Εκλογή της Ορθής Μορφής Λατρείας
«Δεύτε, ας προσκυνήσωμεν και ας προσπέσωμεν· ας γονατίσωμεν ενώπιον του Ιεχωβά, του Ποιητού ημών. Διότι αυτός είναι ο Θεός ημών· και ημείς λαός της βοσκής αυτού, και πρόβατα της χειρός αυτού.»—Ψαλμ. 95ος 6, 7, ΜΝΚ.
1. Ποιοι παράγοντες διέπουν συχνά την εκλογή θρησκείας από ένα άτομο, αλλά ποια είναι η πιο σπουδαία αναζήτησις;
ΓΙΑΤΙ λατρεύετε με τον τρόπο που λατρεύετε; Οι περισσότεροι από εκείνους που ασκούν κάποια θρησκεία πιθανώς είναι προσκολλημένοι στην πίστι των γονέων των. Σε πολλές περιπτώσεις οι φίλοι και οι γείτονες ενός ανθρώπου επηρεάζουν άμεσα την εκλογή του. Άλλοι έχουν αναζητήσει την εκκλησία που φρονούν ότι ικανοποιεί πιο καλά τις ανάγκες των ως ατόμων. Εν τούτοις, το ζήτημα που έχει πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον πρέπει να είναι η ανεύρεσις και διατήρησις της μορφής λατρείας που έχει τη θεία επιδοκιμασία.
2. Τι είναι αληθινή λατρεία, και πώς, επομένως, μπορεί ένας να βρη την ορθή μορφή λατρείας;
2 Η λατρεία μας είναι η υπηρεσία μας στον Θεό. Αυτός, ως ο Ύψιστος, είναι εξυψωμένος σε σοφία και δύναμι πολύ πιο πάνω από όλη την κτίσι. «Κατά την θέλησιν αυτού πράττει εις το στράτευμα του ουρανού, και εις τους κατοίκους της γης· και δεν υπάρχει ο εμποδίζων την χείρα αυτού, ή ο λέγων προς αυτόν, Τι έκαμες;» (Δαν. 4:35) Πόσο ανόητο θα ήταν να αγνοούμε το θέλημά του! Πόσο ασύνετο το να ασκούμε μια μορφή λατρείας που δεν τον ευαρεστεί! Μάλλον, η σοφή πορεία είναι να μελετήσωμε την Αγία Γραφή για να δοκιμάσωμε ποιο είναι το αγαθό και ευάρεστο και τέλειο θέλημα του Θεού. Οδηγημένοι έτσι, θα γνωρίζομε πώς οφείλομε να περιπατούμε για να αρέσωμε στον Θεό. Αυτό θα σημαίνη ότι θα λατρεύω με εν αληθεία τον Ιεχωβά Θεό, υπηρετώντας τον, πράττοντας το θέλημά του, όχι απλώς επιδιώκοντας μια πορεία που μπορεί να μας αρέση από μια ανθρώπινη άποψι.—Ρωμ. 12:2· 1 Θεσ. 4:1.
3. Γιατί δεν μπορούν οι Χριστιανοί να λάβουν την άποψι ότι κάθε θρησκεία είναι καλή;
3 Αφού η Γραφή μιλεί για ‘θρησκείαν καθαράν και αμίαντον ενώπιον του Θεού και Πατρός’, το συμπέρασμα είναι ότι υπάρχει και λατρεία που δεν είναι καθαρά και αμίαντος από τη θεία άποψι. Αν δεν βρίσκη εύνοια ενώπιον του Θεού, είναι ματαία. Η ορθή μορφή λατρείας είναι εκείνη που επιδοκιμάζει ο Θεός.—Ιάκ. 1:26, 27.
Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ ΜΑΣ
4. Είναι συνετό το να προσκολλώμεθα στη θρησκεία των γονέων μας;
4 Εκείνοι που προσκολλώνται στη θρησκεία των γονέων των μπορεί να είναι συνετοί ή μπορεί να είναι ανόητοι. Αν οι γονείς των έχουν εντυπώσει μέσα τους γνώσι του λόγου του Θεού και τους έχουν βοηθήσει να οικοδομήσουν τη ζωή τους σύμφωνα μ’ αυτήν, θα ήταν πράξις σοφίας το να εξακολουθήσουν να επιδιώκουν αυτή την πορεία. Αλλά στη μεγάλη πλειονότητα των περιπτώσεων οι γονείς δεν ώρισαν αυτή την πορεία για τα τέκνα των. Η εκπαίδευσις στη Γραφή, ακόμη και στα λεγόμενα Χριστιανικά σπίτια, συχνά περιορίζεται σε ολίγα εδάφια που ευνοούνται από τους γονείς. Αυτά μπορεί να διαβάζωνται μαζί, ίσως ακόμη ν’ αποστηθίζωνται, αλλά σπανίως δίδεται σοβαρά προσοχή στη σημασία των. Για πολλές οικογένειες η θρησκεία σημαίνει απλώς παρακολούθηση της εκκλησίας σε ωρισμένες ώρες, αλλά έχει πολύ λίγη άμεση επίδρασι στις άλλες δραστηριότητες της ζωής. Για τη θρησκεία αυτή που ζητεί υπηρεσία χειλέων, αλλά δεν φθάνει στην καρδιά και δεν επηρεάζει βαθιά την καθημερινή ζωή ενός ατόμου, ο λόγος του Θεού λέγει: «Εις μάτην δε με σέβονται.» (Ματθ. 15:8, 9) Μπορεί κανείς να εμεγάλωσε σε μια οικογένεια που πηγαίνει στην εκκλησία, αλλ’ αν δεν έχη διδαχθή τον λόγον του Θεού, ή αν τα δόγματα της εκκλησίας τείνουν να ακυρώσουν τις αλήθειες της Γραφής, ή αν οι καρποί της εκκλησίας που εκδηλώνονται στη διαγωγή των μελών της δεν είναι θεοσεβείς καρποί, πόσο ανόητο θα ήταν να εξακολουθήση να ενστερνίζεται μια τέτοια θρησκεία!
