Ανάστασις—ενός Νεκρού Σώματος ή μιας Νεκρής Ψυχής, Ποιο από τα Δύο;
«Μέλλει να γίνη ανάστασις.»—Πράξ. 24:15.
1-4. (α) Ποια ιδέα μπορεί να εκπλήξη τους αναγνώστας της Σκοπιάς ως νέα ή ασυνήθης, και τούτο αν έχωμε υπ’ όψι ποια πείρα του Παύλου ενώπιον ενός Αθηναϊκού δικαστηρίου; (β) Ποια είναι η ελπίδα μας όσον αφορά τους αναγνώστας αυτούς, και γιατί;
Η ΜΕΛΛΟΥΣΑ ζωή του νεκρού ανθρωπίνου γένους εξαρτάται από την ανάστασι των νεκρών. Η ιδέα μπορεί να εκπλήσση τον αναγνώστη σαν κάτι νέο ή ασύνηθες. Έτσι εξέπληξε τους διανοουμένους δικαστάς του ανωτάτου δικαστηρίου της Ελλάδος στις αρχαίες ημέρες. Αυτό ήταν το δικαστήριο του Αρείου Πάγου ή Λόφου του Άρεως και οι δικασταί είχαν μπροστά τους έναν άνθρωπο κατηγορούμενο για θρησκευτική αίρεσι. Ήταν ο Παύλος, ένας Χριστιανός απόστολος. Τους μίλησε για έναν Θεό, στον οποίον προσέφεραν θυσίες, αλλ’ ο οποίος ήταν ωστόσο ένας Θεός άγνωστος σ’ αυτούς. Ήταν άγνωστος σ’ αυτούς όσον αφορά τις δυνάμεις του και τους σκοπούς του, διότι οι δικασταί αυτοί είχαν γνωριμία μόνο με την ειδωλολατρική Ελληνική φιλοσοφία. Εξεπλάγησαν, λοιπόν, εντελώς όταν ο Παύλος έδειξε τι είδους κριτής ήταν αυτός ο Θεός λέγοντας:
2 «Τους καιρούς λοιπόν της αγνοίας παραβλέψας ο Θεός, τώρα παραγγέλλει εις πάντας τους ανθρώπους πανταχού να μετανοώσι· διότι προσδιώρισεν ημέραν, εν η μέλλει να κρίνη την οικουμένην εν δικαιοσύνη δια ανδρός τον οποίον διώρισε, και έδωκεν εις πάντας βεβαίωσιν περί τούτου, αναστήσας αυτόν εκ νεκρών.»—Βλέπε Πράξεις 17:30, 31 στην Αγία Γραφή.
3 Ως προς το πώς αντέδρασαν εκείνοι οι κατά κόσμον σοφοί Έλληνες δικασταί των Αθηνών, το υπόμνημα στις Πράξεις 17:32-34 μάς λέγει: «Ακούσαντες δε ανάστασιν νεκρών, οι μεν εχλεύαζον, οι δε είπον, Περί τούτου θέλομεν σε ακούσει πάλιν. Και ούτως ο Παύλος εξήλθεν εκ μέσου αυτών. Τινές δε άνδρες προσεκολλήθησαν εις αυτόν, και επίστευσαν· μεταξύ των οποίων ήτο και Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, και γυνή τις ονόματι Δάμαρις, και άλλοι μετ’ αυτών.»
4 Όμοιες αντιδράσεις από αναγνώστας της παρούσης μελέτης αυτού του Θείου θαύματος της αναστάσεως δεν θα ήταν κάτι το εκπληκτικό, αλλά η ελπίδα μας είναι ότι η αντίδρασις μερικών αναγνωστών θα είναι όμοια μ’ εκείνην του Δικαστού Διονυσίου, της Δαμάρεως και των άλλων που επίστεψαν. Διότι, αν άτομα αποδεικνύωνται ανάξια αναστάσεως, ποια ελπίδα απομένει γι’ αυτά μετά θάνατον;
5. Έγιναν αναστάσεις νεκρών πριν από τη Χριστιανική μας εποχή, και ποιες αποδείξεις υπάρχουν που υποστηρίζουν τη διδομένη απάντησι;
5 Στους αρχαίους χρόνους, προτού αναστήση ο Θεός εκείνον, με τον οποίον προτίθεται να κρίνη την οικουμένην, έγιναν αναστάσεις νεκρών. Διαβάζομε γι’ αυτές στο πεντηκοστό όγδοο βιβλίο της Αγίας Γραφής, δηλαδή, στην προς Εβραίους επιστολή 11:35, που μας μιλεί για άτομα που είχαν πίστι στον Παντοδύναμο Θεό και στη δύναμί του ν’ ανασταίνη τους νεκρούς: «Έλαβον γυναίκες τους νεκρούς αυτών αναστηθέντας· άλλοι δε εβασανίσθησαν μη δεχθέντες την απολύτρωσιν, δια να αξιωθώσι καλητέρας αναστάσεως.» Μία απ’ αυτές τις γυναίκες ήταν μια Φοίνισσα χήρα από την πόλι Σαρεπτά, της οποίας τον γυιό ο προφήτης του Θεού Ηλίας επανέφερε στη ζωή. Η άλλη ήταν μια γυναίκα από την Ισραηλιτική πόλι Σουνάμ, της οποίας τον νεκρό γυιό ήγειρε σε ζωή ο προφήτης του Θεού Ελισσαιέ. Αργότερα, δεν ξέρομε έπειτα από πόσον καιρό, οι γυιοί αυτών των δύο γυναικών πέθαναν ξανά, και τώρα περιμένουν την ανάστασι των νεκρών με άλλους από το ανθρώπινο γένος, σ’ ένα νέο κόσμο όπου ο Θεός θα τους δώση την ευκαιρία να ζήσουν για πάντα σε μια παραδείσια γη κάτω από τη βασιλεία του Θεού.—1 Βασ. 17:8-24· 2 Βασ. 4:8-37· Λουκ. 4:25, 26.
