Ειρήνη με τον Θεόν εν Μέσω της ‘Μεγάλης Θλίψεως’
1. (α) Είχε μια κατά γράμμα εκπλήρωσι επάνω στην επίγεια Ιερουσαλήμ η προφητεία του Ιησού που αναγράφεται στα εδάφια Ματθαίος 24:4-22; (β) Τι δείχνει αν αυτή η προφητεία πρόκειται να έχη μια περαιτέρω εκπλήρωσι;
ΑΞΙΟΝ παρατηρήσεως είναι ότι η προφητεία του Ιησού, όπως αναγράφεται στα εδάφια Ματθαίος 24:4-22, είχε μια κατά γράμμα εκπλήρωσι. Αυτό έγινε μεταξύ του χρόνου που την εξέφρασε στο έτος 33 μ.Χ. και του τέλους της «μεγάλης θλίψεως» της Ιερουσαλήμ το 70 μ.Χ. Μια τέτοια «μεγάλη θλίψις» δεν συνέβη και πάλι, δεν επανελήφθη στην Ιερουσαλήμ, ακόμη και στην ανοικοδομημένη Ιερουσαλήμ στην εποχή των Σταυροφοριών που διεξήχθησαν από τους Ρωμαιο-Καθολικούς εναντίον των Μωαμεθανών στη Μέση Ανατολή. Μήπως, λοιπόν, αυτό σημαίνει ότι αυτό το μέρος της προφητείας του Ιησού είναι τώρα απλώς μια νεκρή ιστορία, χωρίς περαιτέρω εφαρμογή; Όχι! Διότι κι’ ο τρόπος με τον οποίον ο Ιησούς διατυπώνει την πρόρρησί του περί ‘μεγάλης θλίψεως’ δείχνει μια θλίψι πολύ μεγαλύτερη από την πολιορκία και την καταστροφή της Ιερουσαλήμ στο έτος 70 μ.Χ. Ναι, πράγματι!
2. (α) Γιατί μερικοί σχολιασταί της Βίβλου παραδέχονται ότι είναι δύσκολή η κατανόησις ή εφαρμογή της προφητείας του Ιησού; (β) Τι λέγει ο Α. Πλούμμερ για το εδάφιο Λουκάς 21:22
2 Ομολογείται από γνωστούς σχολιαστάς της βίβλου στον «Χριστιανικό κόσμο» ότι η προφητεία του Ιησού κατά καιρούς είναι δύσκολο να κατανοηθή ή εφαρμοσθή. Την εξέφρασε σε απάντησι μιας τριμερούς ερωτήσεως δηλαδή, περί του πότε θα εγίνετο η καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του ναού της και περί του σημείου της «παρουσίας» του και της «συντελείας του αιώνος.» (Ματθ. 24:3) Αυτοί οι σχολιασταί ομολογούν ότι, στην προφητική απάντησι του Ιησού και στα τρία μέρη της ερωτήσεως, είναι κάποτε δύσκολο να εννοηθή αν αναφέρεται από ένα ή στο άλλο μέρος της ερωτήσεως.a Παραδείγματος χάριν, όσον αφορά τα λόγια του Ιησού στο εδάφιο Λουκάς 21:22, «Διότι ημέραι εκδικήσεως είναι αυταί, διά να πληρωθώσι πάντα τα γεγραμμένα,» ο συγγραφεύς και Βιβλικός σχολιαστής Α. Πλούμμερ εκθέτει τα εξής: «Η μνεία, λοιπόν, γίνεται περί της καταστροφής της Ιερουσαλήμ που θεωρείται ως ένας τύπος του τέλους του κόσμου.»b
3. Ομιλώντας για την Ιερουσαλήμ και για το σύστημα πραγμάτων, τι είχε προφανώς ο Ιησούς στο νου ώστε ν’ αληθεύουν τα λόγια των εδαφίων Ματθαίος 24:21,22;
3 Πολύ προφανώς, πολύ αιτιολογημένα, όταν ο Ιησούς λέγη για τον καιρό που θα συνέβαιναν «ταύτα» και για το σημείον της «συντελείας του αιώνος,» είχε υπ’ όψι κάτι απείρως μεγαλύτερο απ’ ότι είχαν κατά νουν οι απόστολοι που ερωτούσαν. Εχρησιμοποίησε την καταδικασμένη άπιστη Ιερουσαλήμ των ημερών του ως τύπο, κι’ έτσι είχε κατά νουν την αντιτυπική άπιστη Ιερουσαλήμ, τον «Χριστιανικό κόσμο» και είχε, επίσης, υπ’ όψι ένα σύστημα πραγμάτων μεγαλύτερο απ’ εκείνο του Ιουδαϊκού συστήματος που ήταν οικοδομημένο γύρω από την Ιερουσαλήμ και τον ναό της. Γι’ αυτό ο Ιησούς μπορούσε να πη, χωρίς υπερβολή: «Διότι τότε θέλει είσθαι θλίψις μεγάλη, οποία δεν έγεινεν απ’ αρχής κόσμου έως του νυν, ουδέ θέλει γείνει. Και αν δεν συνετέμνοντο αι ημέραι εκείναι, δεν ήθελε σωθή ουδεμία σαρξ· διά τους εκλεκτούς όμως θέλουσι συντμηθή αι ημέραι εκείναι.» (Ματθ. 24:21, 22) Η τρομερή καταστροφή της αντιτυπικής απίστου Ιερουσαλήμ, του «Χριστιανικού κόσμου,» αποτελεί μέρος του καταστροφικού τέλους του παρόντος παγκοσμίου «συστήματος πραγμάτων,» που χαρακτηρίζεται κοινώς ως ‘συντέλεια του αιώνος.’—Ματθ. 24:3
4. (α) Ποια σημεία της προφητείας του Ιησού προχωρούν πέραν από την καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 70 μ.Χ.; (β) Λογικώς, λοιπόν, με ποιο τρόπο μπορούσε να ομιλή ο Ιησούς για την Ιερουσαλήμ;
4 Βέβαια, η Δευτέρα «παρουσία» του Ιησού Χριστού δεν έγεινε με την καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 70 μ.Χ. Επί πλέον, οι Καιροί των Εθνών επρόκειτο να συνεχισθούν μετά την καταστροφή της, κι’ έτσι αυτό το παγκόσμιο «σύστημα πραγμάτων» επρόκειτο να συνεχισθή ως τότε που θα εξεπληρώνοντο τουλάχιστον αυτοί οι καιροί των εθνών. Επίσης, υπάρχουν χαρακτηριστικά της προφητείας του Ιησού που διαρκούν από την περιγραφή της «μεγάλης θλίψεως» της Ιερουσαλήμ και εντεύθεν ως την παραβολή του περί των προβάτων και των εριφίων, τα δε χαρακτηριστικά αυτά δε εξεπληρώθησαν με την καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 70 μ.Χ. (Ματθ. 24:23 ως 25:46) Ήταν, λοιπόν, πολύ λογικό το ότι ο Ιησούς θα χρησιμοποιούσε την καταδικασμένη Ιερουσαλήμ υπό διπλήν έννοιαν, κατά γράμμα και συμβολικά, τυπικά και αντιτυπικά.