5. (α) Γιατί συχνά είναι πολύ δύσκολο ν’ αλλάξη κανείς τη θρησκεία του, και πώς ο Ιησούς προειδοποίησε γι’ αυτό; (β) Όταν αντιμετωπίζη οικογενειακή εναντίωσι ένας που μαθαίνει την αλήθεια, ποια απόφασι πρέπει να λάβη, και πώς ο Ιεχωβά θα ευλογήση εκείνους που δείχνουν πιστότητα κάτω από αυτές τις συνθήκες;
5 Ακόμη και όταν ένα άτομο είναι πεπεισμένο ότι τα θρησκευτικά δόγματα, στα οποία επίστευε προηγουμένως, δεν ήσαν Γραφικά και ο τρόπος της ζωής του δεν ήταν αληθινά Χριστιανικός, όταν φθάνη να εγκαταλείψη αυτή τη θρησκεία, ειδικά αν είναι η θρησκεία των γονέων του, τούτο μπορεί να είναι πολύ δύσκολο. Φυσικά, αν και τα άλλα μέλη της οικογενείας του αγαπούν τον λόγον του Θεού, θα χαίρουν να μάθουν απ’ αυτόν τι ο λόγος του Θεού διδάσκει, αλλ’ αν όχι, μπορεί να είναι οξείς στην εναντίωσί των. Επειδή δεν θα μπορούν να αναιρέσουν την αλήθεια της Γραφής, είναι δυνατόν ν’ απαιτήσουν να παύση ο νεοενδιαφερόμενος να συναναστρέφεται με τον λαόν του Ιεχωβά. Για να τον εμποδίσουν από περαιτέρω μελέτη, μπορεί ακόμη να καταστρέψουν τα Γραφικά συγγράμματα που μελετά. Αυτός, με την υπομονή του, με το να μιλή με λεπτότητα για τη Γραφή όταν είναι κατάλληλο, και με την καλή διαγωγή του, θα προσπαθήση στοργικά να βοηθήση τους συγγενείς του ν’ αντιληφθούν την αλήθεια· αλλά σε μερικές περιπτώσεις, άτομα που εξεδήλωσαν την ειλικρινή των επιθυμία να υπηρετήσουν τον Ιεχωβά Θεό, τα απηρνήθησαν οι συγγενείς των. Ο Κύριος Ιησούς εγνώριζε ότι αυτό θα συνέβαινε, και είπε: «Εχθροί του ανθρώπου θέλουσιν είσθαι οι οικιακοί αυτού.» Είναι πολύ φυσικό το ότι ένας άνθρωπος αισθάνεται πως τον συνδέουν ισχυροί δεσμοί με την οικογένειά του και θα κάμη ό,τι μπορεί για να διατηρήση αυτούς τους δεσμούς, αλλά σ’ αυτή την περίπτωσι πρέπει να ληφθή μια απόφασις: Πρέπει άρα γε ο άνθρωπος να εξακολουθήση να λατρεύη με τον τρόπο που διατάσσει ο Θεός, και έτσι να περιπέση στη δυσμένεια των συγγενών του, ή πρέπει να εγκαταλείψη εκείνο που γνωρίζει ότι είναι ορθόν για να διατηρήση καλές σχέσεις με τους κατά σάρκα συγγενείς του; Ο Ιησούς απάντησε: «Όστις αγαπά πατέρα ή μητέρα υπέρ εμέ, δεν είναι άξιος εμού· και όστις αγαπά υιόν ή θυγατέρα υπέρ εμέ, δεν είναι άξιος εμού.» (Ματθ. 10:36, 37) Η μεγαλύτερη υποχρέωσίς μας είναι στον Ιεχωβά Θεό, τον ουράνιο Πατέρα μας, και στον Υιό του Ιησού Χριστό. Αν εκείνος που αντιμετωπίζει αυτή την κρίσιμη κατάστασι εμμένη σταθερά στην ακεραιότητά του προς τον Θεό, ο Ιεχωβά Θεός θα τον ανταμείψη με σπίτια και συγγενείς εκατονταπλάσια τώρα στην κοινωνία Νέου Κόσμου, και αιώνια ζωή στον νέο κόσμο.—Μάρκ. 10:29, 30.
