηρύττετε τον Λόγον, τι θα κάμετε όταν αυτό το πρόσωπο παύση να σας ωθή ή όταν θα είναι καιρός να ενεργήσετε από την καρδιά; Αν δαπανάτε με ζήλο πολύ χρόνο στο κήρυγμα του ευαγγελίου της βασιλείας του Θεού και ενδιαφέρεσθε συνεχώς να συμπληρώνετε τις ώρες σας, πώς θα ενεργούσατε αν δεν επρόκειτο να δώσετε έκθεσι έργου; Πολλοί αδελφοί έχουν επιζήσει από μακροχρόνιο διωγμό, εργαζόμενοι κάτω από το έδαφος πολλά χρόνια με κύριο μέλημά των την διατήρησι της πίστεως, χωρίς εκθέσεις έργου, και ο Ιεχωβά ασφαλώς τους ευλόγησε. Αν δεν υπάρχη άλλος λόγος για τη λατρεία σας εκτός από τη στοργική αφοσίωσι, βάλετε αυτόν τον λόγο κάτω από την αποκαλυπτική δύναμι του Λόγου του Θεού και εξετάστε τον προσεκτικά.
20. (α) Πού μπορούμε να βρούμε παραδείγματα και συμβουλή που θα μάς καθοδηγούν μ’ ένα ισορροπημένο τρόπο; (β) Όπως έδειξε ο Ιησούς είναι περίπλοκη η υπηρεσία του Θεού;
20 Σκεφθήτε τους πρώτους Χριστιανούς, τους αποστόλους. Αυτοί οι πιστοί αδελφοί είχαν εκπαιδευθή από τον Ιησού Χριστό. Ο χρόνος ήταν πολύτιμος και τότε. Υπήρχαν πολλοί λόγοι για σπουδή στο έργο των, και έσπευδαν να το εκτελούν. Αλλά ποτέ δεν ήσαν πάρα πολύ απησχολημένοι για να εκδηλώνουν αγάπη προς αλλήλους. Ήταν απλός ο τρόπος της λατρείας των, όχι περιπλεγμένος από σύγχρονες μεθόδους μεταφοράς ή επικοινωνίας. Γιατί ν’ αφήσωμε ν’ αλλάξη τα πράγματα το έξαλλο σύστημα της εποχής μας; Χρησιμοποιούμε την ιδία Βίβλο, λατρεύομε τον ίδιο Θεό και ακολουθούμε τον ίδιο ηγέτη, τον Χριστό Ιησού. Επειδή απλώς ταχέα, αποτελεσματικά και διαθέσιμα μηχανικά μέσα είναι δημοφιλή στον κόσμο σήμερα, που συνοδεύονται από κάθε είδους οδηγίες, οι οποίες απαιτούν υπακοή από εκατομμύρια ανθρώπων, αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να γίνωμε Χριστιανοί των επιχειρήσεων. Ο Χριστός Ιησούς είναι το τέλειο παράδειγμά μας και υπέδειξε την πορεία, ο ίδιος δε είπε: «Διότι ο ζυγός μου είναι καλός, και το φορτίον μου ελαφρόν.»—Ματθ. 11:30.
21. Ποιο πρέπει να είναι το κύριο ενδιαφέρον μας, λοιπόν, και πώς μπορούμε να το καλλιεργήσωμε αυτό και σε άλλους;
21 Αν ενδιαφερώμεθα, λοιπόν, να υπηρετούμε τον Ιεχωβά με στοργική αφοσίωσι, θα είμεθα ανήσυχοι να διατηρούμε την πίστι μας ισχυρή με το να την εκτρέφωμε τακτικά με πνευματική τροφή. Όταν διδάσκωμε άλλους, θα υποστηρίζωμε όλες τις ιδέες που παρουσιάζομε σ’ αυτούς τους νέους με Γραφικές αποδείξεις. Καθώς σημειούται πρόοδος και καθώς η υπακοή στον Θεό γίνεται πιο ισχυρή, αυτό θα γίνεται από την καρδιά. (Εβρ. 4:11, 12) Σημειώστε πώς ο Παύλος δείχνει την ανάγκη του να κινήται ένας από στοργική αφοσίωσι, λέγοντας: «Θέλει αποδώσει εις έκαστον κατά τα έργα αυτού· εις μεν τους ζητούντας δι’ υπομονής έργου αγαθού δόξαν και τιμήν και αφθαρσίαν, ζωήν αιώνιον· εις δε τους φιλονείκους, και απειθούντας μεν εις την αλήθειαν, πειθομένους δε εις την αδικίαν, θέλει είσθαι θυμός και οργή . . . Επειδή δεν είναι προσωποληψία παρά τω Θεώ.» (Ρωμ. 2:6-11) Τα μηχανικά εφόδια πρέπει να είναι υπηρέται του ανθρώπου αν αυτά πρόκειται να τον βοηθήσουν. Ώστε έτσι πρέπει να το βλέπουν οι Χριστιανοί και όχι ν’ αφυπνίζωνται για να διαπιστώσουν ότι είναι δεσμευμένοι να πληρώσουν τις ανάγκες μιας μηχανής και των οδηγιών που την συνοδεύουν.
