-
Η Βεβήλωσίς του Φέρνει το Τέλος ενός Κόσμου«Αγιασθήτω το Όνομά Σου»
-
-
προς τιμήν του Ιεχωβά Θεού, αλλά προς τιμήν του γιου του Ενώχ. Ο τετρακισέγγονος του Κάιν, ο Λάμεχ, απεμακρύνθη από τον παραδεισιακό κανόνα γάμου κι ενυμφεύθη δύο γυναίκες, την Αδά και τη Σιλλά. Όμοια με τον προπάτορά του, τον Κάιν, ο Λάμεχ εφόνευσε ένα νεανία και κατόπιν ειδοποίησε όλους να μη προβούν σε εκδίκησι εναντίον του, απειλώντας τους με ενδεκαπλασία ποινή.—Γένεσις 4:9-24.
11. Ποιος περιλαμβάνεται πρώτος στο ‘νέφος μαρτύρων,’ για το οποίο γίνεται λόγος εις Εβραίους 12:1, και έτσι ποιοι σήμερα δεν αποτελούν ένα απλούν θρησκευτικό δόγμα σ’ αυτόν τον αιώνα;
11 Όταν εδολοφονήθη ο Άβελ, εφαίνετο ότι δεν υπήρχε άλλος άνθρωπος στη γη που να είχε τότε έκδηλη την επιδοκιμασία του Θεού. Ο Άβελ είναι ο πρώτος στον μακρό κατάλογο ονομάτων, στον οποίον αναφέρεται το δωδέκατο κεφάλαιο της προς Εβραίους επιστολής με τα εξής ενθαρρυντικά λόγια: «Λοιπόν και ημείς, περικυκλωμένοι όντες υπό τοσούτου νέφους μαρτύρων, ας απορρίψωμεν παν βάρος και την ευκόλως εμπεριπλέκουσαν ημάς αμαρτίαν, και ας τρέχωμεν μεθ’ υπομονής τον προκείμενον εις ημάς αγώνα.» (Εβραίους 12:1) Έτσι, ο Άβελ είναι ο πρώτος που μνημονεύεται από αυτό το τόσο μέγα ‘νέφος μαρτύρων.’ Τούτο σημαίνει ότι ο Άβελ ήταν ο πρώτος επιδοκιμασμένος μάρτυς του Ιεχωβά Θεού στη γη, και ότι το ‘τοσούτον νέφος μαρτύρων’ που περιεκύκλωνε τους εξ Εβραίων Χριστιανούς στις ημέρες των δώδεκα αποστόλων, άρχισε να σχηματίζεται με τον Άβελ, τον πρώτο μάρτυρα. Ο Άβελ είναι ο πρώτος της μακράς σειράς μαρτύρων του Ιεχωβά, που συνεχίσθηκε δια μέσου χιλιετηρίδων έως σήμερα. Έτσι, λοιπόν, οι μάρτυρες του Ιεχωβά δεν αποτελούν ένα απλούν φαινόμενον ή θρησκευτικό δόγμα που διεμορφώθη στον παρόντα εικοστόν αγώνα.—Εβραίους 11:4-40· Ησαΐας 43:10-12.
12. Ποιος έλαβε τη θέσι του Άβελ, και έτσι από ποιον ξεκινά η γραμμή καταγωγής προς το υποσχεμένο σπέρμα;
12 Στην οικογένεια του Αδάμ εφάνη ότι ήταν κατάλληλο να υπάρχη κάποια αντικατάστασις του επιδοκιμασμένου, θεοσεβούς Άβελ. Προφανώς, λίγο μετά τον θάνατο του Άβελ έλαβε χώραν αυτό που αναγράφεται στη Γένεσι 4:25: «Εγνώρισε δε πάλιν ο Αδάμ την γυναίκα αυτού, και εγέννησεν υιόν, και εκάλεσε το όνομα αυτού Σηθ, λέγουσα, Ότι έδωκεν εις εμέ ο Θεός άλλο σπέρμα αντί του Άβελ, τον οποίον εφόνευσεν ο Κάιν.» Πόσων ετών ήταν ο Αδάμ τότε; Η Γένεσις 5:3-5 απαντά: «Έζησε δε ο Αδάμ εκατόν τριάκοντα έτη, και εγέννησεν υιόν κατά την ομοίωσιν αυτού, κατά την εικόνα αυτού, και εκάλεσε το όνομα αυτού Σηθ· και έγειναν αι ημέραι του Αδάμ, αφού εγέννησε τον Σηθ, οκτακόσια έτη· και εγέννησεν υιούς και θυγατέρας· και έγειναν πάσαι αι ημέραι του Αδάμ, τας οποίας έζησεν, εννεακόσια τριάκοντα έτη· και απέθανε.» Λόγω της ηλικίας που είχε ο Αδάμ όταν εγέννησε τον Σηθ, μετά τον βίαιο θάνατο του Άβελ, υποτίθεται ότι ο Άβελ θα ήταν περίπου εκατό ετών ηλικίας στον θάνατό του. Σε αρμονία με την αντικατάστασι του Άβελ δια του Σηθ, η μακρά γραμμή καταγωγής προς την ανθρώπινη γέννησι του υποσχεμένου Σπέρματος της «γυναικός» του Θεού ξεκινά από τον Σηθ, όχι από τον Άβελ, μολονότι ο Σηθ δεν κατονομάζεται ως μάρτυς του Ιεχωβά στην προς Εβραίους επιστολή, κεφάλαιο ενδέκατο.—Λουκάς 3:23-38.
13. Τι άρχισε στις ημέρες του γυιου του Σηθ, και γιατί αυτό δεν ήταν για τη σωτηρία της ανθρωπίνης οικογενείας;
13 Ο Σηθ είχε ένα γυιο, στις ημέρες του οποίου άρχισε κάτι που θ’ απέβαινε καταστρεπτικό στον αρχαίο εκείνο κόσμο. «Και έζησεν ο Σηθ εκατόν πέντε έτη, και εγέννησε τον Ενώς.» (Γένεσις 5:6) Αυτό, όμως, έγινε διακόσια τριάντα πέντε χρόνια μετά τη δημιουργία του Αδάμ. Ποιο ήταν το κακό, που ήλθε τώρα σε ύπαρξι; Ήταν μια αξιοσημείωτη βεβήλωσις του ονόματος του Θεού. Το αναγράφει η Γένεσις 4:26 (ΜΝΚ): «Και εις τον Σηθ ομοίως εγεννήθη υιός· και εκάλεσε το όνομα αυτού Ενώς. Τότε έγεινεν αρχή να ονομάζωνται με το όνομα του Ιεχωβά.» Αυτό δεν ήταν επίκλησις στον Θεό με αγνή λατρεία για τη σωτηρία της ανθρωπίνης οικογενείας. Όχι· διότι, πριν από εκατόν πέντε και πλέον χρόνια, ο Άβελ είχε αρχίσει να επικαλήται το όνομα του Θεού ως μάρτυς του Ιεχωβά, και υπέστη μαρτύριο γι’ αυτό.
14. Τι πραγματικά είχε αρχίσει στις ημέρες του Ενώς, και γιατί αυτό επέφερε περαιτέρω καταδίκη στους ανθρώπους αν και δεν υπήρχαν τότε οι δέκα εντολές;
14 Γι’ αυτό, εκείνο που είχε αρχίσει στις ημέρες του Ενώς, εγγόνου του Αδάμ, ήταν μια ψευδής μορφή λατρείας, στην οποία το όνομα του Ιεχωβά εχρησιμοποιείτο κακώς, ή εφηρμόζετο ακατάλληλα. Οι άνθρωποι είτε εφήρμοζαν το όνομά Του στους εαυτούς των είτε σε άλλους ανθρώπους, μέσω των οποίων ισχυρίζοντο ότι επλησίαζαν τον Θεό για λατρεία· ή εφήρμοζαν το όνομά Του σε ειδωλικά αντικείμενα ως ορατά, απτά βοηθήματα στην προσπάθειά τους να λατρεύσουν τον αόρατο Θεό. Στην αρχαιότατη εκείνη εποχή, φυσικά, δεν είχαν τις Δέκα Εντολές, που τους απαγόρευαν να έχουν οποιονδήποτε άλλο Θεό εκτός από τον Ιεχωβά, ή τους απαγόρευαν να κάνουν ομοιώματα για ειδωλολατρία, ή τους απαγόρευαν να λαμβάνουν τα όνομα του Θεού επί ματαίω. Παρά τα γεγονός αυτό, τα πράγματα εκείνα ήσαν κακά και ασεβή στις ημέρες του Ενώς, κι επέφεραν περαιτέρω καταδίκη από τον Θεό.
15. Ποιον ήγειρε ο Θεός για να διαμαρτυρηθή για μια τέτοια ‘ονομασία με το όνομα του Ιεχωβά’ και για ποιο πράγμα διεκρίθη ο Ενώχ κάτω από εκείνες τις συνθήκες;
15 Αυτή η βλάσφημη ονομασία «με το όνομα του Ιεχωβά» δεν είχε ως αποτέλεσμα μια πραγματική επιστροφή σ’ αυτόν. Επέφερε τη θρησκευτική εξαθλίωσι του λαού. Ο Αδάμ, που έζησε ανάμεσα σ’ αυτή επί εξακόσια ή και περισσότερα χρόνια, δεν την εσταμάτησε ή δεν μπορούσε να τη σταματήση. Οι άνθρωποι έγιναν τόσο ασεβείς, ώστε ο Θεός ήγειρε έναν προφήτη για να διαμαρτυρηθή γι’ αυτή την κατάστασι, τον Ενώχ, έβδομο στη γενεαλογική γραμμή από τον Αδάμ, ο οποίος ζούσε ακόμη. Αν όλοι οι άνθρωποι που ‘ωνομάζοντο με το όνομα του Ιεχωβά’ περιεπάτουν μαζί του, τότε δεν θα υπήρχε λόγος να ξεχωρισθή ο Ενώχ ότι το έπραττε αυτό. Το Βιβλικό αποδεικτικό έγγραφο, που είναι γνωστό ως η «γενεαλογία [ιστορία, ΜΝΚ] του Νώε» ξεχωρίζει τον Ενώχ, λέγοντας: «Και έζησεν ο Ενώχ εξήκοντα πέντε έτη, και εγέννησε τον Μαθουσάλα· και περιεπάτησεν ο Ενώχ μετά του Θεού, αφού εγέννησε τον Μαθουσάλα, τριακόσια έτη, και εγέννησεν υιούς και θυγατέρας· και έγειναν πάσαι αι ημέραι του Ενώχ τριακόσια εξήκοντα πέντε έτη. Και περιεπάτησεν ο Ενώχ μετά του Θεού, και δεν ευρίσκετο πλέον· διότι μετέθεσεν αυτόν ο Θεός.» (Γένεσις 5:21-24· 6:9) Ο Θεός μετέθεσε τον Ενώχ εξήντα εννέα χρόνια προτού γεννηθή ο ιστορικός και προφήτης Νώε, προτού αρχίση η περίοδος που είναι γνωστή ως «ημέραι του Νώε.»—Ματθαίος 24:37.
16. (α) Μεταξύ ποιων μνημονεύεται ο Ενώχ εις Εβραίους 11:5, 6; (β) Τι είχε ο Ενώχ και δεν είχαν οι άνθρωποι που ‘ωνομάζοντο με το όνομα του Ιεχωβά,’ και γιατί ανεδείχθη ως προφήτης;
16 Ο Ενώχ κατονομάζεται δεύτερος στον κατάλογο των μαρτύρων του Ιεχωβά που δίδεται στην επιστολή προς Εβραίους, κεφάλαιο ενδέκατο. Αφού ο κατάλογος ανέφερε πρώτα τον Άβελ, κατόπιν λέγει: «Δια πίστεως μετετέθη ο Ενώχ δια να μη ίδη θάνατον, και δεν ευρίσκετο, διότι μετέθεσεν αυτόν ο Θεός· επειδή προ της μεταθέσεως αυτού εμαρτυρήθη ότι ευηρέστησεν εις τον Θεόν. Χωρίς δε πίστεως αδύνατον είναι να ευαρεστήση τις εις αυτόν.» (Εβραίους 11:5, 6) Προφανώς, στην εποχή του Ενώχ, οι άνθρωποι, που ‘ωνομάζοντο με το όνομα του Ιεχωβά,’ δεν είχαν πίστι και δεν Τον ευαρεστούσαν. Επειδή ήσαν ειδωλολάτραι και ασεβείς, ο Ενώχ, ο οποίος πραγματικά περιεπάτησε με τον αληθινό Θεό, εχρησιμοποιήθη ως προφήτης για να καταγγείλη αυτούς τους ψευδείς θρησκευομένους και να τους προειδοποιήση για την επερχομένη κρίσι.
17. (α) Ποια πληροφορία έδωσε ο Ιούδας σχετικά με τον Ενώχ; (β) Με ποιον τρόπο μετετέθη ο Ενώχ για να μη ιδή θάνατον;
17 Ο Χριστιανός μαθητής Ιούδας μάς δίνει αυτή την πληροφορία, λέγοντας: «Ουαί εις αυτούς· διότι περιεπάτησαν εις την οδόν του Κάιν, . . . Προεφήτευσε δε περί τούτων και ο Ενώχ έβδομος από Αδάμ, λέγων, “Ιδού, ήλθεν ο Ιεχωβά με μυριάδας αγίων αυτού, δια να κάμη κρίσιν, κατά πάντων, και να ελέγξη πάντας τους ασεβείς εξ αυτών, δια πάντα τα έργα της ασεβείας αυτών τα οποία έπραξαν, και δια πάντα τα σκληρά τα οποία ελάλησαν κατ αυτού αμαρτωλοί ασεβείς”.» (Ιούδας 11, 14, 15, ΜΝΚ) Οι δήθεν θρήσκοι πρέπει να επιθυμούσαν να θανατώσουν τον Ενώχ, ακριβώς όπως ο Κάιν εφόνευσε τον Άβελ. Αλλά κάθε τέτοια απόπειρα κατά της ζωής του Ενώχ προελήφθη με τη μετάθεσί του από τον Θεό, κι έτσι οι ψευδολάτρεις εκείνοι που είχαν πονηρά σχέδια κατά της ζωής του Ενώχ δεν μπορούσαν να τον εύρουν. Ο Θεός δεν μετέθεσε τον Ενώχ στον ουρανό. (Ιωάννης 3:13) Ο Ενώχ πέθανε όπως όλοι οι άλλοι απόγονοι του αμαρτωλού Αδάμ, που πεθαίνουν· αλλ’ ο Ενώχ δεν εγνώριζε ότι πέθαινε σε ηλικία τριακοσίων εξήντα πέντε ετών, μια συγκριτικώς νεαρή ηλικία σ’ εκείνη την εποχή, αφού ο Μαθουσάλας, ο γυιος του Ενώχ, έζησε εννεακόσια εξήντα εννέα χρόνια. (Γένεσις 5:25-27) Αλλ’ ενώ ο Ενώχ ήταν σε έκστασι, είδε ένα όραμα του ερχομένου νέου κόσμου, στον οποίον «ο θάνατος δεν θέλει υπάρχει πλέον,» στη διάρκεια δε του οράματος αυτού ο Θεός περιέκοψε τη ζωή του Ενώχ και μετέθεσε το νεκρό του σώμα εκεί όπου δεν μπορούσαν να το εύρουν οι θρησκευτικοί εχθροί του. Ο Ενώχ, με το να είναι ένας από τους πρώτους μάρτυρας του Ιεχωβά, περιπατώντας με τον αληθινό Θεό, εχρησίμευσε ως παράδειγμα στον δισέγγονό του Νώε.
18. (α) Πώς ο Θεός έδειξε στις ημέρες του Νώε ότι θα προέβαινε σε μια αλλαγή ενεργείας σ’ ένα ωρισμένο καιρό; (β) Πώς ελάτρευε ο Νώε τον Θεό σε αντίθεσι με τους συγχρόνους του;
18 Εξήντα εννέα χρόνια μετά τη μετάθεσι του Ενώχ, ο Λάμεχ, ο γυιος του Μαθουσάλα, εγέννησε τον Νώε. Αλλ’ οι θρησκευτικές συνθήκες γης δεν εβελτιώθησαν. Η βεβήλωσις του ονόματος του Ιεχωβά συνεχίσθηκε και διαδόθηκε. Στη διάρκεια των ημερών του Νώε κι εκατόν είκοσι χρόνια πριν από την καταστρεπτική κρίσι που εχαρακτήρισε τις ημέρες του Νώε, «ο Ιεχωβά είπε, Δεν θέλει καταμείνει πάντοτε το πνεύμα μου μετά του ανθρώπου, διότι είναι σαρξ· αι ημέραι αυτού θέλουσιν είσθαι ακόμη εκατόν είκοσι έτη.» (Γένεσις 6:3, ΜΝΚ) Αυτή η έκφρασις εσήμαινε μια αλλαγή ενεργείας από μέρους του Ιεχωβά έναντι του ανθρώπου, που θα τον δικαιολογούσε ή θα τον εδικαίωνε εφόσον Αυτός είναι πνεύμα, οι δε άνθρωποι είναι απλώς σάρκινοι. Αυτή η αλλαγή ενεργείας από μέρους του μεγάλου Πνεύματος, του Ιεχωβά, επρόκειτο να επέλθη ύστερ’ από εκατόν είκοσι χρόνια. Αλλ’ αυτή η γενναιόφρων παραχώρησις χρόνου ήταν ένδειξις μεγάλης υπομονής από μέρους του Ιεχωβά, εφόσον ήδη επί τόσον μακρό χρονικό διάστημα οι άνθρωποι γενικά δεν τον ελάτρευαν με τρόπο άξιο του ονόματός του. Όπως είπε ο ίδιος ο Υιός του Θεού ύστερ’ από δύο χιλιάδες και πλέον χρόνια στη διάρκεια μιας συζητήσεως λατρείας: «Ο Θεός είναι πνεύμα· και οι προσκυνούντες αυτόν, εν πνεύματι και αληθεία πρέπει να προσκυνώσι.» (Ιωάννης 4:24) Αυτός ήταν ο τρόπος, με τον οποίον τον ελάτρευε ο Νώε, διότι «ο Νώε ήτο άνθρωπος δίκαιος, τέλειος μεταξύ των συγχρόνων αυτού· μετά του Θεού περιεπάτησεν ο Νώε.»—Γένεσις 6:9.
19, 20. (α) Πώς μερικοί στις ημέρες του Νώε έκαναν όνομα για τον εαυτό τους; (β) Πώς αυτοί ήλθαν σε ύπαρξι;
19 Στην εποχή του Νώε υπήρχαν επάνω στη γη άνθρωποι, που έκαναν όνομα για τον εαυτό τους με ανθρώπους, όχι με τον Θεό. Γι’ αυτό και τα ονόματά τους δεν διεφυλάχθησαν όπως το όνομα του Νώε ως την εποχή μας. Αυτοί ήσαν «άνδρες ονομαστοί,» ή, με περισσότερη κυριολεξία, άνδρες ονόματος. Αυτό ωφείλετο στην ειδική δύναμί τους. Η «ιστορία του Νώε» τους ονομάζει γκιμπορείμ, δηλαδή, «ισχυρούς.» Σε τι ενέκειτο το μυστικό της μεγάλης δυνάμεώς των; Στο ότι αυτοί είχαν γεννηθή από γάμο μεταξύ ουρανίων αγγέλων και ωραίων θυγατέρων ανθρώπων. Άνδρες ή γυναίκες δεν πήγαν στον ουρανό να ενωθούν με αγγέλους. Το αντίθετο έλαβε χώραν. Η «ιστορία του Νώε» αφηγείται με τα εξής λόγια τι συνέβη:
20 «Και ότε ήρχισαν οι άνθρωποι να πληθύνωνται επί του προσώπου της γης, και θυγατέρες εγεννήθησαν εις αυτούς, ιδόντες οι υιοί του Θεού τας θυγατέρας των ανθρώπων, ότι ήσαν ωραίαι, έλαβον εις εαυτούς γυναίκας εκ πασών όσας έκλεξαν. . . . Κατ’ εκείνας τας ημέρας ήσαν οι γίγαντες επί της γης, και έτι, ύστερον αφού οι υιοί του Θεού εισήλθον εις τας θυγατέρας των ανθρώπων, και αύται ετεκνοποίησαν εις αυτούς· εκείνοι ήσαν οι δυνατοί, οι έκπαλαι άνδρες ονομαστοί [κατά κυριολεξίαν, άνδρες του ονόματος].»—Γένεσις 6:1-4, 9.
21. Πώς το λεξικό του Ουέμπστερ ορίζει αυτούς τους Νεφιλείμ, και τι σημαίνει αυτή η Εβραϊκή λέξις;
21 Το ασυντόμευτο διεθνές λεξικό του Ουέμπστερ αποκαλεί τους Νεφιλείμ αυτούς φυλήν γιγάντων ή ημιθέων, δηλαδή, ημιθεϊκά όντα ως το σπέρμα μιας θεότητος κι ενός θνητού ανθρώπου, εθεωρούντο δε ότι κατείχαν λιγώτερη δύναμι από ένα θεό. Η Εβραϊκή λέξις Νεφιλείμ κατά γράμμα σημαίνει «Καταρρίπτοντες,» δηλαδή, εκείνοι που καταρρίπτουν άλλους ή τους κάνουν με βία να καταπέσουν. Αυτοί οι Νεφιλείμ, αυτοί οι Καταρρίπτοντες, ήσαν οι δυνατοί, που έκαμαν τον εαυτό τους περίφημο. Οι μητέρες των ήσαν οι ωραίες θυγατέρες του αμαρτωλού ανθρωπίνου γένους, οι δε πατέρες των ήσαν οι «υιοί του αληθινού Θεού.»
22. Πώς ονομάζει το Αλεξανδρινό χειρόγραφο της Ελληνικής «Μεταφράσεως των Εβδομήκοντα» τους πατέρας των και ποιος ήταν ο κατάλληλος τόπος ζωής γι’ αυτούς τον οποίον εγκατέλειψαν;
22 Το Αλεξανδρινό χειρόγραφο (του πέμπτου αιώνος) της Ελληνικής μεταφράσεως των Εβδομήκοντα, των Εβραϊκών Γραφών, τους ονομάζει «αγγέλους του Θεού.» Ο απόστολος Πέτρος κι ο μαθητής Ιούδας συμφωνούν με αυτή την έννοια της εκφράσεως «οι υιοί του αληθινού Θεού.» Για τα αγγελικά πνεύματα ο κατάλληλος τόπος ζωής ήταν επάνω στον ουρανό στο πνευματικό βασίλειο, όπου ευρίσκοντο ακόμη και πριν από τη δημιουργία της γης μας. Γι’ αυτόν τον λόγο ο Ιεχωβά Θεός μπορούσε να ερωτήση τον υπομονητικό, Θεοφοβούμενο Ιώβ από τη γη Ουζ: «Πού ήσο ότε εθεμελίονον την γην; . . . Επί τίνος είναι εστηριγμένα τα θεμέλια αυτής; ή τις έθεσε τον ακρογωνιαίον λίθον αυτής, ότε τα άστρα της αυγής έψαλλον ομού, και πάντες οι υιοί του Θεού ηλάλαζον;» (Ιώβ 38:4-7) Αλλά μερικοί αγγελικοί υιοί του Θεού, αφού προσέβλεψαν με πόθο στις ωραίες θυγατέρες των ανθρώπων, επροτίμησαν να κατέλθουν εδώ στη γη και να έλθουν σε γαμήλιες σχέσεις με γυναίκες.
23. Τι αναφέρει ο Ιούδας 5-7 γι’ αυτούς τους αχαρίστους αγγέλους;
23 Η επιστολή του Ιούδα 5-7 (ΜΝΚ), μιλώντας για το πώς αυτοί εγκατέλειψαν το κατοικητήριό τους στην ουράνια οργάνωσι του Θεού κι επροτίμησαν τη γη ως τόπον διαμονής για να έχουν σαρκική επαφή με αμαρτωλές γυναίκες, λέγει: « Ο Ιεχωβά, αφού έσωσε τον λαόν εκ γης Αιγύπτου, απώλεσεν ύστερον τους μη πιστεύσαντας· και αγγέλους οίτινες δεν εφύλαξαν την εαυτών αξίαν, αλλά κατέλιπον το ίδιον αυτών κατοικητήριον, εφύλαξε με παντοτεινά δεσμά υποκάτω του σκότους, δια την κρίσιν της μεγάλης ημέρας· καθώς τα Σόδομα και τα Γόμορρα, και αι πέριξ αυτών πόλεις, εις την πορνείαν παροδοθείσαι κατά τον όμοιον με τούτους τρόπον, και ακολουθούσαι οπίσω άλλης σαρκός, πρόκεινται παράδειγμα.»
24. Με ποια λόγια ομιλεί ο Πέτρος στις δύο επιστολές του για τους ιδίους αυτούς αγγέλους;
24 Τα εδάφια 2 Πέτρου 2:4, 5, συνδέοντας τους αγγέλους αυτούς με τις ημέρες του Νώε, λέγουν: «Ο Θεός δεν εφείσθη αγγέλους αμαρτήσαντας, αλλά ρίψας αυτούς εις τον τάρταρον δεδεμένους με αλύσεις σκότους, παρέδωκε δια να φυλάττωνται εις κρίσιν· και . . . τον παλαιόν κόσμον δεν εφείσθη, αλλά φέρων κατακλυσμόν επί τον κόσμον των ασεβών, εφύλαξεν όγδοον τον Νώε, κήρυκα της δικαιοσύνης.» Ο Πέτρος, επίσης, αναφέρεται σ’ εκείνους τους αγγέλους που είναι στον Τάρταρο ως «τα πνεύματα τα εν τη φυλακή, τα οποία ηπείθησαν ποτέ, ότε η μακροθυμία του Θεού επρόσμενε ποτέ αυτούς εν ταις ημέραις του Νώε.»—1 Πέτρου 3:19, 20.
25. Τι συνέβη στις σχέσεις αυτών των αγγέλων με τον Θεό και την οργάνωσί του, και ποιος έγινε άρχων των και κυβερνήτης των;
25 Όπως ο Διάβολος, ο Μέγας Όφις, έτσι κι εκείνοι οι απειθείς πνευματικοί άγγελοι, απώλεσαν την ιδιότητά των ως υιών του Θεού. Απεχωρίσθησαν από την πιστή ουράνια οργάνωσι του Θεού, την οποίαν Αυτός εχαρακτήρισε ως «γυναίκα» ή σύζυγό του στη Γένεσι 3:15, την οργάνωσι που θα ήταν μητέρα του Σπέρματος για τη συντριβή της κεφαλής του Όφεως και τον αγιασμό του ονόματος του Θεού. Λόγω της παρακοής των, οι πνευματικοί εκείνοι άγγελοι κατερρίφθησαν σε μια ταπεινωτική κατάστασι, που λέγεται Τάρταρος. Ετηρήθησαν σε σκότος ως προς τον σκοπό του Θεού και έξω από το φως της ευνοίας του, και δεν εχρησιμοποιούντο πλέον ως αγγελιαφόροι του Θεού. Επειδή δεν ήσαν πλέον υιοί του αληθινού Θεού, απετέλεσαν το αόρατο μέρος του «σπέρματος» του Μεγάλου Όφεως, του Διαβόλου. Κατεδικάσθησαν να καταστραφούν μαζί του από το Σπέρμα της «γυναικός» του Θεού. Δεν περιπατούσαν πια με τον αληθινό Θεό. Έγιναν οι υιοί ή τέκνα του Διαβόλου. Αυτός έγινε ο άρχων ή κυβερνήτης των, και αργότερα ωνομάσθη Βάαλ-ζεβούλ, ή, ‘Βέελ-ζεβούλ, ο άρχων των δαιμονίων.’—2 Βασιλέων 1:2, 3· Ματθαίος 12:24-27.
26. Ποιο πράγμα δεν είναι παράδοξο σχετικές με την ηθική επιρροή των υλοποιημένων εκείνων αγγέλων και σχετικά με τον τρόπο ενεργείας των υιών των;
26 Δεν είναι, λοιπόν, καθόλου παράδοξο ότι η ηθική επιρροή εκείνων των υλοποιημένων αγγελικών υιών του Θεού ήταν κακή για τους ανθρώπους της εποχής του Νώε, και ότι οι δυνατοί γυιοι των δεν εσέβοντο το άγιον όνομα του Θεού, αλλ’ έκαμαν ονόματα για τους εαυτούς των, ανταγωνιζόμενοι το όνομα του Θεού, του Θεού του Νώε!
27. Γιατί και πώς μετεμελήθη ο Θεός για το ότι έκαμε τον άνθρωπο, αλλά ποιον ευηρεστήθη να σώση;
27 Η «ιστορία του Νώε» αναφέρει: «Είδεν ο Ιεχωβά ότι επληθύνετο η κακία του ανθρώπου επί της γης, και πάντες οι σκοποί των διαλογισμών της καρδίας αυτού ήσαν μόνον κακία πάσας τας ημέρας.» Ο Ιεχωβά «μετεμελήθη» για το ότι έκαμε τον άνθρωπον, με την έννοια ότι το γεγονός ότι έπλασε τον άνθρωπο του έφερε λύπη και το ότι με βέβηλο τρόπο ‘ωνομάζοντο με το όνομα του Ιεχωβά’ τον έθλιψε βαθιά. Και τώρα, επίσης, η σκέψις τού να καταστρέψη αυτούς σε μια παγκόσμια καταστροφή δεν έφερε πραγματική ευχαρίστησι στην καρδιά του: «Μήπως εγώ θέλω τωόντι τον θάνατον του ανόμου, λέγει Ιεχωβά ο Θεός, και ουχί το να επιστρέψη από των οδών αυτού και να ζήση;» (Ιεζεκιήλ 18:23, ΜΝΚ) Αλλ’ ο Νώε ήταν μια παρηγορία στην καρδιά του Θεού, και ο Θεός θα ευηρεστείτο να σώση τον Νώε και την οικογένειά του. «Ο δε Νώε εύρε χάριν ενώπιον του Ιεχωβά. Αύτη είναι η γενεαλογία (ιστορία, ΜΝΚ) του Νώε.»—Γένεσις 6:5-9.
28. Ποιους ωδήγησε ο Νώε να περιπατούν με τον Θεό, και ποιον σκοπό του απεκάλυψε ο Θεός στον Νώε;
28 Όταν ο Νώε έφθασε σε ηλικία πεντακοσίων ετών, ο Θεός άρχισε να τον ευλογή με τέκνα. Από τη μοναδική σύζυγό του απέκτησε τρεις γυιους, τον Σημ, τον Χαμ και τον Ιάφεθ. Αυτοί εμεγάλωσαν, κι ο Νώε ο πατέρας των εξέλεξε καλές συζύγους γι’ αυτούς. Ο Νώε τους ωδήγησε όλους να περιπατούν με τον αληθινό Θεό. Εκείνο τον καιρό, μόλις εκατό χρόνια πριν από την ερχόμενη παγκόσμια καταστροφή, ο Ιεχωβά Θεός απεκάλυψε στον Νώε τον σκοπό του να κατακλύση με νερό όλο το ανθρώπινο γένος εκτός από τον Νώε και την οικογένειά του.
29. Πώς εποτίζετο η γη εκείνον τον καιρό, και πώς εσκόπευε ο Θεός να βαπτίση τους ασεβείς ανθρώπους σε καταστροφή;
29 Εκείνο τον καιρό υπήρχε πολύ λιγώτερο νερό στη γη από όσο υπάρχει σήμερα. Με τη δύναμι του Θεού, από τη δεύτερη ημέρα της δημιουργίας, το περισσότερο νερό ήταν σε κατάστασι αιωρήσεως πολύ υπεράνω της γης και δεν είχε πέσει ακόμη ως βροχή ή βροχοθύελλα. Η γη εποτίζετο από ποταμούς κι από έναν υδρατμό, που ανήρχετο διαρκώς από τη γη. (Γένεσις 1:6-8· 2:5, 6, 10-14) Ο Νώε εγνώριζε το θαυμαστό αυτό γεγονός από το σύγγραμμα, που είναι γνωστό ως «γένεσις του ουρανού και της γης» και το οποίον φέρει την υπογραφή του Ιεχωβά Θεού. (Γένεσις 2:4) Ο Θεός καθώρισε τον χρόνον της πτώσεως των αιωρουμένων εκείνων υδάτων στο εξακοσιοστό έτος της ηλικίας του Νώε, αρχίζοντας σε μια ωρισμένη ημέρα και μια ωρισμένη ώρα, για να βαπτίση τους ασεβείς ανθρώπους σ’ έναν καταστροφικό κατακλυσμό. Ο Θεός είχε ειπεί στον Νώε πώς επρόκειτο να επιζήση από τον κατακλυσμό.
30. Τι εχρειάζετο λοιπόν ο Νώε, και γιατί η κατασκευή της θα εχρειάζετο πολλή επεξήγησι σ’ ένα κόσμο γεμάτο βία;
30 Ο Νώε εχρειάζετο ένα στεγασμένο πλωτό μέσον. Ο Θεός ο ίδιος κατέστρωσε τα σχετικά σχέδια. Σύμφωνα μ’ αυτά, ο Νώε έπρεπε να κατασκευάση ένα μεγάλο κιβώτιο ή κιβωτό, μήκους 450 ποδών, πλάτους 75 ποδών και ύψους 45 ποδών, με τρεις ορόφους εσωτερικώς, διαιρεμένους σ’ έναν αριθμό θαλάμων ή κελιών. Αυτή η κιβωτός έπρεπε να είναι τελείως υδατοστεγής κατόπιν επαλείψεως με πίσσα εσωτερικώς και εξωτερικώς. Όταν θα επερατούτο η κατασκευή της, με την εντολή του Θεού, θα εισήγοντο μέσα στην κιβωτό στα καθωρισμένα διαμερίσματά των είδη πτηνών, ζώων και ερπετών. Τελικά ο Νώε και η οικογένειά του έπρεπε να εισέλθουν κι αυτοί και να μείνουν μέσα. Αυτή η υπόθεσις εσήμαινε χρόνια εργασίας για τον Νώε και την οικογένειά του, κι έτσι το έργον ήταν τεράστιο. Ήταν ένα έργο διάφορο από κάθε άλλο προηγούμενο έργο στην ανθρώπινη ιστορία, και θα εγίνετο αντικείμενον ομιλίας σε όλο το ανθρώπινο γένος δια μέσου των ετών. Θα εχρειάζετο πολλή επεξήγησι από τον Νώε και την οικογένειά του, και μάλιστα σε καιρό, που η γη ήταν γεμάτη από βία.—Γένεσις 6:13-21.
31. Πώς ο Νώε επέδειξε ασυνήθη πίστι σχετικά μ’ αυτό;
31 Τι έκαμε ο Νώε; Μήπως φοβήθηκε τι θα έλεγαν οι γείτονες και τι θα εσκέπτετο ο κόσμος; Όχι! «Και έκαμεν ο Νώε κατά πάντα όσα προσέταξεν εις αυτόν ο Θεός· ούτως έκαμε.» (Γένεσις 6:22) Αυτό απαιτούσε έναν ασυνήθη βαθμό πίστεως, και ο Νώε την είχε.
32. Σε ποια θέσι κατατάσσεται ο Νώε στο ενδέκατο κεφάλαιο προς Εβραίους ως μάρτυς του Ιεχωβά και γιατί η πίστις του δεν κατέρρευσε στις σκωπτικές ερωτήσεις για το τι θα εγίνετο κατόπιν όλο το νερό του κατακλυσμού;
32 Το εδάφιον Εβραίους 11:7, κατατάσσοντας τον Νώε ως τον τρίτον επιφανή μάρτυρα του Ιεχωβά στην ιστορία, αναφέρει: «Δια πίστεως ο Νώε ειδοποιηθείς θεόθεν περί των μη βλεπομένων έτι, εφοβήθη, και κατεσκεύασε κιβωτόν προς σωτηρίαν του οίκου αυτού· δι’ ης κατέκρινε τον κόσμον, και έγεινε κληρονόμος της δια πίστεως δικαιοσύνης.» Η πίστις του Νώε δεν κατέρρευσε, αν άπιστοι άνθρωποι σκωπτικώς ρωτούσαν τι θα έκανε κατόπιν ο Θεός όλο το νερό, αν ο Θεός θα πλημμυρούσε ολόκληρη τη γη και θα έπνιγε κάθε ζωντανό πράγμα έξω από την κιβωτό. Ο Νώε είχε το έγγραφο της ‘γενέσεως του ουρανού και της γης.’ Απ’ αυτό εγνώριζε ότι μια φορά στο παρελθόν ολόκληρη η γη ήταν σκεπασμένη με ύδατα και την τρίτη ημέρα της δημιουργίας ο Θεός είπε: «Ας φανή η ξηρά,» και ότι ανεφάνη η ξηρά, πάνω στην οποία ζούσε κατόπιν ο κόσμος των ανθρώπων. Δεν θα ήταν διόλου αδύνατο για τον Παντοδύναμο Θεό να εκτελέση το ίδιο μετά τον επερχόμενο κατακλυσμό.—Γένεσις 1:9-13.
33. Πότε ο Νώε απεδείχθη «κήρυξ δικαιοσύνης» και πώς έδειξε ο Ιεχωβά ότι είναι ένας τέλειος Τηρητής του χρόνου;
33 Ο Νώε ήταν «κήρυξ δικαιοσύνης» προτού ακόμη αρχίση να κατασκευάζη την κιβωτό. Εξακολούθησε να κηρύττη δικαιοσύνη και μετά την έναρξι κατασκευής αυτής της κιβωτού της σωτηρίας, όχι διότι ο Ιεχωβά Θεός του έδωσε οποιαδήποτε ελπίδα να μεταστρέψη κάποιον έξω από την οικογένειά του και να σώση αυτόν τον προσήλυτο, εισάγοντάς τον στην κιβωτό με την οικογένειά του. (2 Πέτρου 2:5) Ο Νώε και η οικογένειά του, υπό την προστασία του Θεού στον τελευταίον εκείνον αιώνα του παλαιού κόσμου που εχαρακτηρίζετο από βία, ηθική εξαθλίωσι και την παρουσία απειθών υλοποιημένων αγγέλων και των δυνατών Νεφιλείμ, απεπεράτωσαν την κατασκευή της κιβωτού και την εφωδίασαν με τρόφιμα αρκετά για ένα μακρό κατακλυσμό. Η τελική εβδομάς άρχισε. Ο Ιεχωβά, ως ένας τέλειος Τηρητής του χρόνου, είπε τώρα στον Νώε: «Έτι μετά επτά ημέρας εγώ φέρω βροχήν επί της γης τεσσαράκοντα ημέρας και τεσσαράκοντα νύκτας· και θέλω εξαλείψει από προσώπου της γης παν ό,τι υπάρχει, το οποίον εποίησα.» Δεν υπήρχε καιρός για χάσιμο. Ο Νώε ενήργησε χωρίς καθυστέρησι.
34. Πώς τα ζώα, που επρόκειτο να σωθούν, εισήχθησαν στην κιβωτό, και πότε εισήλθε ο Νώε και η οικογένειά του στην κιβωτό για να κλεισθούν μέσα;
34 «Ήτο δε ο Νώε εξακοσίων ετών, ότε έγεινεν ο κατακλυσμός των υδάτων επί της γης. Και εισήλθεν ο Νώε, και οι υιοί αυτού, και η γυνή αυτού, και αι γυναίκες των υιών αυτού μετ’ αυτού, εις την κιβωτόν, εξ αιτίας των υδάτων του κατακλυσμού. Από των κτηνών των καθαρών, και από των κτηνών των μη καθαρών, και από των πτηνών, και από πάντων των ερπόντων επί της γης, δύο δύο εισήλθον προς τον Νώε εις την κιβωτόν, άρσεν και θήλυ, καθώς προσέταξεν ο Θεός εις τον Νώε. Και μετά τας επτά ημέρας, τα ύδατα του κατακλυσμού επήλθον επί της γης. Κατά την αυτήν ταύτην ημέραν εισήλθεν ο Νώε, και οι υιοί του Νώε, Σημ, και Χαμ, και Ιάφεθ, και η γυνή του Νώε, και αι τρεις γυναίκες των υιών αυτού μετ’ αυτών, εις την κιβωτόν· . . . Και έκλεισεν ο Ιεχωβά την κιβωτόν επάνω αυτού.»—Γένεσις 7:4-10, 13-16, ΜΝΚ.
35. Τι έκαμε τώρα ο Ιεχωβά, και πώς διεκρίθη από τους ειδωλολατρικούς θεούς των ανθρώπων;
35 Τότε Ιεχωβά Θεός εξετέλεσε την πρώτη του «βροχοποίησι» σχετικά με το ανθρώπινο γένος. Αφού έκλεισε τον Νώε και την οικογένειά του και τα διάφορα είδη των γηίνων πλασμάτων μέσα στην υδατοστεγή κιβωτό, απέλυσε τα ύδατα που ήσαν αιωρούμενα υπεράνω της γης επί πολλές χιλιάδες χρόνια. Κανείς από τους ειδωλολατρικούς θεούς των ασεβών ανθρώπων του προκατακλυσμιαίου αυτού κόσμου δεν είχε προείπει τη βροχή ούτε προειδοποίησε τους λάτρεις του. Ο Νώε κι η οικογένειά του θα μπορούσαν καλά να χρησιμοποιήσουν τα λόγια που εγράφησαν πολύ αργότερα: «Υπάρχει μεταξύ των ματαιοτήτων των εθνών διδούς βροχήν; ή οι ουρανοί δίδουσιν υετούς; Δεν είσαι συ αυτός ο δοτήρ, Ιεχωβά Θεέ ημών; Δια τούτο θέλομεν σε προσμένει· διότι συ έκαμες πάντα ταύτα.»—Ιερεμίας 14:22, ΜΝΚ.
36. Πώς ο Θεός έδωσε προειδοποίησι στους ανθρώπους για τον κατακλυσμό, και πώς αυτοί συμπεριεφέρθησαν απέναντι αυτής της προειδοποιήσεως;
36 Μέσω του Νώε και της οικογενείας του, ο Θεός, και προφορικώς και με την κατασκευή της κιβωτού, έδωσε υπομονητικά και επί πολλά χρόνια προειδοποίησι για τον κατακλυσμό στους ασεβείς· αλλ’ αυτοί δεν είχαν πίστι. Δεν συνεκινήθησαν από φόβο των «μη βλεπομένων έτι.» Γι’ αυτό δεν έδωσαν σημασία και δεν επρόσεξαν. Εξακολουθούσαν να ζουν όπως συνήθως, τρώγοντας και πίνοντας, νυμφεύοντας και νυμφευόμενοι. Οι υλοποιημένοι υιοί του Θεού εξακολουθούσαν ν’ απολαμβάνουν την έγγαμη ζωή τους με τις ωραίες θυγατέρες των ανθρώπων. Οι απόγονοί των οι Νεφιλείμ εξακολούθησαν να επιδεικνύουν τη δύναμί τους και να κάνουν ονόματα για τους εαυτούς των. (Λουκάς 17:26, 27) Έτσι, η μόνη θύρα της κιβωτού του Νώε έκλεισε αφήνοντάς τους έξω.
37. Πότε και πώς ήλθε ο κατακλυσμός, πότε απεσύρθησαν τα νερά και πότε εξηράνθη η γη;
37 «Το εξακοσιοστόν έτος της ζωής του Νώε, τον δεύτερον μήνα, την δεκάτην εβδόμην ημέραν του μηνός [δηλαδή, το πρώτο δεκαπενθήμερο του Νοεμβρίου], ταύτην την ημέραν εσχίσθησαν πάσαι αι πηγαί της μεγάλης αβύσσου, και οι καταρράκται των ουρανών ηνοίχθησαν. Και έγεινεν ο υετός επί της γης τεσσαράκοντα ημέρας και τεσσαράκοντα νύκτας. Και εκραταιούντο τα ύδατα, και επληθύνοντο σφόδρα επί της γης· και η κιβωτός εφέρετο επί της επιφανείας των υδάτων. Και τα ύδατα υπερεκραταιούντο σφόδρα επί της γης· και εσκεπάσθησαν πάντα τα όρη τα υψηλά τα υποκάτω παντός του ουρανού. Δεκαπέντε πήχας υπεράνω υψώθησαν τα ύδατα, και εσκεπάσθησαν τα όρη. Εκ πάντων των όντων επί της ξηράς, πάντα όσα είχον πνοήν ζωής εις τους μυκτήρας αυτών, απέθανον. Και εκραταιούντο τα ύδατα επί της γης εκατόν πεντήκοντα ημέρας. Και ενεθυμήθη ο Θεός τον Νώε, και πάντα τα ζώα, και πάντα τα κτήνη, τα μετ’ αυτού εν τη κιβωτώ· και διεβίβασεν ο Θεός άνεμον επί την γην, και τα ύδατα εστάθησαν. Κατά δε το εξακοσιοστόν πρώτον έτος του Νώε, την πρώτην του πρώτου μηνός, εξέλιπον τα ύδατα από της γης· . . . Και την εικοστήν εβδόμην ημέραν του δευτέρου μηνός εξηράνθη η γη.»—Γένεσις 7:11, 12, 18-20, 22, 24· 8:1, 13, 14.
38. (α) Πότε και πού εξήλθε ο Νώε και η οικογένειά του από την κιβωτό; ( β) Τι λοιπόν απωλέσθη και πώς;
38 Επτά μήνες και πλέον πριν απ’ αυτό το γεγονός, η κιβωτός είχε καθήσει επάνω σε μια από τις κορυφές του όρους Αραράτ, όπου είναι τώρα η Αρμενία, στη Μικρά Ασία. Ο Νώε, αφού επέρασε σώος ένα πλήρες σεληνιακό έτος και δέκα ημέρες μέσα στην κιβωτό, διετάχθη από τον Θεό να εξέλθη με την οικογένειά του και τα άλλα ζώντα πλάσματα. «Κατά τα είδη αυτών, εξήλθον εκ της κιβωτού.» (Γένεσις 8:19) Ήσαν πάλι στην ίδια παλαιά γη· αυτή δεν απωλέσθη. Παρέμεινε ως δημιουργία του Θεού, προωρισμένη για αιώνια κατοικία του ανθρώπου. (Ησαΐας 45:12, 18) Αλλ’ ένας κόσμος ανθρώπων, που υπήρχε τότε, απωλέσθη, ένας κόσμος βεβηλωτών του ονόματος του Θεού. Ο απόστολος Πέτρος προειδοποιεί εμάς τους σημερινούς ανθρώπους να μην αφήσωμε το γεγονός εκείνο να διαφύγη την προσοχή μας λόγω κάποιας ποθητής σκέψεως. Ο Πέτρος, προλέγοντας για τους εμπαίκτας τού εικοστού αιώνος μας, γράφει: «Διότι εκουσίως αγνοούσι τούτο, ότι με τον λόγον του Θεού οι ουρανοί έγειναν έκπαλαι, και η γη συνεστώσα εξ ύδατος και δι’ ύδατος· δια των οποίων ο τότε κόσμος απωλέσθη κατακλυσθείς υπό του ύδατος.» (2 Πέτρου 3:3-6) Αυτό είναι ένα προειδοποιητικό παράδειγμα για μας σήμερα.
39. Πώς ο Νώε άρχισε τη ζωή στον τότε νέο κόσμο, και τι είπε ο Θεός με την καρδιά του για να εκφράση την εκτίμησί του;
39 Ο Νώε και η Θεοσεβής οικογένειά του επέζησαν από το τέλος ενός καταδικασμένου κόσμου. Ποιος ήταν αίτιος τούτου; Ο Νώε εγνώριζε και ανεγνώριζε Εκείνον. Ο Νώε άρχισε τη ζωή στον τότε νέο κόσμο με οικογενειακή λατρεία Εκείνου. Η ιστορία αυτών που επέζησαν από τον Κατακλυσμό, «η ιστορία των υιών του Νώε, Σημ, Χαμ και Ιάφεθ,» αναφέρει: «Και ωκοδόμησεν ο Νώε θυσιαστήριον εις τον Ιεχωβά· και έλαβεν από παντός κτήνους καθαρού, και από παντός πτηνού καθαρού, και προσέφερεν ολοκαυτώματα επί του θυσιαστηρίου.» Αυτό εφάνη καλό στον Θεό. «Και ωσφράνθη ο Ιεχωβά οσμήν ευωδίας· και είπεν ο Ιεχωβά εν τη καρδία αυτού, Δεν θέλω καταρασθή πλέον την γην εξ αιτίας του ανθρώπου· διότι ο λογισμός της καρδίας του ανθρώπου είναι κακός εκ νηπιότητος αυτού· ουδέ θέλω πατάξει πλέον πάντα τα ζώντα, καθώς έκαμον· εν όσω μένει η γη, σπορά και θερισμός, και ψύχος και καύμα, και θέρος και χειμών, και ημέρα και νυξ, δεν θέλουσι παύσει.»—Γένεσις 8:15-22, ΜΝΚ.
40. Τι προσέταξε τότε ο Θεός στον Νώε και την οικογένειά του να κάμουν, και ποια διαθήκη έδωσε που εφαρμόζεται ακόμη και σήμερα;
40 Ο Θεός ευλόγησε τον Νώε και την οικογένειά του και τους προσέταξε να γεμίσουν τη γη με το σπέρμα τους· τότε έκαμε να εμφανισθή ένα τόξον στη νεφέλη και διεκήρυξε τη διαθήκη του προς όλο το ανθρώπινο γένος, το οποίον αντεπροσωπεύετο από τον Νώε και την οικογένειά του. Η διαθήκη εκείνη εφαρμόζεται και σήμερα, διότι ο Θεός είπε: «Τούτο είναι το σημείον της διαθήκης, την οποίαν εγώ κάμνω μεταξύ εμού και υμών, και παντός εμψύχου ζώου το οποίον είναι με σας, εις γενεάς αιωνίους· Θέτω το τόξον μου εν τη νεφέλη, και θέλει είσθαι εις σημείον διαθήκης μεταξύ εμού και της γης· και όταν συννεφώσω νεφέλην επί της γης, θέλει φανή το τόξον εν τη νεφέλη· και θέλω ενθυμηθή την διαθήκην μου, την μεταξύ εμού και υμών, και παντός εμψύχου ζώου εκ πάσης σαρκός· και τα ύδατα δεν θέλουσι πλέον είσθαι εις κατακλυσμόν δια να εξαλείψωσι πάσαν σάρκα.»—Γένεσις 9:1-15.
41. Τι εξακολουθεί να μας υπενθυμίζη αυτή τη διαθήκη, και πώς ο Θεός εξεδήλωσε τη συνεχή του υποστήριξί της στις ημέρες του Ησαΐα;
41 Κανένας κατακλυσμός σαν εκείνον δεν συνέβη στη διάρκεια των σαράντα τριών αιώνων από τότε, το δε θελκτικό ουράνιο τόξο εξακολουθεί να μας υπενθυμίζη ότι δεν θα γίνη ποτέ πάλι τέτοιος κατακλυσμός. Η διαθήκη Του είναι απαράβατη. Ύστερ’ από δεκαέξη αιώνες και πλέον ο Θεός εξεδήλωσε τη συνεχή του υποστήριξι της αντικατακλυσμικής διαθήκης του, λέγοντας: «Τούτο είναι εις εμέ ως τα ύδατα του Νώε· επειδή καθώς ώμοσα ότι τα ύδατα του Νώε δεν θέλουσιν επέλθει πλέον επί την γην . . .»—Ησαΐας 54:9.
42. Πώς ενήργησε ο Θεός για τον αγιασμό του ονόματός του απέναντι εκείνων που εβεβήλωναν το όνομά του στις ημέρες του Νώε;
42 Με τον κατακλυσμό εκείνον ο Θεός αγίασε το όνομά του Ιεχωβά. Δεν έκρινε αθώον τον παλαιόν εκείνον κόσμο, ο οποίος συνεχώς εβεβήλωνε το όνομά του ως το τέλος. Κατέστρεψε το μικτογενές σπέρμα γυναικών και απειθών υιών του αληθινού Θεού. Έκαμε να παύση το όνομα και η φήμη των δυνατών εκείνων ανδρών, των Νεφιλείμ. Ανάγκασε τους αφύσικους πατέρες των ν’ αφήσουν τις υλοποιημένες ανθρώπινες μορφές των και να διαφύγουν τον Κατακλυσμό επανερχόμενοι στον πνευματικό κόσμο. Εκεί τους εταπείνωσε, ως να τους κατέβασε στον Τάρταρο, έξω από το φως και την ευλογία της ευνοίας του και της οικογενειακής σχέσεως μαζί του. Δεν έσωσε τις συζύγους των. Έτσι, η βεβήλωσις του ονόματος του Θεού επέφερε ως τιμωρία την καταστροφή του παλαιού κόσμου.—2 Πέτρου 2:5.
43. Πώς ανταμείφθηκε ο αγιασμός του ονόματος του Θεού από τον Νώε και την οικογένειά του, και ποια ευκαιρία έχομε σήμερα, όπως είχαν τότε;
43 Ο αγιασμός του ονόματος του Θεού από τον Νώε και την οικογένειά του έφερε ως ανταμοιβή τη διαφύλαξί τους πέρα από το τέλος του παλαιού κόσμου. Αυτοί οι αυτόπται μάρτυρες του Κατακλυσμού μπορούσαν να γίνουν μάρτυρες του Ιεχωβά στα τέκνα των. Εμείς σήμερα είμεθα απόγονοι των αρχαίων εκείνων μαρτύρων του Ιεχωβά. Ενώπιόν μας βρίσκεται μια ευκαιρία όπως εκείνων, η ευκαιρία να επιζήσωμε από το τέλος ενός βεβήλου κόσμου στον νέο κόσμο του Θεού.
-
-
Επίκλησις του Ονόματος με Πίστη«Αγιασθήτω το Όνομά Σου»
-
-
Κεφάλαιο 5
Επίκλησις του Ονόματος με Πίστη
1. (α) Με το να επικαλούμεθα ένα όνομα, ποιον πραγματικά επικαλούμεθα; (β) Η επίκλησις ποιου ονόματος, και με ποιον τρόπο, είναι ζωτική για σωτηρία;
Εκείνος που έχει όνομα νοείται ή εκπροσωπείται από το προσωπικό του όνομα. Αν καλούμε το όνομά του, στην πραγματικότητα καλούμε τον ίδιον που έχει το όνομα. Τον διαλαλούμε με το όνομά του. Πριν από πολύν καιρό η επίκλησις του ονόματος του Ιεχωβά με υποκρισία, που άρχισε στις ημέρες του Ενώς, εγγόνου του Αδάμ, ωδήγησε σε καταστροφή. Η επίκλησις του ονόματος του Ιεχωβά με πίστι και με αγιασμό του ονόματος οδηγεί σε αιώνια σωτηρία, όπως στην περίπτωσι του Άβελ, του Ενώχ και του Νώε. Έως σήμερα, η επίκλησις του ονόματος αυτού είναι ζωτική για σωτηρία.
2. (α) Τι σημαίνει το όνομα του Σημ, και σε ποια φυλή έγινε πατήρ; (β) Τίνος γυιος ήταν ο Χαναάν, και σε ποια κακή πράξι ενοχοποιήθηκε;
2 Ένας από τους τέσσερες άνδρες, που διεσώθησαν από τον κατακλυσμό του Νώε εκαλείτο Όνομα. Αυτός ήταν ο Σημ, του οποίου το όνομα σημαίνει «Όνομα· Φήμη· Δόξα.» Σήμερα καλείται πρόγονος των Αραμαίων (Συρίων), των Αράβων και των Εβραίων. Γι’ αυτόν τον λόγο όλοι αυτοί καλούνται Σημίται, διακρινόμενοι όσον αφορά τη φυλή. Οι γλώσσες των καλούνται Σημιτικές και συγγενεύουν η μια με την άλλη, έχοντας ομοιότητες. Ο Νώε, ο πατριάρχης της ανθρωπίνης φυλής, συνέδεσε ειδικά τον γυιο του Σημ με το μεγαλύτερο όνομα του σύμπαντος, το όνομα του Ιεχωβά. Ο Σημ έγινε ο συγγραφεύς ή κάτοχος μιας από τις γενεαλογίες, που περιέχονται στο βιβλίον της Γενέσεως: «Αύτη είναι η γενεαλογία του Σημ.» (Γένεσις 10:1·11:10) Δυο χρόνια μετά την έναρξι του Κατακλυσμού, ο Σημ εγέννησε τον πρώτο του γυιο, τον Αρφαξάδ. Ο νεώτερος αδελφός του, ο Χαμ, είχε ένα γυιο που ωνομάζετο Χαναάν. (Γένεσις 11:10-12· 10:6, 15-19) Ο Χαναάν ενοχοποιήθηκε σε μια προσβολή κατά του πάππου του Νώε.
3. Ποια διαγωγή έδειξαν οι γυιοι του Νώε, όταν αυτός έμεινε εκτεθειμένος, και ποια ευλογία και κατάρα επρόφερε γι’ αυτό;
3 Σε μια περίπτωσι ο γεωργός Νώε ήλθε σε κατάστασι μέθης από οίνον κι έμενε εκτεθειμένος στα βλέμματα της οικογενείας του. Ο Χαμ, πατέρας του Χαναάν, δεν έκανε άλλο από το να μιλή ανευλαβώς γι’ αυτό. Αλλ ο Σημ κι ο Ιάφεθ, με τα πρόσωπά των εστραμμένα αλλού, για να μη βλέπουν την ταπείνωσι του πατέρα των, εκάλυψαν τη γυμνότητά του. «Ανανήψας δε ο Νώε από του οίνου αυτού, έμαθεν όσα έκαμεν εις αυτόν ο υιός αυτού ο νεώτερος [ο Χαμ]. Και είπεν, Επικατάρατος ο Χαναάν· δούλος των δούλων θέλει είσθαι εις τους αδελφούς αυτού. Και είπεν, Ευλογητός ο Ιεχωβά, ο Θεός του Σήμ· και ο Χαναάν θέλει είσθαι δούλος εις αυτόν· ο Θεός θέλει πλατύνει τον Ιάφεθ, και θέλει κατοικήσει εν ταις σκηναίς του Σημ, ο δε Χαναάν θέλει είσθαι δούλος εις αυτόν.»—Γένεσις 9:20-27, ΜΝΚ.
4. Πώς ο Νώε αγίασε τότε το θείο όνομα, και, σύμφωνα μ’ αυτό, ποιο προνόμιο επρόκειτο να έχουν οι απόγονοι του Σημ;
4 Υπό έμπνευσιν ο Νώε αγίασε το θείον όνομα (το οποίον εγνώριζε) λέγοντας: «Ευλογητός ο Ιεχωβά, ο Θεός του Σημ.» Με αυτό ο Νώε προείπε, επίσης, ότι η γενεαλογική γραμμή του Σημ θα είχε ένα ιδιαίτερα εξέχον μέρος στην ευλογία του ονόματος του Θεού του, του Ιεχωβά. Ομοίως, η γενεαλογική γραμμή του Σημ ήταν εκείνη που ωδήγησε τελικά στην ανθρώπινη γέννησι του Υιού του Θεού, του Σπέρματος της «γυναικός» του Θεού, που θα συνέτριβε την κεφαλή του Μεγάλου Όφεως, του διαβολικού Συκοφάντου του ονόματος του Θεού. Η γενεαλογική γραμμή του Σημ περιέλαβε, επίσης, τον μέγαν εκείνον άνδρα πίστεως, τον Αβραάμ, τον οποίον η προς Εβραίους επιστολή στο ενδέκατο κεφάλαιό της κατονομάζει τέταρτον στον κατάλογο των διασήμων μαρτύρων του Ιεχωβά. (Εβραίους 11:7-19) Ο Σημ, που έζησε 502 χρόνια μετά τον Κατακλυσμό, από τον οποίον επέζησε, μπόρεσε να ιδή τον πιστό απόγονό του Αβραάμ, καθώς και τον γάμο του γυιου του Αβραάμ, του Ισαάκ, με τη Ρεβέκκα, που ανήκε στη φυλή του Σημ.—Γένεσις 11:10-31· 24:1-67.
5. (α) Σε ποια γενεαλογική γραμμή απογόνων του Νώε προσεκολλήθη ο Διάβολος για βεβήλωσι του ονόματος του Ιεχωβά; (β) Ποιο όργανο βρήκε ο Διάβολος, και τι λέγει γι’ αυτόν η «γενεαλογία του Σημ»;
5 Εν τούτοις, ο Μέγας Συκοφάντης, ο Μέγας Όφις, ο Διάβολος, ζούσε ακόμη κι ενεργούσε μέσα στο αόρατο πνευματικό βασίλειο. Ενισχύθηκε τώρα με πολλούς δαίμονες, δηλαδή, με τους πολλούς πεπτωκότας υιούς του Θεού, επάνω στους οποίους ήταν άρχων. Ο Διάβολος, που δεν είχε ακόμη συντριβή η κεφαλή του από κάποιο Σπέρμα της «γυναικός» του Θεού, επεζήτησε πάλι να βεβηλώση το όνομα του Θεού μεταξύ των κατοίκων της γης. Προσεκολλήθη στη γενεαλογική γραμμή του Χαμ, αδελφού του Σημ, όχι μέσω του καταραμένου Χαναάν, αλλά μέσω του άλλου υιού του Χαμ, του Χους. Βρήκε ένα πρόθυμο όργανο σ’ έναν από τους γυιους του Χους, που ωνομάζετο Νεβρώδ. Ο Νεβρώδ, όμοια με τους προκατακλυσμιαίους Νεφιλείμ, φιλόδοξα κατέστησε τον εαυτό του ισχυρό στη γη· το δε όνομα που έκαμε για τον εαυτό του παρέμεινε στους κοσμικούς ανθρώπους έως σήμερα, ως όνομα προτύπου κυνηγού. Ο Σημ το επιστοποίησε αυτό· η δε «γενεαλογία του Σημ» αναφέρει:
«Ο Χους εγέννησε τον Νεβρώδ. Ούτος ήρχισε να ήναι ισχυρός επί της γης· αυτός ήτο ισχυρός κυνηγός εναντίον του Ιεχωβά· δια τούτο λέγεται, Ως Νεβρώδ, ισχυρός εναντίον του Ιεχωβά· και η αρχή της βασιλείας αυτού εστάθη Βαβυλών, και Ερέχ, και Αχάδ, και Χαλνέ, εν τη γη Σενναάρ. Εκ της γης εκείνης μετέβη εις Ασσυρίαν και ωκοδόμησε την Νινευή, και την πόλιν Ρεχωβώθ, και την Χαλάχ, και την Ρεσέν μεταξύ της Νινευή και της Χαλάχ· αύτη είναι η πόλις η μεγάλη.»—Γένεσις 10:8-12· 11:10, ΜΝΚ.
6. (α) Ανόμοια προς τον Νώε, τον πατέρα όλου του ανθρωπίνου γένους, τι έπραξε με τόλμη ο Νεβρώδ; (β) Η εναντίωσις του Νεβρώδ προς τον Θεόν εσήμαινε, επίσης, εναντίωσι σε ποιους επάνω στη γη;
6 Το όνομα του Νεβρώδ, λοιπόν, λέγεται Γραφικώς ότι είναι εναντίον του ονόματος του αληθινού Θεού του Σημ, διότι εχρησιμοποιείτο για να ενθαρρύνη όσους εστασίαζαν εναντίον του Ιεχωβά Θεού. Ο Χουσίτης Νεβρώδ έκαμε κάτι, το οποίον ο προπάππος του ο Νώε, που ζούσε ακόμη, ποτέ δεν διενοήθη να κάμη ο ίδιος. Ο Νώε ποτέ δεν έθεσε τον εαυτό του ως βασιλέα του ανθρωπίνου γένους, που απετελείτο τώρα από όλους τους απογόνους του. Ο Νεβρώδ, όμως, έγινε ο πρώτος, που ίδρυσε μια βασιλεία επάνω στη γη μετά τον Κατακλυσμό. Αυτό που έκαμε ο Νεβρωδ ήταν πρόκλησις στον Ιεχωβά Θεό· ήταν εναντίωσις στην παγκόσμιο κυριαρχία του Υψίστου Θεού. Η κυρία δύναμις πίσω από τον Νεβρώδ, εκείνος που αόρατα υπεκίνησε τον Νεβρώδ να εναντιωθή στην κυριαρχία του Ιεχωβά επάνω στη γη, ήταν ο Διάβολος, ο Μέγας Όφις, ο οποίος είχε συκοφαντήσει το άγιον όνομα του Θεού μέσα στον παράδεισο της Εδέμ. Η εναντίωσις του Νεβρώδ στον Ιεχωβά εσήμαινε, επίσης, εναντίωσι στον Νώε και στον Σημ, οι οποίοι έδιναν μαρτυρία για τον Ιεχωβά και οι οποίοι επεκαλούντο το όνομά Του και το ευλογούσαν.
7. Οι πράξεις του Νεβρώδ τίνος την ευλογία δεν είχαν, και πώς αυτό δείχνεται στο γενεαλογικό αρχείον;
7 Οι πράξεις του Νεβρώδ ως κυνηγού και πολεμιστού και ιδρυτού μιας βασιλείας και η ενέργειά του για επέκτασι της εξουσίας του στην Ασσυρία δεν είχαν την ευλογία του Ιεχωβά. Γι’ αυτό ο Νεβρώδ δεν συγκαταλέγεται με τους εβδομήντα αρχηγούς οικογενειών, που κατονομάζονται στη Γένεσι, κεφάλαιο δέκατο. Ο Νεβρώδ ήταν ένα ορατό, επίγειο όργανο του Διαβόλου, «Βεελζεβούλ, του άρχοντος των δαιμονίων.» (Ματθαίος 12:24-27) Ιδιαίτερα ο Νεβρώδ ήταν ο άνθρωπος τον οποίον εχρησιμοποίησε ο Διάβολος για να ιδρύση το ορατό επίγειο μέρος της οργανώσεώς του.
8. (α) Ποια σημερινή διεθνής οργάνωσις είναι προϊόν αυτής της πορείας του Νεβρώδ και των ακολούθων του; (β) Με ποιο πλεονέκτημα και πώς επροχώρησαν σε μια προσπάθεια να καταφρονήσουν το όνομα του Θεού;
8 Το πνεύμα του Νεβρώδ, ο οποίος ήθελε να κάμη όνομα για τον εαυτό του εις βάρος του ονόματος του Θεού, εξηπλώθη και στους συγκυνηγούς του και ακολούθους του. Ήταν αυτό προς όφελος του ανθρωπίνου γένους; Διόλου· και η οργάνωσις των Ηνωμένων Εθνών σήμερα αποτελεί ένα σύγχρονο προϊόν των κακών αποτελεσμάτων της ιδιοτελούς εκείνης πορείας των συντρόφων και ακολούθων του Νεβρώδ, που δεν τιμά τον Θεό. Ο ιστορικός Σημ σημειώνει το γεγονός αυτό στην αφήγησί του περί του πώς ιδρύθη η Βαβέλ, η πρωτεύουσα πόλις του βασιλείου του Νεβρώδ. Εκείνο τον καιρό, πριν από σαράντα τρεις αιώνες, όλο το ανθρώπινο γένος είχε αυτό που τα Ηνωμένα Έθνη δεν έχουν σήμερα, δηλαδή, μια ενιαία γλώσσα. Ο Σημ αναφέρει πώς οι άνθρωποι, που απεχωρίσθησαν από τον Θεό του Νώε και του Σημ, προσεπάθησαν να χρησιμοποιήσουν αυτή τη μία γλώσσα για να καταφρονήσουν το όνομα του Θεού. Ο Σημ γράφει:
«Και ήτο πάσα η γη μιας γλώσσης, και μιας φωνής. Και ότε εκίνησαν από της ανατολής, εύρον πεδιάδα εν τη γη Σεναάρ· και κατώκησαν εκεί. Και είπεν ο είς προς τον άλλον, Έλθετε, ας κάμωμεν πλίνθους, και ας ψήσωμεν αυτάς εν πυρί· και εχρησίμευσεν εις αυτούς η μεν πλίνθος αντί πέτρας, η δε άσφαλτος εχρησίμευσεν εις αυτούς αντί πηλού. Και είπον, Έλθετε, ας οικοδομήσωμεν εις εαυτούς πόλιν και πύργον, του οποίου η κορυφή να φθάνη έως του ουρανού· και ας αποκτήσωμεν εις εαυτούς όνομα, μήπως διασπαρώμεν επί του προσώπου πάσης της γης.»—Γένεσις 11:1-4.
9. (α) Πώς, όμοια με την αρχαία ανέγερσι πόλεως και πύργου, δείχνουν τα Ηνωμένα Έθνη τον σκοπό των να μη αγιάσουν το όνομα του Θεού; (β) Σύμφωνα με την ιστορία του Σημ, τι συνέβη στην αρχαία ενέργεια ανοικοδομήσεως στη Σενναάρ;
9 Στην πολιτική αυτή προσπάθεια δεν υπήρχε θρησκευτική σκέψις περί αγιασμού του ονόματος του Ιεχωβά, ο οποίος εξήγαγε τους προπάτοράς των από τον παλαιό, ασεβή κόσμο και τους διεφύλαξε μέσ’ από τον Κατακλυσμό. Σήμερα, αν αναγνώσωμε τον Καταστατικό Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, θ’ αντιληφθούμε σαφώς ότι ο σκοπός των Ηνωμένων Εθνών δεν είναι ο αγιασμός του ονόματος του μόνου ζώντος και αληθινού Θεού, του Ιεχωβά. Είναι αληθές ότι στον από γρανίτη τοίχο της Πλατείας των Ηνωμένων Εθνών είναι εγχαραγμένο ένα προφητικό ρητό που λέγεται ότι εκθέτει έναν από τους αντικειμενικούς σκοπούς των Ηνωμένων Εθνών, αλλ’ αφήνεται ανώνυμο. Λέγει:
«Θέλουσι σφυρηλατήσει τας μαχαίρας αυτών δια υνία, και τας λόγχας αυτών δια δρέπανα· δεν θέλει σηκώσει μάχαιραν έθνος εναντίον έθνους, ουδέ θέλουσι μάθει πλέον τον πόλεμον.»
Παράλληλα σ’ αυτό δεν υπάρχει επιγραφή που να δείχνη ότι τα λόγια αυτά παρατίθενται από την προφητεία του Ησαΐα, κεφάλαιο δεύτερο, εδάφιο τέταρτο, λόγια εμπνευσμένα από τον Ιεχωβά Θεό. Έτσι, τα Ηνωμένα Έθνη αγνοούν, επίσης, το όνομα του Απελευθερωτού του ανθρωπίνου γένους από την παγκόσμιο καταστροφή της εποχής του Νώε. Πιθανώς ο πύργος της Βαβέλ, του οποίου η κορυφή θα έφθανε ως τον ουρανό, δεν είχε φθάσει ακόμη στο ύψος των 39 ορόφων, 505 ποδών, του Μεγάρου της Γραμματείας, οπότε επήλθε σύγχυσις στο έργον της οικοδομήσεως. Ο ιστορικός Σημ αναγράφει τι συνέβη:
«Κατέβη δε ο Ιεχωβά δια να ίδη την πόλιν και τον πύργον, τον οποίον ωκοδόμησαν οι υιοί των ανθρώπων. Και είπεν ο Ιεχωβά, Ιδού, είς λαός, και πάντες έχουσι μίαν γλώσσαν, και ήρχισαν να κάμνωσι τούτο· και τώρα δεν θέλει εμποδισθή εις αυτούς παν ό,τι σκοπεύουσι να κάμωσιν· έλθετε, ας καταβώμεν, και ας συγχύσωμεν εκεί την γλώσσαν αυτών, δια να μη εννοή ο είς του άλλου την γλώσσαν. Και διεσκόρπισεν αυτούς ο Ιεχωβά εκείθεν επί του προσώπου πάσης της γης· και έπαυσαν να οικοδομώσι την πόλιν. Δια τούτο ωνομάσθη το όνομα αυτής Βαβέλ· διότι εκεί συνέχεεν ο Ιεχωβά την γλώσσαν πάσης της γης· και εκείθεν διεσκόρπισεν αυτούς ο Ιεχωβά επί το πρόσωπον πάσης της γης. Αύτη είναι η γενεαλογία του Σημ.»—Γένεσις 11:5-10, ΜΝΚ.
10. Αυτή η σύγχυσις της γλώσσης ήταν εναντίον ποιας προσπαθείας του Διαβόλου και των λατρευτών του, αλλά πώς, επίσης, αυτό εχρησίμευσε προς ωφέλειαν της ιδίας της γης;
10 Αυτό δεν ήταν Πεντηκοστιανή έκχυσις του πνεύματος του Θεού επάνω σε Χριστιανούς μάρτυρας του Ιεχωβά για να τους απονεμηθούν χαρίσματα ξένων γλωσσών κι ερμηνείες. Ήταν θαύμα του Θεού εναντίον των εχθρών του για να παρεμποδισθή η προσπάθεια του Διαβόλου να έχη μια ενωμένη διαβολική θρησκεία, μια ενωμένη λατρεία του Διαβόλου από ανθρωπίνους στασιαστάς εναντίον του Κυριάρχου του ουρανού και της γης. Αλλ’ αυτό εχρησίμευσε για ευρύτερη καλλιέργεια της γης· έκαμε τις φυλές των στασιαστικών ανθρώπων να διασπαρούν ευρέως στην Ασία, στην Αφρική και στην Ευρώπη. Αυτές οι ομάδες φυλών δεν είχαν προτιμήσει να τηρούν τον Ιεχωβά Θεό στη διάνοιά των. Γι’ αυτό, έπεσαν θύματα του Διαβόλου και των δαιμόνων του και πήγαν να κάμουν θεούς για τους εαυτούς των, που εκαλούντο με διάφορα ονόματα στις διαφορές γλώσσες των. Η ενωμένη προσπάθειά των να κάμουν όνομα για τους εαυτούς των σε μια γλώσσα, απέτυχε.
11. Ο Νώε και ο Σημ είχαν ανάμιξι σ’ αυτό το πολεοδομικό σχέδιο, και τι έγινε στη γλώσσα των;
11 Ο Νώε και ο Σημ δεν ανεμίχθησαν σ’ αυτό το πολεοδομικό σχέδιο στη γη Σενναάρ. Η γλώσσα των δεν εθίγη, όταν ο Θεός «συνέχεε» την ανθρώπινη γλώσσα στη Βαβέλ. Η γλώσσα των παρέμεινε η ίδια εκείνη, με την οποίαν ο Θεός ωμίλησε με τον Αδάμ και την Εύα μέσα στον παράδεισο της Εδέμ. Ήταν η γλώσσα στην οποίαν ο Νώε και ο Σημ έγραψαν τις γενεαλογίες των, οι οποίες απετέλεσαν μέρος του εμπνευσμένου λόγου του Θεού, της Αγίας Γραφής. Η γλώσσα των επιζή σαν μια ζώσα γλώσσα έως σήμερα, ενώ η πόλις του Νεβρώδ, Βαβέλ ή Βαβυλών, κείται κατερειπωμένη στη γη της Μεσοποταμίας.
12, 13. (α) Ο Σημ έζησε ανάμεσα σε πόσες γενεές για να ιδή ποιον εξέχοντα απόγονό του; (β) Τι λέγουν τα εδάφια Εβραίους 11:8-10 γι’ αυτόν τον απόγονο και την αναμονή εκ μέρους του μιας πόλεως;
12 Μετά την οικοδόμησι της Βαβέλ και του πύργου της, ο Νώε πέθανε σε ηλικία 950 ετών. (Γένεσις 9:29) Ο γυιος τον οποίον ο Νώε ευλόγησε, ο Σημ, επέζησε για να ιδή ένδεκα γενεές που επήγασαν από τον εαυτό του. Ο Θεός του Σημ δεν απεχωρίσθη από τη γενεαλογική γραμμή του. Ο Σημ είχε μεγάλη ευτυχία, βλέποντας τον δέκατο κατά σειράν απόγονό του να γίνεται ένας άνδρας με ειδικό όνομα ως μάρτυς του Θεού του Σημ, του Ιεχωβά. Ο άνδρας αυτός ήταν ο Αβραάμ. Η προς Εβραίους επιστολή, κεφάλαιο ενδέκατο, τον κατονομάζει τέταρτον μέσα σ’ αυτό το ‘τοσούτον νέφος μαρτύρων που μας περικυκλώνει.’ Αφού μιλεί για τον Νώε, λέγει:
13 «Δια πίστεως υπήκουσεν ο Αβραάμ, ότε εκαλείτο να εξέλθη εις τον τόπον τον οποίον έμελλε να λάβη εις κληρονομίαν, και εξήλθε μη εξεύρων που υπάγει. Δια πίστεως παρώκησεν εις την γην της επαγγελίας ως ξένην, κατοικήσας εν σκηναίς, μετά Ισαάκ και Ιακώβ των συγκληρονόμων της αυτής επαγγελίας· διότι περιέμενε την πόλιν την έχουσαν τα θεμέλια, της οποίας τεχνίτης και δημιουργός είναι ο Θεός.»—Εβραίους 11:8-10· 12:1.
14. Πού ήταν ο Αβραάμ όταν αναφέρεται για πρώτη φορά, ποιο ήταν το όνομά του τότε, και τίνος ήταν γυιος;
14 Όταν ο Αβραάμ αναφέρεται για πρώτη φορά στις Άγιες Γραφές, βρίσκεται στη γη Σενναάρ, στην πόλι που ωνομάζετο Ουρ των Χαλδαίων. Το όνομά του ήταν τότε Άβραμ, που σημαίνει «Εξυψωμένος (Υψηλός) Πατήρ.» Ο πατέρας του Άβραμ έγραψε ή κατείχε μια γενεαλογία που καλείται «γενεαλογία του Θάρα,» η οποία συνδέεται με τη «γενεαλογία του Σημ.» Αναφέρει:
«Και έζησεν ο Θάρα εβδομήκοντα έτη, και εγέννησε τον Άβραμ, τον Ναχώρ, και τον Αρράν. Και αύτη είναι η γενεαλογία του Θάρα.»—Γένεσις 11:10, 26, 27
15. Ποια ενυμφεύθη ο Άβραμ, και προς ποια κατεύθυνσι εκινήθη με τον πατέρα του Θάρα;
15 Το επόμενο ιστορικό στοιχείο αναφέρει πώς ο Αρράν εγέννησε τον Λωτ και τη Μελχά, και πώς ο Άβραμ ενυμφεύθη την ετεροθαλή αδελφή του Σάρα. Κατόπιν λέγει:
«Και έλαβεν ο Θάρα Άβραμ τον υιόν αυτού, και Λωτ, τον υιόν του Αρράν, έγγονον εαυτού, και Σάραν την εαυτού νύμφην, την γυναίκα Άβραμ του υιού αυτού· και εξήλθον ομού από της Ουρ των Χαλδαίων, δια να υπάγωσιν εις την γην Χαναάν· και ήλθον έως Χαρράν, και κατώκησαν εκεί. Και έγειναν αι ημέραι του Θάρα διακόσια πέντε έτη· και απέθανεν ο Θάρα εν Χαρράν.»—Γένεσις 11:27-32.
16. (α) Γιατί αποδίδεται στον Θάρα η μετακόμισις, με την οικογένειά του μακράν από την Ουρ των Χαλδαίων; (β) Εν τούτοις, ποιος ήταν εκείνος που εκλήθη να εξέλθη, και ποια ηλικία είχε τότε;
16 Εδώ λέγεται ότι ο Θάρα έλαβε τον Άβραμ «δια να υπάγωσιν εις την γην Χαναάν»· πραγματικά, όμως, με την υποκίνησι του πιστού Άβραμ έγινε αυτή η μετακόμισις προς τη γη του καταραμένου Χαναάν. Εδώ η μετακόμισις αποδίδεται στον Θάρα, διότι αυτός ήταν η πατριαρχική κεφαλή της οικογενείας. Ο Άβραμ ήταν εκείνος, τον οποίον εκάλεσε ο Θεός, όχι ο Θάρα. Ο Στέφανος είπε στο Ιουδαϊκό Σάνχεδριν προτού τον καταδικάση σε θάνατο δια λιθοβολισμού ως Χριστιανό: «Ο Θεός της δόξης εφάνη εις τον πατέρα ημών Αβραάμ, ότε ήτο εν τη Μεσοποταμία, πριν κατοικήση εν Χαρράν, και είπε προς αυτόν, “Έξελθε εκ της γης σου και εκ της συγγενείας σου, και ελθέ εις την γην την οποίαν θέλω σοι δείξει.” Τότε εξελθών εκ της γης των Χαλδαίων, κατώκησεν εν Χαρράν. Και εκείθεν μετά τον θάνατον του πατρός αυτού, μετώκισεν αυτόν εις την γην ταύτην, εις την οποίαν σεις κατοικείτε τώρα.» (Πράξεις 7:1-4· 22:20) Πραγματικά, λοιπόν, ο Θάρα, που επλησίαζε τώρα στον θάνατό του, απλώς εδέχθη να συνοδεύση τον Άβραμ, ο οποίος επροτίθετο να υπακούση στην κλήσι του Θεού. Ο Άβραμ ήταν τώρα περίπου εβδομήντα πέντε ετών, διότι ήταν εβδομήντα πέντε ετών όταν ανεχώρησε από τη Χαρράν μετά τον θάνατο του πατέρα του σε ηλικία 205 ετών, το έτος 1943 π.Χ.—Γένεσις 12:4.
17. Τι είπε ο Ιεχωβά στον Άβραμ, όταν τον εκάλεσε να εξέλθη;
17 Αν εμείς σήμερα σ’ αυτόν τον εικοστόν αιώνα επιθυμούμε μια αιώνια ευλογία, τότε ό,τι είπε ο Θεός στον Άβραμ, όταν τον εκάλεσε, είναι μεγίστης σπουδαιότητος για μας. «Ο δε Ιεχωβά είπε προς τον Άβραμ, Έξελθε εκ της γης σου, και εκ της συγγενείας σου, και εκ του οίκου του πατρός σου, εις την γην την οποίαν θέλω σοι δείξει· και θέλω σε κάμει εις έθνος μέγα· και θέλω σε ευλογήσει, και θέλω μεγαλύνει το όνομα σου· και θέλεις είσθαι εις ευλογίαν· και θέλω ευλογήσει τους ευλογούντας σε, και τους καταρωμένους σε θέλω καταρασθή· και θέλουσιν ευλογηθή εν σοι πάσαι αι φυλαί της γης.»—Γένεσις 12:1-3, ΜΝΚ.
18. Από ποιον το όνομα του Άβραμ επρόκειτο να γίνη μέγα, και γιατί είναι ανάγκη ν’ αναγνωρίζωμε το όνομα του Άβραμ μ’ ένα ορθό τρόπο;
18 Ο Άβραμ δεν ενδιεφέρετο να κάμη όνομα για τον εαυτό του στην Ουρ των Χαλδαίων, κοντά στη Βαβέλ ή Βαβυλώνα, την άλλοτε βασιλεύουσα πόλι του Νεβρώδ. Επειδή ήσκησε πίστι στον Ιεχωβά κι απέδειξε την πίστι του με έργα υπακοής, ο Ιεχωβά υπεσχέθη να κάμη μέγα το όνομα του Άβραμ. Αυτό θα ήταν ένα όνομα που θα το εσέβετο κι ο ίδιος ο Ιεχωβά. Γι’ αυτό, αν κάποιος κατηράτο τον Άβραμ και το σπέρμα του, θα τον κατηράτο ο Ιεχωβά. Αλλ’ αν κανείς αποκαλούσε τον Άβραμ και το σπέρμα του ευλογημένους του Ιεχωβά, τότε Αυτός θα τον ευλογούσε. Ένας που θα ευλογούσε τον Άβραμ, θα ευλογείτο, δηλαδή θ’ απεκόμιζε θεία ευλογία. Η μεγάλη πλειονότης θα κατηράτο τον Άβραμ και το σπέρμα του, αλλ’ ο Ιεχωβά Θεός διεβεβαίωσε τον Άβραμ ότι πολλές από όλες τις φυλές της γης θα ηυλογούντο δι’ αυτόν. Είναι ανάγκη, λοιπόν, ν’ αναγνωρισθή το όνομα του Αβραάμ.
