-
Η Βίβλος—Ένα Βιβλίο που Δίνει ΕλπίδαΗ Σκοπιά—1963 | 15 Απριλίου
-
-
Η Βίβλος—Ένα Βιβλίο που Δίνει Ελπίδα
ΕΝΩ μελετούσε για να δώση εξετάσεις μια νοσοκόμος, ηλικίας είκοσι οκτώ ετών, στην Αυστραλία, υπέστη διανοητική κρίσι. Η καλύτερη ψυχιατρική νοσηλεία απέτυχε να επιφέρη ανάρρωσι. Η κόρη απειλούσε ν’ αυτοκτονήση. Ο τοπικός γιατρός απεφάνθη ότι είναι ανίατη η περίπτωσις και της καθώρισε να παίρνη πολλά καταπραϋντικά. Υπέβαλαν από μέρους της αίτησι για να της χορηγηθή πλήρης σύνταξις αναπήρου. Οι γονείς της δεν εφείσθησαν τίποτα, αλλ’ εν τούτοις όλες οι προσπάθειες τον εφαίνοντο χωρίς καμμιά ελπίδα, επειδή η κόρη των δεν εγίνετο καλύτερα.
Τελικά, ο πατέρας στην απελπισία του συγκατετέθη να γίνεται μια Γραφική μελέτη με την ασθενή θυγατέρα του. Μετά από λίγες Γραφικές μελέτες η υγεία της κόρης εβελτιώθη αισθητά. Ο πατέρας της, οι φίλοι και οι συγγενείς της όλοι κατεπλάγησαν με τη βελτίωσι της καταστάσεώς της. Κι ο γιατρός της κόρης, επίσης, πραγματικά έμεινε εμβρόντητος με την ταχεία και πλήρη ανάρρωσί της. Την ερώτησε να του πη την αιτία της μεγάλης αυτής μεταβολής. Η απάντησίς της ήταν απλή κι εύστοχη: «Τώρα έχω κάτι για το οποίον αξίζει να ζω—τον νέο κόσμο». Ναι, η Αγία Γραφή είναι το βιβλίο που δίνει ελπίδα.
Είναι πολύ παράδοξο το ότι πολλοί από τους λεγόμενους «μεγάλους» μεταξύ των Ελλήνων και των άλλων εθνών ενόμιζαν ότι η ελπίδα ήταν μια φρεναπάτη. Ο Αισχύλος είπε ότι ήταν «η τροφή των εξορίστων». Ο Ευριπίδης την αποκαλούσε «κατάραν του ανθρώπου». Αλλ’ η Βίβλος λαμβάνει αντίθετη άποψι. Εξυμνεί την ελπίδα και τη συνδέει με την πίστι και την αγάπη. (1 Κορ. 13:13) Όχι μόνον εγκωμιάζει τις επιδράσεις της ελπίδος, αλλά και παροτρύνει τους Χριστιανούς να ‘χαίρουν εις την ελπίδα’ και ‘να περισσεύουν εις την ελπίδα’. Επίσης, καλεί την ελπίδα «άγκυραν της ψυχής».—Ρωμ. 12:12· 15:13· Εβρ. 6:19.
Όσα ετόνιζε πάντοτε η Βίβλος, τα παραδέχονται τώρα οι γιατροί ως αληθινά, δηλαδή, ότι η ελπίδα είναι απαραίτητη για μια υγιή ζωή. Ο ψυχίατρος Κάρολος Μέννιγκερ είπε ότι μερικοί από τους ασθενείς του εχλεύαζαν την ιδέα της ανάγκης για ελπίδα, και κατόπιν προσέθεσε: «Εν μέρει γι’ αυτό είναι και ασθενείς».
Η Αγία Γραφή είναι το βιβλίο που δίνει ελπίδα, διότι περιέχει τις επαγγελίες του Παντοδυνάμου, του Θεού της ελπίδος. Ο απόστολος Παύλος εξαίρει το γεγονός αυτό στην προς Ρωμαίους επιστολή του. Είπε: «Όσα προεγράφησαν, δια την διδασκαλίαν ημών προεγράφησαν, δια να έχωμεν την ελπίδα δια της υπομονής και της παρηγορίας των γραφών.» (Ρωμ. 15:4, 13) Στον άνθρωπο, που λόγω της αμαρτίας εκληρονόμησε την ευπάθεια και τη διαφθορά των προπατόρων του, η Βίβλος διανοίγει την πολύτιμη ελπίδα της αιωνίου ζωής. Στον Τίτο 1:2 μιλεί για την ‘ελπίδα ζωής αιωνίου, την οποίαν υπεσχέθη ο αψευδής Θεός προ χρόνων αιωνίων’. Ο απόστολος Ιωάννης έγραψε: «Αύτη είναι η υπόσχεσις την οποίαν αυτός υπεσχέθη προς ημάς, η ζωή η αιώνιος.» (1 Ιωάν. 2:25) Αιώνια ζωή είναι η άφθονη ζωή που κατέστησε δυνατή ο Ιησούς Χριστός για το ανθρώπινο γένος. (Ιωάν. 10:10) Πουθενά έξω από τη Βίβλο δεν μπορεί να βρεθή μια τόσο μεγάλη αληθινή ελπίδα.
Η άφθονη ζωή της Βιβλικής επαγγελίας πρόκειται να υπάρξη, όχι σ’ αυτόν τον κόσμο που είναι γεμάτος από διλήμματα, απειλές πυρηνικής εκμηδενίσεως, πρωτοφανή δεινά, ασθένειες και θάνατο, αλλά σ’ ένα νέο κόσμο της Θείας δημιουργίας. Ο απόστολος Πέτρος έγραψε γι’ αυτή την ελπίδα μ’ αυτά τα λόγια: «Κατά δε την υπόσχεσιν αυτού νέους ουρανούς και νέαν γην προσμένομεν, εν οις δικαιοσύνη κατοικεί.» (2 Πέτρ. 3:13) Ο απόστολος Ιωάννης έγραψε για τις ευλογίες, που θ’ απολαύσουν οι άνθρωποι σ’ εκείνο τον νέο κόσμο. Είπε: «Ιδού η σκηνή του Θεού μετά των ανθρώπων, και θέλει σκηνώσει μετ’ αυτών, και αυτοί θέλουσιν είσθαι λαοί αυτού, και αυτός ο Θεός θέλει είσθαι μετ’ αυτών Θεός αυτών. Και θέλει εξαλείψει ο Θεός παν δάκρυον από των οφθαλμών αυτών, και ο θάνατος δεν θέλει υπάρχει πλέον· ούτε πένθος, ούτε κραυγή, ούτε πόνος δεν θέλουσιν υπάρχει πλέον· διότι τα πρώτα παρήλθον.» (Αποκάλ. 21:2-4) Τι θαυμάσια ελπίδα είναι αυτή ! Φαντασθήτε να ζήτε σ’ έναν κόσμο χωρίς ασθένεια, λύπη ή θάνατο! Ας μη φαίνεται παράδοξο ότι αυτή η ελπίδα ενέπνευσε την Αυστραλή κόρη κι έγινε καλύτερα. Αυτές οι υποσχέσεις μπορούν να τύχουν εμπιστοσύνης διότι έχουν την υποστήριξι του Θεού. Αυτός μας διαβεβαιώνει ότι «ούτοι οι λόγοι είναι αληθινοί και πιστοί.»—Αποκάλ. 21:5· 1 Βασ. 8:56· Εβρ. 10:23.
Το γεγονός ότι ο Άρχων του υποσχεμένου νέου κόσμου του Θεού είναι ο Ιησούς Χριστός εμπνέει επίσης ελπίδα. Ο Παύλος γράφει: «Εις αυτόν τα έθνη θέλουσιν ελπίσει.» (Ρωμ. 15:12· 1 Τιμ. 1:1) Γιατί η ελπίς στον Ιησού; Ο Παύλος απαντά για μας: «Την οποίαν [ελπίδα] έχομεν, ως άγκυραν της ψυχής ασφαλή τε και βεβαίαν, και εισερχομένην εις το εσωτερικόν του καταπετάσματος· όπου ο Ιησούς εισήλθεν υπέρ ημών πρόδρομος, γενόμενος αρχιερεύς εις τον αιώνα κατά την τάξιν Μελχισεδέκ.» (Εβρ. 6:19, 20) Όταν ήταν στη γη, ο Ιησούς εξετέλεσε πολλά θαυμαστά έργα υπέρ του λαού. Μας λέγεται ότι ‘εθεράπευε πάσαν νόσον και πάσαν ασθένειαν’. (Ματθ. 9:35) Άνοιξε τους οφθαλμούς των τυφλών, τα ώτα των κωφών, κι έκαμε τους άλαλους να ομιλούν. Εθεράπευσε χωλούς, ανέστησε δε και νεκρούς ακόμη. Τα επίγεια έργα του ήσαν μόνο ένα τεκμήριο των ευλογιών που θα φέρη η βασιλεία του Θεού δια Ιησού Χριστού σ’ εκείνους που θα ζήσουν στον νέο κόσμο.
Σκεφθήτε τι πρέπει να σημαίνη αυτό σ’ εκείνους, που ψάχνουν στο φυσικό σκοτάδι σήμερα, σ’ εκείνους που είναι κωφοί, βωβοί ή χωλοί! Ο Ιησούς είναι ακόμη η μόνη ελπίδα τους, η δε Βίβλος μάς κάνει τούτο γνωστόν. Όσο για τους καταδυναστευομένους, η υπόσχεσις είναι ότι οι απατεώνες και καταδυνάσται θα συντριβούν και ότι οι θλιμμένες ψυχές θα παρηγορηθούν. Εκείνοι, που πεινούν για φίλους, δεν έχουν παρά να ενστερνισθούν τ’ αγαθά νέα. Ο Ιησούς διαβεβαίωσε τους ακολούθους του ότι θ’ αποκτούσαν «εκατονταπλασίονα τώρα εν τω καιρώ τούτω, οικίας και αδελφούς και αδελφάς και μητέρας και τέκνα και αγρούς, μετά διωγμών, και εν τω ερχομένω αιώνι ζωήν αιώνιον.»—Μάρκ. 10:30· Ψαλμ. 72:4.
Τι ελπίδα επιφυλάσσει η Βίβλος για τους νεκρούς; Υπάρχει ελπίς αναστάσεως γι’ αυτούς. Ο Θεός υπόσχεται να τους επαναφέρη ν’ απολαύσουν ζωή σ’ έναν επίγειο παράδεισο. Την ελπίδα αυτή έδωσε ο Ιησούς και σ’ έναν κακούργο, που εσταυρώθη παράπλευρά του, λέγοντας: «Θέλεις είσθαι μετ’ εμού εν τω παραδείσω.» (Λουκ. 23:43· 1 Κορ. 15:22) Ασφαλώς πρόκειται για μια μεγάλη ελπίδα.—Πράξ. 26:6-8.
Μόνο για τους ασεβείς η Βίβλος δεν προβλέπει καμμιά ελπίδα. Αυτοί θ’ απολεσθούν. (Ψαλμ. 9:17· 68:2) Αλλά σε όλους, όσοι αγαπούν τον Θεό και ζητούν να γνωρίσουν και να πράξουν το θέλημά του, η Βίβλος δίνει ελπίδα. Πόσο ζωτικό είναι να μελετούμε τις σελίδες της και να κάμωμε την ελπίδα που επιφυλάσσει ‘άγκυρα των ψυχών μας’!
-
-
Ο Πάπυρος—Πρόδρομος του ΧάρτουΗ Σκοπιά—1963 | 15 Απριλίου
-
-
Ο Πάπυρος—Πρόδρομος του Χάρτου
ΤΟ ΥΛΙΚΟ, που χρησιμοποιείται για γράψιμο, δεν ήταν πάντοτε τόσο άφθονο και τόσο φθηνό όσο είναι το χαρτί σήμερα, οπότε μπορεί κανείς ν’ αγοράση ένα τετράδιο ανταλλάσσοντας το με λίγα κέρματα. Μεταξύ των πολλών πραγμάτων, που εχρησιμοποιούντο για γράψιμο στους περασμένους καιρούς προτού καταστή κοινό το χαρτί, ήσαν λίθοι, πηλός, τεμάχια θραυσμένων αγγείων, μέταλλα, ξύλα, φλοιοί δένδρων, φύλλα, δέρματα, πάπυροι, μεμβράνες (δέρματα μόσχων) και περγαμηνές (δέρματα προβάτων). Ιδιαίτερα οι φτωχοί των αρχαίων χρόνων χρησιμοποιούσαν τεμάχια θραυσμένων αγγείων από πηλό, που μπορούσαν να βρεθούν σε κάθε σωρόν απορριμμάτων και είχαν ομαλή επιφάνεια για γράψιμο. Αυτά, γνωστά ως όστρακα, αποτελούν εξυπηρετικά μέσα στους αρχαιολόγους.
Μεταξύ όλων αυτών των υλικών γραψίματος κανένα ίσως δεν έχει χρησιμοποιηθή επί τόσο μακρό χρόνο όσο ο πάπυρος. Η χρήσις του χρονολογείται από δύο χιλιάδες και πλέον χρόνια προ Χριστού, μερικοί δε εξακολούθησαν να τον επεξεργάζωνται ως την αρχή του εικοστού αυτού αιώνος. Όσοι αγαπούν τη Βίβλο ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για τον πάπυρο, διότι φαίνεται ότι οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές αρχικά είχαν γραφή σε παπύρους, οι δε αντιγραφείς των Γραφών αυτών έκαναν κοινή χρήσι του παπύρου ως τον έβδομο αιώνα μ.Χ. Η Αγγλική λέξις «Paper» [«χάρτης», «χαρτί»] προέρχεται από τη λέξι πάπυρος.
Ο πάπυρος είναι υλικό γραφής, που παρασκευάζεται από ομώνυμο υδρόφυτο, του οποίου το όνομα σημαίνει «ποτάμιον προϊόν». Είχε ρίζα μεγέθους καρπού της χειρός ανθρώπου, η οποία ανεπτύσσετο κατά μήκος του πυθμένος αβαθών υδάτων του Νείλου, σε ύψος ύδατος τριών περίπου ποδών, και ανήρχετο ο κορμός του σε ύψος έξη ή περισσοτέρων ποδών.—Ιώβ 8:11.
Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι είχαν εύρει πολλές χρήσεις του παπύρου. Ο πάπυρος εχρησίμευε ως καύσιμος ύλη, για να κατασκευάζουν πλοία, ιστία, σχοινιά, ψάθες και σανδάλια. Το βρέφος Μωυσής είχε τοποθετηθή μέσα σ’ ένα κιβώτιο ή κάνιστρο κατασκευασμένο από πάπυρο. Αλλ’ η κυριώτερη και πιο επωφελής χρήσις του παπύρου ήταν για υλικά γραψίματος. Πραγματικά, η επεξεργασία του αποτελούσε άλλοτε τη βασική Αιγυπτιακή βιομηχανία.—Έξοδ. 2:3· Ησ. 18:2.
Ως υλικό γραψίματος εχρησιμοποιείτο το απαλό κέντρον ή εντεριώνη. Από τους Έλληνας εκαλείτο βίβλος, όνομα που είχε δοθή στους κυλίνδρους παπύρου και από το οποίον λαμβάνομε το όνομα «Βίβλος». Απ’ αυτό προήλθε και τ’ όνομα της Φοινικικής πόλεως Βύβλου, που ήταν το κέντρον βιομηχανίας παπύρου.—Γαλ. 3:10· 2 Τιμ. 4:13.
Η εντεριώνη εκόπτετο σε πολύ λεπτές λωρίδες, οι οποίες ετοποθετούντο παράλληλα η μία στην άλλη κατακορύφως, πάνω δε σ’ αυτές ετίθετο άλλο ένα στρώμα ορθογωνίως ή οριζοντίως. Τα δύο στρώματα συνεκολλώντο και κατόπιν οι λωρίδες εχτυπώντο με ξύλινη σφύρα και απεξηραίνοντο στον ήλιο. Το φύλλο ελειαίνετο με ελαφρόπετρα και εστιλβώνετο με ελεφαντόδοντα ή με όστρακα. Το κατειργασμένο προϊόν ήταν απαλό κι εύκαμπτο και διετίθετο σε ποικιλία διαστάσεων και ποιοτήτων.
Το μήκος και το πλάτος αυτών των φύλλων εκυμαίνετο από έξη ως δεκαοκτώ ίντσες, συνήθως δε είκοσι τέτοια φύλλα συνεκολλώντο για ν’ αποτελέσουν ένα κύλινδρο, ο οποίος προσηρτάτο σε λεπτή ράβδο. Οι κύλινδροι αυτοί, διαμέτρου μόλις μιάμισης ίντσας, έφθαναν τα δεκατέσσερα ως είκοσι πόδια μάκρος, και για καθημερινή χρήσι σπάνια υπερέβαιναν τα τριάντα πόδια. Τα ειδικά κρατικά έγγραφα, όμως, έφθαναν σε μεγάλα μήκη, ένα δε απ’ αυτά που διεσώθη ως την εποχή μας έχει μάκρος 133 πόδια.
Η επιφάνεια, που εχρησιμοποιείτο πρωτίστως για γράψιμο, ήταν εκείνη, στην οποία οι λωρίδες παπύρου έβαιναν οριζόντια ή κατά μήκος, πράγμα που υποβοηθούσε το γράψιμο σε ευθείες γραμμές, μολονότι κατά καιρούς εχρησιμοποιείτο η αντίστροφη πλευρά για να συμπληρωθή μια γραφή. Ο κολοφών, δηλαδή η αναγραφή λεπτομερειών για το πότε και ποιος ήταν εκείνος που τα έγραψε, προσετίθετο στο τέλος του κυλίνδρου. Από τον δεύτερον αιώνα μ.Χ. κι έπειτα, ο κύλινδρος παπύρου άρχισε ν’ αντικαθίσταται από κώδικες παπύρου, βιβλιοειδή χειρόγραφα, τα οποία κι αυτά βαθμιαίως αντικατεστάθησαν, από τον τέταρτον αιώνα, από κώδικες κατασκευασμένους από μεμβράνες ή περγαμηνές.—Ιεζ. 2:10· Αποκάλ. 5:1.
Το γράψιμο σε πάπυρο εγίνετο με πέννα από καλάμι, βρεγμένη για να μαλακώνη η αιχμή της, για μελάνη δε εχρησιμοποιείτο μίγμα γόμας, καπνιάς και νερού. Το γράψιμο συνήθως εγίνετο σε στενές στήλες, φάρδους από δύο έως τεσσάρων ιντσών. Οι κύλινδροι του παπύρου, όταν δεν εχρησιμοποιούντο, διετηρούντο μέσα σε μια κυλινδρική θήκη ή κιβωτίδιο που ήταν γνωστό ως πυξίς.
Για τους Χριστιανούς, το γράψιμο σε παπύρους, που έφθασε μέχρι των ημερών μας, απεδείχθη μεγάλης αξίας. Εν πρώτοις, κατέστησε γνωστή την κοινή Ελληνική γλώσσα, που ωμιλείτο κι εγράφετο από τους συγγραφείς των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών. Και το σπουδαιότερο απ’ όλα, οι Βιβλικοί πάπυροι εχρησίμευσαν στην εξακρίβωσι της αυθεντικότητος των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών όπως τις έχομε σήμερα.
-
-
Είναι ο Ιησούς Χριστός ο Υποσχεμένος Μεσσίας;Η Σκοπιά—1963 | 15 Απριλίου
-
-
Είναι ο Ιησούς Χριστός ο Υποσχεμένος Μεσσίας;
Ασχέτως φυλής, εθνικότητος ή θρησκείας, το ζήτημα αυτό επηρεάζει την ευτυχία σας—μάλιστα, τον αιώνιο προορισμό σας.
ΕΠΙΓΝΩΣΙΣ της ταυτότητος του υποσχεμένου Μεσσία δεν είναι κανένα ασήμαντο θέμα. Είναι απόλυτα ζωτικό. Οι Εβραϊκές Γραφές όχι μόνο μας λέγουν γιατί αυτό το θέμα είναι πολύ σπουδαίο, αλλά και καθορίζουν την ταυτότητα του Μεσσία πέρα από κάθε αμφιβολία.
Προτού εξετάσωμε τη Γραφική μαρτυρία, υπάρχει η ερώτησις: Τι σημαίνει η λέξις Μεσσίας; Μεσσίας σημαίνει «ο κεχρισμένος». Στον Δανιήλ 9:25 η Εβραϊκή αυτή λέξις μεταφράζεται «Μεσσίας» στη Μετάφρασι Βασιλέως Ιακώβου, η δε μετάφρασις, που έγινε από την Ιουδαϊκή Εκδοτική Εταιρία της Αμερικής, την αποδίδει «ένας κεχρισμένος».
Υπάρχουν πολλές και διάφορες ιδέες περί της ταυτότητος του Μεσσία. Στον «Χριστιανικό» κόσμο εκατομμύρια ανθρώπων πιστεύουν ότι ο Μεσσίας έχει ήδη εμφανισθή στο πρόσωπο του Ιησού του από Ναζαρέτ. Μερικοί Ιουδαίοι πιστεύουν ότι ο Μεσσίας είναι το νέον έθνος Ισραήλ· και ο Φίλιππος Μπερνστάιν, στο βιβλίο του Τι Πιστεύουν οι Ιουδαίοι, λέγει: «Οι Ορθόδοξοι πιστεύουν ακόμη στην έλευσι ενός προσωπικού Μεσσία, και προσεύχονται κάθε μέρα για την έλευσί του. Ένα μεγάλο τμήμα της φιλελευθέρας Ιουδαϊκής κοινότητος απέβαλε την ιδέα περί μιας μεμονωμένης μεσσιανικής προσωπικότητος, που πρόκειται να σώση το ανθρώπινο γένος. . . . Στη θέσι αυτής βεβαιώνουν την πίστι των σε μια μεσσιανική εποχή, που πρόκειται να επιτευχθή με τις προσπάθειες συνεργαζομένων καλών ανθρώπων απ’ όλα τα έθνη, τις φυλές και τις θρησκείες».
Οι Εβραϊκές Γραφές διευκρινίζουν κάθε παρανόησι και αμφιβολία περί του Μεσσία ή του «κεχρισμένου». Κεχρισμένος είναι ένας, ο οποίος είναι περιβεβλημένος εξουσίαν από τον ανώτερό του για να ενεργήση. Ο Μεσσίας είναι ο Κεχρισμένος του Θεού· εκείνος, τον οποίον ο Θεός έχρισε για να ελευθερώση τους ευπαθείς από το ανθρώπινο γένος. Στις αρχές της ιστορίας του ανθρωπίνου γένους ο Θεός έδωσε μια βάσι για ελπίδα σ’ έναν ερχόμενο Απελευθερωτή, έναν, ο οποίος θα συνέτριβε την κεφαλήν του Όφεως, του Σατανά ή Διαβόλου. Η υπόσχεσις βρίσκεται στη Γένεσι 3:15, στη δήλωσι του Θεού προς τον Όφιν: «Και έχθραν θέλω στήσει αναμέσον σου και της γυναικός, και αναμέσον του σπέρματός σου και του σπέρματος αυτής· αυτό θέλει σου συντρίψει την κεφαλήν, και συ θέλεις κεντήσει την πτέρναν αυτού.»
Αργότερα οι προφητείες έγιναν σαφέστερες περί του πώς θα ήρχετο ο Απελευθερωτής. Ο Θεός υπεσχέθη ότι μέσω του Αβραάμ θα επήρχοντο μεγάλες ευλογίες: «Εν τω σπέρματί σου θέλουσιν ευλογηθή πάντα τα έθνη της γης.»—Γεν. 22:18.
Ένας, ο οποίος θα μπορούσε ν’ απελευθερώση όλο το ευπειθές ανθρώπινο γένος, θα ήταν πράγματι ένας άρχων ή βασιλεύς. Ένας βασιλεύς στην αρχαιότητα έφερε σκήπτρον, μια ράβδο που ήταν ένα σύμβολο βασιλικής εξουσίας. Ο υποσχεμένος Απελευθερωτής έπρεπε να έχη βασιλική εξουσία, διότι ο Θεός προείπε στην προφητεία που εξέφερε μέσω του Βαλαάμ: «Θέλει ανατείλει άστρον εξ Ιακώβ, και θέλει αναστηθή σκήπτρον εκ του Ισραήλ.»—Αριθμ. 24:17.
Ο προφήτης Δανιήλ τονίζει ότι η βασιλεία, την οποία λαμβάνει ο υποσχεμένος Άρχων, είναι ουρανία εξουσία: «Ιδού, ως Υιός ανθρώπου ήρχετο μετά των νεφελών του ουρανού, και έφθασεν έως του Παλαιού των ημερών, και εισήγαγον αυτόν ενώπιον αυτού. Και εις αυτόν εδόθη η εξουσία, και η δόξα, και η βασιλεία, δια να λατρεύωσιν αυτόν πάντες οι λαοί, τα έθνη, και αι γλώσσαι· η εξουσία αυτού είναι εξουσία αιώνιος.»—Δαν. 7:13, 14.
Μέσω της ουρανίας αυτής βασιλείας ο υποσχεμένος Βασιλεύς πρόκειται να φέρη ευλογίες σε «όλα τα έθνη της γης.» Ο υποσχεμένος Άρχων απελευθέρωνει τον απανταχού λαόν του Θεού, καταστρέφοντας τους εχθρούς των, περιλαμβανομένων και των ανόμων εθνών της γης. Όθεν ο υποσχεμένος Βασιλεύς πρόκειται να κάμη ένα έργον κατασυντρίψεως εθνών, όπως προείπε ο ψαλμωδός: «Θέλεις ποιμάνει αυτούς [τα έθνη της γης] εν ράβδω σιδηρά· ως σκεύος κεραμέως θέλεις συντρίψει αυτούς».—Ψαλμ. 2:9.
Τι ειρηνικές, ευτυχείς συνθήκες θα φέρη στη γη η διακυβέρνησις του κεχρισμένου του Θεού! Και δεν είναι παράδοξον—ο υποσχεμένος Βασιλεύς προλέγεται από τον Ησαΐα ότι θα είναι ο «Άρχων Ειρήνης»! (Ησ. 9:6) «Εν ταις ημέραις αυτού θέλει ανθεί ο δίκαιος», προείπε ο ψαλμωδός, «και αφθονία ειρήνης θέλει είσθαι εωσού μη υπάρξη η σελήνη. Και θέλει κατακυριεύει από θαλάσσης έως θαλάσσης, και από του ποταμού έως των περάτων της γης.»—Ψαλμ. 72:7-9.
Έχοντας τόσους ζωτικούς λόγους για να γνωρίσωμε την ταυτότητα Εκείνου τον οποίον ο Θεός χρίει ως Βασιλέα, ας ιδούμε τώρα πώς οι Εβραϊκές Γραφές καθορίζουν την ταυτότητά του, κάνοντας μας έτσι να μπορούμε ν’ απαντήσωμε στην ερώτησι: Είναι ο Ιησούς Χριστός ο υποσχεμένος Μεσσίας;
Η ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΚΑΙ Ο ΤΟΠΟΣ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ ΤΟΥ
Ο βασιλικός Άρχων, στον οποίον το ανθρώπινο γένος πρέπει να υπακούη, θα προήρχετο από τη φυλή του Ιούδα. Ο Ιακώβ το προείπε αυτό: «Δεν θέλει εκλείψει το σκήπτρον εκ του Ιούδα, ουδέ νομοθέτης εκ μέσου των ποδών αυτού, εωσού ελθη ο Σηλώ· και εις αυτόν θέλει είσθαι η υπακοή των λαών.»—Γεν. 49:10.
Ο υποσχεμένος Βασιλεύς και Απελευθερωτής έπρεπε, όχι μόνο να προέλθη από τη φυλή του Ιούδα, αλλά να είναι, επίσης, απόγονος του Βασιλέως Δαβίδ, ακριβώς όπως ο Θεός είπε στον Δαβίδ μέσω του προφήτου Νάθαν: «Θέλω αναστήσει μετά σε το σπέρμα σου, το οποίον θέλει εξέλθει εκ των σπλάγχνων σου, και θέλω στερεώσει την βασιλείαν αυτού. Αυτός θέλει οικοδομήσει οίκον εις το όνομά μου· και θέλω στερεώσει τον θρόνον της βασιλείας αυτού έως αιώνος.»—2 Σαμ. 7:12, 13.
Επί πλέον, ως ένα άλλο διακριτικό γνώρισμα, Εκείνος, τον οποίον ο Θεός θα έχριε ως Άρχοντα, έπρεπε να γεννηθή στην πόλι Δαβίδ, στη Βηθλεέμ, ακριβώς όπως προείπε ο προφήτης Μιχαίας: «Και συ, Βηθλεέμ Εφραθά, η μικρά ώστε να ήσαι μεταξύ των χιλιάδων του Ιούδα, εκ σου θέλει εξέλθει εις εμέ ανήρ δια να ήναι ηγούμενος εν τω Ισραήλ· του οποίου αι έξοδοι είναι απ’ αρχής, από ημερών αιώνος. Και θέλει σταθή, και ποιμάνει εν τη ισχύι του Ιεχωβά, εν τη μεγαλειότητι του ονόματος Ιεχωβά του Θεού αυτού.» (Μιχ. 5:2, 4, ΑΣ) Τέτοιες υποσχέσεις όπως αυτή περί του κεχρισμένου Άρχοντος του Θεού, ενός προσωπικού Μεσσία, που θα ήρχετο, καθιστούν σαφώς έκδηλον ότι ο Μεσσίας δεν είναι ένα έθνος ή καμμιά με συνεργασία προσπάθεια μεταξύ των εθνών.
ΦΥΣΙΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΟΥ
Ο υποσχεμένος Βασιλεύς, προτού αναλάβη την ουράνια βασιλεία του, θα έκανε μια επίγεια εμφάνισι. Στη γη θα έκανε ένα ειδικό έργον. Ο προφήτης Ησαΐας προείπε ότι ο υποσχεμένος Αυτός θα έκανε ένα έργον κηρύγματος: «Πνεύμα Κυρίου του Ιεχωβά είναι επ’ εμέ· διότι ο Ιεχωβά με έχρισε δια να ευαγγελίζομαι εις τους πτωχούς.» Ο υποσχεμένος Μεσσίας θα ‘εκήρυττεν ελευθερίαν εις τους αιχμαλώτους και άνοιξιν δεσμωτηρίου εις τους δεσμίους’, ως επίσης θα ‘εκήρυττεν ενιαυτόν ευπρόσδεκτον του Ιεχωβά, και ημέραν εκδικήσεως του Θεού ημών’.—Ησ. 61:1, 2, ΜΝΚ.
Ώστε ο υποσχεμένος Κεχρισμένος έπρεπε να είναι ένας προφήτης, τον οποίον έπρεπε ν’ ακούσουν οι άνθρωποι. Ο Μωυσής προείπε τον ερχόμενον αυτόν Προφήτη. «Και είπεν ο Ιεχωβά προς εμέ», έγραψε ο Μωυσής στο Δευτερονόμιον 18:17-19, «Προφήτην εκ μέσου των αδελφών αυτών θέλω αναστήσει εις αυτούς, ως σε, και θέλω βάλει τους λόγους μου εις το στόμα αυτού, και θέλει λαλεί προς αυτούς πάντα όσα εγώ προστάζω εις αυτόν. Και ο άνθρωπος όστις δεν υπακούση εις τους λόγους μου, τους οποίους αυτός θέλει λαλήσει εν τω ονόματι μου, εγώ θέλω εκζητήσει τούτο παρ’ αυτού.»
Μολονότι ο υποσχεμένος Κεχρισμένος δεν θ’ ανελάμβανε τη βασιλεία του όταν θα ήταν στη γη, θα παρουσιάζετο, εν τούτοις, στον λαό του ως ο Βασιλεύς και Άρχων που προελέχθη από τους προφήτας; Ναι, αλλά θα το έκανε αυτό μ’ έναν εντελώς απροσδόκητο τρόπο. Δεν θα ήρχετο τότε πάνω σε νεφέλες του ουρανού ή για να συντρίψη τον ζυγό της Ρωμαϊκής κυριαρχίας, αλλά θα ήρχετο όπως προείπε ο προφήτης Ζαχαρίας: «Χαίρε σφόδρα, θύγατερ Σιών· αλάλαζε, θύγατερ Ιερουσαλήμ· Ιδού, ο βασιλεύς σου έρχεται προς σε· αυτός είναι δίκαιος, και σώζων· πραΰς, και καθήμενος επί όνου, και επί πώλου υιού υποζυγίου.» (Ζαχ. 9:9) Θα έγινε το δεκτός αυτός ο βασιλεύς από τον λαό του;
Η ΑΠΟΡΡΙΨΙΣ ΚΑΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΜΕΣΣΙΑ
Παρά τις προσδοκίες, ο από πολύν καιρό υπόσχεμένος Μεσσίας, όταν ενεφανίσθη ως άνθρωπος, θα εγίνετο δεκτός από λίγους μόνο. Ο Ιουδαϊκός λαός ως έθνος θα τον απέρριπτε ως τον υποσχεμένο Μεσσία, όπως προείπε ο Ησαΐας στο πεντηκοστό τρίτο κεφάλαιο του βιβλίου του. «Καταπεφρονημένος και απερριμμένος υπό των ανθρώπων», προείπε ο Ησαΐας. «Ημείς δε ενομίσαμεν αυτόν τετραυματισμένον, πεπληγωμένον υπό Θεού, και τεταλαιπωρημένον.»—Ησ. 53:3, 4.
Τελικά, σαν να επρόκειτο να φθάσουν σε αποκορύφωμα τα όλως απροσδόκητα, ο Κεχρισμένος του Θεού έπρεπε να θανατωθή από τα χέρια εκείνων που τον απέρριψαν. Ναι, διωγμός και θάνατος θα ήταν η μερίς του Μεσσία, παρά το γεγονός ότι «δεν έκαμεν ανομίαν, ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού.» Μήπως αντέστη ο Μεσσίας; Ο προφήτης του Θεού είπε: «Εφέρθη ως αρνίον επί σφαγήν, και ως πρόβατον έμπροσθεν του κείροντος αυτό άφωνον, ούτω δεν ήνοιξε το στόμα αυτού.»—Ησ. 53:9, 7.
Ο εικοστός δεύτερος Ψαλμός είναι μια άλλη θεόπνευστη αφήγησις, που προλέγει τα όσα επρόκειτο να υποστή ο Μεσσίας. Διαβάστε αυτόν τον Ψαλμό για να ιδήτε τους πολλούς και ειδικούς τρόπους, με τους οποίους επρόκειτο να υποφέρη ο Μεσσίας. Λόγου χάριν, για τους εκτελεστάς του Μεσσία ο ψαλμός αυτός λέγει: «Ήνοιξαν επ’ εμέ το στόμα αυτών, ως λέων αρπάζων και βρυχόμενος.» Έρριξαν και κλήρο για τα ιμάτια του: «Διεμερίσθησαν τα ιμάτια μου εις εαυτούς· και επί τον ιματισμόν μου έβαλον κλήρον.»—Ψαλμ. 22:13, 18.
Πόσο απογοητευτικά θα ήσαν όλα αυτά στους Ιουδαίους εκείνους, που ανέμεναν απελευθέρωσι στον καιρό της εμφανίσεως του Μεσσία! Πολλοί Ιουδαίοι θ’ αστοχούσαν να διακρίνουν ότι οι προφήται προείπαν δύο ελεύσεις του Μεσσία, των οποίων η καθεμιά ήταν για ένα χωριστό σκοπό. Στην πρώτη του έλευσι ο Μεσσίας ήλθε ως άνθρωπος· στη δεύτερη έλευσί του ή παρουσία ήλθε ως ένα ένδοξο πνευματικό πλάσμα για να επιφέρη την εκπλήρωσι των ενδόξων προφητειών που σχετίζονται με την αιώνια κυβέρνησί του. Πολλοί Ιουδαίοι θ’ απέρριπταν τον Μεσσία ως άνθρωπο διότι θα εσκέπτοντο ότι αυτός θα είχε εκπληρώσει τις θαυμαστές εκείνες προφητείες για την έλευσί του εν δόξη στην πρώτη του έλευσι.
ΤΡΙΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΑ ΓΝΩΡΙΣΜΑΤΑ
Υπολογίζεται ότι υπάρχουν τριακόσιες και πλέον παραπομπές για τον Μεσσία στις Εβραϊκές Γραφές. Πραγματικά μόνο τρεις απ’ αυτές είναι αρκετές για να πιστοποιήσουν την ταυτότητα του Μεσσία πέρα από κάθε αμφιβολία.
Πρώτον, εκείνος που προωρίζετο να είναι ο υποσχεμένος Μεσσίας θα εγεννάτο, με τη δύναμι του Θεού, από μια παρθένο, ακριβώς όπως είχε προείπει ο Ιεχωβά Θεός μέσω του Ησαΐα: «Ιδού, η παρθένος θέλει συλλάβει και γεννήσει υιόν.»—Ησ. 7:14.
Δεύτερον, ο Μεσσίας, λίγο μετά τον θάνατό του, θα ηγείρετο εκ νεκρών με τη δύναμι του Θεού. Αυτό προελέχθη στον Ψαλμό 16:10: «Διότι δεν θέλεις εγκαταλείψει την ψυχήν μου εν τω άδη.»