5. (α) Γιατί δεν σφάλλομε με το να εφαρμόζωμε την προφητεία του Ιησού από το 1914 κι’ εμπρός έως τον Αρμαγεδδώνα; (β) Η καταπάτησις ποιας «Ιερουσαλήμ» ετερματίσθη το 1914, και πώς;
5 Ώστε δεν σφάλλομε, όταν εφαρμόζωμε, επίσης, την προφητεία του Ιησού από το έτος 1914 μ.Χ. κι’ εμπρός ως τον επερχόμενο πόλεμο του Αρμαγεδδώνος· δεν είν’ έτσι; Όχι! Διότι έχομε μαζί μας ως τώρα τη συμβολική, αντιτυπική, άπιστη Ιερουσαλήμ, δηλαδή, τον Χριστιανικό κόσμο.» Τόσο ο χρονολογικός πίναξ της Γραφής όσο και τα πραγματικά γεγονότα της ιστορίας, αποδεικνύουν ότι οι Καιροί των Εθνών έληξαν στο έτος 1914 μ.Χ., περίπου στις 4 ή 5 Οκτωβρίου του έτους εκείνου. (Λουκ. 21:24) Τα Έθνη δεν επάτησαν την αντιτυπική άπιστη Ιερουσαλήμ (τον «Χριστιανικό κόσμο») ως το έτος 1914. Εν τούτοις, πατούσα επάνω στο Βασιλικό δικαίωμα του Μεσσίου του Θεού, ως του Μονίμου Κληρονόμου του Βασιλέως Δαβίδ να βασιλεύση στην Ιεορυσαλήμ και στο έθνος του Δαβίδ των δώδεκα φυλών του Ισραήλ. Γι’ αυτό ο Ιεχωβά Θεός ετερμάτισε το πάτημα εκείνο των εθνών πάνω στο Βασιλικό δικαίωμα του Μεσσίου του στο έτος 1914 μ.Χ. Πώς; Με το να εγκαταστήση τον Υιόν του Ιησούν Χριστόν στο ουράνιο Όρος Σιών κι’ αποκαθιστώντας έτσι τη Μεσσιανική βασιλεία. Από τότε ο Θεός προέβαινε στο να καταστήση τα Έθνη υποπόδιον του Μεσσιανικού Βασιλέως του Ιησού, να τα καταστρέψη τελικά στον επικείμενο πόλεμο του Αρμαγεδδώνος.
6. (α) Πώς η σύγχρονη αντιτυπική περίοδος χρόνου παραβάλλεται όσον αφορά τα γεγονότα της για να συμφωνή με την τυπική περίοδο χρόνου σχετικά με την αρχαία Ιερουσαλήμ; (β) Τίνος πράγματος αποτελούσε αυτό σαφή απόδειξι για τα έθνη της εποχής μας;
6 Πριν από χίλια εννεακόσια χρόνια ο Ιησούς απουσίασε από τη γη με την ανάληψί του πίσω στον ουρανό. Επειδή η αρχαία Ιερουσαλήμ ήταν τυπική, η χρονική περίοδος από την ανάληψί του ως την καταστροφή της Ιερουσαλήμ έγινε έτσι τυπική. Εξεικονίζει το χρονικό διάστημα από το τέλος των Καιρών των Εθνών το έτος 1914 μ.Χ. ως τον «πόλεμον της ημέρας εκείνης της μεγάλης του Θεού του Παντοκράτορος» στον Αρμαγεδδώνα, οπότε θα καταστραφούν οι πολιτικοί ερασταί και σύντροφοι της αντιτυπικής απίστου Ιερουσαλήμ, του «Χριστιανικού κόσμου.» (Αποκάλ. 16:14-16) Υπήρξαν πόλεμοι, λιμοί, λοιμοί και σεισμοί τότε πριν από δεκαεννέα αιώνες, όταν επλησίαζε η καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 70 μ.Χ.; Ναι, το ίδιο και με τον παρόντα καιρό από το έτος 1914 μ.Χ. όταν ετελείωσε η απουσία του Ιησού από πνευματική άποψι. Πραγματικά, το τέλος των Καιρών των Εθνών εκείνο το έτος χαρακτηρίσθηκε από την έγερσι έθνους εναντίον έθνους και βασιλείας επί βασιλείαν στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο της ανθρωπίνης ιστορίας. Λιμοί, λοιμοί και σεισμοί συνώδευσαν ή ακολούθησαν εκείνον τον πρώτον παγκόσμιο πόλεμο σε κλίμακα πρωτοφανή. Αυτό απετέλεσε σαφή απόδειξι στα έθνη ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν «παρών» στην ουράνια βασιλεία του ως Μεσσίας, ακριβώς όπως ύστερ’ από την ανάληψί του στον ουρανό και την τοποθέτησί του στα δεξιά του Θεού, οπότε άρχισε να βασιλεύη μεταξύ των αφιερωμένων, βαπτισμένων μαθητών του στη γη ως την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και μετέπειτα.