19. Γιατί ο Άβραμ είχε έναν επιστάτη όταν διέβη τον Ευφράτη στη Γη της Επαγγελίας και τι απεδείχθη ότι ήταν στη Χαναάν;
19 Ο Αβραάμ δεν εστάλη στη γη Χαναάν για να μεταστρέψη τους Χαναναίους. Οι Χαναναίοι, ως απόγονοι του Χαναάν, γυιου του Χαμ, ήσαν ένας καταραμένος λαός, ο δε Θεός εσκόπευε, στον ωρισμένο του καιρό, να δώση τη γη των στους πιστούς απογόνους του Αβραάμ. Ο Αβραάμ ωστόσο απεδείχθη πιστός μάρτυς του Ιεχωβά στη γη Χαναάν. Όταν διέβη τον Ευφράτη Ποταμό από τη Χαρράν για να πάη προς νότον στη γη Χαναάν υπό την καθοδηγίαν του Θεού, είχε έναν καλό οίκο, είχε δε μάλιστα κι έναν επιστάτη του οίκου του.
20. Ποιος συνώδευσε τον Άβραμ στη Χαναάν, και τι είπε ο Θεός στον Άβραμ στη Συχέμ;
20 Ο Λωτ, ο ανεψιός του Αβραάμ, τον συνώδευε, είχε δε και ο Λωτ, επίσης, έναν δικό του οίκο. Ύστερ’ από λίγον καιρό ο Αβραάμ μπόρεσε να συγκεντρώση 318 ησκημένους άνδρες, δούλους γεννημένους στον οίκον του, για να σπεύσουν εις καταδίωξιν λεηλατών που κατήλθαν από βορρά και να διασώσουν απ’ αυτούς τον ανεψιό του Λωτ. (Γένεσις 14:14-16) Ο Αβραάμ κι ο Λωτ «εξήλθον δια να υπάγωσιν εις την γην Χαναάν· και ήλθον εις την γην Χαναάν. Και διεπέρασεν ο Άβραμ την γην εκείνην έως του τόπου Συχέμ, έως της δρυός Μορέχ· οι δε Χαναναίοι τότε κατώκουν εν τη γη ταύτη. Και εφάνη ο Ιεχωβά εις τον Άβραμ, και είπεν, Εις το σπέρμα σου θέλω δώσει την γην ταύτην. Και ωκοδόμησεν εκεί θυσιαστήριον εις τον Ιεχωβά, όστις εφάνη εις αυτόν.»—Γένεσις 12:5-8, ΜΝΚ.
21. Στη Χαναάν πώς ο Άβραμ διετήρησε τη λατρεία του στον Ιεχωβά;
21 Ο Αβραάμ, άτεκνος σε ηλικία εβδομήντα πέντε ετών, έλαβε υπόσχεσι παρά του Θεού ότι θ’ αποκτούσε σπέρμα ή απογόνους. Μέσα στην ξένη γη της επαγγελίας ο Αβραάμ διετήρησε τη λατρεία του αληθινού Θεού του Σημ, του Νώε, του Ενώχ, του Άβελ. Ο Αβραάμ εγνώριζε το όνομα του Θεού και το χρησιμοποιούσε στην προσευχή. Το διεκήρυττε στην ευχαριστία και στον αίνο και στην οικογενειακή διδασκαλία. Σε απόδειξι τούτου, διαβάζομε: «Και εκείθεν μετέβη προς το όρος, το κατά ανατολάς της Βαιθήλ, έστησε την σκηνήν αυτού, έχων την Βαιθήλ προς δυσμάς, και την Γαι προς ανατολάς· και ωκοδόμησεν εκεί θυσιαστήριον εις τον Ιεχωβά, και επεκαλέσθη το όνομα του Ιεχωβά.»—Γένεσις 12:8, ΜΝΚ.
22. (α) Με ποιον τρόπο ο Άβραμ επεκαλέσθη το όνομα του Ιεχωβά και σε ποιο μέρος; (β) Για να λάβωμε ευλογία μέσω του Άβραμ, πώς πρέπει ν’ ακολουθήσωμε το παράδειγμά του;
22 Αυτή δεν ήταν υποκριτική, αλαζονική, βέβηλος επίκλησις του ονόματος του Ιεχωβά, όπως εκείνη που είχε αρχίσει στις ημέρες του Ενώς. (Γένεσις 4:26) Ήταν μια επίκλησις προς Αυτόν με την πίστι, για την οποίαν ο Αβραάμ έγινε περίφημος. Κατ’ επανάληψιν αναφέρεται κατόπιν ότι ο Αβραάμ επεκαλείτο το Θείον όνομα ενώπιον θυσιαστηρίου που είχε ανεγερθή γι’ Αυτόν. Ο Αβραάμ, ύστερ’ από ένα ταξίδι που έκανε στην Αίγυπτο λόγω σιτοδείας στη γη Χαναάν, επανήλθε σ’ αυτό το θυσιαστήριο μεταξύ της Βαιθήλ και της Γαι κι επεκαλέσθη με αγιαστικό τρόπο το όνομα του Ιεχωβά. Έτσι έκαμε και στην ορεινή Χεβρών, και στη Βηρ-σαβεέ της Νέγκεμπ. Επίσης εδίδαξε τον γυιο του Ισαάκ να κάνη το ίδιο. (Γένεσις 13:18· 21:33· 26:25) Μέσω αυτού του Αβραάμ, ο οποίος επεκαλείτο το όνομα του Θεού, θα ευλογηθούν όλες οι φυλές της γης. Βεβαίως, ποτέ δεν θα μπορούσαμε να λάβωμε μια ευλογία μέσω του Αβραάμ, αν δεν ακολουθήσωμε το παράδειγμά του κι αν δεν κατανοήσωμε το όνομα του Θεού κι αν δεν το επικαλεσθούμε με πίστι.
23. Ως τι απεκαλύφθη ο Ιεχωβά στον Άβραμ, και για πρώτη φορά σε ποια ευκαιρία;
23 Ο Ιεχωβά ειδικά απεκαλύφθη στον Αβραάμ ως Θεός Παντοκράτωρ. Ο πατριάρχης ήταν τώρα ενενήντα εννέα ετών, η δε γυναίκα του Σάρρα ήταν ογδόντα εννέα ετών. Δεν είχε τεκνοποιήσει σ’ αυτόν ακόμη. Τότε «εφάνη ο Ιεχωβά εις τον Άβραμ, και είπε προς αυτόν, Εγώ είμαι Θεός ο Παντοκράτωρ [Εβραϊστί Ελ-Σαδδάι]. Περιπάτει ενώπιόν μου, και έσο τέλειος. Και θέλω στήσει την διαθήκην μου αναμέσον εμού και σου· και θέλω σε πληθύνει σφόδρα σφόδρα.» Κατόπιν ο Ιεχωβά ομιλώντας ως Παντοκράτωρ Θεός, άλλαξε το όνομα του Άβραμ σε Αβραάμ, που σημαίνει «Πατήρ Πλήθους,» διότι, είπε, «πατέρα πλήθους εθνών σε κατέστησα.»—Γένεσις 17:1-14.
24. Γιατί ο Θεός άλλαξε επίσης το όνομα της συζύγου του Αβραάμ, και πώς ο Θεός έδειξε ότι μπορούσε να κάμη ζωντανούς τους νεκρούς;
24 Ο Παντοκράτωρ Θεός, επίσης, άλλαξε το όνομα της συζύγου του Αβραάμ, Σάρας, και το έκαμε Σάρρα, που σημαίνει « Αρχόντισσα,» διότι, είπε, «Θέλω ευλογήσει αυτήν, και θέλω προσέτι δώσει εις σε υιόν εξ αυτής· και θέλω ευλογήσει αυτήν, και θέλει γείνει μήτηρ εθνών· βασιλείς λαών θέλουσιν εξέλθει εξ αυτής.» Η ιδέα αυτή έκαμε τον Αβραάμ να γελάση, διότι στην ηλικία των οι αναπαραγωγικές των δυνάμεις ήσαν νεκρές. Ο Παντοκράτωρ Θεός είπε τότε στον Αβραάμ να ονομάση τον γυιο του Ισαάκ, που σημαίνει «Γέλως.» Ο Παντοκράτωρ Θεός έδειξε ότι μπορούσε να κάμη ζωντανούς τους νεκρούς, διότι το επόμενον έτος η Σάρρα εγέννησε στον Αβραάμ τον γυιο τους Ισαάκ.—Γένεσις 17:15-21· 21:1-7· Ρωμαίους 4:16-21.
25. (α) Ως τι μίλησε ο Ιεχωβά για τον εαυτό του στον Ισαάκ και τον Ιακώβ; (β) Ποια απόδειξις υπάρχει για το αν ο Ιακώβ εγνώριζε το όνομα του Ιεχωβά, και πώς ο Ιακώβ μίλησε γι’ αυτόν στους γυιους του;
25 Όταν ο Ισαάκ, σε ηλικία 137 ετών, έστειλε τον γυιο του Ιακώβ στους συγγενείς του στη Χαρράν, είπε: «Ο Θεός ο Παντοδύναμος να σε ευλογήση.» Αφού ο Ιακώβ επέστρεψε με οικογένεια από τη Χαρράν, ο Θεός ενεφανίσθη σ’ αυτόν και του υπέμνησε ότι το όνομά του άλλαξε κι έγινε Ισραήλ κι έπειτα είπε: «Εγώ είμαι ο Θεός ο Παντοκράτωρ· αυξάνου και πληθύνου.» Αυτό έγινε στη Βαιθήλ, όπου πριν από είκοσι χρόνια και πλέον ο Θεός ενεφανίσθη στον Ιακώβ σ’ ένα ενύπνιο, στο οποίον ο Ιακώβ είδε κλίμακα, της οποίας η κορυφή έφθανε στον ουρανό, με αγγέλους που ανέβαιναν και κατέβαιναν πάνω σ’ αυτήν. Πάνω απ’ αυτήν ήταν μια αναπαράστασις του Θεού, ο οποίος είπε στον Ιακώβ: «Εγώ είμαι ο Ιεχωβά ο Θεός του Αβραάμ του πατρός σου, και ο Θεός του Ισαάκ· την γην, επί της οποίας κοιμάσαι, εις σε θέλω δώσει αυτήν, και εις το σπέρμα σου· και . . . θέλουσιν ευλογηθή εν σοι, και εν τω σπέρματί σου, πάσαι αι φυλαί της γης.» (Γένεσις 28:3· 35:11· 28:12-14, ΜΝΚ) Έτσι ο Ιακώβ ή Ισραήλ εγνώριζε τον Παντοκράτορα Θεόν με το προσωπικό του όνομα, Ιεχωβά. Ο Ιακώβ τον εχαρακτήρισε ως Θεόν Παντοκράτορα στους δώδεκα γυιους του.—Γένεσις 43:14· 48:3· 49:25, ΜΝΚ· Εβραίους 11:21.
26, 27. Μέσω του Ισαάκ τι επρόκειτο να γίνη όσον αφορά τον Αβραάμ, και τι έπρεπε να ασκήση ο Αβραάμ για να προχωρήση να θυσιάση τον Ισαάκ;
26 Η παντοδυναμία του Θεού κατεδείχθη στη θαυματουργική γέννησι του γυιου του Αβραάμ, του Ισαάκ. Όταν ο Ισαάκ ήταν περίπου πέντε ετών, ο Θεός είπε στον Αβραάμ: «Εν τω Ισαάκ θέλει κληθή εις σε σπέρμα.» (Γένεσις 21:12· Ρωμαίους 9:7) Αλλά πριν ο Ισαακ νυμφευθή κι αποκτήση δικά του τέκνα, ο Θεός έθεσε μια μεγάλη δοκιμασία πίστεως στον Αβραάμ. Διέταξε τον Αβραάμ να προσφέρη τον Ισαάκ ως ανθρώπινη θυσία επάνω στο Όρος Μοριά, που ήταν κοντά στην πόλι Σαλήμ. Λόγω της επαγγελίας του Θεού για τον Ισαάκ, ο Αβραάμ έπρεπε ν’ ασκήση πίστι ότι ο Θεός ήταν αρκετά παντοδύναμος ώστε ν’ αναστήση νεκρούς, για να προβή στη θυσία του Ισαάκ. Η επιστολή προς Εβραίους 11:17-19 λέγει:
27 «Δια πίστεως, ο Αβραάμ, ότε εδοκιμάζετο, προσέφερε τον Ισαάκ· και τον μονογενή αυτού προσέφερεν εκείνος όστις ανεδέχθη τας επαγγελίας, προς τον οποίον ελαλήθη, “Ότι εν Ισαάκ θέλει κληθή εις σε σπέρμα·” συλλογισθείς ότι ο Θεός δύναται και εκ νεκρών να ανεγείρη· εξ ων και έλαβεν αυτόν οπίσω παραβολικώς.» Αλλά πώς ξαναπήρε τον Ισαάκ από τους νεκρούς παραβολικώς;
28. (α) Πώς ο Αβραάμ έλαβε πάλι εκ νεκρών τον Ισαάκ μ’ ένα εξεικονιστικό τρόπο; (β) Σε τι ωρκίσθη τότε ο Ιεχωβά, και για να κάμη τι;
28 Ο Αβραάμ εξάπλωσε τον Ισαάκ δεμένο πάνω σ’ ένα θυσιαστήριο. Πήρε το φονικό μαχαίρι κι ήταν έτοιμος να κατακόψη τον λαιμό του Ισαάκ και να του χύση το αίμα μέχρι θανάτου και κατόπιν να τον προσφέρη ως θυσίαν ολοκαυτώματος. Ήταν το αποκορύφωμα δοκιμασίας της πίστεώς του στον Παντοδύναμο Θεό. Τότε ο άγγελος του Ιεχωβά εφώναξε από τον ουρανό κι εσταμάτησε το χέρι του Αβραάμ. Ο Ιεχωβά, δια του αγγέλου του, είπε: «Τώρα εγνώρισα ότι συ φοβείσαι τον Θεόν, επειδή δεν ελυπήθης τον υιόν σου τον μονογενή δι’ εμέ.» Τότε ο Ιεχωβά επρομήθευσε ένα κριόν, που ήταν σ’ ένα πυκνόκλαδο φυτό εκεί κοντά, κι ο Αβραάμ προσέφερε αυτόν αντί του Ισαάκ. Γι’ αυτό ο Αβραάμ εκάλεσε εκείνον τον τόπο Ιεοβά-ιρέ, που σημαίνει «Ο Ιεχωβά Θέλει Ιδεί,» ή, «ο Ιεχωβά Θέλει Προβλέψει.» Κατόπιν ο Ιεχωβά, επειδή δεν μπορούσε να ορκισθή σ’ έναν ανώτερο ή ισχυρότερο, ωρκίσθη στον ίδιο τον εαυτό του, υποσχόμενος να κάμη το σπέρμα ή απογόνους του Αβραάμ ζωτικής σπουδαιότητος σε όλα τα έθνη της γης. Ο Ιεχωβά ωρκίσθη:
«Επειδή έπραξας το πράγμα τούτο, και δεν ελυπήθης τον υιόν σου, τον μονογενή σου, ότι ευλογών θέλω σε ευλογήσει, και πληθύνων θέλω πληθύνει το σπέρμα σου ως τα άστρα του ουρανού, και ως την άμμον την παρά το χείλος της θαλάσσης· και το σπέρμα σου θέλει κυριεύσει τας πύλας των εχθρών αυτού· και εν τω σπέρματί σου θέλουσιν ευλογηθή πάντα τα έθνη της γης· διότι υπήκουσας εις την φωνήν μου.»—Γένεσις 22:1-18.
29, 30. (α) Σ’ αυτό το προφητικό δράμα, ποιους εξεικόνιζαν ο Αβραάμ και ο Ισαάκ και τι εξεικόνιζε η σειρά των γεγονότων που συνέβησαν; (β) Πώς, λοιπόν, ο Ιεχωβά θα εκτελέση ό,τι ωρκίσθη να κάμη;
29 Ο Αβραάμ δεν είχε καταλάβει ότι εκτελούσε ένα προφητικό δράμα. Σ’ αυτό εξεικόνιζε τον ίδιο τον Ιεχωβά Θεό· ο δε Ισαάκ παρίστανε τον αγαπητόν, μονογενή Υιόν του Θεού, ο οποίος θα κατήρχετο από τον ουρανό για να πεθάνη ως θυσία για την ευλογία των ευπειθών ανθρώπων με αιώνια ζωή. Όπως ο Αβραάμ προσέφερε τον Ισαάκ, την δε θέσι του Ισαάκ τελικά κατέλαβε ο κριός τον οποίον θαυματουργικά επρομήθευσε ο Θεός, έτσι ο στοργικός ουράνιος Πατήρ Ιεχωβά θα προσέφερε τον Υιόν του θυσιαστικά στη γη. Όπως ο Αβραάμ ξαναπήρε τον Ισαάκ πραγματικά από τους νεκρούς, έτσι κι ο Ιεχωβά θ’ ανάσταινε τον Υιόν του από πραγματικό θάνατο και θα τον ελάμβανε πάλι ζώντα πλησίον του στον ουρανό, απ’ όπου θα μπορούσε να είναι μια ευλογία στους πιστεύοντας απ’ όλα έθνη της γης. (Εβραίους 6:13-18) Ο Θεός, προς αγιασμόν του αγίου ονόματός του, ετήρησε ό,τι είχε ορκισθή στον Αβραάμ πριν από τριάντα οκτώ αιώνες.
30 Όταν ο Υιός του Θεού ήταν εδώ κάτω στη γη ως άνθρωπος πριν από χίλια εννεακόσια χρόνια, εσχολίασε την πιστότητα του Θεού στον όρκο του, λέγοντας: «Τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, δια να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν αλλά να έχη ζωήν αιώνιον.» (Ιωάννης 3:16) Την τρίτη ημέρα μετά τον θυσιαστικό του θάνατο, ο Παντοδύναμος Θεός ανέστησε από τους νεκρούς τον Υιόν του, το αντίτυπο του Ισαάκ. Έκαμε να επιστρέψη ο Υιός του στον ουρανό για να παρουσιάση σ’ αυτόν την αξία της θυσιασμένης τελείας ανθρωπίνης ζωής του υπέρ του θνήσκοντος ανθρωπίνου γένους. Δια του Σπέρματος αυτού, του εφάπαξ θυσιασμένου Υιού του, ο Ιεχωβά Θεός, ως ο Μεγαλύτερος Αβραάμ, θα εκτελέση τον όρκο του και θα ευλογήση όλους τους πιστεύοντας σε όλα τα έθνη της γης.
31. Μετά τον θάνατο του Αβραάμ τι είπε ο Ιεχωβά στον Ισαάκ σχετικά με την ένορκο δήλωσί του προς τον Αβραάμ;
31 Η πιστή πορεία του Αβραάμ αποδεικνύει ότι αποφέρει μεγάλη ανταμοιβή σ’ εμάς το να επικαλούμεθα με πίστι το όνομα του Ιεχωβά. Μετά τον θάνατο του Αβραάμ, ο Ιεχωβά είπε στον υιόν του Ισαάκ: «Θέλω εκπληρώσει τον όρκον, τον οποίον ώμοσα προς Αβραάμ τον πατέρα σου· και θέλω πληθύνει το σπέρμα σου ως τα άστρα του ουρανού, και θέλω δώσει εις το σπέρμα σου πάντας τους τόπους τούτους, και θέλουσιν ευλογηθή εν τω σπέρματί σου πάντα τα έθνη της γης.»—Γένεσις 26:2-4.
32. Ποιον ευλόγησε ο Ισαάκ, και πώς εκείνος που έλαβε την κυρία ευλογία ευνοήθηκε με τέκνα;
32 Σχετικά με τον Ισαάκ, το εδάφιον προς Εβραίους 11:20 λέγει: «Δια πίστεως ο Ισαάκ ευλόγησε τον Ιακώβ και τον Ησαύ περί των μελλόντων.» Αλλά στον πιστόν Ιακώβ, ο Ισαάκ απένειμε την κύρια ευλογία, που μετεβίβαζε στον Ιακώβ την τιμή του να είναι εκείνος, δια της γενεαλογικής γραμμής του οποίου θα ήρχετο εν σαρκί το υποσχεμένο Σπέρμα της «γυναικός» του Θεού. (Γένεσις 27:27-29) Σε αρμονία με την ευλογία αυτή, ο Θεός ευλόγησε τον Ιακώβ με δώδεκα γυιους, και με μερικές θυγατέρες. Όταν ο Ιακώβ έφθασε σε ηλικία ενενήντα και ενός ετών εγέννησε τον Ιωσήφ. Ύστερ’ από έξη και πλέον χρόνια, αφού ο Ιακώβ ανεχώρησε από τη Χαρράν κι επέστρεψε στη γη Χαναάν, γεννήθηκε ο αμφιθαλής αδελφός του Ιωσήφ, ο Βενιαμίν, ως ο δωδέκατος και τελευταίος γυιος του Ιακώβ. Έτσι, ο Ιωσήφ κι ο Βενιαμίν ήσαν γυιοι της γεροντικής ηλικίας του Ιακώβ και ήσαν πολύ αγαπητοί σ’ αυτόν.—Γένεσις 30:24· 35:18.
33. Ποια ήταν η σειρά των γεγονότων που έγινε αιτία να μετοικήση στην Αίγυπτο ο Ιακώβ με ολόκληρο τον οίκο του;
33 Ο Ιωσήφ, λόγω φθόνου των ετεροθαλών αδελφών του, επωλήθη ως δούλος στην Αίγυπτο. Ένεκα της πιστής πορείας του Ιωσήφ, ο Ιεχωβά έκαμε ώστε να γίνη ο Ιωσήφ πρωθυπουργός του βασιλέως της Αιγύπτου. Ο Ιωσήφ έλαβε σύζυγον κι απέκτησε δύο γυιους, τον Μανασσή πρωτότοκο και τον Εφραΐμ δευτερότοκο. Μετά τη γέννησί των η Αίγυπτος επλήγη από μια επταετή σιτοδεία, σ’ εκπλήρωσι της προφητείας του Ιεχωβά δια στόματος του Ιωσήφ. Η σιτοδεία επηρέασε και τη γη Χαναάν σε τέτοιο βαθμό, ώστε ο Ιακώβ αναγκάσθηκε να στείλη τους δέκα μεγαλυτέρους γυιους του στην Αίγυπτο να φέρουν τρόφιμα. Στο δεύτερο ταξίδι τους στην Αίγυπτο για προμήθεια τροφίμων, πήραν μαζί τους και τον νεώτερο αδελφό τους, τον Βενιαμίν. Τότε ήταν που ο πρωθυπουργός και σιτιάρχης της Αιγύπτου απεκαλύφθη και στους ένδεκα ως ο αδελφός των Ιωσήφ. Ω, τι συνένωσις και συγχώρησις έγινε! Επειδή η προειπωμένη πείνα θα διαρκούσε ακόμη πέντε χρόνια, ο Ιωσήφ εκάλεσε τον ηλικίας 130 ετών πατέρα του να έλθη να κατοικήση στην Αίγυπτο και, ολόκληρη η οικογένεια μετώκησε εκεί. Κατά διαταγήν του Φαραώ, του βασιλέως, εγκατεστάθησαν στη γη Γεσέν.—Γένεσις, κεφάλαια 37, 39-47.
34. Τι είπε ο Ιακώβ στους γυιους του Ιωσήφ, Εφραΐμ και Μανασσή, ότι επρόκειτο να γίνουν μεταξύ των φυλών του Ισραήλ;
34 Επί δεκαεπτά χρόνια ο Ιακώβ κατοικούσε στη γη Γεσέν, της Αιγύπτου. Ο καιρός του θανάτου του επλησίαζε. Ο πρωθυπουργός Ιωσήφ πήγε να τον ιδή, φέρνοντας μαζί του τον Μανασσή τον πρωτότοκο και τον αδελφό του Εφραΐμ. Ο Ιακώβ έδωσε στον Ιωσήφ να εννοήση ότι αυτά τα δύο παιδιά επρόκειτο να γίνουν αρχηγοί δύο διακεκριμένων φυλών του μελλοντικού έθνους Ισραήλ. Ο Ιακώβ είπε: «Είναι ιδικοί μου· ο Εφραΐμ και ο Μανασσής θέλουσιν είσθαι εις εμέ, ως ο Ρουβήν [ο πρωτότοκός μου] και ο Συμεών, [ο δευτερότοκός μου].»
35. Σύμφωνα με τον τρόπο ευλογίας του Ιακώβ, ποια ήταν η σειρά των δύο γυιων του Ιωσήφ στον Ισραήλ, και πώς δείχνεται στη Βιβλική αφήγησι η σπουδαιότης αυτής της ευλογίας;
35 Κατόπιν, κατά παράκλησιν του Ιακώβ, ο Ιωσήφ έφερε τους δύο γυιους του στον πάππο τους τον Ιακώβ, για να τους ευλογήση. Αλλ’ ο Ιακώβ επέθεσε το δεξί του χέρι, όχι στον Μανασσή τον πρωτότοκο, αλλά στον Εφραΐμ, και το αριστερό του χέρι στον Μανασσή. Ο Ιακώβ είπε: «Ο αδελφός αυτού ο νεώτερος θέλει είσθαι μεγαλύτερος αυτού, και το σπέρμα αυτού θέλει γείνει πλήθος εθνών.» Κατόπιν προσέθεσε : «Εις σε αναφερόμενος θέλει ευλογεί ο Ισραήλ, λέγων, Ο Θεός να σε κάμη ως τον Εφραΐμ και ως τον Μανασσή!» Ο Ιακώβ επέμενε να θέτη τον νεώτερον Εφραΐμ πριν από τον πρωτότοκο Μανασσή. Ο Εφραΐμ, αντιπροσωπεύοντας τον Ιωσήφ, επρόκειτο να γίνη η πιο σπουδαία φυλή του έθνους Ισραήλ. (Γένεσις 48:1-20) Επειδή αυτή η ευλογία ενείχε σπουδαιότητα, το εδάφιον Εβραίους 11:21 λέγει: «Δια πίστεως ο Ιακώβ αποθνήσκων ευλόγησεν έκαστον των υιών του Ιωσήφ, και προσεκύνησεν επιστηριζόμενος επί το άκρον της ράβδου αυτού.»
36. Πώς και γιατί μετεβιβάσθησαν τα πρωτοτόκια από τον γυιο του Ιακώβ Ρουβήν στον Ιωσήφ;
36 Ο Ιωσήφ ήταν ο πρωτότοκος της Ραχήλ, της αγαπητής συζύγου του Ιακώβ· αλλ’ ο Ιωσήφ δεν ήταν ο πρωτότοκος γυιος του Ιακώβ. Ο Ιακώβ, από την άλλη του σύζυγο, τη Λεία, είχε άλλους έξη γυιους, όλους μεγαλυτέρους του Ιωσήφ. Ένας απ’ αυτούς τους γυιους, ο τέταρτος, ήταν ο Ιούδας. (Γένεσις 29:31-35· 30:17-21) Ο Ρουβήν, ο πρωτότοκος γυιος του Ιακώβ από τη Λεία, απώλεσε το δικαίωμα του πρωτοτόκου λόγω αιμομικτικής ανηθικότητος. Γι’ αυτό, τα πρωτοτόκια μετεβιβάσθησαν στον Ιωσήφ, στον πρωτότοκο γυιο του Ιακώβ από τη δεύτερη σύζυγό του Ραχήλ.
37. Τι είπε ο Ιακώβ στην τελική του ευλογία επάνω στον Ιούδα;
37 Ο Ιακώβ, αφού ευλόγησε τους δύο γυιους του Ιωσήφ, εκάλεσε και τους δώδεκα γυιους του για να δώση στον καθένα την τελική του ευλογία. Τέταρτος κατά σειράν για ευλογία ήλθε ο Ιούδας, ο δε Ιακώβ είπε προφητικά: «Ιούδα [που σημαίνει ‘Επαινετέ’], εσέ θέλουσιν επαινέσει οι αδελφοί σου· . . . Σκύμνος λέοντος είναι ο Ιούδας. . . . Και ως σκύμνος λέοντος· τις θέλει εγείρει αυτόν; Δεν θέλει εκλείψει το σκήπτρον εκ του Ιούδα, ουδέ νομοθέτης εκ μέσου των ποδών αυτού, εωσού έλθη ο Σηλώ· και εις αυτόν θέλει είσθαι η υπακοή των λαών.»—Γένεσις 49:1-10.
38. Τι εσήμαινε αυτή η τελική ευλογία που εδόθη στον Ιούδα;
38 Ο Ιακώβ επροφήτευσε έτσι ότι η βασιλική εξουσία στο έθνος Ισραήλ θα ανήκε στη φυλή του Ιούδα· και ότι η βασιλική αυτή εξουσία θα παρέμενε σ’ εκείνη τη φυλή ως τότε που θα ήρχετο ο Λέων ο εκ της φυλής Ιούδα, που θα ελέγετο Σηλώ· αυτός θα ήταν ο νομοθέτης, οι δε πιστοί υπήκοοί του θα υπετάσσοντο σ’ αυτόν.
39. Πώς η ευλογία επάνω στον Ιωσήφ δεν τον καθιστούσε αντίπαλον του Ιούδα, και μετά την ευλογία αυτή πώς ωνομάσθησαν οι δώδεκα γυιοι;
39 Ενδεκάτη κατά σειράν ήλθε η ευλογία προς τον Ιωσήφ, αλλ’ αυτή δεν ανέφερε για βασιλική εξουσία. Ο Ιωσήφ, όπως παρίστατο από τους γυιους του Εφραΐμ και Μανασσή, δεν επρόκειτο να είναι αντίπαλος του Ιούδα για τη βασιλική ιδιότητα. Η ευλογία προς τον Βενιαμίν, τον νεώτερο αμφιθαλή αδελφό του Ιωσήφ, ήλθε δωδέκατη. Στο τέλος της τελευταίας αυτής ευλογίας ελέχθη: «Πάντες ούτοι είναι αι δώδεκα φυλαί του Ισραήλ, και τούτο είναι το οποίον ελάλησε προς αυτούς ο πατήρ αυτών, και ευλόγησεν αύτους.»—Γένεσις 49:22-28.
40. (α) Ποιος απέκτησε τα πρωτοτόκια, αλλά ποιος απεδείχθη ανώτερος μεταξύ των αδελφών του, και πώς; (β) Πώς εκείνος που απέκτησε τα πρωτοτόκια απέκτησε διπλή μερίδα στον Ισραήλ;
40 Όσον αφορά τη σχέσι των φυλών μέσα στο έθνος Ισραήλ, είναι γραμμένο: «Οι δε υιοί του Ρουβήν πρωτοτόκου του Ισραήλ, (διότι ούτος ήτο ο πρωτότοκος· επειδή όμως εμίανε την κοίτην του πατρός αυτού, τα πρωτοτόκια αυτού εδόθησαν εις τους υιούς του Ιωσήφ, υιού του Ισραήλ· πλην ουχί δια να έχη τα πρωτοτόκια ως προς την γενεαλογίαν· διότι ο Ιούδας υπερίσχυσεν υπέρ τους αδελφούς αυτού, ώστε εξ αυτού να εξέλθη ο ηγούμενος· τα πρωτοτόκια όμως ήσαν του Ιωσήφ) . . .» (1 Χρονικών 5:1, 2) Σύμφωνα με την προφητεία, ο Ιούδας υπερτέρησε προμηθεύοντας τον Βασιλεύοντα για μόνιμη βασιλική εξουσία. Εν τούτοις, επειδή το δικαίωμα ενός πρωτοτόκου γυιου μετεβιβάσθη έτσι στον Ιωσήφ, αυτός είχε διπλή μερίδα ή δύο μερίδες μέσα στον Ισραήλ. Δηλαδή, οι δύο γυιοι του Ιωσήφ, ο Εφραΐμ κι ο Μανασσής τους οποίους ο Ιακώβ αξιούσε ως δικούς του έγιναν δύο φυλές μέσα στο έθνος Ισραήλ, κι εδόθη στον καθέναν ένας διακεκριμένος χώρος μέσα στη Γη της Επαγγελίας ή Γη Χαναάν. Όπως ο Ιακώβ είπε στον Ιωσήφ: «Και εγώ δίδω εις σε μερίδιον έν υπέρ τους αδελφούς σου.»—Γένεσις 48:22.
41. Πού έθαψε ο Ιωσήφ τον πατέρα του Ιακώβ, και πώς ο Ιωσήφ έδειξε την πίστι του στη μέλλουσα έξοδο του Ισραήλ από την Αίγυπτο;
41 Ο Ιωσήφ συνεμορφώθη με την αίτησι του θνήσκοντος πατρός του κι έθαψε τον Ιακώβ στη Γη της Επαγγελίας, στη Γη Χαναάν, στο σπήλαιο πλησίον της πόλεως Χεβρών, όπου είχαν ταφή, ο Αβραάμ, η Σάρρα, ο Ισαάκ, η Ρεβέκκα καθώς κι η Λεία. Ύστερ’ από πενήντα πέντε χρόνια, στο έτος 1657 π.Χ., πέθανε κι ο ίδιος ο Ιωσήφ, σε ηλικία 110 ετών. Πριν από τον θάνατό του είπε στους αδελφούς του ότι ο Θεός θα εξήγε από την Αίγυπτο αυτούς και τις οικογένειές των για να τους φέρη στην Γη της Επαγγελίας· και τους ώρκισε να μεταφέρουν τα οστά του μαζί τους στη γη της Θείας επαγγελίας. (Γένεσις 49:29 έως 50:26) Πέθανε σαν ένας πιστός μάρτυς του Ιεχωβά. Γι’ αυτόν τον λόγο η προς Εβραίους επιστολή, κεφάλαιο ενδέκατο, ειδικά τον κατονομάζει με το εξής σχόλιο: «Δια πίστεως ο Ιωσήφ αποθνήσκων προανήγγειλε περί της εξόδου των υιών Ισραήλ, και παρήγγειλε περί των οστέων αυτού.»—Εβραίους 11:22.
42. Ποια κρίσι και ευλογία εκφέρει το βιβλίο της Γενέσεως στις αντίθετες τάξεις;
42 Με την αφήγησι του θανάτου του Ιωσήφ τελειώνει το πρώτο βιβλίο της Αγίας Γραφής, που λέγεται Γένεσις. Εκθέτει την κρίσι καταστροφής που επήλθε σ’ εκείνους, οι οποίοι επεκαλούντο το όνομα του Ιεχωβά υποκριτικά και την ευλογία που επήλθε σ’ εκείνους, οι οποίοι επεκαλούντο το όνομά Του με πίστι, για να το αγιάσουν.
-
-
Ο Θεός Κάνει Όνομα δι’ Εαυτόν«Αγιασθήτω το Όνομά Σου»
-
-
Κεφάλαιο 6
Ο Θεός Κάνει Όνομα δι’ Εαυτόν
1. Τι είπε ο Ιεχωβά στον Αβραάμ ότι θα ήταν η πείρα των απογόνων του προτού εγκατασταθούν στη γη Χαναάν;
Γεγονότα άρχισαν να εκτυλίσσωνται στην Αίγυπτο για να κάμη ο Δημιουργός μας ένα μεγάλο όνομα για τον εαυτό του εν σχέσει με τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ. Αυτό επρόκειτο να είναι σ’ εκπλήρωσι της διαθήκης του με τον Αβραάμ, για να δώση στους απογόνους του Αβραάμ τη γη Χαναάν. Οι απόγονοι του Αβραάμ επρόκειτο να υποδουλωθούν σε μια ξένη γη, αλλ’ ο Ιεχωβά είπε στον Αβραάμ, «το έθνος όμως, εις το οποίον θέλουσι δουλωθή, εγώ θέλω κρίνει· μετά δε ταύτα θέλουσιν εξέλθει με μεγάλα υπάρχοντα . . . θέλουσιν επιστρέψει εδώ,» όπου ήταν τότε ο Αβραάμ.—Γένεσις 15:12-19.
2. (α) Πώς ο σεβασμός για τον Θεό του Ιωσήφ εξησθένησε στην Αίγυπτο; (β) Πώς οι Ισραηλίται οι ίδιοι εμολύνθησαν θρησκευτικώς;
2 Οι δώδεκα φυλές του Ισραήλ ανεπτύχθησαν γοργά στη γη Γεσέν της Αιγύπτου. Όσον καιρό ο Ιωσήφ ο Εβραίος υπηρετούσε ως πρωθυπουργός του Φαραώ της Αιγύπτου, οι δώδεκα φυλές του Ισραήλ ετύγχαναν σεβασμού και ο Θεός του Ιωσήφ, επίσης. Αλλ’ ο Ιωσήφ δεν μετέστρεψε την Αίγυπτο στην πίστι και τη λατρεία του Ιεχωβά Θεού. Η Αίγυπτος ήταν τότε μια χώρα ψευδών θεών με πολλά είδωλα για λατρεία. Μετά τον θάνατο του Ιωσήφ, η μνήμη τού πώς ο Ιεχωβά τον εχρησιμοποίησε για να σώση την Αίγυπτο από τον καταστρεπτικό επταετή λιμό εξησθένησε στη διάνοια, ειδικά των επομένων Φαραώ. Ο σεβασμός για τον Θεό του Ιωσήφ, επίσης, εξέλιπε. Ακόμη και οι φυλές του Ισραήλ άρχισαν να μολύνωνται από τη στενή επαφή με την ειδωλολατρία της Αιγύπτου. Τα εδάφια Ιεζεκιήλ 20:5-10 (ΜΝΚ) τονίζουν αυτό το γεγονός:
«Ούτω λέγει Ιεχωβά ο Θεός· εν τη ημέρα καθ’ ην έκλεξα τον Ισραήλ, και ύψωσα την χείρα μου προς το σπέρμα του οίκου Ιακώβ, και εγνωρίσθην εις αυτούς εν Αιγύπτω και ύψωσα την χείρα μου προς αυτούς, λέγων, Εγώ είμαι Ιεχωβά ο Θεός σας, εν εκείνη τη ημέρα ύψωσα την χείρά μου προς αυτούς ότι θέλω εξαγάγει αυτούς εκ γης Αιγύπτου εις γην την οποίαν προέβλεψα δι’ αυτούς, γην ρέουσαν γάλα και μέλι, ήτις είναι η δόξα πασών των γεών. Και είπα προς αυτούς, Απορρίψατε έκαστος τα βδελύγματα των οφθαλμών αυτού, και μη μιαίνεσθε με τα είδωλα της Αιγύπτου· εγώ είμαι Ιεχωβά ο Θεός σας.»
»Αυτοί όμως απεστάτησαν απ’ εμού, και δεν ηθέλησαν να μου ακούσωσι· δεν απέρριψαν έκαστος τα βδελύγματα των οφθαλμών αυτών, και δεν εγκατέλιπον τα είδωλα της Αιγύπτου. Τότε είπα να εκχέω τον θυμόν μου επ’ αυτούς, δια να συντελέσω την οργήν μου εναντίον αυτών εν μέσω της γης Αιγύπτου.
»Πλην, ένεκεν του ονόματός μου, δια να μη βεβηλωθή ενώπιον των εθνών μεταξύ των οποίων ήσαν, και έμπροσθεν των οποίων εγνωρίσθην εις αυτούς, έκαμον τούτο, να εξαγάγω αυτούς εκ γης Αιγύπτου. Και εξήγαγον αυτούς εκ γης Αιγύπτου, και έφερα αυτούς εις την έρημον.»
3. (α) Πώς ο Ιεχωβά θα επολιτεύετο με τον Ισραήλ όσον αφορά το ιδικό του όνομα; (β) Πότε το σπέρμα του Αβραάμ άρχισε να υφίσταται θλίψι, και πότε και γιατί επήλθε σ’ αυτούς στην Αίγυπτο;
3 Εφόσον οι δώδεκα φυλές του Ισραήλ ως απόγονοι του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ συνεδέθησαν με το όνομα του Θεού, ο Ιεχωβά θα επολιτεύετο με αυτούς μ’ έναν τρόπο που θα έδειχνε και σεβασμό για το όνομά του. Χάριν του ιδίου του ονόματος υπήρξε ελεήμων σ’ αυτούς κι έμεινε πιστός στη διαθήκη του με τον Αβραάμ, η οποία παρεδόθη στον Ισαάκ και στον Ιακώβ και κατόπιν στις δώδεκα φυλές του Ιακώβ. Στη διαθήκη του με τον Αβραάμ ο Θεός υπεσχέθη να εξαγάγη το σπέρμα του Αβραάμ από την Αίγυπτο μετά από μια περίοδο θλίψεως. (Γένεσις 15:13-21) Το σπέρμα του Αβραάμ είχε ήδη υποστή θλίψι αφότου απεγαλακτίσθη ο γυιος του Ισαάκ. (Γένεσις 21:8, 9) Αλλά τώρα, μετά τον θάνατο του Ιωσήφ στην Αίγυπτο, η θλίψις για το σπέρμα του Αβραάμ, τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ, άρχισε να επέρχεται σ’ αυτούς εκεί κάτω στη «γη του Χαμ.» Αυτό έγινε ειδικά, όταν ηγέρθη στην Αίγυπτο ένας βασιλεύς, που δεν εγνώριζε τον Ιωσήφ και ό,τι είχε κάμει ο Ιωσήφ για την Αίγυπτο. Ως τώρα οι δώδεκα φυλές του Ισραήλ είχαν αυξηθή μ’ ένα προφανώς θαυματουργικό ρυθμό, ως ένας χωριστός λαός.—Έξοδος 1:1-8.
4. Πώς ο Φαραώ της Αιγύπτου προσεπάθησε να καταθλίψη τους Ισραηλίτας μέχρις εξοντώσεως και να αναγκάση να υπανδρεύωνται οι Ισραηλίτισσες με Αιγυπτίους;
4 Ο αχάριστος, εθνικιστής Φαραώ της Αιγύπτου άρχισε τώρα να καταθλίβη τους Ισραηλίτας μέχρις εξοντώσεως. Σ’ αυτή την πορεία του ενεργούσε απλώς ως ένα όργανον του Διαβόλου, του Μεγάλου Όφεως, ο οποίος έτεινε να κεντήση την πτέρνα του υποσχεμένου σπέρματος της «γυναικός» του Θεού. (Γένεσις 3:15) Οι Ισραηλίται, το σπέρμα του Αβραάμ του Εβραίου, μολονότι ήσαν υποδουλωμένοι, εξακολούθησαν ν’ αυξάνουν ταχύτερα από τους Αιγυπτίους. Ο Φαραώ, στην απελπισία του, διέταξε τις μαίες των Εβραίων να θανατώνουν όλα τα άρρενα που θα γεννούσαν οι Ισραηλίτισσες. Οι μαίες των Εβραίων, από φόβον του Θεού, διεφύλατταν ζωντανά τα άρρενα βρέφη. Τελικά ο Φαραώ, για ν’ αναγκάση τις Ισραηλίτισσες να υπανδρεύωνται με Αιγυπτίους, διέταξε να πνίγεται στον Ποταμό Νείλο κάθε αρσενικό βρέφος, και μόνο θηλυκά βρέφη των Εβραίων να διαφυλάσσωνται ζωντανά.—Έξοδος 1:9-22.
5. Πώς το βρέφος Μωυσής διέφυγε τον πνιγμόν, και πώς η υιοθέτησίς του δεν τον εμπόδισε να διδαχθή την πίστι των πατέρων του;
5 Μεταξύ των Ισραηλιτών, που εφοβούντο τον Θεό του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ, ήσαν ο Αμράμ και η σύζυγός του Ιωχαβέδ. (Έξοδος 2:1· 6:16-20) Ο Αμράμ από τη φυλή του Λευί είχε ήδη μια θυγατέρα, τη Μαριάμ, κι ένα γυιο, τον Ααρών. Τώρα ήλθε κι ένας δεύτερος γυιος, αλλ’ ο Αμράμ δεν τον έρριξε στον Νείλο Ποταμό να πνιγή. Το περίφημο κεφάλαιο περί μαρτύρων του Ιεχωβά λέγει: «Δια πίστεως ο Μωυσής, αφού εγεννήθη, εκρύφθη τρεις μήνας υπό των γονέων αυτού, διότι είδον κεχαριτωμένον το παιδίον· και δεν εφοβήθησαν το διάταγμα του βασιλέως.» (Εβραίους 11:23) Στο τέλος η μητέρα του βρέφους, η Ιωχαβέδ, έθεσε το βρέφος στην επιφάνεια του ύδατος, τοποθετημένο μέσα σ’ ένα στεγανοποιημένο κάνιστρο ανάμεσα στα καλάμια του Νείλου, υπό τα άγρυπνα βλέμματα της αδελφής του Μαριάμ. Εκεί το βρήκε η θυγατέρα του Φαραώ κι επροθυμοποιήθηκε να υιοθετήση αυτό το «κεχαριτωμένον» παιδίον. Το ωνόμασε Μωυσή, λέγοντας: «Ότι εκ του ύδατος έσυρα αυτό.» Κατόπιν η θυγατέρα του Φαραώ επείσθη ν’ αφήση την ίδια τη μητέρα του Μωυσέως να τον θηλάση και να τον αναθρέψη, ώσπου θα τον ανελάμβανε η θυγατέρα του Φαραώ. Με αυτόν τον τρόπο ο νεαρός Μωυσής εδιδάχθη την πίστι των πατέρων του τόσο βαθιά ώστε ποτέ δεν την ελησμόνησε.—Έξοδος 2:1-10· Πράξεις 7:17-22.
6. Πού τελικά εφέρθη ο Μωυσής, αλλά πώς συνέβη να νυμφευθή και να γίνη ποιμήν στη γη Μαδιάμ;
6 Η θετή μητέρα του Μωυσέως τον εμεγάλωσε στην αυλή του Φαραώ. Ο Μωυσής «εδιδάχθη πάσαν την σοφίαν των Αιγυπτίων» και ήταν «δυνατός εν λόγοις και εν έργοις.» Σε ηλικία σαράντα ετών έκαμε μια βίαιη επίδειξι για ν’ αποδείξη ότι ήταν ακόμη ένας Εβραίος, ένας Ισραηλίτης. Γι’ αυτό αναγκάσθηκε να φύγη χάριν της ζωής του στη γη Μαδιάμ της Αραβικής χερσονήσου. Εκεί ενυμφεύθη κι έγινε ποιμήν των προβάτων του πενθερού του Ιοθόρ, ιερέως της Μαδιάμ, στη γειτονία του «όρους του αληθινού Θεού,» του Όρους Χωρήβ.—Έξοδος 2:11-22.
7. Σε ποια ηλικία και πού εδόθη στον Μωυσή μια εντολή σχετικά με τον Ισραήλ και την Αίγυπτο;
7 Σε ηλικία ογδόντα ετών ο Μωυσής έβοσκε το ποίμνιό του στο Όρος Χωρήβ, οπότε διέκρινε κάτι, που εφαίνετο να είναι άσβεστος βάτος, ένας θάμνος, που εκαίετο αλλά δεν κατεναλίσκετο. Ο άγγελος του Ιεχωβά ήταν σ’ εκείνη την καιόμενη βάτο. Στον Μωυσή ελέχθη να μη πλησιάση. Η φωνή από τη βάτο έλεγε: «Εγώ είμαι ο Θεός του πατρός σου, ο Θεός του Αβραάμ, ο Θεός του Ισαάκ, και ο Θεός του Ιακώβ.» Κατόπιν ο Μωυσής έλαβε εντολή να εξαγάγη τους Ισραηλίτας από την Αίγυπτο: «Αφού εξαγάγης τον λαόν μου εξ Αιγύπτου, θέλετε λατρεύσει τον Θεόν επί του όρους τούτου.»—Έξοδος 3:1-12.
8, 9. (α) Ποια ερώτησι προέβαλε ο Μωυσής και τι απήντησε ο άγγελος του Ιεχωβά; (β) Σύμφωνα με περικοπήν αυθεντίας, ποια είναι η σημασία στην Ελληνική της Εβραϊκής εκφράσεως που εδόθη ως απάντησις;
8 Αλλ ο Μωυσής έλειπε σαράντα χρόνια από τον λαό του στην Αίγυπτο. Υποθέστε ότι τον ρωτούσαν για το όνομα αυτού του Θεού, που τον έστειλε σ’ αυτούς, αυτού του Θεού των πατέρων των. Τι θα τους έλεγε ο Μωυσής;
9 Ο Θεός είπε στον Μωυσή, Εβραϊστί: «Εχγέχ ασέρ εχγέχ.» Στην Ελληνική, τι σημαίνει αυτό; Όχι «ΕΙΜΑΙ ΕΚΕΙΝΟ [ή, ΕΚΕΙΝΟΣ] ΠΟΥ ΕΙΜΑΙ.» Σ’ αυτή τη φράσι ο Θεός δια του αγγέλου του εχρησιμοποίησε μια μορφή του Εβραϊκού ρήματος χαγιά (היה). Αυτό το Εβραϊκό ρήμα δεν σημαίνει υπάρχω· σημαίνει έρχομαι σε ύπαρξι, τυγχάνω, συμβαίνω· γίνομαι, αναλαμβάνω (ιδιότητα), εισέρχομαι (σε μια κατάστασι), αποτελώ (κάτι). Παραθέτομε από ένα αυθεντικό κείμενο:
«Το Εβραϊκό ισοδύναμο του ‘υπάρχω,’ αν θα μπορούσε να συλληφθή από την Εβραϊκή διάνοια η περίπτωσις για μια τέτοια δήλωσι, δεν θα ήταν היהא [‘’Εχγέ’] αλλά יהייה [‘Χαγίθι’], (Τέλειος), ‘Ήλθα σε ύπαρξι κι έτσι είμαι εδώ.’ Αφ’ ετέρου, το ‘Είμαι’ (κάτι) διακρινόμενον από το ‘υπάρχω,’ δεν θα έκανε διόλου χρήσι του ρήματος היה [‘χαγιά’]. Το «είμαι» μπορεί μόνο ν’ αποδοθή σε μια ονομαστική έκφρασι [μια φράσι αποτελούμενη από ονόματα ή λέξεις χωρίς ρήμα]. Το Εβραϊκό του «Είμαι» (αυτό κι αυτό) είναι ינא (Ανί) ακολουθούμενο από το κατηγορούμενον όνομα (ή επίρρημα) [όχι από ρήμα]. Έτσι, το Εβραϊκό του «Είμαι εκείνο που είμαι; δεν είναι היהא רשא היהא [«Εχγέ ασέρ εχγέ»], ούτε διαφέρει απ’ αυτόν τον όρον μόνο στο ζήτημα του χρόνου του ρήματος. Απαιτείται ονοματική πρότασις αντί της ρηματικής. . . .
» היהא [Εχγέ] σ’ αυτή την πρότασι μπορεί μόνο να σημαίνη «θα είμαι» ή «θα γίνω» (κάτι)· διότι φυσικά το «θα είμαι» ή «θα γίνω» (κάποιος) δεν αποτελεί αισθητή εναλλαγή. Όχι, λοιπόν, απλώς η πιο φυσική, αλλά η αναγκαία σύνταξις του היהא רשא היהא [«Εχγέ ασέρ εχγέ»] είναι θα είμαι ό,τι θα είμαι.» Αυτά για την κατά γράμμα σημασία της Εβραϊκής προτάσεως.»—“Journal of Biblical Literature,” (Περιοδικόν Βιβλικής Φιλολογίας), Τόμος 23, εκδεδομένο από την Εταιρία Βιβλικής Φιλολογίας και Εξηγήσεως, 1904, σελίς 126.
10. Πώς, λοιπόν, την αποδίδει ορθά η Μετάφρασις Νέου Κόσμου των Αγίων Γραφών;
10 Πολύ ορθά λέγει η Μετάφρασις Νέον Κόσμου των Αγίων Γραφών: «Είπεν ο Θεός προς τον Μωυσήν, ΘΕΛΩ ΔΕΙΞΕΙ ΟΤΙ ΕΙΜΑΙ ΕΚΕΙΝΟ ΠΟΥ ΘΕΛΩ ΔΕΙΞΕΙ ΟΤΙ ΕΙΜΑΙ. Και προσέθεσε: ‘Ούτω θέλεις ειπεί προς τους υιούς Ισραήλ’· ‘Ο «ΘΕΛΩ ΔΕΙΞΕΙ ΟΤΙ ΕΙΜΑΙ [Εχγέ] με απέστειλε προς εσάς.’»—Έξοδος 3:14a
11, 12. (α) Σύμφωνα με τη δήλωσι του Θεού προς τον Μωυσή, ποιο είναι το όνομά του που πρέπει να ενθυμούμεθα έως σήμερα; (β) Ποιος είναι ο τρόπος με τον οποίον δεν πρέπει να ενθυμούμεθα ή μνημονεύωμε τον Θεό των πιστών πατριαρχών;
11 Ο Θεός δια του αγγέλου του τότε έδωσε το μήνυμά του για τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ, λέγοντας στον Μωυσή: «Ούτω θέλεις ειπεί προς τους υιούς Ισραήλ· Ιεχωβά ο Θεός των πατέρων σας, ο Θεός του Αβραάμ, ο Θεός του Ισαάκ, και ο Θεός του Ιακώβ, με απέστειλε προς εσάς· τούτο θέλει είσθαι το όνομά μου εις τον αιώνα, και τούτο το μνημόσυνόν μου εις γενεάς γενεών.»—Έξοδος 3:15.
12 Ως αυτή τη γενεά του εικοστού αιώνος, ως τη δική μας γενεά από το έτος 1914, το όνομα του αιωνίου Θεού είναι ΙΕΧΩΒΑ. Σε όλη την αιωνιότητα αυτό είναι το άγιό του όνομα, και σε ανάμνησί του, είναι το όνομα με το οποίον πρέπει να τον ενθυμούμεθα σε όλη την αιωνιότητα. Είναι το αμετάβλητο όνομά του. Από την αρχή της υπάρξεως του ανθρώπου ως την εποχή του Μωυσέως δεν είχε αλλάξει· και από τον Μωυσή τότε στο έτος 1514 π.Χ. ως σήμερα το όνομα αυτό δεν έχει αλλάξει. Έτσι, ύστερ’ απ’ όλες αυτές τις χιλιάδες ετών είναι κατάλληλο να χρησιμοποιούμε αυτό το όνομα μ’ έναν αντάξιο τρόπο. Η λέξις Αδωνάι ή Ελοχίμ ή κάποια άλλη υποκατάστατη λέξις δεν αποτελεί το όνομα, με το οποίον να ενθυμούμεθα τον Θεόν του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ. Είναι μάλλον ο τρόπος του ν’ αγνοηθή, ν’ αποκρυβή και να προκληθή η λήθη αυτού.b Λόγω της ιδίας του δηλώσεως, Ιεχωβά είναι το όνομα με το οποίον θα τον ενθυμούμεθα ή θα τον μνημονεύωμε.
13. Πόσο χρόνο μένει το όνομά Του, και ποια είναι η κατάλληλη πορεία μας έναντι αυτού;
13 Σ’ Αυτόν λέγει ο Ψαλμός 135:13 (ΜΝΚ): «Το όνομά σου, Ιεχωβά, μένει εις τον αιώνα· το μνημόσυνόν σου, Ιεχωβά, εις γενεάν και γενεάν.» Το εδάφιον Ωσηέ 12:5 (ΜΝΚ) μάς υπενθυμίζει: «Ιεχωβά ο Θεός των δυνάμεων, Ιεχωβά είναι το μνημόσυνον αυτού.» Το όνομά του είναι τόσο αθάνατο όσο και Αυτός: «Συ δε, Ιεχωβά, εις τον αιώνα διαμένεις, και το μνημόσυνόν σου εις γενεάν και γενεάν.» Η κατάλληλη πορεία μας σήμερα είναι να αινούμε το αναμνηστικό του όνομα: «Ψαλμωδήσατε εις τον Ιεχωβά, οι όσιοι αυτού, και υμνείτε την μνήμην της αγιωσύνης αυτού.»—Ψαλμοί 102:12· 30:4, ΜΝΚ.
14. (α) Το γεγονός ότι οι λόγιοι δεν είναι βέβαιοι ως προς τη σημασία του ονόματος αφαιρεί τίποτε από ό,τι σχετίζεται με αυτό; (β) Ποια υποτιθέμενη σημασία αναφέρει Η Αμερικανική Εγκυκλοπαιδεία;
14 Υπάρχει μια ένδοξη ιστορία, που συνδέεται με το αναμνηστικό αυτό όνομα. Το γεγονός, ότι σήμερα οι Εβραίοι λόγιοι δεν είναι βέβαιοι ως προς την ακριβή σημασία του ιδίου του ονόματος, δεν αφαιρεί τίποτε από την αξιαίνετη ιστορία που του ανήκει· ούτε η αβεβαιότης για το τι πράγματι σημαίνει το αναμνηστικό όνομα το καθιστά λίγο κατώτερο από το να είναι έξοχο μέσον προσδιορισμού της ταυτότητος του αληθινού Θεού. Όσο για μια υποτιθέμενη σημασία, Η Αμερικάνικη Εγκυκλοπαιδεία, Τόμος 16, σελίς 9, λέγει:
«Άλλοι πάλι, με περισσότερη πιθανότητα, βλέπουν σ’ αυτό την αιτιατική μορφή της λέξεως ‘είμαι’—αυτός που κάνει να είναι, δηλαδή ο Δημιουργός. Το εδάφιον της Εξόδου 3:14, όπου σε απάντησι της ερωτήσεως ‘Τι είναι το όνομα αυτού;’ εδόθη η απάντησις ‘Εγώ είμαι ο Ων’ τονίζει την ιδέα περί Θεού ως ενός ζώντος, ενεργού όντος, που ήταν, είναι, και θα είναι πάντοτε, όπως πολλοί Ιουδαίοι σχολιασταί ερμηνεύουν αυτή τη φράσι, ‘Εχγέ-ασέρ-εχγέ’. Σε σύγκρισι με τους αψύχους θεούς των ειδωλολατρών, Αυτός είναι η αείποτε υπάρχουσα πηγή δημιουργίας, που παριστάνεται από πολλά εδάφια της Αγίας Γραφής.»—Έκδοσις 1929.
15. Ποια υποτιθέμενη σημασία δίνει μια άλλη αυθεντία, κι έτσι πάνω σε ποια βάσι θα μπορούσε ο Θεός να φέρη ένα τέτοιο όνομα;
15 Μια άλλη αυθεντική πηγή,c παραθέτοντας τις πολλές υποτιθέμενες σημασίες, αναφέρει τον Ιεχωβά ως «χιφίλ [αιτιατικήν (ρίζαν)] του (היה) (χαγιά), που ισούται με δημιουργόν, εκπληρωτήν (των επαγγελιών)». Πάνω σ’ αυτή τη βάσι το όνομα Ιεχωβά θα εσήμαινε «Αυτός Κάνει να Είναι (ή, να Συμβή· ή, να Γίνη)». Επειδή είναι παντοδύναμος και αληθής στον λόγο του, μπορεί να φέρη ένα τέτοιο όνομα.
16. (α) Πώς ο Μωυσής παρουσιάσθηκε στους Ισραηλίτας και κατόπιν στον Φαραώ; (β) Ποια ήταν η απάντησις του Φαραώ στον απαίτησι του Ιεχωβά απ’ αυτόν;
16 Ο Μωυσής επέστρεψε στην Αίγυπτο με πρόσθετη γνώσι περί του ονόματος του Θεού και με τρία θαυματουργικά σημεία για εκτέλεσι ως πειστήρια. Εν ονόματι του Ιεχωβά παρουσιάσθηκε στους Ισραηλίτας. Κατόπιν αυτός κι ο αδελφός του Ααρών προσήλθαν στον Φαραώ, βασιλέα της Αιγύπτου. Ο Μωυσής μίλησε υπέρ των καταθλιβομένων δούλων της Αιγύπτου και είπε: «Ούτω λέγει Ιεχωβά ο Θεός του Ισραήλ· Εξαπόστειλον τον λαόν μου, δια να εορτάσουν εις εμέ εν τη ερήμω.» Ο Φαραώ εχλεύασε το όνομα του Θεού των αβοηθήτων δούλων της Αιγύπτου, λέγοντας: «Τις είναι ο Ιεχωβά, εις του οποίου την φωνήν θέλω υπακούσει, ώστε να εξαποστείλω τον Ισραήλ; δεν γνωρίζω τον Ιεχωβά, και ουδέ τον Ισραήλ θέλω εξαποστείλει.» Προκαλώντας τον Ιεχωβά ηύξησε τα βάρη των Ισραηλιτών, προξενώντας τη δυσαρέσκειά των εναντίον του Μωυσέως.
17. Τι κατέστη τώρα αναγκαίον για τον Ιεχωβά να κάμη για το όνομά του και τι είπε στον Μωυσή σχετικά με την παρουσίασί του στους πατριάρχας;
17 Το όνομα του Θεού ανεμίχθη τώρα ειδικά. Αυτός έπρεπε να ενεργήση για να το μεγαλύνη έναντι όλων των θεών του Φαραώ και της Αιγύπτου. Επίσης, η διαθήκη του με τους προπάτορες του υποδουλωμένου Ισραήλ επρόκειτο να τύχη προσοχής τώρα. Σ’ αυτή την κρίσι είπε στον Μωυσή: «Εγώ είμαι ο Ιεχωβά· και εφάνην εις τον Αβραάμ, εις τον Ισαάκ, και εις τον Ιακώβ, με το όνομα, Θεός Παντοκράτωρ· δεν εγνωρίσθην όμως εις αυτούς με το όνομά μου Ιεοβά.» (Έξοδος 4:1 έως 6:3, ΜΝΚ) Πώς μπορούσε ο Θεός να πη ένα τέτοιο πράγμα;
18. Λόγω του γεγονότος ότι οι πατριάρχαι εγνώριζαν κι εχρησιμοποιούσαν το όνομα, από ποια άποψι λέγεται ότι ο Θεός δεν εγνωρίσθη σ’ αυτούς σχετικά με το όνομά του Ιεχωβά;
18 Είναι αληθές ότι ο Ιεχωβά είχε αυτοσυστηθή στον Αβραάμ ως Θεός Παντοκράτωρ· αλλά πριν από ένα τέταρτο αιώνος, ο Αβραάμ επεκαλείτο το όνομα του Ιεχωβά πλησίον ενός θυσιαστηρίου. (Γένεσις 12:8· 17:1) Επίσης, ο Ισαάκ κι ο Ιακώβ εγνώριζαν το θείον όνομα και το επεκαλούντο στη λατρεία, εκτός του ότι χρησιμοποιούσαν την έκφρασι ‘Θεός Παντοκράτωρ.’ (Γένεσις 28:3· 35:11· 43:14· 48:3· 49:25) Επί πλέον, στο βιβλίο της Γενέσεως, που μας λέγει για τη ζωή των πατριαρχών εκείνων, η λέξις Παντοκράτωρ απαντάται μόνο έξη φορές,d ενώ το προσωπικό όνομα Ιεχωβά απαντάται 171 φορές στο πρωτόγραφο Εβραϊκό Βιβλικό κείμενο. Είναι σαφές, λοιπόν, ότι ο Δημιουργός έλεγε στον Μωυσή ότι εφανερώθη στον Αβραάμ, στον Ισαάκ και στον Ιακώβ ως Ιεχωβά κατά ένα περιωρισμένο μόνο τρόπο. Σ’ εκείνους είχε φανερωθή περισσότερο ως Θεός Παντοκράτωρ και όχι τόσο για να εκθέση τις ιδιότητές του ως Ιεχωβά ή για να δείξη όλη τη σημασία και τα νοήματα του ονόματος εκείνου. Δεν είχε στείλει τους πατριάρχας εκείνους στους άρχοντας της γης εν ονόματι του Ιεχωβά για να καταστήση γνωστό το θέλημά του και να παρουσιάση σ’ αυτούς τις απαιτήσεις του. Δεν είχε αρχίσει ιδιαίτερα, μέσω των πατριαρχών, να κάνη όνομα για τον εαυτό του εν σχέσει με το προσωπικό του όνομα. Δεν ανέπτυξε ιδιαίτερα τη σημασία του ονόματός του στους πατριάρχας.
19. Με ποιον τρόπο επρόκειτο τώρα να γίνη γνωστό στους Ισραηλίτας;
19 Αλλά τώρα, αρχίζοντας από τον Μωυσή, ο Θεός έδωσε μια εκτεταμένη εξήγησι του προσωπικού του ονόματος στον προφήτη του. Ακόμη και μεταξύ υποδουλωμένων Ισραηλιτών της Αιγύπτου, το όνομα του Θεού είχε χάσει μέρος της λαμπρότητος κι εντυπωτικότητός του. Έστειλε, λοιπόν, ο Θεός τον Μωυσή ως προφήτη εν ονόματι του Ιεχωβά στον λαό του και, επίσης, στον Φαραώ της Αιγύπτου. Με σημεία, προρρήσεις και πράξεις, που έγιναν εν ονόματί Του, έδωσε στο όνομά Του μια λαμπρότητα, την οποίαν οι πατριάρχαι ποτέ δεν είχαν γνωρίσει όσον αφορά το όνομα. Μετέδωσε σ’ αυτό μια αγιότητα, μια οσιότητα, που δεν είχε ποτέ πριν, έτσι ώστε οι άνθρωποι διέκριναν σαφέστερα ότι το να βεβηλώσουν το όνομα ήταν κάτι ειδικά αξιόποινο. Αυτό έπρεπε να καλήται πάνω σ’ ένα ολόκληρο έθνος λαού. Η διαθήκη, που είχε γίνει με τους πατριάρχας και υπονοούσε τους απογόνους των, επρόκειτο τώρα να εκπληρωθή. Η διαθήκη αυτή επρόκειτο να εκπληρωθή τώρα εν ονόματι του Ιεχωβά, για τον αγιασμό και την ενδόξασι του ονόματός του.
20. Όσον αφορά τη διαθήκη προς τους απογόνους, πώς οι πατριάρχαι δεν είχαν γνωρίσει τον Ιεχωβά;
20 Είπε: «Και έτι έστησα προς αυτούς την διαθήκην μου, να δώσω εις αυτούς την γην Χαναάν, την γην της παροικίας αυτών, εν η παρώκησαν· εγώ προσέτι ήκουσα τους στεναγμούς των υιών Ισραήλ, δια την υπό των Αιγυπτίων καταδούλωσιν αυτών· και ενεθυμήθην την διαθήκην μου· δια τούτο ειπέ προς τους υιούς Ισραήλ, ‘Εγώ είμαι ο Ιεχωβά· . . . και θέλω σας λάβει εις εμαυτόν δια λαόν μου, και θέλω είσθαι Θεός υμών· και θέλετε γνωρίσει ότι εγώ είμαι Ιεχωβά ο Θεός υμών, όστις σας εκβάλλω υποκάτωθεν των φορτίων των Αιγυπτίων· και θέλω σας φέρει εις την γην, περί της οποίας ύψωσα την χείρα μου, ότι θέλω δώσει αυτήν εις τον Αβραάμ, εις τον Ισαάκ, και εις τον Ιακώβ· και θέλω σας δώσει αυτήν εις κληρονομίαν. Εγώ ο Ιεχωβά.’» (Έξοδος 6:4-8, ΜΝΚ) Οι πατριάρχαι δεν είχαν γνωρίσει τον Ιεχωβά ως αυτόν τον βαθμό.
21. (α) Λόγω της απαντήσεως του Φαραώ, με τι έπληξε ο Ιεχωβά την Αίγυπτο, και για πρόκλησι ποίων; (β) Απ’ αυτή την άποψι ποια ερώτησις εγείρεται για το αν ο Θεός είναι παντοδύναμος;
21 Παρά τα πειστήρια, που παρουσίασε ο Μωυσής ενώπιον του Φαραώ για ν’ αποδείξη τη γνησιότητα της απαιτήσεως του Ιεχωβά για την απελευθέρωσι του λαού του, ο Φαραώ ηρνήθη ν’ αφήση τους Ισραηλίτας ν’ αναχωρήσουν από την Αίγυπτο ως ένας ελεύθερος λαός. Κατόπιν, όπως ανηγγέλθη από τον Μωυσή εν ονόματι του Θεού του, ο Ιεχωβά προέβη στο να πλήξη τη γη της Αιγύπτου με δέκα πληγές. Όλες αυτές οι πληγές επροκάλεσαν τους ψευδείς θεούς της Αιγύπτου, αλλ’ ανύψωσαν τον σεβασμό στο όνομα του Ιεχωβά. Αλλά γιατί δεν έδειξε ο Ιεχωβά ότι αυτός ήταν ο Παντοδύναμος Θεός κι εξωλόθρευσε απλώς τον Φαραώ και τους συμβούλους του που εναντιώθηκαν στο ν’ αφεθούν οι Ισραηλίται να φύγουν ελεύθερα για να λατρεύσουν τον Θεό τους χωρίς παρεμπόδισι; Γιατί ο Παντοδύναμος Θεός άφησε αυτόν τον διαβολικό Φαραώ να εξακολουθή να υπάρχη; Ο Ιεχωβά εξήγησε γιατί ήταν τόσο μακρόθυμος.
22. Πριν από την εβδόμη πληγή, πώς ο Ιεχωβά εξήγησε το ζήτημα μέσω του Μωυσέως στον Φαραώ;
22 Έξη πληγές εναντίον της Αιγύπτου ακολουθήθησαν κατ’ επανάληψιν από σκλήρυνσι της καρδίας του Φαραώ και αλλαγή της γνώμης του. Ο Ιεχωβά τώρα επρόκειτο να δείξη ότι επιφέρει βροχή και στην Αίγυπτο ακόμη και μπορεί, επίσης, να καταπέμψη πυρ από τον ουρανό ανάμεσα σε μια βροχή καταστρεπτικής χαλάζης. Ο Ιεχωβά, προτού αναγγείλη την εβδόμη αύτη πληγή, είπε στον Φαραώ μέσω του Μωυσέως: «Τώρα, θέλω εκτείνει την χείρα μου και θέλω πατάξει σε και τον λαόν σου με θανατικόν, και θέλεις απολεσθή από της γης· και δια τούτο βεβαίως σε διετήρησα, δια να δείξω εν σοι την δύναμίν μου, και να κηρυχθή το όνομά μου εν πάση τη γη.» (Έξοδος 9:15, 16) Έπρεπε να δειχθή στον Φαραώ ποιος ήταν ο Ιεχωβά, με την επίδειξι της θείας δυνάμεώς Του, για να μην πεθάνη ο Φαραώ ευρισκόμενος σε άγνοια. Επίσης, ένεκα των δέκα πληγών και της περαιτέρω επιδείξεως της δυνάμεώς του, το όνομα του Ιεχωβά επρόκειτο να διακηρυχθή σε όλη τη γη από τους μάρτυρας των θείων αυτών έργων.
23. Πώς, τελικά, η δύναμις του Φαραώ για περαιτέρω αντίστασι συνετρίβη, γιατί στους Ισραηλίτας εδείχθη προστασία, και τι είπε ο Φαραώ σ’ αυτούς να κάμουν;
23 Η δεκάτη και τελευταία πληγή εθανάτωσε όλα τα πρωτότοκα της Αιγύπτου, τόσο των ανθρώπων όσο και των κτηνών. Οι ψευδείς θεοί της Αιγύπτου δεν μπορούσαν να εμποδίσουν αυτή την πληγή. Ακόμη κι ο πρωτότοκος γυιος του Φαραώ, αφιερωμένος σ’ ένα ψευδή θεό, πέθανε, πράγμα που συνέτριψε τη δύναμι του Φαραώ για περαιτέρω αντίστασι. Δεν πέθανε ούτε ένα από τα πρωτότοκα των υποδουλωμένων Ισραηλιτών. Οι Ισραηλίται είχαν παραμείνει έγκλειστοι στα σπίτια των εκείνη τη νύχτα υπό το προστατευτικό σημείο του αίματος ενός αμνού, που ήταν ραντισμένο στις πόρτες των, και είχαν φάγει μέσα στα σπίτια των το πρώτο πάσχα με ψητό αμνό και άζυμο άρτο μαζί με πικρά χόρτα. Γι’ αυτή την πράξι πίστεως και υπακοής ο άγγελος του Ιεχωβά αντιπαρήλθε τα σπίτια και τους σταύλους των κι επάταξε μόνο τα μη σεσημασμένα σπίτια των Αιγυπτίων. Ο Φαραώ, συντετριμμένος τώρα και κάτω επίσης από την επιμονή του λαού του, διέταξε την αναχώρησι του Ισραήλ από την Αίγυπτο, λέγοντας: «Υπάγετε, λατρεύσατε τον Ιεχωβά, καθώς είπετε.»—Έξοδος 12:29-33, ΜΝΚ.
24. Πώς η απελευθέρωσις αυτή του Ισραήλ ήταν εκδήλωσις δυνάμεως τέτοιας που οι πατριάρχαι δεν είχαν γνωρίσει;
24 «Τη επαύριον του πάσχα εξήλθον οι υιοί Ισραήλ εν χειρί υψηλή ενώπιον πάντων των Αιγυπτίων· ενώ οι Αιγύπτιοι έθαπτον εκείνους, τους οποίους ο Ιεχωβά επάταξε μεταξύ αυτών, παν πρωτότοκον· και εις τους θεούς αυτών έκαμεν ο Ιεχωβά εκδίκησιν.» (Αριθμοί 33:3,4, ΜΝΚ) Ακόμη κι ο Αβραάμ κι ο Ιακώβ, όταν κατήλθαν στην Αίγυπτο λόγω της σιτοδείας στη γη Χαναάν, δεν είχαν γνωρίσει τόση επίδειξι δυνάμεως προς τιμήν του ονόματος του Ιεχωβά.—Γένεσις 12:10-20· 46:1-7.
25. Πώς Φαραώ εκινήθη να σπεύση σε καταδίωξι και πώς οι Ισραηλίται ευρέθησαν σε ασφάλεια;
25 Ο Θεός, για να δείξη περαιτέρω τη δύναμί του υπεράνω του Φαραώ προς δόξαν του ονόματος Ιεχωβά, ωδήγησε τους Ισραηλίτας στη δυτική ακτή της Ερυθράς Θαλάσσης. ‘Επαγιδεύθησαν!’ εσκέφθη ο Φαραώ. ‘Τώρα μπορώ να τους κατασφάξω με τα πολεμικά μου άρματα και τους ιππείς μου!’ Έσπευσε να τους καταδιώξη. Αλλ’ ο άγγελος του Ιεχωβά εμπόδισε τα άρματα και τους ιππείς να φθάσουν ακόμη και τους αόπλους Ισραηλίτας στα μετόπισθεν. Ενώ ο άγγελος κρατούσε τις στρατιωτικές δυνάμεις του Φαραώ σε αδιέξοδο, ο Ιεχωβά διέταξε κι ο Μωυσής εξέτεινε την χείρα του πάνω από την Ερυθρά Θάλασσα. Θαύμα! Τα ύδατα της θαλάσσης διεχωρίσθησαν κι εσχηματίσθη μια ξηρά διάβασις κατά πλάτος του πυθμένος της θαλάσσης προς τις ακτές της χερσονήσου Σινά στην ανατολική πλευρά! Με την υποβοήθησι ενός θαυματουργικού νέφους, που τους επροστάτευε από πάνω και πίσω, και με τη συγκράτησι των θαλασσίων υδάτων δεξιά κι αριστερά, οι Ισραηλίται επέρασαν στη Σιναϊτική χερσόνησο χωρίς να βραχούν τα πόδια των.—Έξοδος 13:17 έως 14:22.
26. Πώς οι Ισραηλίται έλαβαν έτσι ένα βάπτισμα;
26 Με ένα νέφος βροχής από πάνω και πίσω και με το νερό στις δύο πλευρές ψηλότερα από τα κεφάλια των, οι Ισραηλίται υπό την ηγεσία του Μωυσέως εβαπτίσθησαν. Έτσι το αποκαλεί αυτό ο Χριστιανός απόστολος Παύλος.
27. (α) Σύμφωνα με τα εδάφια 1 Κορινθίους 10:1, 2, σε τι εβαπτίσθησαν οι Ισραηλίται, και με ποια έννοια; (β) Ποια απαίτησις διετυπώθη στο ‘μέγα σύμμικτον πλήθος’ για να σωθή;
27 Ο Παύλος, σε μια προειδοποίησί του για το ότι και ύστερ’ από το βάπτισμα θα ήταν δυνατόν κάποιος να υστερήση στην εκτέλεσι του θείου θελήματος και να υποστή καταστροφή, γράφει: «Δεν θέλω δε να αγνοήτε, αδελφοί, ότι οι πατέρες ημών ήσαν πάντες υπό την νεφέλην, και πάντες δια της θαλάσσης διήλθον· και πάντες εις τον Μωυσήν εβαπτίσθησαν εν τη νεφέλη και εν τη θαλάσση.» (1 Κορινθίους 10:1, 2) Οι Ισραηλίται εκείνοι, μετά την έξοδό τους από την Ερυθρά Θάλασσα, έκαμαν ένα βάπτισμα στο νερό, όχι για ν’ αποπλύνουν τις αμαρτίες των αλλ’ εβαπτίσθησαν στον Μωυσή, τον προφήτη του Ιεχωβά. Έγιναν ένα σώμα συνδεδεμένο με μια κεφαλή, τον Μωυσή. Όπως η κεφαλή κατευθύνει το σώμα, έτσι κι ο Μωυσής ως η ορατή κεφαλή των, διατεταγμένη από τον Ιεχωβά, επρόκειτο να κατευθύνη το έθνος Ισραήλ, το σώμα των Εβραίων αδελφών του. Το ‘μέγα σύμμικτον πλήθος,’ που εξήλθε μαζί με τους ακραιφνείς Εβραίους από την Αίγυπτο και διέβη την Ερυθρά Θάλασσα, έπρεπε, επίσης, να υπακούη στον Μωυσή ως τον ορατό ηγέτη, αν ήθελε να διατηρή τη συναναστροφή του με τον λαό του Μωυσέως και να σωθή.—Έξοδος 12:38.
28. Για τους Ισραηλίτας τι είδος βαπτίσματος ήταν αυτό, αλλά για τους Αιγυπτίους διώκτας τι είδος απεδείχθη ότι είναι;
28 Για τους Ισραηλίτας ήταν ένα βάπτισμα σωτηρίας. Αλλά τι θα λεχθή για τους Αιγυπτίους διώκτας των; Σε μια απόστασι πίσω από τον τελευταίο Ισραηλίτη ώρμησαν να διαβούν τη θάλασσα βαδίζοντας στην ξηρά κοίτη. Ο Ιεχωβά έκαμε την προχώρησί των πολύ δύσκολη. Γι’ αυτό τα τελευταία τους λόγια ήσαν μια αναγνώρισις Αυτού: «Ας φύγωμεν απ’ έμπροσθεν του Ισραήλ, διότι ο Ιεχωβά πολεμεί τους Αιγυπτίους υπέρ αυτών.» Ναι, επολέμησε χάριν του ονόματός του. Κατ’ εντολήν του ο Μωυσής εξέτεινε την χείρα του προς δυσμάς πάνω στην Ερυθρά Θάλασσα, κατά την αυγή. Η θαυματουργική συγκράτησις των υδάτων εσταμάτησε. Αυτά συνεφώρμησαν και συνεκλείσθησαν πάνω στους Αιγυπτίους. Μερικά σώματα έφθασαν ως την ακτή, αλλά νεκρά! Όλοι εβαπτίσθησαν σε καταστροφή.—Έξοδος 14:23-30, ΜΝΚ.
29. Τι οι Ισραηλίται οδηγούμενοι από τον Μωυσή, έψαλαν για τα έργα του Ιεχωβά και για το αποτέλεσμα αυτών πάνω στους λαούς στην Παλαιστίνη;
29 Οι Ισραηλίται, σώοι στις ακτές της Σιναϊτικής χερσονήσου, υπό την ηγεσία του Μωυσέως, έψαλαν:
«Ο Ιεχωβά είναι δυνατός πολεμιστής· Ιεχωβά το όνομα αυτού.
Του Φαραώ τας αμάξας και το στράτευμα αυτού έρριψεν εις την θάλασσαν·
Και οι εκλεκτοί πολέμαρχοι αυτού κατεποντίσθησαν εν τη Ερυθρά Θαλάσση.
Αι άβυσσοι εσκέπασαν αυτούς· ως πέτρα κατεβυθίσθησαν εις τα βάθη . . . .
Τις όμοιός σου, Ιεχωβά, μεταξύ των θεών;
Τις όμοιός σου, ένδοξος εις αγιότητα,
Θαυμαστός εις ύμνους, ενεργών τεράστια; . . .
Οι λαοί θέλουσιν ακούσει, και φρίξει· . . .
Τότε θέλουσιν εκπλαγή οι ηγεμόνες Εδώμ·
Τρόμος θέλει καταλάβει τους άρχοντας του Μωάβ·
Πάντες οι κάτοικοι της Χαναάν θέλουσιν αναλυθή.
Φόβος και τρόμος θέλει επιπέσει επ’ αυτούς.
Από του μεγέθους του βραχίονός σου θέλουσιν απολιθωθή,
Εωσού περάση ο λαός σου, Ιεχωβά,
Εωσού περάση ο λαός ούτος, τον οποίον απέκτησας.
Θέλεις εισαγάγει αυτούς, και φυτεύσει αυτούς εις το όρος της κληρονομίας σου,
Τον τόπον, Ιεχωβά, τον οποίον ητοίμασας δια κατοικίαν Σου,
το αγιαστήριον, Ιεχωβά, το οποίον αι χείρες σου έστησαν.
Ο Ιεχωβά θέλει βασιλεύσει εις τους αιώνας των αιώνων.»—Έξοδος 14:31 έως 15:21, ΜΝΚ.
30. Τι άρχισε να διακηρύττεται τώρα σε όλη τη γη και τι έκαμε ο Θεός για τον εαυτό του;
30 Σ’ αυτή την επίδειξι δυνάμεως για σωτηρία και δυνάμεως για καταστροφή, το όνομα του Θεού άρχισε να «διακηρύττεται σε όλη τη γη.» Η φήμη του προηγήθη από τους Ισραηλίτας στη Γη της Επαγγελίας στην οποία κατηυθύνοντο. Ο Ιεχωβά έκαμε όνομα για τον εαυτό του που δεν έχει εξαλειφθή σήμερα, ύστερ’ από τρεις χιλιάδες τετρακόσια χρόνια.
31. Πώς ο Δαβίδ μίλησε για το ότι ο Θεός έκαμε έτσι όνομα για τον εαυτό του;
31 Ο Βασιλεύς Δαβίδ της Ιερουσαλήμ ωμίλησε γι’ αυτό, λέγοντας: «Και τι άλλο έθνος επί της γης είναι ως ο λαός σου, ως ο Ισραήλ, τον οποίον Θεός ήλθε να εξαγοράση δια λαόν εαυτού, και δια να κάμη αυτόν ονομαστόν, και να ενεργήση υπέρ υμών πράγματα μεγάλα και θαυμαστά, υπέρ της γης σου, έμπροσθεν του λαού σου, τον οποίον ελύτρωσας δια σεαυτόν εξ Αιγύπτου, εκ των εθνών, και εκ των θεών αυτών;»—2 Σαμουήλ 7:23· 1 Χρονικών 17:21.