Τρίτον, ο Μεσσίας έπρεπε να εμφανισθή σ’ ένα ωρισμένο καιρό. Πότε; Ο άγγελος Γαβριήλ είπε στον Δανιήλ, ο οποίος και μας λέγει: «Εβδομήκοντα εβδομάδες διωρίσθησαν επί τον λαόν σου, και επί την πόλιν την αγίαν σου, δια να συντελεσθή η παράβασις, και να τελειώσωσιν αι αμαρτίαι, και να γείνη εξιλέωσις περί της ανομίας, και να εισαχθή δικαιοσύνη αιώνιος, και να σφραγισθή όρασις και προφητεία, και να χρισθή ο Άγιος των αγίων. Γνώρισον λοιπόν και κατάλαβε, ότι από της εξελεύσεως της προσταγής τού να ανοικοδομηθή η Ιερουσαλήμ, έως του Χριστού του Ηγουμένου, θέλουσιν είσθαι εβδομάδες επτά, και εβδομάδες εξήκοντα δύο».—Δαν. 9:24, 25.
Έτσι, «από της εξελεύσεως της προσταγής του να ανοικοδομηθή η Ιερουσαλήμ» έως του Μεσσίου του Ηγουμένου θα ήσαν εξήντα εννέα εβδομάδες. Ποιό είναι το μήκος, των εξήντα εννέα αυτών εβδομάδων; Αυτές δεν είναι εβδομάδες ημερών, αλλά εβδομάδες ετών, σε αρμονία με τον κανόνα «εκάστην μίαν ημέραν . . . αντί ενός έτους», που συχνά βρίσκεται στις χρονολογίες της Γραφής.—Ιεζ. 4:6· Αριθμ. 14:34.
Πότε αρχίζει ο υπολογισμός των εξήντα εννέα εβδομάδων ετών, ή 483 ετών; Αρχίζει, όπως ο Δανιήλ είπε «από της εξελεύσεως της προσταγής του να ανοικοδομηθή η Ιερουσαλήμ.» Πότε ήταν αυτό; Η ιστορία μάς λέγει ότι ήταν στο 455 π.Χ. Το έτος εκείνο ο Βασιλεύς Αρταξέρξης εξέδωκε διάταγμα, όπως η Ιερουσαλήμ και τα τείχη της ανοικοδομηθούν. Το γεγονός αυτό αναγράφεται στον Νεεμία 2:1-8. Έτσι, αρχίζοντας με το 455 π.Χ., τα 483 έτη θα πρέπει να τελειώνουν στο 29 μ.Χ. Αυτός είναι ο ακριβής καιρός για την εμφάνισι του Μεσσία. Δεν μπορούσε να εμφανισθή στη γη ούτε πριν ούτε μετά από τη χρονολογία, αυτή.
Εμφανίσθηκε, λοιπόν, ο Μεσσίας στο 29 μ.Χ.; Πράγματι εμφανίσθηκε! Ο Λουκάς στο 3:1-4 λέγει: «Εν δε τω δεκάτω πέμπτω έτει της ηγεμονίας Τιβερίου Καίσαρος . . . έγεινε λόγος Θεού προς Ιωάννην τον υιόν του Ζαχαρίου, εν τη ερήμω. Και ήλθεν εις πάσαν την περίχωρον του Ιορδάνου, κηρύττων βάπτισμα μετανοίας εις άφεσιν αμαρτιών.» Έξη περίπου μήνες αργότερα ο Ιησούς ο από Ναζαρέτ ήλθε στον Ιωάννη και εβαπτίσθη, στο βάπτισμα δε αυτό κατεδείχθη ότι ο Ιησούς έγινε ο Μεσσίας, ο Κεχρισμένος· διότι εχρίσθη με το άγιον πνεύμα του Θεού.—Βλέπε Ματθαίον 3:13-17, Ιωάννην 1:32-34 και Λουκάν 4:17-19.
Ο Ιησούς Χριστός μόνος ανταπεκρίθη σε όλες τις απαιτήσεις που ήσαν καθορισμένες από τις Εβραϊκές Γραφές. Εγεννήθη από την φυλή του Ιούδα και ήταν ένας απόγονος του Βασιλέως Δαβίδ. (Ματθ. 1:1-3· Λουκ. 3:31, 33) Εγεννήθη στη Βηθλεέμ. (Ματθ. 2:1, 5, 6) Εγεννήθη από μια παρθένο. (Ματθ. 1:22, 23) Εισήλθε στην Ιερουσαλήμ επί όνου. (Ματθ. 21:4, 5) Απερρίφθη από τον Ιουδαϊκό λαό ως σύνολον. (Μάρκ. 9:12· 12:10, 11· Ιωάν. 1:11· Πράξ. 4:11) Ήταν άφωνος ενώπιον των κατηγόρων του· εσταυρώθη επί ξύλου. (Ματθ. 27:12-14· Μάρκ. 15:25) Ηγέρθη εκ νεκρών, υπήρξαν δε περισσότεροι από πεντακόσιους μάρτυρες του γεγονότος αυτού. (Μάρκ. 16:6· Πράξ. 2:31· 1 Κορ. 15:6) Ο Ιησούς εχρίσθη ως Μεσσίας στο έτος ακριβώς που προελέχθη από τον προφήτη Δανιήλ—29 μ.Χ.!
Ο Ιησούς Χριστός είναι το Σπέρμα της γυναικός του Θεού, το Σπέρμα του Αβραάμ, ο Άρχων της Ειρήνης, ο υποσχεμένος Μεσσίας. Τώρα ο Μεσσίας είναι Βασιλεύς, που έχει λάβει την ουράνια βασιλεία από τα χέρια του Πατρός του. Μόνον εκείνοι, που προσέχουν και υπακούουν στους λόγους του Μεσσία, θα επιζήσουν στον νέο κόσμο του Θεού, για ν’ απολαύσουν εκεί την ευλογία της αιωνίου ζωής μετά την καταστροφή του κόσμου αυτού και του Θεού των, Σατανά ή Διαβόλου, από το Σπέρμα της γυναικός του Θεού. Πόσο είναι ζωτικό να προσέξωμε την προειδοποίησι του Μωυσέως: «Πάσα ψυχή, ήτις δεν ακούση του προφήτου εκείνου, θέλει εξολοθρευθή εκ του λαού»!—Πράξ. 3:23.
-
-
Οι Πρώτοι Κατάλογοι και ο Κανών των Χριστιανικών Ελληνικών ΓραφώνΗ Σκοπιά—1963 | 15 Απριλίου
-
-
Οι Πρώτοι Κατάλογοι και ο Κανών των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών
ΛΕΓΕΤΑΙ ότι στην περίφημη Οικουμενική Σύνοδο της Νικαίας, που συνεκροτήθη το 325 μ.Χ., σαράντα περίπου «Ευαγγέλια» ετοποθετήθηκαν επάνω στο πάτωμα μπροστά στους ακροατάς που είχαν συγκεντρωθή, και, κατόπιν προσευχής που ανεπέμφθη, τα τέσσερα ευαγγέλια μας ηγέρθησαν θαυματουργικά και ετακτοποιήθησαν επάνω στο τραπέζι και εξαιτίας αυτού του γεγονότος, από τότε έγιναν αποδεκτά ως τα αληθινά ευαγγέλια. Στο φως της ιστορικής αποδείξεως, μια τέτοια αφήγησις μπορεί αμέσως να απορριφθή ως ανόητη, αλλά προβάλλεται το ερώτημα, Πώς τα είκοσι επτά βιβλία που βρίσκονται τώρα στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές μας απετέλεσαν μια συλλογή; Γιατί πρέπει μόνο τα βιβλία αυτά να είναι αποδεκτά ως γνήσια και κανονικά, και τα άλλα να απορρίπτωνται; Εξετάζοντας το τμήμα αυτό της Γραφής πρέπει να ενθυμούμεθα ότι, αν και οι Εβραϊκές Γραφές δεν έχουν σχέσι με το θέμα αυτό, εν τούτοις, ο κανών δεν είναι διηρημένος για να αποτελέση μια «Παλαιά Διαθήκη» και μια «Καινή Διαθήκη».
Η ίδια η λέξις «κανών» δείχνει το γιατί είναι σπουδαίο να έχωμε τα σωστά βιβλία στη Γραφή μας. Αρχικά ανεφέρετο σ’ ένα κάλαμον που εχρησιμοποιείτο ως μετρική ράβδος, αν δεν ήταν πρόχειρο ένα κομμάτι ξύλον, και έπειτα σ’ ένα εργαλείο, στην στάθμη του ξυλουργού ή στον χάρακα ενός γραμματέως. Ο απόστολος Παύλος ανεφέρετο στον «κανόνα» πορείας καθώς και στον κατά γράμμα κανόνα ή στην οροθετική γραμμή. (Γαλ. 6:16· 2 Κορ. 10:13) Έτσι κανονικά βιβλία είναι εκείνα, που είναι αληθινά και θεόπνευστα και άξια να χρησιμοποιούνται ως χάρακας στον προσδιορισμό της ορθής πίστεως και του ορθού δόγματος. Αν χρησιμοποιούμε βιβλία, που δεν έχουν την «ευθύτητα» της γραμμής μιας βολίδος, «το οικοδόμημά» μας δεν θα είναι αληθινό και θα αποτύχη στη δοκιμασία του Κυρίου Επόπτου.
Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία ισχυρίζεται ότι έχει την ευθύνη για την απόφασι ως προς το ποιο βιβλίο πρέπει να περιλαμβάνεται στον κανόνα και αναφέρεται στις Συνόδους Ιππώνος (393 μ.Χ.) και Καρχηδόνος (397 μ.Χ.), όπου οι κατάλογοι των βιβλίων διεμορφώθησαν. Τα αντίθετο είναι αληθές, εν τούτοις, διότι ο κανών ήταν ήδη τακτοποιημένος από τότε, και όχι με απόφασι οιασδήποτε συνόδου, αλλά με την συνήθεια των Χριστιανικών εκκλησιών σε όλο τον αρχαίο κόσμο. Μια αυθεντία λέγει: «Είναι αυτονόητον, ότι η Εκκλησία εννοούμενη ως το όλον σώμα των πιστών, εδημιούργησε τον Κανόνα . . . και δεν έγινε το αντίθετο· διότι δεν έγινε η επιβολή άνωθεν, είτε από επισκόπους ή συνόδους.»1 Η ερευνά μας για την απόδειξι θα περιγραφή πώς αυτό έγινε.
Η ΑΠΟΔΕΙΞΙΣ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΚΑΤΑΛΟΓΩΝ
Ένα βλέμμα στον παρατιθέμενο πίνακα αποκαλύπτει ότι τον τέταρτον αιώνα αρκετοί κατάλογοι συμφωνούν ακριβώς με τον σημερινό κανόνα μας, ή παραλείπουν μόνο την Αποκάλυψι. Πριν από το τέλος του δευτέρου αιώνος υπάρχει παγκόσμια παραδοχή των τεσσάρων Ευαγγελίων, των Πράξεων και δώδεκα από τις επιστολές του αποστόλου Παύλου. Μόνο μερικά από τα μικρότερα συγγράμματα ήσαν αμφίβολα σε μερικές περιοχές.
Ο πιο σπουδαίος πρώτος κατάλογος είναι το τμήμα που απεκαλύφθη από τον Λ. Α. Μουρατόρι στην Αμβροσιανή Βιβλιοθήκη στο Μιλάνο της Ιταλίας και εδημοσιεύθη από τον ίδιο το 1740. Αν και η αρχή του καταλόγου αυτού παραλείπεται, εν τούτοις, το ότι αναφέρεται στο ευαγγέλιο του Λουκά ως το τρίτο Ευαγγέλιο δείχνει ότι εμνημόνευε πρώτα τα ευαγγέλια του Ματθαίου και του Μάρκου. Ένας άλλος κατάλογος που βρέθηκε σε βιβλιοθήκη είναι ο κατάλογος Τσέλτεναμ, τον οποίον πρώτος ανέφερε ο Τ. Μόμσεν το 1885 στο Τσέλτεναμ, της Αγγλίας. Και οι δύο κατάλογοι συνοδεύονται από κάποια αμφιβολία, όσον αφορά ειδικά τις συντομότερες επιστολές, οι δε κριτικοί δεν συμφωνούν στο ποία βιβλία αφορούν οι αμφιβολίες αυτές.
Οι πιο πολλοί κατάλογοι στον πίνακα είναι ειδικοί, που δείχνουν ποια βιβλία έγιναν αποδεκτά ως κανονικά. Οι κατάλογοι του Ειρηναίου, του Κλήμεντος του Αλεξανδρέως, του Τερτυλλιανού και του Ωριγένους συνεπληρώθησαν από τις παραπομπές που έγιναν, οι οποίες φανερώνουν πώς εθεωρούσαν τα συγγράμματα, στα οποία ανεφέροντο. Επί πλέον, οι κατάλογοι αυτοί είναι συμπληρωμένοι από τα κείμενα του πρώτου ιστορικού Ευσεβίου. Αλλά γιατί δεν βρίσκομε ακριβείς καταλόγους αρχαιότερους από τα ανευρεθέντα τεμάχια του Μουρατόρι;
Η ανάγκη να καταγραφούν τα βιβλία, που έπρεπε οι Χριστιανοί να παραδεχθούν, παρουσιάσθη κατά τα μέσα του δευτέρου αιώνος, οπότε ανεφάνησαν άνθρωποι όπως ο Μαρκίων. Αυτός συνέταξε ιδικόν του κανόνα για να παρακολουθούν τις διδασκαλίες του, αφού πήρε μόνον μερικές από τις επιστολές του αποστόλου Παύλου και μία καθαρισμένη από τον ίδιο μορφή του Ευαγγελίου του Λουκά. Αυτό, μαζί με το πλήθος των αποκρύφων βιβλίων, που από τότε εξηπλώθησαν σ’ όλο τον κόσμο, έκαμαν επιτακτική την ανάγκη να διαλαληθή μια σαφής διάκρισις μεταξύ εκείνου που μπορούσε να γίνη αποδεκτό ως Γραφικό και εκείνου που δεν μπορούσε. Επομένως είναι ανάγκη να εργασθούμε από τους καταλόγους του τέλους του δευτέρου αιώνος για να πληρώσωμε το υπάρχον χάσμα των εκατό περίπου ετών.
ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΥΑΓΓΕΛΙΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ
Δεν πρέπει να γίνεται σκέψις ότι οι πρώτοι Χριστιανοί είχαν έλλειψι ικανότητος για να συλλέξουν τα Θεόπνευστα συγγράμματα, ή ήσαν όλοι πολύ πτωχοί για ν’ αποκτήσουν αντίγραφα. Αφού τα ψεύτικα συγγράμματα, που άξιζαν σχεδόν 3.000 λίρες Αγγλίας (252.000 δρχ.), εκαίοντο σε μια περίπτωσι από εκείνους που ησπάζοντο τη Χριστιανοσύνη, «είναι βέβαιον ότι θα ήθελαν αυτοί να τα αντικαταστήσουν με αντίγραφα των Γραφών ευθύς ως παρουσιάζετο η ευκαιρία. (Πράξ. 19:19) Υπολογίζεται ότι στο τέλος του δευτέρου αιώνος 60.000 αντίγραφα του μεγαλυτέρου μέρους των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών θα εκυκλοφορούσαν, και αν ακόμη μόνον ένας στους πενήντα απ’ αυτούς που ωμολογούσαν ότι είναι Χριστιανοί κατείχε ένα αντίγραφο.
Οι πρώτοι συγγραφείς δείχνουν την οικειότητα των με τη συλλογή Ευαγγελίων. Ο Ιουστίνος ο Μάρτυς, περί το 150 μ.Χ., ομιλεί για «υπομνήματα, που είχαν καταρτισθή απ’ αυτούς (τους αποστόλους), που καλούνται Ευαγγέλια». (1 Απολογία 66) Σε μια άλλη περίπτωσι αναφέρεται στα «υπομνήματα, για τα οποία λέγω ότι εγράφοντο από τους αποστόλους Του και απ’ εκείνους που τους ακολουθούσαν» (Διάλογος με τον Τρύφωνα 103), η δε τελευταία αυτή παρατήρησις αναφέρεται στον Μάρκο και στον Λουκά. Ο Ιγνάτιος, που απέθανε το 115 μ.Χ., αναφέρεται, επίσης, στο μοναδικό «Ευαγγέλιο», αν και ήξερε περισσότερα από ένα.—Ιγνατίου Επιστολή προς τους Σμυρναίους 5:1· 7:2.
Ο Ειρηναίος τονίζει, περί το 190 μ.Χ., ότι υπήρχαν ακριβώς τέσσερα Ευαγγέλια. Ο όρος του ‘τετραπλούν ευαγγέλιον’ δείχνει ότι εγνώριζε τα Ευαγγέλια ως μια συλλογή και συνιστούσε αυτά τα συγγράμματα ως τον χάρακα ή κανόνα της αληθείας. (Κατά των Αιρέσεων ΙΙΙ. 11:8) Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, δείχνοντας την αυθεντικότητα και τη σχηματισμένη μορφή των Ευαγγελίων, λέγει, «Δεν βρίσκομεν αυτή τη φράσι στα τέσσερα Ευαγγέλια που έχουν περιέλθει σ’ εμάς, αλλά σ’ εκείνο που συμφωνεί με τους Αιγυπτίους».—Μισέλανις («Σύμμικτα») ΙΙΙ. 13.
Ένα μοναδικό έργο του δευτέρου αιώνος ήταν το «Διατεσσάρων» του Τατιανού, που σημαίνει «των τεσσάρων». Αυτό ήταν μια αρχική εναρμόνισις, που συνύφανε σε μια αφήγησι τα διάφορα τμήματα των τεσσάρων κανονικών Ευαγγελίων. Αυτό πάλιν δείχνει την αποδοχή των τεσσάρων ευαγγελίων ως μιας συλλογής και επιβεβαιώνει το αναμφισβήτητο κύρος των ως των αυθεντικών κειμένων της ζωής και των λόγων του Ιησού. Επειδή το βιβλίο των Πράξεων ήταν συνδεδεμένο με το Ευαγγέλιο του Λουκά, μπορεί συχνά να έχουν κυκλοφορήσει με τα τέσσερα Ευαγγέλια, όπως το χειρόγραφο Ρ45 του Τσέστερ Μπήττυ στην αρχή του τρίτου αιώνος.
Όπως ακριβώς οι πρώτοι Χριστιανοί ήσαν ζηλωταί στο να συλλέξουν μαζί τα τέσσερα Ευαγγέλια, έτσι επιθυμούσαν να έχουν όλες τις επιστολές του αποστόλου Παύλου. Μόλις ελαμβάνετο μια επιστολή, θα έπρεπε να αναγνωσθή προς όλους τους ανήκοντας στην εκκλησία και έπειτα η αρχική επιστολή ή ένα αντίγραφο αυτής συχνά θα έπρεπε να σταλή σε μια άλλη εκκλησία για να ανταλλαγή με την επιστολή τη δική των. (1 Θεσ. 5:27· Κολ. 4:16) Αν δεν απευθύνετο σ’ ένα αριθμό εκκλησιών, μπορούσε ν’ αντιγραφή πολλές φορές. (Γαλ. 1:2) Αν και ο Παύλος έστειλε δύο επιστολές ιδιαιτέρως στους Κορινθίους, ήλπιζε ότι θα είχαν μια ευρεία κυκλοφορία. (1 Κορ. 1:2· 2 Κορ. 1:1) Βαθμηδόν θα εσχηματίζοντο διάφορες συλλογές.
Δεν γνωρίζομε το πόσον γρήγορα εσχηματίζετο μια πλήρης συλλογή, αλλ’ οι λόγιοι γενικά συμφωνούν ότι τουλάχιστον δέκα επιστολές του Παύλου ήσαν ευρέως γνωστές ως μια επισημοποιημένη συλλογή από το 90-100 μ.Χ.2 Οι πρώτοι συγγραφείς δείχνουν ότι έχουν γνώσι μιας τέτοιας συλλογής, διότι συνυφαίνουν περικοπές και συμπεράσματα στα συγγράμματα τους. Μεταξύ αυτών μπορεί να αναφερθούν ο Πολύκαρπος, ο Ιγνάτιος και ο Κλήμης ο Ρώμης.3 Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς χρησιμοποιεί τον συλλογικόν όρον «Απόστολος» και ο Ειρηναίος χρησιμοποιεί τον όρον «Απόστολος», αναφέροντας τον Παύλον ως αυθεντίαν περισσότερον από διακόσιες φορές και χρησιμοποιώντας όλες τις επιστολές εκτός ίσως από τις επιστολές προς Εβραίους και την προς Φιλήμονα.3 Το χειρόγραφο Ρ46 Τσέστερ Μπήττυ του τρίτου αιώνος αρχικά περιείχε σ’ ένα κώδικα δέκα επιστολές, περιλαμβάνοντας την προς Εβραίους επιστολή (μερικοί λέγουν ένδεκα, προσθέτοντας την προς Φιλήμονα), έτσι ώστε η ενωμένη απόδειξις όλης της περιόδου πριν από τον τυπικό κατάλογο μαρτυρεί τόσο για την κανονικότητα όσο και για τη συλλογική μορφή των επιστολών του Παύλου.
Η αυθεντικότης όλων αυτών των βιβλίων περαιτέρω επιβεβαιώνεται από φράσεις τέτοιες όπως η πολύ γνωστή «είναι γεγραμμένον», που βρίσκεται περίπου σαράντα φορές στα Ευαγγέλια μόνον. Όχι μόνον οι συγγραφείς του ευαγγελίου χρησιμοποιούν την έκφρασι αυτή, όταν αναφέρονται στις θεόπνευστες Εβραϊκές Γραφές, αλλά η φράσις χρησιμοποιείται περί το 125 μ.Χ., όταν παραθέτουν από τις επιστολές του Παύλου.4 Ο Βαρνάβας (όχι ο ίδιος ο ως συνοδός του Παύλου) και ο Ιουστίνος χρησιμοποιούν και οι δύο αυτή όταν παραθέτουν από τον Ματθαίο. (Η Επιστολή του Βαρνάβα, Κεφάλαιο 4· Διάλογος με τον Τρύφωνα 49) Ένας συγγραφεύς, που υποτίθεται ότι είναι ο Κλήμης της Ρώμης επίσης αναφέρεται στα Ευαγγέλια και τις Επιστολές ως σε «Γραφή». (Η δεύτερη Επιστολή του Κλήμεντος, Κεφάλαιο 2) Περισσότερο σπουδαία είναι ακόμη η μαρτυρία του Πέτρου, «Παύλος έγραψε προς εσάς . . . ως και εν πάσαις ταις επιστολαίς αυτού, λάλων εν αυταίς περί τούτων μεταξύ των οποίων είναι τινά δυσνόητα, τα οποία οι αμαθείς και αστήρικτοι στρεβλόνουσιν, ως και τας λοιπάς Γραφάς, προς την ιδίαν αυτών απώλειαν.» (2 Πέτρ. 3:15, 16) Ο Πέτρος εδώ αναφέρεται σ’ ‘όλες τις επιστολές του Παύλου’—μια αρχική συλλογή.
Όχι μόνον ήσαν το «Ευαγγέλιον» και ο «Απόστολος» τοποθετημένα στην ιδία βάσι ως συλλογική Γραφή από τον Κλήμεντα τον Αλεξανδρέα, αλλά και εξισωμένα με τις Εβραϊκές Γραφές. (Μισέλανις [Σύμμικτα] Βιβλίον 4) Ο δε Ιουστίνος μάς λέγει ότι στις συναθροίσεις των πρώτων Χριστιανών «τα υπομνήματα των αποστόλων ή το βιβλίο των προφητών αναγινώσκονται, εφόσον επιτρέπει ο χρόνος». (1 Απολογία 67) Ο Ιγνάτιος, ο Θεόφιλος και ο Τερτυλλιανός, επίσης, ωμίλησαν για τους Προφήτας, τον Νόμο και το Ευαγγέλιο ως εξίσου αυθεντικά.—Επιστολή Ιγνατίου προς τους Σμυρναίους, 5.1· Θεόφιλος προς Αυτόλυκον, Βιβλίον 3, κεφ. 12· Περί Οδηγιών Εναντίον των Αιρετικών, κεφ. 36.
Ο ΚΑΝΩΝ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΕΝΟΣ
Αφού καθορίσαμε την κανονική θέσι του μεγαλυτέρου μέρους των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών, μπορούμε να εξετάσωμε τα βιβλία που σημειώνονται στον πίνακα ως αμφισβητούμενα από μερικούς.
Επειδή η προς Εβραίους επιστολή δεν φέρνει το όνομα του Παύλου και επειδή φαίνεται ότι είναι γραμμένη σε διαφορετικό ύφος, απορρίπτεται από μερικούς, ιδιαιτέρως στη Δύσι, αν και Κλήμης ο Ρώμης την εχρησιμοποίησε ως ένα έργο αυθεντίας. (E.g., 1 Κλήμης 36· Εβρ. 1:3, 4) Στην Ανατολή, εν τούτοις, έγινε αποδεκτή εντελώς, και στην Αλεξάνδρεια τόσο ο Κλήμης όσο και ο Ωριγένης ανεγνώριζαν τον Παύλον ως τον συγγραφέα. (Εκκλησιαστική Ιστορία του Ευσεβίου,a σελ. 233, 234, 236) Αυτή περιλαμβάνει, επίσης, πολλές πλοκές και ομοιότητες της γλώσσης του Παύλου, ιδιαίτερα στις επιστολές προς Ρωμαίους και Κορινθίους. Αλλά καθώς παρετήρησε ο Ουέστκοττ, «Μπορέσαμε να βεβαιώσωμε ότι η αποστολική αυθεντία της Επιστολής είναι ανεξάρτητη από το θέμα της συγγραφής της υπό του Παύλου . . . κανένα βιβλίο της Γραφής δεν αναγνωρίζεται με περισσότερη πληρότητα από την παγκόσμια συναίνεσι ότι δίδει μια θεία άποψι των γεγονότων του Ευαγγελίου».5 Η εσωτερική απόδειξις προμηθεύει τους πιο ισχυρούς λόγους για την κανονική παραδοχή της.
Το βιβλίο της Αποκαλύψεως επιβεβαιώνεται από την ομοφωνία των πρώτων σχολιαστών, στους οποίους περιλαμβάνονται ο Παπίας, ο Ιουστίνος, ο Μελίτων και ο Ειρηναίος.6 (Αποσπάσματα Παπία 8) Απερρίφθη από μερικούς στην Ανατολή επειδή οι διδασκαλίες της δεν έγιναν παραδεκτές από μερικές σχολές της σκέψεως. Αλλ’ αυτό δεν έφερε δυσκολία στη γενική παραδοχή της. Ακόμη και σ’ αυτή την πρώτη χρονολογία απεδίδετο, επίσης, ο προσήκων σεβασμός, διότι είχε ένα ορθό κείμενο, καθώς μας πληροφορεί ο Ειρηναίος αναφερόμενος στο εδάφιο Αποκάλυψις 13:18, όταν παρατηρή, ότι «Ο αριθμός έτσι βρίσκεται σε όλα τα γνήσια και αρχαία αντίγραφα».—Εκκλησιαστική Ιστορία του Ευσεβίου, σελ. 188.
Αυτή παραλείπει τις επιστολές του Ιακώβου και του Ιούδα, του Πέτρου και του Ιωάννου. Ουδέποτε υπήρξε οιαδήποτε δυσκολία με την Πρώτη επιστολή του Πέτρου και την Πρώτη του Ιωάννου, για την αυθεντικότητα των οποίων ο Παπίας και ο Πολύκαρπος είναι μεταξύ των πρώτων που τις επιβεβαιούν. (Αποσπάσματα του Παπία 6· Η Επιστολή του Πολυκάρπου προς Φιλιππησίους 2, 7) Όταν ενθυμούμεθα πόσο μικρό είναι το καθένα από τα υπόλοιπα πέντε βιβλία, δεν εκπλησσόμεθα για το ότι βρίσκομε ένα μικρόν αριθμό παραπομπών σ’ αυτά, αφού αποτελούν μόνο το ένα τριακοστό έκτο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών. Αυτά όλα αναφέρονται από ένα ή άλλον Χριστιανόν του δευτέρου αιώνος, αλλά έπρεπε να ανεμένετο ότι τα συντομώτερα έργα δεν θα παρετίθεντο τόσο συχνά και, εφόσον θα μπορούσαν να έχουν μια μικρότερη και βραδεία κυκλοφορία, θα εγίνοντο γνωστά σε μερικές χώρες και όχι σε άλλες. Η Δεύτερη Επιστολή του Πέτρου αμφισβητήθηκε κυρίως από κριτικούς, αλλ’ ο Ειρηναίος την χρησιμοποιεί, (Ειρηναίου, Κατά των Αιρέσεων 5. 23.2 και 5. 28.3) και η εσωτερική απόδειξις δείχνει ότι πρέπει να είναι αρχικό έργο και όχι του δευτέρου αιώνος.
ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΩΝ ΑΠΟΚΡΥΦΩΝ ΒΙΒΛΙΩΝ
Αλλά γιατί το χειρόγραφο του Σιναϊτικού Κωδικός περιλαμβάνει ύστερ’ από το βιβλίο της Αποκαλύψεως την επιστολή του Βαρνάβα και τον Ποιμένα του Ερμά, και ο Αλεξανδρινός κώδιξ προσθέτει τις δύο επιστολές του Κλήμεντος; Πολλά παρόμοια συγγράμματα έχουν αποκαλυφθή προσφάτως, που ισχυρίζονται αποστολική προέλευσι, μεταξύ δε αυτών το λεγόμενο Ευαγγέλιο του Θωμά έχει προκαλέσει πολλή συζήτησι. Μήπως θα πρέπει μερικά από τα έργα αυτά να περιλαμβάνωνται σήμερα στη Γραφή μας;
Ο Ιστορικός Ευσέβιος, συγκεφαλαιώνοντας το θέμα, εκθέτει τρεις κατηγορίες βιβλίων. Πρώτον τα γνωστά, που είναι αριθμημένα και έπειτα τα αμφισβητούμενα, που θεωρούνται αμφότερα κανονικά. Η τρίτη ομάδα, στην οποία αναφέρει τον Ποιμένα του Ερμά, τον Βαρνάβα και άλλα, τα ονομάζει νόθα, αν και ανεγινώσκοντο σε διάφορες εκκλησίες κατά καιρούς. (Εκκλησιαστική Ιστορία του Ευσεβίου, σελ. 110) Το Μουρατοριανό απόσπασμα λέγει ότι ο Ποιμήν μπορούσε να αναγινώσκεται, αλλ’ ουδέποτε ανεγνωρίσθη ως βιβλίο κανονικό.4
Όταν ευρέθη εκείνο το απόκρυφο Ευαγγέλιο του Πέτρου κι επρόκειτο να αναγινώσκεται δημοσίως στο τέλος του δευτέρου αιώνος, εδόθη εντολή ν’ απορριφθή ως ψευδές. (Εκκλησιαστική Ιστορία του Ευσεβίου, σελ. 231) Ο Τερτυλλιανός μάς λέγει ότι ο συγγραφεύς των «Πράξεων του Παύλου» ετιμωρήθη διότι παρουσιάζετο ως ένας συγγραφεύς του πρώτου αιώνος. (De Baptismo 17) Σε μια επιστολή γραμμένη από τον Θεόδωρο της Αιγύπτου στον τέταρτο αιώνα τα απόκρυφα βιβλία αναφέρονται ως «λιμνάζοντα νερά που τόσο πολλοί ήπιαν»,7 ο δε Μουρατοριανός κατάλογος ομιλεί γι’ αυτά ως χολή, που δεν πρέπει να αναμιχθή με το μέλι.4 Επομένως η Χριστιανική κοινότης επρόσεχε να προστατεύη την ακεραιότητα των συγγραμμάτων της.
Ήταν συχνά ζήτημα ευκολίας να δέσουν μέσα σ’ ένα κώδικα ένα απόκρυφο βιβλίο, διότι μπορούσε να διαβάζεται από μερικούς, αν και είχαν οι αναγνώσται αυτοί κατά νουν τη διάκρισι που εδείχνετο από το γεγονός ότι σε δύο κώδικας που ανεφέρθησαν (τον Σιναϊτικό και τον Αλεξανδρινό) τα απόκρυφα συγγράμματα ήσαν μετά την Αποκάλυψι, που είναι το τελευταίο από τα κανονικά βιβλία. Ή μπορεί να κατέχωμε ένα χειρόγραφο σήμερα, που ανήκε σε μια αποστάτιδα εκκλησία, δίδοντας πολύ μεγάλη προσοχή σε τέτοια έργα, όπως ακριβώς στην περίπτωσι που ο Σεραπίων της Αντιοχείας απεκάλυψε στο τέλος του δευτέρου αιώνος.
Η εσωτερική απόδειξις επιβεβαιώνει την καθαρή διαίρεσι, που γίνεται μεταξύ των θεοπνεύστων και των νόθων έργων. Τα απόκρυφα συγγράμματα είναι πολύ κατώτερα και συχνά φαντασιώδη και παιδαριώδη. Είναι συνήθως ανακριβή. Σημειώστε τις ακόλουθες δηλώσεις των λογίων επάνω σ’ αυτά τα μη κανονικά βιβλία:
«Δεν γεννάται καμμιά συζήτησις για το ότι οποιοδήποτε απ’ αυτά έχει αποκλεισθή από την Καινή Διαθήκη: έχουν αποκλεισθή μόνα των.»—Μ. Ρ. Τζαίημς Η Αποκρυφική Καινή Διαθήκη, σ. XII.
«Αρκεί μόνο να συγκρίνωμε τα βιβλία της Καινής Διαθήκης μας ως ένα σύνολο με άλλα έντυπα του είδους αυτού, για να καταλάβωμε πόσο μεγάλη είναι η άβυσσος που τα χωρίζει από εκείνα. Τα μη κανονικά ευαγγέλια, έχει συχνά λεχθή, στην πραγματικότητα είναι η καλύτερη απόδειξις για τα κανονικά.»—Γ. Μίλιγκαν, Έγγραφα Καινής Διαθήκης, σ. 228.
«Ένα μεγάλο μέρος του Ευαγγελίου του Θωμά είναι σαφώς μεταγενέστερον και με αναξίας εμπιστοσύνης παράδοσι . . . και δεν χρησιμοποιείται για να προσδιορισθή τι ο Ιησούς είπε και έκαμε.»—Φ. Β. Φίλσον, Ο Βιβλικός Αρχαιολόγος, 1961, σ. 18.
«Εκτός από το κανονικό Ευαγγέλιο, δεν υπάρχει γνωστό υλικό, το οποίον (όταν δεν βεβαιώνεται εντελώς) να μην υπαχθή κατά κάποιον τρόπο σε υποψία για τη γνησιότητα ή την ορθοδοξία του.»—Κ. Φ. Ν. Μουλ, Η Γέννησις της Καινής Διαθήκης, σ. 192.
«Δεν μπορεί να λεχθή για ένα μοναδικό βιβλίον, που διετηρήθη ως εμάς από την αρχαία περίοδο της Εκκλησίας έξω από την Καινή Διαθήκη ότι θα μπορούσε κατάλληλα να προστεθή σήμερα στον Κορνόνα.»—Κ. Άλαντ, Το Πρόβλημα του Κανόνος της Καινής Διαθήκης, σ. 24.
ΘΕΟΠΝΕΥΣΤΑ
Η αληθινή δοκιμή για την κανονικότητα είναι η απόδειξις της θεοπνευστίας. (2 Τιμ. 3:16) Τα είκοσι επτά βιβλία των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών βρήκαν τη θέσι των, όχι από απλή ιδιοτροπία ανθρώπων, αλλ’ από το πνεύμα του Θεού. Τίποτε δεν παραλείπεται και τίποτε επί πλέον δεν έχει προστεθή. Ήδη ο Ιωάννης, στην γεροντική του ηλικία, μπόρεσε να δη την αρχή μιας μεγάλης προσθετέας φιλολογίας, αλλά χρειάσθηκε αυτή; (Ιωάν. 21:25) Και αν ακόμη ήταν δυνατόν να βρεθή ένας γνήσιος λόγος του Ιησού σ’ ένα από αυτά τα βιβλία, αυτό δεν θα το έκανε θεόπνευστο βιβλίο. Ο λόγος του Θεού, που εμπεριέχεται σε εξήντα έξη βιβλία, είναι ο οδηγός μας, η δε πλήρης αυτών αρμονία και ισορροπία βεβαιώνουν την πληρότητα του. Όλος ο αίνος ανήκει προς τον Ιεχωβά Θεό, τον Δημιουργό του ασύγκριτου αυτού Βιβλίου! Μπορεί να μας εξαρτίση πλήρως και να μας θέση στον δρόμο της ζωής. Ας το χρησιμοποιούμε συνετά εφόσον έχομε ακόμη καιρόν.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
1 Το Πρόβλημα του Κανόνος της Καινής Διαθήκης, υπό Κουρτ Άλαντ, 1962, σελίς 18.
2 Το Κείμενο των Επιστολών, υπό Γ. Ζουντζ, 1946, σελίδες 14, 279.
3 Οι Πρώτες Χριστιανικές Διδασκαλίες, υπό Ι. Ν. Δ. Κέλλυ, 1958, σελίς 58.
4 Τα Έγγραφα της Καινής Διαθήκης, Γ. Μίλλιγκαν, 1913, σελίδες 214, 290, 291.
5 Η Επιστολή προς Εβραίους, Ελληνικό Κείμενο και Σημειώσεις, υπό Β. Φ. Ουέστκοττ, 1889, σελ. lxxi.