7. (α) Ποια ήσαν εκείνα τα γεγονότα από το 1914 κι’ εμπρός, σύμφωνα με όσα είπε ο Ιησούς στην προφητεία του; (β) Γιατί το «τέλος» ‘δεν είχε έλθει ακόμη’ ύστερα απ’ εκείνα τα αρχικά γεγονότα;
7 Όπως στην περίπτωσι την προ δεκαεννέα αιώνων, ο διεθνής πόλεμος, οι λιμοί, οι λοιμοί και οι σεισμοί απετέλεσαν την «αρχή ωδίνων.» (Ματθ. 24:8) Έτσι συνέβη ιδιαίτερα στην αντιτυπική άπιστη Ιερουσαλήμ, στον «Χριστιανικό κόσμο,» διότι ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν πρωτίστως δικός της πόλεμος, με είκοσι οκτώ μέρη αυτού, εκτός από τέσσερα, που λέγονται «Χριστιανικά» έθνη και βασίλεια. Αλλ’ ύστερ’ από τέσσερα και πλέον χρόνια μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, ‘δεν είχε έλθει ακόμη’ το «τέλος.» Δεν ωδήγησε στον πόλεμο της μεγάλης ημέρας του Θεού στον Αρμαγεδδώνα. Υπήρχε ακόμη πολύ έργον για να γίνη. Προτού έλθη αυτό το «τέλος,» έπρεπε να γίνει ένα παγκόσμιο έργο από τους πιστούς μαθητάς του στη γη. Ποιο; «Και θέλει κηρυχθή τούτο το ευαγγέλιον της βασιλείας εν όλη τη οικουμένη, προς μαρτυρίαν εις πάντα τα έθνη· και τότε θέλει ελθεί το τέλος.» Ακριβώς όπως τότε εγίνετο ένα κήρυγμα του «ευαγγελίου» εις «πάσαν την κτίσιν την υπό τον ουρανόν» πριν από την καταστροφή της Ιερουσαλήμ στο έτος 70 μ.Χ. έτσι δίνεται μαρτυρία για την εγκαθιδρυμένη Μεσσιανική βασιλεία του Θεού σε όλη την οικουμένη σε όλα τα έθνη από το έτος 1914 μ.Χ. Κι’ αυτό έχει γίνει, επίσης, από τους μάρτυρας του Ιεχωβά παρά τους διωγμούς.—Ματθ. 24:9-14.
8. Ώστε, λοιπόν, τι υπάρχει ακόμη μπροστά για την αντιτυπική άπιστη Ιερουσαλήμ, και ποιος είναι ο σκοπός του Θεού σχετικά με τις ημέρες εκείνες;
8 Η αντιτυπική άπιστη Ιερουσαλήμ, ο «Χριστιανικός κόσμος,» είχε την ‘αρχήν ωδίνων’ του και η κατάστασίς του καθώς κι’ εκείνη του υπολοίπου κόσμου δεν υπήρξε λιγώτερο οδυνηρή από τότε. Η προφητεία του Ιησού εσήμαινε ότι η «στενοχωρία εθνών» και η αμηχανία των θα συνεχίζετο, χωρίς βελτίωσι. (Λουκ. 21:25, 26) Υπολείπεται ακόμη η «μεγάλη θλίψις» στην αντιτυπική άπιστη Ιερουσαλήμ, μια θλίψις που πρόκειται να επηρεάση τους ανά τον κόσμου πολιτικούς συντρόφους και πάτρωνας του «Χριστιανικού κόσμου.» Η περιγραφή του Ιησού διασαφηνίζει ότι, όπως ο παγκόσμιος κατακλυσμός των ημερών του Νώε, έτσι και η θλίψις απειλεί κάθε ανθρώπινη ζωή εν σαρκί. (Ματθ. 24:21, 22, 36-39) Αν αφήνετο να συνεχισθή επί πολύ, θα εξώντωνε κάθε ‘σάρκα.’ Έτσι ο σκοπός του Θεού είναι να συντομεύση τον αριθμό των ‘ημερών εκείνων’ της πρωτοφανούς αυτής μεγάλης θλίψεως.’—Μάρκ. 13:19, 20.
9. Ποια γνώμη είχε δημοσιευθή το 1925 μ.Χ. όσον αφορά το πώς ο Θεός εκολόβωσε τις ημέρες της ‘μεγάλης θλίψεως’;
9 Εξαιτίας των ‘εκλεκτών’ του ο Θεός συντομεύει τις ημέρες. Πώς; Στο έτος 1925 εξετέθη στη Σκοπιά της 15ης Μαΐου υπό τον τίτλο «Διά τους Εκλεκτούς,» ότι οι ‘ημέρες εκείνες’ της ‘μεγάλης θλίψεως’ περικόπησαν στο μέσον. Είχε δοθή η εξήγησις ότι η «μεγάλη θλίψις» είχε αρχίσει από το έτος 1914 μ.Χ. και ότι δεν επετράπη ν’ ακολουθήση την πλήρη πορεία της τότε αλλ’ ο Θεός εσταμάτησε τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο τον Νοέμβριο του 1918. Από τότε ο Θεός παρεχώρησε ένα χρονικό διάστημα για τη δράσι του κεχρισμένου υπολοίπου του των εκλεκτών Χριστιανών προτού αφήση ν’ αρχίση το τελικό μέρος της «μεγάλης θλίψεως» στη μάχη του Αρμαγεδδώνος και φθάση στο τέρμα του. Αυτό θα επέτρεπε στους ομοίους με πρόβατα ανθρώπους να σωθούν.—Ματθ. 25:31-46.
