Το Θείον Έλεος Δείχνει την Οδό Επιστροφής στους Πλανωμένους
«Θέλει είσθαι χαρά εν τω ουρανώ διά ένα αμαρτωλόν μετανοούντα, μάλλον παρά διά εννενηκονταεννέα δικαίους, οίτινες δεν έχουσι χρείαν μετανοίας.»-—Λουκ. 15:7
1, 2. Πώς οι ιδιότητες του Ιεχωβά Θεού είναι αρμονικά ισορροπημένες, και πώς παρατηρείται αυτό στη διάταξι της αποκοπής;
Ο ΙΕΧΩΒΑ είναι Θεός αγάπης, ελεήμων Θεός. Όλες οι διατάξεις και οι οδηγίες του είναι για το καλό εκείνων που αγαπούν δικαιοσύνη· ποτέ δεν έχουν ένα ιδιοτελή ή επιβλαβή σκοπό. (Έξοδ. 34:6· 1 Ιωάν. 4:8) Είναι επίσης Θεός δικαιοσύνης· ποτέ δεν συγχωρεί ούτε συγκατανεύει στην αδικοπραγία. (Ψαλμ. 33:4, 5· 50:16-21) Δεν υπάρχει όμως δυσαρμονία μεταξύ αυτών των θείων δυνατοτήτων. Η γνήσια αγάπη πραγματικά απαιτεί προσήλωσι και εμμονή στη δικαιοσύνη.
2 Μεταξύ των διατάξεων που βρίσκονται στον Λόγο του Θεού είναι και η διάταξις της αποκοπής, δηλαδή, της απομακρύνσεως η αποβολής από την εκκλησία ατόμων τα οποία, μολονότι ισχυρίζονται ότι είναι Χριστιανοί, επιδίδονται σε σοβαρή αδικοπραγία και παραλείπουν να δείξουν μια γνήσια στάσι μετανοίας. Η αποβολή των είναι για το καλό της εκκλησίας για να διατηρηθή καθαρή και να προστατεύση τα μέλη της, που αγαπώνται από τον Θεό, από μόλυνσι μέσω μιας τέτοιας κακής επιρροής που ασκούν οι κακοποιοί.
3, 4. Τι οδηγίες δίνει ο απόστολος Παύλος για την αποκοπή, και σε ποια ερωτήματα πρέπει να δοθη απάντησις;
3 Γι’ αυτόν το λόγο, ο θεόπνευστος απόστολος Παύλος παρήγγειλε στους Χριστιανούς της Κορίνθου: «Να μη συναναστρέφησθε, εάν τις, αδελφός ονομαζόμενος, είναι πόρνος, ή πλεονέκτης, ή ειδωλολάτρης, ή λοίδορος, ή μέθυσος, ή άρπαξ·. . . εκβάλετε τον κακόν εκ μέσου υμών.»—1 Κορ. 5:6, 7, 11-13.
4 Μήπως όμως αυτό αποκλείει κατόπιν κάθε θετική ενέργεια απέναντι αυτών των αποκοπτομένων, ενέργεια που θα μπορούσε να συμβάλη στη μετάνοιά των, τη μεταστροφή και επιστροφή και επανένταξί των ως επιδοκιμασμένων και καθαρών μελών της εκκλησίας; Μήπως πρέπει κάθε θετική ενέργεια ν’ αναμείνη ως τότε που το άτομο θα εκφράση επισήμως μετάνοια στους πρεσβυτέρους της εκκλησίας, κάνοντας άμεση αίτησι για επανένταξι; Μήπως το να δοθή σ’ έναν αποκομμένον κάποια προτροπή για να ‘μετανοήση’ και να ζητήση αποκαταστασι αποτελεί ‘συναναστροφή’ με αυτόν και πνευματική επικοινωνία μαζί του; Ας δούμε την απάντησι που δίνει η Αγία Γραφή.
ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΠΟΥ ΔΙΝΕΙ Ο ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΣ ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ
5, 6. (α) Ποια ειδική σχέσι απελάμβανε κάποτε το έθνος Ισραήλ με τον Ιεχωβά Θεό; (β) Ποια πορεία, όμως, έλαβαν, και με ποια σοβαρά αποτελέσματα;
5 Σκεφθήτε το παράδειγμα των σχέσεων του Θεού μ’ εκείνους που αποτελούσαν άλλοτε τον λαό του ονόματός του, τον Ισραήλ. Αυτοί μόνον απ’ όλους τους λαούς της γης είχαν συνάψει διαθήκη με τον Θεό και σ’ αυτούς μόνον είχε δοθή ο λόγος του και ο νόμος του. (Ψαλμ. 147:19, 20· Ρωμ. 3:1, 2) Αυτοί συχνά αποδεικνύονταν άπιστοι σ’ αυτόν και τελικά έφθασαν στη θέσι που περιγράφεται στην προσευχή που είναι γραμμένη στο βιβλίο του Δανιήλ 9:4-19: «Ημαρτήσαμεν, και ηνομήσαμεν, και ησεβήσαμεν, και απεστατήσαμεν και εξεκλίναμεν από των εντολών σου και από των κρίσεων σου. Και δεν υπηκούσαμεν εις τους δούλους σου τους προφήτας, οίτινες ελάλουν εν τω ονόματί σου προς τους βασιλείς ημών, τους άρχοντας ημών και τους πατέρας ημών, και προς πάντα τον λαόν της γης.»
