Μόνιμος Κυβέρνησις Εξαρτάται από την Προαγωγή της Αληθινής Λατρείας
ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ανοπόφευκτο εμπόδιο, που αντιμετώπιζαν πάντοτε οι άρχοντες αγωνιζόμενοι ν’ αναπτύξουν ή διαιωνίσουν μια κυβέρνησι, είναι το ότι πρόκειται να πεθάνουν και να διαβιβάσουν τη δύναμι κι εξουσία των σε διαδόχους. Πολλοί είναι οι άρχοντες, που επεζήτησαν αθανασία ή και προέβαλαν μάλιστα αξίωσι σε αθανασία. Ωστόσο, πέθαναν και τελικά οι κυβερνήσεις των περιήλθαν σε παρακμή κι ερήμωσι. Αλλ’ αν ένας βασιλεύς του ορθού είδους μπορούσε να ζη για πάντα και να διατηρή άθικτη την κυβέρνησί του, αυτό θα ήταν προς αιώνιον όφελος των υπηκόων του.
Ακόμη και δυναστείες ή οικογενειακές γραμμές δεν μπόρεσαν να κρατήσουν μια βασιλεία για πάντα. Η Γραφή μάς λέγει, εν τούτοις, ότι ο Ιεχωβά Θεός έχει συνάψει διαθήκη μ’ έναν ωρισμένον άνδρα ότι ένας από την οικογενειακή του γραμμή θα μπορέση να καθήση στον θρόνο του για πάντα και ότι η εξουσία και η άσκησις αυτής της βασιλείας θα εξακολουθήση ν’ αυξάνη ώσπου να επεκτείνη την κυριαρχία της σε ολόκληρη τη γη. Ως διαβεβαίωσι, ο Θεός εχρησιμοποίησε αυτόν τον άνθρωπο και τον γυιό του, μαζί με την πρωτεύουσα του βασιλείου εκείνου, να κάμη ένα μικρογραφικό πρότυπο, με το οποίο θα έμοιαζε η διαρκής αυτή βασιλεία· με άλλα λόγια, λειτουργούσε πραγματικά μια μικρογραφική βασιλεία του Θεού, έτσι ώστε οι ενδιαφερόμενοι ανάμεσα στο ανθρώπινο γένος να μπορούν να ιδούν τι απαιτείται από ένα που θα κατείχε μια διαρκή βασιλεία και τι θα εσήμαινε η άσκησις της βασιλείας αυτής κι έτσι θα μπορούσαν με πεποίθησι να εναποθέσουν την εμπιστοσύνη κι ελπίδα τους σ’ αυτή.
Ο άνθρωπος, τον οποίον ο Θεός εχρησιμοποίησε μ’ αυτό τον τρόπο ήταν ο Βασιλεύς Δαβίδ, όχι αυθαίρετα, αλλ’ επειδή ο Δαβίδ ήταν άρχων του είδους που επιδοκιμάζει ο Θεός. Ο Δαβίδ άρχισε να βασιλεύη στη φυλή του Ιούδα το 1077 π.Χ. και σε όλον τον Ισραήλ το 1070 π.Χ. Αλλά πριν γίνη το πλήρες πρότυπο της υποσχεμένης μονίμου βασιλείας, έπρεπε να εκλεγή μια κατάλληλη πρωτεύουσα και να λάβουν χώραν ωρισμένες εξελίξεις. Σημειώστε ότι τα όσα είχε κάμει ο Δαβίδ δείχνουν τι απαιτεί ο Θεός απ’ αυτόν τον διαρκή άρχοντα, τα οποία και προεσκίαζαν επακριβώς τα όσα θα εγίνοντο από τον μόνιμο βασιλέα Του.
