ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Η παροχή ή η απόκτηση γνώσεων και δεξιοτήτων. Η εκπαίδευση επιτυγχάνεται μέσω (1) εξήγησης και επανάληψης· (2) διαπαιδαγώγησης, αγωγής που παρέχεται με αγάπη (Παρ 1:7· Εβρ 12:5, 6)· (3) προσωπικής παρατήρησης (Ψλ 19:1-3· Εκ 1:12-14)· (4) ελέγχου και επίπληξης (Ψλ 141:5· Παρ 9:8· 17:10).
Ο Ιεχωβά Θεός είναι ο μεγάλος Εκπαιδευτής και Δάσκαλος, και είναι απαράμιλλος. (Ιωβ 36:22· Ψλ 71:17· Ησ 30:20) Ο επίγειος γιος του, ο Αδάμ, δημιουργήθηκε με την ικανότητα να μιλάει κάποια γλώσσα. (Γε 2:19, 20, 23) Ο Θεός τού έδωσε πληροφορίες σχετικά με τη δημιουργία (Γε κεφ. 1, 2) και με τις απαιτήσεις που είχε από αυτόν.—Γε 1:28-30· 2:15-17.
Στην Πατριαρχική Κοινωνία. Σε ολόκληρη την Αγία Γραφή η οικογένεια είναι η βασική μονάδα παροχής εκπαίδευσης. Στην αρχαιότερη μορφή κοινωνίας ο πατέρας ήταν η κεφαλή της οικογένειας και του σπιτικού του, το οποίο μάλιστα μπορεί να αποτελούσε μεγάλη κοινότητα, όπως στην περίπτωση του Αβραάμ. Η κεφαλή της οικογένειας είχε την ευθύνη για την εκπαίδευση αυτού του σπιτικού. (Γε 18:19) Η καλή ανατροφή που αποδεδειγμένα είχε ο Ιωσήφ φανερώνει ότι ο Ισαάκ και ο Ιακώβ μιμήθηκαν τον πατέρα τους τον Αβραάμ στη διδασκαλία των παιδιών τους. (Γε 39:4, 6, 22· 41:40, 41) Ο Ιώβ από τη γη του Ουζ, μακρινός συγγενής του Αβραάμ, φάνηκε εξοικειωμένος με τις επιστημονικές γνώσεις και τις τεχνικές εξελίξεις της εποχής του. Επίσης διδάχτηκε ένα μάθημα φυσικής ιστορίας από τον Ιεχωβά.—Ιωβ 9:1, 9· κεφ. 28, 38-41.
Εκείνη την εποχή η Αίγυπτος είχε αξιοσημείωτες γνώσεις στον τομέα της αστρονομίας, των μαθηματικών, της γεωμετρίας, της αρχιτεκτονικής, της οικοδομικής και άλλων τεχνών και επιστημών. Ο Μωυσής, εκτός από την εκπαίδευση που του έδωσε η μητέρα του σε σχέση με τη λατρεία του Ιεχωβά (Εξ 2:7-10), «διδάχτηκε όλη τη σοφία των Αιγυπτίων. Μάλιστα, ήταν δυνατός στα λόγια και στις πράξεις του». (Πρ 7:22) Οι Ισραηλίτες, αν και δούλοι στην Αίγυπτο, ήταν σε θέση να διαβάζουν και να γράφουν και να διδάσκουν τα παιδιά τους. Λίγο προτού μπουν στην Υποσχεμένη Γη, τους δόθηκε η οδηγία να γράψουν, με μεταφορική έννοια, τις εντολές του Θεού πάνω στους παραστάτες των σπιτιών τους και στις πύλες τους και να διδάξουν στα παιδιά τους το νόμο του Θεού—κάτι που θα έκαναν βέβαια στην εβραϊκή γλώσσα.—Δευ 6:6-9· παράβαλε Δευ 27:3· Ιη 8:32.