6 Ιστορική Απόδειξις της Συγγραφής και Μεταβιβάσεως των Βιβλίων της Καινής Διαθήκης, από Σ. Π. Τρέζελλες, 1852, σελ. 61 -63.
7 Οι Νέες Αρχαιολογικές Ανακαλύψεις, 2α Έκδ. υπό Κ. Μ. Κόμπερν, 1917, σελ. 334.
ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ
Εβραϊκές Γραφές Ελληνικές Γραφές Σύνολον
Λέξεις 592.493 181.253 773.746
Εδάφια 23.214 7.959 31.173
Κεφάλαια 929 260 1.189
Βιβλία 39 27 66
Όπως περιλαμβάνονται στη Μετάφρασι της Γραφής Βασιλέως Ιακώβου.
[Υποσημειώσεις]
a Μεταφρασμένη υπό Κ. . ρυζέ, Δεκάτη Έκδοσις, 1856.
[Πίνακας στη σελίδα 252]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Πίναξ Των Εξεχόντων Πρώτων Καταλόγων
Όνομα Χρονολογία μ.Χ.
και Τόπος κατά προσέγγισιν
Απόσπασμα Μουρατόρι, Ιταλία 170
Ειρηναίος, Μικρά Ασία 180
Κλήμης ο Αλεξανδρεύς 190
Τερτυλλιανός, Β. Αφρική 200
Ωριγένης, Αλεξάνδρεια 230
Ευσέβιος, Παλαιστίνη 310
Κύριλος της Ιερουσαλήμ 348
Τσέλτεναμ Κατάλογος, Β. Αφρική 360
Αθανάσιος, Αλεξάνδρεια 367
Επιφάνιος, Παλαιστίνη 368
Γρηγόριος Ναζιανζηνός, Μικρά Ασία 370
Αμφιλόχιος, Μ. Ασία 370
Φιλάστριος, Ιταλία 383
Jerome, Italy 394
Αυγουστίνος, Β. Αφρική 397
Τρίτη Σύνοδος Καρχηδόνος, Β. Αφρική 397
Matthew
Mark
Luke
John
Acts
Romans
1 Cor.
2 Cor.
Galatians
Ephesians
Philippians
Colossians
1 Thess.
2 Thess.
1 Timothy
2 Timothy
Titus
Philemon
Hebrews
James
1 Peter
2 Peter
1 John
2 John
3 John
Jude
Revelation
A – Παραδεδεγμένα χωρίς συζήτησι ως Γραφικά και Κανονικά.
D – Αμφίβολα σε μερικά τμήματα.
DA – Αμφίβολα σε μερικά τμήματα, αλλ’ ο κατάλογος παραδεκτός ως Γραφικός και Κανονικός.
? – Οι λόγιοι είναι αβέβαιοι για την ανάγνωσι του κειμένου.
-
-
Βοήθεια σε ΛειτουργούςΗ Σκοπιά—1963 | 15 Απριλίου
-
-
Βοήθεια σε Λειτουργούς
ΙΚΑΝΟΙ ΝΑ ΔΙΔΑΣΚΟΥΝ
Σε μια συνέλευσι περιοχής στο Νόργουωκ, της Καλιφορνίας, ένας από τους μάρτυρας του Ιεχωβά ανεκοίνωσε αυτή την πείρα: «Ως υπηρέτης Γραφικών μελετών, βοηθούσα έναν αδελφό στο έργο των επανεπισκέψεων. Εκάμαμε μια επίσκεψι σ’ έναν οικοδεσπότη, που εξέφρασε την αντίρρησι ότι δεν καταλάβαινε ότι οι μάρτυρες του Ιεχωβά είχαν τα προσόντα να τον διδάσκουν, εφόσον μάλιστα αυτός ήταν σπουδαστής που παρακολουθούσε μαθήματα σ’ ένα θεολογικό ίδρυμα. Εδαπανήσαμε περίπου μια ώρα για ν’ απαντούμε στις ερωτήσεις του επί της Βίβλου στο θέμα του βαπτίσματος. Ένοιωθε ότι η απάντησις της Γραφής ήταν αντίθετη προς ό,τι είχε διδαχθή, κι έτσι απεφάσισε να επισκεφθή μερικά άλλα μέλη του ιδρύματος ώστε να του αιτιολογήσουν την διδασκαλία που του είχαν διδάξει.
»Επεσκέφθη δύο μέλη της οργανώσεώς του για δεύτερη επανεπίσκεψι. Καθώς παρακολουθούσε τη συζήτησι, οι δύο άνδρες, που επεσκέφθη, έφθασαν στο σημείο να οργισθούν και απεχώρησαν. Απεφάσισε, λοιπόν, να πάη στον ανώτατον λειτουργό της οργανώσεως και να ιδή αν αυτός θα εκάθητο να συζητήση επί της Αγίας Γραφής. Επίστευε ότι αυτός ο ανώτατος άνθρωπος ήταν τόσο καλά εξηρτισμένος στο να διδάσκη, ώστε, αν κάποιος απλώς παρέθετε μια περικοπή της Βίβλου, αυτός μπορούσε να ειπή το κεφάλαιο και το εδάφιο όπου αυτή η περικοπή ευρίσκετο. Έτσι, παρεκάλεσε τον πρόεδρο της σχολής να έλθη, αυτός δε, απαντώντας, απεφάσισε ότι θα του ήταν ευχάριστο το να είναι παρόντες ο ιδρυτής και ο κοσμήτωρ της σχολής.
»Η ημέρα που προσδιωρίσθη ήλθε. Ο ιδρυτής και ο κοσμήτωρ, ο αντιπρόεδρος και πέντε άλλοι ήλθαν στο σπίτι μου, μαζί με τον σπουδαστή της Θεολογίας. Το θέμα της συζητήσεως ήταν το εν ύδατι βάπτισμα, επειδή αυτοί δεν επίστευαν ότι το νερό ήταν αναγκαίο για το βάπτισμα. Δεν προσέφεραν κανένα Γραφικό εδάφιο προς υποστήριξιν των σκέψεών των. Ο άνθρωπος, για τον οποίον ο σπουδαστής επίστευε ότι ήταν καλά κατηρτισμένος, είπε ότι κανένα Γραφικό εδάφιο δεν υπήρχε στη Βίβλο που να λέγη ότι ένας Εθνικός εβαπτίσθη στο νερό. Του εζήτησα αν μπορούσε να παράθεση τα Γραφικά εδάφια των Πράξεων 10:45-48. Είπε ότι θα ήθελε να πη στον αντιπρόεδρο του να διαβάση τα εδάφια. Αφού τα ανέγνωσε, απεφάσισε να τα διαβάση και ο ίδιος. Εκείνο που κατάλαβε, αφού εδιάβασε τα Γραφικά εδάφια, ήταν ότι ο απόστολος Πέτρος ήταν εκνευρισμένος και είχε λάθος στη δήλωσί του.
»Έκαμα μια σύγκρισι μεταξύ της σκέψεως του κοσμήτορος και της δηλώσεως του αποστόλου Πέτρου. Η αντίδρασις του ομίλου ήταν ότι αυτοί επίστευαν στη Βίβλο. Έπειτ’ απ’ αυτή την τρίωρη συζήτησι διέθεσα διάφορα βιβλιάρια, και λίγες ημέρες αργότερα επεσκέφθηκα τον σπουδαστή. Η αντίδρασίς του για όλα όσα είχαν συμβή ήταν ότι οι μάρτυρες του Ιεχωβά ήσαν εξηρτισμένοι για να διδάσκουν, οπότε στο σημείο αυτό αρχίσαμε μια συστηματική Γραφική μελέτη».
ΠΡΟΣΦΟΡΕΣ ΑΠΟ ΠΑΣΤΟΡΑΣ
Στην Πομόνα, της Καλιφορνίας, στη Συνέλευσι των Θαρραλέων Διακόνων ανεκοινώθη η πείρα για έναν άνθρωπο, ο οποίος, αφού παρηκολούθησε μαθήματα σ’ ένα κολλέγιο για εκείνους που φιλοδοξούν να γίνουν λειτουργοί, έγινε λαϊκός λειτουργός της Εκκλησίας των Βαπτιστών. Αυτός εκήρυττε, επίσης, και σε άλλες εκκλησίες. Τώρα επλησίαζε ο καιρός για να γίνη ένας τελείως χειροτονημένος λειτουργός της εκκλησίας. Εν τούτοις, η σύζυγος αυτού του ανθρώπου από πολύν καιρό ήταν συνδρομήτρια του περιοδικού Η Σκοπιά και τελικά εσυμφώνησε να έχη σπίτι της μια Γραφική μελέτη μ’ ένα μάρτυρα του Ιεχωβά. Ο σύζυγός της, επίσης, παρακολουθούσε τη μελέτη. Ένας άλλος Μάρτυς άρχισε μια δεύτερη μελέτη με τον σύζυγό της, και αυτός γρήγορα έμαθε ότι οι Μάρτυρες εδίδασκαν την αλήθεια του λόγου του Θεού. «Αφού εμελέτησα λίγον καιρό», ο άνθρωπος ούτος ανεκοίνωσε, «είδα ότι αυτή ήταν η αλήθεια, και μάλιστα οι θρησκευτικές μου ομιλίες στην εκκλησία άρχισαν ν’ αντανακλούν την αλήθεια. Τα παιδιά μου άρχισαν να τριγυρνούν στο σπίτι και ν’ αναφέρουν το εδάφιο της Αποκαλύψεως 18:4 ‘Εξέλθετε εξ αυτής, ο λαός μου’, και εγώ αντελήφθην ότι είχα απομακρυνθή από την εκκλησία.
»Τότε άρχισαν να προβάλλονται προσφορές από τους προηγουμένως θρησκευτικούς μου συντρόφους. Η πρώτη προσφορά ήταν από έναν Βαπτιστή λειτουργό, ο οποίος μου έδωκε τα έγγραφα της χειροτονίας του, ελπίζοντας ότι εγώ θα τα χρησιμοποιούσα για να λάβω τα δικά μου από την εκκλησία. Η δεύτερη προσφορά ήταν από έναν Μεθοδιστή κληρικό, στου οποίου την εκκλησία είχα εκφωνήσει μια ομιλία· αυτός μου προσέφερε τη θέσι του βοηθού πάστορος και με ήθελε να κηρύττω τακτικά. Του είπα ότι ο μόνος τρόπος που θα μπορούσα να δώσω πλέον ομιλίες στην εκκλησία θα ήταν να τις δώσω ως ένας από τους μάρτυρας του Ιεχωβά. Απέσυρε την προσφορά του. Κατόπιν ο πάστωρ της Εκκλησίας της Αγιότητας και Ηγιασμένης μού προσέφερε τη θέσι του πάστορος της παλαιάς του εκκλησίας, επειδή αυτός μετετίθετο σε μια νέα εκκλησία. Όλες αυτές οι προσφορές άρχισαν να έρχωνται, αφού εκείνοι διεπίστωσαν ότι εγώ επρόκειτο να γίνω ένας από τους μάρτυρας του Ιεχωβά.
»Τελικά ο λειτουργός της εκκλησίας των Βαπτιστών, στην οποία είχα κηρύξει, είπε ότι θ’ απεκορύφωνε οποιαδήποτε προσφορά, που είχα λάβει από άλλους κληρικούς, αν δεν εγινόμουν Μάρτυς. Απέρριψα εκείνες τις τέσσερες προσφορές και εδέχθηκα την πολυτιμώτερη τιμή—να είμαι ένας από τους μάρτυρας του Ιεχωβά. Αύριο πρωί η σύζυγος μου και εγώ πηγαίνομε να βαπτισθούμε».
-
-
Ερωτήσεις από ΑναγνώσταςΗ Σκοπιά—1963 | 15 Απριλίου
-
-
Ερωτήσεις από Αναγνώστας
● Ποια είναι η εξήγησις του ότι ο Λωτ καλείται αδελφός του Αβραάμ στη Γένεσι 14:14, ενώ αυτός πραγματικά ήταν ανεψιός του;—Α. Μ., Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο Λωτ ήταν, φυσικά, ανεψιός του Αβραάμ, διότι το εδάφιο Γένεσις 11:31 λέγει ότι ο Θάρα έλαβε «Άβραμ τον υιόν αυτού, και Λωτ, τον υιόν του Αρράν, έγγονον εαυτού», μαζί του όταν ανεχώρησαν από την Ουρ των Χαλδαίων. Εν τούτοις, ο Αβραάμ ανεγνώρισε τον Λωτ ως αδελφό, όχι διότι ο Λωτ ήταν γυιός του αποθανόντος Αρράν, αδελφού του Αβραάμ, αλλά διότι ήταν σε μια πνευματική οικογενειακή σχέσι όπως επικρατεί και σήμερα μεταξύ των μελών της κοινωνίας Νέου Κόσμου των μαρτύρων του Ιεχωβά. Γι’ αυτό ο Αβραάμ προσεφώνησε τον Λωτ ως αδελφό του, όπως, επί παραδείγματι, στη Γένεσι 13:8, «Ας μη ήναι, παρακαλώ, έρις μεταξύ εμού και σου, και μεταξύ των ποιμένων μου και των ποιμένων σου· διότι αδελφοί είμεθα ημείς».
Ένεκα των γεγονότων αυτών ήταν επόμενο να λέγη το εδάφιο Γένεσις 14:14 για τον Λωτ ως αδελφό του Αβραάμ. Ομοίως, τα μέλη των δώδεκα φυλών των υιών Ισραήλ προσφωνούσαν αλλήλους ως αδελφούς, μολονότι κατά σάρκα ήσαν πραγματικά εξάδελφοι, αφού όλοι ήσαν γυιοί δώδεκα αδελφών. Έτσι, στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές βρίσκομε ότι οι απόστολοι κατ’ επανάληψιν καλούν τους ομοίους με αυτούς Ιουδαίους, καίτοι δεν είχαν γίνει ακόμη Χριστιανοί, «Αδελφούς». (Βλέπε Πράξεις 2:29· 3:17· 23:1, 5, 6.) Με τον ίδιο τρόπο αυτοί οι Ιουδαίοι κατά καιρούς προσφωνούσαν τους αποστόλους ως «αδελφούς». (Πράξ. 2:37· 13:15) Σε ωρισμένες περιπτώσεις, όμως, φαίνεται ότι ο όρος «αδελφοί» προωρίζετο να εφαρμοσθή σε Ιουδαίους της αυτής ηλικίας ή νεωτέρους, κι έτσι βρίσκομε ότι κι ο Στέφανος κι ο Παύλος χρησιμοποιούν τη φράσι, «Αδελφοί και πατέρες».—Πράξ. 7:2· 22:1.
Στη Βιβλική Εβραϊκή γλώσσα δεν υπάρχει ειδική λέξις για το «ανεψιός», όπως καταφαίνεται από το γεγονός ότι ο όρος «ανεψιός» δεν βρίσκεται στην Αναθεωρημένη Στερεότυπη Μετάφρασι της Βίβλου. Στην Εβραϊκή ο ανεψιός λέγεται ή μπεν αχ, δηλαδή «γυιός αδελφού», ή μπεν αχώθ, «γυιός αδελφής». Οι τέσσερις μνείες περί ανεψιών στην Κατ’ Εξουσιοδότησιν Μετάφρασι χρησιμοποιούν την απαρχαιωμένη αυτή λέξι για να πουν «εγγονός» κι έτσι μεταφράζουν τις Εβραϊκές κι Ελληνικές λέξεις που σημαίνουν πραγματικά γόνους ή εγγονούς και αποδίδονται έτσι στη Μετάφρασι Νέου Κόσμου. (Βλέπε Κριταί 12:14· Ιώβ 18:19· Ησαΐας 14:22· 1 Τιμόθεον 5:4.) Ο όρος ανεψιός απαντάται στη Μετάφρασι Νέου Κόσμου, στο βιβλίο 1 Χρονικών 27:32. Εν τούτοις, όπως αναγράφεται στην υποσημείωσι της πρώτης εκδόσεως της μεταφράσεως αυτής, καθώς και στο περιθώριο της Κατ’ Εξουσισδότησιν Μεταφράσεως, «ανεψιός» ή γυιός ενός θείου νοείται προφανώς, μολονότι η εκεί Εβραϊκή λέξις γενικά σημαίνει «θείος». Αλλ’ η Εμφατική Βίβλος του Ρόδερχαμ το μεταφράζει «συγγενής». Ας σημειωθή, ωστόσο, ότι η σύγχρονη Εβραϊκή γλώσσα έχει λέξι για το «ανεψιός», δηλαδή, τη λέξι αχυάν.
● Γιατί η Μετάφρασις Νέου Κόσμου αποδίδει τον Ψαλμό 90:2 τόσο διαφορετικά από άλλες μεταφράσεις;—Μπ. Μπ., Ηνωμένες Πολιτείες.
Σύμφωνα με τη Νεοελληνική Μετάφρασι, ο Ψαλμός 90:2 λέγει; «Πριν γεννηθώσι τα όρη, και πλάσης την γην και την οικουμένην, και από του αιώνος έως του αιώνος, συ είσαι ο Θεός.» Η Μετάφρασις Νέου Κόσμου στο εδάφιο αυτό λέγει: «Πριν γεννηθώσι τα ίδια τα όρη, ή προβής εις την γέννησιν ως μετά ωδίνων της γης και του παραγωγικού εδάφους, από ακαθορίστου χρόνου εις ακαθόριστον χρόνον συ είσαι ο Θεός.»
Η Εβραϊκή λέξις, που υπάρχει για την πρώτη απ’ αυτές τις εκφράσεις, είναι η παθητική φωνή του γιαλάδ και, κατά τους Εβραίους λεξικογράφους, σημαίνει γεννώμαι, είμαι γεννημένος, και αναφέρεται στη συνήθη ενέργεια της γεννήσεως. Η λέξις γιαλάδ εφαρμόζεται και στο μέρος του πατέρα και στο μέρος της μητέρας, όπως μπορεί να παρατηρηθή από τον Ιώβ 14:1, («Άνθρωπος γεγεννημένος εκ γυναικός») και τον Ψαλμό 2:7 («Εγώ σήμερον σε εγέννησα»), («Έχω γίνει πατέρας σου», ΜΝΚ).
Η Εβραϊκή λέξις για το δεύτερο ρήμα του Ψαλμού 90:2 είναι εντελώς άλλο ρήμα και χρησιμοποιείται σχετικά με την ενέργεια της γεννήσεως για να επιστήση την προσοχή στον πόνο και τις ωδίνες. Είναι η Εβραϊκή λέξις χιλ, η οποία, κατά τις Εβραϊκές αυθεντίες, σημαίνει βασικά, «έχω ωδίνες τοκετού». Η μορφή αυτού του ρήματος στο Εβραϊκό κείμενο έχει ένα είδος αυτοπαθούς δυνάμεως, στο οποίον ο εκτελεστής της πράξεως υφίσταται τα συνοδευτικά αισθήματα. Με άλλα λόγια, υφίσταται τις ωδίνες τοκετού ή γεννήσεως. Γι’ αυτό η λέξις ορίζεται επίσης ως «γεννώ (με πόνο)». Αναλυτικό Ταμείο της Γραφής Γιάγκ.
Η ίδια αυτή λέξις βρίσκεται και στο Δευτερονόμιο 32:18, που λέγει: «Τον δε Βράχον τον γεννήσαντά σε, εγκατέλιπες, και ελησμόνησας τον Θεόν τον πλάσαντά σε», που αναφέρεται, αναμφιβόλως, στα θαύματα που απειργάσθη ο Ιεχωβά στην Αίγυπτο για την απελευθέρωσι του έθνους Ισραήλ. Επίσης, βρίσκομε την Εβραϊκή αυτή λέξι στον Ησαΐα 51:2, όπου αναγινώσκομε: «Εμβλέψατε εις τον Αβραάμ τον πατέρα σας, και εις την Σάρραν, ήτις σας εγέννησε [με ωδίνας, ΜΝΚ]». Επίσης στις Παροιμίες 25:23: «Ο βορέας άνεμος εκδιώκει [ως με ωδίνας, ΜΝΚ] την βροχήν».
Από τις ανωτέρω παραπομπές μπορούμε να ιδούμε τη χρήσι των λέξεων αυτών ιδιαίτερα στο ποιητικό ύφος εκφράσεως, και βλέπομε ότι είναι πλήρεις εννοίας, εκφραστικές πράγματι. Οι σύγχρονες μεταφράσεις κρύβουν τη δύναμι αυτών των εκφράσεων με τις ελεύθερες αποδόσεις των.
Σχετικά με τη χρήσι των όρων αυτών στον Ψαλμό 90:2, θα μπορούσε να λεχθή ότι, αν κρίνωμε με ανθρωπίνους κανόνες, η παραγωγή αυτής της γης και του παραγωγικού εδάφους με όλους τους πολυπλόκους μηχανισμούς της και τη χημεία ασφαλώς θα έχη απαιτήσει μεγάλο όγκο προσπαθείας, κοπιώδους προσπαθείας, όπως μετρείται κι από τους επιστήμονας σήμερα. Ο ψαλμωδός εδώ ομιλεί από μια καθαρώς ανθρώπινη άποψι κι έτσι δείχνει τόσο μια ενεργό φαντασία όσο και μεγάλο σεβασμό για τον όγκον του έργου, που εμπερικλείεται για τη δημιουργία αυτών των πραγμάτων από τον Ιεχωβά· με πόση δαπάνη χρόνου, φυσικά, εμείς δεν γνωρίζομε.
-
-
Εδάφια της Ημέρας για τον Μήνα ΜάιοΗ Σκοπιά—1963 | 15 Απριλίου
-
-
Εδάφια της Ημέρας για τον Μήνα Μάιο
16 Δεν θέλομεν ευρεί πρόφασιν κατά του Δανιήλ τούτου, εκτός εάν εύρωμεν τι εναντίον αυτού εκ του νόμου του Θεού αυτού.—Δαν. 6:5. Σ 15/3/63 38, 39
17 “Επίστευσε δε Αβραάμ εις τον Ιεχωβά, και ελογίσθη εις αυτόν εις δικαιοσύνην” και “φίλος του Ιεχωβά” ωνομάσθη.—Ιάκ. 2:23, ΜΝΚ. Σ 1/6/62 5-7α
18 Ιούδα, εσέ θέλουσιν επαινέσει οι αδελφοί σου.—Γέν. 49:8. Σ 15/9/62 56, 57
19 Δια τούτο πρέπει ημείς να προσέχωμεν περισσότερον εις όσα ηκούσαμεν, δια να μη εκπέσωμεν ποτέ.—Εβρ. 2:1. Σ 15/1/63 10
20 Είναι ανάγκη να υποτάσσησθε, . . . δια την συνείδησιν.—Ρωμ. 13:5. Σ 1/4/63 1, 2α
21 Όστις είδεν εμέ, είδε τον Πατέρα.—Ιωάν. 14:9. Σ 1/1/63 25, 26
22 Εάν ίδης κατάθλιψιν πένητος, και παραβίασιν κρίσεως και δικαιοσύνης εν τη χώρα, μη θαυμάσης δια τούτο· διότι ο επί τον υψηλόν υψηλότερος επιτηρεί· και επί τούτους υψηλότεροι.—Εκκλησ. 5:8. Σ 15/3/63 12, 13
23 Κάμετε εις εαυτούς φίλους εκ του μαμωνά της αδικίας, δια να σας δεχθώσιν εις τας αιωνίους σκηνάς, όταν εκλείψητε.—Λουκ. 16:9. Σ 1/6/62 17
24 Τους δούλους να . . . δεικνύωσι πάσαν πίστιν αγαθήν· δια να στολίζωσι κατά πάντα την διδάσκαλίαν του Σωτήρος ημών Θεού. Διότι εφανερώθη η χάρις του Θεού.—Τίτον 2:9-11. Σ 1/3/63 33, 34
25 Εγώ και ο Πατήρ έν είμεθα.—Ιωάν. 10:30. Σ 15/12/62 67, 68
26 Ο Θεός αφού ελάλησε το πάλαι προς τους πατέρας ημών δια των προφητών. . . , εν ταις εσχάταις ταύταις ημέραις ελάλησε προς ημάς δια του υιού, τον οποίον έθεσε κληρονόμον πάντων.—Εβρ. 1:1, 2. Σ 15/1/63 15, 16
27 Έδωκεν εις αυτό ο δράκων την δύναμιν αυτού, και τον θρόνον αυτού, και εξουσίαν μεγάλην.—Αποκάλ. 13:2. Σ 15/3/63 16, 17
28 Ουδείς δύναται δύο κυρίους να δουλεύη· διότι ή τον ένα θέλει μισήσει, και τον άλλον θέλει αγαπήσει· ή εις τον ένα θέλει προσκολληθή, και τον άλλον θέλει καταφρονήσει. Δεν δύνασθε να δουλεύητε Θεόν και Μαμμωνά.—Ματθ. 6:24. Σ 15/11/62 16, 17
29 Θέλουσι κατεδαφίσει σε [Ιερουσαλήμ], και τα τέκνα σου εν σοι, και δεν θέλουσιν αφήσει εν σοι λίθον επί λίθον.—Λουκ. 19:44. Σ 1/3/63 5, 6
30 Να έχητε καλήν την διαγωγήν σας μεταξύ των εθνών.—1 Πέτρ. 2:12. Σ 1/3/63 7α
31 Ο πονηρευόμενος δεν θέλει κατοικεί πλησίον σου.—Ψαλμ. 5:4. Σ 1/6/62 1, 3α
-
-
ΑνακοινώσειςΗ Σκοπιά—1963 | 15 Απριλίου
-
-
Ανακοινώσεις
ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΤΟΥ ΑΓΡΟΥ
«Την διακονίαν σου κάμε πλήρη» είναι η προτροπή, η οποία αναφέρεται στην 2 Τιμόθεον 4:5. Ως μέρος της διακονίας των στη διάρκεια του τελευταίου αυτού μηνός της προσπαθείας των για εγγραφή συνδρομητών στη Σκοπιά, οι μάρτυρες του Ιεχωβά θα προσφέρουν μια ετησία συνδρομή στο έξοχο αυτό Βιβλικό περιοδικό, με τρία βιβλιάρια, αντί δρχ. 30.
ΠΟΣΟ ΚΑΛΑ ΓΝΩΡΙΖΕΤΕ ΤΗ ΒΙΒΛΟ;
Θα μπορούσατε να πήτε την ιστορία της Αγίας Γραφής, από την αρχή ως το τέλος, σε μια απλή, σύγχρονη γλώσσα, ώστε να μπορή να την κατανοή ακόμη κι ένα παιδί; Αυτό είναι ακριβώς εκείνο, που θα βρήτε στο βιβλίο Από τον Απολεσθέντα Παράδεισο στον Αποκαταστημένο Παράδεισο. Εκτός αυτού, το βιβλίο είναι τόσο ωραία εικονογραφημένο, ώστε θα μπορούσατε ν’ αφηγηθήτε σχεδόν το περιεχόμενον από τις εικόνες. Αποκτήστε το αντίτυπο σας σήμερα. Στείλτε δρχ. 22.
«ΙΔΟΥ, ΚΑΜΝΩ ΝΕΑ ΤΑ ΠΑΝΤΑ»
Οι προσπάθειες των ανθρώπων να βελτιώσουν τις παγκόσμιες συνθήκες εξακολουθούν ν’ αποτυγχάνουν, επειδή οι άνθρωποι δεν έχουν τίποτε το νέον να προσφέρουν. Δεν συμβαίνει, όμως, το ίδιο με τον Δημιουργό του σύμπαντος! Παρετήρησε την αβοήθητη κατάστασι, στην οποίαν περιήλθαν οι άνθρωποι και υπεσχέθη να αποκαταστήση το ευπειθές ανθρώπινο γένος στην ορθή του θέσι. Μπορείτε και σεις να συμμετάσχετε στην εκπλήρωσι της επαγγελίας αυτής. Αποκτήστε και διαβάστε το νέο 32 σελίδων βιβλιάριο «Ιδού, Κάμνω Νέα τα Πάντα». Ένα αντίτυπο έχει μόνον δρχ. 1,50, 3 μαζί αντί δρχ. 3.
ΜΕΛΕΤΕΣ «ΣΚΟΠΙΑΣ» ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ
9 Ιουνίου: Ανάστασις—ενός Νεκρού Σώματος ή μιας Νεκρής Ψυχής, Ποιό από τα Δύο;, επίσης, Αναγνώρισις των Αναστημένων, §1-8. Σελ. 229.
16 Ιουνίου: Αναγνώρισις των Αναστημένων, §9-40. Σελ. 236.
-
-
Μήπως Προσκόπτετε Λόγω Ατελείας;Η Σκοπιά—1963 | 1 Μαΐου
-
-
Μήπως Προσκόπτετε Λόγω Ατελείας;
ΟΤΑΝ κάποιος λέγη ή κάνη κάτι που δεν το επιδοκιμάζετε—κάτι που σας θίγει προσωπικά—μήπως προσβάλλεσθε; Αν εκείνο το άτομο ισχυρίζεται ότι είναι Χριστιανός, μήπως προσβάλλεσθε ακόμη περισσότερο, διότι ανεμένατε καλύτερα πράγματα απ’ αυτόν; Υπάρχουν πολλοί, που βρίσκονται σ’ αυτή τη θέσι, προσκόπτοντας στις ατέλειες των άλλων. Μπορεί μάλιστα να βρεθούν και απομακρυσμένοι από την υπηρεσία του Θεού. Είναι ορθή η αντίδρασης των αυτή;
Μπορεί να φρονούν ότι ένας Χριστιανός πρέπει να ξέρη να ενεργή καλύτερα απ’ εκείνο το άτομο. Μπορεί ν’ αναμένουν τελειότητα απ’ αυτόν, διότι ο Ιησούς μάς είπε ‘να είμεθα τέλειοι, καθώς και ο Πατήρ μας ο ουράνιος είναι τέλειος’ (Ματθ. 5:48) Αλλ’ α Ιησούς δεν ωμιλούσε για τελειότητα όσον αφορά τις διανοητικές και φυσικές ικανότητες, ούτε θεωρούσε την τελειότητα ως αναμαρτησία. Σ’ αυτή τη γη μόνον ο Αδάμ κι ο Χριστός είχαν αυτό το είδος της τελειότητος. Όπως καταδεικνύεται από τα προηγούμενα τούτου εδάφια, ο Ιησούς εννοούσε ότι πρέπει να είμεθα πιστοί, με υγιή και πλήρη καρδιά, όχι ευπρόσβλητοι, αλλά χαίροντας στο έλεος, όπως κάνει κι ο Ιεχωβά.
Οι Γραφές τονίζουν ότι κανένας ακόλουθος του Χριστού δεν είναι απηλλαγμένος από ατέλειες. Για ν’ αναφέρομε ένα παράδειγμα, ο Πέτρος ερώτησε: «Κύριε, ποσάκις αν αμαρτήση εις εμέ ο αδελφός μου, θέλω συγχωρήσει αυτόν;» Προφανώς οι Χριστιανοί ημάρτανον προς αλλήλους τότε, διότι, αλλιώς, δεν θα έκανε ο Πέτρος αυτή την ερώτησι. Με την απάντησί του «εβδομηκοντάκις επτά», ο Ιησούς κατέδειξε, επίσης, ότι οι αδελφοί μας μπορεί ν’ αμαρτάνουν σ’ εμάς συχνά, κι εμείς σ’ αυτούς. (Ματθ. 18:21, 22) Πραγματικά, ο Ιάκωβος, ο αδελφός του Ιησού, λέγει εμφατικά: «Εις πολλά πταίομεν άπαντες. Εάν τις δεν πταίη εις λόγον, ούτος είναι τέλειος ανήρ, δυνατός να χαλιναγωγήση και όλον το σώμα.» (Ιάκ. 3:2) Πού βρέθηκε ένας τόσο τέλειος άνθρωπος μεταξύ των τάξεων των Χριστιανών απ’ τον καιρό του θανάτου του Χριστού; Είσθε σεις τέλειος; Όχι, βέβαια. Ούτε κι ο αδελφός σας.
Εάν προσεβλήθητε, πολύ πιθανώς αυτό, στο οποίον προσκόπτετε, δεν είναι κανένα μεγάλο ηθικό παράπτωμα, διότι αν συνέβαινε αυτό, η Χριστιανική εκκλησία θα προέβαινε σε κάποια πειθαρχική ενέργεια εναντίον του παραβάτου. Όχι, ο λίθος προσκόμματός σας πιθανώς είναι κάποια προσωπική, μικρή πράξις, στην οποία υπήρχε η αντανάκλασις της σκέψεως ενός ατελούς ατόμου. Δεν ήταν ο Ιεχωβά ή ο Χριστός που υπεκίνησε το άλλο άτομο να κάμη ή να πη αυτό που σας προσέβαλε. Αλλ’ ίσως να περιωρίσατε τις σχέσεις σας με τον Θεό και τον Χριστό, επειδή δεν εξαπέλυσαν πυρ από τον ουρανό για να διορθώσουν τον πταίστη. Μπορεί—χωρίς μάλιστα να έχετε επίγνωσι—να φρονήτε ότι δεν μπορείτε να ταυτίζεσθε με την οργάνωσι του Ιεχωβά, αν αυτού του είδους ατέλειες πρόκειται να γίνονται ανεκτές από τον Θεό. Αλλ’ είναι λογικό αυτό;
Τι θα εγίνετο αν οι άγγελοι φύλακες του επιγείου λαού του Ιεχωβά έλεγαν; ‘Ιεχωβά, εμείς δεν μπορούμε να συνταυτισθούμε μ’ αυτούς τους ατελείς άνδρες και γυναίκες, που χρησιμοποιείς στη γη για να κάνης το θέλημά σου. Ή αυτοί να φύγουν, ή εμείς’; Όχι, δεν μπορείτε να διανοηθήτε ότι οι άγγελοι λαμβάνουν αυτή τη στάσι, αλλά μήπως αυτή η στάσις δεν είναι εκείνη που λαμβάνετε σεις, αν προσκόπτετε στην ατέλεια του αδελφού σας;
Πραγματικά, είναι προς όφελος όλων μας το ότι ο Ιεχωβά είναι μακρόθυμος με τον λαό του. Αν επί μακρό διάστημα ηνέχθη τον κόσμο που του εναντιώνεται, μήπως πρέπει να είναι λιγότερο εύσπλαγχνος στους ατελείς άνδρες και γυναίκες, που προσπαθούν με ζήλο να πράξουν το θέλημά του; Ποτέ μη λησμονείτε την υπομονή και το έλεος, που επέδειξε σ’ εσάς ο Θεός, συγχωρώντας τη δική σας οφειλή αμαρτίας. Δεν ανήκει ακριβώς σ’ εσάς να μη χορηγήτε τη συγχώρησι στον αδελφό σας, για μια πολύ μικρότερη οφειλή, έτσι δεν είναι;—Ματθ. 18:23-35.
Αντί να προσκόπτετε στην ατέλεια, μιμηθήτε τη συνετή πορεία των πιστών δούλων του Ιεχωβά στα παλαιότερα χρόνια. Όταν οι μαθηταί του Ιησού τον εγκατέλειψαν, αυτός δεν προσέκοψε. Ο Ιωάννης λέγει ότι ο Ιησούς «μέχρι τέλους ηγάπησεν αυτούς.» (Ιωαν. 13:1) Όταν ο Ιωάννης κι ο Ιάκωβος άφησαν τη μητέρα τους να εκζητήση μια θέσι εύνοιας γι’ αυτούς στη Βασιλεία, οι άλλοι απόστολοι αγανάκτησαν, αλλά δεν προσέκοψαν γι’ αυτή την ατέλεια. Δεν απείλησαν ν’ αφήσουν τον Ιησού ή να χαλαρώσουν την υπηρεσία τους στον Θεό. Όταν ο Παύλος αρνήθηκε να παραλάβη μαζί του τον Μάρκο σε μια περιοδεία και προεκλήθη έξαψις θυμού μεταξύ του Παύλου και του Βαρνάβα, αυτοί δεν προσέκοψαν για την αμοιβαία έλλειψι αυτοκυριαρχίας. Μολονότι ανέλαβαν διαφόρους διορισμούς, παρέμειναν όλοι στην υπηρεσία του Ιεχωβά. (Πράξ. 15:36-40) Ασφαλώς θα ήταν άδικο να υποστηριχθή ότι ο Ιησούς, οι απόστολοι, ο Βαρνάβας κι ο Μάρκος θα έπρεπε να παύσουν υπηρετώντας τον Θεό λόγω της ατελείας ή των δυσάρεστων πράξεων των αδελφών των. Όταν αντιμετωπίζετε παρόμοιες καταστάσεις, ακολουθήστε το παράδειγμά των.