6 Λόγω αυτής της απομακρύνσεως και της καταφανούς παρακοής, ο Δανιήλ λέγει ότι «εξεχύθη εις ημάς η κατάρα και ο όρκος ο γεγραμμένος εν τω νόμο του Μωυσέως, δούλου του Θεού· . . . Φέρων εφ’ ημάς κακόν μέγα· διότι δεν έγεινεν υποκάτω παντός του ουρανού ως έγεινεν εν Ιερουσαλήμ.» Ο Θεός ανέλαβε έντονη ενέργεια κρίσεως εναντίον των, εκδιώκοντας πρώτα τις βόρειες φυλές και κατόπιν τις νότιες φυλές από τη γη των σε εξορία, και τελικά επιτρέποντας να ανατραπή ολόκληρο το έθνος από τη Βαβυλώνα. Ο Ιεχωβά πραγματικά ‘χώρισε’ από την εθνική οργάνωσι σαν να ήταν «σύζυγός» του και «μητέρα» των κατ’ άτομα μελών του έθνους.—Παράβαλε Ησαΐας 50:1· 54:5, 6· Ιερεμίας 3:8.
7. Μετά την αποκοπή του Ισραήλ από την εύνοια του Ιεχωβά, διετήρησε ο Ιεχωβά αυστηρά αρνητική στάσι απέναντί των; Δώστε αποδείξεις.
7 Ο Ιεχωβά, αφού ανέλαβε αυτή την έντονη ενέργεια κρίσεως εναντίον των, μήπως κατόπιν αρνήθηκε να κάμη οτιδήποτε που θα συντελούσε στο ν’ αποκτήσουν και πάλι την εύνοια του; Όχι, αλλ’ αντιθέτως τους επέπληττε και τους προέτρεπε να εγκαταλείψουν την εσφαλμένη πορεία που είχε οδηγήσει στην καταστροφή τους. Ο Θεός, μέσω του προφήτου Ιερεμία, είπε, προφανώς στον λαό του απερριμμένου βορείου βασιλείου του Ισραήλ: «Επίστρεψον, Ισραήλ η αποστάτις, . . . δεν θέλω φυλάττει την οργήν διά παντός. Μόνον γνώρισον την ανομίαν σου, ότι ημάρτησας εις Ιεχωβά τον Θεόν σου, . . . Επιστρέψατε, υιοί αποστάται, και θέλω ιατρεύσει τας αποστασίας σας.»—Ιερ. 3:11, 13, 22· παράβαλε με Θρήνους 3:31-33· Ησαΐαν 57:16-18.
8. Πώς ο Ιεχωβά απεκάλυψε τη στάσι του στους πλανωμένους μέσω του προφήτου Ιεζεκιήλ;
8 Αυτή η έκφρασις εναρμονίζεται με τη δήλωσι του Ιεχωβά μέσω του προφήτου Ιεζεκιήλ, όπου εκφράζει τη στάσι του προς εκείνους οι οποίοι δείχνουν ακόμη δυνατότητα μετανοίας: «Μήπως εγώ θέλω τω όντι τον θάνατον του ανόμου,. . . και ουχί το να επιστρέψη από των οδών αυτού και να ζήση; . . . απορρίψατε αφ’ υμών πάσας τας ανομίας υμών, τας οποίας ηνομήσατε εις εμέ, και κάμετε εις σεαυτούς νέαν καρδίαν και νέον πνεύμα· και διά τι να αποθάνητε, οίκος Ισραήλ; Διότι εγώ δεν θέλω τον θάνατον του αποθνήσκοντος . . . διά τούτο επιστρέψατε και ζήσατε.»—Ιεζ. 18:23, 30-32.