Εκπαίδευση υπό το Νόμο Πριν από την Εξορία. Οι γονείς εξακολούθησαν να είναι οι κύριοι εκπαιδευτές και οι υπεύθυνοι για τη διδασκαλία των παιδιών τους. (Εξ 12:26, 27· Δευ 4:9· 6:7, 20, 21· 11:19-21) Από την αρχή της ιστορίας τους οι Εβραίοι θεωρούσαν την παροχή πνευματικής, ηθικής και διανοητικής εκπαίδευσης από την παιδική ηλικία και έπειτα κύριο καθήκον των γονέων. Ο πατέρας του Σαμψών, ο Μανωέ, προσευχήθηκε ζητώντας καθοδήγηση για τον τρόπο με τον οποίο έπρεπε να εκπαιδευτεί ο γιος του. (Κρ 13:8) Ο πατέρας ήταν ο κυρίως δάσκαλος, αλλά δίδασκε και η μητέρα, ιδιαίτερα με το να παροτρύνει το παιδί να δεχτεί τη διδασκαλία και τη διαπαιδαγώγηση του πατέρα. (Παρ 1:8· 4:1· 31:26, 27) Οι γονείς συνειδητοποιούσαν ότι η σωστή εκπαίδευση κατά τη διάρκεια των νεανικών χρόνων θα διασφάλιζε σωστή διαγωγή στα μετέπειτα χρόνια.—Παρ 22:6.
Τα παιδιά έπρεπε να αντιμετωπίζουν τους γονείς τους με το μεγαλύτερο δυνατό σεβασμό. Το ραβδί της γονικής εξουσίας χρησιμοποιούνταν με σταθερότητα. (Παρ 22:15) Έπρεπε να χρησιμοποιείται με αγάπη, αλλά η διαπαιδαγώγηση ήταν αυστηρή για το ανυπάκουο παιδί, και σε κάποιες περιπτώσεις το ραβδί ήταν κυριολεκτικό. (Παρ 13:24· 23:13, 14) Ένα παιδί που είχε καταραστεί ή είχε χτυπήσει τους γονείς του μπορούσε να θανατωθεί. (Λευ 20:9· Εξ 21:15) Αν κάποιος μεγαλύτερος σε ηλικία γιος ήταν αμετανόητα στασιαστικός, έπρεπε να λιθοβοληθεί. (Δευ 21:18-21) Στην πραγματικότητα, η πρώτη εντολή με υπόσχεση ήταν η πέμπτη από τις Δέκα Εντολές: «Τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου, . . . προκειμένου να μακροημερεύσεις και να πάνε καλά τα πράγματα για εσένα πάνω στη γη που σου δίνει ο Ιεχωβά ο Θεός σου».—Δευ 5:16· Εφ 6:2, 3.
Η εκπαίδευση που παρείχαν οι γονείς έπρεπε να είναι τακτική και συνεχής—είτε βρίσκονταν στο σπίτι είτε στην εργασία είτε ταξίδευαν—και να δίνεται όχι μόνο με λόγια και διαπαιδαγώγηση αλλά και με το παράδειγμα, εφόσον ο νόμος του Θεού έπρεπε να κατευθύνει τους γονείς σε όλες τις δραστηριότητες της ζωής τους. Τα παιδιά μάθαιναν γεωγραφία με το ταξίδι που έκαναν στην Ιερουσαλήμ για τις γιορτές τρεις φορές το χρόνο, και συγχρόνως γνωρίζονταν με τους ομοεθνείς τους από όλη τη γη του Ισραήλ.—Δευ 16:16.