Αυτό δεν σημαίνει ότι ένας Χριστιανός έχει το δικαίωμα να θίγη εσάς ή οποιονδήποτε άλλον. Δεν το έχει, ούτε και το φαντάζεται αυτό. Γνωρίζει ότι ο Ιησούς είπε στους μαθητάς του: «Προσέχετε, μη καταφρονήσητε ένα των μικρών τούτων.» (Ματθ. 18:10) Πολύ πιθανώς ο αδελφός σας προσπαθεί ν’ ακολουθήση τη συμβουλή του Παύλου: «Καλόν είναι το να μη φάγης κρέας, μηδέ να πίης οίνον, μηδέ να πράξης τι εις το οποίον ο αδελφός σου προσκόπτει.» (Ρωμ. 14:21) Δεν θα ενεργήση σκοπίμως για να προσκόψετε σεις. Γνωρίζει ότι πρέπει ν’ αγωνίζεται να έχη άφθονη αγάπη και διάκρισι ‘ώστε να είναι ειλικρινής και απρόσκοπος μέχρι της ημέρας του Χριστού’. (Φιλιππησ. 1:9, 10) Αυτός είναι ο τέλειος κανών στον οποίον αποβλέπει—και τον οποίον ποτέ δεν επιτυγχάνει πλήρως, εφόσον είναι μέσα στην ατελή σάρκα, όπως και σεις. Αν σεις κάνετε παραχωρήσεις στον εαυτό σας, γιατί να μην κάνετε και στους άλλους;
Πραγματικά, η ατέλεια του αδελφού σας είναι μια δοκιμασία της ιδικής σας αγάπης και αφοσιώσεως στον Ιεχωβά Θεό και στον Υιόν αυτού. Έχετε σκοπό να διεκδικήσετε τ’ όνομα και τη δικαιοσύνη του Ιεχωβά ή μήπως τα δικά σας; Αν θέλετε ειλικρινά να υποστηρίξετε τ’ όνομα και τον λόγον του Θεού, δεν θα θεωρήσετε τα σφάλματα του αδελφού σας ως δικαιολογία για ν’ απέχετε από το ν’ αποδίδετε τις ευχές σας στον Θεό. Η ζωή σας εξαρτάται από τη συνέχισι της ταυτίσεώς σας με τον λαό του Ιεχωβά και τη συμμετοχή σας στην τελική μαρτυρία. (Εβρ. 10:25· Ματθ. 24:14) Ωστόσο, όμως, η απελευθέρωσις στον νέο κόσμο του Θεού εξαρτάται από τη συνέχισι της αγάπης σας στον Ιεχωβά με όλη σας την καρδιά και στον πλησίον σας ως τον εαυτό σας. Αυτή η αγάπη «δεν διαλογίζεται το κακόν.» (1 Κορ. 13:5) Η αγάπη θα σας φυλάξη από το να προσκόψετε στην ατέλεια. «Προ πάντων», λοιπόν, «έχετε ένθερμον την εις αλλήλους αγάπην διότι η αγάπη θέλει καλύψει πλήθος αμαρτιών.»—1 Πέτρ. 4:8.
-
-
Πού να Στραφούμε για ΣυμβουλήΗ Σκοπιά—1963 | 1 Μαΐου
-
-
Πού να Στραφούμε για Συμβουλή
Υπάρχουν περιστάσεις στου καθενός τη ζωή, που χρειάζεται βοήθεια. Πού μπορεί να βρεθή αξιόπιστη συμβουλή;
ΟΙ ΣΥΝΕΤΟΙ άνθρωποι εκτιμούν την αξία της καλής συμβουλής. Σήμερα η συμβουλή είναι η δημιουργία αποθέματος, όχι μόνο από μέρους του δικηγόρου, αλλά και του γιατρού, του λειτουργού, του κοινωνικού εργάτου, του ερωτοπαθούς αρθρογράφου, του ιατρομάγου και του κρυσταλλομάντου. Μπορείτε να λάβετε επιστημονική συμβουλή περί γάμου, παιδείας και επαγγέλματος. Υπάρχουν σύμβουλοι για μαθητάς και προέδρους· σύμβουλοι για νεαρές μητέρες και βασίλισσες στους θρόνους των. Από τον δικαστή που είναι στην έδρα, τον προγνώστη του εμπορίου, τον δημοσιογράφο και τον διαφημιστή, οι άνθρωποι λαμβάνουν συμβουλές κάθε μέρα. Όλος ο κόσμος φαίνεται προαπασχολημένος στο να παίρνη ή να δίνη συμβουλές.
ΓΙΑΤΙ ΑΥΤΗ Η ΑΝΑΓΚΗ;
Η τεραστία ζήτησις συμβουλών δεν είναι άσχετη με τους ιδιάζοντας χρόνους μας. Μάλλον, αυτή η ανάγκη, συμβουλών, που διαρκώς αυξάνει, αντανακλά ακριβώς την τεταμένη, ανήσυχη γενεά μας με τις πολλές αγωνιώδεις ανησυχίες και τις διαμάχες της. Ποτέ άλλοτε στο παρελθόν δεν εβομβαρδίζετο μια γενεά τόσο τακτικά με προβλήματα συναισθηματικής, ηθικής, συζυγικής, οικονομικής και πνευματικής φύσεως. Όπως παρατηρείται στο βιβλίο Παροχή Συμβουλών, Μια Σύγχρονη Έμφασις στη Θρησκεία: «Ένα έντονο ενδιαφέρον σε παροχή συμβουλών όλων των τύπων και σε όλες τις σφαίρες ανεπτύχθη στη διάρκεια των ετών μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο». Οι γονείς και λοιποί, αντιμετωπίζοντας την πολύπλοκη σύγχρονη κοινωνία, αισθάνονται συχνά ανεπάρκεια στα συμβουλευτικά καθήκοντα που εχειρίζοντο άλλοτε με βεβαιότητα. Τόσο πολύ συμβαίνει αυτό, ώστε ένας από τους ηγέτας του Μεταρρυθμισμένου Ιουδαϊσμού προσφάτως παρεπονέθη επειδή η προσωπική καθοδηγία και συμβουλή έχουν καταστή «η κυριότερη απασχόλησις του λειτουργού».
Οι αναγνώσται της Βίβλου δεν εκπλήσονται γι’ αυτή την τάσι. Ο Ιησούς έδωσε προειδοποίησι για ένα καιρό, που η κοινωνία θα είναι σε αμηχανία από τη «στενοχωρία εθνών εν απορία. . . , οι άνθρωποι θέλουσιν αποψυχεί εκ του φόβου και προσδοκίας των επερχομένων δεινών εις την οικουμένην.» (Λουκ. 21:25, 26) Ο απόστολος Παύλος έγραψε για την ίδια αυτή μεταβατική περίοδο: «Γίνωσκε δε τούτο, ότι εν ταις εσχάταις ημέραις θέλουσιν έλθεί καιροί κακοί.» (2 Τιμ. 3:1) Πώς εξηγούνται οι κρίσιμοι αυτοί καιροί;
Υπάρχουν δύο βασικοί λόγοι, για τους οποίους ο βίος είναι πολύ δύσκολος τώρα. Ο αγών Ανατολής και Δύσεως και η πυρηνική απειλή δεν είναι οι βασικές αιτίες των προβλημάτων του ανθρώπου, αλλ’ απλώς μια επίδρασις αυτών. Η εκπλήρωσης των Βιβλικών προφητειών δείχνει ότι ζούμε στις έσχατες ημέρες του παρόντος συστήματος πραγμάτων. Ο Σατανάς και οι δαίμονές του μαίνονται πάνω στη γη, διότι ξέρουν ότι λίγος καιρός τους μένει να προσπαθήσουν ν’ απομακρύνουν όλους τους ανθρώπους από τον Θεό και τις δίκαιες αρχές του. (Αποκάλ. 12:7-12) Ο Σατανάς υπήρξε ο κύριος δημιουργός προβλημάτων της ανθρωπότητος από την αρχή ακόμη.
Ο δεύτερος λόγος των κρισίμων καιρών μας είναι η απόρριψις του Θείου λόγου, της Γραφής, από τον σύγχρονο άνθρωπο. Εχθροί, όπως ο Βελχάουζεν και η προκατειλημμένη σχολή των ανωτέρων κριτικών του, ο Δαρβίνος και οι υποστηρικταί της θεωρίας του περί εξελίξεως, ο Φρόυντ και οι θεωρίες του, ο Μαρξ και οι αθεϊστικοί επαναστάται του—όλοι αυτοί έπαιξαν έναν απαίσιο ρόλο στην καταστροφή της καθοδηγητικής επιρροής της Γραφής για πολλούς· ειδικά εφόσον τόσο πολλοί από τον κλήρο υιοθέτησαν μια τέτοια κοσμική σοφία. Η αντι-Γραφική αυτή τάσις έχει διαποτίσει τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, τα βιβλία, τον δημόσιο τύπο, την τηλεόρασι, τη ραδιοφωνία και την κινηματογραφία. Η απόρριψις της Γραφικής σοφίας έχει ανοίξει τις καταπακτές για την εισόρμησι της ανομίας και της ασυνείδητης διαγωγής, που κατέπνιξε σχεδόν την κοινωνία με προβλήματα.
ΛΑΚΚΟΙ ΣΥΝΤΕΤΡΙΜΜΕΝΟΙ
Μια προσφυής περιγραφή της ασύνετης αυτής πορείας βρίσκεται στους λόγους του Θεού προς τον λαό του πριν από πολύν καιρό: «Εμέ εγκατέλιπον την πηγήν των ζώντων υδάτων, και έσκαψαν εις εαυτούς λάκκους, λάκκους συντετριμμένους, οίτινες δεν δύνανται να κρατήσωσιν ύδωρ.» (Ιερεμ. 2:13) Εν τούτοις, οι συμβουλές, που αναπηδούν από κοσμικές πηγές σοφίας, όσο ειλικρινείς κι αν είναι, αποτελούν φωνή που απέχει πολύ από τη ζωοπάροχη σοφία του Θείου λόγου.
Λάβετε υπ’ όψι τις σχετικές μ’ ερωτικά αισθήματα στήλες, που υπάρχουν στις εφημερίδες από το Λονδίνον ως τη Μανίλα. Μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες λαμβάνονται 1.500.000 επιστολές κάθε χρόνο, ζητώντας συμβουλή πάνω σ’ ένα μεγάλο αριθμό ανησυχητικών ζητημάτων. Εκατομμύρια αναγνώσται καταβροχθίζουν τις συνδικαλιστικές απαντήσεις και συχνά προσπαθούν να προσαρμόσουν τις συμβουλές στα δικά τους παρόμοια προβλήματα. Αλλά πόσο αξιόπιστες είναι οι δημοσιογραφικές αυτές συμβουλές; Μεταξύ των Αμερικανών ειδικών σε ζητήματα έρωτος και γάμου είναι ένας διεζευγμένος και μια σύμβουλος χωρισμένη από τον σύζυγό της. Μήπως έχουν αυτοί τα ορθά πνευματικά προσόντα, που απαιτούνται για να δώσουν βοήθεια σε αναγνώστας που έχουν σοβαρά προβλήματα; Η εύγλωττη, επιφανειακή συμβουλή των φαίνεται ν’ αποβλέπη στην απόκτησι φήμης, περιουσίας και κυκλοφορίας της εφημερίδος μάλλον παρά σ’ ευτυχία ζωής.
Καλύτερα αιτιολογημένοι και καλύτερα κατηρτισμένοι είναι οι εξ επαγγέλματος σύμβουλοι σε ζητήματα γάμου και οικογενείας, οι οποίοι έχουν μια αξιέπαινη επιθυμία να βοηθούν τους ανθρώπους να λύσουν τα ακανθώδη προβλήματα των. Αλλ’ είναι, επίσης, γεγονός ότι η ποιότης της συμβουλής ποικίλλει πολύ ανάλογα με την ικανότητα και την πείρα του επαγγελματικού συμβούλου. Η συμβουλή αυτή, αφ’ ετέρου, δεν είναι πιθανό να είναι αδάπανη, εκτός από τις δυσχερείς περιπτώσεις. Στις μη κερδοσκοπικές υπηρεσίες τα δικαιώματα παροχής συμβουλής έχουν συνήθως μια κλιμάκωσι ανάλογη με την ικανότητά σας να πληρώσετε για τη συμβουλή. Η αμοιβή για κείνους, που μπορούν να πληρώσουν, μπορεί να κυμαίνεται από 4 δολλ. έως 10 δολλ. για κάθε επίσκεψι. Ένας ιδιωτικός σύμβουλος γάμου μπορεί ν’ απαιτήση από 10 δολλ. έως 20 δολλ. την ώρα για τη σοφία του. Μπορεί να σας καλέση να επανέρχεσθε τακτικά επί διάστημα πολλών μηνών ή ακόμη κι επί ένα χρόνο. Για πολλούς αυτό είναι δυσχερές. Οι περισσότεροι άνθρωποι από εκείνους που βρίσκονται σε δυσκολίες χρειάζονται πρόχειρη συμβουλή, που να είναι όχι μόνο έγκυρη, αλλά και αδάπανη.
Η ψυχανάλυσις, αφ’ ετέρου, δεν προσαρμόζεται σ’ αυτή την κατηγορία. Υψηλές αμοιβές και πολλές επισκέψεις συνδέονται μ’ αυτόν τον κλάδο της ιατρικής, που πραγματεύεται για την επιστήμη και την εφαρμογή θεραπείας ανωμαλιών, διιανοητικών, συναισθηματικών και σχετικών με διαγωγή. Ακριβώς πόσο επιστημονική είναι στην πραγματικότητα η ψυχανάλυσις, κανείς δεν είναι βέβαιος. Υστερεί, όμως, πάρα πολύ. Ο σκοπός της να βοηθήση τους ανθρώπους να επιτύχουν μια φυσιολογική ικανότητα για διαβίωσι δεν είναι κακός, αλλά μερικές από τις μεθόδους της είναι. Μολονότι μερικοί ψυχαναλυταί μπορεί να παίρνουν τη θρησκεία στα σοβαρά στην ατομική τους ζωή, το επάγγελμα αυτό γενικά αγνοεί τη ζωτική σχέσι του ανθρώπου με τον Θεό. Σύμφωνα με τον Φρόυντ, που ανήκει στις πιο έγκυρες προσωπικότητες της ψυχιατρικής, η θρησκεία είναι μια μεγάλη φρεναπάτη, από την οποία ο άνθρωπος κάποτε θ’ απαλλαγή. Η ψυχιατρική τονίζει, «Γνώθι σαυτόν», ως να είναι επαρκής για επιτυχή διαβίωσι μια διαφωτισμένη φιλαυτία. Προχωρώντας πέρα και από το ν’ αγνοούν τον Θεό, οι αναλυταί συχνά αντιλέγουν στον Θεό, συμβουλεύοντας εκείνους που έχουν ένοχη συνείδησι ότι η πορνεία, η μοιχεία και η σοδομία δεν είναι αυτές καθ’ εαυτές κάτι κακό. Ορθώς διετυπώθη η κατηγορία ότι τέτοια συμβουλή τείνει να «εξοντώση τη συνείδησι».
Στην ψυχανάλυσι υπάρχει, επίσης, κι ο μεγάλος κίνδυνος του ότι ο αναλυτής μπορεί να επιβάλη τις δικές του αξίες σ’ εσάς, συγχέοντας τα προσωπικά του ιδανικά με απρόσωπες αλήθειες. Οι άρρωστοι αναπτύσσουν συχνά έναν υπέρμετρο θαυμασμό για τους αναλυτάς των. Όπως προειδοποίησε ο Αβραάμ Κάπλαν, καθηγητής της φιλοσοφίας και μέλος της Ακαδημίας Ψυχαναλύσεως: «Ο κίνδυνος εδώ είναι ότι ο αναλυτής μπορεί να δεχθή τον ρόλο της παντογνώστιδος ηθικής αυθεντίας, στην οποία ρίχνεται ο ψυχασθενής». Αλλ’ ο αναλυτής δεν είναι μια πάνσοφη αυθεντία στα ήθη, όπως πρόθυμα παραδέχεται ο Κάπλαν: «Η ψυχανάλυσις δεν μπορεί να μας πη τι είναι ενάρετο και τι δεν είναι. Δεν μπορεί να ορίση προτάσεις για να εξαγάγη αρχές της ηθικής». Προφανώς, η ψυχανάλυσις δεν είναι απάντησις σε μερικά πολύ βασικά ερωτήματα. Αν βοηθή τους ανθρώπους να προχωρήσουν πάλι ομαλά, δεν τους υποδεικνύει τη θεία κατεύθυνσι. Το να μπορήτε να ταξιδεύετε δεν είναι αρκετό· πρέπει και να ξέρετε πού πηγαίνετε. Δύσκολα η ψυχανάλυσις μπορεί να είναι ασφαλής οδηγός, εφόσον αυτή δεν μπορεί να μας πη τι είναι ηθικό και τι ανήθικο στο όμματα του Θεού, ο οποίος κρίνει τις πράξεις μας.
Η ΙΔΕΩΔΗΣ ΣΥΜΒΟΥΛΗ
Η ιδεώδης συμβουλή πρέπει να είναι κατάλληλη, κατανοητή, στη διάθεσι όλων και αδάπανη. Πρέπει να δίνη τους ορθούς ηθικούς κανόνες και κατευθύνσεις, και να είναι απόλυτα ορθή. Μπορεί να επιτευχθή σήμερα τέτοια συμβουλή; Ναι, μπορεί. Ο Δημιουργός εφρόντισε γι’ αυτό, όταν επρονόησε για τα εξήντα έξη θεόπνευστά βιβλία της Αγίας Γραφής. Εκεί βρίσκετε συμβουλή που είναι κατάλληλη, αδάπανη και τελείως αξιόπιστη. Σε αντίθεσι με τους ανθρωπίνους συμβούλους, που έζησαν βραχεία ζωή και συχνά επλανώντο, ο αιώνιος Θεός, που δίνει συμβουλή, ‘έκαμε θαυμάσια· αι απ’ αρχής βουλαί του είναι πίστις και αλήθεια’. (Ησ. 25:1 ) Με το βιβλίο των συμβουλών του ο Θεός δίνει εντολές, διδασκαλία, διαπαιδαγώγησι, σοφία και κατανόησι για επιτυχή διαβίωσι. (Παροιμ. 4:1-9) Για τη δύναμι της Γραφής προς φωτισμό της οδού σας προσφυώς είναι γραμμένο από τον Θεόπνευστο ψαλμωδό: «Λύχνος εις τους πόδας μου είναι ο λόγος σου, και φως εις τας τρίβους μου.»—Ψαλμ. 119:105.
Η ιερή ιστορία περιέχει πολλά παραδείγματα ανθρώπων, που αντιμετώπισαν προσωπικές κρίσεις και τις πέρασαν επιτυχώς προσέχοντας τη συμβουλή του Ιεχωβά Θεού. Η αφήγησις περιέχει, επίσης, τις τραγικές περιπτώσεις ανδρών και γυναικών, των οποίων η ζωή και οι αιώνιες ελπίδες εχάθησαν λόγω αγνοίας της συμβουλής του Ιεχωβά ή εναντιώσεως σ’ αυτήν. Προς διαρκές μας όφελος μάς νουθετεί ο ουράνιος Πατήρ: «Υιέ μου, μη λησμονής τους νόμους μου, και η καρδία σου ας φυλάττη τας εντολάς μου· διότι μακρότητα ημερών, και έτη ζωής, και ειρήνην, θέλουσι προσθέσει εις σε. Έλπιζε επί τον Ιεχωβά εξ όλης σου της καρδίας, και μη επιστηρίζεσε εις την σύνεσίν σου· εν πάσαις ταις οδοίς σου αυτόν γνώριζε, και αυτός θέλει κατευθύνει τα διαβήματά σου.»—Παροιμ. 3:1, 2, 5, 6, ΜΝΚ.
Στο βιβλίο συμβουλών του Θεού θα εύρετε, μεταξύ άλλων, πρακτικές συμβουλές πάνω στα προβλήματα περί γάμου, της εκπαιδεύσεως των τέκνων, της αγνότητος, της ορθής απόψεως περί χρήματος, των καλών τρόπων, του τρόπου ενεργείας σε διενέξεις, στις εμπορικές κι εργατικές συνήθειες, σε προβλήματα ειρήνης του νοός, ευτυχίας, τρόπου προσευχής και του καταλλήλου τρόπου λατρείας του Δημιουργού σας. Εξετάζεται πλήρως ο σκοπός του Θεού για τον άνθρωπο και τη γη. Θα μάθετε γιατί ο Θεός επέτρεψε την ανομία επί ένα χρονικό διάστημα, πώς η Βασιλεία του θα εισαγάγη ένα νέο κόσμο ζωής και δικαιοσύνης, και πότε θ’ αναστήση τους ‘εν τοις μνημείοις’ νεκρούς. Στη Γραφή υπάρχει ελπίς για το μέλλον και θάρρος για το παρόν. Αυτή η παρά Θεού συμβουλή είναι μέσα στο σπίτι σας, στο δικό σας αντίτυπο της Αγίας Γραφής.
Στραφήτε στη Βίβλο για να λάβετε τη συμβουλή του Θεού. Θέστε σ’ εφαρμογή τις Γραφικές αρχές και θα ιδήτε πόσο σαφώς και σοφώς φωτίζουν τον δρόμο σας. Τότε, όπως ο ψαλμωδός, θα λέτε μ’ εμπιστοσύνη: «Τα μαρτύριά σου βεβαίως είναι η τρυφή μου, και οι σύμβουλοί μου.»—Ψαλμ. 119:24.
-
-
Ανάστασις—ενός Νεκρού Σώματος ή μιας Νεκρής Ψυχής, Ποιο από τα Δύο;Η Σκοπιά—1963 | 15 Απριλίου
-
-
Ανάστασις—ενός Νεκρού Σώματος ή μιας Νεκρής Ψυχής, Ποιο από τα Δύο;
«Μέλλει να γίνη ανάστασις.»—Πράξ. 24:15.
1-4. (α) Ποια ιδέα μπορεί να εκπλήξη τους αναγνώστας της Σκοπιάς ως νέα ή ασυνήθης, και τούτο αν έχωμε υπ’ όψι ποια πείρα του Παύλου ενώπιον ενός Αθηναϊκού δικαστηρίου; (β) Ποια είναι η ελπίδα μας όσον αφορά τους αναγνώστας αυτούς, και γιατί;
Η ΜΕΛΛΟΥΣΑ ζωή του νεκρού ανθρωπίνου γένους εξαρτάται από την ανάστασι των νεκρών. Η ιδέα μπορεί να εκπλήσση τον αναγνώστη σαν κάτι νέο ή ασύνηθες. Έτσι εξέπληξε τους διανοουμένους δικαστάς του ανωτάτου δικαστηρίου της Ελλάδος στις αρχαίες ημέρες. Αυτό ήταν το δικαστήριο του Αρείου Πάγου ή Λόφου του Άρεως και οι δικασταί είχαν μπροστά τους έναν άνθρωπο κατηγορούμενο για θρησκευτική αίρεσι. Ήταν ο Παύλος, ένας Χριστιανός απόστολος. Τους μίλησε για έναν Θεό, στον οποίον προσέφεραν θυσίες, αλλ’ ο οποίος ήταν ωστόσο ένας Θεός άγνωστος σ’ αυτούς. Ήταν άγνωστος σ’ αυτούς όσον αφορά τις δυνάμεις του και τους σκοπούς του, διότι οι δικασταί αυτοί είχαν γνωριμία μόνο με την ειδωλολατρική Ελληνική φιλοσοφία. Εξεπλάγησαν, λοιπόν, εντελώς όταν ο Παύλος έδειξε τι είδους κριτής ήταν αυτός ο Θεός λέγοντας:
2 «Τους καιρούς λοιπόν της αγνοίας παραβλέψας ο Θεός, τώρα παραγγέλλει εις πάντας τους ανθρώπους πανταχού να μετανοώσι· διότι προσδιώρισεν ημέραν, εν η μέλλει να κρίνη την οικουμένην εν δικαιοσύνη δια ανδρός τον οποίον διώρισε, και έδωκεν εις πάντας βεβαίωσιν περί τούτου, αναστήσας αυτόν εκ νεκρών.»—Βλέπε Πράξεις 17:30, 31 στην Αγία Γραφή.
3 Ως προς το πώς αντέδρασαν εκείνοι οι κατά κόσμον σοφοί Έλληνες δικασταί των Αθηνών, το υπόμνημα στις Πράξεις 17:32-34 μάς λέγει: «Ακούσαντες δε ανάστασιν νεκρών, οι μεν εχλεύαζον, οι δε είπον, Περί τούτου θέλομεν σε ακούσει πάλιν. Και ούτως ο Παύλος εξήλθεν εκ μέσου αυτών. Τινές δε άνδρες προσεκολλήθησαν εις αυτόν, και επίστευσαν· μεταξύ των οποίων ήτο και Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, και γυνή τις ονόματι Δάμαρις, και άλλοι μετ’ αυτών.»
4 Όμοιες αντιδράσεις από αναγνώστας της παρούσης μελέτης αυτού του Θείου θαύματος της αναστάσεως δεν θα ήταν κάτι το εκπληκτικό, αλλά η ελπίδα μας είναι ότι η αντίδρασις μερικών αναγνωστών θα είναι όμοια μ’ εκείνην του Δικαστού Διονυσίου, της Δαμάρεως και των άλλων που επίστεψαν. Διότι, αν άτομα αποδεικνύωνται ανάξια αναστάσεως, ποια ελπίδα απομένει γι’ αυτά μετά θάνατον;
5. Έγιναν αναστάσεις νεκρών πριν από τη Χριστιανική μας εποχή, και ποιες αποδείξεις υπάρχουν που υποστηρίζουν τη διδομένη απάντησι;
5 Στους αρχαίους χρόνους, προτού αναστήση ο Θεός εκείνον, με τον οποίον προτίθεται να κρίνη την οικουμένην, έγιναν αναστάσεις νεκρών. Διαβάζομε γι’ αυτές στο πεντηκοστό όγδοο βιβλίο της Αγίας Γραφής, δηλαδή, στην προς Εβραίους επιστολή 11:35, που μας μιλεί για άτομα που είχαν πίστι στον Παντοδύναμο Θεό και στη δύναμί του ν’ ανασταίνη τους νεκρούς: «Έλαβον γυναίκες τους νεκρούς αυτών αναστηθέντας· άλλοι δε εβασανίσθησαν μη δεχθέντες την απολύτρωσιν, δια να αξιωθώσι καλητέρας αναστάσεως.» Μία απ’ αυτές τις γυναίκες ήταν μια Φοίνισσα χήρα από την πόλι Σαρεπτά, της οποίας τον γυιό ο προφήτης του Θεού Ηλίας επανέφερε στη ζωή. Η άλλη ήταν μια γυναίκα από την Ισραηλιτική πόλι Σουνάμ, της οποίας τον νεκρό γυιό ήγειρε σε ζωή ο προφήτης του Θεού Ελισσαιέ. Αργότερα, δεν ξέρομε έπειτα από πόσον καιρό, οι γυιοί αυτών των δύο γυναικών πέθαναν ξανά, και τώρα περιμένουν την ανάστασι των νεκρών με άλλους από το ανθρώπινο γένος, σ’ ένα νέο κόσμο όπου ο Θεός θα τους δώση την ευκαιρία να ζήσουν για πάντα σε μια παραδείσια γη κάτω από τη βασιλεία του Θεού.—1 Βασ. 17:8-24· 2 Βασ. 4:8-37· Λουκ. 4:25, 26.
6, 7. (α) Γιατί ο Παύλος εγνώριζε για ποιο πράγμα μιλούσε σ’ εκείνους τους δικαστάς του Αρείου Πάγου; (β) Πώς ετόνισε επίσης αυτή τη σπουδαία αλήθεια στους άλλους;
6 Όσον αφορά την ανάστασι, που ο απόστολος Παύλος ανέφερε στους δικαστάς του Αρείου Πάγου των Αθηνών, ο Θεός ανέστησε πριν από δεκαεννέα αιώνες ειδικώς αυτόν ως εγγύησιν ότι θα υπάρξη ημέρα, στην οποίαν ο Θεός θα κρίνη την οικουμένη με δικαιοσύνη. Ο Παύλος εγνώριζε για ποιο πράγμα μιλούσε, διότι αυτός ο ίδιος είχε συναντήσει τον αναστημένον αυτόν, ο οποίος προσδιώρισε τον εαυτό του στον Παύλο ως Ιησούν Χριστόν, τον Υιόν του Θεού.—Πράξ. 9:1-19.
7 Το αποτέλεσμα αυτής της συναντήσεως ήταν ότι ο Παύλος μετεστράφη από το να είναι διώκτης των ακολούθων του Ιησού Χριστού στο να είναι ο ίδιος ένας από τους ακολούθους εκείνους. Ως αθώος άνθρωπος ο Ιησούς Χριστός απέθανε στα χέρια των θρησκευτικών εχθρών του. Γι’ αυτό το λόγο ο Παντοδύναμος Θεός τον ήγειρε εκ νεκρών και έτσι παρέσχε την εγγύησι ότι θα υπήρχε μια μέλλουσα ημέρα κρίσεως, για το όφελος της οποίας οι νεκροί θα ηγείροντο. Ο απόστολος Παύλος ετόνισε αυτή τη σπουδαία αλήθεια, όχι μόνο στους δικαστάς του Αρείου Πάγου, αλλά και σε μια επιστολή στην οποίαν έγραφε: «Αλλά τώρα ο Χριστός ανέστη εκ νεκρών· έγεινεν απαρχή των κεκοιμημένων [στον θάνατο]. Διότι επειδή ο θάνατος ήλθε δι’ ανθρώπου, ούτω και δι’ ανθρώπου η ανάστασις των νεκρών. Επειδή καθώς πάντες αποθνήσκουσιν εν τω Αδάμ, όυτω και πάντες θέλουσι ζωοποιηθή εν τω Χριστώ.»—1 Κορ. 15:20-22.
8. Γιατί είναι δυνατή η ανάστασις, αλλά ποια ερώτησι μπορεί να προβάλη ένας αναγνώστης της Σκοπιάς ως προς την ανάγκη της;
8 Όσο και αν μπορή να φαίνεται αδύνατη σ’ εμάς τους θνήσκοντας ανθρώπους η ανάστασις, είναι τελείως δυνατή για τον Παντοδύναμον Θεό. Αυτός δεν θα διεκήρυττε στους ανθρώπους εκείνο που δεν θα μπορούσε να πράξη. Ένας άγγελος του Θεού είπε στη Μαρία τη μητέρα του Ιησού: «Ουδέν πράγμα θέλει είσθαι αδύνατον παρά τω Θεώ.» Και ο Ιησούς ο ίδιος είπε: «Τα αδύνατα παρά ανθρώποις είναι δυνατά παρά τω Θεώ.» (Λουκ. 1:37· 18:27) Εν τούτοις, λόγω της ανικανότητός μας να κατανοούμε αμέσως τα πράγματα, η Βιβλική διδασκαλία για ανάστασι νεκρών μπορεί να εγείρη ωρισμένα προβλήματα. Παραδείγματος χάριν, κάποιος αναγνώστης μπορεί να πη: ‘Πώς μπορεί να υπάρχη ανάστασις νεκρών; Η ανθρώπινη ψυχή είναι αθάνατη· δεν πεθαίνει και επομένως δεν υπάρχουν νεκροί. Γιατί, λοιπόν, είναι αναγκαία μια ανάστασις; Τι πρόκειται ν’ αναστηθή;’
9. Σ’ αυτή την ερώτησι τι μπορεί ν’ απαντήση ένας που πιστεύει σ’ ένα πολύ γνωστό θρησκευτικό σύμβολον πίστεως;
9 Ένας άλλος αναγνώστης μπορεί να νομίζη ότι έχει την απάντησι σ’ αυτό και ν’ αποκριθή: ‘Καθώς λέτε, η ψυχή είναι αθάνατη, και δεν χρειάζεται κάποια ανάστασι, διότι εξακολουθεί να ζη μετά τον θάνατο του ανθρωπίνου σώματος. Επομένως, το σώμα είναι εκείνο που ανασταίνεται, το σώμα δε αυτό οι άνθρωποι που ανασταίνονται το παίρνουν είτε στον ουρανό για αιώνια ευτυχία με τον Θεό, είτε σ’ έναν καιόμενο άδη για αιώνια τιμωρία στις φλόγες πυρός αναμεμιγμένου με θείον. Στην εκκλησία μας επαναλαμβάνομε το Αποστολικόν Σύμβολον Πίστεως, το οποίον, μεταξύ άλλων, λέγει: «Πιστεύω εις ένα Θεόν, Πατέρα, Παντοκράτορα, ποιητήν ουρανού και γης, . . . και εις ένα Κύριον, Ιησούν Χριστόν, τον υιόν του Θεού τον μονογενή, . . . Άφεσιν αμαρτιών. . . . Ανάστασιν νεκρών. Και ζωήν του μέλλοντος αιώνος. Αμήν.» Αυτό αποδεικνύει το ζήτημα.’
10. Αλλά γιατί αυτό δεν αποδεικνύει το ζήτημα, και ποια κατάλληλη ερώτησι αντιμετωπίζομε, με μια απάντησι μόνο από πού;
10 Εν τούτοις, πρέπει να πούμε, Όχι, δεν το αποδεικνύει· διότι αυτό το Σύμβολον Πίστεως δεν συνετάχθη από τους δώδεκα αποστόλους του Ιησού Χριστού. Συνετάχθη, το αργότερον, έπειτα από τρεις αιώνες.a Από όσα οι θεόπνευστοι απόστολοι και μαθηταί έγραφαν στα τελευταία είκοσι επτά βιβλία της Γραφής, κανένα δεν μπορεί ν’ αποδείξη αληθινή τη διδασκαλία ότι θα υπάρξη ανάστασις του ίδιου ακριβώς σώματος με το οποίον οι νεκροί πέθαναν. Όλοι πρέπει να παραδεχθούμε ότι είναι λογικό το ζήτημα που ηγέρθη από μερικούς, ότι, αν η ανθρώπινη ψυχή δεν μπορή να πεθάνη, αλλά εξακολουθή να ζη σ’ ένα αόρατο βασίλειο, πώς υπάρχουν νεκροί για ν’ αναστηθούν και γιατί υπάρχει ανάγκη αναστάσεως. Γι’ αυτό το λόγο βλέπομε τον εαυτό μας ν’ αντμετωπίζη το εξής ερώτημα: «Η ανάστασις είναι ανάστασις ενός νεκρού σώματος ή ανάστασις μιας νεκρής ψυχής; Ποιο από τα δύο είναι; Για την πλήρη ικανοποίησί μας πρέπει ν’ αφήσωμε τη Θεόπνευστη Αγία Γραφή ν’ απαντήση στο ερώτημα.
ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΟΝΟΜΑΖΕΤΑΙ «ΨΥΧΗ»
11. Ποίων, επομένως, οι απόψεις για την «ψυχή» έρχονται υπό εξέτασιν;
11 Οι θεόπνευστοι Βιβλικοί συγγραφείς, Εβραίοι ή Ιουδαίοι, και ο Ιησούς επίσης, είχαν κατανόησι του τι εσήμαινε «ψυχή». Οι ειδωλολάτραι μη Ιουδαίοι είχαν τη δική τους κατανόησι του τι ωνόμαζαν «ψυχή». Συμφωνούσαν μήπως οι δύο κατανοήσεις του όρου «ψυχή»; Οι θρησκευτικοί κληρικοί του «Χριστιανικού κόσμου», γενικά, υποστηρίζουν ότι συμφωνούσαν, διότι ο κλήρος παραδέχεται την ειδωλολατρική διδασκαλία όσον αφορά την ανθρώπινη ψυχή και την εφαρμόζει στη Γραφή, η οποία εγράφη από Εβραίους και Χριστιανούς Εβραίους. Αλλά συμφωνούν άρα γε οι δύο απόψεις;
12, 13. (α) Τι είχε να πη για την «ψυχή» ο διευθύνων εκδότης μιας νέας μεταφράσεως του Τορά, που ετέθη σε κυκλοφορία αυτό ακριβώς το έτος; (β) Σε συμφωνία με τούτο, τι είχε να πη για το νέφες το Λεξικόν των Μπράουν, Ντράιβερ και Μπριγκς;
12 Τον Ιανουάριο αυτού του έτους 1963 η Ιουδαϊκή Εταιρία Δημοσιεύσεων της Αμερικής παρουσίασε μια νέα μετάφρασι των πρώτων πέντε βιβλίων της Γραφής, που είναι γνωστά στην Εβραϊκή ως Τορά ή στην Ελληνική ως Πεντάτευχος, με άλλα λόγια των πρώτων πέντε βιβλίων που εγράφησαν από τον προφήτη του Θεού Μωυσή.b Προτού τεθή σε κυκλοφορία αυτή η νέα μετάφρασις από το Εβραϊκό πρωτότυπο, ένας συντάκτης των Τάιμς της Νέας Υόρκης είχε μια συνέντευξι με τον διευθύνοντα εκδότην της μεταφράσεως, Δρα Χάρρυ Μ. Ορλίνσκυ, τον καθηγητήν της Βίβλου στο Κολλέγιο της Εβραϊκής Ενώσεως της Νέας Υόρκης. Έπειτα από τη συνέντευξι αυτή, ιδού, μεταξύ άλλων, τι είχε να πη ο συντάκτης των Τάιμς στο τεύχος της εφημερίδος υπό ημερομηνίαν 12 Οκτωβρίου 1962:
Η λέξις «ψυχή», είπε ο Δρ Ορλίνσκυ, έχει κατ’ ουσίαν εξαλειφθή από τη μετάφρασι, επειδή «η υπό συζήτησιν Εβραϊκή λέξις εδώ είναι ‘Νέφες’.»
«Άλλοι μεταφρασταί την έχουν ερμηνεύσει ότι σημαίνει ‘ψυχή,’ «πράγμα που,» είπε, «είναι τελείως ανακριβές. Η Γραφή δεν λέγει ότι έχομε ψυχή. ‘Νέφες’ είναι το άτομο το ίδιο, η ανάγκη του για τροφή, το ίδιο το αίμα στις φλέβες του, η ύπαρξίς του.»