32. Πώς ο Ησαΐας και η προσευχή στον καιρό του Νεεμία μιλούν για τα κατορθώματα του Θεού εκεί;
32 Αργότερα ο προφήτης Ησαΐας ερώτησε για τον Ιεχωβά, λέγοντας: «Πού είναι ο Θέσας το άγιον αυτού πνεύμα εν τω μέσω αυτών; Ο οδηγήσας αυτούς δια της δεξιάς του Μωυσέως με τον ένδοξον βραχίονα αυτού, ο διασχίσας τα ύδατα έμπροσθεν αυτών, δια να κάμη εις εαυτόν όνομα αιώνιον; Ο οδηγήσας αυτούς δια της αβύσσου, ως ίππον . . . δια να κάμης εις σεαυτόν ένδοξον όνομα.» (Ησαΐας 63:11-14) Σε μια ειδική προσευχή στον Ιεχωβά ελέχθη αργότερα: «Και είδες την θλίψιν των πατέρων ημών εν Αιγύπτω, και ήκουσας την κραυγήν αυτών επί την Ερυθράν Θάλασσαν· και έδειξας σημεία και τέρατα επί τον Φαραώ, και επί πάντας τους δούλους αυτού, και επί πάντα τον λαόν της γης αυτού· επειδή εγνώρισας ότι υπερηφανεύθησαν εναντίον αυτών. Και έκαμες εις σεαυτόν όνομα, ως την ημέραν ταύτην.»—Νεεμίας 9:9, 10.
33. (α) Γιατί τα ανωτέρω δεν είναι απλώς νεκρά αρχαία ιστορία για μας σήμερα; (β) Κάνοντας ποιο πράγμα σήμερα θα είναι σοφία εκ μέρους μας και θα μας οδηγήση σ’ ευτυχές αποτέλεσμα;
33 Όλ’ αυτά δεν είναι απλώς νεκρά αρχαία ιστορία. Ζουν· ομιλούν σήμερα με προφητική σημασία. Είναι ανάγκη να προσέξωμε, ακόμη κι αν ισχυριζώμεθα ότι είμεθα Χριστιανοί. Ο απόστολος Παύλος, αφού μιλεί για το βάπτισμα του Ισραήλ στον Μωυσή στην Ερυθρά Θάλασσα για τα μετέπειτα γεγονότα της ιστορίας του Ισραήλ, λέγει: «Ταύτα δε πάντα εγίνοντο εις εκείνους παραδείγματα, και εγράφησαν προς νουθεσίαν ημών, εις τους οποίους τα τέλη των αιώνων έφθασαν.» (1 Κορινθίους 10:1-11) Έχομε σήμερα πολλές αλάνθαστες ενδείξεις ότι έφθασαν και σ’ εμάς «τα τέλη των αιώνων.» Είναι σοφία από μέρους μας να ενωθούμε στο να ‘κηρύττωμε το όνομα του Ιεχωβά σε όλη τη γη,’ με την βέβαιη προσδοκία ότι πλησιάζει η ημέρα, οπότε αυτός θα δείξη τη δύναμί του σε κλίμακα που δεν εγνώσθη ποτέ άλλοτε από τις ημέρες του κατακλυσμού του Νώε και θα κάμη ένα αιώνιο όνομα στον εαυτό του. Ευτυχείς θα είμεθα αν κατόπιν, όπως ο Μωυσής, μπορέσωμε να ενωθούμε στο να ψάλωμε τους αίνους του.
[Υποσημειώσεις]
a Λέγεται ότι, πριν από τον τέταρτον αιώνα π.Χ., το αρχικό Εβραϊκό κείμενο του εδαφίου αυτού έλεγε: «Τότε ο Θεός είπεν εις τον Μωυσήν: ‘Ιεχωβά.’ Και προσέθεσε: ‘Τούτο θέλεις ειπεί προς τους υιούς Ισραήλ, «Ο Ιεχωβά με απέστειλε προς εσάς.’»
b Βλέπε Έξοδος 6:3· Ιουδήθ 16:16, στην Αγγλική Μετάφρασι Ντουαί των Αγίων Γραφών, ως παραδείγματα χρησιμοποιήσεως του ονόματος Αδωνάι. Συμβουλευθήτε, επίσης, την υποσημείωσι που υπάρχει στην έκδοσι Τζων Μώρφυ Κόμπανυ (Βαλτιμόρη, Μαίρυλαντ) της Μεταφράσεως αυτής.
c “Lexicon for the Old Testament Books,” (Λεξικόν των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης), υπό Λούντβιχ Κέλερ και Γώλτερ Μπαουμγκάρτνερ, τόμος 1, σελ. 369, στήλη 2, έκδοσις 1951.
Ο Εμμανουήλ Λευί, εκ Νέας Υόρκης, Η.Π.Α., σ’ ένα άρθρο τιτλοφορούμενο «Οι Αρχές της Λατρείας του Γιαχβέ—Αντιφατικές Γραφικές Απόψεις,» δημοσιευόμενο στο σύγγραμμα “Vetus Testamentum”, σελ. 433, Οκτώβριος 1956, λέγει: «Η Εβραϊκή λέξις Γιαχβέ είναι η αιτιατική του (היה) [«χαγυά»], που σημαίνει ‘αυτός κάνει να γίνη’. Αυτό είναι μια συντόμευσις του [«Γιαχβέ ντεμπαρίμ] ‘αυτός κάνει να γίνουν πράγματα και γεγονότα’. Αυτός είναι ο πλάστης όλων εκείνων που υπάρχουν. Τώρα [στην Έξοδο 3:14] ο συγγραφεύς εξηγεί ότι αυτός δεν είναι σε τρίτο πρόσωπο, αλλά σε πρώτο πρόσωπο, παρουσιάζοντας τον Θεό να ομιλή. Αυτό υπονοεί ότι το αρχικό εδάφιο είχε: [«Αχβέ ασσέρ αχβέ»]. Αυτό σημαίνει: ‘Θα κάμω να υπάρχουν πράγματα που θέλω.’ . . . Όταν κάτω από την Περσική κυριαρχία οι Ιουδαίοι άρχισαν να διαβάζουν Ελοχείμ ή Αδωνάι για το ιερό όνομα του Γιαχβέ, οι γραμματείς υποκατέστησαν ένα γιόντ [י] με ένα βαβ (ו), έτσι ώστε να μην ακούη ο λαός την εκφώνησι του Γιαχβέ. Έτσι το (היהא) [«Εγέ»] αντικατέστησε το (היהא)[«Αχβέ»].»
d Στις Εβραϊκές Γραφές η λέξις Παντοδύναμος (Σαντ·ντάι) συναντάται σαράντα οκτώ φορές από τη Γένεσι 17:1 ως τον Ιωήλ 1:15. Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές η λέξις «Παντοκράτωρ» συναντάται δέκα φορές, από 2 Κορινθίους 6:18 ως την Αποκάλυψι 21:22.
-
-
Ο Θεός που Έγραψε το Ίδιο Του Όνομα«Αγιασθήτω το Όνομά Σου»
-
-
Κεφάλαιο 7
Ο Θεός που Έγραψε το Ίδιο Του Όνομα
1. (α) Στο όνομα ποιου ήταν γραμμένη στη Γένεσι η αφήγησις της δημιουργίας; (β) Στο όρος του Θεού στην Αραβία, τι έκαμε ο ίδιος όσον αφορά το γράψιμο;
Ο Δημιουργός προίκισε τον άνθρωπο με την ικανότητα να γράφη. Η αφήγησις της δημιουργίας των ουρανών και της γης και του ανθρώπου, όπως εξετέθη από τον Μωυσή στο βιβλίο της Γενέσεως, εγράφη στο όνομα του Δημιουργού, Ιεχωβά, για να την επιβεβαιώση. (Γένεσις 1:1 έως 2:4) Αλλά ήλθε ο καιρός, οπότε ο έγραψε το όνομά του για να το διαβάζη ο άνθρωπος. Αυτό έγινε στη χερσόνησο Σινά, στην οποίαν οι Ισραηλίται θαυματουργικά διέβησαν την Ερυθρά θάλασσα. Έγινε στο όρος, όπου ο Ιεχωβά ενεφανίσθη στον Μωυσή στην καιόμενη βάτο.
2. Στο όρος του Θεού τι επρόκειτο να συμβή ως σημείον ότι αυτός απέστειλε τον Μωυσή;
2 Ως σημείον του Μωυσέως για το ότι ο Ιεχωβά τον απέστειλε για να ελευθερώση τον λαό του από την Αίγυπτο, θα εγίνετο το εξής: «Αφού εξαγάγης τον λαόν μου εξ Αιγύπτου, θέλετε λατρεύσει τον Θεόν επί του όρους τούτου.» (Έξοδος 3:12) Τη δεκάτη πέμπτη μέρα του Ιουδαϊκού σεληνιακού μηνός Νισάν, την επόμενη μέρα του πάσχα, ο Μωυσής εξήγαγε τους Ισραηλίτας από την Αίγυπτο.
3. Στο όρος για ποιο πράγμα μίλησε στον Μωυσή, και ποια εισαγωγικά λόγια έπρεπε να πη σχετικώς ο Μωυσής στους Ισραηλίτας;
3 Τον τρίτο μήνα ύστερ’ απ’ αυτό οι Ισραηλίται ήλθαν στην έρημο Σινά κι εστρατοπέδευσαν στο Όρος Σινά (ή Χωρήβ) προς το νότιο άκρον της χερσονήσου. Ο Ιεχωβά δια του αγγέλου του τώρα εκάλεσε τον Μωυσή σ’ αυτό το «όρος του Θεού» και του είπε ότι θα έκαμνε μια διαθήκη ή ιερό συμβόλαιο με τον Ισραήλ. Ο Μωυσής ως μεσίτης μεταξύ του Θεού και του Ισραήλ επρόκειτο να πη στον λαό του αυτά τα λόγια του Θεού: «Εάν τωόντι υπακούσητε εις την φωνήν μου, και φυλάξητε την διαθήκην μου, θέλετε είσθαι εις εμέ ο εκλεκτός από πάντων των λαών· διότι ιδική μου είναι πάσα η γη· και σεις θέλετε είσθαι εις εμέ βασίλειον ιεράτευμα, και έθνος άγιον.»—Έξοδος 19:1-6.
4. Πώς εξεδηλώθη επάνω στο όρος η παρουσία του Ιεχωβά, τι αισθανόταν ο λαός και πώς έπρεπε να φέρωνται προς αυτό το όρος;
4 Οι Ισραηλίται συνεφώνησαν να κάμουν ένα ιερό συμβόλαιο με τον Θεό με αυτούς τους όρους. Την τρίτη ημέρα ύστερ’ απ’ αυτό, ο λαός εστάθη στους πρόποδες του όρους, τρέμοντας για το βαρύ νέφος που εκάλυπτε το όρος και τον πολύ δυνατό ήχο της σάλπιγγος. «Το . . . όρος Σινά ήτο όλον καπνός διότι κατέβη ο Ιεχωβά εν πυρί επ’ αυτό· ανέβαινε δε ο καπνός αυτού ως καπνός καμίνου. . . . Ότε η φωνή της σάλπιγγος προέβαινεν αυξανομένη σφόδρα, ο Μωυσής ελάλει, και ο Θεός απεκρίνετο προς αυτόν μετά φωνής.» Ο Μωυσής εστάλη τότε για να τους πη ότι το όρος έπρεπε να παραμείνη ιερό και ότι δεν έπρεπε να πλησιάσουν και να το εγγίσουν. Το να κάμουν αυτό θα εσήμαινε θάνατο.—Έξοδος 19:7-25, ΜΝΚ.
5. Τι έδωσε τότε ο Θεός, μιλώντας από την κορυφή του όρους, και τι λέγουν η κάθε μια απ’ αυτές;
5 Τότε όλο το έθνος Ισραήλ άκουσε τον Θεό να ομιλή από την κορυφή του όρους για να τους δώση τη βασική σειρά νόμων (τις Δέκα Εντολές) για τη διαθήκη τους με αυτόν. (Έξοδος 20:1-17, ΜΝΚ) Είπε στον Ισραήλ:
«Εγώ είμαι Ιεχωβά ο Θεός σου, ο εξαγαγών σε εκ γης Αιγύπτου, εξ οίκου δουλείας. Μη έχης άλλους θεούς πλην εμού.
»Μη κάμης εις σεαυτόν είδωλον, μηδέ ομοίωμα τινός, όσα είναι εν τω ουρανώ άνω, ή όσα εν τη γη κάτω, ή όσα εν τοις ύδασιν υποκάτω της γης· μη προσκυνήσης αυτά, μηδέ λατρεύσης αυτά· διότι εγώ Ιεχωβά ο Θεός σου είμαι Θεός ζηλότυπος, ανταποδίδων τας αμαρτίας των πατέρων επί τα τέκνα, έως τρίτης και τετάρτης γενεάς των μισούντων με· και κάμνων έλεος εις χιλιάδας γενεών των αγαπώντων με, και φυλαττόντων προστάγματά μου.
»Μη λάβης το όνομα Ιεχωβά του Θεού σου επί ματαίω· διότι δεν θέλει αθωώσει ο Ιεχωβά τον λαμβάνοντα επί ματαίω το όνομα αυτού.
»Ενθυμού την ημέραν του Σαββάτου, δια να αγιάζης αυτήν· εξ ημέρας εργάζου, και κάμνε πάντα τα έργα σου· η ημέρα όμως η εβδόμη είναι σάββατον Ιεχωβά του Θεού σου· μη κάμης εν ταύτη ουδέν έργον, μήτε συ, μήτε ο υιός σου, μήτε η θυγάτηρ σου, μήτε ο δούλος σου, μήτε η δούλη σου, μήτε το κτήνος σου, μήτε ο ξένος σου, ο εντός των πυλών σου· διότι εις εξ ημέρας εποίησεν ο Ιεχωβά τον ουρανόν και την γην, την θάλασσαν, και πάντα τα εν αυτοίς· εν δε τη ημέρα τη εβδόμη κατέπαυσε· δια τούτο ευλόγησε ο Ιεχωβά την ημέραν του σαββάτου, και ηγίασεν αυτήν.
»Τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου, δια να γείνης μακροχρόνιος επί της γης, την οποίαν σοι δίδει Ιεχωβά ο Θεός σου.
»Μη φονεύσης.
»Μη μοιχεύσης.
»Μη κλέψης.
»Μη ψευδομαρτυρήσης κατά του πλησίον σου μαρτυρίαν ψευδή.
»Μη επιθυμήσης την οικίαν του πλησίον σου· μη επιθυμήσης την γυναίκα του πλησίον σου· μηδέ τον δούλον αυτού, μηδέ την δούλην αυτού, μηδέ τον βουν αυτού, μηδέ τον όνον αυτού, μηδέ παν ό,τι είναι του πλησίον σου.»
6. Είχε γίνει ποτέ γνωστό το όνομα του Θεού στους πατριάρχας σε μια τέτοια διάταξι, όπως αυτή, και ποια δήλωσις υπάρχει για να δείξη αν οι Δέκα Εντολές είχαν δοθή στους πατριάρχας;
6 Στις πρώτες πέντε απ’ αυτές τις Δέκα Εντολές ο Ιεχωβά είπε το όνομά του οκτώ φορές, και ολόκληρο το έθνος άκουσε πώς αυτό προεφέρθη ορθά από τον ίδιο τον Θεό. Το όνομά του ποτέ δεν είχε καταστή γνωστό στον Αβραάμ, στον Ισαάκ και στον Ιακώβ σε μια τέτοια διάταξι όπως αυτή. Οι πατριάρχαι εκείνοι δεν είχαν λάβει αυτή τη σειρά των Δέκα Εντολών, διότι δεν είχαν εξαχθή από τον οίκον δουλείας στην Αίγυπτο, ούτε τους είχε δοθή πραγματικά η υποσχεμένη Γη Χαναάν. Ο Μωυσής είπε στους Ισραηλίτας ύστερ’ από σαράντα χρόνια: «Ιεχωβά ο Θεός ημών έκαμε διαθήκην προς ημάς εν Χωρήβ. Δεν έκαμε την διαθήκην ταύτην ο Ιεχωβά προς τους πατέρας ημών, αλλά προς ημάς, ημάς οίτινες πάντες είμεθα ενταύθα σήμερον ζώντες. Πρόσωπον προς πρόσωπον ελάλησεν ο Ιεχωβά με σας εις το όρος εκ μέσου του πυρός.» (Δευτερονόμιον 5:1-4, ΜΝΚ) Μ’ όλα ταύτα, οι Δέκα Εντολές δεν εδόθησαν στην Αίγυπτο ή σε κάποιο άλλο μη Ισραηλιτικό έθνος του αρχαίου κόσμου. Το έθνος Ισραήλ μόνο εδεσμεύετο απ’ αυτούς τους θεμελιώδεις νόμους της διαθήκης του με τον Ιεχωβά μέσω του Μωυσέως. Οι λαοί των εθνών, που δεν λατρεύουν τον Ιεχωβά ως Θεόν, απλώς κάνουν μερικά πράγματα που περιέχονται στις Δέκα Εντολές δυνάμει της συνειδήσεως, την οποίαν ο Δημιουργός ενεφύτευσε στο ανθρώπινο γένος.—Ρωμαίους 2:14, 15.
7. Πώς δεν έπρεπε να λαμβάνεται το όνομα του Θεού επί ματαίω;
7 Η Τρίτη Εντολή δεν έλεγε ότι ο υπό διαθήκην λαός του Θεού δεν έπρεπε ποτέ να προφέρη το άγιο προσωπικό του όνομα. Μάλλον, θα έπρεπε να δείχνουν σεβασμό σ’ αυτό και να το αγιάζουν, με το να μη το λαμβάνουν ποτέ επί ματαίω, δηλαδή για όχι καλό σκοπό, μ’ ένα κοινό, βλάσφημο τρόπο που θα επέφερε βλάβη στο όνομα, με κακή εφαρμογή αυτού.
8. (α) Η απαγόρευσις του να προφέρεται το όνομα ποιο αποτέλεσμα είχε πραγματικά; (β) Μεταξύ εκείνων που κρατούσαν το όνομα μυστικό, ποιοι ήσαν οι χειρότεροι παραβάται της Τρίτης Εντολής;
8 Ύστερ’ από χίλια και πλέον χρόνια, όταν οι Ιουδαίοι θρησκευτικοί ηγέται θεωρούσαν αμάρτημα και να προφέρουν ακόμη το ιερόν Τετραγράμματον, αυτό δεν επροφύλαξε το ιερό όνομα από το να ληφθή επί ματαίω. Επιβάλλοντας απαγόρευσι στο όνομα και κάνοντας αυτό σαν κάτι το μυστηριώδες, έκαμαν τους μάγους να το λάβουν και να το χρησιμοποιήσουν σε μαγικούς τύπους σαν κάτι πολύ δυναμικό.a Το να γίνη το όνομα ένα θρησκευτικό μυστικό, για να το γνωρίζουν μόνο λίγοι εκλεκτοί, εμποδίζει το προσωπικό όνομα του Θεού από το να τυγχάνη επικλήσεως με πίστι για αιώνια σωτηρία. Οι πολύ λίγοι, που επιμένουν να κρατούν το όνομα μυστικό από τους άλλους χάριν της μη παραβάσεως της Τρίτης Εντολής, μπορεί να είναι οι ίδιοι οι χειρότεροι παραβάται της Τρίτης Εντολής. Στις ημέρες, που ο Υιός του Θεού ήταν στη γη, οι Ιουδαίοι αρχιερείς Άννας και Καϊάφας πρόφεραν το όνομα προς ευλογίαν κάθε μέρα μέσα στον ναό της Ιερουσαλήμ καθώς και δέκα φορές στην ετήσια Ημέρα του Εξιλασμού, αλλά σ’ ένα χαμηλό μη ευκρινή τόνο. Εν τούτοις, οι αρχιερείς εκείνοι ήσαν που κατεδίκασαν τον Υιόν του Θεού για βλασφημία και οι οποίοι επέμειναν να τον εκτελέση ο ρωμαίος Κυβερνήτης Πόντιος Πιλάτος σ’ ένα ξύλο μαρτυρίου.—Ιωάννης 18:13-24· Λουκάς 3:1, 2· Ματθαίος 26:59-68.
9, 10. Πώς ο Θεός διεκήρυξε και κατέδειξε τον τρόπο να σταματήση η λήψις του ονόματός του επί ματαίω;
9 Ο ίδιος ο Ιεχωβά κατέδειξε ότι ο ορθός τρόπος, του να παύση να λαμβάνεται το όνομά του επί ματαίω, ήταν όχι να απαγορεύεται να το προφέρουν, αλλά να τιμωρούνται όσοι κάνουν κακή χρήσι αυτού.
10 Αυτό έγινε στην περίπτωσι ενός μέλους του «συμμίκτου πλήθους,» που βγήκε από την Αίγυπτο μαζί με τους Ισραηλίτας. Ο πατέρας του ήταν Αιγύπτιος, αλλ’ η μητέρα του Ισραηλίτισσα. Σε μια φιλονεικία μ’ έναν Ισραηλίτη στο στρατόπεδο, αυτός ο ημιαιγύπτιος «εβλασφήμησε . . . το όνομα . . . και κατηράσθη.» Τώρα πόσο σοβαρό ήταν αυτό το παράπτωμα; Ο πταίστης ενεκλείσθη σε φυλακή «εωσού φανερωθή εις αυτούς η θέλησις του Ιεχωβά.» Η θέλησις του Ιεχωβά ήλθε στον Μωυσή: «Φέρε έξω του στρατοπέδου εκείνον όστις κατηράσθη· και ας θέσωσι, πάντες οι ακούσαντες αυτόν, τας χείρας αυτών επί την κεφαλήν αυτού, και ας λιθοβολήση αυτόν πάσα η συναγωγή. Και λάλησον προς τους υιούς Ισραήλ, λέγων, Όστις καταρασθή τον Θεόν αυτού, θέλει βαστάσει την ανομίαν αυτού· και όστις βλασφημήση το όνομα του Ιεχωβά, εξάπαντος θέλει θανατωθή· με λίθους θέλει λιθοβολήσει αυτόν πάσα η συναγωγή· άντε ξένος, [όπως αυτός ο ημιαιγύπτιος], άντε αυτόχθων, όταν βλασφημήση το όνομα . . . θέλει θανατωθή. Κρίσις μία θέλει είσθαι εις εσάς· ως εις τον ξένον, ούτω θέλει γίνεσθαι και εις τον αυτόχθονα· διότι εγώ είμαι Ιεχωβά ο Θεός σας.» (Λευιτικόν 24:10-23, ΜΝΚ) Εκείνος που κατηράσθη το Όνομα ελιθοβολήθη.
11. Ο παραβάτης της Πρώτης και Δευτέρας Εντολής τι πραγματικά έκανε στο όνομα του Θεού, και πώς έπρεπε να τιμωρηθή;
11 Η παράβασις της Πρώτης και της Δευτέρας Εντολής, που απαγόρευαν το να έχη ο λαός άλλους θεούς εκτός του Ιεχωβά, και η κατασκευή ειδώλων για λατρεία, όπως μια εικόνα του ψευδούς θεού Μολόχ, ετιμωρείτο με θάνατο. Ήταν στην πραγματικότητα βεβήλωσις του ονόματος του Θεού. Ο Θεός είπε: «Εγώ θέλω επιστήσει το πρόσωπόν μου κατά του ανθρώπου εκείνου, και θέλω εξολοθρεύσει αυτόν εκ μέσου του λαού αυτού· διότι από του σπέρματος αυτού έδωκεν εις τον Μολόχ, δια να μιάνη το αγιαστήριόν μου, και να βεβηλώση το όνομά μου το άγιον.» «Δεν θέλετε βεβηλώσει το όνομά μου το άγιον· αλλά θέλω αγιάζεσθαι μεταξύ των υιών Ισραήλ. Εγώ είμαι ο Ιεχωβά, ο αγιάζων υμάς.» (Λευιτικόν 20:1-3· 22:32, ΜΝΚ) Τι θα εγίνετο αν κάποιος «απελθών ελάτρευσεν άλλους θεούς, και προσεκύνησεν αυτους, τον ήλιον, ή την σελήνην, ή οποιονδήποτε εκ της στρατιάς του ουρανού, το οποίον δεν προσέταξα;» Ο ειδωλολάτρης έπρεπε να θανατωθή επί στόματος δύο ή τριών μαρτύρων. «Θέλεις εκβάλει το κακόν εκ μέσου σου.»—Δευτερονόμιον 17:2-7.
12, 13. (α) Όταν ο Ιεχωβά διεκήρυξε τις Δέκα Εντολές από το Όρος Σινά, τι εζήτησε ο λαός από τον Μωυσή; (β) Σχετικά με αυτό το αίτημα, τι είπε ο Ιεχωβά, όπως αργότερα ανεγράφη από τον Μωυσή;
12 Εκείνοι σήμερα, που νομίζουν ότι βρίσκονται κάτω από τις Δέκα Εντολές και οι οποίοι αισθάνονται αυτοϊκανοποίησι διότι, όπως ισχυρίζονται, τηρούν αυτές τις Εντολές, πρέπει να σκεφθούν συνετά για το πόσο σοβαρό ήταν το να παραβή κανείς τον Δεκάλογο, τους Δέκα Λόγους. (Δευτερονόμιον 5:6-22) Όταν ο Ιεχωβά διεκήρυξε αυτές τις Δέκα Εντολές από το Όρος Σινά, από το οποίον εξεπέμποντο βροντές, αστραπές, ήχοι σάλπιγγος και καπνός, αυτοί φοβήθηκαν και είπαν στον Μωυσή: Συ λάλησον προς ημάς, και θέλομεν ακούσει· και ας μη λαλήση προς ημάς ο Θεός, δια να μη αποθάνωμε. (Έξοδος 20:18, 19) Όταν ο Μωυσής παρουσίασε αυτό το αίτημα στον Θεό, ο Θεός εδέχθη να χρησιμοποιήση τον Μωυσή ως μεσίτη μεταξύ Αυτού και του Ισραήλ. Ταυτοχρόνως ο Θεός απεκάλυψε στον Μωυσή ότι θα εχρησίμευε ως ένας τύπος ή προφητικός εκπρόσωπος ενός ακόμη μεγαλυτέρου προφήτου του μέλλοντος, ενός Μεγαλυτέρου Μωυσέως. Ο Μωυσής, λοιπόν, είπε αργότερα στον Ισραήλ:
13 «Προφήτην εκ μέσου σου θέλει αναστήσει εις σε Ιεχωβά ο Θεός σου εκ των αδελφών σου, ως εμέ· αυτού θέλετε ακούει· κατά πάντα όσα εζήτησας παρά Ιεχωβά του Θεού σου εν Χωρήβ, εν τη ημέρα της συνάξεως, λέγων, Ας μη ακούσω πλέον την φωνήν Ιεχωβά του Θεού μου, μηδέ να ίδω πλέον το μέγα τούτο πυρ, δια να μη αποθάνω. Και είπε ο Ιεχωβά προς εμέ, Καλώς έχουσιν όσα ελάλησαν. Προφήτην εκ μέσου των αδελφών αυτών θέλω αναστήσει εις αυτούς, ως σε, και θέλω βάλει τους λόγους μου εις το στόμα αυτού, και θέλει λαλεί προς αυτούς πάντα όσα εγώ προστάζω εις αυτόν. Και ο άνθρωπος όστις δεν υπακούση εις τους λόγους μου, τους οποίους αυτός θέλει λαλήσει εν τω ονόματί μου, εγώ θέλω εκζητήσει τούτο παρ’ αυτού.»—Δευτερονόμιον 18:15-19, ΜΝΚ.
14. Όσον αφορά τον Μεγαλύτερο Μωυσή, ποιος θ’ απεδείκνυε ότι είναι ο αληθής και ποιος ο ψευδής, όταν ανεφέρετο στο Όνομα;
14 Αυτός ο ερχόμενος προφήτης, αυτός ο Μεγαλύτερος Μωυσής, επρόκειτο να λαλήση τους λόγους του Θεού εν τω ονόματι του Ιεχωβά. Τούτο επρόκειτο να είναι μια από τις αποδείξεις ότι αυτός ήταν ο αληθής προφήτης, για τον οποίον είχε δοθή υπόσχεσις ότι θα ανίστατο από το έθνος Ισραήλ. Συνεπώς, οποιοσδήποτε ισχυρίζετο ότι είναι εκείνος ο προφήτης, αλλά δεν ωμιλούσε εν τω ονόματι του Ιεχωβά, δεν μπορούσε να είναι ο υποσχεμένος, ο Μεγαλύτερος Μωυσής. Ομοίως ένας δήθεν προφήτης, που έκανε κακή χρήσι του θείου ονόματος και το συνέδεε με μια ψευδή προφητεία, δεν θα μπορούσε να κάμη ώστε η προφητεία του ν’ αποδειχθή αληθινή και αυτός θ’ απεδεικνύετο ψευδοπροφήτης.
15. Όταν ένας προφήτης μιλήση εν τω ονόματι του Ιεχωβά, πώς θ’ αποδειχθή ο αληθής προφήτης και ο ψευδής προφήτης;
15 Ο Θεός είπε: «Ο προφήτης όμως όστις ασεβήση, και λαλήση εν των ονόματί μου λόγον τον οποίον εγώ δεν προσέταξα εις αυτόν να λαλήση, ή όστις λαλήση εν τω ονόματι άλλων θεών, ο προφήτης εκείνος θέλει θανατωθή. Και εάν είπης εν τη καρδία σου, Πώς θέλομεν γνωρίσει τον λόγον, τον οποίον ο Ιεχωβά δεν ελάλησεν; Όταν τις προφήτης λαλήση εν τω ονόματι του Ιεχωβά, και ο λόγος δεν γείνη, ουδέ συμβή, ούτος είναι ο λόγος τον οποίον ο Ιεχωβά δεν ελάλησεν· ελάλησεν αυτόν ο προφήτης εν υπερηφανία· δεν θέλετε φοβηθή απ’ αυτού.»—Δευτερονόμιον 18:20-22, ΜΝΚ.
16. Γιατί πρέπει να θανατώνεται ο ψευδής προφήτης, αλλά τι θα κάμη για τον σεβασμό του ονόματος του Θεού ο αληθής Μεγαλύτερος Μωυσής;
16 Ο ψευδοπροφήτης βεβηλώνει το όνομα του Θεού και παραβαίνει την Τρίτη Εντολή, και γι’ αυτό πρέπει να θανατωθή. Ο αληθής προφήτης, ο Μεγαλύτερος Μωυσής, όχι μόνο θα λαλήση τους λόγους του Ιεχωβά εν τω ονόματι του Ιεχωβά, αλλά και η προφητεία του θ’ αληθεύση. Έτσι θα αγιάζη το όνομα του Ιεχωβά και θα διδάσκη τους ακροατάς του να το αγιάζουν, δηλαδή να το τηρούν ιερό. Αυτός είναι ο πραγματικός προφήτης, τον οποίον θα έπρεπε να φοβούνται και να τον ακροάζωνται με υπακοή.
17. Με ποια θύματα και με ποια ενέργεια έκαμε ο Μωυσής τον εγκαινιασμόν της διαθήκης του Νόμου του Θεού με τον Ισραήλ;
17 Ήλθε η μέρα, που ο Ισραήλ εισήλθε επίσημα στη διαθήκη με τον Θεό με βάσι τις Δέκα Εντολές και άλλους νόμους. Αφού ο Μωυσής ανέγνωσε στον λαό τους νόμους, που του είχε ήδη δώσει ο Θεός, ο λαός είπε: «Πάντας τους λόγους, τους οποίους ελάλησεν ο Ιεχωβά, θέλομεν κάμει.» Την επόμενη μέρα το πρωί προσεφέρθησαν στον Θεό θυσίες ζώων, νεαρών ταύρων και αιγών. «Λαβών δε ο Μωυσής ήμισυ του αίματος, έβαλεν εις λεκάνας· και το ήμισυ του αίματος ερράντισεν επί το θυσιαστήριον. Έπειτα λαβών το βιβλίον της διαθήκης, ανέγνωσεν εις τα ώτα του λαού· οι δε είπον, Πάντα, όσα ελάλησεν ο Ιεχωβά, θέλομεν κάμνει, και θέλομεν υπακούει. Και λαβών ο Μωυσής το αίμα, ερράντισεν επί τον λαόν, και είπεν, Ιδού το αίμα της διαθήκης, την οποίαν ο Ιεχωβά έκαμε προς εσάς κατά πάντας τούτους τους λόγους.» Ο Μωυσής ερράντισε επίσης το «βιβλίον της διαθήκης,» που αντιπροσώπευε τον Θεό, το άλλο μέρος της διαθήκης αυτής.—Έξοδος 24:3-8, ΜΝΚ· Εβραίους 9:19, 20.
18. Έτσι επάνω στη βάσι ποίου ο Θεός εισήλθε στη διαθήκη σχέσεως με τον Ισραήλ;
18 Έτσι ο Ιεχωβά Θεός εισήλθε σε σχέσι διαθήκης με το έθνος Ισραήλ και το έκαμε αυτό επάνω στη βάσι του αίματος θυσιών ζώων που εχύθη. Ήταν διαθήκη δεσμευτική, έγκυρη: «Διότι η διαθήκη επί τεθνεώτων είναι βεβαία· επειδη ποτέ δεν ισχύει ενόσω ζη ο διαθέτης. Όθεν ουδέ η πρώτη δεν ήτο εγκαινιασμένη χωρίς αίματος.»—Εβραίους 9:17, 18.
19. (α) Στο διάστημα που έλαβε τον Νόμον του Θεού επάνω στο όρος, με ποιους πραγματικά είχε επαφή ο Μωυσής; (β) Τι έδωσε ο Θεός κατόπιν στον Μωυσή και ποιο ήταν το αξιοσημείωτο πράγμα σχετικά με ό,τι εδόθη;
19 Κατόπιν ο Μωυσής ανέβη στο όρος του Θεού και «εστάθη ο Μωυσής επί του όρους τεσσαράκοντα ημέρας και τεσσαράκοντα νύκτας,» χωρίς να φάγη και να πιή. Σ’ αυτόν ως μεσίτην ο Θεός έδωσε πολλούς νόμους και οδηγίες όσον αφορά την αγνή, ευπρόσδεκτη λατρεία. Ενώ ήταν στο όρος, ο Μωυσής πραγματικά είχε επαφή με τους αγγέλους του Θεού. Ο νόμος διετάχθη «δι’ αγγέλων δια χειρός μεσίτου.» (Γαλάτας 3:19) Οι Ιουδαίοι παραβάται του νόμου εχαρακτηρίζοντο ως εκείνοι που είχαν λάβει «τον νόμον εκ διαταγών αγγέλων» και δεν εφύλαξαν. (Πράξεις 7:53) Στο τέλος της από σαράντα ημέρες περιόδου κοινωνίας με τον Θεό σχετικά με τον Νόμον της διαθήκης με τον Ισραήλ, συνέβη κάτι το αξιοσημείωτο. Η ιστόρησις του Μωυσέως λέγει: «Και έδωκεν εις τον Μωυσήν, αφού ετελείωσε λαλών προς αυτόν επί του όρους Σινά, δύο πλάκας του μαρτυρίου, πλάκας λιθίνας, γεγραμμένας με τον δάκτυλον του Θεού.» (Έξοδος 24:18 έως 31:18) Ο Μωυσής αργότερα ωμίλησε γι’ αυτό στον Ισραήλ με τα εξής λόγια:
«Ότε ανέβην εις το όρος δια να λάβω τας πλάκας τας λιθίνας, τας πλάκας της διαθήκης την οποίαν ο Ιεχωβά έκαμε προς εσάς. Τότε έμεινα εν τω όρει τεσσαράκοντα ημέρας και τεσσαράκοντα νύκτας· άρτον δεν έφαγον, και ύδωρ δεν έπιον· και έδωκεν εις εμέ ο Ιεχωβά τας δύο λιθίνας πλάκας, γεγραμμένας δια του δακτύλου του Θεού· και επ’ αυτάς ήσαν γεγραμμένοι πάντες οι λόγοι, τους οποίους ελάλησεν ο Ιεχωβά προς εσάς επί του όρους εκ μέσου του πυρός, εν τη ημέρα της συνάξεως. Και εις το τέλος των τεσσαράκοντα ημερών και τεσσαράκοντα νυκτών έδωκεν εις εμέ ο Ιεχωβά τας δύο λιθίνας πλάκας, τας πλάκας της διαθήκης.»—Δευτερονόμιον 9:9-11, ΜΝΚ.
20. (α) Τι έκαμαν οι Ισραηλίται στην απουσία του Μωυσέως, και τι έκαμε ο Μωυσής χάριν αυτών; (β) Με τι κατέβη ο Μωυσής από το όρος;
20 Στο μεταξύ οι Ισραηλίται από κάτω απεθαρρύνθησαν που δεν ξαναείδαν τον Μωυσή τον αρχηγό τους. Λησμονώντας τις Δέκα Εντολές, παρεκάλεσαν τον Ααρών, του αδελφό του Μωυσέως, να κάμη σ’ αυτούς «θεούς, οίτινες να προπορεύωνται ημών.» Από τον χρυσό που προσέφερε ο λαός, ο Ααρών έκαμε ένα χρυσό μοσχάρι. Τότε έκαμαν εορτασμό κι ελάτρευσαν το είδωλο, λέγοντας: «Ούτοι είναι οι θεοί σου, Ισραήλ, οίτινες σε ανεβίβασαν εκ γης Αιγύπτου.» Από ψηλά ο Ιεχωβά Θεός το είδε αυτό κι επρόκειτο να θανατώση τους παραβάτας της διαθήκης, αλλ’ ο Μωυσής ως μεσίτης ικέτευσε αυτόν να τους φεισθή. Κατ’ εντολήν του Θεού ο Μωυσής κατέβη από το όρος με τις δύο πλάκες. «Και αι πλάκες ήσαν έργον Θεού, και η γραφή ήτο γραφή Θεού, εγκεχαραγμένη επί τας πλάκας.»—Έξοδος 32:1-16.
21. (α) Όταν είδε εκείνο που συνέβη, τι έκαμε ο Μωυσής, και τι είπε να κάμουν όσοι έλαβαν τη στάσι των με το μέρος του Ιεχωβά; (β) Τι έκαμε ο Ιεχωβά στους επιζώντας;
21 Πηγαίνοντας προς το στρατόπεδον ο Μωυσής συνήντησε τον πιστό βοηθό του, τον Ιησούν τον υιόν του Ναυή, από τη φυλή του Εφραΐμ. Όταν ο Μωυσής είδε το είδωλο του μόσχου και τους Ισραηλίτας που εχόρευαν, τόσο πολύ εξήφθη η οργή του ώστε «έρριψε τας πλάκας από των χειρών αυτού, και συνέτριψεν αυτάς υπό το όρος,» πράγμα που αποτελούσε κατάλληλο σύμβολο της παραβάσεως του ιερού Νόμου του Θεού. Ο Μωυσής κατέστρεψε τελείως το είδωλον, τον μόσχον, και κατόπιν ανέκραξε : «Όστις είναι του Ιεχωβά, ας έλθη προς εμέ.» Οι άνδρες της φυλής του, της φυλής του Λευί, συνήχθησαν προς τον Μωυσή. Η ποινή για την παράβασι του Νόμου της διαθήκης έπρεπε να εκτελεσθή. Ο Μωυσής χωρίς δισταγμό απέστειλε αυτούς τους νομοταγείς υιούς του Λευί να εκτελέσουν τους ειδωλολατρικούς παραβάτας της διαθήκης, περίπου τρεις χιλιάδες άνδρες. Ο ίδιος ο Ιεχωβά επάταξε τους επιζώντας επειδή κατεσκεύασαν και ελάτρευσαν τον μόσχον.—Έξοδος 32:17-35.
22. (α) Προτού αναβή πάλι στο όρος, τι ελέχθη στον Μωυσή να κάμη; (β) Τι εζήτησε ο Μωυσής να ιδή και τι διεκήρυξε σ’ αυτόν ο Θεός όπως κανείς άλλος Θεός δεν μπορούσε να κάμη;
22 Ο Μωυσής, για να κάμη ό,τι μπορούσε γι’ αυτούς, ανέβη στο όρος πάλι κι ευσπλαγχνικά ικέτευσε τον Θεό υπέρ του Ισραήλ. Ο Ιεχωβά είπε στον Μωυσή: «Κόψον εις σεαυτόν δύο πλάκας λιθίνας, καθώς τας πρώτας· και θέλω γράψει επί των πλακών τους λόγους, οίτινες ήσαν επί των πρώτων πλακών, τας οποίας συνέτριψας.» Κατόπιν αιτήσεως του Μωυσέως να ίδη τη δόξα του Θεού, ο Θεός τον έθεσε μέσα σε μια οπή βράχου και εκάλυψε τον Μωυσή έως ότου παρήλθε η δόξα του. Τότε ήλθε η στιγμή για να γνωσθή το όνομα του Θεού όσο ποτέ πριν, διότι «κατέβη ο Ιεχωβά εν νεφέλη, και εστάθη μετ’ αυτού εκεί, και εκήρυξε το όνομα του Ιεχωβά. Και παρήλθεν ο Ιεχωβά έμπροσθεν αυτού, και εκήρυξε:
«Ιεχωβά, Ιεχωβά ο Θεός, οικτίρμων και ελεήμων, μακρόθυμος, και πολυέλεος, και αληθινός, φυλάττων έλεος εις χιλιάδας, συγχωρών ανομίαν και παράβασιν και αμαρτίαν, και ουδόλως αθωόνων τον ένοχον· ανταποδίδων την ανομίαν των πατέρων επί τα τέκνα και επί τα τέκνα των τέκνων, έως τρίτης και τετάρτης γενεάς.»
Ποιος άλλος Θεός μπορούσε να περιγράψη τον εαυτό του με τον τρόπο αυτό; Ο Μωυσής έκυψε εις την γην και προσεκύνησε.—Έξοδος 33:18-34:8.
23. (α) Τι έκαμε ο Θεός με τις νέες πλάκες που ελατομήθησαν; (β) Πού τις ετοποθέτησε ο Μωυσής;
23 Ύστερ’ απ’ αυτό οι Δέκα Εντολές επανεγράφησαν στις λίθινες πλάκες. Ο Μωυσής το περιγράφει αυτό, λέγοντας: «Και έκαμα κιβωτόν εξ ξύλου σιττίμ, και ελατόμησα δύο πλάκας λιθίνας ως τας πρώτας, και ανέβην εις το όρος, έχων τας δύο πλάκας εις τας χείρας μου. Και έγραψεν επί τας πλάκας, κατά την γραφήν την πρώτην, τας δέκα εντολάς, τας οποίας ελάλησεν ο Ιεχωβά προς εσάς εν τω όρει, εκ μέσου του πυρός, εν τη ημέρα της συνάξεως και έδωκεν αυτάς ο Ιεχωβά εις εμέ. Και επιστρέψας κατέβην από του όρους, και ενέθεσα τας πλάκας εν τη κιβωτώ, την οποίαν έκαμον· και είναι εκεί, καθώς προσέταξεν εις εμέ ο Ιεχωβά.»—Δευτερονόμιον 10:1-5, ΜΝΚ.
24. (α) Έτσι πόσες φορές ο Ιεχωβά έγραψε το όνομά του και με ποιους αλφαβητικούς χαρακτήρες; (β) Πού ετηρούντο οι δύο πλάκες;
24 Ο Θεός έγραψε το ίδιο του όνομα—για δεύτερη φορά, πάνω στις πλάκες, που είχε προετοιμάσει ο Μωυσής για ν’ αντικαταστήση τις σπασμένες. Στις πρώτες πέντε εντολές ο Θεός έγραψε το όνομά του οκτώ φορές, όχι με τα νεώτερα τετραγωνικά Εβραϊκά στοιχεία της σημερινής εποχής, αλλά με τα αρχαία Εβραϊκά στοιχεία, τα οποία ήσαν πολύ διαφορετικά. Τότε το Τετραγράμματον μπορεί να εφαίνετο σαν εκείνο που ήταν στη Μωαβιτική Λίθο Μησά του ενάτου αιώνος π.Χ., δηλαδή (;;;), και όχι יהוה όπως σήμερα. Αλλά τι αξιοσημείωτο είναι το ότι ο Ύψιστος Θεός, ο Δημιουργός, έγραψε ο ίδιος τους δέκα κυριωτέρους νόμους του, περιλαμβανομένου και του ιδίου του ονόματος οκτώ φορές! Οι πλάκες ήσαν εξαιρετικά πολύτιμες, και πολύ λογικά διεφυλάσσοντο μέσα σε μια ιερή κιβωτό ή κιβώτιο. Όταν ο Μωυσής κατεσκεύασε τη σκηνή του μαρτυρίου για θεία λατρεία στον Ισραήλ, αυτές οι δύο πλάκες του Νόμου εφυλάσσοντο στο αγιώτερο διαμέρισμα, στα Άγια των Αγίων μέσα σε μια κιβωτό καλυμμένη με χρυσόν. Η κιβωτός ωνομάσθη κιβωτός της διαθήκης.—Δευτερονόμιον 10:5· 1 Βασιλέων 8:9.
25. (α) Στην εποχή του Σολομώντος πού είχαν τεθή αυτές οι πλάκες; (β) Τι συνέβη τελικά σ’ αυτές τις πλάκες;
25 Ύστερ’ από αιώνες, όταν ο Βασιλεύς Σολομών επεράτωσε κι εγκαινίασε τον ένδοξο ναό του Ιεχωβά στην Ιερουσαλήμ, οι δύο πλάκες που εγράφησαν από τον Θεό τον ίδιο ετέθησαν μέσα στην κιβωτό της διαθήκης και εισήχθησαν στα Άγια των Αγίων του ναού. «Δεν ήτο εν τη κιβωτώ ειμή αι δύο πλάκες τας οποίας έθεσεν ο Μωυσής εκεί εν Χωρήβ, όπου ο Ιεχωβά έκαμε διαθήκην προς τους υιούς Ισραήλ, ότε εξήλθον εξ Αιγύπτου.» (2 Χρονικών 5:7-10, ΜΝΚ) Στον καιρό της καταστροφής του ναού του Σολομώντος το 607 π.Χ. η Κιβωτός με τα πολύτιμα περιεχόμενά της εξηφανίσθη.
26. (α) Όταν ο Μωυσής κατέβη με τη δευτέρα σειρά πλακών, γιατί υποχρεώθηκε να θέση κάλυμμα στο πρόσωπό του; (β) Πώς η δόξα του Μεγαλυτέρου Μωυσέως παραβάλλεται μ’ αυτή, και με τι συνδέεται η δόξα του;
26 Όταν ο Μωυσής με τις δύο πλάκες στα χέρια κατέβη από το Όρος Σινά (Χωρήβ) κατόπιν επικοινωνίας με τον Θεό, το δέρμα του προσώπου του ακτινοβολούσε. Αυτός δεν το εγνώριζε ως τότε που ο αδελφός του ο Ααρών και οι άλλοι Ισραηλίται που τον συνήντησαν εφοβήθησαν από το ένδοξο πρόσωπό του. Ο Μωυσής, αφού μετέδωσε το μήνυμα του Θεού στους Ισραηλίτας, εκάλυψε το πρόσωπό του μ’ ένα κάλυμμα. Αλλ’ όταν ο Μωυσής εισήλθε στην ιερή σκηνή για να εμφανισθή ενώπιον του Θεού και να ομιλήση με αυτόν, αφήρεσε το κάλυμμα από το πρόσωπό του. Η λαμπρότης του προσώπου του Μωυσέως παρήλθε μαζί του. Δεν μπορούσε να παραβληθή με τη λαμπρότητα που έγινε κτήμα του υποσχεμένου προφήτου του ομοίου με αυτόν. Η λαμπρότης του Μεγαλυτέρου Μωυσέως είναι αιώνια. (2 Κορινθίους 3:7-16) Συνδέεται με τη χορήγησι αιωνίου ζωής σ’ εμάς, δια του ελέους του Θεού, ο οποίος έγραψε το ίδιο του όνομα σε λίθον.
[Υποσημείωση]
a Η Βρεττανική Εγκυκλοπαιδεία, Τόμος 15ος, έκδοσις ενδεκάτη (1911), σελίδες 311, 312, λέγει: «Διάφορα αίτια μπορεί να συνέβαλαν στο να επιφέρουν την κατάπνιξι του ονόματος. Ένα ενστικτώδες αίσθημα ότι ένα κύριον όνομα για τον Θεό υπονοητικά αναγνωρίζει την ύπαρξι άλλων θεών μπορεί να είχε κάποια επίδρασι· ο σεβασμός και ο φόβος μήπως το άγιον όνομα βεβηλωθή μεταξύ των ‘εθνικών’ ήσαν ισχυροί λόγοι· πιθανώς, όμως, το πιο πειστικό αίτιον ήταν η επιθυμία τού να εμποδισθή η κατάχρησις του ονόματος στη μαγεία. Αν είναι έτσι, η μυστικότης είχε αντίθετο αποτέλεσμα· το όνομα του Θεού των Ιουδαίων ήταν ένα από το μεγάλα ονόματα στη μαγεία, ‘εθνική’ όσο και Ιουδαϊκή, και απεδίδετο θαυματουργική αποτελεσματικότης και στην απλή έκφρασί του. . . . Ούτε περιωρίζετο η γνώσις στους ευλαβείς αυτούς κύκλους· το όνομα εξακολούθησε να χρησιμοποιήται από θεραπευτάς, εξορκιστάς και μάγους, και διεφυλάχθη σε πολλούς τόπους σε μαγικούς παπύρους. Η βιαιότης, με την οποία καταγγέλλεται η εκστόμισις του ονόματος στο [Ιουδαϊκό] Μισνά—‘Όποιος προφέρει το όνομα με τα ίδια του γράμματα δεν έχει μέρος στον μέλλοντα κόσμο!’—αφήνει να νοηθή ότι αυτή η κακή χρήσις του ονόματος δεν ήταν ασυνήθης μεταξύ των Ιουδαίων. . . . Σ’ ένα Αιθιοπικό κατάλογο μαγικών ονομάτων του Ιησού, που λέγεται ότι αυτός τα εδίδαξε στους μαθητάς του, βρίσκεται το όνομα «Γιαβέ».»
[Εικόνα στη σελίδα 113]
Μεγέθυνσις του Τετραγραμμάτου σε αρχαίο γραμματισμό, όπως εμφαίνεται στον δέκατο όγδοο στίχο δεξιά.
Αντίγραφο της Μωαβιτικής Λίθου (Μησά) (πρωτότυπον στο Μουσείον του Λούβρου, στο Παρίσι), με μεταγραφή των γραμμάτων, σε γλώσσα που είναι ουσιαστικά Εβραϊκή. Η επιγραφή αυτή είναι η αρχαιότερη που είναι γνωστή στην Εβραιοφοινικική μορφή γραφής.
-
-
Εθνικές Συνέπειες της Βεβηλώσεως του Ονόματος«Αγιασθήτω το Όνομά Σου»
-
-
Κεφάλαιο 8
Εθνικές Συνέπειες της Βεβηλώσεως του Ονόματος
1. Στην πολιτεία του με τον Ισραήλ, τι παρεκινείτο ο Ιεχωβά να κάμη, και χάριν τίνος;
Ο αυτοσεβασμός θα παρακινήση ένα υπεύθυνο άτομο, από το οποίον εξαρτώνται άλλοι, να κάμη πολλά ορθά πράγματα χάριν του αξίου ονόματός του. Αυτό συνέβαινε με τον Ιεχωβά Θεό, από τον οποίον εξαρτάται όλη η κτίσις, στις σχέσεις του με το έθνος Ισραήλ.
2. (α) Τι ερώτημα προέκυψε στην περίπτωσι του Ισραήλ, και ποια ήταν η Γραφική απάντησις; (β) Ποια επήρεια όσον αφορά τον εαυτό του θα μπορούσε να έχη η πολιτεία του Ιεχωβά με τον Ισραήλ, και ποιες εθνικές συνέπειες, λοιπόν, μπορούσαν να υπάρχουν όσον αφορά τον Ισραήλ;
2 Στην περίπτωσι του Ισραήλ προέκυψε το ερώτημα: Θα μπορούσε ο Ιεχωβά να έχη ένα ολόκληρο έθνος που θα ήταν τιμή και έπαινος στο όνομά του; Ναι, αν το έθνος που θα εξελέγετο θα ήταν πιστό και θα υπήκουε στις εντολές του, τηρώντας τη διαθήκη του με αυτόν. Αν, λοιπόν, το έθνος Ισραήλ υπήκουε, τότε το αποτέλεσμα θα ήταν όπως τους είπε ο Μωυσής: «Ο Ιεχωβά θέλει σε καταστήσει εις εαυτόν λαόν άγιον, καθώς ώμοσε πρες σε. . . . Και πάντες οι λαοί της γης θέλουσιν ιδεί, ότι το όνομα του Ιεχωβά επικέκληται επί σε, και θέλουσι τρομάζει από σου.» (Δευτερονόμιον 28:9, 10, ΜΝΚ) Ο Ιεχωβά ο ίδιος είπε για το έθνος Ισραήλ ότι ήταν «ο λαός μου, επί τον οποίον εκλήθη το όνομά μου.» (2 Χρονικών 7:14) Αυτοί, λοιπόν, ήσαν λαός του ονόματός του. Τα κοσμικά έθνη, που δεν ήσαν σε σχέσι διαθήκης με τον Ιεχωβά και τα οποία αυτός δεν κυβερνούσε ως Βασιλεύς, εκαλούντο εκείνοι, επί των οποίων δεν επεκλήθη το όνομά του. (Ησαΐας 63:19) Το τι θα μπορούσε να κάμη ο Παντοδύναμος Θεός με το έθνος αυτό και ν’ αποδείξη με αυτό επρόκειτο να επηρεάση σε μεγάλο βαθμό την υπόληψί του ανάμεσα σε όλα τα άλλα έθνη. Επίσης, αν ο Ισραήλ εβεβήλωνε το όνομα του Θεού, ήταν βέβαιο ότι αυτό θα είχε εθνικές συνέπειες.
3. (α) Για να βοηθηθή ο Ισραήλ στη λατρεία του Θεού σύμφωνα με τις Δέκα Εντολές, τι έγινε με τη φυλή του Λευί; (β) Πώς, τότε, διετηρήθη ο ολικός αριθμός των φυλών του Ισραήλ σε δώδεκα;
3 Οι Δέκα Εντολές, ο βασικός νόμος της Διαθήκης του Ισραήλ με τον Ιεχωβά, ανάγκαζε το έθνος να λατρεύη μόνον Αυτόν ως τον ένα ζώντα και αληθινό θεό, τον Δημιουργό. Για να οδηγούνται και να τηρούνται στη λατρεία Του, τα άρρενα μέλη της οικογενείας του Ααρών, αδελφού του Μωυσέως, αγιάσθηκαν, δηλαδή, ξεχωρίσθηκαν, για να είναι οι ιερείς του έθνους, με τον Ααρών τον ίδιον ως τον πρώτον αρχιερέα. Ο Ααρών ήταν από τη φυλή του Λευί. Γι’ αυτό και όλο το υπόλοιπο της φυλής του Λευί ωρίσθη να υπηρετή ως Λευίται, που βοηθούσαν το ιερατείον φροντίζοντας για τις πνευματικές ανάγκες του έθνους. Η φυλή του Λευί ήταν μια από τις αρχικές δώδεκα φυλές, αλλά τώρα ξεχωρίσθηκε από το έθνος για ειδική χρήσι του Θεού. Εν τούτοις, επειδή ο Ιωσήφ, ο γυιος του πατριάρχου Ιακώβ, έλαβε την κληρονομία ενός πρωτοτόκου γυιου, δηλαδή, διπλή μερίδα, στον Ισραήλ, ο Ιωσήφ τώρα επρόκειτο να εκπροσωπήται από δύο φυλές του Ισραήλ, τις φυλές των δύο γυιων του, Εφραΐμ και Μανασσή. Αυτό ισοδυναμούσε με αφαίρεσιν της φυλής του Λευί ως ειδικού αποκτήματος του Θεού, και διατηρούσε το σύνολον των φυλών Ισραήλ σε δώδεκα. Ο Ιησούς του Ναυή, ο διάδοχος του Μωυσέως στην ηγεσία, ήταν από τη φυλή του Εφραΐμ.
4, 5. (α) Τι έγινε στη διάρκεια του υπολοίπου του πρώτου έτους μετά την έξοδο; (β) Πώς ο Ιεχωβά καθηγίασε τη νεόδμητη σκηνή;
4 Η φυλή του Λευί υπηρετούσε ειδικά στην ιερή σκηνή του μαρτυρίου. Στη διάρκεια του υπολοίπου του πρώτου έτους μετά την έξοδο από την Αίγυπτο, ο Μωυσής επέβλεψε την κατασκευή αυτής της σκηνής του μαρτυρίου στην έρημο Σινά, ακολουθώντας τις διατάξεις που διελαμβάνοντο στους όρους της διαθήκης του Θεού με τον Ισραήλ. Την πρώτη ακριβώς ημέρα του δευτέρου έτους από την έξοδο εξ Αιγύπτου, ο Μωυσής έστησε τη «σκηνή του μαρτυρίου» υπό την σκιάν του όρους του Θεού, του Όρους Σινά. Όλες οι επιπλώσεις ετοποθετήθησαν μέσα σ’ αυτήν, η δε κιβωτός του μαρτυρίου ετοποθετήθη στο ενδότερο διαμέρισμα, στα Άγια των Αγίων. Τελικά ο Μωυσής περιέβαλε τον Ααρών και τους τέσσερες γυιους του με τα επίσημα ιερατικά τους άμφια κι έχρισε τον Ααρών ως τον πρώτον αρχιερέα του έθνους.
5 Αφού ετέθησαν όλα σε κατάστασι λειτουργίας, τότε, σύμφωνα με την αφήγησι του Μωυσέως, «εκάλυψεν η νεφέλη την σκηνήν του μαρτυρίου, και δόξα του Ιεχωβά ενέπλησε την σκηνήν.» Μ’ αυτόν τον τρόπο ο Θεός καθηγίασε τη νεόδμητη σκηνή για τη λατρεία του.—Έξοδος 40:1-35, ΜΝΚ.
6. Πώς ο Ιεχωβά έδειξε ότι είχε δεχθή τον Ααρών και τους υιούς του ως τους ιερείς για τον Ισραήλ;
6 Ο Μωυσής κατόπιν ετέλεσε τα εγκαίνια. Την ογδόη μέρα ο ίδιος ο Ααρών άρχισε να ιερουργή ως αρχιερεύς. Αφού ετέθησαν πάνω στο κεχρισμένο θυσιαστήριο της αυλής οι τελικές θυσίες για την περίστασι, ο Μωυσής κι ο Ααρών μπήκαν στη σκηνή του μαρτυρίου και βγήκαν κι ευλόγησαν τον λαό που παρατηρούσε. Κατόπιν, χωρίς τη βοήθεια ενός μηχανικού φλογοβόλου, ο Θεός κατέπεμψε πυρ από την παρουσία του κατευθυνόμενον προς τις θυσίες εκείνες που ήσαν πάνω στο χαλκούν θυσιαστήριον, που ήταν τετράγωνο ακριβώς πέντε πήχεων (επτάμιση ποδών). Ο Μωυσής λέγει: «Και εφάνη η δόξα του Ιεχωβά εις πάντα τον λαόν. Και εξήλθε πυρ απ’ έμπροσθεν του Ιεχωβά, και κατέφαγεν επί του θυσιαστηρίου το ολοκαύτωμα, και τα στέατα· ιδών δε πας ο λαός, ηλάλαξαν, και έπεσον κατά πρόσωπον αυτών.» (Λευιτικόν 8:1 έως 9:24, ΜΝΚ) Αυτό ήταν μια ορατή απόδειξις ότι ο Ιεχωβά είναι ο αληθινός Θεός και ότι εδέχθη τον Ααρών τον Λευίτην ως τον αρχιερέα του και τους τέσσερες γυιους του ως υφιερείς. Η λατρεία του έθνους στην αγία σκηνή του εγίνετο τώρα με πλήρη εξουσιοδότησι.
7. Τι ήταν ορατώς παρών με τους Ισραηλίτας, και καθώριζε τις κινήσεις των προς τη Χαναάν;
7 «Η νεφέλη του Ιεχωβά ήτο επί της σκηνής την ημέραν, και πυρ ήτο επ’ αυτής την νύκτα, ενώπιον παντός του οίκου Ισραήλ, καθ’ όλας αυτών τας οδοιπορίας.» Όποτε η νεφέλη ανέβαινε και προχωρούσε, οι Ισραηλίται εσηκώνοντο κι ακολουθούσαν προς τη Γη της Επαγγελίας, τη Χαναάν.—Έξοδος 40:36-38, ΜΝΚ.
8. Γιατί υπεχρεώθησαν οι Ισραηλίται να περιπλανώνται σαράντα χρόνια στην έρημο, και για ποιους έγιναν εξαιρέσεις από το ν’ αποθάνουν στην έρημο;
8 Στην Κάδης-βαρνή, της ερήμου Φαράν, κοντά στα σύνορα της Γης της Επαγγελίας, οι πρεσβύτεροι υπεύθυνοι άνδρες του Ισραήλ επέδειξαν μια επαίσχυντη ελλειψι πίστεως στην ικανότητα του Παντοδυνάμου Θεού να τους δώση τη γη όπως τους είχε ορκισθή στο ίδιο του όνομα. Γι’ αυτόν τον λόγο το έθνος Ισραήλ κατεδικάσθη να περιπλανάται σαράντα χρόνια στην έρημο, σε αντιστοιχία προς τις σαράντα ημέρες, στη διάρκεια των οποίων οι κατάσκοποι είχαν εξερευνήσει από πριν τη γη. Επίσης, οι Ισραηλίται από είκοσι ετών και πάνω θα πέθαιναν στην έρημο. Οι δύο πιστοί κατάσκοποι, ο Ιησούς του Ναυή από τη φυλή Εφραΐμ κι ο Χάλεβ από τη φυλή του Ιούδα, μαζί με τη φυλή του Λευί που δεν είχε στείλει κατάσκοπο, απετέλεσαν εξαιρέσεις κι επρόκειτο να εισέλθουν στη Γη της Επαγγελίας.
9. Πώς ικέτευσε ο Μωυσής τον Ιεχωβά να φεισθή τον Ισραήλ, και, για να παραμείνη αληθής σε ποια δήλωσι, ενήργησε έτσι ο Ιεχωβά;
9 Ο μεσίτης Μωυσής παρέστη ανάγκη να ικετεύση τον Ιεχωβά Θεό να φεισθή το άπιστο έθνος, λέγοντας: «Εάν λοιπόν θανατώσης τον λαόν τούτον ως ένα άνθρωπον, τότε τα έθνη, τα οποία ήκουσαν το όνομά σου, θέλουσιν ειπεί, λέγοντες, Επειδή δεν ηδύνατο ο Ιεχωβά να φέρη τον λαόν τούτον εις την γην την οποίαν ώμοσε προς αυτούς, δια τούτο κατέστρεψεν αυτούς εν τη ερήμω.» Κατόπιν ο Μωυσής παρεκάλεσε τον Ιεχωβά να ενεργήση σύμφωνα με τη σημασία του ονόματός του όπως το είχε δηλώσει στον Μωυσή πάνω στο Όρος Σινά όταν οι Ισραηλίται είχαν αμαρτήσει με τον ειδωλολατρικό χρυσούν μόσχο. (Έξοδος 34:5-7) Ο Ιεχωβά, για να παραμείνη αληθής σ’ εκείνη τη δήλωσί του περί του ονόματός του, εδέχθη να συγχωρήση και να φεισθή το έθνος. Κατόπιν, για να βεβαιώση ότι το όνομά του θα ηγιάζετο ακόμη και σε όλη τη γη, ωρκίσθη στην ίδια του ζωή, λέγοντας: «Ζω εγώ, και θέλει εμπλησθή πάσα η γη από της δόξης του Ιεχωβά.»—Αριθμοί 13:1 έως 14:38, ΜΝΚ.
10. Πώς και γιατί ο Ιεχωβά δεν έκαμε στον Ισραήλ στην έρημο τίποτε, για το οποίον τα έθνη θα μπορούσαν να τον μεμφθούν;
10 Σε όλη τη διάρκεια των σαράντα ετών περιπλανήσεως του Ισραήλ δια μέσου της ερήμου, θα μπορούσε τα πράγματα να ήσαν διαφορετικά, αν ο Θεός δεν ενεργούσε σύμφωνα με τα όσα είχε δηλώσει. Η ίδια του φήμη, για το καλό όλης της κτίσεως στον ουρανό και στη γη διεκινδύνευε. Ανατρέχοντας στην πολιτεία του με αυτούς στην έρημο πριν τους εισαγάγη στη Γη της Επαγγελίας, είπε: «Τα τέκνα όμως απεστάτησαν απ’ εμού· . . . Τότε είπα να εκχέω τον θυμόν μου επ’ αυτούς, δια να συντελέσω την οργήν μου εναντίον αυτών εν τη ερήμω. Και απέστρεψα την χείρα μου, και έκαμον τούτο ένεκεν του ονόματός μου, δια να μη βεβηλωθή ενώπιον των εθνών, έμπροσθεν των οποίων εξήγαγον αυτούς.» (Ιεζεκιήλ 20:21, 22) Με αυτόν τον τρόπο ο Ιεχωβά δεν έκαμε τίποτε, για το οποίον τα έθνη θα μπορούσαν να τον μεμφθούν.
11, 12. (α) Πού, απέναντι ποιας πόλεως, ήλθε ο Ισραήλ το τεσσαρακοστό έτος της περιπλανήσεως, και πώς ο Θεός ενήργησε εναντίον της προσπαθείας του Βασιλέως Βαλάκ να καταρασθή τον Ισραήλ; (β) Πώς προσεπάθησε ο προφήτης Βαλαάμ ώστε ο ίδιος ο Ισραήλ να προκαλέση την κατάρα του Θεού, αλλά τι συνέβη;
11 Στο τεσσαρακοστό έτος της περιπλανήσεώς των στην έρημο με οδηγό τους τη θεία στήλη νεφέλης, οι Ισραηλίται εβάδισαν βορείως δια μέσου της γης Μωάβ, ανατολικά της Νεκράς Θαλάσσης, προς τις πεδιάδες Μωάβ στην ανατολική όχθη του Ιορδάνου Ποταμού και απέναντι της Ιεριχώ, της «πόλεως φοινίκων.» (Αριθμοί 22:1· Δευτερονόμιον 34:3) Εδώ ήλθαν σε στενή επαφή με τη λατρεία του ψευδούς θεού ονομαζομένου Βάαλ. Ο βασιλεύς του Μωάβ εμίσθωσε έναν προφήτη ονόματι Βαλαάμ, που διψούσε για κέρδος, να καταρασθή τους εισβολείς, αλλ’ ο Παντοδύναμος Θεός εχαλίνωσε τη γλώσσα του Βαλαάμ για να μεταστρέψη την κατάρα που επροτίθετο να κάμη σ’ ευλογία υπέρ του Ισραήλ.
12 Ο Βαλαάμ, αποτυγχάνοντας να κατακρίνη τον Ισραήλ με κατάρα, συνεβούλευσε τον βασιλέα του Μωάβ να προκαλέση την κατάρα του ιδίου του Ιεχωβά εναντίον του λαού του δελεάζοντας τον λαόν του Θεού προς την ειδωλολατρία δια πορνείας με ειδωλολάτριδες γυναίκες. (Αριθμοί 22:2 έως 24:25· Αποκάλυψις 2:14) Εκεί, λοιπόν, στις ψηλές πεδιάδες Μωάβ στη Σιττείμ, ανατολικά του ανωτέρου άκρου της Νεκράς Θαλάσσης, χιλιάδες Ισραηλιτών υπέκυψαν στον πειρασμό να παραβούν τις Δέκα Εντολές. Η επαίσχυντη ιστόρησις λέγει: «Και ήρχισεν ο λαός να πορνεύη μετά των θυγατέρων Μωάβ· αίτινες προσεκάλεσαν τον λαόν εις τας θυσίας των θεών αυτών· και έφαγεν ο λαός, και προσεκύνησε τους θεούς αυτών. Και προσεκολλήθη ο Ισραήλ εις τον Βέελ-φεγώρ· και εξήφθη οργή του Ιεχωβά κατά του Ισραήλ.» Γι’ αυτό οι κριταί του Ισραήλ διετάχθησαν να θανατώσουν τους άνδρες που προσεκολλήθησαν σ’ αυτόν τον ψευδή θεό Βέελ-φεγώρ. Ο Ιεχωβά, επίσης, απέστειλε πληγή στους παραβάτας της διαθήκης και πέθαναν είκοσι τέσσερες χιλιάδες Ισραηλίται από την πληγή.—Αριθμοί 25:1-9, ΜΝΚ.
13. Γιατί ο Μωυσής έπρεπε ν’ αποθάνη έξω από τη Γη της Επαγγελίας, και σε ποιον παρήγγειλε να είναι διάδοχός του;
13 Πριν απ’ αυτό, πέθανε ο Ααρών, αδελφός του Μωυσέως, και τον διεδέχθη, ο γυιος του ο Ελεάζαρ ως αρχιερεύς. (Αριθμοί 20:22-29) Και στον Μωυσή επίσης, επειδή, σε κάποια περίστασι δοκιμασίας, αυτός κι ο Ααρών παρέλειψαν να αγιάσουν τον Ιεχωβά Θεό ενώπιον του λαού, απηγορεύθη να εισέλθη στη Γη της Επαγγελίας. Επλησίασε ο καιρός του θανάτου του κι έδωσε τις τελικές ομιλίες του στο έθνος. Σύμφωνα με τις οδηγίες του Θεού, ο Μωυσής παρήγγειλε στον Ιησού τον γυιο του Ναυή από τη φυλή του Εφραΐμ να είναι διάδοχός του στην ηγεσία του Ισραήλ.—Αριθμοί 27:15-23· Δευτερονόμιον 31:23.
14. Τι λέγει τώρα ο Μωυσής στην αρχή του εμπνευσμένου άσματός του;
14 Σ’ επήκοον του Ισραήλ, ο Μωυσής είπε, μ’ ένα εμπνευσμένο άσμα: «Θέλω εξυμνήσει το όνομα του Ιεχωβά· απόδοτε μεγαλωσύνην εις τον Θεόν ημών. Αυτός είναι ο Βράχος, τα έργα αυτού είναι τέλεια· διότι πάσαι αι οδοί αυτού είναι κρίσις· Θεός πιστός, και δεν υπάρχει αδικία εν αυτώ· δίκαιος και ευθύς είναι αυτός.»—Δευτερονόμιον 32:3, 4, ΜΝΚ.
15. Τελικά, ποιον ευλόγησε ο Μωυσής, και γιατί δεν υπήρχε λαός όμοιος με αυτόν;
15 Ο Μωυσής έδωσε, επίσης, μια εμπνευσμένη προφητική ευλογία στις αρχικές δώδεκα φυλές του Ισραήλ περιλαμβανομένου και του Λευί και του Ιωσήφ, του οποίου οι δυο γυιοι, Εφραΐμ και Μανασσή, παρωμοιώθησαν από τον Μωυσή με τα δύο κέρατα ενός πρωτοτόκου ταύρου. Ο Μωυσής, τερματίζοντας την ευλογία του στις δώδεκα φυλές, είπε: «Μακάριος συ, Ισραήλ. τις όμοιός σου, λαέ σωζόμενε υπό του Ιεχωβά;»—Δευτερονόμιον 33:1-29, ΜΝΚ.
16. Μεταξύ ποιων κατατάσσεται Γραφικώς ο Μωυσής, και τίνος κατέστη τύπος;
16 Αναμφισβήτητον είναι ότι ο προφήτης Μωυσής ήταν ένας μάρτυς του Ιεχωβά. Στον κατάλογο του «τοσούτου νέφους μαρτύρων,» η προς Εβραίους επιστολή, κεφάλαιον ενδέκατον, κατονομάζει τον Μωυσή μετά τον Ιωσήφ. (Εβραίους 11:23-29· 12:1) Ο Μωυσής κατέστη ένας τύπος ή προφητική μορφή ενός μεγαλυτέρου προφήτου που επρόκειτο να έλθη, ενός Μεγαλυτέρου Μωυσέως, ο οποίος, επομένως, θ’ ανεμένετο να είναι ένας ακόμη μεγαλύτερος μάρτυς του Ιεχωβά.—Δευτερονόμιον 18:15-19.
17. Πού απέθανε ο Μωυσής, πού ετάφη, και προφανώς ενώπιον ποιας εναντιώσεως;
17 Υπακούοντας στη θεία προσταγή, ο ηλικιωμένος Μωυσής τότε άφησε τους Ισραηλίτας στις πεδιάδες Μωάβ κι ανέβη στο Όρος Νεβώ, «εις την κορυφήν Φασγά, την κατέναντι της Ιεριχώ» δυτικά του Ιορδάνου Ποταμού στη Γη της Επαγγελίας ή Γη Χαναάν. Από την κορυφή του όρους ο Ιεχωβά έδειξε στον πιστό του προφήτη όλη τη γη. Μολονότι ο Μωυσής ήταν τώρα 120 ετών, τα μη θολωμένα μάτια του μπορούσαν να τα ιδούν όλα. Με τα μάτια ικανοποιημένα εκοιμήθη στον θάνατο. Ο Ιεχωβά τον έθαψε κάπου σε μια κοιλάδα της γης Μωάβ, και κανείς δεν ξέρει πού. (Δευτερονόμιον 34:1-7) Αυτό πρέπει να είχε γίνει με την εναντίωσι του Διαβόλου, του Μεγάλου Όφεως, διότι διαβάζομε: «Ο δε Μιχαήλ ο αρχάγγελος, ότε αγωνιζόμενος με τον διάβολον εφιλονείκει περί του σώματος του Μωυσέως, δεν ετόλμησε να επιφέρη εναντίον αυτού κατηγορίαν βλάσφημον, αλλ’ είπεν, Ο Ιεχωβά να σε επιτιμήση.» (Ιούδας 9, ΜΝΚ) Έτσι, δεν μπορούσε να κτισθή κανένα παρεκκλήσι πάνω από τον τάφο του Μωυσέως· ούτε λείψανα του σώματός του διεφυλάχθησαν για να ειδωλοποιηθούν από τους θρησκευτικούς ηγέτας κατά παράβασιν των Δέκα Εντολών.
Η ΚΑΤΑΚΤΗΣΙΣ ΤΗΣ ΧΑΝΑΑΝ
18. Τι σημαίνει το όνομα Ιησούς, και ποια εκλογή του που διεκήρυξε τον αποδεικνύει ένα μάρτυρα του Ιεχωβά ως τον θάνατο;
18 Σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, ο Ιησούς του Ναυή ανέλαβε την ορατή ηγεσία του Ισραήλ. Η πληρέστερη μορφή του ονόματός του είναι Γεχοσούα. (Αριθμοί 13:16· 1 Χρονικών 7:27) Το όνομα έχει πιο μεγαλειώδη σημασία. Το Νέο Διεθνές Λεξικό του Ουέμπστερ, δευτέρα έκδοσις, ασυντόμευτον, του 1943, στη σελίδα 1341, δίνει τη σημασία: «1. Κυριολεκτικά, ο Ιεχωβά είναι απελευθέρωσις.» Φυσικά, το όνομα αυτό δεν σημαίνει ότι ο Ιησούς του Ναυή ήταν ο ίδιος ο Ιεχωβά Θεός. Οι Ελληνόφωνοι Ιουδαίοι της Αλεξανδρείας της Αιγύπτου, που παρήγαγαν την Ελληνική Μετάφρασι των Εβδομήκοντα των Εβραϊκών Γραφών, απέδωσαν το όνομα ως Ιησούς. Πολλά παιδιά της Λατινικής Αμερικής σήμερα καλούνται Ιησούς αντί Γεοσούα. (Πράξεις 7:45· Εβραίους 4:8) Ο Ιησούς ο γυιος του Ναυή ήταν εκείνος που είπε στους συγκεντρωμένους εκπροσώπους του Ισραήλ: «Εκλέξατε σήμερον ποιον θέλετε να λατρεύητε· . . . . εγώ όμως και ο οίκος μου, θέλομεν λατρεύει τον Ιεχωβά.» (Ιησούς του Ναυή 24:15, ΜΝΚ) Ως τον θάνατό του ήταν ένας μάρτυς του Ιεχωβά.
19. Ποιος, σε συμβολισμό ηγήθη της πορείας του Ισραήλ στον Ιορδάνη Ποταμό, και πώς και πότε;
19 Μετά ο τέλος του πένθους για τον θάνατο του Μωυσέως, ο Ιεχωβά διέταξε τον Ιησούν του Ναυή να οδηγήση το έθνος Ισραήλ και το άπειρο σύμμικτο πλήθος μαζί του δια του Ιορδάνου Ποταμού. Τότε ακριβώς ο Ιορδάνης Ποταμός ήταν σε κατάστασι πλημμυρισμού. Ήταν ο καιρός του θερισμού της κριθής στη Χαναάν, και «ο Ιορδάνης πλημμυρεί καθ’ όλας τας όχθας αυτού πάσας τας ημέρας του θερισμού.» Σε συμβολισμό ο Ιεχωβά Θεός ηγήθη της πορείας προς τον πλημμυρισμένο ποταμό, διότι οι ιερείς του, που έφεραν την κιβωτό της διαθήκης του, η οποία περιείχε τις παρά Θεού χειρογραμμένες πλάκες των Δέκα Εντολών, προηγούντο του λαού.
20. Ποιο θαύμα συνέβη τώρα, και πώς ο Ισραήλ διεπεραιώθη στην απέναντι όχθη;
20 Μόλις το πόδια των ιερέων εβυθίσθησαν στο άκρον των υδάτων, συνέβη ένα θαύμα. Υπενθύμιζε κάπως το θαύμα της Ερυθράς Θαλάσσης. «Εστάθησαν τα ύδατα τα καταβαίνοντα άνωθεν, και υψώθησαν εις ένα σωρόν πολύ μακράν, από της πόλεως Αδάμ, ήτις είναι εις τα πλάγια της Ζαρετάν [περίπου δεκαπέντε μίλια προς τα άνω, προς βορράν]· τα δε καταβαίνοντα κάτω προς την θάλασσαν της πεδιάδος, την αλμυράν θάλασσαν, αποκοπέντα εξέλιπον.» Η κιβωτός της διαθήκης μετεφέρθη κατόπιν στο μέσον της κοίτης του Ιορδάνου ποταμού, όπου οι ιερείς εστάθησαν ακίνητοι ώσπου όλος ο λαός του Θεού διεκπεραιώθη στην απέναντι όχθη.
21. Πότε τα ύδατα του Ιορδάνου επέστρεψαν στη θέσι των, και τι έκαμε αυτό το θαύμα για τον Ιεχωβά;
21 Όταν τελικά οι ιερείς που μετέφεραν την κιβωτό της διαθήκης βγήκαν και τα πόδια των έφθασαν στη δυτική όχθη πάνω από τον πλημμυρισμένο ποταμό, «τα ύδατα του Ιορδάνου επιστρέψαντα εις τον τόπον αυτών, επλημμύρησαν πάσας τας όχθας αυτού, καθώς πρότερον.» Αυτό έγινε τη δεκάτη ημέρα του Αβίβ ή Νισάν, τέσσερες μέρες πριν από τον πρώτον εορτασμό του πάσχα του Ισραήλ στη Γη της Επαγγελίας ή Χαναάν. Τι όνομα έκαμε αυτό για τον Ιεχωβά Θεό!—Ιησούς του Ναυή 1:10 έως 4:19.
22. (α) Ύστερ’ από ποιον εθνικόν εξαγνισμό, ο Ισραήλ εώρτασε το πρώτο του πάσχα στη Χαναάν; (β) Πώς εσχετίσθη η Ιεριχώ με τη φήμη του Ιεχωβά;
22 Οι Ισραηλίται εστρατοπέδευσαν σ’ έναν τόπο που ελέγετο Γάλγαλα, στο ανατολικά σύνορα της πόλεως Ιεριχώ. Ο τόπος εκαλείτο Γάλγαλα, διοτι εκεί έκαμαν μια εθνική περιτομή των αρρένων των. Ύστερ’ από εκείνον τον εθνικό εξαγνισμό, ετέλεσαν το πρώτο τους πάσχα στη Χαναάν (Ιησούς του Ναυή 5:2-12) Έπρεπε τώρα να γίνη η αρχή της κατακτήσεως της γης Χαναάν. Η Ιεριχώ έπρεπε να πέση πρώτη. Επρόκειτο να καταστραφή με όλους τους ειδωλολάτρας κατοίκους της, επειδή ήσαν το πρωτοκάρπια της γης στον Ιεχωβά. Οι οδηγίες του Θεού σχετικά με τούτο ετηρήθησαν από τον Ιησούν του Ναυή και όλον τον Ισραήλ και στην τελική πορεία με την ιερή κιβωτό της διαθήκης γύρω από την Ιεριχώ την εβδόμη ημέρα αλάλαξε ο λαός που προχωρούσε, ο δε Παντοδύναμος Θεός έκαμε να καταπέσουν το τείχη της καταδικασμένης πόλεως και να ισοπεδωθούν. Τότε οι Ισραηλίται ενήργησαν ως εκτελεσταί του Ιεχωβά καταστρέφοντας τους απειθείς κατοίκους εκτός της Ραάβ και των συγγενών της. Τελικά κατέκαυσαν την πόλι. Όλα αυτά απαιτούσαν πολλή πίστι στον Ιεχωβά, ειδικά από μέρους του Ιησού του Ναυή. «Δια πίστεως έπεσον τα τείχη της Ιεριχώ, αφού εκυκλώθησαν επί επτά ημέρας. Δια πίστεως η πόρνη Ραάβ δεν συναπωλέσθη με τους απειθήσαντας, δεχθείσα τους κατασκόπους [που είχαν αποσταλή στην Ιεριχώ, από τον Ιησού του Ναυή] με ειρήνην.» (Εβραίους 11:30, 31) Αυτό το θαύμα ηύξησε τη φήμη του Θεού.—Ιησούς του Ναυή 6:1-27.
23. (α) Όταν κατεκτήθη η Χαναάν, γιατί ο Ισραήλ εκαυχήθη στο όνομα του Θεού; (β) Όσον αφορά ποια διαθήκη ο Ιεχωβά πραγματικά πολεμούσε υπέρ του ιδίου του ονόματος;
23 Υπό τον Ιησούν του Ναυη η κατάκτησις της γης Χαναάν επροχώρησε επιτυχώς με υπεράνθρωπη βοήθεια, «διότι Ιεχωβά ο Θεός του Ισραήλ επολέμει υπέρ του Ισραήλ.» (Ιησούς του Ναυή 10:14, 42, ΜΝΚ) Ο Ισραήλ πολεμούσε εν ονόματι του Θεού· για τις νίκες των εκαυχώντο κατάλληλα στο όνομά του. «Καυχάσθε εις το άγιον αυτού όνομα· ας ευφραίνεται η καρδία των εκζητούντων τον Ιεχωβά.» (Ψαλμός 105:3, ΜΝΚ. 1 Σαμουήλ 17:45· 2 Χρονικών 14:11) Ο Θεός πραγματικά πολεμούσε υπέρ του ιδίου του ονόματος, διότι στη διαθήκη του με τον Αβραάμ πριν από 470 και πλέον χρόνια, ο Ιεχωβά είχε ορκισθή στον ίδιο τον εαυτό του ότι θα έδινε αυτή τη γη Χαναάν στους απογόνους του Αβραάμ. Παρέμεινε άμεμπτος και αγίασε το όνομά του ως ένας πιστός Θεός που τηρεί τις διαθήκες του.