ΟΡΘΟΥ ΕΙΔΟΥΣ ΑΡΧΩΝ
Ο Δαβίδ θέλησε να ασκήται η Θεία διακυβέρνησις σε όλη τη Θεόδοτη χώρα. Όταν άρχισε να βασιλεύη, εξέλεξε την Ιερουσαλήμ ως κατάλληλα κειμένη για να είναι πρωτεύουσά του. Αλλ’ η Ιερουσαλήμ ήταν ακόμη κατειλημμένη από εχθρούς, τους ειδωλολάτρας Ιεβουσαίους. Τώρα, ως βασιλεύς, όχι μόνο του Ιούδα, αλλά και όλων των φυλών, μπορούσε να προβή εναντίον της Ιερουσαλήμ, που ευρίσκετο στο έδαφος του Βενιαμίν. Ο Θεός ευλόγησε τον ζήλο και το θάρρος του και ο Δαβίδ προέβη στην κατάληψι του φρουρίου της Σιών ή Ιερουσαλήμ. Αφού ο Δαβίδ μετέφερε την πρωτεύουσά του από τη Χεβρών στη Σιών, η τελευταία ωνομάσθη «πόλις Δαβίδ».—2 Σαμ. 5:6-9· 1 Χρον. 11:6-8.
Ο Βασιλεύς Δαβίδ ακολούθησε τους Θείους νόμους δικαιοσύνης και ευθύτητος και τους επέβαλε, η δε φήμη της Σιών ή Ιερουσαλήμ άρχισε να διαδίδεται στα γύρω έθνη. (Ιεζ. 16:14) Οι Φιλισταίοι εξέχοντες τηρηταί της θρησκείας που είχε τις ρίζες της στη Βαβυλώνα, προσεπάθησαν ν’ ανατρέψουν τον Δαβίδ. Αλλ’ ο Δαβίδ ανεχαίτισε τους Βαβυλωνιακούς αυτούς εχθρούς της αληθινής λατρείας με δύο συντριπτικές νίκες.—2 Σαμ. 5:17-25.
Τώρα σταθερά εγκατεστημένος στη βασιλεία του, ο Δαβίδ δεν έχασε χρόνο στο να προαγάγη τη λατρεία του Θεού μεταξύ του λαού, προτάσσοντας τα συμφέροντα της λατρείας του Ιεχωβά. Από την εποχή του Αρχιερέως Ηλί, η κιβωτός της διαθήκης δεν ευρίσκετο στη Σκηνή του Μαρτυρίου που είχε στηθή από τον Μωυσή. Επί πολλά χρόνια είχε παραμείνει σ’ ένα σπίτι στην Κιριάθ-ιαρείμ. (1 Σαμ. 4:1 έως 7:2) Ο Δαβίδ τώρα μετέφερε την Κιβωτό έως το Όρος Σιών και την έθεσε σε μια σκηνή στην πόλι Δαβίδ. Έκαμε διευθετήσεις για τη λατρεία του Θεού διορίζοντας δέκα Λευίτας και δύο ιερείς για να υπηρετούν ενώπιον της Κιβωτού και ανέλαβε ο ίδιος την ηγεσία στην αληθινή λατρεία, εκείνη τη μέρα συνθέτοντας και ψάλλοντας ένα νέο ψαλμό που έλεγε: «Δοξολογείτε τον Ιεχωβά· επικαλείσθε το όνομα αυτού· κάμετε γνωστά εις τα έθνη τα έργα αυτού. . . . Ο Ιεχωβά βασιλεύει. . . . Δοξολογείτε τον Ιεχωβά· διότι είναι αγαθός· διότι το έλεος αυτού μένει εις τον αιώνα.» Σ’ αυτόν τον ύμνο ο λαός είπε Αμήν.—1 Χρον. 15:1 έως 16:36, ΜΝΚ· 13:1-12· 2 Σαμ. 6:1-19.