13 Εν τούτοις, δεν θ’ αφήσωμε τον λόγο αυτού του Εβραίου εκδοτικού διευθυντού να είναι η τελική αυθεντία στο ζήτημα. Ας στραφούμε, επίσης, στους παραγωγούς Εβραιο-Αγγλικών λεξικών. Συμβουλευθήτε στη δημοσία βιβλιοθήκη το Εβραϊκό και Αγγλικό Λεξικό της Παλαιάς Διαθήκης, βασισμένο στο Λεξικόν του Ουίλλιαμ Γεσένιους και που έχει εκδοθή από τρεις κληρικούς, τους Δρας Μπράουν, Ντράιβερ και Μπριγκς, στη διωρθωμένη του έκδοσι του 1952. Στη σελίδα 659, κάτω από την Εβραϊκή λέξι Νέφες, το Λεξικό αυτό είναι αρκετά ειλικρινές για να παραδεχθή τα ακόλουθα, στη δευτέρα στήλη: «2. Το νέφες γίνεται μια ζώσα ύπαρξις: με το να εμφύσηση ο Θεός νεσαμάθ χαγίμ στους ρώθωνας της μπαζάρ του· του ανθρώπου Γένεσις 2:7· με εφαρμογή στα ζώα επίσης Γένεσις 2:19· έτσι και στον Ψαλμό 104:29, 30, παράβαλε 66:9· ο άνθρωπος είναι νέφες χαγιάχ, μια ζώσα, αναπνέουσα ύπαρξις Γένεσις 2:7· αλλού νέφες χαγιάχ πάντοτε για τα ζώα Γένεσις 1:20, 24, 30· 9:12, 15, 16, Ιεζεκιήλ 47:9· . . . 3. Το νέφες . . . είναι ειδικώς: α. μια ζώσα ύπαρξις της οποίας, η ζωή διαμένει στο αίμα . . . (συνεπώς θυσιαστική χρήσις του αίματος, και απαγόρευσις άλλων του χρήσεων· . . .) . . . γ. Το νέφες χρησιμοποιείται για τη ζωή την ίδια 171 φορές, των ζώων Παροιμίαι 12:10, και του ανθρώπου Γένεσις 49:30 . . .»c
14. Τι είχε να πη το Λεξικόν των Κέλερ και Μπαουμγκάρτνερ για το νέφες, και με ποια αναφορά στην «Ελληνική αντίληψι περί ψυχής»;
14 Για να έχομε περισσότερη από μια μαρτυρία επάνω στο ζήτημα αυτό, ας στραφούμε, επίσης, στο Λεξικόν για τα Βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, των Α. Κέλερ και Β. Μπαουμγκάρτνερ, στην έκδοσί του τού 1953, που δίδει ορισμούς και στη Γερμανική και στην Αγγλική, Στη σελίδα 627 του Δευτέρου του Τόμου, το Λεξικόν αυτό λέγει, κάτω από τη λέξι Νέφες: «η αναπνέουσα ουσία, που κάνει τον άνθρωπο και το ζώο ζώσες υπάρξεις Γένεσις 1:20, η ψυχή (απολύτως διαφορετική από την Ελληνική αντίληψι περί ψυχής) της οποίας έδρα είναι το αίμα Γένεσις 9:4f· Λευιτικόν 17:11· Δευτερονόμιον 12:23 (249 φορές): 3. νέφες χαγιάχ ζώσα ύπαρξις: Γένεσις 1:20, 24 (= ζώα) 2:19 . . . 2:7, 9, 10, 16. . . . 4. ψυχή = ζώσα ύπαρξις, άτομον, πρόσωπον . . . όστις φονεύη πρόσωπον Αριθμοί 31:19, . . . καταστρέφει ζωάς, πρόσωπα Ιεζεκιήλ 22:27· . . . 7. Νέφες πνοή = ζωή (282 φορές) . . .» Και στη σελίδα 628, στήλη 1: «Νέφες νεκρά (ανεπτύχθη από έν πρόσωπον) Λευιτικόν 21:1· Αριθμοί 6:11· 9:10· Λευιτικόν 22:4· Αγγαίος 2:13· Αριθμοί 5:2· 9:6f· 19:11, 13· . . .»
15. Ποια έννοια της «ψυχής» εδέχθησαν ο Ιησούς και οι απόστολοι του, και πως το έδειξε αυτό ο Παύλος στην 1 Κορινθίους 15:45;
15 Θα ήταν σφάλμα να παραμερίσωμε τους παραπάνω αυθεντικούς ορισμούς επειδή απλώς θα θέλαμε να εμμείνωμε στη διδασκαλία ενός προτιμώμενου θρησκευτικού δόγματος του «Χριστιανικού κόσμου». Η ανωτέρω ήταν η έννοια του νέφες ή ψυχής που εδέχθησαν ο Ιησούς Χριστός και οι εκλεκτοί του απόστολοι. Εμείς σήμερα πρέπει, επίσης, να δεχθούμε αυτή την έννοια, αν επιθυμούμε ν’ αποδειχθούμε μαθηταί του και να γνωρίσωμε την αλήθεια, που μας ελευθερώνει. (Ιωάν. 8:31, 32) Παραδείγματος χάριν, ο απόστολος Παύλος, εξετάζοντας την ανάστασι, στην 1 Κορινθίους 15:45, παραθέτει ένα εδάφιο από το δεύτερο κεφάλαιο της Βίβλου που δείχνει τι είναι μια ανθρώπινη ψυχή, δηλαδή, το Γένεσις 2:7. Στη δημοφιλή κατ’ Εξουσιοδότησιν Μετάφρασι της Βίβλου το εδάφιο αυτό λέγει: «Και έπλασε ΚΥΡΙΟΣ ο Θεός τον άνθρωπον από χώματος εκ της γης, και ενεφύσησεν εις τους μυκτήρας αυτού πνοήν ζωής, και έγεινεν ο άνθρωπος ψυχή ζώσα.» Αυτός ο πρώτος άνθρωπος ωνομάζετο Αδάμ, και ήταν μια «ψυχή».
16. Ποιο γεγονός δεν προσεπάθησε ο Παύλος να μεταστρέψη σε αντίθεσι με την Ισπανική Μετάφρασι Τορρές Αμάτ του 1943 στην 1 Κορινθίους 15:45;
16 Παρακαλούμε σημειώστε ότι, όταν ο απόστολος Παύλος, εξετάζοντας την ανάστασι, παραθέτη το Γένεσις 2:7, δεν προσπαθεί να μεταστρέψη το γεγονός ότι ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ ήταν μια ψυχή. Ο Παύλος δεν λέγει ότι ο Θεός ενεφύσησε στους μυκτήρας του ανθρώπου μια ψυχή. Δεν μεταβάλλει τη διατύπωσι για να ταριάζη με την Ελληνική ιδέα περί ψυχής. Μια τέτοια αλλαγή της διατυπώσεως γίνεται από την Ισπανική Μετάφρασι Τορρές Αμάτ του 1943, μ’ ένα Πρόλογο υπό τύπον Επιστολής του Καρδιναλίου Κοπέλλο από την Αργεντινή, διότι μεταφράζει ως εξής το 1 Κορινθίους 15:45: «Ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ επλάσθη με ζώσαν ψυχήν, ο έσχατος Αδάμ, Ιησούς Χριστός επληρώθη με ζωοποιούν πνεύμα.»d
17. Πώς, λοιπόν, ο Παύλος δείχνει συμφωνία με τον Εβραίο δόκτορα στο ζήτημα του νέφες;
17 Ο απόστολος Παύλος έγραψε στην κοινή Ελληνική· και μολονότι εχρησιμοποίησε την Ελληνική λέξι ψυχή αντί της Εβραϊκής λέξεως νέφες, έγραψε: «Ούτως είναι και γεγραμμένον, Ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ “έγεινεν εις ψυχήν ζώσαν·” ο έσχατος Αδάμ [έγεινεν] εις πνεύμα ζωοποιούν.» (1 Κορ. 15:45) Ο απόστολος Παύλος έτσι συμφωνούσε με τον σημερινό Δόκτορα Ορλίνσκυ στο ότι «η Γραφή δεν λέγει ότι έχομε ψυχή. ‘Νέφες’ [η ψυχή] είναι το άτομο το ίδιο.» Ο Παύλος ομοίως υποστηρίζει ότι μια ανθρώπινη ψυχή δεν είναι πνεύμα, αλλ’ ότι είναι διαφορετική από ένα πνεύμα.—Εβρ. 4:12.
ΠΕΘΑΙΝΕΙ Η ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΨΥΧΗ;
18. Πεθαίνουν οι ψυχές των ζώων, και ποια ερωτήματα εγείρονται όσον αφορά την ανθρώπινη ψυχή;
18 Οι θεόπνευστοι συγγραφείς της Αγίας Γραφής ονομάζουν τα κατώτερα ζώα, τα πουλιά, τα κτήνη, τα ψάρια, τα έντομα, «ψυχάς ζώσας», τα πλάσματα δε αυτά πεθαίνουν. Στην περίπτωσί των, λοιπόν, η «ψυχή» ή νέφες πεθαίνει. Α, αλλ’ ο άνθρωπος είναι ένα πλάσμα ανώτερο από εκείνα τα ζώα και είναι μια δημιουργία χωριστή και διακεκριμένη από εκείνα τα ζώα. Δεν πεθαίνει, λοιπόν, η ανθρώπινη ψυχή; Για μια εμπνευσμένη αποφασιστική απάντησι θα λάβωμε μήπως τον λόγον των προ Χριστού Ελλήνων φιλοσόφων Πυθαγόρα και Πλάτωνος, ή θα λάβωμε τον λόγον του προφήτου του Θεού Μωυσέως και των άλλων θεοπνεύστων συγγραφέων της Αγίας Γραφής; Επειδή επιθυμούμε την αυθεντική απάντησι του Θεού, προστρέχομε στη θεόπνευστη Βίβλο του.
19. Πώς το παραπάνω Λεξικόν δείχνει την ορθότητα της εκφράσεως «νέκρα ψυχή;
19 Οι παραπάνω περικοπές του Εβραιο-Αγγλικού Λεξικού μάς ανέφεραν μερικά Γραφικά εδάφια, όπου γίνεται λόγος για νεκρή νέφες ή ψυχή. Κυττάξτε αυτά τα εδάφια στο αντίτυπο της Νεοελληνικής μεταφράσεως της Γραφής σας, και θα εύρετε τούτο: Στο Λευιτικόν 21:1· 22:4 το νέφες (η Εβραϊκή λέξις αντί της λέξεως «ψυχή») μεταφράζεται ‘ο νεκρός’, καθώς και στους Αριθμούς 5:2· 6:11. Στους Αριθμούς 6:6 μεταφράζεται ‘ο τεθνεώς’, ενώ στην κατ’ Εξουσιοδότησιν Αγγλική μετάφρασι αποδίδεται «σώμα» στην έκφρασι «νεκρόν σώμα»· ή, όπως λέγει το Εβραϊκόν και Χαλδαϊκόν Ταμείον της Παλαιάς Διαθήκης του Άγγλου στη σελίδα 829b, «κατά γράμμα, νεκρά ψυχή.» Στους Αριθμούς 9:10 το νέφες απαντάται μεταφρασμένο με την έκφρασι «νεκρόν σώμα,» καθώς επίσης στους Αριθμούς 9:6, 7· 19:11, 13 και Αγγαίος 2:13.
20. Πώς το Λεξικόν αυτό δείχνει αν η ανθρώπινη ψυχή μπορή να καταστραφή, και ποια αλήθεια δείχνει καθαρά το Ιεζεκιήλ 18:4, 20;
20 Εκτός τούτου, το Λεξικόν μάς αναφέρει το εδάφιο Αριθμοί 31:19 ως περίπτωσι θανατώσεως μιας νέφες ή ψυχής, και το Ιεζεκιήλ 22:27 ως περίπτωσι αφανισμού μιας νέφες ή ψυχής. Τα εδάφια αυτά αποδεικνύουν καθ’ εαυτά ότι ο γραπτός λόγος του Θεού διδάσκει ότι η ανθρώπινη ψυχή είναι θνητή και πεθαίνει. Αλλά κανένα εδάφιο δεν είναι σαφέστερο όσον αφορά την αλήθεια αυτή από το Ιεζεκιήλ 18:4, στο οποίο Κύριος ο Θεός λέγει: «Ιδού, πάσαι αι ψυχαί είναι εμού· ως η ψυχή του πατρός, ούτω και η ψυχή του υιού εμού είναι· η ψυχή η αμαρτήσασα, αυτή θέλει αποθάνει.» Το εδάφιο 20 επαναλαμβάνει: «Η ψυχή η αμαρτάνουσα, αυτή θέλει αποθάνει.» Βλέπε επίσης Ιεζεκιήλ 13:19.
21, 22. Αλλά μήπως η κατάστασις της ανθρωπίνης ψυχής μεταβάλλεται με τη «Χριστιανική Καινή Διαθήκη», και τι έδειξαν σχετικά με τούτο ο Ιησούς, ο Παύλος και ο Φίλιππος;
21 Πιθανώς μερικοί από τους αναγνώστας μας θα πουν: ‘Αλλά στη Χριστιανική Καινή Διαθήκη τα πράγματα μεταβάλλονται και εκεί καταδεικνύεται ότι αποτελεί Χριστιανική αλήθεια το ότι η ανθρώπινη ψυχή δεν πεθαίνει, αλλά είναι αθάνατη’.
22 Αλλά δεν συμβαίνει αυτό! Δεν είπε ο Χριστιανός απόστολος Παύλος ότι «ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ έγεινεν εις ψυχήν ζώσαν»; Επομένως, όταν ο Αδάμ απέθανε σε ηλικία 930 ετών και επέστρεψε στο χώμα επειδή εν πρώτοις ήταν χώμα, η ανθρώπινη ψυχή απέθανε. (Γεν. 3:19· 5:5) Όταν ο Ιησούς είπε στους δώδεκα αποστόλους του να μη φοβούνται τους ανθρώπους, τι είπε; «Μη φοβηθήτε από των αποκτεινόντων το σώμα, την δε ψυχήν μη δυναμένων να αποκτείνωσι· φοβήθητε δε μάλλον τον δυνάμενον και ψυχήν και σώμα να απολέση εν τη γεέννη.» (Ματθ. 10:28) Σ την τελευταία του νύχτα στον κήπο της Γεθσημανή, τι είπε στους αποστόλους του; «Περίλυπος είναι η ψυχή μου έως θανάτου.» (Ματθ. 26:38· Μάρκ. 14:34) Ο Φίλιππος ο ευαγγελιστής εφήρμοσε, στην πλοκή του λόγου, στον Ιησούν την προφητεία του Ησαΐα 53:12, που λέγει: «Παρέδωκε την ψυχήν αυτού εις θάνατον.»—Πράξ. 8:30-35.
23. Πώς συμφωνούν με τα παραπάνω ο Ιάκωβος και η Αποκάλυψις;
23 Ο μαθητής Ιάκωβος τελειώνει την επιστολή του, λέγοντας: «Αδελφοί, εάν τις μεταξύ σας αποπλανηθή από της αληθείας, και επιστρέψη τις αυτόν, ας εξεύρη ότι ο επιστρέψας αμαρτωλόν από της πλάνης της οδού αυτού, θέλει σώσει ψυχήν εκ θανάτου.» (Ιάκ. 5:19, 20) Και στο τελευταίο βιβλίο της Γραφής διαβάζομε, στην Αποκάλυψι 16:3: «Και ο δεύτερος άγγελος εξέχεε την φιάλην αυτού εις την θάλασσαν, και έγεινεν αίμα ως νεκρού· και πάσα ψυχή ζώσα απέθανεν εν τη θαλάσση.»
24. Αντιφάσκει ένα μέρος της Γραφής μ’ ένα άλλο μέρος στο ζήτημα του θανάτου της ψυχής, και ποιες Βιβλικές λέξεις δεν εφαρμόζονται στην «ψυχή»;
24 Θυμόμαστε τον ταξιδεύοντα Βιβλικόν ομιλητή, ο οποίος, πριν από μερικά χρόνια προκαλούσε τα ακροατήρια του λέγοντας ότι θα τους έδινε ένα χαρτονόμισμα των πέντε δαλλαρίων για κάθε εδάφιο της Γραφής που θα του έδειχναν και που θα έλεγε ότι η ανθρώπινη ψυχή είναι αθάνατη. Είναι περιττό να πούμε ότι ποτέ δεν ευρέθη υποχρεωμένος να δώση σε κάποιον ούτε ένα χαρτονόμισμα των πέντε δολλαρίων διότι η Γραφή δεν αντιφάσκει με τον εαυτό της στο γεγονός ότι η ανθρώπινη ψυχή πεθαίνει λόγω της αμαρτίας. Σε όλες τις εκατοντάδες των σελίδων της η Γραφή χρησιμοποιεί τις λέξεις «αθανασία, αφθαρσία, άφθαρτος» μόνο δεκαέξη φορές, και ούτε μια φορά δεν εφαρμόζει ο λόγος τον Θεού αυτές τις λέξεις στην ανθρώπινη ψυχή.e
25. Το ότι τονίζομε αυτά τα γεγονότα από τον λόγον του Θεού πώς θα έπρεπε να κάμη όλους να αισθάνωνται, και γιατί;
25 Γιατί μερικοί θρησκευόμενοι να εξοργίζωνται και να αρνούνται να αναγνώσουν περισσότερα απλώς επειδή τονίζομε αυτά τα γεγονότα για την ψυχή από τον λόγον της αληθείας του Θεού; Αυτό θα έπρεπε να κάμη όλους ευτυχείς! Γιατί; Επειδή κατά τον θάνατο η ανθρώπινη ψυχή πεθαίνει και έτσι δεν υπάρχει αθάνατη συνειδητή ψυχή για να πάη σ’ έναν άδη ή καθαρτήριο ειδωλολατρικού είδους και να υποφέρη και να βασανίζεται με πυρ και θείον για πάντα ή ακόμη και για μια περιορισμένη χρονική περίοδο. Το γεγονός αυτό, μαζί με το συσχετιζόμενο γεγονός ότι θα υπάρξη ανάστασις νεκρών, πρέπει να κάμη πολύ χαρούμενους όλους όσοι αγαπούν τον Θεόν και την ανθρωπότητα. Μας βοηθεί να δούμε καθαρά γιατί πρέπει να υπάρξη ανάστασις αν οι ανθρώπινοι νεκροί πρόκειται να ζήσουν πάλι μαζί μας σ’ ένα νέο κόσμο με ατελεύτητη ευτυχία.
[Υποσημειώσεις]
a Βλέπε Εγκυκλοπαιδεία Μακ Κλίντοκ και Στρογκ, Τόμος 2, σελίς 560α, κάτω από το «Σύμβολον Πίστεως».
b Στη Γένεσι 2:7 αυτή η νέα μετάφρασις του Τορά δεν χρησιμοποιεί τη λέξι «ψυχή», αλλά λέγει: «ΚΥΡΙΟΣ ο Θεός έπλασε τον άνθρωπον εκ του χώματος της γης, και ενεφύσησεν εις τους ρώθωνάς του την πνοήν της ζωής, και ο άνθρωπος έγινε ζώσα ύπαρξις.»
Το Αριθμοί 6:6, 11· 19:13, αντί να λέγη «νεκρά ψυχή» ή «ψυχή», χρησιμοποιεί τις λέξεις «νεκρόν πρόσωπον» και «πτώμα» και «σώμα» και «πρόσωπον» και λέγει: «Καθ’ όλην την περίοδον, την οποίαν έθεσε κατά μέρος δια τον ΚΥΡΙΟΝ, δεν θα εισέλθη εκεί όπου υπάρχει νεκρόν πρόσωπον. Ο ιερεύς θα . . . κάμη εξιλέωσιν υπέρ αυτού δια την αμαρτίαν, την οποίαν διέπραξε μέσω του πτώματος . . . Όστις εγγίση πτώμα, το σώμα ατόμου το οποίον απέθανε, και δεν καθαρισθή, μολύνει την Σκηνήν του ΚΥΡΙΟΥ· το πρόσωπον αυτό θα εξολοθρευθή εκ του Ισραήλ.» (Τα πλάγια στοιχεία δικά μας.)
c Στην παραπάνω περικοπή οι Εβραϊκές λέξεις νεσαμάθ χαγίμ σημαίνουν «η πνοή της ζωής.» Μπαζάρ σημαίνει «σαρξ», και νέφες χαγιάχ σημαίνει «ψυχή ζώσα,» είτε εφαρμόζεται σε ζώο είτε σε άνθρωπο.
d Το Ισπανικό κείμενο λέγει: “El primer hombre Adán fué formado con alma viviente, el postrer Adán, Jesucristo, ha sido llenado de un esípritu vivificante.”
-
-
Αναγνώρισις των ΑναστημένωνΗ Σκοπιά—1963 | 15 Απριλίου
-
-
Αναγνώρισις των Αναστημένων
1. Όσον αφορά την ανάστασι, τι επιθυμούμε για τον εαυτό μας και τους άλλους, και ποια βεβαίωσι έχομε γι’ αυτό;
ΕΚΕΙΝΟ που επιθυμούμε όλοι εμείς, οι οποίοι μπορεί να έχομε μέρος στην ανάστασι, είναι να γνωρίσωμε τους αγαπητούς μας φίλους και συγγενείς μετά την επιστροφή τον εκ νεκρών. Πράγματι, επιθυμούμε να αναγνωρίσωμε τον ίδιο τον εαυτό μας. Δεν θέλομε να υποστούμε απώλεια μνήμης ώστε να μη γνωρίζωμε ποιοί είμεθα. Ο λόγος του Θεού μάς βεβαιώνει για την αμοιβαία μας αναγνώρισι του ενός από τον άλλον. Ο απόστολος Παύλος, που επίστευε στην ανάστασι, λέγει: «Τότε δε θέλω γνωρίσει καθώς και εγνωρίσθην.» (1 Κορ. 13:12) Αλλά ποιό θα είναι το μέσον με το οποίο θ’ αναγνωρίσωμε τον εαυτό μας και τους άλλους;
2. Αν έχωμε υπ’ όψι την εξήγησι που δίδεται σύμφωνα με το Αποστολικό Σύμβολον Πίστεως, ποιες πρακτικές ερωτήσεις εγείρονται για τα σώματα της αναστάσεως;
2 Θα γίνη, αυτό με τα να έχωμε τα ίδια απολύτως σώματα με τα οποία πεθάναμε; Έτσι ακριβώς εξηγείται το λεγόμενο Αποστολικό Σύμβολον Πίστεως. Το άτομο, λοιπόν, που πέθανε μ’ έναν κακοήθη καρκίνο που διέτρεχε με τα κεράτιά του το σώμα του θα πρέπει μήπως να επανέλθη με το ίδιο σώμα κατεχόμενο από αυτόν τον καρκίνο; Το άτομο που πεθαίνει φαγωμένο από λέπρα και παραμορφωμένο τρομερά θα πρέπει να επανέλθη με το ίδιο σώμα κατατρυχόμενο από την αηδή ασθένεια; Η έγκυος γυναίκα που πέθανε μ’ ένα αγέννητο παιδί στην κοιλία της—θα εγερθή μήπως εκ νεκρών μ’ αυτό το ίδιο βαρύ σώμα και θα γεννήση το παιδί στην ημέρα της αναστάσεως ή μετά απ’ αυτήν; Ένα άτομο που βρέθηκε σε μια έκρηξι και του ανατινάχθηκαν χέρια και πόδια και χρειάσθηκε να χρησιμοποιήση κατόπιν τεχνητούς βραχίονες και κνήμες—θα πρέπει εξίσου ν’ αναστηθή ένας κορμός χωρίς μέλη; Διδάσκει μήπως ο λόγος του Θεού ανάστασι του ίδιου σώματος;
3. Ποιες περιπτώσεις μπορεί να υποστηρίζουν ευνοϊκά την ανάστασι του ίδιου σώματος, αλλά τι συνέβη σ’ εκείνους που αποκατεστάθησαν στη ζωή στις περιπτώσεις αυτές;
3 Είναι αλήθεια ότι ο Ηλίας ήγειρε στη ζωή το ίδιο σώμα στην περίπτωσι του γυιού εκείνου της Φοίνισσας χήρας. Επίσης, ότι ο Ελισσαιέ ήγειρε το ίδιο σώμα στην περίπτωσι του γυιού της Σουνναμίτιδος γυναικός. Επίσης, ότι ο Ιησούς ήγειρε τα ίδια σώματα στις περιπτώσεις του γυιού της χήρας της Ναΐν, της θυγατρός του Ιαείρου, και του προσφιλούς του φίλου Λαζάρου που ήταν νεκρός τέσσερες ημέρες. Ο απόστολος Πέτρος ήγειρε το ίδιο σώμα της ελεήμονος Χριστιανής γυναικός Δορκάδος από την Ιόππη. Ο απόστολος Παύλος ήγειρε το ίδιο σώμα του Ευτύχου, ο οποίος έπεσε προς τα έξω από ένα παράθυρο άνω πατώματος. Αλλά όλοι αυτοί απέθαναν πάλι και ήλθαν κάτω από την ανάγκη μιας μελλούσης αναστάσεως με τη δύναμι του Θεού μέσω του Ιησού Χριστού.
4. Ποιο επιχείρημα ως προς το σώμα μπορεί να υποστηριχθή εν σχέσει με τον Ιησού Χριστό, αλλά τι λέγει το 1 Πέτρου 3:18, 19 σύμφωνα με τα Αρχαίον Κείμενον;
4 Εδώ μερικοί αναγνώσται της Σκοπιάς μπορεί να διακόψουν και να πουν: ‘Αυτό είναι αληθές. Αλλά ο Ιησούς Χριστός ο ίδιος ηγέρθη με το ίδιο ακριβώς σώμα με το οποίο εσταυρώθη, και αυτό το γεγονός θέτει το υπόδειγμα για όλους τους άλλους νεκρούς που πρόκειται ν’ αναστηθούν. Και ο Ιησούς τώρα έχει το ίδιο σώμα στον ουρανό, στον οποίαν ανελήφθη.’ Αυτοί οι αναγνώσται εδιδάχθησαν έτσι στα θρησκευτικά συστήματα που παρηκολούθησαν. Αλλά συμφωνεί ο απόστολος Παύλος μ’ αυτό; Συμφωνεί ο απόστολος Πέτρος μ’ αυτό; Στην 1 Πέτρου 3:18, 19, σύμφωνα με το Αρχαίον Κείμενον, λέγει: «Ότι και Χριστός άπαξ περί αμαρτιών απέθανεν, δίκαιος υπέρ αδίκων, ίνα υμάς προσαγάγη τω Θεώ, θανατωθείς μεν σαρκί ζωοποιηθείς δε πνεύματι· εν ω και τοις εν φυλακή πνεύμασι πορευθείς εκήρυξεν.» Άλλες νεώτερες μεταφράσεις αποδίδουν με ακριβή ομοιότητα το 1 Πέτρου 3:18, 19.
5, 6. (α) Ποια γεγονότα της ημέρας της αναστάσεως του Ιησού μας βοηθεί η δήλωσις του Πέτρου να εξηγήσωμε; (β) Γιατί ο Ιησούς έπρεπε να υλοποιηθή λαμβάνοντας σώμα από σάρκα και οστά σε κάθε περίπτωσι;
5 Επομένως, όσον αφορά την ανάστασι του Ιησού, ο Πέτρος λέγει ότι ‘εζωοποιήθη πνεύματι’. Αυτό εξηγεί γιατί το πρωί της αναστάσεως, όταν ο άγγελος του Θεού απεκύλισε τον λίθον από τη θύρα του μνημείου, οι στρατιώται φρουροί δεν είδαν τον Ιησούν να εγείρεται εκ νεκρών και να εξέρχεται, μολονότι είδαν τον υλοποιημένο άγγελο. (Ματθ. 28:1-4) Αυτό εξηγεί γιατί, όταν ο αναστημένος Ιησούς συνήντησε δύο μαθητάς που επορεύοντο την ημέρα εκείνη στους Εμμαούς και επήγε μαζί τους και άρχισε να δειπνή μαζί τους, αυτοί δεν τον εγνώρισαν ώσπου άρχισε να προσφέρη τον άρτον· και τότε εξηφανίσθη.—Λουκ. 24:13-35.
6 Αυτό εξηγεί γιατί, όταν οι απόστολοι και άλλοι μαθηταί είχαν συναθροισθή στην Ιερουσαλήμ των θυρών κεκλεισμένων για τον φόβο των φανατικών Ιουδαίων, ο Ιησούς πρέπει να μπήκε απ’ ευθείας μέσα από τους τοίχους. Διότι εκπληκτικά εστάθη ανάμεσα τους, και, αφού έφαγε και τους μίλησε, εξηφανίσθη απ’ αυτούς, αλλά όχι βγαίνοντας από μια ξεκλειδωμένη θύρα. (Λουκ. 24:36-44· Ιωάν. 20:19-24) Φυσικά, ο Ιησούς, που είχε φερθή στη ζωή εν πνεύματι, για να κάμη τον εαυτό του ορατόν στους μαθητάς του, έπρεπε να υλοποιηθή σε κάθε περίπτωσι λαμβάνοντας σώμα από σάρκα και οστά. Ο Ιησούς ο ίδιος τότε είπε: «Πνεύμα σάρκα και οστέα δεν έχει, καθώς εμέ θεωρείτε έχοντα.» Αφού οι από σάρκα και οστά μαθηταί δεν μπορούσαν να δουν εκείνο που δεν ήταν σάρκα και οστά, δεν μπορούσαν να δουν ένα πνεύμα και δεν μπορούσαν να δουν τον αναστημένον Ιησούν, ο οποίος ήταν «εν πνεύματι».—Λουκ. 24:39.
7. Πώς πρέπει να εξηγήσωμε το ότι ο Ιησούς δεν αναφέρει αίμα όταν λέγη στους μαθητάς του τι δεν έχει ένα πνεύμα;
7 Επειδή ο Ιησούς δεν ανέφερε αίμα, δεν εσήμαινε ότι ένα πνεύμα έχει αίμα όμοιο μ’ ενός ανθρωπίνου προσώπου. Όταν ψηλαφούμε ένα άτομο, όπως οι μαθηταί τότε ψηλαφούσαν τον Ιησούν, δεν ψηλαφούμε αίμα, αλλά ψηλαφούμε τη σάρκα και τα οστά, ειδικά τα οστά στα χέρια, στα πόδια και στο στήθος. Ένα σάρκινο σώμα χωρίς οστά απλώς θα κατέρρεε.
8. Ποια εξήγησις μπορεί να δοθή ως προς το γιατί, σε διάφορες περιπτώσεις, οι μαθηταί δεν ανεγνώριζαν τον αναστημένον Ιησούν;
8 Σε μερικές περιπτώσεις οι μαθηταί δεν εγνώριζαν ή δεν ανεγνώριζαν τον αναστημένον Ιησούν. (Ματθ. 28:16, 17· Λουκ. 24:15, 16· Ιωάν. 20:14-16· 21:4-12) Η εξήγησις τούτου δίδεται στα λόγια του κατά Μάρκον ευαγγελίου 16:12: «Μετά δε ταύτα εφανερώθη εν άλλη μορφή εις δύο εξ αυτών, ενώ περιεπάτουν και επορεύοντο εις τον αγρόν.» Αλλά και χωριστά από ό,τι λέγει το κατά Μάρκον 16:12, μια προσεκτική μελέτη των εμφανίσεων της αναστάσεως του Ιησού καθιστά σαφές στον ειλικρινή ερευνητήν—ο οποίος δεν χρειάζεται να είναι μυστικός αστυνόμος όπως ο Σέρλοκ Χολμς—ότι ο αναστημένος Ιησούς ελάμβανε με υλοποίησι διάφορα σώματα που να ταιριάζουν στην περίπτωσι. Σε δύο τουλάχιστον περιπτώσεις έλαβε σώματα που έμοιαζαν μ’ εκείνο, με το οποίον είχε καρφωθή στο ξύλο. (Λουκ. 24:38-40· Ιωάν. 20:20-27) Σε άλλες περιπτώσεις η μορφή ή το σχήμα που έλαβε στην υλοποίησί του άφησε τους μαθητάς σε αμφιβολία για ένα διάστημα.
9. Όταν ο Ιησούς ανελήφθη στον ουρανό, τι είπαν οι άγγελοι στους μαθητάς που έβλεπαν, αλλά τι δεν είπαν για την επιστροφή του Χριστού;
9 Πιθανώς μερικοί αναγνώσται θα σκεφθούν τώρα την ανάληψι του Ιησού στον ουρανό, πώς ωδήγησε τους μαθητάς του στο Όρος των Ελαιών, όπου, «βλεπόντων αυτών ανελήφθη, και νεφέλη υπέλαβεν αυτόν από των οφθαλμών αυτών», άγγελοι δε είπαν σ’ αυτούς: «Ούτος ο Ιησούς, όστις ανελήφθη αφ’ υμών εις τον ουρανόν, θέλει έλθει ούτω, καθ’ όν τρόπον είδετε αυτόν πορευόμενον εις τον ουρανόν.» (Πράξ. 1:9-11) Σ’ αυτά τα λόγια χρησιμοποιείται, όχι η λέξις μορφή, αλλά τρόπος. Έτσι οι άγγελοι δεν είπαν ότι ο ίδιος Ιησούς θα επέστρεφε με την ίδια μορφή ή σχήμα, αλλά με τον ίδιο τρόπο. Ούτε είπαν οι άγγελοι ότι οι μαθηταί εκείνοι θα έβλεπαν την επιστροφή του Ιησού.
10, 11. (α) Ποια είναι η επιχειρηματολογία μερικών γύρω στο γεγονός ότι ο Ιησούς δεν μπορούσε να λάβη ένα σαρκικό σώμα στον ουρανό όπως δείχνει το 1 Κορινθίους 15:50; (β) Πώς καταδεικνύεται ότι δεν ήταν ανάγκη να πνευματοποιήση υλικά πράγματα;
10 Ο Ιησούς δεν μπορούσε να λάβη στον ουρανό ένα ανθρώπινο σώμα δια μέσου των ζωνών ακτινοβολίας Βαν Άλλεν και του εξωτερικού διαστήματος, διότι ο Παύλος, εξετάζοντας την ανάστασι, λέγει: «Σαρξ και αίμα βασιλείαν Θεού δεν δύνανται να κληρονομήσωσιν, ουδέ η φθορά κληρονομεί την αφθαρσίαν», πράγμα που συμφωνεί με την προηγούμενη δήλωσι του Παύλου: «Σπείρεται εν φθορά, ανίσταται εν αφθαρσία.» (1 Κορ. 15:42, 50) Ω! αλλά μερικοί αναγνώσται θα πουν, επνευματοποίησε το σαρκικό του σώμα για να το λάβη στον ουρανό! Αλλά, ερωτούμε, μήπως για να επιστρέψουν στο αόρατο πνευματικό βασίλειο εκείνοι οι άγγελοι που έλαβαν υλικά ανθρώπινα σώματα για να εμφανισθούν στους μαθητάς την ημέρα της αναστάσεως και την ημέρα της αναλήψεως, επνευματοποίησαν τα σώματα εκείνα με τα οποία ενεφανίσθησαν; Μήπως ο Ιησούς επνευματοποίησε το ένδυμα με το οποίο ενεφανίσθη στους μαθητάς του;
11 Ο Ιησούς ασφαλώς έπρεπε να κάμη υλικό ένδυμα με το οποίο να εμφανισθή, διότι τα ενδύματα που φορούσε προτού σταυρωθή είχαν διανεμηθή μεταξύ των στρατιωτών και ούτοι έβαλαν κλήρον για τον άρραφον χιτώνα του· και τα σάβανα με τα οποία είχε τυλιχθή το πτώμα του και το σουδάριον που ήταν πάνω στην κεφαλή του είχαν αφεθή στο μνημείο. (Ιωάν. 19:23, 24· 20:5-7) Αν ο αναστημένος Ιησούς μπορούσε να κάμη νέο υλικό ένδυμα, δεν μπορούσε, επίσης, να κάμη νέα κατάλληλα υλικά σώματα για να εμφανίζεται και έπειτα ν’ απαλλάσσεται από κάθε τι υλικό αντί να τα πνευματοποιή; Μάλιστα!
ΘΥΣΙΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΑΦΗΡΕΘΗ ΑΠΟ ΤΟ ΘΥΣΙΑΣΤΗΡΙΟ
12, 13. Τι θα εσήμαινε αν ο Ιησούς είχε λάβει το ανθρώπινο σώμα του στον ουρανό για να το απολαμβάνη εκεί, και γιατί αυτό;
12 Αν ο Ιησούς επρόκειτο να λάβη στον ουρανό το από σάρκα, αίμα και οστά σώμα του και να τα απολαμβάνη εκεί, τι θα εσήμαινε αυτό; Θα εσήμαινε ότι δεν θα υπήρχε ανάστασις εκ νεκρών για οποιονδήποτε. Γιατί; Επειδή ο Ιησούς θα αφαιρούσε τη θυσία του από το θυσιαστήριο του Θεού.