9. Με αυτή την προτροπή, μήπως ο Ιεχωβά Θεός είχε πνευματική συναναστροφή με τους παραβάτας;
9 Ο Ιεχωβά Θεός, προτρέποντας αυτούς τους παραβάτας με αυτόν τον τρόπο, μήπως είχε πνευματική συναναστροφή μαζί τους, μήπως ‘συμμετείχε’ στα πνευματικά αγαθά όπως γίνεται μεταξύ φίλων; (Παράβαλε με 1 Ιωάννου 1:3, 6, 7.) Αντιθέτως, όπως τους είχε πει προηγουμένως ο Ιεχωβά διά του προφήτου Ησαΐα, αν ήθελαν τη φιλία του πάλι, έπρεπε ν’ αλλάξουν. Αυτός δεν θα συγκατέβαινε να βαδίζη στις εσφαλμένες οδούς των και να υιοθετή τις εσφαλμένες σκέψεις των. Είπε: «Ζητείτε τον Ιεχωβά, . . . ας εγκαταλίπη ο ασεβής την οδόν αυτού, και ο άδικος τας βουλάς αυτού· και ας επιστρέψη προς τον Ιεχωβά, και θέλει ελεήσει αυτόν· και προς τον Θεόν ημών, διότι αυτός θέλει συγχωρήσει αφθόνως. Διότι αι βουλαί μου δεν είναι βουλαί υμών, ουδέ αι οδοί υμών αι οδοί μου, λέγει ο Ιεχωβά. Αλλ’ όσον είναι υψηλοί οι ουρανοί από της γης, ούτως αι οδοί μου είναι υψηλότεροι των οδών υμών, και αι βουλαί μου των βουλών υμών.» (Ησ. 55:6-9) Για ν’ απολαύσουν πάλι γλυκειά συντροφιά με τον Θεό, έπρεπε να υψώσουν τις σκέψεις και τις οδούς των πάλι στα δίκαια επίπεδα στα οποία εμμένει ο Θεός και τα οποία διδάσκει ο Λόγος του. Έτσι θα πρόσεχαν την προτροπή του ‘ελάτε και ας τακτοποιήσωμε τα ζητήματα μεταξύ μας’ ώστε τα μεγάλα αμαρτήματά των να θεωρηθούν απ’ αυτόν ως ασήμαντα.—Ησ. 1:18, 19.
10, 11. Ποιες ιδιότητες του Ιεχωβά εκτίθενται ως παράδειγμα από την παραβολή του ασώτου υιού, και πώς;
10 Η παραβολή του ασώτου υιού μάς βοηθεί να καταλάβωμε καλύτερα τις θαυμαστές ιδιότητες του ελέους και της διακριτικότητος του Ιεχωβά. (Λουκ. 15:11-32) Η στάσις του πατέρα στην παραβολή όταν επέστρεψε ο δύστροπος γυιος του δείχνει με πολύ ελκυστικό τρόπο πώς φέρεται ο ουράνιος Πατήρ, ο Ιεχωβά. Στην παραβολή, ο υιός έφυγε από το σπίτι, πήγε μακρυά και εσπατάλησε τον χρόνο και το χρήμα του σε μια έκλυτη ζωή, περιλαμβανομένης και της συντροφιάς με πόρνες. Κατήντησε σε φτώχεια και πείνα και, όταν συνήλθε, απεφάσισε να επιστρέψη στον πατέρα του. Σημειώστε τώρα, τι λέγει η παραβολή: «Ενώ δε απείχεν έτι μακράν, είδεν αυτόν ο πατήρ αυτού και εσπλαγχνίσθη και δραμών επέπεσεν επί τον τράχηλον αυτού και κατεφίλησεν αυτόν.»—Λουκ. 15:20.
11 Ο πατέρας, όταν διέκρινε τον γυιο του από μακρυά, δεν είπε: Εγώ δεν πρόκειται να το κουνήσω ούτε μια σπιθαμή, ούτε να πω λέξι, ώσπου να έλθη στα πόδια μου αυτός ο παραβάτης και να ζητήση επισήμως να γίνη δεκτός.’ Όχι, αλλ’ όταν είδε τον γυιο του να κατευθύνεται προς αυτόν και πραγματικά διέκρινε τι ήταν στη διάνοια του γυιου του, ο πατέρας πήγε να τον συναντήση. Όχι πριν, αλλά μετά από την πατρική αυτή εκδήλωσι οίκτου έγινε από τον γυιο η επίσημη αίτησις συγχωρήσεως.
12. Με ποια μέσα ο Ιεχωβά επαναφέρει τους μετανοούντας παραβάτας; Πώς το δείχνει αυτό η προφητεία του Ωσηέ;
12 Αυτό επαναφέρει στη μνήμη μας τη δήλωσι του αποστόλου Παύλου ότι «η χρηστότης του Θεού σε φέρει εις μετάνοιαν.» (Ρωμ. 2:4) Ο Ιεχωβά Θεός εκφράζει δίκαιη αγανάκτησι για την αδικοπραγία. Αλλά δεν παραμένει ωργισμένος για πάντα όταν ο παραβάτης παύση να αδικοπραγή. Γνωρίζει ότι η θερμή ευσπλαγχνία έχει θαυμαστές ελκυστικές ιδιότητες που μπορούν να επαναφέρουν τους μετανοούντας παραβάτας στο σημείο που μπορούν να θεραπευθούν.—Ωσηέ 6:1· 14:1, 2, 4.
