Να Είσθε ένας Ζωντανός Μάρτυς των «Αγαθών Νέων»
«Σεις είσθε μάρτυρές μου, λέγει Ιεχωβά, και ο δούλος μου, τον οποίον εξέλεξα, δια να μάθητε και να πιστεύσητε εις εμέ και να εννοήσητε ότι εγώ αυτός είμαι.»—Ησ. 43:10, ΜΝΚ.
1. (α) Τι δεν μπόρεσε καμμιά από τις ανθρωποποίητες θεότητες να κάνη για να επιβεβαιώση τη θεότητά της; (Ησ. 43:8, 9) (β)Πώς ο αληθινός Θεός διαφέρει σ’ αυτό το ζήτημα;
ΚΑΝΕΙΣ από τους ανθρωποποίητους θεούς και θεές δεν μπόρεσε ποτέ να παράσχη και μια μόνο απόδειξι για να βεβαιώση τη θεότητά του. Αυτές οι θεότητες δεν εξέφρασαν προφητείες που εξεπληρώθησαν με αλάνθαστη ακρίβεια. Αλλά πριν από 2.700 χρόνια και πλέον, ο Ύψιστος Θεός Ιεχωβά μπόρεσε να υποδείξη ένα ολόκληρο έθνος ανθρώπων, τον λαό Ισραήλ, ως μάρτυρές του, λέγοντας: «Σεις είσθε μάρτυρές μου, . . . και ο δούλος μου, τον οποίον εξέλεξα, δια να μάθητε και να πιστεύσητε εις εμέ και να εννοήσητε ότι εγώ αυτός είμαι. . . . Εγώ ανήγγειλα και έσωσα και έδειξα.»—Ησ. 43:10-12.
2. (α) Όπως φαίνεται από τον Ψαλμό 78, τι εγνώριζαν οι Ισραηλίτες για τις πράξεις σωτηρίας του Ιεχωβά; (β) Τι πιστοποιεί ότι οι Ισραηλίτες εγνώριζαν ότι ο Ιεχωβά εκπληρώνει τον προφητικό του ‘λόγο’;
2 Οι Ισραηλίται, στις θεόπνευστες Γραφές τους, είχαν μια αξιόπιστη αφήγησι της πολιτείας του Θεού μ’ αυτούς ως λαό. Αυτοί εγνώριζαν ότι ο Παντοδύναμος έσωσε τους προπάτοράς των από τη δουλεία της Αιγύπτου και τους ελευθέρωσε από τους εχθρούς των σε άλλους καιρούς. Εγνώριζαν τις υποσχέσεις που αυτός είχε εκπληρώσει, δίνοντάς τους τη γη Χαναάν ως κληρονομία. (Ψαλμ. 78) Το Γραφικό βιβλίο του Ιησού του Ναυή αναφέρει τα εξής: «Δεν διέπεσεν ουδέ είς εκ πάντων των αγαθών λόγων, τους οποίους ο Ιεχωβά ελάλησε προς τον οίκον Ισραήλ· πάντες εξετελέσθησαν.»—Ιησ. Ναυή 21:45, ΜΝΚ.
