Το Πνεύμα, η Οργάνωσις, και ο Λόγος
1. Τι ο Χριστιανός κρατείται υπεύθυνος να συμβουλεύεται και να μελετά; Γιατί;
ΑΦΟΥ η Αγία Γραφή εκθέτει το θέλημα του Θεού, και αφού ένας Χριστιανός είναι αφιερωμένος να πράττη το θέλημα του Θεού ο Χριστιανός κρατείται υπεύθυνος να συμβουλεύεται και να μελετά τον λόγον του Θεού. Μόνο μ’ αυτόν τον τρόπο μπορεί να μάθη πώς ν’ αποκτήση αιώνια ζωή. Ο απόστολος Παύλος έγραψε στον Τιμόθεο: «Από βρέφους γνωρίζεις τα ιερά γράμματα, τα δυνάμενα να σε σοφίσωσιν εις σωτηρίαν δια της πίστεως της εν Χριστώ Ιησού. Όλη η γραφή είναι θεόπνευστος, και ωφέλιμος προς διδασκαλίαν, προς έλεγχον, προς επανόρθωσιν, προς εκπαίδευσιν την μετά της δικαιοσύνης· δια να ήναι τέλειος ο άνθρωπος του Θεού, ητοιμασμένος εις παν έργον αγαθόν.»—2 Τιμόθεον 3:15, 16.
2. Πώς δείχνεται ότι η ανάγνωσις και μελέτη της Βίβλου δεν περιορίζεται στους υπηρέτας;
2 Είναι αλήθεια ότι αυτά τα λόγια του Παύλου εγράφησαν σ’ έναν άνθρωπο που ήταν επόπτης («επίσκοπος») στη Χριστιανική εκκλησία. Αλλ’ αυτό δεν σημαίνει ότι η προσωπική ανάγνωσις και μελέτη των Αγίων Γραφών περιορίζεται μόνο σε μια επίσημη τάξι υπηρετών, τα δε απλά μέλη της συναθροίσεως μπορούν να μην τις μελετούν για τον εαυτό τους. Ο Τιμόθεος εγνώριζε τα ιερά γράμματα προτού καν γίνη επόπτης· το δε γεγονός ότι ένας επόπτης πρέπει να είναι παράδειγμα στο ποίμνιο, σημαίνει ότι τα μέλη του ποιμνίου πρέπει ν’ ακολουθούν το παράδειγμά του μελετώντας κατ’ ιδίαν τον λόγον του Θεού. Μ’ αυτό τον τρόπο μπορούν να διαπιστώσουν αν τα όσα τους διδάσκονται είναι αληθινά, δηλαδή, σύμφωνα με το θέλημα και τον λόγον του Θεού.
3, 4. Μπορεί ένας Χριστιανός με μόνη τη Βίβλο να κατανοήση τον λόγον του Θεού; Και ποιοι είναι οι λόγοι για την απάντησι που δίδεται;
3 Αλλά τώρα θα θέσωμε ένα ερώτημα. Μπορεί κάθε Χριστιανός ξεχωριστά με μόνη τη Βίβλο να κατανοήση ο ίδιος όλα όσα οι Γραφές διδάσκουν; Είναι άραγε μόνη η Αγία Γραφή όλο εκείνο που χρειάζεται για να εξακριβώση το θέλημα του Θεού; Έχει το δικαίωμα να κατέχη ένα ατομικό του αντίτυπο του Βιβλίου του Θεού και βρίσκεται κάτω από τις αποστολικές οδηγίες να κάνη μια κατ’ ιδίαν μελέτη αυτού του Βιβλίου. Αλλά δεν μπορεί να βασίζεται μόνο στον εαυτό του για την πλήρη κατανόησί του. Σε μια γενική επιστολή προς τους Χριστιανούς ο απόστολος Πέτρος γράφει: «Και έχομεν βεβαιότερον τον προφητικόν λόγον, εις τον οποίον κάμνετε καλά να προσέχητε, ως εις λύχνον φέγγοντα εν σκοτεινώ τόπω, εωσού έλθη η αυγή της ημέρας, και ο φωσφόρος ανατείλη εν ταις καρδίαις υμών, τούτο πρώτον εξεύροντες ότι ουδεμία προφητεία της γραφής, γίνεται εξ ιδίας του προφητεύοντος διασαφήσεως. Διότι δεν ήλθε ποτέ προφητεία εκ θελήματος ανθρώπου, αλλ’ υπό του Πνεύματος του Αγίου κινούμενοι ελάλησαν οι άγιοι άνθρωποι του Θεού.» (2 Πέτρου 1:19-21) Αφού ο λόγος του Θεού μάς παρεδόθη μέσω ανθρώπων που υπεκινούντο από το άγιο πνεύμα του Θεού ή την ενεργό του δύναμι, είναι αναγκαία για την κατανόησι αυτού του λόγου, η βοήθεια του πνεύματος του Θεού.
4 Ο κανών ή αυθεντική συλλογή των θεοπνεύστων Εβραϊκών Γραφών ετελείωσε στον πέμπτον αιώνα προ Χριστού, και όμως οι Εβραίοι που εγνώριζαν την αρχική γλώσσα των Γραφών αυτών δεν μπορούσαν να κατανοήσουν την πλήρη σημασία τους. Οι προφητικοί συγγραφείς οι ίδιοι δεν κατανοούσαν τη σημασία των προφητειών που εξέφεραν και κατέγραψαν. Πώς, λοιπόν, συνέβη ώστε οι πρώτοι Χριστιανοί να φθάσουν να λάβουν μια κατανόησί των Γραφών εκείνων; Με τη βοήθεια του πνεύματος του Θεού ή της ενεργού του δυνάμεως, η οποία επιδρούσε διαφωτιστικά επάνω στις διάνοιές τους.
5. Πώς ο Παύλος εξηγεί την ανάγκη του πνεύματος σχετικά με το ιερό μυστήριο του Θεού;
5 Για να δώσωμε ένα παράδειγμα: Υπάρχει ένα ιερό μυστήριο που περιέχεται στον λόγον του Θεού, και που δείχνει την ελπίδα της ουρανίας δόξης για τους Χριστιανούς. Χρειάζεται η διαφωτιστική δύναμις του πνεύματος του Θεού για να εισδύση στα βάθη του απορρήτου αυτού και να μας αποκαλύψη τη σημασία του. Δείχνοντας την ανάγκη που έχομε της βοηθείας του πνεύματος, ο Παύλος γράφει: «Λαλούμεν σοφίαν Θεού μυστηριώδη, την αποκεκρυμμένην, την οποίαν προώρισεν ο Θεός προ των αιώνων εις δόξαν ημών· την οποίαν ουδείς των αρχόντων του αιώνος τούτου εγνώρισε· διότι αν ήθελον γνωρίσει [οι Ιουδαίοι άρχοντες με τις γραπτές Εβραϊκές Γραφές], δεν ήθελον σταυρώσει τον Κύριον της δόξης· αλλά, καθώς είναι γεγραμμένον, “Εκείνα τα οποία οφθαλμός δεν είδε, και ωτίον δεν ήκουσε, και εις καρδίαν ανθρώπου δεν ανέβησαν, τα οποία ο Θεός ητοίμασεν εις τους αγαπώντας αυτόν”. Εις ημάς δε ο Θεός απεκάλυψεν αυτά δια του Πνεύματος αυτού· επειδή το Πνεύμα ερευνά τα πάντα, και τα βάθη του Θεού. Ούτω και τα του Θεού ουδείς γινώσκει, ειμή το Πνεύμα του Θεού. Αλλ’ ημείς δεν ελάβομεν το πνεύμα του κόσμου, αλλά το Πνεύμα το εκ του Θεού, δια να γνωρίσωμεν τα υπό του Θεού χαρισθέντα εις ημάς . . . διότι πνευματικώς ανακρίνονται.»—1 Κορινθίους 2:7-10, 11-14.