10. Γιατί η εξήγησις αυτή το 1925 φάνηκε καλή και λογική;
10 Αυτή η εξήγησις φάνηκε καλή και λογική τότε στο έτος 1925, ακριβώς επτά χρόνια μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και δεκατέσσερα χρόνια πριν από τον απροσδόκητο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, που ήταν μια σύγκρουσις τέσσερες φορές χειρότερη από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Αλλ’ ακόμη κι’ ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος δεν υπεισήλθε στον «πόλεμον της ημέρας εκείνης της μεγάλης του Θεού του Παντοκράτορος» στον Αρμαγεδδώνα, όπως ανέμεναν μερικοί ότι θα εγίνετο. (Αποκάλ. 16:14-16) Τώρα ζούμε σε καιρό που απέχει είκοσι πέντε χρόνια από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο που έληξε στο έτος 1945 κι’ ένα μέρος του κεχρισμένου υπολοίπου των εκλεκτών είναι ακόμη εδώ, κι ο πόλεμος του Αρμαγεδδώνος είναι ακόμη μέλλων, μολονότι τώρα επλησίασε πάρα πολύ. Στο έτος 1925 ο χρονολογικός πίναξ της Γραφής όπως εκτίθεται στο βιβλίο «Ο Καιρός Εστίν Εγγύς,» που εξεδόθη στο έτος 1889, εθεωρείτο ακόμη ως ορθός. Έτσι δεν υπελογίζετο ότι τα έξη χιλιάδες χρόνια από την αρχή της υπάρξεως ανθρωπίνης ζωής στη γη επρόκειτο να λήξουν στη δεκαετία του 1970. Φυσικά, ο παλαιός χρονολογικός πίναξ προγραμματισμού των γεγονότων της Γραφής και της εκπληρώσεως των προφητειών επηρέαζε την κατανόησι των πραγμάτων από τους Διεθνείς Σπουδαστάς των Γραφών. Αλλά τώρα οι χρονολογίες έχουν επανεξετασθή.
11. Σύμφωνα μ’ εκείνη τη σκέψι, πόσο μακρύς απεδείχθη ότι, ήταν ως τώρα ο χρόνος της διακοπής, και τι συμβαίνει στο μεταξύ στο μεταξύ στο υπόλοιπο των κεχρισμένων ‘εκλεκτών’;
11 Αν, όπως είχε εξηγηθή στο έτος 1925, το πρώτο μέρος της ‘μεγάλης θλίψεως’ άρχισε στο έτος 1914 κι’ ετελείωσε στο έτος 1918, τότε το χρονικό διάστημα, με το οποίο οι «ημέρες εκείνες» της θλίψεως συντομεύθηκαν, επεξετάθη επί πενήντα ένα χρόνια κι’ ακόμη δεν ετελείωσε. Πολλοί από το κεχρισμένο υπόλοιπο που είδαν το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου τον Νοέμβριο του 1918 κι’ άλλοι, οι οποίοι προσετέθησαν στο υπόλοιπο από τότε, έχουν γεράσει και μερικοί θανατώθηκαν σε διωγμούς ή πέθαναν από γήρας ή από άλλες αιτίες. Παραδείγματος χάριν, στο έτος 1948, από 376.393 άτομα που εώρτασαν το Δείπνον του Κυρίου, μόνον 25.395 μετέσχον από τον άρτον και τον οίνον για να πιστοποιήσουν ότι ήσαν από το κεχρισμένο υπόλοιπο. Αλλά την 1η Απριλίου του έτους 1969, από τους 2.719.860 που εώρτασαν το Δείπνον, μόνο 10.368 μετέσχον από τον άρτο και τον οίνο. Αυτός ο αριθμός περιέκλειε σημαντικό αριθμό από το υπόλοιπο που εδοκίμασε την «αρχή ωδίνων» στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ένας αριθμός απ’ αυτούς πρέπει να επιζή ακόμη για να ιδή και να διέλθη τον πόλεμο του Αρμαγεδδώνος, σύμφωνα με τα λόγια του Ιησού που αναγράφονται στα εδάφια Ματθαίος 24:33-35:
12. Τι επροφήτευσε ο Ιησούς σχετικά με ‘αυτή τη γενεά’;
12 «Όταν ίδητε πάντα ταύτα, εξεύρετε ότι πλησίον είναι, επί τας θύρας. Αληθώς σας λέγω, δεν θέλει παρέλθει η γενεά αύτη, εωσού γείνωσι πάντα ταύτα. Ο ουρανός και η γη θέλουσι παρέλθει, οι δε λόγοι μου δεν θέλουσι παρέλθει [ανεκπλήρωτοι].»
13. (α) Σύμφωνα με τον τύπο επάνω στην αρχαία Ιερουσαλήμ, πότε δεν άρχισε η ‘μεγάλη θλίψις’; (β) Πού, λοιπόν, τοποθετείται η ‘μεγάλη θλίψις’ και τι θα σημαίνη για τον «Χριστιανικό κόσμο» και τους συμμάχους του;
13 Αν η δήλωσις που είχε γίνει στο 1925 ήταν αληθινή ως προς τη σύντμησι των ημερών της ‘μεγάλης θλίψεως’ στο μέσον, «διά τους εκλεκτούς» (Ματθ. 24:22), τι θα εγίνετο τότε; Τότε το χρονικό διάστημα μεταξύ του πρώτου μέρους της «μεγάλης θλίψεως» και του τελικού μέρους του Αρμαγεδδώνος θ’ αποδειχθή ότι είναι περίπου πενταπλάσιο σε μήκος από την ίδια τη «μεγάλη θλίψι.» Εν τούτοις, για να υπάρχη ανταπόκρισις με τα γεγονότα του πρώτου αιώνος, από τον καιρό της αναχωρήσεως του Ιησού με την ανάληψί του στον ουρανό το έτος 33 μ.Χ. ως τον καιρό της καταστροφής της Ιερουσαλήμ το 70 μ.Χ., η αντιτυπική «μεγάλη θλίψις» δεν άρχισε στο έτος 1914 μ.Χ. Αντιθέτως, ό,τι έλαβε χώραν στο σύγχρονο αντίτυπο της Ιερουσαλήμ το 1914-1918 ήταν απλώς «αρχή ωδίνων» για τον «Χριστιανικό κόσμο» και τους πολιτικούς συμμάχους του. Η «μεγάλη θλίψις,» που δεν πρόκειται να συμβή πάλι, είναι ακόμη εμπρός μας, διότι σημαίνει την καταστροφή της παγκοσμίου αυτοκρατορίας της ψευδούς θρησκείας (περιλαμβανομένου και του «Χριστιανικού κόσμου»), που θ’ ακολουθηθή από τον «πόλεμον της ημέρας εκείνης της μεγάλης του Θεού του Παντοκράτορος» στον Αρμαγεδδώνα εναντίον των πολιτικών συμμάχων της Βαβυλωνιακής ψευδούς θρησκείας. Σ’ αυτή τη ‘μεγάλη θλίψι’ το παρόν σύστημα πραγμάτων πρέπει να τελειώση στις θρησκευτικές και πολιτικές φάσεις του.
