Μπορεί η Πίστις να Ωφελήση Εσάς;
ΓΙΑ ν’ απαντήσωμε κατάλληλα σ’ αυτό το ερώτημα, πρέπει πρώτα να εξετάσωμε ένα άλλο ερώτημα: Τι είναι η γνήσια πίστις; Όσο παράξενο κι αν φαίνεται, η κοινή αντίληψης περί «πίστεως» είναι πολύ διαφορετική από ό,τι διδάσκει η Αγία Γραφή. Ένα πασίγνωστο λεξικό απέχει πολύ από την αλήθεια όταν ορίζη την πίστι ως «πεποίθησι στις παραδοσιακές δοξασίες μιας θρησκείας» και «ισχυρή πεποίθησι για κάτι για το οποίο δεν υπάρχει απόδειξις.» Πώς συμβαίνει αυτό;
Πρώτα απ’ όλα, οι παραδοσιακές δοξασίες μιας θρησκείας δεν είναι κατ’ ανάγκην αληθινές δοξασίες. Ο Ιησούς το ετόνισε αυτό όταν περιέγραψε τις παραδόσεις των γραμματέων και Φαρισαίων μ’ αυτά τα λόγια: «Δια τι και σεις παραβαίνετε την εντολήν του Θεού δια την παράδοσίν σας; . . . Υποκριταί, καλώς προεφήτευσε περί υμών ο Ησαΐας, λέγων· ‘Ο λαός ούτος με πλησιάζει με το στόμα αυτών και με τα χείλη με τιμά, η δε καρδία αυτών μακράν απέχει απ’ εμού. Εις μάτην δε με σέβονται, διδάσκοντες διδασκαλίας, εντάλματα ανθρώπων.» (Ματθ. 15:3-9) Ήσαν οι ηγέτες μιας ‘απίστου και διεστραμμένης’ γενεάς που έδειξε την έλλειψι πίστεώς της με το να φονεύση τον υποσχεμένο Μεσσία του Θεού, τον «Αρχηγόν της ζωής.»—Ματθ. 17:17· Πράξ. 2:40· 3:15.
Επί πλέον, η «ισχυρή πεποίθησις για κάτι για το οποίο δεν υπάρχει απόδειξις είναι ακριβώς το αντίθετο της αληθινής πίστεως. Ασφαλώς, το λεξικό μπορεί να ανεφέρετο σε ορατές αποδείξεις. Αλλά, όταν δεν υπάρχουν καθόλου αποδείξεις, μια τέτοια πεποίθησις κατάλληλα περιγράφεται ως ευπιστία. Εξαφανίζεται μπροστά στο Βιβλικό ορισμό της πίστεως, όπως αναφέρεται στο εδάφιο Εβραίους 11:1: «Είναι δε η πίστις ελπιζομένων πεποίθησις, βεβαίωσις πραγμάτων (πραγματικοτήτων, ΜΝΚ) μη βλεπομένων.» Προσέξτε ότι η πίστις σχετίζεται με πραγματικότητες, πράγματα που είναι βεβαιωμένα και που εκδηλώνονται ως προς την πραγματικότητά τους. Η πίστις έχει το πιο σταθερό θεμέλιο, βασίζεται σε άφθονες αποδείξεις.
ΘΕΜΕΛΙΟ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ ΜΑΣ
Σε μια άλλη επιστολή του, ο απόστολος Παύλος δίνει μια ισχυρή αιτία για την εκδήλωσι πίστεως. Στο εδάφιο Ρωμαίους 1:20 μάς λέγει ότι «τα αόρατα αυτού (του Θεού) βλέπονται φανερώς από κτίσεως κόσμου νοούμενα διά των ποιημάτων, η τε αΐδιος αυτού δύναμις και η θειότης.» Αυτά είναι τα θαύματα που βλέπομε με τα μάτια μας—οι έναστροι ουρανοί, η θαυμάσια ισορροπημένη δημιουργία επάνω στη γη, οι ομορφιές της «φύσεως,» όπως ονομάζεται, όπου φαίνονται πολύ καθαρά η αγάπη και η σοφία ενός Αριστοτέχνη αρχιτέκτονος. Αυτά τα δημιουργήματα, καθώς τα βλέπομε, πρέπει να μας βοηθήσουν να αναπτύξωμε μέσα μας μια πίστι όμοια μ’ αυτή που εκφράζεται στο εδάφιο Ψαλμός 104:24: «Πόσον μεγάλα είναι τα έργα σου, Κύριε. Τα πάντα εν σοφία εποίησας.» Αυτή δεν είναι πίστις «για την οποία δεν υπάρχει απόδειξις.»