6, 7. (α) Στις αποστολικές ημέρες πώς το πνεύμα εξεδήλωνε τη δύναμί του προς τους μαθητάς; (β) Τίνος σφραγίδα αποτελεί η κατοχή του πνεύματος;
6 Ναι, έχομε ανάγκη του πνεύματος επιπρόσθετα στον γραπτόν λόγον του Θεού. Τονίζοντας πάλι αυτό, ο Παύλος γράφει: «(. . . εξ ων δύνασθε αναγινώσκοντες να νοήσητε την εν τω μυστηρίω του Χριστού γνώσιν μου·) το οποίον εν άλλαις γενεαίς δεν εγνωστοποιήθη εις τους υιούς των ανθρώπων, καθώς τώρα απεκαλύφθη δια Πνεύματος εις τους αγίους αυτού αποστόλους και προφήτας.» (Εφεσίους 3:4, 5) Στις αποστολικές ημέρες οι Χριστιανοί πιστοί είχαν το πνεύμα του Θεού που τους καθιστούσε σαφή τον γραπτό του λόγο. Όχι μόνο τούτο, αλλά ελάμβαναν επίσης χαρίσματα του πνεύματος το οποίον εξεδηλώνετο με διαφόρους τρόπους με θαυματουργική δύναμι που τους έκανε ικανούς να ομιλούν ξένες γλώσσες, να τις μεταφράζουν, να επιτελούν ιάσεις, να κάνουν ισχυρά έργα και να εκφέρουν προφητεία. Στην ίδια του επιστολή ο απόστολος λέγει πώς, αφού είχαν πιστεύσει τον λόγον, ελάμβαναν την έκχυσι του πνεύματος του Θεού με τις διάφορες εκδηλώσεις του. Αυτό ήταν σαν μια αυθεντική σφραγίδα επάνω τους που πιστοποιούσε ότι ανήκαν στον Θεό και ήσαν απόκτησίς του.
7 Ο Παύλος γράφει: «Δια να ήμεθα εις έπαινον της δόξης αυτού ημείς οι προελπίσαντες εις τον Χριστόν· εις τον οποίον και σεις ηλπίσατε, ακούσαντες τον λόγον της αληθείας, το ευαγγέλιον της σωτηρίας σας· εις τον οποίον και πιστεύσαντες εσφραγίσθητε με το Πνεύμα το Άγιον της επαγγελίας· όστις είναι ο αρραβών της κληρονομίας ημών, μέχρι της απολυτρώσεως του αποκτηθέντος λαού αυτού, εις έπαινον της δόξης αυτού.» «Όντος ακρογωνιαίου λίθου αυτού του Ιησού Χριστού· εν τω οποίω και σεις συνοικοδομείσθε εις κατοικητήριον του Θεού δια του πνεύματος.»—Εφεσίους 1:12-14· 2:20, 22· 2 Κορινθίους 1:21, 22.
8. Ποιος καρπός του πνεύματος μάς ενισχύει για να υπομείνωμε πολλά πράγματα;
8 Αυτό το άγιο πνεύμα μεταδίδει χαρά στους πιστούς ακόμη και όταν αντιμετωπίζεται διωγμός και θλίψις. Ο Παύλος λέγει ότι αυτό ήταν αληθινό για τους Θεσσαλονικείς, στους οποίους γράφει: «[Εδέχθητε] τον λόγον εν μέσω πολλής θλίψεως, μετά χαράς πνεύματος Αγίου· ώστε εγείνατε τύποι εις πάντας τους πιστεύοντας εν τη Μακεδονία και τη Αχαΐα.» Ένας από τους καρπούς ή τα προϊόντα του αγίου πνεύματος μέσα μας είναι μια χαρά για τον λόγον, το έργον και τον λαόν του Θεού. Αυτή η χαρά μάς ενισχύει για να υπομείνωμε πολλά πράγματα που δεν θα μπορούσαμε αλλιώς να τα βαστάσωμε, και μάλιστα με την ορθή κατάστασι διανοίας και καρδιάς.—1 Θεσσαλονικείς 1:6, 7· Γαλάτας 5:22· Νεεμίας 8:10.
9. Πώς πρέπει να μη λυπούμε το πνεύμα, και ποια βοήθεια μάς δίνει όταν μελετούμε τον λόγον του Θεού;
9 Λόγω του σπουδαίου μέρους που το πνεύμα επιτελεί μέσα σε μας ως Χριστιανούς, δεν πρέπει να το λυπούμε με το να εργαζώμεθα αντίθετα προς τη λειτουργία του ή με το να ζούμε αντίθετα προς εκείνο που το πνεύμα μάς σφραγίζει ότι είμεθα, δηλαδή, απόκτησις του Θεού, τέκνα που ανήκουν σ’ αυτόν. «Μη λυπείτε το πνεύμα το Άγιον του Θεού, με το οποίον εσφραγίσθητε δια την ημέραν της απολυτρώσεως.» (Εφεσίους 4:30) Αν όλοι έχωμε σε ενέργεια μέσα μας από κοινού αυτό το άγιο πνεύμα ή ενεργό δύναμι, και αν το αφήνουμε να παραγάγη τον καρπό του σε εκδηλώσεις αγάπης, όλοι εμείς μαζί συνδεόμεθα με μια δύναμι που είναι ισχυρότερη από την ανθρώπινη συγγένεια. Το να έχουν οι Χριστιανοί αυτό το πνεύμα δεν τους απαλλάσσει από το να μελετούν και να συμβουλεύωνται τον λόγον του Θεού για να εξακριβώνουν το θέλημά του. Αλλά όταν μελετούν τον γραπτό λόγο, τότε το πνεύμα του Θεού τούς βοηθεί να τον κατανοήσουν και να τον εκτιμήσουν.