24. (α) Στη διάρκεια της περιόδου των κριτών ποιος ήταν βασιλεύς του Ισραήλ, και ποια φυλή ωρίσθηκε ν’ αναλάβη την ηγεσία μετά τον θάνατο του Ιησού του Ναυή; (β) Ποιο ήταν το κυριώτερο πράγμα που έκαμε την περίοδο των κριτών ν’ αρχίση καλά;
24 Ο Ιησούς του Ναυή ήταν ο πρώτος μιας σειράς ορατών κριτών του Ισραήλ στη γη Χαναάν. Ο Ιεχωβά Θεός ήταν ο αόρατος Βασιλεύς του έθνους. Έτσι είχε ειπεί ο Μωυσής σε άσμα του στην Ερυθρά Θάλασσα. (Έξοδος 15:18) Αργότερα ο Κριτής Γεδεών αρνήθηκε να γίνη βασιλεύς του Ισραήλ, λέγοντας: «Ο Ιεχωβά θέλει είσθαι άρχων εφ’ υμάς.» (Κριταί 8:23, ΜΝΚ) Μετά τον θάνατο του Ιησού του Ναυή από τη φυλή Εφραΐμ, οι Ισραηλίται ερώτησαν και ο Θεός τους είπε ότι η φυλή του Ιούδα επρόκειτο τώρα ν’ αναλάβη την ηγεσία στη μάχη εναντίον των Χαναναίων. Η φυλή του Βενιαμίν εκυρίευσε μόνον μέρος της Ιερουσαλήμ από τους ιθαγενείς Ιεβουσαίους, και αφέθη στον Βασιλέα Δαβίδ της φυλής Ιούδα να λάβη το υπόλοιπο της πόλεως ύστερ’ από αιώνες. (Κριταί 1:1-21· 2 Σαμουήλ 5:4-10) Έτσι, υπήρξε μια περίοδος εκατοντάδων ετών, κατά την οποίαν οι ανθρώπινοι κριταί, που ήγειρε ο Θεός, εφρόντιζαν για τις υποθέσεις του Ισραήλ. Η αρχή της μακράς αυτής περιόδου ξεκίνησε καλά. Μέγα μέρος της χώρας είχε κατακτηθή, αλλά το κυριώτερο πράγμα ήταν αυτό: η λατρεία του μόνου ζώντος και αληθινού Θεού ετηρήθη πιστά σε όλο το έθνος. Διαβάζομε:
25. Στη διάρκεια της ζωής ποιων ανθρώπων οι Ισραηλίται συνέχισαν υπηρετώντας τον Ιεχωβά, και γιατί;
25 «Και ελάτρευσαν ο λαός τον Ιεχωβά πάσας τας ημέρας του Ιησού, και πάσας τας ημέρας των πρεσβυτέρων, οίτινες επέζησαν μετά τον Ιησούν, και είδον πάντα τα έργα τα μεγάλα του Ιεχωβά, όσα έκαμεν υπέρ του Ισραήλ. Και ετελεύτησεν Ιησούς, ο υιός του Ναυή, ο δούλος του Ιεχωβά, ηλικίας εκατόν δέκα ετών [περίπου το 1454 π.Χ.]. Και έθαψαν αυτόν εις το όριον της κληρονομίας αυτού εν Θαμνάθ- αρές, εν τω όρει Εφραΐμ, κατά το βόρειον μέρος του όρους Γαάς. Και πάσα έτι η γενεά εκείνη προσετέθησαν εις τους πατέρας αυτών· και εσηκώθη άλλη γενεά μετ’ αυτούς, ήτις δεν εγνώρισε τον Ιεχωβά, ουδέ τα έργα τα οποία έκαμεν υπέρ του Ισραήλ.»—Κριταί 2:7-10, ΜΝΚ.
26. Τι συνέβη όταν αυτή η παλαιότερη γενεά πιστών ανθρώπων παρήλθε, και τι παρέστη ανάγκη ακόμη ο Κριτής Σαμουήλ να πη στους Ισραηλίτας να κάμουν;
26 Τι συνέβη τώρα που παρήλθε η παλαιότερη γενεά που είχε ιδεί και γνωρίσει τα έργα του Θεού του Ισραήλ, κι εξέλιπε το παράδειγμα, η επιρροή, η καθοδηγία και η συμβουλή τους; Τα εδάφια Κριταί 2:11-13 (ΜΝΚ) απαντούν: «Έπραξαν οι υιοί Ισραήλ πονηρά ενώπιον του Ιεχωβά, και ελάτρευσαν τους Βααλείμ· και εγκατέλιπον Ιεχωβά τον Θεόν των πατέρων αυτών, τον εξαγαγόντα αυτούς εκ γης Αιγύπτου, και υπήγαν κατόπιν άλλων θεών, εκ των θεών των λαών των πέριξ αυτών, και προσεκύνησαν αυτούς, και παρώργισαν τον Ιεχωβά. Και εγκατέλιπον τον Ιεχωβά, και ελάτρευσαν τον Βάαλ και τας Ασταρώθ.» Ακόμη και μετά από αιώνες, στις ημέρες του τελευταίου κριτού του Ισραήλ, του προφήτου Σαμουήλ, παρέστη ανάγκη να πη ο Σαμουήλ στους Ισραηλίτας να εγκαταλείψουν αυτούς τους ψευδείς ξένους θεούς. «Τότε απέβαλον οι υιοί Ισραήλ τους Βααλείμ και τας Ασταρώθ, και ελάτρευσαν τον Ιεχωβά.» Κατόπιν ο Ιεχωβά τούς χάρισε νίκη εναντίον των εχθρών των.—1 Σαμουήλ 7:2-17, ΜΝΚ.
ΒΑΑΛ
27. Ποιος ήταν αυτός ο Βάαλ που ελατρεύετο, και γιατί ελέγετο ότι υπήρχαν πολλοί Βάαλ;
27 Και ποιος ήταν αυτός ο Βάαλ; Το όνομά του κατά γράμμα σημαίνει «Ιδιοκτήτης· Κάτοχος.» Εφηρμόζετο επίσης και σ’ ένα σύζυγο, τον κάτοχο μιας συζύγου. Ο θεός Βάαλ υπετίθετο ότι ήταν γυιος του Ελ και της Ασερά και ότι ήταν αδελφός της θεάς Ανάθ. Η σύζυγός του ήταν η Ασταρώθ ή Αστάρτη. Υπετίθετο ότι ήταν ο κύριος του ουρανού και του καιρού. Οι Χαναναίοι, οι απόγονοι του Χαμ, γυιου του Νώε, ελάτρευαν τον Βάαλ και την Ασταρώθ. Κάθε πόλις των Χαναναίων αποτελούσε ίδιον κράτος, και κάθε τέτοια πολιτεία είχε δικό της Βάαλ και Ασταρώθ. Στη γη Χαναάν, λοιπόν, υπήρχαν πολλοί τοπικοί Βάαλ και Ασταρώθ με τα αντίστοιχα είδωλά των. Αλλ’ επισήμως, μεταξύ των Χαναναίων, υπήρχε η αντίληψις ότι πραγματικά υπήρχε ένας μόνος θεός Βάαλ και μια θεά Ασταρώθ.
28. Σύμφωνα με περικοπή αυθεντικής πηγής ποιο ήταν το ηθικό επίπεδον των θεών και των χαρακτηριστικών λατρείας των τότε Χαναναίων;
28 Μια αυθεντική πηγή,a εξετάζοντας τη μυθολογία των θεών της Χαναάν, ομιλεί περί του
εξαιρετικά χαμηλού επιπέδου της θρησκείας της. . . . Ο Βάαλ ήταν η προσωποποίησις των δυνάμεων εκείνων της φύσεως, που παράγουν βροχή και βλάστησι. . . . Το καταπληκτικό περί των θεών, κατά την αντίληψι που υπήρχε στη Χαναάν, είναι ότι δεν είχαν οιονδήποτε ηθικό χαρακτήρα. Πραγματικά, η διαγωγή των ήταν σ’ ένα πολύ χαμηλότερο επίπεδο από το της όλης κοινωνίας, αν μπορούμε να κρίνωμε από αρχαίους νομικούς κώδικας. Βέβαια, η κτηνωδία της μυθολογίας είναι πολύ χειρότερη από οπουδήποτε αλλού στην Εγγύς Ανατολή εκείνο τον καιρό. Η λατρεία των θεών αυτών συνεπέφερε μερικές από τις πιο εξαχρειωτικές συνήθειες που υπήρχαν τότε. Μεταξύ αυτών ήσαν και οι θυσίες τέκνων, συνήθεια που από καιρό είχε αποβληθή από την Αίγυπτο και τη Βαβυλωνία, η ιερή εκπόρνευσις, και η λατρεία όφεων σε κλίμακα άγνωστη μεταξύ των αλλων λαών. . . .
29. (α) Ποιος τόπος έγινε φημισμένος ως αγιαστήριον του Βάαλ; (β) λόγω του ότι έγιναν γεωργοί, σε ποια λατρεία έπρεπε ν’ ανθίστανται οι Ισραηλίται;
29 Το Όρος Κάρμηλος στην ακτή της Μεσογείου είχε αποκτήσει φήμη ως τόπος αρχαίου αγιαστηρίου του Βάαλ. Όταν οι Ισραηλίται έγιναν γεωργοί στη γη Χαναάν, έπρεπε ν’ ανθίστανται σε τέτοια λατρεία της φύσεως, ή Βααλισμό, που είναι Διαβολολατρία.
30. Πώς υπέφερε ο Ισραήλ διότι άφησαν τους λατρευτάς του Βάαλ να παραμείνουν στη γη, που είχε δοθή από τον Θεό, ακόμη ως τις ημέρες του προφήτου Ιερεμία;
30 Τη χαλαρή ηθική διαγωγή συνδεδεμένη με τη λατρεία του Βάαλ την ενθυμούμεθα από την πείρα του Ισραήλ με αυτήν στις πεδιάδες Μωάβ απέναντι της Ιεριχώ. Στην ίδια τη Χαναάν οι Ισραηλίται υπέφεραν, επειδή άφησαν τους εντοπίους λάτρεις του Βάαλ να παραμείνουν. «Εσμίχθησαν μετά των εθνών, και έμαθον τα έργα αυτών· και ελάτρευσαν τα γλυπτά αυτών, τα οποία έγειναν παγίς εις αυτούς· και εθυσίασαν τους υιούς αυτών και τας θυγατέρας αυτών εις τα δαιμόνια· και έχυσαν αίμα αθώον, το αίμα των υιών αυτών και των θυγατέρων αυτών, τους οποίους εθυσίασαν εις τα γλυπτά της Χαναάν και εμιάνθη η γη εξ αιμάτων. Και εμολύνθησαν με τα έργα αυτών, και επόρνευσαν με τας πράξεις αυτών.» (Ψαλμός 106:35-39) Στη διάρκεια των τελευταίων σαράντα ετών της Ιερουσαλήμ, ο προφήτης Ιερεμίας εξέφρασε τους εξής λόγους του Ιεχωβά: «Εγέμισαν τον τόπον τούτον από αίματος αθώων. Και ωκοδόμησαν τους υψηλούς τόπους του Βάαλ, δια να καίωσι τους υιούς αυτών εν πυρί, ολοκαυτώματα προς τον Βάαλ· το οποίον δεν προσέταξα, ουδέ ελάλησα, ουδέ ανέβη επί την καρδίαν μου.»—Ιερεμίας 19:4, 5.
31. Αυτή η λατρεία του Βάαλ, με τις θυσίες της, τίνος βεβήλωσις ήταν εκ μέρους του Ισραήλ, και γιατί έτσι;
31 Επειδή οι Ισραηλίται ήσαν λαός, επάνω στον οποίον εκλήθη το όνομα του Θεού, αυτή η λατρεία του Βάαλ και οι κατ’ αυτήν προσφορές ανθρωπίνων θυσιών αποτελούσαν τρομερή βεβήλωσι του ονόματος του Ιεχωβά. (Λευιτικόν 20:1-5) Ο Ισραήλ απεκόμισε λυπηρές εθνικές συνέπειες από τη βεβήλωσι του ονόματος του Ιεχωβά με τον τρομερό αυτόν τρόπο.
32. (α) Πώς ο Ισραήλ έφθασε στο ν’ αποκτήση ανθρώπινο βασιλέα; (β) Πώς η Σιών έγινε πρωτεύουσα του βασιλείου και ο τόπος της κιβωτού της διαθήκης του Θεού;
32 Αφού ο Κριτής Σαμουήλ έκαμε τους Ισραηλίτας να εγκαταλείψουν τους Βάαλ και τις εικόνες των Ασταρώθ για να επιστρέψουν στον Ιεχωβά με όλη τους την καρδιά, οι άπιστοι Ισραηλίται εζήτησαν απ’ αυτόν να τους διορίση έναν ορατό ανθρώπινο βασιλέα. Ο Ιεχωβά τότε είπε στον Σαμουήλ: «Δεν απέβαλον σε, αλλ’ εμέ απέβαλον από του να βασιλεύω επ’ αυτούς.» Ωστόσο, ο Ιεχωβά εξετέλεσε το αίτημά των κι έκαμε τον Σαμουήλ να χρίση τον Σαούλ της φυλής Βενιαμίν ως βασιλέα του Ισραήλ. (1 Σαμουήλ 8:4 έως 13:1) Ο Σαούλ απεδείχθη απειθής βασιλεύς, ο δε Ιεχωβά ωδήγησε τον Σαμουήλ να χρίση τον ποιμενόπαιδα Δαβίδ της φυλής Ιούδα για τη θέσι του βασιλέως. Μετά τον θάνατο του Βασιλέως Σαούλ σε μάχη εναντίον των Φιλισταίων, ο Δαβίδ, ως κεχρισμένος του Ιεχωβά, έγινε βασιλεύς όλου του Ισραήλ. Το επόμενον έτος επήρε το υπόλοιπον της πόλεως Ιερουσαλήμ από τα χέρια των Χανανιτών Ιεβουσαίων. Έκαμε την ακρόπολί της, τη Σιών, πρωτεύουσά του. Εκεί έστησε μια σκηνή κοντά στο ανάκτορό του, κι έθεσε την ιερή κιβωτό της διαθήκης μέσα στη σκηνή, και εγκατέστησε ιερείς για να υπηρετούν.—2 Σαμουήλ 5:1-19.
33. Ποια διαθήκη έκαμε ο Ιεχωβά με τον Βασιλέα Δαβίδ, και γιατί;
33 Με την πάροδο του χρόνου ο Δαβίδ επεθύμησε να κτίση ένα λαμπρό ανάκτορο ή ναό για να στεγάση εκεί την κιβωτό της διαθήκης, όπου ο Ιεχωβά θα κατοικούσε συμβολικά ως ο πραγματικός Βασιλεύς του Ισραήλ. Εν τούτοις, ο Δαβίδ υπήρξε ανήρ αιμάτων, διεξάγοντας τις ‘μάχες του Ιεχωβά.’ Γι’ αυτόν τον λόγο ο Ιεχωβά δεν ευνόησε τον ίδιο τον Δαβίδ με αυτό το προνόμιο. Το ανέθεσε στον γυιο του Δαβίδ, τον Σολομώντα. Ο Ιεχωβά, εκτιμώντας τον ζήλο του Βασιλέως Δαβίδ για τη λατρεία του Θεού, από δική του θέλησι έκαμε μια διαθήκη βασιλείας με τον Δαβίδ. Αυτή η διαθήκη ώριζε ότι η βασιλεία πάνω στον λαό του Θεού θα παρέμενε στην οικογενειακή γραμμή του Δαβίδ για πάντα. Ο Ιεχωβά, εκθέτοντας αυτή τη διαθήκη της βασιλείας, είπε σχετικά με τον βασιλικό διάδοχο του Δαβίδ: «Αυτός θέλει οικοδομήσει οίκον εις το όνομά μου.»
34. Στη διαθήκη του με τον Βασιλέα Δαβίδ, ποιον ιδιαίτερα αφορούσε η ομιλία του Ιεχωβά ως οικοδόμου ενός οίκου για το όνομά Του, και για πόσο χρονικό διάστημα η βασιλεία αυτού θα ήταν ‘εστερεωμένη’;
34 Εδώ ο Ιεχωβά εννοούσε, όχι απλώς τον Σολομώντα, τον πρώτο διάδοχο του Δαβίδ, αλλά τον μακρινό απόγονο του Δαβίδ, δηλαδή, τον Υιόν του Θεού που θα εγεννάτο επάνω στη γη από τη γραμμή του Δαβίδ και ο οποίος θα έκτιζε ένα αιώνιο πνευματικό ανάκτορο ή ναό για τον Ιεχωβά, τον Βασιλέα της αιωνιότητος. Ο Ιεχωβά, έχοντας αυτόν τον τελευταίο υπ’ όψι, συνέχισε: «Θέλω στερεώσει τον θρόνον της βασιλείας αυτού έως αιώνος· εγώ θέλω είσθαι εις αυτόν πατήρ, και αυτός θέλει είσθαι εις εμέ υιός· . . . και θέλει στερεωθή ο οίκος σου και η βασιλεία σου έμπροσθέν σου έως αιώνος· ο θρόνος σου θέλει είσθαι εστερεωμένος εις τον αιώνα.»—2 Σαμουήλ 7:1-18.
35. (α) Αυτή η διαθήκη της βασιλείας σε ποια ευλογία που είχε εκφέρει ο Ιακώβ παρέχει ισχύν και υποστήριξι; (β) Ως πότε, συνεπώς, έπρεπε να παραμείνη η βασιλική γραμμή του Δαβίδ;
35 Η διαθήκη βασιλείας του Ιεχωβά με τον Δαβίδ της φυλής Ιούδα παρέσχε ισχύν και υποστήριξι στην ευλογία, που είχε εκφέρει ο Ιακώβ στον τέταρτο γυιο του Ιούδα, όταν πέθαινε πριν από 1.700 χρόνια περίπου, λέγοντας: «Δεν θέλει εκλείψει το σκήπτρον εκ του Ιούδα, ουδέ νομοθέτης εκ μέσου των ποδών αυτού, εωσού έλθη ο Σηλώ· και εις αυτόν θέλει είσθαι η υπακοή των λαών.» (Γένεσις 49:10) Η βασιλική γραμμή του Δαβίδ, λοιπόν, έπρεπε να παραμείνη ως την έλευσι του πραγματικού Υιού του Θεού, και τότε αυτός θα καθίστατο μόνιμος κληρονόμος της Θείας διαθήκης της βασιλείας.—1 Χρονικών 17:1-14.
36. (α) Ποιος πραγματικά εκάθησε στον θρόνο του Δαβίδ; (β) Για ποιο πράγμα έκαμε αυτός προετοιμασία, και τι του έδειξε ο Ιεχωβά;
36 Ο Δαβίδ εκάθησε στον θρόνο του Ισραήλ στην Ιερουσαλήμ, εν ονόματι του Ιεχωβά. Έτσι, λοιπόν, ο Δαβίδ εκάθησε στον ορατό θρόνο του Θεού. Ο Δαβίδ, σε γεροντική ηλικία, όταν επλησίαζε στον θάνατό του, παραιτήθηκε από τον θρόνο του υπέρ του αγαπητού του γυιου Σολομώντος. Αλλά προτού το πραγματοποιήση αυτό, ο Δαβίδ άρχισε να συγκεντρώνη μεγάλες ποσότητες οικοδομικών υλικών για τον σχεδιαζόμενο ναό και να αποταμιεύη, επίσης, σημαντικές ποσότητες πολυτίμων μετάλλων για να τον κτίση. Ο Ιεχωβά, επίσης, υπέδειξε στον Δαβίδ πού έπρεπε να κτισθή ο ναός, δηλαδή στο Όρος Μοριά, όπου πριν από οκτακόσια και πλέον χρόνια ο Αβραάμ επεχείρησε να προσφέρη τον αγαπητό του γυιο Ισαάκ ως θυσία στον Θεό.
37. (α) Σε μια τελική εμφάνισι ενώπιον του Ισραήλ, τι είπε ο Δαβίδ για τη βασιλεία; (β) Έτσι επάνω σε ποιον θρόνο εκάθησε ο διάδοχος του Δαβίδ;
37 Ο Βασιλεύς Δαβίδ, σε μια τελική εμφάνισι ενώπιον του λαού Ισραήλ, ευλόγησε τον Θεό και είπε: «Σου, Ιεχωβά, είναι η μεγαλωσύνη, και η δύναμις, και η τιμή, και η νίκη, και η δόξα· διότι σου είναι πάντα τα εν ουρανώ και τα επί γης· σου η βασιλεία, Ιεχωβά.» Συνεπώς, όταν ο Σολομών εκάθησε στον θρόνο, που κατείχετο προηγουμένως από τον Δαβίδ τον πατέρα του, τότε, όπως είναι γραμμένο, «ο Σολομών εκάθισεν επί του θρόνου του Ιεχωβά βασιλεύς αντί Δαβίδ του πατρός αυτού· και ευημέρησε· και πας ο Ισραήλ υπήκουσεν εις αυτόν.»—1 Χρονικών 28:1 έως 29:23, ΜΝΚ.
ΑΓΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΝΑΟΥ
38. (α) Πότε και από ποιον είχε οικοδομηθή ο ναός στο όρος Μοριά; (β) Πότε και πώς ο Ιεχωβά έδωσε ορατή απόδειξι ότι είχε αγιάσει τον ναόν που εκτίσθη για το όνομά του;
38 Στο τέταρτο έτος της βασιλείας του ο Βασιλεύς Σολομών άρχισε να οικοδομή το ανάκτορον ή ναόν του Ιεχωβά στο Όρος Μοριά της Ιερουσαλήμ. Στο ενδέκατο έτος της βασιλείας του επεράτωσε τον ναό. (1 Βασιλέων 6:37, 38) Την ημέρα της αφιερώσεως του ναού ο Σολομών εξήγαγε την κιβωτό της διαθήκης από τη σκηνή της στο Όρος Σιών και την εναπέθεσε δια των ιερέων στο εσώτερο διαμέρισμα του ναού, στα Άγια των Αγίων, στο Όρος Μοριά. «Δεν ήτο εν τη κιβωτώ ειμή αι δυο λίθιναι πλάκες, τας οποίας ο Μωυσής έθεσεν εκεί εν Χωρήβ, όπου ο Ιεχωβά έκαμε διαθήκην προς τους υιούς Ισραήλ.» Ο Ιεχωβά τώρα παρέσχε την απόδειξι ότι απεδέχθη και αγίασε αυτόν τον ναό που εκτίσθη για το όνομά του διότι, όταν βγήκαν οι ιερείς, «η νεφέλη ενέπλησε τον οίκον του Ιεχωβά και δεν ηδύναντο οι ιερείς να σταθώσι δια να λειτουργήσωσιν, εξ αιτίας της νεφέλης· διότι η δόξα του Ιεχωβά ενέπλησε τον οίκον του Ιεχωβά.» Τότε ο Σολομών ανέπεμψε μακρά δέησι υπέρ της λατρείας που θα εγίνετο σ’ αυτόν τον ναό.—1 Βασιλέων 8:1-54, ΜΝΚ.
39. Ποιο θαύμα έγινε, όταν ο Βασιλεύς Σολομών ετελείωσε προσευχόμενος και τι έκαμαν οι θεαταί;
39 Πάλι έγινε ένα θαύμα, σαν εκείνο που έγινε όταν ο Μωυσής αφιέρωνε τη σκηνή του μαρτυρίου της συναθροίσεως στην έρημο του Όρους Σινά. Διαβάζομε: «Και αφού ετελείωσεν ο Σολομών προσευχόμενος, κατέβη το πυρ εκ του ουρανού, και κατέφαγε τα ολοκαυτώματα και τας θυσίας· και δόξα του Ιεχωβά ενέπλησε τον οίκον. Και δεν ηδύναντο οι ιερείς να εισέλθωσιν εις τον οίκον του Ιεχωβά, διότι δόξα του Ιεχωβά ενέπλησε τον οίκον του Ιεχωβά. Πάντες δε οι υιοί Ισραήλ, βλέποντες το πυρ καταβαίνον και την δόξαν του Ιεχωβά επί τον οίκον, έπεσον κατά πρόσωπον επί την γην, επί το λιθόστρωτον, και προσεκύνησαν, και εδόξασαν τον Ιεχωβά, λέγοντες, Ότι είναι αγαθός· ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού.—2 Χρονικών 7:1-3, ΜΝΚ.
40. Τι είπε ο Ιεχωβά σε όραμα στον Σολομώντα για τη στάσι του προς αυτόν τον ναό, αλλά ποια προειδοποίησι έδωσε επίσης στον Σολομώντα σχετικά με τον ναό αυτόν;
40 Κατόπιν, σ’ ένα νυκτερινό όραμα, ο Ιεχωβά είπε στον Βασιλέα Σολομώντα: «Τώρα έκλεξα και ηγίασα τον οίκον τούτον, δια να ήναι το όνομά μου εκεί έως αιώνος· και οι οφθαλμοί μου και η καρδία μου θέλουσιν είσθαι εκεί πάσας τας ημέρας.» Ταυτοχρόνως ο Ιεχωβά προειδοποίησε τον Βασιλέα Σολομώντα να φυλαχθή από το να εκπέση από την αληθινή θρησκεία και τον προειδοποίησε ότι αυτός ο ένδοξος ναός θα κατεστρέφετο αν ο Ισραήλ και οι βασιλείς του απεμακρύνοντο από τη λατρεία του Ιεχωβά.—2 Χρονικών 7:11-22.
41. Πώς ο Βασιλεύς Σολομών επορεύθη αντίθετα προς τη συμβουλή για βασιλείς, που εδόθη στο Δευτερονόμιο 17:14-17, και τι επηρεάσθη τελικά να κάμη ως αποτέλεσμα αυτού;
41 Ο Βασιλεύς Σολομών, παρά την ανώτερη σοφία του και παρά τα όσα είχε προδιατάξει ο Ιεχωβά για τους βασιλείς του Ισραήλ στο Δευτερονόμιο 17:14-17, έλαβε εκατοντάδες συζύγους, πολλές από τις οποίες δεν ήσαν Ισραηλίτισσες αλλ’ ειδωλολάτριδες γυναίκες, χάριν κρατικών συμμαχιών. Τους επέτρεψε να συνεχίζουν την ειδωλολατρική τους θρησκεία, τη λατρεία ξένων θεών. Αυτές οι γυναίκες βαθμιαίως απεμάκρυναν την καρδιά του Σολομώντος από τις Δέκα Εντολές κι από τη λατρεία του Ιεχωβά. «Ότε εγήρασεν ο Σολομών, αι γυναίκες αυτού εξέκλιναν την καρδίαν αυτού κατόπιν άλλων θεών· και η καρδία αυτού δεν ήτο τελεία μετά του Ιεχωβά του Θεού αυτού, ως η καρδία Δαβίδ του πατρός αυτού. Και επορεύθη ο Σολομών κατόπιν της Αστάρτης, της θεάς των Σιδωνίων, και κατόπιν του Μελχώμ, του βδελύγματος των Αμμωνιτών. . . . Τότε ωκοδόμησεν ο Σολομών υψηλόν τόπον εις τον Χεμώς, το βδέλυγμα του Μωάβ, εν τω όρει τω απέναντι της Ιερουσαλήμ, και εις τον Μολόχ, το βδέλυγμα των υιών Αμμών. Και ούτως έκαμε δι’ όλας τας γυναίκας αυτού τας ξένας, αίτινες εθυμίαζον και εθυσίαζον εις τους θεούς αυτών»—1 Βασιλέων 11:1-8, ΜΝΚ.
42. (α) Λόγω της απιστίας του Σολομώντος, τι είπε ο Ιεχωβά ότι θα έκανε σχετικά με τη βασιλεία του Ισραήλ; (β) Γιατί ο Ιεροβοάμ της φυλής Εφραΐμ αναγκάσθηκε να φύγη στην Αίγυπτο;
42 Ο Ιεχωβά αισθάνθηκε αγανάκτησι γι’ αυτή τη βεβήλωσι του ονόματός του από τον βασιλέα του λαού του ονόματός του. Είπε στον Σολομώντα ότι θ’ αφαιρούσε τη βασιλεία του Ισραήλ από τον βασιλικό του οίκον, εκτός των φυλών Ιούδα και Βενιαμίν, ενώ η φυλή Λευί, φυσικά, θα ήταν προσηρτημένη στον ναό της Ιερουσαλήμ. Ο Ιεχωβά τώρα, έχοντας υπ’ όψι την ευλογία του, την οποίαν ο Ιακώβ όταν πέθαινε είχε εκφέρει στον γυιο του Ιωσήφ και στους γυιους του Ιωσήφ, τον Εφραΐμ και τον Μανασσή, εξέλεξε τον Ιεροβοάμ από τη φυλή του Εφραΐμ ν’ αναλάβη τη διακυβέρνησι των δέκα φυλών που θ’ αφηρούντο από τον διάδοχο του θρόνου του Βασιλέως Σολομώντος. Ο Ιεροβοάμ, για να διαφύγη τα φονικά σχέδια του Βασιλέως Σολομώντος, αναγκάσθηκε να φύγη στην Αίγυπτο.—1 Βασιλέων 11:9-40.
43. Μετά τον θάνατο του Σολομώντος, πώς έγινε έναρξις του δεκαφύλου βασιλείου του Ισραήλ και με ποια πόλι ως πρωτεύουσά του;
43 Όταν ο Ροβοάμ, ο γυιος του Σολομώντος, διεδέχθη τον πατέρα του στον θρόνο, ο Ιεροβοάμ ο Εφραϊμίτης επανήλθε από την Αίγυπτο. Ετέθη επί κεφαλής μιας αποστολής Ισραηλιτών, οι οποίοι εζήτησαν από τον Βασιλέα Ροβοάμ να άρη τα καταθλιπτικά βάρη που τους είχε επιβάλει ο άπιστος Σολομών. Αλλά ο Βασιλεύς Ροβοάμ έδωσε προσοχή στους υπερηφάνους, νεαρούς, χωρίς πείρα, συμβούλους του κι αρνήθηκε να παράσχη ανακούφισι. Απείλησε ότι θα γίνη πιο καταπιεστικός από τον Σολομώντα, ακόμη και «με σκορπίους.» Τότε οι δέκα φυλές του Ισραήλ απεσχίσθησαν από τη βασιλεία του οίκου Δαβίδ κι έκαμαν τον Ιεροβοάμ βασιλέα των, με εθνική τους πρωτεύουσα τη Συχέμ της εδαφικής περιοχής Εφραΐμ. Ο Ιεχωβά Θεός εμπόδισε τον Ροβοάμ, βασιλέα του Ιούδα, να πολεμήση για να επαναφέρη τις δέκα φυλές στην εξουσία του.—1 Βασιλέων 12:1-25.
44. (α) Το διηρημένο έθνος ήταν συνέπεια ποιας ενεργείας εκ μέρους του Ισραήλ; (β) Σε ποιους σήμερα είναι αυτό ένα παράδειγμα προειδοποιήσεως;
44 Έτσι, αμείλικτα, ύστερ’ από τετρακόσια χρόνια, οι συνέπειες αυτής της σειράς βεβηλώσεων του ονόματος του Ιεχωβά από τους Ισραηλίτας στη γη Χαναάν έφθασαν στο κατακόρυφον σ’ ένα διηρημένο έθνος. Αυτό είναι ένα ιστορικό εθνικό παράδειγμα προειδοποιήσεως στο σημερινό «άγιον έθνος» του Ιεχωβά, που καλείται με το όνομα του και που είναι οι μάρτυρές του. Αυτοί ας αποφεύγουν παρόμοιες συνέπειες, μη βεβηλώνοντας ποτέ το όνομά του.—1 Κορινθίους 10:6, 11· 1 Πέτρου 2:9.
[Υποσημείωση]
a Ο Ιστορικός Άτλας της Γραφής του Ουεστνμίνστερ (έκδοσις 1956), σελ. 36, στήλη 2.
-
-
Ο Αληθινός Θεός Εναντίον του Βάαλ«Αγιασθήτω το Όνομά Σου»
-
-
Κεφάλαιο 9
Ο Αληθινός Θεός Εναντίον του Βάαλ
1. (α) Ποιο βασίλειο ανεζωογόνησε το επίμαχο ζήτημα: Ο αληθινός Θεός είναι ο Ιεχωβά ή ο Βάαλ, ποιος; (β) Ποια λογίκευσι έκαμε ο Βασιλεύς Ιεροβοάμ για να ιδρύση στη χώρα τη λατρεία των μόσχων;
Το δεκάφυλο βασίλειο του Ισραήλ ήταν το πρώτο, που ανεζωογόνησε το επίμαχο ζήτημα: Ο αληθινός Θεός είναι ο Ιεχωβά ή ο Βάαλ, ποιος; Ανεμίχθη και μια γυναίκα! Αυτό έγινε μισόν αιώνα και πλέον μετά τη διάσπασι του δεκαφύλου βασιλείου του Ισραήλ στις ημέρες του Βασιλέως Ροβοάμ του οίκου Δαβίδ. Ο Ιεροβοάμ, ο βασιλεύς του δεκαφύλου βασιλείου του Ισραήλ, εφοβείτο μήπως στασιάσουν οι υπήκοοί του κι επιστρέψουν στον οίκον του Δαβίδ, αν εξακολουθούσαν ν’ αναβαίνουν στην Ιερουσαλήμ, την πρωτεύουσα του διφύλου βασιλείου του Ιούδα, για να λατρεύσουν εκεί τον Ιεχωβά στον ναό του. Ο Βασιλεύς Ιεροβοάμ, λοιπόν, απεφάσισε να ιδρύση μια ανταγωνιστική λατρεία, που θα τηρούσε τον λαό του μακριά από την Ιερουσαλήμ, όπου εβασίλευε ο οίκος του Δαβίδ. Εδοκίμασε το ίδιο επινόημα, στο οποίον είχαν καταφύγει οι Ισραηλίται στη διάρκεια της επί σαράντα ημέρες απουσίας του Μωυσέως στο όρος του Θεού, δηλαδή, να παραστήσουν τον παντοδύναμο Θεό Ιεχωβά με ένα νεαρό ταύρο. Αυτό, βέβαια, ήταν μια παράβασις των Δέκα Εντολών.
2. Πού έθεσε ο Ιεροβοάμ τα είδωλα των μόσχων, ποιους διώρισε ιερείς αυτών, και ποιον είπε ότι εκπροσωπούσε ο μόσχος;
2 Ο Ιεροβοάμ είχε κατασκευάσει δύο χρυσούς μόσχους. Είχε στήσει τον ένα στη μακρινή βόρεια πόλι Δαν. Τον άλλο τον έστησε στη Βαιθήλ. Αυτή απείχε δώδεκα μίλια βορείως της Ιερουσαλήμ και ήταν στην περιοχή του Εφραΐμ, κοντά στο μέρος όπου ο Ιακώβ, ο έγγονος του Αβραάμ, είχε ιδεί σε όνειρο μια κλίμακα μεταξύ ουρανού και γης, την οποίαν ανεβοκατέβαιναν οι άγγελοι του Θεού. Οι ιερείς της φυλής του Λευί παρέμειναν πιστοί στη λατρεία του Ιεχωβά στην Ιερουσαλήμ. Γι’ αυτό ο Βασιλεύς Ιεροβοάμ διώρισε δικούς του ιερείς να ηγούνται της ψευδούς λατρείας ενώπιον των ειδώλων του των μόσχων στη Δαν και στη Βαιθήλ. Είπε στους υπηκόους του ότι ήταν πολύ βαρύ έργον να πηγαίνουν στην Ιερουσαλήμ για λατρεία και ότι ο μόσχος εκπροσωπούσε τον Θεό, που τους είχε εξαγάγει από την Αίγυπτο.
3. (α) Κατακρίνοντας τη λατρεία του μόσχου, τι ειδοποίησε ο Θεός τον Βασιλέα Ιεροβοάμ ότι θα συνέβαινε στον βασιλικό του οίκον; (β) Πώς εξεπληρώθη η προφητεία αυτή;
3 Μ’ αυτόν τον τρόπο ο Βασιλεύς Ιεροβοάμ έκαμε το δεκάφυλο βασίλειο του Ισραήλ ν’ αμαρτήση και να βεβηλώση το όνομα του Θεού. Ο Ιεχωβά κατέκρινε αυτή τη μοσχολατρία και, δια του προφήτου του Αχιά, ειδοποίησε τον Βασιλέα Ιεροβοάμ ότι η βασιλεία του δεν θα διέμενε στον οίκον του. Όποιος από τους απογόνους του θα πέθαινε στον αγρό, θα τον έτρωγαν τα όρνεα. Ο βασιλεύς ενός άλλου οίκου του Ισραήλ θ’ απέκοπτε όλον τον οίκον του απίστου Βασιλέως Ιεροβοάμ. Σ’ επαλήθευσι της προφητείας, ο Βαασά της φυλής Ισσάχαρ ηγέρθη εναντίον του διαδόχου του Ιεροβοάμ, του γυιου του Ναβάδ, κι εξεκαθάρισε όλον τον βασιλικό οίκο του Ιεροβοάμ.—1 Βασιλέων 12:26 έως 14:20· 15:25-31.
4. (α) Πώς ο βασιλικός οίκος του Βασιλέως Βαασά έφθασε σε τέλος, και γιατί (β) Πώς ο Αμρί έγινε βασιλεύς αντί του Ζιμβρί, και ποια έκαμε τελικά πρωτεύουσά του;
4 Ο Βαασά εβασίλευσε ως βασιλεύς στη Θερσά ως πρωτεύουσά του επί είκοσι τέσσερα χρόνια και διετήρησε τη λατρεία του μόσχου. Γι’ αυτόν τον λόγο ο βασιλικός του οίκος κατεδικάσθη στο ίδιο φοβερό τέλος μ’ εκείνο του Ιεροβοάμ. Ο αρματηλάτης Ζιμβρί ηγέρθη εναντίον του Ηλά, γυιου και διαδόχου του Βαασά, κι εξεκαθάρισε όλον τον οίκον του Βαασά. Ο Ζιμβρί εβασίλευσε μόνο επτά μέρες στη Θερσά, διότι η πλειονότης των Ισραηλιτών έκαμαν βασιλέα των τον Αμρί. Όταν ο Αμρί κατέλαβε τη Θερσά, ο Ζιμβρί ηυτοκτόνησε. Ο Αμρί ενεθρονίσθη κι εβασίλευσε έξη χρόνια στη Θερσά. Κατόπιν αγόρασε τον λόφο της Σαμαρείας κι έκτισε τη Σαμάρεια πάνω σ’ αυτόν και έκαμε τη Σαμάρεια πρωτεύουσά του λόγω της ισχυρά ωχυρωμένης θέσεώς της. Κι αυτός επίσης διετήρησε τη λατρεία του μόσχου.—1 Βασιλέων 16:1-28.
5. Ποιος διεδέχθη τον Βασιλέα Αμρί, και πώς εγινε περιβόητος για την ασέβειά του σε θέματα θρησκείας;
5 Το έτος 941 π.Χ. ο Αχαάβ, γυιος του Αμρί, έγινε βασιλεύς του δεκαφύλου βασιλείου του Ισραήλ, με την πόλι της Σαμαρείας ως πρωτεύουσά του, περίπου σαράντα μίλια βορείως της Ιερουσαλήμ. Ο Βασιλεύς Αχαάβ του Ισραήλ έγινε περιβόητος για την ασέβειά του σε ζητήματα θρησκείας. Όχι μόνο διετήρησε τη λατρεία του μόσχου που είχε ιδρυθή από τον αποστάτη Ιεροβοάμ, αλλ’ έκαμε και χειρότερα. Πώς; Εισήγαγε τη λατρεία του Βάαλ.
6. (α) Στην εποχή του Αχαάβ, ποιος ήταν ο βασιλεύς της Σιδώνος, και τι σημαίνει το όνομά του; (β) Πώς ο Αχαάβ μπήκε σε πολιτική συμμαχία με τον Βασιλέα Εθβαάλ;
6 Πενήντα μίλια και πλέον βορείως του Όρους Καρμήλου, στην περιοχή της φυλής Ασήρ κείται ο λιμήν της Σιδώνος. Εκεί στην εποχή του Βασιλέως Αχαάβ ο βασιλεύς των Φοινίκων ονόματι Εθβαάλ κυβερνούσε ένα τμήμα της Μεσογειακής ακτής. Ο Μέλκαρθ ήταν ο θεός της πόλεως· πραγματικά, το όνομα του ψευδούς αυτού θεού σημαίνει «Βασιλεύς της Πόλεως.» Αυτός ο θεός ήταν ο ίδιος με τον Βάαλ, του οποίου την εύνοια ελέγετο ότι είχε ο βασιλεύς των Σιδωνίων, διότι Εθβαάλ σημαίνει «Με τον Βάαλ,» δηλαδή, υπέρ του Βάαλ. Κατά τον Ιουδαίο ιστορικό Ιώσηπο, ο Βασιλεύς Εθβαάλ ήταν ο ιερεύς της θεάς Ασταρώθ (Αστάρτης). Πάρα πολύ αφωσιωμένη στη λατρεία της Ασταρώθ ήταν η θυγατέρα του Βασιλέως Εθβαάλ, ονόματι Ιεζάβελ. Ο Βασιλεύς του Ισραήλ Αχαάβ. δια του γάμου του με αυτή την ειδωλολάτριδα Ιεζάβελ, εισήλθε σε μια πολιτική συμμαχία με τον πατέρα της Βασιλέα Εθβαάλ. Η πείσμων Ιεζάβελ επεβλήθη στον σύζυγό της τον Αχαάβ, ακόμη και στη θρησκεία.
7, 8. Ως αποτέλεσμα του γάμου του με την Ιεζάβελ, τι έκαμε ο Βασιλεύς Αχαάβ θρησκευτικώς στον Ισραήλ;
7 Σχετικά με το αποτέλεσμα αυτού του από τον Θεό απαγορευμένου γάμου του Βασιλέως Αχαάβ με την Ιεζάβελ, εκτίθενται στο βιβλίο 1 Βασιλέων 16:31-33 (ΜΝΚ) τα εξής:
8 «Και ως μικρόν ον το να περιπατή εις τας αμαρτίας του Ιεροβοάμ, υιού του Ναβάτ, έλαβεν έτι δια γυναίκα Ιεζάβελ, την θυγατέρα του Εθβαάλ, βασιλέως των Σιδωνίων, και υπήγε και ελάτρευσε τον Βάαλ, και προσεκύνησεν αυτόν. Και ανήγειρε βωμόν εις τον Βάαλ, εντός του οίκου του Βάαλ, τον οποίον ωκοδόμησεν εν Σαμαρεία. Και έκαμεν ο Αχαάβ άλσος· και δια να παροργίση Ιεχωβά τον Θεόν του Ισραήλ, έπραξεν ο Αχαάβ περισσότερον παρά πάντας τους βασιλείς του Ισραήλ, όσοι εστάθησαν προ αυτού.»
9. (α) Τι προήγαγε η Ιεζάβελ στον Ισραήλ, και τι εξυψώθη περισσότερο από τη λατρεία των μόσχων; (β) Τι δεν έκαμε ένα υπόλοιπο στον Ισραήλ;
9 Η Ιεζάβελ εχρησιμοποίησε τη θέσι της για να προαγάγη τη λατρεία του πατέρα της στον Ισραήλ, τη λατρεία του Βάαλ και του ιερού άλσους ή Ασηρά. Έγιναν εκατοντάδες ιερείς του Βάαλ στον Ισραήλ, έως τετρακόσιοι πενήντα. Υπήρχαν, επίσης, τετρακόσιοι από τους «προφήτας του ιερού άλσους,» που έτρωγαν στο τραπέζι της Ιεζάβελ, ή με δαπάνες αυτής. Ο Βααλισμός εξυψώθη στον Ισραήλ περισσότερο από τη λατρεία των μόσχων, που ησκείτο εν ονόματι του Ιεχωβά. (1 Βασιλέων 18:19) Ωστόσο υπήρχε ένα υπόλοιπο μερικών χιλιάδων στον Ισραήλ, που δεν έκλιναν γόνυ στον Βάαλ ούτε εφίλησαν την ειδωλική του εικόνα.
ΕΝΑΣ ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΑΠΟ ΤΗ ΓΑΛΑΑΔ
10. Ποιος παρουσιάσθη τώρα μ’ ένα άγγελμα για τον Αχαάβ και την Ιεζάβελ, πώς άρχισε τον λόγο του, και τι εσήμαινε το όνομά του;
10 Ξαφνικά, χωρίς προειδοποίησι, μια παράδοξη μορφή εμφανίσθηκε στον Ισραήλ, με σεμνοπρεπή λόγια για τον Βασιλέα Αχαάβ και τη Βασίλισσα Ιεζάβελ. Τα πρώτα λόγια που αναφέρεται ότι ελέχθησαν από το στόμα του ήσαν: «Χάι Γιεχοβά.» Αυτό σημαίνει «Ζη ο Ιεχωβά!» Ο άνθρωπος αυτός ήταν ένας προφητικός μάρτυς του Ιεχωβά. Το ίδιο του όνομα τιμούσε τον μόνο ζώντα και αληθινό Θεό, διότι ήταν Ηλίας, το οποίον όνομα σημαίνει «Ο Ιεχωβά Είναι Θεός.» Είχε έλθει από τ’ ανατολικά του Ιορδάνου Ποταμού, από τη γη της Γαλαάδ, από το χωριό Θέσβη, περίπου δέκα μίλια βορείως του ποταμού Ιαβόκ, παραποτάμου του Ιορδάνου. Γι’ αυτό και εκλήθη Ηλίας ο Θεσβίτης.
11. Ποια εποχή ετελείωνε τότε, αλλά τι είπε ο Ηλίας ότι θα επακολουθούσε τόσο βέβαια όσον ζούσε ο Ιεχωβά;
11 Η ξηρά θερινή εποχή, που διαρκεί έξη μήνες, από τον Απρίλιο ως τον Σεπτέμβριο, ετελείωνε. Ανεμένετο η βροχερή περίοδος του χειμώνος. Αλλ’ ο Ηλίας, δίνοντας το πρώτο του μήνυμα στον Ισραήλ, λέγει: «Ζη Ιεχωβά ο Θεός του Ισραήλ, έμπροσθεν του οποίου παρίσταμαι, δεν θέλει είσθαι τα έτη ταύτα δρόσος, και βροχή, ειμή δια του λόγου του στόματός μου.» (1 Βασιλέων 17:1, ΜΝΚ) Ο Ηλίας είχε προσευχηθή ώστε, ως έκφρασις της αγανακτήσεως του Ιεχωβά εναντίον της κρατικώς υποστηριγμένης λατρείας του Βάαλ, να μη βρέξη στα επόμενα τρία χρόνια στον Ισραήλ. Ώσπου να προσευχηθή πάλι γι’ αυτό στον Ιεχωβά Θεό, η βροχή και η δροσιά της ξηράς θερινής περιόδου δεν θα επανήρχοντο.—Ιακώβου 5:17, 18.
12. Από ποιον παρήχθη η ξηρασία και για ν’ αποδειχθή ποιο σημείο, και από τι εξηρτάτο η διάρκειά της;
12 Έπρεπε τώρα να επέλθη ξηρασία στον Ισραήλ για ν’ αποδειχθή ο Ηλίας αληθινός προφήτης του Υψίστου Θεού. (Δευτερονόμιον 18:21, 22) Ο Ηλίας δεν επροκάλεσε την ξηρασία· αυτός απλώς την ανήγγειλε μετά την προσευχή του στον Ιεχωβά Θεό. Αλλ η διάρκεια της ξηρασίας εξηρτάτο από την προσευχή του Ηλία, την προσταγή του λόγου του. Ο Θεός του, ο Ιεχωβά, θα ήταν ένας δημιουργός ξηρασίας καθώς και βροχής χάριν του Ηλία.—Ιερεμίας 14:22.
13. Ποιος επέφερε αυτή τη διαταραχή του Ισραήλ, και ως απάντησις σε τι επήλθε η ξηρασία, και για εκδήλωσι ποιας κατάρας;
13 Η ξηρασία θ’ απεδείκνυε ότι ο Ισραήλ διεταράχθη από τον Θεό λόγω της λατρείας του Βάαλ. Ωστόσο δεν ήταν ο Ηλίας εκείνος που επέφερε τη διαταραχή του Ισραήλ αλλ’ ο Βασιλεύς Αχαάβ, ο οποίος μετεστράφη προς την επαίσχυντη λατρεία του Βάαλ. Η ξηρασία με τη σιτοδεία επρόκειτο να είναι μακρά. Αυτό ήταν μια απάντησις στην προσευχή πίστεως ενός ανθρώπου με αισθήματα σαν τα δικά μας, αλλ’ ενός δικαίου ανθρώπου: «Ο Ηλίας ήτο άνθρωπος ομοιοπαθής με ημάς, και προσηυχήθη ενθέρμως να μη βρέξη· και δεν έβρεξεν επί της γης έτη τρία και μήνας εξ.» (Ιακώβου 5:17) Η προσευχή ήταν απλώς προσευχή στον Θεό να επιφέρη την υποσχεμένη κατάρα του εναντίον του Ισραήλ που παρέβη την ιεροπρεπή διαθήκη του με Αυτόν.—Δευτερονόμιον 28:23, 24.
14. Πώς ο Ηλίας επέζησε από την ξηρασία και την πείνα, όταν βρισκόταν ανατολικά του Ιορδάνου;
14 Πώς θα επιζούσε ο ίδιος ο Ηλίας από την ξηρασία και την πείνα που εζητήθη με τη δική του προσευχή; Ο Παντοδύναμος Θεός μπορεί να θρέψη τους ακαθάρτους για την τυπική λατρεία κόρακας που κράζουν σ’ αυτόν για τροφή και μπορούσε με την ίδια ακριβώς ευκολία να διαθρέψη και τον Ηλία, ακόμη και μέσα στη γη του Ισραήλ, που είχε πληγή από ξηρασία. (Ιώβ 38:41· Ψαλμός 147:9) Ο Ιεχωβά είπε: «Αναχώρησον εντεύθεν, και στρέψον προς ανατολάς, και κρύφθητι πλησίον του χειμάρρου Χερίθ, του απέναντι του Ιορδάνου· και θέλεις πίνει εκ του χειμάρρου· προσέταξα δε τους κόρακας, να σε τρέφωσιν εκεί.» Ο Ηλίας υπήκουσε. Εκεί πέρα σε ασφαλή κρυψώνα οι κόρακες εμοιράζοντο την τροφή τους με τον Ηλία. Του έφερναν ψωμί και κρέας πρωί και βράδυ, τα δε ύδατα της κοιλάδος του χειμάρρου τού επρομήθευαν πόσι. Αλλά το ρεύμα του ύδατος διαρκώς εσμικρύνετο. Τελικά εξηράνθη. «Δεν έγεινε βροχή επί της γης.»—1 Βασιλέων 17:2-7.
15. (α) Πώς έγινε στον Ισραήλ η κατάστασις ξηρασίας και πείνης; (β) Σύμφωνα με τη θρησκευτική των λατρεία, ποιος ήταν ο μόνος που θα επεκαλούντο γι’ ανακούφισι από το πλήγμα των Ισραηλιτών και των κατοικιδίων ζώων των;
15 Πάνω από τη γη Ισραήλ οι ουρανοί έγιναν σαν χαλκός. Η γη έγινε σαν σίδερο. Αντί υγρασίας από τους ουρανούς εγίνοντο φυσήματα σκόνης και χωμάτων. Οι κοιλάδες των χειμερινών χειμάρρων παρέμεναν ξηρές διψούσαν για εποχικά ύδατα. Οι γεωργοί ένοιωθαν αισχύνη από την απόδοσι της γης. Οι αμπελουργοί ωρύοντο. Ερήμωσις περιέβαλε τη χώρα. Τα ζώα του αγρού ησθάνοντο το βάρος της ενοχής της Βααλολατρίας του Ισραήλ. Τα κατοικίδια ζώα εστέναζαν· αγέλες βωδιών περιεπλανώντο συγκεχυμένα χωρίς να βρίσκουν τροφή. Οι αγέλες των προβάτων μάταια ακολουθούσαν τους ποιμένας των.a Ας κράξουν στον Βάαλ όλα αυτά τα δυστυχισμένα πλάσματα! Αυτός δεν ήταν ο κύριος του ουρανού και του καιρού, ο κύριος της βροχής και της βλαστήσεως; Δεν υπήρχαν 450 ιερείς του Βάαλ στη χώρα του Ισραήλ; Γιατί δεν μπορούσαν οι προσευχές των ιερέων του Βάαλ μαζί με τις εγκοπές των με μάχαιρες και λόγχες στον θεό τους του Βάαλ να υπερισχύσουν της προσευχής του Ηλία στον Θεό του τον Ιεχωβά; Γιατί δεν εξεδηλώθη ο Βάαλ ως βροχοποιός και για να διεκδικήση τις εξουσίες που του απεδίδοντο από τους ιερείς του; Γιατί ο προστάτης των, ο Βασιλεύς Αχαάβ, αναγκάσθηκε να ερευνήση για βλάστησι, για να σώση τους ημιόνους του και τους ίππους του;
16. Ποια ευρεία αναζήτησι είχε κάμει ο βασιλεύς Αχαάβ, και σε ποια μανιώδη ενέργεια προέβη η Βασίλισσα Ιεζάβελ και με ποια περιωρισμένη επιτυχία;
16 Επειδή ο Θεός του ο Βάαλ απεδείχθη ανίκανος να παράσχη βοήθεια, ο Βασιλεύς Αχαάβ κατηγόρησε τον Ηλία γι’ αυτή τη διαταραχή από τον βροχοποιό θεό. Προέβη σε μια έρευνα γι’ αυτόν που κατέστρεψε την Ισραηλιτική οικονομία. Ερεύνησε το μακρινά και τα πλησίον βασίλεια· κανείς, όμως, δεν μπορούσε ν’ ανακαλύψη πού ήταν ο Ηλίας και να τον παραδώση στον Βασιλέα Αχαάβ. Η βασίλισσά του, η Ιεζάβελ, είχε εκμανή εναντίον του Θεού του Ηλία. Όσους βρέθηκαν από τους προφήτας του Ιεχωβά τους εθανάτωσε. Όλους δεν μπόρεσε να τους ανακαλύψη. Μέσα στον ίδιο τον οίκον του κυρίου της, του βασιλέως, ήταν ένας λάτρης του Ιεχωβά, ο Οβαδία, του οποίου το ίδιο το όνομα σημαίνει «Δούλος του Ιεχωβά.» Αυτός έλαβε εκατό προφήτας του Ιεχωβά και τους έκρυψε ανά πενήντα σε σπηλιές, προμηθεύοντάς τους ψωμί και νερό. Ο Μιχαΐας μπορεί να ήταν ένας απ’ αυτούς τους προφήτας.
17. Σε ποιον απέστειλε τώρα ο Θεός τον Ηλία να παραμείνη και να λάβη τροφή;
17 Τώρα ήταν καιρός να μεταβή, ο Ηλίας σε άλλο μέρος. Ο Θεός τον απέστειλε σε μια χήρα, όχι μέσα στον Ισραήλ, αλλ’ έξω από τον Ισραήλ, κοντά εκεί όπου εβασίλευε ο πατέρας της Ιεζάβελ στη Σιδώνα. Ο Θεός είπε στον Ηλία: «Σηκωθείς ύπαγε εις Σαρεπτά της Σιδώνος, και κάθισον εκεί. Ιδού, προσέταξα εκεί γυναίκα χήραν να σε τρέφη.» Ο Ηλίας πήγε, χωρίς προκατάληψι. Στα Σαρεπτά επεσκέφθη τη χήρα. Εζήτησε λίγο ψωμί, εκτός από νερό.
18. Πώς ο Ηλίας έθεσε τη φιλοξενία της χήρας σε δοκιμασία, και πώς ο Ιεχωβά κατέστησε δυνατόν για τον Ηλία να ζήση εκεί ως τέλος της ξηρασίας;
18 Η χήρα απεδέχθη τον Θεό του Ηλία: «Ζη Ιεχωβά ο Θεός σου, δεν εχω ψωμίον, αλλά μόνον μίαν χεριάν αλεύρου εις το πιθάριον, και ολίγον έλαιον εις το ρωγίον.» Εμάζευε ξυλάρια για ν’ ανάψη φωτιά και να ψήση κάτι για τον εαυτό της και τον γυιο της, να φάγουν και να πεθάνουν. Ο Ηλίας την παρεκάλεσε να προτάξη τη φιλοξενία σ’ έναν ξένο από τις ανάγκες τις δικές της και του γυιου της. Διότι ο Ιεχωβά υπεσχέθη ότι το άλευρον του πιθαριού και το λάδι του ρωγίου δεν θα εξηντλούντο ώσπου να δώση ο Ιεχωβά βροχή στην επιφάνεια της γης. Η χήρα με πίστι έκαμε όπως της ελέχθη και ο Ιεχωβά εξεπλήρωσε την υπόσχεσί του σ’ αυτή. Έτσι, ο Ηλίας παρέμεινε με αυτή και τον γυιο της ώσπου έπαυσε η ξηρασία.
19. Πώς η παρουσία του Ηλία εφάνη ότι έφερε δυστυχία στη χήρα, αλλά πώς η πίστις της στο να τον περιποιηθή ανταμείφθηκε με αξιοσημείωτο τρόπο;
19 Εν τούτοις, μήπως η παρουσία του Ηλία είχε σκοπό να φέρη τις αμαρτίες της χήρας στην επιφάνεια για τιμωρία; Διότι ο γυιος της πέθανε! Ο Ηλίας εζήτησε το νεκρό παιδί και το έθεσε στην κλίνη του δώματός του στο υπερώο. Αφού προσηυχήθη στον Θεό, ξαπλώθηκε τρεις φορές πάνω στο νεκρό παιδί ανακράζοντας: «Ιεχωβά Θεέ μου, ας επανέλθη, δέομαι, η ψυχή του παιδαρίου τούτου εντός αυτού.» Ο Θεός απήντησε στον Ηλία, και το παιδί έγινε πάλι ψυχή ζώσα. «Βλέπε, ζη ο υιός σου,» είπε ο Ηλίας δίνοντας το παιδί στη μητέρα του, που είχε χηρεύσει. Τότε εκείνη είπε: «Τώρα γνωρίζω εκ τούτου ότι είσαι άνθρωπος του Θεού, και ο λόγος του Ιεχωβά εν τω στόματί σου είναι αλήθεια.» (1 Βασιλέων 17:8-24, ΜΝΚ) Αυτή η μη Ισραηλίτισσα χήρα είχε δείξει πίστι περιποιουμένη έναν προφήτη του Ιεχωβά. Δεν επρόδωσε τον κυνηγημένον αυτόν άνθρωπο στον Εθβαάλ, Βασιλέα της Σιδώνος, που ήταν λάτρης του Βάαλ, ούτε στον γαμβρό του Αχαάβ, Βασιλέα του Ισραήλ. Τώρα η πίστις της αντημείφθη με την πρώτη αναφερομένη περίπτωσι αναστάσεως νεκρού, της αναστάσεως του γυιου της.
Η ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ ΔΙΑ ΠΥΡΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ
20. Πότε ο Θεός απέστειλε τον Ηλία πάλι στον Ισραήλ, και σε ποιον πρώτα παρουσιάσθηκε ο Ηλίας;
20 Ο Βασιλεύς Αχαάβ δεν επέτυχε ν’ ανακαλύψη τα ίχνη του Ηλία, διότι ο Θεός τον είχε κρύψει. Στο τρίτο έτος αφότου ο Ηλίας έκαμε την πρόρρησί του για μια μακρά ξηρασία, ο Θεός είπε: «Ύπαγε, φανερώθητι εις τον Αχαάβ· και θέλω δώσει βροχήν επί το πρόσωπον της γης.» Ο Ηλίας τότε επέστρεψε στη γη του Ισραήλ, μολονότι ο λιμός ήταν ακόμη βαρύς στη Σαμάρεια. Ο Βασιλεύς Αχαάβ κι ο οικονόμος του Οβαδία πήγαν ν’ αναζητήσουν χορτάρι για να διατηρήσουν στη ζωή τους βασιλικούς ίππους και ημιόνους. Ο Βασιλεύς Αχαάβ πήγε από άλλον δρόμο σε αναζήτησι, κι από άλλον ο Οβαδία. Ξαφνικά ένας άνθρωπος στάθηκε στον δρόμο του Οβαδία. Ο Ηλίας! Η εμφάνισίς του τον απεκάλυψε—το τρίχινο ένδυμά του, η δερμάτινη ζώνη γύρω η μέση του!
21. Τι Είπε ο Ηλίας στον Οβαδία να κάμη, και πώς τον επανεβεβαίωσε για να το εκτελέση;
21 Ο Οβαδία έπεσε κατά πρόσωπον αυτού. Ο Ηλίας είπε: «Ύπαγε, ειπέ προς τον κύριόν σου, Ιδού, ο Ηλίας.» Αλλ’ ο Οβαδία εξέφρασε φόβο ότι ο Ηλίας θα εξηφανίζετο, στο διάστημα που αυτός θα πήγαινε να το πη στον Βασιλέα Αχαάβ· θα ήθελε μήπως ο Ηλίας να θανατωθή ένας από τους μάρτυρας του Ιεχωβά; Ο Οβαδία ‘εφοβείτο τον Ιεχωβά εκ νεότητός του,’ και το απέδειξε αυτό κρύβοντας τους προφήτας του Ιεχωβά σε σπηλιές, για να τους προφυλάξη από τη φονική εκδίκησι της Βασιλίσσης Ιεζάβελ. Αν ο Ηλίας εξηφανίζετο μετά την αναγγελία του στον Βασιλέα Αχαάβ, τότε, είπε ο Οβαδία, ο Αχαάβ «θέλει με θανατώσει.» Γι’ αυτό ο Ηλίας ωρκίσθη: «Ζη ο Ιεχωβά των δυνάμεων, έμπροσθεν του οποίου παρίσταμαι, ότι σήμερον θέλω εμφανισθή εις αυτόν.»—1 Βασιλέων 18:1-15, ΜΝΚ.
22. Τι κατηγόρησε ο Βασιλεύς Αχαάβ τον Ηλία ότι ήταν, αλλά με ποια απαίτησι του Ηλία συνεμορφώθη;
22 Ο Ηλίας, λοιπόν, εζήτησε τον Βασιλέα Αχαάβ, και όχι ο Βασιλεύς Αχαάβ τον Ηλία, και τούτο δια μέσου ενός από τους μάρτυρας του Ιεχωβά, ενός από τις χιλιάδες του Ισραήλ, που δεν είχαν κλίνει το γόνυ στον Βάαλ. Ο Βασιλεύς Αχαάβ ήλθε πρόθυμα. Όταν συνήντησε τον Ηλία είπε: «Συ είσαι ο διαταράττων τον Ισραήλ;» Ο Ηλίας αντέκρουσε την κατηγορία αυτή, λέγοντας ότι ο Βασιλεύς Αχαάβ κι ο οίκος του πατρός του διετάρατταν τον Ισραήλ: «διότι σεις εγκατελίπετε τας εντολάς του Ιεχωβά, και υπήγες κατόπιν των Βααλείμ.» Ο Ηλίας κατόπιν εζήτησε από τον βασιλέα να του συγκεντρώση στο Όρος Κάρμηλον τους τετρακοσίους πενήντα προφήτας του Βάαλ και τους τετρακοσίους προφήτας της Ιεζάβελ από το άλσος. Ο Βασιλεύς Αχαάβ συνεμορφώθη με αυτή την απαίτησι.—1 Βασιλέων 18:16-20, ΜΝΚ.
23. Ποια προτροπή έκαμε ο Ηλίας στους συγκεντρωμένους εκεί στο Όρος Κάρμηλον, και ποια δοκιμή της θεότητος επρότεινε;
23 Το όνομα Κάρμηλος σημαίνει «Δενδρόκηπος.» Αλλ’ ύστερ’ από τριάμισυ ετών ξηρασία το Όρος Κάρμηλος, φημισμένο για τα ελαιόδενδρα και τα οπωροφόρα δένδρα του, δεν έδινε εντύπωσι δενδροκήπου σε κατάστασι θαλερότητος. Η κορυφή του Όρους Καρμήλου είναι σε ύψος 556 ποδών υπεράνω της Μεσογείου Θαλάσσης. Σε λίγη απόστασι απ’ αυτή ωρίσθη η δοκιμή μεταξύ του Ηλία και των ιερέων του Βάαλ ενώπιον του Βασιλέως Αχαάβ και εκπροσώπων του Ισραήλ. Ο Ηλίας ανέλαβε την ηγεσία, διότι αυτός είχε ζητήσει αυτή τη συγκέντρωσι. Είπε: «Έως πότε χωλαίνετε μεταξύ δυο φρονημάτων; εάν ο Ιεχωβά ήναι Θεός, ακολουθείτε αυτόν· αλλ’ εάν ο Βάαλ, ακολουθείτε τούτον.» Αλλά πώς επρεπε ν’ αποφασίση ο λαός; Ο Ηλίας θα τους βοηθούσε. Η διαφορά ήταν 450 προς 1, εναντίον του Ηλία. Αφέθησαν, λοιπόν, οι 450 ιερείς του Βάαλ να ετοιμάσουν πλήρως μια θυσία που θα εκαίετο σ’ ένα θυσιαστήριο και κατόπιν αφέθησαν να επικαλεσθούν τον Βάαλ για ν’ ανάψη τα ξύλα της πυράς κάτω από τη θυσία. Ο Ηλίας, επίσης, θα ετοίμαζε ένα μόσχον για θυσία, και δεν θα άναβε ο ίδιος τα ξύλα. Θα επεκαλείτο τον Ιεχωβά να το πράξη αυτό. «Και ο Θεός, όστις εισακούση δια πυρός, ούτος ας ήναι ο Θεός.» Ο λαός εδέχθη αυτή τη δοκιμή περί θεότητος.—1 Βασιλέων 18:21, 24, ΜΝΚ.
24. Πώς ο Ηλίας είχε ευκαιρία να χλευάση τους ιερείς του Βάαλ, και ποια απόδειξις παρήχθη για τη θεότητα του Βάαλ;
24 Τώρα κάτω από υποχρέωσι, οι ιερείς του Βάαλ ως πλειοψηφία ετοίμασαν πρώτοι τη θυσία των, αλλά δεν άναψαν φωτιά. «Επάκουσον ημών, Βάαλ,» έκραζαν από το πρωί ως το μεσημέρι. Ο Ηλίας εμυκτήριζε τους ιερείς του Βάαλ: Επικαλείσθε μετά φωνής μεγάλης διότι θεός είναι· ή συνομιλεί, ή ασχολείται, ή είναι εις οδοιπορίαν, ή ίσως κοιμάται, και θέλει εξυπνήσει.» Καθώς οι ιερείς μάταια επεκαλούντο συνεχώς, κατετέμνοντο κατά τη συνήθειά των με μάχαιρες και λόγχες. Αίμα εξεχύνετο απ’ αυτούς. Παρήλθε η μεσημβρία κι αυτοί προεφήτευαν ως την ώρα της καθημερινής προσφοράς σπόρων στον ναό της Ιερουσαλήμ μακριά νοτιοανατολικά. Ο Βάαλ δεν απήντησε με θαυματουργικό πυρ. Αυτός δεν ήταν ο αληθινός Θεός!—1 Βασιλέων 18:25-29.
25, 26. (α) Πώς ο Ηλίας προετοίμασε τη θυσία του και τι έκαμε ως απόδειξι εναντίον κάθε απάτης; (β) Ποια προσευχή ανέπεμψε κατόπιν;
25 Τότε κατόπιν αιτήσεως του Ηλία ο λαός επλησίασε να παρακολουθήση τις κινήσεις του. «Και έλαβεν ο Ηλίας δώδεκα λίθους, κατά τον αριθμόν των φυλών των υιών Ιακώβ, προς τον οποίον ήλθεν ο λόγος του Ιεχωβά, λέγων, Ισραήλ θέλει είσθαι το όνομά σου· και ωκοδόμησε τους λίθους θυσιαστήριον εις το όνομα του Ιεχωβά και έκαμεν αύλακα περί το θυσιαστήριον, χωρούσαν δύο μέτρα σπόρου. Και εστοίβασε τα ξύλα και διεμέλισε τον μόσχον, και επέθεσεν αυτόν επί των ξύλων.» Κατόπιν τρεις φορές έκαμε να επιχύσουν τέσσερες μεγάλες υδρίες πολυτίμου ύδατος στο ολοκαύτωμα και στα υποκάτω ξύλα. «Και περιέτρεχε το ύδωρ πέριξ του θυσιαστηρίου· και η αύλαξ έτι εγέμισεν ύδατος.» Τότε, την ώρα της προσφοράς στο θυσιαστήριον του ναού επί πυράς, που άναψε ο Θεός στην ημέρα του Σολομώντος, ο Ηλίας προσευχήθηκε:
26 «Ιεχωβά, Θεέ του Αβραάμ, του Ισαάκ, και του Ισραήλ, ας γείνη γνωστόν σήμερον, ότι συ είσαι Θεός εν τω Ισραήλ, και εγώ δούλος σου, και κατά τον λόγον σου έκαμα πάντα ταύτα τα πράγματα· επάκουσόν μου, Ιεχωβά, επάκουσόν μου, δια να γνωρίση ο λαός ούτος ότι συ Ιεχωβά είσαι ο Θεός, και συ επέστρεψας την καρδίαν αυτών οπίσω.»
27. Ποια απάντησις ήλθε στην προσευχή του Ηλία, και τι ανέκραξε ο λαός;
27 Χωρίς καθυστέρησι κατέβη το πυρ του Ιεχωβά από τον ουρανό. Κατέφαγε το τελείως βρεγμένο ολοκαύτωμα και τα ξύλα, ναι, το θυσιαστήριο και το χώμα. Έγλειψε πλήρως το νερό που ήταν στο γύρω αυλάκι. Κυανά διαφανή κρύσταλλα που βρέθηκαν ύστερ’ από τρεις χιλιάδες χρόνια στο γειτονικό έδαφος της πυρίνης αυτής δοκιμής, πιστοποιούν ότι επρόκειτο περί ατομικού πυρός, που κατεπέμφθη χωρίς να βλάψη τους παρισταμένους παρατηρητάς, πλήττοντας κατ ευθείαν τον στόχο.b Τόσο φοβερό ήταν το θέαμα, ώστε ο λαός έπεσε κατά πρόσωπον κι ανέκραξε: «Ο Ιεχωβά, αυτός είναι ο Θεός· ο Ιεχωβά, αυτός είναι ο Θεός.» Αυτός απήντησε με πυρ.
28. Τι έκαμε τώρα ο Ηλίας στους 450 ιερείς του Βάαλ;
28 Θάνατος, λοιπόν, στους ιερείς του ψευδούς θεού! «Και είπε προς αυτούς [τον λαόν] ο Ηλίας, Πιάσατε τους προφήτας του Βάαλ· μηδείς εξ αυτών ας μη διασωθή.» Ο λαός, ευρισκόμενος σ’ έξαψι από την πειστική επίδειξι της θεότητος του Ιεχωβά, συνέλαβε τους 450 προφήτας του Βάαλ. Τότε ο Ηλίας έκαμε να μεταφερθούν στην ανατολική πλαγιά του Όρους Καρμήλου, στην κοιλάδα του χειμάρρου Κεισών. Εκεί ο Ηλίας, αναλαμβάνοντας την ηγεσία στην εξάλειψι από τον Ισραήλ της λατρείας του Βάαλ, έκαμε να σφαγούν οι ιερείς εκείνοι.—1 Βασιλέων 18:25-40, ΜΝΚ.
29. (α) Πώς ο Ηλίας τώρα προσευχήθηκε για βροχή, και τι εφάνη; (β) Ποια ειδοποίησι έστειλε ο Ηλίας στον Βασιλέα Αχαάβ να κάμη τώρα;
29 Ήλθε ο καιρός να παύση η ανομβρία, σε περαιτέρω απόδειξι ότι ο Ιεχωβά είναι ο αληθινός Θεός. Ο Ηλίας, σαν να άκουε τον σάλο μιας βροχοπτώσεως, είπε στον Αχαάβ να πάη και ν’ απολαύση ένα φαγητό. Αλλά για τον Ηλία ήταν καιρός να προσευχηθή με πίστι στον μεγάλο Βροχοποιό. Μαζί μ’ έναν υπηρέτη ανερριχήθη στην κορυφή του Όρους Καρμήλου. Εκεί άρχισε να κύπτη στη γη, με το πρόσωπό του αναμέσον των γονάτων του. Ανέμενε σύντομα μια απάντησι στην προσευχή του. Στον υπηρέτη του είπε: «Ανάβα τώρα, βλέψον προς την θάλασσαν.» Ο υπηρέτης προσέβλεψε δυτικά προς τη Μεσόγειο Θάλασσα. «Δεν είναι ουδέν,» είπε. «Ύπαγε πάλιν,» είπε ο Ηλίας κατ’ επανάληψιν. Την εβδόμη φορά που εκύτταξε ο υπηρέτης, έλαμψαν τα μάτια του. «Ιδού, νέφος μικρόν, ως παλάμη ανθρώπου, αναβαίνει εκ της θαλάσσης,» εφώναξε. Α! ο Ιεχωβά απαντά στην προσευχή! Ο Ηλίας έστειλε αμέσως τον υπηρέτη να ειδοποιήση τον Βασιλέα Αχαάβ να ζεύξη την άμαξά του για μια γοργή διαδρομή προς την πόλι της βασιλικής διαμονής του, την Ιεζραέλ, στην κοιλάδα της Ιεζραέλ (Ελληνιστί, Εσδραηλών).—1 Βασιλέων 18:41-44.
30. (α) Πριν από τι κατηυθύνετο στην Ιεζραέλ ο Βασιλεύς Αχαάβ αλλά ποιος προηγείτο απ’ αυτόν; (β) Τι έγραψε ο μαθητής Ιάκωβος σχετικά με αυτή την προσευχή του Ηλία;
30 Οι ουρανοί εμαύρισαν από σύννεφα, ηγέρθη ένας ισχυρός άνεμος, η οσμή της βροχής ήταν στον αέρα. Ω, τι ανάψυξις! Στην άμαξά του ο Βασιλεύς Αχαάβ κατηυθύνετο νοτιοανατολικά δια της κοιλάδος. Διέβη γοργά την πόλι Μεγιδδώ. Είχε, όμως, έναν πρόδρομο. Ήταν ο προφήτης Ηλίας. «Και χειρ του Ιεχωβά εστάθη επί τον Ηλίαν, και συνέσφιγξε την οσφύν αυτού, και έτρεχεν έμπροσθεν του Αχαάβ [είκοσι πέντε περίπου μίλια] έως της εισόδου της Ιεζραέλ.» Τους ακολούθησε μια μεγάλη νεροποντή. (1 Βασιλέων 18:45, 46, ΜΝΚ) Με πίστι, ύστερ’ από χίλια χρόνια περίπου, ο Χριστιανός μαθητής Ιάκωβος είπε σχετικά μ’ εκείνον τον άνθρωπο της προσευχής, τον Ηλία: «Και πάλιν προσηυχήθη, και ο ουρανός έδωκε βροχήν, και η γη εβλάστησε τον καρπόν αυτής.»—Ιακώβου 5:17, 18.
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙΡΟΣ ΓΙΑ ΘΑΝΑΤΟ
31. Πώς επηρεάσθηκε η Ιεζάβελ από αυτά τα γεγονότα, και ποιο μήνυμα έστειλε στον Ηλία;
31 Η Βασίλισσα Ιεζάβελ, χωρίς να συγκινηθή από την παρά Θεού διακοπή της μακράς ανομβρίας, εξεμάνη όταν ο σύζυγός της Αχαάβ της είπε για τη δοκιμή της αληθινής θεότητος στο Όρος Κάρμηλον και για το πώς ο Ηλίας εθανάτωσε με ρομφαία όλους τους προφήτας του θεού του βασιλικού ιερατικού πατρός της Εθβαάλ. Με αγγελιαφόρον διεμήνυσε στον Ηλία: «Ούτω να κάμωσιν οι θεοί, και ούτω να προσθέσωσιν, εάν αύριον περί την ώραν ταύτην δεν καταστήσω την ζωήν σου ως την ζωήν ενός εξ εκείνων.»—1 Βασιλέων 19:1, 2.
32. Τι έκαμε τότε ο Ηλίας, και ποια προσευχή έκαμε προτού πλαγιάση να κοιμηθή;
32 Δεν ήταν αρεστή στον Ηλία η ιδέα να γίνη μια «νεκρά ψυχή.» (Λευιτικόν 21:11· Αριθμοί 6:6, ΜΝΚ) Εφοβήθη. Μαζί με τον υπηρέτη του έφυγε σε απόστασι ογδόντα πέντε μιλίων νοτιοδυτικά, σ’ έναν τόπο που είχε ονομασθή από τον προπάτορά του τον Αβραάμ, δηλαδή, στη Βηρ-σαβεέ, τριάντα περίπου μίλια προς δυσμάς της κάτω Νεκράς Θαλάσσης. Εκεί άφησε τον υπηρέτη του και συνέχισε τον δρόμο του προς νότον για ταξίδι μιας ημέρας. Καθήμενος κάτω από μια άρκευθο, «επεθύμησε καθ’ εαυτόν να αποθάνη,» φυσικά, όχι στα χέρια της Ιεζάβελ: Είπε: «Αρκεί· τώρα, Ιεχωβά, λάβε την ψυχήν μου· διότι δεν είμαι εγώ καλήτερος των πατέρων μου.» Εκοιμήθη, αλλ’ όχι σε θάνατο.—1 Βασιλέων 19:3-5, ΜΝΚ.
33. Ποια θαυματουργική προμήθεια έγινε για τον Ηλία, και πού επήγε, και πόσες ημέρες ενήστευσε;
33 Ένας άγγελος εξύπνησε τον Ηλία και του είπε να φάγη. Εκεί πλησίον της κεφαλής του υπήρχε μια πίττα ψημένη σε θερμασμένες πέτρες κι ένα αγγείον ύδατος. Κατόπιν επλάγιασε και κοιμήθηκε πάλι. Ο άγγελος του Ιεχωβά τον εξύπνησε πάλι, με την είδησι ότι επρόκειτο να κάμη ένα ταξίδι: «Σηκώθητι, φάγε διότι πολλή είναι η οδός από σου.» Ο Ηλίας το έπραξε και κατόπιν σηκώθηκε για να προχωρήση. «Με την δύναμιν της τροφής εκείνης ωδοιπόρησε τεσσαράκοντα ημέρας και τεσσαράκοντα νύκτας, έως Χωρήβ του όρους του Θεού.» Σ’ εκείνο το ταξίδι των διακοσίων μιλίων προς την έρημο Σινά, ο Ηλίας ενήστευσε σαράντα μέρες, ακριβώς όπως κι ο προφήτης Μωυσής είχε νηστεύσει σαράντα μέρες, όταν έλαβε τις Δέκα Εντολές.
34. Τι ερώτησις τώρα έγινε στον Ηλία, ποια απάντησι έδωσε αυτός, και τι του ελέχθη να κάμη;
34 «Τι κάμνεις ενταύθα, Ηλία;» Αυτή την ερώτησι διετύπωσε ο Ιεχωβά στον Ηλία, όταν περνούσε τη νύχτα εκεί μέσα σε μια σπηλιά. Ο Ηλίας δεν εφαίνετο να είχε προοπτική για περαιτέρω δράσι ως προφήτης, και είπε: «Εστάθην εις άκρον ζηλωτής υπέρ Ιεχωβά, του Θεού των δυνάμεων· διότι οι υιοί Ισραήλ εγκατέλιπον την διαθήκην σου, τα θυσιαστήριά σου κατέστρεψαν, και τους προφήτας σου εθανάτωσαν εν ρομφαία και εναπελείφθην εγώ μόνος· και ζητούσι την ζωήν μου, δια να αφαιρέσωσιν αυτήν.» Αλλ’ ο λόγος του Ιεχωβά είπε στον Ηλία: «Έξελθε, και στάθητι επί το όρος, ενώπιον του Ιεχωβά.» Ο Ηλίας συνεμορφώθη.—1 Βασιλέων 19:5-11, ΜΝΚ.
35. Ποια φυσικά φαινόμενα παρετήρησε τότε ο Ηλίας, και γιατί ο Ιεχωβά δεν ήταν σ’ αυτά;
35 Τα φυσικά φαινόμενα που παρετήρησε τότε ο Ηλίας πρέπει να ήσαν φοβερά. «Ιδού, ο Ιεχωβά διέβαινε, και άνεμος μέγας και δυνατός έσχιζε τα όρη, και συνέτριβε τους βράχους έμπροσθεν του Ιεχωβά· ο Ιεχωβά δεν ήτο εν τω ανέμω· και μετά τον άνεμον σεισμός· ο Ιεχωβά δεν ήτο εν σεισμώ· και μετά τον σεισμόν, πυρ· ο Ιεχωβά δεν ήτο εν τω πυρί.» Πώς έγινε αυτό; Αν ο Ιεχωβά διήρχετο και ήταν αίτιος όλων εκείνων των τρομερών εκδηλώσεων της φύσεως, πώς συνέβαινε ώστε αυτός ο ίδιος να μην είναι σ’ εκείνες τις εκδηλώσεις; Διότι ο Ιεχωβά δεν είναι θεός-φύσις, ή απλές φυσικές δυνάμεις που προσωποποιούνται και ειδωλοποιούνται. Ο συντριπτικός άνεμος, ο σεισμός και το φλέγον πυρ δεν ήσαν αυτά τα ίδια ο Θεός, ο Ιεχωβά, κι επομένως δεν έπρεπε να προσωποποιηθούν όπως ο Βάαλ, ο ψευδής θεός του ουρανού, της θυέλλης, του καιρού και της βλαστήσεως. Ο άνεμος, ο σεισμός και το πυρ ήσαν απλώς εκδηλώσεις της ενεργού δυνάμεως του Ιεχωβά. Αυτό πολύ διέφερε από το όταν ο Ιεχωβά εκάλυψε τον Μωυσή σε μια σχισμή του βράχου του Σινά και διήλθε και διεκήρυξε το όνομά του τόσον πλήρως.—1 Βασιλέων 19:11, 12, ΜΝΚ.
36. Τι επακολούθησε αυτά τα φυσικά φαινόμενα, και ποια ερώτησις του έγινε, και τι απήντησε αυτός;
36 Για τον Ηλία ήταν μια ταραχώδης, συγκλονιστική περίπτωσις. Τι αντίθεσις σε ό,τι επακολούθησε! Μετά το πυρ έγινε ένας «ήχος λεπτού αέρος,» ή μια φωνή απαλής ηρεμίας, ακινησίας. Ήταν η φωνή του Ιεχωβά που μιλούσε. «Και ως ήκουσεν ο Ηλίας, εσκέπασε το πρόσωπον αυτού με την μηλωτήν αυτού, και εξήλθε, και εστάθη εις την είσοδον του σπηλαίου. Και ιδού φωνή προς αυτόν, λέγουσα, Τι κάμνεις ενταύθα, Ηλία;» Σ’ αυτό το ερώτημα ο Ηλίας απήντησε όπως και πριν. Δεν υπήρχε προοπτική έργου!