6, 7. (α) Γιατί ο Παύλος εγνώριζε για ποιο πράγμα μιλούσε σ’ εκείνους τους δικαστάς του Αρείου Πάγου; (β) Πώς ετόνισε επίσης αυτή τη σπουδαία αλήθεια στους άλλους;
6 Όσον αφορά την ανάστασι, που ο απόστολος Παύλος ανέφερε στους δικαστάς του Αρείου Πάγου των Αθηνών, ο Θεός ανέστησε πριν από δεκαεννέα αιώνες ειδικώς αυτόν ως εγγύησιν ότι θα υπάρξη ημέρα, στην οποίαν ο Θεός θα κρίνη την οικουμένη με δικαιοσύνη. Ο Παύλος εγνώριζε για ποιο πράγμα μιλούσε, διότι αυτός ο ίδιος είχε συναντήσει τον αναστημένον αυτόν, ο οποίος προσδιώρισε τον εαυτό του στον Παύλο ως Ιησούν Χριστόν, τον Υιόν του Θεού.—Πράξ. 9:1-19.
7 Το αποτέλεσμα αυτής της συναντήσεως ήταν ότι ο Παύλος μετεστράφη από το να είναι διώκτης των ακολούθων του Ιησού Χριστού στο να είναι ο ίδιος ένας από τους ακολούθους εκείνους. Ως αθώος άνθρωπος ο Ιησούς Χριστός απέθανε στα χέρια των θρησκευτικών εχθρών του. Γι’ αυτό το λόγο ο Παντοδύναμος Θεός τον ήγειρε εκ νεκρών και έτσι παρέσχε την εγγύησι ότι θα υπήρχε μια μέλλουσα ημέρα κρίσεως, για το όφελος της οποίας οι νεκροί θα ηγείροντο. Ο απόστολος Παύλος ετόνισε αυτή τη σπουδαία αλήθεια, όχι μόνο στους δικαστάς του Αρείου Πάγου, αλλά και σε μια επιστολή στην οποίαν έγραφε: «Αλλά τώρα ο Χριστός ανέστη εκ νεκρών· έγεινεν απαρχή των κεκοιμημένων [στον θάνατο]. Διότι επειδή ο θάνατος ήλθε δι’ ανθρώπου, ούτω και δι’ ανθρώπου η ανάστασις των νεκρών. Επειδή καθώς πάντες αποθνήσκουσιν εν τω Αδάμ, όυτω και πάντες θέλουσι ζωοποιηθή εν τω Χριστώ.»—1 Κορ. 15:20-22.