3. (α) Τι έδειξε η προφητεία του Ησαΐα ως προς εκείνα που επρόκειτο να συμβούν στους Ισραηλίτας; (β) Πώς η εκπλήρωσις αυτών των προφητικών λόγων θα καταστούσε ικανούς τους Ισραηλίτας να δώσουν μαρτυρία;
3 Η προφητεία του Ησαΐα, στην οποία ο Ιεχωβά Θεός απευθύνθηκε στους Ισραηλίτας ως μάρτυρές του, υπεδείκνυε τον καιρό κατά τον οποίο το έθνος θα υφίστατο τη Βαβυλωνιακή εξορία λόγω απιστίας και ότι αργότερα ο Ύψιστος θα τους απελευθέρωνε μέσω του Κύρου. (Ησ. 43:14, 15· 44:24-45:2) Έτσι, αυτοί θα εγίνοντο ζωντανοί μάρτυρες μιας νέας απελευθερώσεως. Αλλά πώς θα μπορούσαν οι Ισραηλίτες που θα επέστρεφαν να υπηρετήσουν ως μάρτυρες του Ιεχωβά; Δεν θα το έκαναν αυτό κηρύττοντας σε ανθρώπους άλλων εθνών, διότι δεν ήταν αυτή η αποστολή των. Θα μπορούσαν όμως να φέρουν μαρτυρία με τον τρόπο που θα διήγαν τη ζωή τους. Θα μπορούσαν να δείχνουν ότι ενεπιστεύοντο πλήρως στον Ιεχωβά Θεό ως Προστάτη και Σωτήρα των και ότι η παρούσα και η μέλλουσα ευημερία και ευτυχία των εξηρτάτο αποκλειστικά απ’ αυτόν.
ΜΙΑ ΝΕΑ ΕΝΤΟΛΗ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ
4, 5. (α) Τι περιλαμβάνει η μαρτυρία στην περίπτωσι εκείνων που γίνονται μαθηταί του Ιησού Χριστού; (Ματθ. 28:19, 20) (β) Τίνος μάρτυρες ήσαν οι μαθηταί του Ιησού Χριστού, και πώς φαίνεται αυτό από τα εδάφια Πράξεις 1:8· 2:32, 33· 4:19, 20· 5:29-32;
4 Με την έλευσι του Μεσσία ή Χριστού, του Ιησού, στη γη, έγινε έναρξις μιας νέας μορφής μαρτυρίας. Εκείνοι που έγιναν μαθηταί του Ιησού Χριστού δέχθηκαν την ευθύνη να πουν στους άλλους τι έκανε ο Ιεχωβά Θεός σχετικά με τον Υιό του. Παραδείγματος χάριν, την ημέρα της Πεντηκοστής του έτους 33 μ.Χ., ένα πλήθος Ιουδαίων και προσηλύτων εξεπλάγησαν όταν είδαν την επενέργεια του αγίου πνεύματος του Θεού σε 120 περίπου μαθητάς του Ιησού Χριστού. Ο απόστολος Πέτρος τούς είπε: «Τούτον τον Ιησούν ανέστησεν ο Θεός, του οποίου πάντες ημείς είμεθα μάρτυρες. Αφού λοιπόν υψώθη δια της δεξιάς του Θεού και έλαβε παρά του Πατρός την επαγγελίαν του αγίου πνεύματος, εξέχεε τούτο, το οποίον τώρα σεις βλέπετε και ακούετε.» (Πράξ. 2:32, 33) Σημειώστε ότι ο Πέτρος πιστοποιούσε εκείνο που είχε κάνει ο Ιεχωβά Θεός. Ταυτόχρονα ήταν και ένας μάρτυς του Ιησού, πιστοποιώντας ότι αυτός ήταν πράγματι ο Μεσσίας ή Χριστός. Ο Πέτρος ενεργούσε έτσι σε αρμονία με ό,τι είπε ο Υιός του Θεού στους μαθητάς πριν από την ανάληψί του στον ουρανό: «Θέλετε λάβει δύναμιν, όταν επέλθη το άγιον πνεύμα εφ’ υμάς, και θέλετε είσθαι εις εμέ μάρτυρες.» (Πράξ. 1:8) Ως, μάρτυρες του Ιησού, εκείνοι που επίστευαν ωνομάσθηκαν Χριστιανοί. Σύμφωνα με το εδάφιο Πράξεις 11:26, αυτό έγινε «κατά θείαν πρόνοιαν,» (ΜΝΚ) ή «εγένετο . . . χρηματίσαι τε πρώτως . . . τους μαθητάς Χριστιανούς.» Κείμενον.
