Ένας Θάνατος που Φέρνει Κέρδος
ΚΕΡΔΟΣ με το να πεθάνη κανείς; Πώς μπορεί να συμβή αυτό; Ένα άτομο που χάνει τη ζωή χάνει το κάθετι που έχει. Εν τούτοις, μερικά άτομα νόμισαν ότι ο θάνατός των θα εσήμαινε κέρδος αν θα πέθαιναν για μια υπόθεσι. Όχι ότι κέρδιζαν κάτι για τον εαυτό τους, αλλά ότι η προώθησις της υποθέσεως με τον θάνατό τους θα βοηθούσε άλλους.
Αλλ’ είναι δυνατόν να έχη κανείς ένα θάνατο ο οποίος πράγματι φέρνει κέρδος και σ’ αυτόν που πεθαίνει καθώς και σε άλλους; Όχι ένας θάνατος με τον οποίον κερδίζει κανείς μόνο όνομα για τον εαυτό του, αλλ’ ένας θάνατος από τον οποίον εγείρεται, ζώντας στην πραγματικότητα και πάλι για να βλέπη τι επέτυχε ο θάνατός του; Αν ναι, πώς αυτό είναι δυνατόν;
Ο σοφός συγγραφεύς του Γραφικού βιβλίου του Εκκλησιαστού είπε: «Κάλλιον όνομα καλόν παρά πολύτιμον μύρον· και η ημέρα του θανάτου παρά την ημέραν της γεννήσεως.» (Εκκλ. 7:1) Αυτό δεν συμβαίνει, όμως, αν κάποιος αποκτά απλώς καλό όνομα από τους ανθρώπους. Ο απόστολος Παύλος έγραψε: «Και εάν πάντα τα υπάρχοντά μου διανείμω, και εάν παραδώσω το σώμα μου δια να καυθώ, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ωφελούμαι.»—1 Κορ. 13:3.
Ο θάνατος που φέρνει κέρδος, λοιπόν, πρέπει να είναι ένας θάνατος ο οποίος λαμβάνει χώρα στην υπηρεσία του Θεού, κάνοντας ένα καλό όνομα γι’ αυτόν. Πράγματι, η Γραφή δείχνει ότι υπάρχουν μερικά άτομα που έχει εκλέξει ο Θεός τα οποία ώφειλαν να πεθάνουν, αλλά που μ’ αυτόν τον τρόπο αποκτούν το πιο μεγάλο δυνατό βραβείο. Ποιοι είναι αυτοί;
Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΝΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ
Για την απάντησι ας στραφούμε πρώτα στο παράδειγμα του Ιησού Χριστού. Ο θάνατός του έφερε ανυπολόγιστο κέρδος στο ανθρώπινο γένος καθώς και η μεγαλύτερη ανταμοιβή στον ίδιο. Διότι όχι μόνον προμήθευσε την απολυτρωτική θυσία για την σωτηρία του ανθρωπίνου γένους, αλλά κατέληξε επίσης στην ανάστασί του σε αθανασία, και στην εξύψωσί του σε μια θέσι πολύ ανωτέρας δυνάμεως, με εξουσία επάνω σ’ όλη τη δημιουργία του Θεού.—Εφεσ. 1:20-22· Φιλιππ. 2:9-11.
Αλλά αυτός ο πιο ισχυρός από τους υιούς του Θεού έπρεπε να πεθάνη για να επιτύχη αυτά τα πράγματα. Για να προμηθευθή η απολυτρωτική θυσία για το ανθρώπινο γένος, ο Θεός μετέφερε τη ζωή του Υιού του από τον ουρανό στη μήτρα της παρθένου Μαρίας. Έγινε άνθρωπος και ήταν γνωστός ως ο Ιησούς ο Μεσσίας ή Ιησούς Χριστός. (Λουκ. 1:34, 35· Γαλ. 4:4) Κατόπιν, για να επιστρέψη στους ουρανούς έπρεπε να υποστή μια αλλαγή της φύσεως, η οποία κατέστησε αναγκαίον τον θάνατό του. Ο Ιησούς παρωμοίασε τον θυσιαστικό θάνατό του με το φύτευμα ενός σπόρου σίτου, ο οποίος πρέπει να πεθάνη στο έδαφος για να φυτρώση και να παραγάγη καρπό.—Ιωάν. 12:24.