Εν τούτοις, η πίστις μας προς τον Θεό δεν σταματά στην αναγνώρισι της υπάρξεώς του και στην εκτίμησι της δόξας της δημιουργίας του. Εκτείνεται μέχρι το προνόμιό μας να εισέλθωμε σε μια πολύ ευλογητή προσωπική σχέσι μ’ αυτόν τον Θεό και Δημιουργό. Αν τον εκζητήσωμε, τότε μπορεί να τον βρούμε, «αν και δεν είναι μακράν από ενός εκάστου ημών.» (Πράξ. 17:24-27) Η εξεύρεσις και η γνώσις του Θεού μπορεί να φέρη στη ζωή μας ικανοποίησι και χαρά που δεν μπορεί να συγκριθή με καμμιά άλλη ανθρώπινη εμπειρία. Αν τον ευαρεστούμε, θα απολαύσωμε τις πιο μεγαλειώδεις αμοιβές. Και αυτό είναι δυνατόν μέσω πίστεως. Όπως γράφει ο απόστολος: «Χωρίς δε πίστεως αδύνατον είναι να ευαρεστήση τις εις αυτόν· διότι ο προσερχόμενος εις τον Θεόν πρέπει να πιστεύση ότι είναι και γίνεται μισθαποδότης εις τους εκζητούντας αυτόν.»—Εβρ. 11:6.
ΕΝΑΣ ΠΑΤΕΡΑΣ ΠΟΥ ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΤΑΙ
Ο Θεός και Δημιουργός μας είναι ο πιο καλός απ’ όλους τους πατέρες. Στον προφήτη Μωυσή, περιέγραψε τον εαυτό του ως εξής: «Κύριος, Κύριος ο Θεός, οικτίρμων και ελεήμων, μακρόθυμος και πολυέλεος, και αληθινός, φυλάττων έλεος εις χιλιάδας, συγχωρών ανομίαν και παράβασιν και αμαρτίαν και ουδόλως αθωόνων τον ένοχον.» (Έξοδ. 34:6, 7) Θα μπορούσαμε να σκεφθούμε ότι ένας Θεός που έχει τέτοιες υψηλές αρχές θα αποτύγχανε στην εκπλήρωσι των υποσχέσεών του προς την ανθρώπινη δημιουργία του εδώ στη γη; Ποτέ! Ακόμη και όταν ένας ατελής ανθρώπινος πατέρας υπόσχεται κάτι στα παιδιά του, οπωσδήποτε θα φροντίση να κάνη πραγματικότητα το δώρο που τους υποσχέθηκε. Πόσο περισσότερο θα φροντίση γι’ αυτό ο ουράνιος Πατέρας του ανθρωπίνου γένους! Όπως είπε ο Ιησούς στους ακροατές του στη διάρκεια της επί του Όρους Ομιλίας του: «Εάν λοιπόν σεις, πονηροί όντες, εξεύρητε να δίδητε καλάς δόσεις εις τα τέκνα σας, πόσω μάλλον ο Πατήρ σας ο εν τοις ουρανοίς θέλει δώσει αγαθά εις τους ζητούντας παρ’ αυτού;» (Ματθ. 7:11) Πρέπει να έχωμε ακράδαντη πίστι ότι όλες οι υποσχέσεις του Θεού θα πραγματοποιηθούν στον ωρισμένο καιρό και με τον ωρισμένο τρόπο του.—Ιησ. Ναυή 23:14.