5 Η μαρτυρία σχετικά με ‘το ευαγγέλιον του Χριστού’ εδίδετο τότε από το Χριστιανικό σώμα που αποτελείτο και από φυσικούς Ιουδαίους και από Εθνικούς. Αυτοί ήσαν τότε ο λαός τον οποίον χρησιμοποιούσε ο Ιεχωβά Θεός ως μάρτυράς του. (Φιλιππ. 1:27) Και οι μαθηταί δημοσία εδήλωναν ότι είναι μάρτυρές του. Όταν διετάχθησαν από το Ιουδαϊκό ανώτατο δικαστήριο, το Σάνχεδριν, να μη μιλούν εν τω ονόματι του Ιησού, οι απόστολοι εδήλωσαν: «Πρέπει να πειθαρχώμεν εις τον Θεόν μάλλον παρά εις τους ανθρώπους. Ο Θεός των πατέρων ημών ανέστησε τον Ιησούν, τον οποίον σεις εθανατώσατε κρεμάσαντες επί ξύλου· τούτον ο Θεός ύψωσεν δια της δεξιάς αυτού Αρχηγόν και Σωτήρα, δια να δώση μετάνοιαν εις τον Ισραήλ και άφεσιν αμαρτιών. Και ημείς είμεθα μάρτυρες αυτού περί των λόγων τούτων, και το πνεύμα δε το άγιον, το οποίον έδωκεν ο Θεός εις τους πειθαρχούντας εις αυτόν.» (Πράξ. 5:29-32) Προηγουμένως, οι απόστολοι Πέτρος και Ιωάννης είχαν πει στο ίδιο δικαστικό σώμα τα εξής: «Αν ήναι δίκαιον ενώπιον του Θεού να ακούωμεν εσάς μάλλον παρά τον Θεόν, κρίνατε. Διότι ημείς δεν δυνάμεθα να μη λαλώμεν όσα είδομεν και ηκούσαμεν.»—Πράξ. 4:19, 20.
6. (α) Ποια θαυμάσια ευκαιρία διήνοιγε το ‘ευαγγέλιον’ στους ανθρώπους; (β) Όπως φαίνεται από τα εδάφια Πράξεις 4:12 και 17:29-31, τι ανεγνώρισαν οι μαθηταί του Ιησού ότι εχρειάζετο να γνωρίζουν και οι Ιουδαίοι και οι μη Ιουδαίοι;
6 Οι απόστολοι και οι άλλοι μαθηταί του Ιησού Χριστού είχαν πλήρη κατανόησι του γεγονότος ότι είχαν την υποχρέωσι να είναι μάρτυρες του Θεού και του Υιού του. Όλοι οι άνθρωποι είχαν το δικαίωμα να ακούσουν το ‘ευαγγέλιον’ ή ‘αγαθά νέα’ ότι, αν εδέχοντο τον Ιησούν ως τον Χριστόν και αν παρεδέχοντο ότι η θυσία του έχει λυτρωτική αξία, μπορούσαν ν’ αποκτήσουν αιώνιο ζωή. (Ιωάν. 3:16· 17:3) Ο απόστολος Πέτρος είπε στο Σάνχεδριν: «Δεν υπάρχει δι’ ουδενός άλλου η σωτηρία· διότι ούτε όνομα άλλο είναι υπό τον ουρανόν δεδομένον μεταξύ των ανθρώπων, δια του οποίου πρέπει να σωθώμεν.» (Πράξ. 4:12) Λίγα χρόνια αργότερα, ο απόστολος Παύλος είπε στους Αθηναίους: «Δεν πρέπει να νομίζωμεν τον Θεόν ότι είναι όμοιος με χρυσόν ή άργυρον ή λίθον, κεχαραγμένα δια τέχνης και επινοίας ανθρώπου. Τους καιρούς λοιπόν της αγνοίας παραβλέψας ο Θεός, τώρα παραγγέλλει εις πάντας τους ανθρώπους πανταχού να μετανοώσι, διότι προσδιώρισεν ημέραν εν η μέλλει να κρίνη την οικουμένην, εν δικαιοσύνη, δια ανδρός τον οποίον διώρισε, και έδωκεν εις πάντας βεβαίωσιν περί τούτου, αναστήσας αυτόν εκ νεκρών.» (Πράξ. 17:29-31) Πράγματι, όλοι οι άνθρωποι, Ιουδαίοι και μη Ιουδαίοι, είχαν ανάγκη ν’ ακούσουν το ‘ευαγγέλιον’ πριν τους εμποδίση ο θάνατος να επωφεληθούν από την ευκαιρία να γίνουν μάρτυρες του Θεού και του Χριστού με την αιώνιο ζωή υπ’ όψιν.
