Διατήρησις Ισορροπημένης Απόψεως Απέναντι των Αποκοπτομένων
1, 2. (α) Γιατί μια Χριστιανική εκκλησία ορθώς ενεργεί απέναντι εκείνων που ασκούν μια ανήθικη επιρροή ανάμεσα της, και ποιοι φέρουν ιδιαίτερη ευθύνη σ’ αυτό το ζήτημα; (β) Τι παράλληλοι κίνδυνοι υπάρχουν στον χειρισμό αυτών των ζητημάτων;
ΟΛΙΓΗ ζύμη κάνει όλον το φύραμα ένζυμον. Το ίδιο μπορεί και μια ανήθικη επιρροή να εισχωρήση και να διαφθείρη μια ολόκληρη εκκλησία. Ορθόν είναι κάθε εκκλησία να θέλη να προστατευθή από μια τέτοια επιρροή, οι δε πρεσβύτεροι της εκκλησίας ιδιαίτερα πρέπει να ενδιαφέρωνται να το πράττουν αυτό.—1 Κορ. 5:6· Πράξ. 20:28-30.
2 Υπάρχει πραγματικός κίνδυνος αν είμεθα χαλαροί σ’ αυτό το ζήτημα, όπως η εκκλησία της Κορίνθου ήταν χαλαρή απέναντι ενός παραβάτου ανάμεσά τους, παραλείποντας ν’ αναλάβη ενέργεια για να καθαρίση αυτή την κακή επιρροή. Αλλά υπάρχει κι ένας παράλληλος κίνδυνος. Ποιος; Ο κίνδυνος να πάμε πολύ μακρυά προς την άλλη κατεύθυνσι, πηγαίνοντας από την χαλαρότητα στην αυστηρότητα και τη σκληρότητα.
3, 4. Ποιο είναι το νόημα των λόγων του Παύλου στο εδάφιο 2 Κορινθίους 2:11;
3 Μπορούμε να σημειώσωμε την προειδοποίησι που δίδεται από τον απόστολο Παύλο στη δεύτερη προς Κορινθίους επιστολή του, προφανώς (σύμφωνα με τα συμφραζόμενα) εν σχέσει με τον αμαρτήσαντα που περιγράφεται στην πρώτη του επιστολή, τον οποίον παρουσιάσθηκε ανάγκη ν’ απομακρύνουν από ανάμεσά τους.’ (1 Κορ. 5:1-5, 13) Σ’ εκείνη την περίπτωσι αυτός ο παραβάτης προφανώς μετενόησε. Ο Παύλος, αφού είπε ότι η εκκλησία μπορούσε να τον συγχωρήση για τη θλίψι που προξένησε σε όλους ως εκκλησία, προχώρησε και είπε, «δια να μη υπερισχύση καθ’ ημών ο Σατανάς· διότι δεν αγνοούμεν τα διανοήματα αυτού.» (2 Κορ. 2:5-11) Τι εννοούσε ο απόστολος με αυτό;
4 Τα «διανοήματα» του Σατανά είναι να καταβροχθίση οποιονδήποτε από τους δούλους του Θεού μπορεί, και γι’ αυτό περιέρχεται «ως λέων ωρυόμενος» για να εκπληρώση αυτόν τον σκοπό. (1 Πέτρ. 5:8) Εκείνος που είχε αποκοπή στην Κόρινθο ‘παραδόθηκε’ στο Σατανά με την έννοια ότι απεβλήθη από την εκκλησία και έτσι ρίφθηκε έξω στον κόσμο που είναι κάτω από την κυριαρχία του Σατανά. (1 Κορ. 5:5· Πράξ. 26:18· 1 Ιωάν. 5:19) Όπως «ολίγη ζύμη» κάνει όλο το «φύραμα» ένζυμο, έτσι αυτός ο άνθρωπος υπήρξε ‘η σαρξ’ δηλαδή το σαρκικό στοιχείο μέσα στην εκκλησία. Με την απομάκρυνσι αυτού του αιμομίκτου η πνευματικόφρων εκκλησία κατέστρεψε την ‘σάρκα’ από ανάμεσά της. Τώρα το σχέδιο ή ο σκοπός του Σατανά θα ήταν να κρατήση αυτή τη λεία του ώσπου να κατορθώση να καταβροχθίση τελείως τον άνθρωπο, καταστρέφοντας τον πνευματικώς. Αν η εκκλησία, μολονότι με όλη την καλή συνείδησι, εφυλάγετο υπερβολικά και δίσταζε να δεχθή πάλι αυτόν που τώρα αληθινά μετενόησε, επιβραδύνοντας χωρίς λόγο την επανένταξί του αυτό θα ευνοούσε τον σκοπό του Αντιδίκου. (Παράβαλε 2 Κορινθίους 2:7.)
5, 6. (α) Σχετικά μ’ εκείνους που απεκόπησαν, ποια εσφαλμένη στάσι πρέπει ν’ αποφεύγουν οι Χριστιανοί πρεσβύτεροι και τα μέλη της εκκλησίας; (β) Αναφέρατε παράδειγμα.
