Το Θαύμα της Μεταμορφώσεως
«Διότι σας εγνωστοποιήσαμεν την δύναμιν και παρουσίαν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ουχί μύθους σοφιστικούς ακολουθήσαντες, αλλ’ αυτόπται γενόμενοι της εκείνου μεγαλειότητος.»—2 Πέτρου 1:16.
1. Ποια ευεργετικά αποτελέσματα επέρχονται σ’ εκείνους που λαμβάνουν το προνόμιο να δουν κάτι από τη δόξα του Ιεχωβά και του Ιησού Χριστού;
Η ΜΕΓΑΛΟΠΡΕΠΗΣ δόξα του Ιεχωβά μπορεί να γίνη αντιληπτή μόνο στο βαθμό που αυτός συγκαταβαίνει να την αποκαλύψη. Μπορεί να την κρύψη ή να την φανερώση, μακάρια δε είναι εκείνα τα τέκνα του που ευνοούνται και τους επιτρέπεται να συλλάβουν έστω και μια φευγαλέα εκδήλωσι της θείας εκλάμψεως. Ένα τέτοιο θαυμαστό θέαμα ανυψώνει, ενισχύει και εφοδιάζει ένα άτομο με ό,τι απαιτείται για διαφώτισι και πιστότητα. Καθιστά ικανόν τον δούλον του Θεού ν’ αντιμετωπίση κρίσιμες περιστάσεις και επιβεβαιώνει την ελπίδα του καθώς αυτός κινείται προς τα εμπρός για το νέο κόσμο και την αιώνια ζωή. Σε περασμένες γενεές ο Ιεχωβά απεκάλυψε τη μεγαλοπρέπειά του εν μέρει στον Μωυσή, στον Πέτρο, στον Ιάκωβο και στον Ιωάννη, και στον αγαπητό του Υιό, τον Κύριόν μας Ιησούν. Μια σοβαρή μελέτη του υπομνήματος του Ιεχωβά καθιστά δυνατόν για μας να πιστέψωμε τη μαρτυρία τους και έτσι να πληροφορηθούμε οι ίδιοι για τη θαυμαστή μεγαλειότητα και δόξα του Αιωνίου Βασιλέως, όπως αποκαλύπτεται μέσω της ζωής, του θανάτου, της αναστάσεως και της δευτέρας παρουσίας του Κυρίου Ιησού. Επιπρόσθετα μπορούμε τώρα, με την παρ’ αξίαν αγαθότητα του Ιεχωβά, να ενθαρρυνθούμε και ενισχυθούμε να εκτελέσωμε την υπηρεσία που μας έχει ανατεθή, βλέποντας τη δόξα του Ιεχωβά μέσω του βασιλεύοντος τώρα Υιού του Ιησού Χριστού. Εκείνοι που βρίσκονται σ’ αυτή τη μακαρία κατάστασι αποδίδουν ευχαριστίες και με αγαθή συνείδησι ζητούν να καθαρισθούν, ακολουθώντας την αγιότητα και χαίροντας στην ελπίδα.
2, 3. Εξηγήστε γιατί ο Πέτρος είπε ότι δεν ακολουθούσε «σοφιστικούς μύθους».
2 Σημειώστε προσεκτικά τα λόγια του Πέτρου που βρίσκονται στη δευτέρα επιστολή του, κεφάλαιο 1: «Χάρις και ειρήνη πληθυνθείη εις εσάς δια της επιγνώσεως του Θεού, και του Ιησού του Κυρίου ημών. Καθώς η θεία δύναμις αυτού εχάρισεν εις ημάς πάντα τα προς ζωήν και ευσέβειαν, δια της επιγνώσεως του καλέσαντος ημάς δια της δόξης αυτού και αρετής.» (Εδάφια 2, 3) Κατόπιν, έπειτα από μια περιγραφή μερικών ιδιοτήτων που πρέπει να κατέχη ένας Χριστιανός, ο Πέτρος λέγει γι’ αυτές: «Διότι, εάν ταύτα υπάρχωσιν εις εσάς και περισσεύωσι, σας καθιστώσιν ουχί αργούς ουδέ ακάρπους εις την επίγνωσιν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.» (Εδάφ. 8) Ποτέ δεν πρέπει να λησμονούνται, αλλιώς θα αποτύχωμε και θα χάσωμε την είσοδο στη βασιλεία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Ένας από τους καλύτερους τρόπους για να εμποδίσωμε αυτή την ‘ακαρπία’ είναι το να κάνωμε εξακολουθητική μνεία των πραγμάτων αυτών.