37. Ποιο έργον ετέθη ενώπιον του Ηλία που βρισκόταν σε αποθάρρυνσι, και πώς διαβεβαιώθηκε ότι δεν είχε αφεθή μόνος στον Ισραήλ;
37 Ο Ιεχωβά έθεσε έργον ενώπιον του προφήτου του που βρισκόταν σε αποθάρρυνσι. Προς βορράν του Ισραήλ έκειτο η χώρα της Συρίας, με πρωτεύουσά της τη Δαμασκό. Απέκτησε την ανεξαρτησία της από τον Ισραήλ και είχε δικό της βασιλέα, τότε τον Βεν-αδάδ. Η Συρία ήταν σαν ένας βασιλεύς του βορρά του Ισραήλ. Ο Ηλίας επρόκειτο να προβή σε μεγάλες αλλαγές κυβερνήσεων, περιλαμβανομένης και της Συρίας. Ο Ιεχωβά του είπε: «Ύπαγε, επίστρεψον εις την οδόν σου προς την έρημον της Δαμασκού και όταν έλθης, χρίσον τον Αζαήλ βασιλέα επί την Συρίαν· τον δε Ιηού τον υιόν του Νιμσί θέλεις χρίσει βασιλέα επί τον Ισραήλ και τον Ελισσαιέ τον υιόν του Σαφάτ, από Αβέλ-μεολά, θέλεις χρίσει προφήτην αντί σου· και θέλει συμβή ώστε τον διασωθέντα εκ της ρομφαίας του Αζαήλ, θέλει θανατώσει ο Ιηού· και τον διασωθέντα εκ της ρομφαίας του Ιηού, θέλει θανατώσει ο Ελισσαιέ· αφήκα όμως εις τον Ισραήλ επτά χιλιάδας, πάντα τα γόνατα όσα δεν έκλιναν εις τον Βάαλ, και παν στόμα το οποίον δεν ησπάσθη αυτόν.» (1 Βασιλέων 19:12-18) Ο Ηλίας δεν αφέθη μόνος στον Ισραήλ.
38, 39. (α) Ποιον ‘έχρισε’ πρώτον ο Ηλίας, και πώς; (β) Τι έκαμε πρώτα ο κεχρισμένος, και κατόπιν ποια διακονία ανέλαβε;
38 Ο Ηλίας, με ανανεωμένο σκοπό στη ζωή, επανήλθε στα βόρεια από τη χερσόνησο του Σινά. Διέβη τον Ιορδάνη Ποταμό και εισήλθε στην πατρίδα του, τη Γαλαάδ, προς ανατολάς του Ιορδάνου. Την πόλι Αβέλ-μεολά; Την ήξερε καλά. Απείχε μόλις λίγα μίλια βορειοδυτικά της ιδικής του πατρίδος Θέσβης. Ο Ηλίας τότε προέβη στο να χρίση διάδοχό του τον Ελισσαιέ, του οποίου το όνομα σημαίνει «ο Θεός Είναι Σωτηρία.» Πώς; Ο Ηλίας τον βρήκε να αροτριά με δώδεκα ζεύγη βοών εμπρός του, ενώ ο ίδιος ήταν πίσω με το δωδέκατο ζεύγος. «Και επέρασεν ο Ηλίας από πλησίον αυτού, και έρριψεν επ’ αυτού την μηλωτήν αυτού.» Ο Ελισσαιέ τότε κατάλαβε αυτό το χρίσμα ή διορισμό. Άφησε το όργωμα κι έτρεξε προς τον Ηλία και είπε: «Ας ασπασθώ, παρακαλώ, τον πατέρα μου και την μητέρα μου, και τότε θέλω σε ακολουθήσει.» Τα λόγια του Ηλία: «Ύπαγε, επίστρεψον· διότι τι έκαμα εις σε;» δεν αποτελούσαν απόρριψι αυτού του Ελισσαιέ, ο οποίος ήταν ένας από τους υπολοίπους επτά χιλιάδες του Ισραήλ που δεν είχαν κλίνει γόνυ στον Βάαλ.
39 Ο Ελισσαιέ, αφού έφαγε ένα αποχαιρετιστήριο γεύμα με τον λαό, περιλαμβανομένων και εκείνων με τους οποίους αροτριούσε μαζί, «σηκωθείς, υπήγε κατόπιν του Ηλία, και υπηρέτει αυτόν.» (1 Βασιλέων 19:19-21) Αυτός πια εγνωρίσθη ως «Ελισσαιέ ο υιός του Σαφάτ, όστις επέχεεν ύδωρ εις τας χείρας του Ηλία,» όταν ο Ηλίας έπλυνε τας χείρας του.—2 Βασιλέων 3:11.
ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΤΟΥ ΑΧΑΑΒ ΚΑΙ ΤΗΣ ΙΕΖΑΒΕΛ
40. Πώς ο Βασιλεύς Αχαάβ απέτυχε στην πολιτεία του προς τον βασιλέα της Συρίας και σύμφωνα μ’ ένα από τους «υιούς των προφητών» ποιες συνέπειες επρόκειτο να υποστή αυτός και ο λαός του;
40 Κατόπιν ο Βασιλεύς Βεν-αδάδ της Συρίας επετέθη εναντίον του Ισραήλ. Ένας άνθρωπος του αληθινού Θεού, ένας από τους υπολοίπους επτά χιλιάδες που είχαν μείνει πιστοί στον Ιεχωβά, προείπε δύο φορές τη νίκη του βασιλέως του Ισραήλ, σε διάστημα δύο ετών. Ο Βασιλεύς Αχαάβ δεν επωφελήθηκε από τη νίκη του αλλά συνεβιβάσθη με τον εχθρό. Γι’ αυτό, ένας άλλος από τους υπολοίπους, κάποιος από τους «υιούς των προφητών,» είπε στον Βασιλέα Αχαάβ ότι η ψυχή του έπρεπε ν’ απολεσθή αντί της ψυχής του βασιλέως της Συρίας, τον οποίον άφησε να διαφύγη, και ο λαός του Βασιλέως Αχαάβ αντί του λαού του Βεν-αδάδ. Αυτό επροξένησε μεγάλη κατήφεια στον Βασιλέα Αχαάβ.—1 Βασιλέων 20:1-43.
41. Τι πρέπει να σημειωθή όσον αφορά το αν ο Ηλίας απεμακρύνθη από την προφητική υπηρεσία στο Όρος Χωρήβ ή μετά το χρίσμα του Ελισσαιέ;
41 Ας σημειωθή εδώ ότι ο Ηλίας δεν απώλεσε την προφητική του θέσι μετά τη φυγή του από τον φόβο της Ιεζάβελ, που είχε φονικό πνεύμα. Στο Χωρήβ, το όρος του Θεού, ο Ιεχωβά δεν απέλυσε τον Ηλία. Αφού δε έχρισε τον Ελισσαιέ, ρίχνοντάς του τη μηλωτή του, δεν απεμακρύνθη από την προφητική υπηρεσία. Ο Ελισσαιέ δεν φορούσε τη μηλωτή, αλλ’ ο Ηλίας τη φορούσε και πάλι. Έτσι ο Ηλίας είχε κι άλλη συνάντησι με τον Βασιλέα Αχαάβ.
42. (α) Τι παιδιά είχε ο Βασιλεύς Αχαάβ, και μέσω τίνων; (β) Ποιος γάμος πολιτικής συμμαχίας έγινε με τον βασιλέα του Ιούδα, και με ποιο αποτέλεσμα επάνω στον βασιλικόν οίκο του Ιούδα;
42 Ο Βασιλεύς Αχαάβ, εκτός από τη Βασίλισσα Ιεζάβελ, είχε κι άλλες συζύγους, παλλακές, ασφαλώς. Δύο από τους γυιους του που μνημονεύονται ήσαν ο Οχοζίας κι ο Ιωράμ. Εκτός απ’ αυτούς ήσαν κι άλλοι εβδομήντα γυιοι, μαζί με θυγατέρες, περιλαμβανομένης και της Γοθολίας, η οποία είχε το ίδιο πνεύμα με τη μητέρα της την Ιεζάβελ. Η Γοθολία αποτελούσε τον δεσμό μιας πολιτικής συμμαχίας μεταξύ του βασιλείου του Ισραήλ και του βασιλείου του Ιούδα διότι ο Βασιλεύς Αχαάβ έδωσε σε γάμο τη θυγατέρα του Γοθολία στον Ιωράμ τον γυιο του Βασιλέως Ιωσαφάτ του Ιούδα. Έτσι, η Γοθολία προωρίζετο να γίνη βασίλισσα του Ιούδα. (2 Βασιλέων 8:16-18, 26, 27· 2 Χρονικών 22:2-4· 2 Βασιλέων 10:1, 6) Επρόκειτο για ένα θρησκευτικά επικίνδυνο γάμο! Ύστερ’ από λίγον καιρό το βασίλειο του Ιούδα υπέφερε ένεκα του ατυχούς αυτού γάμου όπως διευθετήθηκε από τον Βασιλέα Ιωσαφάτ της Ιερουσαλήμ. Όταν ο γυιος της Γοθολίας, ο Οχοζίας, έγινε βασιλεύς του Ιούδα, η Γοθολία ως βασιλομήτωρ τον συνεβούλευε να πράττη ό,τι ήταν πονηρό ενώπιον του Ιεχωβά.—2 Χρονικών 24:7.
43. Ποιο κτήμα άρχισε να εποφθαλμιά ο Βασιλεύς Αχαάβ, και τι είπε στις προτάσεις του Αχαάβ ο ιδιοκτήτης του κτήματος;
43 Ο Βασιλεύς Αχαάβ του Ισραήλ είχε ένα θεοσεβή γείτονα, που κατοικούσε ανατολικά της βασιλικής του διαμονής, στην Ιεζραέλ. Ο άνθρωπος αυτός ήταν ο Ναβουθαί ο Ιεζραελίτης, ο οποίος είχεν έναν αμπελώνα. Ο αμπελών προήρχετο από οικογενειακή κληρονομία, ήταν ένα κληροδότημα από τους προπάτορας του σύμφωνα με το νόμο του Ιεχωβά Θεού. Ο Βασιλεύς Αχαάβ άρχισε να τον εποφθαλμιά για να μπορέση να τον μετατρέψη σε λαχανόκηπο για τον εαυτό του. Επρότεινε στον Ναβουθαί, ή να τον ανταλλάξη με άλλον, ή να του τον αγοράση απ’ ευθείας. Ο Ναβουθαί ενέμενε στον νόμο και στη διάταξι του Θεού, λέγοντας: «Μη γένοιτο εις εμέ παρά Θεού, να δώσω την κληρονομίαν των πατέρων μου εις σε!»—1 Βασιλέων 21:1-3.
44. Τι έκαμε ο Αχαάβ σχετικά με την αποτυχία του, και ποιες διευθετήσεις έκαμε η Βασίλισσα Ιεζάβελ χειριζομένη αυτή τα πράγματα;
44 Ο Βασιλεύς Αχαάβ τόσο δυσηρεστήθη που δεν απέκτησε το κτήμα ώστε επλάγιασε στην κλίνη του με το πρόσωπο εστραμμένο προς τον τοίχο και δεν ήθελε να φάγη. Η γυναίκα του Ιεζάβελ τον ερώτησε γιατί ήταν έτσι περίλυπος. Όταν της είπε την αιτία, εκείνη είπε: «Συ τώρα βασιλεύεις επί τον Ισραήλ; σηκώθητι, φάγε άρτον, και ας ήναι εύθυμος η καρδία σου· εγώ θέλω σοι δώσει τον αμπελώνα Ναβουθαί του Ιεζραηλίτου.» Αγνοώντας ότι ο ίδιος ο Αχαάβ ήταν βασιλεύς του Ισραήλ, ανέλαβε αυτή τα πράγματα. Έγραψε επιστολές εν ονόματι του Αχαάβ και τις εσφράγισε με την επίσημη σφραγίδα του. Έστειλε τις επιστολές σε πρεσβυτέρους και άρχοντας που ήσαν συμπολίται του Ναβουθαί. Τους έδωσε οδηγίες εν ονόματι του βασιλέως να θέσουν τον Ναβουθαί επί κεφαλής του λαού και να θέσουν δύο ψευδομάρτυρας απέναντί του, λέγοντας: «Συ εβλασφήμησας τον Θεόν και τον βασιλέα.» Κατόπιν, με αυτή την κατηγορία για βλασφημία και ανταρσία που θα διετύπωναν οι ψευδομάρτυρες, θα ελιθοβολείτο ο Ναβουθαί μέχρι θανάτου.—1 Βασιλέων 21:4-10.
45. Πώς εξετελέσθησαν οι οδηγίες, και τι είπε η Ιεζάβελ στον Αχαάβ να κάμη;
45 Οι πρεσβύτεροι και οι άρχοντες είδαν τη βασιλική σφραγίδα στις επιστολές κι επροτίμησαν να υπακούσουν σε άνθρωπο (σ’ αυτή την περίπτωσι πραγματικά στην Ιεζάβελ) μάλλον παρά στον Θεό των Δέκα Εντολών. Επροκάλεσαν τον φόνο του Ναβουθαί, όπως διετάχθησαν, και οι σκύλοι του δρόμου έγλειφαν το αίμα που έρρευσε από το συντετριμμένο σώμα του. Εθανατώθησαν επίσης οι γυιοι και κληρονόμοι του. «Και απέστειλαν προς την Ιεζάβελ λέγοντες, Ο Ναβουθαί ελιθοβολήθη, και απέθανε.» Τότε η Ιεζάβελ είπε στον σύζυγό της: «Σηκώθητι, κληρονόμησον τον αμπελώνα Ναβουθαί του Ιεζραηλίτου, τον οποίον δεν ήθελε να σοι δώση δι’ αργυρίου· διότι ο Ναβουθαί δεν ζη, αλλ’ απέθανε.» Ο Βασιλεύς Αχαάβ, χωρίς να λυπηθή για τον θάνατο του Ναβουθαί, και με απληστία, κατέλαβε τον αμπελώνα.—1 Βασιλέων 21:11-16.
46. Ποιος συνήντησε τον Αχαάβ στον αμπελώνα του Ναβουθαί, και με ποιο άγγελμα;
46 Η ευχαρίστησίς του από την κατάκτησι αυτή γρήγορα μετεβλήθη σε απελπισία. Ο προφήτης Ηλίας, απρόσκλητος, τον αντίκρυσε στον αμπελώνα. Ο παντεπόπτης Ιεχωβά είχε στείλει τον Ηλία να του πη: «Εφόνευσας, και έτι εκληρονόμησας; . . . Ούτω λέγει ο Ιεχωβά· Εν τω τόπω, όπου οι κύνες έγλειψαν το αίμα του Ναβουθαί, θέλουσι γλείψει οι κύνες το αίμα σου, ναι, σου.» Ο Αχαάβ, σαν ένας εγκληματίας, που συνελήφθη, είπε στον Ηλία: «Με εύρηκες, εχθρέ μου;»—1 Βασιλέων 21:17-20, ΜΝΚ.
47. (α) Τι συνέβη στον βασιλικόν οίκο του Αχαάβ, και τι στην Ιεζάβελ; (β) Ποιοι δύο άνθρωποι του στρατεύματος άκουσαν αυτό το άγγελμα κρίσεως, αλλά γιατί δεν εχρίσθη τότε ο ένας απ’ αυτούς;
47 Ναι, ο Ηλίας τον βρήκε, και μάλιστα μ’ ένα μήνυμα κρίσεως από τον Ιεχωβά. Ο Ιεχωβά θ’ απέκοπτε κάθε άρρενα απόγονο του Βασιλέως Αχαάβ, και θα έκανε τον βασιλικό του οίκον ως τον οίκον του Βασιλέως Ιεροβοάμ, του πρωτουργού της λατρείας των μόσχων στον Ισραήλ, και ως τον οίκον Βαασά του συνωμότου ο οποίος εξηφάνισε μεν τον οίκον Ιεροβοάμ, αλλά διετήρησε τη λατρεία των μόσχων στον Ισραήλ. «Και περί της Ιεζάβελ έτι ελάλησεν ο Ιεχωβά, λέγων, Οι κύνες θέλουσι καταφάγει την Ιεζάβελ πλησίον του προτειχίσματος της Ιεζραέλ· όστις εκ του Αχαάβ αποθάνη εν τη πόλει, οι κύνες θέλουσι καταφάγει αυτόν· και όστις αποθάνη εν τω αγρώ, τα πετεινά του ουρανού θέλουσι καταφάγει αυτόν. (Ουδείς τωόντι δεν εστάθη όμοιος του Αχαάβ, όστις επώλησεν εαυτόν εις το να πράττη πονηρά ενώπιον του Ιεχωβά, όπως εκίνει αυτόν Ιεζάβελ η γυνή αυτού. Και έπραξε βδελυρά σφόδρα ακολουθών τα είδωλα, κατά πάντα όσα έπραττον οι Αμορραίοι, τους οποίους ο Ιεχωβά εξεδίωξεν απ’ έμπροσθεν των υιών Ισραήλ.) (1 Βασιλέων 21:21-26, ΜΝΚ) Αυτά τα άκουε στον αμπελώνα του Ναβουθαί και ο στρατηγός του Αχαάβ, ο Ιηού, έγγονος του Νιμσί, κι ο υπασπιστής του ονόματι Βιδκάρ, οδηγώντας τις ομάδες των αρμάτων πίσω από τον βασιλέα. Εν τούτοις, Ηλίας δεν έχρισε τότε τον Ιηού, τον έγγονο του Νιμσί. Το έργον του Ιηού έπρεπε ν’ αρχίση αργότερα.
48. Ως πότε ανεβλήθη η εξόντωσις του βασιλικού οίκου του Αχαάβ, και γιατί;
48 Σ’ αυτή την τρομακτική δήλωσι την προερχομένη από τον Θεό του Ηλία, ο ίδιος ο Βασιλεύς Αχαάβ εταπεινώθη, νηστεύοντας και καθήμενος και περιπατώντας με αθυμία και ντυμένος με ένα μη βασιλικό σάκκο. Γι’ αυτό, ο Ιεχωβά είπε στον Ηλία ότι θα επέφερε στον οίκον του Αχαάβ τη συμφορά αυτή που είχε αναγγείλει, όχι στις ημέρες του Αχαάβ, αλλά στις ημέρες ενός γυιου του Αχαάβ.—1 Βασιλέων 21:27-29.
49. Ποια σχέσις υπήρχε μεταξύ του Αχαάβ και του Βασιλέως του Ιούδα Ιωσαφάτ, και ποια πρότασι έκαμε σ’ αυτόν ο Αχαάβ σε μια επίσκεψι;
49 Πέρασαν τρία χρόνια χωρίς να πραγματοποιηθούν τα λόγια του Ιεχωβά μέσω του Ηλία. Ο Βασιλεύς της Συρίας Βεν-αδάδ δεν είχε εγείρει πόλεμο εναντίον του Ισραήλ, αλλ’ ακόμη κρατούσε την Ισραηλιτική πάλι της Ραμώθ-γαλαάδ, τριάντα περίπου χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Θέσβης, ιδιαιτέρας πατρίδας του Ηλία. Τότε έγινε μια επίσκεψις του Βασιλέως Ιωσαφάτ από την Ιερουσαλήμ. Ο Ιωσαφάτ είχε λάβει τη Γοθολία, θυγατέρα του Βασιλέως Αχαάβ και της Βασιλίσσης Ιεζάβελ, για σύζυγο του γυιου του Ιωράμ, έτσι ώστε υπήρχε τότε μια οικογενειακή σχέσις μεταξύ των δύο βασιλικών οίκων. Τότε ο Αχαάβ επρότεινε στον Βασιλέα Ιωσαφάτ να συμμαχήση με αυτόν σε μια στρατιωτική εκστρατεία για την ανακατάληψι της Ραμώθ-γαλαάδ απέναντι του Ιορδάνου Ποταμού. Ο Βασιλεύς Ιωσαφάτ συνεφώνησε. Αλλά εζήτησε πρώτα να έχη κάποιο μήνυμα από τον Θεό του Ιεχωβά.
50. (α) Ποιους προφήτας έστειλε να ρωτήση πρώτα ο Αχαάβ, και τι είπαν αυτοί σχετικώς με το στρατιωτικό τόλμημα; (β) Ποιον υπεχρεώθη κατόπιν να καλέση ο Αχαάβ, και τι αυτός είπε προτού έλθη;
50 Ο Βασιλεύς Αχαάβ δεν εκάλεσε τον Ηλία. Σε τι θα εχρησίμευε αυτό, αφού ο Ηλίας είχε ήδη αναγγείλει την καταστροφή του; Ο Βασιλεύς Αχαάβ εκάλεσε περίπου τετρακοσίους καθ’ ομολογίαν προφήτας. Αυτοί ισχυρίζοντο ότι μιλούσαν εν ονόματι του Ιεχωβά, για να προσαρμοσθούν στην περίστασι. Στο ερώτημα του Αχαάβ περί εκστρατείας εναντίον της Ραμώθ-γαλαάδ, είπαν: «Ανάβα, και ο Ιεχωβά θέλει παραδώσει αυτήν εις την χείρα του βασιλέως.» Ο Βασιλεύς Ιωσαφάτ, μη ικανοποιημένος, εζήτησε να ερωτηθή κι ένας άλλος «προφήτης του Ιεχωβά.» Αυτή τη φορά ο Αχαάβ επρότεινε να ερωτηθή, όχι ο Ηλίας, αλλ’ ο Μιχαΐας ο γυιος του Ιεμλά. Το όνομά του σημαίνει «Ποιος Είναι Όμοιος με τον Ιεχωβά;» Αυτός ήταν ένας από το υπόλοιπο των επτά χιλιάδων του Ισραήλ, που δεν είχαν κλίνει γόνυ στον Βάαλ. Ο Αχαάβ εμισούσε τον Μιχαΐα, διότι υπεστήριζε την προφητεία του Ηλία και προέλεγε μόνο κακό εναντίον του Βασιλέως Αχαάβ. Προτού έλθη ο Μιχαΐας, είπε στον μηνυτή του βασιλέως: «Ζη ο Ιεχωβά, ό,τι μοι είπη ο Ιεχωβά, τούτο θέλω λαλήσει.»—1 Βασιλέων 22:1-14, ΜΝΚ.
51. (α) Κάτω από ποια υποχρέωσι ετέθη τελικά ο Μιχαΐας, και τι αυτός προείπε; (β) Τι διέταξε ο Αχαάβ να γίνη στον Μιχαΐα, και τι είπε ο Μιχαΐας;
51 Χλευάζοντας ο Μιχαΐας εμιμήθη ό,τι είχαν πει στον βασιλέα οι τετρακόσιοι ψευδοπροφήται. Γι’ αυτό, ο Αχαάβ ώρκισε τον Μιχαΐα να πη την αλήθεια και μόνο εν ονόματι του Ιεχωβά. Ο Μιχαΐας εσεβάσθη τον όρκο και τότε προείπε καταστροφή για τον Βασιλέα. Οι Ισραηλίται θα διεσκορπίζοντο ως πρόβατα χωρίς βασιλικό ποιμένα. Επί πλέον, ο Ιεχωβά Θεός άφησε να εισέλθη ένα απατηλό πνεύμα τα στόματα εκείνων των τετρακοσίων προφητών που είχαν προείπει επιτυχία, για να επιφέρουν του θάνατο του Αχαάβ· «και ο Ιεχωβά ελάλησε κακόν επί σε.» Ο Βασιλεύς Αχαάβ εισήκουσε τα όσα είπε η πλειονότης και διέταξε να φυλακισθή ο Μιχαΐας, εωσού, όπως είπε, «επιστρέψω εν ειρήνη.» Ο Μιχαΐας υπεβλήθη στη δοκιμασία ενός αληθινού προφήτου του Ιεχωβά και είπε: «Εάν τωόντι επιστρέψης εν ειρήνη, ο Ιεχωβά δεν ελάλησε δι’ εμού.» Και προσέθεσε: «Ακούσατε σεις, πάντες οι λαοί.»
52. (α) Πώς προχωρούσε η μάχη και πώς απέτυχε η μεταμφίεσις του Βασιλέως Αχαάβ; (β) Επέστρεψε ο Αχαάβ στη Σαμάρεια με ειρήνη, και ποιος απεδείχθη ότι ήταν αληθινός προφήτης, ο οποίος μίλησε εν ονόματι του Θεού;
52 Παρά ταύτα, ο Βασιλεύς της Ιερουσαλήμ Ιωσαφάτ πήγε μαζί με τον Βασιλέα Αχαάβ, αλλά, κάνοντας τούτο, δεν ευηρέστησε τον Ιεχωβά Θεό. (2 Χρονικών 19:1, 2) Με τις συνενωμένες στρατιωτικές δυνάμεις των διέβησαν τον Ιορδάνη Ποταμό κι εβάδισαν εναντίον της Ραμώθ-γαλαάδ. Ο Αχαάβ, αισθανόμενος έλλειψι ασφαλείας, ειδικά λόγω της προφητείας του Μιχαΐα, μετημφιέσθη για να μη γίνη στόχος επιθέσεως. Η μάχη διεξήχθη έξω από την πόλι, που κατείχαν οι Σύριοι, αλλ’ η μεταμφίεσις του Αχαάβ δεν τον επροστάτευσε. Ένα Συριακό βέλος, κατευθυνόμενο στην πορεία του από τον Ιεχωβά Θεό, έπληξε τον Αχαάβ σ’ ένα καίριο σημείο, μεταξύ των αρθρώσεων του θώρακος. Ο Αχαάβ έπρεπε να κρατήται για να τηρή την ορθία στάσι του μέσα στο άρμα του με το πρόσωπο του προς τους Συρίους. «Και προς το εσπέρας απέθανε· και το αίμα έρρεεν εκ της πληγής εις τον κόλπον της αμάξης.» Όταν έδυσε ο ήλιος, η μάχη έπαυσε, και διεκόμισαν το πτώμα του βασιλέως πίσω διαβαίνοντας τον Ιορδάνη Ποταμό και το έθαψαν στη Σαμάρεια. Δεν επέστρεψε με ειρήνη κι ευημερία. Οι τετρακόσιοι προφήται του απεδείχθη ότι είχαν λάβει με ανάξιο τρόπο το όνομα του Ιεχωβά, ο δε Μιχαΐας απεδείχθη αληθινός προφήτης, ο οποίος μίλησε γνήσια εν ονόματι του Ιεχωβά. Ο Μιχαΐας ήταν αληθινός μάρτυς του Ιεχωβά.—1 Βασιλέων 22:15-37, ΜΝΚ.
53. Πώς η προφητεία του Ηλία σχετικά με το αίμα του Αχαάβ εξεπληρώθη, και ποια υπόσχεσι παρείχε η εκπλήρωσις αυτή για το υπόλοιπο της προφητείας;
53 Αλλά τι να λεχθή για την εκπλήρωσι των λόγων, που είχε πει ο Ηλίας από τρία χρόνια στον Βασιλέα Αχαάβ στον αμπελώνα του Ναβουθαί; Το άρμα του βασιλέως έπρεπε να πλυθή. «Και έπλυναν την άμαξαν εις το υδροστάσιον της Σαμαρείας· έπλυναν έτι και τα όπλα αυτού· και έγλειψαν οι κύνες του αίμα αυτού, κατά τον λόγον του Ιεχωβά, τον οποίον ελάλησεν.» (1 Βασιλέων 22:38, ΜΝΚ) Αυτή η εκπλήρωσις των λόγων του Ηλία σχετικά με τον Βασιλέα Αχαάβ παρείχεν υπόσχεσι ότι και όλο το υπόλοιπο της προφητείας, που εξέφερε στον αμπελώνα του Ναβουθαί όσον αφορά τον βασιλικόν οίκο του Αχαάβ και της βασιλίσσης Ιεζάβελ, θα εξεπληρώνετο, επίσης. Περιμένετε!
54, 55. (α) Ποιος διεδέχθη τον Βασιλέα Αχαάβ, και με τίνος το παράδειγμα και τη συμβουλή επροχώρησε θρησκευτικώς; (β) Μετά το ατύχημά του, σε ποιον έστειλε να ερωτήση για την ανάρρωσί του;
54 Ο θάνατος του Αχαάβ άφησε τη Βασίλισσα Ιεζάβελ χήρα· «και εβασίλευσεν αντ’ αυτού Οχοζίας ο υιός αυτού.»—1 Βασιλέων 22:39, 40.
55 Η μητέρα του νέου βασιλέως Οχοζία εξακολουθούσε να τον επηρεάζη θρησκευτικά. «Και έπραξε τα πονηρά ενώπιον του Ιεχωβά, και περιεπάτησεν εις την οδόν του πατρός αυτού, και εις την οδόν της μητρός αυτού [Ιεζάβελ], και εις την οδόν του Ιεροβοάμ υιού του Ναβάτ, όστις έκαμε τον Ισραήλ να αμαρτήση· διότι ελάτρευσε τον Βάαλ, και προσεκύνησεν αυτόν, και παρώργισεν Ιεχωβά τον Θεόν του Ισραήλ, κατά πάντα όσα έπραξεν ο πατήρ αυτού.» (1 Βασιλέων 22:52, 53, ΜΝΚ) Δεν ήταν, λοιπόν, κάτι έκτακτο το ότι, όταν ο Βασιλεύς Οχοζίας έπεσε από το δρύφρακτο του υπερώου του και αρρώστησε, τελικά έστειλε μηνυτές στην πλησιέστερη νοτιοδυτική πόλι των Φιλισταίων, την Ακκαρών, για να ρωτήσουν τον τοπικό θεό της, τον Βέελ-ζεβούλ, περί της αναρρώσεως από την ασθένειά του.—2 Βασιλέων 1:2.
56. Ποιον έστειλε ο Ιεχωβά με άγγελμα στους μηνυτάς του Βασιλέως Οχοζία, και πώς ο Οχοζίας ανεγνώρισε τον φορέα του αγγέλματος;
56 Εν τούτοις, ο λόγος του Ιεχωβά εναντίον του οίκου του Αχαάβ δεν μπορούσε ν’ αγνοηθή και να τεθή κατά μέρος. Ο Ιεχωβά, δια του αγγέλου του, έστειλε τον Ηλία να συναντήση τους μηνυτάς του βασιλέως. Ο Ηλίας του είπε: «Επειδή δεν είναι Θεός εν τω Ισραήλ, δια τούτο υπάγετε να ερωτήσετε τον Βέελ-ζεβούλ, τον θεόν της Ακκαρών; Τώρα λοιπόν ούτω λέγει ο Ιεχωβά· Δεν θέλεις καταβή από της κλίνης, εις την οποίαν ανέβης, αλλ’ εξάπαντος θέλεις αποθάνει.» Όταν επέστρεψαν οι μηνυταί και ανήγγειλαν αυτά στον Βασιλέα Οχοζία, τον γυιο του Αχααβ, αυτός ερώτησε ποια ήταν η μορφή του προφήτου. Εκείνοι είπαν ότι ήταν «άνθρωπος δασύτριχος, και περιεζωσμμένος την οσφύν αυτού με ζώνην δερματίνην.» Ο βασιλεύς τον ανεγνώρισε από την περιγραφή: «Ηλίας ο Θεσβίτης είναι.»—2 Βασιλέων 1:3-8, ΜΝΚ.
57, 58. (α) Τι προσπάθειες κατέβαλε ο Οχοζίας να συλλάβη τον Ηλίαν, και πώς ο Ηλίας τελικά επήγε να επιδώση το άγγελμα του Θεού προσωπικώς στον Οχοζία; (β) Ύστερ’ από πόσον καιρό αφότου ο Ηλίας έλαβε την εντολή του στο Όρος Χωρήβ συνέβη αυτό;
57 Ο Βασιλεύς Οχοζίας, για να συλλάβη τον Ηλία, απέστειλε ένα πεντηκόνταρχον με τους πενήντα άνδρες του. Αυτοί ποτέ δεν επέστρεψαν. Απέστειλε άλλη μια όμοια ομάδα. Και αυτοί, επίσης, ουδέποτε επέστρεψαν. Τι είχε συμβή;
58 Και στη μία και στην άλλη περίπτωσι, ο πεντηκόνταρχος βρήκε τον Ηλία καθήμενον στην κορυφή του όρους. Τον προσεφώνησε ως άνθρωπον του Θεού και τον διέταξε να υπακούση στον βασιλέα και να κατεβή. Και στη μία και στην άλλη περίπτωσι, ο Ηλίας απήντησε ότι, αν αυτός ήταν πράγματι άνθρωπος του Θεού, «ας καταβή πυρ εξ ουρανού, και ας καταφάγη σε και τους πεντήκοντα σου.» Όπως και στο Όρος Κάρμηλον, «κατέβη πυρ εκ του ουρανού, και κατέφαγεν αυτόν και τους πεντήκοντα αυτού.» Ο βασιλεύς επροκάλεσε τον Ιεχωβά εξαποστέλλοντας και τρίτην ομάδα, αλλ’ ο αρχηγός της πεντηκοντάδος αυτής δεν επροκάλεσε τον Ιεχωβά. Παρεκάλεσε τον Ηλία να σωθούν από πύρινο θάνατο αυτός και η ομάδα του. «Και είπεν ο άγγελος του Ιεχωβά προς τον Ηλίαν, Κατάβα μετ’ αυτού· μη φοβηθής απ’ αυτού.» Ο Ηλίας χωρίς φόβο πήγε με την ομάδα κι επέδωσε προσωπικά το μήνυμα του Ιεχωβά στον Βασιλέα Οχοζία. Κατόπιν ο βασιλεύς πέθανε, «κατά τον λόγον του Ιεχωβά, τον οποίον ελάλησεν ο Ηλίας.» Πέθανε χωρίς κανένα γυιο για να τον διαδεχθή στον θρόνο του Ισραήλ. Συνεπώς, άρχισε να βασιλεύη στην θέσι του ο αδελφός του Ιωράμ. (1 Βασιλέων 1:9-17, ΜΝΚ) Τότε και στην Ιερουσαλήμ, επίσης, εβασίλευε ένας βασιλεύς με το ίδιο όνομα, ο Ιωράμ, γυιος του Ιωσαφάτ, ο δε Ιωράμ αυτός ήταν, επίσης, γαμβρός του βασιλέως του Ισραήλ, διότι είχε νυμφευθή τη Γοθολία, αδελφή του βασιλέως. Δεν είχαν περάσει τότε λιγώτερα από έξη χρόνια αφότου ο προφήτης Ηλίας είχε λάβει την εντολή του στο Όρος Χωρήβ και είχε χρίσει τον Ελισσαιέ ως διάδοχό του.
ΑΝΑΛΗΨΙΣ ΜΕ ΑΝΕΜΟΣΤΡΟΒΙΛΟ ΣΤΟΥΣ ΟΥΡΑΝΟΥΣ
59. Στα Γάλγαλα με ποιους φαίνεται είχε συνταυτισθή ο Ηλίας, και τι έδειχνε ο τρόπος με τον οποίον ωνομάζοντο;
59 Η αρχή της βασιλείας του Βασιλέως Ιωράμ του Ισραήλ στη Σαμάρεια βρήκε τον προφήτη Ηλία στα Γάλγαλα, δεκάμιση περίπου χιλιόμετρα βορείως της Βαιθήλ ή περίπου είκοσι εννέα χιλιόμετρα βορείως της Ιερουσαλήμ. Στα όρη των Γαλγάλων φαίνεται να υπήρχε ένας όμιλος προφητών, που ελέγοντο «υιοί των προφητών.» (2 Βασιλέων 4:38) Πριν από χρόνια, ένας απ’ αυτούς τους «υιούς των προφητών» είχε πει στον Βασιλέα Αχαάβ ότι θα έχανε τη ζωή του, διότι άφησε να ξεφύγη η ζωή του Βασιλέως Βεν-αδάδ της Συρίας. (1 Βασιλέων 20:35-42) Αυτοί δεν ήσαν τέκνα άλλων προφητών, αλλ’ ήσαν μέλη της κοινωνίας ή οργανώσεως προφητών, πιθανώς μιας σχολής προφητών. Μερικοί ή πολλοί απ’ αυτούς μπορεί να είχαν κρυφθή από τον Οβαδία σε σπήλαια για προστασία από την Ιεζάβελ. Ήσαν από το υπόλοιπο των επτά χιλιάδων του Ισραήλ που δεν είχαν κλίνει το γόνυ στον Βάαλ. Αυτοί οι «υιοί των προφητών» ήσαν συνταυτισμένοι με τον Ηλία, ο οποίος ασφαλώς τους υπηρέτησε και τους εβοήθησε στη διακονία των ως προφητών του αληθινού Θεού Ιεχωβά.
60. (α) Όταν ο Ηλίας και ο Ελισσαιέ άρχισαν το τελευταίο των ταξίδι μαζί, πόση προφητική εκπαίδευσι είχε ο Ελισσαιέ; (β) Πώς συνέβη ώστε ο Ηλίας να φθάση από τα Γάλγαλα συνοδευόμενος ως τη Βαιθήλ από τον Ελισσαιέ;
60 Είχε έλθει ο καιρός ν’ αποχωρισθή μονίμως ο Ηλίας από τους προφήτας των Γαλγάλων πάνω στα όρη. Τότε πια ο υπηρέτης του, Ελισσαιέ ο γυιος του Σαφάτ, είχε πολυετή εκπαίδευσι σε προφητικό έργον. Απεκαλύφθη στον Ελισσαιέ ότι ο κύριός του ο Ηλίας επρόκειτο ν’ αποχωρισθή απ’ αυτού μ’ ένα υπερφυσικό τρόπο. «Ότε δε έμελλεν ο Ιεχωβά να αναβιβάση τον Ηλίαν εις τον ουρανόν με ανεμοστρόβιλον, ανεχώρησεν ο Ηλίας μετά του Ελισσαιέ από Γαλγάλων. Και είπεν ο Ηλίας προς τον Ελισσαιέ, Κάθου ενταύθα, παρακαλώ· διότι ο Ιεχωβά με απέστειλεν έως Βαιθήλ. Και είπεν ο Ελισσαιέ, Ζη ο Ιεχωβά, και ζη η ψυχή σου, δεν θέλω σε αφήσει. Και κατέβησαν εις Βαιθήλ.» (2 Βασιλέων 2:1, 2, ΜΝΚ) Αυτή η Βαιθήλ είναι 900 περίπου μέτρα πάνω από τον Ιορδάνη Ποταμό, όπου οι Ισραηλίται τον διέβησαν κοντά στην Ιεριχώ, στις ημέρες του Κριτού Ιησού του Ναυή, χωρίς να βραχούν τα πόδια των.
61. (α) Τι ερώτησαν τον Ελισσαιέ οι υιοί των προφητών στη Βαιθήλ και στην Ιεριχώ, και τι απήντησε αυτός; (β) Τι απήντησε ο Ελισσαιέ στο αίτημα του Ηλία να παραμείνη προς τα πίσω, κι έτσι πού έφθασαν μαζί;
61 Εκεί στη Βαιθήλ οι υιοί των προφητών ερώτησαν τον Ελισσαιέ: «Εξεύρεις ότι ο Ιεχωβά σήμερον λαμβάνει τον κύριόν σου επάνωθεν της κεφαλής σου;» Τότε ο Ελισσαιέ είπε: «Και εγώ εξεύρω τούτο σιωπάτε.» Ο Ηλίας, ύστερ’ από μια αποχαιρετιστήριό επίσκεψι στους προφήτας της Βαιθήλ, είπε: «Ελισσαιέ, κάθου ενταύθα, παρακαλώ· διότι ο Ιεχωβά με απέστειλεν εις Ιεριχώ.» Ο Ελισσαιέ αρνήθηκε πάλι ν’ αφήση τον κύριό του να φύγη μόνος. Κατέβηκαν, λοιπόν, στην Ιεριχώ, κοντά στον Ιορδάνη Ποταμό, αλλά λίγα χιλιόμετρα πιο πάνω εκεί όπου εκχύνεται στη Νεκρά Θάλασσα. Κι εκεί, επίσης, οι υιοί των προφητών ερώτησαν τον Ελισσαιέ αν εγνώριζε ότι ο Ιεχωβά θα ελάμβανε τον Ηλία μακριά απ’ αυτόν. Ο Ελισσαιέ τους είπε: «Και εγώ εξεύρω τούτο· σιωπάτε.» Ύστερ’ από μια αποχαιρετιστήριο επίσκεψι σ’ αυτούς τους προφήτας, ο Ηλίας έπρεπε ν’ αναχωρήση. Είπε στον Ελισσαιέ: «Κάθου ενταύθα, παρακαλώ· διότι ο Ιεχωβά με απέστειλε εις τον Ιορδάνην.» Και πάλι αρνήθηκε ο Ελισσαιέ, λέγοντας: «Ζη ο Ιεχωβά, και ζη η ψυχή σου, δεν θέλω σε αφήσει.» Πήγαν λοιπόν μαζί προς τη δυτική όχθη του Ιορδάνου Ποταμού.—2 Βασιλέων 2:3-6, ΜΝΚ.
62. Πώς οι δύο επέρασαν στην απέναντι όχθη του Ιορδάνου;
62 Τι θα συνέβαινε στον Ιορδάνη; Πενήντα από τους υιούς των προφητών στάθηκαν σε απόστασι για να παρακολουθήσουν. Είδαν τον Ηλία και τον Ελισσαιέ να φθάνουν στον Ιορδάνη και να στέκουν στην όχθη. Παρέστησαν μάρτυρες του τελικού θαύματος του Ηλία. «Και έλαβεν ο Ηλίας την μηλωτήν αυτού, και εδίπλωσεν αυτήν, και εκτύπησε τα ύδατα, και διηρέθησαν ένθεν και ένθεν, και διέβησαν αμφότεροι δια ξηράς.» (2 Βασιλέων 2:7, 8) Εκεί κοντά, πριν από πεντακόσια και πλέον χρόνια, το έθνος Ισραήλ είχε διαβή τον Ιορδάνη από την αντίπερα όχθη με θαυματουργικό διαχωρισμό των υδάτων. Αυτό είχε γίνει με τη δύναμι του Θεού του Ηλία.
63. Στην άλλη όχθη, τι εζήτησε από τον Ηλία ο Ελισσαιέ, και πώς εννοούμε το αίτημά του;
63 «Και ότε διέβησαν, είπεν ο Ηλίας προς τον Ελισσαιέ, Ζήτησον τι να σοι κάμω, πριν αναληφθώ από σου. Και είπεν ο Ελισσαιέ, Διπλασία μερίς του πνεύματός σου ας ήναι, παρακαλώ, επ’ εμέ.» Ο Ελισσαιέ επιθυμούσε να έχη ένα πνεύμα όμοιο με του Ηλία. Δεν εζήτησε όλο το πνεύμα του Ηλία, ούτε διπλάσιο από το πνεύμα του Ηλία. Μια μερίς είναι μια μερίς, απλώς ένα μέρος του όλου· ο δε Ελισσαιέ εζήτησε δύο μερίδες του πνεύματος του Ηλία, σαν να ήταν αυτός ο πρωτότοκος υιός του Ηλία, στον οποίον ωφείλετο μια πρόσθετη μερίς από τις μερίδες που ανήκαν στους άλλους υιούς. Ο Ελισσαιέ επιθυμούσε να έχουν κι οι άλλοι προφήται την οφειλομένη μερίδα τους από το πνεύμα του Ηλία. Εν τούτοις, αν επρόκειτο να είναι διάδοχος του Ηλία και ν’ αναλάβη την ηγεσία, όπως είχε κάμει κι ο Ηλίας, τότε εχρειάζετο από το πνεύμα του Ηλία διπλάσιο απ’ όσο είχε οποιοσδήποτε από τους άλλους προφήτας. Πώς, λοιπόν, μπορούσε ο Ελισσαιέ να λάβη τις δύο μερίδες του πρωτοτόκου;
64. Τι είπε ο Ηλίας απαντώντας στον Ελισσαιέ, και τι αυτό απαιτούσε να κάμη ο Ελισσαιέ;
64 Ο Ηλίας, φορώντας ακόμη τη μηλωτή του, είπε στον Ελισσαιέ: «Σκληρόν πράγμα εζήτησας· πλην εάν με ίδης αναλαμβανόμενον από σου, θέλει γείνει εις σε ούτως· ει δε μη, δεν θέλει γείνει.» (2 Βασιλέων 2:9, 10) Αυτό εσήμαινε ότι πραγματικά ο Θεός ήταν εκείνος που μετέδιδε το πνεύμα με οποιοδήποτε μέτρον· και αν ο Θεός ευνοούσε τον Ελισσαιέ με το προνόμιο να ιδή τον Ηλία αναλαμβανόμενον απ’ αυτόν θαυματουργικά, αυτό θα εσήμαινε ότι ο Θεός θα ευνοούσε, επίσης, τον Ελισσαιέ με δύο μερίδες από το πνεύμα του κυρίου του. Παρέστη ανάγκη, λοιπόν, να μείνη ο Ελισσαιέ στο πλευρό του Ηλία ως το τέλος.
65. Πώς ο Ηλίας ανεχώρησε από τον Ελισσαιέ, και τι εβόα ο Ελισσαιέ;
65 «Και ενώ αυτοί περιεπάτουν έτι λαλούντες, ιδού, άμαξα πυρός, και ίπποι πυρός, και διεχώρισαν αυτούς αμφοτέρους· και ανέβη ο Ηλίας με ανεμοστρόβιλον εις τον ουρανόν. Ο δε Ελισσαιέ έβλεπε, και εβόα, Πάτερ μου, πάτερ μου, άμαξα του Ισραήλ και ιππικόν αυτού! Και δεν είδεν αυτόν πλέον και επίασε τα ιμάτια αυτού, και διέσχισεν αυτά εις δύο τμήματα.»—2 Βασιλέων 2:11, 12.
66. (α) Έτσι ύστερ’ από πόσον καιρό από τη φυγή του στο Χωρήβ ετερμάτισε ο Ηλίας τη δημοσία σταδιοδρομία του, και τι πραγματικά είχε επιτελέσει; (β) Σε ποια κατάστασι σχέσεως με τον Θεό ευρίσκετο ο Ηλίας όταν ανελήφ0η, και σε ποια εξάρτησι τον είδε ο Ελισσαιέ αναλαμβανόμενον;
66 Μ’ αυτόν τον αξιοσημείωτο τρόπο ετερμάτισε ο Ηλίας τη δημοσία σταδιοδρομία του στο δεκάφυλο βασίλειο του Ισραήλ ως προφήτης του αληθινού Θεού, Ιεχωβά. Αναφέρεται ότι διηκόνησε στον Ισραήλ περισσότερα χρόνια μετά την πύρινη δοκιμασία του Όρους Καρμήλου και τη φυγή του στο όρος Χωρήβ παρά προηγουμένως. Δεν υπηρέτησε ματαίως ως ένας μάρτυς του Ιεχωβά. Αποκατέστησε το όνομα του Ιεχωβά σε έντιμη θέσι στον Ισραήλ, τουλάχιστον με το υπόλοιπο των επτά χιλιάδων που δεν είχαν κλίνει γόνυ στον Βάαλ. Τουλάχιστον τις καρδιές τους αυτός, ως αντιπρόσωπος του Ιεχωβά, τις επανέστρεψε προς τον μόνον ζώντα και αληθινό Θεό, τον Θεό που μπόρεσε να κατεβάση πυρ από τον ουρανό και που είναι, επίσης, Βροχοποιός. (1 Βασιλέων 18:37, 38, 45) Η ανάληψίς του στον ουρανό δεν ήταν μια έμφοβη φυγή από την Βασιλομήτορα Ιεζάβελ, όπως ήταν στις ημέρες που ζούσε ο σύζυγός της Βασιλεύς Αχαάβ. Ο Ηλίας δεν απεχωρίσθη από τον διάδοχό του, τον Ελισσαιέ, σε κάποιο καιρό θείας δυσμενείας, σε καιρό οργής του Θεού εναντίον του. Ο Ηλίας ελήφθη μακριά με άνοδο προς τον ουρανό υπό την επιδοκιμασία του Θεού, ύστερ’ από λίγον καιρό αφότου ο Θεός εχρησιμοποίησε τον Ηλία για να εκτελέση ένα από τα μεγαλύτερα θαύματα της σταδιοδρομίας του. Αυτό έγινε σε απόστασι μικρότερη των είκοσι δύο χιλιομέτρων απ’ εκεί όπου είχε πεθάνει ο προφήτης Μωυσής στο Όρος Νεβώ, ανατολικά του Ιορδάνου Ποταμού. Ο Ηλίας ανελήφθη με ανεμοστρόβιλο, με το πύρινο άρμα και τους πυρίνους ίππους, που ο Ελισσαιέ ωνόμασε «άμαξα του Ισραήλ, και ιππικόν αυτού!» Ήταν η θαυματουργική πολεμική εξάρτησις του Ιεχωβά των δυνάμεων.
67. Τι χάρισμα κατέλιπε ο Ηλίας στον διάδοχό του;
67 Το χάρισμα, που κατέλιπε ο Ηλίας στον διάδοχό του Ελισσαιέ, δεν ήταν πνεύμα φόβου και αθυμία για δυσμένεια του Θεού. Ήταν ‘δύο μερίδες’ πνεύματος θάρρους και απολύτου ζήλου «υπέρ του Ιεχωβά, του Θεού των δυνάμεων—1 Βασιλέων 19:10, 14.
68. Γιατί ο Ελισσαιέ δεν ετήρησε περίοδον πένθους για τον Ηλία;
68 Περίλυπος ο Ελισσαιέ διέσχισε τα ιμάτιά του σε δυο τμήματα, επειδή απεχωρίσθη από τον αγαπημένο του κύριο· αλλά δεν ήταν καιρός πένθους, εφόσον ο Ηλίας ανηρπάγη ζωντανός. Ο Ελισσαιέ δεν ετήρησε περίοδον πένθους για την απομάκρυνσι του Ηλία. Ο Ελισσαιέ πήγε να εργασθή αμέσως κατόπιν, κι έτσι δεν υπήρχε διακοπή στην προφητική διακονία στην οποία ετέθη ως διάδοχος ο Ελισσαιέ. Ο Ηλίας απεδήμησε ζωντανός σε μια υπερφυσική δόξα, αφήνοντας το έργον σε καλά εξησκημένα χέρια.
69, 70. (α) Πώς γνωρίζομε αν ο Ηλίας ανέβη στην αόρατη παρουσία του Ιεχωβά Θεού; (β) Τι λέγει η επιστολή προς τον Βασιλέα Ιωράμ του Ιούδα, κι έτσι ο Ηλίας απεδείχθη ότι ήταν προφήτης σε ποιο Βασίλειο επίσης;
69 Ο Ηλίας δεν πήγε στον ουρανό με την έννοια της μεταβάσεως στο αόρατο πνευματικό βασίλειο στο οποίον ζουν ο Θεός κι ο μονογενής του Υιός και οι ουράνιοι άγγελοι. Ύστερ’ από εννεακόσια πενήντα χρόνια, ο Υιός του Θεού από τον ουρανό ήλθε εδώ στη γη ως άνθρωπος, και είπε στον Ιουδαίο άρχοντα Νικόδημο: «Ουδείς ανέβη εις τον ουρανόν, ειμή ο καταβάς εκ του ουρανού, ο Υιός του ανθρώπου.» (Ιωάννης 3:13) Επί πλέον, υπάρχει απόδειξις ότι ο Ηλίας δεν πέθανε ευθύς αμέσως μετά τον αποχωρισμό του από τον Ελισσαιέ. Ο προφήτης Ηλίας, επτά χρόνια και πλέον μετά την ανάληψί του, έστειλε από κάπου μια επιστολή στον γαμβρό του Βασιλέως Αχαάβ, στον Βασιλέα Ιωράμ του Ιούδα στην Ιερουσαλήμ. Αναγινώσκομε:
70 «Και ήλθε προς αυτόν έγγραφον παρά του Ηλία του προφήτου, λέγον, Ούτω λέγει Ιεχωβά ο Θεός του Δαβίδ του πατρός σου· Επειδή δεν περιεπάτησας εν ταις οδοίς Ιωσαφάτ του πατρός σου, και εν ταις οδοίς του Ασά βασιλέως του Ιούδα, αλλά περιεπάτησας εν τη οδώ των βασιλέων του Ισραήλ, και έκαμες τον Ιούδαν και τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ να πορνεύσωσι, κατά τας πορνείας του οίκου του Αχαάβ, έτι δε εθανάτωσας τους αδελφούς σου, τον οίκον του πατρός σου, τους καλητέρους σου, ιδού, ο Ιεχωβά θέλει πατάξει με πληγήν μεγάλην τον λαόν σου, και τα τέκνα σου, και τας γυναίκας σου, και πάντα τα υπάρχοντά σου· και συ θέλεις κτυπηθή με πολλές αρρωστίας, με αρρωστίαν των εντοσθίων σου, εωσού εξέλθωσι τα εντόσθιά σου εκ της αρρωστίας από ημέρας εις ημέραν.» (2 Χρονικών 21:12-15) Ο Ηλίας ήταν έτσι όχι μόνο ένας απλός προφήτης του Ισραήλ, αλλ’ έγινε και προφήτης του βασιλείου του Ιούδα μετά την ανάληψί του.
71. Ποια θαύματα επετέλεσε ο Ηλίας, και πώς αυτός αναφέρεται στην προς Εβραίους επιστολή, κεφάλαιο ενδέκατο;
71 Ο Ηλίας είχε οκτώ αναφερόμενα θαύματα στο ενεργητικό του. Αυτά ήσαν: (1) Το κλείσιμο του ουρανού από βροχόπτωσι· (2) η συνεχής ανανέωσις του αποθέματος αλεύρου και ελαίου της χήρας στα Σαρεπτά· (3) η ανάστασις του γυιου της χήρας· (4) η καταβίβασις πυρός από τον ουρανό σε απάντησι προσευχής· (5) η διακοπή της ξηρασίας με βροχή σε απάντησι προσευχής· (6) η καταβίβασις πυρός πάνω στον πεντηκόνταρχο του Βασιλέως Οχοζίου και τους πενήντα του άνδρες· (7) η καταβίβασις πυρός πάνω σε δεύτερο πεντηκόνταρχο και στους πενήντα του· (8) η διαίρεσις των υδάτων του Ιορδάνου Ποταμού δια χτυπήματος με τη μηλωτή του. Η ανάληψίς του στους ουρανούς ήταν θαυματουργική, αλλ’ ήταν άμεση πράξις του Θεού. Στην επιστολή προς Εβραίους 11:2 έως 12:1, όπου παρατίθεται κατάλογος των αρχαίων μαρτύρων του Ιεχωβά, αναμφισβήτητα γίνεται μνεία και του Ηλία όταν λέγεται: «Θέλει με λείψει ο καιρός διηγούμενον περί . . . Σαμουήλ και των προφητών οίτινες δια της πίστεως . . . ειργάσθησαν δικαιοσύνην . . . Έλαβον γυναίκες τους νεκρούς αυτών αναστηθέντας.» Ο Ηλίας έτσι έπαιξε ένα σπουδαίο ρόλο για τον αγιασμό του ονόματος του Ιεχωβά.
72. Σύμφωνα με τα εδάφια 1 Κορινθίους 10:11 και Μαλαχίας 4:4-6, τι εκτελούσε ο Ηλίας που έχει σημασία για μας;
72 Η ιστορία του Ηλία πρέπει να είναι σημαντική, σύμφωνα με ό,τι είναι γραμμένο στην επιστολή 1 Κορινθίους 10:11. Φαίνεται ότι αυτός εκτελούσε ένα προφητικό δράμα. Αυτό πρέπει ν’ αληθεύη αν ληφθή υπ’ όψιν το τελευταίο βιβλίο των Εβραίων προφητών, που εγράφη τετρακόσια και πλέον χρόνια μετά τον Ηλία, δηλαδή, του Μαλαχία. Στον Μαλαχία 4:4-6 (ΜΝΚ) είναι γραμμένο: «Ενθυμείσθε τον νόμον του Μωυσέως του δούλου μου, τον οποίον προσέταξα εις αυτόν εν Χωρήβ δια πάντα τον Ισραήλ, τα διατάγματα, και τας κρίσεις. Ιδού, εγώ θέλω αποστείλει προς εσάς Ηλίαν τον προφήτην, πριν έλθη η ημέρα του Ιεχωβά η μεγάλη και επιφανής· και αυτός θέλει επιστρέψει την καρδίαν των πατέρων προς τα τέκνα, και την καρδίαν των τέκνων προς τους πατέρας αυτών, μήποτε έλθω και πατάξω την γην με ανάθεμα.»
73. Πώς πρόκειται σύντομα να επιστρέψη ο Ηλίας προσωπικώς, και αυτό είναι εκείνο στο οποίο αναφέρεται ο Μαλαχίας 4:5, 6;
73 Σύμφωνα με το χρονολογικό σχέδιο της Γραφής και σύμφωνα με την εκπλήρωσι των Βιβλικών προφητειών, δεν απέχει πολύ ο καιρός που πρόκειται ν’ αναστηθή ο Ηλίας εκ νεκρών και ναι ζήση πάλι εδώ στη γη. Αυτό, όμως, δεν είναι εκείνο, στο οποίον αναφέρονται τα εδάφια Μαλαχίας 4:5, 6, που παρετέθησαν ανωτέρω. Η εξήγησις τούτου πρόκειται να γίνη σε μεταγενέστερες σελίδες του παρόντος βιβλίου.
[Υποσημειώσεις]
a Παράβαλε με Δευτερονόμιον 28:23, 24· Ψαλμόν 107:33, 34· Ιωήλ 1:4-20· Αγγαίον 1:10, 11.
b Βλέπε Ξύπνα! 8ης Απριλίου 1949, σελίς 12, από τον τίτλον «Ατομική Ενέργεια επί του Όρους» (Καρμήλου).
Σύμφωνα με την παράδοσι, η σκηνή για τη δοκιμή του πυρός είναι το ύψωμα Ελ-Μαρακά (Ελ-Μουρεγκά), «ο τόπος του ολοκαυτώματος,» Ένας τόπος που τηρείται ακόμη ιερός από τους θρησκευτικούς Δρούσους. Υπερβαίνει σε ύψος τα 1.680 πόδια.
[Χάρτης στη σελίδα 137]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Χάρτης του ΒΟΡΕΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ του ΙΣΡΑΗΛ στις ημέρες του Ηλία και Ελισσαιέ (941-852 π.Χ.)
ΜΕΓΑΛΗ ΘΑΛΑΣΣΑ
Σιδών
Σαρεπτά
Τύρος
Ποταμός Αβανά
Ποταμός Φαρφάρ
Δαμασκός
ΙΣΡΑΗΛ
ΓΑΛΑΑΔ
(Πέλλα)
Ραμώθ-γαλαάδ
Αβέλ-μεολά
Ποταμός Ιορδάνης
Θέσβη
Κοιλάς Χειμάρρου Χερίθ
ΓΑΛΙΛΑΙΑ
Αφέκ
Θάλασσα της Γαλιλαίας
Ιιών
Ιανώχ
Αβέλ-βαιθ-μααχά
Δαν
Κέδες
Ασώρ
Ποταμός Κισών
Όρος ΚΑΡΜΗΛΟΣ
(Ζααναείμ)
Σουνήμ
Μεγγιδώ
Ιεζραέλ
Δωθάν
Σαμάρεια
(Οφήλ)
Ποταμός Ιαβόκ
Βάαλ-σαλισά
ΕΦΡΑΪΜ
Γάλγαλα
Βαιθήλ
Ιεριχώ
ΦΙΛΙΣΤΙΑ
Ακαρών
Γάζα
ΙΟΥΔΑΙΑ
Λιβνά
Ιερουσαλήμ
Βηθλεέμ
Λαχείς
Χεβρών
Βηρ-σαβεέ
Νεκρά Θάλασσα
ΜΩΑΒ
Δαιβών
Κιρ-αρεσέθ
ΠΕΔΙΑΔΕΣ ΜΩΑΒ
ΟΡΟΣ ΦΑΣΓΑ
ΟΡΟΣ ΝΕΒΩ
ΑΜΜΩΝ
ΝΕΓΚΕΜΠ
Κάδης-Βαρνή
ΑΡΑΒΑ
ΕΔΩΜ
ΠΡΟΣ ΟΡΟΣ ΧΩΡΗΒ (ΣΙΝΑ)
-
-
Συνέχισις της Μη Περατωθείσης Εντολής«Αγιασθήτω το Όνομά Σου»
-
-
Κεφάλαιο 10
Συνέχισις της Μη Περατωθείσης Εντολής
1. Πώς επολιτεύθη ο Ηλίας με τους βεβηλωτάς του ονόματος του Ιεχωβά, και πώς εξετελέσθη το μη περατωμένο μέρος της εντολής;
Ο Ηλίας προσωπικά εξετέλεσε εκατοντάδες βεβηλωτάς του ιερού ονόματος του Ιεχωβά Θεού στην κοιλάδα του χειμάρρου Κισών, στην ανατολική πλευρά του Όρους Καρμήλου. Επίσης απήγγειλε την από τον Ιεχωβά καταδίκη καταστροφής και άλλων βεβηλωτών του ονόματός Του, στους οποίους περιελαμβάνοντο ο Βασιλεύς του Ισραήλ Αχαάβ και ο γυιος του Βασιλεύς Οχοζίας. Ο Ιεχωβά είχε δώσει την εξής εντολή στον Ηλία, στο Όρος Χωρήβ: «Ύπαγε, επίστρεψον εις την οδόν σου προς την έρημον της Δαμασκού· και όταν έλθης, χρίσον τον Αζαήλ βασιλέα επί την Συρίαν· τον δε Ιηού τον υιόν του Νιμσί θέλεις χρίσει βασιλέα επί τον Ισραήλ· και τον Ελισσαιέ τον υιόν του Σαφάτ, από Αβέλ-μεολά, θέλεις χρίσει προφήτην αντί σου· και θέλει συμβή, ώστε τον διασωθέντα εκ της ρομφαίας του Αζαήλ, θέλει θανατώσει ο Ιηού· και τον διασωθέντα εκ της ρομφαίας του Ιηού, θέλει θανατώσει ο Ελισσαιέ.» (1 Βασιλέων 19:15-17) Χρόνια πριν από την ανάληψί του στους ουρανούς ο Ηλίας είχε χρίσει (διορίσει) τον Ελισσαιέ ως διάδοχό του, αλλά δεν εξεπλήρωσε το υπόλοιπο της εντολής αυτής. Έπρεπε να το αφήση αυτό για να το εκτελέση ο διάδοχός του, τρόπον τινά, εν ονόματι του Ηλία.
2. Τι εσήκωσε ο Ελισσαιέ, τι έκαμε με αυτή, και με ποιο αποτέλεσμα;
2 Στον Ελισσαιέ είχε δοθή υπόσχεσις ότι, αν έβλεπε τον Ηλία αναλαμβανόμενον απ’ αυτόν, θα ελάμβανε δύο μερίδες από το πνεύμα του Ηλία. Ο Ελισσαιέ τον είδε, όταν ανελαμβάνετο στον ουρανό. Καθώς ο Ηλίας ανυψώνετο με ανεμοστρόβιλον, του έπεσε η γνωστή μηλωτή του, εκείνη που είχε ρίξει στον Ελισσαιέ όταν τον διώριζε ως διάδοχο. Τότε αυτή έγινε μηλωτή του Ελισσαιέ για να τη φορή στην εκτέλεσι του υπολοίπου της εντολής αντί του Ηλία, ένα σημείο διαδοχής. «Και σηκώσας την μηλωτήν του Ηλία, ήτις έπεσεν επάνωθεν εκείνου, επέστρεψε, και εστάθη επί του χείλους του Ιορδάνου. Και λαβών την μηλωτήν του Ηλία, ήτις έπεσεν επάνωθεν εκείνου, εκτύπησε τα ύδατα, και είπε, Πού είναι Ιεχωβά ο Θεός του Ηλία; Και ως εκτύπησε και αυτός τα ύδατα, διηρέθησαν ένθεν και ένθεν και διέβη ο Ελισσαιέ.»—2 Βασιλέων 2:9-14, ΜΝΚ.
3. Με ποιον απεδείχθη έτσι ότι ήταν ο Θεός του Ηλία, και ποια θέσι κατέλαβε τώρα αυτός;
3 Πού ήταν ο Ιεχωβά, ο Θεός του Ηλία; Με τον Ελισσαιέ βέβαια. Αυτό απεδείχθη από το πρώτο το θαύμα του Ελισαιέ. Με τον Ελισσαιέ ο Ιεχωβά μπορούσε να κάμη θαύματα σαν εκείνα που είχαν γίνει από τον Ηλία, διότι τώρα ο Ελισσαιέ ήταν αληθινά ο διάδοχός του και είχε δύο μερίδες του πνεύματος του Ηλία.
4. Στους υιούς των προφητών ποιας πόλεως ήλθε τώρα ο Ελισσαιέ, ποια παρατήρησι έκαμαν σχετικά με αυτόν, και ποια αίτησι έκαμαν;
4 Ο Ελισσαιέ διέβη τον Ιορδάνη από την ανατολική όχθη ως τη δυτική όχθη, προς τη διεύθυνσι της Ιεριχώ, «πόλεως φοινίκων.» Πενήντα από τους υιούς των προφητών στην Ιεριχώ, στους οποίους ο Ηλίας μόλις είχε κάμει επίσκεψι αποχαιρετισμού, στάθηκαν σε απόστασι παρακολουθώντας τον Ηλία και τον Ελισσαιέ που επήγαιναν στον Ιορδάνη Ποταμό. Τώρα ο Ελισσαιέ επανήλθε μόνος. «Και ιδόντες αυτόν οι υιοί των προφητών, οι εν Ιεριχώ εκ του απέναντι, είπον, Το πνεύμα του Ηλία επανεπαύθη επί τον Ελισσαιέ. Και ήλθον εις συνάντησιν αυτού και προσεκύνησαν αυτόν έως εδάφους.» Δεν αναφέρεται αν αυτοί είχαν ιδεί την ανάληψι του Ηλία· αλλ’ είπαν: «Ιδού τώρα, πεντήκοντα δυνατοί άνδρες είναι μετά των δούλων σου· ας υπάγωσι, παρακαλούμεν, και ας ζητήσωσι τον κύριόν σου, μήποτε εσήκωσεν αυτόν το πνεύμα του Ιεχωβά και ερριψεν αυτόν επί τινος όρους, ή επί τινος κοιλάδος.»
5. Αφού έκαμαν την επιθυμητή αναζήτησι, γιατί οι υιοί των προφητών δεν ετήρησαν πένθος για τον Ηλία;
5 Συνεχώς επίεζαν τον Ελισσαιέ ώσπου αυτός τελικά είπε: «Αποστείλατε.» Οι πενήντα άνδρες, που εστάλησαν να ερευνήσουν την περιοχή στην άλλη όχθη του Ιορδάνου, έκαναν αναζητήσεις επί τρεις μέρες. Επανήλθαν στον Ελισσαιέ στην Ιεριχώ χωρίς το πτώμα του Ηλία. Ο Ελισσαιέ είπε: «Δεν σας είπα, Μη υπάγητε;» (2 Βασιλέων 2:15-18 ΜΝΚ) Αν εύρισκαν το πτώμα του Ηλία, θα τηρούσαν πιθανώς τριακονθήμερον πένθος. Αλλά τότε δεν ήταν καιρός για πένθη. Ήταν καιρός για έργον!
6. Ποιο ήταν το δεύτερο θαύμα που έκαμε ο Ελισσαιέ, και από την Ιεριχώ πού απεφάσισε να πάη;
6 Ο Ελισσαιέ, ενώ παρέμενε στην Ιεριχώ, σε απόστασι μικρότερη των δεκαπέντε χιλιομέτρων από τη Νεκρά Θάλασσα ή Αλμυρά Θάλασσα, εξετέλεσε το δεύτερο θαύμα του. Εθεράπευσε την κακή ύδρευσι του τόπου, στην ίδια την πηγή της. Ύστερ’ από εκατοντάδες χρόνια ανεφέρετο ότι αυτή η πηγή εξακολουθούσε να είναι θεραπευμένη. (2 Βασιλέων 2:19-22) Από την κάτω Λεκάνη του Ιορδάνου, που ήταν πολύ πιο κάτω από την επιφάνεια της θαλάσσης, ο Ελισσαιέ απεφάσισε να επιστρέψη στην πόλι Βαιθήλ που ήταν 915 περίπου μέτρα ψηλότερα, όπου υπήρχε επίσης και ένας όμιλος από υιούς των προφητών.
7. Στον δρόμο του ποια πείρα είχε ο Ελισσαιέ, και ποιο αποτέλεσμα είχε η κατάρα του επάνω στους ανευλαβείς;
7 «Και ενώ αυτός ανέβαινεν εν τη οδώ, εξήλθον εκ της πόλεως παιδία μικρά, και ενέπαιζον αυτόν, και έλεγον προς αυτόν, Ανάβαινε, φαλακρέ! ανάβαινε, φαλακρέ! Ο δε εστράφη οπίσω, και ιδών αυτά, κατηράσθη αυτά εις το όνομα του Ιεχωβά. Και εξήλθον εκ του δάσους δύο άρκτοι, και διεσπάραξαν εξ αυτών τεσσαράκοντα δύο παιδία.»—2 Βασιλέων 2:23, 24, ΜΝΚ.
8. Τι εσήμαιναν αυτοί οι χλευασμοί, και ποια απόδειξι της ιδιότητάς του ως προφήτου διαδόχου του Ηλία έδωσε ο Ελισσαιέ;
8 Είχαν ιδεί έναν άνθρωπο φαλακρό να φορή τη γνωστή μηλωτή του Ηλία. Δεν ήθελαν να έχουν κανένα διάδοχο του Ηλία εκεί. Αυτός έπρεπε ή να συνεχίση τον δρόμο του προς τη Βαιθήλ ή ν’ απέλθη εντελώς από τη γη κάνοντας μια ανάβασι στους ουρανούς όπως είχε κάμει ο προηγούμενος που φορούσε αυτή τη μηλωτή. Ο Ελισσαιέ, για ν’ απαντήση σ’ αυτή την πρόκλησι για το αν αυτός ήταν διάδοχος του Ηλία, και για να διδάξη σ’ αυτούς τους νεαρούς και στους γονείς των τον κατάλληλο σεβασμό για τον προφήτη του Ιεχωβά, καταράσθηκε στο όνομα του Θεού του Ηλία αυτόν τον όχλο που εχλεύαζε. Ήταν μια δοκιμασία της ιδιότητός του ως προφήτου. Δύο αρκούδες, εξαγριωμένες σαν να είχαν χάσει τα νεογνά τους, βγήκαν από τα παρακείμενα δάση κι εξώντωσαν σαράντα δύο από τους χλευαστάς. Οι χλευασμοί των μετεστράφησαν σε ξεφωνητά! Οι γονείς των δεν μπόρεσαν να παράσχουν καμμιά βοήθεια. Εξετελέσθη κρίσις στο όνομα του Ιεχωβά!
9. Από τη Βαιθήλ πού επήγε ο Ελισσαιέ και κατόπιν που τελικά;
9 Από τη Βαιθήλ ο Ελισσαιέ πήγε στο Όρος Κάρμηλο όπου ο Ηλίας είχε προσευχηθή να καταβή πυρ από τον ουρανό για ν’ αποδείξη ότι ο Ιεχωβά είναι ο αληθινός Θεός. Απ’ εκεί επέστρεψε στην πόλι Σαμάρεια πρωτεύουσα του τότε ανάσσοντος Βασιλέως Ιωράμ, γυιου του Αχαάβ.—2 Βασιλέων 2:25.
10. Τι συνετέλεσε τώρα ώστε να εμφανισθή ο Ελισσαιέ ενώπιον του Βασιλέως του Ιούδα Ιωσαφάτ;
10 Μετά τον θάνατο του Βασιλέως Αχαάβ και ενώ εβασίλευε ο γυιος του Οχοζίας, ο Μησά, ο βασιλεύς του Μωάβ εστασίασε και αρνήθηκε να πληρώνη πια φόρους στον βασιλέα του Ισραήλ. Αυτός ήταν ο Βασιλεύς Μησά, που είχε ανεγείρει τη μαύρη στήλη βασάλτου που βρέθηκε το 1868 στη Δαιβών του Μωάβ και η οποία ωνομάσθηκε Μωαβίτης Λίθος. Στην επιγραφή του Λίθου αυτού ο Βασιλεύς Μησά αινεί τον θεό του Χεμώς και ομιλεί περί καταλήψεως των εστιών του θυσιαστηρίου του Ιεχωβά. Ο Βασιλεύς Ιωράμ του Ισραήλ, ο Βασιλεύς Ιωσαφάτ του Ιούδα κι ο βασιλεύς του Εδώμ ενώθηκαν σε μια εκστρατεία για να καταστείλουν τη στάσι του Βασιλέως Μησά. Οι στρατιές των επαγιδεύθησαν σε μια άνυδρη έρημο. Ο Βασιλεύς Ιωσαφάτ εζήτησε έναν προφήτη του Ιεχωβά. Ένας δούλος του Βασιλέως Ιωράμ είπε: «Είναι εδώ Ελισσαιέ ο υιός του Σαφάτ, όστις επέχεεν ύδωρ εις τας χείρας του Ηλία.» Ο Βασιλεύς Ιωσαφάτ είπε με πίστι: «Λόγος Ιεχωβά είναι μετ’ αυτού.»
11. Ποιο θαύμα έκαμε τώρα ο Ελισσαιέ, με ποιο αποτέλεσμα στους αποστάτας Μωαβίτας;
11 Ο Ελισσαιέ, από σεβασμό στον Βασιλέα Ιωσαφάτ, που ήταν ακόμη κάτω από την εύνοια του Ιεχωβά, έδωσε οδηγίες για τον τρόπο ενεργείας για να ληφθή νερό από τον Ιεχωβά. Το επόμενο πρωί, όταν εγέμισαν νερό οι λάκκοι, που είχαν σκαφθή με πίστι για ύδρευσι, απατήθηκαν οι αποστάται Μωαβίται για να επιχειρήσουν μια επίθεσι που κατέληξε σε καταστροφή των ιδίων.—2 Βασιλέων 3:1-27, ΜΝΚ.
12. Χάριν ποιου έκαμε ο Ελισσαιέ το πέμπτο θαύμα του, και πώς;
12 Ο Ελισσαιέ εξακολούθησε τη στενή συναναστροφή του με τις διάφορες ομάδες των υιών των προφητών. Επροστάτευσε τα συμφέροντά των. Η χήρα ενός απ’ αυτούς τους προφήτας βρέθηκε χρεωμένη και σε κίνδυνο να συλληφθούν οι δύο γυιοι της ως δούλοι από τον δανειστή της. Τότε ο Ελισσαιέ έκαμε το πέμπτο θαύμα του. Εδόθη θαυματουργικά στη γυναίκα άφθονη ποσότης ελαιολάδου μέσα στον οίκον της. Τότε ο Ελισσαιέ είπε στη χήρα: «Ύπαγε, πώλησον το έλαιον, και πλήρωσον το χρέος σου, και ζήσον με το υπόλοιπον, συ και τα τέκνα σου.»—2 Βασιλέων 4:1-7.
13, 14. (α) Πώς ο Ελισσαιέ αντήμειψε την καλωσύνη της Σουναμίτιδος που ήταν άτεκνη; (β) Πώς ο Ελισσαιέ επετέλεσε γι’ αυτήν το έβδομο θαύμα του;
13 Ο Ελισσαιέ συνήθιζε να διέρχεται από την πόλι Σουνάμ στην κοιλάδα Ιεζραέλ, σε μικρή απόστασι από την Ιεζραέλ, την πόλι της βασιλικής διαμονής του βασιλέως του Ισραήλ. Εκεί μια άτεκνη Σουναμίτις, σύζυγος ενός γέροντος, έδειξε καλωσύνη στον Ελισσαιέ και στον υπηρέτη του τον Γιεζεί παρέχοντάς του τακτικό κατάλυμα στο σπίτι της. Μια μέρα ο Ελισσαιέ τής είπε ότι θα αντημείβετο μ’ ένα γυιο. Ο λόγος του Ελισσαιέ επραγματοποιήθη. Ύστερ’ από χρόνια ήλθε σ’ αυτόν με ζώο διανύοντας τριάντα οκτώ περίπου χιλιόμετρα από τη Σουνάμ ως το Όρος Κάρμηλον. Κάτι δυσάρεστον συνέβαινε με το θαυματουργικά χαρισμένο σ’ αυτήν παιδί. Απεστάλη εμπρός ο Γιεζεί, ο υπηρέτης, για να εποπτεύση, κι ακολουθούσαν ο Ελισσαιέ και η Σουναμίτις. Στο δρόμο συναντήθηκαν με τον Γιεζεί, ο οποίος τους ανέφερε ότι «Δεν εξύπνησε το παιδίον.»
14 Ο Ελισσαιέ, όταν έφθασε ο ίδιος στο σπίτι της Σουναμίτιδος, βρήκε νεκρό το παιδί. Πιθανώς τότε θυμήθηκε πώς ο κύριός του ο Ηλίας είχε εγείρει τον γυιο της χήρας στα Σαρεπτά. Ο Ελισσαιέ, όπως κι ο Ηλίας, ήταν άνθρωπος προσευχής. «Εισήλθε λοιπόν, και έκλεισε την θύραν όπισθεν των δύο αυτών, και προσηυχήθη εις τον Ιεχωβά. Και ανέβη, και επλαγίασεν επί το παιδίον, και επέθεσε το στόμα αυτού επί το στόμα εκείνου, και τους οφθαλμούς αυτού επί τους οφθαλμούς εκείνου, και τας χείρας αυτού επί τας χείρας εκείνου· και εξηπλώθη επ’ αυτό· και εθερμάνθη η σαρξ του παιδίου. Έπειτα εσύρθη, και περιεπάτει εν τω οικήματι πότε εδώ, και πότε εκεί· και ανέβη πάλιν, και εξηπλώθη επ’ αυτό· και το παιδίον επταρνίσθη ως επτάκις, και ήνοιξε το παιδίον τους οφθαλμούς αυτού. Τότε εφώνησε τον Γιεζεί, και είπε, Κάλεσον ταύτην την Σουναμίτιν. Και εκάλεσεν αυτήν και ότε εισήλθε προς αυτόν, είπε, Λάβε τον υιόν σου. Και εκείνη εισήλθε, και έπεσεν εις τους πόδας αυτού, και προσεκύνησεν έως εδάφους, και εσήκωσε τον υιόν αυτής [από την κλίνη του Ελισσαιέ], και εξήλθεν.»—2 Βασιλέων 4:8-37· 8:1-6.
15. Πώς αναφέρεται στην προς Εβραίους 11:35 αυτή η Σουναμίτις γυναίκα;
15 Η γυναίκα αυτή είναι μια από εκείνες τις γυναίκες, που νοούνται στην αφήγησι της προς Εβραίους επιστολής για τους μάρτυρας του Ιεχωβά και τ’ ανδραγαθήματά των, κεφάλαιο ενδέκατο: «Έλαβον γυναίκες τους νεκρούς αυτών αναστηθέντας.»—Εβραίους 11:35.
16, 17. Στα Γάλγαλα, πώς ο Ελισσαιέ έσωσε μαγειρευμένη τροφή από το ν’ αχρηστευθή στη διάρκεια της πείνης χωρίς βλάβη εκείνων που έφαγαν;
16 Ο Ελισσαιέ επέστρεψε στην ορεινή χώρα των Γαλγάλων, όπου αυτός κι ο κύριός του Ηλίας είχαν κάνει μια αποχαιρετιστήριο επίσκεψι στους εκεί υιούς των προφητών. Τώρα ήταν καιρός πείνης. Σ’ αυτή την περίστασι, ύστερ από μια συνάντησι με τους υιούς των προφητών, ο Ελισσαιέ διέταξε να παρασκευασθή φαγητόν. Παρεσκευάσθη ένα μαγείρευμα. Αλλ’ ένας από τους άνδρες του μαγειρείου είχε συλλέξει κάτι ασυνήθη αγριοκολόκυθα, τα έκοψε και τ’ ανακάτεψε με το μαγείρευμα. Οι υιοί των προφητών, αφού εγγεύθησαν από το μαγείρευμα στο γεύμα, έκραξαν: «Άνθρωπε του Θεού, θάνατος είναι εν τω λέβητι.» Φοβούμενοι θάνατο από τροφική δηλητηρίασι, έπαυσαν να τρώγουν.
17 Το φαγητό δεν μπορούσε να αχρηστευθή στη διάρκεια της πείνης, και γι’ αυτό ο Ελισσαιέ εζήτησε λίγο αλεύρι και το έρριξε μέσα στον λέβητα του μαγειρεύματος. Κατόπιν είπε: «Κένωσον εις τον λαόν, για να φάγωσι.» Παρέθεσαν το μαγείρευμα, έφαγαν όλοι, «και δεν ήτο ουδέν κακόν εν τω λέβητι.»—2 Βασιλέων 4:38-41.
18. Κάτω από ποιες περιστάσεις στα Γάλγαλα ο Ελισσαιέ παρήγαγε ένα θαυματουργικόν πολλαπλασιασμό τροφίμων που υπήρχε ανάγκη;
18 Στη διάρκεια της πείνης οι υιοί των προφητών είχαν ανάγκη υλικής υποστηρίξεως. Ένα υπόλοιπο του Ισραήλ, που εκτιμούσε τους αληθινούς προφήτας του Ιεχωβά και το οποίον δεν είχε κλίνει γόνυ στον Βάαλ, εβοήθησε τους προφήτας χάριν του πνευματικού των έργου. Έτσι, από την πόλι Βάαλ-σαλισά, είκοσι δύο περίπου χιλιόμετρα βορειοδυτικώς των Γαλγάλων, ήλθε ένας άνθρωπος κομίζοντας τρόφιμα στον Ελισσαιέ. Τότε ήσαν εκατό άνδρες μαζί με τον Ελισσαιέ. Είπε, λοιπόν, στον υπηρέτη του να θέση αυτή την προσφορά που απετελείτο από «είκοσι κρίθινα ψωμία, και νωπά αστάχυα σίτου» ενώπιον του λαού για να φάγουν. Ο υπηρέτης, τρομαγμένος, ερώτησε: «Τι να βάλω τούτο έμπροσθεν εκατόν ανθρώπων;» Αλλ’ ο Ελισσαιέ είπε: «Δος εις τον λαόν, δια να φάγωσι· διότι ούτω λέγει ο Ιεχωβά· Θέλουσι φάγει και αφήσει υπόλοιπον.» Ο υπηρέτης, λοιπόν, παρέθεσε τα δωρεάν τρόφιμα, και οι εκατό έφαγαν κι εχόρτασαν, μάλιστα δε «αφήκαν υπόλοιπον, κατά τον λόγον του Ιεχωβά.» Ήταν ένας θαυματουργικός πολλαπλασιασμός τροφίμων!—2 Βασιλέων 4:42-44, ΜΝΚ.