5 Οι πρεσβύτεροι των εκκλησιών, καθώς και ατομικά, τα μέλη μιας εκκλησίας, πρέπει να φυλάγωνται από το ν’ αναπτύσσουν μια στάσι που πλησιάζει εκείνη την οποία μερικοί Ιουδαίοι ραββινικοί συγγραφείς υπεδαύλιζαν απέναντι των εθνικών θεωρώντας τους ως πραγματικούς εχθρούς. Σωστό είναι να μισούμε το κακό που διέπραξε ένας αποκομμένος, αλλά δεν είναι σωστό να μισούμε το άτομο, ούτε είναι ορθό να συμπεριφερώμεθα σ’ αυτά τα άτομα με απάνθρωπο τρόπο. Όπως σημειώθηκε ανωτέρω μερικά ραββινικά συγγράμματα διετείνοντο ότι ακόμη και σε κίνδυνο θανάτου αν ευρίσκετο ένας εθνικός, δεν έπρεπε να του παρασχεθή καμμιά βοήθεια. Υποθέστε λοιπόν ότι ένα μέλος της Χριστιανικής εκκλησίας πλέοντας με τη βάρκα σε μια λίμνη, βλέπει μια άλλη βάρκα όπου είναι ένα αποκομμένο άτομο ν’ ανατρέπεται, ρίχνοντας στη θάλασσα τον αποκομμένο ο οποίος αγωνίζεται να κρατηθή στην επιφάνεια του νερού. Θα μπορούσε ο Χριστιανός ν’ αγνόηση τον κίνδυνον αυτού του ανθρώπου ν’ απομακρυνθή κωπηλατώντας και να αισθάνεται απηλλαγμένος από ενοχήν ενώπιον του Θεού—επειδή αυτός που κινδυνεύει να πνιγή είχε αποκοπή και θεωρείται ως «εθνικός»; Ασφαλώς όχι. Αυτό θα ήταν σκληρό και απάνθρωπο. Δεν μπορούμε να φαντασθούμε ότι ο Χριστός Ιησούς θα το έκανε αυτό· ούτε κανένας άλλος Ιουδαίος του πρώτου αιώνος που είχε μια ισορροπημένη άποψι θα εφέρετο έτσι απέναντι ενός εθνικού ή τελώνου που θα ευρίσκετο σε τέτοια κατάστασι.
6 Αλλά σκεφθήτε μια λιγώτερο επικίνδυνη κατάστασι. Τι θα γίνη αν μια γυναίκα που είχε αποκοπή επρόκειτο να παρακολουθήση μια συνάθροισι εκκλησίας και φεύγοντας από την αίθουσα εύρισκε το αυτοκίνητό της, σταθμευμένο εκεί κοντά, να έχη ξεφουσκωμένο ένα λάστιχο; Τα άρρενα μέλη της εκκλησίας, βλέποντας την κατάστασί της, θα ηρνούντο να την βοηθήσουν, αφήνοντας ίσως κάποιο κοσμικό άτομο να έλθη και να την βοηθήση; Και αυτό επίσης θα ήταν χωρίς λόγο αφιλάγαθο και απάνθρωπο. Ωστόσο παρουσιάσθηκαν καταστάσεις σαν αυτές, ίσως με όλη την καλή συνείδησι, που ωφείλοντο, όμως, σε έλλειψι ισορροπίας απόψεων.
7. Τι μπορούμε να μάθωμε από το παράδειγμα του Ιεχωβά Θεού σ’ αυτό το ζήτημα;
7 Αν μιμούμεθα τον ουράνιο Πατέρα μας, θα ενθυμούμεθα ότι αυτός έδειξε κάποια διακριτικότητα στο πρώτο ανθρώπινο ζεύγος μετά την αποκοπή των στην Εδέμ, προμηθεύοντάς τους μέσα ενδύσεως. (Γέν. 3:21) Αυτό ήταν μια παρ’ αξίαν αγαθότης σ’ αυτούς. Όπως ο Ιησούς «υπενθύμισε στους μαθητάς του, ο Ιεχωβά Θεός «ανατέλλει τον ήλιον αυτού επί πονηρούς και αγαθούς, και βρέχει επί δικαίους και αδίκους.» (Ματθ. 5:45) Ο απόστολος Παύλος ετόνισε ότι, παρά την ανεξάρτητη πορεία που έλαβαν τα έθνη αντίθετα στην οδόν του Θεού, ο Ιεχωβά ‘δεν αφήκε αμαρτύρητον εαυτόν, αγαθοποιών, δίδων εις αυτά ουρανόθεν βροχάς και καιρούς καρποφόρους, γεμίζων τροφής και ευφροσύνης τας καρδίας αυτών.’ (Πράξ. 14:16, 17) Ώστε, το να ‘μη συναναστρεφώμεθα’ ένα άτομο ή να το μεταχειριζώμεθα ως ‘εθνικόν,’ δεν μας εμποδίζει να είμεθα ευγενείς, περιποιητικοί, διακριτικοί και ανθρωπισταί.
ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
8. (α) Τι σημαίνει η Ελληνική έκφρασις συναναμίγνυμι, που χρησιμοποιείται από τον απόστολο Παύλο στα εδάφια 1 Κορινθίους 5:9, 11 (Κείμενον) ; (β) Τι σημαίνει να έχωμε επικοινωνία με ένα άλλον; (γ) Μήπως είναι επικοινωνία με παραβάτας το να τους προτρέπωμε να μετανοήσουν;
8 Η Ελληνική έκφρασις που χρησιμοποιείται από τον Παύλο για τη συναναστροφή είναι το ρήμα συναναμίγνυμι [Κείμενον], που σημαίνει αναμιγνύομαι. Το βασικό ρήμα (μίγνυμι) χρησιμοποιείται στο εδάφιο κατά Ματθαίον 27:34 για να περιγράψη την ανάμιξι του οίνου με χολή, και στο Λουκά 13:1 για να περιγράψη την ανάμιξι αίματος με θυσίες από τον Πιλάτο. Σημαίνει λοιπόν μια πραγματική ανάμιξι ή ανακάτεμα, μια ένωσι σε ένα συνδυασμό ή μίγμα. Το να ‘αναμιγνυώμεθα’ με τους άλλους θα εσήμαινε ότι υπάρχει επικοινωνία μεταξύ μας. Η Αγγλική λέξις fellowship σημαίνει επικοινωνία, συναναστροφή, φιλικότητα, ότι υπάρχει ταυτότης (δηλαδή κοινή και αμοιβαία συμμετοχή) συμφερόντων, αισθημάτων, κλπ. (Παγκόσμιος Λεξικολογία) Το να συναναστρεφώμεθα λοιπόν ένα άλλον σημαίνει ότι δεχόμεθα τον άλλον ότι έχει την ίδια γνώμη μ’ εμάς, ότι ενδιαφέρεται για τις απόψεις μας και τις δέχεται, μετέχοντας σ’ αυτές μ’ ένα ειλικρινή και ευνοϊκό τρόπο. Το να έχωμε πνευματική επικοινωνία μ’ έναν άλλο θα ήταν πραγματικά σαν να έχωμε μια πνευματική ‘ψυχαγωγία’ Αλλ’ όταν προτρέπωμε ένα άτομο να μετανοήση, δεν συνδεόμεθα μαζί του φιλικά· δεν έχομε επικοινωνία· δεν μετέχομε με αυτό σε μια ανάρμοστη στάσι και σ’ ένα απρεπές αίσθημα που ίσως έχει δείξει, αλλ’ αντιθέτως, φερόμεθα σ’ αυτό σαν σ’ έναν άνθρωπο που έχει ανάγκη διορθώσεως.