3 Εμφατικά και με πολλή πεποίθησι ο απόστολος συνεχίζει, στο εδάφιο 15: «Θέλω όμως επιμεληθή, ώστε σεις και μετά την αποβίωσίν μου να δύνασθε πάντοτε να ενθυμήσθε αυτά.» Για να βεβαιώση το ζήτημα και να βοηθήση τους αδελφούς του, αναφέρει περαιτέρω: «Διότι σας εγνωστοποιήσαμεν την δύναμιν και παρουσίαν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ουχί μύθους σοφιστικούς ακολουθήσαντες»—τέτοιους μύθους σαν εκείνους που προήλθαν από την ειδωλολατρική μυθολογία ή τα απόκρυφα συγγράμματα. Όχι, ο Πέτρος δεν είχε με επιδεξιότητα επινοήσει ένα μύθο. Δεν ήταν κανένα ολέθριο σύστημα μυστικισμού «σοφιστικά» ή απατηλά συγκροτημένο, όχι, δεν υπήρχε τίποτε το τεχνητό σε ό,τι είχε να πη, όταν ο πιστός αυτός δούλος απεκάλυπτε τη δύναμι και παρουσία του Κυρίου Ιησού, αλλά ήταν αυτόπτης μάρτυς της μεγαλειότητός του όταν έλαβε «παρά Θεού Πατρός τιμήν και δόξαν, ότε ήλθεν εις αυτόν [τον Ιησούν] τοιαύτη φωνή υπό της μεγαλοπρεπούς δόξης, “Ούτος είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, εις τον οποίον εγώ ευηρεστήθην”.» «Και ταύτην την φωνήν», λέγει ο Πέτρος, «ημείς ηκούσαμεν εξ ουρανού ελθούσαν, όντες μετ’ αυτού εν τω όρει τω αγίω.» (Εδάφια 16-18) Ο Πέτρος εδώ αναφέρεται στο θαύμα της μεταμορφώσεως, βλέποντας δε εμείς ότι χρησιμοποιεί το γεγονός αυτό για να αποδείξη τα σημεία της διδασκαλίας του, είναι μεγάλη ανάγκη να το κατανοήσωμε. Ας επωφεληθούμε από την εξέτασι και εφαρμογή του.
Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΙΣ
4. Εξηγήστε με δικά σας λόγια τη μεταμόρφωσι.
4 Εκείνο που πραγματικά συνέβη ανεγράφη για μας εις Ματθαίον 17:1-9, Μάρκον 9:1-10 και Λουκάν 9:27-36. Παραθέτομε από την αφήγησι του Μάρκου: «Και έλεγε προς αυτούς, Αληθώς σας λέγω, ότι είναι τινές των εδώ ισταμένων, οίτινες δεν θέλουσι γευθή θάνατον, εωσού ίδωσι την βασιλείαν του Θεού ελθούσαν μετά δυνάμεως. Και μεθ’ ημέρας έξ παραλαμβάνει ο Ιησούς τον Πέτρον και τον Ιάκωβον και τον Ιωάννην, και αναβιβάζει αυτούς εις όρος υψηλόν κατ’ ιδίαν μόνους· και μετεμορφώθη έμπροσθεν αυτών. Και τα ιμάτια αυτού έγειναν στιλπνά, λευκά λίαν ως χιών, οποία λευκαντής επί της γης δεν δύναται να λευκάνη. Και εφάνη εις αυτούς ο Ηλίας μετά του Μωυσέως· και ήσαν συλλαλούντες μετά του Ιησού. Και αποκριθείς ο Πέτρος λέγει προς τον Ιησούν, Ραββί, καλόν είναι να ήμεθα εδώ· και ας κάμωμεν τρεις σκηνάς, δια σε μίαν, και δια τον Μωυσήν μίαν, και δια τον Ηλίαν μίαν. Διότι δεν ήξευρε τι να είπη· επειδή ήσαν πεφοβισμένοι. Και νεφέλη επεσκίασεν αυτούς· και ήλθε φωνή εκ της νεφέλης, λέγουσα, Ούτος είναι ο Υιός μου ο αγαπητός· αυτού ακούετε. Και εξαίφνης περιβλέψαντες, δεν είδον πλέον ουδένα, αλλά τον Ιησούν μόνον μεθ’ εαυτών. Ενώ δε κατέβαινον από του όρους, παρήγγειλεν εις αυτούς να μη διηγηθώσιν εις μηδένα όσα είδον, ειμή όταν ο Υιός του ανθρώπου αναστηθή εκ νεκρών. Και εφύλαξαν τον λόγον εν εαυτοίς, συζητούντες προς αλλήλους, τι είναι το να αναστηθή εκ νεκρών.»
5. Πριν ακριβώς από τη μεταμόρφωσι ποιες ερωτήοεις είχε υποβάλει ο Ιησούς στους μαθητάς του, και γιατί;
5 Είναι σπουδαίο να παρατηρήσωμε ότι κάθε συγγραφεύς θέτει πριν από το γεγονός της αξιοσημείωτης αυτής οράσεως την ερώτησι του Κυρίου μας και τη συζήτησι που επακολούθησε με τους μαθητάς του, «Τίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι, ότι είμαι; Οι δε απεκρίθησαν, Ιωάννην τον Βαπτιστήν· και άλλοι, τον Ηλίαν· άλλοι δε, ένα των προφητών. Και αυτός λέγει προς αυτούς, Αλλά σεις τίνα με λέγετε, ότι είμαι; Και αποκριθείς ο Πέτρος, λέγει προς αυτόν, Συ είσαι ο Χριστός. Και ήρχισε να διδάσκη αυτούς ότι πρέπει ο Υιός του ανθρώπου να πάθη πολλά, και να καταφρονηθή από των πρεσβυτέρων και αρχιερέων και γραμματέων, και να θανατωθή, και μετά τρεις ημέρας να αναστηθή.» (Μάρκος 8:27-29, 31) Καθαρά εδώ ο Ιησούς επεβεβαίωνε ότι ήταν ο Χριστός, ότι θα πέθαινε και θα «ανίστατο» και ότι αυτοί θα έβλεπαν τη Βασιλεία εν δυνάμει προτού γευθούν θάνατο. Οι μαθηταί ήσαν προετοιμασμένοι για ό,τι επρόκειτο να ακολουθήση, διότι ο Ιησούς μιλούσε τόσο απερίφραστα ώστε δεν μπορούσαν να παρανοηθούν τα λόγια του.