13. (α) Γιατί δεν πρέπει να μιμηθούμε τον πρεσβύτερο αδελφό της παραβολής του ασώτου υιού; (β) Σε ποιον πρέπει ν’ αποβλέπουν όλοι όσοι υπηρετούν ως πρεσβύτεροι, επίσκοποι και ποιμένες, ως παράδειγμα τους στη συμπεριφορά τους με τους πλανωμένους; (γ) Τι δείχνουν οι ψαλμοί ως προς το παράδειγμα του Μεγαλυτέρου πρεσβυτέρου;
13 Επομένως εμείς σήμερα δεν πρέπει να είμεθα σαν τον πρεσβύτερο αδελφό τής παραβολής, ο οποίος στην αρχή δεν ήταν διόλου ευχαριστημένος με τον τρόπο που έγινε πάλι δεκτός ο πλανεμένος αδελφός του. (Λουκ. 15:25-32) Αντιθέτως, θα ζητήσωμε ‘να γίνωμε υιοί του ουρανίου Πατρός μας μιμούμενοι το σπλαχνικό παράδειγμα του Ιεχωβά. (Ματθ. 5:44-48) Ως Θεός της αιωνιότητος και ως ο «Παλαιός των Ημερών,» είναι ο Μεγαλύτερος πρεσβύτερος, ο Μέγας Ποιμήν και Επίσκοπος των ψυχών μας. (1 Πέτρ. 2:5) Το παράδειγμα του είναι πάντοτε το ορθό παράδειγμα που πρέπει ν’ ακολουθούμε. Θα ιδούμε πιο πέρα στην εξέτασι του παρόντος πώς αυτό το παράδειγμα μπορεί να μας καθοδηγήση με πολλούς πρακτικούς τρόπους.—Ψαλμ. 77:7-9· 103:9, 10, 13.
ΕΚΕΙΝΟΣ ΠΟΥ ΘΕΩΡΕΙΤΑΙ ΩΣ Ο ΕΘΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΩΣ Ο ΤΕΛΩΝΗΣ
14. Ποια προηγούμενη βάσι είχε ο απόστολος Παύλος για τις οδηγίες που έδωσε εν σχέσει με την αποκοπή;
14 Ο Παύλος, όταν έγραψε την αποστολική συμβουλή του στην Κόρινθο εν σχέσει με την αποκοπή, είχε προηγούμενη θεόπνευστη πληροφορία στην οποία να βασίση τις οδηγίες του. Ο ίδιος ο Χριστός Ιησούς είχε δώσει αυτή την πληροφορία. Η περικοπή κατά Ματθαίον 18:15-17 αναγράφει τις οδηγίες του για τον χειρισμό αμαρτημάτων (ασφαλώς όχι μικρών παραπτωμάτων, αλλά αμαρτιών πραγματικά σοβαρών) που διαπράττονται σε βάρος ατόμων. Εξέθεσε ότι είναι δυνατόν να γίνη αποκοπή εκεί όπου δεν εκδηλώνεται μετάνοια από μέρους του αμαρτάνοντος. Ο Ιησούς, αφού περιέγραψε διαδοχικές προσπάθειες που πρέπει να γίνουν για να ‘κερδηθη’ ένα τέτοιο άτομο με το ν’ αναγνωρίση το σφάλμα του και να μετανοήση, είπε: «Εάν και της εκκλησίας παρακούση, ας είναι εις σε ως ο εθνικός και ο τελώνης.»
15. (α) Σε ποια εκκλησία ανεφέρετο ο Ιησούς στο κατά Ματθαίον 18:17; (β) Γιατί λοιπόν είναι ενδιαφέροντα τα λόγια του για τη Χριστιανική εκκλησία;
15 Τότε (στο έτος 32 μ.Χ.) η Χριστιανική εκκλησία δεν είχε σχηματισθή και γι’ αυτό η εκκλησία για την οποία ωμιλούσε ο Ιησούς πρέπει να εσχετίζετο με την Ιουδαϊκή διάταξι που υπήρχε τότε, με τα πρεσβυτέριά της περιλαμβανομένων και εκείνων που υπηρετούσαν ως κριταί και εκπροσωπούσαν τοπικώς την εκκλησία με αυτή την ιδιότητα. (Έσδρας 10:14· Λουκ. 7:3) Ωστόσο, οι οδηγίες του Ιησού παρείχαν βεβαίως μια κατευθύνουσα αρχή που θα βοηθούσε τη μελλοντική Χριστιανική εκκλησία. Ιδιαιτέρου ενδιαφέροντος είναι να γνωρίζωμε τι υπονοούσε όταν είπε να θεωρήται ο αμετανόητος αμαρτωλός «ως ο εθνικός και ο τελώνης.» Για να το βρούμε αυτό είναι ανάγκη να εξετάσωμε πώς εθεωρούντο αυτοί από την Ιουδαϊκή εκκλησία. Αυτό θα μας βοηθήση να καταλάβωμε καλύτερα τις οδηγίες του αποστόλου στην επιστολή 1 Κορινθίους 5:11-13 για το πώς πρέπει να θεωρούν οι Χριστιανοί εκείνους που είναι αποκομμένοι από τη Χριστιανική εκκλησία.