ΑΝΑΓΚΗ ΤΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΣ ΤΟΥ
10, 11. Εκτός από τον λόγον και το πνεύμα, τι άλλο χρειάζονται οι Χριστιανοί, και γιατί συμβαίνει αυτό;
10 Το πνεύμα του Θεού είναι μια ενεργός δύναμις που επιτελεί διάφορα πράγματα. Εχρησιμοποιήθηκε να ζητήση να αποχωρισθούν οι μαθηταί Βαρνάβας και Σαύλος για ειδικό ιεραποστολικό έργον. Εχρησιμοποιήθηκε για να τους εμποδίση να κηρύξουν τον λόγον του Θεού στην περιφέρεια της Ασίας. Επίσης δεν άφησε τον Παύλο να ταξιδέψη προς ανατολάς στη Βιθυνία, αλλά τον κατηύθυνε προς δυσμάς στην Ευρωπαϊκή Μακεδονία. (Πράξεις 13:2· 16:6-10) Εν τούτοις, μπορούμε εμείς σήμερα να περιμένωμε ότι το πνεύμα του Θεού θα μας περιφέρη μ’ αυτόν τον τρόπο στις ατομικές μας προσπάθειες στην υπηρεσία του Θεού; Όχι· το πνεύμα δεν εκδηλώνεται μ’ αυτό τον τρόπο σήμερα. Μολαταύτα, μπορούμε να παρατηρούμε για να ιδούμε ποιες οδηγίες του Θεού φανερώνει ενώ με επιμέλεια συμβουλευόμεθα τον λόγον Του. Αλλ’ αν ο καθένας από μας εγκατελείπετο στον εαυτό του επειδή και μόνο έχει ένα αντίτυπο της Βίβλου και επρόκειτο να διευθύνη ανεξάρτητα από τους άλλους τις κινήσεις του καθώς ενόμισε ότι εννόησε τον λόγον, τι θα συνέβαινε; Είναι πιθανόν, ή δυνατόν, ότι θα υπήρχε πολλή σύγχυσις ή εργασία με ανταγωνισμό μεταξύ μας.
11 Επομένως, εκτός από το να κατέχωμε ατομικώς τον λόγον του Θεού, έχομε ανάγκη μιας θεοκρατικής οργανώσεως. Ναι, ένας Χριστιανός, εκτός από το να έχη το διαφωτιστικό πνεύμα του Θεού, χρειάζεται τη θεοκρατική οργάνωσι του Ιεχωβά για να κατανοή την Αγία Γραφή. Χρειάζεται να παρακολουθή τις συναθροίσεις που έχουν τακτοποιηθή γι’ αυτόν τον σκοπό από την οργάνωσι αυτή και να συμμελετά μαζί με ομοίους του Χριστιανούς. Χρειάζεται, επίσης, την οργάνωσι για να εργάζεται σύμφωνα με τους σκοπούς του Θεού και να κατευθύνεται ορθά στις κινήσεις του. Η αιτία είναι ότι ο Ιεχωβά Θεός πολιτεύεται με την οργάνωσί του, και δεν πολιτεύεται με άτομα που βρίσκονται έξω από την οργάνωσί του ή που προσπαθούν με περιφρόνησι να ενεργούν ανεξάρτητα απ’ αυτήν.
12. Γιατί είναι τόσο αναγκαίο να βλέπωμε τη θεοκρατική οργάνωσι και να λαμβάνουμε μέρος στις υπηρεσίες της;
12 Εκτός από τον Ιησού Χριστό, ο προφητικός λόγος του Θεού δεν προείπε το προσωπικό έργο, πορεία και δράσι οποιουδήποτε ατόμου. Ο λόγος Του προλέγει την πολιτεία του με την θεοκρατική του οργάνωσι υπό τον Χριστόν, και ό,τι αφορά το έργον της, τις πείρες της, τους διωγμούς της, την απελευθέρωσί της και τον θρίαμβο της. Συνεπώς, αν δεν βλέπομε την οργάνωσι, αλλά προσπαθούμε να εφαρμόσωμε τις προφητείες στον εαυτό μας ατομικώς δεν μπορούμε να ιδούμε την αληθινή εκπλήρωσι της προφητείας και να κατανοήσουμε τον λόγον του Θεού. Αν δεν είμεθα προσκολλημένοι στην οργάνωσί του και δεν εργαζώμεθα αρμονικά μαζί της και δεν υφιστάμεθα τις πείρες της, δεν μπορούμε να αποκτήσωμε την έννοια του λόγου του Θεού και να εκτελέσωμε ορθά το έργο του. Εχρειάζετο ο Ιησούς, η κεφαλή της οργανώσεως του Θεού, για να διανοίξη τον νουν των μαθητών του ώστε να κατανοήσουν πλήρως τη σημασία των Γραφών. Αφού ο Ιησούς ανελήφθη στον ουρανό, εχρειάζοντο οι απόστολοι κάτω από τη δύναμι του Θεού που εδόθη δια του Ιησού, για να εξηγήσουν τα βαθιά πράγματα του λόγου και του σκοπού του Θεού. Οι απόστολοι ήσαν βασικά μέλη της ορατής οργανώσεως του Θεού εκείνο τον καιρό. Σήμερα ο Ιεχωβά Θεός έχει ανοικοδομήσει, την ορατή του οργάνωσι μ’ εκείνους που απελευθέρωσε από τη μεγάλη μυστική Βαβυλώνα, εις εκπλήρωσιν της Βιβλικής προφητείας. Στις ημέρες μας η σταθερή αποκάλυψις και κατανόησις του γραπτού λόγου του Θεού έγινε μέσω αυτής της θεοκρατικής του οργανώσεως γεμάτης από το πνεύμα του.
13. Ποιοι λαμβάνουν το όφελος της διδασκαλίας και πολιτείας του Ιεχωβά, καθώς δείχνει η προφητεία του Ησαΐα;
13 Ο Ιεχωβά πολιτεύεται με την ορατή του οργάνωσι και γνωρίζει εκείνους που ανήκουν σ’ αυτήν αδιάφορο πόσο απομονωμένοι σωματικώς μπορεί να είναι από άλλους του ωργανωμένου λαού του. Αυτός διδάσκει ακριβώς την οργάνωσί του μέσω της κεφαλής της, του Ιησού Χριστού. Εκείνοι που εμμένουν με αγάπη στην οργάνωσι αυτή λαμβάνουν το όφελος της πολιτείας του και της διδασκαλίας του. Δεν μιλεί σε οποιονδήποτε από μας, αλλά στην οργάνωσί του που την προσφωνεί ως γυναίκα του, όταν λέγη: «Ο ανήρ σου είναι ο Ποιητής σου· το όνομα αυτού είναι, ο Ιεχωβά των δυνάμεων· και ο Λυτρωτής σου είναι ο άγιος του Ισραήλ· αυτός θέλει ονομασθή, Ο Θεός πάσης της γης. Πάντες δε οι υιοί σου θέλουσιν είσθαι διδακτοί του Ιεχωβά, και θέλει είσθαι μεγάλη η ειρήνη των υιών σου.»—Ησαΐας 54:5, 13, Α.Σ.Μ.