6. Πώς εκπληρώθηκε η υπόσχεσις του Ιησού ότι μερικοί από τους μαθητάς του δεν θα έβλεπαν θάνατο ώσπου να δουν πρώτα τον Υιόν του ανθρώπου στη Βασιλεία με δύναμι;
6 Τι ακριβώς είπε ο Ιησούς σχετικά με το ότι θα έβλεπαν τη βασιλεία του Θεού; Η απάντησις θα είναι σαφής αν παραβάλωμε τη βραχεία έκθεσι που γίνεται από τους τρεις διαφόρους συγγραφείς: « . . . δεν θέλουσι γευθή θάνατον, εωσού ίδωσι τον Υιόν του ανθρώπου ερχόμενον εν τη βασιλεία αυτού» (Ματθαίος 16:28)· «εωσού ίδωσι την βασιλείαν του Θεού ελθούσαν μετά δυνάμεως» (Μάρκος 9:1)· «δεν θέλουσι γευθή θάνατον, εωσού ίδωσι την βασιλείαν του Θεού.» (Λουκάς 9:27) Το προφανές νόημα είναι ότι πριν τελειώσουν την επίγεια πορεία τους, πρέπει πρώτα να δουν τον Υιόν του ανθρώπου στη βασιλεία του με δύναμι. Ο Κύριος Ιησούς είχε πάρει τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη μαζί του σ’ ένα υψηλό όρος για να προσευχηθή, και ενώ προσηύχετο η όψις του προσώπου του έγινε διαφορετική και ο ιματισμός του άστραψε και ακτινοβόλησε με υπερφυσική λαμπρότητα. «Μετεμορφώθη» μπροστά τους. Κατόπιν η όρασις απεκάλυψε τον Ηλία και τον Μωυσή να συνομιλούν μαζί του, και αυτοί δε εμφανίσθηκαν «εν δόξη». Προφανώς τότε οι τρεις απόστολοι ήσαν βεβαρημένοι με ύπνο, και καθώς εξύπνησαν τελείως, άκουσαν τη συνομιλία να προχωρή. Τι είδους συζήτησις μπορούσε πιθανώς να γινόταν; Ο Λουκάς είναι ο μόνος συγγραφεύς που μας πληροφορεί: «Οίτινες φανέντες εν δόξη, έλεγον τον θάνατον [έξοδον, Κείμενον] αυτού, τον οποίον έμελλε να εκπληρώση εν Ιερουσαλήμ.»—Λουκάς 9:31.
7. Περιγράψτε πώς η όρασις έκαμε εντύπωσι στους αποστόλους.
7 Ήταν ο ορμητικός Πέτρος εκείνος που ξέσπασε τότε με την εισήγησι ότι θα ήταν καλό να στηθούν τρεις σκηνές στο ψηλό εκείνο βουνό, μια για τον Κύριο, μια για τον Μωυσή και μια για τον Ηλία. Ενώ ακόμα μιλούσε, σχηματίσθηκε ένα νέφος και άρχισε να καλύπτη τους τρεις μαθητάς και «ιδού φωνή εκ της νεφέλης λέγουσα, Ούτος είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, εις τον οποίον ευηρεστήθην· αυτού ακούετε. Και ακούσαντες οι μαθηταί, έπεσον κατά πρόσωπον αυτών, και εφοβήθησαν σφόδρα. Και προσελθών ο Ιησούς, επίασεν αυτούς, και είπεν, Εγέρθητε, και μη φοβείσθε. Υψώσαντες δε τους οφθαλμούς αυτών, δεν είδον ουδένα, ειμή τον Ιησούν μόνον. Και ενώ κατέβαινον από του όρους, παρήγγειλεν εις αυτούς ο Ιησούς, λέγων, Μη είπητε προς μηδένα το όραμα, εωσού ο Υιός του ανθρώπου αναστηθή εκ νεκρών.» (Ματθαίος 17:5-9) Το όραμα αυτό είχε ασφαλώς κάμει μεγάλη εντύπωσι στη διάνοια του Πέτρου, διότι μετά τριάντα ένα χρόνια έγραψε γι’ αυτό ζητώντας να κάμη τους αδελφούς του να κατανοήσουν ότι δεν είχε ‘ακολουθήσει σοφιστικούς μύθους’, αλλά τους είχε κηρύξει την αλήθεια.
8. Εδέχθηκε ο Πέτρος το όραμα ως εκπλήρωσιν της υποσχέσεως του Ιησού; Εξηγήστε πώς και γιατί.