9. (α) Ποιο στοιχείο καθορίζει το αν θα ήταν κατάλληλο για ένα πρεσβύτερο της εκκλησίας να πη λίγα λόγια προτροπής σ’ ένα αποκομμένο άτομο που συναντά; (β) Γιατί θα μπορούσε ο πρεσβύτερος ορθώς να παροτρύνη έναν αποκομμένο ο οποίος δεν ακολουθεί την πορεία που περιγράφεται στα εδάφια 2 Ιωάννου 7-11;
9 Τι θα πούμε λοιπόν αν ένας πρεσβύτερος εκκλησίας επρόκειτο να συναντηθή μ’ ένα αποκομμένο άτομο ίσως στο δρόμο, στην κοσμική εργασία του ή κάπου αλλού; Μήπως ο πρεσβύτερος θα ενεργούσε αντίθετα με την ενέργεια αποκοπής που έκαμε η εκκλησία, αν μιλούσε σ’ αυτό το άτομο και το προέτρεπε να μετανοήση και να ζητήση να συνδιαλλαγή και πάλι με τον ουράνιο Πατέρα του; Οι περιστάσεις διέπουν τα πράγματα. Φυσικά, αν αυτός που απεκόπη ακολουθούσε μια πορεία σαν εκείνη των ψευδοδιδασκάλων και προπαγανδιστών που περιγράφεται στην επιστολή 2 Ιωάννου 7-11, προσπαθώντας εσκεμμένα να επηρεάση τους άλλους με ψευδείς διδασκαλίες ή ανήθικες πράξεις, ο πρεσβύτερος δεν θα έπρεπε να κάμη τίποτε μ’ ένα τέτοιον. Αλλά όλοι όσοι ξαναπίπτουν σ’ έναν αμαρτωλό δρόμο δεν γίνονται πλάνοι και αντίχριστοι. Αν λοιπόν αυτός δεν είναι από αυτή την τάξι, δεν θα έπρεπε το παράδειγμα του Ιεχωβά Θεού να καμη τον πρεσβύτερο να πη λίγα λόγια που να προτρέπουν τον αποκομμένο να ζητήση να επανακτήση την καλή στάσι του με τον Θεό; Όχι μόνον δεν θα ήταν σε αντίθεσι με την αποκοπή που έγινε, άλλα με τα λόγια της προτροπής του ο πρεσβύτερος πραγματικά θα έδειχνε την υποστήριξι αυτής της πράξεως της αποκοπής ως ορθής και αναγκαίας.
10-12. (α) Μήπως όλοι οι αποκομμένοι εξακολουθούν να εκδηλώνουν τα χαρακτηριστικά ή τους τρόπους που τους καθιστούν σαν τη «ζύμη»; Αναφέρατε παράδειγμα. (β) Ποιες περιστάσεις πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπ’ όψιν που θα επηρεάσουν την ορθή στάσι μας απέναντι των αποκομμένων; (γ) Πώς η παραβολή του ασώτου υιού αποδεικνύει αυτή την κατανόησι των πραγμάτων;
10 Μπορούμε επίσης να σημειώσωμε ότι στο εδάφιο 1 Κορινθίους 5:11 ο απόστολος προειδοποιεί να φυλαγώμεθα από συναναστροφή μ’ έναν ο οποίος είναι πόρνος ή κάνει κάποια άλλη σοβαρή αδικοπραγία. Τι θα λεχθή όμως για εκείνον ο οποίος απεκόπη επειδή ήταν τέτοιου είδους άτομον αλλ’ ο οποίος κατόπιν, μετά από ένα βραχύ ή μακρό διάστημα χρόνου, παρέχει συνεπή απόδειξι διακοπής αυτής της κακής πράξεως; Μπορεί να λεχθή ότι αυτός ή αυτή είναι ακόμη μοιχός ή μοιχαλίς ή οτιδήποτε άλλου είδους παραβάτης που έκαμε αυτό το άτομο να είναι σαν «ζύμη» στην εκκλησία;
11 Λόγου χάριν, ένας νέος που απεκόπη λόγω πορνείας μπορεί κατόπιν να νυμφευθή, να δημιουργήση οικογένεια και να διάγη μια έντιμη ζωή. Ή ένας που είχε αποκοπή λόγω μέθης μπορεί να εγκατέλειψε αυτή τη συνήθεια και αν πίνη διόλου, μπορεί να το κάνη με μετριότητα. Με αυτές τις αλλαγές τα άτομα αυτά τώρα επανακτούν τον σεβασμό της κοινότητος. Αυτοί μπορεί να μη εζήτησαν ακόμη επισήμως να επανέλθουν στην εκκλησία. Αλλά μήπως δεν υπάρχει μια φανερή διαφορά μεταξύ αυτών και των άλλων οι οποίοι συνεχίζουν τις παραβάσεις των οι οποίες προκάλεσαν την αποκοπή των; Εκείνοι που εγκαταλείπουν τις κακές συνήθειες μπορεί να εκδηλώνουν ακόμη κάποια εκτίμησι για τη Χριστιανική αλήθεια, ίσως μάλιστα και να υπερασπίζουν την αληθινή Χριστιανική εκκλησία όταν κάποιος λέγει κακά εναντίον της. Δεν πρέπει αυτές οι περιστάσεις να ληφθούν σοβαρά υπ’ όψιν και να επηρεάσουν τη στάσι μας ως εκκλησία απέναντι αυτών των ατόμων;
12 Ασφαλώς αν ο άσωτος υιός της παραβολής επέστρεφε στο σπίτι του μεθυσμένος, και σέρνοντας μαζί του μια από τις πόρνες συντρόφισσές του, η στάσις του πατέρα δεν θα ήταν η ίδια. Αλλ’ ο πατέρας είχε λόγο να πιστεύη ότι ο γυιος ερχόταν μ’ ένα ορθό ελατήριο και αντί να υποπτευθή το χειρότερο, ήλπισε το καλύτερο και βγήκε να προϋπάντηση τον πλανεμένο γυιο του.