Η ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΕΝΟΣ ΠΑΙΔΙΟΥ ΟΔΗΓΕΙ ΣΕ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ
19. Πώς έγινε ώστε να δοθή μαρτυρία σχετικά με τον Ελισσαιέ από ένα παιδί Ισραηλίτου στη Συρία;
19 Μέρος της εντολής, που είχε να εκτελέση ο Ελισσαιέ, εσχετίζετο με κάποιο έργον στη Συρία, βορείως του Ισραήλ· αλλ’ ακόμη δεν είχε έλθει ο καιρός για την εκτέλεσί του. Η Συρία ήταν τότε ανεξάρτητη από τον Ισραήλ, κι ωστόσο κρατούσε τη Ραμώθ-γαλαάδ, περίπου τριάντα χιλιόμετρα βορειοανατολικώς της πατρίδος του Ελισσαιέ. Ένας που είχε βοηθήσει στην απόκτησι της Συριακής ανεξαρτησίας ήταν κάποιος στρατηγός, ονομαζόμενος Νεεμάν. Αλλ’ αυτός προσεβλήθη από λέπρα. Η σύζυγος του Νεεμάν είχε ένα μικρό κορίτσι ως υπηρέτρια. Το είχαν αιχμαλωτίσει τάγματα Συρίων από τη γη Ισραήλ. Αυτή η Ισραηλίτις εγνώριζε για τα θαύματα του Ελισσαιέ και είχε πίστι στον Θεό του, τον Ιεχωβά. Έδωσε μαρτυρία της πίστεώς της, λέγοντας στην κυρία της, τη σύζυγο του Νεεμάν: «Είθε να ήτο ο κύριός μου έμπροσθεν του προφήτου του εν Σαμαρεία! διότι ήθελεν ιατρεύσει αυτόν από της λέπρας αυτού.» Αυτή η μαρτυρία της Ισραηλίτιδος κόρης ανεφέρθη στον βασιλέα της Συρίας.—2 Βασιλέων 5:1-5.
20, 21. (α) Γιατί ο Ελισσαιέ εζήτησε από τον Βασιλέα Ιωράμ να στείλη σ’ αυτόν τον Νεεμάν, και πώς ο Ελισσαιέ έθεσε σε δοκιμασία την ταπεινοφροσύνη και την πίστι του Νεεμάν; (β) Πώς επήλθε η θεραπεία του Νεεμάν;
20 Ο βασιλεύς τότε έστειλε τον στρατηγό του Νεεμάν με μια επιστολή στον Βασιλέα του Ισραήλ Ιωράμ, παρακαλώντας τον να θεραπεύση τον Νεεμάν από τη λέπρα του.
21 Ο Βασιλεύς Ιωράμ, όταν έλαβε την επιστολή, εταράχθη. Όταν το έμαθε αυτό ο Ελισσαιέ, έστειλε μήνυμα στον βασιλέα: «Δια τι διέσχισας τα ιμάτιά σου; ας έλθη τώρα προς εμέ, και θέλει γνωρίσει ότι είναι προφήτης εν τω Ισραήλ.» Ο Νεεμάν κατηυθύνθη στον οίκον του Ελισσαιέ. Ο Ελισσαιέ του έστειλε μήνυμα να λουσθή επτά φορές στον Ιορδάνη και θα εκαθαρίζετο. Ο Νεεμάν εθύμωσε επειδή ο Ελισσαιέ δεν παρουσιάσθηκε προσωπικώς και δεν επεκαλέσθη «το όνομα Ιεχωβά, του Θεού αυτού» και δεν εκίνησε το χέρι του πάνω από το μέρος που είχε προσβληθή για να το θεραπεύση. Για τον Νεεμάν οι ποταμοί της Συρίας ήσαν καλύτεροι απ’ όλα τα ύδατα του Ισραήλ, και θα μπορούσε πολύ καλά να λουσθή σ’ εκείνα τα ύδατα και να καθαρισθή. Αλλ’ οι υπηρέται του Νεεμάν τον υπεβοήθησαν να λάβη την ορθή άποψι: «Πάτερ μου, εάν ο προφήτης ήθελε σοι ειπεί μέγα πράγμα, δεν ήθελες κάμει αυτό; πόσω μάλλον τώρα, όταν σοι λέγη, Λούσθητι και καθαρίσθητι;» Ο Νεεμάν τότε εταπείνωσε τον εαυτό του. Εβυθίσθη στον Ιορδάνη. «Έξη φορές—καμμιά θεραπεία! Αλλά μετά την εβδόμη κατάδυσι «η σαρξ αυτού αποκατέστη ως σαρξ παιδίου μικρού, και εκαθαρίσθη.—2 Βασιλέων 5:6-14.
22, 23. (α) Ποια ομολογία πίστεως έκαμε ο Νεεμάν έμπροσθεν του Ελισσαιέ, και ποια αίτησι έκαμε χάριν της αληθινής λατρείας; (β) Σχετικά με ποια μηχανική ενέργεια εζήτησε να συγχωρηθή, και τι είπε ο Ελισσαιέ;
22 Ο Νεεμάν επέστρεψε με τους ίππους του και τ’ άρματά του στο σπίτι του ανθρώπου του αληθινού Θεού. Ο Ελισσαιέ ενεφανίσθη. Ο Νεεμάν έκαμε μια ομολογία πίστεως: «Ιδού, τώρα εγνώρισα ότι δεν είναι Θεός εν πάση τη γη, ειμή εν τω Ισραήλ.» Μ’ ευγνωμοσύνη προσέφερε στον Ελισσαιέ ένα δώρο ευλογίας. Ο Ελισσαιέ ωρκίσθη να μη δεχθή πληρωμή για τη θεραπεία: «Ζη ο Ιεχωβά, ενώπιον του οποίου παρίσταμαι, δεν θέλω δεχθή.» Ο Νεεμάν τότε εξέφρασε την επιθυμία του να λατρεύση τον Θεό του Ελισσαιέ, αλλ’ αυτό έπρεπε να γίνη στο έδαφος του Ισραήλ. Ο Νεεμάν λοιπόν είπε: «Και αν μη, ας δοθή, παρακαλώ, εις τον δούλον σου δυο ημιόνων φορτίον εκ του χώματος τούτου, διότι ο δούλος σου δεν θέλει προσφέρει εις το εξής ολοκαύτωμα, ουδέ θυσίαν εις άλλους θεούς, παρά μόνον εις τον Ιεχωβά.»—2 Βασιλέων 5:15-17, ΜΝΚ.
23 Ωστόσο έπρεπε και να επιστρέψη στην υπηρεσία του βασιλέως της Συρίας και να τον συνοδεύση στον οίκον του θεού του βασιλέως, ονόματι Ριμμών· κι επειδή ο βασιλεύς θα εστηρίζετο στον βραχίονα του Νεεμάν, ο Νεεμάν έπρεπε να γονυπετήση μαζί με τον βασιλέα προ του ειδώλου του Ριμμών. Τώρα, όμως, αυτό θα ήταν απλώς μηχανικό από μέρους του Νεεμάν. Είπε λοιπόν στον Ελισσαιέ: «Ο Ιεχωβά ας συγχωρήση τον δούλον σου περί του πράγματος τούτου!» Ο Ελισσαιέ επίστεψε στην ειλικρίνεια του Νεεμάν. «Ύπαγε εν ειρήνη,» είπε στον Νεεμάν.—2 Βασιλέων 5:18, 19, ΜΝΚ.
24. Ποια ιδιοτελή οφέλη έλαβε ο Γιεζεί, ο υπηρέτης του Ελισσαιέ, από τον Νεεμάν, και πώς ετιμωρήθη γι’ αυτό;
24 Ο Νεεμάν και οι σωματοφύλακές του απεμακρύνθησαν σε αρκετή απόστασι, οπότε ο Γιεζεί, ο υπηρέτης του Ελισσαιέ, έτρεξε κατόπιν αντων. Ο Γιεζεί, εν ονόματι του Ελισσαιέ, εζήτησε ένα δώρον. Ο Νεεμάν του έδωσε δύο τάλαντα αργυρίου αντί ενός, καθώς και δύο αλλαγές ενδυμάτων. Αυτό το δώρον εκομίσθη στον οίκον του Γιεζεί, στην Οφήλ. Ο Γιεζεί, κατόπιν, εστάθη με άδεια τα χέρια ενώπιον του Ελισσαιέ. Αρνήθηκε ότι πήγε κάπου. Τότε ο Ελισσαιέ είπε στον άπληστο υπηρέτη του που κακοπαρέστησε τον κύριό του: «Δεν υπήγεν η καρδία μου μετά σου, ότε ο άνθρωπος επέστρεψεν από της αμάξης αυτού εις συνάντησίν σου; είναι καιρός να λάβης αργύριον, και να λάβης ιμάτια, και ελαιώνας, και αμπελώνας, και πρόβατα, και βόας, και δούλους, και δούλας; δια τούτο η λέπρα του Νεεμάν θέλει κολληθή εις σε, και εις το σπέρμα σου εις τον αιώνα.» Ο Γιεζεί εξήλθε αμέσως «λελεπρωμένος ως χιών.»—2 Βασιλέων 5:20-27.
25. Πώς ο Ελισσαιέ θαυματουργικά ανεκούφισε εκείνον που είχε δανεισθή ένα εργαλείο στη διάρκεια των οικοδομικών εργασιών των υιών των προφητών;
25 Ο Ελισσαιέ προσέλαβε έναν άλλον υπηρέτη. Οι υιοί των προφητών, με τους οποίους ήταν τότε συνδεδεμένος, είχαν τη γνώμη ότι ο τόπος της κατοικίας των ήταν πολύ μικρός, κι επρότειναν να ετοιμασθή μεγαλύτερος τόπος στον Ιορδάνη Ποταμό. Στον Ιορδάνη άρχισαν να κατακόπτουν δένδρα για οικοδομικές εργασίες. Ένας από τους ξυλοκόπους είχε δανεισθή ένα σιδήριον πελέκεως. Καθώς έκοπτε, έπεσε το σιδήριον μέσα στο νερό. Έκραξε στον Ελισσαιέ: «Ω, κύριε! και τούτο ήτο δάνειον!» Υπέδειξε στον Ελισσαιέ πού είχε πέσει κι εξαφανισθή. Ο Ελισσαιέ έκοψε ένα κομμάτι ξύλο και το έρριξε σ’ εκείνο το μέρος. Το σιδήριον του πελέκεως ανήλθε κι επέπλευσε παράπλευρα στο ξύλο. «Ανάλαβε προς σεαυτόν,» του είπε ο Ελισσαιέ. Εκείνος συνεμορφώθη. (2 Βασιλέων 6:1-7) Επόμενον ήταν να συνεχισθούν μέχρις επιτυχίας οι οικοδομικές εργασίες.
26. Πώς οι ενέδρες του Βασιλέως Βεν-αδάδ εναντίον του Ισραήλ εματαιώνοντο, και πού του ελέχθη ότι βρίσκεται ο μόνος υπεύθυνος;
26 Ο Ελισσαιέ ακόμη ευνοούσε το βασίλειον του Ισραήλ εναντίον του βασιλέως του βορρά, της Συρίας. Όταν ο βασιλεύς της Συρίας εσχεδίασε μια αιφνιδιαστική επίθεσι σε κάποιο μέρος, ο Ελισσαιέ προειδοποίησε τον Βασιλέα του Ισραήλ Ιωράμ, και μάλιστα σε δύο περιπτώσεις. Ο Βασιλεύς Βεν-αδάδ της Συρίας ερώτησε ποιος από τα στρατεύματά του επρόδιδε τους μυστικούς ελιγμούς των στρατιωτικών του δυνάμεων στον βασιλέα του Ισραήλ. «Και είπεν είς εκ των δούλων αυτού, Ουδείς, κύριέ μου βασιλεύ αλλ’ ο Ελισσαιέ ο προφήτης, ο εν τω Ισραήλ, αναγγέλλει προς τον βασιλέα του Ισραήλ τους λόγους, τους οποίους λαλείς εν τω ταμείω του κοιτώνος σου.» Πού είναι αυτός ο Ελισσαιέ; Και ανεφέρθη σ’ αυτόν: «Ιδού είναι εν Δωθάν.» (2 Βασιλέων 6:8-13) Η Δωθάν στον Ισραήλ ήταν εκατόν πενήντα περίπου χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Δαμασκού και ήταν στην κυρία οδό που διέσχιζαν τα καραβάνια από τη Δαμασκό, πρωτεύουσα της Συρίας, προς την Αίγυπτο. Ήταν δεκατέσσερα περίπου χιλιόμετρα βορειοανατολικά της πρωτευούσης του Ισραήλ, της Σαμαρείας.
27. Ποιο θαύμα έκαμε ο Ελισσαιέ για τον έντρομο υπηρέτη του στη Δωθάν;
27 Ένα πρωί ο υπηρέτης του Ελισσαιέ ηγέρθη νωρίς και βγήκε έξω. Ιδού! Μια στρατιωτική δύναμις Συρίων περιεκύκλωνε τη Δωθάν με ίππους και αμάξας για να συλλάβουν τον Ελισσαιέ. Ο υπηρέτης που το ανέφερε αυτό, είπε στον άνθρωπο του αληθινού Θεού: «Ω, κύριε! τι θέλομεν κάμει;» Ο Ελισσαιέ είπε: «Μη φοβού· διότι πλειότεροι είναι οι μεθ’ ημών παρά τους μετ’ αυτών.» Ο Ελισσαιέ προσηυχήθη για ένα θαύμα: «Ιεχωβά, άνοιξον, δέομαι, τους οφθαλμούς αυτού, δια να ίδη.» Ο Ιεχωβά άνοιξε τους οφθαλμούς του σε μια υπερφυσική θέα. «Ιδού, το όρος ήτο πλήρες ίππων και αμαξών πυρός περί τον Ελισσαιέ.»—2 Βασιλέων 6:14-17, ΜΝΚ.
28. Ποιο θαύμα έκαμε ο Ελισσαιέ για τις Συριακές δυνάμεις, και χωρίς ποιον απεστάλησαν πίσω στη Συρία;
28 Καθώς τον επλησίαζαν οι Συριακές δυνάμεις, ο Ελισσαιέ προσηυχήθη να γίνη το αντίθετο είδος ενός θαύματος: «Πάταξον, δέομαι, τον λαόν τούτον με αορασίαν.» Δεν ανεγνώρισαν τον Ελισσαιέ, αλλά τον άφησαν να είναι οδηγός τους μέσω του εδάφους του Ισραήλ φαινομενικά προς τον άνθρωπο που αναζητούσαν. Ο Ελισσαιέ τους απεμάκρυνε από τη Δωθάν κατά δεκατέσσερα περίπου χιλιόμετρα νοτιοδυτικώς προς τη Σαμάρεια. Εκεί ο Ελισσαιέ προσηυχήθη: «Άνοιξον, Ιεχωβά, τους οφθαλμούς τούτων, δια να βλέπωσι.» Ποια θα έπρεπε να ήσαν τα αισθήματά των όταν βρέθηκαν στην καρδιά ενός εχθρικού εδάφους! Ο Ελισσαιέ δεν ήθελε ν’ αφήση τον Βασιλέα Ιωράμ να τους πατάξη. Σύμφωνα με τις οδηγίες του Ελισσαιέ, ετροφοδότησαν τους εχθρικούς αυτούς εισβολείς και τους έστειλαν πίσω, χωρίς τον Ελισσαιέ, στον Βασιλέα Βεν-αδάδ. Αυτός δεν έστησε πια ενέδρες εναντίον των Ισραηλιτών.—2 Βασιλέων 6:18-23, ΜΝΚ.
29. Στη διάρκεια της πολιορκίας της Σαμαρείας, ποιον κατηγόρησε ο Βασιλεύς Ιωράμ για τη μεγάλη πείνα, και τι είπε ο Ελισσαιέ στον βασιλέα και τον υπασπιστή του;
29 Κάποτε αργότερα ο Βασιλεύς Βεν-αδάδ εισέβαλε με δύναμι μεγάλη στον Ισραήλ κι επολιόρκησε τη Σαμάρεια. Πείνα επέπεσε μέσα στην πόλι, τόση ώστε ο βασιλεύς έμαθε τουλάχιστον για μια περίπτωσι καννιβαλισμού. Ο βασιλεύς, κατηγορώντας τον Ελισσαιέ, ο οποίος έτυχε να είναι μέσα στην πολιορκημένη πόλι, ωρκίσθη να τον αποκεφαλίση. Όταν ο βασιλεύς κι ο υπασπιστής του έφθασαν στο σπίτι του Ελισσαιέ, ο βασιλεύς εδήλωσε ότι είχε χάσει κάθε ελπίδα βοηθείας από τον Ιεχωβά. Ο Ελισσαιέ υπεσχέθη διακοπήν της πείνης την επομένη το πρωί, με φθηνά τρόφιμα, στην πύλη μάλιστα της Σαμαρείας. Ο υπασπιστής του βασιλέως εκραύγασε: «Και εάν ο Ιεχωβά ήθελε κάμει παράθυρα εις τον ουρανόν, ηδύνατο το πράγμα τούτο να γείνη;» Ο Ελισσαιέ, είπε: «Ιδού, θέλεις ιδεί με τους οφθαλμούς σου, δεν θέλεις όμως φάγει εξ αυτού.»—2 Βασιλέων 6:24 έως 7:2, ΜΝΚ.
30. Πώς ο Ιεχωβά ενήργησε για την αιφνίδια λύσι της πολιορκίας της Σαμαρείας και πώς αυτό εγνωστοποιήθη στον βασιλέα μέσα στην πόλι;
30 Ήρχετο το βραδινό σκοτάδι. «Ο Ιεχωβά είχε κάμει να ακουσθή εν τω στρατοπέδω των Συρίων κρότος αμαξών, και κρότος ίππων, κρότος μεγάλου στρατεύματος και είπον προς αλλήλους, Ιδού, ο βασιλεύς του Ισραήλ εμίσθωσεν εναντίον ημών τους βασιλείς των Χετταίων, και τους βασιλείς των Αιγυπτίων, δια να έλθωσιν εφ’ ημάς. Όθεν σηκωθέντες έφυγον εν τω σκότει, και εγκατέλιπον τας σκηνάς αυτών και τους ίππους αυτών, και τους όνους αυτών, το στρατόπεδον όπως ήτο, και έφυγον δια την ζωήν αυτών.» Αφού έφυγαν‚ έτσι, τέσσερες πειναλέοι λεπροί, στους οποίους ίσως περιελαμβάνετο και ο Γιεζεί, ήλθαν στο άκρον του στρατοπέδου. Κανείς δεν ήταν εκεί! Τροφή όμως υπήρχε! Έφαγαν, και κατόπιν άρχισαν να παίρνουν από τις σκηνές ως λάφυρα τα πολύτιμα πράγματά τους. Τελικά, αισθανόμενοι την ενοχή και την ιδιοτέλειά τους, ανέφεραν τη φυγή των Συρίων στους θυρωρούς της Σαμαρείας. Ο βασιλεύς, υποπτευόμενος δόλον των Συρίων, απέστειλε μόνο δύο άρματα με στρατιώτας για να ερευνήσουν. Οι ανιχνευταί αυτοί επανήλθαν και έδωσαν αναφορά. Ναι, οι Σύριοι πραγματικά είχαν φύγει!
31. Το επόμενο πρωί πώς η προφητεία του Ελισσαιέ απεδείχθη αληθινή σχετικά με τον υπασπιστή του βασιλέως;
31 Το πρωί όταν άνοιξαν οι πύλες, ο λαός ομαδικά και με αταξία βγήκε να λεηλατήση το στρατόπεδο των Συρίων. Βρέθηκαν άφθονα τρόφιμα. Μπορούσαν τότε να πωληθούν φθηνά. Ο υπασπιστής του βασιλέως διωρίσθηκε ν’ αναλάβη τον έλεγχο της πύλης. Μέσα στην αταξία ο λαός τον κατεπάτησε μέχρι θανάτου, πριν μπορέση να φάγη από τα τρόφιμα. Η προφητεία του Ελισσαιέ απεδείχθη αληθινή.—2 Βασιλέων 7:3-20.
32. Η παρουσία αυτών των λεπρών εκεί ενώ ο Ελισσαιέ ευρίσκετο μέσα στη Σαμάρεια μας υπενθυμίζει ποια σχόλια του Ιησού Χριστού, και υποστηρίζει ποια παρατήρησι που έγινε απ’ αυτούς;
32 Η παρουσία των τεσσάρων εκείνων λεπρών Ισραηλιτών έξω από τις πύλες της Σαμαρείας, ενώ ο Ελισσαιέ, ο θεραπευτής του μη Ισραηλίτου λεπρού, Νεεμάν του Συρίου, ήταν μέσα, μας υπενθυμίζει τα λόγια που είπε ο Υιός του Θεού ύστερ’ από εννεακόσια χρόνια στην ίδια χώρα. Αυτός εκήρυττε στη συναγωγή της Ναζαρέτ, σαράντα έξη περίπου χιλιόμετρα βορειοανατολικά της πόλεως Σαμαρείας. Ο Υιός του Θεού είπε στους συμπολίτας του μέσα στη συναγωγή, ως μομφή: «Και πολλοί λεπροί ήσαν επί Ελισσαίου του προφήτου εν τω Ισραήλ· και ουδείς αυτών εκαθαρίσθη, ειμή Νεεμάν ο Σύριος.» Αυτό έδειχνε έλλειψι πίστεως στον άνθρωπο του αληθινού Θεού στη γη Ισραήλ στις ημέρες του Ελισσαιέ. Προσέθετε περαιτέρω απόδειξι στη δήλωσι του Ιησού Χριστού: «Ουδείς προφήτης είναι δεκτός εν τη πατρίδι αυτού.»—Λουκάς 4:24, 27.
33. Σχετικά με τη θέσι του Ελισσαιέ ποια απόδειξις είχε τώρα πολλαπλασιασθή, αλλά σε τι ο Ελισσαιέ έστρεψε κατόπιν την προσοχή του;
33 Πριν απ’ αυτή την πολιορκία της Σαμαρείας, σχετικά με την οποία προεξέχουν οι τέσσερες λεπροί, τα αναγραφόμενα θαύματα του Ελισσαιέ είχαν ανέλθει σε δεκαπέντε. Αυτά πρέπει να παραβληθούν με τα οκτώ αναγραφόμενα θαύματα του κυρίου του Ηλία. Στο φως αυτού του γεγονότος δεν μπορεί να υπάρξη αμφιβολία ότι αυτός ήταν ο διάδοχος του Ηλία. Είχε, πράγματι λάβει δύο μερίδες από το πνεύμα του Ηλία, μερίδα πρωτοτόκου υιού. Αλλ’ υπήρχε ακόμη ατερμάτιστο έργον σύμφωνα με τη θεία εντολή που είχε δοθή στον κύριο του Ελισσαιέ. Στο σοβαρό αυτό έργον έστρεψε την προσοχή του ο Ελισσαιέ. Οι βεβηλωταί του ονόματος του Θεού επρόκειτο να λογοδοτήσουν. Οι εκτελεσταί των έπρεπε τώρα να χρισθούν.
-
-
Εκτέλεσις Κρίσεως Κατά των Βεβηλωτών του Ονόματος«Αγιασθήτω το Όνομά Σου»
-
-
Κεφάλαιο 11
Εκτέλεσις Κρίσεως Κατά των Βεβηλωτών του Ονόματος
1. Τίνος η βασιλεία στον Ισραήλ επλησίαζε να λήξη, και γιατί ο Ελισσαιέ έπρεπε να ταξιδεύση έξω από τη γη Ισραήλ;
Ο χρόνος της εκτελέσεως της θείας κρίσεως εναντίον του Ισραήλ από τους κατονομαζομένους παρά του Ιεχωβά Θεού εκτελεστάς επλησίαζε. Η δωδεκαετής βασιλεία του Βασιλέως του Ισραήλ Ιωράμ επλησίαζε στο τέλος της. Ο Ελισσαιέ είπε γι’ αυτόν τη φράσι «ούτος ο υιός του φονευτού,» διότι ήταν γυιος του αιμοσταγούς Βασιλέως του Ισραήλ Αχαάβ και στη διάρκεια του λιμού της Σαμαρείας ήθελε ν’ αφαιρέση την κεφαλή του Ελισσαιέ. (2 Βασιλέων 6:32, 33) Η προφητεία του Ηλία εναντίον του βασιλικού οίκου του Βασιλέως Αχαάβ επρόκειτο να εκπληρωθή, η δε εκπλήρωσίς της έπρεπε να συμπεριλάβη και τον Βασιλέα Ιωράμ. Πριν από δεκαοκτώ περίπου χρόνια ο Ιεχωβά Θεός είχε δώσει εντολή στον Ηλία, στο Όρος Χωρήβ, λέγοντας: «Επίστρεψον εις την οδόν σου προς την έρημον της Δαμασκού και όταν έλθης, χρίσον τον Αζαήλ βασιλέα επί την Συρίαν· τον δε Ιηού τον υιόν του Νιμσί θέλεις χρίσει βασιλέα επί τον Ισραήλ.» (1 Βασιλέων 19:15, 16) Ο Ελισσαιέ ως διάδοχος εταξίδεψε έξω από τη γη Ισραήλ προς τη Δαμασκό, πρωτεύουσα της Συρίας.
2. Ποιος εστάλη για πληροφορίες στον Ελισσαιέ, και ποια απάντησι έδωσε αυτός;
2 Ο Βασιλεύς της Συρίας Βεν-αδάδ ήταν τότε ασθενής κι ανησυχούσε ως προς την ανάρρωσί του. Του ανηγγέλθη ότι: «Ο άνθρωπος του Θεού ήλθεν έως εδώ.» Ο βασιλεύς Βεν-αδάδ έστειλε τον αρχιθαλαμηπόλον του, τον Αζαήλ, στον Ελισσαιέ για να ρωτήση «θέλω αναλάβει εκ της αρρωστίας ταύτης;» Μολονότι ο Αζαήλ ήλθε με ένα εντυπωσιακό δώρο, φορτίο σαράντα καμήλων, ο Ελισσαιέ δεν εδελεάσθη για να του δώση ευνοϊκή απάντησι υπέρ του Βασιλέως Βεν-αδάδ. Ο Ελισσαιέ είπε: «Ύπαγε, ειπέ προς αυτόν, Ναι, θέλεις αναλάβει· πλην ο Ιεχωβά έδειξεν εις εμέ ότι εξάπαντος θέλει αποθάνει.»—2 Βασιλέων 8:7-10, ΜΝΚ.
3. Πώς ο Ελισσαιέ εξέθεσε την εντολή εκτελέσεως κρίσεως στον Αζαήλ, τον αρχιθαλαμηπόλον του Βασιλέως;
3 Ύστερ’ απ’ αυτό ο Ελισσαιέ άρχισε να κλαίη. Ο Αζαήλ ερώτησε: «Δια τι κλαίεις, κύριέ μου;» Ο Ελισσαιέ τότε απήντησε με την εντολή στον Αζαήλ να εκτελέση κρίσιν κατά του ειδωλολατρικού Ισραήλ: «Διότι εξεύρω όσα κακά θέλεις κάμει εις τους υιούς Ισραήλ· τα οχυρώματα αυτών θέλεις παραδώσει εις πυρ, και τους νέους αυτών θέλεις αποκτείνει εν ρομφαία, και τα νήπια αυτών θέλεις συντρίψει, και τας εγκυμονούσας αυτών θέλεις διασχίσει.» Ο Αζαήλ, αδυνατώντας να πιστέψη ότι αυτός, ένας απλός αρχιθαλαμηπόλος του Βασιλέως Βεν-αδάδ, θα έκανε τέτοια πράγματα, ερώτησε: «Αλλά τι είναι ο δούλος σου, ο κύων, ώστε να κάμη το μέγα τούτο πράγμα;» Αυτό θα το έπραττε ως βασιλεύς, διότι ο Ελισσαιέ είπε: «Ο Ιεχωβά έδειξεν εις εμέ, ότι συ θέλεις βασιλεύσει επί της Συρίας.»—2 Βασιλέων 8:11-13, ΜΝΚ.
4. Πώς ο Αζαήλ έδωσε στον Βεν-αδάδ την πλήρη απάντησι του Ελισσαιέ, κι έτσι τι άρχισε τώρα ν’ αναμένεται στον Ισραήλ;
4 Ο Βασιλεύς Βεν-αδάδ ερώτησε τον Αζαήλ τι του είπε ο Ελισσαιέ. Ο Αζαήλ απήντησε μόνο εν μέρει, λέγοντας: «Μοι είπε, Ναι, θέλεις αναλάβει.» Εσχεδίαζε να πη στον βασιλέα το υπόλοιπο της απαντήσεως του Ελισσαιέ με βίαιη ενέργεια. Την αμέσως επόμενη μέρα πήρε ένα σκέπασμα και το βύθισε σε νερό, πήγε στον άρρωστο βασιλέα και το άπλωσε στο πρόσωπό του. Ο βασιλεύς πέθανε πνιγμένος. Ο Αζαήλ άρχισε να βασιλεύη στη θέσι του ως βασιλεύς. Άρχισε, επίσης, το έργον κρίσεως του Ιεχωβά στον Ισραήλ μέσω του Αζαήλ.—2 Βασιλέων 8:14, 15.
5. Σε ποια σχέσι με τη δυναστεία του Βασιλέως του Ισραήλ Αχαάβ ήταν ο Βασιλεύς του Ιούδα Οχοζίας;
5 Ο Βασιλεύς του Ισραήλ Ιωράμ έφθασε στο δωδέκατο έτος της διακυβερνήσεώς του στη Σαμάρεια. Εκείνο το έτος ο Οχοζίας, έγγονος του Βασιλέως Ιωσαφάτ, έγινε βασιλεύς του Ιούδα. Ο Οχοζίας ήταν, επίσης, έγγονος του Βασιλέως Αχαάβ, διότι ο πατέρας του ο Ιωράμ του Ιούδα είχε νυμφευθή τη Γοθολία, θυγατέρα του Βασιλέως Αχαάβ και της Βασιλίσσης Ιεζάβελ. Ώστε ο Βασιλεύς Οχοζίας του Ιούδα ήταν πραγματικά ανεψιός του Βασιλέως του Ισραήλ Ιωράμ. Επίσης, η μάμμη του Βασιλέως Οχοζία, Βασιλομήτωρ Ιεζάβελ, ζούσε ακόμη στον Ισραήλ.
6. Πώς απεδείχθη για τον Βασιλέα του Ιούδα Οχοζίαν αυτή η οικογενειακή σχέσις, και σε ποια στρατιωτική ριψοκίνδυνη ενέργεια επήγε με τον Βασιλέα Ιωράμ;
6 Οι κακές αυτές οικογενειακές σχέσεις απέβησαν επιβλαβείς στον Βασιλέα Οχοζίαν του Ιούδα· διότι το βιβλίον 2 Βασιλέων 8:27, 28 (ΜΝΚ) λέγει: «Και περιεπάτησεν εν τη οδώ του οίκου του Αχαάβ, και έπραξε πονηρά ενώπιον του Ιεχωβά, καθώς ο οίκος του Αχαάβ· διότι ήτο γαμβρός του οίκου του Αχαάβ. Και υπήγε μετά του Ιωράμ υιού του Αχαάβ εις πόλεμον εναντίον του Αζαήλ βασιλέως της Συρίας εις Ραμώθ-γαλαάδ.» Σ’ αυτά το βιβλίον 2 Χρονικών 22:3-5 (ΜΝΚ) προσθέτει: «Και αυτός περιεπάτησεν εν ταις οδοίς του οίκου Αχαάβ· διότι η μήτηρ αυτού [η Γοθολία] ήτο σύμβουλος αυτού εις το αμαρτάνειν. Και έπραξε πονηρά ενώπιον του Ιεχωβά, καθώς ο οίκος Αχαάβ· διότι μετά τον θάνατον του πατρός αυτού, αυτοί ήσαν οι σύμβουλοι αυτού δια τον αφανισμόν αυτού. Και δια των συμβούλων αυτών, υπήγε μετά του Ιωράμ υιού του Αχαάβ βασιλέως του Ισραήλ, εις πόλεμον εναντίον του Αζαήλ βασιλέως της Συρίας εις Ραμώθ-γαλαάδ.»
7. Ποιος στρατιωτικός αρχηγός επήγε μαζί με τον Βασιλέα Ιωράμ, και ποιο στρατιωτικό παρελθόν είχε;
7 Ένας από τους στρατιωτικούς αρχηγούς, που πήγαν επίσης μαζί με τον Βασιλέα Ιωράμ σ’ αυτόν τον πόλεμο, ήταν ο Ισραηλίτης Ιηού, υιός του Ιωσαφάτ, υιού του Νιμσί. Ο στρατιωτικός αρχηγός Ιηού είχε υπηρετήσει υπό τον Βασιλέα Αχαάβ, πατέρα του Βασιλέως δεκατρία χρόνια πριν, και είχε προσωπικά ιδεί κι ακούσει τον προφήτη Ηλία να μιλή στον Βασιλέα Αχαάβ.
8. (α) Τι συνέβη στον Βασιλέα Ιωράμ εις Ραμώθ-γαλαάδ, και ποιος κατέβη να τον επισκεφθή στον τόπον της αναρρώσεώς του; (β) Ποιος στρατιωτικός αρχηγός αφέθη πίσω στη Ραμώθ-γαλαάδ;
8 Ο Βασιλεύς Οχοζίας ο ίδιος δεν έπαθε βλάβη πολεμώντας εναντίον του Βασιλέως Αζαήλ της Συρίας στην Ραμώθ-γαλαάδ, ανατολικά του Ιορδάνου Ποταμού. Αλλά τι έγινε ο σύμμαχός του, Βασιλεύς του Ισραήλ Ιωράμ; Σύριοι τοξόται κατέφεραν θανάσιμο πλήγμα στον πατέρα του Ιωράμ, τον Βασιλέα Αχαάβ, εδώ ακριβώς στη Ραμώθ-γαλαάδ. Τι έγινε τώρα ο υιός του Αχαάβ εδώ στη Ραμώθ-γαλαάδ; «Επάταξαν οι Σύριοι τον Ιωράμ.» (2 Χρονικών 22:5) «Ετραυμάτισαν οι Σύριοι τον Ιωράμ. Και επέστρεψεν ο βασιλεύς Ιωράμ δια να ιατρευθή εν Ιεζραέλ από των τραυμάτων, τα οποία οι Σύριοι [υπό τον Αζαήλ] έκαμον εις αυτόν εν Ραμά, ότε επολέμει εναντίον του Αζαήλ βασιλέως της Συρίας. Οχοζίας δε ο υιός του Ιωράμ, βασιλεύς του Ιούδα, κατέβη δια να ιδή τον Ιωράμ υιόν του Αχαάβ εν Ιεζραέλ, διότι ήτο άρρωστος.» (2 Βασιλέων 8:28, 29) Εκεί στην Ιεζραέλ, την πόλι της βασιλικής διαμονής δυτικά του Ιορδάνου Ποταμού, ο Ιωράμ ήλπιζε ν’ αναρρώση. Είχε διαφύγει τη ρομφαία του Αζαήλ. Επίσης κι ο ανεψιός του, Βασιλεύς του Ιούδα Οχοζίας, είχε διαφύγει τη ρομφαία του Αζαήλ. Θα κατώρθωναν να ‘διασωθούν εκ της ρομφαίας του Ιηού’; (1 Βασιλέων 19:17) Ο Βασιλεύς του Ισραήλ Ιωράμ είχε αφήσει τον στρατιωτικό του αρχηγό Ιηού πίσω στο μέτωπο της μάχης στη Ραμώθ-γαλαάδ.
9. Πώς ο Βασιλεύς της Συρίας Αζαήλ συνέχισε τις επιθετικές του ενέργειες εναντίον του Ισραήλ ανατολικά του Ιορδάνου Ποταμού;
9 Εν τούτοις, ο Βασιλεύς της Συρίας Αζαήλ συνέχισε τις επιθετικές του ενέργειες εναντίον του ειδωλολατρικού Ισραήλ. Για την εποχή του αναγράφονται αυτά: «Εν εκείναις ταις ημέραις ήρχισεν ο Ιεχωβά να κολοβώνη τον Ισραήλ· και επάταξεν αυτούς ο Αζαήλ εις πάντα τα όρια του Ισραήλ· από Ιορδάνου, προς ανατολάς ηλίου, πάσαν την γην Γαλαάδ, τους Γαδίτας, και τους Ρουβηνίτας, και τους Μανασσίτας, από Αροήρ, της επί του χειμάρρου Αρνών, την τε Γαλαάδ, και την Βασάν.»—2 Βασιλέων 10:32, 33, ΜΝΚ.
10. (α) Ποια πρωτεύουσα δυτικά του Ιορδάνου απείλησε ο Αζαήλ; (β) Ποιος δεν διέφυγε «την ρομφαίαν του Αζαήλ,» και γιατί όχι;
10 Ο Αζαήλ μάλιστα εστράφη απειλητικά κατά της Ιερουσαλήμ, αλλά εξαγοράσθηκε μ’ ένα πολύτιμο τίμημα. (2 Βασιλέων 12:17, 18) Επειδή οι Ισραηλίται εξακολούθησαν να λατρεύουν τους χρυσούς μόσχους στη Δαν και στη Βαιθήλ, «εξήφθη η οργή του Ιεχωβά κατά του Ισραήλ, και παρέδωκεν αυτούς εις την χείρα του Αζαήλ βασιλέως της Συρίας, και εις την χείρα του Βεν-αδάδ υιού του Αζαήλ, κατά πάσας τας ημέρας.» «Ο δε Αζαήλ, βασιλεύς της Συρίας, κατέθλιψε τον Ισραήλ πάσας τας ημέρας του Ιωαχάζ. Απέθανε δε ο Αζαήλ βασιλεύς της Συρίας, και εβασίλευσεν αντ’ αυτού Βεν-αδάδ ο υιός αυτού.» (2 Βασιλέων 13:2, 3, 22, 24, ΜΝΚ) Έτσι, πολλοί ήσαν οι ειδωλολάτραι Ισραηλίται που δεν διέφυγαν τη ρομφαία του Αζαήλ, αλλ’ έπεσαν από την εκτέλεσι κρίσεως του Ιεχωβά δια του Αζαήλ βασιλέως της Συρίας.
11. (α) Από ποιο ελατήριο έκαμε ο Αζαήλ αυτό το εκτελεστικό έργο εναντίον του Ισραήλ; (β) Ποιο άγγελμα κρίσεως εξήγγειλε ο προφήτης του Ιεχωβά Αμώς εναντίον της Συρίας και του βασιλικού οίκου του Αζαήλ;
11 Φυσικά, ο Αζαήλ δεν έκαμε το εκτελεστικό αυτό έργον από αγάπη και ζήλο για τον Ιεχωβά ως Θεό. Ενήργησε από μίσος προς τον Ισραήλ. Είχε χρησιμοποιηθή απλώς ως ένα όργανον του Ιεχωβά Θεού, του οποίου είχε έλθει ο καιρός να εκτελέση κρίσιν εναντίον του απίστου λαού του. Ο Αζαήλ, που εβασίλευσε στη Δαμασκό της Συρίας, ως προς τον εαυτό του, διέπραττε παραβάσεις εναντίον του λαού του Ιεχωβά, καίτοι ο λαός αυτός ήταν άπιστος. Αυτό, μαζί με το κακόν που επέφεραν οι Σύριοι στον ειδωλολατρικό Ισραήλ, μας διασαφηνίζεται στη μετέπειτα προφητεία του Αμώς, με αυτά τα λόγια: «Ούτω λέγει ο Ιεχωβά· Δια τας τρεις παραβάσεις της Δαμασκού, και δια τας τέσσαρας, δεν θέλω αποστρέψει την τιμωρίαν αυτής· διότι ηλώνισαν την Γαλαάδ με τριβόλους σιδηρούς· αλλά θέλω εξαποστείλει πυρ εις τον οίκον Αζαήλ, και θέλει καταφάγει τα παλάτια του Βεν-αδάδ. Και θέλω συντρίψει τους μοχλούς της Δαμασκού, και εξολοθρεύσει τον κάτοικον από της πεδιάδος Αβέν [στη Συρία], και τον κρατούντα το σκήπτρον από του οίκου Εδέν [στη Συρία]· και ο λαός της Συρίας θέλει φερθή αιχμάλωτος εις Κιρ, λέγει ο Ιεχωβά.» (Αμώς 1:3-5, ΜΝΚ) Αυτά που έκαμε η Συρία στον Ισραήλ, μολονότι έγιναν από κρίσι, ήσαν αρκετά για να κάμουν τον Ελισσαιέ να κλάψη!
12. (α) Ποιο τελικό μέρος της εντολής του Θεού προς τον Ηλίαν επρόκειτο να εκτελεσθή; (β) Πώς ο Ελισσαιέ επροχώρησε στην εκτέλεσί του;
12 Ο Ελισσαιέ επέστρεψε από την αποστολή του στη Δαμασκό κι επανέλαβε τη συναναστροφή του με τους υιούς των προφητών. Το τελικό μέρος της εντολής του Ιεχωβά προς τον κύριο του τον Ηλία επρόκειτο ακόμη να εκτελεσθή, δηλαδή, η κρίσις του Ιηού ως βασιλέως του Ισραήλ. Είχε έλθει ο προς τούτο καιρός. Ο Ελισσαιέ δεν επεζήτησε ν’ αποκτήση ειδική εύνοια με τον Ιηού, ούτε ήγειρε τις υπόνοιες του Βασιλέως Ιωράμ με το να πάη ο ίδιος στη Ραμώθ-γαλαάδ. Απέστειλε έναν ανώνυμο εκπρόσωπο να κάμη τη χρίσι αντ’ αυτού. «Ελισσαιέ δε ο προφήτης εκάλεσεν ένα εκ των υιών των προφητών, και είπε προς αυτόν, Περίζωσον την οσφύν σου, και λάβε εις την χείρα σου την φιάλην ταύτην του ελαίου, και ύπαγε εις Ραμώθ-γαλαάδ· και όταν εισέλθης εκεί, θέλεις ιδεί εκεί τον Ιηού, υιόν του Ιωσαφάτ, υιού του Νιμσί· και θέλεις εισέλθει, και σηκώσει αυτόν εκ μέσου των αδελφών αυτού, και θέλεις εισαγάγει αυτόν εις το ενδότερον δωμάτιον· και λαβών την φιάλην του ελαίου, θέλεις επιχέει επί την κεφαλήν αυτού, και ειπεί, Ούτω λέγει ο Ιεχωβά· Σε έχρισα βασιλέα επί τον Ισραήλ· τότε ανοίξας την θύραν, φύγε, και μη μείνης. Και υπήγεν ο νέος, ο νέος ο προφήτης, εις Ραμώθ-γαλαάδ.»—2 Βασιλέων 9:1-4, ΜΝΚ.
13. Πώς εξετέλεσε τις εντολές του Ελισσαιέ στη Ραμώθ-γαλαάδ ο απεσταλμένος εκ των «υιών των προφητών»;
13 Στο μέτωπο της μάχης προ της πόλεως Ραμώθ-γαλαάδ ο υπηρέτης Ελισσαιέ εισήχθη ενώπιον των αρχηγών της στρατιωτικής δυνάμεως σε ώρα συσκέψεως. Είπε: «Έχω λόγον προς σε, ω άρχων. Και ο Ιηού είπε, Προς τίνα εκ πάντων ημών; Ο δε είπε, Προς σε, ω άρχων.» Τότε μπήκαν και οι δύο στο ενδότερο δωμάτιο, κι ο εκπρόσωπος του Ελισσαιέ έχυσε την φιάλη του ελαίου στην κεφαλή του Ιηού και του είπε: «Ούτω λέγει Ιεχωβά ο Θεός του Ισραήλ· Σε έχρισα βασιλέα επί τον λαόν του Ιεχωβά, επί τον Ισραήλ· και θέλεις πατάξει τον οίκον του Αχαάβ του κυρίου σου, δια να εκδικήσω τα αίματα των δούλων μου των προφητών, και τα αίματα πάντων των δούλων του Ιεχωβά, εκ χειρός της Ιεζάβελ· διότι πας ο οίκος του Αχαάβ θέλει εξολοθρευθή· και θέλω αφανίσει εκ του Αχαάβ τον ουρούντα εις τον τοίχον, και τον κεκλεισμένον και τον αφειμένον εν τω Ισραήλ· και θέλω καταστήσει τον οίκον του Αχαάβ ως τον οίκον του Ιεροβοάμ, υιού του Ναβάτ, και ως τον οίκον του Βαασά, υιού του Αχιά· και την Ιεζάβελ οι κύνες θέλουσι καταφάγει εν τω αγρώ της Ιεζραέλ, και δεν θέλει είσθαι ο θάπτων αυτήν.»—2 Βασιλέων 9:5-10, ΜΝΚ.
14. (α) Πώς ενήργησαν οι αρχηγοί του στρατού μόλις έλαβαν από τον Ιηού τις πληροφορίες; (β) Εναντίον ποιου εσκέφθη ο Ιηού να προχωρήση πρώτα, κι έτσι ποια διαταγή εξέδωκε στους επιτελείς του;
14 Ο εκπρόσωπος του Ελισσαιέ, χωρίς να περιμένη, άνοιξε την πόρτα κι έφυγε. Ο Ιηού επέστρεψε μόνος στους αρχηγούς του στρατού του. Αυτοί, περίεργοι, τον ερώτησαν: «Ειρήνη; δια τι ήλθε προς σε ο παράφρων ούτος;» Ο Ιηού απήντησε: «Σεις γνωρίζετε τον άνθρωπον, και το λέγειν αυτού.» Οι αρχηγοί είπαν: «Ψευδές είναι· ειπέ προς ημάς, παρακαλούμεν.» Ο Ιηού τότε είπε ειλικρινά: «Ούτω και ούτως ελάλησε προς εμέ, λέγων, Ούτω λέγει ο Ιεχωβά· Σε έχρισα βασιλέα επί τον Ισραήλ.» Οι αρχηγοί, μη πιστεύοντας πια ότι ο εκπρόσωπος του Ελισσαιέ ήταν παράφρων, πήραν βιαστικά ο καθένας το ιμάτιόν του, το έβαλαν κάτω από τον Ιηού στο ψηλότερο ανάβαθμο, κι εσάλπισαν λέγοντας: «Εβασίλευσεν ο Ιηού.» Ο Ιηού, έχοντας λάβει εντολή από τον Ιεχωβά ως ο κεχρισμένος του Ιεχωβά, άρχισε αμέσως να σκέπτεται πώς να πραγματοποιήση το εκτελεστικό έργον εναντίον του οίκου του Αχαάβ και της Βασιλίσσης Μητρός Ιεζάβελ. Αυτός έπρεπε πρώτα να προβή εναντίον του Ιωράμ, γυιου του Αχαάβ, ο οποίος τότε, για να θεραπευθή από τα τραύματά του είχε έλθει στην πόλι της βασιλικής διαμονής, την Ιεζραέλ, εξήντα τέσσερα περίπου χιλιόμετρα δυτικά σε κατ’ ευθείαν νοητή γραμμή. Δεν έπρεπε να γίνη προειδοποίησις για την προσέγγισί του στον Ιωράμ στην Ιεζραέλ. Γι’ αυτό ο Ιηού είπε στους επιτελείς του: «Εάν ήναι η γνώμη σας, ας μη εξέλθη μηδείς φεύγων εκ της πόλεως, δια να υπάγη να απαγγείλη τούτο εν Ιεζραέλ.»—2 Βασιλέων 9:11-15, ΜΝΚ.
15. (α) Προς ποια πόλι έτρεχε τώρα ο Ιηού ως παράφρων; (β) Ποιος εστάλη να τον συναντήση, και τι είπε ο Ιηού σ’ αυτόν;
15 Ο Ιηού τότε ανέβη στην άμαξά του κι άρχισε την ιστορική διαδρομή του. Τι διαδρομή! Παράφρων ήταν; Κατηυθύνετο δυτικά μέσω της ορεινής περιοχής της Γαλαάδ και κατήλθε στον Ιορδάνη Ποταμό, όχι μακριά από την Πέλλα. Δεν ήταν μόνος· ο Βιδκάρ κι άλλοι αρματηλάται ήσαν μαζί του. Επέρασε κι ανέβη στο νοτιοανατολικό άκρον της κοιλάδος της Ιεζραέλ. Τώρα κατηυθύνετο στην Ιεζραέλ, είκοσι τέσσερα περίπου χιλιόμετρα πέραν της κοιλάδος, όπου ο Βασιλεύς Οχοζίας του Ιούδα είχε έλθει σ’ επίσκεψι του ασθενούς θείου του Ιωράμ! Στον πύργο της Ιεζραέλ ο φρουρός παρετήρησε προς την κοιλάδα ανατολικά, πέρα από τον αμπελώνα του Ναβουθαί του Ιεζραηλίτου. «Και, ιδών την συνοδίαν του Ιηού ερχομένου, είπε, Συνοδίαν βλέπω. Και είπεν ο Ιωράμ· Λάβε επιβάτην, και πέμψον εις συνάντησιν αυτών· και ας ερωτήση, Ειρήνη;» Σύμφωνα μ’ αυτά πήγε ένας ιππεύς να τον συναντήση και είπε: «Ούτω λέγει ο βασιλεύς· Ειρήνη; Και είπεν ο Ιηού, Τι σε μέλει περί ειρήνης; στρέψον οπίσω μου.»—2 Βασιλέων 9:16-18.
16. (α) Ποιος εστάλη τώρα από την Ιεζραέλ, και τι ανέφερε ο φρουρός της Ιεζραέλ; (β) Ποιος τώρα εξήλθε να συναντήση τον Ιηού, και πού έλαβε χώραν η συνάντησις;
16 Ο φρουρός από τον πύργο της Ιεζραέλ ανέφερε ό,τι είδε να γίνεται. Ο Ιωράμ, λοιπόν, έστειλε και δεύτερον ιππέα, ο οποίος, επίσης, ερώτησε τον Ιηού: «Ειρήνη;» Ο Ιηού ερώτησε γιατί ανεμιγνύετο και του είπε να στρέψη πίσω του. Η έξαλλη διαδρομή συνεχίσθηκε, κι ο φρουρός της Ιεζραέλ ανέφερε: «Ήλθε μέχρις αυτών, και δεν επέστρεψεν· η δε πορεία είναι ως η πορεία του Ιηού υιού του Νιμσί· διότι οδεύει μανιωδώς.» Ο Ιωράμ τότε αισθάνθηκε την ανάγκη να βγη με την άμαξά του και να ρωτήση ο ίδιος! Ο ανεψιός του Βασιλεύς Οχοζίας θα τον συνώδευε. «Και είπεν ο Ιωράμ, Ζεύξατε. Και έζευξαν την άμαξαν αυτού. Και εξήλθον Ιωράμ ο βασιλεύς του Ισραήλ, και Οχοζίας ο βασιλεύς του Ιούδα, έκαστος εν τη αμάξη αυτού, και υπήγαν εις συνάντησιν του Ιηού, και εύρον αυτόν εν τω αγρώ Ναβουθαί του Ιεζραηλίτου.»—2 Βασιλέων 9:18-21.
17. (α) Τι ερώτησε ο Βασιλεύς Ιωράμ, και τι απήντησε ο Ιηού; (β) Ποια προσπάθεια φυγής έγινε, αλλά τι έκαμε ο Ιηού;
17 Οι άμαξες και των δύο στάθηκαν η μία απέναντι της άλλης. «Ειρήνη, Ιηού;» ερώτησε ο Ιωράμ. Ο Ιηού απήντησε: «Τι ειρήνη, ενόσω πληθύνονται αι πορνείαι της Ιεζάβελ της μητρός σου, και αι μαγείαι αυτής;» Αμέσως ο Ιωράμ έστρεψε τα χέρια του για να φύγη και είπε στον ανεψιό του Οχοζία: «Δόλος, Οχοζία.» Ο Οχοζίας εστράφη για να φύγη, αλλ’ ο Ιηού έστρεψε την προσοχή του στον θείο, τον Ιωράμ τον γυιο του Αχαάβ και της Ιεζάβελ. «Και δράξας ο Ιηού το τόξον αυτού, επάταξε τον Ιωράμ μεταξύ των βραχιόνων αυτού· και το βέλος εξήλθε δια της καρδίας αυτού. Ο δε εκάμφθη εν τη αμάξη αυτού.»—2 Βασιλέων 9:22-24.
18. Γιατί ήταν η τοποθεσία τότε κατάλληλη, και τι είπε ο Ιηού στον Βιδκάρ να κάμη, και γιατί;
18 Πόσο κατάλληλο ήταν ακριβώς τότε που ήσαν στο έδαφος που ανήκε άλλοτε στον Ναβουθαί τον Ιεζραηλίτη, του οποίου η Βασίλισσα Ιεζάβελ είχε προκαλέσει τον φόνο! Ο Ιηού είπε τότε στον υπασπιστή του τον Βιδκάρ για τον νεκρό γυιο της Ιεζάβελ, τον Ιωράμ: «Λάβε, και ρίψον αυτόν εις την μερίδα του αγρού του Ναβουθαί του Ιεζραηλίτου· διότι ενθυμήθητι, ότε εγώ και συ επορευόμεθα έφιπποι οπίσω Αχαάβ του πατρός αυτού, ότι ο Ιεχωβά επρόφερε κατ αυτού την απόφασιν ταύτην· Ναι, είδον χθες τα αίματα του Ναβουθαί, και τα αίματα των υιών αυτού, λέγει ο Ιεχωβά και θέλω κάμει εις σε ανταπόδοσιν εν τη μερίδι ταύτη, λέει ο Ιεχωβά·—τώρα λοιπόν σήκωσον, και ρίψον αυτόν εις την μερίδα ταύτην κατά τον λόγον του Ιεχωβά.» (2 Βασιλέων 9:25, 26, ΜΝΚ) Εκεί τα «πετεινά του ουρανού» θα τον κατέτρωγαν.—1 Βασιλέων 21:24.
19. Γιατί ο Βασιλεύς Ιωράμ δεν διέφυγε την μάχαιραν του Ιηού, και τι επρόκειτο να γίνη στον ανεψιό του Βασιλέα Οχοζίαν;
19 Ο προφητικός λόγος του Ιεχωβά έπρεπε να εκπληρωθή. Γι’ αυτό ο Ιωράμ του οίκου του Βασιλέως Αχαάβ δεν διέφυγε την εκτελεστική μάχαιρα του Ιηού. Ο Βασιλεύς Οχοζίας, ο έγγονος του Αχαάβ, θα ετύγχανε προσοχής αργότερα.—2 Βασιλέων 9:27-29.
20, 21. (α) Πληροφορημένη από πριν, τι έκαμε η Ιεζάβελ μέσα στην Ιεζραέλ; (β) Ποια υπόμνησι έκαμε αυτή στον Ιηού προειδοποιώντας, αλλά τι συνέβη τότε σ’ αυτή;
20 Υπελείπετο τώρα για τον Ιηού μια βραχεία διαδρομή ως την ίδια την Ιεζραέλ. Αλλά προηγήθηκε απ’ αυτόν στην πόλι η είδησις στη Βασιλομήτορα Ιεζάβελ για τον φόνο του γυιου της. Ο Ιηού μπορούσε ν’ αναλάβη τον οίκον του νεκρού βασιλέως, περιλαβανομένης και αυτής. Αυτή με πανούργο σχέδιο έβαψε τις βλεφαρίδες της μαύρες, εκαλλώπισε την κεφαλή της κι εμφανίσθηκε σ’ ένα παράθυρο υπεράνω της πλατείας και παρετήρησε κάτω. Καθώς ο Ιηού και η φάλαγξ των αρμάτων του κροτάλιζαν διαβαίνοντας την πύλη της Ιεζραέλ, οι πεινασμένοι αδέσποτοι σκύλοι της πόλεως πρέπει να εγαύγιζαν σε όλη αυτή την αναταραχή.
21 Η φωνή της Ιεζάβελ από πάνω έφθασε ηχηρή στον Ιηού κάτω, καθώς του έκαμε μια υπόμνησι να προσέξη, λέγοντας: «Ευτύχησεν ο Ζιμβρί, ο φονεύσας τον κύριον αυτού;» Ο Ιηού ύψωσε το πρόσωπό του προς το παράθυρο κι ερώτησε: «Τις είναι μετ’ εμού; τις;» Δύο ή τρεις ευνούχοι έκυψαν προς τον Ιηού. Είδαν τον νέο τους κύριο και αρχηγό. «Ρίψατε αυτήν κάτω,» τους διέταξε ο Ιηού. Αυτοί έδειξαν ότι ήσαν με το μέρος του Βασιλέως Ιηού. «Και έρριψαν αυτήν κάτω, και ερραντίσθη εκ του αίματος αυτής προς τον τοίχον και προς τους ίππους· και κατεπάτησεν αυτήν.»—2 Βασιλέων 9:30-33.
22. (α) Αφού ο Ιηού έφαγε και έπιε, τι διέταξε να γίνη, και γιατί αυτό πολύ αργά; (β) Ποια σχόλια έκαμε ο Ιηού σχετικά με αυτό;
22 Ο Βασιλεύς Ιηού, αφήνοντας νεκρή την Ιεζάβελ στην οδό της πόλεως, μπήκε μέσα στο ανάκτορο κι έφαγε κι έπιε. Κατόπιν θυμήθηκε την Ιεζάβελ και είπε: «Υπάγετε να ίδητε τώρα την κατηραμένην ταύτην, και θάψατε αυτήν διότι είναι θυγάτηρ βασιλέως.» Βγήκαν. Φρίκη! «Δεν εύρηκαν εις αυτήν παρά το κρανίον, και τους πόδας, και τας παλάμας των χειρών.» Επέστρεψαν και το είπαν αυτό στον Βασιλέα Ιηού. Αυτός εσχολίασε την εκπλήρωσι της προφητείας του Ιεχωβά, λέγοντας: «Ούτος είναι ο λόγος του Ιεχωβά, τον οποίον ελάλησε δια του δούλου αυτού Ηλία του Θεσβίτου, λέγων, Εν τη μερίδι της Ιεζραέλ θέλουσι καταφάγει οι κύνες τας σάρκας της Ιεζάβελ· και το πτώμα της Ιεζάβελ θέλει είσθαι ως κοπρία επί προσώπου του αγρού εν τη μερίδι Ιεζραέλ, ώστε να μη είπωσιν, Αύτη είναι η Ιεζάβελ.»—2 Βασιλέων 9:34-37, ΜΝΚ.
23. Γιατί Γραφικώς είναι προφανές ότι η Ιεζάβελ εχάθη για πάντα;
23 Η Ιεζάβελ εχάθη για πάντα. Δεν θ’ ανηγείρετο μνημείον για να θυμάται ο λαός τη φονέα εκείνη που ελάτρευε τον Βάαλ. Αυτή δεν βρίσκεται σε μνημείο αναμένοντας ν’ ακούση τη φωνή του Υιού του Θεού που θα καλέση τους νεκρούς να εξέλθουν. (Ιωάννης 5:28, 29) Το εδάφιον Παροιμίαι 10:7 λέγει: «Το . . . όνομα των ασεβών σήπεται.»
24. Πόσοι από τον βασιλικόν οίκο του Αχαάβ απέμειναν ακόμη, και ποια πρότασι έκαμε ο Ιηού στους παιδοτρόφους και συμβούλους των, και γιατί;
24 Εν τούτοις, το μεγαλύτερο μέρος του βασιλικού οίκου του Αχαάβ παρέμεινε. Ο Αχαάβ, απ’ όλες τις συζύγους και παλλακές του είχε αποκτήσει άλλους εβδομήντα γυιους, εκτός από τις θυγατέρες. Αυτοί οι γυιοι ή οι κηδεμόνες των μπορούσαν ν’ αμφισβητήσουν το δικαίωμα του Βασιλέως Ιησού στον θρόνο του Ισραήλ, αρνούμενοι να τον αναγνωρίσουν ως τον κεχρισμένον του Ιεχωβά. Ο Ιηού, για να λύση αμέσως το ζήτημα, έστειλε επιστολές από την Ιεζραέλ στην πρωτεύουσα Σαμάρεια, στους παιδοτρόφους και συμβούλους των εβδομήντα αυτών υπολοίπων γυιων του Αχαάβ, που είχε πεθάνει πριν από δεκατέσσερα χρόνια περίπου. Αυτοί έπρεπε να εκλέξουν τον καλύτερο απ’ όλους εκείνους τους ανεπτυγμένους γυιους και κατόπιν να βγουν και να πολεμήσουν εναντίον του Ιηού υπέρ του οίκου του κυρίου των! Θα εβασίλευε όποιος θα εκέρδιζε τη μάχη!
25. Ποια απάντησι έδωσαν αυτοί οι άνθρωποι στον Ιηού, και γιατί;
25 Οι αρμόδιοι στη Σαμάρεια φοβήθηκαν από την πρόκλησι. Θυμήθηκαν ότι οι δύο βασιλείς, ο Βασιλεύς Ιωράμ του Ισραήλ κι ο Βασιλεύς Οχοζίας του Ιούδα, δεν μπόρεσαν ν’ αντιταχθούν στον Ιηού. Πώς, λοιπόν, θα μπορούσαν αυτοί ν’ αντισταθούν; Απήντησαν στον Ιηού: «Ημείς είμεθα δούλοι σου, και θέλομεν κάμει παν ό,τι μας είπης· δεν θέλομεν κάμει ουδένα βασιλέα [από τους γυιους του Αχααβ]· κάμε ό,τι είναι αρεστόν εις τους οφθαλμούς σου.»—2 Βασιλέων 10:1-5.
26. (α) Ο Ιηού διέταξε αυτούς να δώσουν απόδειξι των λόγων των με ποιον τρόπο; (β) Όταν ο Ιηού είδε την απόδειξι, ποιο σχόλιο έκαμε;
26 Ο Βασιλεύς Ιηού τούς έγραψε να δώσουν απόδειξι των λόγων των: «Εάν ήσθε εμού, και εισακούητε της φωνής μου, λάβετε τας κεφαλάς των ανθρώπων, των υιών του κυρίου σας, και έλθετε προς εμέ εις Ιεζραέλ αύριον την ώραν ταύτην.» Υπακούοντας, οι μεγάλοι άνδρες της Σαμαρείας, που ανέτρεφαν τους εβδομήντα γυιους του Αχαάβ, ενώθηκαν στο εκτελεστικό έργον εναντίον του οίκου του Αχαάβ. Απεκεφάλισαν τους εβδομήντα γυιους κι έστειλαν τα κεφάλια τους σε καλάθια στην Ιεζραέλ. Όταν αυτά παρεδόθησαν, ο Βασιλεύς Ιηού είπε: «Βάλετε αυτάς κατά δύο σωρούς, εν τη εισόδω της πύλης, έως πρωί.» Όταν ο Ιηού βγήκε το πρωί και είδε τους δύο σωρούς, εσχολίασε πάλι τη βεβαιότητα της εκπληρώσεως της προφητείας του Ιεχωβά. Είπε σε όλον τον λαό: «Σεις είσθε δίκαιοι· Ιδού, εγώ συνώμοσα εναντίον του κυρίου μου, και εθανάτωσα αυτόν· αλλά πάντας τούτους τις επάταξε; γνωρίσατε τώρα, ότι δεν θέλει πέσει εις την γην ουδέν εκ του λόγου του Ιεχωβά, τον οποίον ελάλησεν ο Ιεχωβά κατά του οίκου του Αχαάβ· διότι εξετέλεσεν ο Ιεχωβά όσα ελάλησε δια του δούλου αυτού Ηλία.»—2 Βασιλέων 10:6-10, ΜΝΚ.
27. Σε ποια έκτασι ο Ιηού εξετέλεσε την αποστολή του από τον Ιεχωβά;
27 Ο Ιηού εξετέλεσε πλήρως την αποστολή του από τον Ιεχωβά. «Και επάταξεν ο Ιηού πάντας τους εναπολειφθέντας εκ του οίκου του Αχαάβ εν Ιεζραέλ, και πάντας τους μεγάλους αυτού, και τους οικείους αυτού, και τους ιερείς αυτού, ώστε δεν αφήκεν εις αυτόν υπόλοιπον.» Δεν διέφυγαν τη μάχαιρα του Ιηού.—2 Βασιλέων 10:11.
28. Πώς ο Βασιλεύς Οχοζίας του Ιούδα δεν διέφυγε τη μάχαιρα του εκτελεστού, και γιατί έγινε αυτό;
28 Ακόμη κι ο έγγονος του Αχαάβ και της Ιεζάβελ, δηλαδή, ο Βασιλεύς Οχοζίας του Ιούδα, δεν διέφυγε τη μάχαιρα του εκτελεστού. Ο Οχοζίας ήταν γυιος της θυγατρός των Γοθολίας, που ενεργούσε ως κακή σύμβουλός του. Τον συνεβούλευσε να ενωθή με τον θείο του, τον Βασιλέα Ιωράμ του Ισραήλ, στον πόλεμο εναντίον του Αζαήλ της Συρίας στη Ραμώθ-γαλαάδ. Όταν ο Ιηού εχρίσθη βασιλεύς σ’ εκείνη την πόλι, ο Οχοζίας ήταν επισκέπτης του τραυματίου Ιωράμ, του θείου του, στην Ιεζραέλ. Ξεκίνησε μαζί με το θείο του να συναντήση τον Ιηού. Όταν ο Ιηού έπληξε θανάσιμα τον Ιωράμ, ο Βασιλεύς Οχοζίας έφυγε. «Ο δε Οχοζίας βασιλεύς του Ιούδα, ως είδε τούτο, έφυγε δια της οδού της οικίας του κήπου. Και κατεδίωξεν οπίσω αυτού ο Ιηού, και είπε, Πατάξατε και τούτον εν τη αμάξη αυτού. Και έκαμον ούτω, κατά την ανάβασιν Γουρ, πλησίον του Ιβλεάμ. Και έφυγεν εις Μεγιδδώ, και εκεί απέθανε. Και έφεραν αυτού οι δούλοι αυτού επί αμάξης εις Ιερουσαλήμ, και έθαψαν αυτόν εν τω τάφω αυτού, μετά των πατέρων αυτού, εν τη πόλει Δαβίδ.»—2 Βασιλέων 9:27, 28.
29. (α) Γιατί ήταν κατάλληλη η εκτέλεσις του Βασιλέως Οχοζία; (β) Πώς η εκτέλεσις της κρίσεως έφθασε τη Γοθολία, τη θυγατέρα του Αχαάβ;
29 Αυτά όλα αποτελούσαν μέρος του εκτελεστικού έργου του Ιεχωβά εναντίον των βεβηλωτών του ονόματός του. «Και εστάθη παρά Θεού όλεθρος του Οχοζίου το να έλθη προς τον Ιωράμ· διότι, ότε ήλθεν, εξήλθε μετά του Ιωράμ εναντίον Ιηού του υιού του Νιμσί, τον οποίον έχρισεν ο Ιεχωβά δια να εξολοθρεύση τον οίκον Αχαάβ. Και ότε έκαμνεν ο Ιηού την εκδίκησιν κατά του οίκου Αχαάβ, ευρών τους άρχοντας του Ιούδα, και τους υιούς των αδελφών του Οχοζίου, τους υπηρετούντας τον Οχοζίαν, εθανάτωσεν αυτούς. Και εζήτησε τον Οχοζίαν· και συνέλαβον αυτόν κρυπτόμενον εν Σαμαρεία, και έφεραν αυτόν προς τον Ιηού· και εθανάτωσαν αυτόν, και έθαψαν αυτόν διότι είπον, υιός του Ιωσαφάτ είναι, όστις εξεζήτησε τον Ιεχωβά εξ όλης της καρδίας αυτού. Και ο οίκος Οχοζίου δεν είχε δύναμιν να κρατήση πλέον την βασιλείαν [του Ιούδα].» (2 Χρονικών 22:7-9, ΜΝΚ) Η μητέρα του Οχοζία, η Γοθολία, θυγάτηρ του Αχαάβ και της Ιεζάβελ, υπέστη, επίσης, βίαιο θάνατο ύστερ’ από επτά χρόνια, όχι από τη μάχαιρα του Ιηού, αλλά κατά διαταγήν του αρχιερέως του Ιεχωβά στην Ιερουσαλήμ.—2 Χρονικών 22:10 έως 23:15.
30. Πώς οι αδελφοί του Οχοζία, που συμπαθούσαν τον Βασιλέα Ιωράμ, υπέστησαν εκτέλεσι;
30 Οι αδελφοί η οι γυιοι των αδελφών του Οχοζία, γυιου της Γοθολίας, δεν διέφυγαν τη μάχαιρα του Ιηού. Δεν είχαν μάθει ακόμη τι είχε συμβή στον Βασιλέα Ιωράμ, θείον του Οχοζία. Γι’ αυτό ελευθέρως εξέφραζαν τη φιλία των στον Βασιλέα Ιωράμ, γυιο του Αχαάβ. Έτσι, ήλθαν στον δρόμο του εκτελεστού του Ιεχωβά, του Βασιλέως Ιηού, που επήγαινε στην πόλι της Σαμαρείας. «Έπειτα σηκωθείς ανεχώρησε, και ήλθεν εις Σαμάρειαν. Και εν τη οδώ, ενώ ήτο πλησίον τινός μάνδρας ποιμένων, εύρηκεν ο Ιηού τους αδελφούς του Οχοζίου βασιλέως του Ιούδα, και είπε, Τίνες είσθε; Οι δε είπον, Είμεθα οι αδελφοί του Οχοζίου, και καταβαίνομεν να χαιρετήσωμεν τους υιούς του βασιλέως και τους υιούς της βασιλίσσης. Και είπε [ο Ιηού], Συλλάβετε αυτούς ζώντας. Και συνέλαβον αυτούς ζώντας, και έσφαξαν αυτούς πλησίον του φρέατος της μάνδρας, τεσσαράκοντα δύο ανθρώπους· δεν αφήκαν ουδένα εξ αυτών.» Ασφαλώς ο Ιηού έκαμε ό,τι μπορούσε για να εξαλείψη τον οίκον του Αχαάβ. (2 Βασιλέων 10:12-14· 2 Χρονικών 22:8) Εκείνο που ενίσχυσε τον Ιηού γι’ αυτή την πλήρη εκτέλεσι κρίσεως εναντίον αυτών των βεβηλωτών του ονόματος του Θεού ήταν η εντολή που είχε λάβει από τον Ιεχωβά. Σχετικά με τούτο αυτός ήταν ένα παράδειγμα αφοσιώσεως στο καθήκον.
-
-
Ένας Υποστηρικτής του Αγιασμού του Ονόματος«Αγιασθήτω το Όνομά Σου»
-
-
Κεφάλαιο 12
Ένας Υποστηρικτής του Αγιασμού του Ονόματος
1. (α) Με την υιοθέτησι ποιας θρησκείας ο Ισραήλ είχε βεβηλώσει το όνομα του Θεού, και, παρά την εναντίωσι του Ηλία, πόσον καιρό διετηρήθη στον Ισραήλ; (β) Ποιον ζήλο, συνεπώς, υπεχρεώθη να δείξη ο Ιηού για τον Ιεχωβά;
Το βασίλειο του Ισραήλ είχε βεβηλώσει το όνομα του Ιεχωβά με την υιοθέτησι της λατρείας του Βάαλ, της θρησκείας της Ιεζάβελ, συζύγου του Βασιλέως Αχαάβ. Χρόνια προτού τελειώση η βασιλεία του Βασιλέως Αχαάβ στη Σαμάρεια, ο προφήτης Ηλίας είχε θανατώσει τετρακόσιους πενήντα προφήτας του Βάαλ, αφού κατέβη πυρ από τον ουρανό στο Όρος Κάρμηλον. Εν τούτοις, ο ναός του Βάαλ, που είχε ανεγείρει ο Αχαάβ για την Ιεζάβελ, παρέμενε ακόμη στην πρωτεύουσα, τη Σαμάρεια, όταν ο Ιηού ως ο κεχρισμένος του Ιεχωβά αφήρεσε τον θρόνο από τον καταδικασμένον οίκο του Αχαάβ. Η θρησκεία της Ιεζάβελ έπρεπε να εξαλειφθή από τον Ισραήλ, ακριβώς όπως κι αυτή η ίδια είχε εξαλειφθή. Ο Βασιλεύς Ιηού επεδόθη σ’ αυτό το έργον. Είχε ένα πύρινο ζήλο για τον ουράνιο Εντολέα του, τον Ιεχωβά Θεό. Το όνομα του Ιηού εσήμαινε «Ο Ιεχωβά Είναι Αυτός.»
2. Ποιος ήταν ο Ιωναδάβ, ο γυιος του Ρηχάβ του Κεναίου, και πώς συνέβη ώστε ο Μωυσής να λέγεται γαμβρός του Κεναίου;
2 Στον Ισραήλ υπήρχε τότε ένας περιτετμημένος προσήλυτος στη λατρεία του Ιεχωβά. Τ’ όνομά του ήταν Ιωναδάβ και σημαίνει «ο Ιεχωβά Είναι Γενναιόδωρος.» Ήταν γυιος του Ρηχάβ του Κεναίου, ο οποίος, πάλι, ήταν απόγονος του πιστού πατριάρχου Αβραάμ, μολονότι όχι από τη σύζυγό του Σάρρα ή από τον γυιο του Ισαάκ. Ο Αβραάμ είχε μια δευτερεύουσα σύζυγο ή παλλακή που ελέγετο Χεττούρα. Ένας από τους έξη γυιους, που είχε ο Αβραάμ από τη Χεττούρα, ήταν ο Μαδιάμ. (Γένεσις 25:1-6) Όταν ο απόγονος του Αβραάμ, που ελέγετο Μωυσής, έφυγε από την Αίγυπτο κι επήγε στη γη Μαδιάμ, ενυμφεύθη μια θυγατέρα του ιερέως του Μαδιάμ. (Έξοδος 2:15 έως 3:1· 18:1-27· Αριθμοί 10:29-33) Ο ιερεύς ήταν από τη Μαδιανιτική φυλή των Κεναίων, που εσήμαινε «Μεταλλουργοί.» Σύμφωνα με αυτά, ο Μωυσής ελέγετο ότι ήταν γαμβρός του Κεναίου.—Κριταί 1:16.
3. Με ποια φυλή συνεταυτίσθησαν οι Κεναίοι, αλλά πώς μερικοί απ’ αυτούς είχαν κατοικήσει στο βόρειο άκρο;
3 Οι Κεναίοι συνεταυτίσθησαν με τη φυλή του Ιούδα, όταν οι Ισραηλίται εισήλθαν στη Γη της Επαγγελίας. Οι Κεναίοι δεν ήσαν όλοι συνδεδεμένοι. Διαβάζομε: «Ο δε Έβερ ο Κεναίος, εκ των υιών του υιών του Οβάβ πενθερού του Μωυσέως, είχε χωρισθή από των Κεναίων, και είχε στήσει την σκηνήν αυτού έως της δρυός Ζααναείμ, της πλησίον Κέδες.» (Κριταί 4:11) Η Κέδες ήταν κοντά στο βόρειο άκρο του Ισραήλ. Η σύζυγος του Έβερ του Κεναίου ήταν η Ιαήλ, που εφόνευσε τον καταδυνάστη του Ισραήλ, τον Χαναναίο αρχηγό Σισάρα. (Κριταί 4:17-22) Στις ημέρες του Βασιλέως Δαβίδ ελέγετο ότι ήσαν «οι Κεναίοι, οι εξελθόντες εκ του Αιμάθ, πατρός του οίκου Ρηχάβ.» (1 Χρονικών 2:55) Αυτός ο Ρηχάβ ήταν πατέρας του Ιωναδάβ.
4. (α) Ποιου είδους πατέρας και εκπαιδευτής ήταν ο Ιωναδάβ, ο υιός του Ρηχάβ; (β) Πώς ευρέθη τρέχοντας με τον Βασιλέα Ιηού στο άρμα του;
4 Ο Ιωναδάβ ήταν ένας λάτρης του Ιεχωβά Θεού. Ήταν ένας καλός πατέρας και πιστός εκπαιδευτής των τέκνων του, ώστε οι απόγονοί του είχαν κερδίσει την επιδοκιμασία του Ιεχωβά. (Ιερεμίας 35:1-19) Ο Ιωναδάβ επεδοκίμασε την κρίσι του Ιεχωβά που είχε εκτελέσει ο Βασιλεύς Ιηού εναντίον του οίκου Αχαάβ. Ο Ιηού τον συνήντησε σε μια κρίσιμη στιγμή, καθώς έτρεχε με το άρμα του. Ο Ιηού του είπε: «Η καρδία σου είναι ευθεία, καθώς η καρδία μου μετά της καρδίας σου;» Ο Ιωναδάβ απήντησε: «Είναι.» Τότε ο Ιηού του είπε: «Εάν ήναι, δος την χείρα σου.» Ο Ιωναδάβ έδωσε το χέρι του. «Και ανεβίβασεν αυτόν προς εαυτόν επί την άμαξαν. Και είπεν, Ελθέ μετ’ εμού, και ιδέ τον ζήλον μου υπέρ του Ιεχωβά. Και επεβίβασαν αυτόν εις την άμαξαν αυτού. Και ότε ήλθεν εις Σαμάρειαν, επάταξε πάντας τους εναπολειφθέντας εκ του Αχαάβ εν Σαμαρεία, εωσού ηφάνισεν αυτόν, κατά τον λόγον του Ιεχωβά, τον οποίον ελάλησε προς τον Ηλίαν.»—2 Βασιλέων 10:15-17, ΜΝΚ.
5, 6. (α) Πώς ο Ιηού εχρησιμοποίησε στρατηγική για να συγκεντρώση τους λατρευτές του Βάαλ για λατρεία; (β) Ποια ήταν η ανταπόκρισίς των στη διευθέτησι του Ιηού;
5 Ο Βασιλεύς Ιηού εχρησιμοποίησε στρατηγική για να ξερριζώση τη λατρεία του Βάαλ από τον Ισραήλ. «Τότε συνήθροισεν ο Ιηού πάντα τον λαόν, και είπε προς αυτούς, Ο Αχαάβ εδούλευσε τον Βάαλ ολίγον· ο Ιηού θέλει δουλεύσει αυτόν πολύ· τώρα λοιπόν καλέσατε προς εμέ πάντας τους προφήτας του Βάαλ, πάντας τους λατρευτάς αυτού, και πάντας τους ιερείς αυτού ας μη λείψη μηδείς· διότι έχω θυσίαν μεγάλην εις τον Βάαλ· πας όστις λείψη, δεν θέλει ζήσει. Πλην ο Ιηού έπραξε τούτο δολίως, επί σκοπώ να εξολοθρεύση τους λατρευτάς του Βάαλ.»—2 Βασιλέων 10:18, 19.
6 Όλοι οι λατρευταί του Βάαλ στον Ισραήλ επιέζοντο τώρα να εκδηλωθούν. «Και είπεν ο Ιηού, Κηρύξατε πανήγυριν δια τον Βάαλ. Και εκήρυξαν: Και έπεμψεν ο Ιηού προς πάντα τον Ισραήλ και ήλθον πάντες οι λατρευταί του Βάαλ· και δεν έμεινεν ουδείς, όστις δεν ήλθε. Και ήλθον εις τον οίκον του Βάαλ· και επλήσθη ο οίκος του Βάαλ, στόμα εις στόμα.»—2 Βασιλέων 10:20, 21.
7. Πώς ο Ιηού έκαμε τους λατρευτάς του Βάαλ να δείξουν την ταυτότητά τους ακόμη περισσότερο έντονα, και πώς έκαμε βέβαιο ότι δεν ήσαν μεταξύ αυτών λατρευταί του Ιεχωβά;
7 Εν τούτοις, ο Ιηού ήθελε να δείξουν την ταυτότητά τους ακόμη πιο έντονα οι λατρευταί του Βάαλ, πράγματι, για την ίδια τους εκτέλεσι. «Και είπε προς τον ιματιοφύλακα, Εξάγαγε ιμάτια δια πάντας τους λατρευτάς του Βάαλ. Και εξήγαγεν εις αυτούς τα ιμάτια. Και εισήλθεν ο Ιηού, και ο Ιωναδάβ, ο υιός του Ρηχάβ, εις τον οίκον του Βάαλ· και είπε προς τους λατρευτάς του Βάαλ, Ερευνήσατε, και ιδέτε να μη ήναι εδώ με σας μηδείς εκ των δούλων του Ιεχωβά, αλλά μόνον οι λατρευταί του Βάαλ.» (2 Βασιλέων 10:22, 23, ΜΝΚ) Μ’ αυτόν τον τρόπο έγινε δημοσία γνωστό ότι δεν είχε έλθει εκεί κανείς από το υπόλοιπο των επτά χιλιάδων του Ισραήλ, που είχαν αρνηθή να κλίνουν στον Βάαλ ή ν’ ασπασθούν το είδωλό του. Ο Ιηού τελικά έμεινε ικανοποιημένος.
8. Πώς ο Ιηού έκαμε τώρα προετοιμασία για την εκτέλεσι των λατρευτών του Βάαλ;
8 «Και ότε εισήλθον δια να προσφέρωσι θυσίας και ολοκαυτώματα, ο Ιηού διέταξεν έξω ογδοήκοντα άνδρας, και είπεν, Όστις αφήση να διασωθή τις εκ των ανθρώπων, τους οποίους εγώ έφερα εις τας χείρας σας, η ζωή αυτού θέλει είσθαι αντί της ζωής εκείνου.» (2 Βασιλέων 10:24) Οι ένοπλοι αυτοί φρουροί και οι επί κεφαλής των κατενόησαν τώρα ότι επρόκειτο ή να φονεύσουν ή να φονευθούν.
9. (α) Πότε ο Ιηού διέταξε τους ογδόντα οπλοφόρους να ενεργήσουν και τι έκαμαν αυτοί; (β) Ποιος ήταν ένας προσωπικά αυτόπτης μάρτυς αυτής της εκτελέσεως, και με ποια στάσι;
9 Οι λάτρεις του Βάαλ όχι μόνο ντύθηκαν, αλλά κι έλαβαν ενεργόν μέρος στη λατρεία. «Και ως ετελείωσε προσφέρων το ολοκαύτωμα, είπεν ο Ιηού προς τους δορυφόρους και προς τους ταγματάρχας, Εισέλθετε, πατάξατε αυτούς· μηδείς ας μη εξέλθη. Και επάταξαν αυτούς οι δορυφόροι και οι ταγματάρχαι εν στόματι μαχαίρας, και έρριψαν έξω και υπήγαν έως της πόλεως του οίκου του Βάαλ. Και εξέβαλαν τα είδωλα του οίκου του Βάαλ, και κατέκαυσαν αυτά. Και κατεσύντριψαν το είδωλον του Βάαλ, και κατεκρήμνισαν τον οίκον του Βάαλ, και έκαμον αυτόν κοπρώνα έως της ημέρας ταύτης. Ούτω ηφάνισεν ο Ιηού τον Βάαλ εκ του Ισραήλ.» (2 Βασιλέων 10:25-28) Ο Ιωναδάβ, ο υιός του Ρηχάβ, ήταν προσωπικά ένας αυτόπτης μάρτυς της εξοντώσεως αυτής του Βααλισμού από τον Ισραήλ. Αισθάνθηκε ευχαρίστησι από την επίδειξι του φλογερού ζήλου του Ιηού υπέρ του Ιεχωβά. Έδειξε εύνοια στον αγιασμό του ονόματος του Ιεχωβά και τον υπεστήριξε.