Ο Δαβίδ δεν έλαβε για τον εαυτό του τη δόξα και τον έπαινο ως πραγματικός βασιλεύς του Ισραήλ, αλλ’ ανεγνώριζε ότι κυβερνούσε εν τω ονόματι του Ιεχωβά επί του θρόνου του Ιεχωβά.» (1 Χρον. 29:23, ΜΝΚ) Ο δε λαός ενεθαρρύνθη ν’ αναγνωρίση τούτο στον ψαλμό των υιών του Κορέ:
«Μέγας ο Ιεχωβά, και αινετός σφόδρα εν τη πόλει του Θεού ημών, τω όρει της αγιότητος αυτού. Ωραίον την θέσιν, χαρά πάσης της γης, είναι το όρος Σιών, προς τα πλάγια του βορρά· η πόλις του Βασιλέως του μεγάλου· . . . Ας ευφραίνεται το όρος Σιών, ας αγάλλωνται αι θυγατέρες του Ιούδα, δια τας κρίσεις σου. Κυκλώσατε την Σιών, και περιέλθετε αυτήν· αριθμήσατε τους πύργους αυτής. Θέσατε την προσοχήν σας εις τα περιτειχίσματα αυτής· περιεργάσθητε τα παλάτια αυτής· δια να διηγήσθε εις γενεάν μεταγενεστέραν.»—Ψαλμ. 48:1-14, ΜΝΚ· βλέπε επίσης Ψαλμ. 76:1, 2.
«Η υποταγή είναι καλητέρα παρά την θυσίαν,» είχε πει ο προφήτης του Θεού Σαμουήλ στον απειθή Βασιλέα Σαούλ. (1 Σαμ. 15:22) Ο Δαβίδ ανεγνώριζε ότι η υπακοή στον Θεό απαιτείται κι από ένα βασιλέα ακόμη αν πρόκειται να διαρκέση η βασιλεία του. Θα αφηρείτο η εξουσία του όπως η του προκατόχου του Σαούλ; Η αγάπη του Δαβίδ στον Θεό και ο ζήλος του να εξυψώνη και προάγη τη λατρεία του Ιεχωβά θα ήσαν οι αποφασιστικοί παράγοντες.
ΔΙΑΘΗΚΗ ΓΙΑ ΔΙΑΡΚΗ ΒΑΣΙΛΕΙΑ
Μολονότι ο Δαβίδ ωκοδόμησε για τον εαυτό του ένα ανάκτορο στο Όρος Σιών, δεν εθεώρησε κατάλληλο να κατοική ο ίδιος σ’ ένα σπίτι από κέδρους, ενώ η κιβωτός του Θεού παρέμενε μέσα σε μια απλή σκηνή. Επιθυμούσε να εξυψώση τον Ιεχωβά Θεό τον πραγματικό Βασιλέα οικοδομώντας ένα ανακτορικόν ναό στον Ιεχωβά. Ο Ιεχωβά απήντησε μ’ εκτίμησι μέσω του προφήτου του Νάθαν:
«Και ήμην μετά σου πανταχού όπου περιεπάτησας, και εξωλόθρευσα πάντας τους εχθρούς σου απ’ έμπροσθέν σου, και σε έκαμον ονομαστόν, κατά το όνομα των μεγάλων των επί της γης· . . . Ο Ιεχωβά προσέτι αναγγέλλει προς σε, ότι ο Ιεχωβά θέλει οικοδομήσει οίκον εις σε. . . . Θέλω αναστήσει μετά σε το σπέρμα σου, το οποίον θέλει εξέλθει εκ των σπλάγχνων σου, και θέλω στερεώσει την βασιλείαν αυτού. Αυτός θέλει οικοδομήσει οίκον εις το όνομά μου· και θέλω στερεώσει τον θρόνον της βασιλείας αυτού έως αιώνος· εγώ θέλω είσθαι εις αυτόν πατήρ, και αυτός θέλει είσθαι εις εμέ υιός· εάν πράξη ανομίαν, θέλω σωφρονίσει αυτόν εν ράβδω ανδρών, και δια μαστιγώσεων υιών ανθρώπων· το έλεός μου όμως δεν θέλει αφαιρεθή απ’ αυτού, ως αφήρεσα αυτό από του Σαούλ, τον οποίον εξέβαλον απ’ έμπροσθέν σου· και θέλει στερεωθή ο οίκός σου και η βασιλεία σου έμπροσθέν σου έως αιώνος· ο θρόνος σου θέλει είσθαι εστερεωμένος εις τον αιώνα.»—2 Σαμ. 7:1-17, ΜΝΚ.