13 Ο Ιησούς είπε: «Εγώ είμαι ο άρτος ο ζων, ο καταβάς εκ του ουρανού. Εάν τις φάγη εκ τούτου του άρτου, θέλει ζήσει εις τον αιώνα. Και ο άρτος δε τον οποίον εγώ θέλω δώσει, είναι η σαρξ μου, την οποίαν εγώ θέλω δώσει υπέρ της ζωής του κόσμου. Όστις τρώγει την σάρκα μου, και πίνει το αίμά μου, έχει ζωήν αιώνιον, και εγώ θέλω αναστήσει αυτόν εν τη εσχάτη ημέρα. Διότι η σαρξ μου αληθώς είναι τροφή, και το αίμά μου αληθώς είναι πόσις.» (Ιωάν. 6:51, 54, 55) Πώς θα μπορούσαμε να τρώγομε τη σάρκα του Ιησού και να πίνωμε το αίμα του για να έχωμε αιώνια ζωή και συγχρόνως ο Ιησούς ο ίδιος να έχη την ίδια του τη σάρκα και το ίδιο του το αίμα, με τα οποία να ζη στον ουρανό; Είναι κοινή παροιμία ότι ένα άτομο δεν μπορεί να τρώγη το γλύκισμα του και να το έχη επίσης.
14. Αν ο Ιησούς έχη το ανθρώπινο σώμα μαζί τον στον ουρανό, τι θα εσήμαινε αυτό για τη γνώσι μας περί Θεού και Χριστού, αλλά πώς διαψεύδεται αυτό;
14 Υποθέστε ότι ο Ιησούς έχει το γήινο ανθρώπινο σώμα του στον ουρανό. Αφού οι κληρικοί, που επιμένουν ότι ο Ιησούς έχει το ανθρώπινο σώμα του στον ουρανό, διδάσκουν ότι αυτός είναι, επίσης, ο ίδιος ο Θεός, τότε γνωρίζομε με τι είναι όμοιος ο Θεός. Είναι όμοιος με τον Ιησούν όταν ήταν στη γη· είναι, πιθανώς, έξη ποδών ύψους, έχει μια Ιουδαϊκή μύτη, πιθανώς μια γενειάδα, έχει τα ανθρώπινα όργανα του φύλου, και φαίνεται να ζυγίζη διακόσιες λίτρες ή περίπου εκατό χιλιόγραμμα. Είναι ίσως όμοιος με την εικόνα της Έσχατης Κρίσεως του Ιταλού Μιχαήλ Αγγέλου στην Καπέλλα Σιστίνα του Βατικανού. Εν τούτοις, ο Ιησούς είπε στους Ιουδαίους: «Ο πέμψας με Πατήρ, αυτός εμαρτύρησε περί εμού. Ούτε φωνήν αυτού ηκούσατε πώποτε, ούτε όψιν αυτού είδετε.» (Ιωάν. 5:37) Ο απόστολος Ιωάννης, επίσης, είπε στους Χριστιανούς: «Αγαπητοί, τώρα είμεθα τέκνα Θεού· και έτι δεν εφανερώθη τι θέλομεν είσθαι· εξεύρομεν όμως, ότι, όταν φανερωθή, θέλομεν είσθαι όμοιοι με αυτόν διότι θέλομεν ιδεί αυτόν καθώς είναι.» (1 Ιωάν. 3:2) Τα λόγια του Ιωάννου δεν θα ήσαν αληθινά, αν ο Ιησούς έχη το ανθρώπινο σώμα μαζί του στον ουρανό, διότι τότε θα εγνωρίζαμε με τι θα είναι όμοιοι οι Χριστιανοί στον ουρανό μετά την ανάστασί των εκ νεκρών.
15. Αν ο Ιησούς έχη το ανθρώπινο σώμα του στον ουρανό, τι σημαίνει αυτό ως το αποτέλεσμα του να τρώγη και να πίνη με τους μαθητάς του στον ουρανό;
15 Και κάτι άλλο: Αν ο Ιησούς έχη το ανθρώπινο σώμα του στον ουρανό, τότε έχει ολόκληρο το πεπτικό σύστημα, περιλαμβανομένου του στόματος και του στομάχου· και οι πιστοί μσθηταί του, πηγαίνοντας στον ουρανό, θα είχαν τα ίδια πράγματα. Θυμόμαστε ότι ο Ιησούς είπε σ’ αυτούς: «Εγώ ετοιμάζω εις εσάς βασιλείαν, ως ο Πατήρ μου ητοίμασεν εις εμέ, δια να τρώγητε και να πίνητε επί της τραπέζης εν τη βασιλεία μου.» (Λουκ. 22:29, 30) Λοιπόν, αφού φάγουν και πιούν, η τροφή και το ποτό θα διήρχετο από το πεπτικό των σύστημα. Τι θα εγίνετο, επομένως; Ο Ιησούς είπε: «Παν το εισερχόμενον εις το στόμα καταβαίνει εις την κοιλίαν, και εκβάλλεται, εις αφεδρώνα.» (Ματθ. 15:17) Σκεφθήτε! Αφότου αφίχθησαν ανθρώπινα σώματα, πρέπει τώρα να υπάρχουν αφεδρώνες στον ουρανό, χώροι ανακουφίσεως ιδιαίτεροι και κοινοί, χωριστά για άνδρες και γυναίκες. Και τώρα και για πάντα ο Ιησούς, που οι κληρικοί λέγουν ότι είναι ο ίδιος ο Θεός, πρέπει να χρησιμοποιή έναν ουράνιο «χώρο ανακουφίσεως», κάτι που ποτέ δεν χρειάσθηκε να κάμη στον ουρανό προτού γίνη άνθρωπος! Τούτο πρέπει να είναι αληθινό αν οδηγούμε τα επιχειρήματα στη λογική τους κατάληξι!
16. Πώς, όμως, η Βίβλος είναι λογική σ’ αυτό το ζήτημα;
16 Πόσο λογική, όμως, είναι η Βίβλος όταν λέγη ότι «σαρξ και αίμα βασιλείαν Θεού δεν δύνανται να κληρονομήσωσιν»! (1 Κορ. 15:50) Ο Ιουδαίος Χριστιανός Παύλος, εξηγώντας την ετήσια Ημέρα Εξιλασμού ή Γιόμ Κιππούρ των Ιουδαίων, αποδεικνύει ότι ο Ιησούς Χριστός δεν έλαβε μαζί του το σάρκινο σώμα του στον ουρανό, αλλά το άφησε πίσω ως ανθρώπινη θυσία.
17. Στην ετήσια Ημέρα του Εξιλασμού των Ιουδαίων, πώς εγίνετο ο εξιλασμός;
17 Όπως εξηγείται στο Λευιτικόν, κεφάλαιο δέκατο έκτο, στην ετήσια Ημέρα του Εξιλασμού ο Ιουδαίος αρχιερεύς έφερνε το αίμα του θυσιαστικού μόσχου και του θυσιαστικού τράγου στα Άγια των Αγίων της ιερής χειροποίητου σκηνής ή ναού. Ως προς τα δέρματα, τη σάρκα και την κόπρον του μόσχου και του τράγου, αυτά έπρεπε να καούν έξω από το στρατόπεδο ή κοινότητα και έτσι να εξαφανισθούν. Και ο μόσχος και ο τράγος εξεικόνιζαν τον αναμάρτητο Ιησού Χριστό ως ανθρώπινη θυσία. Τα Άγια των Αγίων, στα οποία εφέρετο το αίμα του μόσχου και του τράγου, εξεικόνιζαν τον ουρανό τον ίδιο, όπου βρίσκεται ο Θεός ο Δημιουργός.
18. Πώς αυτό εξηγείται για μας στην προς Εβραίους επιστολή 9:11, 12, 24 -26 ως προς τη σημασία του;
18 Ιδού, τώρα, πώς το εξηγεί αυτό ο λόγος του Θεού στην προς Εβραίους επιστολή 9:11, 12, 24-26: «Ελθών δε ο Χριστός, αρχιερεύς των μελλόντων αγαθών, δια της μεγαλητέρας και τελειοτέρας σκηνής, ουχί χειροποίητου, τουτέστιν, ουχί ταύτης της κατασκευής, ουδέ δι’ αίματος τράγων και μόσχων, αλλά δια του ίδιου αυτού αίματος εισήλθεν άπαξ εις τα άγια, αποκτήσας αιωνίαν λύτρωσιν. Διότι ο Χριστός δεν εισήλθεν εις χειροποίητα άγια, αντίτυπα των αληθινών, αλλ’ εις αυτόν τον ουρανόν, δια να εμφανισθή τώρα ενώπιον του Θεού υπέρ ημών ουδέ δια να προσφέρη πολλάκις εαυτόν, καθώς ο αρχιερεύς εισέρχεται εις τα άγια κατ’ ενιαυτόν με ξένον αίμα· (διότι έπρεπε τότε πολλάκις να πάθη [ο Χριστός] από καταβολής κόσμου·) τώρα δε άπαξ εις το τέλος των αιώνων εφανερώθη, δια να αθετήση την αμαρτίαν δια της θυσίας εαυτού.»
19, 20. Τι εξεικόνιζε η διάθεσις των σωμάτων του εξιλαστικού μόσχου και τράγου όσον αφορά τον Ιησού Χριστό;
19 Πώς διετίθεντο τα σάρκινα σώματα των θυσιών της Ημέρας του Εξιλασμού; Η προς Εβραίους επιστολή 13:10-13 απαντά: «Έχομεν [ημείς οι Χριστιανοί] θυσιαστήριον, εξ ου δεν έχουσιν εξουσίαν να φάγωσιν οι λατρεύοντες την σκηνήν. Διότι των ζώων, των οποίων το αίμα εισφέρεται εις τα άγια δια του αρχιερέως περί αμαρτίας, τούτων τα σώματα κατακαίονται έξω του στρατοπέδου. Όθεν και ο Ιησούς, δια να αγιάση τον λαόν δια του ίδιου αυτού αίματος, έξω της πόλης έπαθεν. Ας εξερχώμεθα λοιπόν προς αυτόν έξω του στρατοπέδου, τον ονειδισμόν αυτού φέροντες.»
20 Σύμφωνα με την εικόνα της Ημέρας του Εξιλασμού, όπως εξεπληρώθη από τον Ιησού Χριστό, το σάρκινο ανθρώπινο σώμα του δεν ελήφθη στα αληθινά Άγια των Αγίων, στον ουρανό της παρουσίας του Θεού. Όπως τα σώματα του εξιλαστικού μόσχου και τράγου, έτσι και το επίγειο σώμα του Ιησού διετέθη σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, για να μπορέσουν οι πιστοί του ανθρωπίνου γένους να τραφούν με αυτό δια πίστεως.
21. Τι εξεικονίζετο από το ότι ο Ιουδαίος αρχιερεύς ελάμβανε το εξιλαστικό αίμα στα Άγια των Αγίων;
21 Ακόμη και το κατά γράμμα αίμα του Ιησού δεν ελήφθη στον ίδιο τον ουρανό, αλλά ότι εσυμβόλιζε το χυθέν αίμα του ελήφθη απ’ αυτόν στον ουρανό. Ο λόγος του Θεού λέγει: «Η ζωή [Εβραϊκά, νέφες] της σαρκός είναι εν τω αίματι· και εγώ έδωκα αυτό εις εσάς, δια να κάμνητε εξιλέωσιν υπέρ των ψυχών σας [νέφες στον πληθυντικό] επί του θυσιαστηρίου· διότι το αίμα τούτο κάμνει εξιλασμόν υπέρ της ψυχής [νέφες].» (Λευιτ. 17:11) Σύμφωνα με αυτά τα λόγια, το χυθέν αίμα του Ιησού εξεικονιζε την εκχυθείσα ανθρώπινη ζωή του. Αυτό παριστά την αξία της θυσιασμένης ζωής του. Επομένως, όταν ο Ιουδαίος αρχιερεύς με το εξιλαστικό αίμα περνούσε πέρα από το εσωτερικό παραπέτασμα και έμπαινε στα Αγία των Αγίων της σκηνής της λατρείας, εξεικόνιζε την εκ νεκρών ανάστασι του Ιησού και την είσοδό του με την αξία της ανθρωπίνης θυσίας του στον ουρανό τον ίδιο, για να παρουσιάση εκεί αυτή την αξία στον Θεό τον Πατέρα του. Η ζωή του συμβολιζόμενη από το αίμα του προσεφέρθη για τις ζωές μας βασισμένες στο αίμα μας.
ΣΩΜΑΤΑ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ
22, 23. (α) Αν ο Ιησούς ανεστήθη ως άνθρωπος, ποιο έργο δεν θα μπορούσε να έχη κάμει; (β) Σχετικά με τα σώματα της αναστάσεως, ποια εξεικόνισι εχρησιμοποίησε ο Ιησούς και τι δεν είπε ο Παύλος;
22 Για να μπορέση ο Ιησούς Χριστός να εκπληρώση αυτό το εξιλαστικό έργο στους ουρανούς όπου ζουν πνεύματα, ανεστήθη ή φέρθηκε στη ζωή εν «πνεύματι», όπως λέγει η 1 Πέτρου 3:18. Αν είχε αναστηθή ως τέλειος άνθρωπος πάλι, δεν θα μπορούσε να έχη κάμει αυτό το αρχιερατικό έργο στον ουρανό. Τι σώμα είχε στην ανάστασί του και τι σώματα έχουν οι πιστοί του ακόλουθοι στην ανάστασι των; Ο απόστολος Παύλος το εξεικονίζει με την ανάπτυξι ενός φυτού από ένα σπόρο. Ακόμη και ο ίδιος ο Ιησούς ανεφέρθη σ’ ένα φυτό και είπε: «Ήλθεν η ώρα δια να δοξασθή ο Υιός του ανθρώπου. Αληθώς, αληθώς σας λέγω, Εάν ο κόκκος του σίτου δεν πέση εις την γην και αποθάνη, αυτός μόνος μένει· εάν όμως αποθάνη, πολύν καρπόν φέρει.» (Ιωάν. 12:23, 24) Με ποιο σώμα έρχεται αυτός ο πεσμένος, νεκρός σπόρος;
23 Πριν απτό δεκαεννέα αιώνες οι Χριστιανοί στην Κόρινθο έθεσαν στον Παύλο την ίδια ερώτησι. Με ποιό σώμα επιστρέφουν οι νεκροί στην ανάστασι; Ο Παύλος δεν απήντησε: «Πιστεύω στο Αποστολικόν Σύμβολον Πίστεως· και αυτό λέγει ότι θα υπάρξη ‘ανάστασις του σώματος’, του ίδιου εντελώς σώματος με το οποίον οι άνθρωποι πέθαναν. Ακόμη και οι Χριστιανοί που μπαίνουν στην ουράνια βασιλεία λαμβάνουν πάλι τα ανθρώπινα σώματα των.»
24, 25. Σχετικά με την ανάστασι των σωμάτων του Χριστού και των μαθητών του, τι έγραψε ο Παύλος στην 1 Κορινθίους 15:35-41;
24 Ο απόστολος Παύλος έγραψε διαφορετικά από το λεγόμενον Αποστολικόν Σύμβολον Πίστεως. Για τούτο ας διαβάσωμε τι έγραψε εξετάζοντας την ανάστασι του Ιησού Χριστού και των ακολούθων του. Ιδού:
25 «Αλλά θέλει τις ειπεί. Πώς ανασταίνονται οι νεκροί; και με ποίον σώμα έρχονται; Άφρον εκείνο το οποίον συ σπείρεις, δεν ζωογονείται, εάν δεν αποθάνη. Και εκείνο το οποίον σπείρεις, δεν σπείρεις το σώμα το οποίον μέλλει να γείνη, αλλά γυμνόν κόκκον, σίτου τυχόν, ή τινός των λοιπών. Ο δε Θεός δίδει εις αυτό σώμα καθώς ηθέλησε, και εις έκαστον των σπερμάτων το ιδιαίτερον αυτού σώμα. Πάσα σαρξ δεν είναι η αυτή σαρξ· αλλά άλλη μεν σαρξ των ανθρώπων, άλλη δε σαρξ των κτηνών, άλλη δε των ιχθύων, και άλλη των πτηνών. Είναι και σώματα επουράνια, και σώματα επίγεια· πλην άλλη μεν η δόξα των επουρανίων, άλλη δε η των επιγείων. Άλλη δόξα είναι του ηλίου, και άλλη δόξα της σελήνης, και άλλη δόξα των αστέρων διότι αστήρ διαφέρει αστέρος κατά την δόξαν.»—1 Κορ. 15:35-41.
26. Τι δείχνει εκεί ο Παύλος όσον αφορά τα σώματα που εξετάζει;
26 Σημειώστε, παρακαλούμε! Ο Παύλος δεν λέγει ότι υπάρχει ένα σώμα συνδυασμού, ένα σώμα κατά μέρος ουράνιο και κατά μέρος επίγειο, ένα πνευματοποιημένο ανθρώπινο σώμα, ένα σώμα κατά μέρος ψάρι και κατά μέρος πουλί, ή κατά μέρος άνθρωπος και κατά μέρος πίθηκος, ή ένας θεάνθρωπος. Ο Παύλος λέγει ότι κάθε σώμα είναι χωριστού είδους, ουράνιο σώμα του είδους του, επίγειο σώμα του είδους του. Ποιό, λοιπόν, σώμα δίνει ο Θεός στους Χριστιανούς που έχουν αποκυηθή από το πνεύμα του σε μια ουράνια ελπίδα; Ιδού τι απαντά ο Παύλος:
27. Στην 1 Κορινθίους 15:42-49 τι γράφει ο Παύλος για τα σώματα της αναστάσεως που δίδονται στους από το πνεύμα αποκυημένους Χριστιανούς;
27 «Ούτω και η ανάστασις των νεκρών· σπείρεται εν φθορά, ανίσταται εν αφθαρσία· σπείρεται εν ατιμία, ανίσταται εν δόξη· σπείρεται εν ασθενεία, ανίσταται εν δυνάμει· σπείρεται σώμα ζωικόν, ανίσταται σώμα πνευματικόν. Είναι σώμα ζωικόν, και είναι σώμα πνευματικόν. Ούτως είναι και γεγραμμένον, Ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ “έγεινεν εις ψυχήν ζώσαν·” ο έσχατος Αδάμ εις πνεύμα ζωοποιούν. Πλην ουχί πρώτον το πνευματικόν, αλλά το ζωικόν, έπειτα το πνευματικόν. Ο πρώτος άνθρωπος είναι εκ της γης, χοϊκός· ο δεύτερος άνθρωπος, ο Κύριος εξ ουρανού. Οποίος ο χοϊκός, τοιούτοι και οι χοϊκοί· και οποίος ο επουράνιος, τοιούτοι και οι επουράνιοι. Και καθώς εφορέσαμεν την εικόνα του χοϊκού, θέλομεν φορέσει και την εικόνα του επουρανίου.»—1 Κορ. 15:42-49.
28. Πώς τα προηγούμενα λόγια υποστηρίζουν την αλήθεια ότι ο Ιησούς Χριστός ανέστη εν «πνεύματι»;
28 Οι λόγοι του Παύλου για τη λήψι διαφορετικού σώματος στην ανάστασι εφαρμόζονται στον ίδιο τον Ιησού και όχι μόνο στους πιστούς ακολούθους του που είναι αποκυημένοι από το πνεύμα του Θεού. Όπως ακριβώς ο Πέτρος είπε ότι ο Ιησούς ‘εθανατώθη σαρκί’ και ανέστη η εζωοποιήθη «πνεύματι», έτσι και ο Παύλος εδώ λέγει ότι στην ανάστασι ο Ιησούς, ο οποίος είναι ο «έσχατος Αδάμ», ηγέρθη ή έγεινεν «εις πνεύμα ζωοποιούν».—1 Κορ. 15:45.
29. Γιατί είναι αναγκαία μια αλλαγή σώματος για την ουράνια τάξι, και ποια βεβαίωσι δίνει ο Παύλος γι’ αυτή την αλλαγή;
29 Αν ο Ιησούς είχε αναστηθή άνθρωπος, θα έφερε πάλι την εικόνα του ‘πρώτου ανθρώπου Αδάμ’. Επομένως και οι ακόλουθοί του, με το να γίνωνται όμοιοι με τον Ιησούν στην ανάστασί των, θα έφεραν πάλι την «εικόνα του χοϊκού» και όχι την εικόνα κάποιου επουρανίου. Αλλά γι’ αυτούς τους Χριστιανούς μια αλλαγή σώματος είναι απολύτως αναγκαία, αφού ο Παύλος λέγει αμέσως έπειτα: «Τούτο δε λέγω, αδελφοί, ότι σαρξ και αίμα βασιλείαν Θεού δεν δύνανται να κληρονομήσωσιν, ουδέ η φθορά κληρονομεί την αφθαρσίαν. . . . θέλομεν μεταμορφωθή. Διότι πρέπει το φθαρτόν τούτο να ενδυθή αφθαρσίαν, και το θνητόν τούτο να ενδυθή αθανασίαν. Όταν δε το φθαρτόν τούτο ενδυθή αφθαρσίαν, και το θνητόν τούτο ενδυθή αθανασίαν, τότε θέλει γείνει ο λόγος ο γεγραμμένος “Κατεπόθη ο θάνατος εν νίκη”.—1 Κορ. 15:50-54.
ΕΠΙΖΗ ΚΑΤΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ;
30. Σχετικά με την ανάστασι σωμάτων άνθρωπων χωρίς ουράνια ελπίδα, ποιος κανών πρέπει να εφαρμοσθή, όπως εξετέθη από τον Παύλο στην 1 Κορινθίους 15:37, 38;
30 Όλα τ’ ανωτέρω αφορούν τους από το πνεύμα αποκυημένους Χριστιανούς με ουράνια ελπίδα. Τι θα πούμε, όμως, για τα δισεκατομμύρια ανθρώπων, περιλαμβανομένων πιστών ανδρών και γυναικών του Θεού, που απέθαναν χωρίς ουράνια ελπίδα πριν από την πρώτη έλευσι του Χριστού; Και τι θα πούμε για τους ανθρώπους σήμερα; Εκατοντάδες χιλιάδων ευσεβών ανδρών και γυναικών ζουν χωρίς ουράνια ελπίδα. Τι θα πούμε για την ανάστασι ατόμων του είδους αυτού που πεθαίνουν προτού ο Θεός καταστρέψη αυτό το παλαιό σύστημα πραγμάτων και εισαγάγη το νέο του κόσμο ή σύστημα πραγμάτων υπό την βασιλεία του Ιησού Χριστού; Σχετικά με αυτούς τους απογόνους του πρώτου ανθρώπου Αδάμ, οι λόγοι του Παύλου που παρετέθησαν πιο πάνω λέγουν: «Ο πρώτος άνθρωπος είναι εκ της γης, χοϊκός . . . Οποίος ο χοϊκός, τοιούτοι και οι χοϊκοί.» Σ’ αυτούς πρέπει να εφαρμοσθή ο κανών για τα είδη σπέρματος, όπως εξετέθη από τον Παύλο: «Ο δε Θεός δίδει εις αυτό σώμα καθώς ηθέλησε, και εις έκαστον των σπερμάτων το ιδιαίτερον αυτού σώμα.»—1 Κορ. 15:37, 38.
31. Συνεπώς, τι σώματα θα τους δώση ο Θεός στην ανάστασι;
31 Αυτό θα συμβή με άτομα, που παραμένουν μέρος του επιγείου σπέρματος του ανθρωπίνου γένους και που δεν έχουν αποκυηθή από το πνεύμα του Θεού για να γίνουν ουράνιο σπέρμα. Στην ανάστασι θα εγερθούν με σώματα που ανήκουν στο επίγειο σπέρμα. Ο Θεός θα τους δώση σώματα όπως ευαρεστείται, ανθρώπινα σώματα, αλλά όχι εντελώς τα ίδια ανθρώπινα σώματα με τα οποία πέθαναν. ‘Ω!’ μερικοί αναγνώσται μπορεί να πουν, ‘πώς, λοιπόν, θα είναι το ίδιο πρόσωπο;’ Ο παντοδύναμος Θεός θα φροντίση ώστε να είναι το ίδιο πρόσωπο, ακόμη και χωρίς το ίδιο σώμα.
32. Ποια ερώτησις εγείρεται ως προς την ανάγκη να επιζήση κάτι για να διαφυλάξη την ταυτότητα;
32 Σε τούτο οι αναγνώσται αυτοί θα ερωτήσουν: ‘Δεν χρειάζεται να επιζήση κάτι από τον θάνατο για να είναι το πρόσωπο το ίδιο στην ανάστασι και όχι κάποιο μόλις τότε δημιουργημένο πρόσωπο ίδιο με το πρόσωπο που πέθανε; Έχετε αποδείξει από τη Γραφή ότι η ανθρώπινη ψυχή πεθαίνει όταν ένα ανθρώπινο πλάσμα πεθαίνη και ότι το πτώμα ή τρώγεται από τα ψάρια της θαλάσσης ή από τα σκουλήκια της γης και έτσι παύει να υπάρχη. Αφού αυτά είναι έτσι, τίποτε δεν επιζή, ούτε ψυχή, ούτε σώμα.’
33. (α) Όπως αναφέρεται στον Εκκλησιαστή 12:7, τι είναι εκείνο που επιστρέψει στον Θεόν; (β) Πώς ο Ψαλμός 104:29, 30 δείχνει ότι ο Θεός μπορεί να αναδημιουργήση ανθρώπινες ψυχές;
33 Αυτό είναι Γραφικώς ορθόν. Και ο Εκκλησιαστής 12:7 λέγει: «Και επιστρέψη το χώμα εις την γην, καθώς ήτο, και το πνεύμα επιστρέψη εις τον Θεόν, όστις έδωκεν αυτό.» Το πνεύμα του ασεβούς καθώς και το πνεύμα του δικαίου επιστρέφει στον Θεόν που το έδωσε. Πώς συμβαίνει αυτό; Επειδή το πνεύμα [ρούαχ] που αναφέρεται εδώ δεν είναι η ψυχή [νέφες], η οποία απέθανε. Το πνεύμα είναι η δύναμις της ζωής που ο Θεός έδωσε ή έκαμε να μεταβιβασθή σε κάθε άτομο που εγεννήθη. Ο Θεός αποσύρει αυτό το πνεύμα ή αυτή τη δύναμι της ζωής από όλο το ανθρώπινο γένος, που είναι κάτω από την κληρονομία του θανάτου από τον Αδάμ, και, όταν ο Θεός αποσύρη αυτό το πνεύμα ή δύναμι ζωής, η ανθρώπινη ψυχή πεθαίνει. (Ρωμ. 5:12) Ο Θεός μόνος μπορεί ν’ αποκαταστήση αυτό το πνεύμα ή δύναμι ζωής και έτσι να κάμη τις ψυχές να ζήσουν πάλι. Ο Ψαλμός 104:29, 30 λέγει: «Αποστρέφεις το πρόσωπον σου, ταράττονται· σηκόνεις την πνοήν αυτών, αποθνήσκουσι, και εις το χώμα αυτών επιστρέφουσιν· εξαποστέλλεις το πνεύμα σου [όχι, την ψυχήν σου ή την ψυχήν των], κτίζονται.» Τα θεόπνευστα αυτά λόγια μάς βεβαιώνουν ότι ο Παντοδύναμος Θεός μπορεί να αναδημιουργήση, ναι, να αναδημιουργήση ανθρώπινες ψυχές.
34, 35. (α) Ποια είναι μια ερώτησις που εγείρεται όσον αφορά τη δύναμι του Θεού να αναδημιουργή; (β) Ποιος αποφασίζει αν κάτι από τη νεκρή ψυχή θα εξακολουθήση να ζη, και ποια εδάφια το δείχνουν αυτό;
34 Εδώ μερικοί αναγνώσται θα πουν, ‘Πώς μπορεί ο Θεός να αναδημιουργήση ψυχές ή να πλάση τις ίδιες ψυχές πάλι, αν τίποτε το φυσικό ή πνευματικό δεν επιζή αφού η ψυχή πεθάνη και το σώμα μεταβή στο χώμα και διαλυθή;’
35 Α, αλλά υπάρχει κάτι από τη νεκρή ψυχή που εξακολουθεί να ζη, αν ο Θεός εκλέγη να γίνη έτσι, και αυτό το κάτι θέτει τη βάσι για μια αναδημιουργία. Ποιο είναι αυτό; Το υπόμνημα της ζωής της νεκρής ψυχής. Ο Θεός μπορεί να εξαλείψη το υπόμνημα μιας πονηρής ψυχής ή μπορεί να διαφυλάξη το υπόμνημα μιας δίκαιης ψυχής για τη δική Του αναφορά σ’ αυτήν και χρήσι. Η Έξοδος 34:33 λέγει: «Και είπε Κύριος προς τον Μωυσήν, Όστις ημάρτησεν εναντίον εμού, τούτον θέλω εξαλείψει εκ της βίβλου μου.» Το Δευτερονόμιο 29:20 λέγει: «Ο Κύριος θέλει εξαλείψει το όνομα αυτού υποκάτωθεν του ουρανού.» Ο Ψαλμός 69:28 προσεύχεται: «Ας εξαλειφθώσιν εκ βίβλου ζώντων, και μετά των δικαίων ας μη καταγραφθώσιν.» Οι Παροιμίες 10:7 λέγουν: «Η μνήμη του δικαίου είναι μετ’ ευλογίας· το δε όνομα των ασεβών σήπεται.» Επομένως, ο Θεός δεν κρατεί τους ασεβείς στη μνήμη του. Επειδή τους εξαλείφει από το βιβλίο των ζώντων, δεν θα τους δώση ανάστασι εκ νεκρών.—Ματθ. 10:28· Ψαλμ. 145:20.
36. Πώς καταδεικνύεται ότι είναι πάρα πολύ λογική η ικανότης του Θεού να διαφυλάττη υπομνήματα νεκρών ψυχών;
36 Επειδή μιλούμε για διαφύλαξι υπομνημάτων, οι άνθρωποι σήμερα κάνουν κινηματογραφικές εικόνες ενός ατόμου σε μια ταινία μαζί με μια εγγραφή της φωνής του στην ακραία λωρίδα της ταινίας. Αυτή μπορεί ν’ αναπαραχθή στην τηλεόρασι. Πράγματι, οι άνθρωποι σήμερα μπορούν να διαφυλάξουν σε μια πλάκα φωνογράφου την ομιλία και το τραγούδι ενός ατόμου. Ακόμη και σε μια μαγνητική ταινία οι άνθρωποι μπορούν αοράτως να διαφυλάξουν εικόνες τηλεοράσεως και τη φωνή ενός ηθοποιού. Αν οι ατελείς θνήσκοντες άνθρωποι μπορούν να το κάμουν αυτό, επειδή ο άνθρωπος επλάσθη κατ’ εικόνα Θεού, τι μπορεί να κάμη ο Παντοδύναμος Θεός ο ίδιος στη διατήρησι υπομνημάτων, ακόμη και στη μνήμη του, όσον αφορά άτομα, για τα οποία επιφυλάσσει ανάστασι εκ νεκρών μέσω του Ιησού Χριστού; Επομένως το υπόμνημά μας ενώπιον του Θεού είναι εκείνο που υπολογίζεται.
37. (α) Τι αντιπροσωπεύει το υπόμνημα του καθενός ενώπιον του Θεού; (β) Πώς αποδεικνύεται ότι η ψυχή δεν αποτελεί την έδρα της νοημοσύνης, της σκέψεως και της προσωπικότητος, σύμφωνα με την ειδωλολατρική Ελληνική αντίληψι;
37 Ο καθένας από μας κάνει το δικό του υπόμνημα ενώπιον του Θεού. Αυτό το υπόμνημα αντιπροσωπεύει εσάς! Μιλεί για την προσωπικότητά σας. Η προσωπικότης σας δεν εξαρτάται εντελώς από το φυσικό σας σώμα. Λόγω της συνεχούς κατατριβής και επιδιορθώσεως των ιστών και των οργάνων του σώματός μας, λαμβάνομε ένα εντελώς νέο σώμα κάθε επτά χρόνια περίπου. Αλλ’ η προσωπικότης μας παραμένει σαν μια πιστοποίησις του ότι είμεθα το ίδιο πρόσωπο. Ακόμη και η προσωπικότης μας μπορεί ν’ αλλάξη, όχι επειδή τα σώματά μας ανανεώνονται, αλλά επειδή το άγιο πνεύμα του Θεού ή η μεταμορφωτική δύναμις ενεργεί επάνω μας. Ο καθένας αναπτύσσει τον τύπον της δικής του προσωπικότητος, και αυτός εναποθηκεύεται στον εγκέφαλο του καθενός, καθώς και στο αίμα σε κάποιο βαθμό. Η έδρα της νοημοσύνης, της σκέψεως, της μνήμης, ή της συνειδητότητος και της προσωπικότητος δεν είναι κάποια ειδωλολατρική Ελληνική ιδέα για μια ψυχή. Οι ειδωλολάτραι υποστηρίζουν ότι μια ψυχή κατοικεί στον καθένα μας και είναι η έδρα της νοημοσύνης και της προσωπικότητος· αλλά εμείς γνωρίζομε ότι, αν ο φυσικός εγκέφαλος έχη υποστή βλάβη σε κάποιον, αυτός χάνει τη νοημοσύνη του ή την εχεφροσύνη του και καμμιά λεγόμενη ψυχή μέσα του δεν τον κρατεί νοήμονα, εχέφρονα ή κάτοχον μνήμης και ικανότητος του σκέπτεσθαι. Αυτό αναιρεί την ειδωλολατρική θεωρία για μια αθάνατη ψυχή ως την έδρα της ζωής και της σκέψεως.
38. Πώς ο Θεός θα αναδημιουργήση νεκρές ψυχές, και τι δείχνει το Εκκλησιαστής 11:3 όσον αφορά αυτό;
38 Ο Θεός τα γνωρίζει όλα αυτά. Στον καιρό του για την ανάστασι των γήινων νεκρών ψυχών κάτω από τη βασιλεία του Υιού του Ιησού Χριστού, ο Θεός μπορεί να συμβουλευθή το υπόμνημά του για τον καθένα ή τη μνήμη του για τον καθένα. Μπορεί να δώση σε κάθε πρόσωπο που ανασταίνεται σε ζωή επάνω στη γη ένα «σώμα καθώς ηθέλησε», με τον ξεχωριστό του τύπο αίματος. Αυτό το σώμα θα έχη έναν ανθρώπινο εγκέφαλο, όχι φτιαγμένο, βέβαια, από τα ίδια εντελώς άτομα ή μόρια που το άτομο είχε στον εγκέφαλο με τον οποίο πέθανε. Και όμως θα είναι ο ίδιος εγκέφαλος. Πώς; Κατά το ότι ο Θεός θ’ αναπαραγάγη ακριβώς τον εγκέφαλο που το άτομο είχε κατά τον θάνατο. Θα επαναλάβη τις περιελίξεις του και θα εμφυτεύση σ’ αυτές το υπόμνημα που το άτομο έχομε για τον εαυτό του στην προηγούμενη ζωή. Ο Θεός θα εμφυτεύση τις ακριβείς εντυπώσεις και ενθυμήσεις όλων όσα συνέβησαν στη διάρκεια της προηγουμένης συνειδητότητος του ατόμου, τη δύναμί του ν’ αναγνωρίζη ανθρώπους και σκηνές και τοποθεσίες, και όλα τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητός του, και κάθε τι που επιδεικνύει τη διανοητική του ανάπτυξι ή καθυστέρησι. Αυτό θα γίνη επειδή, όταν το άτομο πέθανε ως ψυχή, δεν έλαβε πείραν αλλαγών διανοητικών ή της προσωπικότητος κατόπιν στον θάνατο. Σε όποια κατάστασι επιτεύξεων έπεσαν στον θάνατο η προσωπικότης του και η διανοητικότης του, εκεί παρέμειναν.—Εκκλησ. 11:3.
39. Έτσι, γιατί το αναστημένο πρόσωπο θα ήταν, όχι κάποιο νεωστί δημιουργημένο πρόσωπο σαν αυτόν, αλλά το πρόσωπο που πέθανε;
39 Έτσι στην ανάστασι το πρόσωπο αυτό με αυτή την προσωπικότητα και εγκεφαλική ικανότητα θα είναι το άτομο που πέθανε, όχι κάποιο άλλο άτομο όμοιο μ’ αυτό. Κανείς άλλος δεν έκαμε το υπόμνημα που αναπαράγεται σ’ αυτό το αναστημένο πρόσωπο· και κανένα άτομο που είναι απλώς όμοιο μ’ αυτόν δεν θα μπορούσε να ισχυρισθή ότι έχει ένα τέτοιο υπόμνημα μέσα του, επειδή δεν επεξεργάσθη αυτό το ιδιαίτερο υπόμνημα. Επομένως, αν επρόκειτο να πεθάνετε και να έχετε μια ανάστασι, και ο Θεός επρομήθευε ένα σώμα μ’ έναν εγκέφαλο σαν τον δικό σας και με το υπόμνημά σας κατά τον θάνατο, το αναστημένο εκείνο πρόσωπο θα είσαστε σεις, κανείς άλλος παρά εσείς. Οι γνώριμοί σας θα εγνώριζαν ότι είσθε σεις.