8. Γιατί είναι δυνατή η ανάστασις, αλλά ποια ερώτησι μπορεί να προβάλη ένας αναγνώστης της Σκοπιάς ως προς την ανάγκη της;
8 Όσο και αν μπορή να φαίνεται αδύνατη σ’ εμάς τους θνήσκοντας ανθρώπους η ανάστασις, είναι τελείως δυνατή για τον Παντοδύναμον Θεό. Αυτός δεν θα διεκήρυττε στους ανθρώπους εκείνο που δεν θα μπορούσε να πράξη. Ένας άγγελος του Θεού είπε στη Μαρία τη μητέρα του Ιησού: «Ουδέν πράγμα θέλει είσθαι αδύνατον παρά τω Θεώ.» Και ο Ιησούς ο ίδιος είπε: «Τα αδύνατα παρά ανθρώποις είναι δυνατά παρά τω Θεώ.» (Λουκ. 1:37· 18:27) Εν τούτοις, λόγω της ανικανότητός μας να κατανοούμε αμέσως τα πράγματα, η Βιβλική διδασκαλία για ανάστασι νεκρών μπορεί να εγείρη ωρισμένα προβλήματα. Παραδείγματος χάριν, κάποιος αναγνώστης μπορεί να πη: ‘Πώς μπορεί να υπάρχη ανάστασις νεκρών; Η ανθρώπινη ψυχή είναι αθάνατη· δεν πεθαίνει και επομένως δεν υπάρχουν νεκροί. Γιατί, λοιπόν, είναι αναγκαία μια ανάστασις; Τι πρόκειται ν’ αναστηθή;’
9. Σ’ αυτή την ερώτησι τι μπορεί ν’ απαντήση ένας που πιστεύει σ’ ένα πολύ γνωστό θρησκευτικό σύμβολον πίστεως;
9 Ένας άλλος αναγνώστης μπορεί να νομίζη ότι έχει την απάντησι σ’ αυτό και ν’ αποκριθή: ‘Καθώς λέτε, η ψυχή είναι αθάνατη, και δεν χρειάζεται κάποια ανάστασι, διότι εξακολουθεί να ζη μετά τον θάνατο του ανθρωπίνου σώματος. Επομένως, το σώμα είναι εκείνο που ανασταίνεται, το σώμα δε αυτό οι άνθρωποι που ανασταίνονται το παίρνουν είτε στον ουρανό για αιώνια ευτυχία με τον Θεό, είτε σ’ έναν καιόμενο άδη για αιώνια τιμωρία στις φλόγες πυρός αναμεμιγμένου με θείον. Στην εκκλησία μας επαναλαμβάνομε το Αποστολικόν Σύμβολον Πίστεως, το οποίον, μεταξύ άλλων, λέγει: «Πιστεύω εις ένα Θεόν, Πατέρα, Παντοκράτορα, ποιητήν ουρανού και γης, . . . και εις ένα Κύριον, Ιησούν Χριστόν, τον υιόν του Θεού τον μονογενή, . . . Άφεσιν αμαρτιών. . . . Ανάστασιν νεκρών. Και ζωήν του μέλλοντος αιώνος. Αμήν.» Αυτό αποδεικνύει το ζήτημα.’
10. Αλλά γιατί αυτό δεν αποδεικνύει το ζήτημα, και ποια κατάλληλη ερώτησι αντιμετωπίζομε, με μια απάντησι μόνο από πού;
10 Εν τούτοις, πρέπει να πούμε, Όχι, δεν το αποδεικνύει· διότι αυτό το Σύμβολον Πίστεως δεν συνετάχθη από τους δώδεκα αποστόλους του Ιησού Χριστού. Συνετάχθη, το αργότερον, έπειτα από τρεις αιώνες.a Από όσα οι θεόπνευστοι απόστολοι και μαθηταί έγραφαν στα τελευταία είκοσι επτά βιβλία της Γραφής, κανένα δεν μπορεί ν’ αποδείξη αληθινή τη διδασκαλία ότι θα υπάρξη ανάστασις του ίδιου ακριβώς σώματος με το οποίον οι νεκροί πέθαναν. Όλοι πρέπει να παραδεχθούμε ότι είναι λογικό το ζήτημα που ηγέρθη από μερικούς, ότι, αν η ανθρώπινη ψυχή δεν μπορή να πεθάνη, αλλά εξακολουθή να ζη σ’ ένα αόρατο βασίλειο, πώς υπάρχουν νεκροί για ν’ αναστηθούν και γιατί υπάρχει ανάγκη αναστάσεως. Γι’ αυτό το λόγο βλέπομε τον εαυτό μας ν’ αντμετωπίζη το εξής ερώτημα: «Η ανάστασις είναι ανάστασις ενός νεκρού σώματος ή ανάστασις μιας νεκρής ψυχής; Ποιο από τα δύο είναι; Για την πλήρη ικανοποίησί μας πρέπει ν’ αφήσωμε τη Θεόπνευστη Αγία Γραφή ν’ απαντήση στο ερώτημα.
ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΟΝΟΜΑΖΕΤΑΙ «ΨΥΧΗ»
11. Ποίων, επομένως, οι απόψεις για την «ψυχή» έρχονται υπό εξέτασιν;
11 Οι θεόπνευστοι Βιβλικοί συγγραφείς, Εβραίοι ή Ιουδαίοι, και ο Ιησούς επίσης, είχαν κατανόησι του τι εσήμαινε «ψυχή». Οι ειδωλολάτραι μη Ιουδαίοι είχαν τη δική τους κατανόησι του τι ωνόμαζαν «ψυχή». Συμφωνούσαν μήπως οι δύο κατανοήσεις του όρου «ψυχή»; Οι θρησκευτικοί κληρικοί του «Χριστιανικού κόσμου», γενικά, υποστηρίζουν ότι συμφωνούσαν, διότι ο κλήρος παραδέχεται την ειδωλολατρική διδασκαλία όσον αφορά την ανθρώπινη ψυχή και την εφαρμόζει στη Γραφή, η οποία εγράφη από Εβραίους και Χριστιανούς Εβραίους. Αλλά συμφωνούν άρα γε οι δύο απόψεις;
12, 13. (α) Τι είχε να πη για την «ψυχή» ο διευθύνων εκδότης μιας νέας μεταφράσεως του Τορά, που ετέθη σε κυκλοφορία αυτό ακριβώς το έτος; (β) Σε συμφωνία με τούτο, τι είχε να πη για το νέφες το Λεξικόν των Μπράουν, Ντράιβερ και Μπριγκς;
12 Τον Ιανουάριο αυτού του έτους 1963 η Ιουδαϊκή Εταιρία Δημοσιεύσεων της Αμερικής παρουσίασε μια νέα μετάφρασι των πρώτων πέντε βιβλίων της Γραφής, που είναι γνωστά στην Εβραϊκή ως Τορά ή στην Ελληνική ως Πεντάτευχος, με άλλα λόγια των πρώτων πέντε βιβλίων που εγράφησαν από τον προφήτη του Θεού Μωυσή.b Προτού τεθή σε κυκλοφορία αυτή η νέα μετάφρασις από το Εβραϊκό πρωτότυπο, ένας συντάκτης των Τάιμς της Νέας Υόρκης είχε μια συνέντευξι με τον διευθύνοντα εκδότην της μεταφράσεως, Δρα Χάρρυ Μ. Ορλίνσκυ, τον καθηγητήν της Βίβλου στο Κολλέγιο της Εβραϊκής Ενώσεως της Νέας Υόρκης. Έπειτα από τη συνέντευξι αυτή, ιδού, μεταξύ άλλων, τι είχε να πη ο συντάκτης των Τάιμς στο τεύχος της εφημερίδος υπό ημερομηνίαν 12 Οκτωβρίου 1962:
Η λέξις «ψυχή», είπε ο Δρ Ορλίνσκυ, έχει κατ’ ουσίαν εξαλειφθή από τη μετάφρασι, επειδή «η υπό συζήτησιν Εβραϊκή λέξις εδώ είναι ‘Νέφες’.»
«Άλλοι μεταφρασταί την έχουν ερμηνεύσει ότι σημαίνει ‘ψυχή,’ «πράγμα που,» είπε, «είναι τελείως ανακριβές. Η Γραφή δεν λέγει ότι έχομε ψυχή. ‘Νέφες’ είναι το άτομο το ίδιο, η ανάγκη του για τροφή, το ίδιο το αίμα στις φλέβες του, η ύπαρξίς του.»
13 Εν τούτοις, δεν θ’ αφήσωμε τον λόγο αυτού του Εβραίου εκδοτικού διευθυντού να είναι η τελική αυθεντία στο ζήτημα. Ας στραφούμε, επίσης, στους παραγωγούς Εβραιο-Αγγλικών λεξικών. Συμβουλευθήτε στη δημοσία βιβλιοθήκη το Εβραϊκό και Αγγλικό Λεξικό της Παλαιάς Διαθήκης, βασισμένο στο Λεξικόν του Ουίλλιαμ Γεσένιους και που έχει εκδοθή από τρεις κληρικούς, τους Δρας Μπράουν, Ντράιβερ και Μπριγκς, στη διωρθωμένη του έκδοσι του 1952. Στη σελίδα 659, κάτω από την Εβραϊκή λέξι Νέφες, το Λεξικό αυτό είναι αρκετά ειλικρινές για να παραδεχθή τα ακόλουθα, στη δευτέρα στήλη: «2. Το νέφες γίνεται μια ζώσα ύπαρξις: με το να εμφύσηση ο Θεός νεσαμάθ χαγίμ στους ρώθωνας της μπαζάρ του· του ανθρώπου Γένεσις 2:7· με εφαρμογή στα ζώα επίσης Γένεσις 2:19· έτσι και στον Ψαλμό 104:29, 30, παράβαλε 66:9· ο άνθρωπος είναι νέφες χαγιάχ, μια ζώσα, αναπνέουσα ύπαρξις Γένεσις 2:7· αλλού νέφες χαγιάχ πάντοτε για τα ζώα Γένεσις 1:20, 24, 30· 9:12, 15, 16, Ιεζεκιήλ 47:9· . . . 