Το Επάγγελμα και η Συνείδησίς Σας
ΣΕ ΟΛΗ τη διάρκεια της ζωής του ένας Χριστιανός οφείλει να λαμβάνη αποφάσεις. Μερικές λαμβάνονται δύσκολα, άλλες εύκολα. Μερικές αποφάσεις έχουν σχέσι με το είδος του επαγγέλματος που θα δεχθή σε συμμόρφωσι προς τα όσα λέγονται εις 1 Τιμόθεον 5:8, όπου τονίζεται ότι είναι μια Χριστιανική ευθύνη το να προνοή ένας για τους οικείους του. Εν πρώτοις, οφείλει να ιδή το πρόβλημά του αντικειμενικά, και να είναι βέβαιος ότι γνωρίζει τι ακριβώς περιλαμβάνεται στο είδος του επαγγέλματος. Κατόπιν οφείλει να εξετάση κάθε Βιβλικό νόμο ή αρχή της Γραφής, που έχει σχέσι με αυτό. Μολονότι πιθανόν αυτό να είναι δύσκολο κατά καιρούς, εν τούτοις οφείλει να λαμβάνη αποφάσεις σύμφωνα με τους νόμους και τις αρχές της Γραφής, όταν εφαρμόζωνται στην περίπτωσί του, διότι ένας Χριστιανός είναι αφιερωμένος στον Ιεχωβά και οφείλει να κάμη το θέλημά Του. Βεβαίως, όταν ένας Χριστιανός παραβαίνη εκουσίως τον νόμο του Θεού, δεν μπορεί να θεωρή τον εαυτό του αθώο, διότι δεν είναι αυτή η άποψις του Θεού. Ο Σολομών είπε: «Ας ακούσωμεν το τέλος της όλης υποθέσεως· Φοβού τον Θεόν, και φύλαττε τας εντολάς αυτού, επειδή τούτο είναι το παν του ανθρώπου.»—Εκκλησ. 12:13.
Οι εντολές του Θεού πρέπει πράγματι να εξετάζωνται από ένα Χριστιανό, όταν εκλέγη το επάγγελμά του. Το εικοστό κεφάλαιο της Εξόδου παραθέτει δέκα από τις εντολές του Θεού, η δε δευτέρα απαγορεύει την κατασκευή εικόνων για λατρεία. Στην 1 Ιωάννου 5:21, και οι Χριστιανοί, επίσης, παροτρύνονται να φυλάξουν τον εαυτό τους από τα είδωλα. Επομένως, ένας Χριστιανός θα μπορούσε εύκολα ν’ αποφασίση να μη δεχθή εργασία σ’ ένα εργοστάσιο κατασκευής εικόνων ή μεταλλίων για ψευδή θρησκευτική χρήσι. Σχετική με αυτό είναι και η θεόπνευστη δήλωσις στην Αποκάλυψι 18:4, 5, η οποία, όταν εξετασθή από τον Χριστιανό, θα τον κάμη ν’ αρνηθή κανονική εργασία σε μια οργάνωσι της ψευδούς θρησκείας.