14. (α) Σύμφωνα με τη λέξι που χρησιμοποίησε ο Ιησούς, πώς η επερχομένη ‘μεγάλη θλίψις’ θα συντομευθή; (β) Γιατί μπορεί ο Θεός να συντομεύση τις ημέρες εκείνες, και γιατί αυτό είναι επείγον;
14 Αυτή η επικείμενη «μεγάλη θλίψις» είναι εκείνη, της οποίας θα ‘συντμηθούν’ (‘κολοβωθούν’) οι ημέρες, θα κοπούν στα άκρα, δεν θα διακοπούν στο μέσον. Αυτό γίνεται εξαιτίας των «εκλεκτών» του Θεού και για να σωθούν μερικοί άνθρωποι. (Ματθ. 24:21, 22) Ο Θεός έχει μια ωρισμένη «ημέρα και ώρα» για την έναρξι αυτής της ‘μεγάλης θλίψεως’ χωρίς καμμιά καθυστέρησι. (Ματθ. 24:36) Επειδή ως εκείνη την «ημέρα και ώρα» όλο το υπόλοιπο των ‘εκλεκτών’ του θα είναι σε ασφάλεια έξω από την αντιτυπική άπιστη ‘Ιερουσαλήμ κι’ έξω από τα συνδεόμενα μαζί της κοσμικά συστήματα πραγμάτων, ο Θεός μπορεί να κάμη τότε ένα ταχύ έργον εκτελέσεως θείας εκδικήσεως και καταστροφής επάνω σε ολόκληρο αυτό το πονηρό σύστημα πραγμάτων. Όπως στην περίπτωσι της καταστροφής της Ιερουσαλήμ το 70 μ.Χ., ο αριθμός των ημερών της επικειμένης ‘μεγάλης θλίψεως’ μπορεί να «κολοβωθή» εφόσον δεν υπάρχει ανάγκη παρατάσεώς των. Αυτό θα επιτρέψη επίσης και τη διάσωσι μερικών ανθρώπων ζώντων διά μέσου της ‘μεγάλης θλίψεως,’ διότι συνήθως η εύθραυστη ανθρώπινη «σαρξ» δεν θα μπορούσε, χωρίς θεία προστασία, ν’ ανθέξη στη μεγάλη επιμήκυνσι της ‘μεγάλης θλίψεως’ που θα είναι η χειρότερη όλης της ανθρωπίνης ιστορίας.
15. (α) Πώς το έργο της προσθήκης και άλλων μελών του Ιουδαϊκού υπολοίπου στην Ιουδαία τερματίσθηκε αιφνιδίως; (β) Από τότε, πώς εξετελέσθη ο λογαριασμός του Θεού με την Ιερουσαλήμ και την Ιουδαία;
15 Πριν από χίλια εννεακόσια χρόνια, εν σχέσει με το Χριστιανικό υπόλοιπο που είχε ληφθή από το Ιουδαϊκό έθνος, ο απόστολος Παύλος είχε κάμει μια σημαντική παρατήρησι στην επιστολή του προς Ρωμαίους, που γράφθηκε περίπου στο έτος 56 μ.Χ. Παρέθεσε από τον Ησαΐα 10:22, 23 και είπε: «Το υπόλοιπον αυτών θέλει σωθή· διότι θέλει τελειώσει και συντέμει λογαριασμόν μετά δικαιοσύνης, επειδή συντετμημένον λογαριασμόν θέλει κάμει ο Ιεχωβά επί της γης.» (Ρωμ. 9:27, 28, ΜΝΚ) Στο έτος 66 μ.Χ. και λίγο αργότερα, οι Ιουδαίοι Χριστιανοί έφυγαν από την Ιουδαία και την Ιερουσαλήμ, κι’ έτσι έγινε μια απότομη σύντμησις του έργου της αποκτήσεως Ιουδαίων προσηλύτων στην Ιουδαία και στην Ιερουσαλήμ για να είναι μέρος του Ιουδαϊκού υπολοίπου. Σύμφωνα με αυτά, στο έτος 70 μ.Χ., η Θεία καταδίκη σε καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του ναού της εξετελέσθη, όχι σ’ έναν παρατεταμένο πόλεμο με μακρά πολιορκία, αλλά με μια εκπληκτικά βραχεία πολιορκία λόγω καταρρεύσεως της αμύνης από τους κλεισμένους στασιαστάς Ιουδαίους.
16. Τι ‘εκολοβώθη’ έτσι για την Ιερουσαλήμ και όμως γιατί απωλέσθησαν τόσο πολλοί Ιουδαίοι;
16 Έτσι, η «μεγάλη θλίψις» της Ιερουσαλήμ δεν παρετάθη, αλλά «εκολοβώθη,» αφήνοντας 97.000 Ιουδαίους να επιζήσουν, μολονότι αυτοί δεν είχαν τη θεία προστασία, ενώ 1.100.000 Ιουδαίοι απωλέσθησαν. Η Ιερουσαλήμ τότε, πραγματικά, δεν ήταν σε ειρήνη με τον Θεό, αλλ’ αυτή η καταστροφή ήλθε για το λόγο που είχε αναφέρει σ’ αυτήν ο Ιησούς, με δάκρυα, λέγοντας: «Είθε να εγνώριζες και συ τουλάχιστον εν τη ημέρα σου ταύτη τα προς ειρήνην σου αποβλέποντα· αλλά τώρα εκρύφθησαν από των οφθαλμών σου· διότι . . . δεν εγνώρισας τον καιρόν της επισκέψεώς σου.»—Λουκ. 19:41-44.