8 Εξετάζοντας περαιτέρω το ζήτημα, βλέπομε ότι ο Πέτρος χρησιμοποιεί αυτό το όραμα της μεταμορφώσεως εν σχέσει με την «δύναμιν και παρουσίαν» του Κυρίου Ιησού Χριστού, που ο ίδιος έγινε αυτόπτης μάρτυς της μεγαλοπρεπείας της. Είναι πολύ φανερό ότι εκείνο που είδαν οι απόστολοι μετέδωσε στις διάνοιές τους πραγματική απόδειξι της δυνάμεως και της παρουσίας του. Ο Πέτρος δείχνει καθαρά ότι η μεταμόρφωσις ήταν γι’ αυτόν η εκπλήρωσις της υποσχέσεως του Ιησού ότι μερικοί από τους μαθητάς του δεν θα εγεύοντο θάνατο ώσπου να δουν πρώτα τον Υιόν του ανθρώπου στη βασιλική του δύναμι. Με αυτό το όραμα είχαν παραστή μάρτυρες της παρουσίας και δυνάμεως του Ιησού Χριστού στη δόξα της Βασιλείας, και συνδεδεμένα μ’ αυτό ήσαν τα λόγια που ελέχθησαν για τον Ιησούν από τη μεγαλοπρεπή δόξα, «Ούτος είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, εις τον οποίον ευηρεστήθην.» Οι απόστολοι είδαν τη λαμπρότητα, τη μεγαλοπρέπεια, και πραγματικά άκουσαν τη φωνή του Ιεχωβά από τον ουρανό ν’ αναγνωρίζη τον Ιησούν ως τον αγαπητόν Υιόν του Θεού, προσδιορίζοντάς τον έτσι ως τον επιδοκιμασμένον και δίνοντάς τους την εντολή «αυτού ακούετε».
9. Πώς θα μας επηρέαζε σήμερα ένα τέτοιο ένδοξο όραμα, και θα έπρεπε να περιμένωμε ότι υπάρχει μια μεγαλειωδέστερη όρασις τώρα;
9 Οι τρεις μαθηταί φοβήθηκαν υπερβολικά από τη μεγαλειότητα αυτού του ενδόξου θεάματος. Δεν θα έκανε το ίδιο οποιοδήποτε τέκνο του Ιεχωβά σήμερα αν είχε τη μεγάλη τιμή και το προνόμιο να δη ένα τέτοιο θαυμάσιο όραμα; Κατόπιν, επιπρόσθετα, ν’ ακούσουν πραγματικά τη φωνή του Ιεχωβά από τον ουρανό! Τι θα έκανε οποιοσδήποτε από μας; Χωρίς αμφιβολία, το ίδιο ακριβώς, θα επέφταμε κατά πρόσωπον με φόβο. Επειδή δεν ελάβαμε πείρα ενός τέτοιου θαυμαστού θεάματος, είναι εξαιρετικά δύσκολο για μας να συλλάβουμε κάθε τι που περιλαμβάνεται σ’ αυτό, μολονότι γνωρίζομε ότι αυτοί οι τρεις άνδρες ήσαν φοβισμένοι, πράγμα που δείχνει καθαρά τη δύναμι, την πεποίθησι και την κατανόησι της παρουσίας του λόγου του Ιεχωβά. Ποτέ δεν θα ελησμονείτο απ’ αυτούς. Σήμερα δεν περιμένομε ν’ αναρριχηθούμε σ’ ένα κατά γράμμα υψηλό όρος και να δούμε ένα τέτοιο όραμα. Θα κατανοήσουμε ωστόσο, καθώς εξετάζομε αυτή τη σκηνή της μεταμορφώσεως, ότι τα τέκνα του Θεού που βρίσκονται σήμερα στη γη έχουν ένα πολύ μεγαλειωδέστερο όραμα από κάθε άποψι. Αν αποκτήσωμε τον νουν του Θεού όσον αφορά τις αλήθειες αυτές, θα έχουν το ίδιο αποτέλεσμα σ’ εμάς, κάνοντάς μας σήμερα να φοβούμεθα στην παρουσία της φωνής του Θεού, και δίνοντάς μας συναίσθησι της μικρότητός μας, της τελείας μας αναξιότητος για την αγαθότητα και το έλεος του Ιεχωβά.
ΠΡΟΦΗΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΟΡΑΜΑ
10. Ποια ήταν η υπόσχεσις του προφητικού λόγου εις Δευτερονόμιον 18:15-19;
10 Για την ευεξία μας και την ενίσχυσί μας σ’ αυτούς τους καιρούς των δοκιμασιών, είναι αναμφιβόλως η πραγματική επιθυμία του καθενός μας ν’ αποκτήσουμε τη μέγιστη ωφέλεια από το όραμα που εξετάζεται εδώ. Για να κατανοήσουμε την αποτελεσματικότητά του, τη δύναμί του και τη λαμπρότητά του, πρέπει να εξετάσωμε τον γραπτόν λόγον του Θεού που εδόθη αιώνες πρωτύτερα. Κάνοντας τούτο, μαθαίνομε ότι οι Εβραϊκές Γραφές είχαν διδάξει ότι ο Ιεχωβά Θεός θα ήγειρε έναν προφήτην όμοιον με τον μεγαλειώδη Μωυσή, ένα νομοθέτην, διδάσκαλον και αντιπρόσωπον του Ιεχωβά, ο οποίος θα ήταν Βασιλεύς του Ισραήλ. «Προφήτην εκ μέσου σου θέλει αναστήσει εις σε Ιεχωβά ο Θεός σου εκ των αδελφών σου, ως εμέ· αυτού θέλετε ακούει· . . . Και είπεν ο Ιεχωβά προς εμέ, Καλώς έχουσιν όσα ελάλησαν. Προφήτην εκ μέσου των αδελφών αυτών θέλω αναστήσει εις αυτούς, ως σε, και θέλω βάλει τους λόγους μου εις το στόμα αυτού, και θέλει λαλεί προς αυτούς πάντα όσα εγώ προστάζω εις αυτόν. Και ο άνθρωπος όστις δεν υπακούση εις τους λόγους μου, τους οποίους αυτός θέλει λαλήσει εν τω ονόματί μου, εγώ θέλω εκζητήσει τούτο παρ’ αυτού.»—Δευτερονόμιον 18:15, 17-19, AS.
11. Εξηγήστε μερικά από τα χαρακτηριστικά, στα οποία ο Χριστός είναι ‘ως ο Μωυσής’.
11 Η υπόσχεσις που έδωσε ο Θεός ήταν ότι ‘θα ηγείρετο ένας σαν τον Μωυσή’, και ασφαλώς υπήρξε μεγάλη ομοιότης μεταξύ Μωυσέως και Χριστού, από τη γέννησι ακόμη. Μια απόπειρα έγινε για να καταστραφούν ως βρέφη. Έλαβαν ειδική διδασκαλία από τον Ιεχωβά στη διάρκεια της περιόδου σαράντα ημερών που ενήστευσαν. Ηγέρθησαν για την απελευθέρωσι του λαού του Ιεχωβά από τον κόσμο της ειδωλολατρίας και της ψευδούς λατρείας. Εναντιώθηκαν στους ιερείς και αντιπροσώπους του Σατανά και εξύψωσαν και ελάτρευσαν τον ένα αληθινό Παντοδύναμο Ιεχωβά, φέρνοντας έτσι το επίμαχο ζήτημα της υπεροχής σε νικηφόρο αποκορύφωμα. Ήσαν και οι δύο ‘αμνοί’ που εχρησιμοποιήθησαν για τη διευθέτησι διαθηκών που έγιναν για να παραχθή ένας ειδικός λαός, ένα βασιλικόν ιερατείον. Και οι δύο ανήγειραν σκηνές όπου η δόξα του Ιεχωβά κατοικούσε μαζί τους στις ιερατικές υπηρεσίες τους. Ήσαν αρχηγοί και ηγέται, είχαν έθνη μολονότι όχι αποκαταστημένες χώρες, και είχαν τεθή χωριστά για την υπηρεσία του Ιεχωβά. Αυτά είναι ολίγα μόνο από τα πράγματα εκείνα στα οποία ο Μωυσής και ο Χριστός ήσαν όμοιοι. Αληθινά ο Χριστός ήταν ένας ‘ως ο Μωυσής’.
12. Γιατί έπρεπε να εμφανισθή ο Ηλίας στο όραμα της Βασιλείας;
12 Ο Ιεχωβά, όχι μόνο είχε σκοπό να εγείρη έναν όμοιο με τον Μωυσή, ένα Μεγαλύτερον από τον Μωυσή, αλλά είχε υποσχεθή ότι θα ερχόταν επίσης και ένας Μεγαλύτερος Ηλίας. «Ενθυμείσθε τον νόμον του Μωυσέως του δούλου μου, τον οποίον προσέταξα εις αυτόν εν Χωρήβ δια πάντα τον Ισραήλ, τα διατάγματα, και τας κρίσεις. Ιδού, εγώ θέλω αποστείλει προς εσάς Ηλίαν τον προφήτην, πριν έλθη η ημέρα του Ιεχωβά η μεγάλη και επιφανής· και αυτός θέλει επιστρέψει την καρδίαν των πατέρων προς τα τέκνα, και την καρδίαν των τέκνων προς τους πατέρας αυτών, μήποτε έλθω και πατάξω την γην με ανάθεμα.» (Μαλαχίας 4:4-6, AS) Τώρα βλέπομε πως οι προφητείες διδάσκουν ότι δύο μεγάλοι Εβραίοι προφήτες επρόκειτο να εμφανισθούν σε μέλλοντα γεγονότα. Αυτό δεν θα εσήμαινε κατ’ ανάγκην ότι αυτοί οι δύο καλώς γνωστοί προφήτες έπρεπε πραγματικά να εμφανισθούν εν σαρκί για να εκπληρώσουν αυτές τις προφητείες. Και οι δύο πέθαναν πιστοί και τώρα περιμένουν την ανάστασί τους.