7. (α) Τι ήσαν πρόθυμοι να υπομείνουν οι Χριστιανοί του πρώτου αιώνος επειδή εκήρυτταν το ‘ευαγγέλιον’; Γιατί; (β) Τι ερωτήματα θα μπορούσαμε να θέσωμε στους εαυτούς μας έχοντας υπ’ όψιν το παράδειγμα του αποστόλου Ιωάννου;
7 Το ‘ευαγγέλιον,’ λοιπόν, περιελάμβανε την αιώνιο ευημερία όλων των ανθρώπων. Ήταν, επίσης, θέλημα του Θεού να διακηρυχθή σε όλους. (1 Τιμ. 2:3, 4) Γι’ αυτό, οι αφοσιωμένοι Χριστιανοί, λόγω της μεγάλης αγάπης που είχαν για τον Θεόν και τους συνανθρώπους των, έδιναν συνεχώς μαρτυρία, μολονότι αυτό μπορούσε να προκαλέση απώλεια της ελευθερίας των, ακόμη δε και της ζωής των. Κατά το έτος 96 μ.Χ., ο τελευταίος από τους επιζώντες αποστόλους έγραψε στους Χριστιανούς της Μικράς Ασίας: «Εγώ ο Ιωάννης, ο και αδελφός σας και συγκοινωνός εις την θλίψιν και εις την βασιλείαν και την υπομονήν του Ιησού Χριστού, ήμην εν τη νήσω τη καλουμένη Πάτμω δια τον λόγον του Θεού και δια την μαρτυρίαν του Ιησού.» (Αποκάλ. 1:9) Κηρύττετε και σεις «τον λόγον του Θεού και . . . την μαρτυρίαν του Ιησού,» όπως έκαμε ο Ιωάννης; Είσθε πρόθυμοι να υποφέρετε επειδή το κάνετε αυτό, πεπεισμένοι ότι οι άνθρωποι είναι ανάγκη ν’ ακούσουν το ‘ευαγγέλιον’ διότι αυτό μπορεί να σημαίνη τη σωτηρία γι’ αυτούς;
ΕΠΙΔΟΣΙΣ ΜΑΡΤΥΡΙΑΣ ΜΕ ΚΑΛΗ ΔΙΑΓΩΓΗ
8. Μήπως η επίδοσις μαρτυρίας είναι απλώς ζήτημα κηρύγματος, και ποιο σχετικό παράδειγμα έχομε;
8 Ο Χριστιανός μάρτυς του Ιεχωβά, για να εγγίση την καρδιά των ειλικρινών ανθρώπων, πρέπει να ζη σε αρμονία με αυτά που διδάσκει. Απλά λόγια, χωρίς την υποστήριξι ενός καλού παραδείγματος Χριστιανικής ζωής, δεν έχουν νόημα. Σκεφθήτε: Θα θέλατε να είχατε ως μάρτυρα υπερασπίσεως έναν άνθρωπο που είναι πολύ γνωστός για τα ψεύδη και τις απατηλές του πράξεις; Η ανεντιμότης του δεν θα έθετε σε αμφισβήτησι την ειλικρίνεια των λόγων του, ακόμη δε και αν αυτός εξέθετε τα γεγονότα, η μαρτυρία του δεν θα έβλαπτε πραγματικά την υπόθεσί σας; Δεν θα σας εταύτιζαν μ’ αυτόν τον άνθρωπο που θα έδινε μαρτυρία για σας;