6. Γιατί βρίσκονται σε ιδιαίτερα ευνοϊκή θέσι τα τέκνα, των οποίων οι γονείς είναι μάρτυρες του Ιεχωβά, αλλά τι πρέπει να κάμουν ως άτομα, και γιατί;
6 Τέκνα των οποίων οι γονείς είναι αφιερωμένοι δούλοι του Θεού έχουν πολλά, για τα οποία να είναι ευγνώμονα. Στα πρώτα χρόνια της ζωής των βοηθούνται να θέσουν ένα σταθερό θεμέλιο για μια ζωή θεοκρατικής υπηρεσίας. Μπορούν ν’ απολαμβάνουν την πιο καλή συντροφιά που είναι δυνατόν ν’ απολαμβάνη κανείς επάνω στη γη σήμερα—τη συντροφιά της κοινωνίας Νέου Κόσμου του Θεού. Καθημερινά μπορούν ν’ ακούνε να διαβάζεται η Γραφή και μπορούν να συμμετέχουν στην εξέτασί της. Έχοντας εκπαιδευθή στις δίκαιες αρχές του Θεού, μπορούν ν’ αποφεύγουν τις παγίδες που πληγώνουν τόσο πολλές ζωές με διαρκή λύπη. Επειδή η οικογένεια ακολουθεί το θείο υπόδειγμα λατρείας, τούτο θα ασκήση μια ισχυρή επιρροή για καλό στη ζωή των τέκνων. Εν τούτοις, το ‘ν’ ανατραφή κανείς εν τη αληθεία’ ή να μεγαλώση σ’ ένα σπίτι, όπου οι γονείς είναι μάρτυρες του Ιεχωβά, δεν είναι αρκετό. Αποκτείται από κάθε άτομο ν’ αγαπά τον Ιεχωβά Θεό με όλη του τη διάνοια και με όλη του την καρδιά και με όλη του τη ζωτική δύναμι. Σε κάθε περίπτωσι, λοιπόν, απόκειται στα τέκνα να κάμουν δική τους τη θρησκεία, να λάβουν προσωπικό ενδιαφέρον για τη μελέτη της Γραφής και να μάθουν τι διδάσκει, να καλλιεργήσουν αγάπη γι’ αυτήν, ώστε να γεμίση τις καρδιές των, και ν’ αναπτύξουν προσπάθεια να μετάσχουν στην ορθή λατρεία. «Και ενθυμού τον Πλάστην σου εν ταις ημέραις της νεότητός σου», ενουθέτησε ο Σολομών. Αν οι γονείς σας συνιστούν μια τέτοια πορεία για σας, με κάθε τρόπο ακολουθήστε την καλή συμβουλή τους.—Εκκλησ. 12:1.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΡΡΟΕΣ
7. Πώς η θρησκεία έγινε μια απλή κοινωνική διευκόλυνσις σε μερικούς, και γιατί είναι επικίνδυνη μια τέτοια τακτική;
7 Εφόσον η κοινωνική δράσις μιας κοινότητος μπορεί να συγκεντρώνεται γύρω στις εκκλησίες σ’ ένα μεγάλο βαθμό, υπάρχει ισχυρή τάσις να πηγαίνη κανείς στην ίδια εκκλησία με τους φίλους του και τους γείτονας του. Διαφημίσεις συχνά συνιστούν να πηγαίνετε «στην εκκλησία της εκλογής σας». Το επιχείρημα που δίδεται υπέρ μιας τέτοιας τακτικής βασίζεται στην εσφαλμένη ιδέα ότι κάθε εκκλησία είναι καλή, ότι εκείνο που είναι σπουδαίο είναι το να έχη κανείς μια θρησκεία. Αλλά, όπως ήδη ετονίσθη από τις Γραφές, υπάρχει λατρεία που είναι μάταιη ενώπιον του Θεού· υπάρχουν εκείνοι για τους οποίους ο Θεός λέγει ότι τον ‘σέβονται εις μάτην’. Τέτοια θρησκεία ωρισμένως δεν είναι καλή. Αυτό αληθεύει, όχι μόνο για τους δεισιδαίμονας ειδωλολάτρας, αλλά και για τους καθ’ ομολογίαν Χριστιανούς. Το να ισχυρίζεται κανείς ότι