Όταν βαπτίσθηκε με το άγιο πνεύμα στον Ιορδάνη Ποταμό, ο Ιησούς άρχισε μια πορεία η οποία κατέληξε στον θυσιαστικό θάνατό του. Μίλησε γι’ αυτή την πορεία ως ένα «ποτήριον» ή μερίδα που εδόθη σ’ αυτόν από τον Πατέρα του, λέγοντας στους μαθητάς του: «Το μεν ποτήριον, το οποίον εγώ πίνω θέλετε πίει, και το βάπτισμα, το οποίον εγώ βαπτίζομαι, θέλετε βαπτισθή.»—Μάρκ. 10:39.
Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
Όταν ο Ιησούς πέθανε, ασφαλώς δεν πέθανε ως αμαρτωλός. Τι, λοιπόν, μπορεί να λεχθή γι’ αυτούς που αποτελούν τη Χριστιανική εκκλησία, τους αποκυημένους από το πνεύμα υιούς του Θεού, κεχρισμένους με το πνεύμα του; (1 Ιωάν. 2:27· 3:1) Αυτοί, σύμφωνα με τις Γραφές, ανέρχονται σε 144.000 και είναι συγκληρονόμοι με τον Ιησού Χριστό, για να είναι βασιλείς και ιερείς στους ουρανούς μαζί μ’ αυτόν. (Αποκάλ. 14:1-4· 5:9, 10) Στο θάνατό τους ομοίως και αυτοί δεν πεθαίνουν σαν αμαρτωλοί. Γιατί όχι;
Για ν’ απαντήσωμε σ’ αυτή την ερώτησι είναι βοηθητικό πρώτα να εξετάσωμε τον θάνατο του υπολοίπου ανθρωπίνου γένους. Όλοι πεθαίνουν λόγω αμαρτίας. Ο απόστολος λέγει ότι «δι’ ενός ανθρώπου η αμαρτία εισήλθεν εις τον κόσμον, και δια της αμαρτίας ο θάνατος, και ούτω διήλθεν ο θάνατος εις πάντας ανθρώπους, επειδή πάντες ήμαρτον.» (Ρωμ. 5:12) Μας λέγει επίσης: «Ο μισθός της αμαρτίας είναι θάνατος.» (Ρωμ. 6:23) Εφόσον ο θάνατος αποτελεί «μισθόν» της αμαρτίας, η Γραφική αρχή είναι «Ο αποθανών ηλευθερώθη από της αμαρτίας.» (Ρωμ. 6:7) Πεθαίνει λόγω της αμαρτίας που ενυπάρχει σ’ αυτόν, αλλά ο θάνατός του τον απαλλάσσει από τις πράξεις της αμαρτίας που έχει διαπράξει. Εν τούτοις, δεν υπάρχει όφελος γι’ αυτόν, διότι «οι νεκροί δεν γνωρίζουσιν ουδέν, ουδέ έχουσι πλέον απόλαυσιν.»—Εκκλ. 9:5.
Διαφέρει το ζήτημα για τους αποκυημένους από το πνεύμα αδελφούς του Ιησού Χριστού. Γιατί; Διότι, όπως εξηγεί ο απόστολος Παύλος:
«Η αγνοείτε ότι όσοι εβαπτίσθημεν εις Χριστόν Ιησούν, εις τον θάνατον αυτού εβαπτίσθημεν; Συνετάφημεν λοιπόν μετ’ αυτού δια του βαπτίσματος εις τον θάνατον, ίνα καθώς ο Χριστός ανέστη εκ νεκρών δια της δόξης του Πατρός, ούτω και ημείς περιπατήσωμεν εις νέαν ζωήν. Διότι εάν εγείναμεν σύμφυτοι με αυτόν κατά την ομοιότητα του θανάτου αυτού, θέλομεν είσθαι και κατά την ομοιότητα της αναστάσεως· τούτο γινώσκοντες, ότι ο παλαιός ημών άνθρωπος συνεσταυρώθη, δια να καταργηθή το σώμα της αμαρτίας, ώστε να μη είμεθα πλέον δούλοι της αμαρτίας. Διότι ο αποθανών ηλευθερώθη από της αμαρτίας.»—Ρωμ. 6:3-7.