14. Γιατί το να έχωμε την Αγία Γραφή δεν μας απαλλάσσει από την ανάγκη της οργανώσεως για να λάβωμε το όφελος της διευθύνσεως και των οδηγιών του Θεού;
14 Επειδή απλώς έχετε την Αγία Γραφή και την έχετε ως οδηγό σας και βασικό εκπαιδευτικό Βιβλίο, δεν μπορείτε να ενεργήτε ανεξάρτητα από τους άλλους και να φαντάζεσθε ότι έχετε άμεσες σχέσεις και δοσοληψίες με τον Ιεχωβά ξεχωριστά από τη θεοκρατική οργάνωσι και με αδιαφορία γι’ αυτήν. Ο λόγος Του δεν σας διδάσκει ότι μπορείτε να προχωρήσετε μόνος σας με μόνη την Αγία Γραφή και με μια ιδιαίτερη ενέργεια του αγίου πνεύματος επάνω σας. Είναι ανάγκη να δήτε το χειροτέχνημα του Θεού και ν’ αναγνωρίσετε την οργάνωσι που αυτός οικοδόμησε και με την οποία πολιτεύεται. Αυτή η οργάνωσις γεμάτη από το πνεύμα του και εμμένοντας αυστηρά στο λόγο του, είναι εκείνο που αυτός χρησιμοποιεί σήμερα για να μας οδηγή στις συνδυασμένες μας προσπάθειες σε όλο τον κόσμο. Αυτή η οργάνωσις χρειάζεται για να ολοκληρώνη τις προσπάθειες όλων μας ανάμεσα στα πολλά έθνη πολλών διαφορετικών γλωσσών. Χρειάζεται για να υπηρετή όλους τους πιστούς ενιαίως με τις αποκαλύψεις του λόγου του Θεού. Φέρνει σε συνεργασία όλους τους διαγγελείς της Βασιλείας, με την μίαν «καθαράν γλώσσαν» της αληθείας. Εμποδίζει το να εργαζώμεθα για συγκρουομένους σκοπούς, ή να κάνωμε διπλές προσπάθειες, ή να υπερβαίνωμε τα όρια των τομέων, ή να έχωμε αδυναμίες που προκύπτουν από την έλλειψι ενότητος, και άλλα πράγματα που παρακωλύουν την επιτέλεσι του έργου του Θεού. Ο Ιεχωβά διευθύνει την οργάνωσί του μέσω της Κεφαλής της, του Ιησού Χριστού. Αν θέλωμε να έχωμε το όφελος της διευθύνσεώς του και των οδηγιών του, χρειάζεται να εργαζώμεθα μαζί με την οργάνωσι. Αν ο εχθρός σάς απομονώση, τότε προχωρήστε όπως έχετε διδαχθή και εκπαιδευθή μέσω της οργανώσεως.
15. Τι είναι εκείνο που ακούμε όπισθεν μας και που μας λέγει πού να πάμε;
15 Αυτό πρέπει κατάλληλα να πράξωμε μάλλον παρά να ζητούμε να εμφανισθή ένας άγγελος όπως στις αρχαίες ημέρες και να μας δώση ειδικές οδηγίες ως προς το τι να πράξωμε σε τούτη ή σ’ εκείνη την περίπτωσι, ή παρά ν’ ακούσωμε μια μαντική φωνή να μας μιλή από το αόρατο και να μας λέγη τι να πράξωμε και πού να πάμε. Δεν είναι αυτή η σημασία του Ησαΐας 30:20, 21 (Α.Σ.Μ.): «Ο Διδάσκαλος σου, όμως, δεν θέλει κρύπτεσθαι πλέον, αλλ’ οι οφθαλμοί σου θέλουσι βλέπει τον Διδάσκαλόν σου. Και όταν στρέφησθε επί τα δεξιά, και όταν στρέφησθε επί τα αριστερά, τα ώτα σου θέλουσιν ακούει φωνήν όπισθέν σου, λέγουσαν, Αύτη είναι η οδός, περιπατείτε εν αυτή!» Η φωνή όπισθεν μας είναι η φωνή του Θεού από το παρελθόν, που μιλεί μέσω του γραπτού του λόγου καθώς διευκρινίζεται μέσω της οργανώσεώς του.
16. Γιατί ορθώς αποβλέπομε στην οργάνωσι για να προσδιορίση τον τομέα μας;
16 Μπορούμε ν’ αποβλέπωμε στην ορατή θεοκρατική οργάνωσι για να μας προσδιορίση πού θα εργασθούμε, και τούτο θα μας φυλάξη από το ν’ αποπλανηθούμε στον τομέα ενός άλλου και να προξενήσωμε σύγχυσι, ερεθισμό και προστριβή. Θα φέρη τις προσπάθειές μας σε αρμονία με τις προσπάθειες όλων των άλλων διαγγελέων της Βασιλείας που βρίσκονται στην εδαφική έκτασι της τοπικής εκκλησίας και αυτό θα έχη ως αποτέλεσμα ειρήνη και ενότητα. Αυτό θα ευαρεστήση τον Θεό, διότι είναι γραμμένο: «Ο Θεός δεν είναι ακαταστασίας, αλλ’ ειρήνης καθώς εν πάσαις ταις εκκλησίαις των αγίων. . . . Πάντα ας γίνωνται ευσχημόνως και κατα τάξιν.»—1 Κορινθίους 14:33, 40.
17. Εκτός από τη γενική κατεύθυνσι που μας δίδει η οργάνωσις, τι αφηνόμεθα ελεύθεροι ν’ αποφασίσωμε, και πώς αυτό δείχνεται Γραφικώς;
17 Ενώ εργαζόμεθα κάτω από τη γενική διενθυνσι του Θεού και συνεργαζόμεθα με τη θεοκρατική του οργάνωσι, αυτός μας αφήνει ελευθέρους ν’ αποφασίσουμε για τις πιο προσωπικές ή ιδιαίτερες μας κινήσεις. Σε πολλές περιπτώσεις ο απόστολος Παύλος ωδηγείτο απ’ ευθείας με ενέργειες του πνεύματος ή οράματα από τον Κύριο. Αυτό εγίνετο για τη γενική του κίνησι’ αλλ’ από άλλες απόψεις έπρεπε να καταστρώνη τα προσωπικά του σχέδια και ν’ αποφασίζη για το ποιες ήσαν οι καλύτερες διευθετήσεις που έπρεπε να κάμη. Στο πρώτο του ιεραποστολικό ταξίδι μαζί με τον Βαρνάβα, είχε αποσταλή ειδικώς με πρόσκλησι του αγίου πνεύματος. Ως προς το δεύτερο, όμως, ιεραποστολικό του ταξίδι, ο Παύλος ήταν εκείνος που είπε στο Βαρνάβα: «Ας επιστρέψωμεν τώρα και ας επισκεφθώμεν τους αδελφούς ημών κατά πάσαν πόλιν, εν αις εκηρύξαμεν τον λόγον του Κυρίου [Ιεχωβά, Μ.Ν.Κ.], πώς έχουσι.» (Πράξεις 13:1-4· 15:36) Αλλά υπήρξε ασυμφωνία ως προς τον ποιον έπρεπε να πάρουν μαζί, και δεν εσημειώθηκε άμεση ενέργεια του αγίου πνεύματος ή ενός αγγέλου για την τακτοποίησι της δυσκολίας. Πάλι, όταν ο Κύριος Ιησούς εμφανίσθηκε στον Παύλο και τον επληροφόρησε για το έργο που ο Παύλος έπρεπε να κάμη, είπε: «Ύπαγε· διότι εγώ θέλω σε εξαποστείλει εις έθνη μακράν.» Οι οδηγίες αυτές ήσαν γενικές, αλλά ο Παύλος αφέθηκε να σχεδιάση τις κινήσεις του και έπειτα να εργασθή προς τις κατευθύνσεις αυτές και να δη σε τι βαθμό ανταπεκρίνετο στο θέλημα του Θεού. Μας λέγει ότι αποφάσισε ο ίδιος να μεταβή σε πραγματικά ξένα εδάφη όπου ο Χριστός δεν είχε ακόμη κηρυχθή, έτσι ώστε να μην οικοδομή επάνω στο θεμέλιο ενός άλλου.—Πράξεις 22:17-21 και Ρωμαίους 15:18-21.
