«Δεν Θέλομεν Εγκαταλείψει τον Οίκον του Θεού Ημών»
1. Ποια ήταν η στάσις του Ιησού Χριστού απέναντι του ναού στην Ιερουσαλήμ, και πώς απεδείχθη αυτό;
ΑΚΡΙΒΩΣ όπως προελέχθη από τον προφήτη Δανιήλ (9:24-27), ο ‘Χριστός ο Ηγούμενος’ εμφανίσθηκε το έτος 29 της Κοινής μας Χρονολογίας, διότι τότε ο Ιησούς, ο από Ναζαρέτ ξυλουργός, εβαπτίσθη στον Ιορδάνη Ποταμό και κατόπιν εχρίσθη με το άγιο πνεύμα του Θεού. (Ματθ. 3:13-17) Ως ο Μεσσίας ή Χριστός προείπε την καταστροφή του ναού της Ιερουσαλήμ, η οποία συνέβη το 70 μ.Χ. Δεν προσπάθησε να διαφυλάξη τον τυπικό εκείνον «οίκον του Θεού», ο οποίος είχε κοτασκευασθή με «λίθους ωραίους» και άλλα δαπανηρά υλικά. (Λουκ. 21:5, 6) Εν τούτοις, εφ’ όσον ο Θεός επέτρεπε να παραμένη αυτός ο ναός στην Ιερουσαλήμ, ο Ιησούς Χριστός τον εσεβάσθη και μέσα σ’ αυτόν ασκούσε λατρεία. Σε δυο περιπτώσεις τον εκαθάρισε από εμποριοκρατία.—Ιωάν. 2:13-22· Ματθ. 21:10-14.
2. Εν τούτοις, για ποια οικοδομή ενδιεφέρετο ο Ιησούς περισσότερο;
2 Εν τούτοις, ο Ιησούς Χριστός ενδιεφέρετο περισσότερο για τον πραγματικό, τον αιώνιο ναό του ουρανίου του Πατρός, του Ιεχωβά Θεού. Έτσι, προτού πραγματοποιήση το τελικό του ταξίδι στην Ιερουσαλήμ για να προείπη την καταστροφή της πόλεως εκείνης και του ναού της, είπε, εις επήκοον των δώδεκα αποστόλων του: «Επί ταύτης της πέτρας θέλω οικοδομήσει την εκκλησίαν μου· και πύλαι άδου δεν θέλουσιν ισχύσει κατ’ αυτής.»—Ματθ. 16:18.
3, 4. (α) Στο εδάφιο Ματθαίος 16:18 ομιλεί ο Ιησούς για την εκκλησία του ως τι; (β) Γράφοντας στους Χριστιανούς της Εφέσου, με τι παρωμοίασε ο Παύλος την εκκλησία, και πώς;
3 Ομιλώντας περί οικοδομής της εκκλησίας του και περί της οικοδομής της επί μιας πέτρας, αυτός ο πρώην τέκτων παρομοίαζε την εκκλησία του με ένα ναό. Μιλούσε γι’ αυτόν σαν ένα ζώντα «οίκον του Θεού.» Όταν ο Ιησούς εκαθάρισε για πρώτη φορά το ναό την άνοιξι του 30 μ.Χ., εχρησιμοποίησε τον όρο «ναός» για ν’ αναφερθή σε κάτι διάφορο από εκείνον τον υλικό ναό στην Ιερουσαλήμ. (Ιωάν. 2:13-22) Έτσι τώρα, στο εδάφιο Ματθαίος 16:18, παρομοιάζει την εκκλησία των πιστών ακολούθων του με ένα ναό οικοδομημένο επάνω στον εαυτό του ως τον Θεμέλιο Λίθο. Σε αρμονία με αυτό το γεγονός ο Χριστιανός απόστολος Παύλος, γράφοντας στην εκκλησία της Εφέσου, Μικράς Ασίας, όπου υπήρχε ακόμη ο παγκοσμίως φημισμένος ναός της θεάς Αρτέμιδος, ωμίλησε για ολόκληρη τη Χριστιανική εκκλησία ως ένα ζώντα ναό. Ο Παύλος είπε:
4 «Δι’ αυτού [του Ιησού Χριστού] έχομεν αμφότεροι [Ιουδαίοι και Εθνικοί] την είσοδον προς τον Πατέρα δι’ ενός πνεύματος. Άρα λοιπόν δεν είσθε πλέον ξένοι και πάροικοι, αλλά συμπολίται των αγίων και οικείοι του Θεού, εποικοδομηθέντες επί το θεμέλιον των αποστόλων και προφητών, όντος ακρογωνιαίου λίθου αυτού του Ιησού Χριστού· εν τω οποίω πάσα η οικοδομή συναρμολογουμένη αυξάνεται εις ναόν άγιον εν Ιεχωβά· εν τω οποίω και σεις συνοικοδομείσθε εις κατοικητήριον του Θεού δια του πνεύματος.»—Εφεσ. 2:18-22, ΜΝΚ.
5. Ποιος είναι ο πραγματικός «οίκος του Θεού ημών», σύμφωνα με τα λόγια του Παύλου εις 1 Κορινθίους 3:16, 17;
5 Τονίζοντας και πάλι το ότι ο πραγματικός «οίκος του Θεού ημών» είναι τώρα ένας ναός, αποτελούμενος από ζώντας λίθους, ο απόστολος Παύλος έγραψε στη Χριστιανική εκκλησία της αρχαίας Κορίνθου: «Δεν εξεύρετε ότι είσθε ναός Θεού, και το Πνεύμα του Θεού κατοικεί εν υμίν; Εάν τις φθείρη τον ναόν του Θεού, τούτον θέλει φθείρει ο Θεός· διότι ο ναός του Θεού είναι άγιος, όστις είσθε σεις.»—1 Κορ. 3:16, 17.