Παράλληλα με τη θρησκευτική εκπαίδευση τα αγόρια εκπαιδεύονταν στο επάγγελμα του πατέρα τους ή μάθαιναν κάποια τέχνη. Ο Βεσελεήλ και ο Οολιάβ, έμπειροι τεχνίτες, απέκτησαν με την επενέργεια του πνεύματος του Θεού τα προσόντα να διδάσκουν άλλους κατά τη διάρκεια της κατασκευής της σκηνής της μαρτυρίας στην έρημο. (Εξ 35:34) Τα κορίτσια σε ένα σπιτικό μάθαιναν τα καθήκοντα της συζύγου. Οι μελλοντικές αυτές σύζυγοι εκπαιδεύονταν να έχουν μεγάλο σεβασμό για τους συζύγους τους, σύμφωνα με το παράδειγμα της Σάρρας. (Γε 18:12· 1Πε 3:5, 6) Η καλή σύζυγος είχε πολλές ικανότητες και ευθύνες, και έκανε πολλά πράγματα, όπως βλέπουμε στο 31ο κεφάλαιο των Παροιμιών.
Φαίνεται ότι μουσική μάθαιναν τόσο τα αγόρια όσο και τα κορίτσια. Μεταξύ των γυναικών υπήρχαν τραγουδίστριες και μουσικοί. (1Σα 18:6, 7) Στις τάξεις των Λευιτών περιλαμβάνονταν συνθέτες και ποιητές, μουσικοί, καθώς και υμνωδοί.—Ψλ 87:Επιγρ.· 88:Επιγρ.· 1Χρ 25.
Ο Θεός επίσης ξεχώρισε ολόκληρη τη φυλή του Λευί ως θρησκευτικό εκπαιδευτικό σώμα. Το ιερατείο καθιερώθηκε το 1512 Π.Κ.Χ. Ένα από τα κύρια καθήκοντά του ήταν η εκπαίδευση του λαού στο νόμο του Θεού. Ο Λευίτης Μωυσής ως μεσίτης ήταν, φυσικά, δάσκαλος του λαού στο νόμο του Θεού (Εξ 18:16, 20· 24:12), και οι ιερείς, μαζί με τους Λευίτες που δεν ήταν ιερείς, ήταν επιφορτισμένοι με την ευθύνη να φροντίζουν ώστε να καταλαβαίνει ο λαός όλους τους κανόνες που είχε πει ο Ιεχωβά μέσω του Μωυσή. (Λευ 10:11· 14:57· Δευ 17:10, 11· 2Χρ 15:3· 35:3) Οι Λευίτες έπρεπε να διαβάζουν το Νόμο στο λαό. Αυτό γινόταν δημόσια για όλο το λαό το σαββατιαίο έτος, κατά τη διάρκεια της Γιορτής των Σκηνών, και σε αυτές τις περιπτώσεις δεν υπήρχε διαχωρισμός ανάλογα με την ηλικία ή το φύλο, αλλά όλος ο λαός, ηλικιωμένοι και νέοι, συμπεριλαμβανομένων των πάροικων που βρίσκονταν μέσα από τις πύλες και όλων όσων μπορούσαν να καταλάβουν, έπρεπε να συναχθούν για να ακούσουν την ανάγνωση. (Δευ 31:9-13) Στο τρίτο έτος της βασιλείας του, ο Βασιλιάς Ιωσαφάτ ξεκίνησε μια εκστρατεία διδασκαλίας στον Ιούδα, αποστέλλοντας τους άρχοντες, τους ιερείς και τους Λευίτες σε μια περιοδεία σε όλο τον Ιούδα για να διδάξουν το νόμο του Θεού στο λαό.—2Χρ 17:9.