Αλλά ποιες είναι αυτές οι υποσχέσεις; Δεν είναι υποσχέσεις που απηγγέλθησαν μόνο μια φορά. Αντιθέτως, οι υποσχέσεις του Θεού σχετικά με τα αγαθά που θα φέρη για όλο το ανθρώπινο γένος έχουν επαναληφθή πάμπολλες φορές σε μια περίοδο 4.000 και πλέον ετών. Δεν πρέπει να συγκρίνωνται με τις υποσχέσεις πολιτικών, οι οποίοι λέγουν ότι θα κάνουν αυτό το πράγμα και καταλήγουν να κάνουν κάτι άλλο. Οι υποσχέσεις του Θεού είναι αξιόπιστες. Είναι βέβαιο ότι θα εκπληρωθούν, διότι σ’ αυτές ο Θεός έχει δώσει το ανυπέρβλητο όνομά του, Ιεχωβά. Και στην περίπτωσι μιας από τις μεγαλειώδεις υποσχέσεις του, ο Θεός την σφράγισε με τον όρκο του. «Ο Θεός, θέλων να δείξη περισσότερον προς τους κληρονόμους της επαγγελίας το αμετάθετον της βουλής αυτού, μετεχειρίσθη μέσον τον όρκον.»—Εβρ. 6:17.
ΠΙΣΤΙΣ ΣΤΙΣ ΥΠΟΣΧΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Στο 11ο κεφάλαιο του Γραφικού βιβλίου της προς Εβραίους επιστολής, οι υποσχέσεις του Θεού συνυφαίνονται αναπόσπαστα με το θέμα της πίστεως. Ο πρώτος άνδρας πίστεως στη Γραφική ιστορία, ο Άβελ, προφανώς εγνώριζε την υπόσχεσι του Θεού που αναγράφεται στο εδάφιο Γένεσις 3:15 σχετικά μ’ ένα «σπέρμα»—έναν απόγονο που θα παρήγετο μεταξύ της αγγελικής οργανώσεως του Θεού στους ουρανούς—που θα κατέστρεφε τα έργα εκείνου που αποκαλείται «ο όφις ο αρχαίος, ο καλούμενος Διάβολος και ο Σατανάς.» (Αποκ. 12:9) Ο Άβελ προσέφερε μια πλούσια θυσία από «των πρωτοτόκων των προβάτων αυτού,» που εξεικόνιζε κατάλληλα τη θυσία που θα έκανε το υποσχεμένο «σπέρμα,» «ο Αμνός του Θεού,» 4.000 περίπου χρόνια αργότερα, για να απελευθερώση το ανθρώπινο γένος από την αμαρτία και τον θάνατο. Έτσι, «δια πίστεως ο Άβελ προσέφερε προς τον Θεόν καλητέραν θυσίαν παρά τον Κάιν.»—Γεν. 4:4· Ιωάν. 1:29· Εβρ. 11:4.
Κατόπιν, είναι ο Ενώχ, ο οποίος έζησε επίσης στην προκατακλυσμιαία εποχή. «Δια πίστεως μετετέθη ο Ενώχ, δια να μη ίδη θάνατον.» Όχι, για να μην πεθάνη, διότι στο εδάφιο 1 Κορινθίους 15:22 ο Παύλος γράφει: «Επειδή . . . πάντες αποθνήσκουσιν εν τω Αδάμ.» Αλλά ο Θεός δεν επέτρεψε να υποστή ο Ενώχ τις οδύνες του θανάτου. Προφανώς, η πίστις του Ενώχ εβασίζετο σε γνώσι για τις υποσχέσεις του Θεού, διότι ο Ενώχ εγνώριζε την κρίσι που η αγγελική στρατιά του Θεού θα εκτελούσε στον κατάλληλο χρόνο εξαλείφοντας όλους τους ασεβείς απ’ αυτή τη γη. Έτσι, ο Ενώχ προφήτευσε: «Ιδού, ήλθεν ο Κύριος με μυριάδας αγίων αυτού, δια να κάμη κρίσιν κατά πάντων και να ελέγξη πάντας τους ασεβείς εξ αυτών δια πάντα τα έργα της ασεβείας αυτών, τα οποία έπραξαν και δια πάντα τα σκληρά, τα οποία ελάλησαν κατ’ αυτού αμαρτωλοί ασεβείς.» (Εβρ. 11:5· Γεν. 5:21-24· Ιούδα 14, 15) Όπως ο Ενώχ, και εμείς σήμερα μπορούμε να πιστέψωμε στην υπόσχεσι του Θεού να καθαρίση τη γη από κάθε κακία.