Άλλες εντολές του Ιεχωβά είναι: Μη φονεύσης· μη μοιχεύσης· μη κλέψης. (Ρωμ. 13:8-10) Επομένως, ένας αφιερωμένος Χριστιανός μπορεί εύκολα ν’ αποφασίση ότι δεν θα δεχθή εργασία σε οργανώσεις, των οποίων η απασχόλησις είναι φόνος, παράνομες σχέσεις των φύλων ή κλοπή, ούτε και ατομικώς θα θελήση να αναμιχθή σε τέτοιες πράξεις. Σχετικά με την ανάμιξι σε πολιτικές υποθέσεις του κόσμου, θα εξετάση με ώριμο πνεύμα εδάφια όπως το Ιωάννης 17:14· Ιωάννης 15:19 και Δανιήλ 2:44. Εξετάζοντας τα εδάφια Ησαΐας 2:2-4 και Μιχαίας 4:3, ένας Χριστιανός μπορεί να καθορίση μήπως οι σχέσεις του ή η διαγωγή του υποστηρίζουν κάποια παράβασι αυτών των αρχών περί ειρήνης. Επίσης, υπό το φως των εδαφίων Ησαΐας 65:11, 12 και 1 Κορινθίους 6:9, 10, ο Χριστιανός δεν θα μπορούσε ευσυνειδήτως να εργάζεται για μια επιχείρησι, της οποίας ολόκληρη η λειτουργία αφορά τυχερά παιγνίδια ή λαχεία ή οποιοδήποτε άλλο είδος εκβιασμού. Είναι προφανές ότι ένας Χριστιανός δεν θα μπορούσε κατάλληλα ν’ ασκήση επάγγελμα που οπωσδήποτε θα ήταν σε αντίθεσι προς τους δικαίους νόμους και αρχές του Λόγου του Θεού.
ΑΠΟΧΗ ΑΠΟ ΑΙΜΑ
Οι Χριστιανοί εντέλλονται ν’ απέχουν από αίμα. (Πράξ. 15:20, 28, 29) Ως πού ακριβώς φθάνει αυτό; Τι απαιτούν οι Γραφές από έναν αφιερωμένο δούλο του Θεού; Όταν φονεύετε ένα ζώο ή ένα πουλί, τότε, για να συμμορφωθήτε με τον νόμο του Θεού και να καταστήσετε το πλάσμα αυτό κατάλληλο για τροφή, οφείλετε να στραγγίσετε το αίμα. Σύμφωνα με τον νόμο του Θεού, πρέπει ν’ αποφύγετε να φάγετε αίμα ή να το λάβετε μέσα σας, όπως σε μια μετάγγισι, για τη συντήρησι της ζωής. Στη Γένεσι 9:3, 4 και στο Δευτερονόμιο 12:23, 24, περιέχονται Γραφικές εντολές. Το Λευιτικόν 17:10 τονίζει ότι στον αρχαίο Ισραήλ όσοι εκουσίως ελάμβαναν αίμα απεκόπτοντο από τον Ιεχωβά. Αν, όμως, συνέβαινε ένας Ισραηλίτης να φάγη το κρέας ενός καθαρού ζώου που ήταν θνησιμαίο ή που είχε διασπαραχθή από ένα άγριο ζώο, τότε αυτός εθεωρείτο ακάθαρτος έως εσπέρας, αφού, όμως, θα εφρόντιζε να γίνη καθαρός. (Λευιτ. 17:15, 16) Το ίδιο και με τους Χριστιανούς, αν ένας έτρωγε από το κρέας ενός ζώου, που δεν είχε κατάλληλα στραγγισθή το αίμα του όταν εσφάγη, αλλά δεν το έκαμε αυτό εσκεμμένα, αλλά μετενόησε, όταν αργότερα το επληροφορήθη, και απέφυγε επανάληψι μιας τέτοιας εσφαλμένης πράξεως, ο Ιεχωβά φιλεύσπλαγχνα θα ήταν δυνατόν να τον συγχωρήση.