9. Τι είδους διαγωγή απαιτείται από έναν ο οποίος φέρει μαρτυρία για τον Ιεχωβά; Γιατί;
9 Η φήμη ενός ο οποίος φέρει μαρτυρία μπορεί θετικά να επηρεάση το αν θα γίνη πιστευτή η μαρτυρία του ή όχι. Εκείνοι, λοιπόν, που λέγουν ότι είναι μάρτυρες του Ιεχωβά πρέπει να διάγουν αγνή ζωή. Ο απόστολος Παύλος, τονίζοντας πόσο σπουδαίο είναι αυτό, έγραψε τα εξής σχετικά με τους Ιουδαίους που εγνώριζαν τον νόμο του Θεού: «Ο διδάσκων . . . άλλον σεαυτόν δεν διδάσκεις; ο κηρύττων να μη κλέπτωσι κλέπτεις; ο λέγων να μη μοιχεύωσι μοιχεύεις; ο βδελυττόμενος τα είδωλα ιεροσυλείς;» (Ρωμ. 2:21, 22) Όταν η ζωή ενός ατόμου δεν είναι σε αρμονία μ’ αυτά που κηρύττει, αυτό επιφέρει μεγάλη μομφή στον Θεό. Ο απόστολος Παύλος συνεχίζει: «Το όνομα του Θεού εξ αιτίας σας βλασφημείται μεταξύ των εθνών.» (Ρωμ. 2:24)
10, 11. (α) Όταν πρόκειται για οικογενειακή ζωή, τι πρέπει ν’ αναμένεται από εκείνους που λέγουν ότι είναι μάρτυρες του Υψίστου; (β) Τι σημαίνει το να έχωμε ‘αγαθή συνείδησι’ και, όπως δείχνει το εδάφιο 1 Πέτρου 3:16, πώς αυτό μπορεί να έχη μια ευνοϊκή επίδρασι και στους εναντιουμένους ακόμη;
10 Οι Χριστιανοί, λοιπόν, για να είναι ζωντανοί μάρτυρες του Ιεχωβά, πρέπει να προεξέχουν ως υποδειγματικοί σύζυγοι και πατέρες, σύζυγοι και μητέρες, γυιοι και θυγατέρες. (Εφεσ. 5:24-6:4) Τα ανδρόγυνα πρέπει να προσπαθούν ν’ αντιμετωπίζουν τα προβλήματα που εγείρονται στον γαμήλιο δεσμό τους εφαρμόζοντας τις Γραφικές συμβουλές αντί να μιμούνται τον κόσμο επιζητώντας μια διέξοδο από μια δυσάρεστη κατάστασι με χωρισμό ή διαζύγιο. (Ματθ. 19:4-9· 1 Κορ. 7:10, 11) Μολονότι οι αληθινοί Χριστιανοί μπορεί να μην είναι αγαπητοί από τους άλλους και να δυσφημούνται λόγω της πίστεώς των στον Ιεχωβά Θεό και στον Υιό του, πρέπει πάντοτε να προσέχουν τη θεόπνευστη συμβουλή: «Έχοντες συνείδησιν αγαθήν, ίνα, ενώ σας καταλαλώσιν ως κακοποιούς, καταισχυνθώσιν οι συκοφαντούντες την καλήν σας εν Χριστώ διαγωγήν.»—1 Πέτρ. 3:16.