Η πραγματική εμπειρία ενός ακόμη ανδρός πίστεως τονίζει τη βεβαιότητα στις υποσχέσεις του Θεού. Αυτός ο άνδρας ήταν ο Νώε, σχετικά με τον οποίον είναι γραμμένο το εξής: «Δια πίστεως ο Νώε, ειδοποιηθείς θεόθεν περί των μη βλεπομένων έτι, εφοβήθη και κατεσκεύασε κιβωτόν προς σωτηρίαν του οίκου αυτού, δι’ ης κατέκρινε τον κόσμον και έγεινε κληρονόμος της δια πίστεως δικαιοσύνης.» (Εβρ. 11:7) Ομοίως, εκείνοι που υπηρετούν σήμερα τον Ιεχωβά Θεό με πίστι στέκονται σαν μια ζωντανή μαρτυρία κατακρίνοντας τον ασεβή κόσμο. Και η πίστις τους είναι πολύ καλά τοποθετημένη. Διότι και ο «Υιός του ανθρώπου,» ο Ιησούς Χριστός, δεν άντλησε ένα παράδειγμα από τον κατακλυσμό όταν είπε την προφητεία του σχετικά με την ‘συντέλεια του αιώνος’; Είπε τα εξής: «Περί δε της ημέρας εκείνης και της ώρας ουδείς γινώσκει, ουδέ οι άγγελοι των ουρανών, ειμή ο Πατήρ μου μόνος· και καθώς αι ημέραι του Νώε, ούτω θέλει είσθαι και η παρουσία του Υιού του ανθρώπου. Διότι καθώς εν ταις ημέραις ταις προ του κατακλυσμού ήσαν τρώγοντες και πίνοντες, νυμφευόμενοι και νυμφεύοντες, έως της ημέρας καθ’ ην ο Νώε εισήλθεν εις την κιβωτόν, και δεν ενόησαν, εωσού ήλθεν ο κατακλυσμός και εσήκωσε πάντας, ούτω θέλει είσθαι και η παρουσία του Υιού του ανθρώπου.» (Ματθ. 24:36-39) Αλλά δεν περιλαμβάνει η πίστις μας περισσότερα από το ν’ αναμένωμε απλώς ότι το σημερινό ασεβές «σύστημα πραγμάτων» θα σαρωθή από τη γη; Ασφαλώς περιλαμβάνει.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΙΣ ΤΟΥ «ΣΠΕΡΜΑΤΟΣ» ΤΗΣ ΥΠΟΣΧΕΣΕΩΣ
Η λέξις «πίστις» εμφανίζεται για πρώτη φορά στην Αγία Γραφή σχετικά με τον Αβραάμ, ο οποίος έζησε 2.000 περίπου χρόνια μετά τον Άβελ. Ο Αβραάμ «επίστευσεν εις τον Κύριον· και ελογίσθη εις αυτόν εις δικαιοσύνην.» (Γεν. 15:6) Ο Άβελ, ο Ενώχ και ο Νώε είχαν πιστέψει στην υπόσχεσι του Ιεχωβά για ένα «σπέρμα» το οποίο θα εκτελούσε κρίσι εναντίον των εχθρών του Θεού, αλλά στον Αβραάμ ο Ιεχωβά έδωσε μια πιο εκτεταμένη υπόσχεσι. Αυτό συνέβη αφού ο Ιεχωβά δοκίμασε τον Αβραάμ ως προς την προθυμία του να θυσιάση το μονογενή γιο του, τον Ισαάκ. Ο Θεός κατόπιν του είπε: «Ευλογών θέλω σε ευλογήσει, και πληθύνων θέλω πληθύνει το σπέρμα σου ως τα άστρα του ουρανού και ως την άμμον την παρά το χείλος της θαλάσσης· και το σπέρμα σου θέλει κυριεύσει τας πύλας των εχθρών αυτού· και εν τω σπέρματί σου θέλουσιν ευλογηθή πάντα τα έθνη της γης· διότι υπήκουσας εις την φωνήν μου.»—Γεν. 22:1-18.