Διάφορες χρήσεις του αίματος σήμερα είναι απαράδεκτες από Γραφικής απόψεως. Το αίμα μπορούσε να χρησιμοποιηθή στο θυσιαστήριο σε ειδικές περιπτώσεις από τον αρχαίο Ισραήλ, και αν δεν εχρησιμοποιείτο κατ’ αυτόν τον τρόπο έπρεπε να χυθή. (Λευιτ. 17:11-14) Το αίμα χρησιμοποιείται όχι μόνο σε σύγχρονες ιατρικές ενέργειες, αλλ’ αναφέρεται ότι αίμα χρησιμοποιείται τώρα σε πολλά προϊόντα, όπως κολλητική ουσία για κατασκευή κόντρα πλακέ, πρεσπάν, χαρτονίων, πωμάτων φιαλών, επίπλων και μουσικών οργάνων. Αίμα χρησιμοποιείται, επίσης, για τον πολυμερισμό του συνθετικού ελαστικού, για εντομοκτόνα, για συνθετικά επεξεργασίας βιομηχανικών καταλοίπων, γι’ απόσταξι καθαρού ύδατος (βιομηχανία χάρτου), για καθαρισμό ουρανίου, ως συντελεστής αφρίσεως για ελαφρών βαρών κυτταρώδες τσιμέντο, ως πυροσβεστικό στοιχείο, ως στοιχείο καθαρισμού κρασιών, για επενδύσεις χάρτου και βιβλιοδέτησι, για χαρτικά μίγματα και κόλλες, αντικατάστασι της καζεΐνης σε γαλακτώματα, σε γαλακτοποιημένη άσφαλτο, σε φελλοσυνθέματα, σε διαλύσεις για τη φωτοχαρακτική, σ’ επεξεργασία εκλεπτύνσεως δερμάτων, ως ανθεκτική στο νερό κόλλα χρωμάτων για βαμβακερά με αποτυπώσεις υφάσματα, για λιπάσματα, για ζωοτροφές, για παραγωγή αμινοξέων, όπως επί παραδείγματι η ιστιδίνη και η ισταμίνη. Ίσως στο μέλλον έλθουν σε φως επιπρόσθετες χρήσεις αίματος. Στον κόσμο οι χρήσεις αίματος είναι πολλές, καμμιά δε απ’ αυτές δεν βρίσκεται σε αρμονία με τον Γραφικό τρόπο μεταχειρίσεως του αίματος, ο οποίος είναι να χύνεται στο χώμα. Εν τούτοις, ο Χριστιανός δεν έχει ευθύνη για την κακή χρήσι του αίματος από τον κόσμο, για το πώς οι άλλοι άνθρωποι το χρησιμοποιούν, και δεν μπορεί να δαπανά όλο τον χρόνο του σε λεπτομερείς έρευνες σχετικά με τις διάφορες κακές χρήσεις του αίματος από τον κόσμο, ειδικά όταν πρόκειται για μη βρώσιμα προϊόντα. Αν το έκανε αυτό, θα του έμενε λίγος χρόνος για το κήρυγμα των αγαθών νέων της βασιλείας του Θεού. Για μερικά άτομα, πιθανόν να είναι δύσκολη η λήψις αποφάσεως όσον αφορά την εκλογή επαγγέλματος. Η απόφασις τότε αποτελεί ζήτημα συνειδήσεως.
Στους Ισραηλίτες είχε λεχθή: «Ουδέν θνησιμαίον θέλετε τρώγει· (εις τον ξένον τον εντός των πυλών σου θέλεις δίδει αυτά, δια να τρώγη αυτό· ή θέλεις πωλεί αυτά εις αλλογενή·) διότι λαός άγιος είσαι εις Ιεχωβά τον Θεόν σου.» (Δευτ. 14:21, ΜΝΚ) Ώστε, αν ένας Χριστιανός, ο οποίος εργάζεται σ’ ένα κατάστημα, θα διαθέση προϊόντα αίματος, όπως λουκάνικα αίματος, με το να τα πωλήση σε ανθρώπους του κόσμου, οι οποίοι είναι πρόθυμοι να τα πληρώσουν, είναι ένα ζήτημα συνειδήσεως. Είναι, επίσης, προσωπικό ζήτημα αν ένας άλλος Χριστιανός θα πωλήση προϊόντα αίματος σε κοσμικά πρόσωπα σ’ ένα φαρμακείο ή αν θα ραντίση με λίπασμα αίματος τον αγρό ενός κοσμικού εργοδότου κατά παράκλησίν του. Φυσικά, ένας Χριστιανός δεν θα ήταν κατάλληλο να ενθαρρύνη άτομα ν’ αγοράζουν προϊόντα αίματος αντί προϊόντων που δεν περιέχουν αίμα, ούτε θα έπρεπε να συνηγορή για οποιαδήποτε κακή χρήσι του αίματος. Εν τούτοις, οφείλομε ν’ αφήσωμε στη συνείδησι του Χριστιανού ατομικά το πώς θα ενεργήση σε ζητήματα τέτοιας φύσεως, όταν θα έχη να χειρισθή αυτά τα προϊόντα. Ένας Χριστιανός δεν πρέπει να κατακρίνη έναν άλλο Χριστιανό για την απόφασι που λαμβάνει, όπως ακριβώς ένας Ισραηλίτης δεν μπορούσε λογικώς να κρίνη έναν άλλον Ισραηλίτη διότι πωλούσε σε κάποιον ξένο ένα ζώο που ήταν θνησιμαίο κι επομένως το αίμα του δεν ήταν κατάλληλα στραγγισμένο.