13. (α) Ποια απόδειξις μετανοίας είναι ανώτερη από τα λόγια, όπως φαίνεται από τις δηλώσεις του Ιωάννου του Βαπτιστού και του αποστόλου Παύλου; (β) Πώς αυτή η αρχή εφαρμόζεται στην περίπτωσι ενός αποκομμένου ατόμου;
13 Σήμερα, επίσης, πρέπει να κατανοήσωμε ότι μια από τις πιο καλές αποδείξεις μετανοίας είναι όχι μόνο τα λόγια που εκτίθενται τυπικά, αλλά τα έργα. (Παράβαλε με 1 Ιωάννου 3:18) Όταν ωρισμένα άτομα ήλθαν στον Ιωάννη τον Βαπτιστή (ο οποίος εβάπτιζε άτομα ως σύμβολο μετανοίας για συγχώρησι αμαρτιών), ο Ιωάννης δεν θεωρούσε την επίσημη πράξι των ως τον πιο σπουδαίο παράγοντα από όλους που εχρειάζοντο. Αντιθέτως, τους έλεγε να πάνε και ‘να κάμουν καρπούς αξίους της μετανοίας,’ και ανέφερε παραδείγματα αυτών των καρπών ή καλών έργων, όπως το να είναι σπλαγχνικοί και γενναιόδωροι, να εγκαταλείπουν την απάτη και τον εκβιασμό, να μη ενοχλούν κανένα και να μη συκοφαντούν. (Ματθ. 3:7, 8· Λουκ. 3:7-14) Ο απόστολος Παύλος ομοίως παρώτρυνε τους ανθρώπους «να μετανοώσι και να επιστρέφωσιν εις τον Θεόν, πράττοντες έργα άξια της μετανοίας.» (Πράξ. 26:20) Όταν λοιπόν ένα άτομο, που είχε αποκοπή, παύση την κακή του πράξι που έκαμε την εκκλησία να τον απομακρύνη ως «ζύμη,» αυτή η αλλαγή μπορεί να θεωρηθή τουλάχιστον σαν κάποια ένδειξις ότι αυτός μετεστράφη και μετενόησε από την προηγούμενη πορεία του.—Πράξ. 3:19.
14. Με ποιον άλλο τρόπο μπορεί ένας αποκομμένος να εκδηλώση ‘καρπούς αξίους μετανοίας’ και σε ποιες περιστάσεις θα θεωρούσε καλό ένας πρεσβύτερος να πλησιάση ένα τέτοιο άτομο;
14 Εκείνος που απεκόπη μπορεί επίσης να δώση κάποια απόδειξι ‘καρπών αξίων μετανοίας’ με το να έρχεται στις Χριστιανικές συναθροίσεις που είναι ανοιχτές για το κοινόν. Και πάλι, αν αυτό το άτομο έρχεται εκεί για να υπεράσπιση ή να δικαιολογήση μια εσφαλμένη πορεία και να προσπαθήση να παρασύρη τους άλλους σε μια αντιγραφική άποψι, αυτό το άτομο ταιριάζει με την περιγραφή που γίνεται στην επιστολή 2 Ιωάννου 7-11. Αλλ’ εκεί όπου δεν υπάρχει μια τέτοια προσπάθεια, δεν θα ήταν ανάρμοστο με τη Γραφική συμβουλή για ένα πρεσβύτερο να το πλησιάση (παρατηρώντας ίσως την παρουσία του στις συναθροίσεις κατ’ επανάληψιν) και να του πη λίγα λόγια ενθαρρυντικά έχοντας υπ’ όψιν να επιτύχη μια πνευματική θεραπεία και πλήρη αποκατάστασί του ως επιδοκιμασμένου μέλους της εκκλησίας.—Ιακ. 5:19, 20.