Τι ευλογία από τον Παγκόσμιο Κυρίαρχο! Ο Δαβίδ θα ήταν ο πρώτος από μια γραμμή αρχόντων, των οποίων η βασιλεία ποτέ δεν θα ετελείωνε. Αυτή η διαθήκη για τη βασιλεία εφανέρωνε ότι το Σπέρμα της «γυναικός» του Θεού, για το οποίον είχε δοθή επαγγελία στον κήπο της Εδέμ, το Σπέρμα του Αβραάμ, δια του οποίου θα επήρχοντο ευλογίες σε όλες τις φυλές της γης, θα ήταν της γραμμής του Βασιλέως Δαβίδ, του οίκου Ιούδα, από τον οποίον το σκήπτρον ποτέ δεν θα έλειπε.—Γέν. 3:15· 22:18· 49:10.
Ο Βασιλεύς Δαβίδ ήταν τώρα σαν ένας ακρογωνιαίος λίθος που ετέθη στη Σιών, στον οποίον επρόκειτο να κτισθή ένας βασιλικός οίκος αρχόντων για να εκπροσωπήση τον ουράνιο Βασιλέα, τον Ιεχωβά. Εξέφρασε την εκτίμησί του με προσευχή.—2 Σαμ. 7:18-29.
Διάδοχος του Δαβίδ ήταν ο γυιός του ονόματι Σολομών, που σημαίνει «Ειρηνικός». Ωνομάσθη επίσης από τον Ιεχωβά Ιεδιδίας, που σημαίνει «Αγαπητός του Ιεχωβά». (2 Σαμ. 12:24, 25) Τι τιμή ήταν για τον Σολομώντα να γεννηθή στη Σιών! Υπερέβαινε πολύ την τιμή τού να είχε γεννηθή στην περίφημη Βαβυλώνα. Ο Ψαλμός 87:2-6 (ΜΝΚ) περιγράφει αυτή την τιμή: «Αγαπά ο Ιεχωβά τας πύλας της Σιών υπέρ πάντα τα σκηνώματα του Ιακώβ [Ισραήλ]. Ένδοξα ελαλήθησαν περί σου, πόλις του Θεού. . . . Και αυτός ο Ύψιστος θέλει στερεώσει αυτήν. Ο Ιεχωβά θέλει αριθμήσει, όταν καταγράψη τους λαούς, Ότι ούτος εγεννήθη εκεί.»
Ο Σολομών θα μπορούσε πραγματικά να λεχθή ότι εγεννήθη ως βασιλεύς το 1037 π.Χ. Τότε, σύμφωνα με τη διαθήκη που είχε κάμει με τον Δαβίδ, ο Ιεχωβά ειδικά έγινε Πατήρ του. Ο Δαβίδ καθυπέταξε όλα τα έθνη που ήσαν εντός των παρά Θεού καθωρισμένων ορίων της Γης της Επαγγελίας· ο Σολομών, λοιπόν, εβασίλευσε από τον ποταμό της Αιγύπτου προς νότον ως την Κάδης επί του Ορόντου, ογδόντα μίλια βορείως της Δαμασκού.—1 Χρον. 29:23.
Ο Ιεχωβά είχε δώσει στον Δαβίδ εμπνευσμένα σχέδια για την ανοικοδόμησι του ναού. Εκτός απ’ αυτό, ο Δαβίδ συνεκέντρωσε πολλά υλικά και μεγάλες χρηματικές εισφορές αφ’ εαυτού του κι από τον λαό. Επίσης εισέφερε το ακριβές τεμάχιο εδάφους για την ανέγερσι του ναού. Κατανοούσε ότι η ευημερία του έθνους εξηρτάτο από τον Θεό, και ότι πραγματικά απεδίδετο δόξα μόνο στον Θεό με τα πράγματα που κατείχε Αυτός κι επρομήθευε σ’ αυτούς.—1 Χρον. 29:10-16.