40. (α) Η ανάστασις νεκρών ψυχών επάνω στη γη ποια ευκαιρία θα διανοίξη σ’ αυτές; (β) Ποια ειδική ευκαιρία έχουν ενώπιον των οι διαγγελείς της βασιλείας του Θεού σήμερα, και γιατί;
40 Πόσο θαυμαστό το ότι στην ανάστασι των νεκρών ψυχών από τον Θεό θα γνωρίσωμε ο ένας τον άλλον και θα θυμηθούμε, επίσης, το έλεος του Θεού που επεδείχθη στο παρελθόν για μας! Η ανάστασις των νεκρών ψυχών σε ζωή επάνω στη γη θα διανοίξη μια ευκαιρία γι’ αυτές ν’ αποκτήσουν ζωή αιώνια σε μια παραδείσια γη κάτω από την τελεία κυβέρνησι της βασιλείας του Θεού. (Λουκ. 23:42, 43) Εκτός απ’ αυτό, σήμερα ζη επάνω στη γη ένα μεγάλο πλήθος θεοσεβών ανθρώπων που διακηρύττουν τη βασιλεία του Θεού παγκοσμίως και που δεν θα χρειασθούν ανάστασι από τον κοινό τάφο του νεκρού ανθρωπίνου γένους. Οι άνθρωποι αυτοί θα επιζήσουν από τον «πόλεμον της ημέρας εκείνης της μεγάλης του Θεού του Παντοκράτορος», με τον οποίον σύντομα θα τερματισθή το πονηρό αυτό σύστημα πραγμάτων. (Αποκάλ. 16:14, 16) Έτσι, χωρίς να πεθάνουν, θα εισέλθουν στον νέο κόσμο υπό την βασιλεία του Θεού και θα κερδίσουν το βραβείο αιωνίου ζωής για τον εαυτό τους. θα είναι, επίσης, έτοιμοι να υποδεχθούν τους επιστρέφοντας επιγείους νεκρούς στην ανάστασι. Αλλ’ αυτό θ’ αποτελέση θέμα για εξέτασι κάποια άλλη φορά.
[Εικόνα στη σελίδα 237]
«Εσχάτη Κρίσις»—Καπέλλα Σιστίνα
-
-
Η Πρόκλησις των «Αγαθών Νέων»Η Σκοπιά—1963 | 1 Μαΐου
-
-
Η Πρόκλησις των «Αγαθών Νέων»
1. Ποια είναι τα καλύτερα νέα που μπορούμε ακούσωμε σήμερα, και γιατί;
ΚΑΘΕΝΑΣ αγαπά ν’ ακούη αγαθά νέα. Πόσο ευτυχής είναι ο σύζυγος, όταν ακούη ότι η σύζυγός του εγέννησε επιτυχώς τον πρωτότοκο τους γυιό! Πόσο ευτυχισμένοι είμεθα ν’ ακούμε για μια επικείμενη επίσκεψι στο σπίτι μας καλών φίλων ή πολύ προσφιλών μελών της οικογενείας, του πατέρα ή της μητέρας ίσως! Πόσο ευτυχής είναι ο γεωργός, όταν ακούη αγαθά νέα από τους αγρούς, ότι ο σπόρος που έσπειρε αρχίζει να φυτρώνη! Πόσο ευτυχής είναι ο άνθρωπος, ο οποίος, αφού ερεύνησε επί πολλούς μήνες για εργασία, τελικά αποκτά μια δουλειά! Θα έχη και πάλι χρήματα για να προμηθεύεται τα χρειώδη της ζωής για τον εαυτό του, για τη σύζυγο του και για τα τέκνα του. Ναι, υπάρχουν πολλά γεγονότα, που μπορούν να σημαίνουν αγαθά νέα για μας, αλλ’ από όλα τα νέα που είναι αγαθά, δεν θα μπορούσαν να υπάρξουν καλύτερα από το «ευαγγέλιον της βασιλείας [του Θεού]», αφού αυτό παρουσιάζει την ελπίδα αιωνίων ευλογιών ζωής και ειρήνης για το ευπειθές ανθρώπινο γένος σ’ ένα νέο κόσμο.—Ματθ. 24:14.
2. Τι έρχεται συχνά με το άκουσμα αγαθών νέων; Διευκρινίστε.
2 Αλλά σημειώστε ότι μαζί με τα αγαθά νέα συχνά έρχεται ευθύνη. Αυτά παρουσιάζουν μια πρόκλησι. Καλούν τον λήπτη των αγαθών νέων να ενεργήση, να κάμη κάτι για να δείξη την εκτίμησί του για τα αγαθά νέα ώστε να μπορέση να ωφεληθή πλήρως απ’ αυτά. Η άφιξις ενός πρωτοτόκου αποτελεί αγαθά νέα για τον σύζυγο και τη σύζυγο, αλλά με το θαύμα αυτό της γεννήσεως γίνονται πατέρας και μητέρα. Αυτό απαιτεί απ’ αυτούς να προσαρμόσουν τη ζωή τους στη νέα κατάστασι και να επωμισθούν την ευθύνη γονέων. Η άφιξις επισκεπτών σημαίνει έργο για τον οικοδεσπότη, αν και είναι ευτυχισμένο έργο, που παρέχει την αναγκαία φιλοξενία. Το φύτρωμα μιας νέας συγκομιδής στους αγρούς του γεωργού είναι μια πρόκλησις γι’ αυτόν. Απαιτεί τον χρόνο του και την προσοχή του—αποδίωξι των πουλιών που θα μπορούσαν να προσβάλουν τη νέα βλάστησι, απόσπασι των αγριοβοτάνων και πότισμα των νέων φυτών. Σημαίνει γι’ αυτόν σκληρή εργασία καθώς φροντίζει για τη νέα συγκομιδή ώσπου ν’ αυξήση σε ωριμότητα και να συγκομισθή επιτυχώς. Τα αγαθά νέα της εξευρέσεως εργασίας για τον άνεργον συνεπάγονται ευθύνη. Τώρα έχει ένα συμβόλαιο εργασίας, στο οποίο πρέπει να είναι πιστός για να διατηρήση τη θέσι του. Η πρόκλησις σ’ αυτόν είναι, θ’ αποδείξη ότι είναι καλός εργάτης;
3. (α) Τι μας λέγουν τα «αγαθά νέα» για το μέλλον αυτής της γης; (β) Ποιες ερωτήσεις υποβάλλουν τώρα ειλικρινή άτομα;
3 Το ίδιο συμβαίνει και με το «ευαγγέλιον της βασιλείας». Το άκουσμα αυτών των αγαθών νέων είναι μια πρόκλησις—καλεί εκείνους που τα ακούουν να κάμουν κάτι που θα καταδείξη ότι τα εκτιμούν. Και τι αγαθά νέα είναι! Η βασιλεία του Θεού υπό τον Χριστόν Ιησούν θα καταστρέψη αυτό το πονηρό σύστημα πραγμάτων θα τερματίση το μίσος και τον πόλεμο, την ασθένεια, τα παθήματα και τον θάνατο· θ’ αποκαταστήση αυτή τη γη σε παράδεισο κατοικούμενο από τελείους, υγιείς άνδρες και γυναίκες και θα το επιτελέση αυτό στο εγγύτατο μέλλον, μέσα σ’ αυτή τη γενεά. (Βλέπε Δανιήλ 2:44· Ψαλμ. 37:10, 11· 46:9· Ησαΐας 9:6, 7· Αποκάλυψις 21:3, 4· Ματθαίος 24:3-14, 32-34.) Χωρίς αμφιβολία είσθε ήδη κάπως οικείος με αυτά τα αγαθά νέα. Το γεγονός ότι διαβάζετε αυτές τις σελίδες δείχνει το ενδιαφέρον σας για τα ‘αγαθά νέα’ και για τον σκοπό του Θεού μέσω της βασιλείας του. Χωρίς αμφιβολία η επιθυμία σας είναι να ζήσετε κάτω από αυτή την πιο καλή από τις βασιλείες και ν’ απολαμβάνετε αιωνίως τις ευλογίες της. Αν αυτή είναι η ειλικρινής επιθυμία σας, τότε είναι φυσικό να ερωτήσετε, «Τι θα απαιτήση αυτό από μένα; Αν δεχθώ τα αγαθά νέα της βασιλείας του Θεού, πώς αυτό θα επηρεάση τη ζωή μου τώρα;»
4. Τι είδους διαγωγή απαιτείται τώρα από εκείνους που επιθυμούν ν’ αποκτήσουν ζωή υπό την βασιλεία του Θεού, και γιατί αυτό σημαίνει μια αλλαγή;
4 Μπορούμε όλοι να συμφωνήσωμε ότι τα λόγια του αποστόλου Παύλου στην προς Εφεσίους επιστολή 5:16 είναι αληθινά για τον καιρό μας: «Οι ημέραι είναι πονηραί.» Ναι, βεβαιότατα ζούμε σ’ έναν πονηρό κόσμο, έναν κόσμο αδικίας, όπου οι σκέψεις και οι πράξεις του ανθρώπου είναι κακές. Η διαγωγή ανθρώπων και εθνών δεν φέρνει δόξα στον Θεό και δεν είναι άξια της βασιλείας του. Έχομε αναπτυχθή σ’ αυτόν τον κόσμο, ανάμεσα στις παραδόσεις του και στα έθιμά του, πολλά από τα οποία είναι αντίθετα στις δίκαιες αρχές του Θεού, και σε συντροφιά με ανθρώπους, των οποίων η διαγωγή πολύ υστερεί από τους κανόνες που βρίσκομε στη Βίβλο, τον λόγον του Θεού. Όλα αυτά είχαν τα αποτελέσματά των επάνω μας και στον τρόπο της ζωής μας. Επίσης, έχοντας αναπτυχθή σ’ ένα διηρημένο κόσμο, αποκτήσαμε διάφορες αφοσιώσεις—αφοσιώσεις σε οικογένεια, γένος, φυλή και έθνος—που συχνά καταλήγουν σε διαίρεσι, μίσος, υποψία και ψευδή υπερηφάνεια, ένα αίσθημα υπεροχής πάνω στους άλλους. Αλλά, όταν διαβάζωμε για τη βασιλεία του Θεού από τη Γραφή, μαθαίνομε για μια άλλη αφοσίωσι που απαιτείται από εκείνους που θα κερδίσουν αιώνια ζωή. Αυτή είναι η αφοσίωσις στον Ιεχωβά, τον Υπέρτατον Άρχοντα του σύμπαντος, και στη βασιλεία του υπό τον Χριστόν Ιησούν, και μαθαίνομε για έναν νέο τρόπο ζωής με υπακοή στη διακυβέρνησι αυτής της βασιλείας. Τούτο απαιτεί διαγωγή διαφορετική από εκείνην του κόσμου. Απαιτεί να ‘πολιτευώμεθα αξίως του ευαγγελίου του Χριστού’.—Φιλιππησ. 1:27.
5. Τι σημαίνει για μας να δεχθούμε το ευαγγέλιον της βασιλείας;
5 Είναι σπουδαίο να εκτιμήσωμε ότι τα «αγαθά νέα» αφορούν μια βασιλεία, τη βασιλεία του Θεού. Μια βασιλεία είναι μια κυβέρνησις και έτσι ασκεί εξουσία ή κυβερνά εκείνους που είναι υπήκοοί της. Όπως ακριβώς οι άλλες κυβερνήσεις έχουν νόμους για να κυβερνούν τους υπηκόους των, έτσι και η βασιλεία του Θεού έχει νόμους ή κανόνες που διέπουν τη διαγωγή των υπηκόων της. Για τούτο, αποδοχή των «αγαθών νέων» πραγματικά σημαίνει να δεχθούμε την ευθύνη τού να είμεθα υπήκοοι της ουρανίας βασιλείας του Θεού, να είμεθα υποτακτικοί σ’ αυτήν και ταπεινά να δεχθούμε και υπακούωμε στις εντολές του Υπέρτατου Άρχοντος του σύμπαντος, του Ιεχωβά Θεού. Μόνο κάνοντας τούτο θα μπορούσε οποιοσδήποτε να ‘αξιωθή της βασιλείας του Θεού’.—2 Θεσ. 1:5.
6. Γιατί αυτό είναι μια πολύ επείγουσα υπόθεσις σήμερα;
6 Αυτό είναι ένα ζήτημα που απαιτεί την επείγουσα προσοχή όλων των ατόμων που ζουν επάνω στη γη. Το «ευαγγέλιον της βασιλείας» κηρύττεται τώρα παγκοσμίως—αυτό δεν μπορεί να το αρνηθή κανείς. Τούτο γίνεται επειδή ζούμε στις «έσχατες ημέρες» αυτού του παρόντος κόσμου, και πλησιάζει ένας καιρός τελικής κρίσεως για όλους όσοι ζουν επάνω στη γη. Εκείνο που θ’ αποφασίση μεταξύ ζωής και θανάτου για σας είναι το πώς ακούετε τα «αγαθά νέα» και αν έχετε προθυμία να είσθε ευπειθής σ’ αυτά και να φέρετε τη ζωή σας σε αρμονία μ’ αυτά. Πολύ γρήγορα τώρα ο Χριστός Ιησούς ως Βασιλεύς της βασιλείας του Θεού, μαζί με τους αγίους του αγγέλους, πρέπει να κάμη «εκδίκησιν εις τους μη γνωρίζοντας Θεόν, και εις τους μη υπακούοντας εις το ευαγγέλιον του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.»—2 Θεσ. 1:7-10.
ΤΑ ΑΓΑΘΑ ΝΕΑ ΠΟΥ ΔΙΕΚΗΡΥΧΘΗΣΑΝ ΣΤΟΝ ΙΣΡΑΗΛ
7. Ποια αγαθά νέα διεκηρύχθησαν στο έθνος Ισραήλ όταν ήταν στην Αίγυπτο;
7 Οι Ισραηλίται, απόγονοι του Ιακώβ ή Ισραήλ, του γυιού του Ισαάκ, γυιού του Αβραάμ, διέμεναν επί πολλά χρόνια στη γη της Αιγύπτου. Εκεί έγιναν πολυάριθμοι. Εκεί, στη γη των Φαραώ, έφθασαν να μισούνται και να καταδιώκονται. Μετετράπησαν σε λαό δούλων και υπέφεραν πολλή καταδυνάστευσι. Αλλά μέσα στην κατάθλιψί τους ήλθαν σ’ αυτούς αγαθά νέα! Γι’ αυτό ακριβώς πολλά έτη αργότερα εχαρακτηρίσθησαν ως οι «πρότερον ευαγγελισθέντες». (Εβρ. 4:6) Ο Ιεχωβά Θεός, μέσω του εκπροσώπου του Μωυσέως, απηύθυνε το εξής συγκινητικό άγγελμα στους Ισραηλίτας: «Θέλω σας αναβιβάσει εκ της ταλαιπωρίας των Αιγυπτίων, εις την γην των Χαναναίων . . . εις γην ρέουσαν γάλα και μέλι.» (Έξοδ. 3:17) Τι παρηγορητικό άγγελμα! Και με τι χαρά το άκουσαν οι Ισραηλίται! Τι χαρά, επίσης, όταν αργότερα αντίκρυσαν τη θαυματουργική απελευθέρωσι που ο Ιεχωβά κατειργάσθη γι’ αυτούς καθώς κατέδειξε την πανίσχυρη δύναμί του προς χάριν των μέσω των δέκα πληγών και τελικά καταστρέφοντας τους Αιγυπτίους στην Ερυθρά Θάλασσα, ενώ οι Ισραηλίται υπό τας διαταγάς του Μωυσέως διέβαιναν πάνω σε ξηρά γη ασφαλείς! (Έξοδος, κεφάλαια 7 έως 15) Τον καιρό που ήταν ακόμη στην Αίγυπτο ο Μωυσής είχε περαιτέρω διαταχθή να διακηρύξη στον λαό του: «Δια τούτο ειπέ προς τους υιούς Ισραήλ, Εγώ είμαι ο Ιεχωβά· και θέλω σας εκβάλει υποκάτωθεν των φορτίων των Αιγυπτίων, και θέλω σας ελευθερώσει από της δουλείας αυτών, και θέλω σας λυτρώσει με βραχίονα εξηπλωμένον, και με κρίσεις μεγάλας· και θέλω σας λάβει εις εμαυτόν δια λαόν μου και θέλω είσθαι Θεός υμών και θέλετε γνωρίσει ότι εγώ είμαι Ιεχωβά ο Θεός υμών, όστις σας εκβάλλω υποκάτωθεν των φορτίων των Αιγυπτίων.» (Έξοδ. 6:6, 7, ΜΝΚ) Αυτή ήταν η ευλογημένη υπόσχεσις στους Ισραηλίτας να φερθούν σε ειδική σχέσι με τον Ιεχωβά ως λαός του, και αυτό βεβαιότατα θ’ απαιτούσε απ’ αυτούς διαγωγή άξια του μεγάλου προνομίου.
8. (α) Πώς θα έδειχναν οι Ισραηλίται εκτίμησι για τα αγαθά νέα που διεκηρύχθησαν σ’ αυτούς; (β) Ποια ιδιότητα κατέδειξε το έθνος, η οποία ωδήγησε στην απελευθέρωσί του από την Αίγυπτο;
8 Εκτίμησις των αγαθών αυτών νέων και του προνομίου να έχουν τον Ιεχωβά ως Θεό των θα έκανε ασφαλώς το έθνος Ισραήλ να είναι γεμάτο προθυμία και ζήλο να πράξη ευπειθώς όλα όσα διέτασσε ο Ιεχωβά σ’ αυτούς. Η ευκαιρία να καταδείξουν τέτοια υπακοή ήλθε πολύ γρήγορα, όταν, μέσω του Μωυσέως, ο Ιεχωβά διέταξε τον λαό, όταν ήταν ακόμη στην Αίγυπτο, να εορτάση το Πάσχα. Κάθε οικογένεια έπρεπε να συναθροισθή στο δικό της σπίτι τη νύχτα της 14ης του Νισάν (Ιουδαϊκό ημερολόγιο). Ένα αρνί έπρεπε να σφαγή και το αίμα του να ραντισθή στους παραστάτας των θυρών. (Έξοδ. 12:1-23) Αφού έλαβαν αυτές τις οδηγίες από τον Μωυσή «αναχωρήσαντες οι υιοί Ισραήλ, έκαμον καθώς προσέταξεν ο Ιεχωβά εις τον Μωυσήν και τον Ααρών· ούτως έκαμον.» (Έξοδ. 12:28, ΜΝΚ) Η υπακοή των Ισραηλιτών σ’ αυτή την περίστασι κατέληξε στο να «παρατρεχθούν» οι κατοικίες των, όταν ο άγγελος του Ιεχωβά επάταξε όλα τα πρωτότοκα των Αιγυπτίων. «Και την αυτήν εκείνην ημέραν εξήγαγεν ο Ιεχωβά τους υιούς Ισραήλ εκ γης Αιγύπτου, κατά τα τάγματα αυτών.»—Έξοδ. 12:51, ΜΝΚ.
9. (α) Τι είπε ο Ιεχωβά ότι θα εγίνετο το έθνος Ισραήλ; (β) Τι απαιτούσε απ’ αυτούς;
9 Στον τρίτον μήνα μετά την αναχώρησί των από την Αίγυπτο οι Ισραηλίται ήλθαν στο όρος Σινά και εκεί ο Ιεχωβά, πάλι μέσω του Μωυσέως ως εκπροσώπου του, κατέστησε σαφή σ’ αυτούς τη νέα σχέσι, στην οποίαν επρόκειτο τώρα να εισέλθουν ως λαός του. «Ο δε Μωυσής ανέβη προς τον Θεόν· και εκάλεσεν αυτόν ο Ιεχωβά εκ του όρους, λέγων, Ούτω θέλεις ειπεί προς τον οίκον Ιακώβ, και αναγγείλει προς τους υιούς Ισραήλ· Σεις είδετε όσα έκαμα εις τους Αιγυπτίους, και σας εσήκωσα ως επί πτερύγων αετού, και σας έφερα προς εμαυτόν· τώρα, λοιπόν, εάν τωόντι υπακούσητε εις την φωνήν μου, και φυλάξητε την διαθήκην μου, θέλετε είσθαι εις εμέ ο εκλεκτός από πάντων των λαών· διότι ιδική μου είναι πάσα η γη· και σεις θέλετε είσθαι εις εμέ βασίλειον ιεράτευμα, και έθνος άγιον. Ούτοι είναι οι λόγοι, τους οποίους θέλεις ειπεί προς τους υιούς Ισραήλ. Και ήλθεν ο Μωυσής, και εκάλεσε τους πρεσβυτέρους του λαού, και έθεσεν έμπροσθεν αυτών πάντας εκείνους τους λόγους, τους οποίους προσέταξεν εις αυτόν ο Ιεχωβά. Και απεκρίθη ομοφώνως πας ο λαός, λέγων, Πάντα όσα είπεν ο Ιεχωβά, θέλομεν πράξει.»—Έξοδ. 19:3-8.
10. Σε ποια έκτασι ο Ιεχωβά έκαμε νόμους που κυβερνούσαν τον υπό διαθήκην λαόν του;
10 Το έθνος Ισραήλ ήταν μοναδικό. Ολόκληρο το έθνος, κάθε άνδρας, γυναίκα και παιδί, ήλθε κάτω από αυτή τη διάταξι της διαθήκης, που συχνά καλείται η διαθήκη του νόμου, και μέσω αυτής έγιναν κατά γράμμα χωριστό έθνος ή λαός για τον Ιεχωβά. Πράγματι, ο Ιεχωβά ήταν ο Βασιλεύς των και έτσι ήσκησε το δικαίωμα να κάμη νόμους που κυβερνούσαν τη ζωή των υπηκόων του καλύπτοντας κάθε άποψι της ζωής. Οι νόμοι που εδόθησαν σ’ αυτούς μέσω του Μωυσέως αφορούσαν τη λατρεία των προς τον Θεό, το να κάνουν προσφορές και θυσίες· υπήρχαν νόμοι που αφορούσαν το φαγητό, που αφορούσαν την πνευματική και φυσική καθαρότητα, που αφορούσαν την κατάλληλη ηθική συμπεριφορά· εδόθησαν νόμοι για την κατάλληλη σχέσι στον γάμο, για τα καθήκοντα συζύγων και γονέων και τέκνων· υπήρχαν νόμοι και αρχές που κατηύθυναν τις σχέσεις του ενός προς τον άλλον ως πλησίον του, τονίζοντας την ανάγκη ειλικρινείας και δικαιοσύνης καθώς και ελέους και αγάπης στην πολιτεία του ενός προς τον άλλον.
11. Ποιον νόμο όσον αφορά το αίμα έδωσε ο Θεός στον Ισραήλ, και σε ποια προηγούμενη εντολή εβασίζετο ο νόμος αυτός;
11 Μερικοί από αυτούς τους νόμους απλώς επεξέτειναν αρχές ή νόμους ήδη δοσμένους προηγουμένως και οι οποίοι ήσαν, και είναι ακόμη, δεσμευτικοί για όλους τους ανθρώπους ως απογόνους του Αδάμ και του Νώε. Παραδείγματος χάριν, οι νόμοι όσον αφορά την αγιότητα του αίματος που εδόθησαν στον Ισραήλ εβασίζοντο στη θεία εντολή που εδόθη από τον Ιεχωβά στον Νώε μετά τον κατακλυσμό, όπως αναφέρεται στη Γένεσι κεφάλαιο 9. «Παν κινούμενον, το οποίον ζη, θέλει είσθαι εις εσάς προς τροφήν· ως τον χλωρόν χόρτον έδωκα τα πάντα εις εσάς· κρέας όμως με την ζωήν αυτού, με το αίμα αυτού, δεν θέλετε φάγει· και εξάπαντος το αίμά σας, το αίμα της ζωής σας, θέλω εκζητήσει· εκ της χειρός παντός ζώου θέλω εκζητήσει αυτό, και εκ της χειρός του ανθρώπου· εκ της χειρός παντός αδελφού αυτού θέλω εκζητήσει την ζωήν του ανθρώπου· όστις χύση αίμα ανθρώπου, υπό ανθρώπου θέλει χυθή το αίμα αυτού· διότι κατ’ εικόνα Θεού εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον.» (Γέν. 9:3-6) Η αιτία για την εκδήλωσι τέτοιου σεβασμού στη χρήσι του αίματος ήταν ότι τα αίμα αντιπροσώπευε τη ζωή, ή ψυχή· και αφού η ζωή είναι δώρο του Θεού, αυτός έχει το δικαίωμα ν’ απαιτήση από τους ανθρώπους να σέβωνται τη ζωή των άλλων ανδρών και γυναικών καθώς και των ζώων. Μολονότι επετρέπετο στον άνθρωπο να φονεύη ζώα για τροφή, δεν έπρεπε να γίνεται σπάταλη σφαγή ζώων για διασκέδασι. Συνεπώς στον νόμο του Θεού προς τους Ισραηλίτας ετονίζετο ο σεβασμός της ζωής, περιλαμβανομένου και του σεβασμού για το αίμα ως αντιπροσωπεύον τη ζωή. Ο Ιεχωβά διέτασσε: «Και όστις άνθρωπος εκ του οίκου Ισραήλ, ή εκ των ξένων των παροικούντων μεταξύ σας, φάγη οιονδήποτε αίμα, θέλω στήσει το πρόσωπόν μου εναντίον εκείνης της ψυχής ήτις τρώγει το αίμα, και θέλω εξολοθρεύσει αυτήν εκ μέσου του λαού αυτής· διότι η ζωή της σαρκός είναι εν τω αίματι· και εγώ έδωκα αυτό εις εσάς, δια να κάμνητε εξιλέωσιν υπέρ των ψυχών σας επί του θυσιαστηρίου· διότι το αίμα τούτο κάμνει εξιλασμόν υπέρ της ψυχής. Δια τούτο είπα προς τους υιούς Ισραήλ, Ουδεμία ψυχή από σας θέλει φάγει αίμα· ουδέ ο ξένος, ο παροικών μεταξύ σας, θέλει φάγει αίμα. Και όστις άνθρωπος εκ των υιών Ισραήλ, ή εκ των ξένων, των παροικούντων μεταξύ σας, κυνηγήση και πιάση ζώον, ή πτηνόν, το οποίον τρώγεται, θέλει χύσει το αίμα αυτού, και θέλει σκεπάσει αυτό με χώμα. Διότι η ζωή πάσης σαρκός είναι το αίμα αυτής· δια την ζωήν αυτής είναι· όθεν είπα προς τους υιούς Ισραήλ, Δεν θέλετε φάγει αίμα ουδεμιάς σαρκός· διότι η ζωή πάσης σαρκός είναι το αίμα αυτής· πας ο τρώγων αυτό, θέλει εξολοθρευθή.» Στην έκτη από τις Δέκα Εντολές η ιερότης της ζωής ετονίσθη πάλι με τα λόγια, «Μη φονεύσης.»—Λευιτ. 17:10-14· Έξοδ. 20:13.
12. Τι εκτίθεται στις Δέκα Εντολές, τις οποίες ο Ιεχωβά έγραψε στις λίθινες πλάκες;
12 Οι Δέκα Εντολές εξέθεταν δέκα βασικούς νόμους ή κανόνες που κυβερνούσαν τους Ισραηλίτας. Ήσαν εγγεγραμμένες από τον Θεό τον ίδιο με τη δύναμι του αγίου πνεύματος επάνω σε δύο λίθινες πλάκες που εδόθησαν στον Μωυσή επάνω στο Όρος Σινά. Ορθώς κατείχαν την προεξέχουσα θέσι στον κώδικα του νόμου που εδόθη στον Ισραήλ, αν και παρέμεναν μέρος του. Εξέθεταν βασικούς νόμους ή αρχές, κανόνες διαγωγής που κυβερνούσαν πρώτα τη σχέσι των Ισραηλιτών προς τον Θεό και έπειτα τη σχέσι των προς την οικογενειακή μονάδα και του ενός προς τον άλλον. Οι τέσσερες πρώτες ετόνιζαν την ανάγκη ολόκαρδης και αποκλειστικής λατρείας του Ιεχωβά ως Θεού και υπακοής στις εντολές του. Η πέμπτη έδειχνε την ανάγκη για οικογενειακή ενότητα, με σεβασμό των τέκνων προς τον πατέρα και τη μητέρα· και οι υπόλοιπες πέντε εσχετίζοντο με συμπεριφορά προς τον πλησίον: μη φονεύσης, μη μοιχεύσης, μη κλέψης, μη μαρτυρήσης ψευδώς εναντίον άλλου, μη επιθυμήσης, δηλαδή, μη θελήσης κακώς ν’ αποκτήσης κάτι που ανήκει στον άλλον.—Έξοδ. 20:1-17.
ΤΟ ΕΘΝΟΣ ΙΣΡΑΗΛ ΠΑΡΕΧΕΙ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ
13, 14. (α) Τι θα προέκυπτε στον Ισραήλ από την υπακοή στους νόμους του Θεού; (β) Ποια ευλογία ήλθε σ’ αυτούς, και γιατί αυτή δεν διήρκεσε;
13 Η υπακοή στους νόμους του Ιεχωβά θα έφερνε ανείπωτες ευλογίες στους Ισραηλίτας. Οι εντολές του θα τους ωδηγούσαν σε υγιεινή διαγωγή που θα προήγε ενότητα στο έθνος, υγεία και ευτυχία. Αλλά, το σπουδαιότερο από όλα, θα τους ωδηγούσαν στην ορθή λατρεία, στην ορθή διαγωγή που θα ήταν ευάρεστη στον Ιεχωβά τον Θεό των, και θα εξησφάλιζε την εύνοιά του. Η υπακοή των θα τους επροστάτευε από ψευδή θρησκεία και από ανήθικες πράξεις που θα ωδηγούσαν σε αμαρτία και ανταρσία και τελικά σε απόρριψι από τον Θεό.
14 Αληθινός στην υπόσχεσί του, ο Θεός ωδήγησε τους Ισραηλίτας σε γη ρέουσα γάλα και μέλι. (Έξοδ. 3:8· Αριθμ. 13:27) Έπειτα από πολλές πείρες το έθνος εγκατεστάθη στη Γη της Επαγγελίας, στη Χαναάν ή Παλαιστίνη, και αναφέρεται ότι κάτω από τη διακυβέρνησι του Βασιλέως Σολομώντος «είχεν ειρήνην πανταχόθεν κύκλω αυτού. Κατώκει δε ο Ιούδας και ο Ισραήλ εν ασφαλεία, έκαστος υπό την άμπελον αυτού και υπό την συκήν αυτού, από Δαν έως Βηρ-σαβεέ, πάσας τας ημέρας του Σολομώντος.» (1 Βασ. 4:24, 25) Αλλά οι ευλογίες αυτές δεν διήρκεσαν. Επανειλημμένη παρακοή στον νόμον του Θεού έδρεψε τελικά την κατάλληλη ανταμοιβή της—το ν’ απορριφθή ο Ισραήλ από τον Θεό ως λαός του. Αντί ευλογιών, επήλθαν στο έθνος οι κατάρες που είχε προείπει ο Θεός για τέτοια παρακοή.
15. (α) Σε ποιες δύο βασικές εντολές εβασίζετο η σχέσις του Ισραήλ προς τον Ιεχωβά; (β) Γιατί οποιαδήποτε υποκριτική μορφή λατρείας δεν θα εξαπατούσε τον Ιεχωβά;
15 Ενώ η διαθήκη του νόμου είχε τις Δέκα Εντολές ως θεμέλιο, η σχέσις του έθνους με τον Θεό εβασίζετο πραγματικά σε δυο θεμελιώδεις αρχές—αγάπη για τον Θεό και αγάπη για τον πλησίον. (Δευτ. 6:5-9· Λευιτ. 19:18) Πιστότης σ’ αυτές τις δύο αρχές ήταν πάρα πολύ ουσιώδης για την παραμονή στην εύνοια του Θεού. Αδυναμία ή προσωρινή αποτυχία οφειλόμενη στην ανθρώπινη ατέλεια, ενώ προκαλούσε διόρθωσι και επιτίμησι, μπορούσε ωστόσο να συγχωρηθή, αλλά όταν το έθνος έχανε την αγάπη του για τον Θεό και δεν τον υπηρετούσε πια με όλη την καρδιά, αυτό μπορούσε μόνο να οδηγήση σε συμφορά. (1 Χρον. 28:9· Παροιμ. 4:23) Καμμιά υποκριτική μορφή λατρείας δεν μπορούσε να τον εξαπατήση, διότι ο Ιεχωβά είναι Θεός, ο οποίος «βλέπει την καρδίαν» και ο οποίος ‘εξετάζει τας καρδίας’ των ανθρώπων. Οι καρδιές του μεγαλυτέρου αριθμού Ισραηλιτών εστράφησαν από την αγάπη του Θεού και του πλησίον στην αγάπη μόνο του εαυτού των, και ο Ιεχωβά το διέκρινε αυτό. Αυτός μπορούσε να δη τις πονηρές πράξεις που εξετελούντο, πρώτα στο σκότος και έπειτα ανοικτά στο φως της ημέρας, καθώς εσκληρύνοντο οι καρδιές του λαού σε κακή διαγωγή.—1 Σαμ. 16:7· Ιερεμ. 17:10.
16. (α) Πώς επήλθε συμφορά στο έθνος; (β) Πώς ο προφήτης Ιερεμίας εξήγησε την αιτία τούτου;
16 Οι Ισραηλίται εισήλθαν στη Γη της Επαγγελίας το 1473 π.Χ., και η γη υπετάγη τελικά σ’ αυτούς τον καιρό του Βασιλέως Δαβίδ, του οποίου η τεσσαρακονταετής βασιλεία ετελείωσε στο 1037 π.Χ. Έπειτα από σαράντα χρόνια το έθνος εδιχάσθη λόγω φθόνου και ανταγωνισμού, και έτσι, μετά τον θάνατο του Βασιλέως Σολομώντος στο 997 π.Χ., το αρχικό έθνος του Ισραήλ διηρέθη σε δύο βασίλεια, το δεκάφυλο βασίλειο του Ισραήλ προς βορράν με τη Σαμάρεια ως πρωτεύουσα, και το από δύο φυλές βασίλειο του Ιούδα προς νότον με την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα. Το βόρειο δεκάφυλο βασίλειο κατεστράφη από τους Ασσυρίους το 740 π.Χ., και έπειτα στο 607 π.Χ. το βασίλειο του Ιούδα κατεστράφη από τους Βαβυλώνιους. Όχι πολύν καιρό πριν απ’ αυτό το τέλος του βασιλείου του Ιούδα, ο Ιερεμίας εξέφερε σ’ αυτούς τα εξής λόγια: «Διότι ρητώς διεμαρτυρήθην προς τους πατέρας υμών, καθ’ ην ημέραν ανεβίβασα αυτούς εκ γης Αιγύπτου μέχρι της σήμερον, εγειρόμενος πρωί και διαμαρτυρόμενος, λέγων, Ακούσατε της φωνής μου. Αλλά δεν ήκουσαν, και δεν έκλιναν το ωτίον αυτών, αλλά περιεπάτησαν έκαστος εν ταις ορέξεσι της πονηράς αυτών καρδίας· δια τούτο θέλω φέρει επ’ αυτούς πάντας τους λόγους της διαθήκης ταύτης, την οποίαν προσέταξα να πράττωσι, αλλά δεν έπραξαν. Και είπεν ο Ιεχωβά προς εμέ, Συνωμοσία ευρέθη μεταξύ των ανδρών Ιούδα, και μεταξύ των κατοίκων της Ιερουσαλήμ. Επέστρεψαν εις τας αδικίας των πραπατόρων αυτών, οίτινες δεν ηθέλησαν να ακούσωσι τους λόγους μου· και αυτοί υπήγαν οπίσω άλλων θεών, δια να λατρεύωσιν αυτούς· ο οίκος Ισραήλ και ο οίκος Ιούδα ηθέτησαν την διαθήκην μου, την οποίαν έκαμα προς τους πατέρας αυτών. Δια τούτο ούτω λέγει ο Ιεχωβά· Ιδού, θέλω φέρει επ’ αυτούς κακόν, εκ του οποίου δεν θέλουσι δυνηθή να εξέλθωσι· και θέλουσι βοήσει προς εμέ, και δεν θέλω εισακούσει αυτούς.»—Ιερεμ. 11:7-11, ΜΝΚ. Παράβαλε Δευτερονόμιον 6:12-15 και 28:15, 45-47.
17. Ποια προσωρινή αποκατάστασι έλαβαν οι Ισραηλίται;
17 Ο Ιεχωβά, μέσα στο μεγάλο του έλεος και σε εκπλήρωσι της επαγγελίας του και του σκοπού του, αποκατέστησε ένα υπόλοιπο του έθνους από τη Βαβυλώνα πάλι στη Γη της Επαγγελίας έπειτα από μια περίοδο εβδομήντα ετών ερημώσεως. Άλλη μια φορά ήλθαν αγαθά νέα γι’ αυτή την απελευθέρωσι στον λαόν Ισραήλ, ενώ ευρίσκέτο σε κατάστασι αιχμαλωσίας. Αυτό το υπόλοιπο του φυσικού Ισραήλ επέστρεψε στην Παλαιστίνη για ν’ αποκατασταθή εκεί η λατρεία του Ιεχωβά, αν και δεν αποκατεστάθησαν ως ανεξάρτητο έθνος, ως χωριστό βασίλειο.