είναι Χριστιανός, αναγνωρίζοντας τον Χριστό ως Κύριο ή Διδάσκαλο, δεν είναι αρκετό. Ο Ιησούς είπε: «Δεν θέλει εισέλθει εις την βασιλείαν των ουρανών πας ο λέγων προς εμέ, Κύριε, Κύριε· αλλ’ ο πράττων το θέλημα του Πατρός μου του εν τοις ουρανοίς. Πολλοί θέλουσιν ειπεί προς εμέ εν εκείνη τη ημέρα, Κύριε, Κύριε, δεν προεφητεύσαμεν εν τω ονόματί σου, και εν τω ονόματι σου εξεβάλομεν δαιμόνια, και εν τω ονόματί σου εκάμομεν θαύματα πολλά; Και τότε θέλω ομολογήσει προς αυτούς, Ότι ποτέ δεν σας εγνώρισα· φεύγετε απ’ εμού οι εργαζόμενοι την ανομίαν.» (Ματθ. 7:21-23) Είναι επικίνδυνη τακτική το να επιτρέπη κανείς η θρησκεία του να γίνεται μια κοινωνική διευκόλυνσις. Απατούμε τον εαυτό μας αν προσπαθούμε να υποστηρίξωμε ότι υπάρχουν καλοί άνθρωποι συνταυτισμένοι με όλους αυτούς τους ομίλους και ότι όλοι κάνουν καλό στην κοινότητα. Το ερώτημα που πρέπει να θέσωμε είναι τούτο: Πράττουν το θέλημα του Πατρός του εν τοις ουρανοίς;
8. Με ποιόν τρόπο μπορεί ένας Χριστιανός να χρησιμοποιήση την ανθρώπινη τάσι προς τον «κονφορμισμό» για αρκετά πλεονεκτήματα, αλλ’ από τι πρέπει να φυλάγεται;
8 Από μια γενική άποψι, οι άνθρωποι τείνουν να είναι «κονφορμισταί». Πηγαίνουν με το πλήθος. Ό,τι κάνουν οι άλλοι, κάνουν και αυτοί. Υιοθετούν τις συνήθειες των ανθρώπων που είναι γύρω τους. Για να χρησιμεύση αυτό το ανθρώπινο χαρακτηριστικό στην ωφέλεια ενός ατόμου, πρέπει το άτομο αυτό να προσέχη τις συναναστροφές του. Αν οι άνθρωποι με τους οποίους συναναστρέφεται υπηρετούν τον Θεό και αγαπούν τη δικαιοσύνη, ο τρόπος ζωής με τον οποίο θα τείνη να συμμορφωθή θα είναι εποικοδομητικός και για τη διαρκή του ευημερία. Ενώ, αν ένα άτομο κάνη συντροφιά με κοσμικούς ανθρώπους, η νοοτροπία των θ’ αρχίση να διαχύνεται στη διάνοιά του και οι συνήθειες των θ’ αρχίσουν να επιδρούν σ’ αυτό.
9. Τι εννοούν οι Γραφές όταν μιλούν για «κακές συναναστροφές»;
9 Ποτέ δεν πρέπει να θεωρούμε τον εαυτό μας τόσο ισχυρό ώστε να μην μπορή να εκπέση από την πίστι. «Μη πλανάσθε· “Φθείρουσι τα καλά ήθη αι κακαί συναναστροφαί”.» (1 Κορ. 15:33) Τι εννοείται με κακές συναναστροφές; Είναι μόνο συναναστροφές με ανθρώπους που χρησιμοποιούν ακάθαρτη γλώσσα, που είναι ανήθικοι ή μεθούν; Ασφαλώς, τέτοιοι άνθρωποι θα ήσαν κακή συντροφιά. Αλλά οι Γραφές κάνουν την εφαρμογή πολύ πιο περιεκτική λέγοντας: «Τίνα «μερίδα [έχει] ο πιστός με τον άπιστον;» (2 Κορ. 6:15) Κακές συναναστροφές είναι οι συναναστροφές με ανθρώπους που είναι άπιστοι. Είναι αλήθεια ότι δεν μπορούμε ν’ αποφύγωμε κάθε επαφή μαζί τους, αλλιώς θα έπρεπε να βγούμε έξω από τον κόσμο. Αλλά μπορούμε ν’ αποφεύγωμε να τους εκλέγωμε ως εκείνους με τους οποίους κάνομε συντροφιά.