11 Αυτό σημαίνει ότι οι Χριστιανοί πρέπει να απέχουν από την αδικοπραγία για να μην αποκτήσουν κακή συνείδησι, που θα τους κατακρίνη. Η καλή διαγωγή μπορεί να οδηγήση τους εναντιουμένους ν’ αναγνωρίσουν ότι έσφαλαν στα συμπεράσματά των για τους δούλους του Θεού. Αυτό μπορεί να τους κάνη να εντραπούν για τον τρόπο με τον οποίον μεταχειρίσθηκαν τους μάρτυρές του. Αυτοί οι εναντιούμενοι μπορεί να κατανοήσουν ότι το να μιλούν μ’ ελαφρότητα για τους αληθινούς Χριστιανούς—ίσως κατηγορώντας τους για υποκρισία, ανειλικρίνεια, μίσος προς την ανθρώπινη φυλή και τα παρόμοια—είναι αβάσιμα.
12. Σύμφωνα με το εδάφιο 1 Πέτρου 2:12, τι μπορεί να συμβή σε άτομα που γίνονται αυτόπται μάρτυρες των καλών έργων ενός Χριστιανού;
12 Προηγουμένως, ο απόστολος Πέτρος ετόνισε ότι η καλή διαγωγή ενός Χριστιανού θα μπορούσε ακόμη και να βοηθήση τους εναντιουμένους να δοξάζουν τον Θεό. Διαβάζομε τα εξής: «Να έχητε καλήν την διαγωγήν σας μεταξύ των εθνών, ίνα ενώ σας καταλαλούσιν ως κακοποιούς, εκ των καλών έργων, όταν ίδωσιν αυτά, δοξάσωσι τον Θεόν εν τη ημέρα της επισκέψεως.» (1 Πέτρ. 2:12) Σκεφθήτε το, η καλή διαγωγή μπορεί να πείση και τους άμεσα εναντιουμένους ότι εκείνοι τους οποίους αυτοί δυσφημούν ασκούν την αληθινή λατρεία, και αυτό μπορεί να τους υποκινήση να γίνουν υμνηταί του Θεού, αποδίδοντας και αυτοί υπηρεσία στον Ύψιστο! Ποτέ, λοιπόν, μην αποθαρρύνεσθε από την εναντίωσι και την αδιαφορία στις προσπάθειές σας να μεταδώσετε τα ‘αγαθά νέα’ στους άλλους. Πιθανόν η καλή σας διαγωγή απέναντι μιας δυσάρεστης καταστάσεως να υποβοηθήση ειλικρινείς ανθρώπους να κατανοήσουν ότι η λατρεία σας έχει πραγματικό περιεχόμενο. Ως αποτέλεσμα τούτου, μπορεί να υποκινηθούν να μάθουν περισσότερα γι’ αυτήν.
13, 14. (α) Ποια μπορεί να είναι η καλύτερη μαρτυρία που μπορεί να δώση μια σύζυγος σ’ έναν άπιστο σύζυγο; (β) Αν μια Χριστιανή σύζυγος ακολουθή τη συμβουλή των εδαφίων 1 Πέτρου 3:1, 2, τι θα μπορούσε να διακρίνη ο άπιστος σύζυγός της;
13 Μια Χριστιανή σύζυγος, παραδείγματος χάριν, μπορεί να διαπιστώση ότι οι προσπάθειές της να συνομιλήση με τον άπιστο σύζυγό της για τα ‘αγαθά νέα’ μπορεί να είναι ανεπιτυχείς. Η καλή διαγωγή της, όμως, μπορεί να παράσχη μια πιο ισχυρή μαρτυρία απ’ όση τα πολλά λόγια. Γι’ αυτό και ο απόστολος Πέτρος ενεθάρρυνε τις Χριστιανές συζύγους ως εξής: «Αι γυναίκες, υποτάσσεσθε εις τους άνδρας υμών, ίνα και εάν τινές απειθώσιν εις τον λόγον, κερδηθώσιν άνευ του λόγου δια της διαγωγής των γυναικών, αφού ίδωσι την μετά φόβου καθαράν διαγωγήν σας.»—1 Πέτρ. 3:1, 2.