10, 11. (α) Γιατί δεν έμεινε κανείς Βααλιστής για να θανατωθή από τον Ελισσαιέ, και συνεπώς ποια υπόσχεσι έδωσε ο Ιεχωβά στον Βασιλέα Ιηού; (β) Γιατί δεν ήταν μια αιώνια διαθήκη για τη βασιλεία εκείνη που συνέστησε ο Θεός με τον Ιηού;
10 Αφού κανείς από τους Βααλολάτρας, από τη Βασιλομήτορα Ιεζάβελ ως τον τελευταίο Βααλιστή, δεν διέφυγε τη μάχαιρα του Ιηού, δεν έμεινε πια κανείς για να θανατωθή από τον Ελισσαιέ. (1 Βασιλέων 19:17) Στον πλήρη αυτόν βαθμό εξεπλήρωσε ο Ιηού την αποστολή του από τον Ιεχωβά κι ενήργησε ως εκτελεστής στον Ισραήλ. Εβασίλευσε στην πρωτεύουσα του βασιλείου του Ισραήλ, τη Σαμάρεια, επί είκοσι οκτώ χρόνια. «Πλην δεν απεμακρύνθη ο Ιηού από των αμαρτιών του Ιεροβοάμ υιού του Ναβάτ, όστις έκαμε τον Ισραήλ να αμαρτήση, από των χρυσών μόσχων των εν Βαιθήλ και των εν Δαν.» Αλλ’ ο Ιηού δεν ήταν εντεταλμένος να εξαλείψη και τη μοσχολατρία. Εξεπλήρωσε, όμως, την εκτέλεσι της κρίσεως του Ιεχωβά εναντίον του κακού οίκου του Αχαάβ. Γι’ αυτό, ο Ιεχωβά αντήμειψε τον Βασιλέα Ιηού. «Και είπεν ο Ιεχωβά προς τον Ιηού, Επειδή έπραξας καλώς εκτελέσας το αρεστόν εις τους οφθαλμούς μου, και έκαμες εις τον οίκον του Αχαάβ κατά πάντα όσα ήσαν εν τη καρδία μου, οι υιοί σου μέχρι της τετάρτης γενεάς θέλουσι καθίσει επί του θρόνου του Ισραήλ.»—2 Βασιλέων 10:29, 30, ΜΝΚ.
11 Ο Βασιλεύς Ιηού επρόκειτο έτσι ν’ αρχίση μια δυναστεία ηγεμόνων στον Ισραήλ. Εν τούτοις, ο Ιεχωβά δεν συνέστησε έτσι μια διαθήκη με τον Βασιλέα Ιηού για μια αιώνια βασιλεία στην οικογένειά του. Εκατό και πλέον χρόνια πριν απ’ αυτό ο Ιεχωβά Θεός είχε συστήσει τη διαθήκη του για μια αιώνια βασιλεία με τον Δαβίδ βασιλέα της Ιερουσαλήμ, σύμφωνα με την οποία έπρεπε να έλθη ο αιώνιος άρχων όλου του ανθρωπίνου γένους, ο υποσχεμένος Σηλώ.—2 Σαμουήλ 7:11-16· Γένεσις 49:10.
12. (α) Γιατί ο Βασιλεύς Ιηού δεν απεφάσισε ν’ αφαιρέση τη μοσχολατρία, επίσης, από τον Ισραήλ; (β) Πώς η προφητεία του Ιεχωβά σχετικά με τον βασιλικό οίκο του Ιηού επαλήθευσε;
12 Πιθανώς, ο Βασιλεύς Ιηού, για να τηρήση το δεκάφυλο βασίλειο του Ισραήλ χωριστό από το βασίλειο του Ιούδα με τον ναό του Ιεχωβά στην Ιερουσαλήμ, άφησε τη μοσχολατρία να παραμείνη στον Ισραήλ με τα κέντρα της στη Δαν και στη Βαιθήλ. «Και δεν επρόσεξεν ο Ιηού να περιπατή εξ όλης της καρδίας αυτού εν τω νόμω Ιεχωβά του Θεού του Ισραήλ· δεν απεμακρύνθη από των αμαρτιών του Ιεροβοάμ, όστις έκαμε τον Ισραήλ να αμαρτήση.» Αλλ’ εμείς δεν πρέπει να λάβωμε υπ’ όψι τη θρησκευτική αυτή αποτυχία του Ιηού, όταν τον θεωρούμε ως ένα εκτελεστή του Ιεχωβά εναντίον του φαύλου οίκου του Αχαάβ, διότι η μοσχολατρία δεν εβάρυνε τον Βασιλέα Ιηού αλλ’ εβάρυνε τον Βασιλέα Ιεροβοάμ. (2 Βασιλέων 10:31, 34-36, ΜΝΚ) Η προφητεία του Ιεχωβά περί δυναστείας του Ιηού επαλήθευσε. Τέσσερες απόγονοι της οικογενείας του Ιηού τον διεδέχθησαν στον θρόνο του Ισραήλ, ήτοι, (1) ο Ιωάχαζ, (2) ο Ιωάς, (3) ο Ιεροβοάμ Β΄, και (4) ο Ζαχαρίας.
13. Πότε ο Θεός έκαμε διαθήκη με τους απογόνους του Ιωναδάβ και γιατί ο λόγος γι’ αυτό αντανακλά καλά επάνω στον Ιωναδάβ;
13 Όσον αφορά τον Ιωναδάβ, τον φίλο του Βασιλέως Ιηού, τον γυιο του Ρηχάβ, ο Ιεχωβά Θεός έκαμε μια διαθήκη με τους απογόνους του, ύστερ’ από διακόσια πενήντα χρόνια περίπου, πολύν καιρό μετά την παύσι της δυναστείας του Ιηού και μετά την ανατροπή του ιδίου του βασιλείου του Ισραήλ. Η διαθήκη αυτή ήταν ότι ο οίκος του Ιωναδάβ ποτέ δεν θα έμενε χωρίς ένα ζωντανό μέλος. Αυτή η διαθήκη έγινε στις ημέρες του προφήτου Ιερεμία, ένδεκα περίπου χρόνια προτού καταστραφή η Ιερουσαλήμ για πρώτη φορά. Ακόμη και ως εκείνον τον προχωρημένο καιρό ο οίκος του Ιωναδάβ ευπειθώς ετήρησε την εντολή του. Οι Ρηχαβίται εκείνοι είπαν στον Ιερεμία ότι ο λόγος για τον οποίον δεν παρέβησαν τους κανόνες για απλή διαβίωσι ήταν αυτός: «Ιωναδάβ, ο υιός του Ρηχάβ, ο πατήρ ημών, προσέταξεν εις ημάς. . . . Και υπηκούσαμεν εις την φωνήν του Ιωναδάβ, υιού του Ρηχάβ, του πατρός ημών, κατά πάντα όσα προσέταξεν εις ημάς.»
14. (α) Με τι αντιπαραβάλλεται η υπακοή των Ρηχαβιτών και τι ανέφερε η διαθήκη του Θεού με αυτούς; (β) Τι έπρεπε ν’ αναμένεται για τους Ρηχαβίτας όσον αφορά τη Χριστιανοσύνη;
14 Η υπακοή των προσηλύτων αυτών στη λατρεία του Ιεχωβά ήρχετο σε αντίθεσι με την παρακοή των ιδίων των Ισραηλιτών. Γι’ αυτό, ο Ιεχωβά έστειλε αυτό το μήνυμα στους Ρηχαβίτας μέσω του προφήτου Ιερεμία: «Ούτω λέγει ο Ιεχωβά των δυνάμεων, ο Θεός του Ισραήλ Επειδή υπηκούσατε εις την προσταγήν Ιωναδάβ του πατρός σας, και εφυλάξατε πάσας τας εντολάς αυτού και εκάμετε κατά πάντα όσα προσέταξεν εις εσάς, δια τούτο ούτω λέγει ο Ιεχωβά των δυνάμεων, ο Θεός του Ισραήλ. Δεν θέλει λείψει άνθρωπος από του Ιωναδάβ υιού του Ρηχάβ παριστάμενος ενώπιόν μου εις τον αιώνα.»—(Ιερεμίας 35:1-19, ΜΝΚ) Πρέπει, λοιπόν, ν’ αναμένεται ότι μερικοί από τους απογόνους του Ιωναδάβ, υιού του Ρηχάβ, ήσαν στη γη Ισραήλ, όταν ο Υιός του Θεού, ο αιώνιος Κληρονόμος του Βασιλέως Δαβίδ, ήταν εδώ στη γη ως ένας τέλειος άνθρωπος· και ότι μετά τον θάνατο, την ανάστασι και την επιστροφή του στον ουρανό μερικοί απ’ αυτούς τους Ρηχαβίτας έγιναν πιστά, επιτυχή μέλη της Χριστιανικής εκκλησίας.
ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΤΟΥ ΒΟΡΡΑ ΩΣ ΤΟ ΤΕΛΟΣ
15. (α) Ποια εντολή συνεπλήρωσε ο Ελισσαιέ και ποιο έργον είδε εκτελούμενον; (β) Με ποιο είδος θανάτου απέθανε και στη διάρκεια της βασιλείας τίνος;
15 Όσον αφορά τον προφήτη Ελισσαιέ, δεν υπάρχει Γραφική αναγραφή για το ότι όποιος διέφυγε τη μάχαιρα του Αζαήλ του Συρίου και τη μάχαιρα του Ιηού εγγόνου του Νιμσί εθανατώθη απ’ αυτόν. Ο Ελισσαιέ επέζησε και του Βασιλέως Αζαήλ της Συρίας και του Βασιλέως Ιηού του Ισραήλ. Είδε έτσι την περάτωσι του έργου απ’ αυτούς τους δύο εκτελεστάς των κρίσεων του Ιεχωβά· αυτός δε ο ίδιος ως διάδοχος του Ηλία συνεπλήρωσε την εντολή του Ιεχωβά στον Ηλία. Ο Ελισσαιέ εζησε για να ιδή τη δεύτερη γενεά μετά τον Ιηού να κάθεται στον θρόνο του Ισραήλ. Ο Ελισσαιέ δεν είχε μια θεαματική αναχώρησι σ’ ένα ανεμοστρόβιλο με πύρινο άρμα και πυρίνους ίππους όπως ο Ηλίας, στη θέα των οποίων ο Ελισσαιέ εκραύγασε: «Πάτερ μου, πάτερ μου, άμαξα του Ισραήλ, και ιππικόν αυτού!» Ο Ελισσαιέ πέθανε φυσικό θάνατο όταν εβασίλευε ο εγγονός του Ιηού, Ιωάς, του οποίου το όνομα σημαίνει «ο Ιεχωβά Είναι Ισχυρός,» ή, «ο Ιεχωβά Εχορήγησε.»
16. (α) Για την μη αφαίρεσι της λατρείας των μόσχων τι επρόκειτο να υποφέρη το βασίλειο του Ιωάς; (β) Πότε τα πράγματα άλλαξαν κάπως προς το καλύτερο για τον Ισραήλ;
16 Παρά τη σημασία του ονόματός του, ο Βασιλεύς Ιωάς δεν αφήρεσε τη λατρεία των μόσχων από τον Ισραήλ. Για την αποτυχία αυτή επρόκειτο να πολεμήση εναντίον των Συρίων και υπό τον Αζαήλ και υπό τον γυιο του Βεν-αδάδ. Δεν επέτυχε κατά του εκτελεστού του Ιεχωβά, του Βασιλέως Αζαήλ της Συρίας. Όταν ο Ιωάς έγινε βασιλεύς του Ισραήλ, ο εκτελεστής Αζαήλ κατεδυνάστευε τον Ισραήλ τόσο ώστε άφησε τον Ισραήλ μόνο με πενήντα ιππείς, δέκα άμαξες και δέκα χιλιάδες πεζούς, «διότι κατέστρεψεν αυτούς ο βασιλεύς της Συρίας, και κατέστησεν αυτούς ως το χώμα το καταπατούμενον.» (2 Βασιλέων 13:1-7) Αλλά μετά τον θάνατο του εκτελεστού Αζαήλ, και αφού ο Βασιλεύς Ιωάς έκαμε μια τελική επίσκεψι στον Ελισσαιέ, τα πράγματα άλλαξαν κάπως προς το καλύτερο.
17. Ποια λόγια επανέλαβε ο βασιλεύς Ιωάς στον Ελισσαιέ που ήταν ασθενής, και τι είδους εκκλήσεως ήταν αυτό;
17 «Ο δε Ελισσαιέ ηρρώστησε την αρρωστίαν αυτού υπό της οποίας απέθανε. Και κατέβη προς αυτόν Ιωάς ο βασιλεύς του Ισραήλ, και έκλαυσεν επί τω προσώπω αυτού και είπε, Πάτερ μου, πάτερ μου, άμαξα του Ισραήλ, και ιππικόν αυτού!» Ο Ελισσαιέ είχε χρησιμοποιήσει αυτά τα αποχαιρετιστήρια λόγια στον Ηλία, και τώρα ο Βασιλεύς Ιωάς τα εχρησιμοποίησε για ν’ αποχαιρετήση τον Ελισσαιέ. Τα λόγια αυτά φαίνονται σαν μια έκκλησις στον Ελισσαιέ για στρατιωτική βοήθεια στον Ισραήλ εναντίον των Συρίων, οι οποίοι κατείχαν ακόμη Ισραηλιτικό έδαφος προς ανατολάς.—2 Βασιλέων 13:14.
18. Πώς ο Ελισσαιέ έκαμε τον Βασιλέα Ιωάς να τοξεύση ένα «βέλος της σωτηρίας,» και εναντίον τίνος;
18 Τόξον και βέλη ήσαν σύμβολο πολέμου. Γι’ αυτό ο Ελισσαιέ είπε στον Βασιλέα Ιωάς: «Λάβε τόξον και βέλη.» Ο Ιωάς το έκαμε αυτό. Κατόπιν ο Ελισσαιέ είπε: «Επίθες την χείρα σου επί το τόξον.» Ο Ιωάς το έπραξε αυτό. «Και επέθηκεν ο Ελισσαιέ τας χείρας αυτού επί τας χείρας του βασιλέως. Και είπεν, Άνοιξον το παράθυρον κατά ανατολάς. Και ήνοιξε. Και είπεν ο Ελισσαιέ, Τόξευσον. Και ετόξευσε. Και είπε [ο Ελισσαιέ], Το βέλος της σωτηρίας του Ιεχωβά και το βέλος της σωτηρίας εκ των Συρίων! και θέλεις πατάξει τους Συρίους εν Αφέκ [προς ανατολάς του Ιορδάνου], εωσού συντελέσης αυτούς.»
19. Στη σύστασι του Ελισσαιέ τι έκαμε ο Ιωάς με τη δέσμη των βελών, και ποια προφητική σημασία έθεσε ο Ελισσαιέ σ’ αυτό;
19 Ο Ελισσαιέ τώρα ήθελε μια ένδειξι της επιμονής που θα επεδείκνυε ο Βασιλεύς Ιωάς εναντίον των Συρίων εχθρών. «Λάβε τα βέλη,» είπε στον Ιωάς. Ο βασιλεύς τα έλαβε. Κατόπιν ο Ελισσαιέ προσέταξε: «Πάταξον επί την γην.» Πόσες φορές, δεν του ελέχθη. «Και επάταξε τρις, και εστάθη. Και ωργίσθη εις αυτόν ο άνθρωπος του Θεού, και είπεν, Έπρεπε να πατάξης πεντάκις ή εξάκις· τότε ήθελες πατάξει τους Συρίους εωσού συντελέσης αυτούς· τώρα όμως τρις θέλεις πατάξει τους Συρίους.» (2 Βασιλέων 13:15-19, ΜΝΚ) Η προφητεία εκείνη εξεπληρώθη.
20. Πώς εξεπληρώθη αυτή η προφητεία;
20 Η αναγραφή λέγει: «Απέθανε δε ο Αζαήλ βασιλεύ της Συρίας, και εβασίλευσεν αντ’ αυτού Βεν-αδάδ ο υιός αυτού. Και έλαβε πάλιν Ιωάς ο υιός του Ιωάχαζ εκ της χειρός του Βεν-αδάδ υιού του Αζαήλ τας πόλεις, τας οποίας ο Αζαήλ είχε λάβει εκ της χειρός Ιωάχαζ του πατρός αυτού εν τω πολέμω. Τρις επάταξεν αυτόν ο Ιωάς, και επανέλαβε τας πόλεις του Ισραήλ.»—2 Βασιλέων 13:24, 25.
21, 22. (α) Πώς μετά τον θάνατό του ο Ελισσαιέ ήταν ακόμη ισχυρός με το πνεύμα του Ιεχωβά; (β) Τι αριθμό έχει αυτό στα θαύματα του Ελισσαιέ, και μεταξύ ποιων που αγίασαν το όνομα του Θεού έχει αυτός περιληφθή;
21 Ο Ελισσαιέ, στην επιθανάτιο κλίνη του, ύστερ’ από εξήντα χρόνια διακονίας που έκαμε μόνος του, ανήγγειλε τη νίκη του Ιεχωβά, τη σωτηρία του Ιεχωβά. Αγίασε το όνομα του Ιεχωβά. Με το πνεύμα του Ιεχωβά ο Ελισσαιέ έγινε ισχυρός να εκτελέση στη διάρκεια της ζωής του δεκαπέντε θαύματα που έχομε αναφέρει· αλλά και μετά τον θάνατό του ήταν ακόμη ισχυρός δια του πνεύματος του Ιεχωβά. Το υπόμνημα λέγει: «Και απέθανεν ο Ελισσαιέ, και έθαψαν αυτόν. Το δε ακόλουθον έτος [το έαρ] τάγματα Μωαβιτών έκαμον εισβολήν εις την γην. Και ενώ έθαπτον άνθρωπον τινα, ιδού, είδον τάγμα· και έρριψαν τον άνθρωπον εις τον τάφον του Ελισσαιέ· και καθώς ο άνθρωπος υπήγε και ήγγισε τα οστά του Ελισσαιέ, ανέζησε και εστάθη επί τους πόδας αυτού.»—2 Βασιλέων 13:20, 21.
22 Αυτή η ανάστασις του νεκρού Ισραηλίτου αποδίδεται στον Ελισσαιέ ως το δέκατο έκτο θαύμα του, η δεύτερη ανάστασις που έγινε μέσω αυτού. Μέχρι θανάτου ήταν ένας από τους πιστούς μάρτυρας του Ιεχωβά. Τα επιτεύγματά του σε αναστάσεις τον κατατάσσουν ανάμεσα στο τοσούτον νέφος μαρτύρων, που κατονομάζονται ή υπονοούνται στην επιστολή προς Εβραίους 11:2 έως 12:1.
23. Πώς ο Ελισσαιέ εχρησιμοποίησε τη διπλή μερίδα του πνεύματος του Ηλία, και γιατί πρέπει οι προφητικές δραστηριότητές του να προεικονίζουν μελλοντικά πράγματα;
23 Ο Ελισσαιέ δεν μνημονεύεται άλλη φορά στις Εβραϊκές Γραφές. Υπήρξε ένας πιστός αντικαταστάτης του Ηλία και δεν υστέρησε από τον Ηλία ως διάδοχός του. Εχρησιμοποίησε πιστά την διπλή μερίδα του πνεύματος του Ηλία που είχε λάβει. Επομένως, αν η προφητική δράσις του Ηλία ήταν ένα προφητικό δράμα που προεικόνιζε μελλοντικά πράγματα, τότε και του Ελισσαιέ η προφητική δράσις πρέπει, επίσης, να ήταν τέτοια, η μία διαδεχομένη την αλλη.
24. Ποιος, όμως, είναι εκείνος που μνημονεύεται ότι επρόκειτο ν’ αποσταλή στον πιο κρίσιμο καιρό της ανθρωπίνης ιστορίας;
24 Στο τελευταίο βιβλίο των Εβραίων προφητών, όχι ο Ελισσαιέ, αλλ’ ο προκάτοχός του είναι εκείνος, τον οποίον ο Ιεχωβά υπεσχέθη να στείλη στον πιο κρίσιμο καιρό της ανθρωπίνης ιστορίας, με αυτά τα λόγια: «Ιδού, εγώ θέλω αποστείλει προς εσάς Ηλίαν τον προφήτην, πριν έλθη η ημέρα του Ιεχωβά η μεγάλη και επιφανής και αυτός θέλει επιστρέψει την καρδίαν των πατέρων προς τα τέκνα, και την καρδίαν των τέκνων προς τους πατέρας αυτών, μήποτε έλθω και πατάξω την γην με ανάθεμα.»—Μαλαχίας 4:5, 6, ΜΝΚ.
-
-
Επιστρέφοντας τις Καρδιές στο Όνομα«Αγιασθήτω το Όνομά Σου»
-
-
Κεφάλαιο 13
Επιστρέφοντας τις Καρδιές στο Όνομα
1. (α) Τι σημαίνει το όνομα Μαλαχίας, και τι είχε προφητεύσει σχετικά με τον Ηλία; (β) Πώς είχε, επίσης προφητεύσει προφανώς αναφερόμενος στον ίδιο τον Ηλία, και ποιοι ανέμεναν να εκπληρωθή η προφητεία του;
Ο Μαλαχίας ήταν ο τελευταίος από τους θεοπνεύστους Εβραίους προφήτας πριν από την Κοινή μας Χρονολογία. Στο όνομά του τα τελικά τρία γράμματα «ιας» νοείται ότι αποτελούν σύντμησι του Θείου ονόματος. Γι’ αυτό, το όνομα Μαλαχίας νοείται ότι σημαίνει το ίδιο με το όνομα Μαλαχιγιάχ, δηλαδή, «Αγγελιαφόρος [ή, Άγγελος] του Ιεχωβά.» Αν η προφητεία του περί αποστολής Ηλία του προφήτου εγράφη κατά το έτος 442 π.Χ., τότε θα είχαν περάσει περίπου 470 χρόνια ώσπου ν’ αρχίση η εκπλήρωσις της προφητείας αυτής. Ο Μαλαχίας, στο τρίτο κεφάλαιο της προφητείας του, είχε γράψει αυτά τα λόγια του Ιεχωβά, προφανώς για τον ίδιον εκείνον, που θ’ απεστέλλετο: «Ιδού, εγώ αποστέλλω τον άγγελόν μου, και θέλει κατασκευάσει την οδόν έμπροσθέν μου· και ο Ιεχωβά, τον οποίον σεις ζητείτε, εξαίφνης θέλει ελθεί εις τον ναόν αυτού, ναι, ο άγγελος της διαθήκης, τον οποίον σεις θέλετε· ιδού, έρχεται, λέγει ο Ιεχωβά των δυνάμεων.» (Μαλαχίας 3:1, ΜΝΚ) Γι’ αυτό οι γραμματείς, που έκαναν χειρόγραφα αντίγραφα των Εβραϊκών Γραφών, έλεγαν ότι έπρεπε να έλθη ο Ηλίας πριν από τον υποσχεμένο Μεσσία, τον Υιόν του Δαβίδ, ο οποίος επρόκειτο να είναι βασιλεύς για πάντα.—Ματθαίος 17:10.
2. Ποιος απεστάλη ν’ αναγγείλη ότι η εκπλήρωσις της προφητείας του Μαλαχία σχετικά με τον Ηλία ήταν πλησίον, και πότε έγινε αυτό;
2 Ο Μαλαχίας, που προείπε την έλευσι αυτού του προφήτου Ηλία, ήταν απλώς κατά το όνομα «Αγγελιαφόρος [ή Άγγελος] του Ιεχωβά.» Αλλ’ ένας πραγματικός άγγελος του Ιεχωβά ήταν εκείνος που ανήγγειλε ότι η προφητεία του Μαλαχία επρόκειτο να εκπληρωθή. Το όνομα του αγγέλου αυτού ήταν Γαβριήλ, που σημαίνει «Ένας ισχυρός του Θεού.» Αυτό έγινε την άνοιξι του 3 π.Χ.
3. Από τότε ποιες αλλαγές έλαβαν χώραν στη γη της Παλαιστίνης, και ποιος κυβερνούσε τις επαρχίες της;
3 Έως τότε μεγάλες αλλαγές είχαν λάβει χώραν στη γη της Παλαιστίνης. Η γη δεν ήταν πια διηρημένη στα εδάφη των δώδεκα φυλών του Ισραήλ. Δεν υπήρχαν πια ένα δεκάφυλο βασίλειο του Ισραήλ κι ένα βασίλειο του Ιούδα. Δεν εβασίλευε πια στην Ιερουσαλήμ ένας βασιλεύς του οίκου Δαβίδ. Η γη τώρα αποτελούσε μέρος της ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, της οποίας τότε άρχων ήταν ο Αύγουστος Καίσαρ της Ρώμης. Η γη είχε διαχωρισθή σε επαρχίες γνωστές ως Ιουδαία, Σαμάρεια, Περαία, Γαλιλαία και άλλες επαρχίες υπό τον Βασιλέα Ηρώδη τον Μέγαν, με τη Δεκάπολι προς ανατολάς.
4. Ποιος ήταν ο Ηρώδης ο Μέγας, και πώς έγινε βασιλεύς στην Ιερουσαλήμ;
4 Ο Ηρώδης ήταν περιτετμημένος Ιδουμαίος ή Εδωμίτης, απόγονος του Ησαύ (ή Εδώμ), διδύμου αδελφού του πατριάρχου Ιακώβ, και είχε διορισθή από τη Ρωμαϊκή Γερουσία να είναι βασιλεύς της γης. Το θέρος του 37 π.Χ. ο Ηρώδης εκυρίευσε την Ιερουσαλήμ εξ εφόδου κι ενεθρονίσθη ως βασιλεύς των Ιουδαίων ή Ισραηλιτών. Ερχόμεθα τώρα στο τριακοστό τέταρτο έτος της βασιλείας του αφότου εκυρίευσε την Ιερουσαλήμ. Η Συρία ευρίσκετο ακόμη προς βορράν ως αυτοκρατορική επαρχία, οι δε Ρωμαίοι διατηρούσαν εκεί τέσσερες λεγεώνες στρατιωτών για να φρουρούν τα σύνορα της αυτοκρατορίας. Αυτό σημαίνει σαράντα χιλιάδες στρατιώτες, με πολλούς εκατοντάρχους, ο καθένας από τους οποίους διοικούσε εκατό άνδρες.
5. Πού εστάλη ο άγγελος Γαβριήλ, και πού τον είδε ο ηλικιωμένος ιερεύς Ζαχαρίας;
5 Ο άγγελος Γαβριήλ εστάλη στον ναό της Ιερουσαλήμ. Αυτός δεν ήταν ο ναός που είχε κτισθή από τον Βασιλέα Σολομώντα. Ο ναός εκείνος είχε καταστραφή από τους Βαβυλωνίους το έτος 607 π.Χ., όταν η Ιερουσαλήμ κατεστράφη για πρώτη φορά. Αυτός ήταν ο δεύτερος ναός του Ιεχωβά στην Ιερουσαλήμ, τον οποίον ο Βασιλεύς Ηρώδης άρχισε να διασκευάζη και μετατρέπη σ’ ένα νέο ναό το έτος 17 π.Χ., πραγματικά σ’ έναν ένδοξο τρίτο ναό. Ο Γαβριήλ, ως άγγελος, την άνοιξι του έτους 3 π.Χ., εισήλθε αόρατος μέσα στα Άγια του ναού, όπου ευρίσκετο το χρυσούν θυσιαστήριον του θυμιάματος. Ήταν η ώρα της προσευχής και προσφοράς του θυμιάματος. Ο ηλικιωμένος, άτεκνος ιερεύς ονομαζόμενος Ζαχαρίας άφησε τον προσευχόμενο λαό έξω στην αυλή του ναού και μπήκε να προσφέρη το θυμίαμα. Τότε τα μάτια του Ζαχαρία είδαν τον Γαβριήλ να στέκη στη δεξιά πλευρά του θυσιαστηρίου του θυμιάματος.
6. Τι του είπε ο Γαβριήλ, κάνοντας μνείαν του Ηλία;
6 Ο άγγελος είπε: «Μη φοβού, Ζαχαρία· διότι εισηκούσθη η δέησίς σου· και η γυνή σου Ελισάβετ θέλει γεννήσει υιόν εις σε, και θέλεις καλέσει το όνομα αυτού Ιωάννην. Και θέλει είσθαι εις σε χαρά και αγαλλίασις· και πολλοί θέλουσι χαρή δια την γέννησιν αυτού. Διότι θέλει είσθαι μέγας ενώπιον του Ιεχωβά·a και οίνον και σίκερα δεν θέλει πίει, και θέλει πληρωθή πνεύματος αγίου έτι εκ κοιλίας της μητρός αυτού. Και πολλούς των υιών Ισραήλ θέλει επιστρέψει εις Ιεχωβάb τον Θεόν αυτών. Και αυτός θέλει ελθεί προ προσώπου αυτού εν πνεύματι και δυνάμει Ηλίου, δια να επιστρέψη τας καρδίας των πατέρων εις τα τέκνα, και τους απειθείς εις την φρόνησιν των δικαίων, δια να ετοιμάση εις τον Ιεχωβάc λαόν προδιατεθειμένον.»—Λουκάς 1:5-17, ΜΝΚ.
7. Γιατί ο Ζαχαρίας έχασε προσωρινώς τη δύναμι της ομιλίας του;
7 Ο Ζαχαρίας φρονούσε ότι αυτός και η σύζυγός του ήσαν πολύ ηλικιωμένοι γι’ αυτό. Ο άγγελος λοιπόν είπε: «Εγώ είμαι Γαβριήλ ο παριστάμενος ενώπιον του Θεού· και απεστάλην δια να λαλήσω προς σε, και να σε ευαγγελίσω ταύτα. Και ιδού, θέλεις είσθαι σιωπών, και μη δυνάμενος να λαλήσης, έως της ημέρας καθ’ ην θέλουσι γείνει ταύτα· διότι δεν επίστευσας εις τους λόγους μου, οίτινες θέλουσιν εκπληρωθή εις τον καιρόν αυτών.»—Λουκάς 1:18-20.
8. Πώς ο Ζαχαρίας ενήργησε με πίστι ύστερ’ απ’ αυτό;
8 Η αγγελική αυτή προφητεία επρόκειτο να εκπληρωθή τόσο βέβαια όσο και η προφητεία του Μαλαχία (4:5, 6). Ο Ζαχαρίας, μόλις ήταν ελεύθερος από τα καθήκοντά του στον ναό στο τέλος της εβδομάδος, πήγε στη σύζυγό του στο σπίτι, στην ορεινή χώρα της Ιουδαίας, πιθανώς στην πόλι Χεβρών, που ήταν συνήθως μια πόλις ιερέων. Με πίστι είχε σχέσεις με την ηλικιωμένη σύζυγό του Ελισάβετ.—Λουκάς 1:21-25.
9. Σε ποια απεστάλη ο Γαβριήλ έξη μήνες περίπου αργότερα, και ποια ήταν η σχέσις αυτής στη διαθήκη του Θεού με τον Δαβίδ για τη βασιλεία;
9 Στον έκτο μήνα της εγκυμοσύνης της Ελισάβετ, ο άγγελος του Θεού Γαβριήλ εστάλη προς βορράν σε μια πόλι της Γαλιλαίας που ελέγετο Ναζαρέτ. Εκεί κατοικούσε μια συγγενής της Ελισάβετ, μια εξαδέλφη της. Ήταν μια παρθένος από τη φυλή του Ιούδα, ενώ η Ελισάβετ ήταν από την ιερατική οικογένεια του Ααρών του Λευίτου. Για τη γέννησί της δεν γνωρίζομε τίποτε από τις θεόπνευστες Γραφές. Η γέννησίς της δεν είχε προλεχθή όπως η γέννησις του Ισαάκ, γυιου του Αβραάμ, ή όπως η γέννησις του ισχυρού ανδρός Σαμψών, ή όπως η γέννησις του Βασιλέως Ιωσία του Ιούδα, ή όπως η γέννησις του Ιωάννου, ή ακόμη όπως η γέννησις του Ιησού Χριστού. Η παρθένος εμνημονεύθη ανωνύμως στην προφητεία του Ησαΐα 7:14 (ΜΝΚ), με αυτά τα λόγια στον Βασιλέα Άχαζ του Ιούδα: «Ο Ιεχωβά αυτός θέλει σας δώσει σημείον· Ιδού, η παρθένος θέλει συλλάβει και γεννήσει υιόν, και θέλει καλεσθή το όνομα αυτού Εμμανουήλ.» Αλλά δεν ήταν τίποτε το θαυματουργικό ή άσπιλο όσον αφορά τη γέννησι της Μαρίας, διότι το εδάφιο Λουκάς 3:23 μας δίνει να εννοήσωμε, ότι ήταν κόρη του Ηλί της βασιλικής γραμμής του Βασιλέως Δαβίδ· αυτός δε ο Ηλί έγινε πενθερός του ξυλουργού Ιωσήφ, ο οποίος, επίσης, ήταν από τη βασιλική γραμμή του Βασιλέως Δαβίδ. Η Μαρία, επειδή ήταν κόρη του Ηλί, ήταν, επίσης, από τον βασιλικό οίκο του Δαβίδ, και μπορούσε να διαβιβάση στον πρωτότοκο γυιο της το φυσικό δικαίωμα στον θρόνο του Βασιλέως Δαβίδ, σύμφωνα με την διαθήκη την οποίαν είχε κάμει ο Ιεχωβά Θεός με τον Δαβίδ για μια αιώνια βασιλεία.—2 Σαμουήλ 7:11-16.
10. Πού είχε γεννηθή η Μαρία, και πού είχε γεννηθή ο μνηστήρ της;
10 Η Ιουδαία παρθένος Μαρία είχε γεννηθή στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας, γενέτειρα του Βασιλέως Δαβίδ. Τότε κατοικούσε στα βόρεια, στη Ναζαρέτ της Γαλιλαίας, σαράντα οκτώ περίπου χιλιόμετρα βορείως της πόλεως Σαμαρείας. Εκεί ο πατέρας της ο Ηλί την είχε αρραβωνιάσει με τον ξυλουργό Ιωσήφ, ο οποίος, επίσης, είχε γεννηθή στη Βηθλεέμ, ενενήντα έξη και πλέον χιλιόμετρα νοτίως και ο οποίος δεν είχε ακόμη λάβει τη Μαρία στον οίκον του ως σύζυγό του.
11. Ποιο άγγελμα σχετικά με τον θρόνο του Δαβίδ έδωσε ο Γαβριήλ στη Μαρία;
11 Ο άγγελος Γαβριήλ τότε εμφανίσθηκε στην παρθένο Μαρία, λέγοντας: «Χαίρε, κεχαριτωμένη· ο Ιεχωβά μετά σου.» Ο Γαβριήλ, βλέποντας ότι η Μαρία εταράχθη, της είπε: «Μη φοβού, Μαριάμ· διότι εύρες χάριν παρά τω Θεώ. Και ιδού, θέλεις συλλάβει εν γαστρί, και θέλεις γεννήσει υιόν· και θέλεις καλέσει το όνομα αυτού Ιησούν. Ούτος θέλει είσθαι μέγας, και Υιός Υψίστου θέλει ονομασθή· και θέλει δώσει εις αυτόν Ιεχωβά ο Θεός τον θρόνον Δαβίδ του πατρός αυτού· και θέλει βασιλεύσει επί τον οίκον του Ιακώβ εις τους αιώνας, και της βασιλείας αυτού δεν θέλει είσθαι τέλος.»—Λουκάς 1:24-33, ΜΝΚ.
12. Πώς επρόκειτο να γίνη μητέρα η Μαρία, και ποια ήταν η ανταπόκρισις της Μαρίας σ’ αυτή τη διευθέτησι;
12 Η Μαρία ερώτησε πώς μπορούσε να γίνη αυτό αφού ‘άνδρα δεν εγνώριζε.’ Ο Γαβριήλ εξήγησε το προκείμενο θαύμα: «Πνεύμα άγιον θέλει επέλθει επί σε, και δύναμις του Υψίστου θέλει σε επισκιάσει· δια τούτο και το γεννώμενον εκ σου άγιον, θέλει ονομασθή Υιός Θεού. Και ιδού Ελισάβετ η συγγενής σου, και αυτή συνέλαβεν υιόν εις το γήρας αυτής· και ούτος είναι μην έκτος εις αυτήν την καλουμένην στείραν. Διότι ουδέν πράγμα θέλει είσθαι αδύνατον παρά τω Θεώ.» Η Μαρία τότε επίστεψε και είπε: «Ιδού η δούλη του Ιεχωβά· γένοιτο εις εμέ κατά τον λόγον σου.» Όταν εδέχθη η Μαρία το θέλημα του Θεού, ο Γαβριήλ ανεχώρησε.—Λουκάς 1:34-38, ΜΝΚ.
13. Ύστερ’ απ’ αυτό ποιον επήγε να επισκεφθή η Μαρία, και πώς το πνεύμα του Θεού ενήργησε στον Ιωάννη προτού ακόμη γεννηθή;
13 Η ενεργός δύναμις του Ιεχωβά ετέθη σ’ ενέργεια στη Μαρία και η δύναμίς του την επεσκίασε, η δε Μαρία συνέλαβε θαυματουργικά. Κατόπιν η Μαρία πήγε προς νότον για να επισκεφθή για μερικούς μήνες τη μέλλουσα μητέρα του Ιωάννου. Το τέκνον που ήταν στην κοιλία της Ελισάβετ ήταν τώρα περίπου έξη μηνών. «Και ως ήκουσεν η Ελισάβετ τον ασπασμόν της Μαρίας, εσκίρτησε το βρέφος εν τη κοιλία αυτής· και επλήσθη πνεύματος αγίου η Ελισάβετ, και ανεφώνησε μετά φωνής μεγάλης, και είπεν, Ευλογημένη συ εν γυναιξί, και ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου. Και πόθεν μοι τούτο, να έλθη η μήτηρ του Κυρίου μου προς με; Διότι ιδού, καθώς ήλθεν η φωνή του ασπασμού σου εις τα ώτα μου, εσκίρτησεν εν αγαλλιάσει το βρέφος εν τη κοιλία μου. Και μακαρία η πιστεύσασα· διότι θέλει γείνει εκπλήρωσις των λαληθέντων προς αυτήν παρά του Ιεχωβά.» (Λουκάς 1:39-45, ΜΝΚ) Έτσι, το πνεύμα του Θεού επενήργησε στον Ιωάννη πριν γεννηθή ακόμη.
14. Ποια θεόπνευστη έκφρασι απήγγειλε η Μαρία και πότε εγκατέλειψε την Ελισάβετ;
14 Τότε η ίδια η Μαρία απήγγειλε μια Θεόπνευστη έκφρασι, στην οποία και πάλι εχαρακτήρισε τον εαυτό της ως δούλην του Ιεχωβά. Επίσης ανεφέρθη στη διαθήκη του Ιεχωβά με τον Αβραάμ, που υπέσχετο ότι το σπέρμα του θέλει κυριεύσει τας πύλας των εχθρών αυτού και ότι μέσω του σπέρματός του θα ηυλογούντο πάντα τα έθνη της γης. (Γένεσις 22:15-18) Η Μαρία παρέμεινε μαζί με την Ελισάβετ περίπου τρεις μήνες, και λίγο πριν γεννήση η Ελισάβετ, η Μαρία επέστρεψε στη Ναζαρέτ.—Λουκάς 1:46-56.
15. Τι έγινε στον γυιο της Ελισάβετ την ογδόη ημέρα, και ποια είναι η σημασία του ονόματος που εδόθη σ’ αυτόν;
15 Λίγον καιρό μετά την αναχώρησι της Μαρίας, η Ελισάβετ εγέννησε τον γυιο της. Την ογδόη μέρα από της γεννήσεώς του, ο νόμος του Ιεχωβά Θεού απαιτούσε να περιτμηθή το παιδί, όχι να βαπτισθή εν ύδατι. Τότε, επίσης, έπρεπε να του δοθή ένα όνομα. Άλλοι ζητούσαν να ονομασθή το παιδί Ζαχαρίας, κατά το όνομα του πατέρα του, αλλ’ η Ελισάβετ επέμεινε να ονομασθή Ιωάννης, το οποίον σημαίνει «Ο Ιεχωβά Υπήρξε Ελεήμων.»d Ο Ζαχαρίας δεν μπορούσε να μιλήση, αλλά θυμήθηκε την εντολή του αγγέλου Γαβριήλ κι έγραψε πάνω σ’ ένα πινακίδιο: «Ιωάννης είναι το όνομα αυτού.» Την ίδια στιγμή αποκατεστάθη η λαλιά του Ζαχαρία.
16. Πώς μίλησε ο Ζαχαρίας κάτω από έμπνευσι, και πώς προείπε ότι ο γυιος του θα ελάμβανε μέρος στην εκπλήρωσι του εδαφ. Μαλαχίας 3:1;
16 Ο Ζαχαρίας, πλήρης πνεύματος αγίου, ευλόγησε τον Ιεχωβά. Ωμίλησε σαν να ηγέρθη ήδη ο υποσχεμένος Λυτρωτής, το «κέρας σωτηρίας εν τω οίκω Δαβίδ του δούλου αυτού,» σύμφωνα με τη διαθήκη που είχε κάμει ο Ιεχωβά με τον Αβραάμ περί ενός Σπέρματος, που θα εκυρίευε τις πύλες των εχθρών αυτού και θ’ απέβαινε μέσον ευλογίας σε όλα τα έθνη της γης. Κατόπιν ο Ζαχαρίας έστρεψε την προσοχή του στον γυιο του Ιωάννη που μόλις είχε ονομασθή και είπε: «Και συ, παιδίον, προφήτης του Υψίστου θέλεις ονομασθή· διότι θέλεις προπορευθή προ προσώπου του Ιεχωβά, εις το να ετοιμάσης τας οδούς αυτού, εις το να δώσης γνώσιν σωτηρίας εις τον λαόν αυτού, δια της αφέσεως των αμαρτιών αυτών, δια σπλάγχνα ελέους του Θεού ημών, με τα οποία επεσκέφθη ημάς ανατολή εξ ύψους, δια να φωτίση τους καθημένους εν σκότει και σκιά θανάτου, ώστε να κατευθύνη τους πόδας ημών εις οδόν ειρήνης.» (Λουκάς 1:57-79, ΜΝΚ) Ο Ζαχαρίας έτσι προείπε ότι ο γυιος του Ιωάννης επρόκειτο να είναι πρόδρομος του ‘αγγέλου της διαθήκης’ του Ιεχωβά, όπως προελέχθη στον Μαλαχία 3:1.
17, 18. (α) Πώς ο μνηστήρ της Μαρίας εμποδίσθηκε από το να την χωρισθή μυστικά ως μοιχαλίδα; (β) Αφού την έλαβε στον οίκον του, γιατί ο Ιωσήφ δεν είχε σεξουαλικές σχέσεις με τη Μαρία;
17 Στη διάρκεια των επομένων έξη μηνών συνέβησαν γεγονότα στη Μαρία. Ο μνηστήρ της Ιωσήφ ετρόμαξε, όταν έμαθε ότι αυτή ήταν έγκυος! Εσκέπτετο να τη χωρισθή μυστικά ως μοιχαλίδα, οπότε ο άγγελος του Ιεχωβά εφάνη σ’ ένα όνειρο, λέγοντας: «Ιωσήφ υιέ του Δαβίδ, μη φοβηθής να παραλάβης Μαριάμ την γυναίκα σου· διότι το εν αυτή γεννηθέν είναι εκ πνεύματος αγίου· θέλει δε γεννήσει υιόν, και θέλεις καλέσει το όνομα αυτού Ιησούν·e διότι αυτός θέλει σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών.» Μ’ αυτόν τον τρόπο ο Ιωσήφ έμαθε πώς επρόκειτο να εκπληρωθή η προφητεία του Ησαΐα 7:14, δηλαδή : «Ιδού, η παρθένος θέλει συλλάβει και γεννήσει υιόν, και θέλει καλεσθή το όνομα αυτού Εμμανουήλ.» Αυτό το όνομα, μεταφραζόμενο από την Εβραϊκή σημαίνει «Μεθ’ ημών ο Θεός.»
18 Ο Ιωσήφ, όταν ηγέρθη από τον ύπνο του, έκαμε όπως ωδηγήθη και έλαβε τη Μαρία στον οίκον του ως σύζυγό του. Αλλ’ εξ αιτίας της επικειμένης θαυματουργικής γεννήσεως του γυιου της Μαρίας Ιησού, ο Ιωσήφ δεν είχε σεξουαλικές σχέσεις μαζί της, για να μη φανή ότι είναι ο φυσικός πατέρας του παιδίου.—Ματθαίος 1:18-25.
19. (α) Σύμφωνα με την προφητεία, ο Μεσσίας Χριστός επρόκειτο να γεννηθή στη Ναζαρέτ, όπου διέμενε η Μαρία, ή πού; (β) Πώς ο γυιος της Μαρίας τελικά γεννήθηκε στον τόπο, που είχε προλεχθή;
19 Στον ναό του Ηρώδου στην Ιερουσαλήμ οι αρχιερείς και οι θρησκευτικοί γραμματείς ανέμεναν τον Μεσσία των, τον οποίον οι Έλληνες ωνόμαζαν Χριστόν, να γεννηθή δέκα περίπου χιλιόμετρα νοτίως της Ιερουσαλήμ, στην Ιουδαϊκή πόλι Βηθλεέμ. Ως λόγον της προσδοκίας των αυτής ανέφεραν την προφητεία του Μιχαία 5:2, που λέγει: «Και συ, Βηθλεέμ Εφραθά, η μικρά ώστε να ήσαι μεταξύ των χιλιάδων του Ιούδα, εκ σου θέλει εξέλθει εις εμέ ανήρ δια να ήναι ηγούμενος εν τω Ισραήλ· του οποίου αι έξοδοι είναι απ’ αρχής, από ημερών αιώνος.» (Ματθαίος 2:3-6) Αλλ’ η Μαρία ήταν στη Ναζαρέτ της Γαλιλαίας. Εν τούτοις, η προφητεία δεν μπορούσε ν’ αποτύχη. Από ένα διάταγμα, που εξέδωκε ο Ρωμαίος Αυτοκράτωρ Καίσαρ Αύγουστος, ο Ιωσήφ και η Μαρία υπεχρεώθησαν να μεταβούν προς νότον στη γενέτειρά των, τη Βηθλεέμ, για ν’ απογραφούν εκεί. Ενώ ήσαν εκεί στην πόλι, όπου είχε γεννηθή ο Δαβίδ, ήλθε σ’ αυτόν τον κόσμο το τέκνον της. «Και εγέννησε τον υιόν αυτής τον πρωτότοκον, και εσπαργάνωσεν αυτόν, και κατέκλινεν αυτόν εν τη φάτνη· διότι δεν ήτο τόπος δι’ αυτούς εν τω καταλύματι.» Η προφητεία του Μιχαία εξεπληρώθη!—Λουκάς 2:1-7.
20. Πώς συνέβη ώστε να επισκεφθούν τον Ιωσήφ και τη Μαρία ποιμένες εκείνη την ίδια νύχτα και σε ποιους έδωσαν μαρτυρία κατόπιν;
20 Την ίδια εκείνη νύχτα ο Ιωσήφ και η Μαρία εξεπλάγησαν που είδαν να προσέρχωνται ποιμένες από τους γύρω αγρούς για να ιδούν τον νεογέννητον Ιησούν. Πώς το ήξεραν αυτό; Ενώ αυτοί ήσαν στους αγρούς φυλάττοντας τα ποίμνιά των, «άγγελος του Ιεχωβά εξαίφνης εφάνη εις αυτούς, και δόξα του Ιεχωβά έλαμψε περί αυτούς, και εφοβήθησαν φόβον μέγαν. Και είπε προς αυτούς ο άγγελος, Μη φοβείσθε· διότι ιδού, ευαγγελίζομαι εις εσάς χαράν μεγάλην, ήτις θέλει είσθαι εις πάντα τον λαόν· διότι σήμερον εγεννήθη εις εσάς εν πόλει Δαβίδ σωτήρ, όστις είναι Χριστός Κύριος. Και τούτο θέλει είσθαι το σημείον εις εσάς, θέλετε ευρεί βρέφος εσπαργανωμένον, κείμενον εν τη φάτνη. Και εξαίφνης μετά του αγγέλου εφάνη πλήθος στρατιάς ουρανίου, υμνούντων τον Θεόν, και λεγόντων, Δόξα εν υψίστοις Θεώ, και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκίας.» Αυτό είπαν οι ποιμένες στον Ιωσήφ και στη Μαρία. Κατόπιν οι ποιμένες έδωσαν μαρτυρία για όσα είχαν ιδεί και ακούσει, αλλ’ όχι στον Εδωμίτη Βασιλέα Ηρώδη της Ιερουσαλήμ.—Λουκάς 2:8-20, ΜΝΚ.
21. Την ογδόη ημέρα πού ήταν η Μαρία, τι συνέβη στο βρέφος της, και ποιο όνομα του εδόθη;
21 Την ογδόη ημέρα από τότε ο Ιωσήφ και η Μαρία ήσαν ακόμη στη Βηθλεέμ. Είχε έλθει ο καιρός, όχι, όχι για να βαπτισθή το βρέφος της Μαρίας στο νερό, αλλά να περιτμηθή ως Ιουδαίος. «Και ότε επληρώθησαν αι οκτώ ημέραι δια να περιτέμωσι το παιδίον, εκλήθη το όνομα αυτού Ιησούς, το ονομασθέν υπό του αγγέλου πριν συλληφθή εν τη κοιλία.»—Λουκάς 2:21.
22. (α) Τι συνέβη σχετικά με το βρέφος Ιησούν την τεσσαρακοστή ημέρα μετά τη γέννησί του, και γιατί; (β) Ποιον δεσμό με τον βασιλικόν οίκο του Δαβίδ είχε ο Ιησούς, και γιατί δεν προσεπάθησε ο Ηρώδης να τον φονεύση τότε;
22 Την τεσσαρακοστή ημέρα μετά τη γέννησι του Ιησού η Μαρία έπρεπε να πάη στην Ιερουσαλήμ, στον ναό του Ηρώδου, για να καθαρισθή σύμφωνα με τον Ιουδαϊκό νόμο δια Μωυσέως, καθώς και να παρουσιάση το βρέφος Ιησούν στον Ιεχωβά, διότι ήταν ο πρωτότοκος γυιος της. «Και ότε επληρώθησαν αι ημέραι του καθαρισμού αυτής, κατά τον νόμον του Μωυσέως, ανεβίβασαν αυτόν εις Ιεροσόλυμα, δια να παραστήσωσιν εις τον Ιεχωβά καθώς είναι γεγραμμένον εν τω νόμω.» (Λουκάς 2:22-24, ΜΝΚ) Έτσι, από τη βρεφική ηλικία το παιδί αυτό που γεννήθηκε με θαυματουργικό τρόπο ανήκε στον Θεό. Ο Ιεχωβά Θεός ήταν πραγματικά ο πατέρας του, αλλ’ ο Ιωσήφ ως σύζυγος της Μαρίας υιοθέτησε το παιδί και υπετίθετο ότι ήταν ο φυσικός του πατέρας. Από τον Ιωσήφ, λοιπόν, ο Ιησούς είχε νομικό δεσμό με τον οίκον του Βασιλέως Δαβίδ· αλλ’ από την επίγεια μητέρα του Μαρία είχε φυσικό δεσμό με τον βασιλικό εκείνο οίκο. Μ’ ένα διπλό τρόπο ήταν ο Υιός του Δαβίδ. (Λευιτικόν 12:1-8· Έξοδος 13:11-13) Ο Βασιλεύς Ηρώδης προφανώς δεν εγνώριζε ότι το βρέφος Ιησούς ήταν εκεί στον ναό του Ηρώδου εκείνη την ημέρα. Το γεγονός είναι ότι ο Ηρώδης τίποτα δεν ήξερε για το ότι εκείνο το βρέφος, που ήταν σαράντα ημερών, θα τον κατεφόβιζε ως βασιλέα.
23. Πώς ο Ηρώδης άρχισε να κινήται με την επιθυμία να φονεύση τον Ιησούν, και ποια σκληρή προσπάθεια κατέβαλε ο Ηρώδης γι’ αυτό τον σκοπό;
23 Το δεύτερο έτος μετά τη γέννησι του Ιησού ο Βασιλεύς Ηρώδης ο Μέγας στην Ιερουσαλήμ άκουσε από μερικούς μάγους ή αστρολόγους, που είχαν έλθει από την ανατολή, ότι ένας μελλοντικός «βασιλεύς των Ιουδαίων» γεννήθηκε στη χώρα. Δεν είχε γεννηθή τότε στον οίκον του Ηρώδου, μολονότι ο Ηρώδης είχε δέκα συζύγους. Οι Ιουδαίοι αρχιερείς και γραμματείς παρέθεσαν στον Ηρώδη την προφητεία του Μιχαία 5:2, που καθώριζε τον τόπο γεννήσεως του υποσχεμένου βασιλέως στη Βηθλεέμ. Ο Ηρώδης ο Μέγας επλησίαζε να πεθάνη και ήθελε να παραμείνη η βασιλεία στη δική του οικογένεια. Γι’ αυτό εσχεδίασε μυστικά να θανατώση τον αρτιγέννητο κληρονόμο της βασιλείας των Ιουδαίων. «Τότε ο Ηρώδης, ιδών ότι ενεπαίχθη υπό των μάγων, εθυμώθη σφόδρα, και αποστείλας εφόνευσε πάντας τους παίδας τους εν Βηθλεέμ, και εν πάσι τοις ορίοις αυτής, από δύο ετών και κατωτέρω, κατά τον καιρόν τον οποίον εξηκρίβωσε παρά των μάγων. Τότε επληρώθη το ρηθέν υπό Ιερεμίου του προφήτου, λέγοντος, “Φωνή ηκούσθη εν Ραμά, θρήνος και κλαυθμός και οδυρμός πολύς· η Ραχήλ έκλαιε τα τέκνα αυτής, και δεν ήθελε να παρηγορηθή, διότι δεν υπάρχουσι”.»—Ιερεμίας 31:15.
24. Πώς η προσπάθεια του Ηρώδου για τη ζωή του Ιησού εματαιώθη, και προς εκπλήρωσι ποιας προφητείας εδόθη αυτή η οδηγία;
24 Εν τούτοις, ο Ηρώδης ο Μέγας καθυστέρησε. Προτού ακόμη εξαποστείλη τους βρεφοκτόνους του στη Βηθλεέμ δέκα περίπου χιλιόμετρα προς νότον, όπου ήταν ακόμη ο νεαρός Ιησούς, «ιδού, άγγελος του Ιεχωβά φαίνεται κατ’ όναρ εις τον Ιωσήφ, λέγων, Εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού, και φεύγε εις Αίγυπτον· και έσο εκεί εωσού είπω σοι· διότι μέλλει ο Ηρώδης να ζητήση το παιδίον, δια να απολέση αυτό. Ο δε εγερθείς παρέλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού δια νυκτός, και ανεχώρησεν εις Αίγυπτον· και ήτο εκεί έως της τελευτής του Ηρώδου· δια να πληρωθή το ρηθέν υπό του Ιεχωβά δια του προφήτου, λέγοντος, “Εξ Αιγύπτου εκάλεσα τον υιόν μου”.»—Ματθαίος 2:1-18· Ωσηέ 11:1.
25. Ποιος διεδέχθη τον Ηρώδην τον Μέγαν, κι επάνω σε ποιες περιοχές έγινε κυβερνήτης;
25 Ο Ηρώδης ο Μέγας είχε ένα γυιο που ελέγετο Αρχέλαος, από την τετάρτη σύζυγό του ονομαζομένη Μαλθάκη, η οποία ήταν Σαμαρείτις. Ο Αρχέλαος ήταν έτσι κατά το ήμισυ Σαμαρείτης και κατά το ήμισυ Ιδουμαίος (Εδωμίτης). Η Μαλθάκη είχε κι άλλο γυιο που ωνομάσθη Ηρώδης Αντίπας, ο οποίος επίσης ήταν κατά το ήμισυ Σαμαρείτης και κατά το ήμισυ Ιδουμαίος. Ο Αρχέλαος και ο Ηρώδης Αντίπας ήσαν έτσι αμφιθαλείς αδελφοί. Ο πατέρας των, Ηρώδης ο Μέγας, είχε ως τρίτη σύζυγό του μια Ιουδαία ονομαζομένη Μαριάμνη, θυγατέρα του Αρχιερέως Σίμωνος. Από τη Μαριάμνη (Β) ο Ηρώδης ο Μέγας απέκτησε ένα γυιο ονομαζόμενο Ηρώδη Φίλιππο (Α). Αυτός ο Φίλιππος ήταν έτσι κατά το ήμισυ Ιουδαίος και κατά το ήμισυ Ιδουμαίος. Ήταν ετεροθαλής αδελφός του Αρχελάου και του Ηρώδου Αντίπα. Ο πατέρας των, Ηρώδης ο Μέγας, είχε ως δεύτερη σύζυγό του μια Ιουδαία ονομαζομένη Μαριάμνη (Α), εγγονή του Αρχιερέως Υρκανού 2 των Μακκαβαίων. Από την Ιουδαία αυτή ο Ηρώδης απέκτησε δύο γυιους, τον Αλέξανδρον (Β) και τον Αριστόβουλον (Γ). Ο κατά το ήμισυ Ιουδαίος αυτός Αριστόβουλος απέκτησε θυγατέρα ονομαζομένην Ηρωδιάδα. Η Ηρωδιάς, λοιπόν, ήταν εν μέρει Ιουδαία, ο δε Ηρώδης Φίλιππος Α΄, ο κατά το ήμισυ Ιουδαίος, και ο Ηρώδης Αντίπας, ο κατά το ήμισυ Σαμαρείτης, ήσαν θείοι της. Ο άλλος θείος της Αρχέλαος ο κατά το ήμισυ Σαμαρείτης ήταν εκείνος που διεδέχθη τον Ηρώδην τον Μέγαν στη βασιλεία της Ιουδαίας, της Σαμαρείας και της βορείου Ιδουμαίας, αλλ’ όχι της Γαλιλαίας.
26. Πότε ο Ιησούς έφυγε από την Αίγυπτο, και πού ωδηγήθηκε για να εκπληρωθή η προφητεία;
26 «Τελευτήσαντος δε του Ηρώδου, ιδού, άγγελος του Ιεχωβά φαίνεται κατ’ όναρ εις τον Ιωσήφ εν Αιγύπτω, λέγων, Εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού, και ύπαγε εις γην Ισραήλ· διότι απέθανον οι ζητούντες την ψυχήν του παιδίου. Ο δε εγερθείς παρέλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού, και ήλθεν εις γην Ισραήλ. Ακούσας δε ότι Αρχέλαος βασιλεύει επί της Ιουδαίας αντί Ηρώδου του πατρός αυτού, εφοβήθη να υπάγη εκεί· αποκαλυφθείς δε θεόθεν κατ’ όναρ, ανεχώρησεν εις τα μέρη της Γαλιλαίας. Και ελθών κατώκησεν εις πόλιν λεγομένην Ναζαρέτ· δια να πληρωθή το ρηθέν δια των προφητών, ότι Ναζωραίος θέλει ονομασθή»—Ματθαίος 2:19-23, ΜΝΚ.
27. Ποια σύντομη αναγραφή υπάρχει για την ανάπτυξι του Ιησού;
27 Για τον Ιησούν, τον Υιόν του Θεού, είναι γραμμένο: «Το δε παιδίον ηύξανε, και εδυναμούτο κατά το πνεύμα, πληρούμενον σοφίας· και χάρις Θεού ήτο επ’ αυτό.»—Λουκάς 2:40.
28. Στο μεταξύ, πού εμεγάλωνε ο Ιωάννης, και τελικά σε ποιο μέρος έζησε;
28 Εν τούτοις, προς νότον στην Ιουδαία, ο Ιωάννης, γυιος του ιερέως Ζαχαρία, πρεσβύτερος δεύτερος εξάδελφος του Ιησού, εμεγάλωνε κι αυτός, πρώτα υπό τον Ηρώδη Αρχέλαον κι ύστερα υπό τους Ρωμαίους πληρεξουσίους. Για τον Ιωάννη είναι γραμμένο: «Το δε παιδίον ηύξανε, και εδυναμούτο κατά το πνεύμα, και ήτο εν ταις ερήμοις, έως της ημέρας καθ’ ην έμελλε να αναδειχθή προς τον Ισραήλ.»—Λουκάς 1:80.
29. (α) Ποια ηλικία είχε ο Ιωάννης όταν ο Αυτοκράτωρ Καίσαρ Αύγουστος απέθανε; (β) Σε ποιο έτος του διαδόχου του έγινε λόγος στον Ιωάννη;
29 Στις 19 Αυγούστου 14 μ.Χ., όταν ο Ιωάννης ήταν δεκαπέντε ετών, πέθανε ο Ρωμαίος Αυτοκράτωρ Αύγουστος, έγινε δε άρχων της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, περιλαμβανομένης και της Παλαιστίνης, ο Τιβέριος Καίσαρ. Πέρασαν δεκατέσσερα χρόνια, και ήλθε η άνοιξις του έτους 29 μ.Χ. «Εν δε τω δεκάτω πέμπτω έτει της ηγεμονίας Τιβερίου Καίσαρος, ότε ο Πόντιος Πιλάτος ηγεμόνευε της Ιουδαίας, και τετράρχης της Γαλιλαίας [περιλαμβανομένης της Ναζαρέτ] ήτο ο Ηρώδης [Αντίπας, ο κατά το ήμισυ Σαμαρείτης γυιος του Ηρώδου του Μεγάλου] Φίλιππος δε ο αδελφός αυτού τετράρχης της Ιτουραίας και της Τραχωνίτιδος χώρας, και ο Λυσανίας τετράρχης της Αβιληνής [κοντά στη Δαμασκό της Συρίας], επί αρχιερέων Άννα και Καϊάφα, έγινε λόγος Θεού προς Ιωάννην τον υιόν του Ζαχαρίου, εν τη ερήμω.»
30. Πόσων ετών ήταν τότε ο Ιωάννης, και για ποια καθήκοντα είχε ηλικία;
30 Ο Ιωάννης ήταν τότε τριάντα ετών και είχε την ηλικία που μπορούσε ν’ αναλάβη πλήρη καθήκοντα ιερέως στον ναό του Ηρώδου, στην Ιερουσαλήμ.—Λουκάς 3:1, 2.
31. Πώς προσδιορίζεται ο Ιωάννης ως ένας από τους μάρτυρας του Ιεχωβά από τον Ιωάννη τον γυιο του Ζεβεδαίου;
31 Ο Ιωάννης απέκτησε ένα μαθητή, τον Ιωάννη, τον γυιο του Ζεβεδαίου, ο δε μαθητής αυτός Ιωάννης έγραψε για τον κύριό του: «Υπήρξεν άνθρωπος απεσταλμένος παρά Θεού, ονομαζόμενος Ιωάννης. Ούτος ήλθεν εις μαρτυρίαν, δια να μαρτυρήση περί του φωτός, δια να πιστεύσωσι πάντες δι’ αυτού. Δεν ήτο εκείνος το φως, αλλά δια να μαρτυρήση περί του φωτός. Ήτο το φως το αληθινόν, το οποίον φωτίζει πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον.» Ο Ιωάννης, λοιπόν, ήταν ένας από τους μάρτυρας του Ιεχωβά.—Ιωάννης 1:6-9.
32, 33. (α) Τι έτρωγε και έπινε ο Ιωάννης έξω στην έρημο; (β) Γιατί ο Ιωάννης ήταν εκεί και όχι στον ναό ως ιερεύς;
32 Γιατί ο Ιωάννης, ο γυιος του Ζαχαρία, ήταν έξω στην έρημο, αντί να είναι στον ναό του Ιεχωβά, στην Ιερουσαλήμ; Για να εκπληρώση προφητεία. Έως τότε ο Ιωάννης ποτέ δεν είχε πιει διόλου οίνον ούτε σίκερα, ως Ναζηραίος. Ο άγγελος Γαβριήλ το είχε απαγορεύσει αυτό. (Λουκάς 1:15· Αριθμοί 6:1-4· Ματθαίος 11:18, 19) «Αυτός δε ο Ιωάννης είχε το ένδυμα αυτού από τριχών καμήλου, και ζώνην δερματίνην περί την οσφύν αυτού· η δε τροφή αυτού ήτο ακρίδες και μέλι άγριον.»—Ματθαίος 3:4· Λευιτικόν 11:21, 22.
33 «Εν εκείναις δε ταις ημέραις έρχεται Ιωάννης ο Βαπτιστής, κηρύττων εν τη ερήμω της Ιουδαίας, και λέγων, Μετανοείτε· διότι επλησίασεν η βασιλεία των ουρανών. Διότι ούτος είναι ο ρηθείς υπό Ησαΐου του προφήτου λέγοντος, “Φωνή βοώντος εν τη ερήμω, Ετοιμάσατε την οδόν του Ιεχωβά· ευθείας κάμετε τας τρίβους αυτού”.» (Ματθαίος 3:1-3, ΜΝΚ) Ο Ιωάννης, ως Απεσταλμένος του Θεού, ενεφανίσθη στην έρημο για να εκπληρώση την προφητεία του Ησαΐα 40:3-5 (ΜΝΚ): «Φωνή βοώντος εν τη ερήμω, Ετοιμάσατε την οδόν του Ιεχωβά· ευθείας κάμετε εν τη ερήμω τας τρίβους του Θεού ημών. Πάσα φάραγξ θέλει υψωθή, και παν όρος και βουνός θέλει ταπεινωθή· και τα σκολιά θέλουσι γείνει ευθέα· και οι τραχείς τόποι, ομαλοί· και η δόξα του Ιεχωβά θέλει φανερωθή, και πάσα σαρξ ομού θέλει ιδεί· διότι το στόμα του Ιεχωβά ελάλησε.»
34. (α) Σύμφωνα με την προφητεία του αγγέλου Γαβριήλ στον πατέρα του Ιωάννου, τι επρόκειτο να κάμη ο Ιωάννης, και πώς αυτός εξεπλήρωσε εκείνη την προφητεία; (β) Τι έπρεπε να κάμουν οι Ισραηλίται, σε αρμονία με τα λόγια του Μαλαχία λίγο προτού προφητεύση για την έλευσι του Ηλία;
34 Ο άγγελος Γαβριήλ είχε ειπεί στον ιερέα Ζαχαρία ότι ο Ιωάννης θα έστρεφε πολλούς από τους υιούς Ισραήλ στον Ιεχωβά τον Θεόν των και ότι θα ήρχετο προ προσώπου του Ιεχωβά με το πνεύμα και τη δύναμι του Ηλία, «δια να επιστρέψη τας καρδίας των πατέρων εις τα τέκνα, και τους απειθείς εις την φρόνησιν των δικαίων, δια να ετοιμάση εις τον Ιεχωβά λαόν προδιατεθειμένον.» (Λουκάς 1:16, 17, ΜΝΚ· Μαλαχίας 4:5, 6) Πώς εξεπλήρωσε ο Ιωάννης εκείνη την προφητεία; Κηρύττοντας ότι οι Ισραηλίται έπρεπε να μετανοήσουν από τις αμαρτίες των απέναντι του Ιεχωβά Θεού, με τον οποίον οι πατέρες των είχαν κάμει μια εθνική διαθήκη μέσω του προφήτου Μωυσέως στο Όρος Σινά της Αραβίας. Επειδή ήσαν γυιοι των πατέρων των, οι καρδιές των έπρεπε να μεταστραφούν σε μια κατάστασι σαν εκείνη των πατέρων των όταν είπαν: «Πάντα όσα ελάλησεν ο Ιεχωβά, θέλομεν κάμνει, και θέλομεν υπακούει.» (Έξοδος 24:1-7, ΜΝΚ) Σχετικά με τούτο, είναι διαφωτιστικό να σημειωθή ότι, λίγο προτού προείπη ο προφήτης Μαλαχίας την αποστολή του προφήτου Ηλία για να μεταστρέψη καρδιές, ο Θεός είπε τα εξής: «Ενθυμείσθε τον νόμον του Μωυσέως του δούλου μου, τον οποίον προσέταξα εις αυτόν εν Χωρήβ δια πάντα τον Ισραήλ, τα διατάγματα, και τας κρίσεις.» (Μαλαχίας 4:4-6) Οι Ισραηλίται τώρα έπρεπε να μετανοήσουν, διότι είχαν ακολουθήσει παραδόσεις ανθρώπων, των θρησκευτικών ηγετών των, οι οποίοι πραγματικά παρέβησαν τους νόμους του Θεού.—Ματθαίος 15:1-9.
35. (α) Σε αρμονία με τους λόγους του πατρός του Ιωάννου, από τι είχαν ανάγκη οι Ισραηλίται; (β) Ποιο είδος βαπτίσματος εκήρυττε ο Ιωάννης και τίνος σύμβολο ήταν αυτό το βάπτισμα;
35 Γι’ αυτό οι Ισραηλίται πραγματικά είχαν ανάγκη της θείας συγχωρήσεως των αμαρτιών των. Όταν δε περιετμήθη ο Ιωάννης, ο πατέρας του είπε γι’ αυτόν: «Θέλεις προπορευθή προ προσώπου του Ιεχωβά, εις το να ετοιμάσης τας οδούς αυτού, εις το να δώσης γνώσιν σωτηρίας εις τον λαόν αυτού, δια της αφέσεως των αμαρτιών αυτών, δια σπλάγχνα ελέους του Θεού ημών.» (Λουκάς 1:76-78) Σύμφωνα με την πρόρρησι, λοιπόν, «Ήτο ο Ιωάννης βαπτίζων εν τη ερήμω, και κηρύττων βάπτισμα μετανοίας εις άφεσιν αμαρτιών. Και εξήρχοντο προς αυτόν όλος ο τόπος της Ιουδαίας, και οι Ιεροσολυμίται, και εβαπτίζοντο πάντες εν τω Ιορδάνη ποταμώ υπ’ αυτού, εξομολογούμενοι τας αμαρτίας αυτών.» (Μάρκος 1:1-5· Λουκάς 3:3-6) Το βάπτισμά των ήταν ένα σύμβολον της μετανοίας των.
36. Βλέποντας τους Φαρισαίους και Σαδδουκαίους ερχομένους να βαπτισθούν, τι θυμήθηκε ο Ιωάννης, κι έτσι τι είπε δίνοντας προειδοποίησι;
36 Οι Φαρισαίοι και οι Σαδδουκαίοι ήσαν οι δύο κύριες θρησκευτικές αιρέσεις μεταξύ των Ισραηλιτών τότε, και είχαν παραπλανήσει τον λαό με ανθρώπινες παραδόσεις και με άλλους τρόπους. Όταν ο Ιωάννης είδε μερικούς απ’ αυτούς να έρχωνται για να βαπτισθούν, θυμήθηκε ότι είχε σταλή πριν από μια μεγάλη και φοβερή ημέρα του Ιεχωβά, οπότε η γη, ή οι κάτοικοί της, θα προωρίζοντο για καταστροφή. «Ιδών δε πολλούς εκ των Φαρισαίων και Σαδδουκαίων ερχομένους εις το βάπτισμα αυτού, είπε προς αυτούς, Γεννήματα εχιδνών, τις έδειξεν εις εσάς να φύγητε από της μελλούσης οργής; Κάμετε λοιπόν καρπούς αξίους της μετανοίας· και μη φαντασθήτε να λέγητε καθ’ εαυτούς, Πατέρα έχομεν τον Αβραάμ· διότι σας λέγω, ότι δύναται ο Θεός εκ των λίθων τούτων να αναστήση τέκνα εις τον Αβραάμ. Ήδη δε και η αξίνη κείται προς την ρίζαν των δένδρων· παν λοιπόν δένδρον μη κάμνον καρπόν καλόν, εκκόπτεται, και εις πυρ βάλλεται. Εγώ μεν σας βαπτίζω εν ύδατι εις μετάνοιαν· ο δε οπίσω μου ερχόμενος είναι ισχυρότερός μου, του οποίου δεν είμαι άξιος να βαστάσω τα υποδήματα· αυτός θέλει σας βαπτίσει εν πνεύματι αγίω και πυρί. Όστις κρατεί το πτυάριον εν τη χειρί αυτού, και θέλει διακαθαρίσει το αλώνιον αυτού, και θέλει συνάξει τον σίτον αυτού εις την αποθήκην· το δε άχυρον θέλει κατακαύσει εν πυρί ασβέστω.»—Ματθαίος 3:7-12.
37. Σύμφωνα με τη συμβολική γλώσσα του Ιωάννου, πώς επρόκειτο ο Ερχόμενος να ευλογήση μερικούς και να καταστρέψη άλλους;
37 Ο Ερχόμενος, λοιπόν, μερικούς θα ευλογούσε και άλλους θα κατέστρεφε. Τα συμβολικά δένδρα που θα παρήγαν καλόν καρπό σε αρμονία με τη μετάνοιά των, που εσυμβολίζετο από το εν ύδατι βάπτισμα, θα ευλογούντο και θα εβαπτίζοντο με άγιο πνεύμα. Τα συμβολικά δένδρα, που δεν παρήγαν τέτοιον καρπό, θα εκόπτοντο και θα ερρίπτοντο σε μια καταστροφή σαν σε πυρ. Ενώ η καρποφόρος τάξις, όπως ο σίτος, θα συνελέγετο ασφαλώς στη συμβολική αποθήκη, η άκαρπη τάξις, όπως το άχυρο, θα απεχωρίζετο και θα εβαπτίζετο με καταστροφή σαν με φωτιά.
38. Η καρποφορία της μετανοίας ποια μορφή έπρεπε να λάβη, σύμφωνα με ό,τι έλεγε ο Ιωάννης στα πλήθη που ερωτούσαν, περιλαμβανομένων των τελωνών;
38 Κάθε είδους Ισραηλίται ήρχοντο στον Ιωάννη για να βαπτισθούν: εταίρες ή πόρνες, τελώναι, στρατιώται και θρησκευτικοί αιρεσιώται. Ήταν καιρός παραγωγής καρπού μετανοίας σε μορφή ανιδιοτελείας και γενναιοφροσύνης και απαλλαγής από κατάθλιψι. Σύμφωνα με αυτά, όταν τα πλήθη των ακροατών ερωτούσαν: «Τι λοιπόν θέλομεν κάμει;» ο Ιωάννης απαντούσε: «Ο έχων δυο χιτώνας ας μεταδώση εις τον μη έχοντα· και ο έχων τροφάς ας κάμη ομοίως.» Όταν οι τελώναι ερώτησαν: «Διδάσκαλε, τι θέλομεν κάμει;» ο Ιωάννης είπε: «Μη εισπράττετε μηδέν περισσότερον παρά το διατεταγμένον εις εσάς.»
39. (α) Τι έλεγε ο Ιωάννης σ’ εκείνους, που ήσαν σε στρατιωτική υπηρεσία και γιατί; (β) Ποιες συνήθειες εδίδασκε, επίσης, ο Ιωάννης τους μαθητάς του να τηρούν;
39 Εκείνον τον καιρό οι Ισραηλίται ήσαν κάτω από τη διαθήκη του νόμου που είχαν συνάψει με τον Ιεχωβά Θεό. Αυτή η διαθήκη τούς επέτρεπε να είναι στρατιώται και να εμπλέκωνται σε σαρκικούς πολέμους, όπως είχαν κάμει οι Μακκαβαίοι. Γι’ αυτό, ο Ιωάννης δεν είπε στους στρατιώτας να εγκαταλείψουν το στράτευμα. «Ηρώτων δε αυτόν και στρατιωτικοί, λέγοντες, Και ημείς τι θέλομεν κάμει;» Και τους είπε: «Μη βιάσητε μηδένα, μηδέ συκοφαντήσητε· και αρκείσθε εις τα σιτηρέσιά σας.» (Λουκάς 3:10-14) Ο Ιωάννης, επίσης, εδίδασκε τους ακολούθους του που εβαπτίζοντο να νηστεύουν εκτός από τις εθνικές ημέρες νηστείας, καθώς και να προσεύχωνται στον Θεό με τον οποίον ήσαν σε σχέσι διαθήκης. Το υπόμνημα λέγει: «Οι μαθηταί του Ιωάννου νηστεύουσι συχνά, και κάμνουσι δεήσεις.» Η διδασκαλία του να προσεύχωνται υπενθυμίζεται σ’ αυτή την απαίτησι: «Κύριε, δίδαξον ημάς να προσευχώμεθα, καθώς και ο Ιωάννης εδίδαξε τους μαθητάς αυτού.» (Λουκάς 5:33· 11:1) Το βάπτισμά του εκλήθη «βάπτισμα του Ιωάννου.»—Πράξεις 19:3.
40. Τι επρόσμεναν γενικά τότε, και πώς ο Ιωάννης απέδειξε ότι ήταν ένας πιστός μάρτυς σχετικά μ’ αυτές τις προσδοκίες;
40 Ο λαός δεν μπόρεσε να εξακριβώση ποια θέσι ακριβώς κατέλαβε ο Ιωάννης ο Βαπτιστής στον σκοπό του Θεού. «Ενώ δε επρόσμενεν ο λαός, και διελογίζοντο πάντες εν ταις καρδίαις αυτών περί του Ιωάννου, μήποτε αυτός είναι ο Χριστός, απεκρίθη ο Ιωάννης προς πάντας.» Ετόνισε ότι δεν ήταν ο Μεσσίας ή Χριστός. «Και άλλα πολλά προτρέπων ευηγγελίζετο τον λαόν.» (Λουκάς 3:15, 16, 18) Οι Ιουδαίοι γραμματείς έλεγαν ότι πριν από τον Μεσσία έπρεπε πρώτα να έλθη ο Ηλίας. Οι θρησκευτικοί ηγέται ανέμεναν, επίσης, τον υποσχεμένο προφήτη, ο οποίος επρόκειτο να είναι όπως ο Μωυσής. Ο Ιωάννης δεν ισχυρίσθη ότι ήταν ο υποσχεμένος εκείνος προφήτης, ούτε ότι ήταν ο Ηλίας μετενσαρκωμένος ή αναστημένος από τους νεκρούς. Ο Ιωάννης ήταν ένας πιστός μάρτυς.
41. Ποιες ερωτήσεις έκαμαν στον Ιωάννην οι ιερείς και οι Λευίται από την Ιερουσαλήμ, και πώς αυτός προσδιώρισε την ταυτότητά του σ’ αυτούς;
41 «Και αύτη είναι η μαρτυρία του Ιωάννου, ότε απέστειλαν οι Ιουδαίοι εξ Ιεροσολύμων ιερείς και Λευίτας, δια να ερωτήσωσιν αυτόν, Συ τις είσαι; Και ωμολόγησε, και δεν ηρνήθη· και ωμολόγησεν, Ότι δεν είμαι εγώ ο Χριστός. Και ηρώτησαν αυτόν, Τι λοιπόν; Ηλίας είσαι συ; και λέγει, Δεν είμαι. Ο προφήτης είσαι συ; και απεκρίθη, Ουχί. Είπαν λοιπόν προς αυτόν, Τις είσαι; δια να δώσωμεν απόκρισιν εις τους αποστείλαντας ημάς· τι λέγεις περί σεαυτού; Απεκρίθη, Εγώ είμαι “φωνή βοώντος εν τη ερήμω, Ευθύνατε την οδόν του Ιεχωβά,” καθώς είπεν Ησαΐας ο προφήτης.»
42. Τι είπε σ’ αυτούς ο Ιωάννης όσον αφορά το γιατί εβάπτιζε;
42 «Οι δε απεσταλμένοι ήσαν εκ των Φαρισαίων· και ηρώτησαν αυτόν, και είπον προς αυτόν, Δια τι λοιπόν βαπτίζεις, εάν συ δεν ήσαι ο Χριστός, ούτε ο Ηλίας, ούτε ο προφήτης; Απεκρίθη προς αυτούς ο Ιωάννης, λέγων, Εγώ βαπτίζω εν ύδατι· εν μέσω δε υμών ίσταται εκείνος, τον οποίον σεις δεν γνωρίζετε· αυτός είναι ο οπίσω μου ερχόμενος, όστις είναι ανώτερός μου· του οποίου εγώ δεν είμαι άξιος να λύσω το λωρίον του υποδήματος αυτού. Ταύτα έγειναν εν Βηθαβαρά (Βηθανία) πέραν του Ιορδάνου, όπου ήτο ο Ιωάννης βαπτίζων.»—Ιωάννης 1:19-28.
43. (α) Σύμφωνα με τον Ιωάννην, γιατί ήταν επείγουσα η μετάνοια; (β) Ποιο είδος βασιλείας εκήρυττε ο Ιωάννης, και συνεπώς από ποια πηγή ήταν το βάπτισμά του;
43 Ο Ιωάννης είπε τον λόγο, για τον οποίον ήταν επείγουσα η μετάνοια. Είπε: Μετανοείτε· διότι επλησίασεν η βασιλεία των ουρανών.» Δηλαδή, η βασιλεία του Θεού, διότι η λέξις «ουρανοί» σημαίνει ενίοτε τον Θεό, που έχει τον θρόνο του στον ουρανό. (Δανιήλ 4:25, 26) Ο Ιωάννης εφρόντισε με προσοχή να προσδιορίση ότι η βασιλεία, την οποίαν εκήρυττε δεν ήταν μια αποκατάστασις της βασιλείας των Μακκαβαίων, την οποίαν ο Ρωμαίος κυβερνήτης ανέτρεψε στο έτος 63 μ.Χ. μέσω του Στρατηγού Πομπηίου. Ο Ιωάννης δεν υπεκίνησε στασιασμόν εναντίον του Ρωμαίου Ηγεμόνος Ποντίου Πιλάτου στην Ιερουσαλήμ, ούτε εναντίον του Ρωμαίου εκπροσώπου Ηρώδου Αντίπα, τετράρχου της Γαλιλαίας. Ο Ιωάννης εκήρυττε τη βασιλεία του Θεού και ανήγγελλε απλώς την έλευσι του βασιλικού εκπροσώπου του Θεού. Απεστάλη για να βαπτίση εκείνον. Το βάπτισμα του Ιωάννου ήταν από τον ουρανό—πράγμα το οποίον οι Ιουδαίοι ηγέται δεν ήθελαν ν’ αναγνωρίσουν.—Ματθαίος 21:23-27.
44. Σε ποιον μήνα του βαπτιστικού έργου του Ιωάννου ο Ιησούς εξακολουθούσε να κάνη έργο ξυλουργού, κι έτσι σε ποια ηλικία έφθανε ο Ιησούς;
44 Τον έκτο μήνα του βαπτιστικού έργου του Ιωάννου, στα μέσα περίπου του εβδόμου Ιουδαϊκού μηνός Τισρί ή Εθανείμ, την 1η Οκτωβρίου περίπου του έτους 29 μ.Χ., σύμφωνα με το δικό μας ημερολόγιο, ο δεύτερος εξάδελφος του Ιωάννου, ο Ιησούς, έκανε έργον ξυλουργού στη Ναζαρέτ της Γαλιλαίας που ήταν κάτω από τη δικαιοδοσία του τετράρχου Ηρώδου Αντίπα και έφθανε τότε σε ηλικία τριάντα ετών.