10. Πώς μπορούν οι κοσμικές συναναστροφές να οδηγήσουν σε ασύνετο γάμο, αλλά ποια είναι η ώριμη Χριστιανική άποψις για τη θρησκεία ως παράγοντα στην εκλογή γαμήλιου συντρόφου;
10 Ειδικά όταν εκλέγη κάνεις ένα γαμήλιο σύντροφο είναι σπουδαίο να θυμάται τη συμβουλή: «Μη ομοζυγείτε με τους απίστους.» (2 Κορ. 6:14) Αυτό μπορεί ν’ αρχίση με μια βραδιά διασκεδάσεως μαζί με κοσμικές γνωριμίες. Οπωσδήποτε, η έλξις μεταξύ των φύλων είναι ισχυρή, τα αισθήματα ενός ατόμου εύκολα εμπλέκονται, και τα αισθήματα μπορεί να είναι πολύ αποτελεσματικά στο να επιβάλουν στη δύναμι της λογικής να εργασθή γι’ αυτά, δικαιολογώντας τις τάσεις των αντί να τις διορθώση. Όταν η φιλία οδηγήση σε γάμο, ο πιστός μπορεί να αισθάνεται μέσα του τη βεβαιότητα ότι ο γαμήλιος σύντροφος είναι καλής θελήσεως και θα βοηθηθή έτσι να έλθη στην αλήθεια. Δεν είναι αυτός ο τρόπος που ο Θεός μάς λέγει να λογικευθούμε επάνω στο ζήτημα αυτό. Η εντολή του στον υπό διαθήκην λαόν του Ισραήλ ήταν: «Ουδέ θέλεις συμπενθερεύσει μετ’ αυτών [των απίστων της γης]· την θυγατέρα σου δεν θέλεις δώσει εις τον υιόν αυτού, ουδέ την θυγατέρα αυτού θέλεις λάβει εις τον υιόν σου· διότι θέλουσιν αποπλανήσει τους υιούς σου απ’ εμού, και θέλουσι λατρεύει άλλους θεούς· και θέλει εξαφθή η οργή του Ιεχωβά εναντίον σας, και πάραυτα θέλει σε εξολοθρεύσει.» (Δευτ. 7:3, 4, ΜΝΚ) Στους Χριστιανούς δίδεται η εντολή να νυμφεύωνται «μόνον . . . εν Κυρίω», δηλαδή, μόνο μ’ εκείνα τα άτομα που έχουν ήδη αποδειχθή ότι είναι σε ενότητα με Κύριον τον Θεό με το να έχουν κάμει αφιέρωσι να τον υπηρετούν. Έτσι, η Γραφή δείχνει ότι η εκζήτησις συναναστροφής με κοσμικούς ανθρώπους είναι ένα βήμα απομακρύνσεως από την αληθινή λατρεία.—1 Κορ. 7:39.
ΣΧΕΣΙΣ ΣΕ ΚΟΣΜΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
11. Πώς ο Διάβολος χρησιμοποιεί την κοσμική εργασία ως μέσον για να εμποδίση τους νεοενδιαφερομένους από το ν’ αναλάβουν την ορθή μορφή λατρείας;
11 Τα συμφέροντα της εργασίας έχουν επίσης μια ισχυρή λαβή επάνω στη ζωή των ανθρώπων. Σε μερικά μέρη όπου η εξουσία του κλήρου είναι ισχυρή, ένα άτομο που θέλει να εγκαταλείψη την εκκλησία για να γίνη ένας από τους μάρτυρας του Ιεχωβά, μπορεί ν’ απειληθή με απώλεια της βιοποριστικής του εργασίας. Κατά καιρούς οι συγγενείς ενός ατόμου απειλούνται με οικονομικές αντεκδικήσεις απλώς επειδή το άτομο αυτό συμμελετά τη Γραφή με τους μάρτυρας του Ιεχωβά. Έτσι ο Διάβολος μέσω των ορατών αντιπροσώπων του εξακολουθεί να προάγη το επιχείρημα που παρουσίασε στην περίπτωσι του Ιώβ. Ισχυρίζεται ότι οι άνθρωποι θα υπηρετήσουν τον Θεό μόνο εφ’ όσον ευημερούν υλικώς, αλλά ότι, αν η οικονομική των ασφάλεια διατρέχη κίνδυνο, θα εγκαταλείψουν τη λατρεία του Ιεχωβά. Πολλά όμως είναι τα άτομα που αρνούνται να εξαρτήσουν τη λατρεία τους από οικονομικές προϋποθέσεις. Πιστεύουν ότι ο Θεός, ο οποίος φροντίζει για τα πουλιά του αέρος και τα κτήνη του αγρού, θα φροντίση ώστε και αυτοί επίσης να έχουν τον καθημερινό τους άρτο αν θέτουν τη λατρεία του πρώτη.—Ιώβ 1:9-12· Ματθ. 6:25-34.
12. Ποια κατάλληλη θέσι μπορεί να κατέχη η κοσμική εργασία στη ζωή μας, αλλά ποιοι κίνδυνοι πρέπει ν’ αποφεύγονται;
12 Όταν έχη κανείς αναλάβει τη λατρεία του Θεού εν πνεύματι και αληθεία, πρέπει συνεχώς να είναι άγρυπνος στις υλιστικές επιρροές που θα μπορούσαν να τον κάμουν να προσκόψη. Ο Ιησούς προειδοποίησε: «Δεν δύνασθε να δουλεύητε Θεόν και Μαμμωνά.» (Ματθ. 6:24) Αν αληθινά υπηρετούμε τον Θεό, πρέπει να υπακούωμε στις εντολές του. Αν ο Μαμμωνάς είναι ο κύριός μας, η κοσμική εργασία μας θα κυβερνά τη ζωή μας. Δεν είναι κατ’ ανάγκην ο πλούσιος άνθρωπος εκείνος που είναι δούλος του μαμμωνά· συχνά είναι εκείνος που, αναγκασμένος ν’ αγωνίζεται κάθε μέρα για ν’ αποκτήση αρκετά χρήματα για τη συντήρησι της οικογενείας του, βρίσκει ότι έγινε δούλος του «οικονομικού φαύλου κύκλου». Είμεθα δούλοι εκείνου στον οποίον υπακούομε. Συνετά πρέπει να κρατούμε την κοσμική εργασία στη θέσι της ως το μέσον με το οποίο συντηρούμε τον εαυτό μας και προνοούμε για όσα είναι χρειώδη στην οικογένειά μας, Αλλά ποτέ δεν πρέπει να επιτρέπωμε η ελευθερία που έχομε να πράττωμε το θείο θέλημα να καταπνίγεται λόγω εμπλοκής «εις τας βιωτικάς υποθέσεις».—2 Τιμ. 2:4.