15. Όταν ένα άτομο που απεκόπη δυσκολεύεται σοβαρά να πραγματοποιήση την επιθυμία του να παρακολουθή συναθροίσεις, τι θα μπορούσε κατάλληλα να γίνη;
15 Σε μερικές περιπτώσεις εκείνος που απεκόπη μπορεί να έχη ένα πραγματικό εμπόδιο για να πάη σ’ αυτές τις Χριστιανικές συναθροίσεις, μολονότι έχει την επιθυμία να το πράξη. Ο τόπος της συναθροίσεως μπορεί ν’ απέχη πολύ και μπορεί να μην εξυπηρετήται με τη δημόσια συγκοινωνία. Ή άλλες προσωπικές και ίσως φυσικές περιστάσεις μπορεί ν’ αποτελούν σοβαρό εμπόδιο για την παρακολούθησι συναθροίσεων. Σε μια περίπτωσι μια γυναίκα που είχε αποκοπή εδαπάνησε οκτώ δολλάρια πληρώνοντας ένα ταξί για να πάη σε μια συνάθροισι. Επληροφόρησε τους πρεσβυτέρους ότι ήθελε να παρακολουθή συναθροίσεις, αλλά οικονομικώς δεν ήταν σε θέσι να εξακολουθήση να έρχεται ξοδεύοντας τόσα χρήματα. Απέδειξε μάλιστα την γνησιότητα της επιθυμίας της μια Κυριακή με το να πεζοπορήση όλη αυτή την άπόστασι. Αν μέλη της εκκλησίας την έβλεπαν να πεζοπορή μια τόσο μεγάλη απόστασι για να πάη στον τόπο της συναθροίσεως και είχαν θέσι στο αυτοκίνητό τους να την τακτοποιήσουν, δεν θα ήταν ανθρωπιστικό να την βοηθήσουν;
16. Γιατί είναι αναγκαία η προφύλαξις σε τέτοιες διευθετήσεις, και γι’ αυτό τίνος συμβουλή πρέπει λογικά να ζητήται;
16 Φυσικά, εκεί όπου δεν υπάρχει απόδειξις ‘καρπών αξίων μετανοίας’ και είναι γνωστό ότι το άτομο συνεχίζει μια ανήθικη πορεία, αυτό θα άλλαζε τα πράγματα, εφόσον η παροχή μέσου μεταφοράς ή άλλη κανονική βοήθεια σ’ ένα τέτοιο άτομο θ’ απέβαινε αιτία μομφής για την εκκλησία από την κοινότητα. Γι’ αυτόν το λόγο, όταν μέλη εκκλησιών γνωρίζουν κάποιον ο οποίος είχε αποκοπή και ο οποίος προφανώς έχει ανάγκη βοηθείας και επιθυμεί να την λάβη για να μπορή να παρακολουθή συναθροίσεις, καλά θα κάμουν να ζητούν τη συμβουλή των πρεσβυτέρων της εκκλησίας προτού κάμουν οι ίδιοι κάποια διευθέτησι.—1 Πέτρ. 2:12· 3:16.
ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΚΥΚΛΟ
17. Ποιες Γραφικές υποχρεώσεις και σχέσεις παραμένουν σε ισχύ μέσα στον οικογενειακό κύκλο παρά τις ενέργειες αποκοπής;
17 Επειδή οι εξ αίματος και αγχιστείας συγγένειες δεν διαλύονται με την εκκλησιαστική ενέργεια της αποκοπής, η κατάστασις μέσα στον οικογενειακό κύκλο απαιτεί ειδική εξέτασι. Μια γυναίκα της οποίας ο σύζυγος έχει αποκοπή δεν απαλλάσσεται από τη Γραφική απαίτησι να τον σέβεται ως συζυγική κεφαλή. Μόνο ο θάνατος ή το Γραφικό διαζύγιο από ένα σύζυγο επιφέρει αυτή την απαλλαγή. (Ρωμ. 7:1-3. Μάρκ. 10:11, 12) Ένας σύζυγος ομοίως δεν απαλλάσσεται από το ν’ αγαπά τη σύζυγό του ως ‘μία σάρκα’ με αυτόν έστω και αν εκείνη αποκοπή. (Ματθ. 19:5, 6· Εφεσ. 5:28-31) Οι γονείς ομοίως παραμένουν κάτω από την εντολή ‘ν’ ανατρέφουν τα τέκνα των εν παιδεία και νουθεσία του Ιεχωβά’ έστω και αν ένας βαπτισμένος γυιος ή μια θυγατέρα που είναι ακόμη ανήλικος έχει αποκοπή. (Εφεσ. 6:4) Και οι γυιοι και οι θυγατέρες οποιασδήποτε ηλικίας, παραμένουν κάτω από την υποχρέωσι να τιμούν τον πατέρα των και την μητέρα των έστω και αν ο ένας απ’ αυτούς ή και οι δύο μπορεί να είναι αποκομμένοι. (Ματθ. 15:4. Εφεσ. 6:2) Αυτό δεν είναι δύσκολο να το καταλάβωμε αν λάβωμε υπ’ όψιν το γεγονός ότι, σύμφωνα με τις Γραφές, ακόμη και οι πολιτικοί αξιωματούχοι του κόσμου τούτου πρέπει να τυγχάνουν τιμής από τους Χριστιανούς.—Ρωμ. 13:1, 7.
18. Πώς μπορούν οι γονείς να εκτελέσουν την υποχρέωσί των να ανατρέφουν τα τέκνα τους εν παιδεία και νουθεσία του Ιεχωβά και ωστόσο να σέβωνται την ενέργεια της αποκοπής από την εκκλησία;
18 Τα μέλη των οικογενειών μπορούν να εκτελούν αυτές τις Γραφικές υποχρεώσεις και ωστόσο να μη φαίνωνται ότι δεν συμφωνούν με μια εκκλησιαστική ενέργεια αποκοπής ενός από τον οικογενειακό κύκλο. Αυτό το πράττουν με το να μη επικοινωνούν πνευματικά με το αποκομμένο μέλος. Αλλά πώς μπορούν τότε οι γονείς να εκτελέσουν την εντολή να ανατρέφουν τα τέκνα των σε αρμονία με τον Λόγο του Θεού όταν ένα απ’ αυτά τα τέκνα έχη αποκοπή; Μπορούν ακόμη να χρησιμοποιούν τον Λόγο του Θεού ή άλλα βιβλία που εξετάζουν την Αγία Γραφή για την εκπαίδευσι του γυιου ή της θυγατρός αλλά τα χρησιμοποιούν αυτά μ’ ένα τρόπο διορθώσεως, όχι σαν να έχουν μια πνευματική ‘ψυχαγωγία’ μ’ ένα τέτοιο παιδί όπως θα μπορούσαν να έχουν με τα άλλα παιδιά των. Ο τρόπος του χειρισμού αυτού είναι ζήτημα των γονέων. Αυτό δεν απαιτεί αφιλάγαθο τρόπο, αλλά οι γονείς δεν έχουν μ’ ένα αποκομμένο γυιο ή θυγατέρα την ίδια επιδοκιμασμένη πνευματική σχέσι που έχουν με τα άλλα τέκνα. Ο αποκομμένος γυιος ή η θυγατέρα πρέπει να παροτρύνωνται να παρακολουθούν την οικογενειακή μελέτη της Γραφής για να λαμβάνουν τη «νουθεσία του Ιεχωβά.»