13. Αναφέρατε μερικά από τα εξέχοντα έργα του Ηλία και ποια σχέσι είχαν αυτά με τα γεγονότα της πρώτης ελεύσεως.
13 Ο Ιεχωβά είπε: «Θέλω αποστείλει προς εσάς Ηλίαν τον προφήτην.» Ο άνθρωπος Ηλίας ήταν πιστός και δεν είχε ποτέ αμφιβάλει για τον Ιεχωβά και ετιμήθη για τα έργα του που ήσαν έργα πίστεως. Ένα από τα μεγάλα έργα που εξετέλεσε ο Ηλίας ήταν το ότι έφερε τον Ισραήλ σε αληθινή μετάνοια, και συνεπώς θα έπρεπε να περιμένωμε ότι ο ‘Ηλίας που θα ήρχετο’ θα έκανε ένα όμοιο είδος έργου. Στις ημέρες του Ιησού ο Ιωάννης ο Βαπτιστής είχε επιτελέσει έργο προδρόμου. Επίσης ο συμφιλιωτής αυτός εργάσθηκε σκληρά για να στρέψη τους ανθρώπους στο δρόμο της δικαιοσύνης και, ει δυνατόν, να επιφέρη τη μετάνοιά τους. Ήξερε καλά ότι αν ήσαν αμετανόητοι όταν η ημέρα της οργής ήταν έτοιμη να εκδηλωθή, θα κατεστρέφοντο εντελώς. Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής εκτελούσε έργον υπηρεσίας όμοιο με το έργο του Ηλία. Κατήγγειλε τους ιερείς που υπηρετούσαν τον Διάβολο, επέπληξε τον βασιλέα, έδωσε προειδοποίησι στον Ισραήλ και υπηρέτησε άφοβα τον μέγαν Ιεχωβά. Εν τω μεταξύ οι ηγέται του Ισραήλ απέβλεπαν εσφαλμένως στο γεγονός της ελεύσεως του Ηλία μάλλον σαν σε ένα θαυματουργικό συμβάν γι’ αυτούς, αντί να κατανοούν ότι το έργο που επρόκειτο να κάμη, θα προηγείτο πραγματικά της κρίσεως της καταστροφής, και συνεπώς ήταν η τελευταία των ελπίς. Έως εδώ, λοιπόν, μπορούμε να δούμε ότι δύο προφήτες ήσαν υποσχεμένοι για το τέλος των ημερών, και εφάνησαν και οι δύο σ’ αυτή τη σκηνή της μεταμορφώσεως.
14. Αναφέρατε μερικές από τις υποσχέσεις που είχε κάμει ο Ιεχωβά σχετικά με τον υιόν του Δαβίδ. Πώς τις προσαρμόζομε στη σκηνή της μεταμορφώσεως;
14 Όχι μόνο βλέπομε τον Μωυσή και τον Ηλία σ’ αυτή τη σκηνή με τον ιματισμό τους που λάμπει, αλλά θυμηθήτε ότι ο Ιησούς ο Χριστός του Θεού ήταν εκεί. Είναι εκεί ως Ο Χριστός, ο κεχρισμένος του Ιεχωβά, διότι οι προφητείες είχαν σαφώς διδάξει ότι ένας υιός του Δαβίδ επρόκειτο να έλθη, ο οποίος θα ήταν ο κεχρισμένος του Κυρίου, και η βασιλεία του θα κυβερνούσε για πάντα. Ο Ιεχωβά λέγει, «“Έκαμα διαθήκην μετά του εκλεκτού μου· ώμοσα προς Δαβίδ τον δούλόν μου· διαπαντός θέλω στερεώσει το σπέρμα σου, και θέλω οικοδομήσει τον θρόνον σου εις γενεάν και γενεάν.” Και θέλω κάμει να διαμένη το σπέρμα αυτού εις τον αιώνα, και ο θρόνος αυτού ως αι ημέραι του ουρανού. Άπαξ ώμοσα εις την αγιότητά μου, ότι δεν θέλω ψευσθή προς τον Δαβίδ. Το σπέρμα αυτού θέλει διαμένει εις τον αιώνα, και ο θρόνος αυτού ως ο ήλιος, ενώπιόν μου· ως η σελήνη θέλει στερεωθή εις τον αιώνα, και μάρτυς πιστός εν τω ουρανώ.» (Ψαλμός 89:3, 4, 29, 35-37) «Ιδού, έρχονται ημέραι, λέγει ο Ιεχωβά, και θέλω ανεγείρει εις τον Δαβίδ βλαστόν δίκαιον, και βασιλεύς θέλει βασιλεύσει, και ευημερήσει, και εκτελέσει κρίσιν και δικαιοσύνην επί της γης.»—Ιερεμίας 23:5, AS· βλέπε επίσης Ιερεμίας 30:9· Ιεζεκιήλ 34:23, 24· 37:24.
15. Εκτός του ότι ο Χριστός ήταν υιός του Δαβίδ, τι άλλο ήταν; Δώστε απόδειξι.