14 Ένας άπιστος σύζυγος πρέπει να είναι σε θέσι να διακρίνη ότι η σύζυγός του είναι συνεργατική σε όλα τα ζητήματα που δεν αντιβαίνουν στη λατρεία της. Από τον καλό τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρεται η σύζυγος, πρέπει να μπορή ο σύζυγος να διακρίνη ότι η πίστις της έχει μια ισχυρή δύναμι προς το καλό. Η διάθεσίς της, τα λόγια και οι πράξεις της δεν πρέπει να δίνουν αφορμή για βάσιμη επίκρισι. Με το να έχη ενώπιόν του ένα ζωντανό παράδειγμα αξιεπαίνου διαγωγής, ένας άπιστος σύζυγος μπορεί με τον καιρό να γίνη πιστός. Το να κερδίση έτσι μια σύζυγος τον σύζυγό της «άνευ του λόγου,» φυσικά, δεν πρέπει να σημαίνη ότι ποτέ δεν θα του μιλήση για πνευματικά ζητήματα. Εν τούτοις, πρέπει ν’ αποφεύγη τα επιχειρήματα και τις επίμονες, εκνευριστικές συζητήσεις για την αληθινή λατρεία.
15. Πώς μπορούν οι νεαροί να κάνουν τα ‘αγαθά νέα’ πιο ελκυστικά στους διδασκάλους και στους συμμαθητάς των;
15 Ομοίως, οι νεαροί που είναι μαθηταί στο σχολείο, με την καλή διαγωγή τους μπορούν να κάνουν τα ‘αγαθά νέα’ πιο ελκυστικά για τους διδασκάλους καθώς και τους συμμαθητάς των. Ένα νεαρό άτομο μπορεί, λόγω των Χριστιανικών του πεποιθήσεων, να γίνη αντικείμενο χλευασμού. Αλλ’ αν υπομένη αυτή την πίεσι χωρίς ν’ ανταποδίδη τα ίσα, μερικοί διδάσκαλοι, και συμμαθηταί ακόμη, μπορεί ν’ αρχίσουν να διερωτώνται τι ακριβώς είναι εκείνο που προσέδωσε τόση ηθική δύναμι στον μαθητή. Ιδιαίτερα αν αυτός είναι αξιόπιστος και ευσυνείδητος στα σχολικά του καθήκοντα και μεταχειρίζεται τους άλλους με καλωσύνη και σεβασμό, οι αυτόπται μάρτυρες μπορεί ν’ αποκομίσουν ευνοϊκή εντύπωσι και να προθυμοποιηθούν να ερευνήσουν τις πεποιθήσεις του. Και σ’ αυτή την περίπτωσι, η καλή διαγωγή μπορεί να καταλήξη σε μια εξαίρετη μαρτυρία.—Παράβαλε με εδάφια Τίτον 2:6-8.