Έτσι, η ευλογία όλων των λαών της γης πρέπει να έλθη μέσω του «σπέρματος» του Αβραάμ. Και ποιο είναι αυτό το «σπέρμα»; Ο απόστολος Παύλος απαντά: «Προς δε τον Αβραάμ ελαλήθησαν αι επαγγελίαι και προς το σπέρμα αυτού· . . . Και προς το σπέρμα σου, όστις είναι ο Χριστός.»—Γαλ. 3:16.
Μέσω τίνος, λοιπόν, ο Χριστός θα ευλογήση τους ανθρώπους όλων των εθνών; Μέσω μιας κυβερνητικής ‘πόλεως.’ Με πίστι, ο Αβραάμ απέβλεψε σ’ αυτή την υποσχεμένη πόλι: «Περιέμενε την πόλιν την έχουσαν τα θεμέλια, της οποίας τεχνίτης και δημιουργός είναι ο Θεός.» (Εβρ. 11:10) Είναι μια ουράνια πόλις, στην οποία «το Αρνίον,» ο Χριστός Ιησούς, ενθρονίζεται ως βασιλεύς. Έχει μαζί του συντρόφους οι οποίοι έχουν ληφθή μεταξύ των πιστών ανθρώπων, που έχουν αναστηθή, και οι οποίοι πρόκειται να ‘βασιλεύσουν επί της γης.’ (Αποκ. 5:9-12) Μην ξεχνάτε ότι ο Αβραάμ έζησε 2.000 περίπου χρόνια πριν εμφανισθή ο Χριστός Ιησούς ως το υποσχεμένο «σπέρμα,» και ωστόσο η πίστις του σ’ αυτή την υπόσχεσι ήταν αμετακίνητη. Και η δική σας πίστις, επίσης, μπορεί να γίνη πραγματική—σταθερή σαν την πίστι του Αβραάμ στην υπόσχεσι του Θεού.—Ρωμ. 4:20-22.
Η ΠΙΣΤΙΣ ΔΕΝ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΕΙ
Μέχρι σήμερα, υπάρχουν στη γη άνθρωποι που ακολουθούν πιστά τα ίχνη του Χριστού Ιησού, για τους οποίους ο ίδιος ο Ιησούς λέγει: «Εξεύρω τα έργα σου και την αγάπην και την διακονίαν και την πίστιν και την υπομονήν σου.» Επειδή νικούν δια πίστεως λαμβάνουν μια αμοιβή στους ουρανούς. (Αποκ. 2:19, 26-28) Επί πλέον, από τα μέσα της δεκαετίας του 1930, τα πιστά «έργα» τους στο έργο μαρτυρίας σχετικά με το όνομα και τη βασιλεία του Ιεχωβά έχουν καταλήξει στη σύναξι ενός ‘όχλου πολλού, τον οποίον ουδείς ηδύνατο να αριθμήση, εκ παντός έθνους και φυλών και λαών και γλωσσών, οίτινες ίσταντο ενώπιον του θρόνου και ενώπιον του Αρνίου [του κυριωτέρου από το υποσχεμένο Σπέρμα, του Ιησού Χριστού].’ Επειδή πιστεύουν στην απολυτρωτική δύναμι του ‘αίματος του Αρνίου,’ εξέρχονται από τη ‘μεγάλη θλίψι’ που επέρχεται στους ασεβείς, για ν’ αποδίδουν στον Θεό «ιερή υπηρεσία ημέραν και νύκτα.» Και αυτός επεκτείνει την προστατευτική του ‘σκηνή’ και σ’ αυτούς.—Αποκ. 7:9, 14, 15.