17. Ποιες ήσαν, ωστόσο, οι σχέσεις των Χριστιανών Ιουδαίων που είχαν διαφύγει, και γιατί ήσαν ελεύθεροι;
17 Αφ’ ετέρου, οι Χριστιανοί Ιουδαίοι, που είχαν διαφύγει και που ήσαν τότε έξω από την ερημωμένη Ιουδαία, ήσαν σε ειρήνη με τον Θεό, ακριβώς όπως και όλοι οι άλλοι Χριστιανοί πιστοί, Εθνικοί και Ιουδαίοι. Αυτοί ήσαν οι «εκλεκτοί» του Θεού ελεύθεροι να τον υπηρετούν κηρύττοντας το «ευαγγέλιον» της Μεσσιανικής βασιλείας του σε όλη την οικουμένη για μαρτυρία σε όλα τα έθνη.—Ματθ. 24:14· Μάρκ. 13:10.
18. (α) Στην αναμενόμενη έλευσι του Υιού του Θεού για να εκτελέση κρίσι, ποιοι θα ενωθούν στο να θρηνολογήσουν; (β) Ύστερ’ από τι επροφήτευσε ο Ιησούς τη σύναξι των εκλεκτών, και τι δείχνει η ιστορία γι’ αυτή τη σύναξι;
18 Έτσι και σήμερα, το κεχρισμένο υπόλοιπο των ‘εκλεκτών’ του Θεού είναι σε ειρήνη με αυτόν, μολονότι είναι μέσα σ’ ένα κόσμο αναταραχής. Αναμένουν τον Υιόν του Θεού, Ιησούν Χριστό, να έλθη σε λίγο και να εκτελέση τη Θεία κρίσι πάνω σ’ αυτό το πονηρό «σύστημα πραγμάτων.» Τότε, σύμφωνα με την προφητεία του Ιησού, όχι μόνο οι Ιουδαϊκές φυλές, αλλά ‘πάσαι αι φυλαί της γης θέλουσι θρηνήσει.’ Θα ιδούν την καταστροφή κατά πρόσωπον στα χέρια αυτού του «Υιού του ανθρώπου,» του Ιησού Χριστού, στη δόξα και τη δύναμί του. Αλλά τι θα λεχθή για το κεχρισμένο υπόλοιπο; Θα ενωθούν αυτοί στον παγκόσμιο θρήνο; Όχι! Διότι ο Ιησούς προεφήτευσε ότι οι άγγελοί του «θέλουσι συνάξει τους εκλεκτούς αυτού εκ των τεσσάρων ανέμων, απ’ άκρων ουρανών έως άκρων αυτών.» (Ματθ. 24:29-31) Ο Ιησούς ανέφερε αυτό μετά τον λόγο του περί καταστροφής της Ιερουσαλήμ. Σύμφωνα με τα ιστορικά γεγονότα, η σύναξις αυτών των ‘εκλεκτών’ πρώτη φορά άρχισε να λαμβάνη χώραν πολύ μετά από τη ‘μεγάλη θλίψι’ της αρχαίας Ιερουσαλήμ το 70 μ.Χ.
19. (α) Σε τι έχουν συναχθή οι «εκλεκτοί»; (β) Τον καιρό της ‘μεγάλης θλίψεως’ τι θ’ αληθεύση για το υπόλοιπο, και τι αυτοί αναμένουν;
19 Η σύναξις άρχισε να λαμβάνη χώραν μετά το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου στο έτος 1918. Το υπόλοιπο των ‘εκλεκτών’ συνελέγη, όχι στον ουρανό, αλλά σε ενότητα οργανώσεως και δράσεως ανά τον κόσμον, για να κηρύξη σε όλα τα έθνη το «ευαγγέλιον» της εγκαθιδρυμένης βασιλείας του Θεού, για την οποία είχαν εκλεγή ως κληρονόμοι του Θεού και συγκληρονόμοι του Ιησού Χριστού. (Ματθ. 24:14· Ρωμ. 8:16, 17· 2 Τιμ. 2:11, 12) Όταν ξεσπάση η αντιτυπική «μεγάλη θλίψις,» θα έχη συμπληρωθή όλος ο αριθμός αυτού του κεχρισμένου υπολοίπου· η εκλογή των κληρονόμων της Βασιλείας θα έχη λήξει. Αυτό το κεχρισμένο υπόλοιπο, ως τάξις, αναμένει να επιζήση από τη ‘μεγάλη θλίψι’ και την καταστροφή του παρόντος συστήματος πραγμάτων και να εισέλθη στο νέο σύστημα πραγμάτων του Θεού υπό την ουράνια βασιλεία του Μεσσίου του, Ιησού.—Αποκάλ. 7:1-8.