Αυτοί, λοιπόν, έχουν «πεθάνει» με μεταφορική έννοια. Εφόσον έχουν εφαρμοσθή σ’ αυτούς τα οφέλη του θυσιαστικού θανάτου του Χριστού για τις αμαρτίες των, αυτοί ανακηρύσσονται ή ‘υπολογίζονται’ δίκαιοι. (Ρωμ. 5:1, 18· 8:30) Τα σάρκινα σώματά τους, μαζί με τις παλαιές προσωπικότητές των, υπολογίζονται ως σταυρωμένα μαζί με τον Χριστό. Είναι λοιπόν αποκυημένοι πνευματικώς από τον Θεό, που τους δίνει ελπίδα ζωής «εν πνεύματι.» (Ιωάν. 3:5-8) Η ελπίδα των δεν είναι πια σε επίγεια πράγματα. Φυσικά, έχουν ανάγκη των αναγκαίων υλικών της ζωής αλλά δεν είναι πια δούλοι της αμαρτίας κάνοντας τα «έργα της σαρκός.» Καλλιεργούν τους «καρπούς του πνεύματος.»—Γαλ. 5:19-23.
Εφόσον αντιλαμβάνονται ότι ο παλαιός άνθρωπος υπολογίζεται ως «νεκρός» από τον Θεό, καταβάλλουν σθεναρές προσπάθειες να τον κρατήσουν σε υποταγή. Αντιλαμβάνονται ότι πρέπει να έχουν συνεχώς υπ’ όψιν το εξής σπουδαίο γεγονός: «Εις τον οποίον [τον Χριστόν] και περιετμήθητε με περιτομήν αχειροποίητον, απεκδυθέντες το σώμα των αμαρτιών της σαρκός δια της περιτομής του Χριστού, συνταφέντες μετ’ αυτού εν τω βαπτίσματι· δια του οποίου και συνανέστησε δια της πίστεως της ενεργείας του Θεού, όστις ανέστησεν αυτόν εκ των νεκρών.»—Κολ. 2:11, 12.
Ο Θεός βλέπει και κρίνει αυτούς τους αποκυημένους από το πνεύμα Χριστιανούς σύμφωνα μ’ αυτό που είναι από πνευματική άποψι, όπως ακριβώς βλέπουν αυτοί ο ένας τον άλλον. Ο απόστολος εξέφρασε αυτή την αλήθεια στην εκκλησία της Κορίνθου όταν έγραψε: «[Ο Χριστός] απέθανεν υπέρ πάντων, δια να μη ζώσι πλέον δι’ εαυτούς οι ζώντες, αλλά δια τον αποθανόντα και αναστάντα υπέρ αυτών. Ώστε ημείς από του νυν δεν γνωρίζομεν ουδένα κατά σάρκα· αν δε και εγνωρίσαμεν κατά σάρκα τον Χριστόν, αλλά τώρα πλέον δεν γνωρίζομεν.»—2 Κορ. 5:15, 16.
Ο απόστολος Πέτρος έγραψε με τον ίδιο τρόπο σκέψεως: «Επειδή λοιπόν ο Χριστός έπαθεν υπέρ ημών κατά σάρκα, οπλίσθητε και σεις το αυτό φρόνημα· διότι ο παθών κατά σάρκα [σηκώνοντας τον σταυρό του Χριστού (Λουκ. 9:23)] έπαυσεν από της αμαρτίας, δια να ζήσητε τον εν σαρκί επίλοιπον χρόνον, ουχί πλέον εν ταις επιθυμίαις των ανθρώπων, αλλ’ εν τω θελήματι του Θεού. Διότι αρκετός είναι εις ημάς ο παρελθών καιρός του βίου, ότε επράξαμεν το θέλημα των εθνών, περιπατήσαντες εν ασελγείαις, . . . επειδή δια τούτο εκηρύχθη το ευαγγέλιο και προς τους [πνευματικώς] νεκρούς, δια να κριθώσε μεν κατά [κοσμικούς] ανθρώπους εν σαρκί, να ζώσι δε κατά Θεόν εν πνεύματι.»—1 Πέτρ. 4:1-6.