19. Πώς μπορεί ένας έγγαμος Χριστιανός να συμβάλη στην επανένταξι του αποκομμένου συζυγικού συντρόφου του χωρίς να είναι εκτός αρμονίας με την ενέργεια αποκοπής από την εκκλησία;
19 Ομοίως, όταν ο σύντροφος ενός ατόμου αποκοπή, ο άλλος σύντροφος, ως «μία σαρξ» με τον αποκομμένον, μπορεί ορθώς να πράττη ό,τι μπορεί για να τον φέρη σε μετάνοια και αποκατάστασι στην εκκλησία. Η αποχή από πνευματική επικοινωνία δεν αποκλείει τη χρησιμοποίησι της Αγίας Γραφής ή άλλων βιβλίων που επεξηγούν τη Γραφή, διότι όπως είδαμε, η επικοινωνία σημαίνει αμοιβαιότητα αισθημάτων και απόψεων, μια φιλική ισότητα. Αν ο σύντροφος με καλή στάσι χρησιμοποιή τον Λόγο του Θεού ή τα βιβλία που βασίζονται σ’ αυτόν σαν ένα καθαρό, επανορθωτικό και διορθωτικό μέσον, αυτό δεν θα ήταν μια τέτοια επικοινωνία. Έτσι, ένας σύζυγος που εσχεδίαζε να κάμη κάποια ανάγνωσι Γραφικής ύλης θα μπορούσε να ενθαρρύνη μια αποκομμένη σύζυγο ν’ ακούση αυτή την ανάγνωσι. Η μια σύζυγος, της οποίας ο σύζυγος είναι αποκομμένος, θα μπορούσε να τον παρακαλέση αν θα ήταν διατεθειμένος ν’ ακούση ενόσω εκείνη θα έκανε μια τέτοια ανάγνωσι. Φυσικά, θα μπορούσε να προκύψη συζήτησις απ’ αυτή την ανάγνωσι. Αν συμβή αυτό, τότε η αποχή από επικοινωνία μ’ έναν πνευματικό τρόπο διατηρείται φροντίζοντας να μη υπάρξη συμμετοχή σε κανένα άδικο αίσθημα ή στάσι που εκδηλώνεται από τον αποκομμένο, ούτε καμμιά προθυμία να γίνη δεκτή η δικαιολογία της αδίκου πράξεως που ωδήγησε στην αποκοπή. (Βλέπε βιβλίον Οργάνωσις για Κήρυγμα της Βασιλείας και Μαθήτευσις, σελίς 172.)
20. (α) Το να επιτραπή σ’ ένα ανήλικο γυιο ή θυγατέρα να επιστρέψη στο σπίτι μήπως απαιτεί κατ’ ανάγκην την απομάκρυνσι του πατέρα από υπεύθυνη θέσι στην εκκλησία; Τι είναι εκείνο που επηρεάζει; (β) Τι θ’ αμφισβητούσε τη σκοπιμότητα της συνεχίσεώς του σ’ αυτή την υπεύθυνη θέσι;
20 Σε μερικές περιπτώσεις ένας ανήλικος γυιος ή θυγατέρα μπορεί ν’ αποκοπή για κάποια ανήθικη πορεία και να εγκαταλείψη το σπίτι. Αργότερα μπορεί να αναθεώρηση τη στάσι του και να ζητήση την άδεια να επιστρέψη στο σπίτι. Αν θα επιτραπή αυτό, είναι ζήτημα των γονέων, και ιδιαίτερα του πατέρα ν’ αποφασίση. Όπου ο γυιος ή η θυγατέρα εκφράζει τη θέλησι να σεβασθή την εξουσία των γονέων, ο πατέρας μπορεί ν’ αποφασίση να επιτρέψη αυτή την επιστροφή και να την χρησιμοποιήση σαν ένα μέσον για επίτευξι της πιθανής αποκαταστάσεως του γυιου ή της θυγατρός. Αν ο πατέρας είναι πρεσβύτερος ή διακονικός υπηρέτης, αυτό δεν θ’ απαιτήση κατ’ ανάγκην την απομάκρυνσί του απ’ αυτή τη θέσι ενόσω αυτός διατηρεί ακόμη τον σεβασμό της εκκλησίας. Φυσικά, αν ο γυιος ή η θυγατέρα θέλουν να επιστρέψουν και ωστόσο συνεχίζουν τις ανήθικες πράξεις των που ωδήγησαν σε αποκοπή, ο πατέρας δεν θα εθεωρείτο ότι επιβλέπει καλά τα πνευματικά συμφέροντα της οικογένειάς του, αν επιτρέψη μια τέτοια πηγή πνευματικής μολύνσεως να επανέλθη στον οικογενειακό κύκλο. Αυτό κατάλληλα θα έθετε σε αμφιβολία τα προσόντα του για οποιαδήποτε θέσι ευθύνης μέσα στην εκκλησία.—1 Τιμ. 3:4, 5, 12.