Ένα σημαντικό τμήμα των Εβραϊκών Γραφών είναι σε ποιητική μορφή, η οποία, από εκπαιδευτική άποψη, βοηθούσε αποτελεσματικά στην απομνημόνευση. Η εβραϊκή ποίηση δεν εκφραζόταν με ομοιοκαταληξία αλλά με παραλληλισμό σκέψεων, ρυθμό σκέψης. Άλλα μέσα που χρησιμοποιούνταν ήταν οι δυνατές μεταφορές, οι οποίες ήταν εμπνευσμένες από τη φυσική δημιουργία, από πράγματα που ήταν οικεία σε όλους, ακόμη και στα παιδιά, καθώς και οι αλφαβητικές ακροστιχίδες, στις οποίες το πρώτο γράμμα του κάθε εδαφίου ακολουθούσε αλφαβητική σειρά. (Ψλ 25, 34, 37, 111, 112, 119· Παρ 31:10-31· Θρ 1-4) Μερικές φορές αρκετά εδάφια άρχιζαν με το ίδιο γράμμα. Παραδείγματος χάρη, στον 119ο Ψαλμό οχτώ γραμμές αρχίζουν με το εβραϊκό γράμμα ’άλεφ, οχτώ με το μπαιθ, και ούτω καθεξής, συμπληρώνοντας 176 γραμμές με τα 22 γράμματα του εβραϊκού αλφαβήτου.
Μετά την Αποκατάσταση. Μετά την επιστροφή από τη Βαβυλώνα και την ανοικοδόμηση του ναού, η μεγαλύτερη ανάγκη που υπήρχε ήταν η εκπαίδευση του λαού στην αληθινή λατρεία. Ο γραμματέας Έσδρας, ένας άνθρωπος με υψηλή μόρφωση, ήταν αντιγραφέας της Αγίας Γραφής. (Εσδ 7:1, 6) Συνέταξε πολλά γραπτά κείμενα και συμμετείχε στην αντιγραφή και στην κατάρτιση του κανόνα των Εβραϊκών Γραφών. Επιπλέον, ξεκίνησε μια εκστρατεία γενικής εκπαίδευσης του έθνους του Ισραήλ στο νόμο του Θεού. Κάνοντάς το αυτό, εκτελούσε τα καθήκοντα που είχε ως Λευίτης ιερέας. (Εσδ 7:11, 12, 25) Οργάνωσε τους ιερείς και τους Λευίτες που είχαν επιστρέψει από τη Βαβυλώνα προκειμένου να διεκπεραιώσουν ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα για τους επαναπατρισμένους Ισραηλίτες και τα παιδιά τους με σκοπό την αποκατάσταση της αληθινής λατρείας. (Νε 8:4-9) Οι Εβραίοι αντιγραφείς, ή αλλιώς γραμματείς (Σοφερείμ), ήταν άτομα με κατάρτιση στο Νόμο και, παρότι δεν ήταν όλοι τους Λευίτες, αναδείχτηκαν σε εξοχότατους δασκάλους του λαού. Ωστόσο, με την πάροδο του χρόνου αυτοί εισήγαγαν πολλές παραδόσεις και διέφθειραν την αληθινή διδασκαλία του Λόγου του Θεού.—Βλέπε ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ.
Η Εκπαίδευση τον Πρώτο Αιώνα Κ.Χ. Οι γονείς συνέχισαν να είναι οι κυρίως υπεύθυνοι για την εκπαίδευση των παιδιών τους, ειδικά για την αρχική τους εκπαίδευση. (2Τι 1:5· 3:14, 15) Σε σχέση με τον Ιησού διαβάζουμε ότι ανατράφηκε από το θετό του πατέρα και τη μητέρα του στη Ναζαρέτ και ότι συνέχισε να αναπτύσσεται και να δυναμώνει, καθώς και να γεμίζει με σοφία. Σε ηλικία 12 ετών κατέπληξε τους δασκάλους στο ναό με την κατανόησή του και τις απαντήσεις του. (Λου 2:41, 46-52) Οι γραμματείς συνέχισαν να είναι οι κύριοι εκπαιδευτές τόσο δημόσια όσο και στα σχολεία που λειτουργούσαν στις συναγωγές. (Βλέπε ΣΥΝΑΓΩΓΗ.) Δίδασκαν φυσικές επιστήμες καθώς και το Νόμο και τις ραβινικές διδασκαλίες που είχαν προστεθεί στο Νόμο. Οι γονείς έπρεπε επίσης να διδάξουν στα παιδιά τους μια τέχνη.