Αυτοί, ως ‘νέα κτίσματα’ μπορούν να ζήσουν για ένα διάστημα εν σαρκί για να εκτελέσουν μια διακονία στη γη και ν’ αποδείξουν την ακεραιότητά τους κάτω από δοκιμασία. (2 Κορ. 5:17) Τα σώματά των δεν θεραπεύονται, διότι η ελπίδα τους για ζωή είναι ουράνια, και έτσι αυτά τα σάρκινα σώματα συνεχίζουν να φθείρωνται καθώς γηράσκουν, ωσότου επέλθη ο θάνατος. Στο τέλος της πορείας των δεν χρειάζονται ν’ απαλλαγούν από την αμαρτία τους με τον θάνατο. Αυτή η απαλλαγή έχει ήδη γίνει από τον Ιεχωβά όταν τους ανεκήρυξε δικαίους και τους δέχθηκε στη νέα διαθήκη.—Εβρ. 8:10-13.
Συνεπώς, αυτοί οι κεχρισμένοι δεν θεωρούνται από τον Θεό ως αμαρτωλοί, και δεν ζουν ούτε πάσχουν ως αμαρτωλοί. Κερδίζουν τον πόλεμο που διεξάγουν εναντίον της αμαρτίας στα σάρκινα σώματά τους λόγω της θυσίας και της βοηθείας του μεγάλου των Αρχιερέως, του Ιησού Χριστού. Ο Παύλος εξηγεί: «Δεν είναι τώρα λοιπόν ουδεμία κατάκρισις εις τους εν Χριστώ Ιησού. Διότι ο νόμος του πνεύματος της ζωής εν Χριστώ Ιησού σας ηλευθέρωσεν από του νόμου της αμαρτίας και του θανάτου.»—Ρωμ. 7:21-8:2, ΜΝΚ.
Οι πνευματικοί αδελφοί του Χριστού, επομένως, έχουν ένα θάνατο όμοιο με του Χριστού. Όχι ότι ο θάνατός τους προμηθεύει ένα μέρος της απολυτρωτικής θυσίας για αμαρτίες. Μόνον η τελεία θυσία του Χριστού μπορεί να το κάμη αυτό. Αλλά παραιτούνται απ’ όλα τα ανθρώπινα πράγματα για να μπορούν να υπηρετούν ως διεκδικηταί του ονόματος του Ιεχωβά. Ο απόστολος Παύλος είπε: «Καθ’ ημέραν αποθνήσκω.» Είτε αγωνίζονται κατά του πειρασμού, της εναντιώσεως, της κακοπαραστάσεως και του διωγμού, και εν τούτοις διακρατούν πιστότητα στον Θεό, όλ’ αυτά αποτελούν παθήματα χάριν της δικαιοσύνης με το να διακρατούν ακεραιότητα.—1 Κορ. 15:31· 1 Πέτρ. 5:9, 10.
Κατόπιν όλων αυτών, λοιπόν, αυτοί οι πνευματικοί αδελφοί του Χριστού υφίστανται θάνατο ο οποίος φέρνει όφελος. Ο Παύλος είπε: «Διότι εις εμέ το ζην είναι ο Χριστός, και το αποθανείν κέρδος.» (Φιλιππ. 1:21) Στην συζήτησί του περί αναστάσεως, ο Παύλος περιγράφει την ανάγκη του θανάτου των για να κερδίσουν το ένδοξο βραβείο της αθανασίας στους ουρανούς μαζί με τον Χριστό, λέγοντας:
«Εκείνο το οποίον συ σπείρεις, δεν ζωογονείται, εάν δεν αποθάνη. Και εκείνο το οποίον σπείρεις, δεν σπείρεις το σώμα το οποίον μέλλει να γείνη, αλλά γυμνόν κόκκον, σίτου τυχόν, ή τινός των λοιπών. Ο δε Θεός δίδει εις αυτό σώμα καθώς ηθέλησε, και εις έκαστον των σπερμάτων το ιδιαίτερον αυτού σώμα. . . . Ούτω και η ανάστασις των νεκρών· σπείρεται εν φθορά, ανίσταται εν αφθαρσία· σπείρεται εν ατιμία, ανίσταται εν δόξη· σπείρεται εν ασθενεία, ανίσταται εν δυνάμει· σπείρεται σώμα ζωϊκόν, ανίσταται σώμα πνευματικόν.»—1 Κορ. 15:36-44.