16. Πώς θα μπορούσε η εφαρμογή των εδαφίων 1 Πέτρου 2:18 και Τίτον 2:9, 10 να καταλήξη σε μια καλή μαρτυρία;
16 Ένας Χριστιανός που εργάζεται σε κοσμική εργασία πρέπει να εφαρμόζη τις αρχές που εκτίθενται στη νουθεσία η οποία απευθύνεται σε δούλους: «Οι οικέται, υποτάσσεσθε εν παντί φόβω εις τους κυρίους σας, ου μόνον εις τους αγαθούς και επιεικείς, αλλά και εις τους διεστραμμένους (τους ανικανοποίητους, ΜΝΚ).» (1 Πέτρ. 2:18) «Οι δούλοι να υποτάσσωνται εις τους εαυτών δεσπότας, να ευαρεστώσιν εις αυτούς κατά πάντα, να μη αντιλέγωσι, να μη σφετερίζωνται τα αλλότρια, αλλά να δεικνύωσι πάσαν πίστιν αγαθήν, δια να στολίζωσι κατά πάντα την διδασκαλίαν του σωτήρος ημών Θεού.» (Τίτον 2:9, 10) Επομένως, ένας Χριστιανός πρέπει να εκτελή την εργασία του με χαρά και ηρεμία, έστω και αν του ζητούνται παράλογα πράγματα. Πρέπει να δείχνη σεβασμό, να μην είναι πνεύμα αντιλογίας στις σχέσεις του με τον εργοδότη του. Οι παρατηρηταί πρέπει να μπορέσουν να διακρίνουν ότι ο Χριστιανός είναι έντιμος, επιμελής εργάτης που φροντίζει για τους άλλους. Όταν συμβαίνη αυτό, η αληθινή λατρεία εξυψώνεται στα όμματα εκείνων που κατανοούν ότι το άτομο είναι ένας καλός εργάτης και ένα εξαίρετο πρόσωπο λόγω της θρησκείας του.
17. Τι πρέπει να σκεπτώμεθα για τον τρόπο της ζωής που εκάναμε προτού να γνωρίσωμε την αλήθεια;
17 Τι θα λεχθή για τη δική σας ζωή ως μάρτυρος του Ιεχωβά; Τι σκέπτεσθε για τον τρόπο με τον οποίον ενεργούσατε προτού ν’ αποκτήσετε επίγνωσι της αληθείας; Ίσως να είσθε ένας απ’ εκείνους που περιγράφονται από τον απόστολο Πέτρο: «Διότι αρκετός είναι εις ημάς ο παρελθών καιρός του βίου, ότε επράξαμεν το θέλημα των εθνών, περιπατήσαντες εν ασελγείαις, επιθυμίαις, οινοποσίαις, κώμοις, συμποσίοις και αθεμίτοις ειδωλολατρείαις.» (1 Πέτρ. 4:3) Ασφαλώς, ποτέ δεν είναι κατάλληλος καιρός για κανένα να επιδοθή σε τέτοιες πράξεις διαφθοράς. Οι Χριστιανοί μπορεί να έκαναν αρκετά απ’ αυτά τα πράγματα όταν ήσαν σε άγνοια και, επομένως, ποτέ δεν πρέπει να θελήσουν να επιστρέψουν σ’ αυτά.
18. Αν πραγματικά θέλωμε να είμεθα ζωντανοί μάρτυρες των ‘αγαθών νέων,’ τι θα μπορούσαμε να ερωτήσωμε τους εαυτούς μας και τι πρέπει να προσπαθούμε να κάνωμε;
18 Τώρα που ζήτε «εν τω θελήματι του Θεού,» είσθε πρόθυμοι να βοηθήσετε τους άλλους να συμμερισθούν την ευτυχία σας; (1 Πέτρ. 4:2) Είναι η καρδιά σας τόσο γεμάτη από εκτίμησι για τα ‘αγαθά νέα’ που λαμβάνετε, και φροντίζετε για ευκαιρίες να δώσετε μαρτυρία για τον Ιεχωβά Θεό και τον Ιησού Χριστό; (Λουκ. 6:45· 8:15) Είναι η διαγωγή σας τέτοια ώστε να προσθέτη δύναμι σε όσα λέτε στους άλλους για τον Λόγο του Θεού; Μόνον όταν κηρύττωμε και ζούμε την αλήθεια μπορούμε να είμεθα πιστοί μάρτυρες. Είθε, λοιπόν, να μιμούμεθα το παράδειγμα του αποστόλου Παύλου που έγραψε: «Δαμάζω το σώμα μου και δουλαγωγώ, μήπως εις άλλους κηρύξας εγώ γείνω αδόκιμος.»—1 Κορ. 9:27.