‘ΜΕΡΙΚΗ ΣΑΡΞ ΘΕΛΕΙ ΣΩΘΗ’
20. (α) Το πλείστον μέρος του υπολοίπου των «εκλεκτών» από ποιο θρησκευτικό βασίλειο έχει ληφθή; (β) Γιατί δεν θα είναι ανάγκη να επιμηκυνθή η «μεγάλη θλίψις,» και ποιος είναι ο σκοπός του Θεού;
20 Από την «αρχή ωδίνων» στο έτος 1914 μ.Χ. η πλειονότης εκείνων που αποτελούν το υπόλοιπο των ‘εκλεκτών’ ήσαν άτομα που ελήφθησαν από τη σύγχρονη αντιτυπική άπιστη Ιερουσαλήμ, δηλαδή, από τον «Χριστιανικό κόσμο,» η δε μειονότης αυτών από το ειδωλολατρικό βασίλειο. Όταν, προφανώς σε λίγο, ο Ιεχωβά Θεός θα έχη περατώσει το έργον της συνάξεως του υπολοίπου των «εκλεκτών» του απ’ όλα τα μέρη υπό τον ουρανόν, δεν θα είναι ανάγκη να πολιτεύεται πια υπομονητικά με τον «Χριστιανικό κόσμο» και τους πολιτικούς του εραστάς αυτού του συστήματος πραγμάτων. Όπως συνέβαινε με την Ιερουσαλήμ των αποστολικών χρόνων, ο Ιεχωβά μπορεί να τερματίση τους λογαριασμούς του με τον «Χριστιανικό κόσμο» και το υπόλοιπον αυτού του συστήματος πραγμάτων με ταχύτητα, χωρίς παράτασι, σ’ ένα σύντομο χρονικό διάστημα. Ενόσω Αυτός, ως ο ακριβής Χρονομέτρης, έχει μια ωρισμένη μέρα και ώρα για την έναρξι της ‘μεγάλης θλίψεως’ μπορεί να συντομεύση οτιδήποτε τείνει να την επιμηκύνη. Είναι σκοπός του να το κάμη αυτό.—Ματθ. 24:21, 22, 36.
21. (α) Τίνος «σαρξ» θέλει σωθή από τη ‘μεγάλη θλίψι’; (β) Πώς η κατάστασίς των θα διαφέρη από την κατάστασι της Ιουδαϊκής ‘σαρκός’ που είχε διασωθή από την καταστροφή της Ιερουσαλήμ;
21 Θα σωθή τότε ‘κάποια σαρξ’; Ναι, και μάλιστα επί πλέον του υπολοίπου των ‘εκλεκτών.’ Στον πρώτον αιώνα επί των ημερών των αποστόλων, κανείς από τους «εκλεκτούς,» είτε Ιουδαίος είτε Εθνικός, δεν διέτρεχε κίνδυνο στην καταστροφή της Ιερουσαλήμ και την ερήμωσι της Ιουδαίας. Όλοι ήσαν έξω, απηλλαγμένοι επιθέσεως και αιχμαλωτίσεως από τα Ρωμαϊκά στρατεύματα υπό τον Τίτο. Οι Ιουδαίοι, που ήσαν κλεισμένοι μέσα στην Ιερουσαλήμ, ήσαν εκείνοι που εκινδύνευαν από εξόντωσι μέσα στη ‘μεγάλη θλίψι.’ Λόγω της βραχύτητος της Ρωμαϊκής πολιορκίας 97.000 άτομα διαφυλάχθησαν ζώντα, χωρίς μάλιστα την προστασία του Θεού. Αλλά γιατί; Για την εξευτελιστική δουλεία μεταξύ των ειδωλολατρικών Εθνών. Αλλά στην επερχόμενη αντιτυπική ‘μεγάλη θλίψι’ κανένας απ’ αυτούς τους θρησκευομένους που παραμένουν με την αντιτυπική άπιστη Ιερουσαλήμ και είναι συνδεδεμένοι με τους πολιτικούς συμμάχους της, δεν θα διαφυλαχθή ζωντανός, οσοδήποτε βραχεία κι’ αν αποβή η «μεγάλη θλίψις.» Αυτοί θα καταστραφούν μαζί με το παρόν «σύστημα πραγμάτων» του οποίου αποτελούν μέρος. Γιατί να διασωθούν αυτοί, που δεν είναι σε ειρήνη με τον Θεό;
22. (α) Ποιοι αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος εκείνων, των οποίων η «σαρξ» θέλει σωθή, και για ποιο λόγο θα επιζήσουν; (β) Τίνος πράγματος θα παραστούν μάρτυρες;
22 Ωστόσο, υπάρχουν σήμερα στη γη πολλοί άνθρωποι, οι οποίοι, μολονότι δεν είναι από το υπόλοιπο των ‘εκλεκτών,’ εν τούτοις είναι σε ειρήνη με τον Θεό. Αυτοί είναι πλήρως αφιερωμένοι και βαπτισμένοι Χριστιανοί, αλλά δεν έχουν ουράνια ελπίδα και κληρονομία όπως οι πνευματικώς αναγεννημένοι ‘εκλεκτοί.’ Σύμφωνα με τις στατιστικές που υπάρχουν, αυτοί κατά το πλείστον έχουν φύγει από την καταδικασμένη αντιτυπική Ιερουσαλήμ, αντί να παραμείνουν σ’ αυτή και να κλεισθούν για καταστροφή. Αυτοί αποτελούν εκείνους που ανέφερε ο Ιησούς ότι θα ‘σωθούν.’ Αυτοί θα επιζήσουν, όχι απλώς επειδή συντομεύονται οι μέρες, αλλά λόγω της προστασίας του Θεού επάνω των. Η επιβίωσίς των από την επικείμενη ‘μεγάλη θλίψι’ δεν θα σημαίνη ό,τι εσήμαινε στην περίπτωσι των 97.000 Ιουδαίων που επέζησαν από την καταστροφή της Ιερουσαλήμ, δηλαδή, να συρθούν σε δουλεία απ’ εκείνους που αποτελούν το σύγχρονο «βδέλυγμα της ερημώσεως.» Αντιθέτως, αυτοί θα επιζήσουν και θα ιδούν την καταστροφή του βδελυκτού εκείνου ερημωτού και θα είναι ελεύθεροι στο νέο σύστημα του Θεού.—Αποκάλ. 17:1-14· 19:11-21.