Οι απόστολοι καθώς και οι όμοιοί των Χριστιανοί των περασμένων αιώνων πέθαναν και από τότε περίμεναν τη δευτέρα παρουσία του Χριστού για την ανάστασί τους. (Φιλιππ. 3:10, 11, 20, 21) Όταν, όμως, ήλθε αυτός ο καιρός, οι αποκυημένοι από το πνεύμα, που ήσαν τότε στη γη και οι οποίοι κατόπιν πέθαναν, δεν ήταν ανάγκη ν’ αναμένουν στον ‘ύπνο’ του θανάτου. Θα ελάμβαναν μια στιγμιαία ανάστασι στους ουρανούς την ώρα του θανάτου των. Αυτό υπεδείκνυε ο απόστολος όταν είπε στους ομοίους του Χριστιανούς: «Διότι απεθάνετε (ενώ ζήτε ακόμη, υπελογίσθητε ως σταυρωθέντες με τον Χριστόν), και η ζωή σας είναι κεκρυμμένη μετά του Χριστού εν τω Θεώ. Όταν ο Χριστός, η ζωή ημών, φανερωθή, τότε και σεις μετ’ αυτού θέλετε φανερωθή εν δόξη.»—Κολ. 3:3, 4· Γαλ. 2:20· 1 Κορ. 15:51, 52· Αποκάλ. 14:13.
ΤΑ «ΑΛΛΑ ΠΡΟΒΑΤΑ» ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
Αλλά, τι μπορεί να λεχθή για κείνους που αυτή την εποχή είναι σύντροφοι των πνευματικών αδελφών του Χριστού, τον ‘πολύν όχλον’ των «άλλων προβάτων» τα οποία έχουν ελπίδα αιωνίου ζωής στη γη κάτω από την ουράνια κυβέρνησι του Χριστού και των συμβασιλέων και ιερέων του; Η Γραφή τους δείχνει ενδεδυμένους με ενδύματα τα οποία έχουν λευκανθή λόγω της πίστεως των στο χυθέν αίμα του Ιησού Χριστού. (Ιωάν. 10:16· Αποκάλ. 7:9, 10, 14, 17· Ματθ. 25:31-34, 46) Δεν ακολουθούν μια αμαρτωλή πορεία όπως όταν ήσαν αναμεμιγμένοι μ’ αυτό το πονηρό σύστημα του κόσμου. Μέσω προσευχής στον Ιεχωβά Θεό εν ονόματι του Χριστού μπορούν να λάβουν άφεσι των αμαρτιών που διαπράττουν κάθε μέρα.—1 Ιωάν. 2:2.
Εν τούτοις, αυτά τα μέλη του «πολλού όχλου» δεν προσκαλούνται από τον Θεό να είναι συγκληρονόμοι με τον Χριστό. Δεν υπολογίζονται ως ‘εσταυρωμένοι μετά του Χριστού.’ Θα πρέπει ν’ αναμείνουν για να ‘ανακηρυχθούν δίκαιοι’ ως τέλεια ανθρώπινα πλάσματα. Αλλ’ αν πεθάνουν πιστά τώρα, θ’ αναστηθούν με την ευκαιρία να γίνουν τέλεια επάνω στη γη στη διάρκεια της βασιλείας του Χριστού. (Εβρ. 11:6· Αποκάλ. 20:12, 13) Έτσι, αν αποκτήσουν τώρα ένα καλό όνομα ενώπιον του Θεού, ‘η ημέρα του θανάτου είναι καλυτέρα παρά την ημέραν της γεννήσεως’ και γι’ αυτούς επίσης. Έχουν μια ανταμοιβή στην οποία μπορούν ν’ αποβλέπουν.
