Είναι το Άγιο Πνεύμα Πράγματι Πρόσωπο;
ΤΟ ΑΓΙΟ πνεύμα μπορεί να λυπάται και μπορεί να ομιλή, να διδάσκη, να δίνη μαρτυρία, να ενεργή ως υπενθυμητής και να χρησιμεύη ως παράκλητος. Δεν θα αναμένατε να λεχθούν αυτά για ένα πρόσωπο, για το «τρίτο πρόσωπο» της Τριάδος; Εν τούτοις, μερικά άλλα πράγματα που αποδίδονται στο πνεύμα του Θεού ποτέ δεν εφαρμόζονται σε πρόσωπα. Παραδείγματος χάριν, ότι το πνεύμα μπορεί να ‘εκχυθή’ σε ανθρώπους και να τους ‘γεμίση.’ Πώς μπορεί να εξηγηθή αυτό; Ποιος ή τι είναι πραγματικά το άγιο πνεύμα του Θεού;
ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΣΩΠΟ Η ΕΝΕΡΓΟΣ ΔΥΝΑΜΗΣ;
Η Εβραϊκή και η Ελληνική λέξις που χρησιμοποιούνται για τον όρον «πνεύμα» δεν παρέχουν καμμιά νύξι προσωπικότητος. Μεταδίδουν την ιδέα της πνοής, του αέρος εν κινήσει, του ανέμου. (Παράβαλε Ζαχαρίας 2:6· Ιώβ 41:16· Ιωάν. 3:8.) Αυτές οι λέξεις λοιπόν υποδεικνύουν κάτι το αόρατο, μια ενεργό δύναμι. Μια τέτοια ενεργός δύναμις θα μπορούσε να ‘εκχυθή’ ή να μεταδοθή σε πολυάριθμα άτομα ταυτόχρονα και να τους ‘γεμίση,’ όπως λέγεται για το άγιο πνεύμα.—Πράξ. 2:4, 33.
Φυσικά, η Αγία Γραφή εφαρμόζει τη λέξι «πνεύμα» σε πρόσωπα. Διαβάζομε: «Ο Θεός είναι πνεύμα.» (Ιωάν. 4:24) «Ο ποιών τους αγγέλους αυτού πνεύματα.» (Εβρ. 1:7) Ο Θεός και οι πιστοί του αγγελικοί υιοί είναι άγιοι και επομένως όλοι είναι ‘άγια πνεύματα.’ Θα μπορούσε το άγιο πνεύμα του Θεού να είναι επίσης ένα πρόσωπο; Αν ήταν έτσι δεν θα έπρεπε ν’ αναμένωμε από την Αγία Γραφή να ξεχωρίση μεταξύ αυτού του αγίου πνεύματος και των άλλων ‘αγίων πνευμάτων’; Όταν δεν χρησιμοποιήται διακριτική λέξις εν σχέσει με αυτό το άγιο πνεύμα, το οριστικό άρθρο θα έπρεπε τουλάχιστον να εμφαίνεται για να δείχνη ότι υπονοεί ΤΟ Άγιον Πνεύμα. Αλλά συμβαίνει αυτό; Όχι. Μια εξέτασις μερικών Γραφικών περικοπών σε οποιαδήποτε διάστιχο μετάφρασι αποκαλύπτει ότι η έκφρασις «άγιον πνεύμα» εμφαίνεται χωρίς οριστικό άρθρο, δείχνοντας την έλλειψι προσωπικότητος του πνεύματος.—Πράξ. 6:3, 5· Ρωμ. 9:1· 1 Κορ. 12:3· Εβρ. 2:4· 2 Πέτρ. 1:21· Ιούδ. 20.