16. Γιατί δεν μπορούμε να βασιζώμεθα απόλυτα στα ραββινικά συγγράμματα ως προς την Ιουδαϊκή στάσι απέναντι των εθνικών, και που βρίσκομε την αναγκαία πληροφορία;
16 Για να εξετάσωμε την Ιουδαϊκή στάσι απέναντι των εθνικών, δεν μπορούμε να καθοδηγηθούμε πλήρως από τα ραββινικά συγγράμματα που συνεγράφησαν μετά τον καιρό της επιγείου ζωής του Ιησού. Μερικά απ’ αυτά τα συγγράμματα δείχνουν μια αδιάλλακτη στάσι, μια στάσι πραγματικού μίσους και καταφρονήσεως απέναντι των «εθνικών,» των ανθρώπων των εθνών. Μερικά ραββινικά συγγράμματα ισχυρίζοντο ότι ένας Ιουδαίος δεν πρέπει να έρχεται σε βοήθεια ενός εθνικού έστω και αν αυτός ευρίσκετο σε κίνδυνο θανάτου. (Μαϊμονίδου, Rozeach. iv, 12· Εγκυκλοπαιδεία Μακ Κλίντοκ και Στρονγκ, Τόμος III, σελίς 789.) Αντιθέτως, μπορούμε να βρούμε αξιόπιστες πληροφορίες στις θεόπνευστες Γραφές που θα μας οδηγήσουν να εξακριβώσωμε τη στάσι των Ιουδαίων του πρώτου αιώνος.
17. Ποια ήταν η Ιουδαϊκή στάσις απέναντι των ‘εθνικών’ στον πρώτον αιώνα όπως δείχνουν οι Γραφές, και γιατί επικρατούσε αυτή η στάσις;
17 Ο απόστολος Πέτρος, όταν εστάλη στον οίκο του Εθνικού Κορνηλίου στην Καισάρεια, είπε στους εκεί συγκεντρωμένους: «Σεις εξεύρετε ότι είναι ασυγχώρητον εις άνθρωπον Ιουδαίον να συναναστρέφηται ή να πλησιάζη εις αλλόφυλον· ο Θεός όμως έδειξεν εις εμέ να μη λέγω μηδένα άνθρωπον βέβηλον ή ακάθαρτον.» (Πράξ. 10:27, 28) Όταν ο Πέτρος αργότερα πήγε στην Ιερουσαλήμ, οι συνήγοροι της περιτομής στην εκεί Χριστιανική εκκλησία φιλονεικούσαν μαζί του, λέγοντας ότι «εισήλθες προς ανθρώπους απεριτμήτους, και συνέφαγες μετ’ αυτών.» (Πράξ. 11:2, 3) Έτσι, η βασική θέσις των Ιουδαίων ήταν ότι αυτοί δεν έπρεπε να συναδελφώνωνται με τους Εθνικούς, θεωρώντας τους ως πνευματικώς ακαθάρτους. Αυτοί ήσαν τέτοιοι επειδή ήσαν «απηλλοτριωμένοι από της πολιτείας του Ισραήλ, και ξένοι των διαθηκών της επαγγελίας,» επομένως χωρίς να έχουν πραγματική θέσι ή επιδοκιμασμένη σχέσι με τον Ιεχωβά Θεό. (Εφεσ. 2:11, 12) Το να συναδελφωθούν με αυτούς, να εισέλθουν στις κατοικίες των και να φάγουν μαζί τους, θα προξενούσε πνευματική μόλυνσι στους Ιουδαίους.—Παράβαλε με Ιωάννην 18:28· Γαλάτας 2:11-14.