21. Ποιος πρέπει ορθώς να καθορίζη τον βαθμό της συναναστροφής με αποκομμένους συγγενείς που ζουν έξω από το σπίτι; Πότε μόνον θα ανεμιγνύοντο οι πρεσβύτεροι της εκκλησίας;
21 Όσο για τα αποκομμένα μέλη οικογενειών (όχι ανηλίκους γυιους ή θυγατέρες) που ζουν έξω από το σπίτι, κάθε οικογένεια πρέπει ν’ αποφασίση σε τι βαθμό θα έχη συναναστροφή με αυτό το άτομο. Αυτό δεν είναι κάτι για να το αποφασίσουν οι πρεσβύτεροι της εκκλησίας. Εκείνο για το οποίο ενδιαφέρονται οι πρεσβύτεροι είναι να μην επανεισέλθη η «ζύμη» στην εκκλησία μέσω πνευματικής επικοινωνίας μ’ εκείνους που είχαν απομακρυνθή ως τέτοια «ζύμη.» Έτσι, αν ένας αποκομμένος γονεύς πηγαίνη να επισκεφθή ένα γυιο ή μια θυγατέρα ή να ιδή τα εγγόνια και του επιτραπή η είσοδος στο Χριστιανικό σπίτι, αυτό δεν είναι ζήτημα των πρεσβυτέρων. Ένα τέτοιο άτομο έχει φυσικό δικαίωμα να επισκεφθή τους εξ αίματος συγγενείς του και τους απογόνους του. Ομοίως, όταν γυιοι ή θυγατέρες αποδίδουν τιμή σ’ ένα γονέα, έστω και αν είναι αποκομμένος, με το να τον σκέπτωνται για να δουν πώς είναι στην υγεία του ή τι μπορεί να χρειάζεται, αυτή η πράξις καθ’ εαυτήν δεν είναι μια πνευματική επικοινωνία.
22. Εκτός από τους ανηλίκους γυιους ή θυγατέρες, γιατί άλλα αποκομμένα μέλη οικογενείας θα μπορούσαν να γίνουν δεκτά στο Χριστιανικό σπίτι ως κάτοικοι, και σε ποιους απόκειται αυτή η απόφασις;
22 Σε μερικές περιπτώσεις όπου ένας αποκομμένος γονεύς είναι ηλικιωμένος ή ελαττωματικής υγείας και έχει ανάγκη φροντίδος, ο γυιος ή η θυγατέρα μπορεί να κρίνουν σκόπιμο να τον φέρουν στο σπίτι για να εκπληρώσουν τις κατάλληλες υποχρεώσεις των. Έτσι και οι Χριστιανοί γονείς ενός αποκομμένου γυιου ή θυγατρός που δεν είναι ανήθικοι, θα μπορούσαν ν’ αποφασίσουν να παραλάβουν τον γυιο ή την κόρη στο σπίτι τους λόγω σοβαρού προβλήματος υγείας ή αναπηρίας λόγω δυστυχήματος ή και οικονομικής απορίας. Πρόκειται για ανθρωπιστικές αποφάσεις τις οποίες οι Χριστιανικές οικογένειες πρέπει να λαμβάνουν, οι δε πρεσβύτεροι της εκκλησίας δεν απαιτείται να επεμβαίνουν εκεί όπου δεν υπάρχει βάσιμη απόδειξις να υπεισέλθη πάλι μια φθοροποιός επιρροή μέσα στην εκκλησία.
23. Κάτω από ποιες περιστάσεις ακόμη και μέλη οικογενειών ορθώς δεν πρέπει να τους επιτρέπεται να επισκέπτωνται ένα Χριστιανικό σπίτι;
23 Ακόμη κι εκεί που πρόκειται για συγγενείς, όταν ένα αποκομμένο άτομο χρησιμοποιεί τους οικογενειακούς του δεσμούς ως μέσον για να συνεχίση μια δράσι όπως εκείνη που περιγράφεται στα εδάφια 2 Ιωάννου 7-11, οι Χριστιανοί συγγενείς του κατάλληλα αρνούνται σ’ αυτό το άτομο την είσοδο στα σπίτια τους, πληροφορώντας τον αποκομμένο ότι δεν είναι ευπρόσδεκτος, εφόσον η επίσκεψις γίνεται με σκοπό την προαγωγή εσφαλμένων διδασκαλιών ή εσφαλμένης διαγωγής.—Ιούδ. 3, 4· παράβαλε με Δευτερονόμιον 13:6-8.
24. Εκεί όπου δεν πρόκειται για κατά σάρκα συγγένεια, σε ποιους πρέπει λογικά ν’ αποβλέπουν τα μέλη της εκκλησίας για ν’ αναλάβουν την ηγεσία για την αποκατάστασι αποκομμένων;
24 Εκεί όπου δεν πρόκειται για σαρκικές σχέσεις, τα μέλη της εκκλησίας καλά θα κάμουν να κατανοήσουν τη σκοπιμότητα ν’ αφήνουν τους πρεσβυτέρους ως ποιμένας του ποιμνίου, να φέρουν την κυριώτερη ευθύνη για προτροπή ή ενέργεια για την αποκατάστασι των αποκομμένων, οι οποίοι μολονότι με μια έννοια είναι ‘ακόμη μακρυά’ όπως ο επιστρέφων άσωτος υιός, εν τούτοις παρέχουν αποδείξεις ότι επιθυμούν να λάβουν την ορθή πορεία. Σε μερικές περιπτώσεις οι πρεσβύτεροι μπορεί να νομίζουν ότι ωρισμένοι αδελφοί θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην επανένταξι ενός αποκομμένου, ίσως επειδή αυτοί χρησιμοποιήθηκαν αρχικά για να βοηθήσουν αυτό το άτομο να έλθη σε γνώσι της αληθείας της Γραφής.