Αλλά τι θα λεχθή για ενέργειες όπως η ομιλία, η καθοδήγησις, η διδασκαλία, η επίδοσις μαρτυρίας και τα παρόμοια; Δεν δείχνουν αυτές οι ενέργειες την προσωπικότητα του πνεύματος του Θεού; Όχι κατ’ ανάγκην. Σημειώστε τα σχόλια μιας Τριαδικής πηγής, της Νέας Καθολικής Εγκυκλοπαίδειας (Τόμ. ΙΓ΄, σελ. 575):
«Τα περισσότερα από τα εδάφια της Καινής Διαθήκης αποκαλύπτουν ότι το πνεύμα του Θεού είναι κάτι, όχι κάποιος· αυτό ιδιαίτερα παρατηρείται στον παραλληλισμό μεταξύ του πνεύματος και της δυνάμεως του Θεού. Όταν μια προσωπική ενέργεια αποδίδεται στο πνεύμα του Θεού, λόγου χάριν ομιλία, εμπόδισις, επιθυμία, κατοίκησις (Πράξ. 8:29· 16:7· Ρωμ. 8:9), δεν δικαιολογείται κανείς να συμπεράνη αμέσως ότι σ’ αυτά τα εδάφια το πνεύμα του Θεού θεωρείται ως Πρόσωπον· οι ίδιες εκφράσεις χρησιμοποιούνται και για τα ρητορικώς προσωποποιημένα πράγματα ή αφηρημένες ιδέες (Βλέπε Ρωμαίους 8:6· 7:17). Έτσι, τα συμφραζόμενα της φράσεως η ‘βλασφημία κατά του πνεύματος’ (Ματθ. 12:31· παράβαλε με Ματθ. 12:28· Λουκ. 11:20), δείχνει ότι αναφέρεται στη δύναμι του Θεού.»
Οι προσωποποιήσεις δεν αποτελούν θετική απόδειξι προσωπικότητος. Λόγου χάριν, η Γραφή λέγει για την αμαρτία ότι ‘βασιλεύει,’ ‘λαμβάνει αφορμήν,’ ‘γεννά επιθυμίαν,’ ‘εξαπατά’ και ‘θανατώνει.’ (Ρωμ. 5:21· 7:8-11) Η σοφία ομοίως προσωποποιείται και χαρακτηρίζεται ως να έχη ‘τέκνα’ και ‘έργα.’ (Ματθ. 11:19· Λουκ. 7:35) Ωστόσο κανείς δεν θα ισχυρίζετο ότι αυτό σημαίνει ότι η αμαρτία και η σοφία είναι πρόσωπα. Ομοίως η προσωποποίησις του πνεύματος του Θεού δεν είναι σε αντίθεσι με τη σαφή Γραφική μαρτυρία ότι είναι πράγματι «κάτι, όχι κάποιος.»
Επειδή το άγιο πνεύμα είναι στενά συνδεδεμένο με την Πηγή του, τον Θεό, εκείνος που εναντιώνεται στο θέλημα του Θεού ‘λυπεί το πνεύμα του.’ (Εφεσ. 4:30) Πώς μπορεί να συμβαίνη αυτό, αν το άγιο πνεύμα δεν είναι πρόσωπο; Τα λόγια του αποστόλου Παύλου για το δικό του πνεύμα ή την κυριαρχούσα στάσι το επεξηγούν αυτό. Στα εδάφια 1 Κορινθίους 5:3-5 διαβάζομε: «Διότι εγώ, απών κατά το σώμα, παρών όμως κατά το πνεύμα, έκρινα ήδη ως παρών τον ούτω πράξαντα τούτο, εν τω ονόματι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, αφού συναχθήτε σεις και το εμόν πνεύμα με την δύναμιν του Κυρίου ημών Ιησού, Χριστού, να παραδώσητε τον τοιούτον εις τον Σατανάν.»
Σ’ αυτή την περίπτωσι, με την επιστολή του Παύλου, οι Χριστιανοί της Κορίνθου εγνώρισαν το πνεύμα ή τη στάσι του Παύλου εν σχέσει με την ανοχή της φθοροποιού επιρροής μέσα στην εκκλησία. Όταν λοιπόν συνήλθαν για να εξετάσουν αυτό το ζήτημα, το πνεύμα του Παύλου ή η αποφασιστική στάσις του ήταν εκεί ακριβώς, σαν ένα πρόσωπον. Αφού ελήφθη απόφασις που συμφωνούσε με το πνεύμα που έδειξε ο Παύλος, οι Χριστιανοί της Κορίνθου μπορούσαν πραγματικά να πουν, ‘Εμείς και το πνεύμα του Παύλου αποφασίσαμε να αποβάλωμε τον αμετανόητον.’ Εξ άλλου αν ενεργούσαν αντίθετα με το ορθό πνεύμα που εξεδήλωσε ο απόστολος, θα ‘λυπούσαν’ το πνεύμα του.
‘Αλλά,’ κάποιος θα μπορούσε να παρατηρήση, ‘όλ’ αυτά δεν αλλάσσουν το γεγονός ότι η Αγία Γραφή αναφέρεται στον Πατέρα, στον Υιόν και στο Άγιο Πνεύμα μέσα στην ίδια φράσι. Ασφαλώς αυτό αποδεικνύει ότι το Πνεύμα είναι πρόσωπον.’