Το οικόπεδο του ναού έκειτο 2.400 και πλέον πόδια υπεράνω του επιπέδου της Μεσογείου θαλάσσης, στο όρος Μοριά, όπου ο Αβραάμ είχε ανεγείρει θυσιαστήριο για να προσφέρη τον γυιό του Ισαάκ. Μια αιχμή που εξετείνετο προς νότον κι ελέγετο «Οφήλ» το συνέδεε με το Όρος Σιών. Από κάθε διεύθυνσι οι λάτρεις θα έπρεπε να ανέλθουν στον ναό. (Ψαλμ. 122:1-4· Ησ. 2:2) Όταν ο Δαβίδ αγόρασε το οικόπεδο, μια επιδημία επικρατούσε, ο δε άγγελος του Ιεχωβά είχε κατευθύνει την ανέγερσι ενός θυσιαστηρίου εκεί. Ο Δαβίδ προσέφερε θυσία και είπε: «Ούτος είναι ο οίκος Ιεχωβά του Θεού, και τούτο το θυσιαστήριον της ολοκαυτώσεως εις τον Ισραήλ.»—1 Χρον. 21:14 έως 22:1, ΜΝΚ· 2 Σαμ. 24:10-25.
ΕΞΥΨΩΣΙΣ ΤΗΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ
Ο Δαβίδ έχρισε τον Σολομώντα βασιλέα όταν ο τέταρτος γυιός του Δαβίδ Αδωνίας εσχεδίαζε ν’ ανέλθη στον θρόνο. Αργότερα όλος ο λαός έχρισε τον Σολομώντα και υπετάχθη σ’ αυτόν ως βασιλέα. (1 Βασ. 1:1-40· 1 Χρον. 28:1· 29:20-28) Απ’ αυτή την άποψι ο Θεός, για να εξεικονίση την εξύψωσι της αληθινής λατρείας του Ιεχωβά Θεού από τον Μεγαλύτερο Σολομώντα, Χριστό Ιησού, το Σπέρμα του Αβραάμ και Κληρονόμον του Δαβίδ, και τις συνοδευτικές ευλογίες της βασιλείας του, κατηύθυνε κι ευλόγησε τη βασιλεία του Σολομώντος.
Την άνοιξι του έτους 1034 π.Χ. ο Σολομών άρχισε να οικοδομή τον ναό. Λόγω της προπαρασκευής που είχε κάμει ο Δαβίδ, το μεγαλοπρεπές αυτό κτίριο ανηγέρθη με αξιόλογη ευχέρεια, σε επτάμισυ μόνο χρόνια. Αλλά δεν ήταν πλήρες στον εφοδιασμό του ως τότε που εισήχθη η κιβωτός της διαθήκης μέσα στα Άγια των Αγίων του ναού. Η αφήγησις της εγκαινιάσεως λέγει:
«Τότε [στην εορτή της σκηνοπηγίας] συνήθροισεν ο βασιλεύς Σολομών προς εαυτόν εις Ιερουσαλήμ τους πρεσβυτέρους του Ισραήλ, και πάντας τους αρχηγούς των φυλών, . . . Και εισήγαγον οι ιερείς την κιβωτόν της διαθήκης του Ιεχωβά εις τον τόπον αυτής, εις το χρηματιστήριον του οίκου, εις τα άγια των αγίων, υποκάτω των πτερύγων των χερουβείμ. Διότι τα χερουβείμ είχον εξηπλωμένας τας πτέρυγας επί τον τόπον της κιβωτού, και τα χερουβείμ εκάλυπτον την κιβωτόν και τους μοχλούς αυτής άνωθεν.»—1 Βασ. 8:1-7, ΜΝΚ· Εξοδ. 34:22· Λευιτ. 23:33-36.
Η περιοχή του ναού, καθώς και η Σιών, περιελαμβάνετο τώρα στην Μείζονα Ιερουσαλήμ· η αντιπροσωπευτική, λοιπόν, παρουσία του Θεού, καθώς αυτός κατοικούσε μεταξύ των χερουβείμ με το θαυματουργικό του φως Σεκινάχ έμενε μεταξύ της Ιερουσαλήμ και της Σιών.—Ψαλμ. 80:1· 99:1· Ησ. 37:16· Αριθμ. 7:89.