15 Ο υιός του Δαβίδ θα ήταν μεγαλύτερος από τον Δαβίδ, θα ήταν ο «Κύριος» του Δαβίδ, διότι θα ήταν ο κεχρισμένος Υιός του Ιεχωβά. Η ιδιότης του υιού, η βασιλική ιδιότης και το χρίσμα συνδέονται όλα στενά στον Ψαλμό 2:2, 6, 7. Ο Ησαΐας ομοίως μαρτυρεί για τη σχέσι της βασιλείας και του υιού και κληρονόμου του Δαβίδ, και του Μεσσία: «Διότι παιδίον εγεννήθη εις ημάς, υιός εδόθη εις ημάς· και η εξουσία θέλει είσθαι επί τον ώμον αυτού· και το όνομα αυτού θέλει καλεσθή Θαυμαστός, Σύμβουλος, Θεός ισχυρός, Πατήρ του μέλλοντος αιώνος, Άρχων ειρήνης. Εις την αύξησιν της εξουσίας αυτού και της ειρήνης δεν θέλει είσθαι τέλος, επί τον θρόνον του Δαβίδ, και επί την βασιλείαν αυτού, δια να διατάξη αυτήν, και να στερεώση αυτήν, εν κρίσει και δικαιοσύνη, από του νυν και έως αιώνος.» (Ησαΐας 9:6, 7) Ο Ισραήλ στην πρώτη έλευσι του Κυρίου μας ανέμενε τον κεχρισμένον του Θεού, εκείνον που επρόκειτο να είναι ο βασιλεύς των. Ο ακρογωνιαίος λίθος της Σιών επρόκειτο να τεθή και ο Ιεχωβά θα το εκτελούσε αυτό, διότι είναι γραμμένο: «Αύτη είναι η ημέρα, την οποίαν έκαμεν ο Ιεχωβά· . . . Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι του Ιεχωβά.» (Ψαλμός 118:22-26, AS) «“Είπατε προς την θυγατέρα Σιών,” “Ιδού, ο βασιλεύς σου έρχεται προς σε πραΰς, και καθήμενος επί όνου, και πώλου υιού υποζυγίου.” . . . “Ωσαννά τω Υιώ Δαβίδ! Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι του Ιεχωβά! ”» (Ματθαίος 21:5, 9, NW) Αυτό σημαίνει ότι ο Ιεχωβά, όχι μόνο είχε υποσχεθή έναν μεγαλύτερον από τον Μωυσή και τον Ηλία, αλλά και έναν μεγαλύτερον από τον Δαβίδ, έναν που θα ήταν ο υιός του Θεού. Αυτό βεβαιώνεται από την ιστορική έκθεσι στην οποία τώρα στρέφομε την προσοχή μας.
ΥΙΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΚΛΗΡΟΝΟΜΟΣ
16. Δώστε Γραφική υποστήριξι που να δείχνη ότι ο υιός του Δαβίδ είναι ο Υιός του Θεού.
16 Στον καιρό της συλλήψεως της Μαρίας ο άγγελος είπε: «Εύρες χάριν παρά τω Θεώ. Και ιδού, θέλεις συλλάβει εν γαστρί, και θέλεις γεννήσει υιόν· και θέλεις καλέσει το όνομα αυτού Ιησούν. Ούτος θέλει είσθαι μέγας, και Υιός Υψίστου θέλει ονομασθή· και θέλει δώσει εις αυτόν Ιεχωβά ο Θεός τον θρόνον Δαβίδ του πατρός αυτού· και θέλει βασιλεύσει επί τον οίκον του Ιακώβ εις τους αιώνας, και της βασιλείας αυτού δεν θέλει είσθαι τέλος . . . Πνεύμα Άγιον θέλει επέλθει επί σε, και δύναμις του Υψίστου θέλει σε επισκιάσει· δια τούτο και το γεννώμενον εκ σου άγιον, θέλει ονομασθή Υιός Θεού.» (Λουκάς 1:30-35, NW) Στον πραγματικό καιρό της γεννήσεως του υιού, εστάλη ο άγγελος του Ιεχωβά για να την αναγγείλη στους ποιμένας της υπαίθρου. «Και ιδού, άγγελος του Ιεχωβά εξαίφνης εφάνη εις αυτούς, και δόξα του Ιεχωβά έλαμψε περί αυτούς, και εφοβήθησαν φόβον μέγαν. Και είπε προς αυτούς ο άγγελος, Μη φοβείσθε· διότι ιδού, ευαγγελίζομαι εις εσάς χαράν μεγάλην, ήτις θέλει είσθαι εις πάντα τον λαόν· διότι σήμερον εγεννήθη εις εσάς εν πόλει Δαβίδ σωτήρ, όστις είναι Χριστός Κύριος.» (Λουκάς 2:9-11, NW) Κατόπιν έχομε στο θείο υπόμνημα τη μαρτυρία του Συμεών: «Δεν θέλει ιδεί θάνατον πριν ίδη τον Χριστόν του Ιεχωβά. . . . Ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ, και εις σημείον αντιλεγόμενον.» (Λουκάς 2:26, 34, NW) Είναι αλήθεια ότι έγινε «πέτρα προσκόμματος» και «βράχος πτώσεως» και στους δύο οίκους Ισραήλ.