18. Ποια απόδειξι έχομε ότι ο Ιησούς δεν συνεμορφώνετο με τις αδιάλλακτες απόψεις απέναντι των εθνικών που εκτίθενται σε μερικά ραββινικά συγγράμματα;
18 Ο Ιησούς Χριστός ενέμενε σ’ αυτόν τον βασικό κανόνα να μη συναδελφώνωνται με Εθνικούς. Παρήγγειλε στους μαθητάς του που θα μετέβαιναν στο έργο του κηρύγματος λέγοντας: «Εις οδόν εθνών μη υπάγητε, και εις πόλιν Σαμαρειτών μη εισέλθητε· υπάγετε δε μάλλον προς τα πρόβατα τα απολωλότα του οίκου Ισραήλ.» (Ματθ. 10:5, 6) Παρ’ όλ’ αυτά, όμως, ο Ιησούς έδειξε ότι δεν επεδοκίμαζε, ούτε συνεμορφώνετο με την αδιάλλακτη άποψι που βρίσκεται στα ραββινικά συγγράμματα η οποία θεωρούσε όλους τους Εθνικούς ως εχθρούς αξίους να τυγχάνουν πραγματικής καταφρονήσεως—και δεν άφηνε μια τέτοια στάσι να διέπη τη συμπεριφορά του με τους Σαμαρείτας. (Ιωάν. 4:4-40) Αντιθέτως, ο Ιησούς παρέθετε τον προφητικό λόγο του Πατρός του για να δείξη ότι οι Εθνικοί θα εδέχοντο τον Μεσσίαν, ότι ο ναός θα ήταν ένας οίκος προσευχής για όλα τα έθνη, και ότι ο Μεσσίας θα απεδεικνύετο ότι είναι το φως των εθνών. (Ματθ. 12:18, 21· Μάρκ. 11:17· παράβαλε με Λουκάν 2:27-32· Πράξεις 13:47.) Όταν ένας Εθνικός αξιωματικός που είχε δείξει μεγάλη καλωσύνη στους Ιουδαίους, παρεκάλεσε τον Ιησού να θεραπεύση τον ασθενή δούλο του, ο Ιησούς τον εθεράπευσε. (Λουκ. 7:2-10) Ο Ιησούς, λοιπόν, ενώ ποτέ δεν αντετίθετο στη νουθεσία του Μωσαϊκού νόμου εν σχέσει με τη συναδέλφωσι μ’ εκείνους που δεν ήσαν από την εκκλησία του Θεού (τους Εθνικούς), ο Ιησούς δεν ήταν αδιάλλακτος ούτε άκαμπτα σκληρός, υιοθετώντας μια ανταγωνιστική στάσι απέναντί των. Με σοφία έκανε διάκρισι των αρχών που περιέχονται στις θείες οδηγίες και κατηυθύνετο απ’ αυτές.
19. (α) Πώς εθεωρούντο οι τελώναι από τους Ιουδαίους γενικά; (β) Πώς ο Ιησούς εξεδήλωσε κατάλληλη ισορροπία στις σχέσεις του με αυτούς;
19 Το ίδιο συνέβαινε και με τους τελώνας, που ήσαν συνήθως όχι Εθνικοί, αλλά Ιουδαίοι. Επειδή οι τελώναι συχνά ήσαν πολύ ανέντιμοι, γενικά εθεωρούντο από τους συμπατριώτας των Ιουδαίους ως άτομα κακής φήμης, και κατατάσσονταν με τους γνωστούς αμαρτωλούς και τις πόρνες. (Ματθ. 9:10, 11· 21:31, 32) Ο Ιησούς, μολονότι δεν συγχωρούσε την κακή πορεία τους, δεν απέφευγε να τους βοηθή όταν έδειχναν μια κλίσι προς τη δικαιοσύνη, όπως έκαμαν μερικοί τελώναι, όπως ο Ματθαίος Λευί και ο Ζακχαίος. Ο Ιησούς επειδή βοηθούσε αυτούς τους ανθρώπους να κάνουν πνευματικές προόδους, συκοφαντήθηκε ότι ήταν «φίλος τελωνών και αμαρτωλών.» Υπήρχε, όμως, διαφορά μεταξύ της φιλίας και των προσπαθειών του Ιησού να θεραπεύση εκείνους που ήσαν πνευματικώς ασθενείς και να τους κατευθύνη σε μετάνοια και στην οδόν της δικαιοσύνης.—Ματθ. 11:19· Λουκ. 5:27-36· 19:2-10.
20. Πώς αυτή η πληροφορία εν σχέσει με την ορθή Ιουδαϊκή άποψι απέναντι των ‘εθνικών και των τελωνών’ μας βοηθεί να καταλάβωμε καλύτερα τις οδηγίες του αποστόλου περί αποκοπής, και σε τι συμπεράσματα οδηγεί αυτό;
20 Έτσι, το παράδειγμα του Ιησού μας προστατεύει από το να υιοθετήσωμε την αδιάλλακτη άποψι ωρισμένων ραββινικών συγγραφέων σ’ αυτό το ζήτημα των σχέσεων με άτομα ως «ο εθνικός και ο τελώνης.» Βλέπομε επίσης μια στενή ομοιότητα μεταξύ της μεταχειρίσεως σχετικά μ’ αυτούς και της μεταχειρίσεως που εκτίθεται στις οδηγίες του αποστόλου Παύλου εν σχέσει μ’ εκείνους που αποκόπτονται από τη Χριστιανική εκκλησία, δηλαδή ‘να μη συναναστρέφωνται’ με τέτοια άτομα ούτε να ‘συντρώγουν.’ (1 Κορ. 5:11) Είναι φανερό ότι, το να μεταχειριζώμεθα έναν αμετανόητο αμαρτωλό ως ‘εθνικόν και ως τελώνην’ σημαίνει ότι δεν πρέπει να υπάρξη συναδέλφωσις μ’ ένα τέτοιο άτομο. Αλλ’, όπως δείχνει το παράδειγμα του Ιησού, δεν χρειάζεται να μεταχειριζώμεθα έναν τέτοιο σαν εχθρό ή ν’ αρνούμεθα να του δείξωμε τη συνηθισμένη περιποίησι και ευγένεια. Ούτε αποκλείεται η παροχή βοηθείας σ’ εκείνους οι οποίοι θέλουν να διορθώσουν μια εσφαλμένη πορεία και ν’ αποκτήσουν ή να επανακτήσουν την εύνοια του Θεού.