«ΕΑΝ Ο ΙΕΧΩΒΑ ΘΕΛΗΣΗ»
18. Αφού έκανε τα σχέδιά του, για ποιο πράγμα ο Παύλος ενεπιστεύετο στον Θεό, και πώς δείχνεται αν ο Θεός επέτρεπε να εμποδίζωνται τα σχέδια του Παύλου;
18 Ο Παύλος δεν εκαυχάτο για κείνο που έμελλε να κάμη, αλλά εσχεδίαζε εκείνο που φαινόταν ότι εξυπηρετούσε τα κάλλιστα συμφέροντα του έργου και την επέκτασί του. Ενεπιστεύετο στον Θεό ότι θα τον καθωδηγούσε να πραγματοποιήση αυτά τα σχέδια και ότι θα τον υπεστήριζε εφόσον θα εργαζόταν σε αρμονία με τον σκοπό του Θεού. Επέτρεπε ο Θεός να εμποδίζωνται τα σχέδια του Παύλου; Γράφοντας στην εκκλησία της Ρώμης, ο Παύλος δείχνει ότι ο Θεός το επέτρεπε, διότι λέγει: «Εμποδιζόμην πολλάκις να έλθω προς εσάς. Τώρα όμως μη έχων πλέον τόπον εν τοις κλίμασι τούτοις, επιποθών δε από πολλών ετών να έλθω προς εσάς, όταν υπάγω εις την Ισπανίαν, θέλω ελθεί προς εσάς· διότι ελπίζω διαβαίνων να σας ίδω, και να προπεμφθώ εκεί από σας, αφού πρώτον οπωσούν σας χορτασθώ. Τώρα δε υπάγω εις Ιερουσαλήμ, εκπληρών την διακονίαν εις τους αγίους.» Μιλώντας για παρεμπόδισι αλλού, ο Παύλος έγραψε στους Θεσσαλονικείς: «Ημείς, αδελφοί, ορφανισθέντες αφ’ υμών προς ολίγον καιρόν προσωπικώς, ουχί κατά την καρδίαν, εσπουδάσαμεν περισσότερον μετά πολλής επιθυμίας να ίδωμεν το πρόσωπόν σας. Δια τούτο ηθελήσαμεν να έλθωμεν προς εσάς (εγώ μάλιστα ο Παύλος) και άπαξ και δις, και εμπόδισεν ημάς ο Σατανάς.»—Ρωμαίους 15:22-25 και 1 Θεσσαλονικείς 2:17, 18.
19. Εμέμφετο ακατάλληλα ο Παύλος τον Διάβολο, και πώς δείχνει η αφήγησις ότι ελάμβανε αποφάσεις και προσπαθούσε να τις εκτελέση;
19 Ο Παύλος δεν εμέμφετο ακατάλληλα για κάτι τον Διάβολο. Χωρίς αμφιβολία, με τα φανατικά του όργανα στη γη ο Σατανάς ήγειρε αποτελεσματικούς φραγμούς εναντίον της επιστροφής του Παύλου στη Θεσσαλονίκη όταν ήθελε να μεταβή εκεί. Οπωσδήποτε, όλα αυτά τα πράγματα δείχνουν ότι ο Παύλος αφηνόταν σε πολλή προσωπική ελευθερία και πολλή προσωπική ευθύνη όταν εσχεδίαζε την πορεία του για τη διάδοσι των καλών νέων. Δεν ζητούσε τον άγγελο του Θεού σε κάθε στροφή ή ένα όραμα ή μια θαυματουργικώς ακουστή έκφρασι του αγίου πνεύματος. Ελάμβανε αποφάσεις. Παραδείγματος χάριν «απεφάσισεν εν εαυτώ . . . να υπάγη εις την Ιερουσαλήμ, ειπών, Ότι, αφού υπάγω εκεί, πρέπει να ίδω και την Ρώμην.» Ήταν τόσο αποφασισμένος να μεταβή στην Ιερουσαλήμ από εκεί που βρισκόταν, δηλαδή από την Έφεσο, ώστε, όταν το άγιο πνεύμα με διάφορα μέσα έδειχνε ότι ο Παύλος θα εισήρχετο σε θλίψι στην Ιερουσαλήμ, αυτός προωθούσε την απόφασί του. Στην Καισαρεία, 55 ακριβώς μίλια από την Ιερουσαλήμ, έλαβε τελική προειδοποίησι από τον προφήτη Άγαβο. Οι μαθηταί, λοιπόν, εκεί προσπάθησαν να τον μεταπείσουν. Αλλ’ ο Λουκάς μάς λέγει: «Και επειδή δεν επείθετο, ησυχάσαμεν, ειπόντες, Ας γείνη το θέλημα του Κυρίου [Ιεχωβά, Μ.Ν.Κ.] Και το θέλημα του Ιεχωβά έγινε. Ο Παύλος τελικά πήγε στη Ρώμη, έστω και αν πήγε ως δέσμιος.—Πράξεις 19:21· 20:22-24· 21:4, 10-14.
20, 21. (α) Αφού κάνωμε προσωπικά σχέδια, τι πρέπει να ζητούμε; (β) Ποια συμβουλή μάς δίνεται για να μην καυχώμεθα για τα σχέδιά μας:
20 Το ίδιο συμβαίνει και με μας σήμερα. Καθώς συνεργαζόμεθα με τη θεοκρατική εκκλησία του λαού του Ιεχωβά, αφηνόμεθα σε σημαντική ελευθερία κινήσεως. Μας αφήνεται η ευθύνη να σχεδιάσωμε την προσωπική μας πορεία ενεργείας στον τομέα μας. Αφού απεφασίσαμε για την προσωπική μας πορεία, μπορούμε να ζητούμε την ευλογία και καθοδηγία του Ιεχωβά και τη χρησιμοποίησί μας στην υπηρεσία του. Αν σπέρνωμε πολύ, κάνοντας καλή ετοιμασία γι’ αυτό, μπορούμε να περιμένωμε ότι θα θερίσωμε πολύ· και αντιστρόφως.
21 Δεν πρέπει να καυχώμεθα για τα σχέδιά μας ή να βασιζώμεθα στη δύναμί μας και στη σοφία μας για την πραγματοποίησί τους. Ο Ιάκωβος προειδοποιεί εναντίον τούτου με τα εξής απερίστροφα λόγια: «Έλθετε τώρα οι λέγοντες, Σήμερον ή αύριον θέλομεν υπάγει εις ταύτην την πόλιν, και θέλομεν κάμει εκεί ένα χρόνον, και θέλομεν εμπορευθή και κερδήσει· οίτινες δεν εξεύρετε το μέλλον της αύριον· διότι ποία είναι η ζωή σας; είναι τωόντι ατμός όστις φαίνεται προς ολίγον, και έπειτα αφανίζεται· αντί να λέγητε, Εάν ο Κύριος [Ιεχωβά, Μ.Ν.Κ.] θελήση, και ζήσωμεν, θέλομεν κάμει τούτο ή εκείνο. Τώρα όμως καυχάσθε εις τας αλαζονείας σας· πάσα τοιαύτη καύχησις είναι κακή. Εις τον όστις λοιπόν εξεύρει να κάμνη το καλόν και δεν κάμνει, εις αυτόν είναι αμαρτία.»—Ιάκωβος 4:13-17.