3. Το νέφες . . . είναι ειδικώς: α. μια ζώσα ύπαρξις της οποίας, η ζωή διαμένει στο αίμα . . . (συνεπώς θυσιαστική χρήσις του αίματος, και απαγόρευσις άλλων του χρήσεων· . . .) . . . γ. Το νέφες χρησιμοποιείται για τη ζωή την ίδια 171 φορές, των ζώων Παροιμίαι 12:10, και του ανθρώπου Γένεσις 49:30 . . .»c
14. Τι είχε να πη το Λεξικόν των Κέλερ και Μπαουμγκάρτνερ για το νέφες, και με ποια αναφορά στην «Ελληνική αντίληψι περί ψυχής»;
14 Για να έχομε περισσότερη από μια μαρτυρία επάνω στο ζήτημα αυτό, ας στραφούμε, επίσης, στο Λεξικόν για τα Βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, των Α. Κέλερ και Β. Μπαουμγκάρτνερ, στην έκδοσί του τού 1953, που δίδει ορισμούς και στη Γερμανική και στην Αγγλική, Στη σελίδα 627 του Δευτέρου του Τόμου, το Λεξικόν αυτό λέγει, κάτω από τη λέξι Νέφες: «η αναπνέουσα ουσία, που κάνει τον άνθρωπο και το ζώο ζώσες υπάρξεις Γένεσις 1:20, η ψυχή (απολύτως διαφορετική από την Ελληνική αντίληψι περί ψυχής) της οποίας έδρα είναι το αίμα Γένεσις 9:4f· Λευιτικόν 17:11· Δευτερονόμιον 12:23 (249 φορές): 3. νέφες χαγιάχ ζώσα ύπαρξις: Γένεσις 1:20, 24 (= ζώα) 2:19 . . . 2:7, 9, 10, 16. . . . 4. ψυχή = ζώσα ύπαρξις, άτομον, πρόσωπον . . . όστις φονεύη πρόσωπον Αριθμοί 31:19, . . . καταστρέφει ζωάς, πρόσωπα Ιεζεκιήλ 22:27· . . . 7. Νέφες πνοή = ζωή (282 φορές) . . .» Και στη σελίδα 628, στήλη 1: «Νέφες νεκρά (ανεπτύχθη από έν πρόσωπον) Λευιτικόν 21:1· Αριθμοί 6:11· 9:10· Λευιτικόν 22:4· Αγγαίος 2:13· Αριθμοί 5:2· 9:6f· 19:11, 13· . . .»
15. Ποια έννοια της «ψυχής» εδέχθησαν ο Ιησούς και οι απόστολοι του, και πως το έδειξε αυτό ο Παύλος στην 1 Κορινθίους 15:45;
15 Θα ήταν σφάλμα να παραμερίσωμε τους παραπάνω αυθεντικούς ορισμούς επειδή απλώς θα θέλαμε να εμμείνωμε στη διδασκαλία ενός προτιμώμενου θρησκευτικού δόγματος του «Χριστιανικού κόσμου». Η ανωτέρω ήταν η έννοια του νέφες ή ψυχής που εδέχθησαν ο Ιησούς Χριστός και οι εκλεκτοί του απόστολοι. Εμείς σήμερα πρέπει, επίσης, να δεχθούμε αυτή την έννοια, αν επιθυμούμε ν’ αποδειχθούμε μαθηταί του και να γνωρίσωμε την αλήθεια, που μας ελευθερώνει. (Ιωάν. 8:31, 32) Παραδείγματος χάριν, ο απόστολος Παύλος, εξετάζοντας την ανάστασι, στην 1 Κορινθίους 15:45, παραθέτει ένα εδάφιο από το δεύτερο κεφάλαιο της Βίβλου που δείχνει τι είναι μια ανθρώπινη ψυχή, δηλαδή, το Γένεσις 2:7. Στη δημοφιλή κατ’ Εξουσιοδότησιν Μετάφρασι της Βίβλου το εδάφιο αυτό λέγει: «Και έπλασε ΚΥΡΙΟΣ ο Θεός τον άνθρωπον από χώματος εκ της γης, και ενεφύσησεν εις τους μυκτήρας αυτού πνοήν ζωής, και έγεινεν ο άνθρωπος ψυχή ζώσα.» Αυτός ο πρώτος άνθρωπος ωνομάζετο Αδάμ, και ήταν μια «ψυχή».