18. Απεδείχθη το έθνος Ισραήλ ‘άξιον των αγαθών νέων’ που διεκηρύχθησαν σ’ αυτούς;
18 Μήπως το αρχαίο αυτό έθνος του Ισραήλ στο τέλος απεδείχθη ‘άξιον των αγαθών νέων’, που είχαν κηρυχθή σ’ αυτούς από τον Μωυσή στην Αίγυπτο; Μήπως εξεπλήρωσαν την υπόσχεσι που έδωσαν οι πατέρες των να πράττουν όλα όσα προσέταξε σ’ αυτούς ο Ιεχωβά και να είναι αληθινά λαός του, κάνοντας το θέλημα του; Το θεόπνευστο Υπόμνημα απαντά Όχι! Η πλήρης αναξιότης των ως έθνους εξεδηλώθη σαφώς από τη στάσι των απέναντι του Ιησού, του υποσχεμένου Μεσσία, τον οποίον απέρριψαν και εσταύρωσαν σε ξύλο. Λίγο προ του θανάτου του ο Ιησούς προέφερε κρίσι εναντίον του έθνους όταν είπε: «Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ, η φονεύουσα τους προφήτας, και λιθοβολούσα τους απεσταλμένους προς σε, ποσάκις ηθέλησα να συνάξω τα τέκνα σου, καθ’ ον τρόπον συνάγει η όρνις τα ορνίθια εαυτής υπό τας πτέρυγας, και δεν ηθελήσατε; Ιδού, αφίνεται εις εσάς ο οίκος σας έρημος.»—Ματθ. 23:37, 38· Λουκ. 23:18-25· Πράξ. 2:23.
19. (α) Ποιο μεγάλο προνόμιο είχαν απολαύσει οι Ισραηλίται όταν ήσαν πιστοί; (β) Όταν ο Θεός τελικά απέρριψε αυτό το έθνος, μήπως αυτό εσήμαινε το τέλος της πολιτείας του Θεού με το ανθρώπινο γένος;
19 Οι Ισραηλίται είχαν απολαύσει το υψηλό προνόμιο τού να είναι έθνος μαρτύρων του Ιεχωβά. (Ησ. 43:10-12) Όχι ότι είχαν διαταχθή να κηρύττουν όσον αφορά τον Ιεχωβά σε όλα τα άλλα έθνη της γης· αλλά είχαν τεθή κατά μέρος για την αποκλειστική υπηρεσία και λατρεία του Ιεχωβά. Με τα θαυμαστά έργα που επιτέλεσε ο Ιεχωβά προς χάριν των και με την άσκησι αληθινής λατρείας όταν ήσαν πιστοί, ο Ιεχωβά έκαμε μεγάλο όνομα για τον εαυτό του. Αλλά μπορούσαν μόνο να εξακολουθήσουν να είναι μάρτυρές του με το να εμμένουν στην αληθινή λατρεία και να τιμούν τη διαθήκη που αυτός έκαμε μαζί τους και με το να υπακούουν στις εντολές του. Αυτό απέτυχαν να το πράξουν. Ο Ιεχωβά, λοιπόν, απέρριψε τον φυσικόν Ισραήλ. Η διάταξις της διαθήκης του νόμου μαζί τους ετερματίσθη, εξεπληρώθη δε στον Ιησού και ο νόμος της εκαρφώθη στο ξύλο του μαρτυρίου. (Κολ. 2:14) Αλλ’ αυτό δεν ετερμάτισε κάθε πολιτεία του Θεού με τους ανθρώπους. Τώρα, με τον Χριστόν Ιησούν ως Μεσίτην, εγκαινιάσθη μια διάταξις νέας διαθήκης, όχι με τον φυσικόν Ισραήλ, αλλά μ’ ένα έθνος που παράγει τους καλούς καρπούς, του οποίου η διαγωγή θα ήταν άξια μιας ουράνιας βασιλείας του Θεού με τον Χριστό ως Βασιλέα.—Εβρ. 8:6· Ματθ. 21:43.
-
-
Τα «Αγαθά Νέα» Χωρίζουν ‘Λαόν δια το Όνομα του Ιεχωβά’Η Σκοπιά—1963 | 1 Μαΐου
-
-
Τα «Αγαθά Νέα» Χωρίζουν ‘Λαόν δια το Όνομα του Ιεχωβά’
1, 2. (α) Σε ποια βασιλεία ανεφέρετο ο Ιησούς στο κατά Ματθαίον 21:43; (β) Ποιος είναι βασιλεύς αυτής της βασιλείας και πότε άρχισε να κυβερνά με πλήρη εξουσία της Βασιλείας; (γ) Προορίζεται η βασιλεία αυτή για κάποια ειδική φυλή ανθρώπων;
ΣΕ ΠΟΙΟ έθνος ανεφέρετο ο Ιησούς όταν είπε, όπως αναγράφεται στο κατά Ματθαίον 21:43:«Η βασιλεία του Θεού . . . θέλει δοθή εις έθνος κάμνον τους καρπούς αυτής»; Και ποια είναι η βασιλεία που αναφέρεται εδώ; Όχι, το έθνος το τόσο ευλογημένο δεν είναι κάποια ιδιαίτερη φυλή ανθρώπων, που ανήκει σε κάποιον ειδικό κλάδο της ανθρωπίνης οικογενείας και είναι περιωρισμένη κάτω από μια ανθρωποποίητη βασιλεία. Ο Ιεχωβά Θεός τώρα επροτίθετο να καλέση άτομα από όλα τα έθνη για να είναι συνδεδεμένα ως λαός χωριστός από τον κόσμο, ‘λαός δια το όνομα αυτού’.—Πράξ. 15:14.
2 Η βασιλεία, της οποίας τα συμφέροντα πρόκειται να υπηρετήσουν, δεν είναι μια επίγεια βασιλεία με πρωτεύουσα την Ιερουσαλήμ ή κάποια άλλη πόλι της γης. Η βασιλεία που αναφέρεται είναι η ‘επουράνιος βασιλεία’ του Θεού. (2 Τιμ. 4:18) Ο Χριστός Ιησούς, ο οποίος απερρίφθη από το άπιστο έθνος του Ισραήλ και εθανατώθη, ανέστη και αργότερα ανελήφθη στον ουρανό. Εκεί ανέμενε τον κατάλληλο καιρό του Θεού για ν’ αρχίση τη διακυβέρνησί του με πλήρη εξουσία της Βασιλείας. (Εβρ. 1:13· Πράξ. 2:32-36) Ο καιρός αυτός ήλθε στο 1914 μ.Χ. Έπειτα ακολούθησε «πόλεμος εν τω ουρανώ», ο οποίος είχε ως αποτέλεσμα το να εκβληθή από τον ουρανό ο Σατανάς, ο μέγας αντίπαλος του Θεού και των πιστών ανθρώπων στη γη, ο οποίος τώρα πρέπει σύντομα να συντριβή μαζί με όλους τους πονηρούς του αγγέλους, τις εγκόσμιες κυβερνήσεις και τους αδίκους ανθρώπους, που έχουν εναντιωθή στη διακυβέρνησι του Θεού. Αυτό θα λάβη χώραν στον «πόλεμον της ημέρας εκείνης της μεγάλης του Θεού του Παντοκράτορος», που ονομάζεται Αρμαγεδδών.—Αποκάλ. 12:7-12· Δαν. 2:44· Αποκάλ. 16:14, 16.
3. Ποια είναι η σχέσις προς τη Βασιλεία (α) του «μικρού ποιμνίου», και (β) των «άλλων προβάτων»;
3 Τώρα κυβερνά από τους καθαρισμένους ουρανούς η ουράνια βασιλεία του Θεού υπό τον Χριστόν Ιησούν. Η βασιλεία αυτή στην πληρότητά της αποτελείται από 144.000 άτομα που εκλέγονται από τα έθνη της γης και που άρχουν ως «βασιλείς» με τον Χριστό. (Αποκάλ. 20:6· 1:1-4) Αν συγκριθούν, με τον μεγάλο αριθμό ατόμων, που αποκτούν ζωή επάνω στη γη υπό την Βασιλεία, εκείνοι που λαμβάνουν αυτή την ουράνια αμοιβή είναι πράγματι ένα «μικρόν ποίμνιον». Εκτός από αυτό το «μικρόν ποίμνιον», υπάρχουν και «άλλα πρόβατα», τα οποία περιλαμβάνουν ένα μεγάλο πλήθος ατόμων καλής θελήσεως προς τα «αγαθά νέα», που ζουν σ’ αυτόν τον καιρό του τέλους και που γίνονται επίγειοι υπήκοοι της Βασιλείας σε μια παραδείσια γη.—Λουκ. 12:32· Ιωάν. 10:16· Αποκάλ. 7:9, 13, 14· Ψαλμ. 37:11, 29. Βλέπε «Τούτο το Ευαγγέλιον της Βασιλείας», παράγραφοι 23-28.
4. Γιατί μπορούσε να λεχθή ότι, όταν τα πρώτα μέλη των 144.000 άρχισαν να συνάγωνται πριν από 1900 χρόνια, ήλθαν κάτω από τη διακυβέρνησι της Βασιλείας;
4 Όταν το «ευαγγέλιον της βασιλείας» άρχισε να κηρύττεται από τον Ιησούν και έπειτα από τους αποστόλους και μαθητάς του τού πρώτου αιώνος, ο σκοπός ήταν να συναχθούν από μέσα από τα έθνη εκείνοι που θ’ αποτελούσαν ‘τον λαόν δια το όνομα του Ιεχωβά’, τους 144.000, που επρόκειτο να είναι ενωμένοι με τον Χριστό Ιησού στη διακυβέρνησι της Βασιλείας. Αυτοί εκαλούντο σ’ έναν ουράνιο προορισμό με τον Ιησούν τον Κύριόν των, και αυτό εγίνετο μέσω του «ευαγγελίου» ή αγαθών νέων. (2 Θεσ. 2:14) Ενώ στις ημέρες εκείνες η ουράνια βασιλεία του Θεού δεν είχε ακόμη αρχίσει να εξασκή τη διακυβέρνησί της ως προς τη γη με πλήρη εξουσία, όμως, επειδή ο Ιεχωβά πάντοτε παραμένει «Βασιλεύς της Αιωνιότητος» και ο Ιησούς ήταν η αόρατη κεφαλή του νέου Χριστιανικού έθνους, μπορούσε να λεχθή ότι μέσω του Χριστού Ιησού εκείνοι που επίστευαν ήρχοντο κάτω από τη διακυβέρνησι της Βασιλείας. Όταν άκουαν το «ευαγγέλιον της βασιλείας», το εδέχοντο και αφιερώνοντο στην υπηρεσία του Θεού, ελέγετο γι’ αυτούς ότι ‘ηλευθερώθησαν από την εξουσίαν του σκότους, και μετεφέρθησαν εις την βασιλείαν του αγαπητού Υιού του Θεού’.—Κολ. 1:13.
5, 6. (α) Ποιο ερώτημα, λοιπόν, αντιμετώπιζαν οι πρώτοι εκείνοι Χριστιανοί, και ποια όμοια ερωτήματα αντιμετωπίζουν οι Χριστιανοί σήμερα; (β) Τι προσδιορίζει τους αληθινούς ακολούθους του Ιησού ως ‘λαόν δια το όνομα του Ιεχωβά’;
5 Πώς θα τους επηρέαζε αυτή η αλλαγή; Ζούσαν ακόμη στον ίδιο κόσμο, σε περιοχές που εκυβερνώντο από διάφορες εθνικές κυβερνήσεις. Η έκτη παγκόσμια δύναμις, η Ρώμη, κυριαρχούσε, πάνω στο μεγαλύτερο μέρος του πολιτισμένου κόσμου του καιρού εκείνου, όπου ζούσαν οι πρώτοι Χριστιανοί. Ποια επρόκειτο τώρα να είναι η σχέσις των προς τη Ρώμη και άλλες κυβερνήσεις της γης;
6 Σήμερα, 1.900 χρόνια αργότερα, οι ίδιες ερωτήσεις είναι κατάλληλες. Το κήρυγμα του «ευαγγελίου» δεν γίνεται τώρα κυρίως για τον σκοπό προσκλήσεως ατόμων στην ουράνια βασιλεία, αλλά απευθύνεται προς όλους τους ανθρώπους καλής θελήσεως, που ελπίζουν να ζήσουν για πάντα σε μια παραδείσια γη. Από το έτος 1914, όπως αποδεικνύει η εκπλήρωσις των Βιβλικών προφητειών, η βασιλεία των ουρανών κυβερνά εν δυνάμει, και αυτό σημαίνει ότι φθάνει γοργά το τέλος αυτού του συστήματος πραγμάτων. «Τούτο το ευαγγέλιον της βασιλείας» κηρύττεται τώρα σε 189 χώρες και νήσους των θαλασσών, προς ανθρώπους που ζουν κάτω από πολλά και διάφορα είδη κυβερνήσεων και μορφών πολιτικής διακυβερνήσεως. Πραγματικά, σε πολλές χώρες η μορφή διακυβερνήσεως συχνά αλλάσσει, καθώς έρχεται στην εξουσία ένα διαφορετικό πολιτικό κόμμα ή τοπικά εθνικιστικά κινήματα αναλαμβάνουν την κυβερνητική ευθύνη από αποικιακές διοικήσεις. Ποια είναι η σχέσις του Χριστιανού προς τέτοιες κυβερνήσεις ή αλλαγές; Είναι άρα γε δυνατόν οι αληθινοί ακόλουθοι του Χριστού Ιησού να γίνουν ένας ενωμένος λαός παρά τις διαφορετικές φυλετικές και εθνικές των προελεύσεις, ένας λαός χωριστός από τον κόσμο, που υπηρετεί τα συμφέροντα της βασιλείας του Θεού, ένας λαός για το όνομα του Ιεχωβά; Αν ναι, πώς προσδιορίζεται έτσι η ταυτότης των; Αυτό γίνεται με διαγωγή ‘αξίαν της βασιλείας’.—2 Θεσ. 1:5.
7. Πώς, λοιπόν, αποτελούν πρόκλησι τα «αγαθά νέα»;
7 Όπως ακριβώς τα «αγαθά νέα», που εκηρύχθησαν αρχικά στον Ισραήλ στην Αίγυπτο, αποτελούσαν πρόκλησι σ’ αυτούς, διότι απαιτούσαν ωρισμένη πορεία ενεργείας, πιστότητος στη διαθήκη του νόμου και υποταγής στον Ιεχωβά ως Βασιλέα των και υπακοής στις εντολές του, όμοια, από την αρχή της κλήσεως του νέου έθνους των 144.000 του πνευματικού Ισραήλ έως σήμερα και της κλήσεως του μεγάλου πλήθους των «άλλων προβάτων», το «ευαγγέλιον της βασιλείας» παρουσιάζει μια πρόκλησι σ’ εκείνους που το δέχονται. Θα ‘πολιτευθούν αξίως του ευαγγελίου’;—Φιλιππησ. 1:27.
ΧΩΡΙΣΤΟΙ ΑΓΙΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
8. (α) Ποια αρχή που κυβερνά τη Χριστιανική σχέσι με τον κόσμο γίνεται σαφής στο κατά Ιωάννην 17:14-18; (β) Πώς οι σημερινοί μάρτυρες του Ιεχωβά αποτελούν μια κοινωνία Νέου Κόσμου;
8 Στην τελική του συνάντησι με τους μαθητάς του λίγο πριν από τον θάνατό του, ο Ιησούς, σε προσευχή προς τον ουράνιο Πατέρα του, κατέστησε σαφή μια αρχή όσον αφορά τη σχέσι του Χριστιανού με τον κόσμο. «Εγώ έδωκα εις αυτούς τον λόγον σου· και ο κόσμος εμίσησεν αυτούς, διότι δεν είναι εκ του κόσμου, καθώς εγώ δεν είμαι εκ του κόσμου. Δεν παρακαλώ να σηκώσης αυτούς εκ του κόσμου, αλλά να φυλάξης αυτούς εκ του πονηρού. Εκ του κόσμου δεν είναι, καθώς εγώ δεν είμαι εκ του κόσμου. Αγίασον αυτούς εν τη αληθεία σου· ο λόγος ο ιδικός σου είναι αλήθεια. Καθώς εμέ απέστειλας εις τον κόσμον, και εγώ απέστειλα αυτούς εις τον κόσμον.» Επομένως, οι αληθινοί ακόλουθοι του Ιησού δεν αποτελούν μέρος του κόσμου τούτου, κατά το ότι αποχωρίζουν τον εαυτό τους από τις πονηρές κατευθύνσεις του και δεν θέτουν την ελπίδα των για το μέλλον στα σχέδια και στις οργανώσεις των ανθρώπων. Μάλλον, η ελπίδα των είναι στον νέο κόσμο που διακυβερνάται από τη βασιλεία του Θεού και έχουν συγκεντρωμένα τα συμφέροντα των σ’ αυτόν τον νέο κόσμο. Είναι, λοιπόν, κατάλληλο να πούμε ότι οι σύγχρονοι Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά αποτελούν μια κοινωνία Νέου Κόσμου. Αυτή η κοινωνία Νέου Κόσμου των μαρτύρων του Ιεχωβά είναι ενωμένη κατά το ότι έχουν όλοι την ίδια ολόκαρδη αγάπη για τον Θεό, με το ν’ αναγνωρίζουν τον Ιεχωβά ως τον Υπέρτατον Άρχοντα του σύμπαντος και με την υποταγή των στη βασιλεία του Θεού.—Ιωάν. 17:14-18.
9. Ποια είναι η απόδειξις ότι η βασιλεία του Θεού υπάρχει και κυβερνά τώρα;
9 Επειδή η βασιλεία του Θεού είναι ουράνια και επομένως αόρατη στους ανθρώπους επάνω στη γη, τα κοσμικά έθνη αρνούνται να την αναγνωρίσουν ή να την λάβουν υπ’ όψιν. Αλλά επειδή ο Θεός είναι αόρατος στα ανθρώπινα μάτια, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει. Η απόδειξις της υπάρξεώς του είναι φανερή στη δημιουργία του. (Ρωμ. 1:20) Η απόδειξις της υπάρξεως της βασιλείας του Θεού γίνεται φανερή από αυτή την ύπαρξι της κοινωνίας Νέου Κόσμου—εκατοντάδες χιλιάδων άτομα που έρχονται από όλα τα έθνη, ενωμένα, με ειρήνη και δέχονται τη διακυβέρνησι της Βασιλείας. Τούτο είναι σε αρμονία με τα θεόπνευστα λόγια του Ψαλμού 72:7, 8: «Εν ταις ημέραις αυτού θέλει ανθεί ο δίκαιος· και αφθονία ειρήνης θέλει είσθαι εωσού μη υπάρξη η σελήνη. Και θέλει κατακυριεύει από θαλάσσης έως θαλάσσης, και από του ποταμού έως των περάτων της γης.» Έτσι συμβαίνει ότι εκείνοι που αποτελούν την κοινωνία Νέου Κόσμου του Ιεχωβά βρίσκονται κυριολεκτικώς στα ‘πέρατα της γης’. Καταδεικνύουν ότι είναι αληθινοί υπήκοοι της βασιλείας του Θεού με το να είναι ευπειθείς και υποτακτικοί στο θείο θέλημα και με το να υποστηρίζουν ενεργώς τη βασιλεία του Θεού, κηρύττοντάς την σε όλη τη γη.
10. Γιατί οι μάρτυρες του Ιεχωβά δεν λαμβάνουν μέρος σε πολιτικά ζητήματα ή σε πολέμους μεταξύ εθνών;
10 Οι αληθινοί δούλοι του Θεού για να διατηρούν την ενότητά των, πρέπει ν’ ακολουθούν τις αρχές που εξετέθησαν πιο πάνω, να είναι χωρισμένοι από τον κόσμο. Γι’ αυτόν τον λόγο οι μάρτυρες του Ιεχωβά δεν λαμβάνουν μέρος σε πολιτικά ζητήματα. Σκεφθήτε τι θα εσήμαινε αν το έκαναν αυτό! Η εκκλησία των αληθινών Χριστιανών θα ήταν διηρημένη εναντίον του εαυτού της αν τα μέλη ατομικώς υπεστήριζαν διάφορες πολιτικές οργανώσεις και ενώνοντο στο να χλευάζουν ή εχθρεύωνται κάποια άλλη ομάδα, της οποίας άλλοι στην εκκλησία θα μπορούσαν να είναι μέλη. Πώς αυτό θα ήταν δυνατόν να εναρμονισθή με τα περαιτέρω λόγια του Ιησού, που βρίσκονται στα εδάφια 21 και 22 του κεφαλαίου 17 του Ιωάννου; Ο Ιησούς εκεί προσηύχετο για τους ακολούθους του, «Δια να ήναι πάντες έν· καθώς συ, Πάτερ, είσαι εν εμοί και εγώ εν σοι, να ήναι και αυτοί εν ημίν έν· δια να πιστεύση ο κόσμος ότι συ με απέστειλας. Και εγώ την δόξαν την οποίαν μοι έδωκας, έδωκα εις αυτούς· δια να ήναι έν, καθώς ημείς είμεθα έν.» Σε μια διεθνή κλίμακα, επίσης, αυτή η ενότης διαφυλάττεται από τους μάρτυρας του Ιεχωβά που δεν ενώνονται σε αγώνες και διαμάχες μεταξύ εθνών, τα οποία είναι διηρημένα από ανθρωποποιήτους φραγμούς.
ΑΠΟΔΙΔΟΝΤΑΣ «ΤΑ ΤΟΥ ΚΑΙΣΑΡΟΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΚΑΙΣΑΡΑ»
11, 12. Πώς ένας Χριστιανός αποδίδει «τα του Καίσαρος εις τον Καίσαρα»;
11 Εν τούτοις, οι μάρτυρες του Ιεχωβά εξακολουθουν να ζουν σε επικράτειες που κυβερνώνται από επίγειες κυβερνήσεις, στις οποίες ο Ιεχωβά επέτρεψε να συνεχίσουν την ύπαρξί τους ως τον καιρόν αυτόν. Εξηγώντας ο Ιησούς τη σχέσι του Χριστιανού προς τις κυβερνήσεις αυτές, εξέθεσε μια άλλη πολύ γνωστή αρχή: «Απόδοτε λοιπόν τα του Καίσαρος εις τον Καίσαρα, και τα του Θεού εις τον Θεόν.» (Ματθ. 22:21) Τα λόγια αυτά δείχνουν ότι οι επίγειες κυβερνήσεις (ή ο «Καίσαρ») μπορεί κατάλληλα να απαιτήσουν ωρισμένα καθήκοντα από τους Χριστιανούς υπηκόους των. Παραδείγματος χάριν, στο κατά Ματθαίον, κεφάλαιο 22, βλέπομε τον Ιησού να εξετάζη το ζήτημα της πληρωμής φόρων. Οι κυβερνήσεις παρέχουν πολλές υπηρεσίες στους ακολούθους του Χριστού, όπως στο πεδίον της εκπαιδεύσεως, στην κατασκευή δρόμων, στον έλεγχο της τηρήσεως του νόμου και της τάξεως μέσω της αστυνομίας και των δικαστηρίων, στην παροχή ύδατος, ηλεκτρισμού και άλλων εφοδίων, για τα οποία όλα πρέπει να πληρώνωμε. Έτσι οι Χριστιανοί «αποδίδουν» με συνείδησι αγαθή, μέσω φόρων κλπ., γι’ αυτές τις διάφορες υπηρεσίες.
12 Επιπρόσθετα, οι αληθινοί Χριστιανοί αποδεικνύονται νομοταγείς και γεμάτοι σεβασμό. Παραδείγματος χάριν, συμμορφώνονται με τους κανονισμούς που διέπουν την τροχαία κίνησι, μη οδηγώντας το αυτοκίνητο με υπερβολική ταχύτητα πέρα από ό,τι επιτρέπει ο νόμος, και αλλιώς συμμορφούμενοι προς τους κανονισμούς, που διέπουν την κανονική εύτακτη εργασία για τα προς το ζην. Ενεργώντας έτσι, δείχνουν, επίσης, σεβασμό για κείνους που διαχειρίζονται τα του νόμου. Τούτο είναι σε αρμονία με τα λόγια του αποστόλου Παύλου στην προς Ρωμαίους επιστολή, κεφάλαιο 13, εδάφια 6 και 7: «Επειδή δια τούτο πληρόνετε και φόρους . . . Απόδοτε λοιπόν εις πάντας τα οφειλόμενα· εις όντινα οφείλετε τον φόρον, τον φόρον· εις όντινα τον δασμόν, τον δασμόν εις όντινα τον φόβον, τον φόβον· εις όντινα την τιμήν, την τιμήν.»
13. Τι πράττουν οι μάρτυρες του Ιεχωβά όταν αντιμετωπίζουν αλλαγή μορφών κυβερνήσεων;
13 Ο Χριστιανός επιδιώκει αυτή την πορεία άσχετα με την κυβέρνησι που βρίσκεται στην εξουσία. Η κυβέρνησις μπορεί ν’ αλλάξη με το ν’ αναλάβη την εξουσία ένα διαφορετικό πολιτικό κόμμα. Εν τούτοις, οι μάρτυρες του Ιεχωβά συνεχίζουν την ίδια νομοταγή πορεία απέναντι της νέας κυβερνήσεως όπως ακριβώς έκαναν και με την παλαιά κυβέρνησι και αυτό θα εξακολουθήσουν να το πράττουν εφ’ όσον ο Θεός θα επιτρέπη να άρχουν επίγειες μορφές κυβερνήσεως.
ΑΠΟΔΙΔΟΝΤΑΙ «ΤΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΙΣ ΤΟΝ ΘΕΟΝ»
14. (α) Ποια πράγματα ανήκουν στον Θεό, που πρέπει να αποδοθούν σ’ αυτόν; (β) Εκεί που υπάρχει σύγκρουσις μεταξύ εκείνων που απαιτεί ο Θεός και εκείνων που ζητεί ο Καίσαρ, ποια πορεία λαμβάνει ο Χριστιανός; (γ) Ποια αρχή ακολούθησαν σχετικά με τούτο ο Πέτρος και οι απόστολοι;
14 Παρατηρήστε ότι ο Ιησούς είπε ότι ένας Χριστιανός έπρεπε ν’ αποδίδη, όχι μόνο «τα του Καίσαρος εις τον Καίσαρα», αλλά και «τα του Θεού εις τον Θεόν». Ο Ιεχωβά Θεός είναι ο Δημιουργός όλων των ζώντων πλασμάτων και επομένως η ζωή μας ανήκει σ’ αυτόν. Επειδή είναι ο Υπέρτατος στο σύμπαν και ο μόνος αληθινός Θεός, η λατρεία μας ανήκει σ’ αυτόν μόνο. Η αληθινή λατρεία του Θεού περιλαμβάνει σ’ αυτές τις έσχατες ημέρες τη δημοσία διακήρυξι του ονόματός του και το κήρυγμα ‘τούτου του ευαγγελίου της βασιλείας’. (Ναούμ 1:2· Ματθ. 24:14) Κατά καιρούς μπορεί να υπάρχη σύγκρουσις μεταξύ εκείνων που ο «Καίσαρ» ζητεί και εκείνων που ο Θεός απαιτεί. Τότε τι πρέπει να πράξη ο Χριστιανός; Η κατάλληλη πορεία για ν’ ακολουθήση κανείς, αν επιθυμή ν’ αποδείχθη ‘άξιος του ευαγγελίου’, διευκρινίζεται σαφώς σε μια περίπτωσι που περιελάμβανε Χριστιανούς του πρώτου αιώνος. Ο Πέτρος και μερικοί από τους άλλους αποστόλους είχαν φερθή ενώπιον του Ιουδαίου αρχιερέως, ο οποίος είπε σ’ αυτούς: «Δεν σας παρηγγείλαμεν ρητώς να μη διδάσκητε εν τω ονόματι τούτω; και ιδού, εγεμίσατε την Ιερουσαλήμ από της διδαχής σας, και θέλετε να φέρητε εφ’ ημάς το αίμα του ανθρώπου τούτου.» Απαντώντας ο Πέτρος και οι άλλοι απόστολοι είπαν: «Πρέπει να πειθαρχώμεν εις τον Θεόν μάλλον παρά εις τους ανθρώπους.» Αυτοί οι πρώτοι Χριστιανοί είδαν ότι στην περίπτωσι αυτή περιελαμβάνετο η λατρεία των και έτσι αρνήθηκαν να συμμορφωθούν με την ιδιαίτερη αυτή διαταγή του δικαστηρίου που τους διέτασσε να μη κηρύττουν. Το Υπόμνημα δείχνει ότι με πιστή αναγνώρισι του Υπερτάτου Νόμου του Θεού εξακολούθησαν το κήρυγμά των, «χαίροντες, ότι υπέρ του ονόματος αυτού ηξιώθησαν να ατιμασθώσι.»—Πράξ. 5:28, 29, 40-42.
15. Ποια διαγωγή πρέπει να εκδηλώνη ο Χριστιανός κάτω από διωγμό, σε αρμονία με το Ρωμαίους 12:12-21;
15 Αυτή ή εναντίωσις και ο διωγμός δεν έκαμαν τους αποστόλους να στραφούν εναντίον των εξουσιών εκείνων με φυσική αντεκδίκησι, ούτε, όταν ήσαν ενώπιον των δικαστηρίων, έδειχναν έλλειψι σεβασμού. Μάλλον, με αξιοπρέπεια και ηρεμία υπερήσπιζαν τη θέσι των, διατηρώντας την ακεραιότητά των με υπακοή στον νόμον του Ιεχωβά ως υπεράνω του νόμου των ανθρώπων. Ομοίως σ’ αυτές τις ημέρες, ακόμη, και εκεί που οι μάρτυρες του Ιεχωβά διώκονται, όπως στις Κομμουνιστικές χώρες, δεν ενώνονται αυτοί σε κάποια στασιαστικά κινήματα για να ανατρέψουν τις υπάρχουσες εξουσίες, αλλά, μάλλον, εξηγούν πιστά τη θέσι των ως δούλων του Θεού και ως μαρτύρων του εντεταλμένων να κηρύττουν για τη βασιλεία του. Με σταθερή πίστι στην ελπίδα ζωής στον νέο κόσμο μπορούν να υπομένουν αυτή τη θλίψι. Δεν επιτρέπουν στον εαυτό τους να πικραθή και να προσπαθήση ν’ ανταποδώση κακό στους άλλους για το κακό που γίνεται σ’ αυτούς. Μάλλον, προσπαθούν να εξακολουθήσουν να ζουν μ’ ένα ειρηνικό τρόπο και ακόμη προσπαθούν να βοηθήσουν τους εναντιουμένους να μάθουν την αλήθεια του λόγου του Θεού και να εύρουν ευλογία. Ο απόστολος γράφει: «Εις την ελπίδα χαίροντες· εις την θλίψιν υπομένοντες· εις την προσευχήν προσκαρτερούντες. . . . Ευλογείτε τους καταδιώκοντας υμάς· ευλογείτε, και μη καταράσθε. Εις μηδένα μη ανταποδίδετε κακόν αντί κακού· προνοείτε τα καλά ενώπιον πάντων ανθρώπων. Ει δυνατόν, όσον το αφ’ υμών, ειρηνεύετε μετά πάντων ανθρώπων. Μη εκδικήτε εαυτούς, αγαπητοί· αλλά δότε τόπον τη οργή· διότι είναι γεγραμμένον, “Εις εμέ ανήκει η εκδίκησις· εγώ θέλω κάμει ανταπόδοσιν, λέγει ο Ιεχωβά.” Εάν λοιπόν πεινά ο εχθρός σου, τρέφε αυτόν· εάν διψά, πότιζε αυτόν· διότι πράττων τούτο, θέλεις σωρεύσει άνθρακας πυρός επί την κεφαλήν αυτού. Μη νικάσαι υπό του κακού, αλλά νίκα δια του αγαθού το κακόν.»—Ρωμ. 12:12-21, ΜΝΚ.
16. Ποιο ήταν το αποτέλεσμα στους μάρτυρας του Ιεχωβά από το ν’ ακολούθουν τις Βιβλικές αρχές που εξητάσθησαν έως τώρα;
16 Ακολουθώντας ακριβώς τις αρχές, που εξητάσθησαν πιο πάνω στο κατά Ιωάννην 17:14-18, 21, 22, στο κατά Ματθαίον 22:21 και στις Πράξεις 5:28, 29, η κοινωνία Νέου Κόσμου των μαρτύρων του Ιεχωβά εχωρίσθη από τα έθνη του κόσμου μ’ έναν ειδικό τρόπο. Αυτοί αποτελούν πράγματι λαόν για το όνομα και τη βασιλεία του Ιεχωβά. Με υπακοή στα λόγια του Ιησού, που βρίσκονται στο κατά Ματθαίον 6:33, ‘ζητούν πρώτον την βασιλείαν του Θεού, και την δικαιοσύνην αυτού’.
17. Ποια απαίτησις για σωτηρία διευκρινίζεται στην προς Ρωμαίους επιστολή 10:10;
17 Το ν’ αποκριθούμε, λοιπόν, στην πρόκλησι των «αγαθών νέων» είναι άρα γε απλώς ζήτημα του να ενωθούμε με μια οργάνωσι σαν των μαρτύρων του Ιεχωβά, και να ενωθούμε με τις τάξεις των κηρύκων ‘του ευαγγελίου της βασιλείας’; Είναι, βέβαια, αληθινό ότι εκείνοι που θα ήθελαν ν’ αποκτήσουν ζωή στον νέο κόσμο του Ιεχωβά πρέπει να μετάσχουν της δημοσίας διακηρύξεως της αληθείας. «Διότι με την καρδίαν πιστεύει τις προς δικαιοσύνην, και με το στόμα γίνεται ομολογία προς σωτηρίαν.» (Ρωμ. 10:10) Είναι, λοιπόν, ορθόν, ένας που ακούει τα «αγαθά νέα» και πιστεύει σ’ αυτά, να επιδοθή στην απόκτησι ακριβούς γνώσεως της αληθείας με μελέτη της Γραφής για να μπορέση να λάβη μέρος σ’ αυτή τη δημοσία διακήρυξι της αληθείας. Ενεργώντας έτσι δείχνει την εκτίμησί του για τα «αγαθά νέα» καθώς επίσης την επιθυμία του να λατρεύη τον Ιεχωβά.
ΜΙΑ ΝΕΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΣ
18. Ποια μεγάλη αλλαγή στη ζωή μας απαιτεί το «ευαγγέλιον»;
18 Αλλά το «ευαγγέλιον της βασιλείας» απαιτεί μια ακόμη μεγαλύτερη αλλαγή στη ζωή μας. Πράγματι, ζητεί από μας να φέρομε ολόκληρη τη ζωή μας σε αρμονία με τις Βιβλικές αρχές
-
-
Υπομονετική Καρτερία Φέρει ΑμοιβέςΗ Σκοπιά—1963 | 15 Απριλίου
-
-
Υπομονετική Καρτερία Φέρει Αμοιβές
Ένας από τους μάρτυρας του Ιεχωβά από το Οχάιο ανεκοίνωσε την επόμενη πείρα σε μια συνέλευσι στο Πόιντ Πλέζαντ, της Δυτικής Βιργινίας, το 1962: «Πριν από δέκα έως δώδεκα περίπου έτη ειργαζόμουν σ’ ένα μικρό χωριό, όπου εγνώριζα σχεδόν τον καθέναν, και ο καθένας εγνώριζε εμένα. Όταν έκρουσα σε μια θύρα, η κυρία είπε, ‘Ελάτε μέσα. Ανήκω στους Αντβεντιστάς της Εβδόμης ημέρας και ουδέποτε ήλθε σπίτι μου ένας από τους μάρτυρας του Ιεχωβά. Πραγματικά, δεν θα σας άφηνα να εισέλθετε, αν δεν σας εγνώριζα. Γνωρίζω αρκετά περί της Γραφής ώστε να ξέρω ότι μόνον μια αλήθεια υπάρχει, μόνο μια θρησκεία που αναγνωρίζει ο Θεός. Δεν μπορούμε και οι δύο να έχομε δίκιο. Εγώ θέλω την αλήθεια, και δεν προσέχω από ποια θρησκεία έρχεται. Αν η θρησκεία μου δεν μπορή ν’ ανθέξη σε οποιαδήποτε δοκιμή, δεν αξίζει πολύ’. Εσυμφώνησα, ‘Δεν μπορούμε και οι δυο να έχωμε δίκιο. Όπως και σεις, θέλω μια θρησκεία που να μπορή ν’ ανθέξη σε οποιαδήποτε δοκιμή’.
»Έτσι, πάνω στη βάσι αυτή άρχισε μια Γραφική μελέτη στο βιβλίο ‘Έστω ο Θεός Αληθής’. Επηγαίναμε ωραία επί μια χρονική περίοδο, ωσότου ήλθαμε στο κεφάλαιο περί του σαββάτου. Στη διάρκεια των επομένων έξη έως οκτώ ετών το άτομο αυτό εσταμάτησε και κατόπιν επανέλαβε τη μελέτη πολλές φορές, το δε κεφάλαιο περί του σαββάτου εμελετήθη ίσως δέκα ή και περισσότερες φορές με διαφόρους Μάρτυρας. Στη διάρκεια των παρελθόντων πέντε ή έξη ετών ήρχετο στην Αίθουσα Βασιλείας αραιά και πού. Ποτέ κάνεις δεν ήξευρε ποιος την συνώδευε· πιθανώς ο σύζυγος της, αδελφή, κόρη ή άλλος συγγενής, ή ένας από τους γείτονες. Κατά το 1960, άρχισε να κηρύττη τ’ αγαθά νέα της Βασιλείας μαζί μου. Είναι μια τακτική ευαγγελιζομένη. Τον Σεπτέμβριο του 1962, αυτή και η αδελφή της εβαπτίσθησαν. Σήμερα μία από τις μεγαλύτερες χαρές μου είναι να την ακούω να εξηγή το σάββατο από τη Βίβλο σε κάποιο άτομο καλής θελήσεως».
-