6. Τα μέλη του συμβολικού ναού με τι παρομοιάζονται, και πώς ο Πέτρος κάνει αυτή τη σύγκρισι;
6 Τα μέλη του συμβολικού αυτού ναού παραβάλλονται επομένως με τους λίθους ενός υλικού ναού. Γι’ αυτό ο Χριστιανός απόστολος Πέτρος τους αποκαλεί ‘λίθους ζώντας’, όταν γράφη στους Χριστιανούς τους διεσπαρμένους στη Μικρά Ασία, λέγοντας: «Εις τον οποίον [τον Ιησού Χριστό] προσερχόμενοι, ως εις λίθον ζώντα, υπό μεν των ανθρώπων αποδεδοκιμασμένον, παρά δε τω Θεώ εκλεκτόν, έντιμον, και σεις, ως λίθοι ζώντες, οικοδομείσθε οίκος πνευματικός, ιεράτευμα άγιον, δια να προσφέρητε πνευματικάς θυσίας, ευπροσδέκτους εις τον Θεόν δια Ιησού Χριστού. Δια τούτο και περιέχεται εν τη Γραφή, ‘Ιδού, θέτω εν Σιών λίθον ακρογωνιαίον, εκλεκτόν, έντιμον και ο πιστεύων επ’ αυτόν δεν θέλει καταισχυνθή’.»—1 Πέτρ. 2:4-6· Εφεσ. 2:20.
7. Πώς ο Θεός κατοικεί στον ζώντα ναό του;
7 Διασαφηνίζοντας καλά ότι η κατοίκησις του Θεού στον ζώντα ναό του γίνεται μέσω του πνεύματός του, και όχι μέσω οποιουδήποτε γλυπτού ή εικόνος ειδώλου, ο απόστολος Παύλος γράφει και πάλι προς τη Χριστιανική εκκλησία της ειδωλολατρικής Κορίνθου: «Τίνα δε συμβίβασιν [έχει] ο ναός του Θεού με τα είδωλα; διότι σεις είσθε ναός Θεού ζώντος, καθώς είπεν ο Θεός, “Ότι θέλω κατοικεί εν αυτοίς και περιπατεί· και θέλω είσθαι Θεός αυτών, και αυτοί θελουσιν είσθαι λαός μου”.»—2 Κορ. 6:16.
8. Οι λόγοι αυτοί του Παύλου και του Πέτρου τι δείχνουν σχετικά με το ναό, ο οποίος υπήρχε τότε στην Ιερουσαλήμ;
8 Όλ’ αυτά εγράφησαν από τους αποστόλους Παύλο και Πέτρο πέντε περίπου έτη προτού καταστραφή ο Ιουδαϊκός ναός στην Ιερουσαλήμ από τις Ρωμαϊκές λεγεώνες το 70 μ.Χ. Ώστε είναι πολύ σαφές ότι ως τότε ο Ιεχωβά Θεός είχε απορρίψει τον υλικό ναό στην Ιερουσαλήμ, όπου ο Υιός του Ιησούς Χριστός είχε καταδικασθή σε θάνατο· ακριβώς όπως είχε ειπεί ο Ιησούς, στις 11 Νισάν, τρεις ημέρες προτού τον θανατώσουν οι θρησκευτικοί ηγέται: ‘Δεν ηθελήσατε. Ιδού, αφίνεται εις εσάς ο οίκος σας έρημος’.—Ματθ. 23:37, 38.
9. Πότε ο Ιησούς Χριστός ετέθη ως ο ‘ακρογωνιαίος λίθος’ στη Σιών, και πότε άρχισε η οικοδόμησις επάνω σ’ αυτόν;
9 Την τρίτη ημέρα μετά τον θάνατο του Ιησού, ο Παντοδύναμος Θεός τον ήγειρε από τους νεκρούς για να μπορέση να επιστρέψη στον ουρανό, στο ουράνιο Όρος Σιών. Εκεί ο Θεός έθεσε τον Ιησού Χριστό ως τον συμβολικό ‘ακρογωνιαίο λίθο’, επάνω στον οποίο ένας νέος, ζων ναός επρόκειτο να οικοδομηθή. (1 Πέτρ. 2:6· Ησ. 28:16· Ματθ. 16:18) Εφόσον αυτός ο ζων ναός είναι ένας «οίκος πνευματικός», στον οποίο ο Θεός κατοικεί δια του αγίου πνεύματός του, άρχισε να οικοδομήται την ημέρα της Πεντηκοστής του 33 μ.Χ., όταν το άγιο πνεύμα του Θεού εξεχύθη επάνω στους Ιουδαίους που επίστευαν και οι οποίοι ήσκησαν πίστι στον ουράνιο ‘ακρογωνιαίο λίθο’.—Πράξ. 2:1-42.
ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΙΣ ΔΥΝΑΤΗ, ΚΑΙ ΠΩΣ
10, 11. (α) Γιατί η ευθύνη για την εγκατάλειψι του πραγματικού οίκου του Θεού βαρύνει ακόμη κι εμάς; (β) Με ποια λόγια προειδοποίησε ο Παύλος τον Τιμόθεο εναντίον ενός τέτοιου πράγματος;
10 Εφόσον ο πραγματικός «οίκος του Θεού ημών» είναι ένας ζων ναός, ο οποίος αποτελείται από την πιστή εκκλησία των ακολούθων του Χριστού, μας είναι εύκολο ν’ αντιληφθούμε πώς ο συμβολικός αυτός οίκος θα μπορούσε να εγκαταλειφθή από εκείνους, οι οποίοι είναι «λίθοι ζώντες» σ’ αυτόν. Και ας ενθυμούμεθα ότι «λίθοι ζώντες» αυτού του είδους εκλέγονται και ετοιμάζονται γι’ αυτόν τον πνευματικό ναό ως την ημέρα αυτή, έτσι ώστε η ευθύνη για μια τέτοια εγκατάλειψι βαρύνει και εμάς. Ο απόστολος Παύλος προειδοποίησε τον Χριστιανό επίσκοπο Τιμόθεο εναντίον ενός τέτοιου πράγματος, λέγοντας:
11 «Ταύτα σοι γράφω, . . . δια να εξεύρης πώς πρέπει να πολιτεύησαι εν τω οίκω του Θεού, όστις είναι η εκκλησία του Θεού του ζώντος, ο στύλος και το εδραίωμα της αληθείας. Και αναντιρρήτως το μυστήριον της ευσέβειας είναι μέγα· Ος [Κριτική Έκδοσις Κειμένου] εφανερώθη εν σαρκί, εδικαιώθη εν πνεύματι, εφάνη εις αγγέλους, εκηρύχθη εις τα έθνη, επιστεύθη εις τον κόσμον, ανελήφθη εν δόξη. Το δε πνεύμα ρητώς λέγει, ότι εν υστέροις καιροίς θέλουσιν αποστατήσει τινές από της πίστεως, προσέχοντες εις πνεύματα πλάνης, και εις διδασκαλίας δαιμονίων.»—1 Τιμ. 3:14 έως 4:1.
12, 13. (α) Τι θα ήταν, επομένως, ο Τιμόθεος άγρυπνος να μη κάμη; (β) Τι θα έκανε ο Τιμόθεος, όπως αναφέρεται στην 1 Τιμόθεον 4:14-16· 6:2, 20, 21.
12 Ασφαλώς, όταν έλαβε την πρώτη επιστολή του Παύλου, η οποία συνεπληρώθη από τη δευτέρα επιστολή του Παύλου προς αυτόν, ο Χριστιανός επίσκοπος του πρώτου αιώνος Τιμόθεος κατενόησε πληρέστερα, όπως έγραψε ο Παύλος, «πώς πρέπει να πολιτεύησαι εν τω οίκω του Θεού.» Θα ήταν άγρυπνος να μην εγκαταλείψη καμμιά από τις ευθύνες του σχετικά με τον οίκο ή την εκκλησία του Θεού. Θα ενεργούσε ακριβώς όπως το αποστολικό μέλος του οίκου του Θεού είχε ειπεί σ’ αυτόν να ενεργήση, λέγοντας εις 1 Τιμόθεον 4:14-16· 6:2, 20, 21:
13 «Μη αμέλει το χάρισμα το οποίον είναι εν σοι, το οποίον εδόθη εις σε δια προφητείας, μετά επιθέσεως των χειρών του πρεσβυτερίου. Ταύτα μελέτα, εις ταύτα μένε, δια να ήναι φανερά εις πάντας η προκοπή σου. Πρόσεχε εις σεαυτόν και εις την διδασκαλίαν· επίμενε εις αυτά. Διότι τούτο πράττων, και σεαυτόν θέλεις σώσει και τους ακούοντάς σε.» «Ταύτα δίδασκε και νουθέτει. . . . Ω Τιμόθεε, την παρακαταθήκην φύλαξον, αποστρεφόμενος τας βεβήλους ματαιολογίας, και τας αντιλογίας της ψευδωνύμου γνώσεως· την οποίαν τινές επαγγελλόμενοι, επλανήθησαν κατά την πίστιν.»
ΜΙΑ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΙΣ ΜΕ ΣΟΒΑΡΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ
14. (α) Τι παρακολουθούσε τακτικά ο Τιμόθεος, και γιατί δεν θα ενεργούσε διαφορετικά; (β) Για πρόσωπα ποιου ορίου ηλικίας είναι η παρακολούθησις αυτών των συναθροίσεων;
14 Εφόσον ήταν ένας επίσκοπος της εκκλησίας, ο Τιμόθεος θα παρευρίσκετο στις συναθροίσεις της εκκλησίας τακτικά, είτε για να διευθύνη αυτά που εγίνοντο εκεί ή για να εκτελέση το μέρος του στη συνάθροισι, όπως ακριβώς είπε σ’ αυτόν ο Παύλος, όταν έγραφε: «Καταγίνου εις την ανάγνωσιν, εις την προτροπήν, εις την διδασκαλίαν.» (1 Τιμ. 4:13) Δεν θα έχανε καμμιά συνάθροισι. Το να τις χάνη θα εσήμαινε ότι απεκόπτετο μόνος του από τον ‘οίκον του Θεού, όστις είναι η εκκλησία του Θεού του ζώντος, ο στύλος και το εδραίωμα της αληθείας’. Με το να χάνη τις συναθροίσεις δεν μπορούσε να εκπληρώση τις ευθύνες του. Η παρακολούθησις των συναθροίσεων δεν είναι κάτι για γηραιούς μόνο ανθρώπους που πλησιάζουν στον θάνατο, αλλά είναι κάτι για νέους, για άτομα που βρίσκονται στην αρχή της ζωής των καθώς και για κείνους που προσεγγίζουν προς το τέλος του παρόντος μέτρου ζωής. Ο Τιμόθεος ήταν νέος. Γι’ αυτό ο Παύλος του είπε: «Μηδείς ας μη καταφρονή την νεότητά σου, . . . Πρεσβύτερον μη επιπλήξης, αλλά πρότρεπε ως πατέρα· τους νεωτέρους, ως αδελφούς.»—1 Τιμ. 4:12· 5:1.