Ο ‘πολύς όχλος’ απολαμβάνει και άλλα μεγαλειώδη οφέλη επίσης. Διότι είναι γραμμένο σχετικά μ’ αυτούς τους επίγειους δούλους του Θεού: «Δεν θέλουσι πεινάσει πλέον ουδέ θέλουσι διψήσει πλέον, ουδέ θέλει πέσει επ’ αυτούς ο ήλιος ουδέ κανέν καύμα, διότι το Αρνίον το αναμέσον του θρόνου θέλει ποιμάνει αυτούς και οδηγήσει αυτούς εις ζώσας πηγάς υδάτων, και θέλει εξαλείψει ο Θεός παν δάκρυον από των οφθαλμών αυτών.» (Αποκ. 7:16, 17) Επειδή διατηρούν την πίστι τους μέχρι την ‘μεγάλη θλίψι’ και μέσω αυτής, θα απολαύσουν άφθονες ευλογίες, και πνευματικές και φυσικές. Θα διαφυλαχθούν από το «καύμα» της ημέρας της οργής του Ιεχωβά. Ο ίδιος ο Υιός του Θεού τους δροσίζει και τους οδηγεί στις ατελεύτητες ευλογίες του αποκαταστημένου παραδείσου στη γη! Τα δάκρυα που έχυσαν λόγω θρησκευτικής αγνοίας και χωρισμού από τον αληθινό Θεό θ’ αποτελούν κάτι που θ’ ανήκη στο μακρυνό παρελθόν.
Προς το τέλος της Αποκαλύψεως, ο απόστολος Ιωάννης βλέπει σε όρασι ένα «ουρανόν νέον» και «την πόλιν την αγίαν, την νέαν Ιερουσαλήμ καταβαίνουσαν από του Θεού εκ του ουρανού.» Εδώ, λοιπόν, παρουσιάζεται μια συμβολική εικόνα της ‘νύμφης’ του Χριστού, η οποία θα είναι μαζί με το Αρνίον, τον Ιησού Χριστό, στην ουράνια βασιλεία του! (Αποκ. 21:1, 2, 9) Κάτω απ’ αυτή τη βασιλική διακυβέρνησι, ο ‘πολύς όχλος,’ μαζί με τους αναστημένους, σχηματίζουν μια κοινωνία ‘νέας γης’ που εισέρχεται σε μια στενή σχέσι με τον στοργικό ουράνιο Πατέρα. «Και θέλει σκηνώσει μετ’ αυτών, και αυτοί θέλουσιν είσθαι λαοί αυτού, και αυτός ο Θεός θέλει είσθαι μετ’ αυτών Θεός αυτών.» Και ο απόστολος Ιωάννης τονίζει πάλι τα οφέλη που θ’ απολαύσουν εκείνοι που πιστεύουν: «Θέλει εξαλείψει ο Θεός παν δάκρυον από των οφθαλμών αυτών, και ο θάνατος δεν θέλει υπάρχει πλέον, ούτε πένθος ούτε κραυγή ούτε πόνος δεν θέλουσιν υπάρχει πλέον διότι τα πρώτα παρήλθαν.» Τι ευλογίες θα χορηγήση ο Θεός που πραγματικά ενδιαφέρεται!—Αποκ. 21:3, 4· Ιωάν. 5:28, 29.
Πιστεύετε ότι αυτές οι υποσχέσεις θα πραγματοποιηθούν; Πρέπει να το πιστεύετε αυτό, διότι ο ίδιος ο Θεός δηλώνει από τον θρόνο του στους ουρανούς: «Ιδού, κάμνω νέα τα πάντα.» Κατόπιν προσθέτει τα εξής λόγια: «Γράψον, διότι ούτοι οι λόγοι είναι αληθινοί και πιστοί.» (Αποκ. 21:5) Οι υποσχέσεις του Θεού είναι πραγματικές! Στη διάρκεια 6.000 ετών ανθρωπίνης ιστορίας άνδρες πίστεως έχουν πιστέψει και ενεργήσει βάσει αυτών των υποσχέσεων. Αυτή η πίστις θα ωφελήση και σας, επίσης. Όπως ακριβώς είπε και ένας από τους αποστόλους του «Σπέρματος,» του Χριστού Ιησού, γι’ αυτόν: «Πας ο πιστεύων επ’ αυτόν δεν θέλει καταισχυνθή.»—Ρωμ. 10:11.