ΚΙΝΟΥΜΕΝΟΙ ΑΠΟ ΑΓΑΠΗ
22, 23. Ποιο είναι το κατάλληλο κίνητρο για υπακοή;
22 Ας το περιγράψωμε με τον εξής τρόπο. Μια άμαξα είναι ένα μέσον μεταφοράς, αλλά δεν κινείται αφ’ εαυτής της ούτε παράγει δύναμι η ιδία. Για να μεταβή ένα άτομο μ’ αυτήν κάπου πρέπει να χρησιμοποιηθή ένα άλογο, ένας βους ή άλλο μέσον κινήσεως που θα την σύρη ή θα την ωθήση. Χωρίς ενέργεια η άμαξα είναι ένα σκεύος χωρίς αξία. Ως Χριστιανοί είναι ανάγκη να κινούμεθα από στοργική αφοσίωσι προς τον Ιεχωβά, πράγμα που αναγνωρίζεται αμέσως από την επιθυμία να πράξωμε το θέλημα του Θεού. Είναι πιθανόν να χρειασθή κάποιο τράβηγμα ή κάποια ώθησις για να μάς δώση το ξεκίνημα στην οδό της υπακοής, αλλά δεν φαίνεται λογικό ένας Χριστιανός διάκονος να πρέπει να σύρεται ή να ωθήται σε κάθε Βιβλική συνάθροισι ή μορφή της Χριστιανικής διακονίας. Πρέπει να ωθούμεθα από εσωτερική επιθυμία· η επιθυμία μας είναι να υπηρετούμε τον Ιεχωβά· αυτό γίνεται βίωμά μας. Αντί να εκνευριζώμεθα, όταν απαιτήται υπακοή, η εκτίμησις της καθοδηγήσεως θα μάς φέρη πλησιέστερα προς τον ουράνιο Πατέρα μας.
23 Ενθυμήσθε τον Ψαλμό 112:1 (ΜΝΚ): «Μακάριος ο άνθρωπος ο φοβούμενος τον Ιεχωβά· εις τας εντολάς αυτού ηδύνεται σφόδρα.» Αυτός δεν θα είναι ένας αδρανής ή αδιάφορος άνθρωπος, αλλά ένα άτομο που έχει λάβει την απόφασι ότι επιθυμεί να υπηρετή τον Ιεχωβά για πάντα κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Αυτό το κίνητρο δεν προέρχεται από τον άνθρωπο, άσχετα με την πίεσι που αυτός ασκεί ή με τον δελεασμό που του προσφέρεται, αλλά μάλλον προέρχεται από τον Ιεχωβά, μέσω του Λόγου του και τίθεται σ’ εφαρμογή από το πνεύμα του.
24, 25. Ποια είναι τα οφέλη από το να είναι ο Χριστιανός ευπειθής στον Θεό και ελεύθερος από κανόνας ανθρώπων;
24 Τα οφέλη μιας τέτοιας πορείας δεν μπορούν ν’ αριθμηθούν. Αυτή η πορεία επιτρέπει στους ανθρώπους να είναι αυτό που είναι στην πραγματικότητα, χωρίς να διαστρεβλώνουν την αληθινή, Γραφικώς εκπαιδευμένη προσωπικότητά των με το να συμμορφώνωνται με τις συμπάθειες και τις αντιπάθειες των συνανθρώπων των. Αυτό γεμίζει τις εκκλησίες με μια πολύχρωμη ποικιλία, με ανθρώπους που έχουν την αναψυκτική ιδιότητα να μη φοβούνται να παραμένουν φυσικοί, αυτό που είναι ανεμπόδιστα. Ένα από τα πράγματα που κάνει ευχάριστα τα μικρά παιδιά είναι η εκ μέρους των έλλειψις φόβου όσον αφορά το τι σκέπτονται οι άλλοι γι’ αυτά. Ο Ιησούς αγαπούσε τα παιδιά και τους τρόπους των. Τα εδάφια Ματθαίος 19:13, 14 λέγουν: «Τότε εφέρθησαν προς αυτόν παιδία, διά να επιθέση τας χείρας επ’ αυτά, και να ευχηθή· οι δε μαθηταί επέπληξαν αυτά. Πλην ο Ιησούς είπεν, Αφήσατε τα παιδία, και μη εμποδίζετε αυτά να έλθωσι προς εμέ· διότι των τοιούτων είναι η βασιλεία των ουρανών.»