15, 16. (α) Με το να παραλείπη εκουσίως ένα μέλος να παρακολουθή τις συναθροίσεις τι ουσιαστικώς κάνει, και πού οδηγεί αυτό; (β) Πώς αυτό καταδεικνύεται εις Εβραίους 10:23-31;
15 Η μη παρακολουθησις των συναθροίσεων της εκκλησίας είναι ένας από τους πιο καταφανείς τρόπους παραμελήσεως και εγκαταλείψεως του ‘οίκου του Θεού ημών’. Αν ένα μέλος του αφιερωμένου, βαπτισμένου οίκου του Θεού εκουσίως παραλείπη να παρευρίσκεται, κατ’ ουσίαν αποκόπτει της επικοινωνίας την εκκλησία από τον εαυτό του. Αποκοπή σημαίνει απομάκρυνσι ενός μέλους από τον οίκο του Θεού· και αν ένας παραμείνη σ’ αυτή την κατάστασι αποκοπής ως τον θάνατό του, τούτο θα εσήμαινε την αιωνία καταστροφή του ως ενός ανθρώπου, ο οποίος απερρίφθη από τον Θεό. Παραμονή μακριά από τις συναθροίσεις οδηγεί ακριβώς σ’ αυτή την κατεύθυνσι. Γι’ αυτό τα εδάφια Εβραίους 10:23-31 (ΜΝΚ) λέγουν:
16 «Ας κρατώμεν την ομολογίαν της ελπίδος ασάλευτον· διότι πιστός ο υποσχεθείς· και ας φροντίζωμεν περί αλλήλων [όχι ν’ αποφεύγωμεν αλλήλους], παρακινούντες εις αγάπην και καλά έργα· μη αφίνοντες το να συνερχώμεθα ομού, καθώς είναι συνήθεια εις τινας, αλλά προτρέποντες αλλήλους· και τοσούτω μάλλον, όσον βλέπετε πλησιάζουσαν την ημέραν. Διότι εάν ημείς αμαρτάνωμεν εκουσίως, αφού ελάβομεν την γνώσιν της αληθείας, δεν απολείπεται πλέον θυσία περί αμαρτιών· αλλά φοβερά τις απεκδοχή κρίσεως, και έξαψις πυρός, το οποίον μέλλει να κατατρώγη τους εναντίους. . . . Διότι εξεύρομεν τον ειπόντα, “Εις εμέ ανήκει η εκδίκησις, εγώ θέλω κάμει ανταπόδοσιν” . . . και πάλιν, “Ο Ιεχωβά θέλει κρίνει τον λαόν αυτού. ” Φοβερόν είναι το να πέση τις εις χείρας Θεού ζώντος.»—Βλέπε Δευτερονόμιον 32:35, 36.
17. Στον «Χριστιανικό κόσμο» τι είναι ένας πραγματικός φραγμός για την παρακολούθησι συναθροίσεων τακτικά, αλλά τι συμβαίνει με τον πραγματικό οίκο του Θεού;
17 Το να παρευρίσκεται ένας σε συγκεντρώσεις στις εκκλησίες του «Χριστιανικού κόσμου» στοιχίζει χρήματα, είτε λόγω της περιφοράς ενός δίσκου, ή σάκκου ή κυτίου εισφορών μπροστά από τους εκκλησιαζομένους μία ή περισσότερες φορές στη διάρκεια μιας θρησκευτικής συγκεντρώσεως, είτε διότι πρέπει να καταβληθή κάποιο ποσόν για την είσοδο στο θρησκευτικό κτίριο. Πολλά άτομα διαπιστώνουν ότι είναι υλικώς πολύ πτωχά για να κάμουν αυτές τις αναγκαστικές εισφορές. Αλλά στον πραγματικό οίκο του Θεού δεν υπάρχει ένας τέτοιος οικονομικός φραγμός που να τους εμποδίση από το να προσέρχωνται τακτικά στις εκκλησιαστικές συναθροίσεις. Σε όλες τις συναθροίσεις των Χριστιανών μαρτύρων του Ιεχωβά εφαρμόζεται ο κανών: «Καθίσματα δωρεάν, δεν περιφέρεται δίσκος». Το μόνο που χρειάζεται ένας είναι να καταβάλλη την προσπάθεια να παρευρίσκεται στις συναθροίσεις.
18. Πώς μπορούν να καλυφθούν τα αναγκαία έξοδα μιας εκκλησίας, και πώς φροντίζουν γι’ αυτά οι Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά;
18 Βεβαίως, εκεί όπου οι συναθροίσεις δεν γίνονται σε ιδιωτικές κατοικίες όπως στα Βιβλικά χρόνια του πρώτου αιώνος μας, υπάρχουν έξοδα, τα οποία οφείλει να βαστάση μια εκκλησία για να μπορούν να συνέρχωνται όλοι μαζί τακτικά σε μια αίθουσα συγκεντρώσεων. (Ρωμ. 16:5· 1 Κορ. 16:19· Κολ. 4:15· Φιλήμ. 2) Σ’ αυτή την περίπτωσι μπορούν να γίνωνται εκούσιες εισφορές από μέλη της εκκλησίας, εφόσον αυτά είναι σε θέσι να συνεισφέρουν. Γι’ αυτό τον σκοπό ένα κυτίον εισφορών μπορεί να τοποθετηθή σ’ ένα κατάλληλο σημείο ώστε να μπορούν άτομα να ρίχνουν μέσα χρηματικές εισφορές δίχως να κάνουν επίδειξι. Δεν προσπαθούμε να είμεθα σαν τους θρησκευτικούς υποκριτάς του πρώτου αιώνος μας, οι οποίοι έκαναν αγαθοεργίες ή ελεημοσύνες ‘δια να βλέπωνται υπ’ αυτών [των ανθρώπων]· . . . δια να δοξασθώσιν υπό των ανθρώπων’. (Ματθ. 6:1-4) Έτσι, σήμερα, στους τόπους συναθροίσεων των Χριστιανών μαρτύρων του Ιεχωβά υπάρχουν κυτία εισφορών, όπου μπορεί να ρίξη κανείς τις εισφορές που θέλει.