Θα μπορούσαμε, λοιπόν, να εξετάσωμε δύο Γραφικά εδάφια που τονίζονται ως παραδείγματα της αποδείξεως αυτής: «Η χάρις του Κυρίου Ιησού Χριστού, και η αγάπη του Θεού και η κοινωνία του αγίου πνεύματος είη μετά πάντων υμών.» «Πορευθέντες λοιπόν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.»—2 Κορ. 13:14· Ματθ. 28:19.
Αποδεικνύουν αυτά τα εδάφια, 2 Κορινθίους 13:14 και Ματθαίος 28:19, ότι το άγιο πνεύμα είναι το «τρίτο πρόσωπο» της Τριάδος; Μήπως λέγουν ότι ο Πατήρ, ο Υιός και το άγιο πνεύμα είναι ένας Θεός; Όχι· ούτε και το ότι απλώς αναφέρουν τον Πατέρα, τον Υιόν και το Άγιο Πνεύμα μας λέγει ποια είναι η σχέσις μεταξύ των.
Εξ άλλου, το γεγονός ότι το βάπτισμα πρέπει να γίνεται στο «όνομα» του αγίου πνεύματος δεν σημαίνει ότι το πνεύμα είναι πρόσωπο. Και οι Τριαδισταί ακόμη αναγνωρίζουν ότι η λέξις «όνομα» στο Ματθαίον 28:19 δεν σημαίνει προσωπικό όνομα. Ο Ελληνιστής Α. Τ. Ρόμπερτσον (Λεκτικές Εικόνες της Καινής Διαθήκης, Τόμ. Α΄, σελ. 245, στην Αγγλική) λέγει: «Η χρήσις του ονόματος εδώ είναι κοινό όνομα στη Γραφή των Εβδομήκοντα και στους παπύρους για έμφασι ή κύρος.» Το γεγονός ότι η λέξις «όνομα» που χρησιμοποιείται έτσι δεν υπονοεί κατ’ ανάγκην την ύπαρξιν ενός προσώπου θα μπορούσε να αποδειχθή με την Αγγλική έκφρασι «εν ονόματι του νόμου.» Κανένας γνώστης της Αγγλικής γλώσσης δεν θα συνεπέραινε απ’ αυτό ότι ο νόμος είναι πρόσωπο. Η φράσις απλώς σημαίνει ‘αναγνωρίζοντας το τι εκπροσωπεί ο νόμος,’ το κύρος του. Ομοίως, βάπτισμα ‘εις το όνομα του πνεύματος’ σημαίνει αναγνώρισι αυτού του πνεύματος και της πηγής του και των ενεργειών του.
Ο «ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΣ» ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΣΩΠΟ
Τι θα λεχθή για το ότι η Γραφή χαρακτηρίζει το πνεύμα ως «παράκλητον,» ‘παρηγορητήν’ ή ‘συνήγορον’ και χρησιμοποιεί την αντωνυμία αυτός σχετικά με τούτο; Δεν θα ήταν αυτό μια πειστική απόδειξις ότι το πνεύμα είναι πράγματι πρόσωπο; Σκεφθήτε τα εξής:
Στο κατά Ιωάννην 16:7, 8, 13, παρατίθενται τα εξής λόγια του Ιησού: «Εάν δεν απέλθω, ο Παράκλητος δεν θέλει έλθει προς εσάς· αλλ’ αφού απέλθω, θέλω πέμψει αυτόν προς εσάς. Και ελθών εκείνος θέλει ελέγξει τον κόσμον . . . όταν δε έλθη εκείνος, το Πνεύμα της αληθείας, θέλει σας οδηγήσει εις πάσαν την αλήθειαν.»
Εν σχέσει με αυτήν την περικοπή, η Νέα Καθολική Εγκυκλοπαιδεία (Τόμ. ΙΓ΄, σελ. 575, 576) παρατηρεί τα εξής: «Τόσο καθαρά ο άγιος Ιωάννης βλέπει στο πνεύμα ένα πρόσωπον που λαμβάνει τη θέσιν του Χριστού στην εκκλησία, ώστε χρησιμοποιεί αρσενική αντωνυμία, [εκείνος] αναφερόμενος στο Πνεύμα μολονότι [πνεύμα] είναι ουδετέρου γένους (16:8, 13-16). Επομένως είναι φανερό ότι ο Άγιος Ιωάννης θεωρούσε το Άγιο Πνεύμα ως Πρόσωπον, που είναι ξεχωριστό από τον Πατέρα και τον Υιόν, και το οποίον με τον δοξασμένον Υιόν και τον Πατέρα, είναι παρόν και ενεργόν στους πιστούς (14:16· 15:26· 16:7).»