16. Ποιο γεγονός δεν προσεπάθησε ο Παύλος να μεταστρέψη σε αντίθεσι με την Ισπανική Μετάφρασι Τορρές Αμάτ του 1943 στην 1 Κορινθίους 15:45;
16 Παρακαλούμε σημειώστε ότι, όταν ο απόστολος Παύλος, εξετάζοντας την ανάστασι, παραθέτη το Γένεσις 2:7, δεν προσπαθεί να μεταστρέψη το γεγονός ότι ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ ήταν μια ψυχή. Ο Παύλος δεν λέγει ότι ο Θεός ενεφύσησε στους μυκτήρας του ανθρώπου μια ψυχή. Δεν μεταβάλλει τη διατύπωσι για να ταριάζη με την Ελληνική ιδέα περί ψυχής. Μια τέτοια αλλαγή της διατυπώσεως γίνεται από την Ισπανική Μετάφρασι Τορρές Αμάτ του 1943, μ’ ένα Πρόλογο υπό τύπον Επιστολής του Καρδιναλίου Κοπέλλο από την Αργεντινή, διότι μεταφράζει ως εξής το 1 Κορινθίους 15:45: «Ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ επλάσθη με ζώσαν ψυχήν, ο έσχατος Αδάμ, Ιησούς Χριστός επληρώθη με ζωοποιούν πνεύμα.»d
17. Πώς, λοιπόν, ο Παύλος δείχνει συμφωνία με τον Εβραίο δόκτορα στο ζήτημα του νέφες;
17 Ο απόστολος Παύλος έγραψε στην κοινή Ελληνική· και μολονότι εχρησιμοποίησε την Ελληνική λέξι ψυχή αντί της Εβραϊκής λέξεως νέφες, έγραψε: «Ούτως είναι και γεγραμμένον, Ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ “έγεινεν εις ψυχήν ζώσαν·” ο έσχατος Αδάμ [έγεινεν] εις πνεύμα ζωοποιούν.» (1 Κορ. 15:45) Ο απόστολος Παύλος έτσι συμφωνούσε με τον σημερινό Δόκτορα Ορλίνσκυ στο ότι «η Γραφή δεν λέγει ότι έχομε ψυχή. ‘Νέφες’ [η ψυχή] είναι το άτομο το ίδιο.» Ο Παύλος ομοίως υποστηρίζει ότι μια ανθρώπινη ψυχή δεν είναι πνεύμα, αλλ’ ότι είναι διαφορετική από ένα πνεύμα.—Εβρ. 4:12.
ΠΕΘΑΙΝΕΙ Η ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΨΥΧΗ;
18. Πεθαίνουν οι ψυχές των ζώων, και ποια ερωτήματα εγείρονται όσον αφορά την ανθρώπινη ψυχή;
18 Οι θεόπνευστοι συγγραφείς της Αγίας Γραφής ονομάζουν τα κατώτερα ζώα, τα πουλιά, τα κτήνη, τα ψάρια, τα έντομα, «ψυχάς ζώσας», τα πλάσματα δε αυτά πεθαίνουν. Στην περίπτωσί των, λοιπόν, η «ψυχή» ή νέφες πεθαίνει. Α, αλλ’ ο άνθρωπος είναι ένα πλάσμα ανώτερο από εκείνα τα ζώα και είναι μια δημιουργία χωριστή και διακεκριμένη από εκείνα τα ζώα. Δεν πεθαίνει, λοιπόν, η ανθρώπινη ψυχή; Για μια εμπνευσμένη αποφασιστική απάντησι θα λάβωμε μήπως τον λόγον των προ Χριστού Ελλήνων φιλοσόφων Πυθαγόρα και Πλάτωνος, ή θα λάβωμε τον λόγον του προφήτου του Θεού Μωυσέως και των άλλων θεοπνεύστων συγγραφέων της Αγίας Γραφής; Επειδή επιθυμούμε την αυθεντική απάντησι του Θεού, προστρέχομε στη θεόπνευστη Βίβλο του.
19. Πώς το παραπάνω Λεξικόν δείχνει την ορθότητα της εκφράσεως «νέκρα ψυχή;
19 Οι παραπάνω περικοπές του Εβραιο-Αγγλικού Λεξικού μάς ανέφεραν μερικά Γραφικά εδάφια, όπου γίνεται λόγος για νεκρή νέφες ή ψυχή. Κυττάξτε αυτά τα εδάφια στο αντίτυπο της Νεοελληνικής μεταφράσεως της Γραφής σας, και θα εύρετε τούτο: Στο Λευιτικόν 21:1· 22:4 το νέφες (η Εβραϊκή λέξις αντί της λέξεως «ψυχή») μεταφράζεται ‘ο νεκρός’, καθώς και στους Αριθμούς 5:2· 6:11. Στους Αριθμούς 6:6 μεταφράζεται ‘ο τεθνεώς’, ενώ στην κατ’ Εξουσιοδότησιν Αγγλική μετάφρασι αποδίδεται «σώμα» στην έκφρασι «νεκρόν σώμα»· ή, όπως λέγει το Εβραϊκόν και Χαλδαϊκόν Ταμείον της Παλαιάς Διαθήκης του Άγγλου στη σελίδα 829b, «κατά γράμμα, νεκρά ψυχή.» Στους Αριθμούς 9:10 το νέφες απαντάται μεταφρασμένο με την έκφρασι «νεκρόν σώμα,» καθώς επίσης στους Αριθμούς 9:6, 7· 19:11, 13 και Αγγαίος 2:13.