19. Είναι η χρηματική εισφορά το κύριο πράγμα σ’ αυτή την περίπτωσι, ή ποιο είναι;
19 Η χρηματική εισφορά δεν είναι το κύριο πράγμα, μολονότι μια εκκλησία ως σύνολο δεν θα ήθελε να εγκαταλείψη τον «οίκον του Θεού ημών» με το ν’ αποτυγχάνη να προμηθεύση ένα χώρο για γενική συνάθροισι, ακόμη και με την οικονομική δαπάνη που μπορεί να προσφέρη η εκκλησία. Το κύριο πράγμα είναι να παρευρίσκεται κανείς στις συναθροίσεις, και μάλιστα με τακτικότητα.
20. Στις συναθροίσεις, με ποιους τρόπους μπορούμε να κάνωμε άλλες εισφορές εκτός από το χρηματικό τρόπο;
20 Σ’ αυτές τις συναθροίσεις, με το να είναι ένας παρών, μπορεί να συνεισφέρη πάντα με άλλους τρόπους παρά με ένα οικονομικό τρόπο. Μπορεί κανείς να ενώση τη φωνή του με την εκκλησία, όταν ψάλλωνται ύμνοι προς αίνον του Θεού. Αν διεξάγεται μια γενική Γραφική μελέτη, μπορεί κανείς να συμμετάσχη με το να κάμη Γραφικά σχόλια ως απάντησι στην ερώτησι που ετέθη· και για τον σκοπό αυτόν μπορεί κανείς να διεξέλθη προηγουμένως την ύλη που πρόκειται να μελετηθή. Μπορεί κανείς να ενθαρρύνη τον δημόσιο ομιλητή κάθε φορά με το να είναι παρών και να δείχνη προσοχή, ενδιαφέρον και εκτίμησι. Επίσης, πριν από τις συναθροίσεις καθώς και μετά απ’ αυτές μπορεί ένας ν’ αναμιγνύεται με τα μέλη της εκκλησίας και να ενθαρρύνη, να προτρέπη και να εποικοδομή εκείνους που συναντά. Αυτός είναι ένας τρόπος, με τον οποίο μπορούμε να «κρατώμεν την ομολογίαν της ελπίδος ασάλευτον» και επίσης να «φροντίζωμεν περί αλλήλων, παρακινούντες εις αγάπην και καλά έργα.»—Εβρ. 10:23-25.
ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΡΟΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗ
21. (α) Με την ατομική προετοιμασία, τι αποκαλύπτει ένας παρευρισκόμενος; (β) Ένας μπορεί έτσι να βοηθήση να διατηρηθή η εκκλησία σε ποια κατάστασι;
21 Με την ατομική προπαρασκευή γι’ αυτές τις συναθροίσεις, μπορεί κανείς ν’ αποδείξη πλήρως ότι δεν επιθυμεί να εγκαταλείψη τον «οίκον του Θεού ημών.» Αποκαλύπτει κανείς έτσι ότι πηγαίνει στις συναθροίσεις, όχι σαν μια τυπική συνήθεια με αδιαφορία, αλλά μ’ ένα σκοπό, τον σκοπό να οικοδομηθή πνευματικώς και να οικοδομήση τα άλλα μέλη του οίκου του Θεού. Μπορεί κανείς να βοηθήση έτσι στο να διατηρηθή η εκκλησία ισχυρή στην πίστι, την ελπίδα και το θάρρος, ναι, να βοηθήση στο να γίνη ισχυρότερη σ’ αυτά τα ζωτικά πράγματα. Μπορεί ένας να προσέχη στη διατήρησι της αγνότητος της εκκλησίας, όχι μόνο της αγνότητος της πίστεως, όπως αυτή «άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους», αλλά, επίσης, της αγνότητος της προσωπικής ζωής από μια ηθική άποψι. Αυτό απαιτεί από ένα άτομο ν’ αγωνίζεται σκληρά κατά ένα πνευματικό τρόπο, κάνοντας πλήρη χρήσι της ‘πανοπλίας του Θεού’ και ‘συναγωνιζόμενος εν μια ψυχή δια την πίστιν του ευαγγελίου’. (Ιούδ. 3· Εφεσ. 6:11-17· Φιλιππησ. 1:27) Αυτό βοηθεί να διατηρηθή ο οίκος του Θεού σε καλή κατάστασι πνευματικώς.
22. Με ποιον άλλο τρόπο δεν εγκαταλείπει ένας τον «οίκον του Θεού ημών», σύμφωνα με την παράκλησι του Παύλου εις Εφεσίους 6:18, 19;
22 Εξ άλλου, ένα πιστό μέλος του οίκου του Θεού δεν θα εγκατέλειπε τον πνευματικό οίκο του Θεού με το να παραμελή να προσεύχεται γι’ αυτόν, προσευχόμενος τακτικά γι’ αυτόν μόνος του στο σπίτι του και προσευχόμενος μαζί με την εκκλησία, όταν παρευρίσκεται στις συναθροίσεις. Ο Παύλος αποτελούσε μέρος του αποστολικού θεμελίου του ‘αγίου ναού του Ιεχωβά’, και εν τούτοις στην επιστολή του προς την εκκλησία της Εφέσου τους εζήτησε να προσεύχωνται όχι μόνο «υπέρ πάντων των αγίων» αλλά «και υπέρ εμού [του Παύλου], δια να δοθή εις εμέ λόγος να ανοίξω το στόμα μου μετά παρρησίας, δια να κάμω γνωστόν το μυστήριον του ευαγγελίου.» (Εφεσ. 2:20-22· 6:18, 19, ΜΝΚ) Με ειλικρινή προσευχή δείχνει κανείς ότι ενδιαφέρεται πραγματικά για την ευτυχία και την ευημερία του οίκου του Θεού.