ΚΑΤΑΝΟΗΣΙΣ ΤΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΕΔΑΦΙΩΝ 2 ΙΩΑΝΝΟΥ 9-11
21. Ποια προτροπή δίνει ο απόστολος Ιωάννης στα εδάφια 9-11 της δεύτερης επιστολής του, και τι ερωτήματα εγείρει αυτό;
21 Ο απόστολος Ιωάννης στη δεύτερη επιστολή του δίνει την εξής προτροπή: «Πας όστις παραβαίνει και δεν μένει εν τη διδαχή του Χριστού, Θεόν δεν έχει [δηλαδή δεν έχει επαφή με τον Θεό δεν έχει επικοινωνία μαζί του· παράβαλε με 1 Ιωάννου 1:6]· ο μένων εν τη διδαχή του Χριστού, ούτος έχει και τον Πατέρα και τον Υιόν. Εάν τις έρχηται προς εσάς, και δεν φέρη την διδαχήν ταύτην, μη δέχεσθε αυτόν εις οικίαν, και μη λέγετε εις αυτόν το χαίρειν· διότι ο λέγων εις αυτόν το χαίρειν, γίνεται κοινωνός εις τα πονηρά αυτού έργα.» (2 Ιωάν. 9-11) Μήπως τα λόγια του αποστόλου εδώ εφαρμόζονται κατ’ ανάγκην σε όλα τα άτομα που αποβάλλονται από την εκκλησία λόγω αδικημάτων; Ή μήπως κατ’ ανάγκην αποκλείουν κάθε λόγον επιπληξεως ή προτροπής σ’ ένα αποκομμένο άτομο που έχει σκοπό να το υποκινήση σε μετάνοια, να μεταστραφή και να αποκατασταθή στην εκκλησία; Εξετάζοντας τα συμφραζόμενα αυτών των λόγων του αποστόλου μπορούμε να έχωμε μια πιο σαφή κατανόησι της εννοίας της προτροπής του.
22. (α) Σύμφωνα με τα συμφραζόμενα, σε ποιο είδος ανθρώπων ανεφέρετο εκεί ο απόστολος; (β) Γιατί θα ήταν ακατάλληλο να χαιρετώνται αυτά τα άτομα; (γ) Υπάρχει διαφορά στη στάσι που συνίσταται προς εκείνους οι οποίοι περιγράφονται από τον Ιωάννη και στη στάσι που δείχνεται γενικά και κατάλληλα σ’ έναν ‘εθνικό ή τελώνη’;
22 Σημειώστε ότι στο έβδομο εδάφιο ο απόστολος Ιωάννης λέγει ότι «πολλοί πλάνοι εισήλθον εις τον κόσμον, οίτινες δεν ομολογούσιν ότι ο Ιησούς Χριστός ήλθεν εν σαρκί· ο τοιούτος είναι ο πλάνος και ο αντίχριστος.» Κατόπιν ο Ιωάννης προειδοποιεί να φυλάγωνται και να μη τους δέχονται στα σπίτια τους, διότι αυτοί είναι δραστήριοι προπαγανδισταί των ψευδών διδασκαλιών, απατηλοί συνήγοροι της κακής διαγωγής. Δεν έπρεπε να τους δίδεται αφορμή για να εισχωρήσουν περισσότερο. Δεν έπρεπε ούτε και να τους χαιρετούν, για ν’ αποφεύγουν να γίνωνται συμμέτοχοι στα πονηρά τους έργα. Σχετικά με αυτό, μπορούμε να σημειώσωμε ότι ο κοινός χαιρετισμός μεταξύ Ιουδαίων των αποστολικών χρόνων αποτελούσε έκφρασι που εσήμαινε «Ειρήνη σε σένα.» Ο Χριστιανός βέβαια δεν θα ήθελε να ευχηθή ειρήνη σ’ εκείνον που ήταν απατεών και αντίχριστος. Δεν υπάρχει όμως τίποτε που να δείχνη ότι οι Ιουδαίοι με ισορροπημένη και Γραφική άποψι θα ηρνούντο να χαιρετήσουν έναν «εθνικό» ή έναν τελώνη. Η συμβουλή του Ιησού περί χαιρετισμών, σε συσχέτισι με την προτροπή του να μιμούμεθα τον Θεό ως προς την αγαθότητα του στους «πονηρούς και αγαθούς,» θα εφαίνετο ως να αντιβαίνη σε μια τέτοια άκαμπτη στάσι.—Ματθ. 5:45-48.