Η χρήσις αίματος ως κολλητικής ουσίας για την κατασκευή κόντρα πλακέ και άλλων κοινής χρήσεως υλικών ήλθε τώρα υπό την προσοχή των Χριστιανών, και χρησιμοποιούμε το κόντρα πλακέ για παράδειγμα. Πολύ κόντρα πλακέ κατασκευάζεται με τη χρήσι κόλλας αίματος, αλλά υπάρχει και κόντρα πλακέ, για το οποίον δεν έχει χρησιμοποιηθή αίμα. Ένας Χριστιανός αγοραστής ή εργολάβος μπορεί να προτιμήση να προμηθευθή κόντρα πλακέ ελεύθερο από αίμα, αν μπορή· εν τούτοις, αν αποφασίζη να χρησιμοποιήση κάθε τύπο κόντρα πλακέ, τούτο πρέπει ν’ αφεθή στη συνείδησί του. Δεν είναι πάντοτε εύκολο να εξακριβωθή πώς κατεσκευάσθη ένα κόντρα πλακέ. Επειδή αίμα πιθανόν να χρησιμοποιήται σε μερικά κόντρα πλακέ, αυτό δεν σημαίνει ότι ένας Χριστιανός δεν πρέπει ν’ αγοράζη, πωλή ή ενοικιάζη ένα σπίτι ή αγοράζη ένα ρυμουλκούμενο όχημα, στο οποίο υπάρχει κόντρα πλακέ. Εναπόκειται στον ίδιο η έκτασις της ερεύνης του πάνω σ’ αυτό το σημείο.
Επίσης, αν ένας Χριστιανός εργάζεται σε μια επιχείρησι, η οποία χρησιμοποιεί κόλλα από αίμα σε μερικά από τα κόντρα πλακέ της ή άλλα προϊόντα, δεν είναι ανάγκη να εγκαταλείψη την εργασία του. Θα μπορούσε να εργάζεται στα δάση, να κόβη τα δένδρα. Μέρος της ξυλείας χρησιμοποιείται κατά ένα τρόπο και μέρος κατά άλλον. Ο υπάλληλος δεν είναι υπεύθυνος για ό,τι συμβαίνει στο ξύλο, όταν εκείνος έκαμε την εργασία του. Φυσικά, αν ένας Χριστιανός ειργάζετο σ’ ένα εργοστάσιο κατασκευής κόντρα πλακέ και του ζητούσαν να παρασκευάζη την κόλλα αίματος ή να την απλώνη επάνω στο κόντρα πλακέ, θα ήταν δυνατόν να αισθάνεται ότι δεν μπορεί να το κάνη ευσυνείδητα. Θα μπορούσε να ζητήση από τον εργοδότη του να του αναθέση κάποιο άλλο είδος εργασίας όπου δεν θα έχη να χειρίζεται αίμα. Αλλά και αυτό ακόμη αποτελεί προσωπικό ζήτημα. Με το να κάνη άλλη εργασία για την ίδια επιχείρησι, όπως το να εργάζεται ως οδηγός φορτηγού αυτοκινήτου, πωλητής, κλπ., το άτομο μπορεί να αισθάνεται ότι είναι απηλλαγμένο από κάθε ευθύνη για οποιαδήποτε κακή χρήσι αίματος. Εφόσον το αίμα χρησιμοποιείται σε τόσο πολλά κοινής χρήσεως βιομηχανικά προϊόντα, καθίσταται σχεδόν αδύνατο για τον Χριστιανό ν’ αποφύγη κάθε επαφή με αυτά—δερμάτινα