Ο Ιησούς ήταν ο κατ’ εξοχήν δάσκαλος. Ακόμη και μεταξύ των συγχρόνων του αναγνωριζόταν ως δάσκαλος με μοναδική επιρροή και δημοτικότητα. Οι μαθητές του συνήθιζαν να τον αποκαλούν «Ραββί», που σημαίνει «Δάσκαλος». (Μαρ 9:5· βλέπε ΡΑΒΒΙ.) Ως και οι πολέμιοί του αναγνώρισαν σε ορισμένες περιπτώσεις ότι μιλούσε ωραία και, κάποια φορά, όταν οι υπηρέτες τους οποίους είχαν στείλει οι Φαρισαίοι για να τον συλλάβουν ρωτήθηκαν γιατί γύρισαν με άδεια χέρια, απάντησαν: «Ποτέ δεν έχει μιλήσει έτσι άλλος άνθρωπος».—Ιωα 7:46· Λου 20:39, 40· Μαρ 12:32, 34.
Κατ’ αρχάς ο Ιησούς, όπως είπε ο ίδιος, δεν μιλούσε με δική του πρωτοβουλία αλλά ήρθε εξ ονόματος του Πατέρα του και έλεγε ό,τι είχε μάθει από τον Πατέρα του. (Ιωα 5:19, 30, 43· 6:38· 10:25) Είχε στενή σχέση με τον Ιεχωβά Θεό, όντας ο μονογενής Γιος του από τους ουρανούς, γι’ αυτό και ήταν ο καλύτερος δάσκαλος σε ό,τι αφορούσε τις ιδιότητες, τα έργα και τους σκοπούς του Πατέρα του. (Ματ 11:27) Διέθετε επίσης το δεύτερο σε σπουδαιότητα προσόν του καλού δασκάλου—αγαπούσε εκείνους τους οποίους δίδασκε. (Μαρ 10:21· Ιωα 13:1, 34· 15:9, 12) Λίγοι δάσκαλοι έχουν αγαπήσει τους μαθητές τους τόσο πολύ ώστε να είναι πρόθυμοι να δώσουν τη ζωή τους για αυτούς, όπως έκανε ο Ιησούς. (Ιωα 15:13) Καταλάβαινε τι σκέφτονταν οι ακροατές του. (Ιωα 2:25) Είχε βαθιά διάκριση. (Λου 6:8) Δεν υπήρχαν ιδιοτελή συμφέροντα στην καρδιά του σε σχέση με τη διδασκαλία του, γιατί ήταν αναμάρτητος και άκακος. (Εβρ 7:26) Δεν δίδασκε φιλοσοφίες, όπως οι γραμματείς, αλλά χρησιμοποιούσε παραβολές που βασίζονταν σε καθημερινά πράγματα. Γι’ αυτόν το λόγο οι διδασκαλίες του είναι κατανοητές μέχρι σήμερα. Η διδασκαλία του ήταν γεμάτη παραβολές.—Βλέπε ΠΑΡΑΒΟΛΕΣ.
Η διδασκαλία του Ιησού περιλάμβανε έλεγχο και διαπαιδαγώγηση. (Μαρ 8:33) Ο Ιησούς δίδασκε τόσο με το παράδειγμά του όσο και με τα λόγια του. Κατ’ αυτόν τον τρόπο επιτέλεσε προσωπικά μια δυναμική εκστρατεία κηρύγματος και διδασκαλίας. Ο λόγος του είχε εξουσία την οποία κανείς από τους γραμματείς δεν μπορούσε να συναγωνιστεί. Παράλληλα είχε το άγιο πνεύμα του Θεού, το οποίο έδωσε στις διδασκαλίες του τη σφραγίδα της ουράνιας υποστήριξης, γι’ αυτό και ο Ιησούς μπορούσε, με εξουσία και δύναμη, να διατάζει τους δαίμονες να βγουν από εκείνους τους οποίους είχαν καταλάβει. (Μαρ 1:27· Λου 4:36) Κατήγγειλε δε με τόλμη και αφοβιά τους ψευδοδιδασκάλους που εμπόδιζαν τους άλλους να ακούσουν τις διδασκαλίες του.—Ματ 23.