Τα Οφελή μιας Ισορροπημένης Απόψεως
25. (α) Τι θα μας κάμη να μπορέσωμε να τηρήσωμε ισορροπημένη άποψι απέναντι των αποκομμένων; (β) Πώς συμβαίνει ώστε ‘να παραδίδεται ένας στον Σατανά προς όλεθρον της σαρκός για να σωθή το πνεύμα,’ όπως εκτίθεται στο εδάφιον 1 Κορινθίους 5:5;
25 Αν εμμένωμε στις Άγιες Γραφές, χωρίς να υποτιμούμε εκείνο που λέγουν ούτε να διαβάζωμε σ’ αυτές κάτι που δεν λέγουν, θα μπορέσουμε να διατηρήσωμε μια ισορροπημένη άποψι απέναντι των αποκομμένων. Θα έχωμε πάντοτε υπ’ όψιν τον λόγο της αποκοπής, να τηρούμε την εκκλησία καθαρή και επιδοκιμασμένη από τον Θεό, απηλλαγμένη από φθοροποιό επιρροή. Αυτή η «ζύμη» θα έκανε όλο το «φύραμα» της εκκλησίας «ένζυμον» πνευματικώς. Έτσι η εκκλησία στην πραγματικότητα καταστρέφει αυτή την αμαρτωλή σαρκική επιρροή από μέσα της βγάζοντας τον αμετανόητο παραβάτη έξω στον κόσμο ο οποίος κυριαρχείται από τον Σατανά, και το κάνει αυτό για να σωθή, να διαφυλαχθή το «πνεύμα,» δηλαδή, η κυριαρχούσα άποψις, το αίσθημα και το ιδεώδες της εκκλησίας.—1 Κορ. 5:5.
26. (α) Τι θα μπορέση μια ισορροπημένη άποψι να κάμη τα μέλη της εκκλησίας να αντανακλούν, και πώς αυτό μπορεί να έχη πολλή ευεργετική και ενθαρρυντική επίδρασι σ’ εκείνους που επιθυμούν να γίνουν πάλι δεκτοί από την εκκλησία; (β) Τι μπορούν τώρα οι πρεσβύτεροι να κρίνουν σκόπιμο να κάμουν στην περίπτωσι ωρισμένων αποκομμένων ατόμων που κατοικούν στην περιοχή που υπηρετείται από την εκκλησία;
26 Ταυτόχρονα μια ισορροπημένη άποψις θα μας βοηθήση ν’ αντανακλούμε αρμονικά τις θείες ιδιότητες του ουρανίου Πατρός μας, ο οποίος και είναι δίκαιος και σπλαχνικός. Εκείνοι οι οποίοι μπορεί να έχουν αποκοπή και των οποίων οι καρδιές ειλικρινά τους υποκινούν να θέλουν να επανέλθουν, θα αισθάνωνται επομένως ότι δεν υπάρχει λόγος να διστάζουν ή να αμφιβάλλουν αν θα γίνη δεκτός ο τρόπος των προσπαθειών τους να επανέλθουν. Δεν θα φοβούνται μήπως τους μεταχειρισθούν με ψυχρότητα ή αδιαφορία. Θα κατανοήσουν ότι η θέσις των δεν είναι απελπιστική και ότι οι πρεσβύτεροι της εκκλησίας υποβοηθητικά θα τους δείξουν τι πρέπει να κάμουν για ν’ ανακτήσουν μια επιδοκιμασμένη θέσι στην εκκλησία του λαού του Θεού και ν’ απολαύσουν πλήρως όλα τα οφέλη της. Εκεί όπου οι πρεσβύτεροι έχουν πραγματικό λόγο να πιστεύουν ότι μερικοί αποκομμένοι της περιοχής που υπηρετείται από την εκκλησία δεν γνωρίζουν αυτές τις διατάξεις, μπορεί να κρίνουν σκόπιμο να μεταδώσουν αυτή την πληροφορία σ’ αυτούς.
27. (α) Τι είναι ουσιώδες για ν’ αποκατασταθή ένας σε επιδοκιμασμένη θέσι στην εκκλησία; (β) Γιατί εκείνοι που επιθυμούν να επανέλθουν πρέπει να υποκινηθούν να εκδηλώσουν αυτή την ιδιότητα και να κάμουν τις απαιτούμενες ενέργειες προς χαράν όλων των μελών της θείας οικογένειας στον ουρανό και στη γη;
27 Είναι αλήθεια ότι για ν’ αποκτήση πάλι επιδοκιμασμένη θέσι στην εκκλησία θα χρειασθή εκείνος που απεκόπη να δείξη πραγματικά ταπεινό πνεύμα. (Ησ. 57:15· Ιακ. 4:8-10) Επειδή η ίδια η ζωή κινδυνεύει και επειδή ο ‘ευπρόσδεκτος καιρός’ της θείας εύνοιας και ανοχής συντομεύει τώρα, ασφαλώς αυτοί δεν πρέπει ν’ αφήσουν την υπερηφάνεια να τους εμποδίση να επιστρέψουν στον ουράνιο Πατέρα των και να ζητήσουν να έχουν μια καλή σχέσι μαζί του και πάλι και πλήρη επικοινωνία με τα πνευματικά του τέκνα ή με τα μελλοντικά τέκνα του στην ευτυχή οικογενειακή των σχέσι. (2 Κορ. 6:1, 2) Αντιθέτως θα πρέπει να είναι ευγνώμονες στον Θεό που έκαμε τέτοιες σπλαχνικές διατάξεις για συγχώρησι και αποκατάστασι και θ’ αναγνωρίσουν ότι ‘η χρηστότης του Θεού τους φέρει σε μετάνοια.’—Ρωμ. 2:4.