Αλλά χρησιμοποίησε πραγματικά ο Ιωάννης την αρσενική αντωνυμία παρ’ ότι η λέξις «πνεύμα» είναι ουδετέρου γένους; Ήταν ο σκοπός του να δείξη ότι το πνεύμα είναι πράγματι πρόσωπο; Γιατί να μη διαβάσωμε και πάλι την ανωτέρω περικοπή από το κεφάλαιον 16 του Ιωάννου; Τι προηγείται της αντωνυμίας «εκείνος»; Δεν είναι η λέξις «Παράκλητος», που είναι αρσενικού γένους; Ορθώς λοιπόν ο Ιωάννης χρησιμοποίησε αρσενικές αντωνυμίες σ’ αυτή την περικοπή, διότι το απαιτούσε ο γραμματικός τύπος.
Εν τούτοις, ο Ιωάννης δεν χρησιμοποίησε αρσενικές αντωνυμίες όταν προηγείτο πραγματικά το ουδέτερο όνομα πνεύμα. Αυτό μπορεί αμέσως να παρατηρηθή από την ανάγνωσι των εδαφίων Ιωάννης 14:16, 17: «Και εγώ θέλω παρακαλέσει τον Πατέρα, και θέλει σας δώσει άλλον Παράκλητον, δια να μένη μεθ’ υμών εις τον αιώνα, το Πνεύμα της αληθείας, το οποίον ο κόσμος δεν δύναται να λάβη, διότι δεν βλέπει αυτό, ουδέ γνωρίζει αυτό· σεις όμως γνωρίζετε αυτό, διότι μένει μεθ’ υμών, και εν υμίν θέλει είσθαι.» Προσέξτε ότι εδώ η αντωνυμία (αυτό) είναι ουδετέρου γένους επειδή αναφέρεται στο ουδέτερον όνομα πνεύμα.
Αυτό το γεγονός συχνά αποκρύπτεται στις Βιβλικές μεταφράσεις, καθόσον οι ουδέτερες αντωνυμίες αντικαθίστανται με αρσενικές αντωνυμίες. Μια υποσημείωσις της Νέας Αμερικανικής Βίβλου στο κατά Ιωάννην 14:17 ομολογεί τα εξής: «Η Ελληνική λέξις που σημαίνει πνεύμα είναι ουδετέρου γένους, και μολονότι εμείς χρησιμοποιούμε προσωπικές αντωνυμίες στην Αγγλική (αυτός, αυτού, αυτόν), πολλά Ελληνικά χειρόγραφα χρησιμοποιούν την αντωνυμία ‘αυτό’.»
Έτσι, μπορούμε να διακρίνωμε ότι οι Τριαδισταί δείχνουν τις προσωπικές αντωνυμίες όταν αυτές φαίνωνται να υποστηρίζουν την άποψί τους, αλλά τις αγνοούν όταν δεν την υποστηρίζουν. Μια προσεκτική εξέτασις, όμως, των περικοπών που χρησιμοποιούνται από τους Τριαδιστάς, αποκαλύπτει ότι η χρησιμοποίησις αντωνυμιών από τον Ιωάννη—ουδετέρων και αρσενικών—αποτελεί ζήτημα γραμματικής και επομένως δεν υποστηρίζει τον ισχυρισμό τους ότι το πνεύμα είναι πρόσωπον, το τρίτον πρόσωπον του τριαδικού Θεού.
Ώστε, όχι μόνον πολλά Γραφικά εδάφια άλλα όλες οι Γραφές συμφωνούν ότι το πνεύμα του Θεού είναι «όχι κάποιος» αλλά «κάτι.» Μια απλή αλλά προσεκτική ανάγνωσις των Γραφών διασαφηνίζει ότι το πνεύμα του Θεού είναι πράγματι η αόρατη ενεργός δύναμίς του.a
[Υποσημειώσεις]
a Για λεπτομέρειες, βλέπε βιβλιάριον «‘Ο Λόγος’—Ποιος Είναι; Κατά Ιωάννην» και «Βοήθημα προς Κατανόησιν της Γραφής,» σελίδες 1541-1548.