Εκπαίδευση και Χριστιανική Εκκλησία. Οι μαθητές του Ιησού ακολούθησαν τα βήματά του στο Χριστιανικό εκπαιδευτικό έργο και είχαν επιτυχία ανάλογη με τη δική του. Όχι μόνο κήρυτταν τα καλά νέα της Βασιλείας του Θεού παντού αλλά και δίδασκαν εκείνους που ήθελαν να ακούσουν. (Πρ 2:42) Όπως ο Ιησούς, είχαν τόλμη και μιλούσαν με εξουσία. (Πρ 4:13, 19, 20· 5:29) Το πνεύμα του Θεού τούς ενίσχυε και αποδείκνυε ότι η διδασκαλία τους είχε τη θεϊκή επιδοκιμασία. Δίδασκαν στο ναό, σε συναγωγές και από σπίτι σε σπίτι. (Πρ 5:16, 21· 13:14-16· 20:20) Συναθροίζονταν με τους συγχριστιανούς τους για να διδάσκονται και για να παρακινούν ο ένας τον άλλον σε αγάπη και καλά έργα.—Πρ 20:7, 8· Εβρ 10:24, 25.
Ο απόστολος Παύλος περιέγραψε τις διάφορες αρμοδιότητες και τις δραστηριότητες των ώριμων αντρών στην εκκλησία και μία από αυτές ήταν ο ρόλος του δασκάλου. Έδειξε ότι ο σκοπός όλων αυτών των δραστηριοτήτων ήταν η εκπαίδευση, με προοπτική την κατάρτιση των αγίων, για διακονικό έργο, για την εποικοδόμηση του σώματος του Χριστού. (Εφ 4:11-16) Η εκκλησία διεξήγε ένα τακτικό πρόγραμμα εκπαίδευσης στο Λόγο του Θεού, όπως δείχνει το 14ο κεφάλαιο της Πρώτης προς Κορινθίους Επιστολής. Όλα τα μέλη της Χριστιανικής εκκλησίας, ακόμη και οι γυναίκες, έπρεπε να είναι δάσκαλοι και να κάνουν μαθητές από τους ανθρώπους του κόσμου. (Πρ 18:26· Εβρ 5:12· Ρω 12:7) Αλλά μέσα στην ίδια την εκκλησία διορίζονταν για επίβλεψη ώριμοι άντρες, όπως για παράδειγμα ο Τιμόθεος και ο Τίτος. (1Τι 2:12) Αυτοί οι άντρες έπρεπε να έχουν τα προσόντα να διδάσκουν την εκκλησία και να διορθώνουν τα κακώς κείμενα. Έπρεπε να προσέχουν ιδιαίτερα ώστε να διασφαλίζουν το γεγονός ότι η διδασκαλία τους ήταν ακριβής και υγιής.—1Τι 4:16· 2Τι 4:2, 3· Τιτ 2:1.
Στο θέμα της φυσικής αγωγής η Αγία Γραφή δεν λέει πολλά πράγματα, πέραν αυτού που συμβουλεύει ο απόστολος Παύλος: «Διότι η σωματική εκγύμναση είναι ωφέλιμη σε μικρό βαθμό· αλλά η θεοσεβής αφοσίωση είναι ωφέλιμη για όλα τα πράγματα, εφόσον περιέχει υπόσχεση για την τωρινή ζωή και για αυτήν που θα έρθει». (1Τι 4:8) Ωστόσο, το εντατικό κήρυγμα και η διδασκαλία, για τα οποία δίνεται η ανάλογη προτροπή, απαιτούν σωματική δραστηριότητα. Ο Ιησούς περπατούσε πολύ. Το ίδιο και οι μαθητές του. Η διακονία του Παύλου, για παράδειγμα, περιλάμβανε πολλά ταξίδια, που εκείνη την εποχή συνεπάγονταν πολύ περπάτημα.