23. Γιατί η προσευχή έχει πραγματικά δύναμι, και πώς μπορούμε να είμεθα σαν τον Δανιήλ στην προσευχή;
23 Η προσευχή έχει πραγματικά μεγάλη δύναμι, διότι ακούεται και λαμβάνει απάντησι από τον Θεό, όταν γίνεται σύμφωνα με το θέλημα και το σκοπό του. «Πολύ ισχύει η δέησις του δικαίου ενθέρμως γενομένη.» (Ιάκ. 5:16) Ο προφήτης Δανιήλ προσηυχήθη για το ναό του Θεού να ανοικοδομηθή και πάλι στην Ιερουσαλήμ· αλλά εμείς σήμερα μπορούμε να προσευχώμεθα για τον οίκο του Θεού από ‘λίθους ζώντας’ για να διατηρηθή σε καλή πνευματική κατάστασι και να διαφυλαχθή.—Δαν. 9:1-19.
24. Σύμφωνα με τον Ψαλμό 122:1, 2, 8, 9, με ποιον τρόπο ήταν ο Βασιλεύς Δαβίδ ένα καλό παράδειγμα για μας;
24 Ο Δαβίδ, ο οποίος ως βασιλεύς της Ιερουσαλήμ είχε την επιθυμία να οικοδομήση ένα ένδοξο ναό στον Ιεχωβά Θεό, είπε σε μια ωδή ευγνωμοσύνης: «Ευφράνθην ότε μοι είπον, Ας υπάγωμεν εις τον οίκον του Ιεχωβά. Οι πόδες ημών θέλουσιν ίστασθαι εν ταις πύλαις σου, Ιερουσαλήμ. Ένεκεν των αδελφών μου, και των πλησίον μου, θέλω λέγει τώρα, Ειρήνη εις σε! Ένεκεν του οίκου Ιεχωβά του Θεού ημών, θέλω ζητεί το καλόν σου.» (Ψαλμ. 122:1, 2, 8, 9, ΜΝΚ) Ο Βασιλεύς Δαβίδ ήταν ένα καλό παράδειγμα για μας για να εκτιμούμε τον οίκο του Θεού και να ευφραινώμεθα για την πρόσκλησι να μεταβούμε μαζί με άλλους στον οίκο του Θεού.
ΕΝΑΣ ΟΙΚΟΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΟΣ
25. Κατά ποιον άλλο τρόπο δεν θέλομε να εγκαταλείψωμε τον οίκο του Θεού, όπως μας υποδεικνύεται στην 1 Πέτρου 2:5, 9;
25 Εν τούτοις, ας μη λησμονούμε ότι ο πραγματικός οίκος του Θεού είναι ένας ζων οίκος. Επομένως, είναι μια οργάνωσις δραστηριότητος. Η θεία λατρεία δεν διεξάγεται από τον πνευματικό οίκο του Θεού και μέσω αυτού απλώς με τη μετάβασί μας στις συναθροίσεις της εκκλησίας. Ο απόστολος Πέτρος καθιστά πολύ σαφές ότι ο σκοπός του ‘πνευματικού οίκου’ του Θεού είναι η προσφορά ‘πνευματικών θυσιών, ευπροσδέκτων εις τον Θεόν δια Ιησού Χριστού’ και ότι το ‘άγιον έθνος’, ο «λαός τον οποίον απέκτησεν», οφείλει ‘να εξαγγείλη τας αρετάς εκείνου, όστις σας εκάλεσεν εκ του σκότους εις το θαυμαστόν αυτού φως’. (1 Πέτρ. 2:5, 9) Όλ’ αυτά απαιτούν δράσι· και αν δεν θέλωμε να εγκαταλείψωμε τον οίκο του Θεού, δεν θα παραλείπωμε να συμμετέχωμε και στη δραστηριότητά του.
26, 27. (α) Τι είδους θυσίες είναι αυτές οι ‘πνευματικές θυσίες’ όπως προσφέρονται από τους λατρευτάς στον οίκο του Θεού; (β) Γιατί αυτές οι θυσιαστικές εκφράσεις πρέπει να γίνωνται επίσης έξω από την εκκλησία, σε αρμονία με τον συλλογισμό του Παύλου εις Ρωμαίους 10:13-15;
26 Αυτές οι ‘πνευματικές θυσίες’ στον οίκο του Θεού από τους λατρευτάς του δεν είναι θυσίες ζώων. Τα εδάφια Εβραίους 13:15, 16 λέγουν: «Δι’ αυτού [του Ιησού Χριστού] λοιπόν ας αναφέρωμεν πάντοτε εις τον Θεόν θυσίαν αινέσεως, τουτέστι, καρπόν χειλέων ομολογούντων το όνομα αυτού. Την δε αγαθοποιίαν και το μεταδοτικόν μη λησμονείτε· διότι εις τοιαύτας θυσίας ευαρεστείται ο Θεός.» Πρέπει να γίνεται δημοσία διακήρυξις του ονόματος του Θεού, η δε αγαθοποιία πρέπει να γίνεται έξω από την εκκλησία καθώς και μέσα σ’ αυτή. Το όνομα και οι αρετές του Θεού πρέπει να εξαγγελθούν σε όλη τη γη, μεταξύ όλων των εθνών, ώστε άνθρωποι από όλα τα έθνη να μπορέσουν να επικαλεσθούν το όνομά Του και να σωθούν. Αυτό είναι πολύ λογικό, διότι ο απόστολος Παύλος παραθέτει το εδάφιο Ιωήλ 2:32 (ΜΝΚ) και στηρίζει επάνω σ’ αυτό ερωτήσεις, λέγοντας:
27 «“Πας όστις επικαλεσθή τα όνομα του Ιεχωβά, θέλει σωθή.” Πώς λοιπόν θέλουσιν επικαλεσθή εκείνον εις τον οποίον δεν επίστευσαν; και πώς θέλουσι πιστεύσει εις εκείνον περί του οποίου δεν ήκουσαν; και πώς θέλουσιν ακούσει χωρίς να υπάρχη ο κηρύττων; Και πώς θέλουσι κηρύξει, εάν δεν αποσταλώσι;»—Ρωμ. 10:13-15, ΜΝΚ.