είδη, έπιπλα, πώματα φιαλών, βαμβακερά υφάσματα, κλπ. Ώστε τι ακριβώς θα κάμη ο Χριστιανός είναι ζήτημα συνειδήσεως, και οι άλλοι δεν πρέπει να τον κρίνουν. Ασφαλώς δεν θα ήταν κατάλληλο να διασπάση κανείς την ενότητα μιας Χριστιανικής εκκλησίας σ’ έναν τόπο με το ν’ αναμιγνύεται σε λεπτομερείς συζητήσεις και φιλονεικίες για την προσωπική απόφασι επί ενός τέτοιου ζητήματος από ένα Χριστιανό, ο οποίος είναι συνταυτισμένος μ’ εκείνη την εκκλησία.—Ψαλμ. 133:1· Παροιμ. 26:21· Ιάκ. 3:16-18.
Η Εταιρία δεν υποστηρίζει καμμιά από τις σύγχρονες ιατρικές χρήσεις αίματος, όπως είναι η χρήσις αίματος εν σχέσει με τον εμβολιασμό, ή ενοφθαλμισμό. Ο εμβολιασμός είναι, εν τούτοις, μια πράγματι αναπόφευκτη περίπτωσις σε μερικούς τομείς της κοινωνίας, κι επομένως αφήνομε στη συνείδησι του ατόμου ν’ αποφασίση αν θα υποστή τον εμβολιασμό με ένα ορό, ο οποίος περιέχει κλάσματα αίματος προς τον σκοπό της οικοδομής αντισωμάτων που θ’ αγωνισθούν εναντίον της νόσου. Αν κάτω από τέτοιες συνθήκες ένα άτομο το κάμη αυτό, πιθανόν να έχη κάποια παρηγορία από το γεγονός ότι δεν τρώγει απ’ ευθείας αίμα, πράγμα που ρητώς απαγορεύεται στον Λόγο του Θεού. Δεν χρησιμοποιείται για τροφή ή για την αντικατάστασι απολεσθέντος αίματος. Εδώ ο Χριστιανός οφείλει να λάβη μόνος του απόφασι βασιζόμενος στη συνείδησί του. Επομένως, αν ένας Χριστιανός θα υποστή εμβολιασμό με χρήσι ορού, ή αν οι ιατροί και οι νοσοκόμες, οι οποίες είναι Χριστιανές, θα του τον κάμουν, είναι ζήτημα δικής του αποφάσεως.a Οι Χριστιανοί, οι οποίοι ασκούν το ιατρικό επάγγελμα, είναι ατομικώς υπεύθυνοι για τις αποφάσεις επί της εργασίας των. Οφείλουν να φέρουν τις συνέπειες των λαμβανομένων αποφάσεων, έχοντας υπ’ όψι την αρχή που αναφέρεται εις Γαλάτας 6:5. Μερικοί ιατροί, οι οποίοι είναι μάρτυρες του Ιεχωβά, έκαμαν μετάγγισι αίματος σε κοσμικά άτομα που το εζήτησαν μόνα των. Εν τούτοις, δεν το κάνουν αυτό στην περίπτωσι ενός μάρτυρος του Ιεχωβά. Σε αρμονία με το Δευτερονόμιο 14:21, η χορήγησις αίματος σε κοσμικά πρόσωπα κατόπιν αιτήσεώς των αφήνεται στη συνείδησι του Χριστιανού ιατρού. Η περίπτωσις αυτή είναι παρομοία με την κατάστασι που αντιμετωπίζει ένας Χριστιανός κρεοπώλης ή παντοπώλης, ο οποίος οφείλει ν’ αποφασίση αν μπορή ευσυνειδήτως να πωλή λουκάνικα αίματος σ’ ένα κοσμικό άτομο.b