23. Σε τι βαθμό ή κάτω από ποιες περιστάσεις θα μπορούσε η περικοπή 2 Ιωάννου 9-11 να εφαρμοσθή ορθώς σε έναν ο οποίος αποκόπτεται;
23 Είναι λοιπόν όλοι όσοι απεκόπησαν σαν αυτούς που περιγράφονται στη δεύτερη επιστολή του Ιωάννου; Τον καιρό που επρόκειτο ν’ αποκοπούν, αυτοί προφανώς ακολουθούσαν μια πορεία όμοια με την πορεία εκείνων ή τουλάχιστον εξεδήλωναν ένα παρόμοιο αίσθημα. Όπως λέγει το βιβλίον Οργάνωσις για Κήρυγμα της Βασιλείας και Μαθήτευσι σελίς 171: «Οποιοδήποτε βαπτισμένο άτομο που εσκεμμένως ακολουθεί μια πορεία ανηθίκου διαγωγής, απορρίπτει στην πραγματικότητα τις διδασκαλίες της Γραφής, όπως ακριβώς ένας ο οποίος διδάσκει σε άλλους αντίθετα μ’ αυτά που λέγουν οι Γραφές σχετικά με την ταυτότητα του Θεού, την προμήθεια του αντιλύτρου, την ανάστασι και άλλα όμοια. (Παράβαλε με Τίτον 3:10, 11· 2 Τιμόθεον 2:16-19.)» Και αν, μετά την αποκοπή του, ένα άτομο προσπάθησε να δικαιολογήση την ανηθικότητά του ενώπιον των άλλων και επεζήτησε να παρασύρη τους άλλους στους διεστραμμένους συλλογισμούς του, θα ταίριαζε βέβαια στην περιγραφή που δίδεται από τον απόστολο Ιωάννη στη δεύτερη επιστολή του.
24, 25. (α) Ποια απόδειξις υπάρχει ότι όλοι όσοι αποκόπτονται δεν ανταποκρίνονται στην περιγραφή που δίδεται στην περικοπή 2 Ιωάννου 9-11. (β) Πώς πρέπει να αισθανώμεθα γι’ αυτό, και ποιο ζωτικό ερώτημα πρόκειται να εξετάσωμε;
24 Εν τούτοις, όλοι όσοι αποκόπτονται δεν ακολουθούν κατόπιν την πορεία αυτών των ‘πλάνων και αντιχρίστων’. Δεν επιδίδονται όλοι στο να προάγουν την αδικοπραγία, να εναντιώνωνται στην αλήθεια και να προσπαθούν ν’ απατήσουν τους άλλους ν’ ακολουθήσουν την πορεία που ωδήγησε στη δική τους αποκοπή. Αυτό φαίνεται από τον αριθμό εκείνων οι οποίοι μετανοούν και ζητούν να επανενταχθούν και γίνονται δεκτοί πάλι ως επιδοκιμασμένα μέλη της εκκλησίας. Έτσι, στις Ηνωμένες Πολιτείες (όπου υπάρχουν τώρα περισσότεροι από μισό εκατομμύριο Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά), στη διάρκεια της δεκαετίας από το 1963 ως το 1973, 36.671 άτομα χρειάσθηκε ν’ αποκοπούν για διάφορα είδη σοβαρής αδικοπραγίας. Εν τούτοις, στην ίδια περίοδο 14.508 άτομα αποκαταστάθηκαν και έγιναν δεκτά και πάλι στην εκκλησία λόγω της ειλικρινούς μετανοίας των. Αυτοί αντιστοιχούν σχεδόν με 40 τοις εκατό του συνόλου. Εμείς βέβαια εδώ στη γη πρέπει να χαίρωμε με τον Ιεχωβά και την ουράνια οικογένειά του γι’ αυτό το γεγονός.»—Λουκ. 15:7.
25 Τι μπορεί να γίνη, αν είναι δυνατόν να γίνη κάτι, για να βοηθηθούν περισσότεροι ακόμη απ’ εκείνους που αποκόπηκαν—αλλ’ οι οποίοι δεν ακολουθούν την πορεία των ‘αντιχρίστων’ που περιγράφεται από τον Ιωάννη—να αποκατασταθούν στην εκκλησία; Ας ιδούμε πώς εφαρμόζονται με πρακτικό τρόπο οι Γραφικές αρχές που εξετάσαμε.
[Εικόνα στη σελίδα 654]
Στην παραβολή του Ιησού για τον άσωτο υιό, ο Πατέρας υποδέχθηκε θερμά τον πλανεμένο αλλά μετανοημένο γυιο του. Αυτό φέρει στη μνήμη μας τη θερμή ευσπλαγχνία του Θεού και θέτει ένα παράδειγμα για μας.