28. Πώς μέλη του οίκου δείχνουν ότι έχουν δεχθή με σοβαρότητα την αποστολή των να κηρύξουν;
28 Τα μέλη του οίκου του Θεού έχουν δεχθή με σοβαρότητα την αποστολή των, να κηρύξουν, να κάμουν γνωστό το όνομα του Θεού και τη Μεσσιανική του βασιλεία για την ευλογία όλου του ανθρωπίνου γένους. Δεν είναι απορίας άξιον, λοιπόν, το ότι συμμετέχουν με ζήλο στη δράσι του οίκου του Θεού. Με νομιμοφροσύνη και ανιδιοτέλεια υποστηρίζουν όλα τα διωρισμένα μέλη του οίκου του Θεού, τα οποία έχουν την ηγεσία σ’ αυτή τη δράσι. Ομοιάζουν με την εκκλησία των Φιλίππων του πρώτου αιώνος στη γενναιόδωρο από μέρους της υποστήριξι της ιεραποστολικής δράσεως του αποστόλου Παύλου. (Φιλιππησ. 4:14-16) Είναι πολύ προσεκτικοί στο να μη εγκαταλείψουν τον «οίκον του Θεού ημών» από αυτή την σπουδαία άποψι με το να παραλείπουν να συμμετέχουν στη δράσι του.
29, 30. Τι προέκυψε από την επεκτατική δράσι του ‘βασιλείου ιερατεύματος’, όπως προελέχθη στην Αποκάλυψι, έβδομο κεφάλαιο;
29 Ως αποτέλεσμα της επεκτεινομένης δραστηριότητος του ‘βασιλείου ιερατεύματος’ στον οίκο του Θεού από το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου το 1918, ένα μεγάλο πλήθος ανθρώπων, του οποίου ο τελικός αριθμός δεν είναι τώρα γνωστός, συνήχθησαν στον πνευματικό οίκο του Θεού από όλα τα μέρη της γης. Τα εδάφια Αποκάλυψις 7:9-15 προφητικώς τους περιγράφουν, λέγοντας:
30 «Ιδού όχλος πολύς, τον οποίον ουδείς ηδύνατο να αριθμήση, εκ παντός έθνους και φυλών και λαών και γλωσσών, οίτινες ίσταντο ενώπιον του θρόνου και ενώπιον του Αρνίου, ενδεδυμένοι στολάς λευκάς, έχοντες φοίνικας εν ταις χερσίν αυτών· και κράζοντες μετά φωνής μεγάλης, έλεγον, Η σωτηρία είναι του Θεού ημών του καθήμενου επί του θρόνου, και του Αρνίου. . . . Ούτοι είναι οι ερχόμενοι εκ της θλίψεως της μεγάλης· και έπλυναν τας στολάς αυτών, και ελεύκαναν αυτάς εν τω αίματι του Αρνίου. Δια τούτο είναι ενώπιον του θρόνου του Θεού, και λατρεύουσιν αυτόν ημέραν και νύκτα εν τω ναώ αυτού· και ο καθήμενος επί του θρόνου θέλει κατασκηνώσει επ’ αυτούς.»
31. (α) Στη διάρκεια ποιας περιόδου έχει εμφανισθή αυτός ο ‘πολύς όχλος’; (β) Πώς αναγνωρίζουν τον Ιεχωβά Θεό, και ποια επίπεδα ζωής δεν παραδέχονται πια;
31 Βλέπετε σεις, ο αναγνώστης μας, τον εαυτό σας μέσα σ’ αυτόν τον ‘πολύν όχλον’; Αν ναι, τότε γνωρίζετε ότι η ‘θλίψις η μεγάλη’, που αναφέρεται ανωτέρω, άρχισε με την «αρχή ωδίνων» στη διάρκεια των ετών 1914-1918, όπως προελέχθη από τον Ιησού Χριστό, τον ‘Αμνόν’ ο οποίος έχυσε το αίμα του ως θυσία προς τον Θεό για να άρη την «αμαρτίαν του κόσμου». (Ματθ. 24:8· Ιωάν. 1:29) Το τέλος των «ωδίνων» επάνω στα έθνη δεν έχει έλθει ακόμη, διότι εκείνο το τέλος σημαίνει την πλήρη εκμηδένισι αυτού του συστήματος πραγμάτων. Αλλ’ αυτοί που αποτελούν τον ‘πολύν όχλον’ δεν ανέμεναν να επέλθη το τέλος της ‘μεγάλης θλίψεως’ για ν’ αποφασίσουν ν’ αναλάβουν την υπηρεσία του Θεού. Έχουν εμφανισθή από την ‘αρχή ωδίνων’, ζητώντας σωτηρία από τον ενθρονισμένο Θεό του ουρανού και της γης και μέσω του άπαξ θυσιασμένου ‘Αμνού’, Ιησού Χριστού. Αναγνωρίζουν τον Ιεχωβά Θεό ως τον δικαιωματικό Άρχοντα των ουρανίων αγγέλων και των επιγείων ανθρώπων. Δεν παραδέχονται πια τα ηθικά και θρησκευτικά επίπεδα αυτού του κοσμικού συστήματος πραγμάτων. Αντιθέτως, όπως εξεικονίζεται στα εδάφια Αποκάλυψις 9:9-15, ομολογούν ότι είναι αμαρτωλοί, και ζητούν ν’ απαλλαγούν από την ακάθαρτη εμφάνισί των.