Τα λίγα αυτά παραδείγματα του πώς οι Χριστιανοί μπορούν να λάβουν αποφάσεις στο ζήτημα του επαγγέλματός των μπορεί να είναι χρήσιμα, όταν πρόκειται να ληφθή απόφασις για επαγγέλματα του τύπου που αναφέρεται εδώ. Ο Χριστιανός πρέπει πάντοτε να εξετάζη τους νόμους του Θεού για κάθε τι που πράττει· και οτιδήποτε πράττει να το πράττη ως εις τον Ιεχωβά. (1 Κορ. 10:31) Αν εκείνο που πράττει δεν είναι αντίθετο προς τον νόμο του Θεού και τους δικαίους νόμους του «Καίσαρος», δικαιούται να το πράττη, και κανείς δεν πρέπει να τον κρίνη. Αν ένας Χριστιανός έχη αμφιβολίες για το πώς πρέπει να ενεργήση, ας προσευχηθή στον Ιεχωβά Θεό. (1 Πέτρ. 5:6, 7) Πρέπει να διαβάζη τη Γραφή και να εξετάζη τις Χριστιανικές εκδόσεις, που πραγματεύονται το πρόβλημά του. (Ο Πίναξ των Δημοσιευμάτων της Σκοπιάς, στην Αγγλική, αναφέρει πολλές παραπομπές κάτω από τον τίτλο «Επάγγελμα».) Μπορεί να μιλήση με τον υπηρέτη της εκκλησίας. Εν τούτοις, αφού κάμη αυτά, επαφίεται σ’ αυτόν τον ίδιο, ο οποίος, γνωρίζοντας όλες τις λεπτομέρειες και τις συνέπειες, οφείλει ν’ αναλύση το ζήτημα και κατόπιν ν’ αποφασίση. Άλλοι δεν μπορούν ν’ αποφασίσουν γι’ αυτόν, αν πρόκειται για ζήτημα συνειδήσεως.
Όταν αντιμετωπίζετε την ανάγκη λήψεως μιας αποφάσεως, πιθανόν να αισθάνεσθε εκ των προτέρων ότι η συνείδησίς σας θα ήταν δυνατόν να σας ενοχλή, αν αποφασίσετε κατά ένα ωρισμένο τρόπο. Εκείνο που έχετε να κάμετε, τότε, είναι ν’ αποφύγετε εκείνο, που σας κάνει να έχετε μία ταραγμένη συνείδησι. Οι Χριστιανοί επιθυμούν να ευαρεστήσουν τον Ιεχωβά και γι’ αυτό, οποιοδήποτε και αν είναι το επάγγελμά των, πρέπει να είναι το είδος εκείνο της εργασίας που μπορούν να κάμουν με μια καθαρή συνείδησι ενώπιον του Ιεχωβά. «Παν ό,τι αν πράττητε, εκ ψυχής εργάζεσθε, ως εις τον Ιεχωβά, και ουχί εις ανθρώπους.»—Κολ. 3:23, ΜΝΚ· 1 Τιμ. 1:18, 19· 1 Πέτρ. 3:16.
[Υποσημειώσεις]
a Σχετικά με αυτά τα ζητήματα βλέπε Η Σκοπιά 15ης Φεβρουαρίου 1960, σελ. 95, και 1ης Μαρτίου 1962, σελ. 158.
b Βλέπε Η Σκοπιά 1ης Ιουνίου 1963, σελ. 346-348.