ΘΕΙΑ ΚΑΘΟΔΗΓΙΑ
13, 14. (α) Γιατί χρειαζόμεθα ακριβή γνώσι για να λατρεύωμε τον Θεό ευπρόσδεκτα; (β) Ποιες είναι μερικές από τις κοινές θρησκευτικές διδασκαλίες, που δεν είναι Γραφικές, αλλά ποια οργάνωσις σήμερα ασκεί τη μορφή λατρείας που επιδοκιμάζεται από τον Θεό; Γιατί απαντάτε έτσι;
13 Σε όλες αυτές τις περιστάσεις, τις οποίες αντιμετωπίζομε, και οι οποίες με κάποιον τρόπο επηρεάζουν τη λατρεία μας, η Γραφή μάς παρέχει τη θεία καθοδηγία, που τόσο την χρειαζόμεθα. Μας δείχνει την πορεία που είναι ευάρεστη ενώπιον του Θεού. Δεν τολμούμε να είμεθα όμοιοι μ’ εκείνους για τους οποίους μιλούσε ο απόστολος Παύλος προς τους Χριστιανούς της Ρώμης όταν έλεγε: «Μαρτυρώ περί αυτών, ότι έχουσι ζήλον Θεού, αλλ’ ουχί κατ’ επίγνωσιν. Επειδή μη γνωρίζοντες την δικαιοσύνην του Θεού, και ζητούντες να συστήσωσι την ιδίαν αυτών δικαιοσύνην, δεν υπετάχθησαν εις την δικαιοσύνην του Θεού.» (Ρωμ. 10:2, 3) Ενόμιζαν ότι υπηρετούσαν τον Θεό, αλλά, μη έχοντας ακριβή γνώσι, ακολουθούσαν απλώς τις ανθρώπινες κλίσεις των και έτσι υπηρετούσαν τον εαυτό τους.
14 Μόνο όταν ένα άτομο έχη ακριβή γνώσι του λόγου του Θεού είναι σε θέσι να γνωρίζη πώς να Τον λατρεύη. Έως τότε μπορεί να στηρίζεται μόνο στη δική του ατελή, και πιθανώς εσφαλμένη, γνώμη ή στη γνώμη άλλων ατόμων. Αλλά όταν επιτρέψη να είναι η Γραφή ο κανών του ως προς το ποια είναι η αλήθεια, γίνεται προφανές ότι διδασκαλίες όπως της τριάδος, της αθανασίας της ανθρωπίνης ψυχής και του πυρός του άδου, της χρήσεως εικόνων στη λατρεία, του συμβιβασμού των διαφορών πίστεων, και ούτω καθεξής, δεν περιλαμβάνονται μεταξύ των πραγμάτων που επιδοκιμάζει ο Θεός. Με τη Γραφή ως οδηγό του, μπορεί εύκολα ν’ αντιληφθή ποιοι είναι οι άνθρωποι που πράττουν το θείο θέλημα σήμερα, επειδή παραμένουν χωρισμένοι από τις υποθέσεις του κόσμου, ακολουθούν το παράδειγμα του Ιησού με το να κάνουν γνωστό το όνομα του Ιεχωβά Θεού, δείχνουν ότι είναι μαθηταί του Χριστού επειδή αγαπούν αλλήλους και δεν είναι διηρημένοι λόγω φυλής ή εθνικής προελεύσεως ή οικονομικής θέσεως, χρησιμοποιούν δε τη γλώσσα τους μ’ έναν ορθό τρόπο, κηρύττοντας τα αγαθά νέα της εγκαθιδρυμένης βασιλείας με υπακοή στην εντολή του Κυρίου Ιησού και με τον τρόπο που αυτός ωδήγησε—δημοσία και κατ’ οίκους. Η γνώσις της Γραφής καθιστά δυνατόν να διακρίνουν οι άνθρωποι καλής θελήσεως ότι, από τις πολλές θρησκευτικές οργανώσεις της γης, η κοινωνία Νέου Κόσμου των μαρτύρων του Ιεχωβά είναι ο μόνος όμιλος που ασκεί τη μορφή λατρείας, η οποία είναι καθαρή και αμίαντη από την άποψι του Θεού.