22. Αφού κάνωμε τα σχέδιά μας, σε τίνος το θέλημα πρέπει να τα υποβάλωμε, και πώς πρέπει να θεωρήσωμε τις πείρες μας ενώ προωθούμε το έργον;
22 Σύμφωνα με τούτο, αφού εκάναμε τα προσωπικά μας σχέδια σχετικά με το πού, πότε και πώς πρόκειται να είμεθα δραστήριοι στον αγρό ως μια δημοσία μαρτυρία του Υψίστου Θεού, πρέπει να πούμε, «Εάν ο Ιεχωβά θελήση, θα κάμω το έργον του στην περίπτωσι αυτή.» Αν σας ελεήση και σας αφήση να πάτε εκεί να υπηρετήσετε, μπορείτε να τον ευχαριστήσετε γι’ αυτό το προνόμιο. Αν έχετε ευχάριστες πείρες και αποκομίσετε ενθαρρυντικά αποτελέσματα από τις προσπάθειές σας, μπορείτε να τον ευχαριστήσετε γι’ αυτές τις εκδηλώσεις της ευνοίας του, διότι κάθε δόσις αγαθή και κάθε τέλειο δώρημα προέρχεται απ’ αυτόν, τον Πατέρα των ουρανίων φώτων. Αν υπάρχη εναντίωσις ή δοκιμασίες, αν δεν αναφαίνονται γρήγορα ευνοϊκά αποτελέσματα, μπορείτε να μελετήσετε το ζήτημα και να καθορίσετε σε τι βαθμό ο Σατανάς είναι υπεύθυνος, όπως στην περίπτωσι του Παύλου, ή σε τι βαθμό το σφάλμα είναι δικό σας λόγω ελλείψεως προετοιμασίας για την υπηρεσία, ελλείψεως διακριτικότητος από μέρους σας, προσάψεως μομφής στο άγγελμα με την προσωπική σας διαγωγή, ή για άλλες αιτίες. Μην αποθαρρύνεσθε από θλίψι, εναντίωσι ή καταδίωξι· όπως δεν απεθαρρύνετο και ο Ιησούς ή ο Παύλος. Αλλά, γνωρίζοντας ότι πράττετε το θέλημα του Θεού, συνεχίστε πιστά την υπηρεσία του και με την εμμονή αυτή νικήστε την πρόθεσι του εχθρού.
ΠΑΝΟΠΛΙΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
23. Γιατί και πώς η οργάνωσις συνεργάζεται μαζί σας στο έργον;
23 Την εξουσία σας να κάμετε το έργον του Θεού ως ένας από τους διαγγελείς των καλών νέων της βασιλείας του, την έχετε απ’ ευθείας από τον λόγον του. Η θεοκρατική του οργάνωσις αναγνωρίζει την εξουσιοδότησί σας από τον λόγον του, την Αγία Γραφή. Σας χρησιμοποιεί, λοιπόν, ως έναν από τους αντιπροσώπους της στον αγρό και συνεργάζεται μαζί σας, κάνει προμήθεια για τις ανάγκες σας, και σας παρέχει συμπαράστασι. Σας δίνει το όφελος της νομικής βοηθείας και προστασίας που μπορεί να σας προμηθεύση. Σας βοηθεί ν’ αγωνισθήτε για την αλήθεια μαζί με τους αδελφούς σας σε όλη τη γη.
24. Πώς, λοιπόν, νουθετούμεθα ότι πρέπει ν’ αγωνιζωμεθα, αλλά όχι εναντίον ποίων;
24 Δεν μπορείτε να σταθήτε μόνος. Πρέπει ν’ αγωνισθήτε ώμος προς ώμον με τους συμμάρτυράς σας, καθώς το περιγράφει ο Παύλος: «Στέκεσθε εις έν πνεύμα, συναγωνιζόμενοι εν μια ψυχή δια την πίστιν του ευαγγελίου· και μη φοβιζόμενοι εις ουδέν από των εναντίων· το οποίον εις αυτούς μεν είναι ένδειξις απωλείας, εις εσάς δε σωτηρίας, και τούτο από Θεού· διότι εις εσάς εχαρίσθη το υπέρ Χριστού, ου μόνον το να πιστεύητε εις αυτόν, αλλά και το να πάσχητε υπέρ αυτού· έχοντες τον αυτόν αγώνα οποίον είδετε εν εμοί, και τώρα ακούετε εν εμοί.» (Φιλιππησίους 1:27-30) Δεν πρέπει να μάχεσθε σωματικούς αγώνας με άνδρες και γυναίκες έξω από τη θεοκρατική οργάνωσι. Ασφαλώς δεν πρέπει να το κάνετε αυτό μέσα στη θεοκρατική οργάνωσι. Πρέπει να πολεμήτε τον κοινόν εχθρό, και όχι τους αδελφούς σας· πάντοτε «σπουδάζοντες να διατηρήτε την ενότητα του Πνεύματος δια του συνδέσμου της ειρήνης [μεταξύ των αδελφών]· Έν σώμα και έν Πνεύμα, . . . είς Κύριος, μία πίστις, έν βάπτισμα· είς Θεός και Πατήρ πάντων, ο ων επί πάντων, και δια πάντων, και εν πάσιν υμίν.» Αυτό εξασφαλίζει τη νίκη, η ενότης αυτή!—Εφεσίους 4:3-6.
25. Ολόκληρη η άμυνά μας αφήνεται μόνο στην οργάνωσι και στους αγγέλους; Ποιο μέσον εκτελεί ζωτικό μέρος;
25 Η θεοκρατική οργάνωσις μάς παρέχει πολλή βοήθεια και προστασία, για να μην αναφέρωμε επίσης και τους αοράτους αγίους αγγέλους υπό τον Χριστόν. Εν τούτοις, υπάρχουν επίσης προσωπικά αμυντικά μέτρα που πρέπει να λάβωμε ατομικώς. Ανάμεσα σ’ αυτά τα μέτρα ο γραπτός λόγος του Θεού εκτελεί ένα αναγκαίο και ζωτικό μέρος· είναι ισχυρός για την προστασία μας. Ο Παύλος το διευκρινίζει αυτό στα περαιτέρω λόγια του προς την εκκλησία της Εφέσου, την οποία παρακαλούσε για Χριστιανική ενότητα.