20. Πώς το Λεξικόν αυτό δείχνει αν η ανθρώπινη ψυχή μπορή να καταστραφή, και ποια αλήθεια δείχνει καθαρά το Ιεζεκιήλ 18:4, 20;
20 Εκτός τούτου, το Λεξικόν μάς αναφέρει το εδάφιο Αριθμοί 31:19 ως περίπτωσι θανατώσεως μιας νέφες ή ψυχής, και το Ιεζεκιήλ 22:27 ως περίπτωσι αφανισμού μιας νέφες ή ψυχής. Τα εδάφια αυτά αποδεικνύουν καθ’ εαυτά ότι ο γραπτός λόγος του Θεού διδάσκει ότι η ανθρώπινη ψυχή είναι θνητή και πεθαίνει. Αλλά κανένα εδάφιο δεν είναι σαφέστερο όσον αφορά την αλήθεια αυτή από το Ιεζεκιήλ 18:4, στο οποίο Κύριος ο Θεός λέγει: «Ιδού, πάσαι αι ψυχαί είναι εμού· ως η ψυχή του πατρός, ούτω και η ψυχή του υιού εμού είναι· η ψυχή η αμαρτήσασα, αυτή θέλει αποθάνει.» Το εδάφιο 20 επαναλαμβάνει: «Η ψυχή η αμαρτάνουσα, αυτή θέλει αποθάνει.» Βλέπε επίσης Ιεζεκιήλ 13:19.
21, 22. Αλλά μήπως η κατάστασις της ανθρωπίνης ψυχής μεταβάλλεται με τη «Χριστιανική Καινή Διαθήκη», και τι έδειξαν σχετικά με τούτο ο Ιησούς, ο Παύλος και ο Φίλιππος;
21 Πιθανώς μερικοί από τους αναγνώστας μας θα πουν: ‘Αλλά στη Χριστιανική Καινή Διαθήκη τα πράγματα μεταβάλλονται και εκεί καταδεικνύεται ότι αποτελεί Χριστιανική αλήθεια το ότι η ανθρώπινη ψυχή δεν πεθαίνει, αλλά είναι αθάνατη’.
22 Αλλά δεν συμβαίνει αυτό! Δεν είπε ο Χριστιανός απόστολος Παύλος ότι «ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ έγεινεν εις ψυχήν ζώσαν»; Επομένως, όταν ο Αδάμ απέθανε σε ηλικία 930 ετών και επέστρεψε στο χώμα επειδή εν πρώτοις ήταν χώμα, η ανθρώπινη ψυχή απέθανε. (Γεν. 3:19· 5:5) Όταν ο Ιησούς είπε στους δώδεκα αποστόλους του να μη φοβούνται τους ανθρώπους, τι είπε; «Μη φοβηθήτε από των αποκτεινόντων το σώμα, την δε ψυχήν μη δυναμένων να αποκτείνωσι· φοβήθητε δε μάλλον τον δυνάμενον και ψυχήν και σώμα να απολέση εν τη γεέννη.» (Ματθ. 10:28) Σ την τελευταία του νύχτα στον κήπο της Γεθσημανή, τι είπε στους αποστόλους του; «Περίλυπος είναι η ψυχή μου έως θανάτου.» (Ματθ. 26:38· Μάρκ. 14:34) Ο Φίλιππος ο ευαγγελιστής εφήρμοσε, στην πλοκή του λόγου, στον Ιησούν την προφητεία του Ησαΐα 53:12, που λέγει: «Παρέδωκε την ψυχήν αυτού εις θάνατον.»—Πράξ. 8:30-35.
23. Πώς συμφωνούν με τα παραπάνω ο Ιάκωβος και η Αποκάλυψις;
23 Ο μαθητής Ιάκωβος τελειώνει την επιστολή του, λέγοντας: «Αδελφοί, εάν τις μεταξύ σας αποπλανηθή από της αληθείας, και επιστρέψη τις αυτόν, ας εξεύρη ότι ο επιστρέψας αμαρτωλόν από της πλάνης της οδού αυτού, θέλει σώσει ψυχήν εκ θανάτου.» (Ιάκ. 5:19, 20) Και στο τελευταίο βιβλίο της Γραφής διαβάζομε, στην Αποκάλυψι 16:3: «Και ο δεύτερος άγγελος εξέχεε την φιάλην αυτού εις την θάλασσαν, και έγεινεν αίμα ως νεκρού· και πάσα ψυχή ζώσα απέθανεν εν τη θαλάσση.»