45. Πώς περιγράφει ο Ματθαίος το γεγονός της βαπτίσεως του Ιησού;
45 «Τότε έρχεται ο Ιησούς από της Γαλιλαίας εις τον Ιορδάνην προς τον Ιωάννην, δια να βαπτισθή υπ’ αυτού. Ο δε Ιωάννης εκώλυεν αυτόν, λέγων, Εγώ χρείαν έχω να βαπτισθώ υπό σου, και συ έρχεσαι προς εμέ; Αποκριθείς δε ο Ιησούς είπε προς αυτόν, Άφες τώρα· διότι ούτως είναι πρέπον εις ημάς να εκπληρώσωμεν πάσαν δικαιοσύνην. Τότε αφίνει αυτόν. Και βαπτισθείς ο Ιησούς ανέβη ευθύς από του ύδατος· και ιδού, ηνοίχθησαν εις αυτόν οι ουρανοί, και είδε το πνεύμα του Θεού καταβαίνον ως περιστεράν, και ερχόμενον επ’ αυτόν. Και ιδού φωνή εκ των ουρανών, λέγουσα, Ούτος είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, εις τον οποίον ευηρεστήθην.»—Ματθαίος 3:13-17· Μάρκος 1:9, 11.
46. Τι δείχνει τη σοβαρότητα του Ιησού όταν εβαπτίσθη, και ποια ηλικία είχε, και τίνος υιός ήταν;
46 Ο Ιησούς προσηύχετο, αλλά δεν εξωμολογείτο αμαρτίες, όταν ο Ιωάννης τον εβύθισε κάτω από τα ύδατα. «Αφού δε εβαπτίσθη πας ο λαός, βαπτισθέντος και του Ιησού, και προσευχομένου, ηνοίχθη ο ουρανός, και κατέβη το πνεύμα το άγιον εν σωματική μορφή, ως περιστερά, επ’ αυτόν· και έγεινε φωνή εκ του ουρανού, λέγουσα, Συ είσαι ο Υιός μου ο αγαπητός, εις σε ευηρεστήθην. Και αυτός ο Ιησούς, άρχιζε να ήναι ως τριάκοντα ετών, ων (καθώς ενομίζετο) υιός Ιωσήφ [γαμβρού] του Ηλί.»—Λουκάς 3:21-23.
47. (α) Ο Ιησούς ενήστευσε ως ένας μαθητής του Ιωάννου, ή κάτω από ποιες άλλες συνθήκες; (β) Ποιους είχε σταλή ο Ιωάννης να προετοιμάση, και πώς αυτός ήταν όμοιος με θυρωρόν ενός ποιμνιοστασίου;
47 Με το εν ύδατι βάπτισμά του ο Ιησούς δεν έγινε ένας άλλος μαθητής του Ιωάννου. Αντιθέτως, ο Ιωάννης μπορούσε τώρα να υποδεικνύη στους μαθητάς του τον Ιησούν ως τον Υιόν του Θεού. Αυτή η ευκαιρία ήλθε στον Ιωάννη ύστερα από σαράντα μέρες περίπου. Μολονότι ο Ιωάννης εδίδασκε στους μαθητάς του να νηστεύουν, ο ίδιος ποτέ δεν ενήστευσε σαράντα μέρες συνεχώς, όπως είχαν κάμει οι προφήται Μωυσής και Ηλίας. Εν τούτοις, ο βαπτισμένος Ιησούς το έπραξε αυτό αμέσως μετά το βάπτισμά του από τον Ιωάννη, διότι το πνεύμα του Θεού, που ήταν στον Ιησού, τον έφερε στην έρημο, όπου ενήστευσε σαράντα μέρες και επειράσθη από τον Σατανά ή Διάβολο, τον Πειραστή. (Ματθαίος 4:1-11· Μάρκος 1:12· Λουκάς 4:1-13) Όταν ο Ιωάννης εβάπτισε τον Ιησούν, κανείς άλλος δεν παρίστατο. Αλλ’ ο Ιωάννης είχε σταλή «δια να ετοιμάση εις τον Ιεχωβά λαόν προδιατεθειμένον,» και τώρα ο Ιωάννης είχε ένα σημαντικό αριθμό μαθητών από τα «πρόβατα τα απολωλότα του οίκου Ισραήλ.» Αυτοί είχαν συναχθή στην ποίμνη του Ιεχωβά επί γης, ο δε Ιωάννης ο Βαπτιστής ενεργούσε ως ένας φύλακας του ποιμνίου, αναμένοντας να διαβιβάση αυτά τα πρόβατα, όχι στον ίδιο τον Ιεχωβά Θεό, αλλά στον εκπρόσωπο του Ιεχωβά, στον Υιόν του Θεού, στον Ιησού Χριστό. Προς τούτο αναγινώσκομε: «Όστις . . . εισέρχεται δια της θύρας, είναι ποιμήν των προβάτων. Εις τούτον ο θυρωρός ανοίγει· και τα πρόβατα την φωνήν αυτού ακούουσι· και τα εαυτού πρόβατα κράζει κατ’ όνομα, και εξάγει αυτά.» (Ιωάννης 10:2, 3· Ματθαίος 10:6) Μεταξύ των μαθητών του Ιωάννου, των προβάτων της ποίμνης, ήσαν ο Ιωάννης ο υιός του Ζεβεδαίου και ο Ανδρέας ο αδελφός του Πέτρου.
48, 49. (α) Ποιος είχε αποστείλει τον Ιωάννην να βαπτίζη, και για ποιον εξέχοντα λόγον; (β) Για ποια γεγονότα όσον αφορά τη σχέσι του Ιησού έδωσε μαρτυρία ο Ιωάννης;
48 Την επόμενη μέρα μετά την επίσκεψι των ιερέων και των Λευιτών από την Ιερουσαλήμ, ο Ιωάννης ο Βαπτιστής «βλέπει . . . τον Ιησούν ερχόμενον προς αυτόν, και λέγει, ιδού ο Αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου. Ούτος είναι περί ου εγώ είπον, Οπίσω μου έρχεται ανήρ, όστις είναι ανώτερός μου, διότι ήτο πρότερός μου. Και εγώ δεν εγνώριζον αυτόν· αλλά δια να φανερωθή εις τον Ισραήλ, δια τούτο ήλθον εγώ βαπτίζων εν τω ύδατι. Και εμαρτύρησεν ο Ιωάννης, λέγων, Ότι είδον το πνεύμα καταβαίνον ως περιστεράν εξ ουρανού, και έμεινεν επ’ αυτόν. Και εγώ δεν εγνώριζον αυτόν· αλλ’ ο πέμψας με δια να βαπτίζω εν ύδατι, εκείνος μοι είπεν, Εις όντινα ίδης το πνεύμα καταβαίνον και μένον επ’ αυτόν, ούτος είναι ο βαπτίζων εν πνεύματι αγίω. Και εγώ είδον και εμαρτύρησα, ότι ούτος είναι ο Υιός του Θεού.»—Ιωάννης 1:29-34.
49 Ο Ιωάννης έδωσε μαρτυρίαν, όχι ότι ο Ιησούς ήταν ο ίδιος ο Ιεχωβά Θεός, αλλ’ ότι ο Ιησούς ήταν ο Αμνός του Θεού, ο Υιός του Ιεχωβά Θεού. Ο δε μαθητής του Ιωάννου, δηλαδή, ο Ιωάννης ο υιός του Ζεβεδαίου, είπε: «Ουδείς είδε ποτέ τον Θεόν· ο Μονογενής Υιός, ο ων εις τον κόλπον του Πατρός, εκείνος εφανέρωσεν αυτόν.»—Ιωάννης 1:18.
50. Σε ποιους δύο μαθητάς συνέστησε ο Ιωάννης τον Ιησούν ως τον υιόν του Θεού, και πώς ενήργησαν αυτοί αμέσως λόγω του γεγονότος αυτού;
50 Αφού ο Ιωάννης ο Βαπτιστής διεκήρυξε για πρώτη φορά ότι ο Ιησούς είναι ο Υιός του Θεού, «τη επαύριον πάλιν ίστατο ο Ιωάννης, και δύο εκ των μαθητών αυτού [ο Ανδρέας κι ο Ιωάννης ο υιός του Ζεβεδαίου]· και εμβλέψας εις τον Ιησούν περιπατούντα, λέγει, Ιδού ο Αμνός του Θεού. Και ήκουσαν αυτόν οι δύο μαθηταί λαλούντα, και ηκολούθησαν τον Ιησούν. Στραφείς δε ο Ιησούς και ιδών αυτούς ακολουθούντας, λέγει προς αυτούς, Τι ζητείτε; Οι δε είπον προς αυτόν, Ραββί, (το οποίον ερμηνευόμενον λέγεται, Διδάσκαλε,) πού μένεις; Λέγει προς αυτούς, Έλθετε και ίδετε. Ήλθον και είδον πού μένει· και έμειναν παρ’ αυτώ την ημέραν εκείνην· η δε ώρα ήτο ως δεκάτη. Ήτο Ανδρέας ο αδελφός του Σίμωνος Πέτρου εις εκ των δύο, οίτινες ήκουσαν περί αυτού παρά του Ιωάννου, και ηκολούθησαν αυτόν.»—Ιωάννης 1:35-40.
51. (α) Έτσι τι άρχισε να κάνη ο Ιωάννης για εκπλήρωσι της αποστολής του; (β) Πώς ο Ιησούς έκαμε διεύρυνσι του έργου του Ιωάννου, και με ποια αποτελέσματα;
51 Ο Ιωάννης έτσι άρχισε να μεταστρέφη τους μαθητάς του προς τον Αμνόν του Θεού, τον Υιόν του Θεού, τον εκπρόσωπον του Ιεχωβά Θεού, διότι αυτοί ήσαν ‘λαός προδιατεθειμένος,’ που ήσαν ‘έτοιμοι δια τον Ιεχωβά.’ Επέρασε το πάσχα του έτους 30 μ.Χ. (Ιωάννης 2:12-23) Κατόπιν ο Ιησούς έκαμε διεύρυνσι του έργου Ιωάννου του Βαπτιστού. Πώς; Η αφήγησις απαντά: «Μετά ταύτα ήλθεν ο Ιησούς και οι μαθηταί αυτού εις την γην της Ιουδαίας, και εκεί διέτριβε μετ’ αυτών, και εβάπτιζεν. Ήτο δε και ο Ιωάννης βαπτίζων εν Αινών πλησίον του Σαλείμ [στο επάνω μέρος του Ιορδάνου προς την Γαλιλαίαν], διότι ήσαν εκεί ύδατα πολλά· και ήρχοντο και εβαπτίζοντο. Επειδή ο Ιωάννης δεν ήτο έτι βεβλημένος εις την φυλακήν.» (Ιωάννης 3:22-24) Ετελείτο το βάπτισμα του Ιωάννου, διότι ο Ιησούς δεν εβάπτιζε στο δικό του όνομα. «Ο Ιησούς αυτός δεν εβάπτιζεν, αλλ’ οι μαθηταί αυτού.» Μερικοί από τους μαθητάς του Ιησού υπήρξαν προσωπικοί μαθηταί του Ιωάννου του Βαπτιστού. «Ο Ιησούς πλειοτέρους μαθητάς κάμνει και βαπτίζει παρά ο Ιωάννης.»—Ιωάννης 4:1, 2 .
52. Στο όνομα τίνος εβαπτίζοντο όλοι αυτοί που μετανοούσαν, και από ποιο θαύμα δεν συνωδεύετο το βάπτισμά των, λόγω του ότι ήταν βάπτισμα του Ιωάννου;
52 Εκείνοι που εβαπτίζοντο από τους μαθητές του Ιησού, καθώς και οι βαπτιζόμενοι από τον Ιωάννη, εβαπτίζοντο στο όνομα του Ιεχωβά Θεού, διότι Εκείνος είχε στείλει τον Ιωάννη να βαπτίζη. Ήταν ένα βάπτισμα Ισραηλιτών για συμβολισμό μετανοίας για συγχώρησι αμαρτιών. (Λουκάς 3:3) Εν τούτοις, οι μαθηταί του Ιησού, αφού εβάπτιζαν τους Ισραηλίτας που μετανοούσαν, δεν επέθεταν τα χέρια των επάνω σ’ αυτούς και δεν τους μετέδιδαν χαρίσματα του αγίου πνεύματος. Τέτοια πνευματικά χαρίσματα δεν συνόδευαν το βάπτισμα του Ιωάννου.—Πράξεις 19:1-7.
53. Τι σχόλιον έκαμε ο Ιωάννης για το γεγονός ότι ο Ιησούς εκτελούσε βάπτισμα και όλοι προφανώς επήγαιναν σ’ αυτόν αντί στον Ιωάννη;
53 Μερικοί μαθηταί, τουλάχιστον οι νέοι, τους οποίους ο Ιωάννης δεν μπόρεσε να συστήση στον Ιησούν, ήσαν ακόμη με τον Ιωάννη. «Έγεινε λοιπόν συζήτησις περί καθαρισμού παρά των μαθητών του Ιωάννου με Ιουδαίους τινάς· και ήλθον προς τον Ιωάννην και είπον προς αυτόν, Ραββί, εκείνος όστις ήτο μετά σου πέραν του Ιορδάνου, εις τον οποίον συ εμαρτύρησας, ιδού ούτος βαπτίζει, και πάντες έρχονται προς αυτόν. Απεκρίθη ο Ιωάννης και είπε, Δεν δύναται ο άνθρωπος να λαμβάνη ουδέν, εάν δεν ήναι δεδομένον εις αυτόν εκ του ουρανού. Σεις αυτοί είσθε μάρτυρές μου ότι είπον, Δεν είμαι εγώ ο Χριστός, αλλ’ ότι είμαι απεσταλμένος έμπροσθεν εκείνου. Όστις έχει την νύμφην, είναι νυμφίος· ο δε φίλος του νυμφίου, ο ιστάμενος και ακούων αυτόν, χαίρει καθ’ υπερβολήν δια την φωνήν του νυμφίου. Αύτη λοιπόν η χαρά η ιδική μου επληρώθη. Εκείνος πρέπει να αυξάνη, εγώ δε να ελαττόνωμαι.»—Ιωάννης 3:25-30.
54. Έτσι σε ποια τάξι δεν έθετε τον εαυτό του ο Ιωάννης, και στην εκτέλεσι ποιας υπηρεσίας σχετικά με αυτήν διεπίστωσε ότι ήταν πλήρης η χαρά του;
54 Ο Ιωάννης ητοίμαζε ένα «λαόν προδιατεθειμένον» για τον εκπρόσωπον του Ιεχωβά, τον οποίον ο Ιωάννης τώρα εχαρακτήριζε ως Νυμφίον. Εγνώριζε ότι αυτή η τάξις της «νύμφης,» αυτός ο προδιατεθειμένος λαός, έπρεπε να μεταστραφή προς τον Νυμφίον, τον Ιησούν, τον οποίον είχε χρίσει ο Ιεχωβά. Ο Ιωάννης δεν είχε θέσει τον εαυτό του σ’ αυτή την τάξι της «νύμφης,» η οποία θα ενυμφεύετο στον ωρισμένο καιρό με τον Νυμφίο, τον Ιησού, αλλ’ έχαιρε να υπηρετή ως «φίλος του νυμφίου» για να παρουσιάση την τάξι της «νύμφης» στον Νυμφίο. Όταν, μετά τις προσπάθειές του, ο Ιωάννης άκουσε τον Νυμφίον Ιησούν να ομιλή στα πρώτα μέλη της τάξεως της «νύμφης,» διεπίστωσε ότι ήταν πλήρης η προβλεπομένη χαρά του. Δεν εζηλοτύπησε, αλλ’ έχαιρε να εκπληρώση την αποστολή του από τον Ιεχωβά Θεό.
55. Πότε ο Ιησούς αφήκε την Ιουδαία για τη Γαλιλαία, και πώς ο Ιωάννης αφηρέθη από τον αγρό δράσεως, και για ποιο λόγο;
55 Όταν ο Ιησούς άκουσε ότι οι θρησκευτικοί Φαρισαίοι έμαθαν ότι αυτός εβάπτιζε περισσοτέρους μαθητές από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, έφυγε, από την Ιουδαία και πήγε στη Γαλιλαία, διερχόμενος από τη Σαμάρεια. (Ιωάννης 4:1-54) Τότε ήταν που ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, ύστερ’ από μια ενεργό διακονία βραχύτερη από δύο έτη, αφηρέθη βίαια από τον αγρό, αφήνοντας τον Ιησούν και τους μαθητάς του να συνεχίσουν το έργον. Το εδάφιο Ματθαίος 4:12 καθορίζει τον χρόνο, λέγοντας: «Ακούσας δε ο Ιησούς ότι ο Ιωάννης παρεδόθη, ανεχώρησεν εις την Γαλιλαίαν.» Ποιοι είχαν συλλάβει τον Ιωάννη, και γιατί; Ο Ιουδαίος Ιστορικός του πρώτου αιώνος, Φλάβιος Ιώσηπος αποδίδει σε πολιτικούς λόγους τη σύλληψι του Ιωάννου.f Εν τούτοις, οι Άγιες Γραφές, σε αφηγήσεις τριών μαθητών του Ιησού, αποδίδουν σε ηθικό ζήτημα, σε παράβασι του Θείου νόμου, τον κύριο λόγο της συλλήψεως.
56. Το μίσος ποιας γυναικός είχε προκαλέσει ο Ιωάννης, και κάτω από ποιον νόμον ήταν αυτή θρησκευτικώς, και πώς τον είχε παραβιάσει;
56 Πριν από εννεακόσια και πλέον χρόνια ο προφήτης Ηλίας είχε προκαλέσει το μίσος μιας γυναίκας, της Βασιλίσσης Ιεζάβελ. Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, ο άνθρωπος που ήλθε με το πνεύμα και τη δύναμι του Ηλία, ομοίως επροκάλεσε το μίσος μιας γυναικός, της συζύγου του τετράρχου της Γαλιλαίας Ηρώδου Αντίπα, κατά το ήμισυ Σαμαρείτου γυιου του Βασιλέως Ηρώδου του Μεγάλου. Η γυναίκα, όμως, υπήρξε σύζυγος του εν μέρει θείου της, ετεροθαλούς αδελφού του Ηρώδου Αντίπα, δηλαδή, του Ηρώδου Φιλίππου, κατά το ήμισυ Ιουδαίου γιου του Βασιλέως Ηρώδου του Μεγάλου. Τόσον ο Ηρώδης Φίλιππος όσον κι ο ετεροθαλής αδελφός του Ηρώδης Αντίπας ήσαν περιτετμημένοι προσήλυτοι στη θρησκεία των Ιουδαίων κι επομένως ήσαν κάτω από τον Θείο νόμο δια Μωυσέως. Επί πλέον, η γυναίκα, για την οποία γίνεται λόγος εδώ ήταν εγγονή του Βασιλέως Ηρώδου του Μεγάλου, και, από την πλευρά της μάμμης της, ήταν τρισεγγονή του Ιουδαίου Αρχιερέως Υρκανού Β΄. Αυτή η γυναίκα, που ήταν έτσι εν μέρει Ιουδαία και εν μέρει Ιδουμαία, κι ελέγετο Ηρωδιάς, ήταν ομοίως κάτω από τον Θείο νόμο δια Μωυσέως. Στο Λευιτικόν 18:16, ο νόμος αυτός απαγόρευε έναν τέτοιον αιμομικτικό γάμο, λέγοντας: «Ασχημοσύνην γυναικός του αδελφού σου δεν θέλεις αποκαλύψει· είναι η ασχημοσύνη του αδελφού σου.» Τόσον ο Ηρώδης Αντίπας όσο και η Ηρωδιάς ήσαν παραβάται του Θείου νόμου, προς τον οποίον ο Ιωάννης ο Βαπτιστής κατηύθυνε τους Ιουδαίους και τους προσηλύτους Ιουδαίους.
57. Ποιος συνέλαβε τον Ιωάννη, και γιατί;
57 Τα εδάφια Μάρκος 6:17-20 λέγουν: «Αυτός ο Ηρώδης απέστειλε και επίασε τον Ιωάννην, και έδεσεν αυτόν εν τη φυλακή, δια την Ηρωδιάδα την γυναίκα Φιλίππου του αδελφού αυτού, επειδή είχε λάβει αυτήν εις γυναίκα. Διότι ο Ιωάννης έλεγε προς τον Ηρώδην, Ότι δεν σοι είναι συγκεχωρημένον να έχης την γυναίκα του αδελφού σου. Η δε Ηρωδιάς εμίσει αυτόν, και ήθελε να θανατώση αυτόν· και δεν ηδύνατο. Διότι ο Ηρώδης εφοβείτο τον Ιωάννην, γνωρίζων αυτόν άνδρα δίκαιον και άγιον· και διεφύλαττεν αυτόν· και έκαμνε πολλά, ακούων αυτού, και ευχαρίστως ήκουεν αυτού.» Τα εδάφια Λουκάς 3:18-20 λέγουν για τον Ιωάννη: «Και άλλα πολλά προτρέπων ευηγγελίζετο τον λαόν. Ο δε Ηρώδης ο τετράρχης, ελεγχόμενος υπ’ αυτού περί της Ηρωδιάδος της γυναικός Φιλίππου του αδελφού αυτού, και περί πάντων των κακών όσα έπραξεν ο Ηρώδης, προσέθεσε και τούτο επί πάσι, και κατέκλεισε τον Ιωάννην εν τη φυλακή.»
58. Πού ήταν φυλακισμένος ο Ιωάννης, και ποιο άγγελμα άρχισε να κηρύττη ο Ιησούς μετά τη φυλάκισι του Ιωάννου;
58 Ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος λέγει ότι ο Ηρώδης Αντίπας έκλεισε τον Ιωάννη στη φυλακή του φρουρείου Μαχαιρούς, το οποίον βρίσκεται ψηλότερα από τις βορειοανατολικές ακτές της Νεκράς Θαλάσσης. Εν τούτοις, σήμερα θεωρείται απίθανο ότι ο Ιωάννης είχε φυλακισθή εκεί, κοντά στο νότιο άκρον της Περαίας (σημερινής Ιορδανίας), περιοχής του Ηρώδου Αντίπα, τόσο μακριά από την Ιερουσαλήμ. Όσον αφορά τον Ιησού, «ακούσας . . . ότι ο Ιωάννης παρεδόθη, ανεχώρησεν εις την Γαλιλαίαν. Και αφήσας την Ναζαρέτ, ήλθε και κατώκησεν εις Καπερναούμ την παραθαλασσίαν [της Γαλιλαίας], . . . Από τότε ήρχισεν ο Ιησούς να κηρύττη και να λέγη, Μετανοείτε· διότι επλησίασεν η βασιλεία των ουρανών.» «Και περιήρχετο ο Ιησούς όλην την Γαλιλαίαν, διδάσκων εν ταις συναγωγαίς αυτών, και κηρύττων το ευαγγέλιον της βασιλείας, και θεραπεύων πάσαν νόσον και πάσαν ασθένειαν μεταξύ του λαού.» (Ματθαίος 4:12-17, 23· Μάρκος 1:14, 15) Εν τούτοις, ο Ιωάννης ο Βαπτιστής παρέμενε δέσμιος στη φυλακή.
59. Ποιο ερώτημα έκαμε ο Ιωάννης για τον Ιησού, και ποια επιβλητική αλλ’ ασφαλή απάντησι έδωσε ο Ιησούς εκεί στο έδαφος του Ηρώδου Αντίπα;
59 «Και απήγγειλαν προς τον Ιωάννην οι μαθηταί αυτού περί πάντων τούτων. Και προσκαλέσας ο Ιωάννης δύο τινάς των μαθητών αυτού, έπεμψε προς τον Ιησούν, λέγων, Συ είσαι ο ερχόμενος, ή άλλον προσδοκώμεν; Και ελθόντες προς αυτόν οι άνθρωποι, είπον, Ιωάννης ο Βαπτιστής απέστειλεν ημάς προς σε, λέγων, Συ είσαι ο ερχόμενος, ή άλλον προσδοκώμεν; Εν αυτή δε τη ώρα [ο Ιησούς] εθεράπευσε πολλούς από νόσων και μαστίγων, και πνευμάτων πονηρών, και εις τυφλούς πολλούς εχάρισε το βλέπειν. Και αποκριθείς ο Ιησούς είπε προς αυτούς, Υπάγετε και απαγγείλατε προς τον Ιωάννην όσα είδετε και ηκούσατε, ότι τυφλοί αναβλέπουσι, χωλοί περιπατούσι, λεπροί καθαρίζονται, κωφοί ακούουσι, νεκροί εγείρονται, πτωχοί ευαγγελίζονται· και μακάριος είναι όστις δεν εσκανδαλίσθη εν εμοί.» (Λουκάς 7:18-23) Ο Ιησούς, λοιπόν, δεν είπε δημοσία, εκεί στο έδαφος του Ηρώδου Αντίπα, ότι αυτός ήταν ο Μεσσίας ή Χριστός που επρόκειτο να έλθη. Δεν έδωσε στον λαό ή στον άρχοντα την εσφαλμένη ιδέα ότι αυτός επρόκειτο ν’ αποκαταστήση την επίγεια βασιλεία του Δαβίδ σε όλον τον Ισραήλ. Σε μια μεταγενέστερη περίπτωσι οι Φαρισαίοι είπαν στον Ιησού: «Έξελθε, και αναχώρησον εντεύθεν, διότι ο Ηρώδης θέλει να σε θανατώση.» Ο Ιησούς είπε: «Υπάγετε και είπατε προς την αλώπεκα ταύτην, Ιδού, εκβάλλω δαιμόνια, και κάμνω θεραπείας σήμερον και αύριον, και την τρίτην ημέραν τελειούμαι.»—Λουκάς 13:31, 32.
60. Μετά την αναχώρησι των απεσταλμένων του Ιωάννου, πόσο «μέγας» είπε ο Ιησούς ότι ήταν ο Ιωάννης, και ποιες προφητείες εξεπλήρωνε;
60 Αφού ανεχώρησαν οι δύο απεσταλμένοι του Ιωάννου για να του πουν ό,τι είχαν ιδεί και ακούσει σε απάντησι του ερωτήματός του, ο Ιησούς είπε στα πλήθη για τον Ιωάννη: «Τι εξήλθετε εις την έρημον να ίδητε; κάλαμον υπό ανέμου σαλευόμενον; Αλλά τι εξήλθετε να ίδητε; άνθρωπον ενδεδυμένον μαλακά ιμάτια; ιδού, οι τα μαλακά φορούντες εν τοις οίκοις των βασιλέων ευρίσκονται. Αλλά τι εξήλθατε να ίδητε; προφήτην; ναι, σας λέγω, και περισσότερον προφήτου· διότι ούτος είναι περί του οποίου είναι γεγραμμένον, “Ιδού, εγώ αποστέλλω τον άγγελόν μου προ προσώπου σου, όστις θέλει κατασκευάσει την οδόν σου έμπροσθέν σου.” Αληθώς σας λέγω, μεταξύ των γεννηθέντων υπό γυναικών δεν ηγέρθη μεγαλήτερος Ιωάννου του Βαπτιστού· πλην ο μικρότερος εν τη βασιλεία των ουρανών, είναι μεγαλήτερος αυτού. Από δε των ημερών Ιωάννου του Βαπτιστού έως του νυν, η βασιλεία των ουρανών βιάζεται, και οι βιασταί αρπάζουσιν αυτήν. Διότι πάντες οι προφήται και ο νόμος ως Ιωάννου προεφήτευσαν. Και αν θέλητε να δεχθήτε τούτο, αυτός είναι ο Ηλίας όστις έμελλε να έλθη.»—Ματθαίος 11:7-15.
61. Γιατί ο Ιωάννης δεν ήταν ίσος μ’ ένα μικρότερον στη βασιλεία των ουρανών, αλλά τι έκανε αυτόν ίσον με οποιονδήποτε προγενέστερόν του προφήτη;
61 Σύμφωνα με τους λόγους αυτούς, ούτε ο προφήτης Μωυσής ούτε ο αρχικός προφήτης Ηλίας ήταν μεγαλύτερος από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή. Παρ’ όλον το μεγαλείον του, όμως, ο Ιωάννης δεν θα είναι ίσος με έναν του ‘προδιατεθειμένου λαού’ που ετοιμάσθηκε για τον Ιεχωβά, έναν της τάξεως της «νύμφης,» που θα είναι με τον Νυμφίον Ιησούν Χριστόν στη βασιλεία των ουρανών, στους αοράτους ουρανούς του πνευματικού βασιλείου. Ο Ιωάννης άρχισε να εκπληρώνη τα βιβλία του Νόμου και των Προφητών· διότι ο Ιησούς είπε ότι ο Ιωάννης ήταν ο «άγγελος» του Ιεχωβά, που προελέχθη στον Μαλαχία 3:1, και ήταν επίσης ο προφήτης Ηλίας, ο οποίος προλέγεται στον Μαλαχία 4:5, 6. Αυτό ήταν εκείνο που έκανε τον Ιωάννη τον Βαπτιστή ίσον με οποιονδήποτε προγενέστερο προφήτη.
62. Πώς ο Ιησούς έδειξε ότι εκείνη η γενεά ήταν ασυνεπής ισχυριζομένη ότι ο Ιωάννης είχε δαιμόνιον και ήταν στην υπηρεσία του Βέελ-ζεβούλ;
62 Ο Ιησούς υπερήσπισε τον Ιωάννη ως πλήρη «πνεύματος αγίου [του Θεού] έτι εκ κοιλίας της μητρός αυτού» μάλλον παρά ως ευρισκόμενον στην υπηρεσία του Βέελ-ζεβούλ, του «άρχοντος των δαιμονίων.» Ο Ιησούς είπε: «Με τι να ομοιώσω την γενεάν ταύτην; είναι ομοία με παιδάρια καθήμενα εν ταις αγοραίς, και φωνάζοντα προς τους συντρόφους αυτών, και λέγοντα, Αυλόν σας επαίξαμεν, και δεν εχορεύσατε· σας εθρηνωδήσαμεν, και δεν εκλαύσατε. Διότι ήλθεν ο Ιωάννης μήτε τρώγων, μήτε πίνων· και λέγουσι, Δαιμόνιον έχει. Ήλθεν ο Υιός του ανθρώπου τρώγων και πίνων· και λέγουσιν, Ιδού άνθρωπος φάγος και οινοπότης, φίλος τελωνών και αμαρτωλών. Και εδικαιώθη η σοφία από των τέκνων [έργων, ΜΝΚ] αυτής.»—Ματθαίος 11:16-19· 12:24-28· Λουκάς 7:24-35· 2 Βασιλέων 1:2-6.
63. Πώς η Ηρωδιάς επωφελήθη από μια ευκαιρία να εκδικηθή τον Ιωάννη, και πώς αυτό επηρέασε τον Ιησού;
63 Ύστερ’ από λίγον καιρό ήλθε η ευκαιρία να εκδικηθή τον Ιωάννη η Ηρωδιάς, η σύζυγος του Ηρώδου Αντίπα. «Και ότε ήλθεν αρμόδιος ημέρα, καθ’ ην έκαμνεν εν τοις γενεθλίοις αυτού δείπνον εις τους μεγιστάνας αυτού και εις τους χιλιάρχους και τους πρώτους της Γαλιλαίας, και εισήλθεν η θυγάτηρ αυτής της Ηρωδιάδος, και εχόρευσε, και ήρεσεν εις τον Ηρώδην και τους συγκαθημένους, είπεν ο βασιλεύς προς το κοράσιον, Ζήτησόν με ό,τι αν θέλης, και θέλω σοι δώσει. Και ώμοσε προς αυτήν, Ότι θέλω σοι δώσει ό,τι με ζητήσης, έως του ημίσεος της βασιλείας μου. Η δε εξελθούσα είπε προς την μητέρα αυτής, Τι να ζητήσω; Η δε είπε, Την κεφαλήν Ιωάννου του Βαπτιστού. Και ευθύς εισελθούσα μετά σπουδής εις τον βασιλέα, εζήτησε, λέγουσα, Θέλω να μοι δώσης πάραυτα επί πίνακι την κεφαλήν Ιωάννου του Βαπτιστού. Και ο βασιλεύς, αν και ελυπήθη πολύ, δια τους όρκους όμως και τους συγκαθημένους δεν ηθέλησε να απορρίψη την αίτησιν αυτής. Και ευθύς αποστείλας ο βασιλεύς δήμιον, προσέταξε να φερθή η κεφαλή αυτού. Ο δε απελθών, απεκεφάλισεν αυτόν εν τη φυλακή· και έφερε την κεφαλήν αυτού επί πίνακι, και έδωκεν αυτήν εις το κοράσιον· και το κοράσιον έδωκεν αυτήν εις την μητέρα αυτής. Και ακούσαντες οι μαθηταί αυτού, ήλθον και εσήκωσαν το πτώμα αυτού, και έθεσαν αυτό εν μνημείω.» (Μάρκος 6:21-29) Το ανέφεραν επίσης αυτό και στον Ιησούν. Ο Ιησούς τότε ανεζήτησε ένα ερημικό τόπο, και ανεχώρησε με πλοίο.—Ματθαίος 14:1-13.
64. Όταν ο Ηρώδης Αντίπας άκουσε τα θαύματα του Ιησού, τι τον ωδήγησε η ένοχος συνείδησίς του να ειπή, και πότε εξεπληρώθη η επιθυμία του να ιδή αυτόν τον εκτελεστή θαυμάτων;
64 Ο Ιησούς επανέλαβε τη δημόσια δράσι του. Στην έκθεσι των θαυμάτων του αποκαλύπτεται η ένοχη συνείδησις του Ηρώδου Αντίπα. «Και ήκουσεν ο βασιλεύς Ηρώδης, (διότι φανερόν έγεινε το όνομα αυτού,) και έλεγεν, Ότι Ιωάννης ο Βαπτιστής ανέστη εκ νεκρών, και δια τούτο ενεργούσιν αι δυνάμεις εν αυτώ. Άλλοι έλεγον, Ότι ο Ηλίας είναι. Άλλοι δε έλεγον, Ότι προφήτης είναι, ή ως είς των προφητών. Ακούσας δε ο Ηρώδης, είπεν, Ότι ούτος είναι ο Ιωάννης, τον οποίον εγώ απεκεφάλισα· αυτός ανέστη εκ νεκρών.» (Μάρκος 6:14-16) Ο Ηρώδης, επειδή δεν ήταν βέβαιος για το συμπέρασμά του, ζητούσε να ιδή τον Ιησού. (Λουκάς 9:7-9) Μπόρεσε να ιδή τον Ιησούν, αλλά τότε που είχε συλληφθή. Δυσαρεστημένος από τον Ιησού, ο Ηρώδης, του οποίου ο πατέρας προσεπάθησε να θανατώση τον Ιησού ως βρέφος, ενέπαιξε τον Ιησού και τον επέστρεψε στον Κυβερνήτη Πόντιο Πιλάτο για να τον θανατώση. (Λουκάς 23:6-12) Αργότερα η Ηρωδιάς προσεπάθησε να λάβη βασιλικές τιμές από τον Ρωμαίο Αυτοκράτορα Καλιγούλα για τον σύζυγό της Ηρώδη Αντίπα, αλλά ματαίως. Στο έτος 39 μ.Χ. του αφηρέθησαν όλες οι κτήσεις του και αυτός εξωρίσθη στο Λούγδουνον (στη Λυών της Γαλλίας). Η Ηρωδιάς οικειοθελώς μετέσχε της εξορίας μαζί του.
65. Ποια διαφορά υπήρχε μεταξύ του Ιωάννου και του Ηλία όσον αφορά τα θαύματα, και ποια ειδική τιμή απήλαυσε ο Ιωάννης;
65 Έτσι, ο Ιωάννης ο Βαπτιστής δεν είχε κανένα ένδοξο τέλος στην επίγεια δράσι του όπως είχε ο Ηλίας. Ο Ιωάννης δεν έκαμε θαύματα, ενώ αναγράφονται οκτώ θαύματα στο ενεργητικό του Ηλία. Όταν ο Ιησούς διέβη τον Ιορδάνη Ποταμό και πήγε στο μέρος όπου ο Ιωάννης εβάπτιζε κατ’ αρχάς, πολλοί που ήλθαν στον Ιησούν είπαν: «Ο Ιωάννης μεν ουδέν θαύμα έκαμε· πάντα όμως όσα είπεν ο Ιωάννης περί τούτου, ήσαν αληθινά.» (Ιωάννης 10:40, 41) Ο Ιωάννης, όμως, ετιμήθη με το να βαπτίση τον Ιησού στο ύδωρ προς συμβολισμόν του γεγονότος ότι παρουσίασε τον εαυτό του να υπηρετήση τον Ιεχωβά Θεό. Ο Ιωάννης δεν εχειροτόνησε τον Ιησού να γίνη διάκονος του Ιεχωβά. Αλλ’ ο Ιωάννης παρέστη μάρτυς της χειροτονίας του Ιησού, από τον Ιεχωβά με το χρίσμα του αγίου πνεύματος, έτσι ώστε ο Ιησούς έγινε ο Μεσσίας ή Χριστός, ο Κεχρισμένος. Ο Ιωάννης, επίσης, προείπε το βάπτισμα με άγιο πνεύμα, που θα έκανε ο Θεός μέσω του Ιησού Χριστού. Ο Ιωάννης είδε να γίνεται ένα τέτοιο βάπτισμα με άγιο πνεύμα επάνω στον Ιησού, στον Ιορδάνη Ποταμό.
66. Πώς ο Ιωάννης ο Βαπτιστής εξεπλήρωσε την αποστολή του από τον ουρανό σύμφωνα με τις προφητείες;
66 Ο Ιωάννης εξεπλήρωσε την αποστολή του από τον ουρανό, όπως προελέχθη. Ως αγγελιαφόρος του Ιεχωβά, αυτός προεπορεύθη από τον Ιησού και ητοίμασε την οδόν έμπροσθεν του Ιησού, σύμφωνα με τις οδηγίες του Ιεχωβά. Προηγήθη προτού ο Ιησούς Χριστός ως ο «άγγελος της διαθήκης» του Ιεχωβά έλθη στον ναό του Ιεχωβά στην Ιερουσαλήμ και τον καθαρίση από την εμποριοκρατία. (Λουκάς 7:27· Μαλαχίας 3:1) Ο Ιωάννης ετοίμασε για τον Ιεχωβά ένα λαό προδιατεθειμένο, τον οποίον εισήγαγε και παρέδωσε στον Ιησού Χριστό ως τον ορατόν εκπρόσωπο του Ιεχωβά.
67. (α) Πώς, λοιπόν, ο Ιωάννης έστρεφε τις καρδιές των πατέρων προς τα τέκνα και τις καρδιές των τέκνων προς τους πατέρας των; (β) Πριν από ποια «μεγάλη και φοβερά ημέρα του Ιεχωβά» είχε αποσταλή ο Ιωάννης;
67 Ο Ιωάννης, ως ο Ηλίας που προελέχθη στον Μαλαχία 4:5, 6, έστρεψε τις καρδιές του υπολοίπου των Ισραηλιτών πατέρων προς τα τέκνα, δηλαδή, στο να γίνουν οι υιοί του Θεού, γινόμενοι αυτοί, επίσης, ως παιδία στη θρησκευτική τους στάσι. (Ματθαίος 18:1-3) Ο Ιωάννης έστρεψε τις καρδιές των προς το όνομα του Ιεχωβά Θεού. (Ιωάννης 1:23) Έστρεψε, επίσης, ένα υπόλοιπο των υιών Ισραήλ προς τους πιστούς προπάτορές των Αβραάμ, Ισαάκ, και Ιακώβ, με τους οποίους ο Ιεχωβά Θεός είχε συνάψει τη διαθήκη για ένα σπέρμα, μέσω του οποίου θα ηυλογούντο όλα τα έθνη (όχι μόνο οι φυσικοί Ιουδαίοι)· και αυτό το υπόλοιπον των πιστών έγινε, ο καθένας τους, πραγματικά ένας «υιός του Αβραάμ» δια της πίστεως ομοίας με την πίστι του Αβραάμ. (Λουκάς 19:9) Ο Ιωάννης, επίσης, εστάλη στον Ισραήλ πριν «έλθη η μεγάλη και φοβερά ημέρα του Ιεχωβά» (ΜΝΚ). Αυτή η ημέρα ήλθε ύστερ’ από τριάντα εννέα χρόνια περίπου, αφότου ο Ιωάννης απεκεφαλίσθη, δηλαδή, στο έτος 70 μ.Χ., όταν το βάπτισμα με πυρ επήλθε επάνω στους απίστους Ιουδαίους, στην Ιουδαία, όπως είχε προλεχθή από τον ίδιο τον Ιωάννη. Τότε η Ιερουσαλήμ κι ο ένδοξος ναός της, που είχε κτισθή από τον Βασιλέα Ηρώδη τον Μέγαν, κατεστράφησαν από τις Ρωμαϊκές λεγεώνες. Οι άπιστοι Ιουδαίοι εκάησαν σαν το άχυρο, σαν ένα άκαρπο δένδρο.—Λουκάς 19:41-44· 21:5, 6, 20-24.
68. Γιατί είναι λογικό και Γραφικό ν’ αναμένωμε μια ακόμη μεγαλύτερη εκπλήρωσι των εδαφίων του Μαλαχία 4:5, 6, και σε τι εχρησίμευσε ο Ιωάννης ο ίδιος και το έργο του;
68 Εν τούτοις, οι προφητικές Γραφές ομιλούν για μια μεγαλύτερη ακόμη «φοβερά ημέρα του Ιεχωβά.» Από την «ημέρα» που επήλθε στους Ιουδαίους το έτος 70 μ.Χ. προηγήθη ένας πρόδρομος, δηλαδή, ο Ιωάννης ο Βαπτιστής. Πόσο περισσότερο άξιζε να αναγγελθή και να έχη ένα πρόδρομο μια μεγαλύτερη και πιο φοβερή ημέρα του Ιεχωβά! Εκείνοι, επάνω στους οποίους είχε έλθει η «ημέρα του Ιεχωβά» πριν από χίλια εννεακόσια χρόνια, ήσαν μόνο ένα έθνος, ένα μικρό έθνος. Η μέλλουσα ακόμη «μεγάλη και φοβερά ημέρα του Ιεχωβά» πρόκειται να έλθη στα έθνη του «Χριστιανικού κόσμου» και σε όλα τα έθνη, που συνδέονται με τον «Χριστιανικό κόσμο»· η ημέρα εκείνη θα φέρη το πλήγμα εναντίον όλης της γης, όχι μόνο της γης της Ιουδαίας, αλλά όλης της οικουμένης με ό,τι «είναι προωρισμένο για καταστροφή.» Η κοινωνική, πολιτική, εμπορική, θρησκευτική διάρθρωσις των κατοίκων της γης θα καταστραφή για να παραχωρήση θέσι για κάτι καλύτερο. Και τι είναι αυτό; Είναι πολύ λογικό, και Γραφικό επίσης, ν’ αναμένεται μια μεγαλύτερη και τελειωτική εκπλήρωσις της προφητείας περί της ελεύσεως του προφήτου Ηλία. Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής εξετέλεσε μόνο μια μικρογραφική εκπλήρωσι της προφητείας αυτής του Μαλαχίου 4:5, 6. Αλλ’ ο Ιωάννης ο ίδιος εχρησίμευσε στο ν’ αποτελέση, μια ζωντανή προφητεία γι’ αυτόν τον Μεγαλύτερον Ηλίαν τον προφήτη, το δε έργον του Ιωάννου προεσκίαζε παρόμοιον έργον από αυτόν τον μεγαλύτερον. Αυτό θα το ιδούμε.
[Υποσημειώσεις]
a Ένδεκα εκδεδομένες Εβραϊκές μεταφράσεις του βιβλίου του Λουκά, των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών, γράφουν «Ιεχωβά» (יהוה) εδώ. Ιδέ σελίδες 23-28 του 2 Κεφαλαίου, «Το Βιβλίο του Ονόματος,» στο παρόν βιβλίο.
b Ένδεκα εκδεδομένες Εβραϊκές μεταφράσεις του βιβλίου του Λουκά, των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών, γράφουν «Ιεχωβά» (יהוה) εδώ. Ιδέ σελίδες 23-28 του 2 Κεφαλαίου, «Το Βιβλίο του Ονόματος,» στο παρόν βιβλίο.
c Ένδεκα εκδεδομένες Εβραϊκές μεταφράσεις του βιβλίου του Λουκά, των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών, γράφουν «Ιεχωβά» (יהוה) εδώ. Ιδέ σελίδες 23-28 του 2 Κεφαλαίου, «Το Βιβλίο του Ονόματος,» στο παρόν βιβλίο.
d Σύμφωνα με το Λεξικόν Αμερικανικού Κολλεγίου, σελίς 659, στήλη 1η, κάτω από το όνομα «Ιωάννης.» Επίσης, σελίς 1431, στήλη 2α, κάτω από τον τίτλο «Ονόματα Αρρένων.»—Έκδοσις 1948.
e Το Λεξικόν Αμερικανικού Κολλεγίου, έκδοσις 1948, σελίς 656, κάτω από το όνομα “Jesus” (Ιησούς), λέγει: «Ελήφθη από την Ελληνική: τροποποίησις του ονόματος «Ιησούς,» που ελήφθη από την Εβραϊκή: τροποποίησις του ονόματος «Γεσούα,» προγενεστέρως «Γεχοσούα,» που σημαίνει κατά γράμμα «Ο Ιεχωβά είναι σωτηρία.»
f Ο Ιώσηπος, στο σύγγραμμά του Αρχαιότητες των Ιουδαίων, Βιβλίον ΙΗ΄, Κεφάλαιον ε΄, παράγραφος 2, είπε: «Τώρα μερικοί από τους Ιουδαίους ενόμισαν ότι η καταστροφή του στρατού του Ηρώδου προήλθε από τον Θεό: και τούτο πολύ δίκαια, ως τιμωρία για ό,τι είχε κάμει εναντίον του Ιωάννου, ο οποίος ελέγετο Βαπτιστής. Διότι ο Ηρώδης έσφαξε αυτόν, που ήταν ένας καλός άνθρωπος και παρήγγελε στους Ιουδαίους να είναι ενάρετοι· να είναι δίκαιοι προς αλλήλους, και ευλαβείς προς τον Θεό· και έτσι να προσέρχωνται για βάπτισμα. . . . Τώρα όταν πολλοί άλλοι ήρχοντο σ’ αυτόν κατά μάζας, διότι πολύ συνεκινούντο, ή ευηρεστούντο ακούοντας τους λόγους του, ο Ηρώδης, που εφοβείτο μήπως η μεγάλη επιρροή που είχε ο Ιωάννης στον λαό θα του παρείχε τη δυνατότητα και τη διάθεσι να επαναστατήση (διότι εφαίνοντο πρόθυμοι να κάμουν ό,τι θα τους εσυμβούλευε), εθεώρησε καλό να τον θανατώση, για να προλάβη οποιοδήποτε κακό θα μπορούσε να προξενήση και για να μη περιέλθη σε δυσχερή θέσι φειδόμενος ενός ανθρώπου, ο οποίος θα μπορούσε να τον κάμη να μετανοήση όταν θα ήταν πολύ αργά. Κατά ταύτα, μετήχθη δέσμιος στη φυλακή, από καχυποψία του Ηρώδου, στον Μαχαιρούν, στο προμνησθέν φρούριον· και εκεί εθανατώθη.†. . . .» [Υποσημείωσις†: Τον Φεβρουάριον περίπου του 32 μ.Χ.]—Κατά μετάφρασιν υπό Ου. Ουίστον, Μ.Α., δημοσιευθείσαν το 1849 υπό Σαμουήλ Ουώκερ στη Βοστώνη, Μασσ.
[Χάρτης στη σελίδα 205]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Χάρτης της ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗΣ υπό Ηρώδην τον Μέγαν (37-1 π.Χ.)
ΒΑΣΙΛΕΙΟΝ ΗΡΩΔΟΥ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ
Βηρυτός
ΦΟΙΝΙΚΗ
Σιδών
ΟΡΟΣ ΛΙΒΑΝΟΣ
Τύρος
Έγδιππα
Πτολεμαΐς
Δαμασκός
ΟΡΟΣ ΑΕΡΜΩΝ
Πανιάς
ΤΡΑΧΩΝΙΤΙΣ
ΟΥΛΑΘΑ
ΒΑΤΑΝΙΑ
ΑΥΡΑΝ
Καναθά
ΓΑΥΛΑΝΙΤΙΣ
Ίππος
Γάδαρα
Γάμαλα
ΓΑΛΙΛΑΙΑ
Ταριχαία
Μαγδαλά
Θάλασσα της Γαλιλαίας
Άρβηλα
Ναζαρέτ
ΟΡΟΣ ΚΑΡΜΗΛΟΣ
Σεπφωρίς
Γαβαά
ΟΡΟΣ ΘΑΒΩΡ
ΔΕΚΑΠΟΛΙΣ
Πέλλα
Φιλαδέλφεια
Εσεβών
ΠΕΡΡΑΙΑ
Αιμάθ
Καλλιρρόη
Μαχαιρούς
ΝΑΒΑΤΗΝΗ
Πέτρα
Νεκρά Θάλασσα
ΣΑΜΑΡΕΙΑ
Δωρ
Καισάρεια
(Δύναμις Στρατού)
Σκυθόπολις
Ποταμός Ιορδάνης
Σαμάρεια
Απολλωνία
Αντιπατρίς
ΟΡΟΣ ΓΑΡΙΖΙΝ
Αλεξάνδρεια
Φασηλίς
Ιόππη
ΙΟΥΔΑΙΑ
Ιαβνήλ
Ασκάλων
Άζωτος
Ανθηδών
Γάζα
Ράφεια
Γεζέρ
Ιεριχώ
Ιερουσαλήμ
Υρκάνια
Βηθλεέμ
Ηρώδιον
Μαρησά
Αδωραΐμ
Χεβρών
Μασάδα
ΙΔΟΥΜΑΙΑ
(ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ ΘΑΛΑΣΣΑ)
[Χάρτης στη σελίδα 217]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Χάρτης της ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗΣ στην Διάρκεια της Διακονίας του Ιησού Χριστού (29-33 μ.Χ.)
ΤΕΤΡΑΡΧΙΑ ΤΟΥ ΦΙΛΙΠΠΟΥ
ΤΕΤΡΑΡΧΙΑ ΤΟΥ ΗΡΩΔΟΥ ΑΝΤΙΠΑ
ΥΠΟ ΤΟΝ ΠΟΝΤΙΟΝ ΠΙΛΑΤΟΝ
ΔΕΚΑΠΟΛΙΣ
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΥΠΟ ΕΙΔΙΚΟΝ ΕΛΕΓΧΟΝ
Βηρυτός
ΦΟΙΝΙΚΗ
Σιδών
ΟΡΟΣ ΛΙΒΑΝΟΣ
Σαρεπτά
Τύρος
Πτολεμαΐς
ΟΡΟΣ ΚΑΡΜΗΛΟΣ
ΑΒΙΛΗΝΗ
Δαμασκός
ΣΥΡΙΑ
ΟΡΟΣ ΑΕΡΜΩΝ
ΙΤΟΥΡΑΙΑ
Καισάρεια Φιλίππου
ΠΑΝΙΑΣ
ΟΥΛΑΘΑ
Λίμνη Σαμαχωνίτις
ΤΡΑΧΩΝΙΤΙΣ
ΒΑΤΑΝΙΑ
Ραφανά;
Καναθά
ΑΥΡΑΝ
Δίον
ΓΑΒΛΑΝΙΤΙΣ
Γεργέσα;
Γάδαρα
Αβιλά
ΔΕΚΑΠΟΛΙΣ
Πέλλα
Γέρασα
Φιλαδέλφεια
ΠΕΡΑΙΑ
Μαχαιρούς
ΓΑΛΙΛΑΙΑ
Γκισάλα
Γκισάλα
Μερώθ
Βάκα
Ζαβουλών
Κανά
Καπερναούμ
Χοραζίν
Βηθσαϊδά
Ιούλιος
Θάλασσα της Γαλιλαίας
Μαγδαλά
Ταριχαία
Τιβεριάς
Ίππος
Ναζαρέτ
Σεπφωρίς
Γαβαά
ΟΡΟΣ ΘΑΒΩΡ
Εξαλώθ, Ξαλώθ
Ναΐν
Σκυθόπολις
Αινών
Σαλήμ;
Ιορδάνης Ποταμός
Καισάρεια
ΣΑΜΑΡΕΙΑ
Σαμάρεια
ΟΡΟΣ ΓΑΡΙΖΙΝ
Συχέμ
Φρέαρ Ιακώβ
ΠΕΔΙΑΣ ΣΑΡΩΝ
Ιόππη
Αντιπατρίς
Αριμαθαία;
Λύδδα
Βορκέους
Φασηλίς
Εφραΐμ
ΙΟΥΔΑΙΑ
Εμμαούς
Αρχελαΐς
Ιεριχώ
Βηθανία Πέραν του Ιορδάνου;
Ιερουσαλήμ
Βηθφαγή;
Βηθλεέμ
Βηθανία
Κουμράν
Χεβρών
Μασάδα
Αλμυρά (Νεκρά) Θάλασσα
Ιαβανή
Άζωτος
Ασκαλών
Γάζα
Ράφεια
Ιάρτα, Ιόρτα
ΙΔΟΥΜΑΙΑ
Βηρ-σαβεέ
ΝΑΒΑΤΗΝΗ
Πέτρα
-
-
Προσευχή για να Αγιασθή«Αγιασθήτω το Όνομά Σου»
-
-
Κεφάλαιο 14
Προσευχή για να Αγιασθή
1, 2. (α) Τι ήταν ο Ιησούς, όταν ανεχώρησε από τη Ναζαρέτ, αλλά ποιες αλλαγές είχαν λάβει χώραν, όταν επέστρεψε στη Ναζαρέτ; (β) Ποιο Γραφικό κείμενο ανέγνωσε στην εκεί συναγωγή;
Λίγον καιρό μετά τη φυλάκισι του Ιωάννου του Βαπτιστού από τον τετράρχη Ηρώδη Αντίπα, ο Ιησούς, τον οποίον είχε βαπτίσει ο Ιωάννης και τον οποίον είχε αναγγείλει ως τον Αμνόν του Θεού και ως τον Υιόν του Θεού, ήλθε στη Ναζαρέτ της Γαλιλαίας. Εκεί είχε ανατραφή ο Ιησούς και είχε αποκτήσει το όνομα Ναζωραίος. Εκεί είχε εργασθή ως ξυλουργός ωσότου έφθασε σε ηλικία τριάντα ετών. Είχε αναχωρήσει από εκεί ως ξυλουργός αλλά τώρα επέστρεψε ως βαπτισμένος και στο ύδωρ και με το άγιον πνεύμα του ουρανίου Πατρός του, Ιεχωβά Θεού. Αισθάνθηκε την υποχρέωσι να γνωστοποιήση την αλλαγή της ενασχολήσεώς του στους συμπολίτας του. Ενώ εδίδασκε στις συναγωγές της Γαλιλαίας, δεν παραμέλησε και τη συναγωγή της μικρής πόλεως Ναζαρέτ, που έκειτο στην πλαγιά ενός λόφου που καταλήγει σε κρημνό. «Και ήλθεν εις την Ναζαρέτ, όπου ήτο ανατεθραμμένος· και εισήλθε κατά την συνήθειαν αυτού εις την συναγωγήν εν τη ημέρα του Σαββάτου, και εσηκώθη να αναγνώση. Και εδόθη εις αυτόν το βιβλίον Ησαΐου του προφήτου· και ανοίξας το βιβλίον εύρε τον τόπον, όπου ήτο γεγραμμένον:
2 «Πνεύμα Ιεχωβά είναι επ’ εμέ· δια τούτο με έχρισε· με απέστειλε δια να ευαγγελίζωμαι προς τους πτωχούς, δια να ιατρεύσω τους συντετριμμένους την καρδίαν, να κηρύξω προς τους αιχμαλώτους ελευθερίαν, και προς τους τυφλούς ανάβλεψιν, να αποστείλω τους συντεθλασμένους εν ελευθερία, δια να κηρύξω ευπρόσδεκτον του Ιεχωβά ενιαυτόν.»—Λουκάς 4:16-19, ΜΝΚ· Ησαΐας 61:1, 2.
3. Όταν ο Ιησούς ανεγίνωσκε τον Ησαΐα 61:1, 2, τι έκαμε όταν έφθασε στο θείο όνομα, και ποια σημεία σχετικά παρελείποντο τότε από τον Εβραϊκό ρόλλο;
3 Αν το βιβλίο, που έδωσε ο υπηρέτης της συναγωγής στον Ιησού, ήταν όμοιο με τον Ρόλλον του Ησαΐα της Νεκράς Θαλάσσης (DSIa), που ανεκαλύφθη στο έτος 1947, τότε ο Ιησούς θα είχε κάμει σημαντικό ξετύλιγμα από τα δεξιά προς τ’ αριστερά για να εύρη τη σελίδα στήλης 49, όπου ήταν γραμμένη με το χέρι η προφητεία του Ησαΐα, 61:1, 2. Αφού ο Ιησούς ανέγνωσε το Εβραϊκό κείμενο των Αγίων Γραφών, πρέπει να είχε αναγνώσει το Θείον όνομα που παριστάνεται από το Εβραϊκό Τετραγράμματον (יהוה) τρεις φορές. Δεν συνεκάλυψε το όνομα αναγινώσκοντας Αδωνάι ή Ελοχίμ αντί Ιεχωβά. Στο Εβραϊκό κείμενο η λέξις Αδωνάι απαντάται ήδη αμέσως από το πρώτο Τετραγράμματον στο εδάφιον 1· και στην ημέρα του Ιησού το Εβραϊκό κείμενο δεν είχε γραμμένα σημεία τονισμού ή στίγματα φωνηέντων για να κατευθύνουν τον αναγνώστη να διαβάση Αδωνάι ή Ελοχίμ, όταν έφθανε στο ιερό Τετραγράμματον. Δεν υπήρχε τότε geré perpétuum ή «διηνεκής ανάγνωσις» γραμμένη μαζί με το Τετραγράμματον για να καθοδηγήση τον αναγνώστη να μην αναγνώση «Ιεχωβά.» Ο Ιησούς, λοιπόν, δεν είχε παρεντεθειμένα στίγματα φωνηέντων για να του λέγουν τι ν’ αναγνώση και πώς να το αναγνώση.
4. Για να ευαρεστήση ανθρώπους, τι μπορούσε ο Ιησούς να είχε κάμει τότε σχετικά με το όνομα;
4 Στη βαρυσήμαντη εκείνη περίπτωσι μήπως ο Ιησούς θ’ απέκρυπτε ή θα συνεκάλυπτε το όνομα του Θεού, του ιδίου του ουρανίου Πατρός, για να ευαρεστήση απλώς τους Ιουδαίους γραμματείς, Φαρισαίους και Σαδδουκαίους, που ήσαν δεσμευμένοι από ανθρώπινες παραδόσεις;
5. ‘Εν ποίω ονόματι’ είπε ο Ιησούς ότι ήλθε, και μόνο πώς μπορούσε να γίνη γνωστό ότι ήλθε ‘εν αυτώ τω ονόματι’;
5 Σε μια μεταγενέστερη περίπτωσι ο Ιησούς είπε στους Ιουδαίους: «Εγώ ήλθον εν τω ονόματι του Πατρός μου, και δεν με δέχεσθε· εάν άλλος έλθη εν τω ονόματι εαυτού, εκείνον θέλετε δεχθή. . . . Μη νομίζετε ότι εγώ θέλω σας κατηγορήσει προς τον Πατέρα· υπάρχει ο κατήγορός σας, ο Μωυσής, εις τον οποίον σεις ηλπίσατε. Διότι, εάν επιστεύετε εις τον Μωυσήν, ηθέλετε πιστεύσει εις εμέ· επειδή περί εμού εκείνος έγραψεν.» (Ιωάννης 5:43-46) Πώς θα μπορούσε να είναι γνωστό ότι ο Ιησούς ήλθε εν τω ονόματι του Πατρός του, αν δεν χρησιμοποιούσε το προσωπικό όνομα του Πατρός του, Ιεχωβά; Εκείνος που δεν γνωρίζει το προσωπικό όνομα του πατρός του, ή εντρέπεται να το προφέρη δημοσία από φόβο μήπως δυσαρεστήση άλλους, είναι ένας ανάξιος γυιος.
6. Τι είχε γράψει ο Μωυσής για τον Ιησού, και για να εκπληρώση αυτή την προφητεία τι έπρεπε να κάμη ο Ιησούς σχετικά με το Θείον όνομα;
6 Επί πλέον, ο Ιησούς είπε ότι ο Μωυσής είχε γράψει γι’ αυτόν. Ναι όταν ο Μωυσής έγραψε στους Ισραηλίτας ότι ο Ιεχωβά, ο Θεός αυτών, θα ήγειρε μεταξύ των ένα προφήτη σαν τον Μωυσή και θα έθετε τους λόγους του στο στόμα του προφήτου εκείνου, ο Μωυσής έγραψε για τον Ιησού Χριστό. (Δευτερονόμιον 18:15-19· Πράξεις 3:20-23· 7:37) Ο Μωυσής είχε σταλή στους Ισραηλίτας στην Αίγυπτο για να διακηρύξη σ’ αυτούς το όνομα του Θεού των προπατόρων των και για να καταστήση γνωστό αυτό το προσωπικό όνομα του Θεού μ’ έναν τρόπο και σε βαθμό που δεν είχε γνωσθή προηγουμένως. Στα πέντε βιβλία του Μωυσέως (από τη Γένεσι ως το Δευτερονόμιο) ο Μωυσής εχρησιμοποίησε αυτό το Θείον όνομα (1.833 )יהוה φορές. Αν ο Ιησούς Χριστός επρόκειτο να είναι προφήτης «σαν» τον Μωυσή, τότε κι αυτός, επίσης, θα διεκήρυττε αυτό το Θείον όνομα και θα το καθιστούσε γνωστό όσο δεν ήταν ποτέ προηγουμένως.
7. Πώς ο Ιησούς απέδειξε ότι είναι προφήτης μεγαλύτερος από τον Μωυσή, και συνεπώς από ποια σπουδαία άποψι δεν θ’ απεδείκνυε ότι είναι μικρότερος;
7 Ο Ιησούς Χριστός ήταν ένας προφήτης μεγαλύτερος από τον Μωυσή. Ο Ιησούς Χριστός ήταν ο αναμάρτητος Υιός του Θεού, ενώ ο Μωυσής ήταν ο ατελής δούλος του Θεού. Ο Μωυσής ήταν μόνο ο προφητικός τύπος, ενώ ο Ιησούς Χριστός ήταν το αντίτυπο, η πραγματικότης. Επομένως, ο Ιησούς Χριστός υπερέβαινε τον Μωυσή. Ο Μωυσής ενεργούσε ως μεσίτης της Παλαιάς Διαθήκης του Νόμου, ενώ ο Ιησούς Χριστός ενεργεί ως Μεσίτης της Νέας Διαθήκης. Ο Ιησούς Χριστός έκαμε πολύ περισσότερα θαύματα από τον Μωυσή, ανέστησε μάλιστα και νεκρούς. Αν ο Ιησούς Χριστός ήταν προφήτης μεγαλύτερος από τον Μωυσή, θα έκανε λιγώτερα πράγματα από τον Μωυσή; Θα παρέλειπε, λοιπόν, να διακηρύξη το όνομα Εκείνου του οποίου έφερε το όνομα, όταν ο αρχαίος προφήτης που προεσκίαζε τον Ιησού είπε: «Θέλω εξυμνήσει το όνομα του Ιεχωβά· απόδοτε μεγαλωσύνην εις τον Θεόν ημών»; (Δευτερονόμιον 32:3, ΜΝΚ) Όχι! Δεν θα παρέλειπε να είναι σαν τον Μωυσή απ’ αυτή τη σπουδαία άποψι.
8. Πώς απεδείχθη από την τελευταία προσευχή του με τους πιστούς αποστόλους πριν από τον θάνατό του ότι ο Ιησούς δεν απέτυχε απ’ αυτή την άποψι, κι έτσι τι πρέπει να είχε αναγνώσει μεγαλοφώνως στη συναγωγή της Ναζαρέτ;
8 Το ότι ο Ιησούς δεν παρέλειψε να διακηρύξη και να κάμη γνωστό το όνομα του ουρανίου Πατρός του εξάγεται από την ίδια τη μαρτυρία του την προηγουμένη από το τέλος της ανθρωπίνης ζωής του νύχτα. Στην τελευταία προσευχή του με τους πιστούς αποστόλους του είπε στον ουράνιον Πατέρα του: «Εφανέρωσα το όνομά σου εις τους ανθρώπους τους οποίους μοι έδωκας εκ του κόσμου. . . . Και δεν είμαι, πλέον εν τω κόσμω, αλλ’ ούτοι είναι εν τω κόσμω, και εγώ έρχομαι προς σε. Πάτερ άγιε, φύλαξον αυτούς εν τω ονόματί σου, τους οποίους μοι έδωκας, δια να ήναι εν καθώς ημείς. Ότε ήμην μετ’ αυτών εν το κόσμω, εγώ εφύλαττον αυτούς εν τω ονόματί σου· εκείνους τους οποίους μοι έδωκας εφύλαξα, . . . Εφανέρωσα εις αυτούς το όνομά σου, και θέλω φανερώσει, δια να ήναι η αγάπη με την οποίαν με ηγάπησας εν αυτοίς, και εγώ εν αυτοίς.» Έως τότε όλα τα έργα του ο Ιησούς τα είχε κάμει εν τω ιερώ αυτώ ονόματι, ακριβώς όπως είπε όταν εκλήθη ν’ αποδείξη ότι αυτός ήταν ο Χριστός: «Τα έργα τα οποία εγώ κάμνω εν τω ονόματι του Πατρός μου, ταύτα μαρτυρούσι περί εμού.» (Ιωάννης 17:6, 11, 12, 26· 10:25) Είναι πολύ καταφανές, λοιπόν, ότι, όταν ο Ιησούς Χριστός ανέγνωσε μεγαλοφώνως το Ησαΐας 61:1, 2 στη συναγωγή της Ναζαρέτ, ανέγνωσε το όνομα Ιεχωβά.
9, 10. Όταν ο Ιησούς εκάθισε, τι είπε σχετικά με τα εδάφια Ησαΐας 61:1, 2, που μόλις είχε αναγνώσει, και ποια ήταν η πλήρης σημασία της παρατηρήσεώς του;
9 «Και κλείσας το βιβλίον, απέδωκεν εις τον υπηρέτην, και εκάθισε· πάντων δε οι οφθαλμοί των εν τη συναγωγή ήσαν ατενίζοντες εις αυτόν. Και ήρχισε να λέγη προς αυτούς, Ότι σήμερον επληρώθη η γραφή αύτη εις τα ώτα υμών.»—Λουκάς 4:20, 21.
10 Αν τα εδάφια Ησαΐας 61:1, 2 εξεπληρώθησαν, όπως είπε ο Ιησούς, τι εσήμαινε αυτό; Εσήμαινε ότι ο Ιεχωβά τον είχε χρίσει με το πνεύμα του για να ευαγγελίζεται στους πτωχούς, και ότι, συνεπώς, αυτός ήταν ο Κεχρισμένος ή Χριστός. Εσήμαινε ότι ο Ιεχωβά τον είχε αποστείλει να κηρύξη και ότι επομένως ήταν ο Απεσταλμένος ή Απόστολος του Ιεχωβά. (Εβραίους 3:1) Εσήμαινε ότι αυτός είχε αποσταλή, όχι για να είναι ξυλουργός εκεί στη Ναζαρέτ, αλλά για να κηρύξη προς τους αιχμαλώτους ελευθερίαν, και προς τους τυφλούς ανάβλεψιν, να αποστείλη τους συντεθλασμένους εν ελευθερία, δια να κηρύξη ευπρόσδεκτον του Ιεχωβά ενιαυτόν. Ήδη ακολουθούσε αυτή την αλλαγή ενασχολήσεως. «Και πάντες εμαρτύρουν εις αυτόν, και εθαύμαζον δια τους λόγους της χάριτος τους εξερχομένους εκ του στόματος αυτού, και έλεγον, Δεν είναι ούτος ο υιός του Ιωσήφ;»—Λουκάς 4:22.
11. Πώς ο Ιησούς επιστοποίησε κατόπιν τη γνησιότητα των αφηγήσεων Ηλία και Ελισσαιέ, και με ποιες ημέρες συμπαρέβαλε τις ιδικές του ημέρες;
11 Κατόπιν ο Ιησούς επιστοποίησε σ’ αυτούς τη γνησιότητα της ιστορικής αφηγήσεως των προφητών Ηλία και Ελισσαιέ. Ταυτοχρόνως συμπαρέβαλε, επίσης, τις δικές του ημέρες εκεί στη γη του Ισραήλ με τις ημέρες του Ηλία και του Ελισσαιέ, όταν η δυναστεία του οίκου του Βασιλέως Αχαάβ στη Σαμάρεια κυριαρχούσε στο δεκάφυλο βασίλειο του Ισραήλ. Αυτή η συμπαραβολή ήταν πολύ κατάλληλη, διότι ο Ιησούς είπε ότι ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, που ήταν τότε στη φυλακή, ήταν ο Ηλίας ο προφήτης που είχε προφητευθή ότι θα ήρχετο. Ο Ιησούς, λοιπόν, είπε στους κατοίκους της Ναζαρέτ που ήσαν στη συναγωγή: «Βεβαίως θέλετε με ειπεί την παραβολήν ταύτην, Ιατρέ, θεράπευσον σεαυτόν· όσα ηκούσαμεν ότι έγειναν εν τη Καπερναούμ, κάμε και εδώ εν τη πατρίδι σου.» Ο Ιησούς δεν το έκαμε αυτό, αλλά είπε: «Αληθώς σας λέγω, ότι ουδείς προφήτης είναι δεκτός εν τη πατρίδι αυτού. Και επ’ αληθείας σας λέγω, Πολλαί χήραι ήσαν εν τω Ισραήλ επί των ημερών Ηλίου, ότε εκλείσθη ο ουρανός επί έτη τρία και μήνας εξ, καθ’ ον καιρόν έγεινε πείνα μεγάλη εφ’ όλην την γην· και προς ουδεμίαν αυτών επέμφθη ο Ηλίας, ειμή εις Σαρεπτά της Σιδώνος προς γυναίκα χήραν. Και πολλοί λεπροί ήσαν επί Ελισσαίου του προφήτου εν τω Ισραήλ και ουδείς αυτών εκαθαρίσθη, ειμή Νεεμάν ο Σύριος.»
12. Πώς είχαν επηρεασθή εκείνοι οι κάτοικοι της Ναζαρέτ από αυτή τη συμπαραβολή, και πώς αυτοί έδειξαν ότι δεν είχαν καλύτερο πνεύμα από το πνεύμα εκείνων, με τους οποίους συμπαρεβλήθησαν;
12 Οι κάτοικοι της Ναζαρέτ στη συναγωγή δεν ήθελαν να συμπαραβληθούν με τους μοσχολάτρας και Βααλολάτρας Ισραηλίτας κάτω από τη διακυβέρνησι της δυναστείας του Βασιλέως Αχαάβ και της Βασιλίσσης Ιεζάβελ στη Σαμάρεια. Εκείνο τον καιρό οι Ιουδαίοι δεν είχαν σχέσεις με τους Σαμαρείτας της εποχής· επίσης, υπήρχε τότε θανάσιμη έχθρα μεταξύ των Συρίων και των Γαλιλαίων, περιλαμβανομένων και των κατοίκων της Ναζαρέτ. (Ιωάννης 4:9) Σημειώστε, λοιπόν, το αποτέλεσμα της συμπαραβολής του Ιησού: «Και επλήσθησαν πάντες θυμού εν τη συναγωγή, ακούοντες ταύτα. Και σηκωθέντες εξέβαλον αυτόν έξω της πόλεως· και έφεραν αυτόν έως της οφρύος του όρους, επί του οποίου η πόλις αυτών ήτο οικοδομημένη, δια να κατακρημνίσωσιν αυτόν. Αυτός όμως περάσας δια μέσου αυτών, επορεύετο.» (Λουκάς 4:23-30) Απέδειξαν την καταλληλότητα της συμπαραβολής του Ιησού· δεν επέδειξαν καλύτερο πνεύμα από τους Βααλολάτρας Ισραηλίτας των ημερών του Ηλία και του Ελισσαιέ.
13. Πώς τα εδάφια Ματθαίος 13:53-58, επίσης τα εδάφ. Μάρκος 6:1-6, περιγράφουν ομοίως έλλειψι πίστεως εκ μέρους των κατοίκων της Ναζαρέτ;
13 Τα εδάφια Ματθαίος 13:53-58 αναγράφουν την επίσκεψι του Ιησού στη Ναζαρέτ: «Και εσκανδαλίζοντο εν αυτώ. Ο δε Ιησούς είπε προς αυτούς, Δεν είναι προφήτης άνευ τιμής, ειμή εν τη πατρίδι αυτού, και εν τη οικία αυτού. Και δεν έκαμεν εκεί πολλά θαύματα δια την απιστίαν αυτών.» Στα εδάφια Μάρκος 6:1-6 προστίθεται : «Και δεν ηδύνατο εκεί ουδέν θαύμα να κάμη, ειμή ότι επί ολίγους αρρώστους επιθέσας τας χείρας, εθεράπευσεν αυτούς. Και εθαύμαζε δια την απιστίαν αυτών.»
14, 15. (α) Από ποιους εξέλεξε ο Ιησούς τους δώδεκα αποστόλους του και τι εφανέρωσε σ’ αυτούς; (β) Πώς τους εδίδαξε να χρησιμοποιούν αυτό το όνομα, και τι εδίδαξε σ’ αυτούς να προσεύχωνται στο εξής σχετικά με αυτό;
14 Ούτε ένας από τους ετεροθαλείς αδελφούς του Ιησού εκεί στη Ναζαρέτ δεν έγινε απόστολος του Ιησού Χριστού. (Ιωάννης 7:1-5· Μάρκος 3:21) Εν τούτοις, αργότερα οι ετεροθαλείς αδελφοί του Ιάκωβος και Ιούδας έγιναν επιφανείς μαθηταί του. (Πράξεις 1:14· 12:17· 1 Κορινθίους 15:7· Ιούδας 1) Ο Ιησούς, αφού διέφυγε τη θανάτωσι στη Ναζαρέτ, εξέλεξε από τους μαθητάς του δώδεκα αποστόλους, απεσταλμένους, «δια να αποστέλλη αυτούς να κηρύττωσι.» (Μάρκος 3:13-19· Λουκάς 6:12-16) Όλοι εβαπτίσθησαν εν ύδατι, όχι στο όνομα του Ιησού, αλλά με βάπτισμα του Ιωάννου στο όνομα του Ιεχωβά Θεού, διότι ήσαν σε σχέσι με τον Θεό δια της παλαιάς διαθήκης μέσω του Μωυσέως. Σ’ αυτούς τους δώδεκα ο Ιησούς εφανέρωσε το όνομα του ουρανίου Πατρός του. Τους εδίδαξε να αγιάζουν αυτό το άγιο όνομα, δηλαδή, να το τηρούν ιερό, έστω και αν το επρόφεραν τώρα. Τους εδίδαξε, επίσης, να προσεύχωνται για να αγιασθή. Για τον σπουδαίο αυτόν αγιασμό ιδιαίτερα τους εδίδαξε να προσεύχωνται σε μια υπαίθρια ομιλία που ωνομάσθηκε η επί του Όρους Ομιλία.
15 «Ιδών δε τους όχλους, ανέβη εις το όρος, και αφού εκάθισε, προσήλθον προς αυτόν οι μαθηταί αυτού. Και ανοίξας το στόμα αυτού, εδίδασκεν αυτούς, λέγων, Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι [οι έχοντες συναίσθησιν της πνευματικής των ανάγκης, ΜΝΚ]· διότι αυτών είναι η βασιλεία των ουρανών. . . . Πάλιν ηκούσατε ότι ερρέθη εις τους αρχαίους, Μη επιορκήσης, αλλά εκπλήρωσον εις τον Κύριον [Ιεχωβά, ΜΝΚ] τους όρκους σου. Εγώ όμως σας λέγω, να μη ομόσητε μηδόλως· μήτε εις τον ουρανόν, διότι είναι θρόνος του Θεού· μήτε εις την γην, διότι είναι υποπόδιον των ποδών αυτού· μήτε εις τα Ιεροσόλυμα, διότι είναι πόλις του μεγάλου βασιλέως. . . . Όταν δε προσεύχησθε, μη βαττολογήσητε, ως οι εθνικοί· διότι νομίζουσιν ότι με την πολυλογίαν αυτών θέλουσιν εισακουσθή. Μη ομοιωθήτε λοιπόν με αυτούς· διότι εξεύρει ο Πατήρ σας, τίνων έχετε χρείαν, πριν σεις ζητήσητε παρ’ αυτού. Ούτω λοιπόν προσεύχεσθε σεις,
«Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς, αγιασθήτω το όνομά σου· ελθέτω η βασιλεία σου· γενηθήτω το θέλημά σου, ως εν ουρανώ, και επί της γης· τον άρτον ημών τον επιούσιον δος εις ημάς σήμερον· και συγχώρησον εις ημάς τας αμαρτίας ημών, καθώς και ημείς συγχωρούμεν εις τους αμαρτάνοντας εις ημάς· και μη φέρης ημάς εις πειρασμόν, αλλά ελευθέρωσον ημάς από του πονηρού.»—Ματθαίος 5:1 έως 6:13
16. Στα πρώτα λόγια της ομιλίας του, ποια κυβέρνησι εμνημόνευσε ο Ιησούς, αλλά στην υποδειγματική προσευχή ποιο αίτημα έθεσε πρώτο;
16 Στα πρώτα λόγια αυτής της επί του όρους ομιλίας ο Ιησούς μίλησε για τη «βασιλεία των ουρανών,» τη βασιλεία του Θεού. (Ματθαίος 5:3· Λουκάς 6:20) Στην ομιλία του αργότερα ανέφερε το προσωπικό όνομα του Θεού. (Ματθαίος 5:33)a Εν τούτοις, στην υποδειγματική προσευχή, που εδίδαξε σ’ αυτή την ομιλία, έθεσε, ως πρώτο πράγμα, για το οποίον πρέπει να προσευχώμεθα, τον αγιασμό του ονόματος του ουρανίου Πατρός, ακόμη και πριν από την προσευχή για τη βασιλεία του Θεού.—Ματθαίος 6:9, 10.
17. Όταν οι μαθηταί του εζήτησαν από τον Ιησούν να τους διδάξη πώς να προσεύχωνται, όπως έκαμε ο Ιωάννης, σε ποια σειρά έθεσε την προσευχή για το όνομα και τη βασιλεία του Θεού;
17 Το επόμενο έτος ο Ιησούς έθεσε αυτά τα δύο πράγματα στην ίδια σειρά, δηλαδή πρώτα τον αγιασμό του ονόματος του ουρανίου Πατρός. «Και ενώ αυτός προσηύχετο εν τόπω τινί, καθώς έπαυσεν, είπε τις των μαθητών αυτού προς αυτόν, Κύριε, δίδαξον ημάς να προσευχώμεθα, καθώς και ο Ιωάννης [ο Βαπτιστής] εδίδαξε τους μαθητάς αυτού. Είπε δε προς αυτούς, Όταν προσεύχησθε, λέγετε,
«Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς, αγιασθήτω το όνομά σου, ελθέτω η βασιλεία σου, γενηθήτω το θέλημά σου, ως εν ουρανώ, και επί της γης. Τον άρτον ημών τον επιούσιον δίδε εις ημάς καθ’ ημέραν. Και συγχώρησον εις ημάς τας αμαρτίας ημών· διότι και ημείς συγχωρούμεν εις πάντα αμαρτάνοντα εις ημάς· και μη φέρης ημάς εις πειρασμόν, αλλ’ ελευθέρωσον ημάς από του πονηρού.»—Λουκάς 11:1-4.
18. Γιατί πρέπει να είναι σπουδαία η προσευχή για το όνομα του Θεού, και τι δείχνει γι’ αυτόν η προσευχή αυτή; (β) Ποια διακήρυξις μέσω του Ησαΐα δείχνει ότι ο Θεός έχει σεβασμό για το όνομά του;
18 Αν κάνωμε αυτή την υποδειγματική προσευχή, που γενικά λέγεται Κυριακή Προσευχή, δεν είναι μικρό πράγμα το ότι προσευχόμεθα ζητώντας ν’ αγιασθή το όνομα του Θεού, αλλιώς, αυτό δεν θα ετίθετο πρώτο μεταξύ των αιτημάτων της υποδειγματικής προσευχής. Επίσης, βέβαια, αν ο Θεός ο ‘Πατήρ ο εν τοις ουρανοίς’ δεν είχε προσωπικό όνομα, τότε θα ήταν εντελώς παράδοξο και αβάσιμο για μας να προσευχώμεθα να αγιασθή. Ο Ύψιστος Θεός έχει ένα προσωπικό όνομα, το οποίον αυτός απεκάλυψε σ’ εμάς, κι έχει τον μεγαλύτερο σεβασμό γι’ αυτό. Χάριν των εικονολατρών ανήγγειλε στον Ησαΐα 42:8 (ΜΝΚ): «Εγώ είμαι ο Ιεχωβά· τούτο είναι το όνομά μου· και δεν θέλω δώσει την δόξαν μου εις άλλον, ουδέ την αίνεσίν μου εις τα γλυπτά.» Ο ίδιος ο Ιησούς, ως Υιός του Θεού, πολύ εσέβετο το όνομα του ουρανίου Πατρός του και ηρνείτο να το βεβηλώση ή να προσάψη μομφή επάνω στο άγιο αυτό όνομα.
19. Από τη μελέτη της Γραφής τι εγνώριζε ο Ιησούς όσον αφορά τη στάσι του Θεού προς το όνομά του και επίσης όσον αφορά τη σχέσι του Ισραήλ με αυτό το όνομα;
19 Ο Ιησούς, από την προσωπική του μελέτη των θεοπνεύστων Εβραϊκών Γραφών, εγνώριζε ότι ο Πατήρ του Ιεχωβά υπερασπίζεται το άγιό του όνομα, ειδικά όταν αυτό βεβηλώνεται από εκείνους επάνω στους οποίους αυτό καλείται· και ότι ο Ιεχωβά έχει σκοπό ν’ αγιάση το μέγα του όνομα όταν βεβηλωθή έτσι. (Ιεζεκιήλ 36:20-23· 39:6, 7) Ο Ιησούς εγνώριζε ότι το ιερό όνομα του Θεού εκλήθη επάνω στο έθνος Ισραήλ αλλ’ ότι εβεβηλώθη απ’ αυτούς για την ίδια τους καταστροφή. Ο Ιησούς είχε γεννηθή κατά σάρκα ως μέλος του έθνους εκείνου, επάνω στο οποίον είχε κληθή το όνομα του Ιεχωβά ή με το οποίο ήταν συνδεδεμένο.
20. Στην εφαρμογή ποιων λόγων του Ησαΐα για την υποχρέωσι του έθνους, συμπεριέλαβε ο Ιησούς και τον εαυτό του;
20 Από τον τόμο του Ησαΐα (ΜΝΚ), κεφάλαιο τεσσαρακοστό τρίτο, εδάφια δέκατο έως δωδέκατο ο Ιησούς ανέγνωσε τα εξής λόγια στον Ισραήλ και συμπεριέλαβε και τον εαυτό του στην εφαρμογή των λόγων: «Σεις είσθε μάρτυρές μου, λέγει ο Ιεχωβά, και ο δούλος μου, τον οποίον έκλεξα, δια να μάθητε και να πιστεύσητε εις εμέ, και να εννοήσητε ότι εγώ αυτός είμαι· προ εμού άλλος Θεός δεν υπήρξεν, ουδέ θέλει υπάρχει μετ’ εμέ. Εγώ, εγώ είμαι ο Ιεχωβά· και εκτός εμού σωτήρ δεν
-