26. Ποιοι είναι οι πραγματικοί εχθροί μας; Τίνος, λοιπόν, πρέπει να κάμωμε προσωπική χρήσι;
26 Βρισκόμαστε σε μια πραγματική μάχη, και ο Παύλος δείχνει ποιοι είναι οι πραγματικοί εχθροί εναντίον των οποίων πρέπει να αγωνισθούμε, λέγοντας: «Ενδύθητε την πανοπλίαν του Θεού, δια να δυνηθήτε να σταθήτε εναντίον εις τας μεθοδείας του διαβόλου· διότι δεν είναι η πάλη ημών εναντίον εις αίμα και σάρκα, αλλ’ εναντίον εις τας αρχάς, εναντίον εις τας εξουσίας, εναντίον εις τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου, εναντίον εις τα πνεύματα της πονηρίας εν τοις επουρανίοις.» Έχοντας τούτο υπ’ όψιν, σκεφθήτε τι έχομε απέναντί μας—όλο αυτό το μεγάλο αόρατο πλήθος είναι εναντίον μας! Εργάζεται μ’ ένα ωργανωμένο τρόπο μέσω της ορατής οργανώσεως του Διαβόλου με όλη της την προπαγάνδα και όλη τη δύναμί της να μας θέση κάτω από πίεσι για να καταστρέψη την πίστι μας και να μας δελεάση ή να μας εξαναγκάση ν’ απομακρυνθούμε από την υπηρεσία του Θεού. Θα εδειλιάζαμε και θα ετρομάζαμε αν δεν ήμεθα βεβαιωμένοι ότι ο Θεός έχει κάμει προμήθεια για να μας προστατεύση. Αλλά δεν πρέπει ν’ αφήνωμε όλη την ευθύνη της προστασίας μας στον Θεό. Αυτός έχει προμηθεύσει ωρισμένα πράγματα για μας, για να τα χρησιμοποιήσωμε για την προστασία ημών των ιδίων και των αδελφών μας, και πρέπει να τα χρησιμοποιήσουμε. Ποια; Τα μέρη που αποτελούν την τελεία εξάρτυσι της πνευματικής πανοπλίας μας. Το να μην τα χρησιμοποιήσουμε μας αφήνει εκτεθειμένους.
27. Ποια είναι η ζώνη μας, ο θώραξ μας, η υπόδησίς μας σ’ αυτή την εξάρτυσι;
27 «Δια τούτο», συνεχίζει ο Παύλος, «αναλάβετε την πανοπλίαν του Θεού, δια να δυνηθήτε να αντισταθήτε [σε όλους τους πνευματικούς εχθρούς που αναφέρθηκαν πιο πάνω] εν τη ημέρα τη πονηρά, και αφού καταπολεμήσητε τα πάντα, να σταθήτε. Σταθήτε λοιπόν [πώς;] περιεζωσμένοι την οσφύν σας με αλήθειαν, και ενδεδυμένοι τον θώρακα της δικαιοσύνης, και έχοντες υποδεδημένους τους πόδας με την ετοιμασίαν του ευαγγελίου της ειρήνης.» Η δικαιοσύνη είναι ένας θώραξ προστασίας για τις καρδιές μας, και το ειρηνικό άγγελμα του ευαγγελίου εφοδιάζει τα πόδια μας για να προχωρήσουν στην υπηρεσία του αγρού μ’ ένα ειρηνικό τρόπο. Το να προάγωμε ειρήνη μάλλον παρά να διεγείρουμε διαμάχη με σκαιό τρόπο, καθιστά ευκολώτερο για μας να πάμε σε μακρύτερες αποστάσεις. Τη δικαιοσύνη και το ευαγγέλιο της ειρήνης, τα μανθάνετε από την Αγία Γραφή και με τη βοήθεια της θεοκρατικής οργανώσεως.
28. Ποια είναι η ασπίς μας, και πώς γίνεται πλατειά;
28 «Επί πάσι δε, αναλάβετε την ασπίδα της πίστεως, δια της οποίας θέλετε δυνηθή να σβέσητε πάντα τα βέλη του πονηρού τα πεπυρωμένα.» Η πίστις μας που βασίζεται στη γνώσι που έχομε του λόγου του Θεού και στη γνωριμία μας μ’ Αυτόν και τα έργα του, εμποδίζει τα πυρωμένα βέλη των πικρών λόγων ονειδισμού και ψευδούς κατηγορίας, να προσκολληθούν μέσα μας και να επιφέρουν μια θανάσιμη πληγή στην πνευματικότητά μας. Όσο περισσότερο γνωρίζομε τον λόγον του Θεού και όσο περισσότερη πείρα έχομε της πολιτείας Του, τόσο πλατύτερη γίνεται η ασπίς της πίστεώς μας.—Ψαλμός 64:3· Ιερεμίας 9:8.
29, 30. Ποια είναι η περικεφαλαία μας και η μάχαιρά μας; Πώς μας παρέχονται;
29 Αλλά υπάρχουν περισσότερα που χρειάζεσθε: «Και λάβετε την περικεφαλαίαν της σωτηρίας, και την μάχαιραν του πνεύματος, ήτις είναι ο λόγος του Θεού· προσευχόμενοι εν παντί καιρώ μετά πάσης προσευχής και δεήσεως δια του Πνεύματος.» Για προστασία της κεφαλής ή διανοίας σας ο Θεός επρομήθευσε την περικεφαλαίαν της σωτηρίας ή «ελπίδα σωτηρίας.» Αποκτώντας με το πνεύμα του το «μικρόν ποίμνιον» των ακολούθων του Χριστού, ο ουράνιος Πατήρ εδημιούργησε μέσα τους μια ελπίδα ουρανίας σωτηρίας. Αλλά σήμερα μέσω του λόγου του και της οργανώσεώς του ο Θεός κάνει γνωστή στον «πολύν όχλον» των άλλων προβάτων μια ελπίδα σωτηρίας σε ζωή με ανθρώπινη τελειότητα επάνω σε μια παραδείσια γη. Υπομένοντας πιστά ως Χριστιανοί και έτσι κερδίζοντας την επιδοκιμασία του Θεού, αυξάνομε την ελπίδα μας ή την προσδοκία μας να λάβωμε τα πράγματα που επιθυμούμε σύμφωνα με την υπόσχεσί του. Έχοντας αυτή τη διανοητική ελπίδα σωτηρίας, πολεμούμε εξακολουθητικά με την «μάχαιραν του Πνεύματος, ήτις είναι ο λόγος του Θεού».
30 Αυτή είναι μια πνευματική μάχαιρα για μάχη με τον εχθρό εκ του πλησίον. Το πνεύμα του Θεού εσφυρηλάτησε, εσκλήρυνε, διεμόρφωσε και ώξυνε αυτήν την μάχαιραν, διότι οι συγγραφείς αυτού του λόγου ήσαν απλώς άνθρωποι και έτσι είχαν ανάγκη του πνεύματος ή ενεργού δυνάμεως του Θεού για να τους κινή να γράψουν το άγγελμα του Θεού. Επομένως το πνεύμα του Θεού μάς μιλεί μ’ αυτόν τον λόγον, και ο λόγος αυτός είναι μια έκφρασις του πνεύματος του Θεού. Το πνεύμα του είναι ακατανίκητο, και αυτό είναι που καθιστά αυτήν την μάχαιραν του λόγου του Θεού ακατανίκητη απέναντι ανθρώπου και διαβόλου.—Εφεσίους 6:11-18· 1 Θεσσαλονικείς 5:8, 9.