17-19. Πώς γνωρίζομε ότι ο Χριστός είναι ο κληρονόμος του Θεού;
17 Στον Ιωάννη τον Βαπτιστή υπεβλήθησαν ερωτήσεις από τους Ιουδαίους, μέσω των ιερέων και των Λευιτών των: «Συ τις είσαι; . . . Δεν είμαι εγώ ο Χριστός. . . . Τι λοιπόν; Ηλίας είσαι συ; . . . Δεν είμαι. Ο προφήτης είσαι συ; . . . Ουχί. . . . δια τι λοιπόν βαπτίζεις, εάν συ δεν ήσαι ο Χριστός, ούτε ο Ηλίας, ούτε ο προφήτης;» (Ιωάννης 1:19-25) Παρατηρήστε στα προηγούμενα πώς οι ίδιοι τρεις δούλοι συνδέονται μαζί. Ο Ναθαναήλ έθεσε περιληπτικά το ζήτημα σε μια πρότασι: «Ραββί, συ είσαι ο Υιός του Θεού, συ είσαι ο βασιλεύς του Ισραήλ.» (Ιωάννης 1:50) Επειδή ο Ιησούς ήταν ο υιός του Θεού, ήταν ο κληρονόμος του για τα πράγματα εκείνα που υποσχέθηκε ο Ιεχωβά. Αυτός ήταν βέβαια κάτι περισσότερο από υιός και κληρονόμος του Δαβίδ. Ο Ιησούς ερώτησε τους Ιουδαίους: «Τι σας φαίνεται περί του Χριστού; τίνος υιός είναι; Λέγουσι προς αυτόν, Του Δαβίδ. Λέγει προς αυτούς, Πώς λοιπόν ο Δαβίδ δια Πνεύματος ονομάζει αυτόν Κύριον, λέγων, “Είπεν ο Ιεχωβά προς τον Κύριόν μου, Κάθου εκ δεξιών μου, εωσού θέσω τους εχθρούς σου υποπόδιον των ποδών σου”; εάν λοιπόν ο Δαβίδ ονομάζη αυτόν Κύριον, πώς είναι υιός αυτού;» (Ματθαίος 22:42-45, NW) «Και ο Λόγος έγεινε σαρξ, και κατώκησε μεταξύ ημών, (και είδομεν την δόξαν αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά του Πατρός).» (Ιωάννης 1:14) «Και εγώ είδον και εμαρτύρησα, ότι ούτος είναι ο Υιός του Θεού.» (Ιωάννης 1:34) Στον καιρό του βαπτίσματος αναγνωρίζεται από τον Ιεχωβά ως ο Υιός του, «Και έγεινε φωνή εκ του ουρανού, λέγουσα, Συ είσαι ο Υιός μου ο αγαπητός, εις σε ευηρεστήθην.»—Λουκάς 3:22.
18 Περαιτέρω επιβεβαίωσις παρέχεται από τα γραφόμενα του Παύλου προς τους Εβραίους: «Ο Θεός αφού ελάλησε το πάλαι προς τους πατέρας ημών δια των προφητών πολλάκις και πολυτρόπως, εν ταις εσχάταις ταύταις ημέραις ελάλησε προς ημάς δια του Υιού, τον οποίον έθεσε κληρονόμον πάντων.» (Εβραίους 1:1, 2) Πάλιν έχομε την παραβολή που έδωσε ο Ιησούς: «Ας πέμψω τον υιόν μου τον αγαπητόν· ίσως ιδόντες τούτον θέλουσιν εντραπή. Πλην ιδόντες αυτόν οι γεωργοί, διελογίζοντο καθ’ εαυτούς, λέγοντες, Ούτος είναι ο κληρονόμος· έλθετε, ας φονεύσωμεν αυτόν, δια να γείνη ημών η κληρονομία.» (Λουκάς 20:13, 14) Αφού, λοιπόν, βεβαιώνεται τούτο από το θείο υπόμνημα, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι εκείνος που αποδεικνύεται ως ο Υιός του Θεού είναι ο κληρονόμος του κόσμου, του οποίου η βασιλεία θα διαρκή για πάντα.
19 Συνοψίζοντας, λοιπόν, ό,τι περιλαμβάνεται στη μεταμόρφωσι μπορούμε να δούμε (1) τον Μωυσή, ο οποίος προεσκίαζε έναν που θα ήρχετο μετά απ’ αυτόν και που θα ήταν μεγαλύτερος ηγέτης, νομοθέτης, ελευθερωτής και βασιλεύς του Ισραήλ· (2) τον Ηλία, που ήταν ένας από τους πιο μεγάλους προφήτες και προεικόνιζε έναν ακόμη μεγαλύτερον που έμελλε να έλθη και ο οποίος θα εκτελούσε ωρισμένα έργα εν σχέσει με τον βασιλέα και τη βασιλεία της εξουσίας του Θεού· (3) την επαγγελία για ένα Μεσσία που είναι ο Χριστός του Θεού, εκείνος τον οποίον ο Θεός εξέλεξε και επεδοκίμασε, έχρισε για να είναι βασιλεύς και ιερεύς· και (4) τον Ιησού Χριστό τον Υιόν του Ιεχωβά Θεού και κληρονόμον της Βασιλείας και του νέου κόσμου.