Ενώπιον όλης της συναγωγής του Ισραήλ ο Βασιλεύς Σολομών, γονατίζοντας προ του συμπαγούς χαλκίνου θυσιαστηρίου, έδειξε τη διαρκή ιδιότητα της διαθήκης για τη βασιλεία σε μια μακρά προσευχή αφιερώσεως. Παρεκάλεσε, όπως, αν ο Ισραήλ αμάρτανε ώστε να αιχμαλωτισθή σε οποιαδήποτε ξένη χώρα, αλλά μετανοούσε ειλικρινά και προσηύχετο στον Ιεχωβά προς τη διεύθυνσι της χώρας, ευαρεστηθή ο Ιεχωβά να τους εισακούση, να δείξη έλεος και να τους φέρη στη Θεόδοτη γη τους. Αυτό ήταν «δια να γνωρίσωσι πάντες οι λαοί της γης, ότι ο Ιεχωβά, αυτός είναι ο Θεός, ουδείς άλλος!»—1 Βασ. 8:22-61, ΜΝΚ.
Νοτίως του θυσιαστηρίου ευρίσκετο μια τεραστία κυκλική δεξαμενή ύδατος, που ελέγετο «χυτή θάλασσα», διαμέτρου δεκαπέντε ποδών και ύψους επτάμισυ ποδών, στηριζομένη σε δώδεκα μορφές βοών, κάθε τριάς από τους οποίους ήταν εστραμμένη προς μια διαφορετική διεύθυνσι. (1 Βασ. 7:23-26) Το θυσιαστήριον, ενώπιον του οποίου προσηυχήθη ο Σολομών, αναμφιβόλως έστεκε στην ακριβή θέσι όπου ο Δαβίδ είχε κτίσει το θυσιαστήριό του. Ήταν τριάντα ποδών τετράπλευρο και δεκαπέντε ποδών ύψους. (2 Χρον. 4:1-5) Πάνω σ’ αυτό είχε γίνει μια μεγάλη θυσία στη μέρα εκείνη των εγκαινίων. Ο Θεός τότε έδειξε την επιδοκιμασία του για τον ναό:
«Και αφού ετελείωσεν ο Σολομών προσευχόμενος, κατέβη το πυρ εκ του ουρανού, και κατέφαγε τα ολοκαυτώματα και τας θυσίας· και δόξα του Ιεχωβά ενέπλησε τον οικον. Και δεν ηδύναντο οι ιερείς να εισέλθωσιν εις τον οίκον του Ιεχωβά, διότι δόξα του Ιεχωβά ενέπλησε τον οίκον του Ιεχωβά. Πάντες δε οι υιοί Ισραήλ, βλέποντες το πυρ καταβαίνον και την δόξαν του Ιεχωβά επί τον οίκον, έπεσον κατά πρόσωπον επί την γην, επί το λιθόστρωτον, και προσεκύνησαν, και εδόξασαν τον Ιεχωβά, λέγοντες, Ότι είναι αγαθός· ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού.»—2 Χρον. 7:1-3, ΜΝΚ.
Μήπως ήταν ο Σολομών ο υποσχεμένος που θα κατείχε την αιώνια βασιλεία; Όχι, αλλ’ ως κληρονόμος του Δαβίδ εξεικόνιζε επακριβώς τη βασιλεία του μονίμου Κληρονόμου, στο οικοδομικό πρόγραμμα που διεξήγαγε για να εξυψώση το όνομα του Ιεχωβά και να φέρη ευημερία κι ευτυχία στους υπηκόους του μέσω δικαίας βασιλείας και προαγωγής της λατρείας του Ιεχωβά.
Στη διάρκεια των επομένων δεκατριών ετών ο Βασιλεύς Σολομών κατοικούσε στο ανάκτορό του στην πόλι Δαβίδ επάνω στο Όρος Σιών, σε απόστασι ημίσεως περίπου μιλίου από τον ναό που ήταν στο Όρος Μοριά, ενώ διεξήγε ένα κυβερνητικό οικοδομικό πρόγραμμα. Προέβη στην ανέγερσι ενός νέου βασιλικού ανακτόρου πάνω στο Όρος Μοριά, αμέσως νοτίως του ναού, αλλά σε χαμηλότερο έδαφος. Νοτίως αυτού έκτισε τη Στοά του Θρόνου, τη Στοά των Στύλων και τον Οίκον του Δάσους του Λιβάνου.—1 Βασ. 7:1-7.
