-
Ενθυμείσθε;Η Σκοπιά—1975 | 1 Αυγούστου
-
-
● Στους συγχρόνους καιρούς με ποια πείρα των δούλων του Θεού αντιστοιχεί το εδάφιο Ψαλμός 91:7, «Χιλιάς θέλει πίπτει εξ αριστερών σου και μυριάς εκ δεξιών σου· πλην εις σε δεν θέλει πλησιάζει»;
Οι δούλοι του Θεού εξακολουθούν να βρίσκωνται σ’ έναν τόπο πνευματικής ασφαλείας, ενώ τα μέλη του Χριστιανικού κόσμου και το Ιουδαϊκό έθνος έχουν περιέλθει σε πνευματικό θάνατο, κι’ έχουν γίνει θύματα καταστάσεων όπως είναι ο υλισμός, ο εθνικισμός, η ειδωλοποίησις της επιστήμης, και άλλα.—Σελ. 156, 157, 180-182.
● Ποια συναισθήματα μπορούν να δείξουν ότι ένα άτομο δεν έχει κατ’ ανάγκην φθάσει στο σημείο να διαπράξη την ασυγχώρητη αμαρτία;
Αν έχη μια ειλικρινή επιθυμία να μετανοήση και επιθυμή πραγματικά να κάνη ό,τι είναι ορθό.—Σελ. 231.
● Μολονότι οι άνθρωποι μπορούν να θανατώσουν το σώμα, εν τούτοις, τι είναι η «ψυχή» που δεν μπορούν να θανατώσουν;—Ματθ. 10:28.
Δεν μπορούν να καταστρέψουν το Θεόδοτο δικαίωμα ενός ανθρώπου να είναι μια ζώσα ύπαρξις.—Σελ. 423.
● Γιατί δεν ήταν αναγκαίο στην πρώτη περίοδο της ιστορίας του ανθρώπου να υπάρχουν νόμοι σχετικά με τον γάμο μεταξύ στενών συγγενών;
Επειδή οι άνθρωποι ευρίσκοντο πλησιέστερα στην τελειότητα, αντιμετώπιζαν σε μικρότερο βαθμό τον κίνδυνο να γεννήσουν τέκνα με έντονες δυσμορφίες.—Σελ. 267.
● Τι ήταν «μυστήριον» σχετικά με την «ευσέβεια;»
Μετά τον στασιασμό του Αδάμ, ηγέρθη ένα ερώτημα σχετικά με το ποιος άνθρωπος θα μπορούσε να διακρατήση τελεία ευσέβεια. Μέχρι τον καιρό που εμφανίσθηκε ο Ιησούς Χριστός στην επίγεια σκηνή, η απάντησις σ’ αυτό το ερώτημα εξακολουθούσε να είναι ένα μυστήριον, γνωστό μόνον στον Θεό.—Σελ. 311, 312.
● Γιατί η Γραφή σαν σύνολο είναι ο «λόγος» του Θεού ή ένα άγγελμα από τον Θεό;
Ό,τι υπάρχει σ’ αυτήν έχει γραφή με την κατεύθυνσι του πνεύματος του Θεού και γι’ αυτό εξυπηρετεί τον σκοπό του Θεού και παρουσιάζει τα ζητήματα με βάσι τα γεγονότα.—Σελ. 338.
● «Ποιος είναι ο Ιεχωβά,» ώστε να τον λατρεύουν όλοι;
Ο Ιεχωβά είναι ο Θεός του Κυρίου Ιησού Χριστού, στου οποίου τα χέρια έχει εμπιστευθή την Μεσσιανική βασιλεία. Έτσι, αν θέλωμε να ωφεληθούμε από τη διακυβέρνησι αυτής της βασιλείας, πρέπει να λατρεύωμε τον παγκόσμιο Κυρίαρχο, τον Δημιουργό μας.—Σελ. 251.
-
-
Ερωτήσεις από ΑναγνώσταςΗ Σκοπιά—1975 | 1 Αυγούστου
-
-
Ερωτήσεις από Αναγνώστας
● Το εδάφιον Αποκάλυψις 20:5 λέγει: «Οι δε λοιποί των νεκρών δεν ανέζησαν εωσού πληρωθώσι τα χίλια έτη.» Μήπως αυτό το εδάφιο θέλει να πη ότι η ανάστασις θα λάβη χώραν μετά την χιλιετή βασιλεία του Χριστού;—Εκουαδόρ.
Όχι, αυτό το εδάφιο δεν πρέπει να εννοηθή με αυτόν τον τρόπο.
Υπάρχει μάλιστα και κάποια αβεβαιότης για το αν αυτά τα λόγια πραγματικά υπήρχαν σε ό,τι είχε γράψει αρχικά ο Ιωάννης. Συγκεκριμένα δεν βρίσκονται στο Σιναϊτικό χειρόγραφο του τετάρτου αιώνος. Αυτά τα λόγια, αν υπήρχαν στο αρχικό κείμενο, πρέπει ωστόσο να εξετασθούν στο φως των συμφραζομένων και του υπολοίπου των Αγίων Γραφών.
Η Αποκάλυψις 20:4-6 λέγει: «Και είδον θρόνους· και εκάθισαν επ’ αυτών, και κρίσις εδόθη εις αυτούς· και είδον τας ψυχάς των πεπελεκισμένων διά την μαρτυρίαν του Ιησού, και διά τον λόγον του Θεού, και οίτινες δεν προσεκύνησαν το θηρίον, ούτε την εικόνα αυτού· και δεν έλαβον το χάραγμα επί το μέτωπον αυτών επί την χείρα αυτών και έζησαν και εβασίλευσαν μετά του Χριστού τα χίλια έτη. Οι δε λοιποί των νεκρών δεν ανέζησαν εωσού πληρωθώσι τα χίλια έτη· αύτη είναι η ανάστασις η πρώτη. Μακάριος και άγιος όστις έχει μέρος εις την πρώτην ανάστασιν.»
Προφανώς, εκείνοι που έχουν μέρος στην «πρώτην ανάστασιν» έρχονται σε ζωή πριν από το τέλος της χιλιετούς βασιλείας, διότι ενώνονται με τον Κύριόν των στη βασιλεία στη διάρκεια εκείνης της περιόδου. Αλλά εκείνοι που δεν έχουν την «πρώτην ανάστασιν,» την ανάστασι σε ουράνια ζωή, λέγεται γι’ αυτούς ότι δεν ‘ανέζησαν ώσπου να συμπληρωθούν τα χίλια έτη.’ Το ζήτημα είναι: Μήπως αυτό το «δεν ανέζησαν» αναφέρεται στην ανάστασί των;
Όχι· αν εξετασθή από τα συμφραζόμενα, και στο φως των άλλων Γραφικών εδαφίων, γίνεται σαφές ότι δεν είναι έτσι. Η Αποκάλυψις 20:11-13, περιγράφοντας την ανάστασι, λέγει: «Και είδον θρόνον λευκόν μέγαν, και τον καθήμενον επ’ αυτού, από προσώπου του οποίου έφυγεν η γη και ο ουρανός· και δεν ευρέθη τόπος δι’ αυτά· και είδον τους νεκρούς
-