Επί πλέον, ο θάνατός τους μπορεί να είναι ικανοποιητικός γι’ αυτούς και ωφέλιμος για άλλους, αν διακρατήσουν ακεραιότητα στον Θεό. Ο Θεός μπορεί να τον χρησιμοποιήση προς δόξαν του. Αυτή η αλήθεια τονίζεται από το επεισόδιο που περιλαμβάνει ένα πιστό άτομο από τα «άλλα πρόβατα» στη Νιγηρία της Αφρικής:
«Ένας νέος ο οποίος είχε ανατραφή στο Πρεσβυτεριανό δόγμα επείσθη από τους γονείς του να ενωθή με το στράτευμα της Μπιάφρας στο διάστημα του εμφυλίου πολέμου της Νιγηρίας. Ενώ ήταν στο στρατόπεδο περιμένοντας την ανάπτυξι της μάχης, πολλοί νέοι είχαν οδηγηθή εκεί για να στρατολογηθούν. Ανάμεσα σ’ αυτούς ήταν ένας μάρτυς του Ιεχωβά ο οποίος αρνήθηκε να εγγραφή για στρατιωτική εκπαίδευσι. Τον έδειραν ανηλεώς, αλλά δεν άλλαξε στάσι. Οι αξιωματικοί της υπηρεσίας προσπάθησαν ν’ ασκήσουν πίεσι επάνω του για να εγκαταλείψη την πίστι του. Αρνήθηκε, και τον ωδήγησαν μπροστά σ’ ένα απόσπασμα για δημοσία εκτέλεσι. Τον έδεσαν επάνω σ’ ένα στύλο και τον επληροφόρησαν ότι θα μετρούσαν ως το τέσσερα και θα πυροβολούσαν. Καθώς ο αξιωματικός μετρούσε κάθε αριθμό στεκόταν λίγο για ν’ αφήση στον Μάρτυρα καιρό ν’ αλλάξη τη σκέψι του. Αυτός εξακολουθούσε ν’ αρνήται. Όταν μέτρησαν τέσσερα τον εξετέλεσαν.
«Ανάμεσα στο ακροατήριο που παρακολουθούσαν την εκτέλεσι ήταν και ο νεαρός στρατιώτης. Βλέποντας αυτό το έξοχο παράδειγμα πίστεως και ακεραιότητος, η διάνοιά του τον ώθησε να εξετάση τη δική του θέσι. Μολονότι προηγουμένως ενόμιζε ότι όλοι ελάτρευαν τον ίδιο Θεό, τώρα είδε ότι οι μάρτυρες του Ιεχωβά ήσαν διαφορετικοί. Πήρε την απόφασι ότι, αν τον διεφύλαττε ο Θεός μέσα από τον πόλεμο, τότε θα τον ελάτρευε πλήρως. Απεφάσισε να μη πιάση ποτέ όπλο και έκαμε διευθέτησι να εργασθή στο μαγειρείο. Μόλις τελείωσε ο πόλεμος, άρχισε να παρευρίσκεται στις συναθροίσεις της τοπικής εκκλησίας των μαρτύρων του Ιεχωβά και να μελετά τη Γραφή. Πριν περάση πολύς καιρός ζήτησε να βαπτισθή. Τώρα έχει συμπληρώσει την πρώτη περίοδο του έργου ‘προσωρινού σκαπανέως,’ που σημαίνει ν’ αφιερώση κανείς πλήρως τον χρόνο του στο κήρυγμα των αγαθών νέων της βασιλείας του Θεού.»
Οι Γραφές λέγουν: «Πολύτιμος ενώπιον του Ιεχωβά είναι ο θάνατος των οσίων αυτού.» (Ψαλμ. 116:15, ΜΝΚ) Αυτό αληθεύει ειδικά για κείνους τους οποίους καλεί ο Θεός να υποστούν ένα θάνατο όμοιο με του Χριστού. Αληθεύει επίσης για όλους εκείνους οι οποίοι δίνουν τη ζωή τους στο να υπηρετούν πιστά τον Ιεχωβά. Ο θάνατός των δεν πηγαίνει χαμένος. Δίνουν μια μαρτυρία για τη δικαιωματική κυριαρχία του Ιεχωβά, και ο Θεός μπορεί να χρησιμοποιήση ακόμη και τον θάνατό τους για να βοηθήση άλλους να δουν την αλήθεια και να αισθανθούν την ώθησι να τον υπηρετήσουν.