Ο Σολομών τότε εβασίλευσε από το Όρος του Ναού, το όρος Μοριά. Η σύζυγός του, θυγάτηρ του Φαραώ, μετεκόμισε, επίσης, σ’ ένα νέο οίκο που είχε κτισθή γι’ αυτήν· δεν της επετράπη να κατοική «εν τω οίκω Δαβίδ του Βασιλέως του Ισραήλ, επειδή το μέρος, όπου η κιβωτός του Ιεχωβά εισήλθεν, είναι άγιον,» όπως είπε ο Βασιλεύς Σολομών.—2 Χρον. 8:11, ΜΝΚ· 1 Βασ. 3:1· 7:8· 9:24.
ΕΥΛΟΓΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΟΕΣΚΙΑΣΘΗΣΑΝ
Τόση ήταν η ωραιότης και το μεγαλείο των κτισμάτων του Σολομώντος και όλων των διατάξεων που έπρεπε να τυγχάνουν φροντίδος, ώστε άφηναν άπνουν τον παρατηρητή, όπως στην περίπτωσι της επισκεπτρίας βασιλίσσης της Σεβά. (1 Βασ. 10:1-5) Η μακρά βασιλεία του Σολομώντος ήταν βασιλεία δόξης, ειρήνης κι ευημερίας. Οι υπήκοοί του έγιναν πολλοί:
«Ο Ιούδας και ο Ισραήλ ήσαν πολυάριθμοι, ως η άμμος η παρά την θάλασσαν κατά το πλήθος, τρώγοντες, και πίνοντες, και ευθυμούντες. Κατώκει δε ο Ιούδας και ο Ισραήλ εν ασφαλεία, έκαστος υπό την άμπελον αυτού και υπό την συκήν αυτού, από [της πόλεως] Δαν έως Βηρ-σαβεέ, πάσας τας ημέρας του Σολομώντος.»—1 Βασ. 4:20, 25.
Αυτό όλο ήταν μια προφητική εικόνα. Στον Δαβίδ είχε δοθή μια διαθήκη για μια διαρκή βασιλεία που επρόκειτο να είναι της δικής του γενεαλογικής γραμμής. Ο Δαβίδ είχε πολλούς βασιλείς της γραμμής του που θα ενεθρονίζοντο, αλλ’ επρόκειτο να έλθη Ένας που θα ανελάμβανε μονίμως τη βασιλεία. Αυτός ήταν ο Μεγαλύτερος Σολομών, ο Χριστός Ιησούς. Η ειρηνική βασιλεία του Σολομώντος, στην οποίαν ο καθένας ήταν ευτυχής και κατοικούσε στη δική του μερίδα γης κι απελάμβανε τις ευλογίες της δικαίας διακυβερνήσεως, ήταν εξεικονιστική της βασιλείας του Ιησού Χριστού, του Μεγαλυτέρου Σολομώντος, του Σπέρματος της «γυναικός» του Θεού, του Άρχοντος της Ειρήνης. (Ματθ. 12:42· Ησ. 9:6, 7) Αυτός, λόγω της αθανασίας του, έχει διαρκή κατοχή της βασιλικής εξουσίας και θα την κρατήση για πάντα, ριζώνοντας τη γραμμή του Δαβίδ στον θρόνο για πάντα. Αλλ’ όσο γι’ αυτή την εξεικονιστική βασιλεία του Θεού και για το πώς αυτή συνεκρούσθη με την Ασσυρία, τη Δεύτερη Παγκόσμια Δύναμι, παρακαλείσθε να ιδήτε το επόμενο τεύχος μας.
[Χάρτης στη σελίδα 728]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
MORIAH
TEMPLE
Site of King’s Palace
ZION
CITY OF DAVID
Pool of Siloam
OPHEL
MILLO
Gihon
TYROPEAN VALLEY
KIDRON VALLEY
VALLEY OF HINNOM
En-rogel