23, 24. (α) Σε συμπαραβολή με το υπόλοιπο των εκλεπτών, πώς ονομάζονται εκείνοι που θα επιζήσουν από τη ‘θλίψι,’ και πόσοι θα είναι τότε; (β) Ποιο είδος σχέσεως έχουν με τον Θεό, και γιατί;
23 Η Αποκάλυψις 7:9-17 τους χαρακτηρίζει αυτούς ως ‘ερχομένους εκ της θλίψεως της μεγάλης.’ Αυτοί οι βαπτισμένοι, αφιερωμένοι Χριστιανοί με την επίγεια ελπίδα, συγκρινόμενοι με τον αριθμό εκείνων που αποτελούν τους «εκλεκτούς» του Θεού, είναι ένας ‘πολύς όχλος.’ Κανένας δεν ξέρει σήμερα πόσοι θα είναι σ’ αυτόν τον ‘πολύν όχλον’ στον καιρό της ‘μεγάλης θλίψεως’. Ως προς την σάρκα των, αυτοί εξέρχονται απ’ όλα τα έθνη, τις φυλές, τους λαούς και τις γλώσσες. Μολονότι αυτοί δεν είναι πνευματικοί Ισραηλίται όπως είναι οι ‘εκλεκτοί,’ είναι τώρα σε ειρήνη με τον Ιεχωβά Θεό. Έχουν εγκαταλείψει το μέρος των εχθρών του Θεού, και μέσα κι’ έξω από την αντιτυπική άπιστη Ιερουσαλήμ και ήλθαν με το μέρος των ‘εκλεκτών’ που διέφυγαν. Έτσι, έχουν μια ευνοϊκή θέσι ενώπιον του θρόνου του Θεού και ενώπιον του Αρνίου του, Ιησού Χριστού, και υποδέχονται αυτούς ως με κλάδους φοινίκων από αγαλλίασι. Αυτοί, εκτιμώντας την κατάστασι της σωτηρίας των στον παρόντα καιρό και αναμένοντας σωτηρία στην διάρκεια της επικειμένης ‘μεγάλης θλίψεως,’ κράζουν δημοσία:
24 «Η Σωτηρία είναι του Θεού ημών του καθημένου επί του θρόνου, και του Αρνίου.»—Αποκάλ. 7:9, 10.
25. (α) Παρά την καταστρεπτικότητα της ‘θλίψεως’ τίνος πράγματος την πείρα θα δοκιμάση αυτός ο ‘πολύς όχλος’; (β) Αυτοί θ’ αγωνισθούν μετά τον Αρμαγεδδώνα για ν’ αποδειχθούν άξιοι τίνος πράγματος;
25 Οσοδήποτε καταστρεπτική κι’ αν πρόκειται να είναι η «μεγάλη θλίψις,» οσοδήποτε έντονη κι’ αν θα γίνη η καταστρεπτικότης της, επειδή αυτή συμπτύσσεται σ’ ένα βραχύ χρονικό διάστημα, ο αναρίθμητος αυτός ‘πολύς όχλος’ θα διασωθή ζωντανός «εν σαρκί» και θα εισέλθη στο νέο σύστημα πραγμάτων του Θεού, μετά τον πόλεμό του τού Αρμαγεδδώνος. Όλα αυτά οφείλονται στο ότι αυτοί, μαζί με το υπόλοιπο των ‘εκλεκτών,’ βρίσκονται σε ειρήνη και αρμονία με τον Θεό και το Αρνίον του, τον Ιησού Χριστό, ως τη ‘μεγάλη θλίψι’ κι’ ως το τέλος της, υπηρετώντας τον Θεό «ημέραν και νύκτα εν τω ναώ αυτού» μαζί με το εκλεκτό υπόλοιπο. (Αποκάλ. 7:14-17) Ως πρόβατα στα δεξιά του Ποιμένος Βασιλέως Ιησού Χριστού, θα εξακολουθήσουν να κάνουν το καλό στο υπόλοιπο των πνευματικών «αδελφών» του, ενόσω αυτοί είναι μαζί τους «εν σαρκί.» Στο επίγειο σύστημα του Θεού μετά τον Αρμαγεδδώνα, αυτοί οι όμοιοι με πρόβατα άνθρωποι θ’ αγωνισθούν μ’ ευγνωμοσύνη για ν’ αποδειχθούν άξιοι σωτηρίας σε όλη την αιωνιότητα προς αίνον του Θεού.
[Υποσημειώσεις]
a Στο εδάφιο Ματθαίος 24:3, ο Δρ Α. Τ. Ρόμπερτσον σχολιάζει: «Υποβάλλουν τρεις ερωτήσεις για την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του ναού, την Δευτέρα του έλευσι (παρουσία, συνήθης έκφρασις στους παπύρους για την επίσκεψι του αυτοκράτορος), και για το τέλος του κόσμου. Μήπως εννοούσαν ότι όλα αυτά θα συνέβαιναν ταυτοχρόνως; Δεν υπάρχει τρόπος απαντήσεως. Οπωσδήποτε ο Ιησούς χειρίζεται και τις τρεις σ’ αυτή τη μεγάλη εσχατολογική ομιλία, το πιο δύσκολο πρόβλημα στα Συνοπτικά Ευαγγέλια. . . . Είναι αρκετό για τον σκοπό μας να σκεπτώμεθα ότι ο Ιησούς εχρησιμοποίησε την καταστροφή του ναού και της Ιερουσαλήμ, επίσης της δικής του δευτέρας ελεύσεως και του τέλους του κόσμου . . . ή συντελείας του αιώνος. . . . Βεβαίως ο Ιησούς σ’ αυτή την ομιλία συνδυάζει σε αποκαλυπτική γλώσσα το ιστορικό φόντο του θανάτου του επί του σταυρού, την επερχομένη καταστροφή της Ιερουσαλήμ, την δευτέρα του έλευσι και το τέλος του κόσμου. Πότε θίγει το ένα σημείο, και πότε το άλλο. Δεν είναι εύκολο να διαχωρίσωμε εμείς σαφώς τα διάφορα σημεία.»—Σελίδες 187, 188 του βιβλίου «Εικόνες με Λόγια στην Καινή Διαθήκη.» Τόμος Ι.
b Βλέπε βιβλίον «Εικόνες με Λόγια στην Καινή Διαθήκη» υπό Δρος Α. Τ. Ρόμπερτσον, Τόμος ΙΙ, επί του κατά Λουκάν ευαγγελίου, σελίδες 261, 262.