15. Έχοντας αναλάβει την ορθή μορφή λατρείας, ποια περαιτέρω γνώσι πρέπει ν’ αγωνιζώμεθα ν’ αποκτήσωμε, και γιατί;
15 Έχοντας αναλάβει την αληθινή λατρεία, πρέπει να έχωμε υπ’ όψι τη συμβουλή να ‘νοώμεν τι είναι το θέλημα του Ιεχωβά’. (Εφεσ. 5:17, ΜΝΚ) Έχομε ανάγκη ακριβούς γνώσεως, όχι μόνο των θεμελιωδών αληθειών, αλλά όλων των καλών πραγμάτων που προεγράφησαν «δια την διδασκαλίαν ημών,. . . δια να έχωμεν την ελπίδα δια της υπομονής και της παρηγορίας των γραφών». (Ρωμ. 15:4) Αυτό απαιτεί να κάνωμε πρόοδο στη μελέτη μας, να καλλιεργήσωμε εκτίμησι για κάτι περισσότερο από το γάλα του λόγου, να ποθούμε τη στερεά τροφή. Πρέπει να φερώμεθα προς την ωριμότητα.—Εβρ. 5:14-6:3.
16. Γιατί πρέπει να διαβάζωμε τακτικά τη Βίβλο, αλλά γιατί δεν πρέπει να είμεθα ικανοποιημένοι με το να την διαβάζωμε απλώς;
16 Εκτός από την κατ’ ιδίαν και την εκκλησιαστική μελέτη που κάνομε των δημοσιεύσεων της Εταιρίας Σκοπιά, πρέπει τακτικά να διαθέτωμε χρόνον για να διαβάζωμε τη Γραφή την ίδια. Κάθε Χριστιανός διάκονος πρέπει να το κάμη τακτική φροντίδα του να διαβάζη κατά συνέχειαν ολόκληρη τη Γραφή, και να το πράττη αυτό συχνά, αν είναι δυνατόν. Αλλά, έχοντας κανείς διαβάσει τη Γραφή ως το τέλος, θα ήταν ασύνετο να εξακολουθήση απλώς να ξαναδιαβάζη ύλη που δεν κατανοεί πλήρως χωρίς να σταματά για να σκεφθή σοβαρά τη σημασία της. Αυτό απαιτεί ενδιαφέρον από μέρους μας, μια διαρκή συναίσθησι του γεγονότος ότι εκείνο που διαβάζομε είναι, πράγματι, ο λόγος του Θεού. (1 Θεσ. 2:13) Ο Θεός δεν είναι σπάταλος. Δεν ανέγραψε στη Βίβλο υλικό που δεν είναι απαραίτητο. Ό,τι βρίσκεται εκεί, παρεσχέθη για τη διδασκαλία μας, για να μας οδηγή στις αποφάσεις που αντιμετωπίζομε στη ζωή έτσι ώστε να επιδιώκωμε μια πορεία που είναι σε αρμονία με τη μορφή λατρείας που επιδοκιμάζεται από τον Θεό, και να μας εξαρτίζη για αποτελεσματικό έργο ως διακόνους. (2 Τιμ. 3:16, 17) Αν πρόκειται έτσι να μας ωφελήση η Γραφή, πρέπει να ζητούμε κάτι περισσότερο από απλή γνώσι του τι λέγει. Χρειαζόμεθα κατανόησι της σημασίας της και εκτίμησι του πώς να την χρησιμοποιούμε. «Απόκτησον σοφίαν», λέγει η θεόπνευστη παροιμία, «και υπέρ πάσαν απόκτησίν σου, απόκτησον σύνεσιν.»—Παροιμ. 4:7.
17. Ποια πράγματα θα μπορούσαμε καλά να σημειώσωμε όταν διαβάζωμε τις Γραφές;
17 Να σκέπτεσθε ενεργώς όταν διαβάζετε τη Γραφή. Αν η ύλη είναι προφητική, δώστε έντονη προσοχή στην εκπλήρωσί της, τόσο μ’ ένα μικρογραφικό, όσο και μ’ ένα τελικό τρόπο. Σημειώστε τις θεμελιώδεις Γραφικές αλήθειες που θίγονται στην αφήγησι και τις καθοδηγητικές αρχές που ενσωματώνονται εκεί. Είτε οι πληροφορίες είναι προφητικές είτε άλλου είδους, όταν τις διαβάζετε, κρατείτε μπροστά στη διάνοιά σας ερωτήσεις σαν αυτές: Πώς επηρεάζει αυτό τη ζωή μου; Μήπως με καλεί να κάμω μερικές προσαρμογές για να φέρω τη διάθεσί μου ή τις πράξειις μου σε αρμονία με αυτή την έκφρασι του θείου θελήματος; Ποια σχέσι έχει προς τις άλλες Γραφικές διδασκαλίες που έμαθα; Πώς εκείνες την υποστηρίζουν, ή πώς αυτή τις επιβεβαιώνει; Πώς μπορώ να την χρησιμοποιήσω στη διακονία μου; Αν δεν κατανοήτε ένα εδάφιο, μην το παρέρχεσθε με ελαφρότητα. Καταβάλατε προσπάθεια να ανεύρετε τι σημαίνει.