24. Αντιφάσκει ένα μέρος της Γραφής μ’ ένα άλλο μέρος στο ζήτημα του θανάτου της ψυχής, και ποιες Βιβλικές λέξεις δεν εφαρμόζονται στην «ψυχή»;
24 Θυμόμαστε τον ταξιδεύοντα Βιβλικόν ομιλητή, ο οποίος, πριν από μερικά χρόνια προκαλούσε τα ακροατήρια του λέγοντας ότι θα τους έδινε ένα χαρτονόμισμα των πέντε δαλλαρίων για κάθε εδάφιο της Γραφής που θα του έδειχναν και που θα έλεγε ότι η ανθρώπινη ψυχή είναι αθάνατη. Είναι περιττό να πούμε ότι ποτέ δεν ευρέθη υποχρεωμένος να δώση σε κάποιον ούτε ένα χαρτονόμισμα των πέντε δολλαρίων διότι η Γραφή δεν αντιφάσκει με τον εαυτό της στο γεγονός ότι η ανθρώπινη ψυχή πεθαίνει λόγω της αμαρτίας. Σε όλες τις εκατοντάδες των σελίδων της η Γραφή χρησιμοποιεί τις λέξεις «αθανασία, αφθαρσία, άφθαρτος» μόνο δεκαέξη φορές, και ούτε μια φορά δεν εφαρμόζει ο λόγος τον Θεού αυτές τις λέξεις στην ανθρώπινη ψυχή.e
25. Το ότι τονίζομε αυτά τα γεγονότα από τον λόγον του Θεού πώς θα έπρεπε να κάμη όλους να αισθάνωνται, και γιατί;
25 Γιατί μερικοί θρησκευόμενοι να εξοργίζωνται και να αρνούνται να αναγνώσουν περισσότερα απλώς επειδή τονίζομε αυτά τα γεγονότα για την ψυχή από τον λόγον της αληθείας του Θεού; Αυτό θα έπρεπε να κάμη όλους ευτυχείς! Γιατί; Επειδή κατά τον θάνατο η ανθρώπινη ψυχή πεθαίνει και έτσι δεν υπάρχει αθάνατη συνειδητή ψυχή για να πάη σ’ έναν άδη ή καθαρτήριο ειδωλολατρικού είδους και να υποφέρη και να βασανίζεται με πυρ και θείον για πάντα ή ακόμη και για μια περιορισμένη χρονική περίοδο. Το γεγονός αυτό, μαζί με το συσχετιζόμενο γεγονός ότι θα υπάρξη ανάστασις νεκρών, πρέπει να κάμη πολύ χαρούμενους όλους όσοι αγαπούν τον Θεόν και την ανθρωπότητα. Μας βοηθεί να δούμε καθαρά γιατί πρέπει να υπάρξη ανάστασις αν οι ανθρώπινοι νεκροί πρόκειται να ζήσουν πάλι μαζί μας σ’ ένα νέο κόσμο με ατελεύτητη ευτυχία.
[Υποσημειώσεις]
a Βλέπε Εγκυκλοπαιδεία Μακ Κλίντοκ και Στρογκ, Τόμος 2, σελίς 560α, κάτω από το «Σύμβολον Πίστεως».
b Στη Γένεσι 2:7 αυτή η νέα μετάφρασις του Τορά δεν χρησιμοποιεί τη λέξι «ψυχή», αλλά λέγει: «ΚΥΡΙΟΣ ο Θεός έπλασε τον άνθρωπον εκ του χώματος της γης, και ενεφύσησεν εις τους ρώθωνάς του την πνοήν της ζωής, και ο άνθρωπος έγινε ζώσα ύπαρξις.»
Το Αριθμοί 6:6, 11· 19:13, αντί να λέγη «νεκρά ψυχή» ή «ψυχή», χρησιμοποιεί τις λέξεις «νεκρόν πρόσωπον» και «πτώμα» και «σώμα» και «πρόσωπον» και λέγει: «Καθ’ όλην την περίοδον, την οποίαν έθεσε κατά μέρος δια τον ΚΥΡΙΟΝ, δεν θα εισέλθη εκεί όπου υπάρχει νεκρόν πρόσωπον. Ο ιερεύς θα . . . κάμη εξιλέωσιν υπέρ αυτού δια την αμαρτίαν, την οποίαν διέπραξε μέσω του πτώματος . . . Όστις εγγίση πτώμα, το σώμα ατόμου το οποίον απέθανε, και δεν καθαρισθή, μολύνει την Σκηνήν του ΚΥΡΙΟΥ· το πρόσωπον αυτό θα εξολοθρευθή εκ του Ισραήλ.» (Τα πλάγια στοιχεία δικά μας.)
c Στην παραπάνω περικοπή οι Εβραϊκές λέξεις νεσαμάθ χαγίμ σημαίνουν «η πνοή της ζωής.» Μπαζάρ σημαίνει «σαρξ», και νέφες χαγιάχ σημαίνει «ψυχή ζώσα,» είτε εφαρμόζεται σε ζώο είτε σε άνθρωπο.
d Το Ισπανικό κείμενο λέγει: “El primer hombre Adán fué formado con alma viviente, el postrer Adán, Jesucristo, ha sido llenado de un esípritu vivificante.”
e Βλέπε 1 Τιμόθεον 1:17· 1 Κορινθίους 15:53, 54· 1 Τιμόθεον 6:16· Ρωμαίους 2:7· 2 Τιμόθεον 1:10· 1 Κορινθίους 9:25· 15:52· 1 Πέτρου 1:4, 23· 1 Κορινθίους 15:42, 50, 53, 54.