Η Αγία Γραφή δεν σχολιάζει εκτενώς το θέμα της κοσμικής εκπαίδευσης. Προειδοποιεί τους Χριστιανούς να μην εμπλέκονται σε φιλοσοφίες ανθρώπων ούτε να αφιερώνουν χρόνο για να ερευνούν ανόητες και ανώφελες ερωτήσεις. Δίνει έντονη συμβουλή κατά της διανοητικής επικοινωνίας με άτομα που δεν πιστεύουν στον Θεό και στο Λόγο του. (1Τι 6:20, 21· 1Κο 2:13· 3:18-20· Κολ 2:8· Τιτ 3:9· 1:14· 2Τι 2:16· Ρω 16:17) Οι Χριστιανοί αναγνώριζαν ότι είχαν υποχρέωση απέναντι στον Θεό να προμηθεύουν τα αναγκαία στις οικογένειές τους. Για να αποκτήσουν τα προσόντα που απαιτούσε μια τέτοια επαγγελματική απασχόληση ήταν επιβεβλημένη πολλές φορές κάποια μορφή εκπαίδευσης και πρακτικής εξάσκησης. (1Τι 5:8) Αλλά από την ιστορία της πρώτης Χριστιανοσύνης διαπιστώνουμε ότι οι Χριστιανοί ενδιαφέρονταν πρωτίστως για κάθε νόμιμη μέθοδο που θα τους βοηθούσε να κηρύξουν «τα καλά νέα», καθώς και για τη Βιβλική εκπαίδευση όσον αφορά τον εαυτό τους και όλους εκείνους που θα τους άκουγαν. (1Κο 9:16) Στο βιβλίο του Η Χριστιανοσύνη Χρησιμοποιεί την Έντυπη Ύλη ([Christianity Goes to Press] 1940, σ. 111) ο καθηγητής Ε. Τζ. Γκούντσπιντ αναφέρει σχετικά:
«Οι Χριστιανοί, αφ’ ης στιγμής αφυπνίστηκαν σε σχέση με τις δυνατότητες που τους πρόσφερε η έκδοση γραπτών κειμένων ως προς τη διάδοση του Ευαγγελίου τους στον κόσμο, επωφελήθηκαν αυτών των δυνατοτήτων στο πλήρες, όχι μόνο εκδίδοντας νέα βιβλία, αλλά αναζητώντας και παλιά με σκοπό την έκδοσή τους, και αυτή η ιδιοφυΐα τους στον τομέα της έκδοσης κειμένων δεν έλειψε ποτέ. Θα ήταν λάθος να υποθέσουμε ότι αυτή ήρθε στο προσκήνιο όταν ανακαλύφτηκε η τυπογραφία. Επρόκειτο για ένα χαρακτηριστικό της Χριστιανικής νοοτροπίας από το 70 Κ.Χ. και έπειτα, το οποίο γινόταν ολοένα και πιο έντονο όσο περισσότερο φαινόταν η μεγάλη αποτελεσματικότητα αυτής της μεθόδου. Ούτε οι βαρβαρικές εισβολές ούτε και οι Σκοτεινοί Αιώνες μπόρεσαν να την καταστείλουν. Αποτελεί δε απόδειξη του φοβερού δυναμισμού που διέπνεε όλες τις εκφάνσεις της Χριστιανικής ζωής του πρώτου αιώνα, ο οποίος επιδίωκε την ανεπιφύλακτη διάδοση ολόκληρου του Ευαγγελίου σε όλη την ανθρωπότητα, και αυτό όχι μόνο μέσω έργων και λόγων αλλά και με τις πλέον προηγμένες εκδοτικές τεχνικές».—Βλέπε ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ· ΣΧΟΛΕΙΟ.