18. Πώς μπορούμε ν’ αποκτήσωμε κατανόησι των όσων διαβάζομε στη Γραφή;
18 Ο Ιεχωβά Θεός, ο Συγγραφεύς της Βίβλου, είναι επίσης ο μέγας Διδάσκαλος που μας βοηθεί να την κατανοήσωμε. Χρειάζεται να δείξωμε αναγνώρισι και εκτίμησι των προμηθειών που έκαμε ο Ιεχωβά για να μας βοηθήση να κατανοήσωμε τον λόγον του. Αν είμεθα επαρκώς ενήμεροι του γεγονότος ότι αυτός είναι ο Εκπαιδευτής μας, θα τον ζητούμε με προσευχή οποτεδήποτε καθήμεθα για να διαβάσωμε τις Γραφές, ζητώντας το πνεύμα του για να μας βοηθήση. (Ιάκ. 1:5) Θα ωφεληθούμε επίσης από τις συναθροίσεις της εκκλησίας. Εκτός απ’ αυτές, ο Θεός επρομήθευσε, μέσω του «πιστού και φρονίμου δούλου», βοηθήματα μελέτης για να μας βοηθούν ν’ αποκτήσωμε κατανόησι. Όλα αυτά πρέπει να τα διαβάζωμε και να τα μελετούμε όταν τα λαμβάνωμε και όταν περιλαμβάνωνται στο πρόγραμμα της εκκλησίας, αλλά μπορεί επίσης να τα χρησιμοποιούμε ως πληροφοριακά βοηθήματα. Όταν διαβάζετε εδάφια στη Γραφή, αλλά δεν κατανοήτε πλήρως την εφαρμογή των, κυττάξτε τα στους πίνακας εδαφίων των δεμένων βιβλίων της Εταιρίας και διαβάστε τα σχόλια στα οποία σας παραπέμπουν, και τα σχετικά θέματα της Σκοπιάς, των οποίων οι τίτλοι αναγράφονται στα τεύχη 15ης Δεκεμβρίου. Ενεργώντας έτσι, δείχνετε ειλικρίνεια στην επιθυμία σας να κατανοήσετε την αλήθεια και εκτίμησι των μέσων που επρομήθευσε ο Ιεχωβά για να σας βοηθήση. Επιπρόσθετα, υπάρχουν αδελφοί στην εκκλησία που διωρίσθησαν ως υπηρέται, άτομα που είναι ‘διδακτικά’. Και αυτοί, επίσης, έχουν παρασχεθή για να σας βοηθούν. Αν έχετε προσπαθήσει να βρήτε την απάντησι στο ερώτημά σας αλλά χωρίς επιτυχία, ρωτήστε έναν απ’ αυτούς τους ωρίμους αδελφούς. Θα χαρή να μοιρασθή μαζί σας τη γνώσι που απέκτησε μέσω μελέτης ή να ερευνήση την πληροφορία μαζί σας.—1 Τιμ. 3:2.
19. Ποια άποψι δείχνουν οι Παροιμίες 2:1-6 ότι πρέπει να λάβωμε στη μελέτη του λόγου του Θεού;
19 Πόσο ωραία η θεόπνευστη παροιμία περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να επιδιδώμεθα στο ν’ αποκτήσωμε κατανόησι! «Υιέ μου, εάν δεχθής τους λόγους μου, και ταμιεύσης τας εντολάς μου παρά σεαυτώ, ώστε να προσέξη το ωτίον σου εις την σοφίαν, να κλίνης την καρδίαν σου εις την σύνεσιν· και εάν επικαλεσθής την φρόνησιν, και υψώσης την φωνήν σου εις την σύνεσιν· εάν ζητήσης αυτήν ως αργύριον, και εξερευνήσης αυτήν ως κεκρυμμένους θησαυρούς, τότε θέλεις εννοήσει τον φόβον του Ιεχωβά, και θέλεις ευρεί την επίγνωσιν του Θεού. Διότι ο Ιεχωβά δίδει σοφίαν· εκ του στόματος αυτού εξέρχεται γνώσις και σύνεσις.» (Παροιμ. 2:1-6, ΜΝΚ) Η κατανόησις είναι ένας ανεκτίμητος θησαυρός· πρέπει να ερευνήσωμε γι’ αυτήν και να καταβάλωμε προσπάθεια να ζητήσωμε βοήθεια για να τη βρούμε. Αν επιδοθούμε σε τούτο, ο Ιεχωβά θα ευλογήση τις προσπάθειές μας με επιτυχία.
20. Τι απαιτείται από μέρους μας για να εύρωμε και εμμείνωμε στην ορθή μορφή λατρείας;
20 Είναι προφανές ότι η εκλογή της ορθής μορφής λατρείας απαιτεί και εκτίμησι και προσπάθεια από μέρους μας. Πρέπει να εκτιμούμε το ότι η σχέσις μας προς τον Θεό είναι πολύ μεγαλυτέρας σπουδαιότητος από οποιονδήποτε ανθρώπινο δεσμό. Πρέπει να εκτιμούμε αρκετά την αξία του λόγου του Θεού για να επιδοθούμε στη μελέτη του. Έχοντας εύρει τη μορφή της λατρείας που τυγχάνει της θείας επιδοκιμασίας, κρατήστε την εκτίμησί σας ζωντανή, εξακολουθήστε να προοδεύετε στη γνώσι, και ευσυνείδητα εφαρμόστε τον λόγον του Θεού σε κάθε σας δράσι στη ζωή.