25 Προσέξτε την ποικιλία ανθρώπων στα διάφορα μέρη της γης σήμερα. Διαφέρουν ο ένας από τον άλλον. Διαφέρουν στις συνήθειες και τα έθιμά των· ενεργούν με διαφορετικούς τρόπους, και διάφορες ταχύτητες. Ωστόσο ο Ιεχωβά τους επιτρέπει να μάθουν την αλήθεια και να τον υπηρετούν. Γιατί να καταπνίγετε κάποια ποικιλία του αδελφού σας με το να την μετράτε μ’ ένα ανθρωποποίητο κανόνα μετρήσεως; Μία άλλη απόδειξις αυτής της συμμορφώσεως με ανθρώπους είναι οι μάζες που ακολουθούν κάποια φαντασιοπληξία η οποία σαρώνει τον κόσμο, απλώς για να εκβληθή από τη σκηνή από κάποια άλλη. Εμπορικά στοιχεία αυτού του συστήματος κάνουν περιουσίες με το να βασίζωνται στην ικανότητά των να καταπνίγουν την ατομική προσωπικότητα κάνοντας τους ανθρώπους να ενεργούν μαζικά.
26, 27. (α) Υπάρχει συνοχή στον τρόπο λατρείας των Χριστιανών, και επιτρέπει η υπακοή μια πολύχρωμη ποικιλία μέσα στην εκκλησία του Θεού; (β) Τι άλλο υπάρχει να λεχθή σχετικά μ’ αυτό το θέμα;
26 Η υπακοή στον Θεό αποτρέπει αυτόν τον κίνδυνο. Πράγματι, υπάρχει μια ομοιότης στον τρόπο που αυτοί οι διάκονοι εκτελούν το έργο των, αλλά η ατομική έκφρασις, το βάθος της αφοσιώσεως, ο βαθμός της προόδου προς την ωριμότητα, η ικανότης του πλάσματος, το πολύχρωμο ιστορικό φόντο του ατόμου, και ο σκοπός που υπάρχει πίσω από το έργο αυτού του ατόμου παρέχουν έδαφος για μια ευρεία ποικιλία και απολαυστική συντροφιά.
27 Εξετάστε λεπτομερώς τους πιστούς άνδρας που αναφέρονται στο ενδέκατο κεφάλαιο της προς Εβραίους επιστολής. Ένα κοινό χαρακτηριστικό που είχαν ήταν: η πίστις των στον Ιεχωβά. Αλλά τα άτομα εκείνα είχαν τόσο πολλά διαφορετικά χαρακτηριστικά καθ’ εαυτά στη ζωή των. Παρατηρήστε τους ανθρώπους που έχουν χρησιμοποιηθή για να συγγράψουν την Βίβλο. Πιστοί και ευπειθείς, ναι, αλλά κατά πολλούς άλλους τρόπους διαφορετικοί. Αν ο Ιεχωβά δεν επιτρέπη απλώς σε τέτοιους ανθρώπους να τον υπηρετούν αλλά τους προσκαλή να το πράξουν, γιατί θα προσπαθούσαμε εμείς να κάνωμε ρομπότ τους ανθρώπους που επιθυμούν να υπηρετήσουν τον Θεό σήμερα; Ο Πέτρος είπε: «Ως ελεύθεροι, και μη ως έχοντες την ελευθερίαν επικάλυμμα της κακίας, αλλ’ ως δούλοι του Θεού.» (1 Πέτρ. 2:16) Τώρα, πώς αυτές οι αλήθειες εφαρμόζονται στη ζωή μας ως διακόνων που μαθαίνουν υπακοή στον Θεό; Πώς αυτές επηρεάζουν τους γονείς που διδάσκουν τα τέκνα των; Πότε παρουσιάζεται επί της σκηνής η εκκλησία; Έχει καμμιά ανάμιξι στη σχέσι μιας συζύγου με τον σύζυγό της; Διαφέρει το πράγμα αν εργάζωνται κάτω από διάφορες κυβερνήσεις αυτού του συστήματος πραγμάτων; Ας έχωμε υπ’ όψιν αυτές τις ερωτήσεις καθώς μελετούμε το επόμενο άρθρο, «Υπακοή η Επιθυμητή Πορεία.»
[Εικόνα στη σελίδα 618]
«Η υποταγή είναι καλητέρα παρά τη θυσίαν,» είπε ο Κριτής Σαμουήλ στον Βασιλέα Σαούλ, ο οποίος είχε αποτύχει ν’ ανταποκριθή στην απαίτησι του Θεού για υπακοή
[Εικόνα στη σελίδα 622]
Ένα άτομο που αγαπά πράγματι τον Ιεχωβά δεν έχει ανάγκη συνεχούς ωθήσεως από άλλους για να παραμένη δραστήριο στην υπηρεσία του Θεού