31. Πώς ο Ιησούς μάς έδωσε παράδειγμα ως χειριστής της μαχαίρας; Πώς προσηύχετο;
31 Ο Ιησούς μάς έδωσε το παράδειγμα για τη χρησιμοποίησι αυτής της πνευματικής μαχαίρας, του λόγου του Θεού. Όταν ο Διάβολος τον έθεσε σε δοκιμασία στην έρημο, ο Ιησούς απέκρουσε κάθε κτύπημα των εισηγήσεων του Διαβόλου με την μάχαιραν του λόγου του Θεού, λέγοντας, «Είναι γεγραμμένον.» Και όταν ο Διάβολος και όλοι οι ωργανωμένοι του δαίμονες επετίθεντο εναντίον του Ιησού μέσω της πονηρής ορατής οργανώσεώς των και προσέβαλλαν το άγγελμά του και την πορεία της ενεργείας του, αυτός αντιμετώπιζε τις εφόδους των μ’ ένα κτύπημα της πνευματικής μαχαίρας, αναφέροντας περικοπές του γραπτού λόγου του Θεού. Το «είναι γεγραμμένον» εφόνευε ή παρέλυε τα επιχειρήματα της παραδόσεως και τις κοσμικές φιλοσοφίες ή αντιγραφικούς συλλογισμούς των θρησκευτικών θυμάτων των δαιμόνων. Αλλά μαζί μ’ αυτή την επιδέξια χρήσι της μαχαίρας αυτής που προήρχετο από τον Θεό, ο Ιησούς προσηύχετο. Προσηύχετο τακτικά και ειλικρινώς και με πλήρη συμφωνία προς τον σκοπόν του Θεού που εκτίθεται στον γραπτόν του λόγον. Έτσι οι προσευχές του εισηκούοντο.
32. Γιατί η ημέρα αυτή είναι η «πονηρά ημέρα»; Τι καθιστά επείγον;
32 Τώρα που ο Σατανάς και οι δαίμονές του έχουν καταρριφθή από τον ουρανό και δημιουργούν ουαί επάνω στη γη και πολεμούν εναντίον εκείνων που ανήκουν στη «γυναίκα» ή οργάνωσι του Θεού, βρισκόμαστε στην ‘ημέραν την πονηράν’. Πρέπει να παλαίσωμε αποφασιστικά εναντίον των ισχυρών πνευματικών εχθρών. Είναι ανάγκη, επομένως, να φορέσωμε και να διατηρήσωμε την πλήρη εξάρτυσι της πανοπλίας του Θεού. Η πανοπλία είναι η ίδια για τον καθένα μας και για όλους μας, και μ’ αυτήν μπορούμε να σταθούμε ενωμένοι και να κρατήσωμε τον εχθρό σε αμηχανία και ν’ αποκρούσωμε τις εφόδους του. Κρατήστε, λοιπόν, κάθε εξάρτημα. Κρατήστε την καρδιά σας προσηλωμένη στη δικαιοσύνη, τη δικαιοσύνη του Θεού, για την προστασία σας. Κρατήστε σταθερά και διευρύνατε την πίστι σας σαν ασπίδα. Εξακολουθήστε να βαδίζετε με τον εφοδιασμό των καλών νέων της ειρήνης για να σας προστατεύη από τη σκληρότητα του δρόμου. Περιζωσθήτε τη ζώνη της αληθείας για να ενισχυθήτε να βαστάσετε το φορτίο και να το υπομείνετε. Κρατήστε στο κεφάλι σας την περικεφαλαία της ορθής ελπίδος που δεν οδηγεί σε απογοήτευσι. Δυναμώστε τη λαβή σας επάνω στην μάχαιραν του πνεύματος, τον λόγον του Θεού. Τώρα που έχομε φθάσει σε στενές επαφές με τον εχθρό, μάθετε να κραδαίνετε την μάχαιραν. Μ’ αυτήν αποκρούστε κάθε εχθρικό κτύπημα και ωθήστε αυτό το δίκοπο όπλο στα ζωτικά μέρη της εχθρικής προπαγάνδας, των παραδόσεων, των φιλοσοφιών και των απατηλών επιχειρημάτων.
33. Μπορούμε έτσι ν’ αγωνιζώμεθα και να προσευχώμεθα όταν είμεθα υπό κράτησιν; Πώς;
33 Αν είμεθα έτσι ωπλισμένοι, δεν θα χρειασθή ποτέ να οπισθοχωρήσωμε μπροστά στους επιτιθεμένους εναντίον μας, και ο Διάβολος και όλα τα πλήθη των δαιμόνων του δεν μπορούν να μας κάμουν την παραμικρή πνευματική βλάβη. Μπορεί να φονευθούμε εξαιτίας της αοράτου επιρροής των επάνω στους επίγειούς των πράκτορας, αλλά ο Θεός θα προστατεύση και θα διαφυλάξη την κληρονομιά μας, κληρονομιά ζωής στο νέο κόσμο, χορηγώντας μας ανάστασι στον ωρισμένο του καιρό. Μπορεί να βρεθούμε σε φυλακή ή στρατόπεδο συγκεντρώσεως εξαιτίας δαιμονισμένων ανθρώπων ή κυβερνήσεων αλλά οι εχθροί μας δεν μπορούν να μας αφαιρέσουν την πνευματική πανοπλία μας. Μπορούμε ακόμη να διατηρούμε αυτή την πανοπλία και ν’ αγωνιζώμεθα με αυτήν εκεί υπό κράτησιν, διότι ο Παύλος ο ίδιος φορούσε αυτή την πανοπλία στη φυλακή στη Ρώμη όταν μας έγραψε να την φορέσωμε. Και καθώς αγωνιζόμεθα με αυτή, μπορούμε να διατηρούμε επικοινωνία με τον Θεό και την αόρατη οργάνωσι του μέσω προσευχής, κάθε είδους προσευχής αίνου, δοξολογίας, ευχαριστίας, δεήσεων και ενθέρμων ικεσιών, για μας τους ίδιους και για τους αδελφούς μας, τους συναγωνιστάς μας. Η προσευχή μάς κάνει να αισθανώμεθα κοντά τη θεία βοήθεια.
34. Ποια θέσι, λοιπόν, πρέπει να δώσωμε στον λόγον του Θεού, και με ποια έκβασι;
34 Αφού, λοιπόν, εξετάσαμε όλα, δεν μπορούμε να υποτιμήσωμε την αξία, τη σπουδαιότητα και τη δύναμι του λόγου του Θεού. Πρέπει να του δώσωμε μια συνεχή θέσι στη ζωή μας, μπροστά από τα λόγια και τις εντολές ανθρώπων που θα ήθελαν να εκμηδενίσουν και ν’ ακυρώσουν τον λόγον του Θεού, ακόμη και κάτω από διωγμό. Διότι ο οδηγός μας Ψαλμός 119:161 λέγει: «Άρχοντες με κατεδίωξαν αναιτίως· αλλ’ η καρδία μου τρέμει από του λόγου σου.» Προσκολλώμεθα, λοιπόν, στον γραπτόν λόγον του Θεού και υπακούομε σ’ αυτόν. Προσέχοντας στον λόγον του μπορούμε να καθαρίζωμε το δρόμο μας και να τον κρατούμε αγνό και καθαρό μέσα από τον ρυπαρό αυτόν κόσμο. Ο λόγος του, αν ληφθή στην καρδιά και στο νου, μπορεί να κάμη αλλαγή στη διάνοιά μας και μ’ αυτόν τον τρόπο να μεταμορφώση τη ζωή μας και να την κρατήση μακριά από κάθε μίμησι αυτού του διεφθαρμένου συστήματος πραγμάτων και σε μια πορεία ευπρόσδεκτη στον Θεό, σε πλήρη αρμονία μ’ αυτόν και που μας οδηγεί σε αιώνια ζωή στο νέο του κόσμο.—Ρωμαίους 12:1, 2.