32. Πώς λευκαίνουν τα ιμάτιά των στο αίμα του «Αρνίου»;
32 Έτσι πλύνουν τα ιμάτιά των στο χυμένο αίμα του «Αρνίου», για ν’ αφαιρέσουν τις άσχημες κηλίδες της αμαρτίας. Αυτό το πράττουν με το να δεχθούν τον Ιησού Χριστό ως τον Αρχιερέα του Θεού και να ασκήσουν πίστι στη θυσία υπέρ αμαρτιών που προσέφερε αυτός ο Αρχιερεύς, και ύστερα με το ν’ αφιερωθούν πλήρως στον Θεό, διότι δεν ανήκουν πια στον εαυτό τους ή στον κόσμο ή στον Σατανά τον Διάβολο, αλλά ανήκουν στον Ιεχωβά Θεό λόγω της εξαγοράς των από αυτόν.
33. Γιατί συνάγονται στον πνευματικό οίκο του Θεού, και ποια είναι η στάσις των ως προς την υπηρεσία τη νύχτα;
33 Δεν είναι περίεργο, λοιπόν, ότι τώρα έχουν μια δεκτή στάσι ενώπιον του Θεού, τον οποίο μ’ ευφροσύνη χαιρετούν ωσάν με κλάδους φοινίκων. Δεν είναι περίεργο το ότι συνάγονται στον πνευματικό οίκο του Θεού, του οποίου ο Ιησούς Χριστός είναι ο ‘θεμέλιος ακρογωνιαίος λίθος’, ώστε να μπορούν να προσφέρουν εκεί ιερή υπηρεσία στον Ιεχωβά Θεό ημέρα και νύχτα. Λέγουν προς το «βασίλειον ιεράτευμα» στον οίκο του Θεού: «Ευλογείτε τον Ιεχωβά, πάντες οι δούλοι του Ιεχωβά, οι ιστάμενοι την νύκτα εν τω οίκω του Ιεχωβά. Υψώσατε τας χείρας σας εις τα άγια, και ευλογείτε τον Ιεχωβά.» Και το βασίλειον ιεράτευμα απαντά σ’ αυτούς και λέγει: «Να σε ευλογήση ο Ιεχωβά εκ Σιών, ο ποιήσας τον ουρανόν και την γην!»—Ψαλμ. 134:1-3, ΜΝΚ.
34. Τι είναι άγρυπνοι να κάνουν στο ναό του Θεού, και σε πόσο χρονικό διάστημα της εικοσιτετραώρου ημέρας;
34 Έτσι ο ‘πολύς όχλος’, ο οποίος εξακολουθεί να συνάγεται στον οίκο του Θεού κάνει περισσότερα από το να μεταβαίνη απλώς στις συναθροίσεις στο ναό Του. Λαμβάνουν, επίσης, ένα ενεργό μέρος στην υπηρεσία, η οποία είναι ευάρεστη στον Θεό. Ημέρα και νύχτα συνεργάζονται με τον υπόλοιπο αριθμό των ‘ζώντων λίθων’ του πνευματικού οίκου του Θεού, που βρίσκονται ακόμη επάνω στη γη. Δεν θέλουν να είναι όπως οι Ιουδαίοι στις ημέρες του Κυβερνήτου Νεεμία, οι οποίοι εγκατέλειψαν τον «οίκον του Θεού ημών» με το να παραλείπουν να κάνουν εισφορές για τη λατρεία του Θεού και με το ν’ αναγκάζουν έτσι τους Λευίτας υπηρέτας του ναού να εγκαταλείπουν τον ναό και να επιστρέφουν στο σπίτι τους για να εργασθούν στους κήπους των για να εξασφαλίσουν τα προς το ζην. (Νεεμ. 13:10, 11) Έτσι, αναγνωρίζοντας ότι είναι αιωνίως υπόχρεοι στον Θεό για σωτηρία μέσω του «Αρνίου» του Ιησού, παραμένουν άγρυπνοι στο να υπηρετούν τον Θεό στο ναό του νύχτα και ημέρα.
35 Δεν κατεχωρήθη εις μάτην η προφητική εικών στην Αποκάλυψι 7:9-15. Η πραγματικότης αυτής της προφητικής εικόνος είναι ενώπιόν μας σήμερα. Θέτει το υπόδειγμα για ν’ ακολουθήση ο παρών ‘πολύς όχλος’ των επιγείων σωζομένων σήμερα. Πράγματι δε αυτοί ακολουθούν το υπόδειγμα αυτό τώρα προτού το τέλος των «ωδίνων» της ‘μεγάλης θλίψεως’ επιφέρη την καταστροφή όλων των ψευδών θρησκειών και των ανθρωποποιήτων ναών των. Μαζί ο ‘πολύς όχλος’ και το υπόλοιπον του πνευματικού ιερατεύματος αποδίδουν ιερή υπηρεσία στον μόνο ζώντα και αληθινό Θεό μέσα στον πνευματικό του ναό. Ημέρα και νύχτα εκπληρώνουν την αμετάβλητη απόφασί τους «δεν θέλομεν εγκαταλείψει τον οίκον του Θεού ημών.» Το ευτυχές αποτέλεσμα είναι ότι η λατρεία του Ιεχωβά Θεού παραμένει σθεναρή και εξακολουθεί να επιζή, με αυξανόμενο αίνο προς Αυτόν, ο οποίος είναι η πηγή της αιωνίου ζωής και ευλογίας για όλους τους ευπειθείς ανθρώπους.
35. (α) Πώς βλέπομε ότι η προφητική εικών στην Αποκάλυψι 7:9-15 δεν κατεχωρήθη εις μάτην; (β) Ποια απόφασι εκπληρώνουν ο ‘πολύς όχλος’ και το υπόλοιπο του πνευματικού ιερατεύματος, με ποιο αποτέλεσμα;